31.12.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 444/2


ΑΠΟΦΑΣΗ (EE) 2020/2252 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 29ας Δεκεμβρίου 2020

για την υπογραφή, εξ ονόματος της Ένωσης, και την προσωρινή εφαρμογή της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, αφενός, και του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας, αφετέρου, και της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας σχετικά με διαδικασίες ασφαλείας για την ανταλλαγή και την προστασία διαβαθμισμένων πληροφοριών

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 217, σε συνδυασμό με το άρθρο 218 παράγραφος 5 και το άρθρο 218 παράγραφος 8 δεύτερο εδάφιο,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 29 Μαρτίου 2017, το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας («Ηνωμένο Βασίλειο») γνωστοποίησε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο την πρόθεσή του να αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας σύμφωνα με το άρθρο 50 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ).

(2)

Στις 30 Ιανουαρίου 2020, το Συμβούλιο εξέδωσε την απόφαση (ΕΕ) 2020/135 σχετικά με τη σύναψη της συμφωνίας για την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας (1) («συμφωνία αποχώρησης»). Η συμφωνία αποχώρησης τέθηκε σε ισχύ την 1η Φεβρουαρίου 2020.

(3)

Στις 25 Φεβρουαρίου 2020, το Συμβούλιο εξέδωσε την απόφαση (ΕΕ, Ευρατόμ) 2020/266 (2), με την οποία εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να αρχίσει διαπραγματεύσεις με το Ηνωμένο Βασίλειο για νέα συμφωνία εταιρικής σχέσης. Οι εν λόγω διαπραγματεύσεις διεξήχθησαν βάσει των διαπραγματευτικών οδηγιών του Συμβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2020.

(4)

Οι διαπραγματεύσεις κατέληξαν σε συμφωνία εμπορίου και συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, αφενός, και του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας, αφετέρου, («συμφωνία εμπορίου και συνεργασίας»), σε συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας σχετικά με διαδικασίες ασφαλείας για την ανταλλαγή και την προστασία διαβαθμισμένων πληροφοριών («συμφωνία ασφαλείας πληροφοριών») και σε συμφωνία μεταξύ της κυβέρνησης του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας για συνεργασία σχετικά με τις ασφαλείς και ειρηνικές χρήσεις της πυρηνικής ενέργειας («συμφωνία για την πυρηνική ενέργεια»).

(5)

Η συμφωνία εμπορίου και συνεργασίας θεσπίζει τη βάση για μια ευρεία σχέση μεταξύ της Ένωσης και του Ηνωμένου Βασιλείου, η οποία συνεπάγεται αμοιβαία δικαιώματα και υποχρεώσεις, κοινές δράσεις και ειδικές διαδικασίες. Η συμφωνία ασφαλείας πληροφοριών αποτελεί συμφωνία συμπληρωματική της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας, και συνδέεται άρρηκτα με αυτήν, ιδίως όσον αφορά τις ημερομηνίες έναρξης ισχύος και καταγγελίας. Επομένως, η απόφαση για την υπογραφή της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας και της συμφωνίας ασφαλείας πληροφοριών («συμφωνίες») θα πρέπει να στηρίζεται στη νομική βάση που προβλέπει την καθιέρωση σύνδεσης, η οποία θα επιτρέψει στην Ένωση να αναλάβει δεσμεύσεις σε όλους τους τομείς που καλύπτουν οι Συνθήκες.

(6)

Λόγω του εξαιρετικού και μοναδικού χαρακτήρα της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας, η οποία αποτελεί συνολική συμφωνία με χώρα η οποία αποχώρησε από την Ένωση, το Συμβούλιο αποφασίζει με την παρούσα να κάνει χρήση της δυνατότητας της Ένωσης να ασκήσει την εξωτερική της αρμοδιότητα έναντι του Ηνωμένου Βασιλείου.

(7)

Ενδείκνυται να καθοριστούν οι ρυθμίσεις για την αντιπροσώπευση της Ένωσης στο συμβούλιο εταιρικής σχέσης και στις επιτροπές που συστήνονται με τη συμφωνία εμπορίου και συνεργασίας. Η Επιτροπή, όπως προβλέπεται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 της ΣΕΕ, εκπροσωπεί την Ένωση και εκφράζει τις θέσεις της Ένωσης όπως καθορίζονται από το Συμβούλιο σύμφωνα με τις Συνθήκες. Το Συμβούλιο θα ασκεί τα καθήκοντα χάραξης πολιτικών και συντονισμού κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 16 παράγραφος 1 της ΣΕΕ, καθορίζοντας τις θέσεις που πρέπει να λαμβάνονται εξ ονόματος της Ένωσης στο συμβούλιο εταιρικής σχέσης και στις επιτροπές που συστήνονται με τη συμφωνία εμπορίου και συνεργασίας. Επιπλέον, όταν το συμβούλιο εταιρικής σχέσης ή οι επιτροπές που συστήνονται με τη συμφωνία εμπορίου και συνεργασίας καλούνται να θεσπίζουν πράξεις που παράγουν έννομα αποτελέσματα, οι θέσεις που πρέπει να λαμβάνονται εξ ονόματος της Ένωσης στα εν λόγω όργανα θα πρέπει να καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 218 παράγραφος 9 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ).

(8)

Κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα αποστολής ενός εκπροσώπου που θα συνοδεύει τον εκπρόσωπο της Επιτροπής, ως μέλος της αντιπροσωπείας της Ένωσης, σε συνεδριάσεις του συμβουλίου εταιρικής σχέσης άλλων κοινών οργάνων που συστήνονται με τη συμφωνία εμπορίου και συνεργασίας.

(9)

Για να μπορεί η Ένωση να αναλαμβάνει ταχεία και αποτελεσματική δράση για την προστασία των συμφερόντων της δυνάμει της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας και έως ότου θεσπιστεί και τεθεί σε ισχύ στην Ένωση ειδική νομοθετική πράξη που θα ρυθμίζει τη λήψη διορθωτικών μέτρων βάσει της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να λαμβάνει διορθωτικά μέτρα, όπως η αναστολή υποχρεώσεων βάσει της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας ή οποιασδήποτε συμπληρωματικής συμφωνίας, σε περιπτώσεις παραβίασης ορισμένων διατάξεων της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας ή μη τήρησης ορισμένων όρων, ιδίως όσον αφορά το εμπόριο αγαθών, τους ισότιμους όρους ανταγωνισμού, τις οδικές μεταφορές, τις αεροπορικές μεταφορές, την αλιεία και προγράμματα της Ένωσης, όπως ορίζεται στη συμφωνία εμπορίου και συνεργασίας, καθώς και να λαμβάνει διορθωτικά μέτρα, εξισορροπητικά μέτρα και αντίμετρα. Η Επιτροπή θα πρέπει να γνωστοποιεί διεξοδικώς και εγκαίρως στο Συμβούλιο την πρόθεσή της να λάβει τέτοια μέτρα, αποσκοπώντας σε ουσιαστική ανταλλαγή απόψεων στο Συμβούλιο. Η Επιτροπή λαμβάνει σοβαρότατα υπόψη τις εκφραζόμενες απόψεις. Ένα ή περισσότερα κράτη μέλη δύνανται να ζητούν από την Επιτροπή να λαμβάνει μέτρα αυτού του είδους. Εάν η Επιτροπή δεν ανταποκριθεί θετικά σε ένα τέτοιο αίτημα, θα πρέπει να γνωστοποιεί εγκαίρως στο Συμβούλιο τους λόγους της.

(10)

Προκειμένου η Ένωση να μπορεί να αντιδρά εγκαίρως όταν οι σχετικοί όροι δεν πληρούνται πλέον, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτείται να λαμβάνει ορισμένες αποφάσεις που θα αναστέλλουν παροχές που έχουν παραχωρηθεί στο Ηνωμένο Βασίλειο δυνάμει του παραρτήματος για τα βιολογικά προϊόντα και του παραρτήματος για τα φαρμακευτικά προϊόντα. Η Επιτροπή θα πρέπει να γνωστοποιεί διεξοδικώς και εγκαίρως στο Συμβούλιο την πρόθεσή της να λάβει τέτοια μέτρα, αποσκοπώντας σε ουσιαστική ανταλλαγή απόψεων στο Συμβούλιο. Η Επιτροπή λαμβάνει σοβαρότατα υπόψη τις εκφραζόμενες απόψεις. Ένα ή περισσότερα κράτη μέλη δύνανται να ζητούν από την Επιτροπή να λαμβάνει μέτρα αυτού του είδους. Εάν η Επιτροπή δεν ανταποκριθεί θετικά σε ένα τέτοιο αίτημα, θα πρέπει να γνωστοποιεί εγκαίρως στο Συμβούλιο τους λόγους της.

(11)

Όταν η Ένωση οφείλει να προβαίνει σε ενέργειες με σκοπό τη συμμόρφωση με τις συμφωνίες, προβαίνει στις εν λόγω ενέργειες σύμφωνα με τις Συνθήκες, με παράλληλο σεβασμό προς τα όρια των αρμοδιοτήτων που ανατίθενται σε κάθε ενωσιακό θεσμικό όργανο. Ως εκ τούτου, εναπόκειται στην Επιτροπή να παρέχει στο Ηνωμένο Βασίλειο τις πληροφορίες ή τις γνωστοποιήσεις που απαιτούνται βάσει των συμφωνιών, εκτός αν οι συμφωνίες αναφέρονται σε άλλα συγκεκριμένα θεσμικά ή άλλα όργανα ή οργανισμούς της Ένωσης, και να διαβουλεύεται με το Ηνωμένο Βασίλειο για συγκεκριμένα ζητήματα. Εναπόκειται επίσης στην Επιτροπή η εκπροσώπηση της Ένωσης ενώπιον του διαιτητικού δικαστηρίου, όταν μια διαφορά έχει υποβληθεί σε διαιτησία σύμφωνα με τη συμφωνία εμπορίου και συνεργασίας. Σε συμμόρφωση με την υποχρέωση της καλόπιστης συνεργασίας που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 της ΣΕΕ, η Επιτροπή συμβουλεύεται προηγουμένως το Συμβούλιο, για παράδειγμα υποβάλλοντας προς αυτό τα βασικά σημεία των σχεδιαζόμενων εισηγήσεων της Ένωσης προς το διαιτητικό δικαστήριο και λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τις παρατηρήσεις του Συμβουλίου.

(12)

Η συμφωνία εμπορίου και συνεργασίας δεν αποκλείει τη δυνατότητα των κρατών μελών να συνάπτουν διμερείς διακανονισμούς ή συμφωνίες με το Ηνωμένο Βασίλειο για ειδικά θέματα που καλύπτει η συμφωνία εμπορίου και συνεργασίας στους τομείς των αεροπορικών μεταφορών, της διοικητικής συνεργασίας για θέματα τελωνείων και ΦΠΑ και της κοινωνικής ασφάλισης υπό ορισμένες προϋποθέσεις.

(13)

Είναι συνεπώς αναγκαίο να οριοθετηθεί ένα πλαίσιο που θα ακολουθούν τα κράτη μέλη τα οποία αποφασίζουν να συνάψουν διμερείς διακανονισμούς ή συμφωνίες με το Ηνωμένο Βασίλειο στους τομείς των αεροπορικών μεταφορών, της διοικητικής συνεργασίας για θέματα τελωνείων και ΦΠΑ και της κοινωνικής ασφάλισης, συμπεριλαμβανομένων των όρων και της διαδικασίας για τη διαπραγμάτευση και τη σύναψη τέτοιων διμερών διακανονισμών ή συμφωνιών από τα κράτη μέλη, κατά τρόπον ώστε να διασφαλίζεται ότι οι συμφωνίες αυτές συνάδουν με τον σκοπό της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας και με το ενωσιακό δίκαιο και λαμβάνουν υπόψη την εσωτερική αγορά και τα ευρύτερα συμφέροντα της Ένωσης. Επιπλέον, τα κράτη μέλη που προτίθενται να διαπραγματευτούν και να συνάψουν διμερείς συμφωνίες με το Ηνωμένο Βασίλειο σε τομείς που δεν καλύπτονται από τη συμφωνία εμπορίου και συνεργασίας θα πρέπει, σεβόμενα πλήρως την αρχή της ειλικρινούς συνεργασίας, να ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με τις προθέσεις τους και με την πρόοδο των διαπραγματεύσεων.

(14)

Υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με το άρθρο FINPROV.1 παράγραφος 3 της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας, και με βάση τη δήλωση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με το εδαφικό πεδίο εφαρμογής των μελλοντικών συμφωνιών που περιλαμβάνεται στα πρακτικά της συνόδου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 25ης Νοεμβρίου 2018, η συμφωνία εμπορίου και συνεργασίας ούτε εφαρμόζεται στο Γιβραλτάρ, ούτε έχει οποιαδήποτε συνέπεια στο εν λόγω έδαφος. Όπως προβλέπεται στην εν λόγω δήλωση, «αυτό δεν αποκλείει το ενδεχόμενο σύναψης χωριστών συμφωνιών μεταξύ της Ένωσης και του Ηνωμένου Βασιλείου όσον αφορά το Γιβραλτάρ» και, «με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων της Ένωσης και με πλήρη σεβασμό της εδαφικής ακεραιότητας των κρατών μελών της όπως κατοχυρώνεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, οι εν λόγω χωριστές συμφωνίες θα προϋποθέτουν την πρότερη συμφωνία του Βασιλείου της Ισπανίας».

(15)

Η άσκηση της αρμοδιότητας της Ένωσης μέσω της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας δεν θίγει τις αντίστοιχες αρμοδιότητες της Ένωσης και των κρατών μελών σε σχέση με οιεσδήποτε υπό εξέλιξη ή μελλοντικές διαπραγματεύσεις ή υπογραφή ή σύναψη διεθνών συμφωνιών με οποιαδήποτε άλλη τρίτη χώρα, ή σε σχέση με τυχόν μελλοντικές διαπραγματεύσεις ή υπογραφή ή σύναψη οποιωνδήποτε συμπληρωματικών συμφωνιών που αναφέρονται στο άρθρο COMPROV.2 [Συμπληρωματικές συμφωνίες] της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας.

(16)

Ως χώρα η οποία αποχώρησε από την Ένωση, το Ηνωμένο Βασίλειο βρίσκεται σε διαφορετική και εξαιρετική κατάσταση έναντι της Ένωσης σε σύγκριση με άλλες τρίτες χώρες με τις οποίες η Ένωση διαπραγματεύθηκε και συνήψε συμφωνίες. Βάσει της συμφωνίας αποχώρησης, το ενωσιακό δίκαιο εφαρμόζεται επί και εντός του Ηνωμένου Βασιλείου κατά τη μεταβατική περίοδο και, με τη λήξη αυτής της περιόδου, η βάση για συνεργασία με τα κράτη μέλη της Ένωσης βρίσκεται κατά συνέπεια σε πολύ υψηλό επίπεδο, ιδίως στους τομείς της εσωτερικής αγοράς, της κοινής αλιευτικής πολιτικής, και της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης. Η μεταβατική περίοδος λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2020 και, εν συνεχεία, οι διατάξεις σχετικά με άλλα ζητήματα διαχωρισμού που προβλέπονται στη συμφωνία αποχώρησης θα διευθετήσουν την ομαλή διακοπή αυτής της συνεργασίας σε διάφορους τομείς. Εάν οι συμφωνίες δεν τεθούν σε ισχύ από 1ης Ιανουαρίου 2021, η συνεργασία μεταξύ της Ένωσης και του Ηνωμένου Βασιλείου θα πέσει σε επίπεδο που δεν είναι επιθυμητό ούτε και προς το συμφέρον της Ένωσης, προκαλώντας ρήξεις στη σχέση της Ένωσης και του Ηνωμένου Βασιλείου. Οι ρήξεις αυτές μπορούν να περιορισθούν μέσω της προσωρινής εφαρμογής των συμφωνιών.

(17)

Ως εκ τούτου, λόγω της εξαιρετικής κατάστασης του Ηνωμένου Βασιλείου έναντι της Ένωσης, του επείγοντος χαρακτήρα της κατάστασης με τη μεταβατική περίοδο να λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2020, καθώς και της ανάγκης να δοθεί επαρκής χρόνος στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ώστε να εξετάσουν κατά τον προσήκοντα τρόπο την προβλεπόμενη απόφαση σχετικά με τη σύναψη των συμφωνιών και τα κείμενα των συμφωνιών, οι συμφωνίες θα πρέπει να εφαρμοσθούν σε προσωρινή βάση, εν αναμονή της ολοκλήρωσης των διαδικασιών που απαιτούνται για την έναρξη ισχύος τους.

(18)

Λόγω της πολύ καθυστερημένης ολοκλήρωσης των διαπραγματεύσεων για τις συμφωνίες, μόνο επτά ημέρες πριν από τη λήξη της μεταβατικής περιόδου, δεν κατέστη δυνατόν να πραγματοποιηθεί η οριστική διατύπωση των κειμένων των συμφωνιών από τους γλωσσομαθείς νομικούς πριν από την υπογραφή τους. Ως εκ τούτου, αμέσως μετά την υπογραφή των συμφωνιών, τα συμβαλλόμενα μέρη θα πρέπει να προβούν στην οριστική διατύπωση των κειμένων των συμφωνιών από τους γλωσσομαθείς νομικούς και στις 24 αυθεντικές γλώσσες. Η εν λόγω οριστική διατύπωση από τους γλωσσομαθείς νομικούς θα πρέπει να ολοκληρωθεί εντός ευλόγου χρόνου. Τα συμβαλλόμενα μέρη θα πρέπει τότε, με ανταλλαγή διπλωματικών διακοινώσεων, να κηρύξουν αυτήν τη διατύπωση των κειμένων των συμφωνιών σε όλες τις γλώσσες, αυθεντική και οριστική. Τα εν λόγω αναθεωρημένα κείμενα θα πρέπει να αντικαταστήσουν ab initio τις υπογραφείσες εκδόσεις των συμφωνιών.

(19)

Οι συμφωνίες θα πρέπει να υπογραφούν, και οι συνημμένες δηλώσεις και η γνωστοποίηση να εγκριθούν, εξ ονόματος της Ένωσης.

(20)

Η υπογραφή της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας, σε ό,τι αφορά θέματα που υπάγονται στη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας («συνθήκη Ευρατόμ»), υπόκειται σε χωριστή διαδικασία,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

1.   Εγκρίνεται να υπογραφεί, εξ ονόματος της Ένωσης όσον αφορά θέματα πλην εκείνων που υπάγονται στη συνθήκη Ευρατόμ, η συμφωνία εμπορίου και συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, αφενός, και του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας, αφετέρου, με την επιφύλαξη της σύναψης της ρηθείσης συμφωνίας.

2.   Εγκρίνεται να υπογραφεί, εξ ονόματος της Ένωσης, η συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας σχετικά με διαδικασίες ασφαλείας για την ανταλλαγή και την προστασία διαβαθμισμένων πληροφοριών, με την επιφύλαξη της σύναψης της ρηθείσης συμφωνίας.

3.   Τα κείμενα των συμφωνιών επισυνάπτονται στην παρούσα απόφαση.

Άρθρο 2

1.   Η Επιτροπή αντιπροσωπεύει την Ένωση στο συμβούλιο εταιρικής σχέσης, στην επιτροπή εμπορικής εταιρικής σχέσης, στις ειδικές εμπορικές επιτροπές και στις ειδικές επιτροπές που συστήνονται βάσει των άρθρων INST.1 [Συμβούλιο εταιρικής σχέσης] και INST.2 [Επιτροπές] της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας, καθώς και σε κάθε επιπρόσθετη ειδική εμπορική επιτροπή ή ειδική επιτροπή που συστήνεται σύμφωνα με το άρθρο INST.1 [Συμβούλιο εταιρικής σχέσης] παράγραφος 4 στοιχείο (ζ) ή το άρθρο INST.2 [Επιτροπές] παράγραφος 2 στοιχείο (ζ) της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας.

Κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα αποστολής ενός εκπροσώπου που θα συνοδεύει τον εκπρόσωπο της Επιτροπής, ως μέλος της αντιπροσωπείας της Ένωσης, σε συνεδριάσεις του συμβουλίου εταιρικής σχέσης άλλων κοινών οργάνων που συστήνονται με τη συμφωνία εμπορίου και συνεργασίας.

2.   Προκειμένου το Συμβούλιο να είναι σε θέση να ασκεί πλήρως τα καθήκοντά του για χάραξη πολιτικών, συντονισμό και λήψη αποφάσεων σύμφωνα με τις Συνθήκες, ιδίως καθορίζοντας τις θέσεις που πρέπει να ληφθούν εξ ονόματος της Ένωσης στο συμβούλιο εταιρικής σχέσης, την επιτροπή εμπορικής εταιρικής σχέσης, σε ειδικές εμπορικές επιτροπές και ειδικές επιτροπές, η Επιτροπή μεριμνά ώστε το Συμβούλιο να λαμβάνει κάθε πληροφορία και έγγραφο που σχετίζεται με οποιαδήποτε συνεδρίαση των κοινών αυτών οργάνων ή με οποιεσδήποτε πράξεις πρόκειται να εγκριθούν με γραπτή διαδικασία αρκετά πριν από αυτή τη συνεδρίαση ή τη χρήση αυτής της γραπτής διαδικασίας και, σε κάθε περίπτωση το αργότερο οκτώ εργάσιμες ημέρες πριν από τη συγκεκριμένη συνεδρίαση ή χρήση της γραπτής διαδικασίας.

Το Συμβούλιο ενημερώνεται επίσης εγκαίρως σχετικά με τις συζητήσεις και το αποτέλεσμα των συνεδριάσεων του συμβουλίου εταιρικής σχέσης, της επιτροπής εμπορικής εταιρικής σχέσης, των ειδικών εμπορικών επιτροπών και των ειδικών επιτροπών καθώς και της χρήσης γραπτής διαδικασίας και λαμβάνει σχέδια πρακτικών και όλα τα έγγραφα που σχετίζονται με τις εν λόγω συνεδριάσεις ή τη χρήση της εν λόγω διαδικασίας.

3.   Δίνεται η δυνατότητα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να ασκεί πλήρως τα θεσμικά του προνόμια καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας σύμφωνα με τις Συνθήκες.

4.   Για περίοδο πέντε ετών από την 1η Ιανουαρίου 2021, η Επιτροπή υποβάλλει ετησίως έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την υλοποίηση και την εφαρμογή της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας.

Άρθρο 3

1.   Μέχρι να τεθεί σε ισχύ στην Ένωση συγκεκριμένη νομοθετική πράξη που να ρυθμίζει την έγκριση των μέτρων που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως θ) πιο κάτω, οποιαδήποτε απόφαση της Ένωσης για τη λήψη τέτοιων μέτρων λαμβάνεται από την Επιτροπή, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που ορίζονται στις αντίστοιχες διατάξεις της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας, όσον αφορά:

α)

την αναστολή της σχετικής προτιμησιακής μεταχείρισης του οικείου προϊόντος ή των οικείων προϊόντων κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο GOODS.19 [Μέτρα σε περίπτωση παραβίασης ή καταστρατήγησης της τελωνειακής νομοθεσίας] της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας·

β)

την εφαρμογή διορθωτικών μέτρων και την αναστολή των υποχρεώσεων κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο LPFOFCSD.3.12 [Διορθωτικά μέτρα] της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας·

γ)

την εφαρμογή εξισορροπητικών μέτρων και αντιμέτρων κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο LPFOFCSD.9.4 [Επανεξισορρόπηση] της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας·

δ)

την εφαρμογή διορθωτικών μέτρων κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο ROAD.11 [Διορθωτικά μέτρα] της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας·

ε)

αντισταθμιστικά μέτρα κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο FISH.9 [Αντισταθμιστικά μέτρα σε περίπτωση αποχώρησης ή περιορισμένης πρόσβασης] της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας·

στ)

την εφαρμογή διορθωτικών μέτρων κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο FISH.14 [Διορθωτικά μέτρα και διευθέτηση διαφορών] της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας·

ζ)

την αναστολή ή τη διακοπή της συμμετοχής του Ηνωμένου Βασιλείου σε προγράμματα της Ένωσης, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο UNPRO.3.1 [Αναστολή της συμμετοχής του Ηνωμένου Βασιλείου σε πρόγραμμα της Ένωσης από την Ευρωπαϊκή Ένωση] και το άρθρο UNPRO.3.20 [Διακοπή της συμμετοχής του Ηνωμένου Βασιλείου σε πρόγραμμα της Ένωσης από την Ευρωπαϊκή Ένωση] της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας·

η)

προσφορά ή αποδοχή προσωρινής αποζημίωσης ή αναστολή υποχρεώσεων στο πλαίσιο της συμμόρφωσης μετά από διαδικασία διαιτησίας ή ομάδας εμπειρογνωμόνων κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο INST.24 [Μέσα προσωρινής έννομης προστασίας] της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας, πλην των προβλεπομένων στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 654/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3)·

θ)

τα μέτρα διασφάλισης και τα μέτρα επανεξισορρόπησης κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο INST.36 [Μέτρα διασφάλισης] της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας.

2.   Η Επιτροπή γνωστοποιεί διεξοδικώς και εγκαίρως στο Συμβούλιο την πρόθεσή της να λάβει μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, αποσκοπώντας σε ουσιαστική ανταλλαγή απόψεων στο Συμβούλιο. Η Επιτροπή λαμβάνει σοβαρότατα υπόψη τις εκφραζόμενες απόψεις. Η Επιτροπή ενημερώνει επίσης δεόντως το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

3.   Όταν ένα ή περισσότερα κράτη μέλη εκφράσουν συγκεκριμένες ανησυχίες, το ή τα εν λόγω κράτη μέλη μπορούν να ζητήσουν από την Επιτροπή να λάβει μέτρα εν των αναφερομένων στην παράγραφο 1. Εάν η Επιτροπή δεν ανταποκριθεί θετικά σε ένα τέτοιο αίτημα, γνωστοποιεί εγκαίρως στο Συμβούλιο τους λόγους της.

4.   Η Επιτροπή μπορεί επίσης να λαμβάνει μέτρα για την αποκατάσταση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων βάσει της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας, ως είχαν πριν από τη λήψη των μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Οι παράγραφοι 2 και 3 εφαρμόζονται κατ’ αναλογία.

5.   Πριν από τη θέσπιση ειδικής νομοθετικής πράξης που θα ρυθμίζει τη λήψη των μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, το Συμβούλιο επανεξετάζει τις ρυθμίσεις του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 4

Όταν ένα ή περισσότερα κράτη μέλη εγείρουν σημαντική δυσκολία που προκύπτει από την εφαρμογή της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας, ιδίως όσον αφορά την αλιεία, η Επιτροπή εξετάζει το εν λόγω αίτημα κατά προτεραιότητα και καταφεύγει δεόντως για το εν λόγω ζήτημα στο συμβούλιο εταιρικής σχέσης, σύμφωνα με τις διατάξεις της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας. Όταν δεν βρίσκεται ικανοποιητική λύση, το εν λόγω ζήτημα εξετάζεται το συντομότερο δυνατόν, στο πλαίσιο των επανεξετάσεων που προβλέπονται στο πλαίσιο της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας. Εάν η δυσκολία παραμένει, λαμβάνονται τα αναγκαία μέτρα ώστε να γίνει διαπραγμάτευση και να συναφθεί συμφωνία που θα επιφέρει τις αναγκαίες τροποποιήσεις στη συμφωνία εμπορίου και συνεργασίας.

Άρθρο 5

1.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να λαμβάνει, εξ ονόματος της Ένωσης, αποφάσεις ώστε να:

α)

επιβεβαιώνει ή να αναστέλλει την αναγνώριση της ισοτιμίας μετά την επανεκτίμηση της ισοτιμίας που θα πραγματοποιηθεί έως τις 31 Δεκεμβρίου 2023 σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 3 [Αναγνώριση ισοτιμίας] του παραρτήματος TBT-4 [Βιολογικά προϊόντα] στη συμφωνία εμπορίου και συνεργασίας·

β)

αναστέλλει την αναγνώριση της ισοτιμίας σύμφωνα με τις παραγράφους 5 και 6 του άρθρου 3 [Αναγνώριση ισοτιμίας] του παραρτήματος TBT-4 [Βιολογικά προϊόντα] στη συμφωνία εμπορίου και συνεργασίας·

γ)

αποδέχεται επίσημα έγγραφα ορθής παρασκευαστικής πρακτικής που εκδίδονται από αρχή του Ηνωμένου Βασιλείου για εγκαταστάσεις παραγωγής που βρίσκονται εκτός του εδάφους της αρχής έκδοσης και να καθορίζει τους όρους και τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες η Ένωση αποδέχεται αυτά τα επίσημα έγγραφα ορθής παρασκευαστικής πρακτικής σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου 5 [Αναγνώριση επιθεωρήσεων] του παραρτήματος TBT-2 [Φαρμακευτικά προϊόντα] στη συμφωνία εμπορίου και συνεργασίας·

δ)

θεσπίζει ενδεχόμενες αναγκαίες εκτελεστικές ρυθμίσεις για την ανταλλαγή επίσημων εγγράφων ορθής παρασκευαστικής πρακτικής με αρχή του Ηνωμένου Βασιλείου σύμφωνα με το άρθρο 6 [Ανταλλαγή επίσημων εγγράφων GMP] του παραρτήματος TBT-2 [Φαρμακευτικά προϊόντα] στη συμφωνία εμπορίου και συνεργασίας και για την ανταλλαγή πληροφοριών με αρχή του Ηνωμένου Βασιλείου σχετικά με τις επιθεωρήσεις εγκαταστάσεων παραγωγής σύμφωνα με το άρθρο 7 [Διασφαλίσεις] του εν λόγω παραρτήματος·

ε)

αναστέλλει την αναγνώριση επιθεωρήσεων ή την αποδοχή επίσημων εγγράφων ορθής παρασκευαστικής πρακτικής που έχει εκδώσει το Ηνωμένο Βασίλειο και να γνωστοποιεί στο Ηνωμένο Βασίλειο την πρόθεσή της να εφαρμόσει το άρθρο 9 [Αναστολή] του παραρτήματος TBT-2 [Φαρμακευτικά προϊόντα] στη συμφωνία εμπορίου και συνεργασίας και να ξεκινά διαβουλεύσεις με το Ηνωμένο Βασίλειο σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 8 [Αλλαγές στην ισχύουσα νομοθεσία] του εν λόγω παραρτήματος·

στ)

αναστέλλει, πλήρως ή εν μέρει, για το σύνολο ή για μέρος των προϊόντων που αναφέρονται στο προσάρτημα Γ του παραρτήματος TBT-2 [Φαρμακευτικά προϊόντα] στη συμφωνία εμπορίου και συνεργασίας, την αναγνώριση των επιθεωρήσεων ή την αποδοχή επίσημων εγγράφων ορθής παρασκευαστικής πρακτικής του άλλου μέρους σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 9 [Αναστολή] του εν λόγω παραρτήματος.

2.   Εφαρμόζονται οι παράγραφοι 2, 3 και 4 του άρθρου 3.

Άρθρο 6

1.   Τα κράτη μέλη έχουν το δικαίωμα να διαπραγματευθούν, να υπογράψουν και να συνάψουν τους διακανονισμούς που προβλέπονται στην παράγραφο 4 του άρθρου AIRTRN.3 [Άδειες διέλευσης] της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας, υπό τους ακόλουθους όρους:

α)

Οι εν λόγω διακανονισμοί συνάπτονται αποκλειστικά για τον σκοπό της παραγράφου 4 του άρθρου AIRTRN.3 [Άδειες διέλευσης] της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας και σύμφωνα με τους οικείους όρους και δεν διέπουν άλλα θέματα είτε αυτά εμπίπτουν είτε όχι στο πεδίο εφαρμογής του τίτλου Ι του δεύτερου τομέα του δεύτερου μέρους [Αεροπορικές μεταφορές] της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας·

β)

οι εν λόγω διακανονισμοί δεν προκαλούν διακρίσεις μεταξύ των αερομεταφορέων της Ένωσης.

Εφαρμόζεται η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 8 της παρούσας απόφασης.

2.   Τα κράτη μέλη έχουν το δικαίωμα να χορηγήσουν τις άδειες εκμετάλλευσης που προβλέπονται στην παράγραφο 9 του άρθρου AIRTRN.3 [Άδειες διέλευσης] της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας με την επιφύλαξη των οικείων όρων και σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις του ενωσιακού και του εθνικού δικαίου. Κατά τη χορήγηση των εν λόγω αδειών εκμετάλλευσης, τα κράτη μέλη δεν προκαλούν διακρίσεις μεταξύ των αερομεταφορέων της Ένωσης.

3.   Τα κράτη μέλη έχουν το δικαίωμα να διαπραγματευθούν, να υπογράψουν και να συνάψουν τους διακανονισμούς που προβλέπονται στην παράγραφο 9 του άρθρου AIRTRN.3 [Άδειες διέλευσης] της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας, υπό τους ακόλουθους όρους:

α)

Οι εν λόγω διακανονισμοί συνάπτονται αποκλειστικά για τον σκοπό της παραγράφου 9 του άρθρου AIRTRN.3 [Άδειες διέλευσης] της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας και σύμφωνα με τους οικείους όρους και δεν διέπουν άλλα θέματα είτε αυτά εμπίπτουν είτε όχι στο πεδίο εφαρμογής του τίτλου Ι του δεύτερου τομέα του δεύτερου μέρους [Αεροπορικές μεταφορές] της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας·

β)

οι εν λόγω διακανονισμοί δεν προκαλούν διακρίσεις μεταξύ των αερομεταφορέων της Ένωσης.

Εφαρμόζεται η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 8 της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 7

Τα κράτη μέλη έχουν την εξουσία να διαπραγματεύονται, να υπογράφουν και να συνάπτουν διμερείς συμφωνίες με το Ηνωμένο Βασίλειο σύμφωνα με το άρθρο 41 του πρωτοκόλλου για τη διοικητική συνεργασία και την καταπολέμηση της απάτης σε θέματα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας και για την αμοιβαία συνδρομή όσον αφορά την είσπραξη απαιτήσεων σχετικών με φόρους και δασμούς ή στον τομέα του συντονισμού της κοινωνικής ασφάλισης σε θέματα που δεν καλύπτει το πρωτόκολλο για τον συντονισμό της κοινωνικής ασφάλισης, υπό τους ακόλουθους όρους:

α)

η συμφωνία είναι συμβατή και δεν υπονομεύει τη λειτουργία της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας ή της εσωτερικής αγοράς·

β)

η συμφωνία είναι συμβατή με το δίκαιο της Ένωσης, δεν θέτει σε κίνδυνο την επίτευξη στόχων της εξωτερικής δράσης της Ένωσης στον συγκεκριμένο τομέα και δεν βλάπτει με άλλον τρόπο τα συμφέροντα της Ένωσης·

γ)

η συμφωνία συνάδει προς την αρχή της μη διάκρισης λόγω ιθαγένειας που κατοχυρώνεται στη ΣΛΕΕ.

Εφαρμόζεται η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 8 της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 8

1.   Κάθε κράτος μέλος που προτίθεται να διαπραγματευθεί διμερή διακανονισμό κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 5 παράγραφοι 1 και 3 ή διμερή συμφωνία κατά το άρθρο 6, τηρεί ενήμερη την Επιτροπή για τις διαπραγματεύσεις με το Ηνωμένο Βασίλειο σχετικά με τους διακανονισμούς ή τις συμφωνίες αυτές και, κατά περίπτωση, καλεί την Επιτροπή να συμμετάσχει στις διαπραγματεύσεις ως παρατηρητής.

2.   Με την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος υποβάλλει το προκύπτον σχέδιο διακανονισμού ή συμφωνίας στην Επιτροπή. Η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά και χωρίς καθυστέρηση το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

3.   Το αργότερο τρεις μήνες από την παραλαβή του σχεδίου διακανονισμού ή συμφωνίας, η Επιτροπή λαμβάνει απόφαση σχετικά με το αν πληρούνται οι όροι που εκτίθενται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 6 παράγραφοι 1 ή 3 ή του άρθρου 7. Εάν η Επιτροπή αποφασίσει ότι οι συγκεκριμένοι όροι πληρούνται, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος μπορεί να υπογράψει και να συνάψει τον συγκεκριμένο διακανονισμό ή τη συγκεκριμένη συμφωνία.

4.   Το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος υποβάλλει στην Επιτροπή αντίγραφο του διακανονισμού ή της συμφωνίας εντός ενός μηνός από την έναρξη της ισχύος του/της ή, εάν ο διακανονισμός ή η συμφωνία προβλέπεται να έχει προσωρινή εφαρμογή, εντός ενός μηνός από την έναρξη της προσωρινής εφαρμογής.

Άρθρο 9

Τα κράτη μέλη που προτίθενται να διαπραγματευτούν και να συνάψουν διμερείς συμφωνίες με το Ηνωμένο Βασίλειο σε τομείς που δεν καλύπτονται από τη συμφωνία εμπορίου και συνεργασίας, σεβόμενα πλήρως την αρχή της ειλικρινούς συνεργασίας, ενημερώνουν εγκαίρως την Επιτροπή σχετικά με τις προθέσεις τους και με την πρόοδο των διαπραγματεύσεων.

Άρθρο 10

Η άσκηση της αρμοδιότητας της Ένωσης μέσω της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας δεν θα θίγει τις αντίστοιχες αρμοδιότητες της Ένωσης και των κρατών μελών όσον αφορά οιεσδήποτε υπό εξέλιξη ή μελλοντικές διαπραγματεύσεις ή υπογραφή ή σύναψη διεθνών συμφωνιών με οποιαδήποτε άλλη τρίτη χώρα, ή σε σχέση με τυχόν μελλοντικές διαπραγματεύσεις ή υπογραφή ή σύναψη οποιωνδήποτε συμπληρωματικών συμφωνιών που αναφέρονται στο άρθρο COMPROV.2 [Συμπληρωματικές συμφωνίες] της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας.

Άρθρο 11

Ο πρόεδρος του Συμβουλίου εξουσιοδοτείται να ορίσει το πρόσωπο ή τα πρόσωπα που είναι αρμόδια να υπογράψουν τις συμφωνίες εξ ονόματος της Ένωσης.

Άρθρο 12

1.   Υπό τον όρο της αμοιβαιότητας, οι συμφωνίες εφαρμόζονται σε προσωρινή βάση από την 1η Ιανουαρίου 2021, εν αναμονή της ολοκλήρωσης των διαδικασιών που απαιτούνται για την έναρξη ισχύος τους.

2.   Η Ένωση ενημερώνει το Ηνωμένο Βασίλειο σχετικά με την ολοκλήρωση των εσωτερικών απαιτήσεων και διαδικασιών της Ένωσης που είναι αναγκαίες για την εν λόγω προσωρινή εφαρμογή υπό τον όρο ότι, πριν από την ημερομηνία που αναφέρεται στην παράγραφο 1, το Ηνωμένο Βασίλειο έχει γνωστοποιήσει στην Ένωση ότι οι εσωτερικές του απαιτήσεις και διαδικασίες που είναι αναγκαίες για την προσωρινή εφαρμογή, έχουν ολοκληρωθεί.

3.   Οι εκδόσεις των συμφωνιών στην αγγλική, βουλγαρική, γαλλική, γερμανική, δανική, ελληνική, εσθονική, ιρλανδική, ισπανική, ιταλική, κροατική, λετονική, λιθουανική, μαλτέζικη, ολλανδική, ουγγρική, πολωνική, πορτογαλική, ρουμανική, σλοβακική, σλοβενική, σουηδική, τσεχική και φινλανδική γλώσσα θα αποτελέσουν αντικείμενο οριστικής νομικής διατύπωσης από τους γλωσσομαθείς νομικούς.

Οι γλωσσικές εκδόσεις που θα προκύψουν από την οριστική νομική διατύπωση από τους γλωσσομαθείς νομικούς που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, θα αναγνωριστούν ως αυθεντικές και οριστικές με ανταλλαγή διπλωματικών διακοινώσεων με το Ηνωμένο Βασίλειο.

Τα αυθεντικά και οριστικά κείμενα που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο αντικαθιστούν ab initio τις υπογραφείσες εκδόσεις των συμφωνιών.

4.   Ο πρόεδρος του Συμβουλίου προβαίνει, εξ ονόματος της Ένωσης, στη γνωστοποίηση που προβλέπεται στην παράγραφο 2 και υποβάλλει τη διπλωματική διακοίνωση που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3.

Άρθρο 13

Ο πρόεδρος του Συμβουλίου προβαίνει, εξ ονόματος της Ένωσης στις γνωστοποιήσεις που ορίζονται στη συμφωνία εμπορίου και συνεργασίας και στο άρθρο 19 της συμφωνίας ασφαλείας πληροφοριών.

Άρθρο 14

Οι δηλώσεις και η γνωστοποίηση που επισυνάπτονται στην παρούσα απόφαση, εγκρίνονται εξ ονόματος της Ένωσης.

Άρθρο 15

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημερομηνία της έκδοσής της.

Βρυξέλλες, 29 Δεκεμβρίου 2020.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. ROTH


(1)  Απόφαση (ΕΕ) 2020/135 του Συμβουλίου, της 30ής Ιανουαρίου 2020, σχετικά με τη σύναψη της συμφωνίας για την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας (ΕΕ L 29 της 31.1.2020, σ. 1).

(2)  Απόφαση (ΕΕ, Ευρατόμ) 2020/266 του Συμβουλίου, της 25ης Φεβρουαρίου 2020, με την οποία εγκρίνεται η έναρξη διαπραγματεύσεων με το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας για νέα συμφωνία εταιρικής σχέσης (ΕΕ L 58 της 27.2.2020, σ. 53).

(3)  Κανονισμός (EE) αριθ. 654/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, περί ασκήσεως των δικαιωμάτων της Ένωσης για την εφαρμογή και την επιβολή των διεθνών εμπορικών κανόνων και τροποποιήσεως του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3286/94 του Συμβουλίου που καθορίζει κοινοτικές διαδικασίες στον τομέα της κοινής εμπορικής πολιτικής για να διασφαλιστεί η άσκηση των δικαιωμάτων της Κοινότητας στο πλαίσιο των κανόνων του διεθνούς εμπορίου, ιδίως αυτών που έχουν θεσπιστεί στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΕΕ L 189 της 27.6.2014, σ. 50).