31.3.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 87/449


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2017/590 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 28ης Ιουλίου 2016

για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για την αναφορά των συναλλαγών στις αρμόδιες αρχές

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 600/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (1), και ιδίως το άρθρο 26 παράγραφος 9,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

για τους σκοπούς της αποτελεσματικής ανάλυσης των δεδομένων από τις αρμόδιες αρχές, θα πρέπει να υπάρχει συνοχή όσον αφορά τα πρότυπα και τους μορφότυπους που χρησιμοποιούνται κατά την αναφορά των συναλλαγών.

(2)

Δεδομένων των πρακτικών της αγοράς, της εποπτικής εμπειρίας και των εξελίξεων στην αγορά, η έννοια της συναλλαγής για σκοπούς αναφοράς θα πρέπει να είναι ευρεία. Θα πρέπει να καλύπτει αγορές και πωλήσεις μέσων προς αναφορά, καθώς και άλλες περιπτώσεις απόκτησης ή διάθεσης μέσων προς αναφορά, καθώς αυτά μπορεί επίσης να εγείρουν ανησυχίες κατάχρησης της αγοράς. Επιπλέον, οι μεταβολές στο ονομαστικό ποσό μπορεί να εγείρουν ανησυχίες σχετικά με πιθανή κατάχρηση της αγοράς, καθώς είναι παρόμοιου χαρακτήρα με τις πρόσθετες συναλλαγές αγοράς ή πώλησης. Προκειμένου οι αρμόδιες αρχές να κάνουν διάκριση των εν λόγω μεταβολών από άλλες αγορές ή πωλήσεις, θα πρέπει να αναφέρονται ρητά πληροφορίες για τις εν λόγω μεταβολές στις αναφορές συναλλαγών.

(3)

Η έννοια της συναλλαγής δεν θα πρέπει να περιλαμβάνει πράξεις ή συμβάντα τα οποία δεν χρειάζεται να αναφέρονται σε αρμόδιες αρχές για σκοπούς επιτήρησης της αγοράς. Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι πληροφορίες για τις εν λόγω πράξεις και συμβάντα δεν περιλαμβάνονται σε αναφορές συναλλαγών, θα πρέπει να εξαιρούνται ρητά από την έννοια της συναλλαγής.

(4)

Προκειμένου να διευκρινιστεί ποιες επιχειρήσεις επενδύσεων οφείλουν να αναφέρουν συναλλαγές, θα πρέπει να καθορίζονται οι δραστηριότητες ή οι υπηρεσίες που οδηγούν σε συναλλαγή. Παρομοίως, μια επιχείρηση επενδύσεων θα πρέπει να θεωρείται ότι εκτελεί συναλλαγή όταν παρέχει υπηρεσία ή ασκεί δραστηριότητα που αναφέρεται στα σημεία 1, 2 και 3 του τμήματος Α του παραρτήματος I της οδηγίας 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2), λαμβάνει την απόφαση επένδυσης σύμφωνα με εντολή που δίδεται από πελάτη υπό καθεστώς διακριτικής ευχέρειας ή μεταβιβάζει χρηματοπιστωτικά μέσα προς ή από λογαριασμούς, εφόσον, σε κάθε περίπτωση οι εν λόγω υπηρεσίες ή δραστηριότητες έχουν οδηγήσει σε συναλλαγή. Ωστόσο, σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, οι επιχειρήσεις επενδύσεων οι οποίες θεωρείται ότι έχουν διαβιβάσει εντολές που καταλήγουν σε συναλλαγές δεν θα πρέπει να θεωρείται ότι έχουν εκτελέσει τις εν λόγω συναλλαγές.

(5)

Προκειμένου να αποφευχθεί η μη αναφορά ή η διπλή αναφορά από επιχειρήσεις επενδύσεων που διαβιβάζουν εντολές μεταξύ τους, η επιχείρηση επενδύσεων που σκοπεύει να διαβιβάσει την εντολή θα πρέπει να συμφωνήσει με την επιχείρηση που λαμβάνει την εντολή εάν η λαμβάνουσα επιχείρηση θα αναφέρει όλες τις λεπτομέρειες της προκύπτουσας συναλλαγής ή θα διαβιβάσει την εντολή σε άλλη επιχείρηση επενδύσεων. Ελλείψει συμφωνίας, η εντολή θα πρέπει να θεωρείται ότι δεν έχει διαβιβαστεί και κάθε επιχείρηση επενδύσεων θα πρέπει να υποβάλει τη δική της αναφορά συναλλαγής η οποία θα περιέχει [όλες] τις λεπτομέρειες που αφορούν τη συναλλαγή που αναφέρεται από κάθε επιχείρηση επενδύσεων. Επιπλέον, οι λεπτομέρειες που συνδέονται με την εντολή προς διαβίβαση μεταξύ επιχειρήσεων θα πρέπει να καθορίζονται προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν συναφείς, ακριβείς και πλήρεις πληροφορίες.

(6)

Προκειμένου να διασφαλιστεί ο ακριβής και αποτελεσματικός προσδιορισμός των επιχειρήσεων επενδύσεων που είναι υπεύθυνες για την εκτέλεση συναλλαγών, οι εν λόγω επιχειρήσεις θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι έχουν ταυτοποιηθεί στην αναφορά συναλλαγής που υποβάλλεται σύμφωνα με την υποχρέωσή τους να αναφέρουν τις συναλλαγές χρησιμοποιώντας αναγνωριστικούς κωδικούς νομικής οντότητας (LEI) οι οποίοι έχουν επικυρωθεί, εκδοθεί και ανανεωθεί δεόντως.

(7)

Προκειμένου να διασφαλιστεί ο συνεπής και αξιόπιστος προσδιορισμός των φυσικών προσώπων που επισημαίνονται στις αναφορές συναλλαγών, θα πρέπει να προσδιορίζονται μέσω ενός συνδυασμού της χώρας της ιθαγένειάς τους και αναγνωριστικών κωδικών που έχουν εκχωρηθεί από τη χώρα της ιθαγένειας των εν λόγω προσώπων. Όταν οι εν λόγω αναγνωριστικοί κωδικοί δεν είναι διαθέσιμοι, τα φυσικά πρόσωπα θα πρέπει να προσδιορίζονται με αναγνωριστικούς κωδικούς οι οποίοι έχουν δημιουργηθεί από τον συνδυασμό της ημερομηνίας γέννησής τους και του ονοματεπώνυμού τους.

(8)

Προκειμένου να διευκολυνθεί η εποπτεία της αγοράς, ο αναγνωριστικός κωδικός πελάτη θα πρέπει να είναι συνεπής, μοναδικός και ισχυρός. Οι αναφορές συναλλαγών θα πρέπει επομένως να περιλαμβάνουν το πλήρες όνομα και την ημερομηνία γέννησης πελατών οι οποίοι είναι φυσικά πρόσωπα και να προσδιορίζουν πελάτες οι οποίοι είναι νομικές οντότητες βάσει των LEI τους.

(9)

Τα πρόσωπα ή οι αλγόριθμοι υπολογιστή οι οποίοι λαμβάνουν επενδυτικές αποφάσεις μπορεί να ευθύνονται για κατάχρηση της αγοράς. Ως εκ τούτου, προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική εποπτεία της αγοράς, όταν λαμβάνονται επενδυτικές αποφάσεις από πρόσωπο άλλο πέραν του πελάτη ή από αλγόριθμο υπολογιστή, το πρόσωπο ή ο αλγόριθμος θα πρέπει να προσδιορίζονται στην αναφορά συναλλαγής μέσω μοναδικών, ισχυρών και συνεπών αναγνωριστικών κωδικών. Όταν περισσότερα από ένα πρόσωπα σε μια επιχείρηση επενδύσεων λαμβάνουν την επενδυτική απόφαση, το πρόσωπο που αναλαμβάνει την πρωταρχική ευθύνη θα πρέπει να προσδιορίζεται στην αναφορά.

(10)

Τα πρόσωπα ή οι αλγόριθμοι υπολογιστών που είναι υπεύθυνα για τον προσδιορισμό του χώρου πρόσβασης ή μιας επιχείρησης επενδύσεων στην οποία θα διαβιβαστούν οι εντολές ή άλλων συνθηκών που σχετίζονται με την εκτέλεση της εντολής, μπορεί επομένως να ευθύνονται για κατάχρηση της αγοράς. Ως εκ τούτου, προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική εποπτεία της αγοράς, ένα πρόσωπο ή αλγόριθμος υπολογιστή στο πλαίσιο μιας επιχείρησης επενδύσεων, ο οποίος είναι υπεύθυνος για τις εν λόγω δραστηριότητες, θα πρέπει να προσδιορίζεται στην αναφορά συναλλαγής. Όταν εμπλέκονται και πρόσωπο και αλγόριθμος υπολογιστή, ή όταν εμπλέκονται περισσότερα από ένα πρόσωπα ή αλγόριθμοι, η επιχείρηση επενδύσεων θα πρέπει να προσδιορίζει, σε συνεχή βάση και σύμφωνα με προκαθορισμένα κριτήρια, ποιο πρόσωπο ή αλγόριθμος έχει την πρωταρχική ευθύνη για τις εν λόγω δραστηριότητες.

(11)

Προκειμένου να επιτραπεί η αποτελεσματική παρακολούθηση της αγοράς, οι αναφορές συναλλαγών θα πρέπει να αποκλείουν ρητές πληροφορίες για οποιαδήποτε αλλαγή στη θέση μιας επιχείρησης επενδύσεων ή πελάτη της, η οποία οφείλεται σε συναλλαγή προς αναφορά κατά τη στιγμή διενέργειας της εν λόγω συναλλαγής. Οι επιχειρήσεις επενδύσεων θα πρέπει επομένως να αναφέρουν με συνέπεια τα σχετικά πεδία σε μια μεμονωμένη αναφορά συναλλαγής, και θα πρέπει να αναφέρουν μια συναλλαγή ή διαφορετικά σκέλη μιας συναλλαγής κατά τρόπο ώστε οι αναφορές τους, συλλογικά, να παρέχουν σαφή συνολική εικόνα η οποία αντικατοπτρίζει με ακρίβεια τις μεταβολές θέσης.

(12)

Οι συναλλαγές ανοικτών πωλήσεων θα πρέπει να επισημαίνονται ρητά, ανεξάρτητα από το εάν οι εν λόγω συναλλαγές συνιστούν πλήρη ή μερική συναλλαγή ανοικτής πώλησης.

(13)

Η αποτελεσματική εποπτεία της αγοράς στην περίπτωση συναλλαγής σε συνδυασμό χρηματοπιστωτικών μέσων παρουσιάζει ιδιαίτερες προκλήσεις όσον αφορά την εποπτεία της αγοράς. Η αρμόδια αρχή πρέπει να έχει συνολική άποψη και να είναι σε θέση να εξετάζει ξεχωριστά τη συναλλαγή σε σχέση με κάθε χρηματοπιστωτικό μέσο το οποίο αποτελεί μέρος συναλλαγής στην οποία εμπλέκονται περισσότερα από ένα χρηματοπιστωτικά μέσα. Ως εκ τούτου, οι επιχειρήσεις επενδύσεων οι οποίες εκτελούν συναλλαγές σε συνδυασμό χρηματοπιστωτικών μέσων θα πρέπει να αναφέρουν τη συναλλαγή για κάθε χρηματοπιστωτικό μέσο ξεχωριστά και να συνδέουν τις εν λόγω αναφορές με αναγνωριστικό κωδικό ο οποίος θα είναι μοναδικός σε επίπεδο επιχείρησης όσον αφορά την ομάδα αναφορών συναλλαγών που σχετίζονται με τη συγκεκριμένη εκτέλεση.

(14)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα της εποπτείας που ασκούν τα νομικά πρόσωπα όσον αφορά την κατάχρηση της αγοράς, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι αναπτύσσονται, αποδίδονται και διατηρούνται LEI σύμφωνα με διεθνώς καθορισμένες αρχές, ώστε να διασφαλίζεται ο συνεπής και με μοναδικό τρόπο προσδιορισμός των νομικών προσώπων. Οι επιχειρήσεις επενδύσεων θα πρέπει να λαμβάνουν LEI από τους πελάτες τους πριν από την παροχή υπηρεσιών οι οποίες θα ενεργοποιήσουν υποχρεώσεις αναφοράς σε σχέση με συναλλαγές που διενεργούνται για λογαριασμό των εν λόγω πελατών και να χρησιμοποιούν τα LEI αυτά στις αναφορές συναλλαγών τους.

(15)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική και αποδοτική παρακολούθηση της αγοράς, οι αναφορές συναλλαγών θα πρέπει να υποβάλλονται μόνο μία φορά και σε μία αρμόδια αρχή η οποία μπορεί να τις δρομολογήσει σε άλλες σχετικές αρμόδιες αρχές. Ως εκ τούτου, όταν μια επιχείρηση επενδύσεων εκτελεί μια συναλλαγή, θα πρέπει να υποβάλει την αναφορά στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής της επιχείρησης επενδύσεων ανεξάρτητα από το εάν εμπλέκεται υποκατάστημα ή από το εάν η αναφέρουσα επιχείρηση εκτέλεσε τη συναλλαγή μέσω υποκαταστήματος σε άλλο κράτος μέλος. Επιπλέον, όταν εκτελείται μια συναλλαγή εν όλω ή εν μέρει μέσω υποκαταστήματος μιας επιχείρησης επενδύσεων που βρίσκεται σε άλλο κράτος μέλος, η αναφορά θα πρέπει να υποβάλλεται μόνο μία φορά στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής της επιχείρησης επενδύσεων, εκτός εάν έχει συμφωνηθεί διαφορετικά από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής και του κράτους μέλους υποδοχής. Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής μπορούν να ασκούν εποπτεία στις υπηρεσίες που παρέχονται από υποκαταστήματα στην επικράτειά τους, πρέπει να λαμβάνουν αναφορές συναλλαγών των δραστηριοτήτων των υποκαταστημάτων. Για τον λόγο αυτόν, και προκειμένου να δρομολογηθούν οι αναφορές συναλλαγών σε όλες τις σχετικές αρμόδιες αρχές για τα υποκαταστήματα που συμμετέχουν στις εν λόγω συναλλαγές, είναι απαραίτητο να περιλαμβάνονται αναλυτικά δεδομένα για τη δραστηριότητα του υποκαταστήματος στις αναφορές.

(16)

Η πληρότητα και η ακρίβεια των δεδομένων γνωστοποίησης συναλλαγών είναι απαραίτητη για την εποπτεία της κατάχρησης της αγοράς. Ως εκ τούτου, οι τόποι διαπραγμάτευσης και οι επιχειρήσεις επενδύσεων θα πρέπει να διαθέτουν μεθόδους και μηχανισμούς που να διασφαλίζουν ότι οι αναφορές συναλλαγών που υποβάλλονται στις αρμόδιες αρχές είναι πλήρεις και ακριβείς. Οι εγκεκριμένοι μηχανισμοί γνωστοποίησης συναλλαγών (Ε.ΜΗ.ΓΝΩ.ΣΥ.) δεν θα πρέπει να καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό, καθώς υπόκεινται σε δικό τους ειδικό καθεστώς το οποίο ορίζεται στον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2017/571 της Επιτροπής (3) και έχουν ανάλογες απαιτήσεις για τη διασφάλιση της πληρότητας και της ακρίβειας των δεδομένων.

(17)

Προκειμένου να μπορεί να παρακολουθεί τις ακυρώσεις ή τις διορθώσεις, η επιχείρηση επενδύσεων θα πρέπει να διατηρεί τις λεπτομέρειες των διορθώσεων και ακυρώσεων που της υποβάλλει ο Ε.ΜΗ.ΓΝΩ.ΣΥ. σε περίπτωση που ο Ε.ΜΗ.ΓΝΩ.ΣΥ., σύμφωνα με τις οδηγίες της επιχείρησης επενδύσεων, ακυρώσει ή διορθώσει μια αναφορά συναλλαγής που έχει υποβληθεί για λογαριασμό μιας επιχείρησης επενδύσεων.

(18)

Ο προσδιορισμός της σημαντικότερης αγοράς από άποψη ρευστότητας επιτρέπει τη δρομολόγηση των αναφορών συναλλαγών σε άλλες αρμόδιες αρχές και διευκολύνει τους επενδυτές να προσδιορίσουν τις αρμόδιες αρχές στις οποίες πρέπει να αναφέρουν τις αρνητικές θέσεις τους σύμφωνα με τα άρθρα 5, 7 και 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 236/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4). Οι κανόνες για τον προσδιορισμό της συναφούς αρμόδιας αρχής δυνάμει της οδηγίας 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5) έχουν λειτουργήσει αποτελεσματικά για τα περισσότερα χρηματοπιστωτικά μέσα και επομένως πρέπει να παραμείνουν αμετάβλητοι. Ωστόσο, θα πρέπει να θεσπιστούν νέοι κανόνες, ιδίως για τα μέσα που δεν καλύπτονται από την οδηγία 2004/39/ΕΚ, δηλαδή για χρεωστικούς τίτλους που εκδίδονται από οντότητα τρίτης χώρας, δικαιώματα εκπομπής ρύπων και παράγωγα για τα οποία το άμεσο υποκείμενο μέσο δεν διαθέτει παγκόσμιο αναγνωριστικό κωδικό, ή είναι καλάθι ή δείκτης εκτός ΕΟΧ.

(19)

Για λόγους συνέπειας και προκειμένου να διασφαλιστεί η ομαλή λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών, είναι αναγκαίο οι διατάξεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό και εκείνες που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 600/2014 να εφαρμόζονται από την ίδια ημερομηνία.

(20)

Ο παρών κανονισμός βασίζεται στα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που υπέβαλε η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ) στην Επιτροπή.

(21)

Η ΕΑΚΑΑ διενήργησε ανοικτές δημόσιες διαβουλεύσεις σχετικά με τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στα οποία βασίζεται ο παρών κανονισμός, προέβη σε ανάλυση του δυνητικού σχετικού κόστους και οφέλους και ζήτησε τη γνώμη της ομάδας συμφεροντούχων κινητών αξιών και αγορών, που έχει συσταθεί σύμφωνα με το άρθρο 37 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Πρότυπα και μορφότυποι δεδομένων για την αναφορά συναλλαγών

Μια αναφορά συναλλαγής περιλαμβάνει όλες τις λεπτομέρειες που αναφέρονται στον πίνακα 2 του παραρτήματος I, οι οποίες αφορούν τα οικεία χρηματοπιστωτικά μέσα. Όλες οι λεπτομέρειες που πρέπει να συμπεριλαμβάνονται σε αναφορές συναλλαγών υποβάλλονται σύμφωνα με τα πρότυπα και τους μορφοτύπους που καθορίζονται στον πίνακα 2 του παραρτήματος I, σε ηλεκτρονική και αναγνώσιμη από μηχάνημα μορφή και σε υπόδειγμα σε κοινό μορφότυπο XML, σύμφωνα με τη μεθοδολογία του προτύπου ISO 20022.

Άρθρο 2

Έννοια της συναλλαγής

1.   Για τους σκοπούς του άρθρου 26 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, το αποτέλεσμα μιας απόκτησης ή διάθεσης ενός χρηματοπιστωτικού μέσου που αναφέρεται στο άρθρο 26 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 συνιστά συναλλαγή.

2.   Μια απόκτηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνει τα εξής:

α)

αγορά ενός χρηματοπιστωτικού μέσου·

β)

σύναψη σύμβασης παραγώγου·

γ)

αύξηση του ονομαστικού ποσού σύμβασης παραγώγου·

3.   Η διάθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

α)

πώληση ενός χρηματοπιστωτικού μέσου·

β)

κλείσιμο σύμβασης παραγώγου·

γ)

μείωση του ονομαστικού ποσού σύμβασης παραγώγου.

4.   Για τους σκοπούς του άρθρου 26 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, η συναλλαγή περιλαμβάνει επίσης ταυτόχρονη απόκτηση και διάθεση ενός χρηματοπιστωτικού μέσου όταν δεν υπάρχει μεταβολή στην κυριότητα του εν λόγω χρηματοπιστωτικού μέσου αλλά απαιτείται μετασυναλλακτική δημοσιοποίηση σύμφωνα με τα άρθρα 6, 10, 20 ή 21 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014.

5.   Για τους σκοπούς του άρθρου 26 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 η συναλλαγή δεν περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

α)

συναλλαγές χρηματοδότησης τίτλων, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 11 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/2365 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7)·

β)

σύμβαση η οποία συνάπτεται αποκλειστικά για σκοπούς συμψηφισμού και διακανονισμού·

γ)

διακανονισμό αμοιβαίων υποχρεώσεων μεταξύ των μερών όταν πραγματοποιείται μεταφορά της καθαρής υποχρέωσης·

δ)

απόκτηση ή διάθεση η οποία συνιστά αποκλειστικά αποτέλεσμα δραστηριότητας θεματοφυλακής·

ε)

μετασυναλλακτική ανάθεση ή ανανέωση σύμβασης παραγώγων όπου ένα από τα μέρη της σύμβασης παραγώγων αντικαθίσταται από τρίτο·

στ)

συμπίεση χαρτοφυλακίου·

ζ)

τη δημιουργία ή επαναγορά μεριδίων οργανισμών συλλογικών επενδύσεων μέσω διαχειριστή του οργανισμού συλλογικών επενδύσεων·

η)

την άσκηση δικαιώματος ενσωματωμένου σε χρηματοπιστωτικό μέσο ή τη μετατροπή μιας μετατρέψιμης ομολογίας και την προκύπτουσα συναλλαγή στο υποκείμενο χρηματοπιστωτικό μέσο·

θ)

τη δημιουργία, λήξη ή εξαγορά χρηματοπιστωτικού μέσου ως αποτέλεσμα προκαθορισμένων συμβατικών όρων ή ως αποτέλεσμα υποχρεωτικών συμβάντων τα οποία υπερβαίνουν τον έλεγχο του επενδυτή, όταν δεν λαμβάνεται επενδυτική απόφαση από τον επενδυτή κατά τη στιγμή δημιουργίας, λήξης ή εξαγοράς του χρηματοπιστωτικού μέσου·

ι)

τη μείωση ή αύξηση του ονομαστικού ποσού μιας σύμβασης παραγώγων ως αποτέλεσμα προκαθορισμένων συμβατικών όρων ή ως αποτέλεσμα υποχρεωτικών συμβάντων, όταν δεν λαμβάνεται επενδυτική απόφαση από τον επενδυτή κατά τη στιγμή της μεταβολής του ονομαστικού ποσού·

ια)

μεταβολή στη σύνθεση ενός δείκτη ή καλαθιού η οποία προκύπτει μετά την εκτέλεση μιας συναλλαγής·

ιβ)

απόκτηση στο πλαίσιο σχεδίου επανεπένδυσης μερισμάτων·

ιγ)

απόκτηση ή διάθεση στο πλαίσιο σχεδίου παροχής κινήτρων σε εργαζόμενους μέσω μετοχών ή η οποία προκύπτει από τη διαχείριση μη απαιτητού καταπιστεύματος στοιχείων ενεργητικού ή υπολειπόμενων κλασματικών δικαιωμάτων μετοχών έπειτα από συμβάντα στο πλαίσιο της επιχείρησης ή στο πλαίσιο προγραμμάτων μείωσης των μετόχων, όταν πληρούνται όλα τα ακόλουθα κριτήρια:

i)

οι ημερομηνίες απόκτησης ή διάθεσης είναι προκαθορισμένες και έχουν δημοσιοποιηθεί εκ των προτέρων·

ii)

η επενδυτική απόφαση σχετικά με την απόκτηση ή τη διάθεση που λαμβάνεται από τον επενδυτή αντιστοιχεί σε επιλογή από τον επενδυτή να προβεί σε συναλλαγή χωρίς δυνατότητα μονομερούς μεταβολής των όρων της συναλλαγής·

iii)

υπάρχει καθυστέρηση τουλάχιστον δέκα εργάσιμων ημερών μεταξύ της λήψης της επενδυτικής απόφασης και της στιγμής εκτέλεσης·

iv)

η αξία της συναλλαγής περιορίζεται στο ισοδύναμο των 1 000 EUR για μια εφάπαξ συναλλαγή για τον συγκεκριμένο επενδυτή στο συγκεκριμένο μέσο ή, όταν ο διακανονισμός καταλήγει σε συναλλαγές, η σωρευτική αξία της συναλλαγής περιορίζεται στο ισοδύναμο των 500 EUR για τον συγκεκριμένο επενδυτή στο συγκεκριμένο μέσο ανά ημερολογιακό μήνα·

ιδ)

μια ανταλλαγή και προσφορά σε ομολογία ή άλλη μορφή τιτλοποιημένου χρέους, όταν οι όροι και προϋποθέσεις της προσφοράς είναι προκαθορισμένοι και δημοσιευμένοι εκ των προτέρων και η επενδυτική απόφαση αντιστοιχεί σε επιλογή του επενδυτή να προβεί σε συναλλαγή χωρίς δυνατότητα μονομερούς μεταβολής των όρων της·

ιε)

απόκτηση ή διάθεση η οποία συνιστά αποκλειστικά αποτέλεσμα μεταβίβασης εξασφαλίσεων.

Η εξαίρεση που προβλέπεται στο στοιχείο α) του πρώτου εδαφίου δεν ισχύει για συναλλαγές χρηματοδότησης τίτλων στις οποίες είναι αντισυμβαλλόμενος ένα μέλος του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ).

Η εξαίρεση που προβλέπεται στο στοιχείο i) πρώτο εδάφιο δεν ισχύει για αρχικές δημόσιες προσφορές ή δευτερεύουσες δημόσιες προσφορές ή τοποθετήσεις, ή έκδοση χρεωστικών τίτλων.

Άρθρο 3

Ερμηνεία της εκτέλεσης συναλλαγής

1.   Μια επιχείρηση επενδύσεων θεωρείται ότι έχει εκτελέσει συναλλαγή κατά την έννοια του άρθρου 2, όταν παρέχει οποιαδήποτε από τις ακόλουθες υπηρεσίες ή εκτελεί οποιαδήποτε από τις ακόλουθες δραστηριότητες που καταλήγουν σε συναλλαγή:

α)

λήψη και διαβίβαση εντολών σχετικών με ένα ή περισσότερα χρηματοπιστωτικά μέσα·

β)

εκτέλεση εντολών για λογαριασμό πελατών·

γ)

διαπραγμάτευση για ίδιο λογαριασμό·

δ)

λήψη επενδυτικής απόφασης σύμφωνα με εντολή που δίδεται από πελάτη υπό καθεστώς διακριτικής ευχέρειας·

ε)

διαβίβαση χρηματοπιστωτικών μέσων σε ή από λογαριασμούς.

2.   Μια επιχείρηση επενδύσεων δεν θεωρείται ότι έχει εκτελέσει συναλλαγή όταν έχει διαβιβάσει εντολή σύμφωνα με το άρθρο 4.

Άρθρο 4

Διαβίβαση εντολής

1.   Μια επιχείρηση επενδύσεων η οποία διαβιβάζει εντολή σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 (διαβιβάζουσα επιχείρηση) θεωρείται ότι έχει διαβιβάσει την εν λόγω εντολή μόνο εάν πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η εντολή παραλήφθηκε από τον πελάτη της ή προκύπτει από την απόφασή της να αποκτήσει ή να διαθέσει συγκεκριμένο χρηματοπιστωτικό μέσο σύμφωνα με εντολή υπό καθεστώς διακριτικής ευχέρειας που της παρέχει ένας ή περισσότεροι πελάτες της·

β)

η διαβιβάζουσα επιχείρηση έχει διαβιβάσει τις λεπτομέρειες της εντολής που αναφέρονται στην παράγραφο 2 σε άλλη επιχείρηση επενδύσεων (λαμβάνουσα επιχείρηση)·

γ)

η λαμβάνουσα επιχείρηση υπόκειται στο άρθρο 26 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 και συμφωνεί είτε να αναφέρει τη συναλλαγή που προκύπτει από την οικεία εντολή είτε να διαβιβάσει τις λεπτομέρειες της εντολής σύμφωνα με το παρόν άρθρο σε άλλη επιχείρηση επενδύσεων.

Για τους σκοπούς του στοιχείου γ) πρώτο εδάφιο, η συμφωνία προσδιορίζει το χρονικό όριο για την παροχή των λεπτομερειών της εντολής από τη διαβιβάζουσα επιχείρηση στη λαμβάνουσα επιχείρηση και προβλέπει ότι η λαμβάνουσα επιχείρηση επαληθεύει κατά πόσον οι λεπτομέρειες της εντολής που έλαβε περιέχουν προφανή σφάλματα ή παραλείψεις πριν υποβάλει αναφορά συναλλαγής ή διαβιβάσει την εντολή σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

2.   Οι ακόλουθες λεπτομέρειες συναλλαγής διαβιβάζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1, εφόσον είναι συναφείς με μια συγκεκριμένη εντολή:

α)

ο αναγνωριστικός κωδικός του χρηματοπιστωτικού μέσου·

β)

κατά πόσον η εντολή αφορά την απόκτηση ή τη διάθεση του χρηματοπιστωτικού μέσου·

γ)

η τιμή και η ποσότητα που αναγράφονται στην εντολή·

δ)

ο χαρακτηρισμός και τα στοιχεία του πελάτη της διαβιβάζουσας επιχείρησης για τους σκοπούς της εντολής·

ε)

ο χαρακτηρισμός και τα στοιχεία του υπευθύνου λήψης απόφασης για τον πελάτη όταν η επενδυτική απόφαση λαμβάνεται βάσει εκπροσώπου·

στ)

χαρακτηρισμός για τον προσδιορισμό της ανοικτής πώλησης·

ζ)

χαρακτηρισμός για την αναγνώριση του προσώπου ή του αλγορίθμου ο οποίος είναι υπεύθυνος για την επενδυτική απόφαση εντός της επιχείρησης επενδύσεων·

η)

η χώρα του υποκαταστήματος της επιχείρησης επενδύσεων που εποπτεύει το αρμόδιο πρόσωπο για την επενδυτική απόφαση και η χώρα του υποκαταστήματος της επιχείρησης επενδύσεων που έλαβε την εντολή από τον πελάτη ή έλαβε επενδυτική απόφαση για πελάτη σύμφωνα με εντολή υπό καθεστώς διακριτικής ευχέρειας που της έδωσε ο πελάτης·

θ)

για εντολή σε παράγωγα επί εμπορευμάτων, ένδειξη του κατά πόσον η συναλλαγή πρόκειται να μειώσει τον κίνδυνο κατά τρόπο αντικειμενικά μετρήσιμο, σύμφωνα με το άρθρο 57 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

ι)

ο κωδικός αναγνώρισης της διαβιβάζουσας επιχείρησης.

Για τους σκοπούς του στοιχείου δ) του πρώτου εδαφίου, όταν ο πελάτης είναι φυσικό πρόσωπο, θα πρέπει να προσδιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 6.

Για τους σκοπούς του στοιχείου ι) του πρώτου εδαφίου, όταν η διαβιβασθείσα εντολή λαμβάνεται από προηγούμενη επιχείρηση η οποία δεν διαβίβασε την εντολή σύμφωνα με τους όρους που παρατίθενται στο παρόν άρθρο, ο κωδικός θα είναι αυτός που προσδιορίζει τη διαβιβάζουσα επιχείρηση. Όταν η διαβιβασθείσα εντολή λαμβάνεται από προηγούμενη διαβιβάζουσα επιχείρηση σύμφωνα με τους όρους που παρατίθενται στο παρόν άρθρο, ο κωδικός που παρέχεται σύμφωνα με το στοιχείο ι) που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο θα είναι ο κωδικός που προσδιορίζει την προηγούμενη διαβιβάζουσα επιχείρηση.

3.   Όταν υπάρχουν περισσότερες από μία επιχειρήσεις επενδύσεων σε σχέση με μια δεδομένη εντολή, οι λεπτομέρειες της εντολής που αναφέρονται στα στοιχεία δ) έως θ) του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 διαβιβάζονται σε σχέση με τον πελάτη της πρώτης διαβιβάζουσας επιχείρησης.

4.   Όταν η εντολή συγκεντρώνεται για πολλούς πελάτες, οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 διαβιβάζονται σε κάθε πελάτη.

Άρθρο 5

Προσδιορισμός της επιχείρησης επενδύσεων που εκτελεί τη συναλλαγή

1.   Μια επιχείρηση επενδύσεων η οποία εκτελεί συναλλαγή διασφαλίζει τον προσδιορισμό της με αναγνωριστικό κωδικό νομικής οντότητας ISO 17442 ο οποίος έχει επικυρωθεί, εκδοθεί και ανανεωθεί δεόντως στην αναφορά συναλλαγής που υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014.

2.   Μια επιχείρηση επενδύσεων η οποία εκτελεί συναλλαγή διασφαλίζει ότι τα δεδομένα αναφοράς που σχετίζονται με τον αναγνωριστικό κωδικό νομικής οντότητας είναι ανανεωμένα σύμφωνα με τους όρους οποιασδήποτε πιστοποιημένης τοπικής επιχειρησιακής μονάδας του παγκόσμιου συστήματος αναγνωριστικών κωδικών νομικής οντότητας.

Άρθρο 6

Χαρακτηρισμός για την αναγνώριση φυσικών προσώπων

1.   Ένα φυσικό πρόσωπο προσδιορίζεται σε αναφορά συναλλαγής μέσω του χαρακτηρισμού που προκύπτει από τον συνδυασμό του κωδικού ISO 3166-1 άλφα 2 (κωδικός χώρας που αποτελείται από 2 γράμματα) της ιθαγένειας του προσώπου, με τον εθνικό αναγνωριστικό κωδικό του πελάτη που παρατίθεται στο παράρτημα II βάσει της ιθαγένειας του προσώπου.

2.   Ο εθνικός αναγνωριστικός κωδικός πελάτη που αναφέρεται στην παράγραφο 1 εκχωρείται σύμφωνα με τα επίπεδα προτεραιότητας που παρέχονται στο παράρτημα II, χρησιμοποιώντας τον αναγνωριστικό κωδικό υψηλότερης προτεραιότητας που έχει το πρόσωπο, ανεξάρτητα από το εάν ο αναγνωριστικός κωδικός είναι ήδη γνωστός στην επιχείρηση επενδύσεων.

3.   Όταν ένα φυσικό πρόσωπο είναι υπήκοος περισσότερων από μιας χωρών του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ), χρησιμοποιούνται ο κωδικός χώρας της πρώτης ιθαγένειας κατά την αλφαβητική ταξινόμηση με τον κωδικό ISO 3166-1 άλφα-2 και τον αναγνωριστικό κωδικό της εν λόγω ιθαγένειας που εκχωρείται σύμφωνα με την παράγραφο 2. Όταν ένα φυσικό πρόσωπο είναι υπήκοος χώρας εκτός του ΕΟΧ, χρησιμοποιείται ο αναγνωριστικός κωδικός υψηλότερης προτεραιότητας σύμφωνα με το πεδίο σχετικά με «όλες τις άλλες χώρες» του παραρτήματος II. Όταν ένα φυσικό πρόσωπο είναι υπήκοος χώρας του ΕΟΧ και χώρας εκτός του ΕΟΧ, χρησιμοποιούνται ο κωδικός χώρας της ιθαγένειας ΕΟΧ και ο αναγνωριστικός κωδικός υψηλότερης προτεραιότητας της εν λόγω ιθαγένειας που έχει εκχωρηθεί σύμφωνα με την παράγραφο 2.

4.   Όταν ο αναγνωριστικός κωδικός που έχει εκχωρηθεί σύμφωνα με την παράγραφο 2 αναφέρεται σε CONCAT, το φυσικό πρόσωπο προσδιορίζεται από την επιχείρηση επενδύσεων χρησιμοποιώντας τον συνδυασμό των ακόλουθων στοιχείων, με την εξής σειρά:

α)

την ημερομηνία γέννησης του προσώπου, με τη μορφή YYYYMMDD·

β)

τους πρώτους πέντε χαρακτήρες του μικρού ονόματος·

γ)

τους πρώτους πέντε χαρακτήρες του επωνύμου.

5.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 4, τα προθέματα των ονομάτων εξαιρούνται και τα ονόματα και επώνυμα που περιέχουν λιγότερους από πέντε χαρακτήρες θα συνοδεύονται από το επίθημα «#», ώστε να διασφαλίζεται ότι οι αναφορές σε ονόματα και επώνυμα σύμφωνα με την παράγραφο 4 περιέχουν πέντε χαρακτήρες. Όλοι οι χαρακτήρες αναγράφονται με κεφαλαία. Δεν χρησιμοποιούνται απόστροφοι, τόνοι, ενωτικά, σημεία στίξης ή κενά.

Άρθρο 7

Στοιχεία της ταυτότητας του πελάτη και του αναγνωριστικού κωδικού και στοιχεία για τον υπεύθυνο λήψης απόφασης

1.   Μια αναφορά συναλλαγής που σχετίζεται με συναλλαγή η οποία εκτελέστηκε για λογαριασμό πελάτη ο οποίος είναι φυσικό πρόσωπο περιλαμβάνει το πλήρες όνομα και την ημερομηνία γέννησης του πελάτη, όπως ορίζεται στα πεδία 9, 10, 11, 18, 19 και 20 του πίνακα 2 του παραρτήματος I.

2.   Όταν ο πελάτης δεν είναι το πρόσωπο που λαμβάνει την επενδυτική απόφαση σε σχέση με τη συγκεκριμένη συναλλαγή, η αναφορά συναλλαγής προσδιορίζει το πρόσωπο που λαμβάνει την εν λόγω απόφαση για λογαριασμό του πελάτη όπως ορίζεται στα πεδία 12 έως 15 για τον αγοραστή και στα πεδία 21 έως 24 για τον πωλητή, στον πίνακα 2 του παραρτήματος I.

Άρθρο 8

Προσδιορισμός προσώπου ή αλγορίθμου υπολογιστή υπεύθυνου για την επενδυτική απόφαση

1.   Όταν ένα πρόσωπο ή αλγόριθμος υπολογιστή σε μια επιχείρηση επενδύσεων λαμβάνει την επενδυτική απόφαση απόκτησης ή διάθεσης ενός συγκεκριμένου χρηματοπιστωτικού μέσου, το εν λόγω πρόσωπο ή αλγόριθμος υπολογιστή προσδιορίζεται όπως ορίζεται στο πεδίο 57 του πίνακα 2 του παραρτήματος I. Η επιχείρηση επενδύσεων προσδιορίζει το εν λόγω πρόσωπο ή αλγόριθμο υπολογιστή μόνο όταν η σχετική επενδυτική απόφαση λαμβάνεται είτε για λογαριασμό της ίδιας της επιχείρησης επενδύσεων είτε για λογαριασμό πελάτη σύμφωνα με εντολή υπό καθεστώς διακριτικής ευχέρειας που έλαβε από τον πελάτη.

2.   Όταν περισσότερα από ένα πρόσωπα σε μια επιχείρηση επενδύσεων λαμβάνουν την επενδυτική απόφαση, η επιχείρηση επενδύσεων προσδιορίζει το πρόσωπο που αναλαμβάνει την πρωταρχική ευθύνη για την εν λόγω απόφαση. Το πρόσωπο που αναλαμβάνει την πρωταρχική ευθύνη για την επενδυτική απόφαση προσδιορίζεται σύμφωνα με προκαθορισμένα κριτήρια που ορίζει η επιχείρηση επενδύσεων.

3.   Όταν ένας αλγόριθμος υπολογιστή σε μια επιχείρηση επενδύσεων είναι υπεύθυνος για την επενδυτική απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 1, η επιχείρηση επενδύσεων εκχωρεί έναν χαρακτηρισμό για τον προσδιορισμό του αλγορίθμου υπολογιστή σε μια αναφορά συναλλαγής. Ο εν λόγω χαρακτηρισμός πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

είναι μοναδικός για κάθε σύνολο κωδικού ή συναλλακτική στρατηγική που συνθέτει τον αλγόριθμο, ανεξάρτητα από τα χρηματοπιστωτικά μέσα ή τις αγορές στις οποίες εφαρμόζεται ο αλγόριθμος·

β)

χρησιμοποιείται με συνέπεια όταν αναφέρεται στον αλγόριθμο ή στην έκδοση του αλγορίθμου, από τη στιγμή της εκχώρησης·

γ)

είναι μοναδικός ανά τον χρόνο.

Άρθρο 9

Προσδιορισμός προσώπου ή αλγορίθμου υπολογιστή υπεύθυνου για την εκτέλεση συναλλαγής

1.   Όταν ένα πρόσωπο ή αλγόριθμος υπολογιστή σε μια επιχείρηση επενδύσεων η οποία εκτελεί συναλλαγή προσδιορίζει σε ποιον τόπο διαπραγμάτευσης, συστηματικό εσωτερικοποιητή ή οργανωμένη πλατφόρμα συναλλαγών που βρίσκεται εκτός της Ένωσης θα αποκτήσει πρόσβαση, σε ποιες επιχειρήσεις θα διαβιβάσει εντολές ή οποιεσδήποτε συνθήκες που σχετίζονται με την εκτέλεση μιας εντολής, το εν λόγω πρόσωπο ή αλγόριθμος υπολογιστή προσδιορίζεται στο πεδίο 59 του πίνακα 2 του παραρτήματος I.

2.   Όταν ένα πρόσωπο σε μια επιχείρηση επενδύσεων είναι υπεύθυνο για την εκτέλεση της συναλλαγής, η επιχείρηση επενδύσεων εκχωρεί έναν χαρακτηρισμό για τον προσδιορισμό του εν λόγω προσώπου σε αναφορά συναλλαγής σύμφωνα με το άρθρο 6.

3.   Όταν ένας αλγόριθμος υπολογιστή σε μια επιχείρηση επενδύσεων είναι υπεύθυνος για την εκτέλεση της συναλλαγής, η επιχείρηση επενδύσεων εκχωρεί έναν χαρακτηρισμό για τον προσδιορισμό του εν λόγω αλγορίθμου υπολογιστή σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 3.

4.   Όταν εμπλέκονται και πρόσωπο και αλγόριθμος υπολογιστή στην εκτέλεση της συναλλαγής, ή όταν εμπλέκονται περισσότερα από ένα πρόσωπα ή αλγόριθμοι, η επιχείρηση επενδύσεων προσδιορίζει ποιο πρόσωπο ή αλγόριθμος υπολογιστή έχει την πρωταρχική ευθύνη για την εκτέλεση της συναλλαγής. Το πρόσωπο ή ο αλγόριθμος υπολογιστή που αναλαμβάνει την πρωταρχική ευθύνη για την εκτέλεση προσδιορίζεται σύμφωνα με προκαθορισμένα κριτήρια που ορίζει η επιχείρηση επενδύσεων.

Άρθρο 10

Χαρακτηρισμός για τον προσδιορισμό εφαρμοστέας απαλλαγής από την υποχρέωση προ-συναλλακτικής διαφάνειας

Οι αναφορές συναλλαγών προσδιορίζουν την εφαρμοστέα απαλλαγή από την υποχρέωση προ-συναλλακτικής διαφάνειας σύμφωνα με το άρθρο 4 ή το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 στο πλαίσιο της οποίας διενεργήθηκε η συναλλαγή σύμφωνα με το πεδίο 61 του πίνακα 2 του παραρτήματος I του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 11

Χαρακτηρισμός για τον προσδιορισμό ανοικτής πώλησης

1.   Οι αναφορές συναλλαγών προσδιορίζουν συναλλαγές οι οποίες, κατά τη στιγμή της εκτέλεσής τους, αποτελούν συναλλαγές ανοικτής πώλησης ή αποτελούν εν μέρει συναλλαγή ανοικτής πώλησης, σύμφωνα με το πεδίο 62 του πίνακα 2 του παραρτήματος I.

2.   Μια επιχείρηση επενδύσεων προσδιορίζει, με τη μέγιστη δυνατή επιμέλεια, τις συναλλαγές ανοικτών πωλήσεων στις οποίες ο πελάτης της είναι ο πωλητής, καθώς και τις περιπτώσεις στις οποίες μια επιχείρηση επενδύσεων συγκεντρώνει εντολές από διάφορους πελάτες. Η επιχείρηση επενδύσεων προσδιορίζει τις εν λόγω συναλλαγές ανοικτής πώλησης στην αναφορά συναλλαγής της σύμφωνα με το πεδίο 62 του πίνακα 2 του παραρτήματος I.

3.   Όταν μια επιχείρηση επενδύσεων εκτελεί συναλλαγή ανοικτής πώλησης για δικό της λογαριασμό, προσδιορίζει στην αναφορά συναλλαγής εάν η συναλλαγή ανοικτής πώλησης πραγματοποιήθηκε με ειδική διαπραγμάτευση ή μέσω βασικού διαπραγματευτή στο πλαίσιο εξαίρεσης που προβλέπεται στο άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 236/2012.

Άρθρο 12

Αναφορά εκτέλεσης για συνδυασμό χρηματοπιστωτικών μέσων

Όταν μια επιχείρηση επενδύσεων εκτελεί συναλλαγή στην οποία εμπλέκονται δύο ή περισσότερα χρηματοπιστωτικά μέσα, αναφέρει τη συναλλαγή για κάθε χρηματοπιστωτικό μέσο ξεχωριστά και συνδέει τις εν λόγω αναφορές με αναγνωριστικό κωδικό ο οποίος είναι μοναδικός σε επίπεδο επιχείρησης όσον αφορά την ομάδα αναφορών συναλλαγών που σχετίζονται με τη συγκεκριμένη εκτέλεση όπως ορίζεται στο πεδίο 40 του πίνακα 2 του παραρτήματος I.

Άρθρο 13

Όροι υπό τους οποίους αναπτύσσονται, αποδίδονται και διατηρούνται αναγνωριστικοί κωδικοί νομικής οντότητας

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αναγνωριστικοί κωδικοί νομικής οντότητας αναπτύσσονται, αποδίδονται και διατηρούνται σύμφωνα με τις ακόλουθες αρχές:

α)

μοναδικότητα·

β)

ακρίβεια·

γ)

συνέπεια·

δ)

ουδετερότητα·

ε)

αξιοπιστία·

στ)

προέλευση από ανοικτή πηγή·

ζ)

ευελιξία·

η)

κλιμακωσιμότητα·

θ)

προσβασιμότητα.

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν επίσης ότι οι αναγνωριστικοί κωδικοί νομικής οντότητας αναπτύσσονται, αποδίδονται και διατηρούνται μέσω ενιαίων παγκόσμιων λειτουργικών προτύπων, υπόκεινται στο πλαίσιο διακυβέρνησης της επιτροπής ρυθμιστικής εποπτείας του αναγνωριστικού κωδικού νομικής οντότητας και είναι διαθέσιμοι σε εύλογο κόστος.

2.   Η επιχείρηση επενδύσεων δεν παρέχει υπηρεσία η οποία ενεργοποιεί την υποχρέωση να υποβάλει αναφορά συναλλαγής για συναλλαγή που πραγματοποιείται για λογαριασμό πελάτη ο οποίος είναι επιλέξιμος για τον αναγνωριστικό κωδικό νομικής οντότητας, πριν λάβει τον εν λόγω αναγνωριστικό κωδικό νομικής οντότητας από τον πελάτη.

3.   Η επιχείρηση επενδύσεων διασφαλίζει ότι το μήκος και η κατασκευή του κωδικού συμμορφώνονται με το πρότυπο ISO 17442 και ότι ο κωδικός περιλαμβάνεται στη βάση δεδομένων Παγκόσμιων Αναγνωριστικών Κωδικών Νομικών Οντοτήτων, που διατηρείται από την κεντρική λειτουργική μονάδα η οποία έχει οριστεί από την επιτροπή ρυθμιστικής εποπτείας του αναγνωριστικού κωδικού νομικής οντότητας και αφορά τον ενδιαφερόμενο πελάτη.

Άρθρο 14

Αναφορές συναλλαγών που εκτελέστηκαν από υποκαταστήματα

1.   Μια επιχείρηση επενδύσεων αναφέρει συναλλαγές που εκτελούνται εν όλω ή εν μέρει μέσω των υποκαταστημάτων της στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής της επιχείρησης επενδύσεων, εκτός εάν έχει συμφωνηθεί διαφορετικά από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής και του κράτους μέλους υποδοχής.

2.   Όταν μια επιχείρηση επενδύσεων εκτελεί μια συναλλαγή εν όλω ή εν μέρει μέσω του υποκαταστήματός της, αναφέρει την εν λόγω συναλλαγή μόνο μία φορά.

3.   Όταν απαιτείται η συμπερίληψη των λεπτομερειών του κωδικού χώρας ενός υποκαταστήματος επιχείρησης επενδύσεων σε μια αναφορά συναλλαγής σύμφωνα με τα πεδία 8, 17, 37, 58 ή 60 του πίνακα 2 του παραρτήματος Ι, λόγω της μερικής ή πλήρους εκτέλεσης συναλλαγής μέσω του εν λόγω υποκαταστήματος, η επιχείρηση επενδύσεων γνωστοποιεί στην αναφορά συναλλαγής τον κωδικό χώρας ISO 3166 για το οικείο υποκατάστημα σε όλες τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

εφόσον το υποκατάστημα έλαβε την εντολή από πελάτη ή έλαβε επενδυτική απόφαση για πελάτη σύμφωνα με εντολή υπό καθεστώς διακριτικής ευχέρειας που του έδωσε ο πελάτης·

β)

εφόσον το υποκατάστημα είναι υπεύθυνο για την εποπτεία του αρμόδιου προσώπου για την οικεία επενδυτική απόφαση·

γ)

εφόσον το υποκατάστημα είναι υπεύθυνο για την εποπτεία του αρμόδιου προσώπου για την εκτέλεση της συναλλαγής·

δ)

εφόσον η συναλλαγή εκτελέστηκε σε τόπο διαπραγμάτευσης ή οργανωμένη πλατφόρμα συναλλαγών εκτός της Ένωσης αξιοποιώντας το γεγονός ότι το υποκατάστημα είναι μέλος του εν λόγω τόπου διαπραγμάτευσης ή οργανωμένης πλατφόρμας συναλλαγών.

4.   Όταν μία ή περισσότερες από τις περιπτώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 3 δεν ισχύουν για το υποκατάστημα της επιχείρησης επενδύσεων, τα σχετικά πεδία στον πίνακα 2 του παραρτήματος I συμπληρώνονται με τον κωδικό χώρας για το κράτος μέλος καταγωγής της επιχείρησης επενδύσεων ή, στην περίπτωση επιχείρησης τρίτης χώρας, τον κωδικό χώρας της χώρας στην οποία βρίσκεται το κεντρικό γραφείο ή η καταστατική έδρα της επιχείρησης.

5.   Το υποκατάστημα επιχείρησης τρίτης χώρας υποβάλλει την αναφορά συναλλαγής στην αρμόδια αρχή από την οποία έλαβε εξουσιοδότηση. Το υποκατάστημα επιχείρησης τρίτης χώρας συμπληρώνει τα σχετικά πεδία στον πίνακα 2 του παραρτήματος I με τον κωδικό ISO χώρας για το κράτος μέλος της εξουσιοδοτούσας αρμόδιας αρχής.

Όταν μια επιχείρηση τρίτης χώρας έχει συστήσει υποκαταστήματα σε περισσότερα από ένα κράτη μέλη εντός της Ένωσης, τα εν λόγω υποκαταστήματα επιλέγουν από κοινού μία από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών στην οποία θα αποστέλλονται οι αναφορές συναλλαγών σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως 3.

Άρθρο 15

Μέθοδοι και ρυθμίσεις για την αναφορά των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών

1.   Οι μέθοδοι και οι ρυθμίσεις βάσει των οποίων δημιουργούνται και υποβάλλονται οι αναφορές συναλλαγών από τόπους διαπραγμάτευσης και επιχειρήσεις επενδύσεων περιλαμβάνουν τα εξής:

α)

συστήματα που διασφαλίζουν την ασφάλεια και την εμπιστευτικότητα των αναφερόμενων στοιχείων·

β)

μηχανισμούς για την πιστοποίηση της γνησιότητας της πηγής της αναφοράς συναλλαγής·

γ)

προληπτικά μέτρα που επιτρέπουν την έγκαιρη επανέναρξη της υποβολής αναφοράς σε περίπτωση αστοχίας του συστήματος υποβολής αναφοράς·

δ)

μηχανισμούς για τον προσδιορισμό σφαλμάτων και παραλείψεων σε αναφορές συναλλαγών·

ε)

μηχανισμούς για την αποτροπή διπλής υποβολής αναφορών συναλλαγών, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων κατά τις οποίες μια επιχείρηση επενδύσεων βασίζεται σε τόπο διαπραγμάτευσης για την αναφορά των λεπτομερειών των συναλλαγών που εκτελούνται από την επιχείρηση επενδύσεων μέσω των συστημάτων του τόπου διαπραγμάτευσης σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014·

στ)

μηχανισμούς για τη διασφάλιση ότι ο τόπος διαπραγμάτευσης υποβάλλει αναφορές μόνο για λογαριασμό των επιχειρήσεων επενδύσεων οι οποίες επέλεξαν να βασιστούν στον τόπο διαπραγμάτευσης για την αποστολή αναφορών για λογαριασμό τους, για συναλλαγές που ολοκληρώθηκαν μέσω συστημάτων του τόπου διαπραγμάτευσης·

ζ)

μηχανισμούς για την αποφυγή της αναφοράς συναλλαγών όταν δεν υπάρχει υποχρέωση αναφοράς σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 είτε επειδή δεν υφίσταται συναλλαγή υπό την έννοια του άρθρου 2 του παρόντος κανονισμού είτε επειδή το μέσο το οποίο αποτελεί το αντικείμενο της εν λόγω συναλλαγής δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 26 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014·

η)

μηχανισμούς για τον εντοπισμό μη αναφερθεισών συναλλαγών για τις οποίες υπάρχει υποχρέωση αναφοράς δυνάμει του άρθρου 26 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, συμπεριλαμβανομένων περιπτώσεων όπου η εκ νέου υποβολή αναφορών συναλλαγών οι οποίες είχαν απορριφθεί από την οικεία αρμόδια αρχή δεν έχει πραγματοποιηθεί επιτυχώς.

2.   Όταν ο τόπος διαπραγμάτευσης ή η επιχείρηση επενδύσεων λαμβάνει γνώση για τυχόν σφάλμα ή παράλειψη σε μια αναφορά συναλλαγής που υποβάλλεται σε αρμόδια αρχή, οποιαδήποτε αδυναμία υποβολής αναφοράς συναλλαγής καθώς και αδυναμία εκ νέου υποβολής απορριφθείσας αναφοράς συναλλαγής για συναλλαγές προς αναφορά για την οποία δεν υπάρχει υποχρέωση αναφοράς, ενημερώνει άμεσα τη σχετική αρμόδια αρχή για το γεγονός αυτό.

3.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων διαθέτουν μηχανισμούς για τη διασφάλιση ότι οι αναφορές συναλλαγών είναι πλήρεις και ακριβείς. Οι εν λόγω μηχανισμοί περιλαμβάνουν δοκιμή της διαδικασίας αναφοράς και τακτική διασταύρωση των αρχείων διαπραγμάτευσης της μονάδας διαπραγμάτευσης με δείγματα δεδομένων που τους παρέχουν οι αρμόδιες αρχές για αυτόν το λόγο.

4.   Στις περιπτώσεις που οι αρμόδιες αρχές δεν παρέχουν δείγματα δεδομένων, οι επιχειρήσεις επενδύσεων διασταυρώνουν τα αρχεία διαπραγμάτευσης της μονάδας διαπραγμάτευσης με πληροφορίες που περιλαμβάνονται στις αναφορές συναλλαγών που έχουν υποβάλει στις αρμόδιες αρχές, ή στις αναφορές συναλλαγών τις οποίες υπέβαλαν Ε.ΜΗ.ΓΝΩ.ΣΥ. ή τόποι διαπραγμάτευσης για λογαριασμό τους. Η διασταύρωση περιλαμβάνει έλεγχο της έγκαιρης υποβολής της αναφοράς, της ακρίβειας και πληρότητας των μεμονωμένων πεδίων δεδομένων και της συμμόρφωσής τους με τα πρότυπα και τους μορφοτύπους που καθορίζονται στον πίνακα 2 του παραρτήματος Ι.

5.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων διαθέτουν μηχανισμούς οι οποίοι διασφαλίζουν ότι οι αναφορές συναλλαγών τους, όταν εξετάζονται συλλογικά, αντικατοπτρίζουν όλες τις αλλαγές στη θέση τους και στη θέση των πελατών τους στα εμπλεκόμενα χρηματοπιστωτικά μέσα κατά τη στιγμή της εκτέλεσης των συναλλαγών στα χρηματοπιστωτικά μέσα.

6.   Όταν ένας Ε.ΜΗ.ΓΝΩ.ΣΥ., σύμφωνα με τις οδηγίες από την επιχείρηση επενδύσεων, ακυρώσει ή διορθώσει μια αναφορά συναλλαγής που υποβάλλεται για λογαριασμό επιχείρησης επενδύσεων, η επιχείρηση επενδύσεων διατηρεί τις λεπτομέρειες των διορθώσεων και ακυρώσεων που της υποβάλλει ο Ε.ΜΗ.ΓΝΩ.ΣΥ.

7.   Οι αναφορές που αναφέρονται στο άρθρο 26 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 αποστέλλονται στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του τόπου διαπραγμάτευσης.

8.   Οι αρμόδιες αρχές χρησιμοποιούν ασφαλείς ηλεκτρονικούς διαύλους επικοινωνίας όταν ανταλλάσσουν αναφορές συναλλαγών μεταξύ τους.

Άρθρο 16

Προσδιορισμός της σημαντικότερης αγοράς από άποψη ρευστότητας

1.   Στην περίπτωση κινητής αξίας εισαχθείσας προς διαπραγμάτευση κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 σημείο 44) στοιχείο α) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, δικαιώματος εκπομπής ή μεριδίου σε οργανισμό συλλογικών επενδύσεων, η σημαντικότερη αγορά από άποψη ρευστότητας για το εν λόγω χρηματοπιστωτικό μέσο (η σημαντικότερη αγορά) προσδιορίζεται μία φορά κάθε ημερολογιακό έτος βάσει των δεδομένων του προηγούμενου έτος, εφόσον το χρηματοπιστωτικό μέσο είχε εισαχθεί για διαπραγμάτευση ή τελούσε υπό διαπραγμάτευση στις αρχές του προηγούμενου ημερολογιακού έτους, ως εξής:

α)

για μέσα που έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε μία ή περισσότερες ρυθμιζόμενες, αγορές, η σημαντικότερη αγορά είναι εκείνη στην οποία ο κύκλος εργασιών, όπως ορίζεται στο άρθρο 17 παράγραφος 4 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2017/587 της Επιτροπής (8) για το προηγούμενο ημερολογιακό έτος για το εν λόγω χρηματοπιστωτικό μέσο, είναι ο υψηλότερος·

β)

για μέσα που δεν έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενες αγορές, η σημαντικότερη αγορά είναι ο ΠΜΔ όπου ο κύκλος εργασιών του προηγούμενου ημερολογιακού έτους για το εν λόγω χρηματοπιστωτικό μέσο είναι ο υψηλότερος·

γ)

για τους σκοπούς των στοιχείων α) και β), ο υψηλότερος κύκλος εργασιών υπολογίζεται με εξαίρεση όλων των συναλλαγών που επωφελούνται από απαλλαγές από απαιτήσεις προσυναλλακτικής διαφάνειας σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α), β) ή γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, όταν μια κινητή αξία εισαχθείσα προς διαπραγμάτευση κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 σημείο 44) στοιχείο α) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, δικαίωμα εκπομπής ή μερίδιο σε οργανισμό συλλογικών επενδύσεων δεν είχε εισαχθεί προς διαπραγμάτευση ή δεν τελούσε υπό διαπραγμάτευση κατά τις αρχές του προηγούμενου ημερολογιακού έτους ή όταν δεν υπάρχουν καθόλου ή δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα για τον υπολογισμό του κύκλου εργασιών, σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο γ) του παρόντος άρθρου, ώστε να προσδιοριστεί η σημαντικότερη αγορά για το εν λόγω χρηματοπιστωτικό μέσο, η σημαντικότερη αγορά για το χρηματοπιστωτικό μέσο είναι η αγορά του κράτους μέλους στην οποία υποβλήθηκε για πρώτη φορά αίτημα εισαγωγής προς διαπραγμάτευση ή στην οποία υποβλήθηκε για πρώτη φορά σε διαπραγμάτευση το μέσο.

3.   Στην περίπτωση κινητής αξίας εισαχθείσας προς διαπραγμάτευση κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 σημείο 44) στοιχείο β) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ ή μέσου της χρηματαγοράς ο εκδότης του οποίου έχει την έδρα του στην Ένωση, η σημαντικότερη αγορά είναι η αγορά του κράτους μέλους όπου βρίσκεται η έδρα του εκδότη.

4.   Στην περίπτωση κινητής αξίας εισαχθείσας προς διαπραγμάτευση κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 σημείο 44) στοιχείο β) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ ή μέσου της χρηματαγοράς ο εκδότης του οποίου έχει την έδρα του εκτός της Ένωσης, η σημαντικότερη αγορά είναι η αγορά του κράτους μέλους όπου υποβλήθηκε για πρώτη φορά το αίτημα εισαγωγής προς διαπραγμάτευση του εν λόγω χρηματοπιστωτικού μέσου ή όπου το χρηματοπιστωτικό μέσο υποβλήθηκε για πρώτη φορά σε διαπραγμάτευση σε τόπο διαπραγμάτευσης.

5.   Στην περίπτωση χρηματοπιστωτικού μέσου το οποίο είναι σύμβαση παραγώγου ή σύμβαση επί διαφοράς ή κινητή αξία εισαχθείσα προς διαπραγμάτευση κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 σημείο 44) στοιχείο γ) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, η σημαντικότερη αγορά προσδιορίζεται ως εξής:

α)

όταν το υποκείμενο στο χρηματοπιστωτικό μέσο είναι κινητή αξία εισαχθείσα προς διαπραγμάτευση κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 σημείο 44) στοιχείο α) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ ή δικαίωμα εκπομπής που έχει εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά ή τελεί υπό διαπραγμάτευση σε ΠΜΔ, η σημαντικότερη αγορά είναι η αγορά που θεωρείται πιο σημαντική για την υποκείμενη κινητή αξία σύμφωνα με την παράγραφο 1 ή 2 του παρόντος άρθρου·

β)

όταν το υποκείμενο σε χρηματοπιστωτικό μέσο είναι κινητή αξία εισαχθείσα προς διαπραγμάτευση κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 σημείο 44) στοιχείο β) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ ή μέσο της χρηματαγοράς που έχει εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά ή τελεί υπό διαπραγμάτευση σε ΠΜΔ ή ΟΜΔ, η σημαντικότερη αγορά είναι η αγορά που θεωρείται ως η πιο σημαντική για το υποκείμενο χρηματοπιστωτικό μέσο σύμφωνα με την παράγραφο 3 ή 4 του παρόντος άρθρου·

γ)

όταν το υποκείμενο σε χρηματοπιστωτικό μέσο είναι καλάθι που περιέχει χρηματοπιστωτικά μέσα, η σημαντικότερη αγορά είναι η αγορά του κράτους μέλους στην οποία το χρηματοπιστωτικό μέσο εισήχθη για πρώτη φορά προς διαπραγμάτευση ή αποτέλεσε αντικείμενο προς διαπραγμάτευση σε τόπο διαπραγμάτευσης·

δ)

όταν το υποκείμενο σε χρηματοπιστωτικό μέσο είναι δείκτης που περιέχει χρηματοπιστωτικά μέσα, η σημαντικότερη αγορά είναι η αγορά του κράτους μέλους στην οποία το χρηματοπιστωτικό μέσο εισήχθη για πρώτη φορά προς διαπραγμάτευση ή αποτέλεσε αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπο διαπραγμάτευσης·

ε)

όταν το υποκείμενο του χρηματοπιστωτικού μέσου είναι παράγωγο που έχει εισαχθεί προς διαπραγμάτευση ή αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπο διαπραγμάτευσης, η σημαντικότερη αγορά είναι η αγορά του κράτους μέλους στην οποία το εν λόγω παράγωγο εισήχθη προς διαπραγμάτευση ή αποτέλεσε αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπο διαπραγμάτευσης·

6.   Για χρηματοπιστωτικά μέσα τα οποία δεν καλύπτονται από τις παραγράφους 1 έως 5, η σημαντικότερη αγορά είναι η αγορά του κράτους μέλους του τόπου διαπραγμάτευσης στον οποίο εισήχθη για πρώτη φορά προς διαπραγμάτευση το χρηματοπιστωτικό μέσο ή στον οποίο το χρηματοπιστωτικό μέσο αποτέλεσε για πρώτη φορά αντικείμενο διαπραγμάτευσης.

Άρθρο 17

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός τίθεται σε ισχύ την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από τις 3 Ιανουαρίου 2018.

Ωστόσο, το άρθρο 2 παράγραφος 5 δεύτερο εδάφιο αρχίζει να ισχύει 12 μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της κατ' εξουσιοδότηση πράξης που πρόκειται να εκδοθεί από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 9 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/2365.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 28 Ιουλίου 2016.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)   ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 84.

(2)  Οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την τροποποίηση της οδηγίας 2002/92/ΕΚ και της οδηγίας 2011/61/ΕΕ (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 349).

(3)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2017/571 της Επιτροπής, της 2ας Ιουνίου 2016, για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα σχετικά με τη χορήγηση άδειας λειτουργίας, τις οργανωτικές απαιτήσεις και τη δημοσίευση συναλλαγών για παρόχους υπηρεσιών αναφοράς δεδομένων (βλέπε σελίδα 126 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 236/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Μαρτίου 2012, για τις ανοικτές πωλήσεις και ορισμένες πτυχές των συμβολαίων ανταλλαγής πιστωτικής αθέτησης (ΕΕ L 86 της 24.3.2012, σ. 1).

(5)  Οδηγία 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, για την τροποποίηση των οδηγιών 85/611/ΕΟΚ και 93/6/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 2000/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 145 της 30.4.2004, σ. 1).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/77/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 84).

(7)  Κανονισμός (ΕΕ) 2015/2365 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Νοεμβρίου 2015 περί διαφάνειας των συναλλαγών χρηματοδότησης τίτλων και επαναχρησιμοποίησης, και περί τροποποιήσεως του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 337 της 23.12.2015, σ. 1).

(8)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2017/587 της Επιτροπής, της 14ης Ιουλίου 2016, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων όσον αφορά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για τις απαιτήσεις διαφάνειας για τους τόπους διαπραγμάτευσης και τις επιχειρήσεις επενδύσεων ως προς τις μετοχές, τα πιστοποιητικά αποθετηρίου, τα διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια, τα πιστοποιητικά και άλλα παρόμοια χρηματοπιστωτικά μέσα και τις υποχρεώσεις εκτέλεσης συναλλαγών σχετικά με ορισμένες μετοχές σε τόπο διαπραγμάτευσης ή από συστηματικό εσωτερικοποιητή (βλέπε σελίδα 387 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Πίνακας 1

Υπόμνημα του πίνακα 2

ΣΥΜΒΟΛΟ

ΤΥΠΟΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

ΟΡΙΣΜΟΣ

{ALPHANUM-n}

Έως n αλφαριθμητικοί χαρακτήρες

Πεδίο με ελεύθερο κείμενο.

{CFI_CODE}

6 χαρακτήρες

Κωδικός κατάταξης μέσου (CFI) βάσει ISO 10962

{COUNTRYCODE_2}

2 αλφαριθμητικοί χαρακτήρες

Κωδικός χώρας με 2 γράμματα, όπως ορίζεται στον κωδικό χώρας ISO 3166-1 alpha-2

{CURRENCYCODE_3}

3 αλφαριθμητικοί χαρακτήρες

Κωδικός νομίσματος με 3 γράμματα, όπως ορίζεται στους κωδικούς νομίσματος ISO 4217

{DATE_TIME_FORMAT}

Μορφότυπος ημερομηνίας και ώρας ISO 8601

Ημερομηνία και ώρα με τον ακόλουθο μορφότυπο:

YYYY-MM-DDThh:mm:ss.ddddddZ.

«YYYY» είναι το έτος·

«MM» είναι ο μήνας·

«DD» είναι η ημέρα·

«T» — σημαίνει ότι πρέπει να χρησιμοποιείται το γράμμα «T»

«hh» είναι η ώρα·

«mm» είναι το λεπτό·

«ss.dddddd» είναι το δευτερόλεπτο και το κλάσμα δευτερολέπτου·

Z είναι η συντονισμένη παγκόσμια ώρα UTC.

Οι ημερομηνίες και οι ώρες πρέπει να αναφέρονται σε UTC.

{DATEFORMAT}

Μορφότυπος ημερομηνίας ISO 8601

Οι ημερομηνίες έχουν τον εξής μορφότυπο:

YYYY-MM-DD.

{DECIMAL-n/m}

Δεκαδικός αριθμός με το πολύ n ψηφία συνολικά, εκ των οποίων το πολύ m ψηφία μπορεί να είναι κλασματικά ψηφία.

Αριθμητικό πεδίο τόσο για θετικές όσο και για αρνητικές τιμές.

σημείο υποδιαστολής:«.» (τελεία)·

οι αρνητικοί αριθμοί έχουν πρόσημο «-» (μείον)·

Οι τιμές στρογγυλεύονται χωρίς αποκοπή.

{INDEX}

4 αλφαβητικοί χαρακτήρες

«EONA» — EONIA

«EONS» — EONIA SWAP

«EURI» — Euribor

«EUUS» — EURODOLLAR

«EUCH» — EuroSwiss

«GCFR» — GCF REPO

«ISDA» — ISDAFIX

«LIBI» — LIBID

«LIBO» — LIBOR

«MAAA» — Muni AAA

«PFAN» — Pfandbriefe

«TIBO» — TIBOR

«STBO» — STIBOR

«BBSW» — BBSW

«JIBA» — JIBAR

«BUBO» — BUBOR

«CDOR» — CDOR

«CIBO» — CIBOR

«MOSP» — MOSPRIM

«NIBO» — NIBOR

«PRBO» — PRIBOR

«TLBO» — TELBOR

«WIBO» — WIBOR

«TREA» — Treasury (Δημόσιο Ταμείο)

«SWAP» — SWAP (συμφωνία ανταλλαγής)

«FUSW» — Future SWAP (συμφωνία ανταλλαγής μελλοντικής εκπλήρωσης)

{INTEGER-n}

Ακέραιος αριθμός με το πολύ n ψηφία συνολικά

Αριθμητικό πεδίο τόσο για θετικές όσο και για αρνητικές ακέραιες τιμές.

{ISIN}

12 αλφαριθμητικοί χαρακτήρες

Κωδικός ISIN, όπως ορίζεται στο ISO 6166

{LEI}

20 αλφαριθμητικοί χαρακτήρες

Αναγνωριστικός κωδικός νομικής οντότητας, όπως ορίζεται στο ISO 17442

{MIC}

4 αλφαριθμητικοί χαρακτήρες

Αναγνωριστικός κωδικός αγοράς, όπως ορίζεται στο ISO 10383

{NATIONAL_ID}

35 αλφαριθμητικοί χαρακτήρες

Ο αναγνωριστικός κωδικός προσδιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 6 και τον πίνακα του παραρτήματος II.


Πίνακας 2

Στοιχεία που πρέπει να γνωστοποιούνται στις αναφορές συναλλαγών

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά.


Αρ.

ΠΕΔΙΟ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ

ΠΡΟΤΥΠΑ ΚΑΙ ΜΟΡΦΟΤΥΠΟΙ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΒΟΛΗ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

1

Κατάσταση αναφοράς

Επισήμανση του κατά πόσον η αναφορά συναλλαγής είναι νέα αναφορά ή ακύρωση.

«NEWT» — Νέα

«CANC» — Ακύρωση

2

Κωδικός αναφοράς συναλλαγής

Αναγνωριστικός αριθμός ο οποίος είναι μοναδικός για την επιχείρηση που εκτελεί τη συναλλαγή για κάθε αναφορά συναλλαγής.

Σε περίπτωση που, σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, ένας τόπος διαπραγμάτευσης υποβάλλει αναφορά συναλλαγής για λογαριασμό επιχείρησης που δεν υπόκειται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 600/2014, ο τόπος διαπραγμάτευσης συμπληρώνει το παρόν πεδίο με αριθμό ο οποίος δημιουργείται εσωτερικά από τον τόπο διαπραγμάτευσης και είναι μοναδικός για κάθε αναφορά συναλλαγής που υποβάλλεται από τον τόπο διαπραγμάτευσης.

{ALPHANUM-52}

3

Αναγνωριστικός κωδικός συναλλαγής του τόπου διαπραγμάτευσης

Αριθμός ο οποίος δημιουργείται από τόπους διαπραγμάτευσης και μεταδίδεται στον αγοραστή και στον πωλητή, σύμφωνα με το άρθρο 12 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2017/580 της Επιτροπής (1).

Το παρόν πεδίο απαιτείται να συμπληρώνεται μόνο για το σκέλος της αγοράς μιας συναλλαγής που εκτελείται σε τόπο διαπραγμάτευσης.

{ALPHANUM-52}

4

Αναγνωριστικός κωδικός της εκτελούσας οντότητας

Κωδικός που χρησιμοποιείται για την ταυτοποίηση της οντότητας που εκτελεί τη συναλλαγή.

{LEI}

5

Επιχείρηση επενδύσεων καλυπτόμενη από την οδηγία 2014/65/ΕΕ

Δηλώνεται αν η οντότητα που προσδιορίζεται στο πεδίο 4 είναι επιχείρηση επενδύσεων που καλύπτεται από το άρθρο 4 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ.

«true» — ναι

«false» — όχι

6

Αναγνωριστικός κωδικός της υποβάλλουσας οντότητας

Κωδικός που χρησιμοποιείται για την ταυτοποίηση της οντότητας που υποβάλλει την αναφορά συναλλαγής στην αρμόδια αρχή, σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014.

Όταν η αναφορά υποβάλλεται από την εκτελούσα επιχείρηση απευθείας στην αρμόδια αρχή, το πεδίο συμπληρώνεται με τον κωδικό LEI της εκτελούσας επιχείρησης (στην περίπτωση που η εκτελούσα επιχείρηση είναι νομική οντότητα).

Όταν η αναφορά υποβάλλεται από τόπο διαπραγμάτευσης, το πεδίο συμπληρώνεται με τον κωδικό LEI του διαχειριστή του τόπου διαπραγμάτευσης.

Όταν η αναφορά υποβάλλεται από ΕΜΑ, το πεδίο συμπληρώνεται με τον κωδικό LEI του ΕΜΑ.

{LEI}

Στοιχεία αγοραστή

Στην περίπτωση κοινών λογαριασμών, τα πεδία 7-11 συμπληρώνονται ξανά για κάθε αγοραστή.

Όταν η συναλλαγή αφορά διαβιβασθείσα εντολή που πληροί τις προϋποθέσεις διαβίβασης που ορίζονται στο άρθρο 4, οι πληροφορίες στα πεδία 7-15 συμπληρώνονται από τη λαμβάνουσα επιχείρηση στην αναφορά της λαμβάνουσας επιχείρησης, με τις πληροφορίες που λαμβάνονται από τη διαβιβάζουσα επιχείρηση.

Όταν η συναλλαγή αφορά διαβιβασθείσα εντολή που δεν πληροί τις προϋποθέσεις διαβίβασης που ορίζονται στο άρθρο 4, η λαμβάνουσα επιχείρηση αντιμετωπίζει τη διαβιβάζουσα επιχείρηση ως αγοραστή.

7

Αναγνωριστικός κωδικός αγοραστή

Κωδικός που χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό του αγοραστή του χρηματοπιστωτικού μέσου.

Εάν ο αγοραστής είναι νομική οντότητα, χρησιμοποιείται ο κωδικός LEI του αγοραστή.

Εάν ο αγοραστής δεν είναι νομική οντότητα, χρησιμοποιείται ο αναγνωριστικός κωδικός που προσδιορίζεται στο άρθρο 6.

Όταν η συναλλαγή έχει εκτελεστεί σε τόπο διαπραγμάτευσης ή σε οργανωμένο χώρο συναλλαγών εκτός της Ένωσης ο οποίος χρησιμοποιεί κεντρικό αντισυμβαλλόμενο και όταν η ταυτότητα του αγοραστή δεν έχει γνωστοποιηθεί, χρησιμοποιείται ο κωδικός LEI του κεντρικού αντισυμβαλλομένου.

Όταν η συναλλαγή έχει εκτελεστεί σε τόπο διαπραγμάτευσης ή σε οργανωμένο χώρο συναλλαγών εκτός της Ένωσης ο οποίος δεν χρησιμοποιεί κεντρικό αντισυμβαλλόμενο και όταν η ταυτότητα του αγοραστή δεν έχει γνωστοποιηθεί, χρησιμοποιείται ο κωδικός MIC του τόπου διαπραγμάτευσης ή του οργανωμένου χώρου συναλλαγών εκτός της Ένωσης.

Όταν ο αγοραστής είναι επιχείρηση επενδύσεων που ενεργεί ως συστηματικός εσωτερικοποιητής, χρησιμοποιείται ο κωδικός LEI του συστηματικού εσωτερικοποιητή.

Χρησιμοποιείται η σήμανση «INTC» για να χαρακτηριστεί ένας ομαδικός λογαριασμός πελατών εντός της επιχείρησης επενδύσεων, για τη γνωστοποίηση μιας μεταφοράς από ή σε αυτόν τον λογαριασμό, με σχετική κατανομή στον επιμέρους πελάτη ή στους επιμέρους πελάτες από ή στον εν λόγω λογαριασμό, αντιστοίχως.

Στην περίπτωση δικαιωμάτων προαίρεσης και δικαιωμάτων προαίρεσης επί συμφωνιών ανταλλαγής (swaptions), αγοραστής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που έχει το δικαίωμα να ασκήσει το δικαίωμα προαίρεσης και πωλητής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που πωλεί το δικαίωμα προαίρεσης και λαμβάνει την τιμή δικαιώματος (πριμ).

Στην περίπτωση συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης και προθεσμιακών συμβάσεων, εκτός αυτών που αφορούν συνάλλαγμα, αγοραστής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που αγοράζει το μέσο και πωλητής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που πωλεί το μέσο.

Στην περίπτωση συμφωνιών ανταλλαγής που αφορούν τίτλους, αγοραστής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που αναλαμβάνει τον κίνδυνο διακύμανσης της τιμής του υποκείμενου τίτλου και λαμβάνει το ποσό του τίτλου. Πωλητής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που καταβάλλει το ποσό του τίτλου.

Στην περίπτωση συμφωνιών ανταλλαγής που αφορούν επιτόκια ή δείκτες πληθωρισμού, αγοραστής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που καταβάλλει το σταθερό επιτόκιο. Πωλητής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που λαμβάνει το σταθερό επιτόκιο. Στην περίπτωση βασικών συμφωνιών ανταλλαγής (συμφωνιών ανταλλαγής κυμαινόμενων επιτοκίων), αγοραστής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που καταβάλει τη διαφορά τιμής (άνοιγμα) και πωλητής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που λαμβάνει τη διαφορά τιμής (άνοιγμα).

Στην περίπτωση συμφωνιών ανταλλαγής και προθεσμιακών συμβάσεων που αφορούν συνάλλαγμα και διασυναλλαγματικών συμφωνιών ανταλλαγής, αγοραστής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που λαμβάνει το νόμισμα το οποίο εμφανίζεται πρώτο κατά την αλφαβητική κατάταξη σύμφωνα με το πρότυπο ISO 4217 και πωλητής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που καταβάλλει το νόμισμα αυτό.

Στην περίπτωση συμφωνιών ανταλλαγής που αφορούν μερίσματα, αγοραστής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που λαμβάνει τις ισοδύναμες καταβολές πραγματικών μερισμάτων. Πωλητής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που καταβάλλει το μέρισμα και λαμβάνει το σταθερό επιτόκιο.

Στην περίπτωση παραγώγων μέσων για τη μεταβίβαση πιστωτικού κινδύνου, με την εξαίρεση δικαιωμάτων προαίρεσης και δικαιωμάτων προαίρεσης επί συμφωνιών ανταλλαγής, αγοραστής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που αγοράζει την προστασία. Πωλητής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που πωλεί την προστασία.

Στην περίπτωση συμβάσεων παραγώγων που αφορούν βασικά εμπορεύματα, αγοραστής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που λαμβάνει το βασικό εμπόρευμα που προσδιορίζεται στην αναφορά και πωλητής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που παραδίδει αυτό το βασικό εμπόρευμα.

Στην περίπτωση προθεσμιακών συμβάσεων επιτοκίου (forward rate agreements), αγοραστής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που καταβάλλει το σταθερό επιτόκιο και πωλητής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που λαμβάνει το σταθερό επιτόκιο.

Στην περίπτωση αύξησης της ονομαστικής αξίας, αγοραστής είναι ο ίδιος με τον αγοραστή του χρηματοπιστωτικού μέσου στην αρχική συναλλαγή και πωλητής είναι ο ίδιος με τον πωλητή του χρηματοπιστωτικού μέσου στην αρχική συναλλαγή.

Στην περίπτωση μείωσης της ονομαστικής αξίας, αγοραστής είναι ο ίδιος με τον πωλητή του χρηματοπιστωτικού μέσου στην αρχική συναλλαγή και πωλητής είναι ο ίδιος με τον αγοραστή του χρηματοπιστωτικού μέσου στην αρχική συναλλαγή.

{LEI}

{MIC}

{NATIONAL_ID}

«INTC»

Συμπληρωματικά στοιχεία

Τα πεδία 8-15 αφορούν μόνο περιπτώσεις όπου ο αγοραστής είναι πελάτης

Τα πεδία 9-11 αφορούν μόνο περιπτώσεις όπου ο αγοραστής είναι φυσικό πρόσωπο

8

Χώρα του υποκαταστήματος για τον αγοραστή

Όταν ο αγοραστής είναι πελάτης, το παρόν πεδίο προσδιορίζει τη χώρα του υποκαταστήματος που έλαβε την εντολή από τον πελάτη ή έλαβε επενδυτική απόφαση για έναν πελάτη, σύμφωνα με εντολή υπό καθεστώς διακριτικής ευχέρειας, που του έδωσε ο πελάτης σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 3.

Αν η δραστηριότητα αυτή δεν διενεργήθηκε από υποκατάστημα, το παρόν πεδίο συμπληρώνεται με τον κωδικό χώρας του κράτους μέλους καταγωγής της επιχείρησης επενδύσεων ή τον κωδικό χώρας της χώρας στην οποία βρίσκεται το κεντρικό γραφείο ή η καταστατική έδρα της επιχείρησης επενδύσεων (στην περίπτωση επιχειρήσεων τρίτης χώρας).

Όταν η συναλλαγή αφορά διαβιβασθείσα εντολή που πληροί τις προϋποθέσεις διαβίβασης που ορίζονται στο άρθρο 4, το παρόν πεδίο συμπληρώνεται με χρήση των πληροφοριών που λαμβάνονται από τη διαβιβάζουσα επιχείρηση.

{COUNTRYCODE_2}

9

Αγοραστής — όνομα

Πλήρες όνομα του αγοραστή. Αν ο αγοραστής έχει περισσότερα από ένα ονόματα, συμπληρώνονται όλα τα ονόματα, διαχωριζόμενα με κόμμα.

{ALPHANUM-140}

10

Αγοραστής — επώνυμο

Πλήρες επώνυμο του αγοραστή. Αν ο αγοραστής έχει περισσότερα από ένα επώνυμα, συμπληρώνονται όλα τα επώνυμα, διαχωριζόμενα με κόμμα.

{ALPHANUM-140}

11

Αγοραστής — ημερομηνία γέννησης

Ημερομηνία γέννησης του αγοραστή

{DATEFORMAT}

Υπεύθυνος λήψης της απόφασης για τον αγοραστή

Τα πεδία 12-15 αφορούν μόνο περιπτώσεις όπου ο υπεύθυνος λήψης της απόφασης ενεργεί δυνάμει εξουσίας εκπροσώπησης.

12

Κωδικός υπευθύνου λήψης της απόφασης για τον αγοραστή

Κωδικός που χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό του προσώπου που λαμβάνει την απόφαση αγοράς του χρηματοπιστωτικού μέσου.

Όταν η απόφαση λαμβάνεται από επιχείρηση επενδύσεων, το παρόν πεδίο συμπληρώνεται με την ταυτότητα της επιχείρησης επενδύσεων και όχι του προσώπου που λαμβάνει την επενδυτική απόφαση.

Εάν ο υπεύθυνος λήψης της απόφασης είναι νομική οντότητα, χρησιμοποιείται ο κωδικός LEI του υπευθύνου λήψης της απόφασης.

Εάν ο υπεύθυνος λήψης της απόφασης δεν είναι νομική οντότητα, χρησιμοποιείται ο αναγνωριστικός κωδικός που προσδιορίζεται στο άρθρο 6.

{LEI}

{NATIONAL_ID}

Στοιχεία του υπευθύνου λήψης της απόφασης για τον αγοραστή

Τα πεδία 13-15 αφορούν μόνο τις περιπτώσεις όπου ο υπεύθυνος λήψης της απόφασης είναι φυσικό πρόσωπο.

13

Υπεύθυνος λήψης της απόφασης αγοράς — Όνομα

Πλήρες όνομα του υπευθύνου λήψης της απόφασης για λογαριασμό του αγοραστή. Αν το πρόσωπο αυτό έχει περισσότερα από ένα ονόματα, συμπληρώνονται όλα τα ονόματα, διαχωριζόμενα με κόμμα.

{ALPHANUM-140}

14

Υπεύθυνος λήψης της απόφασης αγοράς — Επώνυμο

Πλήρες επώνυμο του υπευθύνου λήψης της απόφασης για λογαριασμό του αγοραστή. Αν το πρόσωπο αυτό έχει περισσότερα από ένα επώνυμα, συμπληρώνονται όλα τα επώνυμα, διαχωριζόμενα με κόμμα.

{ALPHANUM-140}

15

Υπεύθυνος λήψης της απόφασης αγοράς — Ημερομηνία γέννησης

Ημερομηνία γέννησης του υπευθύνου λήψης της απόφασης για λογαριασμό του αγοραστή.

{DATEFORMAT}

Στοιχεία του πωλητή και υπεύθυνος λήψης της απόφασης

Στην περίπτωση κοινών λογαριασμών, τα πεδία 16-20 συμπληρώνονται ξανά για κάθε πωλητή.

Όταν η συναλλαγή για έναν πωλητή αφορά διαβιβασθείσα εντολή που πληροί τις προϋποθέσεις διαβίβασης που ορίζονται στο άρθρο 4, οι πληροφορίες στα πεδία 16-24 συμπληρώνονται από τη λαμβάνουσα επιχείρηση στην αναφορά της λαμβάνουσας επιχείρησης, με τις πληροφορίες που λαμβάνονται από τη διαβιβάζουσα επιχείρηση.

Όταν η συναλλαγή αφορά διαβιβασθείσα εντολή που δεν πληροί τις προϋποθέσεις διαβίβασης που ορίζονται στο άρθρο 4, η λαμβάνουσα επιχείρηση αντιμετωπίζει τη διαβιβάζουσα επιχείρηση ως πωλητή.

16

Αναγνωριστικός κωδικός πωλητή

Κωδικός που χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό του πωλητή του χρηματοπιστωτικού μέσου.

Εάν ο πωλητής είναι νομική οντότητα, χρησιμοποιείται ο κωδικός LEI του πωλητή.

Εάν ο πωλητής δεν είναι νομική οντότητα, χρησιμοποιείται ο αναγνωριστικός κωδικός που προσδιορίζεται στο άρθρο 6.

Όταν η συναλλαγή έχει εκτελεστεί σε τόπο διαπραγμάτευσης ή σε οργανωμένο χώρο συναλλαγών εκτός της Ένωσης ο οποίος χρησιμοποιεί κεντρικό αντισυμβαλλόμενο και όταν η ταυτότητα του πωλητή δεν έχει γνωστοποιηθεί, χρησιμοποιείται ο κωδικός LEI του κεντρικού αντισυμβαλλομένου.

Όταν η συναλλαγή έχει εκτελεστεί σε τόπο διαπραγμάτευσης ή σε οργανωμένο χώρο συναλλαγών εκτός της Ένωσης ο οποίος δεν χρησιμοποιεί κεντρικό αντισυμβαλλόμενο και όταν η ταυτότητα του πωλητή δεν έχει γνωστοποιηθεί, χρησιμοποιείται ο κωδικός MIC του τόπου διαπραγμάτευσης ή του οργανωμένου χώρου συναλλαγών εκτός της Ένωσης.

Όταν ο πωλητής είναι επιχείρηση επενδύσεων που ενεργεί ως συστηματικός εσωτερικοποιητής, χρησιμοποιείται ο κωδικός LEI του συστηματικού εσωτερικοποιητή.

Χρησιμοποιείται η σήμανση «INTC» για να χαρακτηριστεί ένας ομαδικός λογαριασμός πελατών εντός της επιχείρησης επενδύσεων, για τη γνωστοποίηση μιας μεταφοράς από ή σε αυτόν τον λογαριασμό, με σχετική κατανομή στον επιμέρους πελάτη ή στους επιμέρους πελάτες από ή στον εν λόγω λογαριασμό, αντιστοίχως.

Στην περίπτωση δικαιωμάτων προαίρεσης και δικαιωμάτων προαίρεσης επί συμφωνιών ανταλλαγής (swaptions), αγοραστής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που έχει το δικαίωμα να ασκήσει το δικαίωμα προαίρεσης και πωλητής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που πωλεί το δικαίωμα προαίρεσης και λαμβάνει την τιμή δικαιώματος (πριμ).

Στην περίπτωση συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης και προθεσμιακών συμβάσεων, εκτός αυτών που αφορούν συνάλλαγμα, αγοραστής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που αγοράζει το μέσο και πωλητής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που πωλεί το μέσο.

Στην περίπτωση συμφωνιών ανταλλαγής που αφορούν τίτλους, αγοραστής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που αναλαμβάνει τον κίνδυνο διακύμανσης της τιμής του υποκείμενου τίτλου και λαμβάνει το ποσό του τίτλου. Πωλητής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που καταβάλλει το ποσό του τίτλου.

Στην περίπτωση συμφωνιών ανταλλαγής που αφορούν επιτόκια ή δείκτες πληθωρισμού, αγοραστής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που καταβάλλει το σταθερό επιτόκιο. Πωλητής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που λαμβάνει το σταθερό επιτόκιο. Στην περίπτωση βασικών συμφωνιών ανταλλαγής (συμφωνιών ανταλλαγής κυμαινόμενων επιτοκίων), αγοραστής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που καταβάλει τη διαφορά τιμής (άνοιγμα) και πωλητής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που λαμβάνει τη διαφορά τιμής (άνοιγμα).

Στην περίπτωση συμφωνιών ανταλλαγής και προθεσμιακών συμβάσεων που αφορούν συνάλλαγμα και διασυναλλαγματικών συμφωνιών ανταλλαγής, αγοραστής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που λαμβάνει το νόμισμα το οποίο εμφανίζεται πρώτο κατά την αλφαβητική κατάταξη σύμφωνα με το πρότυπο ISO 4217 και πωλητής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που καταβάλλει το νόμισμα αυτό.

Στην περίπτωση συμφωνιών ανταλλαγής που αφορούν μερίσματα, αγοραστής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που λαμβάνει τις ισοδύναμες καταβολές πραγματικών μερισμάτων. Πωλητής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που καταβάλλει το μέρισμα και λαμβάνει το σταθερό επιτόκιο.

Στην περίπτωση παραγώγων μέσων για τη μεταβίβαση πιστωτικού κινδύνου, με την εξαίρεση δικαιωμάτων προαίρεσης και δικαιωμάτων προαίρεσης επί συμφωνιών ανταλλαγής, αγοραστής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που αγοράζει την προστασία. Πωλητής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που πωλεί την προστασία.

Στην περίπτωση συμβάσεων παραγώγων που αφορούν βασικά εμπορεύματα, αγοραστής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που λαμβάνει το βασικό εμπόρευμα που προσδιορίζεται στην αναφορά και πωλητής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που παραδίδει αυτό το βασικό εμπόρευμα.

Στην περίπτωση προθεσμιακών συμβάσεων επιτοκίου (forward rate agreements), αγοραστής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που καταβάλλει το σταθερό επιτόκιο και πωλητής είναι ο αντισυμβαλλόμενος που λαμβάνει το σταθερό επιτόκιο.

Στην περίπτωση αύξησης της ονομαστικής αξίας, πωλητής είναι ο ίδιος με τον πωλητή του χρηματοπιστωτικού μέσου στην αρχική συναλλαγή.

Στην περίπτωση μείωσης της ονομαστικής αξίας, πωλητής είναι ο ίδιος με τον αγοραστή του χρηματοπιστωτικού μέσου στην αρχική συναλλαγή.

{LEI}

{MIC}

{NATIONAL_ID}

«INTC»

17-24

Τα πεδία 17-24 είναι αντίστοιχα όλων των πεδίων 8-15 που αφορούν τον αγοραστή (στοιχεία αγοραστή και υπεύθυνος λήψης της απόφασης) και αφορούν τον πωλητή.

Στοιχεία διαβίβασης

Τα πεδία 26 και 27 συμπληρώνονται μόνο για αναφορές συναλλαγών από λαμβάνουσα επιχείρηση, εφόσον πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις διαβίβασης του άρθρου 4.

Όταν μια επιχείρηση ενεργεί ως λαμβάνουσα επιχείρηση και ως διαβιβάζουσα επιχείρηση, συμπληρώνει το πεδίο 25 για να δηλώσει ότι είναι διαβιβάζουσα επιχείρηση και συμπληρώνει τα πεδία 26 και 27 από την οπτική της ως λαμβάνουσα επιχείρηση.

25

Δείκτης διαβίβασης εντολής

Η διαβιβάζουσα επιχείρηση συμπληρώνει την ένδειξη «σωστό» στην αναφορά της διαβιβάζουσας επιχείρησης, στην περίπτωση που δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις διαβίβασης που προσδιορίζονται στο άρθρο 4.

«λάθος» — σε όλες τις άλλες περιπτώσεις

«true» (σωστό)

«false» (λάθος)

26

Αναγνωριστικός κωδικός της διαβιβάζουσας επιχείρησης για τον αγοραστή

Κωδικός που χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό της επιχείρησης που διαβιβάζει την εντολή.

Το παρόν πεδίο συμπληρώνεται από τη λαμβάνουσα επιχείρηση, στην αναφορά της λαμβάνουσας επιχείρησης, με τον αναγνωριστικό κωδικό που παρέχεται από τη διαβιβάζουσα επιχείρηση.

{LEI}

27

Αναγνωριστικός κωδικός της διαβιβάζουσας επιχείρησης για τον πωλητή

Κωδικός που χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό της επιχείρησης που διαβιβάζει την εντολή.

Το παρόν πεδίο συμπληρώνεται από τη λαμβάνουσα επιχείρηση, στην αναφορά της λαμβάνουσας επιχείρησης, με τον αναγνωριστικό κωδικό που παρέχεται από τη διαβιβάζουσα επιχείρηση.

{LEI}

Στοιχεία συναλλαγής

28

Ημερομηνία και ώρα διαπραγμάτευσης

Ημερομηνία και ώρα κατά την οποία εκτελέστηκε η συναλλαγή.

Για συναλλαγές που εκτελούνται σε τόπο διαπραγμάτευσης, το επίπεδο λεπτομέρειας προσδιορίζεται σύμφωνα με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 3 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2017/574 (2).

Για συναλλαγές που δεν εκτελούνται σε τόπο διαπραγμάτευσης, αναφέρεται η ημερομηνία και η ώρα όταν τα μέρη συμφωνούν για το περιεχόμενο των ακόλουθων πεδίων: ποσότητα, τιμή, νομίσματα στα πεδία 31, 34 και 44, αναγνωριστικός κωδικός μέσου, κατάταξη του μέσου και κωδικός υποκείμενου μέσου, κατά περίπτωση. Για συναλλαγές που δεν εκτελούνται σε τόπο διαπραγμάτευσης, η ώρα αναφέρεται με ακρίβεια προσέγγισης τουλάχιστον δευτερολέπτου.

Όταν η συναλλαγή προκύπτει από εντολή που διαβιβάστηκε από την εκτελούσα επιχείρηση για λογαριασμό πελάτη σε τρίτο μέρος, και δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις διαβίβασης που καθορίζονται στο άρθρο 4, πρόκειται για την ημερομηνία και την ώρα της συναλλαγής παρά για την ώρα της διαβίβασης της εντολής.

{DATE_TIME_FORMAT}

29

Ιδιότητα διαπραγματευτή

Δηλώνεται αν η συναλλαγή είναι αποτέλεσμα διενέργειας από την επιχείρηση που την εκτέλεσε αντιστοιχισμένης συναλλαγής για ίδιο λογαριασμό, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 38) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, ή διενέργειας συναλλαγών για ίδιο λογαριασμό, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 6) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ.

Στην περίπτωση που η συναλλαγή δεν είναι αποτέλεσμα διενέργειας από την επιχείρηση που την εκτέλεσε αντιστοιχισμένης συναλλαγής για ίδιο λογαριασμό ή διενέργειας συναλλαγών για ίδιο λογαριασμό, στο πεδίο δηλώνεται ότι η συναλλαγή πραγματοποιήθηκε υπό οποιαδήποτε άλλη ιδιότητα.

«DEAL» — Διενέργεια συναλλαγών για ίδιο λογαριασμό

«MTCH» — Αντιστοιχισμένη συναλλαγή για ίδιο λογαριασμό

«AOTC» — Οποιαδήποτε άλλη ιδιότητα

30

Ποσότητα

Ο αριθμός των μονάδων του χρηματοπιστωτικού μέσου ή ο αριθμός των συμβάσεων παραγώγων στη συναλλαγή.

Η ονομαστική ή χρηματική αξία του χρηματοπιστωτικού μέσου.

Στην περίπτωση τοποθετήσεων επί χρηματοπιστωτικών διαφορών (spread bets), η ποσότητα είναι η χρηματική αξία που στοιχηματίζεται ανά μοναδιαία διακύμανση του υποκείμενου χρηματοπιστωτικού μέσου.

Στην περίπτωση συμβολαίων ανταλλαγής κινδύνου αθέτησης (CDS), η ποσότητα είναι το ονομαστικό ποσό για το οποίο αγοράζεται ή πωλείται η προστασία.

Στην περίπτωση αύξησης ή μείωσης στο ονομαστικό ποσό συμβάσεων παραγώγων, ο αριθμός αποτυπώνει την απόλυτη τιμή της μεταβολής και εκφράζεται ως θετικός αριθμός.

Οι πληροφορίες που παρέχονται στο παρόν πεδίο είναι σύμφωνες με τις τιμές που παρέχονται στα πεδία 33 και 46.

{DECIMAL-18/17} σε περίπτωση που η ποσότητα εκφράζεται ως αριθμός μονάδων

{DECIMAL-18/5} σε περίπτωση που η ποσότητα εκφράζεται ως χρηματική ή ονομαστική αξία

31

Νόμισμα ποσότητας

Το νόμισμα στο οποίο εκφράζεται η ποσότητα.

Εφαρμόζεται μόνον εάν η ποσότητα εκφράζεται ως ονομαστική ή χρηματική αξία.

{CURRENCYCODE_3}

32

Αύξηση/μείωση ονομαστικού ποσού παραγώγου

Δηλώνεται αν η συναλλαγή αποτελεί αύξηση ή μείωση του ονομαστικού ποσού μιας σύμβασης παραγώγων.

Το πεδίο αφορά μόνο περιπτώσεις αλλαγής στο ονομαστικό ποσό μιας σύμβασης παραγώγων.

«INCR» — Αύξηση

«DECR» — Μείωση

33

Τιμή

Η τιμή διαπραγμάτευσης της συναλλαγής, εξαιρουμένων προμηθειών και δεδουλευμένων τόκων, κατά περίπτωση.

Στην περίπτωση συμβολαίων δικαιωμάτων προαίρεσης, είναι η τιμή δικαιώματος (πριμ) της σύμβασης παραγώγων ανά υποκείμενο ή μονάδα του δείκτη.

Στην περίπτωση τοποθετήσεων επί χρηματοπιστωτικών διαφορών (spread bets), είναι η τιμή αναφοράς του υποκείμενου μέσου.

Στην περίπτωση συμβολαίων ανταλλαγής κινδύνου αθέτησης (CDS), είναι το τοκομερίδιο σε μονάδες βάσης.

Όταν η τιμή δηλώνεται με χρηματικούς όρους, αναφέρεται στη μονάδα του κύριου νομίσματος.

Όταν η τιμή δεν είναι ακόμη διαθέσιμη, η αναγραφόμενη τιμή είναι «PNDG» (εκκρεμεί)

Όταν δεν εφαρμόζεται τιμή, η αναγραφόμενη ένδειξη είναι «NOAP»

Οι πληροφορίες που παρέχονται στο παρόν πεδίο είναι σύμφωνες με τις τιμές που παρέχονται στα πεδία 30 και 46.

{DECIMAL-18/13} σε περίπτωση που η τιμή εκφράζεται ως χρηματική αξία

{DECIMAL-11/10} σε περίπτωση που η τιμή εκφράζεται ως ποσοστό ή απόδοση

{DECIMAL-18/17} σε περίπτωση που η τιμή εκφράζεται ως μονάδες βάσης

«PNDG» σε περίπτωση η τιμή που δεν είναι διαθέσιμη

«NOAP» σε περίπτωση που δεν εφαρμόζεται τιμή

34

Νόμισμα τιμής

Το νόμισμα στο οποίο εκφράζεται η τιμή (εφαρμόζεται εάν η τιμή εκφράζεται ως χρηματική αξία).

{CURRENCYCODE_3}

35

Καθαρό ποσό

Το καθαρό ποσό της συναλλαγής είναι το χρηματικό ποσό που καταβάλλεται από τον αγοραστή του χρεωστικού τίτλου μετά τον διακανονισμό της συναλλαγής. Το χρηματικό αυτό ποσό ισούται με: (καθαρή τιμή * ονομαστική αξία) + οποιαδήποτε δεδουλευμένα τοκομερίδια. Επομένως, το καθαρό ποσό της συναλλαγής δεν περιλαμβάνει οποιαδήποτε προμήθεια ή άλλη χρέωση που επιβάλλεται στον αγοραστή του χρεωστικού τίτλου.

Το πεδίο αφορά μόνο περιπτώσεις όπου το χρηματοπιστωτικό μέσο είναι χρεωστικός τίτλος.

{DECIMAL-18/5}

36

Τόπος

Αναγνωριστικό στοιχείο του τόπου όπου εκτελέστηκε η συναλλαγή.

Χρησιμοποιείται ο κωδικός MIC τμήματος, σύμφωνα με το πρότυπο ISO 10383, για συναλλαγές που εκτελούνται σε τόπο διαπραγμάτευσης, συστηματικό εσωτερικοποιητή ή οργανωμένο χώρο συναλλαγών εκτός της Ένωσης. Εάν δεν υπάρχει κωδικός MIC τμήματος, χρησιμοποιείται ο κωδικός MIC λειτουργίας.

Χρησιμοποιείται ο κωδικός MIC «XOFF» για χρηματοπιστωτικά μέσα που έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση ή αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπο διαπραγμάτευσης ή για τα οποία υποβλήθηκε αίτηση εισαγωγής προς διαπραγμάτευση, όταν η συναλλαγή στο εν λόγω χρηματοπιστωτικό μέσο δεν εκτελείται σε τόπο διαπραγμάτευσης, συστηματικό εσωτερικοποιητή ή οργανωμένο χώρο συναλλαγών εκτός της Ένωσης, ή όταν η επιχείρηση επενδύσεων δεν γνωρίζει ότι διαπραγματεύεται με άλλη επιχείρηση επενδύσεων η οποία ενεργεί ως συστηματικός εσωτερικοποιητής.

Χρησιμοποιείται ο κωδικός MIC «ΧΧΧΧ» για χρηματοπιστωτικά μέσα που δεν έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση ή δεν αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπο διαπραγμάτευσης ή για τα οποία δεν έχει υποβληθεί αίτηση εισαγωγής προς διαπραγμάτευση και τα οποία δεν αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένο χώρο συναλλαγών εκτός της Ένωσης, αλλά το υποκείμενο μέσο έχει εισαχθεί προς διαπραγμάτευση ή αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπο διαπραγμάτευσης.

{MIC}

37

Χώρα του υποκαταστήματος μέλους

Κωδικός που χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό της χώρας ενός υποκαταστήματος της επιχείρησης επενδύσεων του οποίου χρησιμοποιήθηκε η ιδιότητα ως μέλους της αγοράς για την εκτέλεση της συναλλαγής.

Στην περίπτωση που δεν χρησιμοποιήθηκε η ιδιότητα ενός υποκαταστήματος ως μέλους της αγοράς, το παρόν πεδίο συμπληρώνεται με τον κωδικό χώρας του κράτους μέλους καταγωγής της επιχείρησης επενδύσεων ή τον κωδικό χώρας της χώρας στην οποία βρίσκεται το κεντρικό γραφείο ή η καταστατική έδρα της επιχείρησης (στην περίπτωση επιχειρήσεων τρίτης χώρας).

Το παρόν πεδίο συμπληρώνεται μόνο για το σκέλος της αγοράς μιας συναλλαγής που εκτελείται σε τόπο διαπραγμάτευσης ή σε οργανωμένο χώρο συναλλαγών εκτός της Ένωσης.

{COUNTRYCODE_2}

38

Προκαταβολική πληρωμή

Χρηματική αξία οποιασδήποτε προκαταβολικής πληρωμής που ελήφθη ή κατεβλήθη από τον πωλητή.

Στην περίπτωση που ο πωλητής λαμβάνει την προκαταβολική πληρωμή, συμπληρώνεται θετική τιμή. Στην περίπτωση που ο πωλητής καταβάλλει την προκαταβολική πληρωμή, συμπληρώνεται αρνητική τιμή.

{DECIMAL-18/5}

39

Νόμισμα προκαταβολικής πληρωμής

Το νόμισμα της προκαταβολικής πληρωμής.

{CURRENCYCODE_3}

40

Αναγνωριστικό συνιστώσας πολύπλοκης συναλλαγής

Εσωτερικό αναγνωριστικό της γνωστοποιούσας επιχείρησης για τον προσδιορισμό όλων των αναφορών που αφορούν την ίδια εκτέλεση συνδυασμού χρηματοπιστωτικών μέσων, σύμφωνα με το άρθρο 12. Ο κωδικός πρέπει να είναι μοναδικός σε επίπεδο επιχείρησης για την ομάδα αναφορών που αφορούν την εκτέλεση.

Το πεδίο εφαρμόζεται μόνο όταν οι ισχύουν οι προϋποθέσεις που προσδιορίζονται στο άρθρο 12.

{ALPHANUM-35}

Στοιχεία μέσου

41

Αναγνωριστικός κωδικός μέσου

Κωδικός που χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό του χρηματοπιστωτικού μέσου.

Το παρόν πεδίο αφορά χρηματοπιστωτικά μέσα για τα οποία έχει υποβληθεί αίτηση εισαγωγής προς διαπραγμάτευση, τα οποία έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση ή αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπο διαπραγμάτευσης ή συστηματικό εσωτερικοποιητή. Αφορά επίσης χρηματοπιστωτικά μέσα που διαθέτουν κωδικό ISIN και αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένο χώρο συναλλαγών εκτός της Ένωσης, εφόσον το υποκείμενο μέσο είναι χρηματοπιστωτικό μέσο που αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπο διαπραγμάτευσης.

{ISIN}

Τα πεδία 42-56 δεν αφορούν περιπτώσεις όπου:

οι συναλλαγές εκτελούνται σε τόπο διαπραγμάτευσης ή με επιχείρηση επενδύσεων που ενεργεί ως συστηματικός εσωτερικοποιητής· ή

το πεδίο 41 συμπληρώνεται με κωδικό ISIN που υπάρχει στον κατάλογο δεδομένων αναφοράς της ΕΑΚΑΑ.

42

Πλήρης ονομασία μέσου

Πλήρης ονομασία του χρηματοπιστωτικού μέσου.

{ALPHANUM-350}

43

Κατάταξη μέσου

Ταξινόμηση που χρησιμοποιείται για την κατάταξη του χρηματοπιστωτικού μέσου.

Παρέχεται πλήρης και ακριβής κωδικός κατάταξης χρηματοπιστωτικών μέσων (CFI).

{CFI_CODE}

44

Ονομαστικό νόμισμα 1

Νόμισμα στο οποίο εκφράζεται το ονομαστικό ποσό.

Στην περίπτωση σύμβασης παραγώγων επί επιτοκίων ή νομισμάτων, αυτό θα είναι το ονομαστικό νόμισμα του σκέλους 1 ή το νόμισμα 1 του ζεύγους.

Για δικαιώματα προαίρεσης επί συμφωνιών ανταλλαγής, όταν η υποκείμενη συμφωνία ανταλλαγής είναι στο ίδιο νόμισμα, αυτό θα είναι το ονομαστικό νόμισμα της υποκείμενης συμφωνίας ανταλλαγής. Για δικαιώματα προαίρεσης επί συμφωνιών ανταλλαγής, όταν η υποκείμενη συμφωνία ανταλλαγής είναι σε διάφορα νομίσματα, αυτό θα είναι το ονομαστικό νόμισμα του σκέλους 1 της συμφωνίας ανταλλαγής.

{CURRENCYCODE_3}

45

Ονομαστικό νόμισμα 2

Για συμφωνίες ανταλλαγής συναλλάγματος σε διάφορα νομίσματα ή διασυναλλαγματικές συμφωνίες ανταλλαγής, αναφέρεται το νόμισμα στο οποίο εκφράζεται το σκέλος 2 της σύμβασης.

Για δικαιώματα προαίρεσης σε συμφωνίες ανταλλαγής, όταν η υποκείμενη συμφωνία ανταλλαγής είναι σε διάφορα νομίσματα, αναφέρεται το νόμισμα στο οποίο εκφράζεται το σκέλος 2 της συμφωνίας ανταλλαγής.

{CURRENCYCODE_3}

46

Πολλαπλασιαστής τιμής

Αριθμός μονάδων του υποκείμενου μέσου τις οποίες αντιπροσωπεύει μία μεμονωμένη σύμβαση παραγώγων.

Χρηματική αξία που καλύπτεται από μεμονωμένη σύμβαση ανταλλαγής, στην περίπτωση που στο πεδίο ποσότητας δηλώνεται ο αριθμός των συμβάσεων ανταλλαγής στη συναλλαγή. Για συμβόλαιο μελλοντικής εκπλήρωσης ή δικαίωμα προαίρεσης επί δείκτη, αναφέρεται το ποσό ανά μονάδα δείκτη.

Για τοποθετήσεις επί χρηματοπιστωτικών διαφορών (spread bets), αναφέρεται η διακύμανση της τιμής του υποκείμενου μέσου στο οποίο βασίζεται η τοποθέτηση επί διαφοράς.

Οι πληροφορίες που παρέχονται στο παρόν πεδίο είναι σύμφωνες με τις τιμές που παρέχονται στα πεδία 30 και 33.

{DECIMAL-18/17}

47

Κωδικός υποκείμενου μέσου

Κωδικός ISIN του υποκείμενου μέσου.

Για τα αμερικανικά πιστοποιητικά αποθετηρίου (ADR), τα παγκόσμια πιστοποιητικά αποθετηρίου (GDR) και τα παρόμοια μέσα, αναφέρεται ο κωδικός ISIN του χρηματοπιστωτικού μέσου στο οποίο βασίζονται τα εν λόγω μέσα.

Για τα μετατρέψιμα ομόλογα, αναφέρεται ο κωδικός ISIN του μέσου στο οποίο μπορεί να μετατραπεί το ομόλογο.

Για παράγωγα ή άλλα μέσα με υποκείμενο μέσο, αναφέρεται ο κωδικός ISIN του υποκείμενου μέσου, όταν το υποκείμενο μέσο είναι εισηγμένο προς διαπραγμάτευση ή αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπο διαπραγμάτευσης. Όταν το υποκείμενο μέσο είναι μέρισμα μετοχών, τότε αναφέρεται ο κωδικός ISIN των σχετικών μετοχών που παρέχουν δικαίωμα στο υποκείμενο μέρισμα.

Για τα συμβόλαια ανταλλαγής κινδύνου αθέτησης, παρέχεται ο κωδικός ISIN της υποχρέωσης αναφοράς.

Σε περίπτωση που το υποκείμενο μέσο είναι δείκτης και έχει οριστεί κωδικός ISIN, αναφέρεται ο κωδικός ISIN για τον εν λόγω δείκτη.

Όταν το υποκείμενο μέσο είναι καλάθι, αναφέρεται ο κωδικός ISIN κάθε συστατικού στοιχείου του καλαθιού που είναι εισηγμένο προς διαπραγμάτευση ή αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπο διαπραγμάτευσης. Το πεδίο 47 συμπληρώνεται όσες φορές είναι απαραίτητο, ώστε να απαριθμούνται όλα τα προς γνωστοποίηση μέσα στο καλάθι.

{ISIN}

48

Ονομασία του υποκείμενου δείκτη

Όταν το υποκείμενο μέσο είναι δείκτης, αναφέρεται η ονομασία του δείκτη.

{INDEX}

ή

{ALPHANUM-25} — εάν η ονομασία του δείκτη δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο {INDEX}

49

Διάρκεια του υποκείμενου δείκτη

Σε περίπτωση που το υποκείμενο μέσο είναι δείκτης, αναφέρεται η διάρκεια του δείκτη.

{INTEGER-3}+«DAYS» — ημέρες

{INTEGER-3}+«WEEK» — εβδομάδες

{INTEGER-3}+«MNTH» — μήνες

{INTEGER-3}+«YEAR» — έτη

50

Είδος δικαιώματος προαίρεσης

Επισήμανση του κατά πόσον η σύμβαση παραγώγων είναι δικαίωμα προαίρεσης με θέση αγοράς (δικαίωμα αγοράς ενός συγκεκριμένου υποκείμενου περιουσιακού στοιχείου) ή δικαίωμα προαίρεσης με θέση πώλησης (δικαίωμα πώλησης ενός συγκεκριμένου υποκείμενου περιουσιακού στοιχείου) ή αν δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί αν πρόκειται για θέση αγοράς ή θέση πώλησης κατά τη στιγμή της εκτέλεσης.

Όσον αφορά τα δικαιώματα προαίρεσης επί συμφωνιών ανταλλαγής, πρόκειται για:

«PUTO» (θέση πώλησης), σε περίπτωση δικαιώματος προαίρεσης σε συμφωνία ανταλλαγής παραλήπτη, όπου ο αγοραστής έχει το δικαίωμα να συνάψει συμφωνία ανταλλαγής ως παραλήπτης με σταθερό επιτόκιο.

«CALL» (θέση αγοράς), σε περίπτωση δικαιώματος προαίρεσης σε συμφωνία ανταλλαγής αγοραστή, όπου ο αγοραστής έχει το δικαίωμα να συνάψει συμφωνία ανταλλαγής ως αγοραστής με σταθερό επιτόκιο.

Όσον αφορά τα ανώτατα και κατώτατα όρια, πρόκειται για:

«PUTO» (θέση πώλησης), σε περίπτωση κατώτατου ορίου.

«CALL» (θέση αγοράς), σε περίπτωση ανώτατου ορίου.

Το πεδίο αφορά μόνο τα παράγωγα που είναι δικαιώματα προαίρεσης ή τίτλοι επιλογής.

«PUTO» — Θέση πώλησης

«CALL» — Θέση αγοράς

«OTHR» — όταν δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί αν πρόκειται για θέση αγοράς ή θέση πώλησης

51

Τιμή άσκησης

Προκαθορισμένη τιμή στην οποία ο κάτοχος θα πρέπει να αγοράζει ή να πωλεί το υποκείμενο μέσο, ή επισήμανση ότι η τιμή δεν μπορεί να καθοριστεί τη στιγμή της εκτέλεσης.

Το πεδίο αφορά μόνο δικαίωμα προαίρεσης ή τίτλο επιλογής, όταν η τιμή άσκησης μπορεί να καθοριστεί τη στιγμή της εκτέλεσης.

Όταν η τιμή δεν είναι ακόμη διαθέσιμη, η αναγραφόμενη τιμή είναι «PNDG» (εκκρεμεί).

Όταν δεν εφαρμόζεται τιμή άσκησης, δεν συμπληρώνεται το πεδίο.

{DECIMAL-18/13} σε περίπτωση που η τιμή εκφράζεται ως χρηματική αξία

{DECIMAL-11/10} σε περίπτωση που η τιμή εκφράζεται ως ποσοστό ή απόδοση

{DECIMAL-18/17} σε περίπτωση που η τιμή εκφράζεται ως μονάδες βάσης

«PNDG» σε περίπτωση η τιμή που δεν είναι διαθέσιμη

52

Νόμισμα της τιμής άσκησης

Το νόμισμα της τιμής άσκησης.

{CURRENCYCODE_3}

53

Τύπος άσκησης του δικαιώματος προαίρεσης

Επισήμανση του κατά πόσον το δικαίωμα προαίρεσης μπορεί να ασκηθεί μόνο σε καθορισμένη ημερομηνία (ευρωπαϊκός και ασιατικός τύπος), σε σειρά προκαθορισμένων ημερομηνιών (Βερμούδων) ή σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή κατά τη διάρκεια της σύμβασης (αμερικανικός τύπος).

Το παρόν πεδίο αφορά μόνο δικαιώματα προαίρεσης, τίτλους επιλογής και πιστοποιητικά δικαιώματος («entitlement certificates»).

«EURO» — Ευρωπαϊκός

«AMER» — Αμερικανικός

«ASIA» — Ασιατικός

«BERM» — Βερμούδων

«OTHR» — Οποιοσδήποτε άλλος τύπος

54

Ημερομηνία ληκτότητας

Ημερομηνία ληκτότητας του χρηματοπιστωτικού μέσου.

Το πεδίο αφορά μόνο χρεωστικούς τίτλους με καθορισμένη ληκτότητα.

{DATEFORMAT}

55

Ημερομηνία λήξης

Ημερομηνία λήξης του χρηματοπιστωτικού μέσου. Το πεδίο αφορά μόνο παράγωγα με καθορισμένη ημερομηνία λήξης.

{DATEFORMAT}

56

Είδος παράδοσης

Επισήμανση του κατά πόσον η συναλλαγή διακανονίζεται είτε με φυσική παράδοση είτε χρηματικά.

Όταν το είδος παράδοσης δεν μπορεί να προσδιοριστεί κατά τη στιγμή της εκτέλεσης, αναγράφεται η τιμή «OPTL».

Το πεδίο αφορά μόνο παράγωγα.

«PHYS» — Διακανονισμός με φυσική παράδοση

«CASH» — Με χρηματικό διακανονισμό

«OPTL» — Προαιρετικό για τον αντισυμβαλλόμενο ή όταν καθορίζεται από τρίτο μέρος

Συναλλασσόμενος, αλγόριθμοι, απαλλαγές και δείκτες

57

Επενδυτική απόφαση εντός της επιχείρησης

Κωδικός που χρησιμοποιείται για την ταυτοποίηση του προσώπου ή του αλγορίθμου εντός της επιχείρησης επενδύσεων ο οποίος είναι υπεύθυνος για την επενδυτική απόφαση.

Για φυσικά πρόσωπα, χρησιμοποιείται ο αναγνωριστικός κωδικός που προσδιορίζεται στο άρθρο 6.

Εάν η επενδυτική απόφαση ελήφθη από αλγόριθμο, το πεδίο συμπληρώνεται όπως ορίζεται στο άρθρο 8.

Το πεδίο αφορά μόνο επενδυτικές αποφάσεις εντός της επιχείρησης.

Όταν η συναλλαγή αφορά διαβιβασθείσα εντολή που πληροί τις προϋποθέσεις διαβίβασης που ορίζονται στο άρθρο 4, το παρόν πεδίο συμπληρώνεται από τη λαμβάνουσα επιχείρηση στην αναφορά της λαμβάνουσας επιχείρησης, με τις πληροφορίες που λαμβάνονται από τη διαβιβάζουσα επιχείρηση.

{NATIONAL_ID} — Φυσικά πρόσωπα

{ALPHANUM-50} — Αλγόριθμοι

58

Χώρα του υποκαταστήματος που εποπτεύει το πρόσωπο που είναι υπεύθυνο για την επενδυτική απόφαση

Κωδικός που χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό της χώρας του υποκαταστήματος της επιχείρησης επενδύσεων για το πρόσωπο που είναι υπεύθυνο για την επενδυτική απόφαση, όπως ορίζεται στο άρθρο 14 παράγραφος 3 στοιχείο β).

Στην περίπτωση που το πρόσωπο που είναι υπεύθυνο για την επενδυτική απόφαση δεν τελούσε υπό την εποπτεία υποκαταστήματος, το παρόν πεδίο συμπληρώνεται με τον κωδικό χώρας του κράτους μέλους καταγωγής της επιχείρησης επενδύσεων ή τον κωδικό χώρας της χώρας στην οποία βρίσκεται το κεντρικό γραφείο ή η καταστατική έδρα της επιχείρησης (στην περίπτωση επιχειρήσεων τρίτης χώρας).

Όταν η συναλλαγή αφορά διαβιβασθείσα εντολή που πληροί τις προϋποθέσεις διαβίβασης που ορίζονται στο άρθρο 4, το παρόν πεδίο συμπληρώνεται από τη λαμβάνουσα επιχείρηση στην αναφορά της λαμβάνουσας επιχείρησης, με τις πληροφορίες που λαμβάνονται από τη διαβιβάζουσα επιχείρηση.

Το παρόν πεδίο δεν αφορά περιπτώσεις όπου η επενδυτική απόφαση ελήφθη από αλγόριθμο.

{COUNTRYCODE_2}

59

Εκτέλεση εντός της επιχείρησης

Κωδικός που χρησιμοποιείται για την ταυτοποίηση του προσώπου ή του αλγορίθμου εντός της επιχείρησης επενδύσεων ο οποίος είναι υπεύθυνος για την εκτέλεση.

Για φυσικά πρόσωπα, χρησιμοποιείται ο αναγνωριστικός κωδικός που προσδιορίζεται στο άρθρο 6. Εάν η εκτέλεση πραγματοποιήθηκε από αλγόριθμο, το πεδίο συμπληρώνεται όπως ορίζεται στο άρθρο 9.

{NATIONAL_ID} — Φυσικά πρόσωπα

{ALPHANUM-50} — Αλγόριθμοι

60

Χώρα του υποκαταστήματος που εποπτεύει το πρόσωπο που είναι υπεύθυνο για την εκτέλεση

Κωδικός που χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό της χώρας του υποκαταστήματος της επιχείρησης επενδύσεων για το πρόσωπο που είναι υπεύθυνο για την εκτέλεση της συναλλαγής, όπως ορίζεται στο άρθρο 14 παράγραφος 3 στοιχείο γ).

Στην περίπτωση που το υπεύθυνο πρόσωπο δεν τελούσε υπό την εποπτεία υποκαταστήματος, το παρόν πεδίο συμπληρώνεται με τον κωδικό χώρας του κράτους μέλους καταγωγής της επιχείρησης επενδύσεων ή τον κωδικό χώρας της χώρας στην οποία βρίσκεται το κεντρικό γραφείο ή η καταστατική έδρα της επιχείρησης (στην περίπτωση επιχειρήσεων τρίτης χώρας).

Το παρόν πεδίο δεν αφορά περιπτώσεις όπου η εκτέλεση πραγματοποιήθηκε από αλγόριθμο.

{COUNTRYCODE_2}

61

Δείκτης απαλλαγής

Δηλώνεται αν η συναλλαγή εκτελέστηκε στο πλαίσιο προσυναλλακτικής απαλλαγής, σύμφωνα με τα άρθρα 4 και 9 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014.

Για μετοχικά χρηματοπιστωτικά μέσα:

 

«RFPT» = Συναλλαγή με τιμή αναφοράς

 

«NLIQ» = Κατ' ιδίαν διαπραγματευθείσες συναλλαγές σε ευχερώς ρευστοποιήσιμα χρηματοπιστωτικά μέσα

 

«OILQ» = Κατ' ιδίαν διαπραγματευθείσες συναλλαγές σε μη ευχερώς ρευστοποιήσιμα χρηματοπιστωτικά μέσα

 

«PRIC» = Κατ' ιδίαν διαπραγματευθείσες συναλλαγές υποκείμενες σε όρους άλλους από την τρέχουσα τιμή της αγοράς του εν λόγω μετοχικού χρηματοπιστωτικού μέσου.

Για μη μετοχικά χρηματοπιστωτικά μέσα:

 

«SIZE» = Συναλλαγή άνω του ειδικού μεγέθους

 

«ILQD» = Συναλλαγή μη ευχερώς ρευστοποιήσιμου μέσου

Το παρόν πεδίο συμπληρώνεται μόνο για το σκέλος της αγοράς μιας συναλλαγής που εκτελείται στο πλαίσιο απαλλαγής σε τόπο διαπραγμάτευσης.

Συμπληρώνεται με μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες σημάνσεις:

 

«RFPT» — Τιμή αναφοράς

 

«NLIQ» — Κατ' ιδίαν διαπραγματευθείσα (ευχερώς ρευστοποιήσιμα μέσα)

 

«OILQ» — Κατ' ιδίαν διαπραγματευθείσα (μη ευχερώς ρευστοποιήσιμα μέσα)

 

«PRIC» — Κατ' ιδίαν διαπραγματευθείσα (υπό όρους)

 

«SIZE» — Άνω του ειδικού μεγέθους

 

«ILQD» — Μη ευχερώς ρευστοποιήσιμο μέσο

62

Δείκτης ανοικτής πώλησης

Ανοικτή πώληση που διενεργήθηκε από επιχείρηση επενδύσεων για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό πελάτη, όπως περιγράφεται στο άρθρο 11.

Όταν μια επιχείρηση επενδύσεων εκτελεί συναλλαγή για λογαριασμό πελάτη ο οποίος πωλεί και η επιχείρηση επενδύσεων δεν μπορεί, με τη μέγιστη δυνατή επιμέλεια, να προσδιορίσει αν πρόκειται για συναλλαγή ανοικτής πώλησης, το παρόν πεδίο συμπληρώνεται με την ένδειξη «UNDI».

Όταν η συναλλαγή αφορά διαβιβασθείσα εντολή που πληροί τις προϋποθέσεις διαβίβασης που ορίζονται στο άρθρο 4 του παρόντος κανονισμού, το παρόν πεδίο συμπληρώνεται από τη λαμβάνουσα επιχείρηση στις αναφορές της λαμβάνουσας επιχείρησης, με τις πληροφορίες που λαμβάνονται από τη διαβιβάζουσα επιχείρηση.

Το παρόν πεδίο αφορά μόνο μέσα που καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 236/2012, εφόσον ο πωλητής είναι η επιχείρηση επενδύσεων ή πελάτης της επιχείρησης επενδύσεων.

«SESH» — Ανοικτή πώληση χωρίς εξαιρέσεις

«SSEX» — Ανοικτή πώληση με εξαίρεση

«SELL» — Όχι ανοικτή πώληση

«UNDI» — Μη διαθέσιμες πληροφορίες

63

Δείκτης μετασυναλλακτικών πληροφοριών για εξωχρηματιστηριακές συναλλαγές

Δείκτης σχετικά με το είδος της συναλλαγής σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 3 στοιχείο α) και το άρθρο 21 παράγραφος 5 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014.

Για όλα τα μέσα:

 

«BENC» = Συναλλαγές με δείκτη αναφοράς

 

«ACTX» = Συναλλαγές διασταύρωσης (agency cross)

 

«LRGS» = Συναλλαγές μετασυναλλακτικού μεγάλου μεγέθους

 

«ILQD» = Συναλλαγή μη ευχερώς ρευστοποιήσιμου μέσου

 

«SIZE» = Συναλλαγή άνω του ειδικού μεγέθους

 

«CANC» = Ακυρώσεις

 

«AMND» = Τροποποιήσεις

Για μετοχικά χρηματοπιστωτικά μέσα:

 

«SDIV» = Συναλλαγές ειδικού μερίσματος

 

«RPRI» = Συναλλαγές που έχουν λάβει βελτίωση τιμής

 

«DUPL» = Διπλότυπες αναφορές συναλλαγών

 

«TNCP» = Συναλλαγές που δεν συμβάλλουν στη διαδικασία διαμόρφωσης της τιμής για τους σκοπούς του άρθρου 23 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014

Για μη μετοχικά χρηματοπιστωτικά μέσα:

 

«TPAC» = Συναλλαγή πακέτου

 

«XFPH» = Συναλλαγή με αντάλλαγμα φυσική παράδοση

Συμπληρώνεται με μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες σημάνσεις:

 

«BENC» — Δείκτης αναφοράς

 

«ACTX» — Διασταύρωση (agency cross)

 

«LRGS» — Μεγάλου μεγέθους

 

«ILQD» — Μη ευχερώς ρευστοποιήσιμο μέσο

 

«SIZE» — Άνω του ειδικού μεγέθους

 

«CANC» — Ακυρώσεις

 

«AMND» — Τροποποιήσεις

 

«SDIV» — Ειδικού μερίσματος

 

«RPRI» — Βελτίωση τιμής

 

«DUPL» — Διπλότυπη

 

«TNCP» — Δεν συμβάλλει στη διαδικασία διαμόρφωσης της τιμής

 

«TPAC» — Πακέτο

 

«XFPH» — Με αντάλλαγμα φυσική παράδοση

64

Δείκτης παραγώγων επί βασικών εμπορευμάτων

Δηλώνεται αν η συναλλαγή μειώνει τον κίνδυνο κατά τρόπο αντικειμενικά μετρήσιμο, σύμφωνα με το άρθρο 57 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ.

Όταν η συναλλαγή αφορά διαβιβασθείσα εντολή που πληροί τις προϋποθέσεις διαβίβασης που ορίζονται στο άρθρο 4, το παρόν πεδίο συμπληρώνεται από τη λαμβάνουσα επιχείρηση στις αναφορές της λαμβάνουσας επιχείρησης, με τις πληροφορίες που λαμβάνονται από τη διαβιβάζουσα επιχείρηση. Το παρόν πεδίο αφορά μόνο συναλλαγές παραγώγων επί βασικών εμπορευμάτων.

«true» — ναι

«false» — όχι

65

Δείκτης συναλλαγών χρηματοδότησης τίτλων

Συμπληρώνεται η ένδειξη «true» όταν η συναλλαγή εμπίπτει στο πεδίο δραστηριότητας, αλλά εξαιρείται από τη γνωστοποίηση βάσει του κανονισμού (ΕΕ) 2015/2365

«false» σε αντίθετη περίπτωση.

«true» — ναι

«false» — όχι


(1)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2017/580 της Επιτροπής, της 24ης Ιουνίου 2016, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για την τήρηση σχετικών στοιχείων που αφορούν εντολές για χρηματοπιστωτικά μέσα (βλέπε σελίδα 193 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(2)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2017/574 της Επιτροπής, της 7ης Ιουνίου 2016, για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για το επίπεδο ακριβείας των ρολογιών εργασίας (βλέπε σελίδα 148 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Εθνικοί αναγνωριστικοί κωδικοί πελάτη για φυσικά πρόσωπα που πρέπει να χρησιμοποιούνται στις αναφορές συναλλαγών

Κωδικός

alpha-2 κατά ISO 3166 — 1

Ονομασία χώρας

Αναγνωριστικός 1ης προτεραιότητας

Αναγνωριστικός 2ης προτεραιότητας

Αναγνωριστικός 3ης προτεραιότητας

AT

Αυστρία

CONCAT

 

 

BE

Βέλγιο

Εθνικός αριθμός Βελγίου

(Numéro de registre national — Rijksregisternummer)

CONCAT

 

BG

Βουλγαρία

Προσωπικός αριθμός Βουλγαρίας

CONCAT

 

CY

Κύπρος

Εθνικός αριθμός διαβατηρίου

CONCAT

 

CZ

Τσεχική Δημοκρατία

Εθνικός αριθμός ταυτότητας

(Rodné číslo)

Αριθμός διαβατηρίου

CONCAT

DE

Γερμανία

CONCAT

 

 

DK

Δανία

Προσωπικός κωδικός ταυτότητας

10-ψήφιος αλφαριθμητικός κωδικός: DDMMYYXXXX

CONCAT

 

EE

Εσθονία

Προσωπικός κωδικός ταυτότητας Εσθονίας

(Isikukood)

 

 

ES

Ισπανία

Αριθμός φορολογικού μητρώου

(Código de identificación fiscal)

 

 

FI

Φινλανδία

Προσωπικός κωδικός ταυτότητας

CONCAT

 

FR

Γαλλία

CONCAT

 

 

GB

Ηνωμένο Βασίλειο

Αριθμός εθνικής ασφάλισης Ηνωμένου Βασιλείου

CONCAT

 

GR

Ελλάδα

10-ψήφιος κωδικός μερίδας επενδυτή στο Σύστημα Άυλων Τίτλων (ΣΑΤ)

CONCAT

 

HR

Κροατία

Προσωπικός αριθμός ταυτότητας

(OIB — Osobni identifikacijski broj)

CONCAT

 

HU

Ουγγαρία

CONCAT

 

 

IE

Ιρλανδία

CONCAT

 

 

IS

Ισλανδία

Προσωπικός κωδικός ταυτότητας (Kennitala)

 

 

IT

Ιταλία

Αριθμός φορολογικού μητρώου

(Codice fiscale)

 

 

LI

Λιχτενστάιν

Εθνικός αριθμός διαβατηρίου

Εθνικός αριθμός δελτίου ταυτότητας

CONCAT

LT

Λιθουανία

Προσωπικός κωδικός

(Asmens kodas)

Εθνικός αριθμός διαβατηρίου

CONCAT

LU

Λουξεμβούργο

CONCAT

 

 

LV

Λετονία

Προσωπικός κωδικός

(Personas kods)

CONCAT

 

MT

Μάλτα

Εθνικός αριθμός ταυτότητας

Εθνικός αριθμός διαβατηρίου

 

NL

Κάτω Χώρες

Εθνικός αριθμός διαβατηρίου

Εθνικός αριθμός δελτίου ταυτότητας

CONCAT

NO

Νορβηγία

11-ψήφιος προσωπικός αναγνωριστικός αριθμός

(Foedselsnummer)

CONCAT

 

PL

Πολωνία

Εθνικός αριθμός ταυτότητας

(PESEL)

Αριθμός φορολογικού μητρώου

(Numer identyfikacji podatkowej)

 

PT

Πορτογαλία

Αριθμός φορολογικού μητρώου

(Número de Identificação Fiscal)

Εθνικός αριθμός διαβατηρίου

CONCAT

RO

Ρουμανία

Εθνικός αριθμός ταυτότητας

(Cod Numeric Personal)

Εθνικός αριθμός διαβατηρίου

CONCAT

SE

Σουηδία

Προσωπικός αριθμός ταυτότητας

CONCAT

 

SI

Σλοβενία

Προσωπικός αριθμός ταυτότητας

(EMŠO: Enotna Matična Številka Občana)

CONCAT

 

SK

Σλοβακία

Προσωπικός αριθμός

(Rodné číslo)

Εθνικός αριθμός διαβατηρίου

CONCAT

Όλες οι άλλες χώρες

Εθνικός αριθμός διαβατηρίου

CONCAT