11.11.2019 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 290/34 |
AΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ
της 5ης Αυγούστου 2019
σχετικά με τους εσωτερικούς κανόνες που αφορούν τους περιορισμούς ορισμένων δικαιωμάτων των υποκειμένων των δεδομένων αναφορικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο της λειτουργίας της ΕΑΑ
ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (1), και ιδίως το άρθρο 25 αυτού,
Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/2219 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2015, σχετικά με τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Κατάρτιση στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου (ΕΑΑ) και για την αντικατάσταση και κατάργηση της απόφασης 2005/681/ΔΕΥ του Συμβουλίου (2),
Έχοντας υπόψη την γνωμοδότηση του ΕΕΠΔ της 20ής Iουνίου 2019 και τις Κατευθυντήριες Γραμμές του ΕΕΠΔ για το άρθρο 25 του νέου Κανονισμού και των εσωτερικών κανόνων (3),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Η ΕΑΑ εκτελεί τις δραστηριότητές της σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/2219. |
(2) |
Σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, οι περιορισμοί της εφαρμογής των άρθρων 14 έως 22, 35 και 36, καθώς και του άρθρου 4 του εν λόγω κανονισμού, εφόσον οι διατάξεις του αντιστοιχούν στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 14 έως 22, θα πρέπει να βασίζονται σε εσωτερικούς κανόνες που θα θεσπιστούν από τον Οργανισμό, εφόσον δεν βασίζονται σε νομικές πράξεις που εκδίδονται βάσει των Συνθηκών. |
(3) |
Οι εν λόγω εσωτερικοί κανόνες, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων σχετικά με την εκτίμηση της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας ενός περιορισμού, δεν θα πρέπει να εφαρμόζονται όταν μια νομική πράξη που εκδίδεται βάσει των Συνθηκών προβλέπει περιορισμό των δικαιωμάτων των υποκειμένων των δεδομένων. |
(4) |
Εφόσον ο Οργανισμός εκτελεί τα καθήκοντά του όσον αφορά τα δικαιώματα των υποκειμένων των δεδομένων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1725, εξετάζει κατά πόσον εφαρμόζονται οι εξαιρέσεις που προβλέπονται στον εν λόγω κανονισμό. |
(5) |
Στο πλαίσιο της διοικητικής λειτουργίας του, ο Οργανισμός μπορεί να διεξάγει διοικητικές έρευνες, πειθαρχικές διαδικασίες, προκαταρκτικές δραστηριότητες που σχετίζονται με περιπτώσεις ενδεχόμενων παρατυπιών που αναφέρονται στην OLAF, να επεξεργάζεται υποθέσεις καταγγελίας δυσλειτουργιών, να επεξεργάζεται (επίσημες και ανεπίσημες) διαδικασίες πρόληψης παρενόχλησης, να επεξεργάζεται εσωτερικές και εξωτερικές καταγγελίες, να διενεργεί εσωτερικούς ελέγχους, να διεξάγει έρευνες μέσω του υπεύθυνου προστασίας δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 45 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 και εσωτερικές έρευνες ασφάλειας (πληροφορικής). Επιπροσθέτως, ο Οργανισμός μπορεί να χειρίζεται αιτήματα για πρόσβαση στον ιατρικό φάκελο των εργαζομένων. Ο Οργανισμός επεξεργάζεται διάφορες κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων των τεκμηριωμένων δεδομένων («αντικειμενικά» δεδομένα όπως στοιχεία ταυτότητας, στοιχεία επικοινωνίας, επαγγελματικά στοιχεία, διοικητικά στοιχεία, δεδομένα που λαμβάνονται από συγκεκριμένες πηγές, ηλεκτρονικές επικοινωνίες και δεδομένα κίνησης) και/ή μη τεκμηριωμένα δεδομένα («υποκειμενικά» δεδομένα σχετικά με την υπόθεση, όπως σκεπτικό, δεδομένα συμπεριφοράς, αξιολογήσεις, στοιχεία σχετικά με την απόδοση και συμπεριφορά και δεδομένα που σχετίζονται ή υποβάλλονται σε σχέση με το αντικείμενο της διαδικασίας ή δραστηριότητας). |
(6) |
Ο Οργανισμός, εκπροσωπούμενος από τον Εκτελεστικό Διευθυντή του, ενεργεί ως υπεύθυνος επεξεργασίας ανεξάρτητα από τις περαιτέρω εξουσιοδοτήσεις που παρέχονται στον ρόλο του ελεγκτή στο πλαίσιο του Οργανισμού, αναλαμβάνοντας τις επιχειρησιακές ευθύνες για συγκεκριμένες πράξεις επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. |
(7) |
Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα αποθηκεύονται με ασφάλεια σε ηλεκτρονικό περιβάλλον ή σε έντυπη μορφή εμποδίζοντας την παράνομη πρόσβαση στα δεδομένα ή η μεταφορά τους σε άτομα που δεν έχουν ανάγκη να τα γνωρίζουν. Οι ιατρικοί φάκελοι φυλάσσονται από τον εξωτερικό πάροχο υπηρεσιών που χρησιμοποιεί ο Οργανισμός.Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία διατηρούνται για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει αυτό που είναι αναγκαίο και ενδείκνυται για τους σκοπούς για τους οποίους τα δεδομένα υποβάλλονται σε επεξεργασία για την περίοδο που καθορίζεται στις ανακοινώσεις προστασίας δεδομένων, στις δηλώσεις προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή στα αρχεία του Οργανισμού. |
(8) |
Οι εσωτερικοί κανόνες θα πρέπει να εφαρμόζονται σε όλες τις διαδικασίες επεξεργασίας που διεξάγονται από τον Οργανισμό κατά τη διενέργεια διοικητικών ερευνών, πειθαρχικών διαδικασιών, προκαταρκτικών δραστηριοτήτων που σχετίζονται με περιπτώσεις ενδεχόμενων παρατυπιών που αναφέρονται στην OLAF, διαδικασιών καταγγελίας δυσλειτουργιών, (επίσημων και ανεπίσημων) διαδικασιών για περιπτώσεις παρενόχλησης, καθώς και κατά την επεξεργασία εσωτερικών και εξωτερικών καταγγελιών, εσωτερικών ελέγχων, των ερευνών που διεξάγονται από τον Υπεύθυνο Προστασίας Δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 45 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, και ερευνών ασφάλειας (πληροφορικής) που διεκπεραιώνονται εσωτερικά ή με τη συμμετοχή τρίτων (π.χ. CERT-ΕΕ), καθώς και στον χειρισμό αιτημάτων για πρόσβαση στον ατομικό ιατρικό φάκελο. |
(9) |
Οι εν λόγω κανόνες θα πρέπει να εφαρμόζονται στις πράξεις επεξεργασίας που πραγματοποιούνται πριν από την έναρξη των διαδικασιών που αναφέρονται ανωτέρω, κατά τη διάρκεια αυτών των διαδικασιών και κατά την παρακολούθηση της συνέχειας των αποτελεσμάτων αυτών των διαδικασιών. Θα πρέπει επίσης να συμπεριλαμβάνεται η βοήθεια και η συνεργασία που παρέχει ο Οργανισμός σε εθνικές αρχές και διεθνείς οργανισμούς εκτός των διοικητικών ερευνών του. |
(10) |
Στις περιπτώσεις εφαρμογής των εν λόγω εσωτερικών κανόνων, ο Οργανισμός πρέπει να αιτιολογεί γιατί οι περιορισμοί είναι απολύτως αναγκαίοι και αναλογικοί σε μια δημοκρατική κοινωνία και σέβονται την ουσία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών. |
(11) |
Στο πλαίσιο αυτό ο Οργανισμός είναι υποχρεωμένος να σέβεται, στον μέγιστο δυνατό βαθμό, τα θεμελιώδη δικαιώματα των υποκειμένων των δεδομένων κατά τις προαναφερθείσες διαδικασίες, ιδίως εκείνα που αφορούν το δικαίωμα παροχής πληροφοριών, πρόσβασης και διόρθωσης, το δικαίωμα διαγραφής, τον περιορισμό της επεξεργασίας, το δικαίωμα κοινοποίησης μιας παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο υποκείμενο των δεδομένων ή τήρησης του απορρήτου των επικοινωνιών όπως προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1725. |
(12) |
Ο Οργανισμός μπορεί ωστόσο να υποχρεωθεί να περιορίσει τις πληροφορίες στο υποκείμενο των δεδομένων και άλλα δικαιώματα των υποκειμένων των δεδομένων, ώστε να προστατεύσει ιδίως τις δικές του έρευνες, τις έρευνες και τις διαδικασίες άλλων δημόσιων αρχών, καθώς και τα δικαιώματα και τις ελευθερίες άλλων προσώπων που σχετίζονται με τις έρευνες ή άλλες διαδικασίες του. |
(13) |
Συνεπώς, ο Οργανισμός μπορεί να περιορίσει τις πληροφορίες για λόγους προστασίας της έρευνας και των δικαιωμάτων και ελευθεριών άλλων υποκειμένων των δεδομένων. |
(14) |
Ο Οργανισμός θα πρέπει να παρακολουθεί περιοδικά την τήρηση των όρων που δικαιολογούν τον περιορισμό και, όταν αυτοί δεν ισχύουν πλέον, να άρει τον περιορισμό. |
(15) |
Ο υπεύθυνος επεξεργασίας θα πρέπει να ενημερώνει τον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων κατά τον χρόνο της αναβολής και κατά τις αναθεωρήσεις, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:
Άρθρο 1
Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής
1. Η παρούσα απόφαση θεσπίζει κανόνες σχετικά με τους όρους υπό τους οποίους ο Οργανισμός, στο πλαίσιο των διαδικασιών που ορίζονται στην παράγραφο 2, μπορεί να περιορίσει την εφαρμογή των δικαιωμάτων που προβλέπονται στα άρθρα 14 έως 21, 35 και 36, καθώς και στο άρθρο 4, σύμφωνα με το άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725.
2. Στο πλαίσιο της διοικητικής λειτουργίας του Οργανισμού, η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται στις πράξεις επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα οι οποίες διεξάγονται από τον Οργανισμό για τη διενέργεια διοικητικών ερευνών, πειθαρχικών διαδικασιών, προκαταρκτικών δραστηριοτήτων που σχετίζονται με περιπτώσεις ενδεχόμενων παρατυπιών που αναφέρονται στην OLAF, διαδικασιών καταγγελίας δυσλειτουργιών, (επίσημων και ανεπίσημων) διαδικασιών για την πρόληψη της παρενόχλησης, την επεξεργασία εσωτερικών και εξωτερικών καταγγελιών, τη διενέργεια εσωτερικών ελέγχων και την πραγματοποίηση ερευνών από τον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 45 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 και εσωτερικών ερευνών ασφάλειας (πληροφορικής) που διεκπεραιώνονται εσωτερικά ή με τη συμμετοχή τρίτων (π.χ. CERT-ΕΕ) καθώς και τον χειρισμό αιτημάτων για πρόσβαση στον ατομικό ιατρικό φάκελο.
3. Οι σχετικές κατηγορίες δεδομένων περιλαμβάνουν τα τεκμηριωμένα δεδομένα («αντικειμενικά» δεδομένα όπως στοιχεία ταυτότητας, στοιχεία επικοινωνίας, επαγγελματικά στοιχεία, διοικητικά στοιχεία, δεδομένα που λαμβάνονται από συγκεκριμένες πηγές, ηλεκτρονικές επικοινωνίες και δεδομένα κίνησης) και/ή μη τεκμηριωμένα δεδομένα («υποκειμενικά» δεδομένα σχετικά με την υπόθεση, όπως σκεπτικό, δεδομένα συμπεριφοράς, αξιολογήσεις, στοιχεία σχετικά με την απόδοση και συμπεριφορά και δεδομένα που σχετίζονται ή υποβάλλονται σε σχέση με το αντικείμενο της διαδικασίας ή δραστηριότητας).
4. Εφόσον ο Οργανισμός εκτελεί τα καθήκοντά του όσον αφορά τα δικαιώματα των υποκειμένων των δεδομένων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1725, εξετάζει κατά πόσον εφαρμόζονται οι εξαιρέσεις που προβλέπονται στον εν λόγω κανονισμό.
5. Με την επιφύλαξη των όρων που καθορίζονται στην παρούσα απόφαση, ενδέχεται να ισχύουν περιορισμοί για τα ακόλουθα δικαιώματα: παροχή πληροφοριών στα υποκείμενα των δεδομένων, δικαίωμα πρόσβασης, διόρθωση, διαγραφή, περιορισμός της επεξεργασίας, γνωστοποίηση παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο υποκείμενο των δεδομένων ή απόρρητο της επικοινωνίας.
Άρθρο 2
Ορισμός του υπευθύνου επεξεργασίας και εγγυήσεις
1. Οι εγγυήσεις που ισχύουν για την αποφυγή παραβιάσεων δεδομένων, διαρροών ή μη εξουσιοδοτημένων γνωστοποιήσεων είναι οι ακόλουθες:
α) |
Τα έγγραφα σε έντυπη μορφή πρέπει να φυλάσσονται σε ασφαλή ερμάρια και να είναι προσβάσιμα μόνο σε εξουσιοδοτημένο προσωπικό· |
β) |
Όλα τα ηλεκτρονικά δεδομένα αποθηκεύονται σε ασφαλή εφαρμογή πληροφορικής σύμφωνα με τα πρακτική του Οργανισμού, καθώς και σε συγκεκριμένους ηλεκτρονικούς φακέλους στους οποίους πρόσβαση έχει μόνο εξουσιοδοτημένο προσωπικό. Παρέχονται κατάλληλα επίπεδα πρόσβασης μεμονωμένα· |
γ) |
Οι βάσεις δεδομένων προστατεύονται με κωδικό πρόσβασης σε σύστημα ενιαίας σύνδεσης και συνδέονται αυτόματα με το αναγνωριστικό και τον κωδικό πρόσβασης του χρήστη. Απαγορεύεται αυστηρά η αντικατάσταση χρηστών. Τα ηλεκτρονικά αρχεία φυλάσσονται με ασφάλεια προκειμένου να διασφαλίζεται η εμπιστευτικότητα και το απόρρητο των δεδομένων που περιέχουν· |
δ) |
ο εξωτερικός πάροχος υπηρεσιών που φυλάσσει τους ιατρικούς φακέλους δεσμεύεται από συγκεκριμένες συμβατικές ρήτρες για την τήρηση απορρήτου και την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· |
ε) |
Όλα τα πρόσωπα που έχουν πρόσβαση στα δεδομένα δεσμεύονται από την υποχρέωση τήρησης απορρήτου. |
2. Υπεύθυνος επεξεργασίας για τις πράξεις επεξεργασίας είναι ο Οργανισμός, εκπροσωπούμενος από τον εκτελεστικό διευθυντή του, ο οποίος μπορεί να μεταβιβάσει την αρμοδιότητα του υπευθύνου επεξεργασίας. Τα υποκείμενα των δεδομένων ενημερώνονται σχετικά με τον εντεταλμένο υπεύθυνο επεξεργασίας μέσω των ανακοινώσεων ή των αρχείων προστασίας δεδομένων που δημοσιεύονται στον ιστότοπο του Οργανισμού και κυκλοφορούν εσωτερικά στον Οργανισμό.
3. Η περίοδος διατήρησης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 3 δεν υπερβαίνει το διάστημα που είναι αναγκαίο και κατάλληλο για τους σκοπούς για τους οποίους τα δεδομένα υποβάλλονται σε επεξεργασία. Σε κάθε περίπτωση δεν υπερβαίνει την περίοδο διατήρησης που ορίζεται στις ανακοινώσεις προστασίας των δεδομένων, στις δηλώσεις απορρήτουή στα αρχεία που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1.
4. Σε περίπτωση που ο Οργανισμός εξετάζει το ενδεχόμενο εφαρμογής περιορισμού, σταθμίζει τον κίνδυνο για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες του υποκειμένου των δεδομένων ιδίως έναντι του κινδύνου για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες άλλων υποκειμένων των δεδομένων και του κινδύνου υπονόμευσης της αποτελεσματικότητας των ερευνών ή των διαδικασιών του Οργανισμού, για παράδειγμα με την καταστροφή αποδεικτικών στοιχείων. Οι κίνδυνοι για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες του υποκειμένου των δεδομένων σχετίζονται κατά κύριο λόγο, μεταξύ άλλων, με τους κινδύνους για τη φήμη και τους κινδύνους για το δικαίωμα υπεράσπισης και το δικαίωμα ακρόασης.
Άρθρο 3
Περιορισμοί
1. Κάθε περιορισμός εφαρμόζεται από τον Οργανισμό με αποκλειστικό σκοπό τη διασφάλιση:
α) |
της πρόληψης, της διερεύνησης, της ανίχνευσης και της δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων, περιλαμβανομένης της προστασίας από απειλές κατά της δημόσιας ασφάλειας και της πρόληψης αυτών· |
β) |
της εσωτερικής ασφάλειας των θεσμικών οργάνων και οργανισμών της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών τους· |
γ) |
της προστασίας της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης και των δικαστικών διαδικασιών· |
δ) |
της πρόληψης, της διερεύνησης, της ανίχνευσης και της δίωξης παραβάσεων δεοντολογίας σε νομοθετικά κατοχυρωμένα επαγγέλματα; |
ε) |
της προστασίας του υποκειμένου των δεδομένων ή των δικαιωμάτων και των ελευθεριών τρίτων· |
στ) |
της εκτέλεσης αστικών αξιώσεων. |
2. Κατά την ειδική εφαρμογή των σκοπών που περιγράφονται στην παράγραφο 1 ανωτέρω, ο Οργανισμός μπορεί να εφαρμόζει περιορισμούς σε σχέση με τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που ανταλλάσσονται με τις υπηρεσίες της Επιτροπής ή με άλλα θεσμικά όργανα, οργανισμούς, υπηρεσίες και γραφεία της Ένωσης, αρμόδιες αρχές των κρατών μελών ή τρίτων χωρών ή διεθνείς οργανισμούς, στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) |
όταν η άσκηση των εν λόγω δικαιωμάτων και υποχρεώσεων μπορεί να περιοριστεί από τις υπηρεσίες της Επιτροπής ή από άλλα θεσμικά όργανα, οργανισμούς, υπηρεσίες και γραφεία της Ένωσης βάσει άλλων πράξεων που προβλέπονται στο άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 ή σύμφωνα με το κεφάλαιο IX του εν λόγω κανονισμού ή με τις ιδρυτικές πράξεις άλλων θεσμικών οργάνων, οργανισμών, υπηρεσιών και γραφείων της Ένωσης· |
β) |
όταν η άσκηση των εν λόγω δικαιωμάτων και υποχρεώσεων μπορεί να περιοριστεί από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών βάσει των πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 23 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) ή στο πλαίσιο εθνικών μέτρων μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο του άρθρου 13 παράγραφος 3, του άρθρου 15 παράγραφος 3 ή του άρθρου 16 παράγραφος 3 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5)· |
γ) |
όταν η άσκηση των εν λόγω δικαιωμάτων και υποχρεώσεων μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη συνεργασία του Οργανισμού με τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του· |
δ) |
Πριν από την εφαρμογή περιορισμών στις περιπτώσεις που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) του πρώτου εδαφίου, ο Οργανισμός διαβουλεύεται με τις αρμόδιες υπηρεσίες της Επιτροπής, τα θεσμικά όργανα, τους οργανισμούς, τις υπηρεσίες, τα γραφεία της Ένωσης ή τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, εκτός εάν είναι σαφές στον Οργανισμό ότι η εφαρμογή περιορισμού προβλέπεται από μία από τις πράξεις που αναφέρονται στα σημεία αυτά. |
3. Κάθε περιορισμός πρέπει να είναι όσο το δυνατό αναγκαίος και αναλογικός, όπως αρμόζει σε μια δημοκρατική κοινωνία και να σέβεται την ουσία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών.
4. Σε περίπτωση που εξετάζεται εφαρμογή περιορισμού, θα λάβει χώρα έλεγχος της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας με βάση τους ισχύοντες κανόνες. Ο εν λόγω έλεγχος πρέπει να τεκμηριώνεται με εσωτερικό σημείωμα αξιολόγησης για λόγους λογοδοσίας κατά περίπτωση.
5. Οι περιορισμοί αίρονται μόλις εκλείψουν οι περιστάσεις που τους δικαιολογούν, και ειδικότερα, σε περίπτωση που θεωρηθεί ότι η άσκηση του περιορισμένου δικαιώματος δεν θα υπονόμευε πλέον την αποτελεσματικότητα του επιβαλλόμενου περιορισμού ή δεν θίγει τα δικαιώματα ή τις ελευθερίες άλλων υποκειμένων των δεδομένων.
Άρθρο 4
Έλεγχος από τον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων
1. Ο Οργανισμός ενημερώνει αμελλητί τον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων του Οργανισμού («ΥΠΔ») κάθε φορά που ο υπεύθυνος επεξεργασίας περιορίζει την εφαρμογή των δικαιωμάτων των υποκειμένων των δεδομένων ή παρατείνει τον περιορισμό σύμφωνα με την παρούσα απόφαση. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας παρέχει στον ΥΠΔ πρόσβαση στο αρχείο που περιέχει την εκτίμηση της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας του περιορισμού και καταγράφει την ημερομηνία ενημέρωσης του ΥΠΔ στο αρχείο.
2. Ο ΥΠΔ μπορεί να ζητήσει γραπτώς από τον υπεύθυνο επεξεργασίας να ελέγξει την εφαρμογή των περιορισμών. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει γραπτώς τον ΥΠΔ σχετικά με το αποτέλεσμα του αιτούμενου ελέγχου.
3. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει τον ΥΠΔ όταν αρθεί ο περιορισμός.
Άρθρο 5
Παροχή πληροφόρησης στο υποκείμενο δεδομένων
1. Σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις και υπό τους όρους που καθορίζονται στην παρούσα απόφαση, το δικαίωμα πληροφόρησης μπορεί να περιοριστεί από τον υπεύθυνο επεξεργασίας στο πλαίσιο των ακόλουθων πράξεων επεξεργασίας:
α) |
εκτέλεση διοικητικών ερευνών και πειθαρχικών διαδικασιών· |
β) |
προκαταρκτικές δραστηριότητες που σχετίζονται με περιπτώσεις ενδεχόμενων παρατυπιών που έχουν καταγγελθεί στην OLAF· |
γ) |
διαδικασίες καταγγελίας δυσλειτουργιών· |
δ) |
(επίσημες και ανεπίσημες) διαδικασίες για περιπτώσεις παρενόχλησης· |
ε) |
επεξεργασία εσωτερικών και εξωτερικών καταγγελιών· |
στ) |
εσωτερικοί έλεγχοι· |
ζ) |
έρευνες που διεξήγαγε ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 45 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725· |
η) |
έρευνες ασφαλείας (πληροφορικής) που διεξήχθησαν εσωτερικά ή με την εμπλοκή τρίτου (π.χ. CERT-ΕΕ). |
Ο Οργανισμός περιλαμβάνει στις ανακοινώσεις προστασίας δεδομένων, στις δηλώσεις προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή στα αρχεία κατά την έννοια του άρθρου 31 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, που δημοσιεύονται στον ιστότοπό του ή/και κυκλοφορούν εσωτερικά για την ενημέρωση των υποκειμένων των δεδομένων σχετικά με τα δικαιώματά τους στο πλαίσιο μιας δεδομένης διαδικασίας, πληροφορίες σχετικά με τον δυνητικό περιορισμό των εν λόγω δικαιωμάτων. Οι πληροφορίες προσδιορίζουν τα δικαιώματα που μπορούν να περιοριστούν, τους λόγους και τη δυνητική διάρκεια.
2. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 3 και όπου είναι αναλογικό, ο Οργανισμός ενημερώνει μεμονωμένα όλα τα υποκείμενα των δεδομένων τα οποία (υποκείμενα) θεωρούνται ότι εμπλέκονται στη συγκεκριμένη επεξεργασία, για τα δικαιώματά τους σχετικά με υφιστάμενους ή μελλοντικούς περιορισμούς, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και εγγράφως.
3. Σε περίπτωση που ο Οργανισμός περιορίσει, εν όλω ή εν μέρει, την παροχή πληροφοριών στα υποκείμενα των δεδομένων της παραγράφου 2, καταγράφει τους λόγους του περιορισμού και τον νομικό λόγο σύμφωνα με το άρθρο 3 της παρούσας απόφασης, συμπεριλαμβανομένης αξιολόγησης της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας του περιορισμού.
Καταχωρίζεται το αρχείο και, κατά περίπτωση, τα έγγραφα που περιέχουν τα υποκείμενα πραγματικά και νομικά στοιχεία. Αυτά διατίθενται, κατόπιν αιτήματος, στον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων.
4. Ο περιορισμός που αναφέρεται στην παράγραφο 3 εξακολουθεί να ισχύει εφόσον εξακολουθούν να ισχύουν οι λόγοι που τον δικαιολογούν.
Σε περίπτωση που οι λόγοι του περιορισμού δεν ισχύουν πλέον, ο Οργανισμός παρέχει πληροφορίες στο υποκείμενο των δεδομένων σχετικά με τους κυριότερους λόγους για τους οποίους εφαρμόζεται ο περιορισμός. Ταυτόχρονα, ο Οργανισμός ενημερώνει το υποκείμενο των δεδομένων σχετικά με το δικαίωμα υποβολής καταγγελίας στον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων ανά πάσα στιγμή ή άσκησης προσφυγής στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
O Οργανισμός επανεξετάζει την εφαρμογή του περιορισμού κάθε έξι μήνες από την έγκρισή του και κατά το κλείσιμο της σχετικής έρευνας ή διαδικασίας. Στη συνέχεια, κάθε έξι μήνες, ο υπεύθυνος επεξεργασίας παρακολουθεί την ανάγκη διατήρησης κάθε περιορισμού.
Άρθρο 6
Δικαίωμα πρόσβασης
1. Σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις και υπό τους όρους που καθορίζονται στην παρούσα απόφαση, το δικαίωμα πρόσβασης μπορεί να περιοριστεί από τον υπεύθυνο επεξεργασίας στο πλαίσιο των ακόλουθων πράξεων επεξεργασίας, εφόσον είναι αναγκαίο και αναλογικό:
α) |
εκτέλεση διοικητικών ερευνών και πειθαρχικών διαδικασιών· |
β) |
προκαταρκτικές δραστηριότητες που σχετίζονται με περιπτώσεις ενδεχόμενων παρατυπιών που έχουν καταγγελθεί στην OLAF· |
γ) |
διαδικασίες καταγγελίας δυσλειτουργιών· |
δ) |
(επίσημες και ανεπίσημες) διαδικασίες για περιπτώσεις παρενόχλησης· |
ε) |
επεξεργασία εσωτερικών και εξωτερικών καταγγελιών· |
στ) |
εσωτερικοί έλεγχοι· |
ζ) |
έρευνες που διεξήγαγε ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 45 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725· |
η) |
έρευνες ασφαλείας (πληροφορικής) που διεξήχθησαν εσωτερικά ή με την εμπλοκή τρίτου (π.χ. CERT-ΕΕ)· |
θ) |
χειρισμό αιτημάτων για πρόσβαση στον ατομικό ιατρικό φάκελο. |
Σε περίπτωση που τα υποκείμενα των δεδομένων ζητήσουν πρόσβαση στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τους που υποβάλλονται σε επεξεργασία στο πλαίσιο μίας ή περισσοτέρων συγκεκριμένων περιπτώσεων ή συγκεκριμένης επεξεργασίας, σύμφωνα με το άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, ο Οργανισμός περιορίζει την αξιολόγηση της αίτησης στα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και μόνο.
2. Σε περίπτωση που ο Οργανισμός περιορίσει, εν όλω ή εν μέρει, το δικαίωμα πρόσβασης που αναφέρεται στο άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, λαμβάνει τα ακόλουθα μέτρα:
α) |
ενημερώνει το εκάστοτε υποκείμενο των δεδομένων, στην απάντησή του στην αίτηση, σχετικά με τον εφαρμοζόμενο περιορισμό και τους κυριότερους λόγους αυτού και σχετικά με τη δυνατότητα υποβολής καταγγελίας στον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων ή άσκησης προσφυγής στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης· |
β) |
καταγράφει σε εσωτερικό σημείωμα αξιολόγησης τους λόγους του περιορισμού, συμπεριλαμβανομένης εκτίμησης της αναγκαιότητας, της αναλογικότητας του περιορισμού και της διάρκειάς του. |
Περιορισμοί που επιβάλλονται σε σχέση με την πρόσβαση στον ατομικό ιατρικό φάκελο αφορούν μόνο αιτήματα άμεσης πρόσβασης σε προσωπικά ιατρικά δεδομένα ψυχολογικής ή ψυχιατρικής φύσης εφόσον πρόσβαση σε τέτοια δεδομένα είναι πιθανόν να συνιστά κίνδυνο για την υγεία του υποκειμένου των δεδομένων. Ο περιορισμός αυτός πρέπει να είναι ανάλογος με το απολύτως απαραίτητο για την προστασία του υποκειμένου των δεδομένων. Η πρόσβαση σε τέτοιες πληροφορίες παρέχεται σε γιατρό που επιλέγει το υποκείμενο των δεδομένων.
Η παροχή των πληροφοριών που αναφέρονται στο στοιχείο α) μπορεί να αναβάλλεται, να παραλείπεται ή να απορρίπτεται εφόσον στερεί από τον περιορισμό την ισχύ του σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 8 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725.
Ο Οργανισμός επανεξετάζει την εφαρμογή του περιορισμού κάθε έξι μήνες από την έγκρισή του και κατά το κλείσιμο της σχετικής έρευνας. Στη συνέχεια, κάθε έξι μήνες, ο υπεύθυνος επεξεργασίας παρακολουθεί την ανάγκη διατήρησης κάθε περιορισμού.
3. Καταχωρίζεται το αρχείο και, κατά περίπτωση, τα έγγραφα που περιέχουν τα υποκείμενα πραγματικά και νομικά στοιχεία. Αυτά διατίθενται, κατόπιν αιτήματος, στον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων.
Άρθρο 7
Δικαίωμα διόρθωσης, διαγραφής και περιορισμού της επεξεργασίας
1. Σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις και υπό τους όρους που καθορίζονται στην παρούσα απόφαση, το δικαίωμα διόρθωσης, διαγραφής και περιορισμού μπορεί να περιοριστεί από τον υπεύθυνο επεξεργασίας στο πλαίσιο των ακόλουθων πράξεων επεξεργασίας, εφόσον είναι αναγκαίο και σκόπιμο:
α) |
εκτέλεση διοικητικών ερευνών και πειθαρχικών διαδικασιών· |
β) |
προκαταρκτικές δραστηριότητες που σχετίζονται με περιπτώσεις ενδεχόμενων παρατυπιών που έχουν καταγγελθεί στην OLAF· |
γ) |
διαδικασίες καταγγελίας δυσλειτουργιών· |
δ) |
(επίσημες και ανεπίσημες) διαδικασίες για περιπτώσεις παρενόχλησης· |
ε) |
επεξεργασία εσωτερικών και εξωτερικών καταγγελιών· |
στ) |
εσωτερικοί έλεγχοι· |
ζ) |
έρευνες που διεξήγαγε ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 45 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725· |
η) |
έρευνες ασφαλείας (πληροφορικής) που διεξήχθησαν εσωτερικά ή με την εμπλοκή τρίτου (π.χ. CERT-ΕΕ). |
2. Σε περίπτωση που ο Οργανισμός περιορίζει εν όλω ή εν μέρει την εφαρμογή του δικαιώματος διόρθωσης, διαγραφής και περιορισμού της επεξεργασίας που αναφέρεται στο άρθρο 18, στο άρθρο 19 παράγραφος 1 και στο άρθρο 20 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, λαμβάνει τα μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2 της παρούσας απόφασης και καταχωρίζει το αρχείο σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 3 αυτής.
Άρθρο 8
Δικαίωμα ανακοίνωσης παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και απορρήτου των ηλεκτρονικών επικοινωνιών
1. Σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις και υπό τους όρους που καθορίζονται στην παρούσα απόφαση, το δικαίωμα ανακοίνωσης μιας παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μπορεί να περιοριστεί από τον υπεύθυνο επεξεργασίας στο πλαίσιο των ακόλουθων πράξεων επεξεργασίας, εφόσον είναι αναγκαίο και σκόπιμο:
α) |
εκτέλεση διοικητικών ερευνών και πειθαρχικών διαδικασιών· |
β) |
προκαταρκτικές δραστηριότητες που σχετίζονται με περιπτώσεις ενδεχόμενων παρατυπιών που έχουν καταγγελθεί στην OLAF· |
γ) |
διαδικασίες καταγγελίας δυσλειτουργιών· |
δ) |
επεξεργασία εσωτερικών και εξωτερικών καταγγελιών· |
ε) |
εσωτερικοί έλεγχοι· |
στ) |
έρευνες που διεξήγαγε ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 45 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725· |
ζ) |
έρευνες ασφαλείας (πληροφορικής) που διεξήχθησαν εσωτερικά ή με την εμπλοκή τρίτου (π.χ. CERT-ΕΕ). |
2. Σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις και υπό τους όρους που καθορίζονται στην παρούσα απόφαση, το δικαίωμα απορρήτου των ηλεκτρονικών επικοινωνιών μπορεί να περιοριστεί από τον υπεύθυνο επεξεργασίας στο πλαίσιο των ακόλουθων πράξεων επεξεργασίας, εφόσον είναι αναγκαίο και σκόπιμο:
α) |
εκτέλεση διοικητικών ερευνών και πειθαρχικών διαδικασιών· |
β) |
προκαταρκτικές δραστηριότητες που σχετίζονται με περιπτώσεις ενδεχόμενων παρατυπιών που έχουν καταγγελθεί στην OLAF· |
γ) |
διαδικασίες καταγγελίας δυσλειτουργιών· |
δ) |
επίσημες διαδικασίες για περιπτώσεις παρενόχλησης· |
ε) |
επεξεργασία εσωτερικών και εξωτερικών καταγγελιών· |
στ) |
έρευνες ασφαλείας (πληροφορικής) που διεξήχθησαν εσωτερικά ή με την εμπλοκή τρίτου (π.χ. CERT-ΕΕ). |
3. Σε περίπτωση που ο Οργανισμός περιορίζει την ανακοίνωση παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο υποκείμενο των δεδομένων ή απορρήτου των ηλεκτρονικών επικοινωνιών που αναφέρονται στα άρθρα 35 και 36 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, καταγράφει και καταχωρίζει τους λόγους του περιορισμού σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 3 της παρούσας απόφασης. Εφαρμόζεται το άρθρο 5 παράγραφος 4 της παρούσας απόφασης.
Άρθρο 9
Έναρξη ισχύος
Η παρούσα απόφαση τίθεται σε ισχύ την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τάμπερε, 5 Αυγούστου 2019.
Για το Διοικητικό Συμβούλιο
Kimmo HIMBERG
Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου
(1) ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39.
(2) ΕΕ L 319 της 4.12.2015, σ. 1.
(3) https://edps.europa.eu/sites/edp/files/publication/18-12-20_guidance_on_article_25_en.pdf
(4) Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).
(5) Οδηγία (EE) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της απόφασης-πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 89).