10.3.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 65/9


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2017/390 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 11ης Νοεμβρίου 2016

για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα σχετικά με ορισμένες απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για κεντρικά αποθετήρια τίτλων και ορισθέντα πιστωτικά ιδρύματα που παρέχουν επικουρικές υπηρεσίες τραπεζικού τύπου

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 909/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2014, σχετικά με τη βελτίωση του διακανονισμού αξιογράφων στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κεντρικά αποθετήρια τίτλων και για την τροποποίηση των οδηγιών 98/26/ΕΚ και 2014/65/ΕΕ και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 236/2012 (1), και ιδίως το άρθρο 47 παράγραφος 3 τρίτο εδάφιο, το άρθρο 54 παράγραφος 8 τρίτο εδάφιο και το άρθρο 59 παράγραφος 5 τρίτο εδάφιο,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 909/2014 της Επιτροπής καθορίζει τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για τα κεντρικά αποθετήρια τίτλων (ΚΑΤ), προκειμένου να διασφαλιστεί ότι είναι ασφαλή και υγιή και συμμορφώνονται, ανά πάσα στιγμή, με τις κεφαλαιακές απαιτήσεις. Αυτές οι κεφαλαιακές απαιτήσεις διασφαλίζουν ότι το ΚΑΤ διαθέτει, ανά πάσα στιγμή, επαρκή κεφαλαιοποίηση έναντι των κινδύνων στους οποίους είναι εκτεθειμένο και ότι είναι σε θέση να διεξαγάγει μια εύτακτη εκκαθάριση ή αναδιάρθρωση των δραστηριοτήτων του, εφόσον απαιτείται.

(2)

Δεδομένου ότι οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014 σχετικά με τους πιστωτικούς κινδύνους και τους κινδύνους ρευστότητας που αφορούν τα ΚΑΤ και τα ορισθέντα πιστωτικά ιδρύματα απαιτούν ρητά οι εσωτερικοί κανόνες και διαδικασίες που έχουν θεσπίσει να τους επιτρέπουν την παρακολούθηση, την επιμέτρηση και τη διαχείριση των ανοιγμάτων και των αναγκών ρευστότητας, όχι μόνο σε σχέση με τους επιμέρους συμμετέχοντες αλλά και σε σχέση με τους συμμετέχοντες που ανήκουν στον ίδιο όμιλο και είναι αντισυμβαλλόμενοι των ΚΑΤ, οι διατάξεις αυτές θα πρέπει να εφαρμόζονται σε ομίλους επιχειρήσεων που αποτελούνται από μια μητρική επιχείρηση και τις θυγατρικές της.

(3)

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, οι σχετικές συστάσεις των αρχών που διέπουν τις υποδομές των χρηματοπιστωτικών αγορών που έχουν εκδοθεί από την Επιτροπή Συστημάτων Πληρωμών και Διακανονισμού (CPSS) και τον Διεθνή Οργανισμό των Επιτροπών Κεφαλαιαγοράς (IOSCO) («αρχές CPSS-IOSCO») (2) έχουν ληφθεί υπόψη. Λήφθηκε επίσης υπόψη η μεταχείριση των κεφαλαίων των πιστωτικών ιδρυμάτων στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3), δεδομένου ότι τα ΚΑΤ είναι σε κάποιον βαθμό εκτεθειμένα σε κινδύνους που είναι παρόμοιοι με τους κινδύνους που αναλαμβάνουν τα πιστωτικά ιδρύματα.

(4)

Είναι σκόπιμο ο ορισμός του κεφαλαίου στον παρόντα κανονισμό να αντανακλά τον ορισμό του κεφαλαίου όπως προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) (EMIR). Ένας τέτοιος ορισμός είναι ο πλέον κατάλληλος σε σχέση με τις κανονιστικές απαιτήσεις, δεδομένου ότι ο ορισμός του κεφαλαίου που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 αφορούσε ειδικά στις υποδομές της αγοράς. Τα ΚΑΤ που έχουν άδεια παροχής επικουρικών υπηρεσιών τραπεζικού τύπου σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 909/2014 της Επιτροπής, υποχρεούνται να πληρούν ταυτοχρόνως τις κεφαλαιακές απαιτήσεις δυνάμει του παρόντος κανονισμού και τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013. Υποχρεούνται να πληρούν τις απαιτήσεις περί ιδίων κεφαλαίων που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 με μέσα που πληρούν τις προϋποθέσεις του εν λόγω κανονισμού. Προκειμένου να αποφεύγονται αντιφατικές ή αλληλεπικαλυπτόμενες απαιτήσεις και λαμβάνοντας υπόψη ότι οι μεθοδολογίες που χρησιμοποιήθηκαν για τον υπολογισμό της πρόσθετης κεφαλαιακής απαίτησης για τα ΚΑΤ βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014 είναι στενά συνδεδεμένες με αυτές που προβλέπει ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013, τα ΚΑΤ που παρέχουν επικουρικές υπηρεσίες τραπεζικού τύπου θα πρέπει να επιτρέπεται να πληρούν τις πρόσθετες κεφαλαιακές απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού με τα ίδια μέσα που πληρούν τις απαιτήσεις που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 ή στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 909/2014.

(5)

Για να διασφαλιστεί ότι, εφόσον απαιτείται, το ΚΑΤ θα είναι σε θέση να οργανώσει την αναδιάρθρωση των δραστηριοτήτων του ή μια εύτακτη εκκαθάριση, το ΚΑΤ θα πρέπει να κατέχει κεφάλαια, μαζί με τα αδιανέμητα κέρδη και τα αποθεματικά, που να επαρκούν, ανά πάσα στιγμή, για την κάλυψη των λειτουργικών δαπανών για μια χρονική περίοδο κατά την οποία το ΚΑΤ είναι σε θέση να αναδιοργανώσει τις κρίσιμες λειτουργίες του, μεταξύ άλλων, μέσω ανακεφαλαιοποίησης, αντικατάστασης της διοίκησης, αναθεώρησης των επιχειρηματικών στρατηγικών του, αναθεώρησης των δομών κόστους ή αμοιβών και αναδιάρθρωσης των υπηρεσιών που παρέχει. Δεδομένου ότι κατά την εκκαθάριση ή αναδιάρθρωση των δραστηριοτήτων του, το ΚΑΤ εξακολουθεί να πρέπει να συνεχίσει τις συνήθεις εργασίες του, ακόμα και αν οι πραγματικές δαπάνες κατά την εκκαθάριση ή αναδιάρθρωση των δραστηριοτήτων του ΚΑΤ μπορεί να είναι σημαντικά υψηλότερες από τις ακαθάριστες ετήσιες λειτουργικές δαπάνες λόγω του κόστους αναδιάρθρωσης ή εκκαθάρισης, η χρήση των ακαθάριστων ετήσιων λειτουργικών δαπανών ως σημείου αναφοράς για τον υπολογισμό του αναγκαίου κεφαλαίου θα πρέπει να αποτελεί κατάλληλη προσέγγιση των πραγματικών δαπανών κατά τη διάρκεια της εκκαθάρισης ή αναδιάρθρωσης των δραστηριοτήτων του ΚΑΤ.

(6)

Ομοίως με το άρθρο 36 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, το οποίο απαιτεί από τα ιδρύματα να αφαιρούν τις ζημίες για το τρέχον οικονομικό έτος από το κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1, ο ρόλος των καθαρών εσόδων για την κάλυψη ή την απορρόφηση των κινδύνων που απορρέουν από δυσμενείς μεταβολές στις συνθήκες της επιχείρησης θα πρέπει επίσης να αναγνωρίζεται στον παρόντα κανονισμό. Ως εκ τούτου, οι εν λόγω ζημίες πρέπει να καλύπτονται με ίδια κεφάλαια μόνο σε περιπτώσεις κατά τις οποίες τα καθαρά έσοδα δεν επαρκούν για την κάλυψη των ζημιών που προκύπτουν από την αποκρυστάλλωση του επιχειρηματικού κινδύνου. ν Όταν τα δεδομένα από το προηγούμενο έτος δεν είναι διαθέσιμα, όπως στην περίπτωση νεοσύστατων ΚΑΤ, θα πρέπει επίσης να εξετάζονται τα αναμενόμενα αριθμητικά στοιχεία για το τρέχον έτος για τον συνυπολογισμό νέων συνθηκών. Σύμφωνα με παρόμοιες διατάξεις στον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 152/2013 της Επιτροπής (5), τα ΚΑΤ θα πρέπει να υποχρεούνται να διατηρούν ένα ελάχιστο προληπτικό ποσό κεφαλαίου σε περίπτωση επιχειρηματικού κινδύνου, προκειμένου να διασφαλισθεί μια ελάχιστη προληπτική μεταχείριση.

(7)

Σύμφωνα με τις αρχές CPSS-IOSCO, το κόστος απόσβεσης και απομείωσης της αξίας των ενσώματων και άυλων στοιχείων του ενεργητικού μπορεί να αφαιρεθεί από τις ακαθάριστες λειτουργικές δαπάνες για τον υπολογισμό των κεφαλαιακών απαιτήσεων. Δεδομένου ότι το κόστος αυτό δεν παράγει πραγματικές ταμειακές ροές που πρέπει να καλύπτονται από κεφάλαιο, οι εν λόγω αφαιρέσεις θα πρέπει να εφαρμόζονται στις κεφαλαιακές απαιτήσεις για επιχειρηματικό κίνδυνο και σε εκείνες που αφορούν εκκαθάριση ή αναδιάρθρωση.

(8)

Δεδομένου ότι ο χρόνος που απαιτείται για μια εύτακτη εκκαθάριση ή αναδιάρθρωση εξαρτάται αυστηρά από τις υπηρεσίες που παρέχονται από κάθε επιμέρους ΚΑΤ και από το περιβάλλον της αγοράς στην οποία δραστηριοποιείται, και ειδικότερα από το ενδεχόμενο ότι ένα άλλο ΚΑΤ μπορεί να αναλάβει την παροχή του συνόλου ή μέρους των υπηρεσιών του, ο αριθμός των μηνών που απαιτούνται για την αναδιάρθρωση των δραστηριοτήτων του ή την εκκαθάρισή του θα πρέπει να βασίζεται σε ίδια εκτίμηση του ΚΑΤ. Ωστόσο, αυτό το χρονικό διάστημα δεν θα πρέπει να είναι μικρότερο από τον ελάχιστο αριθμό των μηνών που απαιτούνται για αναδιάρθρωση ή εκκαθάριση που προβλέπεται στο άρθρο 47 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014, προκειμένου να διασφαλιστεί συνετό επίπεδο κεφαλαιακών απαιτήσεων.

(9)

Το ΚΑΤ θα πρέπει να εκπονεί σενάρια για την αναδιάρθρωση των δραστηριοτήτων ή την εκκαθάρισή του τα οποία να είναι προσαρμοσμένα στο επιχειρηματικό του μοντέλο. Ωστόσο, προκειμένου να επιτευχθεί η εναρμονισμένη εφαρμογή των απαιτήσεων περί αναδιάρθρωσης ή εκκαθάρισης στην Ένωση και να διασφαλιστεί ότι πληρούνται προληπτικώς ορθές απαιτήσεις, η διακριτική ευχέρεια για τον σχεδιασμό των εν λόγω σεναρίων πρέπει να περιορίζεται από σαφώς καθορισμένα κριτήρια.

(10)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 είναι το σχετικό σημείο αναφοράς για τον καθορισμό των κεφαλαιακών απαιτήσεων για τα ΚΑΤ. Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνέπεια με τον εν λόγω κανονισμό, οι μεθοδολογίες για τον υπολογισμό του λειτουργικού κινδύνου που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει επίσης να θεωρούνται ότι καλύπτουν τον νομικό κίνδυνο για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού.

(11)

Όταν υπάρχει κάποια παράλειψη στη φύλαξη τίτλων για λογαριασμό ενός συμμετέχοντα, μια τέτοια παράλειψη θα υλοποιηθεί είτε ως κόστος για τον συμμετέχοντα είτε ως κόστος για το ΚΑΤ, που ενδέχεται να αντιμετωπίσει νομικές αξιώσεις. Ως εκ τούτου, οι κανόνες για τον υπολογισμό του κανονιστικού κεφαλαίου για λειτουργικό κίνδυνο συνυπολογίζουν ήδη τον κίνδυνο θεματοφυλακής. Για τους ίδιους λόγους, ο κίνδυνος θεματοφυλακής για αξιόγραφα που τηρούνται μέσω σύνδεσης με άλλο ΚΑΤ δεν θα πρέπει να υπόκεινται σε πρόσθετες κανονιστικές κεφαλαιακές επιβαρύνσεις, αλλά να θεωρούνται μέρος του ρυθμιστικού κεφαλαίου για λειτουργικό κίνδυνο. Ομοίως, ο κίνδυνος θεματοφυλακής που αντιμετωπίζει ένα ΚΑΤ επί ίδιων περιουσιακών στοιχείων που τηρούνται από τράπεζα-θεματοφύλακα ή άλλο ΚΑΤ, δεν θα πρέπει να υπολογίζεται δύο φορές, ενώ δεν θα πρέπει να απαιτείται πρόσθετο ρυθμιστικό κεφάλαιο.

(12)

Το ΚΑΤ μπορεί επίσης να αντιμετωπίσει επενδυτικούς κινδύνους σε σχέση με τα στοιχεία του ενεργητικού που κατέχει ή τις επενδύσεις που πραγματοποιεί με τη χρήση ασφαλειών, καταθέσεων συμμετεχόντων, δανείων προς τους συμμετέχοντες ή οποιουδήποτε άλλου ανοίγματος στο πλαίσιο των επιτρεπόμενων επικουρικών υπηρεσιών τραπεζικού τύπου. Ο επενδυτικός κίνδυνος είναι ο κίνδυνος ζημίας που αντιμετωπίζει το ΚΑΤ όταν επενδύει ίδιους πόρους ή πόρους των συμμετεχόντων σε αυτό, όπως ασφάλειες. Οι διατάξεις που ορίζονται στην οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (6) και του Συμβουλίου, στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και στον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 152/2013, είναι τα κατάλληλα σημεία αναφοράς για τον καθορισμό των κεφαλαιακών απαιτήσεων για την κάλυψη του πιστωτικού κινδύνου, του πιστωτικού κινδύνου αντισυμβαλλομένου και του κινδύνου αγοράς, που μπορεί να προκύψουν από τις επενδύσεις του ΚΑΤ.

(13)

Δεδομένης της φύσης των δραστηριοτήτων των ΚΑΤ, το ΚΑΤ αναλαμβάνει επιχειρηματικό κίνδυνο λόγω δυνητικών αλλαγών στις γενικές επιχειρηματικές συνθήκες, που πιθανόν να εξασθενίσουν την οικονομική του θέση μετά από μείωση των εσόδων του ή αύξηση των δαπανών του και να οδηγήσουν σε ζημία που θα πρέπει να καταλογιστεί στο κεφάλαιό του. Δεδομένου ότι το επίπεδο επιχειρηματικού κινδύνου εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την επιμέρους κατάσταση κάθε ΚΑΤ και μπορεί να προκληθεί από διάφορους παράγοντες, οι κεφαλαιακές απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να βασίζονται στην εκτίμηση του ίδιου του ΚΑΤ και η μεθοδολογία που χρησιμοποιείται από το ΚΑΤ για μια τέτοια εκτίμηση θα πρέπει να είναι ανάλογη με την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων του ΚΑΤ. Το ΚΑΤ θα πρέπει να εκπονήσει ιδίαν εκτίμηση όσον αφορά το κεφάλαιο που απαιτείται έναντι του επιχειρηματικού κινδύνου χρησιμοποιώντας ένα σύνολο σεναρίων ακραίων καταστάσεων, ώστε να καλύπτονται οι κίνδυνοι που δεν έχουν ήδη καλυφθεί από τη μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε για τον λειτουργικό κίνδυνο. Προκειμένου να διασφαλιστεί συνετό επίπεδο κεφαλαιακών απαιτήσεων για επιχειρηματικό κίνδυνο κατά τον υπολογισμό βάσει εσωτερικώς σχεδιασμένων σεναρίων, θα πρέπει να θεσπιστεί ένα ελάχιστο επίπεδο κεφαλαίου με τη μορφή ενός συνετού κατώτατου ορίου. Το ελάχιστο επίπεδο του απαιτούμενου κεφαλαίου για επιχειρηματικό κίνδυνο θα πρέπει να εναρμονιστεί με παρόμοιες απαιτήσεις για άλλες υποδομές της αγοράς σε συναφείς πράξεις της Ένωσης, όπως ο κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός της Επιτροπής σχετικά με τις κεφαλαιακές απαιτήσεις κεντρικού αντισυμβαλλομένου («CCP»).

(14)

Η πρόσθετη κεφαλαιακή απαίτηση για κινδύνους που συνδέονται με τις επικουρικές υπηρεσίες τραπεζικού τύπου θα πρέπει να καλύπτει όλους τους κινδύνους που σχετίζονται με την παροχή ενδοημερήσιας πίστωσης στους συμμετέχοντες ή άλλους χρήστες του ΚΑΤ. Όταν τα πιστωτικά ανοίγματα μιας ημέρας ή μεγαλύτερης περιόδου προκύπτουν από την παροχή ενδοημερήσιας πίστωσης, οι αντίστοιχοι κίνδυνοι θα πρέπει να μετρώνται και να αντιμετωπίζονται με τη χρήση των μεθοδολογιών που προβλέπονται ήδη στο τρίτο μέρος τίτλος II κεφάλαιο 2, για την τυποποιημένη προσέγγιση, και κεφάλαιο 3, για την προσέγγιση των εσωτερικών διαβαθμίσεων (IRB), του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, δεδομένου ότι ο εν λόγω κανονισμός προβλέπει κανόνες προληπτικής εποπτείας για την επιμέτρηση του πιστωτικού κινδύνου που προκύπτει από πιστωτικά ανοίγματα μιας ημέρας ή μεγαλύτερης περιόδου. Ωστόσο, οι ενδοημερήσιοι πιστωτικοί κίνδυνοι απαιτούν ειδική μεταχείριση, δεδομένου ότι η μεθοδολογία για την επιμέτρησή τους δεν προβλέπεται ρητώς από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 ή άλλη εφαρμοστέα νομοθεσία της Ένωσης. Ως εκ τούτου, η μεθοδολογία η οποία καλύπτει ειδικά τον ενδοημερήσιο πιστωτικό κίνδυνο πρέπει να είναι αρκετά ευαίσθητη στον κίνδυνο, προκειμένου να συνυπολογίζει την ποιότητα των ασφαλειών, την εκτίμηση της πιστωτικής ποιότητας των συμμετεχόντων και τα πραγματικά παρατηρούμενα ενδοημερήσια ανοίγματα. Ταυτόχρονα, η μεθοδολογία θα πρέπει να παρέχει ορθά κίνητρα στους παρόχους επικουρικών υπηρεσιών τραπεζικού τύπου, συμπεριλαμβανομένης της παροχής κινήτρων για τη συλλογή ασφαλειών της υψηλότερης δυνατής ποιότητας και την επιλογή φερέγγυων αντισυμβαλλόμενων. Παρόλο που οι πάροχοι επικουρικών υπηρεσιών τραπεζικού τύπου έχουν την υποχρέωση να εκτιμούν σωστά και να ελέγχουν το επίπεδο και την αξία των ασφαλειών και των απομειώσεων, η μεθοδολογία που χρησιμοποιείται για τον καθορισμό της πρόσθετης κεφαλαιακής απαίτησης για ενδοημερήσιο πιστωτικό κίνδυνο θα πρέπει εντούτοις να μεριμνά και να παρέχει επαρκή κεφάλαια για την περίπτωση που μια απότομη μείωση της αξίας των ασφαλειών υπερβεί τις εκτιμήσεις και καταλήξει σε εν μέρει μη εξασφαλισμένα υπολειπόμενα πιστωτικά ανοίγματα.

(15)

Ο υπολογισμός της πρόσθετης κεφαλαιακής απαίτησης για κινδύνους που απορρέουν από την παροχή επικουρικών υπηρεσιών τραπεζικού τύπου απαιτεί τον συνυπολογισμό ιστορικών πληροφοριών για ενδοημερήσια πιστωτικά ανοίγματα. Ως εκ τούτου, προκειμένου να είναι σε θέση να υπολογίσουν αυτή την πρόσθετη κεφαλαιακή απαίτηση, οι οντότητες που παρέχουν επικουρικές υπηρεσίες τραπεζικού τύπου σε χρήστες υπηρεσιών ΚΑΤ σύμφωνα με το άρθρο 54 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014 («ΚΑΤ-πάροχοι τραπεζικών υπηρεσιών»), θα πρέπει να καταγράφουν δεδομένα τουλάχιστον ενός έτους σχετικά με τα ενδοημερήσια πιστωτικά τους ανοίγματα. Διαφορετικά, δεν είναι σε θέση να εντοπίζουν τα σχετικά ανοίγματα βάσει των οποίων εκτελείται ο υπολογισμός. Κατά συνέπεια, τα ΚΑΤ-πάροχοι τραπεζικών υπηρεσιών δεν θα πρέπει να υποχρεούνται να πληρούν τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων που αντιστοιχούν στην πρόσθετη κεφαλαιακή απαίτηση πριν να είναι σε θέση να συλλέξουν όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται για την εκτέλεση του υπολογισμού της πρόσθετης απαίτησης.

(16)

Το άρθρο 54 παράγραφος 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014 προβλέπει την εκπόνηση κανόνων για τον καθορισμό της πρόσθετης κεφαλαιακής απαίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 54 παράγραφος 3 στοιχείο δ) και στο άρθρο 54 παράγραφος 4 στοιχείο ε) του εν λόγω κανονισμού. Επιπλέον, το άρθρο 54 του εν λόγω κανονισμού ορίζει ότι η πρόσθετη απαίτηση αντανακλά τον ενδοημερήσιο πιστωτικό κίνδυνο που απορρέει από τις δραστηριότητες στο πλαίσιο του τμήματος Γ του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014, και ιδίως τις διατάξεις της ενδοημερήσιας πίστωσης στους συμμετέχοντες σε σύστημα διακανονισμού αξιογράφων ή σε άλλους χρήστες υπηρεσιών ΚΑΤ. Ως εκ τούτου, το άνοιγμα σε ενδοημερήσιο πιστωτικό κίνδυνο θα πρέπει να περιλαμβάνει επίσης τη ζημία που ένα ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών θα αντιμετώπιζε σε περίπτωση αθέτησης συμμετέχοντος πιστούχου.

(17)

Το άρθρο 59 παράγραφος 3 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014 σχετικά με τον πιστωτικό κίνδυνο ενός ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών απαιτεί τη συλλογή «άκρως ρευστοποιήσιμων ασφαλειών με ελάχιστο πιστωτικό κίνδυνο και κίνδυνο αγοράς». Το άρθρο 59 παράγραφος 4 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014 σχετικά με τον κίνδυνο ρευστότητας ενός ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών, απαιτεί τη διαθεσιμότητα «ρευστών διαθεσίμων που πληρούν τις προϋποθέσεις». Ένας τέτοιος αποδεκτός ρευστοποιήσιμος πόρος είναι οι «άκρως ρευστοποιήσιμες ασφάλειες». Ενώ είναι κατανοητό ότι η ορολογία που χρησιμοποιείται σε καθεμία από τις δύο περιπτώσεις είναι διαφορετική, δεδομένης της διαφορετικής φύσης των σχετικών κινδύνων και της αντιστοιχίας σε διαφορετικές έννοιες που ο κανονισμός προβλέπει για τον πιστωτικό κίνδυνο και τον κίνδυνο ρευστότητας, και τα δύο αφορούν εξίσου υψηλή ποιότητα παρόχων ή στοιχείων του ενεργητικού. Ως εκ τούτου, θα ήταν σκόπιμη η απαίτηση να πληρούνται οι ίδιες προϋποθέσεις πριν μια ασφάλεια ή ένας πόρος ρευστότητας υπό τη μορφή ασφάλειας να μπορεί να χαρακτηριστεί ότι ανήκει είτε στην κατηγορία των «άκρως ρευστοποιήσιμων ασφαλειών με ελάχιστο πιστωτικό κίνδυνο και κίνδυνο αγοράς» είτε στην κατηγορία «αποδεκτών ρευστοποιήσιμων πόρων», αντίστοιχα.

(18)

Το άρθρο 59 παράγραφος 3 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014 προβλέπει ότι ένα ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών δέχεται άκρως ρευστοποιήσιμες ασφάλειες με ελάχιστο πιστωτικό κίνδυνο και κίνδυνο αγοράς για τη διαχείριση του αντίστοιχου πιστωτικού κινδύνου του. Επιτρέπει επίσης τη χρήση άλλων ειδών ασφαλειών εκτός των άκρως ρευστοποιήσιμων ασφαλειών με ελάχιστο πιστωτικό κίνδυνο και κίνδυνο αγοράς σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, με την εφαρμογή της κατάλληλης απομείωσης. Προς διευκόλυνση τούτου, θα πρέπει να καθοριστεί μια σαφής ιεραρχία της ποιότητας των ασφαλειών, προκειμένου να γίνεται διάκριση των ασφαλειών που θα πρέπει να είναι αποδεκτές για την πλήρη κάλυψη του πιστωτικού κινδύνου, των ασφαλειών που είναι αποδεκτές ως πόροι ρευστότητας και των ασφαλειών που, μολονότι παραμένουν αποδεκτές για τη μείωση του πιστωτικού κινδύνου, απαιτούν αποδεκτές πηγές ρευστότητας. Οι πάροχοι ασφαλειών δεν θα πρέπει να παρεμποδίζονται από την ελεύθερη αντικατάσταση των ασφαλειών ανάλογα με τους διαθέσιμους πόρους ή τις στρατηγικές διαχείρισης ενεργητικού-παθητικού. Ως εκ τούτου, κοινές πρακτικές όσον αφορά τις ασφάλειες, όπως η εξάρτηση από λογαριασμούς ενεχύρου των συμμετεχόντων, όπου η ασφάλεια κατατίθεται από τον συμμετέχοντα στους ενεχυριασμένους λογαριασμούς του, προκειμένου να καλύψει πλήρως κάθε πιστωτικό άνοιγμα, θα πρέπει να επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν για την αντικατάσταση ασφαλειών, εφόσον η ποιότητα και η ρευστότητα της ασφάλειας παρακολουθείται και πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού. Στο πλαίσιο των εν λόγω ρυθμίσεων λογαριασμών ενεχύρου, η ασφάλεια κατατίθεται από τον συμμετέχοντα στους ενεχυριασμένους λογαριασμούς του, προκειμένου να καλύψει πλήρως κάθε πιστωτικό άνοιγμα. Επιπλέον, το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών θα πρέπει να αποδέχεται ασφάλειες λαμβάνοντας υπόψη την καθορισμένη ιεραρχία, μπορεί ωστόσο να ρευστοποιήσει τις αποδεκτές ασφάλειες, όπου χρειάζεται, με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο, ύστερα από αθέτηση υποχρέωσης συμμετέχοντα. Ωστόσο, από άποψη προληπτικής εποπτείας, το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών θα πρέπει να είναι σε θέση να παρακολουθεί τη διαθεσιμότητα, την ποιότητα και τη ρευστότητα των ασφαλειών του σε συνεχή βάση, προκειμένου να καλύπτει πλήρως τα πιστωτικά ανοίγματα. Επίσης, θα πρέπει να διαθέτει ρυθμίσεις με τους συμμετέχοντες πιστούχους, προκειμένου να διασφαλίζει ότι όλες οι απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού πληρούνται ανά πάσα στιγμή.

(19)

Για τους σκοπούς της επιμέτρησης του ενδοημερήσιου πιστωτικού κινδύνου, τα ΚΑΤ- πάροχοι τραπεζικών υπηρεσιών θα πρέπει να είναι σε θέση να προβλέπουν τα υψηλότερα ανοίγματα κάθε ημέρας. Δεν θα πρέπει να απαιτείται πρόβλεψη για τον ακριβή αριθμό, ωστόσο θα πρέπει να εντοπίζονται τάσεις στα εν λόγω ενδοημερήσια ανοίγματα. Αυτό ενισχύεται περαιτέρω από την αναφορά στην «πρόβλεψη υψηλότερων ανοιγμάτων» που γίνεται και στα πρότυπα της επιτροπής τραπεζικής εποπτείας της Βασιλείας (7).

(20)

Το τρίτο μέρος τίτλος II του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 θεσπίζει τους συντελεστές στάθμισης κινδύνου που πρέπει να εφαρμόζονται στα πιστωτικά ανοίγματα στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και άλλες εξαιρούμενες οντότητες. Κατά την επιμέτρηση του πιστωτικού κινδύνου για κανονιστικούς σκοπούς, οι εν λόγω συντελεστές στάθμισης κινδύνου εκλαμβάνονται ευρέως ως η καλύτερη διαθέσιμη αναφορά. Ως εκ τούτου, η ίδια μεθοδολογία μπορεί να εφαρμοστεί στα ενδοημερήσια πιστωτικά ανοίγματα. Ωστόσο, προκειμένου να διασφαλίζεται η εννοιολογική ορθότητα αυτής της προσέγγισης, χρειάζονται κάποιες διορθώσεις, ειδικότερα, κατά την εκτέλεση των υπολογισμών με χρήση του πλαισίου πιστωτικού κινδύνου του τρίτου μέρους τίτλος II κεφάλαιο 2 για την τυποποιημένη προσέγγιση, και κεφάλαιο 3 για την προσέγγιση IRB, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, τα ενδοημερήσια ανοίγματα πρέπει να θεωρούνται ως ανοίγματα τέλους της ημέρας, καθώς αυτή είναι η παραδοχή του εν λόγω κανονισμού.

(21)

Σύμφωνα με το άρθρο 59 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014, το οποίο περιλαμβάνει ρητή αναφορά στο άρθρο 46 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι τραπεζικές εγγυήσεις ή πιστωτικές επιστολές, κατά περίπτωση, θα πρέπει να ευθυγραμμίζονται με τις αρχές CPSS-IOSCO και να πληρούν απαιτήσεις ανάλογες με εκείνες που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Αυτές περιλαμβάνουν την απαίτηση πλήρους εξασφάλισης των τραπεζικών εγγυήσεων και πιστωτικών επιστολών από τους εγγυητές. Ωστόσο, για να διαφυλαχθεί η αποδοτικότητα του διακανονισμού αξιογράφων εντός της Ένωσης, όταν οι τραπεζικές εγγυήσεις ή οι πιστωτικές επιστολές χρησιμοποιούνται σε σχέση με πιστωτικά ανοίγματα που ενδέχεται να προκύψουν από διαλειτουργικές συνδέσεις ΚΑΤ, θα πρέπει να επιτρέπεται η εξέταση κατάλληλων εναλλακτικών παραγόντων μείωσης του κινδύνου, με την προϋπόθεση ότι θα παρέχουν ίσο ή υψηλότερο επίπεδο προστασίας από τις διατάξεις που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Αυτή η ειδική μεταχείριση θα πρέπει να ισχύει μόνο για τραπεζικές εγγυήσεις ή πιστωτικές επιστολές που προστατεύουν μια διαλειτουργική σύνδεση ΚΑΤ και να καλύπτει αποκλειστικά το πιστωτικό άνοιγμα μεταξύ των δύο συνδεδεμένων ΚΑΤ. Δεδομένου ότι η τραπεζική εγγύηση ή η πιστωτική επιστολή προστατεύει τα μη αθετούντα ΚΑΤ από πιστωτικές ζημίες, οι ανάγκες ρευστότητας των μη αθετούντων ΚΑΤ θα πρέπει επίσης να καλύπτονται είτε από έγκαιρο διακανονισμό των υποχρεώσεων των εγγυητών είτε, εναλλακτικά, με την κατοχή αποδεκτών πόρων ρευστότητας.

(22)

Το άρθρο 59 παράγραφος 4 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014 προβλέπει ότι τα εν λόγω ΚΑΤ-πάροχοι τραπεζικών υπηρεσιών μειώνουν τους κινδύνους ρευστότητας με ρευστά διαθέσιμα που πληρούν τις προϋποθέσεις σε κάθε νόμισμα. Ως εκ τούτου, δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν μη αποδεκτοί ρευστοποιήσιμοι πόροι για την τήρηση των απαιτήσεων που προβλέπονται στο εν λόγω άρθρο. Εντούτοις, τίποτα δεν αποκλείει τη χρήση μη αποδεκτών ρευστοποιήσιμων πόρων, όπως συμβάσεις ανταλλαγής νομισμάτων, στην καθημερινή διαχείριση της ρευστότητας επιπροσθέτως των αποδεκτών ρευστοποιήσιμων πόρων. Αυτό συνάδει επίσης με τα διεθνή πρότυπα που αντικατοπτρίζονται στις αρχές CPSS-IOSCO. Επομένως, οι μη αποδεκτοί ρευστοποιήσιμοι πόροι θα πρέπει να μετρώνται και να παρακολουθούνται για τον σκοπό αυτό.

(23)

Κίνδυνος ρευστότητας μπορεί να προκύψει από τις επικουρικές υπηρεσίες τραπεζικού τύπου που εκτελούνται από το ΚΑΤ. Το πλαίσιο διαχείρισης κινδύνων ρευστότητας θα πρέπει να προσδιορίζει τους κινδύνους που προκύπτουν από τις διάφορες επικουρικές υπηρεσίες τραπεζικού τύπου, συμπεριλαμβανομένου του δανεισμού αξιογράφων, και να διακρίνει τη διαχείρισή τους, κατά περίπτωση.

(24)

Προκειμένου να καλύψει το σύνολο των αναγκών ρευστότητας, συμπεριλαμβανομένων των αναγκών ενδοημερήσιας ρευστότητας ενός ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών, το πλαίσιο διαχείρισης κινδύνου ρευστότητας του ΚΑΤ θα πρέπει να διασφαλίζει ότι οι υποχρεώσεις πληρωμών και διακανονισμού πραγματοποιούνται καθώς καθίστανται ληξιπρόθεσμες, συμπεριλαμβανομένων των ενδοημερήσιων υποχρεώσεων, σε όλα τα νομίσματα διακανονισμού του συστήματος διακανονισμού αξιογράφων που διαχειρίζεται το ΚΑΤ.

(25)

Δεδομένου ότι όλοι οι κίνδυνοι ρευστότητας, εκτός του ενδοημερήσιου κινδύνου, καλύπτονται ήδη από την οδηγία 2013/36/ΕΕ και τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να επικεντρωθεί στους ενδοημερήσιους κινδύνους.

(26)

Δεδομένου ότι τα ΚΑΤ-πάροχοι τραπεζικών υπηρεσιών αποτελούν συστημικά σημαντικές υποδομές της αγοράς, είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι τα ΚΑΤ-πάροχοι τραπεζικών υπηρεσιών διαχειρίζονται τους πιστωτικούς κινδύνους και τους κινδύνους ρευστότητας με συντηρητικό τρόπο. Ως εκ τούτου, το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών θα πρέπει να επιτρέπεται να χορηγεί σε συμμετέχοντες πιστούχους κατά την πορεία παροχής επικουρικών υπηρεσιών τραπεζικού τύπου μόνο μη δεσμευμένες πιστώσεις, όπως αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 909/2014.

(27)

Για να διασφαλιστεί ότι οι διαδικασίες διαχείρισης κινδύνου του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών είναι επαρκώς υγιείς, ακόμη και σε δυσμενείς συνθήκες, οι προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων για τους ρευστοποιήσιμους χρηματοοικονομικούς πόρους του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών θα πρέπει να είναι αυστηρές και μελλοντοστραφείς. Για τον ίδιο λόγο, οι δοκιμές θα πρέπει να εξετάζουν ένα φάσμα ακραίων αλλά ευλογοφανών σεναρίων και να εκτελούνται για κάθε σχετικό νόμισμα που προσφέρεται από το ΚΑΤ-πάροχο τραπεζικών υπηρεσιών, λαμβάνοντας υπόψη την ενδεχόμενη αποτυχία μιας από τις προκαθορισμένες ρυθμίσεις χρηματοδότησης. Τα σενάρια θα πρέπει να περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, την περίπτωση αθέτησης δύο εκ των μεγαλύτερων συμμετεχόντων του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών σε αυτό το νόμισμα. Αυτό είναι αναγκαίο, προκειμένου να θεσπιστεί ένας κανόνας που να είναι, αφενός, συνετός, καθώς λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι, εκτός του μεγαλύτερου, υπάρχουν και άλλοι συμμετέχοντες που είναι επίσης ικανοί να προκαλέσουν κίνδυνο ρευστότητας· και, αφετέρου, ένας κανόνας που να είναι επίσης ανάλογος ως προς τον στόχο, καθώς δεν λαμβάνει υπόψη τους συμμετέχοντες εκείνους που είναι λιγότερο πιθανό να προκαλέσουν κίνδυνο ρευστότητας.

(28)

Το άρθρο 59 παράγραφος 4 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014 απαιτεί από τα ΚΑΤ-παρόχους τραπεζικών υπηρεσιών να διασφαλίζουν επαρκή ρευστά διαθέσιμα σε όλα τα σημαντικά νομίσματα βάσει ενός ευρέος φάσματος δυνητικών σεναρίων ακραίων καταστάσεων. Ως εκ τούτου, οι κανόνες που προσδιορίζουν τα πλαίσια και τα εργαλεία για τη διαχείριση του κινδύνου ρευστότητας σε σενάρια ακραίων καταστάσεων, θα πρέπει να ορίζουν μια μεθοδολογία για τον προσδιορισμό των νομισμάτων που είναι σημαντικά για τη διαχείριση του κινδύνου ρευστότητας. Ο προσδιορισμός των σημαντικών νομισμάτων θα πρέπει να βασίζεται σε εκτιμήσεις σημαντικότητας, στο καθαρό σωρευτικό άνοιγμα ρευστότητας που προσδιορίζεται και σε δεδομένα που συλλέγονται κατά τη διάρκεια ενός εκτεταμένου και σαφώς καθορισμένου χρονικού διαστήματος. Επιπλέον, προκειμένου να διατηρηθεί ένα συνεκτικό κανονιστικό πλαίσιο στην Ένωση, τα πιο σημαντικά νομίσματα της Ένωσης που προσδιορίζονται στο πλαίσιο του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2017/392 της Επιτροπής (8) σύμφωνα με το άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014, θα πρέπει να περιλαμβάνονται, εξ ορισμού, ως σημαντικά νομίσματα.

(29)

Η συλλογή επαρκών στοιχείων για τον προσδιορισμό όλων των άλλων νομισμάτων της Ένωσης εκτός των πιο σημαντικών, απαιτεί τη μεσολάβηση ενός ελάχιστου χρονικού διαστήματος από την ημερομηνία έγκρισης του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών έως το τέλος της εν λόγω χρονικής περιόδου. Ως εκ τούτου, η χρήση εναλλακτικών μεθόδων για τον προσδιορισμό όλων των άλλων νομισμάτων της Ένωσης εκτός των πιο σημαντικών, θα πρέπει να επιτρέπεται για το πρώτο έτος μετά την έγκριση των ΚΑΤ-παρόχων τραπεζικών υπηρεσιών στο πλαίσιο του νέου κανονιστικού πλαισίου που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 909/2014 για τα εν λόγω ΚΑΤ-παρόχους τραπεζικών υπηρεσιών που ήδη παρέχουν επικουρικές υπηρεσίες τραπεζικού τύπου, κατά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ των τεχνικών προτύπων που αναφέρονται στο άρθρο 69 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014. Η μεταβατική αυτή ρύθμιση δεν θα πρέπει να θίγει την απαίτηση που ορίζει ότι τα ΚΑΤ-πάροχοι τραπεζικών υπηρεσιών πρέπει να διασφαλίζουν επαρκείς ρευστοποιήσιμους πόρους, αλλά μόνο τον προσδιορισμό των νομισμάτων που υποβάλλονται σε προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων για τους σκοπούς της διαχείρισης ρευστότητας.

(30)

Το άρθρο 59 παράγραφος 4 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014 απαιτεί από τα ΚΑΤ-παρόχους τραπεζικών υπηρεσιών να διαθέτουν προκαθορισμένες και άκρως αξιόπιστες ρυθμίσεις χρηματοδότησης, προκειμένου να βεβαιώνονται ότι η ασφάλεια που παρέχεται από αθετούντα πελάτη μπορεί να μετατραπεί σε ρευστά διαθέσιμα, ακόμη και σε ακραίες αλλά ευλογοφανείς συνθήκες αγοράς. Ο ίδιος κανονισμός απαιτεί από το ΚΑΤ-πάροχο τραπεζικών υπηρεσιών να μειώνει τους ενδοημερήσιους κινδύνους μέσω άκρως ρευστοποιήσιμων ασφαλειών με ελάχιστο πιστωτικό κίνδυνο και κίνδυνο αγοράς. Δεδομένου ότι η ρευστότητα πρέπει να είναι άμεσα διαθέσιμη, το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών θα πρέπει να είναι σε θέση να αντιμετωπίζει αυθημερόν τυχόν ανάγκες ρευστότητας. Δεδομένου ότι τα ΚΑΤ-πάροχοι τραπεζικών υπηρεσιών μπορούν να λειτουργούν σε πολλαπλές χρονικές ζώνες, η διάταξη που αφορά την αυθημερόν μετατροπή των ασφαλειών σε ρευστά διαθέσιμα μέσω προκαθορισμένων ρυθμίσεων χρηματοδότησης θα πρέπει να εφαρμόζεται συνυπολογίζοντας το ωράριο λειτουργίας των τοπικών συστημάτων πληρωμών κάθε επιμέρους νομίσματος για το οποίο εφαρμόζεται.

(31)

Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού είναι στενά συνδεδεμένες, δεδομένου ότι αφορούν τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας των ΚΑΤ. Για να διασφαλιστεί η συνοχή μεταξύ των εν λόγω διατάξεων, οι οποίες θα πρέπει να τεθούν ταυτοχρόνως σε ισχύ, και να διευκολυνθούν τα πρόσωπα που υπόκεινται στις εξ αυτών υποχρεώσεις να έχουν πλήρη εικόνα και συνεκτική πρόσβαση στο κείμενο των διατάξεων αυτών, κρίνεται σκόπιμο να συμπεριληφθούν σε έναν ενιαίο κανονισμό όλα τα απαιτούμενα βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014 ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα.

(32)

Ο παρών κανονισμός βασίζεται στα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που υπέβαλε η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών στην Επιτροπή.

(33)

Η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών συνεργάστηκε στενά με το Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ) και με την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ), πριν από την υποβολή των σχεδίων τεχνικών προτύπων στα οποία βασίζεται ο παρών κανονισμός. Διεξήγαγε επίσης ανοικτές δημόσιες διαβουλεύσεις σχετικά με τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στα οποία βασίζεται ο παρών κανονισμός, ανέλυσε τα ενδεχόμενα συναφή κόστη και οφέλη και ζήτησε τη γνώμη της ομάδας τραπεζικών συμφεροντούχων, που συστάθηκε σύμφωνα με το άρθρο 37 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΤΙΤΛΟΣ I

ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΈΣ ΑΠΑΙΤΉΣΕΙΣ ΓΙΑ ΌΛΑ ΤΑ ΚΑΤ ΠΟΥ ΑΝΑΦΈΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΆΡΘΡΟ 47 ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΎ (ΕΕ) ΑΡΙΘ. 909/2014

Άρθρο 1

Επισκόπηση των απαιτήσεων σχετικά με το κεφάλαιο των ΚΑΤ

1.   Για τους σκοπούς του άρθρου 47 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014, το κεντρικό αποθετήριο αξιών («ΚΑΤ») διαθέτει ανά πάσα στιγμή, σε συνδυασμό με τα αδιανέμητα κέρδη και τα αποθεματικά, το ποσό του κεφαλαίου που ορίζεται στο άρθρο 3 του παρόντος κανονισμού.

2.   Οι κεφαλαιακές απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 3 πληρούνται με κεφαλαιακά μέσα που πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 2 του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Προϋποθέσεις για κεφαλαιακά μέσα

1.   Για τους σκοπούς του άρθρου 1, το ΚΑΤ διαθέτει κεφαλαιακά μέσα που πληρούν όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

αποτελούν εγγεγραμμένο κεφάλαιο κατά την έννοια του άρθρου 22 της οδηγίας 86/635/ΕΟΚ της Επιτροπής (10)

β)

έχουν καταβληθεί, συμπεριλαμβανομένης της σχετικής διαφοράς από την έκδοση μετοχών υπέρ το άρτιο·

γ)

απορροφούν πλήρως τις ζημίες στη βάση συνεχιζόμενης δραστηριότητας·

δ)

σε περίπτωση πτώχευσης ή εκκαθάρισης, κατατάσσονται μετά από όλες τις άλλες αξιώσεις σε διαδικασίες αφερεγγυότητας ή σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο περί αφερεγγυότητας.

2.   Εκτός από τα κεφαλαιακά μέσα που πληρούν τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1, ένα ΚΑΤ που έχει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 54 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014 της Επιτροπής για την παροχή επικουρικών υπηρεσιών τραπεζικού τύπου, μπορεί, προκειμένου να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του άρθρου 1, να χρησιμοποιεί κεφαλαιακά μέσα που:

α)

πληρούν τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1·

β)

αποτελούν «μέσα ιδίων κεφαλαίων», όπως ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 119) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

γ)

υπόκεινται στις διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

Άρθρο 3

Επίπεδο κεφαλαιακών απαιτήσεων για τα ΚΑΤ

1.   Το ΚΑΤ κατέχει κεφάλαιο, συμπεριλαμβανομένων των αδιανέμητων κερδών και των αποθεματικών, που ανά πάσα στιγμή ισούται τουλάχιστον με το ποσό:

α)

των κεφαλαιακών απαιτήσεων του ΚΑΤ για λειτουργικούς και νομικούς κινδύνους και κινδύνους θεματοφυλακής, όπως αναφέρονται στο άρθρο 47 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014, οι οποίες υπολογίζονται σύμφωνα με το άρθρο 4·

β)

των κεφαλαιακών απαιτήσεων του ΚΑΤ για επενδυτικούς κινδύνους, όπως αναφέρονται στο άρθρο 47 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014, οι οποίες υπολογίζονται σύμφωνα με το άρθρο 5·

γ)

των κεφαλαιακών απαιτήσεων του ΚΑΤ για επιχειρηματικούς κινδύνους, όπως αναφέρονται στο άρθρο 47 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014, οι οποίες υπολογίζονται σύμφωνα με το άρθρο 6·

δ)

των κεφαλαιακών απαιτήσεων του ΚΑΤ για εκκαθάριση ή αναδιάρθρωση των δραστηριοτήτων του, όπως αναφέρονται στο άρθρο 47 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014, οι οποίες υπολογίζονται σύμφωνα με το άρθρο 7.

2.   Το ΚΑΤ διαθέτει διαδικασίες για τον εντοπισμό όλων των πηγών των κινδύνων που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 4

Επίπεδο κεφαλαιακών απαιτήσεων για λειτουργικούς και νομικούς κινδύνους και κινδύνους θεματοφυλακής

1.   Το ΚΑΤ που έχει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 54 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014 της Επιτροπής για την παροχή επικουρικών υπηρεσιών τραπεζικού τύπου, καθώς και έγκριση να χρησιμοποιεί τις εξελιγμένες μεθόδους επιμέτρησης («ΑΜΑ») που αναφέρονται στα άρθρα 321 έως 324 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, υπολογίζει τις κεφαλαιακές απαιτήσεις για λειτουργικούς και νομικούς κινδύνους και κινδύνους θεματοφυλακής σύμφωνα με τα άρθρα 231 έως 234 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

2.   Το ΚΑΤ που έχει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 54 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014 της Επιτροπής για την παροχή επικουρικών υπηρεσιών τραπεζικού τύπου και χρησιμοποιεί την τυποποιημένη προσέγγιση για τον λειτουργικό κίνδυνο, όπως αναφέρεται στα άρθρα 317 έως 320 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, υπολογίζει τις κεφαλαιακές απαιτήσεις για λειτουργικούς και νομικούς κινδύνους και κινδύνους θεματοφυλακής σύμφωνα με τις διατάξεις του εν λόγω κανονισμού που εφαρμόζονται στην τυποποιημένη προσέγγιση για τον λειτουργικό κίνδυνο, όπως αναφέρεται στα άρθρα 317 έως 320.

3.   Το ΚΑΤ που πληροί οποιαδήποτε από τις ακόλουθες προϋποθέσεις, υπολογίζει τις κεφαλαιακές απαιτήσεις για λειτουργικούς και νομικούς κινδύνους και κινδύνους θεματοφυλακής σύμφωνα με τις διατάξεις της προσέγγισης του βασικού δείκτη που αναφέρεται στα άρθρα 315 και 316 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013:

α)

το ΚΑΤ που δεν έχει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 54 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014·

β)

το ΚΑΤ που έχει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 54 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014, αλλά δεν έχει έγκριση να χρησιμοποιεί τις ΑΜΑ που αναφέρονται στα άρθρα 321 έως 324 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

γ)

Το ΚΑΤ που έχει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 54 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014, αλλά δεν έχει έγκριση να χρησιμοποιεί την τυποποιημένη προσέγγιση που αναφέρεται στα άρθρα 317 έως 320 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

Άρθρο 5

Επίπεδο κεφαλαιακών απαιτήσεων για επενδυτικό κίνδυνο

1.   Το ΚΑΤ υπολογίζει τις κεφαλαιακές απαιτήσεις για επενδυτικό κίνδυνο ως το άθροισμα των παρακάτω:

α)

του 8 % των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ποσών ανοιγμάτων του ΚΑΤ που σχετίζονται με αμφότερα τα ακόλουθα:

i)

τον πιστωτικό κίνδυνο, σύμφωνα με την παράγραφο 2·

ii)

τον πιστωτικό κίνδυνο αντισυμβαλλομένου, σύμφωνα με την παράγραφο 3·

β)

των κεφαλαιακών απαιτήσεων του ΚΑΤ για κίνδυνο αγοράς, σύμφωνα με τις παραγράφους 4 και 5.

2.   Για τον υπολογισμό των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ποσών ανοιγμάτων του ΚΑΤ για πιστωτικό κίνδυνο, ισχύουν τα εξής:

α)

όταν το ΚΑΤ δεν έχει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 54 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014 της Επιτροπής για την παροχή επικουρικών υπηρεσιών τραπεζικού τύπου, το ΚΑΤ εφαρμόζει την τυποποιημένη μέθοδο για τον πιστωτικό κίνδυνο που αναφέρεται στα άρθρα 107 έως 141 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, σε συνδυασμό με το άρθρο 192 έως 241 του εν λόγω κανονισμού για τη μείωση πιστωτικού κινδύνου·

β)

όταν το ΚΑΤ έχει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 54 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014 της Επιτροπής για την παροχή επικουρικών υπηρεσιών τραπεζικού τύπου, αλλά δεν έχει έγκριση να χρησιμοποιεί την προσέγγιση των εσωτερικών διαβαθμίσεων (προσέγγιση IRB) που προβλέπεται στα άρθρα 142 έως 191 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, το ΚΑΤ εφαρμόζει την τυποποιημένη προσέγγιση για τον πιστωτικό κίνδυνο που ορίζεται στα άρθρα 107 έως 141 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, σε συνδυασμό με τις διατάξεις για τη μείωση πιστωτικού κινδύνου που ορίζονται στα άρθρα 192 έως 241 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

γ)

όταν το ΚΑΤ έχει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 54 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014 της Επιτροπής για την παροχή επικουρικών υπηρεσιών τραπεζικού τύπου και έχει έγκριση να χρησιμοποιεί την προσέγγιση IRB, το ΚΑΤ εφαρμόζει την προσέγγιση IRB για τον πιστωτικό κίνδυνο που προβλέπεται στα άρθρα 142 έως 191 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, σε συνδυασμό με τις διατάξεις για τη μείωση του πιστωτικού κινδύνου που ορίζονται στα άρθρα 192 έως 241 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

3.   Για τον υπολογισμό των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ποσών ανοιγμάτων του ΚΑΤ για πιστωτικό κίνδυνο αντισυμβαλλομένου, το ΚΑΤ χρησιμοποιεί αμφότερα τα ακόλουθα:

α)

μία από τις μεθόδους που προβλέπονται στα άρθρα 271 έως 282 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

β)

την αναλυτική μέθοδο χρηματοοικονομικών εξασφαλίσεων, εφαρμόζοντας τις προσαρμογές μεταβλητότητας που προβλέπονται στα άρθρα 220 έως 227 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

4.   Το ΚΑΤ που πληροί οποιαδήποτε από τις ακόλουθες προϋποθέσεις, υπολογίζει τις κεφαλαιακές απαιτήσεις για κίνδυνο αγοράς σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 102 έως 106 και 325 έως 361 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, μεταξύ άλλων, με τη χρήση της παρέκκλισης για μικρές δραστηριότητες χαρτοφυλακίου συναλλαγών που προβλέπεται στο άρθρο 94 του εν λόγω κανονισμού:

α)

το ΚΑΤ που δεν έχει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 54 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014·

β)

το ΚΑΤ που έχει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 54 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014, αλλά δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιεί εσωτερικά μοντέλα για τον υπολογισμό των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων για κίνδυνο αγοράς.

5.   Το ΚΑΤ που έχει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 54 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014 της Επιτροπής για την παροχή επικουρικών υπηρεσιών τραπεζικού τύπου και έγκριση να χρησιμοποιεί εσωτερικά μοντέλα για τον υπολογισμό των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων για κίνδυνο αγοράς, υπολογίζει τις κεφαλαιακές απαιτήσεις για κίνδυνο αγοράς σύμφωνα με τα άρθρα 102 έως 106 και 362 έως 376 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

Άρθρο 6

Κεφαλαιακές απαιτήσεις για επιχειρηματικό κίνδυνο

1.   Οι κεφαλαιακές απαιτήσεις των ΚΑΤ για επιχειρηματικό κίνδυνο ισούνται με όποιο από τα ακόλουθα είναι υψηλότερο:

α)

την εκτίμηση που προκύπτει από την εφαρμογή της παραγράφου 2, μείον όποιο από τα ακόλουθα είναι χαμηλότερο:

i)

τα καθαρά έσοδα μετά τους φόρους της τελευταίας ελεγμένης χρήσης·

ii)

τα αναμενόμενα καθαρά έσοδα μετά τους φόρους για το τρέχον οικονομικό έτος·

iii)

τα αναμενόμενα καθαρά έσοδα μετά τους φόρους για το μεγαλύτερο μέρος του παρελθόντος οικονομικού έτους, εφόσον δεν είναι ακόμη διαθέσιμα τα ελεγμένα αποτελέσματα·

β)

το 25 % των ετήσιων ακαθάριστων λειτουργικών δαπανών του ΚΑΤ που αναφέρονται στην παράγραφο 3.

2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 στοιχείο α), το ΚΑΤ εφαρμόζει όλα τα ακόλουθα:

α)

εκτίμηση του κεφαλαίου που απαιτείται για την κάλυψη ζημιών που προκύπτουν από επιχειρηματικό κίνδυνο βάσει ευλόγως προβλέψιμων δυσμενών σεναρίων σχετικών με το επιχειρηματικό μοντέλο·

β)

τεκμηρίωση των παραδοχών και μεθοδολογιών που χρησιμοποιούνται για την εκτίμηση των αναμενόμενων ζημιών που αναφέρονται στο στοιχείο α)·

γ)

αναθεώρηση και επικαιροποίηση των σεναρίων που αναφέρονται στο στοιχείο α), τουλάχιστον σε ετήσια βάση.

3.   Για τον υπολογισμό των ετήσιων ακαθάριστων λειτουργικών δαπανών ενός ΚΑΤ ισχύουν τα εξής:

α)

οι ετήσιες ακαθάριστες λειτουργικές δαπάνες του ΚΑΤ περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα:

i)

συνολικές δαπάνες προσωπικού, συμπεριλαμβανομένων των μισθών, των ημερομισθίων, των επιδομάτων και των κοινωνικών εισφορών·

ii)

σύνολο γενικών διοικητικών δαπανών και, ειδικότερα, των δαπανών εμπορίας και παράστασης·

iii)

δαπάνες ασφάλισης·

iv)

λοιπές δαπάνες ταξιδίου και εργαζομένων·

v)

δαπάνες ακινήτων·

vi)

δαπάνες υποστήριξης ΤΠ·

vii)

δαπάνες τηλεπικοινωνιών·

viii)

δαπάνες γραμματοσήμανσης και διαβίβασης δεδομένων·

ix)

δαπάνες εξωτερικών συμβουλευτικών υπηρεσιών·

x)

αποσβέσεις ενσώματων και άυλων στοιχείων του ενεργητικού·

xi)

απομείωση αξίας και διάθεση πάγιων στοιχείων του ενεργητικού·

β)

οι ετήσιες ακαθάριστες λειτουργικές δαπάνες του ΚΑΤ θα καθορίζονται σύμφωνα με ένα από τα ακόλουθα:

i)

τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) που εγκρίθηκαν σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11)·

ii)

οδηγίες 78/660/ΕΟΚ (12), 83/349/ΕΟΚ (13) και 86/635/ΕΟΚ του Συμβουλίου·

iii)

τις γενικά αποδεκτές λογιστικές αρχές τρίτης χώρας που ορίζονται ως ισοδύναμες με τα ΔΠΧΑ σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1569/2007 της Επιτροπής (14) ή λογιστικά πρότυπα τρίτης χώρας, των οποίων η χρήση επιτρέπεται σύμφωνα με το άρθρο 4 του εν λόγω κανονισμού·

γ)

το ΚΑΤ μπορεί να αφαιρεί τις αποσβέσεις των ενσώματων και άυλων στοιχείων του ενεργητικού από τις ετήσιες ακαθάριστες λειτουργικές δαπάνες·

δ)

το ΚΑΤ χρησιμοποιεί τα πλέον πρόσφατα ελεγμένα στοιχεία από τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις του·

ε)

όταν το ΚΑΤ δεν έχει ακόμα συμπληρώσει δραστηριότητές ενός έτους από την ημερομηνία έναρξης των εργασιών του, εφαρμόζει τις ακαθάριστες λειτουργικές δαπάνες που προβλέπονται στο επιχειρηματικό του σχέδιο.

Άρθρο 7

Κεφαλαιακές απαιτήσεις για εκκαθάριση ή αναδιάρθρωση

Το ΚΑΤ υπολογίζει τις κεφαλαιακές απαιτήσεις για εκκαθάριση ή αναδιάρθρωση με την εφαρμογή των παρακάτω διαδοχικών βημάτων:

α)

εκτίμηση του χρονικού διαστήματος που απαιτείται για εκκαθάριση ή αναδιάρθρωση για όλα τα σενάρια ακραίων καταστάσεων που αναφέρονται στο παράρτημα, σύμφωνα με το σχέδιο που αναφέρεται στο άρθρο 47 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014·

β)

διαίρεση διά 12 των ετήσιων ακαθάριστων λειτουργικών δαπανών του ΚΑΤ, όπως καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 3 («μηνιαίες ακαθάριστες λειτουργικές δαπάνες»)·

γ)

πολλαπλασιασμός των μηνιαίων ακαθάριστων λειτουργικών δαπανών που αναφέρονται στο στοιχείο β) με το μεγαλύτερο από τα ακόλουθα:

i)

το χρονικό διάστημα που αναφέρεται στο στοιχείο α)·

ii)

έξι μήνες.

ΤΙΤΛΟΣ II

ΠΡΌΣΘΕΤΗ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΉ ΑΠΑΊΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΑ ΚΑΤ ΠΟΥ ΈΧΟΥΝ ΆΔΕΙΑ ΠΑΡΟΧΉΣ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΏΝ ΥΠΗΡΕΣΙΏΝ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟΎ ΤΎΠΟΥ ΚΑΙ ΓΙΑ ΟΡΙΣΘΈΝΤΑ ΠΙΣΤΩΤΙΚΆ ΙΔΡΎΜΑΤΑ, ΌΠΩΣ ΑΝΑΦΈΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΆΡΘΡΟ 54 ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΎ (ΕΕ) ΑΡΙΘ. 909/2014

Άρθρο 8

Πρόσθετη κεφαλαιακή απαίτηση που προκύπτει από τη χορήγηση ενδοημερήσιας πίστωσης

1.   Για τους σκοπούς του υπολογισμού της πρόσθετης κεφαλαιακής απαίτησης που προκύπτει από τη χορήγηση ενδοημερήσιας πίστωσης, όπως ορίζεται στο άρθρο 54 παράγραφος 3 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014, και στο άρθρο 54 παράγραφος 4 στοιχείο ε) του εν λόγω κανονισμού, το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών εφαρμόζει τα εξής διαδοχικά βήματα:

α)

υπολογίζει, για το πλέον πρόσφατο ημερολογιακό έτος, τον μέσο όρο των πέντε υψηλότερων ενδοημερήσιων πιστωτικών ανοιγμάτων («υψηλότερα ανοίγματα») που προκύπτουν από την παροχή των υπηρεσιών που αναφέρονται στο τμήμα Γ του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014·

β)

εφαρμόζει απομειώσεις σε όλες τις ασφάλειες που συλλέγονται σε σχέση με τα υψηλότερα ανοίγματα και θεωρεί ότι, μετά την εφαρμογή των απομειώσεων σύμφωνα με τα άρθρα 222 έως 227 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, η ασφάλεια χάνει το 5 % της αγοραίας αξίας της·

γ)

υπολογίζει τον μέσο όρο των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων σε σχέση με τα υψηλότερα ανοίγματα, όπως υπολογίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 2, θεωρώντας τα εν λόγω ανοίγματα ως ανοίγματα του τέλους της ημέρας («πρόσθετη κεφαλαιακή απαίτηση»).

2.   Για τον υπολογισμό της πρόσθετης κεφαλαιακής απαίτησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1, τα ιδρύματα εφαρμόζουν μία από τις ακόλουθες προσεγγίσεις:

α)

την τυποποιημένη προσέγγιση για τον πιστωτικό κίνδυνο που αναφέρεται στα άρθρα 107 έως 141 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, εφόσον δεν έχουν έγκριση να χρησιμοποιούν την προσέγγιση IRB·

β)

την προσέγγιση IRB και τις απαιτήσεις των άρθρων 142 έως 191 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, εφόσον έχουν έγκριση να χρησιμοποιούν την προσέγγιση IRB.

3.   Εάν τα ιδρύματα εφαρμόζουν την τυποποιημένη προσέγγιση για τον πιστωτικό κίνδυνο σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχείο α), το ποσό για καθένα από τα πέντε υψηλότερα ανοίγματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) θεωρείται ως αξία ανοίγματος κατά την έννοια του άρθρου 111 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 για τους σκοπούς της παραγράφου 1 στοιχείο β). Ισχύουν επίσης οι απαιτήσεις του τρίτου μέρους τίτλος II κεφάλαιο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, που σχετίζονται με το άρθρο 111 του εν λόγω κανονισμού.

4.   Εάν τα ιδρύματα εφαρμόζουν την προσέγγιση IRB για τον πιστωτικό κίνδυνο σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχείο β), το οφειλόμενο ποσό για καθένα από τα πέντε υψηλότερα ανοίγματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) θεωρείται ως αξία ανοίγματος κατά την έννοια του άρθρου 166 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, για τους σκοπούς της παραγράφου 1 στοιχείο β). Ισχύουν επίσης οι απαιτήσεις του τρίτου μέρους τίτλος II κεφάλαιο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, που σχετίζονται με το άρθρο 166 του εν λόγω κανονισμού.

5.   Οι κεφαλαιακές απαιτήσεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται δώδεκα μήνες μετά τη λήψη άδειας για παροχή επικουρικών υπηρεσιών τραπεζικού τύπου, σύμφωνα με το άρθρο 55 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014.

ΤΙΤΛΟΣ III

ΑΠΑΙΤΉΣΕΙΣ ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΉΣ ΕΠΟΠΤΕΊΑΣ ΠΟΥ ΕΦΑΡΜΌΖΟΝΤΑΙ ΣΕ ΠΙΣΤΩΤΙΚΆ ΙΔΡΎΜΑΤΑ Ή ΚΑΤ ΠΟΥ ΈΧΟΥΝ ΛΆΒΕΙ ΆΔΕΙΑ ΝΑ ΠΑΡΈΧΟΥΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΈΣ ΥΠΗΡΕΣΊΕΣ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟΎ ΤΎΠΟΥ, ΌΠΩΣ ΑΝΑΦΈΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΆΡΘΡΟ 59 ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΎ (ΕΕ) ΑΡΙΘ. 909/2014

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΑΣΦΆΛΕΙΕΣ ΚΑΙ ΆΛΛΟΙ ΙΣΟΔΎΝΑΜΟΙ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΊ ΠΌΡΟΙ ΓΙΑ ΠΙΣΤΩΤΙΚΌ ΚΊΝΔΥΝΟ ΚΑΙ ΚΊΝΔΥΝΟ ΡΕΥΣΤΌΤΗΤΑΣ

Άρθρο 9

Γενικοί κανόνες για τις ασφάλειες και τους άλλους ισοδύναμους χρηματοοικονομικούς πόρους

1.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις όσον αφορά την ασφάλεια:

α)

πραγματοποιεί σαφή διάκριση των ασφαλειών από τα άλλα αξιόγραφα του συμμετέχοντος πιστούχου·

β)

αποδέχεται ασφάλειες που πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 10 ή άλλα είδη ασφαλειών που πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 11, με την ακόλουθη σειρά:

i)

πρώτα αποδέχεται ως ασφάλεια όλα τα αξιόγραφα στον λογαριασμό του συμμετέχοντος πιστούχου που πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 10 και μόνον αυτά·

ii)

στη συνέχεια αποδέχεται ως ασφάλεια όλα τα αξιόγραφα στον λογαριασμό του συμμετέχοντος πιστούχου που πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 11 παράγραφος 1 και μόνον αυτά·

iii)

τέλος, αποδέχεται ως ασφάλεια όλα τα αξιόγραφα στον λογαριασμό του συμμετέχοντος πιστούχου που πληρούν τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 11 παράγραφος 2, εντός των ορίων των διαθέσιμων αποδεκτών ρευστοποιήσιμων πόρων που αναφέρονται στο άρθρο 34, με σκοπό την τήρηση των απαιτήσεων για τους ελάχιστους ρευστοποιήσιμους πόρους που αναφέρονται στο άρθρο 35 παράγραφος 3·

γ)

να παρακολουθεί τουλάχιστον σε ημερήσια βάση την πιστωτική ποιότητα, τη ρευστότητα της αγοράς και τη μεταβλητότητα των τιμών κάθε αξιόγραφου που αποδέχεται ως ασφάλεια και να το αποτιμά σύμφωνα με το άρθρο 12·

δ)

να καθορίζει τις μεθοδολογίες που σχετίζονται με τις απομειώσεις που εφαρμόζονται στην αξία των ασφαλειών, σύμφωνα με το άρθρο 13·

ε)

να διασφαλίζει ότι οι ασφάλειες παραμένουν επαρκώς διαφοροποιημένες, ώστε να επιτρέπεται η ρευστοποίησή τους εντός των προθεσμιών που αναφέρονται στα άρθρα 10 και 11, χωρίς σημαντική επίπτωση στην αγορά, σύμφωνα με το άρθρο 14.

2.   Ασφάλειες παρέχονται από τους αντισυμβαλλόμενους δυνάμει συμφωνίας εγγυοδοσίας με παροχή χρηματοοικονομικής ασφάλειας, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο γ) της οδηγίας 2002/47/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (15), ή δυνάμει συμφωνίας παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας με μεταβίβαση τίτλου, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο β) της εν λόγω οδηγίας.

3.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών πληροί τις προϋποθέσεις των άρθρων 15 και 16 σε σχέση με τους άλλους ισοδύναμους χρηματοοικονομικούς πόρους.

Άρθρο 10

Ασφάλεια για τους σκοπούς του άρθρου 59 παράγραφος 3 στοιχείο δ) και του άρθρου 59 παράγραφος 4 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014

1.   Προκειμένου οι ασφάλειες να θεωρούνται ως ασφάλειες βέλτιστης ποιότητας για τους σκοπούς του άρθρου 59 παράγραφος 3 στοιχείο δ) και του άρθρου 59 παράγραφος 4 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014, πρέπει να περιλαμβάνουν χρεόγραφα που πληρούν όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

έχουν εκδοθεί ή τυγχάνουν ρητής εγγύησης από:

i)

δημόσιο οργανισμό·

ii)

κεντρική τράπεζα·

iii)

μία από τις πολυμερείς τράπεζες ανάπτυξης που περιλαμβάνονται στο άρθρο 117 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

iv)

το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας ή τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας·

β)

το ΚΑΤ μπορεί να αποδείξει ότι έχει χαμηλό πιστωτικό κίνδυνο και κίνδυνο αγοράς βάσει δικής του εσωτερικής εκτίμησης, με τη χρήση καθορισμένης και αντικειμενικής μεθοδολογίας που δεν βασίζεται αποκλειστικά σε εξωτερικές γνωμοδοτήσεις και λαμβάνει υπόψη τον κίνδυνο χώρας της συγκεκριμένης χώρας στην οποία είναι εγκατεστημένος ο εκδότης·

γ)

είναι εκφρασμένα σε νόμισμα του οποίου τους κινδύνους είναι σε θέση να διαχειρίζεται το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών·

δ)

είναι ελεύθερα μεταβιβάσιμα χωρίς τυχόν νομικούς περιορισμούς ή απαιτήσεις τρίτων που διακυβεύουν τη ρευστοποίησή τους·

ε)

πληρούν μία από τις ακόλουθες απαιτήσεις:

i)

έχουν ενεργή αγορά για συμφωνίες άμεσης πώλησης ή επαναγοράς, με διαφοροποιημένη ομάδα αγοραστών και πωλητών, στην οποία το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών μπορεί έχει αξιόπιστη πρόσβαση, μεταξύ άλλων σε ακραίες καταστάσεις·

ii)

μπορούν να ρευστοποιηθούν από το ΚΑΤ-πάροχο τραπεζικών υπηρεσιών σε προκαθορισμένες και άκρως αξιόπιστες ρυθμίσεις χρηματοδότησης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 59 παράγραφος 4 στοιχείο ε) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014 και προσδιορίζεται στο άρθρο 38 του παρόντος κανονισμού·

στ)

αξιόπιστα δεδομένα για τα εν λόγω χρεόγραφα δημοσιεύονται τουλάχιστον σε ημερήσια βάση·

ζ)

είναι άμεσα διαθέσιμα και μετατρέψιμα αυθημερόν σε ρευστά διαθέσιμα.

2.   Προκειμένου οι ασφάλειες να θεωρούνται ως ασφάλειες χαμηλότερης ποιότητας από εκείνη που αναφέρεται στην παράγραφο 1 για τους σκοπούς του άρθρου 59 παράγραφος 3 στοιχείο δ) και του άρθρου 59 παράγραφος 4 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014, πρέπει να αποτελούνται από μεταβιβάσιμα αξιόγραφα και μέσα χρηματαγοράς που πληρούν όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

τα χρηματοπιστωτικά μέσα έχουν εκδοθεί από εκδότη με χαμηλό πιστωτικό κίνδυνο βάσει επαρκούς εσωτερικής αξιολόγησης από το ΚΑΤ-πάροχο τραπεζικών υπηρεσιών, με τη χρήση καθορισμένης και αντικειμενικής μεθοδολογίας που δεν βασίζεται αποκλειστικά σε εξωτερικές γνωμοδοτήσεις και λαμβάνει υπόψη τον κίνδυνο που προκύπτει από την εγκατάσταση του εκδότη σε συγκεκριμένη χώρα·

β)

τα χρηματοπιστωτικά μέσα έχουν χαμηλό κίνδυνο αγοράς βάσει επαρκούς εσωτερικής αξιολόγησης από το ΚΑΤ-πάροχο τραπεζικών υπηρεσιών, με τη χρήση καθορισμένης και αντικειμενικής μεθοδολογίας που δεν βασίζεται αποκλειστικά σε εξωτερικές γνωμοδοτήσεις·

γ)

είναι εκφρασμένα σε νόμισμα του οποίου τους κινδύνους είναι σε θέση να διαχειρίζεται το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών·

δ)

είναι ελεύθερα μεταβιβάσιμα και χωρίς τυχόν νομικούς περιορισμούς ή απαιτήσεις τρίτων που διακυβεύουν τη ρευστοποίησή τους·

ε)

πληρούν μία από τις ακόλουθες απαιτήσεις:

i)

έχουν ενεργή αγορά για συμφωνίες άμεσης πώλησης ή επαναγοράς, με διαφοροποιημένη ομάδα αγοραστών και πωλητών, στην οποία το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών μπορεί να αποδείξει ότι έχει αξιόπιστη πρόσβαση, μεταξύ άλλων σε ακραίες καταστάσεις·

ii)

μπορούν να ρευστοποιηθούν από το ΚΑΤ-πάροχο τραπεζικών υπηρεσιών σε προκαθορισμένες και άκρως αξιόπιστες ρυθμίσεις χρηματοδότησης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 59 παράγραφος 4 στοιχείο ε) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014 και προσδιορίζεται στο άρθρο 38 του παρόντος κανονισμού·

στ)

μπορούν να ρευστοποιηθούν αυθημερόν·

ζ)

τα δεδομένα τιμών σχετικά με τα μέσα αυτά είναι δημοσίως διαθέσιμα σε σχεδόν πραγματικό χρόνο·

η)

δεν εκδίδονται από τους κατωτέρω φορείς:

i)

συμμετέχοντα που παρέχει τις ασφάλειες ή οντότητα που αποτελεί μέρος του ιδίου ομίλου με τον συμμετέχοντα, με εξαίρεση την περίπτωση καλυμμένων ομολόγων και μόνο εφόσον τα στοιχεία του ενεργητικού που εξασφαλίζουν τα εν λόγω ομόλογα είναι καταλλήλως διαχωρισμένα εντός άρτιου νομικού πλαισίου και πληρούν τις απαιτήσεις του παρόντος άρθρου·

ii)

ΚΑΤ-πάροχο τραπεζικών υπηρεσιών ή οντότητα που ανήκει στον ίδιο όμιλο με το ΚΑΤ-πάροχο τραπεζικών υπηρεσιών·

iii)

οντότητα της οποίας η δραστηριότητα περιλαμβάνει την παροχή υπηρεσιών κρίσιμων για τη λειτουργία του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών, εκτός εάν η οντότητα είναι κεντρική τράπεζα της Ένωσης ή κεντρική τράπεζα έκδοσης νομίσματος στο οποίο έχει ανοίγματα το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών·

θ)

δεν υπόκεινται κατ' άλλο τρόπο σε σημαντικό κίνδυνο δυσμενούς συσχέτισης, κατά την έννοια του άρθρου 291 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

Άρθρο 11

Άλλες ασφάλειες

1.   Άλλα είδη ασφαλειών που χρησιμοποιούνται από τα ΚΑΤ-παρόχους τραπεζικών υπηρεσιών περιλαμβάνουν χρηματοπιστωτικά μέσα που πληρούν όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

είναι ελεύθερα μεταβιβάσιμα χωρίς τυχόν νομικούς περιορισμούς ή απαιτήσεις τρίτων που διακυβεύουν τη ρευστοποίησή τους·

β)

είναι επιλέξιμα σε κεντρική τράπεζα της Ένωσης, όταν το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών έχει πρόσβαση σε συνήθη, μη περιστασιακή πίστωση («συνήθης πίστωση») στην εν λόγω κεντρική τράπεζα·

γ)

είναι εκφρασμένα σε νόμισμα του οποίου τον κίνδυνο είναι σε θέση να διαχειρίζεται το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών·

δ)

το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών διαθέτει προκαθορισμένη ρύθμιση χρηματοδότησης με τον τύπο του φερέγγυου χρηματοπιστωτικού ιδρύματος που αναφέρεται στο άρθρο 59 παράγραφος 4 στοιχείο ε) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014 και ορίζεται στο άρθρο 38 του παρόντος κανονισμού, η οποία προβλέπει την αυθημερόν μετατροπή των εν λόγω μέσων σε ρευστά διαθέσιμα.

2.   Για τους σκοπούς του άρθρου 59 παράγραφος 3 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014 της Επιτροπής, άλλα είδη ασφαλειών που χρησιμοποιούνται από τα ΚΑΤ-παρόχους τραπεζικών υπηρεσιών είναι χρηματοπιστωτικά μέσα που πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

είναι ελεύθερα μεταβιβάσιμα χωρίς τυχόν νομικούς περιορισμούς ή απαιτήσεις τρίτων που διακυβεύουν τη ρευστοποίησή τους·

β)

είναι εκφρασμένα σε νόμισμα του οποίου τον κίνδυνο είναι σε θέση να διαχειρίζεται το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών·

γ)

το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών διαθέτει αμφότερα τα ακόλουθα:

i)

μια προκαθορισμένη ρύθμιση χρηματοδότησης σύμφωνα με το άρθρο 59 παράγραφος 4 στοιχείο ε) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014, όπως προσδιορίζεται στο άρθρο 38 του παρόντος κανονισμού, ώστε τα εν λόγω μέσα να μπορούν να ρευστοποιηθούν εντός πέντε εργάσιμων ημερών·

ii)

αποδεκτούς ρευστοποιήσιμους πόρους, σύμφωνα με το άρθρο 34, σε επαρκή ποσότητα, για να διασφαλίζεται ότι καλύπτουν τη χρονική απόκλιση για τη ρευστοποίηση αυτών των ασφαλειών σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης του συμμετέχοντος.

Άρθρο 12

Αποτίμηση ασφαλειών

1.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών καθιερώνει πολιτικές και διαδικασίες αποτίμησης ασφαλειών που διασφαλίζουν τα ακόλουθα:

α)

ότι τα χρηματοπιστωτικά μέσα που αναφέρονται στο άρθρο 10 αποτιμώνται σε τρέχουσες τιμές της αγοράς τουλάχιστον σε καθημερινή βάση·

β)

ότι τα χρηματοπιστωτικά μέσα που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 1 αποτιμώνται τουλάχιστον σε καθημερινή βάση και, εφόσον δεν είναι δυνατή η καθημερινή αποτίμηση, αποτιμώνται στη βάση υποδείγματος θεωρητικών τιμών·

γ)

ότι τα χρηματοπιστωτικά μέσα που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 2 αποτιμώνται τουλάχιστον σε καθημερινή βάση και, εφόσον δεν είναι δυνατή η καθημερινή αποτίμηση, αποτιμώνται σε βάση υποδείγματος θεωρητικών τιμών.

2.   Οι μεθοδολογίες για την αποτίμηση στη βάση υποδείγματος θεωρητικών τιμών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία β) και γ) πρέπει να τεκμηριώνονται πλήρως.

3.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών αναθεωρεί την επάρκεια των πολιτικών και διαδικασιών αποτίμησης σε όλες τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

ανά τακτά χρονικά διαστήματα και τουλάχιστον σε ετήσια βάση·

β)

όταν μια σημαντική μεταβολή επηρεάζει τις πολιτικές και διαδικασίες αποτίμησης.

Άρθρο 13

Απομειώσεις

1.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών καθορίζει το επίπεδο των απομειώσεων ως εξής:

α)

αν η ασφάλεια είναι αποδεκτή στην κεντρική τράπεζα στην οποία το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών έχει πρόσβαση σε συνήθη πίστωση, οι απομειώσεις που εφαρμόζονται σε αυτό το είδος των ασφαλειών από την κεντρική τράπεζα μπορεί να θεωρηθούν ως το κατώτατο όριο απομείωσης·

β)

αν η ασφάλεια δεν είναι αποδεκτή στην κεντρική τράπεζα στην οποία το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών έχει πρόσβαση σε συνήθη πίστωση, οι απομειώσεις που εφαρμόζονται από την κεντρική τράπεζα που εκδίδει το νόμισμα στο οποίο εκφράζεται το χρηματοπιστωτικό μέσο, θεωρούνται ως το κατώτατο όριο απομείωσης.

2.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών διασφαλίζει ότι οι πολιτικές και διαδικασίες για τον καθορισμό των απομειώσεων λαμβάνουν υπόψη την πιθανότητα οι ασφάλειες να χρειαστεί να ρευστοποιηθούν σε ακραίες συνθήκες αγοράς και τον χρόνο που απαιτείται για τη ρευστοποίησή τους.

3.   Οι απομειώσεις καθορίζονται λαμβάνοντας υπόψη τα σχετικά κριτήρια, συμπεριλαμβανομένων όλων των ακολούθων:

α)

το είδος κάθε στοιχείου του ενεργητικού·

β)

το επίπεδο του πιστωτικού κινδύνου που συνδέεται με το χρηματοπιστωτικό μέσο·

γ)

τη χώρα έκδοσης του στοιχείου του ενεργητικού·

δ)

τη διάρκεια του στοιχείου του ενεργητικού·

ε)

την ιστορική και υποθετική μελλοντική μεταβλητότητα της τιμής του στοιχείου του ενεργητικού σε ακραίες συνθήκες αγοράς·

στ)

τη ρευστότητα της υποκείμενης αγοράς, συμπεριλαμβανομένων των διαφορών των τιμών μεταξύ ζήτησης και προσφοράς·

ζ)

τον συναλλαγματικό κίνδυνο, κατά περίπτωση·

η)

τον κίνδυνο δυσμενούς συσχέτισης, κατά την έννοια του άρθρου 291 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, κατά περίπτωση.

4.   Τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχείο β) καθορίζονται από μια εσωτερική αξιολόγηση του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών, με βάση μια καθορισμένη και αντικειμενική μεθοδολογία που δεν βασίζεται αποκλειστικά σε εξωτερικές γνωμοδοτήσεις.

5.   Δεν αποδίδεται αξία ασφαλειών σε αξιόγραφα που παρέχονται από οικονομική οντότητα που ανήκει στον ίδιο όμιλο με τον δανειολήπτη.

6.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών διασφαλίζει ότι οι απομειώσεις υπολογίζονται με συντηρητικό τρόπο για τον περιορισμό της φιλοκυκλικότητας, στο μέτρο του δυνατού.

7.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών διασφαλίζει ότι οι πολιτικές και διαδικασίες που διαθέτει για τις απομειώσεις επικυρώνονται τουλάχιστον σε ετήσια βάση από ανεξάρτητη μονάδα του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών και οι εφαρμοστέες απομειώσεις συγκρίνονται με αυτές της κεντρικής τράπεζας που εκδίδει το σχετικό νόμισμα και, σε περίπτωση που η σύγκριση με την κεντρική τράπεζα δεν είναι διαθέσιμη, με άλλες σχετικές πηγές.

8.   Οι εφαρμοστέες απομειώσεις επανεξετάζονται από το ΚΑΤ-πάροχο τραπεζικών υπηρεσιών τουλάχιστον σε καθημερινή βάση.

Άρθρο 14

Όρια συγκέντρωσης ασφαλειών

1.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών διαθέτει πολιτικές και διαδικασίες σχετικά με τα όρια συγκέντρωσης των ασφαλειών, που περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

α)

πολιτικές και διαδικασίες που ακολουθούνται σε περίπτωση τυχόν παραβίασης των ορίων συγκέντρωσης·

β)

τα μέτρα μείωσης του κινδύνου που πρέπει να εφαρμόζονται όταν παρατηρείται υπέρβαση των ορίων συγκέντρωσης που καθορίζονται στις πολιτικές·

γ)

το χρονοδιάγραμμα για την αναμενόμενη εφαρμογή των μέτρων που αναφέρονται στο στοιχείο β).

2.   Τα όρια συγκέντρωσης εντός του συνολικού ποσού των ασφαλειών που συλλέγονται («χαρτοφυλάκιο ασφαλειών») ορίζονται λαμβάνοντας υπόψη όλα τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

επιμέρους εκδότες, συνυπολογίζοντας τη δομή του ομίλου τους·

β)

χώρα του εκδότη·

γ)

τύπος εκδότη·

δ)

είδος στοιχείου του ενεργητικού·

ε)

νόμισμα διακανονισμού·

στ)

ασφάλεια με πιστωτικό κίνδυνο και κίνδυνο αγοράς και ρευστότητας πάνω από τα ελάχιστα επίπεδα·

ζ)

καταλληλότητα των ασφαλειών, ώστε το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών να έχει πρόσβαση σε συνήθη πίστωση στην κεντρική τράπεζα έκδοσης·

η)

κάθε συμμετέχον πιστούχος·

θ)

όλοι οι συμμετέχοντες πιστούχοι·

ι)

χρηματοπιστωτικά μέσα που έχουν εκδώσει εκδότες του ιδίου τύπου όσον αφορά τον οικονομικό τομέα, τη δραστηριότητα και τη γεωγραφική περιοχή·

ια)

το επίπεδο πιστωτικού κινδύνου του χρηματοπιστωτικού μέσου ή του εκδότη, που ορίζεται βάσει εσωτερικής εκτίμησης από το ΚΑΤ- πάροχο τραπεζικών υπηρεσιών, βάσει καθορισμένης και αντικειμενικής μεθοδολογίας που δεν βασίζεται αποκλειστικά σε εξωτερικές γνωμοδοτήσεις και λαμβάνει υπόψη τον κίνδυνο που προκύπτει από την εγκατάσταση του εκδότη σε συγκεκριμένη χώρα·

ιβ)

η ρευστότητα και η μεταβλητότητα της τιμής των χρηματοπιστωτικών μέσων.

3.   Το ΚΑΤ- πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών διασφαλίζει ότι δεν καλύπτεται ποσοστό περισσότερο από το 10 % του ενδοημερήσιου πιστωτικού ανοίγματος από οποιοδήποτε από τα ακόλουθα:

α)

μοναδικό πιστωτικό ίδρυμα·

β)

χρηματοπιστωτικό ίδρυμα τρίτης χώρας που υπόκειται σε και τηρεί κανόνες προληπτικής εποπτείας που είναι τουλάχιστον εξίσου αυστηροί με εκείνους που προβλέπονται στην οδηγία 2013/36/ΕΕ και τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013, σύμφωνα με το άρθρο 114 παράγραφος 7 του εν λόγω κανονισμού·

γ)

εμπορική οντότητα που ανήκει στον ίδιο όμιλο με το ίδρυμα που αναφέρεται είτε στο στοιχείο α) είτε στο στοιχείο β).

4.   Κατά τον υπολογισμό των ορίων συγκέντρωσης των ασφαλειών που αναφέρονται στην παράγραφο 2, το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών συγκεντρώνει το συνολικό άνοιγμα σε έναν και μόνο αντισυμβαλλόμενο που προκύπτει από το ποσό των σωρευτικών πιστώσεων, καταθέσεων, τρεχούμενων λογαριασμών, μέσων χρηματαγοράς και διευκολύνσεων αγοράς και επαναπώλησης που χρησιμοποιούνται από το ΚΑΤ-πάροχο τραπεζικών υπηρεσιών.

5.   Κατά τον καθορισμό του ορίου συγκέντρωσης των ασφαλειών για το άνοιγμα του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών σε συγκεκριμένο εκδότη, το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών συγκεντρώνει και μεταχειρίζεται ως ενιαίο κίνδυνο το άνοιγμα που διατηρεί σε όλα τα χρηματοπιστωτικά μέσα που εκδίδονται από τον εκδότη ή οντότητα του ομίλου, ρητώς εγγυημένα από τον εκδότη ή οντότητα του ομίλου.

6.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών διασφαλίζει την επάρκεια των πολιτικών και διαδικασιών σχετικά με τα όρια συγκέντρωσης των ασφαλειών ανά πάσα στιγμή. Επανεξετάζει τα όρια συγκέντρωσης των ασφαλειών του τουλάχιστον σε ετήσια βάση και όποτε επέρχεται σημαντική μεταβολή που επηρεάζει την έκθεση σε κίνδυνο του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών.

7.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών ενημερώνει τους συμμετέχοντες πιστούχους για τα εφαρμοστέα όρια συγκέντρωσης των ασφαλειών και για κάθε αλλαγή στα εν λόγω όρια, σύμφωνα με την παράγραφο 6.

Άρθρο 15

Άλλοι ισοδύναμοι χρηματοοικονομικοί πόροι

1.   Οι άλλοι ισοδύναμοι χρηματοοικονομικοί πόροι αποτελούνται μόνο από τους χρηματοοικονομικούς πόρους ή την πιστωτική προστασία που αναφέρονται στις παραγράφους 2 έως 4 καθώς και στο άρθρο 16.

2.   Οι άλλοι ισοδύναμοι χρηματοοικονομικοί πόροι μπορεί να περιλαμβάνουν εγγυήσεις εμπορικών τραπεζών που παρέχονται από φερέγγυο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα το οποίο πληροί τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 38 παράγραφος 1, ή κοινοπραξία τέτοιων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, οι οποίες πληρούν όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

έχουν εκδοθεί από εκδότη με χαμηλό πιστωτικό κίνδυνο βάσει επαρκούς εσωτερικής αξιολόγησης από το ΚΑΤ- πάροχο τραπεζικών υπηρεσιών, με τη χρήση καθορισμένης και αντικειμενικής μεθοδολογίας που δεν βασίζεται αποκλειστικά σε εξωτερικές γνωμοδοτήσεις και λαμβάνει υπόψη τον κίνδυνο που προκύπτει από την εγκατάσταση του εκδότη σε συγκεκριμένη χώρα·

β)

είναι εκφρασμένες σε νόμισμα του οποίου τον κίνδυνο είναι σε θέση να διαχειρίζεται επαρκώς το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών·

γ)

είναι αμετάκλητες, άνευ όρων και δεν υπάρχει καμία νομική ή συμβατική εξαίρεση ή προαίρεση που επιτρέπει στον εκδότη να αντιταχθεί στην καταβολή της εγγύησης·

δ)

μπορούν να εξοφληθούν, κατ' αίτηση, εντός μιας εργάσιμης ημέρας, κατά τη διάρκεια της περιόδου εκκαθάρισης του χαρτοφυλακίου του αθετούντος συμμετέχοντος πιστούχου, χωρίς τυχόν κανονιστικούς, νομικούς ή λειτουργικούς περιορισμούς·

ε)

δεν έχουν εκδοθεί από οντότητα που ανήκει στον ίδιο όμιλο με τον συμμετέχοντα πιστούχο που καλύπτεται από την εγγύηση, ή από οντότητα της οποίας η δραστηριότητα περιλαμβάνει την παροχή υπηρεσιών κρίσιμων για τη λειτουργία του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών, εκτός εάν η οντότητα είναι κεντρική τράπεζα του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου ή κεντρική τράπεζα έκδοσης νομίσματος στο οποία το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών διατηρεί ανοίγματα·

στ)

δεν υπόκεινται σε σημαντικό κίνδυνο δυσμενούς συσχέτισης, κατά την έννοια του άρθρου 291 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

ζ)

εξασφαλίζονται πλήρως από ασφάλειες που πληρούν τους ακόλουθους όρους:

i)

δεν υπόκεινται κατ' άλλο τρόπο σε κίνδυνο δυσμενούς συσχέτισης, κατά την έννοια του άρθρου 291 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, βάσει συσχέτισης με την πιστοληπτική ικανότητα του εγγυητή ή του συμμετέχοντος πιστούχου, εκτός εάν ο κίνδυνος δυσμενούς συσχέτισης έχει μειωθεί επαρκώς με εφαρμογή απομείωσης στην ασφάλεια·

ii)

το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών έχει άμεση πρόσβαση στις ασφάλειες και είναι απομακρυσμένο από τον κίνδυνο πτώχευσης σε περίπτωση ταυτόχρονης αθέτησης υποχρέωσης του συμμετέχοντος πιστούχου και του εγγυητή·

iii)

η καταλληλότητα του εγγυητή έχει επικυρωθεί από το διοικητικό όργανο του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών, κατόπιν πλήρους εκτίμησης του εκδότη και του νομικού, συμβατικού και λειτουργικού πλαισίου της εγγύησης, προκειμένου να υπάρξει υψηλό επίπεδο υποστήριξης σχετικά με την αποτελεσματικότητα της εγγύησης, και έχει κοινοποιηθεί στην αρμόδια αρχή, σύμφωνα με το άρθρο 60 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014.

3.   Οι άλλοι ισοδύναμοι χρηματοοικονομικοί πόροι μπορούν να περιλαμβάνουν τραπεζικές εγγυήσεις που χορηγούνται από κεντρική τράπεζα, οι οποίες πληρούν όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

έχουν εκδοθεί από κεντρική τράπεζα ή κεντρική τράπεζα έκδοσης νομίσματος στο οποίο το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών διατηρεί ανοίγματα·

β)

είναι εκφρασμένες σε νόμισμα του οποίου τον κίνδυνο είναι σε θέση να διαχειρίζεται επαρκώς το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών·

γ)

είναι αμετάκλητες, άνευ όρων και η εκδότρια τράπεζα δεν μπορεί να βασιστεί σε τυχόν νομική ή συμβατική εξαίρεση ή προαίρεση που επιτρέπει στον εκδότη να αντιταχθεί στην καταβολή της εγγύησης·

δ)

εξοφλούνται εντός μιας εργάσιμης ημέρας.

4.   Οι άλλοι ισοδύναμοι χρηματοοικονομικοί πόροι μπορούν να περιλαμβάνουν κεφάλαιο, μετά την αφαίρεση των κεφαλαιακών απαιτήσεων των άρθρων 1 έως 8, αλλά μόνο για τους σκοπούς κάλυψης ανοιγμάτων έναντι κεντρικών τραπεζών, πολυμερών τραπεζών ανάπτυξης και διεθνών οργανισμών που δεν εξαιρούνται σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 2.

Άρθρο 16

Άλλοι ισοδύναμοι χρηματοοικονομικοί πόροι για ανοίγματα σε διαλειτουργικές συνδέσεις

Οι άλλοι ισοδύναμοι χρηματοοικονομικοί πόροι μπορούν να περιλαμβάνουν τραπεζικές εγγυήσεις και πιστωτικές επιστολές που χρησιμοποιούνται για τη διασφάλιση πιστωτικών ανοιγμάτων που δημιουργούνται μεταξύ ΚΑΤ που θεσπίζουν διαλειτουργικές συνδέσεις, οι οποίες πληρούν όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

καλύπτουν μόνο τα πιστωτικά ανοίγματα μεταξύ των δύο συνδεδεμένων ΚΑΤ·

β)

έχουν εκδοθεί από κοινοπραξία φερέγγυων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που πληρούν τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 38 παράγραφος 1, όπου καθένα από τα εν λόγω χρηματοπιστωτικά ιδρύματα είναι υποχρεωμένο να καταβάλει το μέρος του συνολικού ποσού που έχει συμβατικά συμφωνηθεί·

γ)

είναι εκφρασμένες σε νόμισμα του οποίου τον κίνδυνο είναι σε θέση να διαχειρίζεται επαρκώς το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών·

δ)

είναι αμετάκλητες, άνευ όρων και τα ιδρύματα που τις εκδίδουν δεν μπορούν να βασιστούν σε τυχόν νομική ή συμβατική εξαίρεση ή προαίρεση για να αντιταχθούν στην καταβολή της πιστωτικής επιστολής·

ε)

μπορούν να εξοφληθούν, κατ' αίτηση, χωρίς τυχόν κανονιστικούς, νομικούς ή λειτουργικούς περιορισμούς·

στ)

δεν έχουν εκδοθεί από:

i)

οικονομική οντότητα που ανήκει στον ίδιο όμιλο με το ΚΑΤ που δανείζεται ή ένα ΚΑΤ με άνοιγμα που καλύπτεται από την εγγύηση και τις πιστωτικές επιστολές της τράπεζας·

ii)

οντότητα της οποίας η δραστηριότητα περιλαμβάνει την παροχή υπηρεσιών κρίσιμων για τη λειτουργία του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών·

ζ)

δεν υπόκεινται σε σημαντικό κίνδυνο δυσμενούς συσχέτισης, κατά την έννοια του άρθρου 291 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

η)

το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών παρακολουθεί τη φερεγγυότητα των εκδοτών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων σε τακτική βάση μέσω ανεξάρτητης αξιολόγησης της φερεγγυότητας των εν λόγω ιδρυμάτων και μέσω απόδοσης και τακτικής επανεξέτασης εσωτερικών αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας για κάθε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα·

θ)

μπορούν να εξοφληθούν κατά τη διάρκεια της περιόδου εκκαθάρισης, εντός τριών εργάσιμων ημερών από τη στιγμή που το αθετούν ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών δεν πληροί τις υποχρεώσεις πληρωμής, όταν αυτές καθίστανται πληρωτέες·

ι)

είναι διαθέσιμοι αποδεκτοί ρευστοποιήσιμοι πόροι, όπως αναφέρονται στο άρθρο 34, σε επαρκές ποσό, το οποίο καλύπτει το χρονικό διάστημα μέχρι τη στιγμή που πρέπει να καταβληθούν οι τραπεζικές εγγυήσεις και πιστωτικές επιστολές σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης από ένα από τα συνδεδεμένα ΚΑΤ·

ια)

ο κίνδυνος να μην υπάρχει το πλήρες ποσό της τραπεζικής εγγύησης και των πιστωτικών επιστολών που πρέπει να καταβληθεί από την κοινοπραξία, μετριάζεται από τα ακόλουθα:

i)

κατάλληλα όρια συγκέντρωσης που διασφαλίζουν ότι κανένα χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, συμπεριλαμβανομένης της μητρικής του επιχείρησης και των θυγατρικών της, δεν αποτελεί μέρος των εγγυήσεων της κοινοπραξίας σε ποσοστό μεγαλύτερο από 10 % του συνολικού ποσού των πιστωτικών επιστολών·

ii)

τον περιορισμό του πιστωτικού ανοίγματος που καλύπτεται με τη χρήση της τραπεζικής εγγύησης και των πιστωτικών επιστολών, στο συνολικό ποσό της τραπεζικής εγγύησης μείον είτε το 10 % του συνολικού ποσού είτε το εγγυημένο ποσό από τα δύο πιστωτικά ιδρύματα με το μεγαλύτερο μερίδιο στο συνολικό ποσό, όποιο είναι χαμηλότερο·

iii)

την εφαρμογή πρόσθετων μέτρων μετριασμού του κινδύνου, όπως ισχύουσες ρυθμίσεις επιμερισμού των ζημιών με σαφώς καθορισμένους κανόνες και διαδικασίες·

ιβ)

οι ρυθμίσεις αυτές ελέγχονται και αναθεωρούνται περιοδικά σύμφωνα με το άρθρο 41 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΠΛΑΊΣΙΟ ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΉΣ ΕΠΟΠΤΕΊΑΣ ΓΙΑ ΠΙΣΤΩΤΙΚΌ ΚΊΝΔΥΝΟ ΚΑΙ ΚΊΝΔΥΝΟ ΡΕΥΣΤΌΤΗΤΑΣ

Άρθρο 17

Γενικές διατάξεις

1.   Για τους σκοπούς των απαιτήσεων προληπτικής εποπτείας που σχετίζονται με τον πιστωτικό κίνδυνο που προκύπτει από την παροχή επικουρικών υπηρεσιών τραπεζικού τύπου από ένα ΚΑΤ-πάροχο τραπεζικών υπηρεσιών για κάθε σύστημα διακανονισμού αξιογράφων, όπως αναφέρονται στο άρθρο 59 παράγραφος 3 και 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014, το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών συμμορφώνεται με όλες τις απαιτήσεις που ορίζονται στο παρόν κεφάλαιο σχετικά με την παρακολούθηση, την επιμέτρηση, τη διαχείριση, την αναφορά και τη δημοσιοποίηση του πιστωτικού κινδύνου σε σχέση με τα ακόλουθα:

α)

τον ενδοημερήσιο πιστωτικό κίνδυνο και πιστωτικό κίνδυνο μιας ημέρας·

β)

τις συναφείς ασφάλειες και άλλους ισοδύναμους χρηματοοικονομικούς πόρους που χρησιμοποιούνται σε σχέση με τους κινδύνους που αναφέρονται στο στοιχείο α)·

γ)

τα δυνητικά υπολειπόμενα πιστωτικά ανοίγματα·

δ)

διαδικασίες επιστροφής και συντελεστές κυρώσεων.

2.   Για τους σκοπούς των απαιτήσεων προληπτικής εποπτείας που σχετίζονται με τον κίνδυνο ρευστότητας που προκύπτει από την παροχή επικουρικών υπηρεσιών τραπεζικού τύπου από ένα ΚΑΤ-πάροχο τραπεζικών υπηρεσιών για κάθε σύστημα διακανονισμού αξιογράφων, όπως αναφέρονται στο άρθρο 59 παράγραφος 4 και 909/2014 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014, το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών συμμορφώνεται με όλα τα ακόλουθα:

α)

τις απαιτήσεις του κεφαλαίου 2 για την παρακολούθηση, την επιμέτρηση, τη διαχείριση, την αναφορά και τη δημοσιοποίηση των κινδύνων ρευστότητας·

β)

τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, σχετικά με την παρακολούθηση, την επιμέτρηση, τη διαχείριση, την αναφορά και τη δημοσιοποίηση άλλων κινδύνων ρευστότητας που δεν καλύπτονται από το στοιχείο α).

ΤΜΉΜΑ 1

Πιστωτικός κίνδυνος

Άρθρο 18

Πλαίσιο διαχείρισης πιστωτικού κινδύνου

1.   Για τους σκοπούς του άρθρου 17 παράγραφος 1 στοιχείο α), το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών καταρτίζει και εφαρμόζει πολιτικές και διαδικασίες που πληρούν τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

επιμετρούν τον ενδοημερήσιο πιστωτικό κίνδυνο και τον πιστωτικό κίνδυνο μιας ημέρας, σύμφωνα με την ενότητα 1·

β)

παρακολουθούν τον ενδοημερήσιο πιστωτικό κίνδυνο και τον πιστωτικό κίνδυνο ημερονυκτίου, σύμφωνα με την ενότητα 2·

γ)

διαχειρίζονται τον ενδοημερήσιο πιστωτικό κίνδυνο και τον πιστωτικό κίνδυνο μιας ημέρας, σύμφωνα με την ενότητα 3·

δ)

επιμετρούν, παρακολουθούν και διαχειρίζονται τις ασφάλειες και άλλους ισοδύναμους χρηματοοικονομικούς πόρους, όπως αναφέρονται στο άρθρο 59 παράγραφος 3 στοιχεία γ) και δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014, σύμφωνα με το κεφάλαιο I του παρόντος κανονισμού·

ε)

αναλύουν και σχεδιάζουν τρόπους αντιμετώπισης τυχόν υπολειπόμενων πιστωτικών ανοιγμάτων, σύμφωνα με την ενότητα 4·

στ)

διαχειρίζονται τις διαδικασίες επιστροφής και τους συντελεστές κυρώσεων, σύμφωνα με την ενότητα 5·

ζ)

αναφέρουν τους πιστωτικούς κινδύνους, σύμφωνα με την ενότητα 6·

η)

δημοσιοποιούν τους πιστωτικούς κινδύνους, σύμφωνα με την ενότητα 7.

2.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών επανεξετάζει την πολιτική και τις διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τουλάχιστον σε ετήσια βάση.

3.   Επίσης, το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών επανεξετάζει τις εν λόγω πολιτικές και διαδικασίες κάθε φορά που υφίσταται μία από τις ακόλουθες περιπτώσεις και όταν οποιαδήποτε από τις αλλαγές που αναφέρονται στα στοιχεία α) ή β) επηρεάζουν την έκθεση σε κίνδυνο του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών:

α)

όταν οι πολιτικές και διαδικασίες υπόκεινται σε σημαντική αλλαγή·

β)

όταν το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών προβαίνει οικειοθελώς σε αλλαγή μετά την εκτίμηση που αναφέρεται στο άρθρο 19.

4.   Οι πολιτικές και διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνουν την εκπόνηση και την επικαιροποίηση έκθεσης σχετικά με τους πιστωτικούς κινδύνους. Η εν λόγω έκθεση περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α)

τις μετρήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 19·

β)

τις απομειώσεις που εφαρμόζονται σύμφωνα με το άρθρο 13, αναφερόμενες ανά είδος ασφάλειας·

γ)

τις αλλαγές στις πολιτικές ή τις διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3.

5.   Η έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 4 υπόκειται σε μηνιαία εξέταση από τις αρμόδιες επιτροπές που συγκροτούνται από το διοικητικό όργανο του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών. Όταν το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών είναι πιστωτικό ίδρυμα που έχει οριστεί από το ΚΑΤ σύμφωνα με το άρθρο 54 παράγραφος 2 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014, η έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 4 παρέχεται επίσης στην επιτροπή κινδύνου που συγκροτείται δυνάμει του άρθρου 48 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2017/392 του ΚΑΤ με την ίδια μηνιαία συχνότητα.

6.   Όταν το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών παραβιάζει ένα ή περισσότερα από τα όρια συγκέντρωσης που αναφέρονται στο άρθρο 14, το αναφέρει αμέσως στην αρμόδια επιτροπή που είναι υπεύθυνη για τον έλεγχο των κινδύνων και, όταν πρόκειται για πιστωτικό ίδρυμα που αναφέρεται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, το αναφέρει αμέσως στην επιτροπή κινδύνου του ΚΑΤ.

Ενότητα 1

Επιμέτρηση πιστωτικών κινδύνων

Άρθρο 19

Επιμέτρηση του ενδοημερήσιου πιστωτικού κινδύνου

1.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών προσδιορίζει και επιμετρά τα ενδοημερήσια ανοίγματα σε πιστωτικό κίνδυνο και προβλέπει τα υψηλότερα ενδοημερήσια πιστωτικά ανοίγματα με λειτουργικά και αναλυτικά εργαλεία που εντοπίζουν και επιμετρούν τα ενδοημερήσια πιστωτικά ανοίγματα και καταγράφουν, ειδικότερα, όλες τις ακόλουθες μετρήσεις για κάθε αντισυμβαλλόμενο:

α)

υψηλότερα και μέσα ενδοημερήσια πιστωτικά ανοίγματα για τις επικουρικές υπηρεσίες τραπεζικού τύπου που παρατίθενται στο τμήμα Γ του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014·

β)

υψηλότερα και μέσα ενδοημερήσια πιστωτικά ανοίγματα ανά συμμετέχοντα πιστούχο και περαιτέρω ανάλυση των ασφαλειών που καλύπτουν τα εν λόγω πιστωτικά ανοίγματα·

γ)

υψηλότερα και μέσα ενδοημερήσια πιστωτικά ανοίγματα έναντι άλλων αντισυμβαλλομένων και, εάν καλύπτονται από ασφάλεια, περαιτέρω ανάλυση των ασφαλειών που καλύπτουν τα εν λόγω ενδοημερήσια πιστωτικά ανοίγματα·

δ)

συνολική αξία της ενδοημερήσιας πίστωσης που χορηγείται σε συμμετέχοντες·

ε)

η περαιτέρω ανάλυση των ανοιγμάτων που αναφέρονται στα στοιχεία β) και γ) καλύπτει τα ακόλουθα:

i)

ασφάλειες που πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 10·

ii)

άλλες ασφάλειες σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 1·

iii)

άλλες ασφάλειες σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2·

iv)

άλλοι ισοδύναμοι χρηματοοικονομικοί πόροι σύμφωνα με τα άρθρα 15 και 16.

2.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών εκτελεί τις μετρήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 σε συνεχή βάση.

Όταν ο συνεχής εντοπισμός και η επιμέτρηση του ενδοημερήσιου πιστωτικού κινδύνου δεν είναι εφικτοί λόγω εξάρτησης από τη διαθεσιμότητα εξωτερικών δεδομένων, το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών επιμετρά τα ενδοημερήσια πιστωτικά ανοίγματα με τη μεγαλύτερη δυνατή συχνότητα και τουλάχιστον σε καθημερινή βάση.

Άρθρο 20

Επιμέτρηση πιστωτικών ανοιγμάτων μιας ημέρας

Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών επιμετρά τα πιστωτικά ανοίγματα μιας ημέρας για τις επικουρικές υπηρεσίες τραπεζικού τύπου που παρατίθενται στο τμήμα Γ του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014, με την καταγραφή των εκκρεμών πιστωτικών ανοιγμάτων από την προηγούμενη ημέρα σε καθημερινή βάση, στο τέλος της εργάσιμης ημέρας.

Ενότητα 2

Παρακολούθηση πιστωτικών κινδύνων

Άρθρο 21

Παρακολούθηση ενδοημερήσιων πιστωτικών ανοιγμάτων

Για τους σκοπούς της παρακολούθησης του ενδοημερήσιου πιστωτικού κινδύνου, το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών, ειδικότερα:

α)

παρακολουθεί σε συνεχή βάση, μέσω αυτόματου συστήματος αναφοράς, τα ενδοημερήσια πιστωτικά ανοίγματα που προκύπτουν από τις επικουρικές υπηρεσίες τραπεζικού τύπου που αναφέρονται στο τμήμα Γ του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014·

β)

διατηρεί, για περίοδο τουλάχιστον δέκα ετών, αρχείο των υψηλότερων και μέσων ενδοημερήσιων πιστωτικών ανοιγμάτων κάθε ημέρας που προκύπτουν από τις επικουρικές υπηρεσίες τραπεζικού τύπου που αναφέρονται στο τμήμα Γ του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014·

γ)

καταγράφει τα ενδοημερήσια πιστωτικά ανοίγματα που προέρχονται από κάθε οντότητα στην οποία προκύπτουν ενδοημερήσια πιστωτικά ανοίγματα, συμπεριλαμβανομένων των:

i)

εκδοτών·

ii)

συμμετεχόντων στο σύστημα διακανονισμού αξιογράφων που τελεί υπό τη διαχείριση του ΚΑΤ, σε επίπεδο οντότητας και σε επίπεδο ομίλου·

iii)

ΚΑΤ με διαλειτουργικές συνδέσεις·

iv)

τραπεζών και άλλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που χρησιμοποιούνται για την πραγματοποίηση ή λήψη πληρωμών·

δ)

περιγράφει πλήρως τον τρόπο με τον οποίο το πλαίσιο διαχείρισης του πιστωτικού κινδύνου λαμβάνει υπόψη τις αλληλεξαρτήσεις και πολλαπλές σχέσεις που το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών μπορεί να διατηρεί με καθεμία από τις οντότητες που αναφέρονται στο στοιχείο γ)·

ε)

προσδιορίζει, για κάθε αντισυμβαλλόμενο, τον τρόπο με τον οποίο το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών παρακολουθεί τη συγκέντρωση των ενδοημερήσιων πιστωτικών ανοιγμάτων, συμπεριλαμβανομένων των ανοιγμάτων σε οντότητες των ομίλων που περιλαμβάνουν τις οντότητες που αναφέρονται στο στοιχείο γ)·

στ)

προσδιορίζει τον τρόπο με τον οποίο το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών αξιολογεί την καταλληλότητα των απομειώσεων που εφαρμόζονται στις ασφάλειες που συλλέχθηκαν·

ζ)

προσδιορίζει τον τρόπο με τον οποίο το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών παρακολουθεί την κάλυψη των πιστωτικών ανοιγμάτων με ασφάλειες και την κάλυψη των πιστωτικών ανοιγμάτων με άλλους ισοδύναμους χρηματοοικονομικούς πόρους.

Άρθρο 22

Παρακολούθηση πιστωτικού κινδύνου μιας ημέρας

Για τους σκοπούς της παρακολούθησης των πιστωτικών ανοιγμάτων μιας ημέρας, το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών, σε σχέση με την πίστωση μιας ημέρας:

α)

τηρεί αρχείο του συνόλου των πραγματικών πιστωτικών ανοιγμάτων στο τέλος της ημέρας, για περίοδο τουλάχιστον δέκα ετών·

β)

καταγράφει τις πληροφορίες που αναφέρονται στο στοιχείο α) σε καθημερινή βάση.

Ενότητα 3

Διαχείριση ενδοημερήσιων πιστωτικών κινδύνων

Άρθρο 23

Γενικές απαιτήσεις για τη διαχείριση του ενδοημερήσιου πιστωτικού κινδύνου

1.   Για τους σκοπούς της διαχείρισης του ενδοημερήσιου πιστωτικού κινδύνου, το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών:

α)

προσδιορίζει τον τρόπο με τον οποίο αξιολογεί τον σχεδιασμό και τη λειτουργία του πλαισίου διαχείρισης του πιστωτικού κινδύνου σε σχέση με όλες τις δραστηριότητες που απαριθμούνται στο τμήμα Γ του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014·

β)

χορηγεί μόνο πιστώσεις που είναι ακυρώσιμες άνευ όρων ανά πάσα στιγμή από το ΚΑΤ-πάροχο τραπεζικών υπηρεσιών και χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση προς τους συμμετέχοντες πιστούχους του συστήματος διακανονισμού αξιογράφων υπό τη διαχείριση του ΚΑΤ·

γ)

όταν μια τραπεζική εγγύηση που αναφέρεται στο άρθρο 16 χρησιμοποιείται για διαλειτουργικές συνδέσεις, το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών αξιολογεί και αναλύει τη διασύνδεση που τυχόν προκύπτει από την παροχή της εν λόγω τραπεζικής εγγύησης από τους ίδιους συμμετέχοντες.

2.   Τα ακόλουθα ανοίγματα εξαιρούνται από την εφαρμογή των άρθρων 9 έως 15 και του άρθρου 24:

α)

ανοίγματα προς τα μέλη του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών, σε άλλους φορείς κρατών μελών που επιτελούν παρόμοιες λειτουργίες και στους λοιπούς δημόσιους φορείς της Ένωσης που διαχειρίζονται το δημόσιο χρέος ή παρεμβαίνουν στη διαχείρισή του·

β)

ανοίγματα σε μία από τις πολυμερείς τράπεζες ανάπτυξης που περιλαμβάνονται στο άρθρο 117 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

γ)

ανοίγματα σε έναν από τους διεθνείς οργανισμούς που αναφέρονται στο άρθρο 118 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

δ)

ανοίγματα σε οντότητες του δημόσιου τομέα, όπως ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, εφόσον ανήκουν σε κεντρικές κυβερνήσεις και διαθέτουν ρητές ρυθμίσεις που παρέχονται από κεντρικές κυβερνήσεις που εγγυώνται τα πιστωτικά τους ανοίγματα·

ε)

ανοίγματα έναντι κεντρικών τραπεζών τρίτων χωρών που είναι εκφρασμένα στο εθνικό νόμισμα της εν λόγω κεντρικής τράπεζας, υπό την προϋπόθεση ότι η Επιτροπή έχει εκδώσει εκτελεστική πράξη σύμφωνα με το άρθρο 114 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, η οποία επιβεβαιώνει ότι η εν λόγω τρίτη χώρα θεωρείται ότι εφαρμόζει εποπτικές και κανονιστικές ρυθμίσεις τουλάχιστον ισοδύναμες με εκείνες που ισχύουν στην Ένωση.

Άρθρο 24

Πιστωτικά όρια

Για τους σκοπούς της διαχείρισης του ενδοημερήσιου πιστωτικού κινδύνου, και κατά τον καθορισμό των πιστωτικών ορίων για έναν επιμέρους συμμετέχοντα πιστούχο σε επίπεδο ομίλου, ένα ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών συμμορφώνεται με όλες τις ακόλουθες υποχρεώσεις:

α)

αξιολογεί τη φερεγγυότητα του συμμετέχοντος πιστούχου με βάση μεθοδολογία που δεν βασίζεται αποκλειστικά σε εξωτερικές γνωμοδοτήσεις·

β)

επαληθεύει τη συμμόρφωση των ασφαλειών και άλλων ισοδύναμων χρηματοοικονομικών πόρων που παρέχονται από τον συμμετέχοντα πιστούχο για την κάλυψη των ενδοημερήσιων πιστωτικών ανοιγμάτων, με τις απαιτήσεις που ορίζονται στα άρθρα 9 και 15, αντιστοίχως·

γ)

καθορίζει πιστωτικά όρια σε συμμετέχοντα πιστούχο με βάση τις πολλαπλές σχέσεις που το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών διατηρεί με τον συμμετέχοντα πιστούχο, μεταξύ άλλων όταν το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών παρέχει περισσότερες από μία επικουρικές υπηρεσίες τραπεζικού τύπου μεταξύ εκείνων που αναφέρονται στο τμήμα Γ του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014 στον ίδιο συμμετέχοντα·

δ)

συνυπολογίζει το επίπεδο των αποδεκτών ρευστοποιήσιμων πόρων σύμφωνα με το άρθρο 34·

ε)

επανεξετάζει τα πιστωτικά όρια σε συμμετέχοντα πιστούχο με σκοπό να διασφαλιστούν αμφότερα τα ακόλουθα:

i)

ότι τα πιστωτικά όρια επανεξετάζονται ή μειώνονται, όταν η φερεγγυότητα του συμμετέχοντος πιστούχου μειώνεται·

ii)

ότι η διαθεσιμότητα πίστωσης μειώνεται, όταν η αξία των ασφαλειών που παρασχέθηκαν από έναν συμμετέχοντα πιστούχο μειώνεται.

στ)

επανεξετάζει τα πιστωτικά όρια που χορηγούνται σε συμμετέχοντες πιστούχους, τουλάχιστον σε ετήσια βάση, σύμφωνα με την πραγματική χρήση των πιστώσεων·

ζ)

διασφαλίζει ότι το ποσό των πιστωτικών ανοιγμάτων μιας ημέρας ενσωματώνεται στη χρήση των πιστωτικών ορίων που χορηγήθηκαν στον συμμετέχοντα πιστούχο·

η)

διασφαλίζει ότι το ποσό της πίστωσης μιας ημέρας που δεν έχει ακόμη επιστραφεί, περιλαμβάνεται στα ενδοημερήσια ανοίγματα της επόμενης ημέρας και δεν υπερβαίνει το πιστωτικό όριο.

Ενότητα 4

Δυνητικά υπολειπόμενα πιστωτικά ανοίγματα

Άρθρο 25

Δυνητικά υπολειπόμενα πιστωτικά ανοίγματα

1.   Οι πολιτικές και διαδικασίες που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 διασφαλίζουν τη διαχείριση τυχόν υπολειπόμενων πιστωτικών ανοιγμάτων, μεταξύ άλλων, σε καταστάσεις όπου η αξία μετά τη ρευστοποίηση της ασφάλειας και άλλων ισοδύναμων χρηματοοικονομικών πόρων δεν επαρκεί για την κάλυψη των πιστωτικών ανοιγμάτων του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών.

2.   Αυτές οι πολιτικές και διαδικασίες:

α)

προσδιορίζουν τον τρόπο κατανομής των δυνητικά ακάλυπτων πιστωτικών ζημιών, συμπεριλαμβανομένης της αποπληρωμής τυχόν κεφαλαίων που το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών μπορεί να δανειστεί από παρόχους ρευστότητας για την κάλυψη κενών ρευστότητας που σχετίζονται με αυτές τις ζημίες·

β)

περιλαμβάνουν συνεχή εκτίμηση των εξελισσόμενων συνθηκών της αγοράς που σχετίζονται με την αξία της ασφάλειας ή των άλλων ισοδύναμων χρηματοοικονομικών πόρων μετά τη ρευστοποίησή τους, όταν μπορεί να εξελιχθεί σε δυνητικό υπολειπόμενο πιστωτικό άνοιγμα·

γ)

διευκρινίζουν ότι η εκτίμηση που αναφέρεται στο στοιχείο β) συνοδεύεται από μια διαδικασία η οποία καθορίζει:

i)

τα μέτρα που λαμβάνονται για την αντιμετώπιση των συνθηκών της αγοράς που αναφέρονται στο στοιχείο β)·

ii)

το χρονοδιάγραμμα των μέτρων που αναφέρονται στο σημείο i)·

iii)

τυχόν ενημερώσεις του πλαισίου διαχείρισης πιστωτικού κινδύνου ως αποτέλεσμα των συνθηκών της αγοράς που αναφέρονται στο στοιχείο β).

3.   Η επιτροπή κινδύνου του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών και, κατά περίπτωση, η επιτροπή κινδύνου του ΚΑΤ, ενημερώνονται για τυχόν κινδύνους που μπορεί να προκαλέσουν δυνητικά υπολειπόμενα πιστωτικά ανοίγματα και η αρμόδια αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 60 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014 ενημερώνεται εγκαίρως για τους εν λόγω κινδύνους.

4.   Οι εξελίξεις και δραστηριότητες στην αγορά που επηρεάζουν τα ενδοημερήσια πιστωτικά ανοίγματα αναλύονται και επανεξετάζονται κάθε εξάμηνο και ανακοινώνονται στην επιτροπή κινδύνου του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών και, κατά περίπτωση, στην επιτροπή κινδύνου του ΚΑΤ.

Ενότητα 5

Διαδικασίες επιστροφής και συντελεστές κυρώσεων

Άρθρο 26

Διαδικασίες επιστροφής της ενδοημερήσιας πίστωσης

1.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών διαθέτει αποτελεσματικές διαδικασίες επιστροφής της ενδοημερήσιας πίστωσης, οι οποίες πληρούν τις απαιτήσεις των παραγράφων 2 και 3.

2.   Οι διαδικασίες επιστροφής της ενδοημερήσιας πίστωσης προβλέπουν συντελεστές κυρώσεων που έχουν αποτρεπτική δράση, με σκοπό την αποθάρρυνση πιστωτικών ανοιγμάτων μιας ημέρας και, ειδικότερα, πληρούν αμφότερες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

είναι υψηλότεροι από το διατραπεζικό εξασφαλισμένο επιτόκιο χρηματαγοράς μιας ημέρας και το οριακό επιτόκιο δανειοδότησης μιας κεντρικής τράπεζας που εκδίδει το νόμισμα του πιστωτικού ανοίγματος·

β)

λαμβάνουν υπόψη το κόστος χρηματοδότησης του νομίσματος του πιστωτικού ανοίγματος και τη φερεγγυότητα του συμμετέχοντος που έχει πιστωτικό άνοιγμα μιας ημέρας.

Ενότητα 6

Αναφορά πιστωτικού κινδύνου

Άρθρο 27

Υποβολή έκθεσης στις αρχές σχετικά με τη διαχείριση ενδοημερήσιου κινδύνου

1.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών υποβάλλει έκθεση στην αρμόδια αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 60 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014.

2.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών συμμορφώνεται με όλες τις ακόλουθες απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων:

α)

υποβάλλει δήλωση ποιότητας που καθορίζει τα μέτρα που λήφθηκαν σχετικά με τον τρόπο επιμέτρησης, παρακολούθησης και διαχείρισης των πιστωτικών κινδύνων, συμπεριλαμβανομένων των ενδοημερησίων πιστωτικών κινδύνων, με τουλάχιστον ετήσια συχνότητα·

β)

κοινοποιεί κάθε σημαντική αλλαγή στις δράσεις που αναλαμβάνονται σύμφωνα με το στοιχείο α), αμέσως μετά την πραγματοποίηση τέτοιων σημαντικών αλλαγών·

γ)

υποβάλλει τις μετρήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 19, σε μηνιαία βάση.

3.   Όταν το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών παραβιάζει ή κινδυνεύει να παραβιάσει τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων, σε περιόδους ακραίων συνθηκών, ειδοποιεί αμέσως σχετικά την οικεία αρμόδια αρχή και υποβάλλει χωρίς καθυστέρηση στην εν λόγω αρμόδια αρχή ένα λεπτομερές σχέδιο για την έγκαιρη αποκατάσταση της συμμόρφωσης.

4.   Έως ότου αποκατασταθεί η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014, το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών αναφέρει τα στοιχεία που παρατίθενται στην παράγραφο 2, κατά περίπτωση, καθημερινά κατά το τέλος κάθε εργάσιμης ημέρας, εκτός εάν η οικεία αρμόδια αρχή επιτρέπει χαμηλότερη συχνότητα και μεγαλύτερη καθυστέρηση υποβολής αναφοράς, λαμβάνοντας υπόψη την ειδική κατάσταση του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών και την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων του.

Ενότητα 7

Δημοσιοποίηση

Άρθρο 28

Δημοσιοποίηση

Για τους σκοπούς του άρθρου 18 παράγραφος 1 στοιχείο η), το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών δημοσιοποιεί ετησίως μια ολοκληρωμένη δήλωση ποιότητας που επεξηγεί τον τρόπο επιμέτρησης, παρακολούθησης και διαχείρισης των πιστωτικών κινδύνων, συμπεριλαμβανομένων των ενδοημερήσιων πιστωτικών κινδύνων.

ΤΜΉΜΑ 2

Κίνδυνος ρευστότητας

Άρθρο 29

Γενικοί κανόνες για τον κίνδυνο ρευστότητας

1.   Για τους σκοπούς του άρθρου 17 παράγραφος 2 στοιχείο α), το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών καταρτίζει και εφαρμόζει πολιτικές και διαδικασίες που:

α)

επιμετρούν τον ενδοημερήσιο κίνδυνο ρευστότητας και τον κίνδυνο ρευστότητας μιας ημέρας, σύμφωνα με την ενότητα 1·

β)

παρακολουθούν τον ενδοημερήσιο κίνδυνο ρευστότητας και τον κίνδυνο ρευστότητας μιας ημέρας, σύμφωνα με την ενότητα 2·

γ)

διαχειρίζονται τον κίνδυνο ρευστότητας, σύμφωνα με την ενότητα 3·

δ)

αναφέρουν τον ενδοημερήσιο κίνδυνο ρευστότητας και τον κίνδυνο ρευστότητας μιας ημέρας, σύμφωνα με την ενότητα 4·

ε)

γνωστοποιούν το πλαίσιο και τα εργαλεία για την παρακολούθηση, την επιμέτρηση, τη διαχείριση και την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τον κίνδυνο ρευστότητας, σύμφωνα με την ενότητα 5.

2.   Κάθε αλλαγή στο συνολικό πλαίσιο του κινδύνου ρευστότητας αναφέρεται στο διοικητικό όργανο του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών.

Ενότητα 1

Επιμέτρηση των ενδοημερήσιων κινδύνων ρευστότητας

Άρθρο 30

Επιμέτρηση των ενδοημερήσιων κινδύνων ρευστότητας

1.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών θέτει σε εφαρμογή αποτελεσματικά λειτουργικά και αναλυτικά εργαλεία για την επιμέτρηση, σε συνεχή βάση, των ακόλουθων παραμέτρων στη βάση επιμέρους νομίσματος:

α)

της μέγιστης χρήσης ενδοημερήσιας ρευστότητας, η οποία υπολογίζεται με βάση τη μεγαλύτερη θετική καθαρή σωρευτική θέση και τη μεγαλύτερη αρνητική σωρευτική καθαρή θέση·

β)

των συνολικών διαθέσιμων ενδοημερήσιων ρευστοποιήσιμων πόρων κατά την έναρξη της εργάσιμης ημέρας, οι οποίοι αναλύονται σε όλα τα ακόλουθα:

i)

αποδεκτούς ρευστοποιήσιμους πόρους, όπως ορίζονται στο άρθρο 34:

ταμειακά διαθέσιμα κατατεθειμένα σε κεντρική τράπεζα που εκδίδει το νόμισμα·

ταμειακά διαθέσιμα κατατεθειμένα σε άλλα φερέγγυα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, που αναφέρονται στο άρθρο 38 παράγραφος 1·

δεσμευμένες πιστώσεις ή παρόμοιες ρυθμίσεις·

στοιχεία του ενεργητικού που πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 10 και 11 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού που ισχύουν για την ασφάλεια, ή χρηματοπιστωτικά μέσα που συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις που ορίζονται στον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2017/392 , τα οποία είναι άμεσα διαθέσιμα και μετατρέψιμα σε μετρητά με προκαθορισμένες και άκρως αξιόπιστες ρυθμίσεις χρηματοδότησης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 38·

στην ασφάλεια που αναφέρεται στο άρθρο 10 και το άρθρο 11 παράγραφος 1·

ii)

άλλους εκτός των αποδεκτών ρευστοποιήσιμων πόρων, συμπεριλαμβανομένων μη δεσμευμένων πιστώσεων·

γ)

συνολική αξία όλων των ακόλουθων:

i)

ενδοημερήσιες εκροές ρευστότητας, συμπεριλαμβανομένων εκείνων για τις οποίες υπάρχει ειδική ενδοημερήσια χρονική προθεσμία·

ii)

υποχρεώσεις διακανονισμού ρευστών διαθεσίμων σε άλλα συστήματα διακανονισμού αξιογράφων, όταν το ΚΑΤ για το οποίο το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών ενεργεί ως διακανονιστής, πρέπει να διακανονίζει τις θέσεις·

iii)

υποχρεώσεις που σχετίζονται με τις δραστηριότητες του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών στην αγορά, όπως η παράδοση ή επιστροφή συναλλαγών χρηματαγοράς ή πληρωμές περιθωρίου·

iv)

άλλες πληρωμές ζωτικής σημασίας για τη φήμη του ΚΑΤ και του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών.

2.   Για κάθε νόμισμα των συστημάτων διακανονισμού αξιογράφων για τα οποία το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών ενεργεί ως διακανονιστής, το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών παρακολουθεί τις ανάγκες ρευστότητας που απορρέουν από κάθε οντότητα προς την οποία το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών διατηρεί άνοιγμα ρευστότητας.

Άρθρο 31

Επιμέτρηση των κινδύνων ρευστότητας μιας ημέρας

Όσον αφορά τους κινδύνους ρευστότητας μιας ημέρας, το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών συγκρίνει, σε συνεχή βάση, τους ρευστοποιήσιμους πόρους του με τις ανάγκες του για ρευστότητα, εφόσον αυτές οι ανάγκες προκύπτουν από τη χρήση πίστωσης ημερονυκτίου, για κάθε νόμισμα διακανονισμού των συστημάτων διακανονισμού αξιογράφων για τα οποία το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών ενεργεί ως διακανονιστής.

Ενότητα 2

Παρακολούθηση των ενδοημερήσιων κινδύνων ρευστότητας

Άρθρο 32

Παρακολούθηση ενδοημερήσιων κινδύνων ρευστότητας

1.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών καθιερώνει και καταρτίζει έκθεση σχετικά με τον ενδοημερήσιο κίνδυνο ρευστότητας που αναλαμβάνει. Η εν λόγω έκθεση περιλαμβάνει τουλάχιστον:

α)

τις μετρήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 30 παράγραφος 1·

β)

τη διάθεση ανάληψης κινδύνου του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών·

γ)

ένα σχέδιο έκτακτης χρηματοδότησης που περιγράφει τα μέτρα αποκατάστασης που πρέπει να εφαρμόζονται σε περιπτώσεις που παραβιάζεται η διάθεση ανάληψης κινδύνου.

Η έκθεση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο επανεξετάζεται μηνιαίως από την επιτροπή κινδύνου του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών και από την επιτροπή κινδύνου του ΚΑΤ.

2.   Για κάθε νόμισμα διακανονισμού του συστήματος διακανονισμού αξιογράφων για το οποίο το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών ενεργεί ως διακανονιστής, διαθέτει αποτελεσματικά λειτουργικά και αναλυτικά εργαλεία για την παρακολούθηση σε σχεδόν πραγματικό χρόνο των ενδοημερήσιων θέσεων ρευστότητας έναντι των αναμενόμενων δραστηριοτήτων και των διαθέσιμων πόρων του βάσει των υπολοίπων και της υπολειπόμενης ενδοημερήσιας ικανότητας ρευστότητας. Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών:

α)

διατηρεί, για περίοδο τουλάχιστον δέκα ετών, αρχείο με την ημερήσια μεγαλύτερη θετική καθαρή σωρευτική ενδοημερήσια θέση και μεγαλύτερη αρνητική καθαρή σωρευτική ενδοημερήσια θέση για κάθε νόμισμα διακανονισμού του συστήματος διακανονισμού αξιογράφων για το οποίο ενεργεί ως διακανονιστής·

β)

παρακολουθεί τα ενδοημερήσια ανοίγματα ρευστότητας σε συνεχή βάση έναντι του μέγιστου ενδοημερήσιου ανοίγματος ρευστότητας που έχει καταγραφεί ιστορικά.

Άρθρο 33

Παρακολούθηση των κινδύνων ρευστότητας μιας ημέρας

Όσον αφορά τους κινδύνους ρευστότητας μιας ημέρας, το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών εφαρμόζει αμφότερα τα ακόλουθα:

α)

διατηρεί, για περίοδο τουλάχιστον δέκα ετών, αρχείο των κινδύνων ρευστότητας που δημιουργούνται από τη χρήση της πίστωσης μιας ημέρας, για κάθε νόμισμα του συστήματος διακανονισμού αξιογράφων για το οποίο ενεργεί ως διακανονιστής·

β)

παρακολουθεί τον κίνδυνο ρευστότητας που δημιουργείται από την πίστωση μιας ημέρας έναντι του μέγιστου ιστορικά καταγεγραμμένου ανοίγματος ρευστότητας που δημιουργείται από την πίστωση μιας ημέρας.

Ενότητα 3

Διαχείριση κινδύνων ρευστότητας

Άρθρο 34

Αποδεκτοί ρευστοποιήσιμοι πόροι

Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών μειώνει τους αντίστοιχους κινδύνους ρευστότητας, συμπεριλαμβανομένων των ενδοημερήσιων κινδύνων ρευστότητας, σε κάθε νόμισμα, χρησιμοποιώντας οποιονδήποτε από τους ακόλουθους αποδεκτούς ρευστοποιήσιμους πόρους:

α)

ταμειακά διαθέσιμα κατατεθειμένα σε κεντρική τράπεζα που εκδίδει το νόμισμα·

β)

ταμειακά διαθέσιμα κατατεθειμένα σε ένα από τα φερέγγυα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που προσδιορίζονται στο άρθρο 38 παράγραφος 1·

γ)

δεσμευμένες πιστώσεις ή παρόμοιες συμφωνίες·

δ)

στοιχεία του ενεργητικού που πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 10 και του άρθρου 11 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού που ισχύουν για την ασφάλεια, ή χρηματοπιστωτικά μέσα που συμμορφώνονται με τον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2017/392 , τα οποία είναι άμεσα διαθέσιμα και μετατρέψιμα σε μετρητά με προκαθορισμένες και άκρως αξιόπιστες ρυθμίσεις χρηματοδότησης, σύμφωνα με το άρθρο 38 του παρόντος κανονισμού·

ε)

την ασφάλεια που αναφέρεται στο άρθρο 10 και το άρθρο 11 παράγραφος 1.

Άρθρο 35

Διαχείριση ενδοημερήσιου κινδύνου ρευστότητας

1.   Για κάθε νόμισμα οποιουδήποτε από τα συστήματα διακανονισμού αξιογράφων για τα οποία ενεργεί ως διακανονιστής, το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών:

α)

εκτιμά τις ενδοημερήσιες εισροές και εκροές ρευστότητας για όλες τις επικουρικές υπηρεσίες τραπεζικού τύπου·

β)

προβλέπει το ενδοημερήσιο χρονοδιάγραμμα των εν λόγω ροών·

γ)

προβλέπει τις ενδοημερήσιες ανάγκες ρευστότητας που μπορεί να προκύψουν σε διαφορετικές χρονικές περιόδους κατά τη διάρκεια της ημέρας.

2.   Για κάθε νόμισμα οποιουδήποτε από τα συστήματα διακανονισμού αξιογράφων για τα οποία ενεργεί ως διακανονιστής, το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών:

α)

μεριμνά για την απόκτηση επαρκούς ενδοημερήσιας χρηματοδότησης για την κάλυψη των ενδοημερησίων στόχων του, όπως προκύπτουν από την ανάλυση που αναφέρεται στην παράγραφο 1·

β)

διαχειρίζεται και είναι σε θέση να μετατρέψει σε ρευστά διαθέσιμα την ασφάλεια που απαιτείται για την απόκτηση ενδοημερησίων κεφαλαίων σε ακραίες καταστάσεις, λαμβάνοντας υπόψη τις απομειώσεις, σύμφωνα με το άρθρο 13, και τα όρια συγκέντρωσης, σύμφωνα με το άρθρο 14·

γ)

διαχειρίζεται το χρονοδιάγραμμα των εκροών ρευστότητας σύμφωνα με τους ενδοημερήσιους στόχους·

δ)

διαθέτει ρυθμίσεις για την αντιμετώπιση απροσδόκητων διαταραχών στις ροές ενδοημερήσιας ρευστότητας.

3.   Για την κάλυψη των απαιτήσεων για τους ελάχιστους αποδεκτούς ρευστοποιήσιμους πόρους, το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών εντοπίζει και διαχειρίζεται τους κινδύνους στους οποίους είναι εκτεθειμένο μετά την αθέτηση υποχρέωσης από τουλάχιστον δύο συμμετέχοντες, συμπεριλαμβανομένης της μητρικής επιχείρησης και των θυγατρικών της, στις οποίες διατηρεί το μεγαλύτερο άνοιγμα ρευστότητας.

4.   Για τον κίνδυνο αναπάντεχων διαταραχών στις ροές ενδοημερήσιας ρευστότητας, όπως αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο δ), το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών καθορίζει ακραία αλλά ευλογοφανή σενάρια, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που προσδιορίζονται στο άρθρο 36 παράγραφος 7, κατά περίπτωση, και με βάση τουλάχιστον ένα από τα ακόλουθα:

α)

εύρος ιστορικών σεναρίων, συμπεριλαμβανομένων περιόδων ακραίων μεταβολών της αγοράς που παρατηρήθηκαν κατά τα τελευταία 30 έτη ή για χρονικό διάστημα κατά το οποίο διατίθενται αξιόπιστα στοιχεία, που θα μπορούσαν να εκθέσουν το ΚΑΤ-πάροχο τραπεζικών υπηρεσιών στον μέγιστο δυνατό οικονομικό κίνδυνο, εκτός εάν το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών αποδείξει ότι η επανάληψη της ιστορικής περίπτωσης μεγάλων διακυμάνσεων των τιμών δεν είναι εύλογη·

β)

εύρος δυνητικών μελλοντικών σεναρίων που πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

i)

βασίζονται σε συνεπείς παραδοχές όσον αφορά τη μεταβλητότητα της αγοράς και τη συσχέτιση τιμών μεταξύ αγορών και χρηματοπιστωτικών μέσων·

ii)

βασίζονται τόσο σε ποσοτικές όσο και σε ποιοτικές εκτιμήσεις των δυνητικών συνθηκών της αγοράς, συμπεριλαμβανομένων των διαταραχών και αποδιαρθρώσεων ή ανωμαλιών κατά την πρόσβαση στις αγορές, καθώς και μειώσεων της αξίας ρευστοποίησης των ασφαλειών και μειωμένης ρευστότητας της αγοράς, οσάκις μη χρηματικά στοιχεία του ενεργητικού έχουν γίνει αποδεκτά ως ασφάλεια.

5.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 2, το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών λαμβάνει επίσης υπόψη τα ακόλουθα:

α)

τον σχεδιασμό και τις πράξεις του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών, μεταξύ άλλων και σε σχέση με τις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 30 παράγραφος 2 και τις συνδεδεμένες υποδομές των χρηματοπιστωτικών αγορών ή άλλες οντότητες που ενδέχεται να θέτουν σημαντικό κίνδυνο ρευστότητας στο ΚΑΤ-πάροχο τραπεζικών υπηρεσιών και, κατά περίπτωση, καλύπτουν περίοδο πολλών ημερών·

β)

τυχόν ισχυρές σχέσεις ή παρόμοια ανοίγματα μεταξύ των συμμετεχόντων του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των σχέσεων μεταξύ των συμμετεχόντων και της μητρικής επιχείρησης και των θυγατρικών της·

γ)

την εκτίμηση της πιθανότητας πολλαπλών αθετήσεων των συμμετεχόντων και των επιπτώσεων που μπορούν να προκαλέσουν οι εν λόγω αθετήσεις στους συμμετέχοντες·

δ)

τις επιπτώσεις των πολλαπλών αθετήσεων που αναφέρονται στο στοιχείο γ) στις ταμειακές ροές του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών, καθώς και στη δυνατότητα αντιστάθμισης και τον ορίζοντα της επιβίωσής του·

ε)

το κατά πόσον η μοντελοποίηση αντικατοπτρίζει τις διαφορετικές επιπτώσεις που μπορεί να έχει μια οικονομική πίεση τόσο στα στοιχεία του ενεργητικού όσο και στις εισροές και εκροές ρευστότητας του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών.

6.   Το σύνολο των ιστορικών και υποθετικών σεναρίων που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό ακραίων αλλά ευλογοφανών συνθηκών αγοράς επανεξετάζεται από το ΚΑΤ-πάροχο τραπεζικών υπηρεσιών και, κατά περίπτωση, σε διαβούλευση με την επιτροπή κινδύνου του ΚΑΤ, τουλάχιστον σε ετήσια βάση. Τα σενάρια αυτά θα πρέπει να επανεξετάζονται συχνότερα, όταν οι εξελίξεις της αγοράς ή οι πράξεις του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών επηρεάζουν τις παραδοχές στις οποίες βασίζονται τα σενάρια κατά τρόπο που να απαιτούνται προσαρμογές στα εν λόγω σενάρια.

7.   Το πλαίσιο του κινδύνου ρευστότητας εξετάζει, σε ποσοτικό και ποιοτικό επίπεδο, τον βαθμό στον οποίο μπορεί να επέλθουν ακραίες μεταβολές των τιμών της ασφάλειας ή των στοιχείων του ενεργητικού σε πολλαπλές προσδιορισθείσες αγορές ταυτόχρονα. Το πλαίσιο αναγνωρίζει ότι οι ιστορικές συσχετίσεις τιμών μπορεί να μην ισχύουν πλέον σε ακραίες αλλά ευλογοφανείς συνθήκες αγοράς. Επιπλέον, το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών λαμβάνει υπόψη τυχόν εξωτερικές εξαρτήσεις του κατά τη δοκιμή ακραίων καταστάσεων που αναφέρονται στο παρόν άρθρο.

8.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών προσδιορίζει τον τρόπο χρήσης των μετρήσεων ενδοημερήσιας παρακολούθησης που αναφέρονται στο άρθρο 30 παράγραφος 1 για τον υπολογισμό της κατάλληλης αξίας της ενδοημερήσιας χρηματοδότησης που απαιτείται. Αναπτύσσει ένα εσωτερικό πλαίσιο για την εκτίμηση μιας συνετής τιμής των ρευστοποιήσιμων στοιχείων του ενεργητικού που θεωρούνται επαρκή για το ενδοημερήσιο άνοιγμα, το οποίο περιλαμβάνει, ειδικότερα, όλα τα ακόλουθα:

α)

έγκαιρη παρακολούθηση των ρευστοποιήσιμων στοιχείων του ενεργητικού, συμπεριλαμβανομένης της ποιότητας, της συγκέντρωσης και της άμεσης διαθεσιμότητάς τους·

β)

κατάλληλη πολιτική για την παρακολούθηση των συνθηκών της αγοράς που μπορεί να επηρεάσουν τη ρευστότητα των ενδοημερήσιων αποδεκτών ρευστοποιήσιμων πόρων·

γ)

την αξία των ενδοημερήσιων αποδεκτών ρευστοποιήσιμων πόρων, αποτιμημένη και διαβαθμισμένη υπό ακραίες συνθήκες αγοράς, συμπεριλαμβανομένων των σεναρίων που αναφέρονται στο άρθρο 36 παράγραφος 7.

9.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών διασφαλίζει ότι τα ρευστοποιήσιμα στοιχεία του ενεργητικού τελούν υπό τον έλεγχο συγκεκριμένης λειτουργίας διαχείρισης ρευστότητας.

10.   Το πλαίσιο του κινδύνου ρευστότητας του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών περιλαμβάνει κατάλληλες ρυθμίσεις διακυβέρνησης που αφορούν το ύψος και τη μορφή των συνολικών αποδεκτών ρευστοποιήσιμων πόρων που διατηρεί το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών καθώς και τη συναφή επαρκή τεκμηρίωση και, ειδικότερα, ένα από τα ακόλουθα:

α)

τοποθέτηση των ρευστοποιήσιμων στοιχείων του ενεργητικού σε χωριστό λογαριασμό υπό την άμεση διαχείριση της λειτουργίας διαχείρισης του κινδύνου ρευστότητας, τα οποία επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται μόνο ως πηγή έκτακτων κεφαλαίων κατά τη διάρκεια περιόδων ακραίων συνθηκών·

β)

εγκατάσταση εσωτερικών συστημάτων και ελέγχων, ώστε να δοθεί στη λειτουργία διαχείρισης της ρευστότητας αποτελεσματικός λειτουργικός έλεγχος για την εκτέλεση αμφότερων των ακόλουθων:

i)

μετατροπή των ρευστοποιήσιμων στοιχείων του ενεργητικού σε ρευστά διαθέσιμα ανά πάσα στιγμή εντός της περιόδου ακραίων συνθηκών·

ii)

πρόσβαση στα κεφάλαια κάλυψης ενδεχόμενων αναγκών χωρίς άμεση σύγκρουση με τυχόν υφιστάμενες επιχειρηματικές στρατηγικές ή στρατηγικές διαχείρισης κινδύνου, ώστε να μην περιλαμβάνονται στοιχεία του ενεργητικού στο απόθεμα ασφαλείας ρευστότητας, όταν πώλησή τους χωρίς αντικατάσταση καθ' όλη την περίοδο ακραίων συνθηκών θα δημιουργούσε ανοικτή θέση κινδύνου πέραν των εσωτερικών ορίων του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών·

γ)

συνδυασμός των απαιτήσεων που ορίζονται στα στοιχεία α) και β), εφόσον ο συνδυασμός διασφαλίζει συγκρίσιμο αποτέλεσμα.

11.   Οι απαιτήσεις του παρόντος άρθρου όσον αφορά το πλαίσιο κινδύνου ρευστότητας του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών εφαρμόζονται επίσης σε διασυνοριακά και διασυναλλαγματικά ανοίγματα, κατά περίπτωση.

12.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών επανεξετάζει τις διαδικασίες που αναφέρονται στις παραγράφους 2, 3 και 11 τουλάχιστον σε ετήσια βάση, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις σχετικές εξελίξεις της αγοράς, καθώς και την κλίμακα και συγκέντρωση των ανοιγμάτων.

Άρθρο 36

Προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων για τον έλεγχο της επάρκειας των ρευστοποιήσιμων χρηματοοικονομικών πόρων

1.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών προσδιορίζει και ελέγχει την επάρκεια των πόρων ρευστότητας που διαθέτει στο σχετικό νόμισμα με αυστηρές και τακτικές προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων που πληρούν όλες τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

διεξάγονται με βάση τους παράγοντες που αναφέρονται στις παραγράφους 4 και 5, καθώς και τα συγκεκριμένα σενάρια που αναφέρονται στην παράγραφο 6·

β)

περιλαμβάνουν τακτικές δοκιμές των διαδικασιών του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών για την πρόσβαση στους αποδεκτούς ρευστοποιήσιμους πόρους από πάροχο ρευστότητας με τη χρήση ενδοημερήσιων σεναρίων·

γ)

πληρούν τις απαιτήσεις των παραγράφων 2 έως 6.

2.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών διασφαλίζει, τουλάχιστον μέσω αυστηρής δέουσας επιμέλειας και προσομοιώσεων ακραίων καταστάσεων, ότι κάθε πάροχος ρευστότητας των ελάχιστων απαιτούμενων αποδεκτών ρευστοποιήσιμων πόρων που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 34, διαθέτει επαρκείς πληροφορίες για την κατανόηση και τη διαχείριση του συνδεδεμένου κινδύνου ρευστότητας και είναι σε θέση να συμμορφωθεί με τους όρους μιας προκαθορισμένης και άκρως αξιόπιστης ρύθμισης χρηματοδότησης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 59 παράγραφος 4 στοιχεία δ) και ε) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014.

3.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών διαθέτει κανόνες και διαδικασίες για την αντιμετώπιση τυχόν ανεπάρκειας των αποδεκτών ρευστοποιήσιμων χρηματοοικονομικών πόρων, που επισημαίνεται από τις προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων.

4.   Όταν οι προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων οδηγούν σε παραβιάσεις της συμφωνημένης διάθεσης για ανάληψη κινδύνων που αναφέρεται στο άρθρο 32 παράγραφος 1 στοιχείο β), το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών:

α)

αναφέρει τόσο στη δική του επιτροπή κινδύνου όσο και, κατά περίπτωση, στην επιτροπή κινδύνου του ΚΑΤ, τα αποτελέσματα των προσομοιώσεων ακραίων καταστάσεων·

β)

επανεξετάζει και προσαρμόζει το σχέδιο έκτακτης ανάγκης που αναφέρεται στο άρθρο 32 παράγραφος 1 στοιχείο γ), εφόσον οι παραβιάσεις δεν μπορούν να αποκατασταθούν έως το τέλος της ημέρας·

γ)

διαθέτει κανόνες και διαδικασίες με σκοπό την αξιολόγηση και προσαρμογή της επάρκειας του πλαισίου διαχείρισης κινδύνου της ρευστότητας του και των παρόχων ρευστότητας, σύμφωνα με τα αποτελέσματα και την ανάλυση των προσομοιώσεων ακραίων καταστάσεων.

5.   Τα σενάρια προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων που χρησιμοποιούνται στις προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων για ρευστοποιήσιμους χρηματοοικονομικούς πόρους, σχεδιάζονται λαμβάνοντας υπόψη τον σχεδιασμό και τη λειτουργία του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών και περιλαμβάνουν όλες τις οντότητες που ενδεχομένως συνιστούν σημαντικό κίνδυνο ρευστότητας για αυτό.

6.   Τα σενάρια προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων που χρησιμοποιούνται στις προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων για αποδεκτούς ρευστοποιήσιμους χρηματοοικονομικούς πόρους, σχεδιάζονται λαμβάνοντας υπόψη την αθέτηση υποχρέωσης, μεμονωμένα ή σε συνδυασμό, τουλάχιστον δύο συμμετεχόντων του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένης της μητρικής τους επιχείρησης και των θυγατρικών της, στους οποίους το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών διατηρεί το μεγαλύτερο άνοιγμα ρευστότητας.

7.   Τα σενάρια που χρησιμοποιούνται στις προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων για ρευστοποιήσιμους χρηματοοικονομικούς πόρους, σχεδιάζονται λαμβάνοντας υπόψη ένα ευρύ φάσμα ακραίων αλλά ευλογοφανών σεναρίων, τα οποία καλύπτουν βραχυπρόθεσμες και παρατεταμένες ακραίες συνθήκες και ακραίες συνθήκες που αφορούν συγκεκριμένο ίδρυμα και αγορά, όπως:

α)

μη έγκαιρη είσπραξη πληρωμών από συμμετέχοντες·

β)

προσωρινή παράλειψη ή αδυναμία ενός από τους παρόχους ρευστότητας του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών να παράσχει ρευστότητα, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 59 παράγραφος 4 σημείο ε) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014, τραπεζών θεματοφυλακής, φορέων nostro ή οποιασδήποτε άλλης σχετικής υποδομής, συμπεριλαμβανομένων των διαλειτουργικών ΚΑΤ·

γ)

ταυτόχρονες πιέσεις στις αγορές χρηματοδότησης και στοιχείων του ενεργητικού, συμπεριλαμβανομένης της μείωσης της αξίας των αποδεκτών ρευστοποιήσιμων πόρων·

δ)

πιέσεις στη μετατρεψιμότητα συναλλάγματος και την πρόσβαση στις αγορές συναλλάγματος·

ε)

δυσμενείς μεταβολές στη φήμη του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών που κάνουν ορισμένους παρόχους ρευστότητας να αποσύρουν ρευστότητα·

στ)

συναφείς ιστορικές μεταβολές των υψηλότερων τιμών της ασφάλειας ή των στοιχείων του ενεργητικού, ως επαναλαμβανόμενα γεγονότα·

ζ)

αλλαγές στη διαθεσιμότητα πίστωσης στην αγορά.

8.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών καθορίζει τα σημαντικά νομίσματα που αναφέρονται στο άρθρο 59 παράγραφος 4 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014 με την εφαρμογή των παρακάτω διαδοχικών βημάτων:

α)

κατατάσσει τα νομίσματα από το υψηλότερο στο χαμηλότερο βάσει του μέσου όρου των τριών μεγαλύτερων ημερήσιων αρνητικών καθαρών σωρευτικών θέσεων, με τη μετατροπή τους σε ευρώ, εντός περιόδου δώδεκα μηνών·

β)

εξετάζει κατά περίπτωση:

i)

τα πιο σημαντικά νομίσματα της Ένωσης που πληρούν τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2017/392·

ii)

όλα τα υπόλοιπα νομίσματα έως ότου το αντίστοιχο συνολικό ποσό του μέσου όρου των μεγαλύτερων καθαρών αρνητικών σωρευτικών θέσεων που μετράται σύμφωνα με το στοιχείο α) να είναι ίσο ή μεγαλύτερο του 95 % για όλα τα νομίσματα.

9.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών προσδιορίζει και επικαιροποιεί τα σημαντικά νομίσματα που αναφέρονται στην παράγραφο 8 τακτικά και τουλάχιστον σε μηνιαία βάση. Στους κανόνες του προβλέπει ότι, υπό ακραίες καταστάσεις, οι προσωρινές υπηρεσίες διακανονισμού σε μη σημαντικά νομίσματα μπορούν να διενεργούνται για την ισοδύναμη αξία τους στο σημαντικό νόμισμα.

Άρθρο 37

Απρόβλεπτες και δυνητικά ακάλυπτες ελλείψεις ρευστότητας

1.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών θεσπίζει κανόνες και διαδικασίες για την τήρηση των υποχρεώσεων ενδοημερήσιου και πολυήμερου έγκαιρου διακανονισμού των πληρωμών μετά από οποιαδήποτε επιμέρους ή συνδυασμένη αθέτηση μεταξύ των συμμετεχόντων του. Οι εν λόγω κανόνες και διαδικασίες προβλέπουν μέτρα για τυχόν απρόβλεπτες και δυνητικά ακάλυπτες ελλείψεις ρευστότητας που προκύπτουν από την εν λόγω αθέτηση, με σκοπό την αποφυγή της εκκαθάρισης, της ανάκλησης ή της καθυστέρησης του αυθημερόν διακανονισμού των υποχρεώσεων πληρωμής.

2.   Οι κανόνες και διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 διασφαλίζουν ότι το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών έχει πρόσβαση σε ταμειακά διαθέσιμα ή επενδύσεις μιας ημέρας σε ταμειακά διαθέσιμα, και έχει θεσπίσει διαδικασία, προκειμένου να αναπληρώνει τυχόν πόρους ρευστότητας που μπορεί να χρησιμοποιεί κατά τη διάρκεια ενός συμβάντος ακραίων καταστάσεων, ώστε να μπορεί να συνεχίσει να λειτουργεί με ασφαλή και ορθό τρόπο.

3.   Οι κανόνες και διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνουν απαιτήσεις για αμφότερα τα ακόλουθα:

α)

συνεχή ανάλυση των εξελισσόμενων αναγκών ρευστότητας, ώστε να επιτρέπεται ο εντοπισμός συμβάντων που ενδέχεται να εξελιχθούν σε απρόβλεπτες και δυνητικά ακάλυπτες ελλείψεις ρευστότητας, συμπεριλαμβανομένου ενός σχεδίου για την ανανέωση των ρυθμίσεων χρηματοδότησης πριν από τη λήξη τους·

β)

τακτική πρακτική δοκιμή των ίδιων των κανόνων και διαδικασιών.

4.   Οι κανόνες και διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 συνοδεύονται από μια διαδικασία για τον καθορισμό του τρόπου αντιμετώπισης πιθανών ελλείψεων ρευστότητας χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, μεταξύ άλλων, όπου χρειάζεται, με την επικαιροποίηση του πλαισίου διαχείρισης του κινδύνου ρευστότητας.

5.   Επίσης, οι κανόνες και διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περιγράφουν λεπτομερώς όλα τα ακόλουθα:

α)

τον τρόπο που το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών έχει πρόσβαση σε ταμειακά διαθέσιμα ή επενδύσεις ημερονυκτίου σε ταμειακά διαθέσιμα·

β)

τον τρόπο που το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών εκτελεί αυθημερόν συναλλαγές στην αγορά·

γ)

τον τρόπο που το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών αντλεί από προκαθορισμένες διευκολύνσεις ρευστότητας.

6.   Οι κανόνες και διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 απαιτούν από το ΚΑΤ-πάροχο τραπεζικών υπηρεσιών να αναφέρει κάθε κίνδυνο ρευστότητας που έχει τη δυνατότητα να προκαλέσει προηγουμένως απρόβλεπτες και δυνητικά ακάλυπτες ελλείψεις ρευστότητας στην:

α)

επιτροπή κινδύνου του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών και, κατά περίπτωση, στην επιτροπή κινδύνου του ΚΑΤ·

β)

οικεία αρμόδια αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 60 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014, υπό τους όρους που καθορίζονται στο άρθρο 39 του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 38

Ρυθμίσεις για τη μετατροπή ασφάλειας ή επένδυσης σε ρευστά διαθέσιμα μέσω προκαθορισμένων και άκρως αξιόπιστων ρυθμίσεων χρηματοδότησης

1.   Για τους σκοπούς του άρθρου 59 παράγραφος 4 σημείο ε) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014, φερέγγυο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα είναι ένα από τα ακόλουθα:

α)

πιστωτικό ίδρυμα που έχει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 8 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ της Επιτροπής και για το οποίο το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών μπορεί να αποδείξει ότι έχει χαμηλό πιστωτικό κίνδυνο βάσει εσωτερικής αξιολόγησης, με χρήση καθορισμένης και αντικειμενικής μεθοδολογίας που δεν βασίζεται αποκλειστικά σε εξωτερικές γνωμοδοτήσεις·

β)

χρηματοπιστωτικό ίδρυμα τρίτης χώρας που πληροί όλες τις ακόλουθες απαιτήσεις:

i)

υπόκειται σε και τηρεί κανόνες προληπτικής εποπτείας που είναι τουλάχιστον εξίσου αυστηροί με εκείνους που ορίζονται στην οδηγία 2013/36/ΕΕ και τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

ii)

διαθέτει άρτιες λογιστικές πρακτικές, διαδικασίες φύλαξης και εσωτερικούς ελέγχους·

iii)

έχει χαμηλό πιστωτικό κίνδυνο βάσει εσωτερικής αξιολόγησης που εκτελείται από το ΚΑΤ- πάροχο τραπεζικών υπηρεσιών, με τη χρήση καθορισμένης και αντικειμενικής μεθοδολογίας που δεν βασίζεται αποκλειστικά σε εξωτερικές γνωμοδοτήσεις·

iv)

λαμβάνει υπόψη τους κινδύνους που προκύπτουν από την εγκατάσταση του εν λόγω χρηματοπιστωτικού ιδρύματος τρίτης χώρας σε συγκεκριμένη χώρα.

2.   Εάν το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών προτίθεται να θεσπίσει προκαθορισμένη και άκρως αξιόπιστη ρύθμιση χρηματοδότησης με φερέγγυο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, χρησιμοποιεί μόνο τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που έχουν τουλάχιστον πρόσβαση σε πίστωση από την κεντρική τράπεζα που εκδίδει το νόμισμα που χρησιμοποιείται στις προκαθορισμένες ρυθμίσεις χρηματοδότησης, είτε άμεσα είτε μέσω των οντοτήτων του ίδιου ομίλου.

3.   Μετά τη θέσπιση της προκαθορισμένης και άκρως αξιόπιστης ρύθμισης χρηματοδότησης με ένα από τα ιδρύματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών παρακολουθεί τη φερεγγυότητα των εν λόγω χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων σε συνεχή βάση, με την εφαρμογή αμφότερων των ακόλουθων:

α)

υποβάλλει τα εν λόγω ιδρύματα σε τακτικές και ανεξάρτητες εκτιμήσεις της φερεγγυότητάς τους·

β)

αποδίδει και αναθεωρεί τακτικά τις εσωτερικές εκτιμήσεις φερεγγυότητας για κάθε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα με το οποίο το ΚΑΤ έχει θεσπίσει προκαθορισμένη και άκρως αξιόπιστη ρύθμιση χρηματοδότησης.

4.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών παρακολουθεί και ελέγχει τη συγκέντρωση των ανοιγμάτων του σε κίνδυνο ρευστότητας για κάθε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα που συμμετέχει σε προκαθορισμένη και άκρως αξιόπιστη ρύθμιση χρηματοδότησης, συμπεριλαμβανομένης της μητρικής του επιχείρησης και των θυγατρικών της.

5.   Το πλαίσιο διαχείρισης του κινδύνου ρευστότητας του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών περιλαμβάνει την υποχρέωση θέσπισης ορίων συγκέντρωσης, προβλέποντας τα ακόλουθα:

α)

ότι τα όρια συγκέντρωσης καθορίζονται ανά νόμισμα·

β)

ότι υπάρχουν τουλάχιστον δύο ρυθμίσεις για κάθε σημαντικό νόμισμα·

γ)

ότι το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών δεν εξαρτάται υπερβολικά από ένα και μοναδικό χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, όταν λαμβάνονται υπόψη όλα τα νομίσματα.

Για τους σκοπούς του στοιχείου β), σημαντικό νόμισμα πρέπει να θεωρείται τουλάχιστον το υψηλότερο 50 % των πιο σημαντικών νομισμάτων, όπως προσδιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 36 παράγραφος 8. Όταν ένα νόμισμα έχει καθοριστεί ως σημαντικό, εξακολουθεί να θεωρείται σημαντικό για περίοδο τριών ημερολογιακών ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του καθορισμού του ως σημαντικού νομίσματος.

6.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών που έχει πρόσβαση σε συνήθη πίστωση στην κεντρική τράπεζα που εκδίδει το νόμισμα, θεωρείται ότι πληροί τις απαιτήσεις της παραγράφου 5 στοιχείο β) στον βαθμό που διαθέτει ασφάλεια που είναι αποδεκτή για ενεχυρίαση στην οικεία κεντρική τράπεζα.

7.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών παρακολουθεί και ελέγχει συνεχώς τα όρια συγκέντρωσης ως προς τους παρόχους ρευστότητας, με εξαίρεση εκείνους που αναφέρονται στην παράγραφο 6, και εφαρμόζει πολιτικές και διαδικασίες που διασφαλίζουν ότι η συνολική έκθεση σε κίνδυνο έναντι οποιουδήποτε επιμέρους χρηματοπιστωτικού ιδρύματος παραμένει εντός των ορίων συγκέντρωσης που καθορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 5.

8.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών αναθεωρεί τις πολιτικές και διαδικασίες σχετικά με τα ισχύοντα όρια συγκέντρωσης ως προς τους παρόχους ρευστότητας, με εξαίρεση εκείνους που αναφέρονται στην παράγραφο 6, τουλάχιστον μία φορά ετησίως και κάθε φορά που επέρχεται σημαντική μεταβολή που επηρεάζει την έκθεση σε κίνδυνο έναντι οποιουδήποτε επιμέρους χρηματοπιστωτικού ιδρύματος.

9.   Στο πλαίσιο της υποβολής εκθέσεων στην οικεία αρμόδια αρχή σύμφωνα με το άρθρο 39, το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών ενημερώνει την αρμόδια αρχή για αμφότερα τα ακόλουθα:

α)

τυχόν σημαντικές μεταβολές στις πολιτικές και διαδικασίες που αφορούν τα όρια συγκέντρωσης ως προς τους παρόχους ρευστότητας, όπως καθορίζονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο·

β)

περιπτώσεις στις οποίες έχει σημειωθεί υπέρβαση του ορίου συγκέντρωσης, που ορίζεται στις πολιτικές και διαδικασίες, ως προς τους παρόχους ρευστότητας, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 5.

10.   Όταν σημειωθεί υπέρβαση ενός ορίου συγκέντρωσης ως προς τους παρόχους ρευστότητας, το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών αποκαθιστά την υπέρβαση χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση ακολουθώντας τα μέτρα μείωσης του κινδύνου που αναφέρονται στην παράγραφο 7.

11.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών διασφαλίζει ότι η συμφωνία ασφάλειας επιτρέπει την άμεση πρόσβαση στις ασφάλειές του σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης ενός πελάτη, συνυπολογίζοντας τουλάχιστον τη φύση, το μέγεθος, την ποιότητα, τη διάρκεια και την τοποθεσία των στοιχείων του ενεργητικού που παρέχονται από τον πελάτη ως ασφάλεια.

12.   Όταν τα στοιχεία του ενεργητικού που χρησιμοποιούνται ως ασφάλεια από το ΚΑΤ-πάροχο τραπεζικών υπηρεσιών βρίσκονται στους λογαριασμούς αξιογράφων που τηρούνται από άλλη τρίτη οντότητα, το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών διασφαλίζει ότι πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

έχει δυνατότητα να διαπιστώσει, σε πραγματικό χρόνο, την ύπαρξη των στοιχείων του ενεργητικού που προσδιορίζονται ως ασφάλεια·

β)

οι ασφάλειες διαχωρίζονται από τα άλλα αξιόγραφα των συμμετεχόντων πιστούχων·

γ)

οι ρυθμίσεις με την εν λόγω τρίτη οντότητα αποτρέπουν τυχόν απώλειες στοιχείων του ενεργητικού στο ΚΑΤ-πάροχο τραπεζικών υπηρεσιών.

13.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα, προκειμένου να καθορίσει εκ των προτέρων την εκτελεστότητα της αξίωσής του στα χρηματοπιστωτικά μέσα που παρέχονται ως ασφάλεια.

14.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών είναι σε θέση να αποκτήσει πρόσβαση και να μετατρέψει σε ρευστά διαθέσιμα τα μη ρευστά στοιχεία του ενεργητικού που αναφέρονται στο άρθρο 10 και το άρθρο 11 παράγραφος 1, αυθημερόν και με προκαθορισμένες και άκρως αξιόπιστες ρυθμίσεις, που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 59 παράγραφος 4 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014.

Ενότητα 4

Αναφορά κινδύνων ρευστότητας

Άρθρο 39

Υποβολή έκθεσης στις αρμόδιες αρχές σχετικά με τη διαχείριση ενδοημερήσιου κινδύνου

1.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών υποβάλλει έκθεση στην αρμόδια αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 60 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014.

2.   Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών συμμορφώνεται με όλες τις ακόλουθες απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων:

α)

υποβάλλει δήλωση ποιότητας που καθορίζει όλα τα μέτρα που λήφθηκαν σχετικά με τον τρόπο επιμέτρησης, παρακολούθησης και διαχείρισης των κινδύνων ρευστότητας, συμπεριλαμβανομένων των ενδοημερησίων, με τουλάχιστον ετήσια συχνότητα·

β)

κοινοποιεί κάθε σημαντική αλλαγή στις δράσεις που αναλαμβάνει, όπως αναφέρεται στο στοιχείο α), αμέσως μετά την πραγματοποίηση τέτοιων σημαντικών αλλαγών·

γ)

υποβάλλει τις μετρήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 30 παράγραφος 1, σε μηνιαία βάση.

3.   Όταν το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών παραβιάζει ή κινδυνεύει να παραβιάσει τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων, σε περιόδους ακραίων συνθηκών, ειδοποιεί αμέσως σχετικά την οικεία αρμόδια αρχή και υποβάλει χωρίς καθυστέρηση στην εν λόγω οικεία αρμόδια αρχή ένα λεπτομερές σχέδιο για την έγκαιρη αποκατάσταση της συμμόρφωσης.

4.   Έως ότου αποκατασταθεί η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014, το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών αναφέρει τα στοιχεία που παρατίθενται στην παράγραφο 2, κατά περίπτωση, τουλάχιστον καθημερινά κατά το τέλος κάθε εργάσιμης ημέρας, εκτός εάν η οικεία αρμόδια αρχή επιτρέπει χαμηλότερη συχνότητα και μεγαλύτερη καθυστέρηση υποβολής αναφοράς, λαμβάνοντας υπόψη την ειδική κατάσταση του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών και την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων του.

Ενότητα 5

Δημοσιοποίηση

Άρθρο 40

Δημοσιοποίηση

Το ΚΑΤ-πάροχος τραπεζικών υπηρεσιών δημοσιοποιεί, σε ετήσια βάση, μια ολοκληρωμένη δήλωση ποιότητας που ορίζει τον τρόπο επιμέτρησης, παρακολούθησης και διαχείρισης των κινδύνων ρευστότητας, συμπεριλαμβανομένων των ενδοημερησίων κινδύνων ρευστότητας.

Ενότητα 6

Τελικές διατάξεις

Άρθρο 41

Μεταβατικές διατάξεις

1.   Τα ΚΑΤ-πάροχοι τραπεζικών υπηρεσιών προσδιορίζουν τα σημαντικά νομίσματα σύμφωνα με το άρθρο 36 παράγραφος 8 στοιχείο β) σημείο ii), δώδεκα μήνες μετά τη λήψη άδειας παροχής επικουρικών υπηρεσιών τραπεζικού τύπου.

2.   Κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου των δώδεκα μηνών που αναφέρεται στην παράγραφο 1, τα ΚΑΤ-πάροχοι τραπεζικών υπηρεσιών που αναφέρονται στο εν λόγω εδάφιο, εντοπίζουν τα σημαντικά νομίσματα σύμφωνα με το άρθρο 36 παράγραφος 8 στοιχείο β) σημείο ii), λαμβάνοντας υπόψη αμφότερα τα ακόλουθα:

α)

ένα επαρκώς μεγάλο σχετικό ποσοστό κάθε νομίσματος στην τελική αξία διακανονισμού βάσει των οδηγιών διακανονισμού του ΚΑΤ έναντι της καταβολής, το οποίο υπολογίζεται σε περίοδο ενός έτους·

β)

την επίπτωση της μη διαθεσιμότητας κάθε νομίσματος στην ομαλή διεξαγωγή των εργασιών του ΚΑΤ-παρόχου τραπεζικών υπηρεσιών στο πλαίσιο ενός ευρέος φάσματος δυνητικών σεναρίων ακραίων καταστάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 36.

Άρθρο 42

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός τίθεται σε ισχύ την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 11 Νοεμβρίου 2016.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 257 της 28.8.2014, σ. 1.

(2)  Αρχές που διέπουν τις υποδομές των χρηματοπιστωτικών αγορών, Επιτροπή Συστημάτων Πληρωμών και Διακανονισμού — Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών, και Τεχνική Επιτροπή του Διεθνούς Οργανισμού των Επιτροπών Κεφαλαιαγοράς, Απρίλιος 2012.

(3)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1).

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλόμενους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 1).

(5)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 152/2013 της Επιτροπής, της 19ης Δεκεμβρίου 2012, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις κεντρικού αντισυμβαλλομένου (ΕΕ L 52 της 23.2.2013, σ. 37).

(6)  Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338).

(7)  Επιτροπή τραπεζικής εποπτείας της Βασιλείας «Monitoring tools for intraday liquidity management» Απρίλιος 2013.

(8)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2017/392 της Επιτροπής, της 11ης Νοεμβρίου 2016, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα σχετικά με ορισμένες απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για κεντρικά αποθετήρια τίτλων και ορισθέντα πιστωτικά ιδρύματα που παρέχουν επικουρικές υπηρεσίες τραπεζικού τύπου (βλ. σελίδα 48 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(9)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 12).

(10)  Οδηγία 86/635/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 8ης Δεκεμβρίου 1986, για τους ετήσιους και ενοποιημένους λογαριασμούς των τραπεζών και λοιπών άλλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων (ΕΕ L 372 της 31.12.1986, σ. 1).

(11)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Ιουλίου 2002, για την εφαρμογή των διεθνών λογιστικών προτύπων (ΕΕ L 243 της 11.9.2002, σ. 1).

(12)  Τετάρτη οδηγία 78/660/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Ιουλίου 1978, βασιζομένη στο άρθρο 54 παράγραφος 3 περίπτωση ζ) της συνθήκης περί των ετησίων λογαριασμών εταιρειών ορισμένων μορφών (ΕΕ L 222 της 14.8.1978, σ. 11).

(13)  Έβδομη οδηγία 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 1983, βασιζόμενη στο άρθρο 54 παράγραφος 3 περίπτωση ζ) της συνθήκης για τους ενοποιημένους λογαριασμούς (ΕΕ L 193 της 18.7.1983, σ. 1).

(14)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1569/2007 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 2007, για την καθιέρωση μηχανισμού για τον προσδιορισμό της ισοδυναμίας των λογιστικών προτύπων που εφαρμόζουν οι εκδότες κινητών αξιών τρίτων χωρών βάσει των οδηγιών 2003/71/ΕΚ και 2004/109/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 340 της 22.12.2007, σ. 66).

(15)  Οδηγία 2002/47/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Ιουνίου 2002, για τις συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας (ΕΕ L 168 της 27.6.2002, σ. 43).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Σενάρια εκκαθάρισης ή αναδιάρθρωσης

1.

Ένα σενάριο, όπου το ΚΑΤ δεν είναι σε θέση να συγκεντρώσει νέα κεφάλαια, προκειμένου να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 47 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014, θεωρείται ότι ενεργοποιεί την αναδιάρθρωση του ΚΑΤ («αναδιάρθρωση»), όταν τα συμβάντα που περιγράφονται στο σενάριο θα εξακολουθούσαν να έχουν ως αποτέλεσμα το ΚΑΤ να συνεχίσει να διαχειρίζεται ένα σύστημα διακανονισμού αξιογράφων, όπως αναφέρεται στο τμήμα Α σημείο 3 του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014 και να παρέχει τουλάχιστον μία άλλη βασική υπηρεσία, όπως αναφέρεται στο τμήμα Α του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014.

2.

Ένα σενάριο, σύμφωνα με το οποίο το ΚΑΤ δεν είναι σε θέση να συγκεντρώσει νέα κεφάλαια, προκειμένου να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 47 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014, θεωρείται ότι ενεργοποιεί την εκκαθάριση των δραστηριοτήτων του («εκκαθάριση»), όταν τα συμβάντα που περιγράφονται στο σενάριο θα καθιστούσαν το ΚΑΤ ανίκανο να πληροί τον ορισμό του άρθρου 2 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014.

3.

Τα σενάρια που αναφέρονται στο άρθρο 7 στοιχείο α) περιλαμβάνουν τις ακόλουθες εκτιμήσεις:

α)

στην περίπτωση αναδιάρθρωσης, το ΚΑΤ εκτιμά τον αναμενόμενο αριθμό των μηνών που απαιτούνται για να διασφαλιστεί η εύτακτη αναδιάρθρωση των δραστηριοτήτων του·

β)

στην περίπτωση εκκαθάρισης, τον αναμενόμενο αριθμό των μηνών που απαιτούνται για την εκκαθάριση.

4.

Τα σενάρια είναι ανάλογα με τη φύση των δραστηριοτήτων του ΚΑΤ, το μέγεθος, την αλληλεπίδραση με άλλα ιδρύματα και το χρηματοπιστωτικό σύστημα, το επιχειρηματικό και χρηματοδοτικό μοντέλο, τις δραστηριότητές και τη δομή και τα διαπιστωθέντα τρωτά σημεία ή τις αδυναμίες του ΚΑΤ. Τα σενάρια βασίζονται σε συμβάντα που είναι έκτακτα αλλά ευλογοφανή.

5.

Κατά τον σχεδιασμό των σεναρίων, το ΚΑΤ πληροί καθεμία από τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

τα συμβάντα που προβλέπονται στο σενάριο θα απειλούσαν να προκαλέσουν την αναδιάρθρωση των δραστηριοτήτων του ΚΑΤ·

β)

τα συμβάντα που προβλέπονται στο σενάριο θα απειλούσαν να προκαλέσουν την εκκαθάριση του ΚΑΤ.

6.

Το σχέδιο διασφάλισης της εύτακτης αναδιάρθρωσης ή εκκαθάρισης των δραστηριοτήτων του ΚΑΤ, όπως αναφέρεται στο άρθρο 47 παράγραφος 2 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014, περιλαμβάνει όλα τα ακόλουθα σενάρια («ιδιοσυγκρατικά συμβάντα»):

α)

την πτώχευση σημαντικών αντισυμβαλλομένων·

β)

ζημία της φήμης του ιδρύματος ή του ομίλου·

γ)

σοβαρές εκροές ρευστότητας·

δ)

δυσμενείς μεταβολές στις τιμές των στοιχείων του ενεργητικού στα οποία είναι κυρίως εκτεθειμένο το ίδρυμα ή ο όμιλος·

ε)

σοβαρές πιστωτικές ζημίες·

στ)

σοβαρή ζημία από λειτουργικό κίνδυνο.

7.

Το σχέδιο διασφάλισης της εύτακτης αναδιάρθρωσης ή εκκαθάρισης των δραστηριοτήτων του ΚΑΤ, όπως αναφέρεται στο άρθρο 47 παράγραφος 2 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014, περιλαμβάνει όλα τα ακόλουθα σενάρια («συστημικά συμβάντα»):

α)

την πτώχευση σημαντικών αντισυμβαλλόμενων που επηρεάζουν τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα·

β)

τη μείωση της ρευστότητας που είναι διαθέσιμη στην αγορά διατραπεζικού δανεισμού·

γ)

τον αυξημένο κίνδυνο χώρας και τις γενικευμένες εκροές κεφαλαίου από σημαντική χώρα λειτουργίας του ιδρύματος ή του ομίλου·

δ)

δυσμενείς μεταβολές στις τιμές των στοιχείων του ενεργητικού σε μία ή περισσότερες αγορές·

ε)

μακροοικονομική ύφεση.