10.7.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 174/5


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2018/968 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 30ής Απριλίου 2018

για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1143/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τις εκτιμήσεις κινδύνου σε σχέση με τα χωροκατακτητικά ξένα είδη

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1143/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2014, για την πρόληψη και διαχείριση της εισαγωγής και εξάπλωσης χωροκατακτητικών ξένων ειδών (1), και ιδίως το άρθρο 5 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1143/2014, ενέκρινε τον κατάλογο χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος («ενωσιακός κατάλογος»), ο οποίος πρέπει να επικαιροποιείται τακτικά. Προϋπόθεση για τη συμπερίληψη νέων ειδών στον ενωσιακό κατάλογο είναι η διενέργεια εκτίμησης κινδύνου, όπως αναφέρεται στο άρθρο 5 του εν λόγω κανονισμού («εκτίμηση κινδύνου»). Το άρθρο 5 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1143/2014 προβλέπει, στα σημεία α) έως η), τα κοινά στοιχεία που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την εκτίμηση κινδύνου («τα κοινά στοιχεία»).

(2)

Τα κράτη μέλη μπορούν, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1143/2014, να υποβάλλουν αιτήματα εγγραφής χωροκατακτητικών ξένων ειδών στον ενωσιακό κατάλογο. Τα αιτήματα αυτά πρέπει να συνοδεύονται από την εκτίμηση κινδύνου. Υπάρχουν ήδη διάφορες μέθοδοι και πρωτόκολλα για τη διενέργεια εκτιμήσεων κινδύνου, που χρησιμοποιούνται και γίνονται σεβαστά εντός της επιστημονικής κοινότητας στον τομέα των βιολογικών εισβολών. Η αξία και η επιστημονική αρτιότητα των εν λόγω μεθόδων και πρωτοκόλλων θα πρέπει να αναγνωρίζονται. Για να χρησιμοποιούνται αποτελεσματικά οι υφιστάμενες γνώσεις, κάθε μέθοδος ή πρωτόκολλο που περιλαμβάνει τα κοινά στοιχεία πρέπει να γίνεται δεκτό για τη διενέργεια της εκτίμησης κινδύνου. Ωστόσο, για να εξασφαλιστεί ότι όλες οι αποφάσεις σχετικά με την εγγραφή ειδών στον ενωσιακό κατάλογο βασίζονται σε εκτιμήσεις κινδύνου εξίσου υψηλής ποιότητας και αξιοπιστίας και για να δοθούν κατευθύνσεις προς τους υπευθύνους για την εκτίμηση κινδύνου όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο διασφαλίζεται ότι τα κοινά στοιχεία λαμβάνονται δεόντως υπόψη, είναι αναγκαίο να καταρτιστεί λεπτομερής περιγραφή των κοινών στοιχείων και να καθοριστεί η μεθοδολογία που πρέπει να εφαρμόζεται κατά την εκτίμηση κινδύνου και την οποία πρέπει να τηρούν οι υφιστάμενες μέθοδοι και πρωτόκολλα.

(3)

Προκειμένου η εκτίμηση κινδύνου να συμβάλει στη στήριξη της λήψης αποφάσεων σε ενωσιακό επίπεδο, θα πρέπει να παρουσιάζει ενδιαφέρον για την Ένωση στο σύνολό της, εξαιρουμένων των εξόχως απόκεντρων περιοχών («περιοχή της εκτίμησης κινδύνου»).

(4)

Για να αποτελέσει η εκτίμηση κινδύνου αρραγή επιστημονική βάση και τεκμηριωμένο στοιχείο για τη στήριξη της διαδικασίας λήψης αποφάσεων, όλες οι πληροφορίες που περιέχονται σ' αυτή, μεταξύ άλλων σε σχέση με την ικανότητα εγκατάστασης και εξάπλωσης ενός είδους στο περιβάλλον, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 3 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1143/2014, θα πρέπει να βασίζεται στα βέλτιστα διαθέσιμα επιστημονικά στοιχεία. Αυτό το ζήτημα θα πρέπει να ρυθμίζεται στη μεθοδολογία που πρέπει να εφαρμόζεται στην εκτίμηση κινδύνου.

(5)

Τα χωροκατακτητικά ξένα είδη συνιστούν σοβαρή περιβαλλοντική απειλή, αλλά δεν έχουν μελετηθεί όλα τα είδη εξίσου διεξοδικά. Σε περίπτωση που ένα είδος δεν απαντά στην περιοχή της εκτίμησης κινδύνου ή απαντά μόνο σε μικρό αριθμό, ενδέχεται να μην υπάρχουν στοιχεία ή να υπάρχουν ελλιπή στοιχεία σχετικά με το συγκεκριμένο είδος. Μέχρι να αποκτηθεί πλήρης γνώση, το είδος μπορεί να έχει ήδη εισαχθεί ή εξαπλωθεί στην περιοχή της εκτίμησης κινδύνου. Ως εκ τούτου, η εκτίμηση κινδύνου πρέπει να είναι ικανή να λαμβάνει υπόψη την έλλειψη γνώσεων και πληροφοριών, καθώς και τον υψηλό βαθμό αβεβαιότητας όσον αφορά τις συνέπειες της εισαγωγής ή της εξάπλωσης του οικείου είδους.

(6)

Για να αποτελέσει η εκτίμηση κινδύνου κατάλληλη βάση για τη στήριξη της διαδικασίας λήψης αποφάσεων, πρέπει να υπόκειται σε αυστηρό έλεγχο της ποιότητας,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Εφαρμογή των κοινών στοιχείων

Λεπτομερής περιγραφή της εφαρμογής των κοινών στοιχείων που καθορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως η) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1143/2014 («τα κοινά στοιχεία») παρατίθεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Μεθοδολογία που πρέπει να εφαρμόζεται στην εκτίμηση κινδύνου

1.   Η εκτίμηση κινδύνου περιλαμβάνει τα κοινά στοιχεία, όπως ορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, και συμμορφώνεται με τη μεθοδολογία που καθορίζεται στο παρόν άρθρο. Η εκτίμηση κινδύνου μπορεί να βασίζεται σε οποιοδήποτε πρωτόκολλο ή μέθοδο, με την προϋπόθεση ότι πληρούνται όλες οι απαιτήσεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό και στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1143/2014.

2.   Η εκτίμηση κινδύνου καλύπτει το έδαφος της Ένωσης, εξαιρουμένων των εξόχως απόκεντρων περιοχών («η περιοχή της εκτίμησης κινδύνου»).

3.   Η εκτίμηση κινδύνου βασίζεται στα πλέον αξιόπιστα διαθέσιμα επιστημονικά στοιχεία, όπως στα πιο πρόσφατα αποτελέσματα της διεθνούς έρευνας, τα οποία υποστηρίζονται από παραπομπές σε επιστημονικές δημοσιεύσεις που έχουν αξιολογηθεί από ομοτίμους. Σε περίπτωση που δεν υπάρχουν επιστημονικές δημοσιεύσεις αξιολογημένες από ομοτίμους, ή αν οι πληροφορίες που παρέχονται σ' αυτές τις δημοσιεύσεις είναι ανεπαρκείς, ή προκειμένου να συμπληρωθούν οι πληροφορίες που έχουν συλλεχθεί, τα επιστημονικά στοιχεία μπορούν επίσης να περιλαμβάνουν άλλες δημοσιεύσεις, γνωμοδοτήσεις εμπειρογνωμόνων, πληροφορίες που συλλέγονται από τις αρχές των κρατών μελών, επίσημες κοινοποιήσεις και πληροφορίες από βάσεις δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που συλλέγονται μέσω της επιστήμης των πολιτών. Όλες οι πηγές πρέπει να συνοδεύονται από ρητή και τεκμηριωμένη αναφορά.

4.   Η μέθοδος ή το πρωτόκολλο που χρησιμοποιείται επιτρέπει την ολοκλήρωση της εκτίμησης κινδύνου, ακόμα και όταν δεν υπάρχουν πληροφορίες για ένα ορισμένο είδος ή όταν οι πληροφορίες για το είδος αυτό είναι ανεπαρκείς. Όταν υπάρχει έλλειψη στοιχείων, η εκτίμηση κινδύνου πρέπει να αναφέρει ρητώς το γεγονός αυτό, ώστε να μη μένει αναπάντητο κανένα ερώτημα που τίθεται στην εκτίμηση κινδύνου.

5.   Κάθε απάντηση που δίνεται στην εκτίμηση κινδύνου περιλαμβάνει εκτίμηση του βαθμού αβεβαιότητας ή εμπιστοσύνης που ενέχει η εν λόγω απάντηση, κάτι που αντανακλά την πιθανότητα οι απαιτούμενες πληροφορίες για την απάντηση να μην είναι διαθέσιμες ή να είναι ανεπαρκείς, ή το γεγονός ότι τα διαθέσιμα στοιχεία είναι αντιφατικά. Η εκτίμηση του βαθμού αβεβαιότητας ή εμπιστοσύνης που ενέχει η απάντηση βασίζεται σε τεκμηριωμένη μέθοδο ή πρωτόκολλο. Η εκτίμηση κινδύνου περιλαμβάνει αναφορά στην εν λόγω τεκμηριωμένη μέθοδο ή πρωτόκολλο.

6.   Η εκτίμηση κινδύνου περιλαμβάνει περίληψη των διαφόρων συστατικών στοιχείων της, καθώς και ένα γενικό συμπέρασμα, με σαφή και συνεκτική διατύπωση.

7.   Η διαδικασία ελέγχου της ποιότητας αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της εκτίμησης κινδύνου και περιλαμβάνει τουλάχιστον την επανεξέταση της εκτίμησης κινδύνου από δύο ομότιμους αξιολογητών. Η εκτίμηση κινδύνου περιλαμβάνει περιγραφή της διαδικασίας ελέγχου της ποιότητας.

8.   Ο/Οι συντάκτης/-ες της εκτίμησης κινδύνου και οι ομότιμοι αξιολογητές είναι ανεξάρτητοι και έχουν την κατάλληλη επιστημονική εμπειρογνωμοσύνη.

9.   Ο/Οι συντάκτης/-ες της εκτίμησης κινδύνου και οι ομότιμοι αξιολογητές δεν είναι συνδεδεμένοι με τον ίδιο φορέα.

Άρθρο 3

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 30 Απριλίου 2018.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 317 της 4.11.2014, σ. 35.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Λεπτομερής περιγραφή των κοινών στοιχείων

Τα κοινά στοιχεία

Λεπτομερής περιγραφή

Άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο α) — Περιγραφή των ειδών με την ταξινομική τους ταυτότητα, το ιστορικό τους, το φυσικό και το δυνητικό εύρος εξάπλωσής τους

1)

Η περιγραφή του είδους πρέπει να παρέχει επαρκείς πληροφορίες, ώστε να εξασφαλίζεται ότι η ταυτότητά του μπορεί να γίνει κατανοητή χωρίς αναφορά σε επιπλέον τεκμηρίωση.

2)

Το εύρος της εκτίμησης κινδύνου πρέπει να καθορίζεται σαφώς. Παρά το γεγονός ότι, κατά κανόνα, πρέπει να διενεργείται μία εκτίμηση αντικτύπου για κάθε ένα είδος, ενδέχεται να υπάρχουν περιπτώσεις όπου μπορεί να δικαιολογείται η διενέργεια μίας εκτίμησης αντικτύπου για περισσότερα από ένα είδη (π.χ. είδη που ανήκουν στο ίδιο γένος και έχουν συγκρίσιμα ή ταυτόσημα χαρακτηριστικά και επιπτώσεις). Πρέπει να αναφέρεται ρητώς αν η εκτίμηση κινδύνου καλύπτει περισσότερα από ένα είδη, ή αν αποκλείει ή περιλαμβάνει μόνο ορισμένα υποείδη, κατώτερες ταξινομικές βαθμίδες ζώων, υβρίδια, ποικιλίες ή φυλές (και σ' αυτήν την περίπτωση, ποια υποείδη, κατώτερες ταξινομικές βαθμίδες ζώων, υβρίδια, ποικιλίες ή φυλές). Κάθε τέτοια επιλογή πρέπει να είναι δεόντως αιτιολογημένη.

3)

Η περιγραφή της ταξινομικής ταυτότητας του είδους πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα ακόλουθα στοιχεία:

την ταξινομική οικογένεια, τάξη και ομοταξία στην οποία ανήκει το είδος,

την τρέχουσα επιστημονική ονομασία του είδους και το όνομα του επιστήμονα που έδωσε την εν λόγω ονομασία,

κατάλογο με τα πλέον κοινά συνώνυμα της τρέχουσας επιστημονικής ονομασίας,

τις εμπορικές ονομασίες,

κατάλογο με τα πλέον κοινά υποείδη, κατώτερες ταξινομικές βαθμίδες ζώων, υβρίδια, ποικιλίες ή φυλές,

πληροφορίες σχετικά με την ύπαρξη άλλων ειδών που παρουσιάζουν μεγάλη ομοιότητα:

άλλα ξένα είδη με παρόμοια χωροκατακτητικά χαρακτηριστικά, τα οποία πρέπει να αποφεύγονται ως υποκατάστατο είδος (στη συγκεκριμένη περίπτωση μπορεί να εξεταστεί το ενδεχόμενο να διενεργηθεί μία εκτίμηση κινδύνου για περισσότερα από ένα είδη· πρβλ. σημείο 2),

άλλα ξένα είδη χωρίς παρόμοια χωροκατακτητικά χαρακτηριστικά, τα οποία θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως δυνητικά υποκατάστατα είδη,

ιθαγενή είδη, ώστε να αποφεύγεται πιθανή εσφαλμένη ταυτοποίηση και εσφαλμένη στόχευση.

4)

Η περιγραφή του ιστορικού του είδους πρέπει να περιλαμβάνει το ιστορικό εισβολών του είδους, καθώς και πληροφορίες για τις χώρες όπου διαπιστώθηκε εισβολή (στην περιοχή της εκτίμησης κινδύνου και αλλού, κατά περίπτωση) και ένδειξη της χρονολογικής σειράς της εισαγωγής, της εγκατάστασης και της εξάπλωσης.

5)

Η περιγραφή του φυσικού και του δυνητικού εύρους εξάπλωσης του είδους πρέπει να περιλαμβάνει ένδειξη της ηπείρου ή του μέρους της ηπείρου, της κλιματικής ζώνης και του οικοτόπου όπου το είδος απαντά εκ φύσεως. Κατά περίπτωση, πρέπει να αναφέρεται αν το είδος θα μπορούσε να εξαπλωθεί με φυσικό τρόπο στην περιοχή της εκτίμησης κινδύνου.

Άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο β) — Περιγραφή των προτύπων και της δυναμικής αναπαραγωγής και εξάπλωσής τους, συμπεριλαμβανομένης εκτίμησης του κατά πόσον υφίστανται οι περιβαλλοντικές συνθήκες που απαιτούνται για την αναπαραγωγή και εξάπλωσή τους

1)

Οι περιγραφές των προτύπων και της δυναμικής της αναπαραγωγής και της εξάπλωσης πρέπει να περιλαμβάνουν στοιχεία σχετικά με τον κύκλο ζωής και τα χαρακτηριστικά της συμπεριφοράς του είδους, τα οποία να μπορούν να εξηγήσουν την ικανότητα εγκατάστασης και εξάπλωσης, όπως τη στρατηγική αναπαραγωγής και ανάπτυξης, την ικανότητα διασποράς, τη μακροβιότητα, τις περιβαλλοντικές και κλιματικές απαιτήσεις, τα ειδικά ή γενικά χαρακτηριστικά και άλλες σχετικές διαθέσιμες πληροφορίες.

2)

Η περιγραφή των προτύπων και της δυναμικής της αναπαραγωγής πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα ακόλουθα στοιχεία:

κατάλογο και περιγραφή των μηχανισμών αναπαραγωγής του είδους,

αξιολόγηση της ύπαρξης, στην περιοχή της εκτίμησης κινδύνου, κατάλληλων περιβαλλοντικών συνθηκών για την αναπαραγωγή του είδους,

ένδειξη των πολλαπλασιαστικών μονάδων του είδους (π.χ. αριθμός γαμετών, σπόρων, αυγών ή πολλαπλασιαστικών μονάδων, αριθμός αναπαραγωγικών κύκλων ανά έτος) για κάθε μηχανισμό αναπαραγωγής σε σχέση με τις περιβαλλοντικές συνθήκες στην περιοχή της εκτίμησης κινδύνου.

3)

Η περιγραφή των προτύπων και της δυναμικής της εξάπλωσης πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα ακόλουθα στοιχεία:

κατάλογο και περιγραφή των μηχανισμών εξάπλωσης του είδους,

αξιολόγηση της ύπαρξης, στην περιοχή της εκτίμησης κινδύνου, κατάλληλων περιβαλλοντικών συνθηκών για την εξάπλωση του είδους,

ένδειξη του ποσοστού κάθε μηχανισμού εξάπλωσης σε σχέση με τις περιβαλλοντικές συνθήκες στην περιοχή της εκτίμησης κινδύνου.

Άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο γ) — Περιγραφή των πιθανών διαδρομών εισαγωγής και εξάπλωσης των ειδών αυτών, εκούσιας και ακούσιας, συμπεριλαμβανομένων κατά περίπτωση των εμπορευμάτων με τα οποία συνδέονται κατά κανόνα τα εν λόγω είδη

1)

Πρέπει να εξετάζονται όλες οι σχετικές διαδρομές τόσο για την εισαγωγή όσο και για την εξάπλωση. Η ταξινόμηση των διαδρομών που έχουν καθοριστεί στη σύμβαση για τη βιολογική ποικιλομορφία (1) πρέπει να χρησιμοποιούνται ως βάση.

2)

Η περιγραφή των εκούσιων διαδρομών εισαγωγής πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα ακόλουθα στοιχεία:

κατάλογο και περιγραφή των διαδρομών με ένδειξη της σημασίας τους και των συνεπαγόμενων κινδύνων (π.χ. της πιθανότητας εισαγωγής στην περιοχή της εκτίμησης κινδύνου, με βάση τις εν λόγω διαδρομές· της πιθανότητας επιβίωσης, αναπαραγωγής ή αύξησης κατά τη διάρκεια της μεταφοράς και της αποθήκευσης· της ικανότητας και της πιθανότητας μεταφοράς από τις εν λόγω διαδρομές σε κατάλληλο οικότοπο ή ξενιστή), καθώς και, όπου είναι δυνατόν, λεπτομέρειες για τα συγκεκριμένα αρχικά και τελικά σημεία των διαδρομών,

ένδειξη των πολλαπλασιαστικών μονάδων (π.χ. του εκτιμώμενου όγκου ή αριθμού των δειγμάτων, ή της συχνότητας διέλευσης μέσω αυτών των διαδρομών), συμπεριλαμβανομένης της πιθανότητας εκ νέου εισβολής έπειτα από εξάλειψη.

3)

Η περιγραφή των ακούσιων διαδρομών εισαγωγής πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα ακόλουθα στοιχεία:

κατάλογο και περιγραφή των διαδρομών με ένδειξη της σημασίας τους και των συνεπαγόμενων κινδύνων (π.χ. της πιθανότητας εισαγωγής στην περιοχή της εκτίμησης κινδύνου, με βάση τις εν λόγω διαδρομές· της πιθανότητας επιβίωσης, αναπαραγωγής ή αύξησης κατά τη διάρκεια της μεταφοράς και της αποθήκευσης· της πιθανότητας μη εντοπισμού στο σημείο εισόδου· της ικανότητας και της πιθανότητας μεταφοράς από τις εν λόγω διαδρομές σε κατάλληλο οικότοπο ή ξενιστή), καθώς και, όπου είναι δυνατόν, λεπτομέρειες για τα συγκεκριμένα αρχικά και τελικά σημεία των διαδρομών,

ένδειξη των πολλαπλασιαστικών μονάδων (π.χ. του εκτιμώμενου όγκου ή αριθμού των δειγμάτων, ή της συχνότητας διέλευσης μέσω αυτών των διαδρομών), συμπεριλαμβανομένης της πιθανότητας εκ νέου εισβολής έπειτα από εξάλειψη.

4)

Η περιγραφή των εμπορευμάτων με τα οποία συνδέεται κατά κανόνα η εισαγωγή του είδους πρέπει να περιλαμβάνει κατάλογο και περιγραφή των εμπορευμάτων με αναφορά των συνεπαγόμενων κινδύνων (π.χ. τον όγκο των εμπορικών ροών· την πιθανότητα το εμπόρευμα να έχει επιμολυνθεί ή να λειτουργεί ως φορέας).

5)

Η περιγραφή των εκούσιων διαδρομών εξάπλωσης πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα ακόλουθα στοιχεία:

κατάλογο και περιγραφή των διαδρομών με ένδειξη της σημασίας τους και των συνεπαγόμενων κινδύνων (π.χ. της πιθανότητας εξάπλωσης εντός της περιοχής της εκτίμησης κινδύνου, με βάση τις εν λόγω διαδρομές· της πιθανότητας επιβίωσης, αναπαραγωγής ή αύξησης κατά τη διάρκεια της μεταφοράς και της αποθήκευσης· της ικανότητας και της πιθανότητας μεταφοράς από τις εν λόγω διαδρομές σε κατάλληλο οικότοπο ή ξενιστή), καθώς και, όπου είναι δυνατόν, λεπτομέρειες για τα συγκεκριμένα αρχικά και τελικά σημεία των διαδρομών,

ένδειξη των πολλαπλασιαστικών μονάδων (π.χ. του εκτιμώμενου όγκου ή αριθμού των δειγμάτων, ή της συχνότητας διέλευσης μέσω αυτών των διαδρομών), συμπεριλαμβανομένης της πιθανότητας εκ νέου εισβολής έπειτα από εξάλειψη.

6)

Η περιγραφή των ακούσιων διαδρομών εξάπλωσης πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα ακόλουθα στοιχεία:

κατάλογο και περιγραφή των διαδρομών με ένδειξη της σημασίας τους και των συνεπαγόμενων κινδύνων (π.χ. της πιθανότητας εξάπλωσης εντός της περιοχής της εκτίμησης κινδύνου, με βάση τις εν λόγω διαδρομές· της πιθανότητας επιβίωσης, αναπαραγωγής ή αύξησης κατά τη διάρκεια της μεταφοράς και της αποθήκευσης· της ευχέρειας εντοπισμού· της ικανότητας και της πιθανότητας μεταφοράς από τις εν λόγω διαδρομές σε κατάλληλο οικότοπο ή ξενιστή), καθώς και, όπου είναι δυνατόν, λεπτομέρειες για τα συγκεκριμένα αρχικά και τελικά σημεία των διαδρομών,

ένδειξη των πολλαπλασιαστικών μονάδων (π.χ. του εκτιμώμενου όγκου ή αριθμού των δειγμάτων, ή της συχνότητας διέλευσης μέσω αυτών των διαδρομών), συμπεριλαμβανομένης της πιθανότητας εκ νέου εισβολής έπειτα από εξάλειψη.

7)

Η περιγραφή των εμπορευμάτων με τα οποία συνδέεται κατά κανόνα η εξάπλωση του είδους πρέπει να περιλαμβάνει κατάλογο και περιγραφή των εμπορευμάτων με αναφορά των συνεπαγόμενων κινδύνων (π.χ. τον όγκο των εμπορικών ροών· την πιθανότητα το εμπόρευμα να έχει επιμολυνθεί ή να λειτουργεί ως φορέας).

Άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο δ) — Ενδελεχής εκτίμηση του κινδύνου εισαγωγής, εγκατάστασης και εξάπλωσης στις σχετικές βιογεωγραφικές περιοχές υπό τις παρούσες συνθήκες και υπό προβλέψιμες συνθήκες κλιματικής αλλαγής

1)

Η ενδελεχής εκτίμηση πρέπει να παρέχει διαφωτιστικές πληροφορίες σχετικά με τους κινδύνους που συνεπάγεται η εισαγωγή, η εγκατάσταση και η εξάπλωση ενός είδους εντός των σχετικών βιογεωγραφικών περιοχών στην περιοχή της εκτίμησης κινδύνου, πληροφορίες οι οποίες εξηγούν τον τρόπο με τον οποίο οι προβλέψιμες συνθήκες κλιματικής αλλαγής θα επηρεάσουν τους εν λόγω κινδύνους.

2)

Η ενδελεχής εκτίμηση των εν λόγω κινδύνων δεν είναι υποχρεωτικό να περιλαμβάνει πλήρη σειρά προσομοιώσεων με βάση διαφορετικά σενάρια κλιματικής αλλαγής, στον βαθμό που παρέχεται εκτίμηση της πιθανής εισαγωγής, εγκατάστασης και εξάπλωσης εντός μεσοπρόθεσμου σεναρίου (π.χ. 30-50 ετών) με σαφή εξήγηση των παραδοχών.

3)

Οι κίνδυνοι για τους οποίους γίνεται λόγος στο σημείο 1) μπορούν, για παράδειγμα, να περιγράφονται με τους όρους «πιθανότητα» ή «ποσοστό».

Άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο ε) — Περιγραφή της τρέχουσας κατανομής του χωροκατακτητικού ξένου είδους, συμπεριλαμβανομένου του κατά πόσον το εν λόγω είδος είναι ήδη παρόν στην Ένωση ή σε γειτονικές χώρες και πρόβλεψη της πιθανής μελλοντικής κατανομής του

1)

Η περιγραφή της τρέχουσας κατανομής στην περιοχή της εκτίμησης κινδύνου ή σε γειτονικές χώρες πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα ακόλουθα στοιχεία:

κατάλογο βιογεωγραφικών περιοχών ή θαλάσσιων υποπεριοχών στην περιοχή της εκτίμησης κινδύνου, όπου το είδος απαντά και έχει εγκατασταθεί,

το τρέχον καθεστώς εγκατάστασης του είδους σε κάθε κράτος μέλος και, κατά περίπτωση, στις γειτονικές χώρες.

2)

Η προβολή της πιθανής μελλοντικής κατανομής στην περιοχή της εκτίμησης κινδύνου ή σε γειτονικές χώρες πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα ακόλουθα στοιχεία:

κατάλογο βιογεωγραφικών περιοχών ή θαλάσσιων υποπεριοχών στην περιοχή της εκτίμησης κινδύνου, όπου το είδος θα μπορούσε να εγκατασταθεί, ιδίως υπό προβλέψιμες συνθήκες κλιματικής αλλαγής,

κατάλογο των κρατών μελών και, κατά περίπτωση, των γειτονικών χωρών, όπου το είδος θα μπορούσε να εγκατασταθεί, ιδίως υπό προβλέψιμες συνθήκες κλιματικής αλλαγής.

Άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο στ) — Περιγραφή των δυσμενών επιπτώσεων στη βιοποικιλότητα και στις σχετικές οικοσυστημικές υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων των επιπτώσεων στα ιθαγενή είδη, στις προστατευόμενες περιοχές, στους απειλούμενους οικοτόπους, καθώς επίσης και στην υγεία του ανθρώπου, στην ασφάλεια και στην οικονομία, με εκτίμηση της πιθανότητας μελλοντικών επιπτώσεων λαμβανομένης υπόψη της διαθέσιμης επιστημονικής γνώσης

1)

Στην περιγραφή πρέπει να γίνεται διάκριση μεταξύ του γνωστού αντικτύπου και του δυνητικού μελλοντικού αντικτύπου στη βιοποικιλότητα και τις συναφείς οικοσυστημικές υπηρεσίες. Ο γνωστός αντίκτυπος πρέπει να περιγράφεται για την περιοχή της εκτίμησης κινδύνου και, κατά περίπτωση, για τρίτες χώρες (π.χ. με παρόμοιες οικοκλιματικές συνθήκες). Ο δυνητικός μελλοντικός αντίκτυπος πρέπει να εκτιμάται μόνο για την περιοχή της εκτίμησης κινδύνου.

2)

Η περιγραφή του γνωστού αντικτύπου και η εκτίμηση του δυνητικού μελλοντικού αντικτύπου πρέπει να βασίζονται στα βέλτιστα διαθέσιμα ποσοτικά ή ποιοτικά στοιχεία. Το μέγεθος του αντικτύπου πρέπει να βαθμολογείται ή να ταξινομείται με άλλον τρόπο. Ο αντίκτυπος του συστήματος βαθμολόγησης ή ταξινόμησης πρέπει να περιλαμβάνει αναφορά στη βασική δημοσίευση.

3)

Η περιγραφή του γνωστού αντικτύπου και η εκτίμηση του δυνητικού μελλοντικού αντικτύπου στη βιοποικιλότητα πρέπει να περιλαμβάνει αναφορά σε όλα τα ακόλουθα στοιχεία:

τις διάφορες βιογεωγραφικές περιοχές ή θαλάσσιες υποπεριοχές όπου το είδος θα μπορούσε να εγκατασταθεί,

τα ιθαγενή είδη που επηρεάζονται, συμπεριλαμβανομένων των ειδών που περιλαμβάνονται στον Κόκκινο Κατάλογο της IUCN και των ειδών που παρατίθενται στα παραρτήματα της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου (2), καθώς και των ειδών που καλύπτονται από την οδηγία 2009/147/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3),

στους οικοτόπους που επηρεάζονται, συμπεριλαμβανομένων των οικοτόπων που περιλαμβάνονται στον Κόκκινο Κατάλογο της IUCN και των οικοτόπων που παρατίθενται στα παραρτήματα της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ,

τις προστατευόμενες περιοχές που επηρεάζονται,

τα χημικά, φυσικά ή διαρθρωτικά χαρακτηριστικά που επηρεάζονται και τη λειτουργία των οικοσυστημάτων,

την επηρεαζόμενη οικολογική κατάσταση των υδάτινων οικοσυστημάτων ή την επηρεαζόμενη περιβαλλοντική κατάσταση των θαλάσσιων υδάτων.

4)

Η περιγραφή του γνωστού αντικτύπου και η εκτίμηση του δυνητικού μελλοντικού αντικτύπου στις σχετικές οικοσυστημικές υπηρεσίες πρέπει να περιλαμβάνει αναφορά σε όλα τα ακόλουθα στοιχεία:

στις υπηρεσίες εφοδιασμού,

στις υπηρεσίες ρύθμισης,

στις πολιτιστικές υπηρεσίες.

5)

Η περιγραφή του γνωστού αντικτύπου και η εκτίμηση του δυνητικού μελλοντικού αντικτύπου στην υγεία του ανθρώπου, στην ασφάλεια και στην οικονομία πρέπει, κατά περίπτωση, να περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τα εξής:

ασθένειες, αλλεργίες ή άλλες παθήσεις του ανθρώπου οι οποίες μπορεί να προέρχονται άμεσα ή έμμεσα από κάποιο είδος,

ζημίες που προκαλούνται άμεσα ή έμμεσα από κάποιο είδος με συνέπειες για την ασφάλεια των προσώπων, την ιδιοκτησία ή τις υποδομές,

την άμεση ή έμμεση διατάραξη ή άλλες επιπτώσεις σε οικονομική ή κοινωνική δραστηριότητα λόγω της παρουσίας κάποιου είδους.

Άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) — Εκτίμηση του δυνητικού κόστους των ζημιών

1)

Η εκτίμηση, σε χρηματικούς ή άλλους όρους, του δυνητικού κόστους της ζημίας στη βιοποικιλότητα και τις οικοσυστημικές υπηρεσίες πρέπει να περιγράφει το εν λόγω κόστος ποσοτικά και/ή ποιοτικά, ανάλογα με τις διαθέσιμες πληροφορίες. Αν οι διαθέσιμες πληροφορίες δεν επαρκούν για να εκτιμηθεί το κόστος για τη συνολική περιοχή της εκτίμησης κινδύνου, πρέπει να χρησιμοποιηθούν ποιοτικά δεδομένα ή διάφορες μελέτες περιπτώσεων από ολόκληρη την Ένωση ή από τρίτες χώρες, κατά περίπτωση.

2)

Η εκτίμηση του δυνητικού κόστους της ζημίας στην υγεία του ανθρώπου, στην ασφάλεια και στην οικονομία πρέπει να περιγράφει το εν λόγω κόστος ποσοτικά και/ή ποιοτικά, ανάλογα με τις διαθέσιμες πληροφορίες. Αν οι διαθέσιμες πληροφορίες δεν επαρκούν για να εκτιμηθεί το κόστος για τη συνολική περιοχή της εκτίμησης κινδύνου, πρέπει να χρησιμοποιηθούν ποιοτικά δεδομένα ή διάφορες μελέτες περιπτώσεων από ολόκληρη την Ένωση ή από τρίτες χώρες, κατά περίπτωση.

Άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο η) — Περιγραφή των γνωστών χρήσεων και των κοινωνικοοικονομικών οφελών που προκύπτουν από αυτές τις χρήσεις

1)

Η περιγραφή των γνωστών χρήσεων του είδους πρέπει να περιλαμβάνει κατάλογο και περιγραφή των γνωστών χρήσεων στην Ένωση και αλλού, κατά περίπτωση.

2)

Η περιγραφή των κοινωνικών και των οικονομικών οφελών που προκύπτουν από τις γνωστές χρήσεις του είδους πρέπει να περιλαμβάνει περιγραφή της περιβαλλοντικής, κοινωνικής και οικονομικής σημασίας κάθε μίας τέτοιας χρήσης, καθώς και ένδειξη των συνδεδεμένων δικαιούχων, ποσοτικά και/ή ποιοτικά, ανάλογα με τις διαθέσιμες πληροφορίες. Αν οι διαθέσιμες πληροφορίες δεν επαρκούν για να περιγραφούν τα εν λόγω οφέλη για τη συνολική περιοχή της εκτίμησης κινδύνου, πρέπει να χρησιμοποιηθούν ποιοτικά δεδομένα ή διάφορες μελέτες περιπτώσεων από ολόκληρη την Ένωση ή από τρίτες χώρες, κατά περίπτωση.


(1)  UNEP/CBD/SBSTTA/18/9/Add.1. — Οι παραπομπές στην ταξινόμηση των διαδρομών που έχουν καθοριστεί στη σύμβαση για τη βιολογική ποικιλομορφία νοούνται ως παραπομπές στην τελευταία τροποποιημένη έκδοση της εν λόγω ταξινόμησης.

(2)  Οδηγία 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1992, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας (ΕΕ L 206 της 22.7.1992, σ. 7).

(3)  Οδηγία 2009/147/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών (ΕΕ L 20 της 26.1.2010, σ. 7).