27.12.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 334/155


ΟΔΗΓΙΑ (ΕΕ) 2019/2177 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 18ης Δεκεμβρίου 2019

για την τροποποίηση της οδηγίας 2009/138/ΕΚ σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα II), της οδηγίας 2014/65/ΕΕ για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοοικονομικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 53 παράγραφος 1 και το άρθρο 62,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) διαμορφώνει ένα κανονιστικό πλαίσιο για τους παρόχους υπηρεσιών αναφοράς δεδομένων (ΠΥΑΔ) και απαιτεί ο πάροχος υπηρεσιών αναφοράς μετασυναλλακτικών δεδομένων να είναι αδειοδοτημένος ως εγκεκριμένος μηχανισμός δημοσιοποίησης συναλλαγών (ΕΜΗΔΗΣΥ). Επιπλέον, ο πάροχος ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών (ΠΕΔΕΣΥ) υποχρεούται να παρέχει ενοποιημένα δεδομένα συναλλαγών, τα οποία να καλύπτουν το σύνολο των συναλλαγών τόσο σε μετοχικά όσο και μη μετοχικά χρηματοοικονομικά μέσα σε ολόκληρη την Ένωση, σύμφωνα με την οδηγία 2014/65/ΕΕ. Η οδηγία 2014/65/ΕΕ τυποποιεί επίσης τους διαύλους αναφοράς των συναλλαγών στις αρμόδιες αρχές, απαιτώντας από τρίτο που αναφέρει για λογαριασμό επιχειρήσεων επενδύσεων να διαθέτει άδεια λειτουργίας ως εγκεκριμένος μηχανισμός γνωστοποίησης συναλλαγών (ΕΜΗΓΝΩΣΥ).

(2)

Η ποιότητα των δεδομένων των συναλλαγών και της επεξεργασίας και παροχής των δεδομένων αυτών, περιλαμβανομένης της διασυνοριακής επεξεργασίας και παροχής δεδομένων, είναι μείζονος σημασίας για την επίτευξη του βασικού σκοπού του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5), ο οποίος συνίσταται στην ενίσχυση της διαφάνειας των χρηματοπιστωτικών αγορών. Τα ακριβή δεδομένα των συναλλαγών παρέχουν στους χρήστες μια γενική εικόνα της συναλλακτικής δραστηριότητας στις χρηματοπιστωτικές αγορές της Ένωσης και παρέχουν στις αρμόδιες αρχές ακριβείς και εκτενείς πληροφορίες αναφορικά με τις σχετικές συναλλαγές. Δεδομένης της διασυνοριακής διάστασης του χειρισμού δεδομένων, των οφελών της συγκέντρωσης αρμοδιοτήτων που συνδέονται με δεδομένα, περιλαμβανομένων δυνητικών οικονομιών κλίμακας, και των δυσμενών επιπτώσεων τυχόν αποκλίσεων στις εποπτικές πρακτικές, τόσο όσον αφορά την ποιότητα των δεδομένων των συναλλαγών όσο και τα καθήκοντα των ΠΥΑΔ, κρίνεται, επομένως, σκόπιμη η μεταβίβαση της χορήγησης άδειας λειτουργίας και εποπτείας των ΠΥΑΔ, καθώς και των εξουσιών συλλογής δεδομένων, από τις εθνικές αρχές στην Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), που συστάθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6) (ΕΑΚΑΑ) εξαιρουμένων των ΕΜΗΔΗΣΥ ή των ΕΜΗΓΝΩΣΥ που διαθέτουν παρέκκλιση βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014.

(3)

Για την επίτευξη της συνεπούς μεταβίβασης τέτοιων εξουσιών κρίνεται σκόπιμη η απαλοιφή των διατάξεων που αφορούν τις λειτουργικές απαιτήσεις για ΠΥΑΔ και τις αρμοδιότητες των αρμόδιων αρχών αναφορικά με τους ΠΥΑΔ, οι οποίες καθορίζονται στην οδηγία 2014/65/ΕΕ, και η εισαγωγή των εν λόγω διατάξεων στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 600/2014.

(4)

Η μεταβίβαση στην ΕΑΚΑΑ της χορήγησης άδειας λειτουργίας και της εποπτείας των ΠΥΑΔ, εξαιρουμένων των ΕΜΗΔΗΣΥ ή των ΕΜΗΓΝΩΣΥ που διαθέτουν παρέκκλιση βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, συνάδει με τα καθήκοντά της. Ειδικότερα, η μεταβίβαση των εξουσιών συλλογής δεδομένων, χορήγησης άδειας λειτουργίας και εποπτείας από τις αρμόδιες αρχές στην ΕΑΚΑΑ είναι καθοριστική για τα υπόλοιπα καθήκοντα που επιτελεί η ΕΑΚΑΑ δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, όπως η παρακολούθηση της αγοράς, οι εξουσίες προσωρινής παρέμβασης και οι αρμοδιότητες της ΕΑΚΑΑ σχετικά με τη διαχείριση θέσεων, και διασφαλίζει τη συνεπή συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις προσυναλλακτικής και μετασυναλλακτικής διαφάνειας.

(5)

Η οδηγία 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7) προβλέπει ότι, σύμφωνα με την προσέγγιση με γνώμονα τον κίνδυνο, όσον αφορά την κεφαλαιακή απαίτηση φερεγγυότητας, επιτρέπεται σε συγκεκριμένες περιπτώσεις για ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις και ομίλους η χρησιμοποίηση εσωτερικών υποδειγμάτων για τον υπολογισμό της απαίτησης αυτής, αντί του τυποποιημένου μαθηματικού τύπου.

(6)

Η οδηγία 2009/138/ΕΚ προβλέπει ανά χώρα συνιστώσα της προσαρμογής λόγω μεταβλητότητας. Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η εν λόγω ανά χώρα συνιστώσα μετριάζει τις υπερβολικές μεταβολές στα πιστωτικά περιθώρια εξ ομολόγων στη σχετική χώρα αποτελεσματικά, θα πρέπει να οριστεί κατάλληλο κατώτατο όριο για το διορθωμένο για τον κίνδυνο πιστωτικό περιθώριο χώρας όσον αφορά την ενεργοποίηση της ανά χώρα συνιστώσας.

(7)

Λαμβανομένων υπόψη των αυξημένων διασυνοριακών ασφαλιστικών δραστηριοτήτων, κρίνεται αναγκαία η προώθηση της συνεκτικής εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης σε περιπτώσεις διασυνοριακής ασφαλιστικής δραστηριότητας, ειδικά σε πρώιμο στάδιο. Για τον σκοπό αυτό, η ανταλλαγή πληροφοριών και η συνεργασία μεταξύ των εποπτικών αρχών και της Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων) που συστάθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8) (EIOPA), θα πρέπει να ενισχυθούν. Ειδικότερα, θα πρέπει να προβλεφθούν απαιτήσεις ειδοποίησης σε περίπτωση σημαντικής διασυνοριακής ασφαλιστικής δραστηριότητας ή κατάστασης κρίσης, καθώς και προϋποθέσεις για τη δημιουργία πλατφορμών συνεργασίας, όταν η προβλεπόμενη διασυνοριακή ασφαλιστική δραστηριότητα είναι σημαντική. Η σημασία αυτή της διασυνοριακής ασφαλιστικής δραστηριότητας θα πρέπει να αξιολογηθεί από την άποψη των ακαθάριστων ετήσιων εσόδων από ασφάλιστρα που είναι εγγεγραμμένα στο κράτος μέλος υποδοχής, σε σύγκριση με τα συνολικά ακαθάριστα ετήσια έσοδα από ασφάλιστρα της ασφαλιστικής εταιρείας, όσον αφορά τις επιπτώσεις στην προστασία των ληπτών ασφάλισης στο κράτος μέλος υποδοχής και σε σχέση με την επίπτωση του υποκαταστήματος ή της δραστηριότητας της αντίστοιχης ασφαλιστικής εταιρείας, στην αγορά του κράτους μέλους υποδοχής σε ό,τι αφορά την ελευθερία παροχής υπηρεσιών. Οι πλατφόρμες συνεργασίας συνιστούν αποτελεσματικό μέσο για την επίτευξη ισχυρότερης και έγκαιρης συνεργασίας μεταξύ των εποπτικών αρχών και επομένως για την ενίσχυση της προστασίας των καταναλωτών. Ωστόσο, οι αποφάσεις χορήγησης άδειας λειτουργίας, εποπτείας και επιβολής αποτελούν και παραμένουν αρμοδιότητα της εποπτικής αρχής του κράτους μέλους καταγωγής.

(8)

Όταν οι διασυνοριακές ασφαλιστικές δραστηριότητες είναι σημαντικές σε σχέση με την αγορά του κράτους μέλους υποδοχής και απαιτούν στενή συνεργασία μεταξύ των εποπτικών αρχών του κράτους μέλους καταγωγής και του κράτους μέλους υποδοχής, ιδίως όταν ένας ασφαλιστής μπορεί να κινδυνεύει να αντιμετωπίσει οικονομικές δυσχέρειες εις βάρος των ληπτών ασφάλισης και τρίτων, η EIOPA θα πρέπει να συστήνει και να συντονίζει πλατφόρμες συνεργασίας.

(9)

Προκειμένου να ληφθεί υπόψη η αντικατάσταση της Επιτροπής Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (CEIOPS) από την EIOPA, θα πρέπει να απαλειφθούν οι αναφορές της οδηγίας 2009/138/ΕΚ στην CEIOPS.

(10)

Μετά από τις τροποποιήσεις στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9), η Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών) που θεσπίστηκε με τον εν λόγω κανονισμό (ΕΑΤ), θα έχει νέο ρόλο στην πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοοικονομικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, και θα πρέπει να γίνουν επακόλουθες τροποποιήσεις στην οδηγία (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10).

(11)

Οι οδηγίες 2009/138/ΕΚ, 2014/65/ΕΕ και (ΕΕ) 2015/849 θα πρέπει συνεπώς να τροποποιηθούν αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Τροποποιήσεις της οδηγίας 2014/65/ΕΕ

Η οδηγία 2014/65/ΕΕ τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 1 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στις επιχειρήσεις επενδύσεων, στους διαχειριστές αγοράς, και στις επιχειρήσεις τρίτων χωρών που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες ή ασκούν επενδυτικές δραστηριότητες μέσω της εγκατάστασης υποκαταστήματος εντός της Ένωσης.»·

β)

στην παράγραφο 2, το στοιχείο δ) απαλείφεται.

2)

Στο άρθρο 4, η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

α)

τα σημεία 36 και 37 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«36)

“διοικητικό όργανο”: το όργανο ή τα όργανα μιας επιχείρησης επενδύσεων, ενός διαχειριστή αγοράς ή ενός παρόχου υπηρεσιών γνωστοποίησης δεδομένων όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 36α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, που έχουν οριστεί σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, τα οποία έχουν την εξουσία καθορισμού της στρατηγικής, των στόχων και της συνολικής κατεύθυνσης της οντότητας, και επιβλέπουν και παρακολουθούν τη διαδικασία λήψης αποφάσεων αναφορικά με τη διοίκησή της και περιλαμβάνουν πρόσωπα που διευθύνουν πραγματικά τις δραστηριότητες της οντότητας.

Για τα σημεία στα οποία η παρούσα οδηγία αναφέρεται στο διοικητικό όργανο και, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, οι διοικητικές και εποπτικές λειτουργίες του διοικητικού οργάνου ανατίθενται σε διαφορετικά όργανα ή σε διαφορετικά μέλη ενός ενιαίου οργάνου, το κράτος μέλος προσδιορίζει τα όργανα ή τα μέλη του διοικητικού οργάνου που είναι υπεύθυνα σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία του, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στην παρούσα οδηγία,

37)

“ανώτερα στελέχη”: τα φυσικά πρόσωπα που ασκούν εκτελεστικές λειτουργίες μιας επιχείρησης επενδύσεων, ενός διαχειριστή αγοράς ή ενός παρόχου υπηρεσιών γνωστοποίησης δεδομένων όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 36α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 και τα οποία είναι υπεύθυνα και υπόλογα απέναντι στο διοικητικό όργανο για την καθημερινή διαχείριση της οντότητας, συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής των πολιτικών σχετικά με τη διάθεση υπηρεσιών και προϊόντων προς τους πελάτες από την επιχείρηση και το προσωπικό της,»·

β)

τα σημεία 52, 53, 54, 55 στοιχείο γ) και 63 απαλείφονται.

3)

Στο άρθρο 22 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές που είναι επιφορτισμένες με την αδειοδότηση και την εποπτεία των δραστηριοτήτων των εγκεκριμένων μηχανισμών δημοσιοποίησης συναλλαγών (ΕΜΗΔΗΣΥ), όπως ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 34 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 με παρέκκλιση σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού ή των εγκεκριμένων μηχανισμών γνωστοποίησης συναλλαγών (ΕΜΗΓΝΩΣΥ) όπως ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 36 του εν λόγω κανονισμού με παρέκκλιση σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού παρακολουθούν τις δραστηριότητες των εν λόγω ΕΜΗΔΗΣΥ ή των εν λόγω ΕΜΗΓΝΩΣΥ με τρόπο που τους επιτρέπει να εκτιμούν τη συμμόρφωση με τους όρους λειτουργίας που προβλέπονται στον εν λόγω κανονισμό. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τη λήψη των κατάλληλων μέτρων προκειμένου οι αρμόδιες αρχές να είναι σε θέση να λαμβάνουν τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για να εκτιμούν τη συμμόρφωση των ΕΜΗΔΗΣΥ και των ΕΜΗΓΝΩΣΥ με αυτές τις υποχρεώσεις.».

4)

Ο τίτλος V απαλείφεται.

5)

Το άρθρο 70 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 3 τροποποιείται ως εξής:

i)

στο στοιχείο α), τα σημεία xxxvii) έως xxxx) απαλείφονται·

ii)

στο στοιχείο β) παρεμβάλλεται το ακόλουθο σημείο:

«xxα)

άρθρο 27στ παράγραφοι 1, 2 και 3, άρθρο 27ζ παράγραφοι 1 έως 5 και άρθρο 27θ παράγραφοι 1 έως 4, όπου ένας ΕΜΗΔΗΣΥ ή ΕΜΗΓΝΩΣΥ διαθέτει παρέκκλιση σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3·»·

β)

στην παράγραφο 4, τα στοιχεία α) και β) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

άρθρο 5 ή άρθρο 6 παράγραφος 2 ή άρθρο 34, 35, 39 ή 44 της παρούσας οδηγίας· ή

β)

η τρίτη περίοδος του άρθρου 7 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 ή το άρθρο 11 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού και, όπου ένας ΕΜΗΔΗΣΥ ή ΕΜΗΓΝΩΣΥ διαθέτει παρέκκλιση σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού, το άρθρο 27β του εν λόγω κανονισμού.»·

γ)

στην παράγραφο 6, το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

στην περίπτωση επιχείρησης επενδύσεων, διαχειριστή αγοράς που διαθέτει άδεια λειτουργίας ΠΜΔ ή ΜΟΔ ή ρυθμιζόμενης αγοράς, αναστολή ή ανάκληση της άδειας λειτουργίας σύμφωνα με τα άρθρα 8 και 43 της παρούσας οδηγίας και, όπου ένας ΕΜΗΔΗΣΥ ή ΕΜΗΓΝΩΣΥ διαθέτει παρέκκλιση σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, αναστολή ή ανάκληση της άδειας σύμφωνα με το άρθρο 27ε του εν λόγω κανονισμού·».

6)

Στο άρθρο 71, η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   Όταν μια δημοσιευθείσα ποινική ή διοικητική κύρωση αφορά επιχείρηση επενδύσεων, διαχειριστή αγοράς, πιστωτικό ίδρυμα σε σχέση με επενδυτικές υπηρεσίες και δραστηριότητες ή παρεπόμενες υπηρεσίες, ή υποκατάστημα επιχειρήσεων τρίτων χωρών που διαθέτουν άδεια λειτουργίας δυνάμει της παρούσας οδηγίας, ή, έναν ΕΜΗΔΗΣΥ ή ΕΜΗΓΝΩΣΥ που διαθέτει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 600/2014 και διαθέτει παρέκκλιση σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού, η ΕΑΚΑΑ προσθέτει στο αντίστοιχο μητρώο αναφορά στη δημοσιευθείσα κύρωση.».

7)

Στο άρθρο 77 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, η εισαγωγική περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα κράτη μέλη προβλέπουν, τουλάχιστον, ότι κάθε πρόσωπο που έχει λάβει άδεια κατά την έννοια της οδηγίας 2006/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*1), το οποίο δραστηριοποιείται σε επιχείρηση επενδύσεων, σε ρυθμιζόμενη αγορά ή σε ΕΜΗΔΗΣΥ ή ΕΜΗΓΝΩΣΥ που διαθέτει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 600/2014 και παρέκκλιση σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού, τα καθήκοντα του άρθρου 34 της οδηγίας 2013/34/ΕΕ ή του άρθρου 73 της οδηγίας 2009/65/ΕΚ ή οποιαδήποτε άλλη εκ του νόμου προβλεπόμενη αποστολή, υποχρεούται να αναφέρει αμέσως στις αρμόδιες αρχές κάθε γεγονός ή απόφαση σχετικά με την εν λόγω επιχείρηση του οποίου ή της οποίας έλαβε γνώση κατά την εκπλήρωση των καθηκόντων του και που ενδέχεται:

(*1)  Οδηγία 2006/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 2006, για τους υποχρεωτικούς ελέγχους των ετήσιων και των ενοποιημένων λογαριασμών, για την τροποποίηση των οδηγιών 78/660/ΕΟΚ και 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 84/253/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 157 της 9.6.2006, σ. 87).»."

8)

Το άρθρο 89 τροποποιείται ως εξής:

α)

οι παράγραφοι 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Οι εξουσιοδοτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 2 παράγραφος 3, στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 2 δεύτερο εδάφιο, στο άρθρο 4 παράγραφος 2, στο άρθρο 13 παράγραφος 1, στο άρθρο 16 παράγραφος 12, στο άρθρο 23 παράγραφος 4, στο άρθρο 24 παράγραφος 13, στο άρθρο 25 παράγραφος 8, στο άρθρο 27 παράγραφος 9, στο άρθρο 28 παράγραφος 3, στο άρθρο 30 παράγραφος 5, στο άρθρο 31 παράγραφος 4, στο άρθρο 32 παράγραφος 4, στο άρθρο 33 παράγραφος 8, στο άρθρο 52 παράγραφος 4, στο άρθρο 54 παράγραφος 4, στο άρθρο 58 παράγραφος 6 και στο άρθρο 79 παράγραφος 8 ανατίθενται στην Επιτροπή για αόριστο χρονικό διάστημα από τις 2 Ιουλίου 2014.

3.   Οι εξουσιοδοτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 2 παράγραφος 3, στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 2 δεύτερο εδάφιο, στο άρθρο 4 παράγραφος 2, στο άρθρο 13 παράγραφος 1, στο άρθρο 16 παράγραφος 12, στο άρθρο 23 παράγραφος 4, στο άρθρο 24 παράγραφος 13, στο άρθρο 25 παράγραφος 8, στο άρθρο 27 παράγραφος 9, στο άρθρο 28 παράγραφος 3, στο άρθρο 30 παράγραφος 5, στο άρθρο 31 παράγραφος 4, στο άρθρο 32 παράγραφος 4, στο άρθρο 33 παράγραφος 8, στο άρθρο 52 παράγραφος 4, στο άρθρο 54 παράγραφος 4, στο άρθρο 58 παράγραφος 6 και στο άρθρο 79 παράγραφος 8 μπορούν να ανακληθούν ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.»·

β)

η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 2 παράγραφος 3, του άρθρου 4 παράγραφος 1 σημείο 2 δεύτερο εδάφιο, του άρθρου 4 παράγραφος 2, του άρθρου 13 παράγραφος 1, του άρθρου 16 παράγραφος 12, του άρθρου 23 παράγραφος 4, του άρθρου 24 παράγραφος 13, του άρθρου 25 παράγραφος 8, του άρθρου 27 παράγραφος 9, του άρθρου 28 παράγραφος 3, του άρθρου 30 παράγραφος 5, του άρθρου 31 παράγραφος 4, του άρθρου 32 παράγραφος 4, του άρθρου 33 παράγραφος 8, του άρθρου 52 παράγραφος 4, του άρθρου 54 παράγραφος 4, του άρθρου 58 παράγραφος 6 ή του άρθρου 79 παράγραφος 8 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός τριών μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά τρεις μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.».

9)

Στο άρθρο 90, οι παράγραφοι 2 και 3 απαλείφονται.

10)

Στο άρθρο 93 παράγραφος 1, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τα εν λόγω μέτρα από τις 3 Ιανουαρίου 2018.».

11)

Στο παράρτημα I, το τμήμα Δ απαλείφεται.

Άρθρο 2

Τροποποιήσεις της οδηγίας 2009/138/ΕΚ

Η οδηγία 2009/138/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο άρθρο 77δ παράγραφος 4, η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Για κάθε σχετικό κράτος, η προσαρμογή λόγω μεταβλητότητας στα επιτόκια άνευ κινδύνου της παραγράφου 3 για το νόμισμα του συγκεκριμένου κράτους αυξάνεται, πριν από την εφαρμογή του συντελεστή 65 %, κατά τη διαφορά μεταξύ του διορθωμένου για τον κίνδυνο πιστωτικού περιθωρίου του κράτους και του διπλάσιου της διορθωμένης για τον κίνδυνο συναλλαγματικής διαφοράς, όποτε η διαφορά αυτή είναι θετική και το διορθωμένο για τον κίνδυνο πιστωτικό περιθώριο του κράτους είναι υψηλότερο από 85 μονάδες βάσης.».

2)

Στο άρθρο 112 παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3α.   Οι εποπτικές αρχές ενημερώνουν την EIOPA σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 σχετικά με αιτήσεις για χρήση ή αλλαγή εσωτερικού υποδείγματος. Κατόπιν αιτήματος μίας ή περισσότερων ενδιαφερόμενων εποπτικών αρχών, η EIOPA μπορεί να παρέχει τεχνική συνδρομή, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο β) του εν λόγω κανονισμού, στην εποπτική αρχή ή τις εποπτικές αρχές που ζήτησαν τη συνδρομή, σχετικά με την απόφαση επί της αίτησης.».

3)

Στον τίτλο Ι, κεφάλαιο VIII, παρεμβάλλεται το ακόλουθο τμήμα:

«Τμήμα 2α

Ειδοποίηση και πλατφόρμες συνεργασίας

Άρθρο 152α

Ειδοποίηση

1.   Όταν η εποπτική αρχή του κράτους μέλους καταγωγής προτίθεται να χορηγήσει άδεια λειτουργίας σε ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση της οποίας το πρόγραμμα δραστηριοτήτων υποδεικνύει ότι μέρος των δραστηριοτήτων της θα βασίζεται στην ελευθερία παροχής υπηρεσιών ή στην ελευθερία εγκατάστασης σε άλλο κράτος μέλος και το εν λόγω πρόγραμμα δραστηριοτήτων της υποδεικνύει επίσης ότι οι εν λόγω δραστηριότητες ενδέχεται να είναι σημαντικές σε σχέση με την αγορά του κράτους μέλους υποδοχής, η εποπτική αρχή του κράτους μέλους καταγωγής ειδοποιεί σχετικά την EIOPA και την εποπτική αρχή του σχετικού κράτους μέλους υποδοχής.

2.   Η εποπτική αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, μαζί με την ειδοποίηση που προβλέπεται στην παράγραφο 1, ειδοποιεί επίσης την EIOPA και την εποπτική αρχή του σχετικού κράτους μέλους υποδοχής όταν εντοπίζει επιδείνωση των χρηματοοικονομικών συνθηκών ή άλλους αναδυόμενους κινδύνους που προκαλεί μια ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση η οποία εκτελεί δραστηριότητες με βάση την ελευθερία παροχής υπηρεσιών ή την ελευθερία εγκατάστασης που μπορεί να έχουν διασυνοριακές επιπτώσεις. Η εποπτική αρχή του κράτους μέλους υποδοχής μπορεί επίσης να ειδοποιήσει την εποπτική αρχή του σχετικού κράτους μέλους καταγωγής όταν έχει σοβαρές και βάσιμες ανησυχίες όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών. Οι εποπτικές αρχές μπορούν να παραπέμψουν το ζήτημα στην EIOPA και να ζητήσουν τη συνδρομή της σε περιπτώσεις που δεν μπορεί να εξευρεθεί διμερής λύση.

3.   Οι ειδοποιήσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 είναι αρκούντως λεπτομερείς ώστε να καθίσταται δυνατή η ορθή εκτίμηση.

4.   Οι ειδοποιήσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 δεν θίγουν την εποπτική εντολή των εποπτικών αρχών των κρατών μελών καταγωγής και υποδοχής που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία.

Άρθρο 152β

Πλατφόρμες συνεργασίας

1.   Η EIOPA μπορεί, σε περίπτωση δικαιολογημένων ανησυχιών περί αρνητικών επιπτώσεων για τους λήπτες ασφάλισης, με δική της πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος μίας ή περισσοτέρων εκ των σχετικών εποπτικών αρχών, να δημιουργήσει και να συντονίσει πλατφόρμα συνεργασίας για την ενίσχυση της ανταλλαγής πληροφοριών και την προώθηση της συνεργασίας μεταξύ των σχετικών εποπτικών αρχών όταν ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση εκτελεί, ή προτίθεται να εκτελέσει, δραστηριότητες που βασίζονται στην ελευθερία παροχής υπηρεσιών ή στην ελευθερία εγκατάστασης και όταν:

α)

οι δραστηριότητες αυτές είναι σημαντικές σε σχέση με την αγορά κράτους μέλους υποδοχής,

β)

έχει γίνει ειδοποίηση από την εποπτική αρχή του κράτους μέλους καταγωγής βάσει του άρθρου 152α παράγραφος 2 για επιδείνωση των χρηματοοικονομικών συνθηκών ή για άλλους αναδυόμενους κινδύνους, ή

γ)

το ζήτημα έχει παραπεμφθεί στην EIOPA βάσει του άρθρου 152α παράγραφος 2.

2.   Η παράγραφος 1 δεν θίγει το δικαίωμα των σχετικών εποπτικών αρχών να δημιουργήσουν πλατφόρμα συνεργασίας όταν συμφωνούν όλες για αυτό.

3.   Η σύσταση πλατφόρμας συνεργασίας δυνάμει των παραγράφων 1 και 2 δεν θίγει την εποπτική εντολή των εποπτικών αρχών των κρατών μελών καταγωγής και υποδοχής που προβλέπεται στην παρούσα οδηγία.

4.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 35 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010, κατόπιν αιτήματος της EIOPA, οι σχετικές εποπτικές αρχές παρέχουν εγκαίρως όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την ορθή λειτουργία της πλατφόρμας συνεργασίας.».

4)

Το άρθρο 231 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1, το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η αρχή εποπτείας του ομίλου ενημερώνει χωρίς καθυστέρηση τα άλλα μέλη του σώματος εποπτών, περιλαμβανομένης της EIOPA, σχετικά με την παραλαβή της αίτησης και διαβιβάζει την πλήρη αίτηση, περιλαμβανομένης της τεκμηρίωσης που υπέβαλε η επιχείρηση, στα εν λόγω μέλη. Κατόπιν αιτήματος μιας ή περισσότερων ενδιαφερόμενων εποπτικών αρχών, η EIOPA μπορεί να παρέχει τεχνική συνδρομή, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010, στην εποπτική αρχή ή τις εποπτικές αρχές που ζήτησαν τη συνδρομή, σχετικά με την απόφαση επί της αίτησης.»·

β)

στην παράγραφο 3 τρίτο εδάφιο, η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αν η EIOPA δεν λάβει απόφαση όπως αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010, η αρχή εποπτείας του ομίλου λαμβάνει την τελική απόφαση.».

5)

Στο άρθρο 237 παράγραφος 3 τρίτο εδάφιο, η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αν η EIOPA δεν λάβει απόφαση όπως αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010, η αρχή εποπτείας του ομίλου λαμβάνει την τελική απόφαση.».

6)

Στο άρθρο 248 παράγραφος 4, το τρίτο εδάφιο απαλείφεται.

Άρθρο 3

Τροποποιήσεις της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849

Η οδηγία (ΕΕ) 2015/849 τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 6 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Η Επιτροπή θέτει την έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στη διάθεση των κρατών μελών και των υπόχρεων οντοτήτων, προκειμένου να τα βοηθήσει στον εντοπισμό, την κατανόηση, τη διαχείριση και τον μετριασμό του κινδύνου νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, και για να επιτρέψει σε άλλους ενδιαφερόμενους φορείς, περιλαμβανομένων των εθνικών νομοθετών, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχής Τραπεζών), που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*2) (ΕΑΤ), και των εκπροσώπων των μονάδων χρηματοοικονομικών πληροφοριών της ΕΕ (ΜΧΠ) να κατανοήσουν καλύτερα τους εν λόγω κινδύνους. Η έκθεση δημοσιοποιείται το αργότερο έξι μήνες μετά τη διάθεσή της στα κράτη μέλη, εκτός από εκείνα τα στοιχεία της έκθεσης που περιέχουν διαβαθμισμένες πληροφορίες.

(*2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 12).»·"

β)

στην παράγραφο 5, η δεύτερη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η ΕΑΤ εκδίδει στη συνέχεια γνώμη κάθε δύο χρόνια.».

2)

Το άρθρο 7 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 2, η δεύτερη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα στοιχεία της εν λόγω αρχής ή η περιγραφή του μηχανισμού κοινοποιούνται στην Επιτροπή, στην ΕΑΤ, καθώς και στα άλλα κράτη μέλη.»

β)

στην παράγραφο 5, η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Τα κράτη μέλη θέτουν τα αποτελέσματα των εκτιμήσεων κινδύνου που διενεργούν, συμπεριλαμβανομένων των επικαιροποιήσεών τους, στη διάθεση της Επιτροπής, της ΕΑΤ και των άλλων κρατών μελών.».

3)

Στο άρθρο 17, η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Έως τις 26 Ιουνίου 2017, οι ΕΕΑ εκδίδουν κατευθυντήριες γραμμές, που απευθύνονται στις αρμόδιες αρχές και στα πιστωτικά ιδρύματα και στους χρηματοοικονομικούς οργανισμούς, σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, σχετικά με τους παράγοντες κινδύνου που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται σε περιπτώσεις όπου θεωρείται σκόπιμη η λήψη απλουστευμένων μέτρων δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη. Από την 1η Ιανουαρίου 2020, η ΕΑΤ εκδίδει, κατά περίπτωση, αυτές τις κατευθυντήριες γραμμές.».

4)

Στο άρθρο 18 παράγραφος 4, η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Έως τις 26 Ιουνίου 2017, οι ΕΕΑ εκδίδουν κατευθυντήριες γραμμές, που απευθύνονται στις αρμόδιες αρχές και στα πιστωτικά ιδρύματα και στους χρηματοοικονομικούς οργανισμούς, σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, σχετικά με τους παράγοντες κινδύνου που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται σε περιπτώσεις όπου θεωρείται σκόπιμη η λήψη ενισχυμένων μέτρων δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη. Από την 1η Ιανουαρίου 2020, η ΕΑΤ εκδίδει, κατά περίπτωση, αυτές τις κατευθυντήριες γραμμές.».

5)

Στο άρθρο 41, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα βάσει της παρούσας οδηγίας υπόκειται στους κανονισμούς (ΕΕ) 2016/679 (*3) και (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*4).

(*3)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1)."

(*4)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39).»."

6)

Το άρθρο 45 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Τα κράτη μέλη και η ΕΑΤ αλληλοενημερώνονται για τις περιπτώσεις στις οποίες το δίκαιο τρίτης χώρας δεν επιτρέπει την εφαρμογή των πολιτικών και διαδικασιών που απαιτούνται βάσει της παραγράφου 1. Σε αυτές τις περιπτώσεις, μπορεί να αναληφθεί συντονισμένη δράση προκειμένου να επιτευχθεί λύση. Όταν εκτιμούν ποιες τρίτες χώρες δεν επιτρέπουν την εφαρμογή των πολιτικών και διαδικασιών που απαιτούνται βάσει της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη και η ΕΑΤ λαμβάνουν υπόψη τυχόν νομικούς περιορισμούς που μπορεί να παρεμποδίζουν την ορθή εφαρμογή αυτών των πολιτικών και διαδικασιών, μεταξύ των οποίων το απόρρητο, η προστασία των δεδομένων και άλλοι περιορισμοί που περιορίζουν την ανταλλαγή των πληροφοριών που μπορεί να είναι χρήσιμες γι’ αυτόν τον σκοπό.»·

β)

η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   Η ΕΑΤ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων, όπου εξειδικεύεται το είδος των επιπρόσθετων μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 5, καθώς και οι ελάχιστες ενέργειες στις οποίες πρέπει να προβαίνουν πιστωτικά ιδρύματα και χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί σε περίπτωση που η νομοθεσία μιας τρίτης χώρας δεν επιτρέπει την εφαρμογή των μέτρων που απαιτούνται κατά τις παραγράφους 1 και 3.

Η ΕΑΤ υποβάλλει στην Επιτροπή τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο το αργότερο έως τις 26 Δεκεμβρίου 2016.»·

γ)

η παράγραφος 10 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«10.   Η ΕΑΤ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που ορίζουν τα κριτήρια για τον προσδιορισμό των περιστάσεων υπό τις οποίες ενδείκνυται ο καθορισμός ενός κεντρικού σημείου επαφής, σύμφωνα με την παράγραφο 9, καθώς και σχετικά με τα καθήκοντα που θα πρέπει να αναλάβουν τα κεντρικά σημεία επαφής.

Η ΕΑΤ υποβάλλει στην Επιτροπή τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο το αργότερο έως τις 26 Ιουνίου 2017.».

7)

Το άρθρο 48 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1α δεύτερο εδάφιο, η τρίτη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας των κρατών μελών χρησιμεύουν επίσης ως σημείο επαφής για την ΕΑΤ.»·

β)

στην παράγραφο 10, η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«10.   Έως τις 26 Ιουνίου 2017, οι ΕΕΑ εκδίδουν κατευθυντήριες γραμμές, που απευθύνονται στις αρμόδιες αρχές, σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, σχετικά με τα χαρακτηριστικά μιας προσέγγισης εποπτείας που βασίζεται στους κινδύνους και τα προς λήψη μέτρα, όταν ασκείται εποπτεία που βασίζεται στους κινδύνους. Από την 1η Ιανουαρίου 2020, η ΕΑΤ εκδίδει, κατά περίπτωση, αυτές τις κατευθυντήριες γραμμές.».

8)

Στο κεφάλαιο VI τμήμα 3 υποτμήμα ΙΙ, ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Συνεργασία με την ΕΑΤ».

9)

Το άρθρο 50 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 50

Οι αρμόδιες αρχές παρέχουν στην ΕΑΤ όλες τις πληροφορίες που της είναι αναγκαίες για την εκτέλεση των καθηκόντων της βάσει της παρούσας οδηγίας.».

10)

Το άρθρο 62 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές τους ενημερώνουν την ΕΑΤ σχετικά με όλες τις διοικητικές κυρώσεις και τα μέτρα που έχουν επιβληθεί δυνάμει των άρθρων 58 και 59 στα πιστωτικά ιδρύματα και στους χρηματοοικονομικούς οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένης κάθε προσφυγής που έχει ασκηθεί και της έκβασής της.»·

β)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Η ΕΑΤ διατηρεί διαδικτυακό τόπο με συνδέσμους προς τις δημοσιεύσεις που αναρτά κάθε αρμόδια αρχή σχετικά με τις διοικητικές κυρώσεις και τα μέτρα που έχουν επιβληθεί κατ’ εφαρμογή του άρθρου 60 στα πιστωτικά ιδρύματα και στους χρηματοοικονομικούς οργανισμούς και δίνει πληροφορίες σχετικά με το χρονικό διάστημα κατά το οποίο κάθε κράτος μέλος διατηρεί τις δημοσιεύσεις των διοικητικών κυρώσεων και μέτρων.».

Άρθρο 4

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν έως τις 30 Ιουνίου 2021, τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εθνικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

2.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν έως τις 30 Ιουνίου 2020, τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς το άρθρο 2 σημείο 1 της παρούσας οδηγίας. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εθνικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

3.   Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τα μέτρα αναφορικά με το άρθρο 1 από την 1η Ιανουαρίου 2022 και αναφορικά με τα άρθρα 2 και 3 από τις 30 Ιουνίου 2021. Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τα μέτρα αναφορικά με το άρθρο 2 σημείο 1 έως την 1η Ιουλίου 2020.

4.   Οι διατάξεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την παραπομπή αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της παραπομπής αυτής καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

Άρθρο 5

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 6

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Στρασβούργο, 18 Δεκεμβρίου 2019.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

D. M. SASSOLI

Για το Συμβούλιο

H Πρόεδρος

T. TUPPURAINEN


(1)  ΕΕ C 251 της 18.7.2018, σ. 2.

(2)  ΕΕ C 227 της 28.6.2018, σ. 63.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 16ης Απριλίου 2019 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 2ας Δεκεμβρίου 2019.

(4)  Οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την τροποποίηση της οδηγίας 2002/92/ΕΚ και της οδηγίας 2011/61/ΕΕ (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 349).

(5)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 600/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 84).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/77/ΕΚ (EE L 331 της 15.12.2010, σ. 84).

(7)  Οδηγία 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα II) (ΕΕ L 335 της 17.12.2009, σ. 1).

(8)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, για τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/79/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 48).

(9)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 12).

(10)  Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοοικονομικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής (EE L 141 της 5.6.2015, σ. 73).