18.5.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 127/55


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ ΤΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΏΝ

της 20ής Ιανουαρίου 2016

σχετικά με την τροποποίηση του εσωτερικού κανονισμού της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων ώστε να αντανακλά την ενδυνάμωση της διακυβέρνησης της ΕΤΕπ [2016/772]

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ:

(1)

το άρθρο 7 παράγραφος 3 στοιχείο η) του καταστατικού, σύμφωνα με το οποίο το Συμβούλιο των Διοικητών εγκρίνει τον εσωτερικό κανονισμό της Τράπεζας,

(2)

το άρθρο 11 παράγραφος 1 του καταστατικού, σύμφωνα με το οποίο το Συμβούλιο των Διοικητών διορίζει μέλη της Διευθύνουσας Επιτροπής προτάσει του Διοικητικού Συμβουλίου, και

(3)

το άρθρο 11 παράγραφος 2 του καταστατικού, σύμφωνα με το οποίο το Συμβούλιο των Διοικητών, αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία, δύναται να αποφασίσει να απαλλάξει μέλος της Διευθύνουσας Επιτροπής από τα καθήκοντά του,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

Η Τράπεζα επιθυμεί να ενδυναμώσει τον ρόλο της Επιτροπής Δεοντολογίας και Κανονιστικής Συμμόρφωσης και να ενισχύσει τους εσωτερικούς της κανόνες σχετικά με τον διορισμό και την ενδεχόμενη αναστολή της άσκησης καθηκόντων μελών της Διευθύνουσας Επιτροπής της Τράπεζας.

Ο ρόλος της Επιτροπής Δεοντολογίας και Κανονιστικής Συμμόρφωσης πρέπει να ενδυναμωθεί με την πρόβλεψη της δυνατότητάς της να γνωμοδοτεί επί παντός θέματος δεοντολογίας το οποίο αφορά μέλος της Διευθύνουσας Επιτροπής ή του Διοικητικού Συμβουλίου.

Το Συμβούλιο των Διοικητών, το οποίο, σύμφωνα με το καταστατικό, είναι το όργανο που έχει την αρμοδιότητα να αποφασίζει για την απαλλαγή μελών της Διευθύνουσας Επιτροπής της Τράπεζας από τα καθήκοντά τους, δύναται επίσης να αποφασίζει την προσωρινή αναστολή άσκησης των καθηκόντων μέλους της Διευθύνουσας Επιτροπής.

Η μεταβίβαση της εν λόγω αρμοδιότητας αναστολής της άσκησης των καθηκόντων μέλους της Διευθύνουσας Επιτροπής υπό ειδικές και καθορισμένες περιστάσεις και για περιορισμένη διάρκεια είναι επιθυμητή, προκειμένου να μπορεί η Τράπεζα να ανταποκρίνεται ταχέως σε εξαιρετικές καταστάσεις· ο προτεινόμενος μηχανισμός προβλέπει τη μεταβίβαση αυτής της αρμοδιότητας στον πρόεδρο της Τράπεζας με τη σύμφωνη γνώμη του προέδρου του Συμβουλίου των Διοικητών ή, στις περιπτώσεις που αφορούν τον πρόεδρο της Τράπεζας, στον πρόεδρο του Συμβουλίου των Διοικητών.

Πριν από τη λήψη απόφασης περί αναστολής της άσκησης των καθηκόντων μέλους, θα ζητείται η γνώμη της Επιτροπής Δεοντολογίας και Κανονιστικής Συμμόρφωσης.

Οι εφαρμοστέες σχετικές διαδικασίες καθορίζονται στο νέο άρθρο 23.β του εσωτερικού κανονισμού της Τράπεζας.

Εντός του πλαισίου των ανωτέρω κανόνων, η θέσπιση πρόσθετων κανόνων εφαρμογής για τις διαδικασίες τόσο της αναστολής άσκησης καθηκόντων όσο και της απαλλαγής από τα καθήκοντα ανατίθεται στο Διοικητικό Συμβούλιο.

Οι ανωτέρω κανόνες πρέπει να εγκριθούν από το Συμβούλιο των Διοικητών με ειδική πλειοψηφία, βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 2 του καταστατικού.

Για την επικούρηση του Συμβουλίου των Διοικητών της Τράπεζας κατά τη λήψη αποφάσεων διορισμού μελών της Διευθύνουσας Επιτροπής, συστήνεται ad hoc συμβουλευτική επιτροπή διορισμών με το καθήκον να παρέχει μη δεσμευτικές γνώμες.

Για τη διευκόλυνση της λήψης αποφάσεων σχετικά με τους εν λόγω διορισμούς και λαμβανομένων υπόψη των πρόσφατων εξελίξεων όσον αφορά τις βέλτιστες τραπεζικές πρακτικές, πρέπει να εισαχθούν στον εσωτερικό κανονισμό της Τράπεζας ορισμένα κριτήρια τα οποία θα εφαρμόζονται στη λήψη αποφάσεων διορισμού.

Απαιτούνται ορισμένες τεχνικές τροποποιήσεις του άρθρου 11 παράγραφος 3 του εσωτερικού κανονισμού, προκειμένου να διασφαλιστεί η ομαλή λειτουργία των διαφόρων επιτροπών που δημιουργούνται στους κόλπους του Διοικητικού Συμβουλίου, όπως η Επιτροπή Πολιτικής Κινδύνων,

ΑΠΟΦΑΣΙΣΕ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ, με ειδική πλειοψηφία:

1.

Τροποποιούνται οι παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου 11 του εσωτερικού κανονισμού της Τράπεζας και προστίθενται δύο νέα άρθρα 23.α και 23.β στον εσωτερικό κανονισμό της Τράπεζας, όπως αναφέρεται στο Έγγραφο 16/01.

2.

Ο τροποποιημένος εσωτερικός κανονισμός αρχίζει να ισχύει 120 ημέρες μετά την ημερομηνία εγκρίσεως της παρούσας απόφασης ή την 1η Σεπτεμβρίου 2016, εάν η ημερομηνία αυτή είναι μεταγενέστερη.

3.

Ο τροποποιημένος εσωτερικός κανονισμός δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Για το Συμβούλιο των Διοικητών

Ο Πρόεδρος

H-J. SCHELLING

Ο Γραμματέας

K. TRÖMEL


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Εσωτερικός κανονισμός της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, όπως εγκρίθηκε στις 4 Δεκεμβρίου 1958 και τροποποιήθηκε στις 15 Ιανουαρίου 1973, στις 9 Ιανουαρίου 1981, στις 15 Φεβρουαρίου 1986, στις 6 Απριλίου 1995, στις 19 Ιουνίου 1995, στις 9 Ιουνίου 1997, στις 5 Ιουνίου 2000, στις 7 Μαρτίου 2002, την 1η Μαΐου 2004, στις 12 Μαΐου 2010, στις 25 Απριλίου 2012, στις 26 Απριλίου 2013 και στις 20 Ιανουαρίου 2016 από το Συμβούλιο των Διοικητών

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΕΤΟΣ

Άρθρο 1

Το οικονομικό έτος της Τράπεζας αρχίζει την 1η Ιανουαρίου και λήγει την 31η Δεκεμβρίου κάθε έτους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΩΝ

Άρθρο 2

1.   Το Συμβούλιο των Διοικητών συνέρχεται μετά από πρόσκληση του προέδρου του, με πρωτοβουλία αυτού του ιδίου ή ενός από τα μέλη του. Ο πρόεδρος της Τράπεζας μπορεί, με δική του πρωτοβουλία ή μετά από αίτηση του Διοικητικού Συμβουλίου, να ζητήσει από τον πρόεδρο του Συμβουλίου των Διοικητών να συγκαλέσει το Συμβούλιο.

2.   Το Συμβούλιο των Διοικητών συνέρχεται σε ετήσια συνεδρίαση για να εξετάσει την ετήσια έκθεση και να ορίσει τις γενικές κατευθύνσεις της Τράπεζας.

3.   Το Συμβούλιο των Διοικητών δύναται να αποφασίσει να εγκρίνει την ετήσια έκθεση, η οποία περιλαμβάνει τις οικονομικές καταστάσεις (ήτοι τον ισολογισμό, την κατάσταση αποτελεσμάτων χρήσης, την κατάσταση του Ειδικού Τμήματος, τις σημειώσεις επί των οικονομικών καταστάσεων, σε μη ενοποιημένη και ενοποιημένη βάση, και οποιοδήποτε άλλο έγγραφο θεωρείται αναγκαίο για την εκτίμηση της οικονομικής θέσης ή των αποτελεσμάτων της Τράπεζας), εκτός της ετήσιας συνεδριάσεως, μεταξύ άλλων και με έγγραφη διαδικασία.

4.   Τα μέλη της Διευθύνουσας Επιτροπής μπορεί να προσκληθούν να μετέχουν στις συνεδριάσεις του Συμβουλίου των Διοικητών. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, της Διευθύνουσας Επιτροπής και της Ελεγκτικής Επιτροπής μετέχουν στην ετήσια συνεδρίαση του Συμβουλίου των Διοικητών.

Άρθρο 3

1.   Η σύγκληση των συνεδριάσεων του Συμβουλίου των Διοικητών πρέπει να γίνεται τουλάχιστον τριάντα ημέρες πριν από την ημερομηνία που ορίζεται για κάθε συνεδρίαση.

2.   Τα μέλη του Συμβουλίου των Διοικητών πρέπει να έχουν στη διάθεσή τους την ημερήσια διάταξη και τα σχετικά έγγραφα τουλάχιστον είκοσι ημέρες πριν από τη συνεδρίαση.

3.   Κάθε Διοικητής μπορεί να ζητήσει την αναγραφή θεμάτων στην ημερήσια διάταξη μιας συνεδριάσεως του Συμβουλίου, εφόσον κοινοποιεί την αίτησή του γραπτώς στον πρόεδρο του Συμβουλίου των Διοικητών τουλάχιστον δεκαπέντε ημέρες πριν από τη συνεδρίαση.

4.   Οι χρονικές προθεσμίες που αναφέρονται στις προηγούμενες παραγράφους είναι δυνατόν να αρθούν, εάν όλα τα μέλη του Συμβουλίου συγκατατίθενται, ή, σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης, από τον πρόεδρο του Συμβουλίου των Διοικητών κατόπιν αιτήματος του προέδρου της Τράπεζας.

Άρθρο 4

Οι αποφάσεις του Συμβουλίου των Διοικητών λαμβάνονται σύμφωνα με το άρθρο 8 του καταστατικού της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (εφεξής «καταστατικό»).

Άρθρο 5

1.   Ο πρόεδρος του Συμβουλίου των Διοικητών και ο πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου μπορούν να θέτουν αποφάσεις σε ψηφοφορία διά γραπτής ή ηλεκτρονικής αλληλογραφίας.

2.   Οι αποφάσεις θεωρούνται εγκριθείσες όταν η Γραμματεία του Συμβουλίου των Διοικητών έχει λάβει επαρκή αριθμό θετικών ψήφων.

3.   Η ψηφοφορία διά γραπτής ή ηλεκτρονικής αλληλογραφίας, ενδεχομένως με σιωπηρή διαδικασία, είναι η κατά κανόνα χρησιμοποιούμενη διαδικασία για τον διορισμό των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, της Διευθύνουσας Επιτροπής και της Ελεγκτικής Επιτροπής.

4.   Εκτός των περιπτώσεων στις οποίες απαιτείται ομοφωνία ή ειδική πλειοψηφία, το Συμβούλιο των Διοικητών μπορεί, κατόπιν σχετικής πρότασης του Διοικητικού Συμβουλίου, να λαμβάνει αποφάσεις με σιωπηρή διαδικασία. Απόφαση που λαμβάνεται με σιωπηρή διαδικασία θεωρείται εγκριθείσα μετά την παρέλευση έξι εβδομάδων από τη γνωστοποίησή της, εκτός εάν τα μισά από τα μέλη του Συμβουλίου των Διοικητών ή αριθμός μελών που αντιπροσωπεύει περισσότερο από το ήμισυ του αναληφθέντος κεφαλαίου έχουν δηλώσει ότι δεν συμφωνούν.

Κάθε Διοικητής μπορεί να ζητήσει τη διακοπή της σιωπηρής διαδικασίας.

Άρθρο 6

Κάθε Διοικητής μπορεί να εξουσιοδοτηθεί γραπτώς από έναν μόνο συνάδελφό του να τον αντιπροσωπεύσει σε μια συνεδρίαση του Συμβουλίου των Διοικητών και να ψηφίσει αντ' αυτού.

Άρθρο 7

1.   Η προεδρία ασκείται εκ περιτροπής από κάθε μέλος του Συμβουλίου, κατά την εθιμοτυπική σειρά των κρατών μελών που έχει καθοριστεί από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.   Η θητεία ενός μέλους του Συμβουλίου ως προέδρου λήγει στο τέλος είτε της ημέρας της ετήσιας συνεδριάσεως είτε, εάν είναι μεταγενέστερη, της ημέρας έγκρισης των οικονομικών καταστάσεων του προηγούμενου οικονομικού έτους. Η θητεία του νέου προέδρου αρχίζει από την επόμενη ημέρα.

Άρθρο 8

Τηρούνται πρακτικά των συνεδριάσεων του Συμβουλίου των Διοικητών, τα οποία υπογράφονται από τον πρόεδρο και τον γραμματέα.

Άρθρο 9

Κάθε μέλος του Συμβουλίου των Διοικητών έχει το δικαίωμα να χρησιμοποιεί μια από τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητας. Μπορεί να ζητήσει κάθε έγγραφο που εξετάζεται από το Συμβούλιο να είναι συντεταγμένο στη γλώσσα που προτιμά.

Άρθρο 10

Η αλληλογραφία που απευθύνεται στο Συμβούλιο των Διοικητών αποστέλλεται στη Γραμματεία του Συμβουλίου των Διοικητών, στην έδρα της Τράπεζας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Άρθρο 11

1.   Το Διοικητικό Συμβούλιο συνέρχεται τουλάχιστον έξι φορές κατ' έτος και κάθε φορά ορίζει την ημερομηνία της επόμενης συνεδριάσεώς του.

2.   Ο πρόεδρος συγκαλεί το Διοικητικό Συμβούλιο πριν από την ορισθείσα ημερομηνία, μετά από αίτηση ενός τρίτου των μελών που έχουν δικαίωμα ψήφου ή εάν ο ίδιος το κρίνει απαραίτητο.

3.   Στους κόλπους του Διοικητικού Συμβουλίου, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του και σύμφωνα με το άρθρο 18 του παρόντος κανονισμού, συστήνεται Επιτροπή Αποδοχών Προσωπικού και Προϋπολογισμού αρμόδια για θέματα προσδιορισμένα εκ των προτέρων, με σκοπό να παρέχει στο Διοικητικό Συμβούλιο μη δεσμευτικές γνώμες, για τη διευκόλυνση της διαδικασίας λήψης αποφάσεων.

Το Διοικητικό Συμβούλιο, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του και σύμφωνα με το άρθρο 18 του παρόντος κανονισμού, μπορεί να αποφασίσει τη σύσταση Επιτροπής Πολιτικής Κινδύνων και Επιτροπής Πολιτικής Συμμετοχών σε κεφάλαιο, των οποίων τα μέλη διορίζονται και οι κανόνες λειτουργίας εγκρίνονται με την πράξη σύστασής τους. Οι επιτροπές αυτές δύνανται να συνεδριάζουν από κοινού, όποτε ενδείκνυται, και να προσκαλούν στις συνεδριάσεις τους την Ελεγκτική Επιτροπή. Διατυπώνουν συστάσεις και παρέχουν μη δεσμευτικές γνώμες προς το Διοικητικό Συμβούλιο, για τη διευκόλυνση της διαδικασίας λήψης αποφάσεων.

Οι επιτροπές της παρούσας παραγράφου αποτελούνται από ορισμένα εκ των τακτικών ή των αναπληρωματικών μελών του Διοικητικού Συμβουλίου.

Ο πρόεδρος προεδρεύει των ανωτέρω επιτροπών και δύναται να αναθέτει την προεδρία τους σε ένα από τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου ή σε έναν από τους αντιπροέδρους. Ο γενικός γραμματέας παρέχει υπηρεσίες γραμματείας στις ανωτέρω επιτροπές.

4.   Συστήνεται Επιτροπή Δεοντολογίας και Κανονιστικής Συμμόρφωσης αποτελούμενη από τα τέσσερα αρχαιότερα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου που προσφέρονται να συμμετάσχουν και από τον πρόεδρο της Ελεγκτικής Επιτροπής. Η προεδρία της επιτροπής ασκείται από το αρχαιότερο μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου και η θητεία του προέδρου της επιτροπής είναι τριετής, δυνάμενη να ανανεωθεί σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον κανονισμό λειτουργίας της επιτροπής. Η Επιτροπή Δεοντολογίας και Κανονιστικής Συμμόρφωσης:

αποφαίνεται επί κάθε δυνητικής σύγκρουσης συμφερόντων μέλους ή πρώην μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου ή της Διευθύνουσας Επιτροπής ή, σε εθελοντική βάση, μέλους της Ελεγκτικής Επιτροπής·

γνωμοδοτεί επί παντός θέματος δεοντολογίας το οποίο αφορά μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου ή της Διευθύνουσας Επιτροπής·

ασκεί όλες τις λοιπές αρμοδιότητες που προβλέπει ο παρών κανονισμός.

Εφαρμόζει τις νομικές διατάξεις που θεσπίζει το Συμβούλιο των Διοικητών περί ασυμβιβάστου με τα καθήκοντα. Η επιτροπή ενημερώνει το Διοικητικό Συμβούλιο και το Συμβούλιο των Διοικητών σχετικά με τις λαμβανόμενες αποφάσεις.

Ο προϊστάμενος Κανονιστικής Συμμόρφωσης συμμετέχει στις συνεδριάσεις της επιτροπής χωρίς δικαίωμα ψήφου.

Ο γενικός επιθεωρητής συμμετέχει στις συνεδριάσεις της επιτροπής, χωρίς δικαίωμα ψήφου, όποτε συζητούνται θέματα απάτης, συμπεριλαμβανομένων θεμάτων σχετικών με την πολιτική της ΕΤΕπ κατά της απάτης, όπως εκάστοτε τροποποιείται.

Το Συμβούλιο των Διοικητών εγκρίνει τους κανόνες λειτουργίας της Επιτροπής Δεοντολογίας και Κανονιστικής Συμμόρφωσης.

Άρθρο 12

1.   Η σύγκληση των συνεδριάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου πρέπει κανονικά να γίνεται δεκαπέντε τουλάχιστον ημέρες πριν από την ημερομηνία της συνεδριάσεως και η πρόσκληση της συνεδριάσεως πρέπει να περιλαμβάνει τα θέματα της ημερήσιας διατάξεως.

2.   Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου πρέπει να έχουν πρόσβαση στα σχετικά έγγραφα τουλάχιστον δέκα εργάσιμες ημέρες πριν από τη συνεδρίαση. Η Τράπεζα μπορεί να χρησιμοποιεί ηλεκτρονικά μέσα προς τον σκοπό αυτόν.

3.   Κάθε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου μπορεί να ζητήσει την αναγραφή θεμάτων στην ημερήσια διάταξη μιας συνεδριάσεως του Συμβουλίου, εφόσον κοινοποιεί την αίτησή του γραπτώς στον πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου τουλάχιστον πέντε ημέρες πριν από τη συνεδρίαση.

4.   Σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, ο πρόεδρος μπορεί να συγκαλέσει το Συμβούλιο αμέσως. Αποφάσεις μπορούν επίσης να τίθενται σε ψηφοφορία διά γραπτής ή ηλεκτρονικής αλληλογραφίας. Ο πρόεδρος μπορεί επίσης να χρησιμοποιήσει τη σιωπηρή διαδικασία με τους όρους που καθορίζει το Διοικητικό Συμβούλιο.

Άρθρο 13

Κάθε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου έχει το δικαίωμα να χρησιμοποιεί μια από τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητας. Μπορεί να ζητήσει κάθε έγγραφο που εξετάζεται από το Συμβούλιο να είναι συντεταγμένο στη γλώσσα που προτιμά.

Άρθρο 14

1.   Τα αναπληρωματικά μέλη μπορούν να συμμετέχουν στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου. Τα αναπληρωματικά μέλη που έχουν οριστεί από ένα κράτος ή με κοινή συμφωνία από περισσότερα του ενός κράτη ή από την Επιτροπή, μπορούν να αντικαθιστούν τα τακτικά μέλη που έχουν οριστεί, αντίστοιχα, από το εν λόγω κράτος, από ένα από τα εν λόγω κράτη ή από την Επιτροπή. Τα αναπληρωματικά μέλη δεν έχουν δικαίωμα ψήφου, εκτός εάν αντικαθιστούν ένα ή περισσότερα τακτικά μέλη ή έχουν εξουσιοδοτηθεί προς τούτο, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου.

2.   Στην περίπτωση κατά την οποία το άρθρο 9 παράγραφος 2 του καταστατικού προβλέπει ότι ένα κράτος ορίζει ένα τακτικό και δύο αναπληρωματικά μέλη, το τακτικό μέλος υποδεικνύει, κατά προτεραιότητα, τον αναπληρωτή που θα τον αντικαταστήσει σε περίπτωση κωλύματος, άλλως εφαρμόζονται οι κανόνες της επόμενης παραγράφου.

3.   Στην περίπτωση κατά την οποία το άρθρο 9 παράγραφος 2 του καταστατικού προβλέπει ότι περισσότερα του ενός κράτη μέλη ορίζουν έκαστο ένα τακτικό μέλος και από κοινού περισσότερα του ενός αναπληρωματικά μέλη, το αναπληρωματικό μέλος που καλείται να ασκήσει καθήκοντα τακτικού μέλους σε περίπτωση κωλύματος καθορίζεται, εκτός εάν υπάρχει ρητή εξουσιοδότηση, σύμφωνα με την ακόλουθη σειρά:

α)

το αναπληρωματικό μέλος που έχει καθοριστεί κατά τον ορισμό ή τον διορισμό των αναπληρωματικών μελών·

β)

το αρχαιότερο αναπληρωματικό μέλος·

γ)

το μεγαλύτερο σε ηλικία αναπληρωματικό μέλος.

4.   Σε περίπτωση αποχώρησης ή θανάτου τακτικού μέλους, το μέλος αυτό αντικαθίσταται από τον αναπληρωτή που έχει καθοριστεί σύμφωνα με τους κανόνες των στοιχείων α), β) και γ) της προηγούμενης παραγράφου, έως ότου διοριστεί από το Συμβούλιο των Διοικητών νέο τακτικό μέλος.

5.   Όταν ένα κωλυόμενο τακτικό μέλος δεν μπορεί να αντικατασταθεί από έναν αναπληρωτή, μπορεί να ψηφίσει ορίζοντας εγγράφως ως πληρεξούσιο ένα άλλο μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου.

6.   Κανένα μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου δεν μπορεί να διαθέτει περισσότερες από δύο ψήφους.

Άρθρο 15

1.   Η απαρτία που προβλέπεται στο άρθρο 10 παράγραφος 2 του καταστατικού επιτυγχάνεται όταν είναι παρόντα δεκαοκτώ μέλη που έχουν δικαίωμα ψήφου.

2.   Οι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου λαμβάνονται σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2 του καταστατικού.

3.   Με τον όρο ομοφωνία που αναφέρεται στο άρθρο 19 παράγραφοι 5 και 6 του καταστατικού, εννοείται το σύνολο των θετικών ψήφων των παρόντων ή εκπροσωπούμενων μελών που έχουν δικαίωμα ψήφου.

Άρθρο 16

1.   Σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2 τέταρτο εδάφιο του καταστατικού, το Διοικητικό Συμβούλιο εκλέγει έξι εμπειρογνώμονες οι οποίοι δεν έχουν δικαίωμα ψήφου: τρεις ως μέλη και τρεις ως αναπληρωτές.

2.   Ο πρόεδρος προτείνει στο Διοικητικό Συμβούλιο τα υποψήφια τακτικά μέλη και τα υποψήφια αναπληρωματικά μέλη, για περίοδο που λήγει στο τέλος της θητείας των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου.

3.   Οι υποψήφιοι αυτοί επιλέγονται μεταξύ προσωπικοτήτων που διαθέτουν επαγγελματικά προσόντα και αποδεδειγμένη εμπειρία σε τομείς σχετικούς με τις δραστηριότητες της Τράπεζας.

4.   Το Διοικητικό Συμβούλιο εγκρίνει την πρόταση του προέδρου σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 10 παράγραφος 2 πρώτη περίοδος του καταστατικού.

5.   Οι εκλεγμένοι εμπειρογνώμονες απολαύουν των ίδιων δικαιωμάτων με τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου που δεν έχουν δικαίωμα ψήφου, και υπέχουν τις ίδιες υποχρεώσεις.

Άρθρο 17

Τηρούνται πρακτικά των συνεδριάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου, τα οποία υπογράφονται από τον πρόεδρο και τον γραμματέα της συνεδριάσεως στην οποία αναφέρονται, καθώς και από τον πρόεδρο της συνεδριάσεως κατά την οποία εγκρίθηκαν.

Άρθρο 18

1.   Σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 του καταστατικού, το Διοικητικό Συμβούλιο ασκεί τις ακόλουθες αρμοδιότητες:

καθορίζει, κατόπιν προτάσεως της Διευθύνουσας Επιτροπής, τους όρους και τις προϋποθέσεις που αποτελούν το γενικό πλαίσιο των χρηματοδοτικών, εγγυητικών και δανειοληπτικών πράξεων της Τράπεζας, ιδίως εγκρίνοντας τα κριτήρια καθορισμού των επιτοκίων, προμηθειών και λοιπών επιβαρύνσεων·

εγκρίνει, κατόπιν προτάσεως της Διευθύνουσας Επιτροπής, τις αποφάσεις γενικής πολιτικής που αφορούν τη διαχείριση της Τράπεζας·

διασφαλίζει τη συνοχή της πολιτικής και των δραστηριοτήτων του Ομίλου ΕΤΕπ·

εγκρίνει τις χρηματοδοτικές και εγγυητικές πράξεις που προτείνονται από τη Διευθύνουσα Επιτροπή·

εξουσιοδοτεί τη Διευθύνουσα Επιτροπή να διεξάγει δανειοληπτικές πράξεις και τις συναφείς δραστηριότητες διαχείρισης διαθεσίμων και με παράγωγα προϊόντα, στο πλαίσιο συνολικών προγραμμάτων που καθορίζει·

μεριμνά για τη χρηματοοικονομική ισορροπία της Τράπεζας και τον έλεγχο των κινδύνων·

αποφαίνεται για τα βασικά διοικητικά έγγραφα της Τράπεζας που υποβάλλονται από τη Διευθύνουσα Επιτροπή -και ιδίως για το Επιχειρησιακό σχέδιο της Τράπεζας, συμπεριλαμβανομένου του σχετικού ετήσιου προϋπολογισμού, και για τις οικονομικές καταστάσεις, συμπεριλαμβανομένων των ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων- και, ενδεχομένως, για την εφαρμογή τους·

εξετάζει κάθε πρόταση της Διευθύνουσας Επιτροπής προς υποβολή στο Συμβούλιο των Διοικητών·

εγκρίνει τις ειδικές διατάξεις της Τράπεζας που αφορούν την πρόσβαση σε έγγραφα·

θεσπίζει τις διατάξεις που ισχύουν για τους εκλεγμένους εμπειρογνώμονες·

εγκρίνει, κατόπιν διαβουλεύσεως με την Ελεγκτική Επιτροπή, τις λογιστικές αρχές που εφαρμόζονται στις οικονομικές καταστάσεις της Τράπεζας.

2.   Γενικά, μεριμνά για τη χρηστή διοίκηση της Τράπεζας, την τήρηση της Συνθήκης, του καταστατικού, των οδηγιών του Συμβουλίου των Διοικητών και των λοιπών κειμένων που διέπουν τη δραστηριότητα της Τράπεζας, στο πλαίσιο της αποστολής που της ανατίθεται από τη Συνθήκη. Το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του, να ζητήσει από τη Διευθύνουσα Επιτροπή να αναλάβει πρωτοβουλίες και να υποβάλει προτάσεις.

3.   Δύναται να μεταβιβάζει, με απόφαση η οποία λαμβάνεται με ειδική πλειοψηφία, ορισμένες από τις αρμοδιότητές του στη Διευθύνουσα Επιτροπή. Καθορίζει τους όρους και τις διαδικασίες της μεταβίβασης αυτής, επιβλέπει δε την εκτέλεσή της.

4.   Ασκεί κάθε άλλη αρμοδιότητα που προβλέπεται από το καταστατικό και, στους κανόνες και τις αρχές που θεσπίζει, αναθέτει στη Διευθύνουσα Επιτροπή τις σχετικές εκτελεστικές αρμοδιότητες, εξυπακουομένου ότι η Διευθύνουσα Επιτροπή διασφαλίζει, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 του καταστατικού, τη διαχείριση των τρεχουσών υποθέσεων της Τράπεζας, υπό την εποπτεία του προέδρου και υπό τον έλεγχο του Διοικητικού Συμβουλίου.

Άρθρο 19

1.   Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου δικαιούνται αποζημιώσεως των εξόδων ταξιδίου και διαμονής τους όταν συμμετέχουν στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου.

2.   Το Συμβούλιο των Διοικητών καθορίζει το ποσό της αποζημιώσεως συμμετοχής των τακτικών μελών και των αναπληρωτών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΔΙΕΥΘΥΝΟΥΣΑ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Άρθρο 20

1.   Η Διευθύνουσα Επιτροπή είναι το μόνιμο όργανο εκπροσώπησης και λήψης αποφάσεων της Τράπεζας, με την επιφύλαξη των διατάξεων του καταστατικού.

2.   Συνέρχεται ανάλογα με τις ανάγκες διαχειρίσεως της Τράπεζας.

Άρθρο 21

1.   Η Διευθύνουσα Επιτροπή λαμβάνει έγκυρες αποφάσεις και διατυπώνει έγκυρες γνώμες όταν είναι παρόντα τουλάχιστον πέντε μέλη της.

2.   Ο πρόεδρος προεδρεύει των συνεδριάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου, των επιτροπών που συστήνονται σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού, και της Διευθύνουσας Επιτροπής. Σε περίπτωση κωλύματος, ασθένειας ή σύγκρουσης συμφερόντων του προέδρου, τον αντικαθιστά ο αρχαιότερος αντιπρόεδρος. Επί ίσης αρχαιότητας, τον αντικαθιστά ο μεγαλύτερος σε ηλικία αντιπρόεδρος.

3.   Οι αποφάσεις λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία των ψήφων των παρόντων μελών. Κάθε μέλος της Διευθύνουσας Επιτροπής διαθέτει μία ψήφο. Σε περίπτωση ισοψηφίας των μελών της Διευθύνουσας Επιτροπής, υπερισχύει η ψήφος του προέδρου.

4.   Η Διευθύνουσα Επιτροπή μπορεί να αναθέσει τη λήψη διαχειριστικών ή διοικητικών μέτρων στον πρόεδρο ή σε έναν ή περισσότερους του ενός αντιπροέδρους, εντός των ορίων και σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που ορίζει η απόφαση ανάθεσης. Κάθε απόφαση που λαμβάνεται με τον τρόπο αυτόν γνωστοποιείται αμέσως στη Διευθύνουσα Επιτροπή.

Η Διευθύνουσα Επιτροπή μπορεί να αναθέσει τη λήψη άλλων μέτρων από κοινού στον πρόεδρο και σε έναν ή περισσότερους του ενός αντιπροέδρους, εντός των ορίων και σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που ορίζει η απόφαση ανάθεσης, εάν, λόγω των περιστάσεων, είναι αδύνατον να ληφθεί απόφαση κατά τη συνεδρίαση. Κάθε απόφαση που λαμβάνεται με τον τρόπο αυτόν γνωστοποιείται αμέσως στη Διευθύνουσα Επιτροπή.

5.   Η Διευθύνουσα Επιτροπή μπορεί να λαμβάνει αποφάσεις μέσω ψηφοφορίας διά γραπτής ή ηλεκτρονικής αλληλογραφίας. Η Διευθύνουσα Επιτροπή μπορεί επίσης να χρησιμοποιεί τη σιωπηρή διαδικασία, καθώς και, σε έκτακτες περιστάσεις, να χρησιμοποιεί τη μέθοδο της τηλεδιάσκεψης υπό τους όρους που η ίδια καθορίζει.

Άρθρο 22

Οι συσκέψεις της Διευθύνουσας Επιτροπής συνοψίζονται από τον γραμματέα σε πρακτικά τα οποία εγκρίνονται από τη Διευθύνουσα Επιτροπή και υπογράφονται από τον πρόεδρο της Τράπεζας και τον γενικό γραμματέα.

Άρθρο 23

1.   Σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφοι 3 και 7 του καταστατικού, η Διευθύνουσα Επιτροπή είναι αρμόδια να λαμβάνει και να εφαρμόζει τους διοικητικούς κανόνες που αφορούν την οργάνωση και λειτουργία των υπηρεσιών της Τράπεζας, συμπεριλαμβανομένων της διαχείρισης του προσωπικού, των διοικητικών διατάξεων που εφαρμόζονται σε αυτό και των συναφών δικαιωμάτων και καθηκόντων, με την επιφύλαξη των ισχυόντων κανονισμών προσωπικού. Ενημερώνει σχετικά το Διοικητικό Συμβούλιο.

2.   Η Διευθύνουσα Επιτροπή είναι επίσης αρμόδια, υπό τους ίδιους όρους, να συνάπτει όλες τις συμβάσεις με το προσωπικό της Τράπεζας.

3.   Στο πλαίσιο των ανωτέρω, ο πρόεδρος έχει αρμοδιότητα να αποφασίζει για κάθε επιμέρους θέμα προσωπικού, να προβαίνει σε, συνδιαλλαγή συμβιβασμό ή συμφωνία και, γενικά, να πράττει οτιδήποτε είναι χρήσιμο ή απαραίτητο προς το συμφέρον της Τράπεζας, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 7 του καταστατικού.

Άρθρο 23.α

1.   Τα μέλη της Διευθύνουσας Επιτροπής πρέπει να χαρακτηρίζονται από ανεξαρτησία και ικανότητα και να διαθέτουν πείρα σε χρηματοοικονομικά, τραπεζικά και/ή σχετικά με την Ευρωπαϊκή Ένωση θέματα. Οφείλουν, πάντοτε:

να χαρακτηρίζονται από υψηλό βαθμό ακεραιότητας και υψηλό κύρος·

να διαθέτουν επαρκείς γνώσεις, δεξιότητες και εμπειρογνωσία για την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

Η συνολική σύνθεση της Διευθύνουσας Επιτροπής πρέπει, κατά το δυνατόν, να περιλαμβάνει επαρκώς ευρύ φάσμα εμπειρογνωσίας και ισόρροπη εκπροσώπηση των φύλων.

2.   Συστήνεται Συμβουλευτική Επιτροπή Διορισμών, με σκοπό να παρέχει μη δεσμευτική γνώμη σχετικά με την καταλληλότητα των υποψηφίων για την εκτέλεση των καθηκόντων μέλους της Διευθύνουσας Επιτροπής, με βάση τα κριτήρια που προβλέπονται στην προηγούμενη παράγραφο και εξειδικεύονται στον κανονισμό λειτουργίας της εν λόγω επιτροπής, προτού το Συμβούλιο των Διοικητών προβεί στους διορισμούς που προβλέπονται στο άρθρο 11 παράγραφος 1 του καταστατικού.

Η εν λόγω επιτροπή αποτελείται από πέντε εξωτερικά προς την Τράπεζα μέλη, τα οποία διορίζονται από το Συμβούλιο των Διοικητών βάσει πρότασης του προέδρου και τα οποία χαρακτηρίζονται από ανεξαρτησία, ικανότητα, υψηλή ακεραιότητα και υψηλό κύρος. Τα μέλη της επιτροπής πρέπει να διαθέτουν κατάλληλη επαγγελματική εμπειρία, και ιδίως εμπειρογνωσία επί τραπεζικών θεμάτων, συμπεριλαμβανομένων θεμάτων τραπεζικής εποπτείας και/ή χρηματοοικονομικών, στον ιδιωτικό ή δημόσιο τομέα, και/ή ενδελεχή γνώση των θεμάτων που αφορούν την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η συνολική σύνθεση της επιτροπής πρέπει, κατά το δυνατόν, να περιλαμβάνει επαρκώς ευρύ φάσμα εμπειρογνωσίας και ισόρροπη εκπροσώπηση των φύλων. Τα μέλη της επιτροπής διορίζονται για περίοδο μέχρι έξι ετών, με δυνατότητα επαναδιορισμού τους μία φορά.

Η Τράπεζα οργανώνει υπηρεσίες γραμματείας για την επιτροπή. Το Συμβούλιο των Διοικητών εγκρίνει τον κανονισμό λειτουργίας της επιτροπής.

Άρθρο 23.β

1.   Σε περίπτωση σοβαρού παραπτώματος ή εικαζόμενου σοβαρού παραπτώματος μέλους της Διευθύνουσας Επιτροπής, είτε πρόκειται για σοβαρή παράλειψη εκπλήρωσης των επαγγελματικών του καθηκόντων ή για παράβαση του νόμου ή για οποιοδήποτε άλλο γεγονός το οποίο μπορεί να βλάψει σοβαρά το κύρος της Τράπεζας και/ή συνεπάγεται ότι το μέλος δεν είναι πλέον σε θέση να ασκήσει ορθά τα καθήκοντά του, ο πρόεδρος δύναται, με τη σύμφωνη γνώμη του προέδρου του Συμβουλίου των Διοικητών, να αποφασίσει την αναστολή της άσκησης καθηκόντων του αφορώμενου μέλους της Διευθύνουσας Επιτροπής, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου 23.β.

Σε περιπτώσεις που αφορούν τον πρόεδρο, ο πρόεδρος του Συμβουλίου των Διοικητών δύναται να αποφασίσει την αναστολή της άσκησης καθηκόντων του προέδρου.

2.   Κάθε απόφαση αναστολής άσκησης καθηκόντων:

εγκρίνεται κατόπιν γνωμοδότησης της Επιτροπής Δεοντολογίας και Κανονιστικής Συμμόρφωσης και αφού ληφθούν οι τυχόν παρατηρήσεις του αφορώμενου μέλους της Διευθύνουσας Επιτροπής επί του θέματος·

διαβιβάζεται χωρίς καθυστέρηση στο Διοικητικό Συμβούλιο και στο Συμβούλιο των Διοικητών·

ισχύει για μέγιστη περίοδο τριών μηνών, κατά την οποία η επιβεβαίωση της απόφασης αυτής για πρόσθετη περίοδο μέχρι εννέα μηνών τίθεται σε ψηφοφορία στο Συμβούλιο των Διοικητών, το οποίο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία. Προς τον σκοπό αυτόν, διαβιβάζονται στο Συμβούλιο των Διοικητών η γνώμη της Επιτροπής Δεοντολογίας και Κανονιστικής Συμμόρφωσης και οι σχετικές παρατηρήσεις του αφορώμενου μέλους της Διευθύνουσας Επιτροπής. Το Συμβούλιο των Διοικητών καλείται να ψηφίσει πριν από το τέλος της τρίμηνης περιόδου αναστολής της άσκησης καθηκόντων, μετά το πέρας της οποίας η διαδικασία ψηφοφορίας λήγει.

3.   Εάν εντός τριών μηνών το Συμβούλιο των Διοικητών αποφασίσει να επιβεβαιώσει την αναστολή άσκησης καθηκόντων για πρόσθετη περίοδο, το αφορώμενο μέλος της Διευθύνουσας Επιτροπής τελεί σε αναστολή άσκησης καθηκόντων έως το τέλος της πρόσθετης αυτής περιόδου αναστολής, εκτός εάν:

το Συμβούλιο των Διοικητών αποφασίσει με ειδική πλειοψηφία την επαναφορά στα καθήκοντα·

το Συμβούλιο των Διοικητών αποφασίσει με ειδική πλειοψηφία την απαλλαγή από τα καθήκοντα σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του καταστατικού.

4.   Εάν εντός τριών μηνών το Συμβούλιο των Διοικητών δεν αποφασίσει να επικυρώσει την αναστολή άσκησης καθηκόντων για πρόσθετη περίοδο, το αφορώμενο μέλος της Διευθύνουσας Επιτροπής επανέρχεται αυτοδικαίως στα καθήκοντά του.

5.   Μετά τη λήξη της περιόδου αναστολής άσκησης καθηκόντων, το αφορώμενο μέλος της Διευθύνουσας Επιτροπής επανέρχεται αυτοδικαίως στα καθήκοντά του, εκτός εάν υπόκειται σε απόφαση απαλλαγής από τα καθήκοντα σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του καταστατικού.

6.   Σε περίπτωση που κινηθεί διαδικασία απαλλαγής από τα καθήκοντα σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του καταστατικού, ζητείται η γνώμη της Επιτροπής Δεοντολογίας και Κανονιστικής Συμμόρφωσης (ΕΔΚΣ). Η γνώμη της ΕΔΚΣ διαβιβάζεται στο Διοικητικό Συμβούλιο μαζί με τις σχετικές παρατηρήσεις του αφορώμενου μέλους της Διευθύνουσας Επιτροπής.

7.   Το Διοικητικό Συμβούλιο καθορίζει τις λεπτομέρειες των διαδικασιών αναστολής άσκησης καθηκόντων και απαλλαγής από τα καθήκοντα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΕΛΕΓΚΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Άρθρο 24

1.   Σύμφωνα με το άρθρο 12 του καταστατικού, μια Ελεγκτική Επιτροπή -αναφερόμενη στο εξής ως «η επιτροπή»- εξετάζει ετησίως την κανονικότητα των πράξεων και των λογιστικών βιβλίων της Τράπεζας.

2.   Είναι υπεύθυνη για τον έλεγχο των λογαριασμών της Τράπεζας.

3.   Ελέγχει ότι οι δραστηριότητες της Τράπεζας είναι σύμφωνες προς τις βέλτιστες τραπεζικές πρακτικές που έχουν εφαρμογή σε αυτήν.

Άρθρο 25

1.   Η επιτροπή συνεδριάζει μια φορά τον χρόνο με τη Διευθύνουσα Επιτροπή, προκειμένου να συζητήσουν τα αποτελέσματα των εργασιών της κατά το τελευταίο οικονομικό έτος καθώς και το πρόγραμμα των εργασιών της για το τρέχον οικονομικό έτος.

2.   Μετά τη λήξη κάθε οικονομικού έτους και το αργότερο δύο εβδομάδες πριν από την υποβολή στο Συμβούλιο των Διοικητών, η επιτροπή πρέπει να λαμβάνει το σχέδιο ετήσιας έκθεσης του Διοικητικού Συμβουλίου, που περιέχει τα σχέδια οικονομικών καταστάσεων.

3.   Μέσα σε τρεις εβδομάδες από την παραλαβή αυτών των εγγράφων, η επιτροπή, αφού έχει διεξαγάγει τις εργασίες που κρίθηκαν απαραίτητες και αφού έχει λάβει διαβεβαιώσεις από τη Διευθύνουσα Επιτροπή σχετικά με την αποτελεσματικότητα των συστημάτων εσωτερικού ελέγχου, της διαχείρισης κινδύνων και της εσωτερικής διοίκησης, και αφού έχει εξετάσει την έκθεση των εξωτερικών ελεγκτών, πρέπει να αποστείλει στον πρόεδρο της Τράπεζας μια δήλωση από την οποία να προκύπτει ότι, από όσα ήταν δυνατόν να γνωρίζει και να κρίνει:

οι δραστηριότητες της Τράπεζας διεξάγονται κατά τον δέοντα τρόπο, ιδίως όσον αφορά τη διαχείριση των κινδύνων και την παρακολούθηση·

εξέτασε την κανονικότητα των πράξεων και των λογιστικών βιβλίων της Τράπεζας και, προς τον σκοπό αυτόν, έλεγξε ότι οι πράξεις της Τράπεζας πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με τις διατυπώσεις και τις διαδικασίες που ορίζονται από το καταστατικό και τον εσωτερικό κανονισμό·

βεβαιώνει ότι οι οικονομικές καταστάσεις, καθώς και κάθε οικονομική πληροφορία η οποία περιέχεται στους ετήσιους λογαριασμούς που καταρτίζονται από το Διοικητικό Συμβούλιο, απεικονίζουν πιστά την οικονομική κατάσταση της Τράπεζας, όσον αφορά τόσο τα στοιχεία του ενεργητικού όσο και τα στοιχεία του παθητικού, καθώς και τα αποτελέσματα των πράξεών της και τις ταμειακές ροές της κατά το υπό εξέταση οικονομικό έτος. Βεβαιώνει το ίδιο για τις οικονομικές καταστάσεις σε ενοποιημένη βάση.

4.   Εάν η επιτροπή κρίνει ότι δεν μπορεί να πιστοποιήσει τα παραπάνω, πρέπει να παραδώσει στον πρόεδρο της Τράπεζας, μέσα στην ίδια προθεσμία, μια δήλωση που θα αναφέρει τους λόγους.

5.   Η δήλωση της επιτροπής διαβιβάζεται στο Συμβούλιο των Διοικητών προσαρτημένη στην ετήσια έκθεση του Διοικητικού Συμβουλίου.

6.   Η Ελεγκτική Επιτροπή υποβάλλει στο Συμβούλιο των Διοικητών αναλυτική έκθεση σχετικά με τα αποτελέσματα των εργασιών της κατά το τελευταίο οικονομικό έτος, συμπεριλαμβανομένου του ελέγχου ότι οι δραστηριότητες της Τράπεζας είναι σύμφωνες προς τις βέλτιστες τραπεζικές πρακτικές που έχουν εφαρμογή σε αυτήν. Αντίγραφο της έκθεσης αυτής διαβιβάζεται στο Διοικητικό Συμβούλιο και στη Διευθύνουσα Επιτροπή. Η έκθεση της Ελεγκτικής Επιτροπής διαβιβάζεται στο Συμβούλιο των Διοικητών μαζί με την ετήσια έκθεση του Διοικητικού Συμβουλίου.

Άρθρο 26

1.   Η επιτροπή έχει το δικαίωμα να εξετάζει όλα τα βιβλία και τα λογιστικά δικαιολογητικά της Τράπεζας και μπορεί να ζητήσει να της κοινοποιηθεί οποιοδήποτε άλλο έγγραφο κρίνει απαραίτητο να εξετάσει κατά την άσκηση των καθηκόντων της. Οι υπηρεσίες της Τράπεζας είναι στη διάθεσή της για κάθε βοήθεια.

2.   Η επιτροπή προσφεύγει επίσης σε εξωτερικούς ελεγκτές, τους οποίους ορίζει κατόπιν διαβούλευσης με τη Διευθύνουσα Επιτροπή και στους οποίους έχει αρμοδιότητα να αναθέτει τρέχουσες εργασίες σχετικά με τον έλεγχο των οικονομικών καταστάσεων της Τράπεζας. Προς τον σκοπό αυτό, εξετάζει κάθε χρόνο τη φύση και το πεδίο του προτεινόμενου εξωτερικού ελέγχου και τις ελεγκτικές διαδικασίες που πρόκειται να εφαρμοστούν. Εξετάζει επίσης τα αποτελέσματα και τα συμπεράσματα του ελέγχου αυτού, συμπεριλαμβανομένων των τυχόν παρατηρήσεων ή συστάσεων. Η σύμβαση πρόσληψης των εξωτερικών ελεγκτών καταρτίζεται χωρίς καθυστέρηση από την Τράπεζα, σύμφωνα με τους όρους και τις λεπτομέρειες που καθορίζει η επιτροπή.

3.   Η επιτροπή εξετάζει επίσης κάθε χρόνο το πρόγραμμα εργασιών, το πεδίο και τα αποτελέσματα του εσωτερικού ελέγχου της Τράπεζας.

4.   Φροντίζει να υπάρχει κατάλληλος συντονισμός μεταξύ του εσωτερικού ελέγχου και των εξωτερικών ελεγκτών. Η επιτροπή μπορεί, εάν χρειαστεί, να προσφύγει και σε άλλους ειδήμονες.

5.   Τα αποτελέσματα των συσκέψεων της επιτροπής είναι έγκυρα μόνον εφόσον παρίσταται σε αυτές η πλειοψηφία των μελών της. Εξαιρουμένων της δήλωσης και της έκθεσης που προβλέπονται στο άρθρο 25 του παρόντος κανονισμού, για την υιοθέτηση των οποίων απαιτείται ομοφωνία, για τη λήψη οποιασδήποτε απόφασης της επιτροπής απαιτείται η σύμφωνη γνώμη της πλειοψηφίας των μελών της. Σε περίπτωση ισοψηφίας των μελών της επιτροπής, υπερισχύει η ψήφος του προέδρου.

6.   Ο πρόεδρος της επιτροπής μπορεί να θέσει αποφάσεις σε ψηφοφορία διά γραπτής ή ηλεκτρονικής αλληλογραφίας.

7.   Η επιτροπή καθορίζει η ίδια τους λοιπούς κανόνες λειτουργίας της.

8.   Τα μέλη της επιτροπής έχουν την υποχρέωση να μην αποκαλύπτουν σε πρόσωπα, φυσικά ή νομικά, εκτός της Τράπεζας, τις πληροφορίες και τα στοιχεία των οποίων έλαβαν γνώση κατά τη διάρκεια ή με την ευκαιρία της εκτέλεσης των καθηκόντων τους. Η υποχρέωση αυτή ισχύει και για τους εξωτερικούς ελεγκτές τους οποίους ορίζει η επιτροπή σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 27

1.   Τα μέλη της επιτροπής διορίζονται από το Συμβούλιο των Διοικητών. Ο διορισμός τους αφορά έξι συνεχή οικονομικά έτη και δεν δύναται να ανανεωθεί. Κάθε χρόνο αντικαθίσταται ένα μέλος της επιτροπής.

2.   Τα μέλη της επιτροπής επιλέγονται μεταξύ προσώπων που διακρίνονται για την ανεξαρτησία, την ικανότητα και την ακεραιότητά τους. Διαθέτουν πείρα σε θέματα χρηματοοικονομικά, ελέγχου ή τραπεζικής εποπτείας στον ιδιωτικό ή τον δημόσιο τομέα, και συλλογικά καλύπτουν όλο το φάσμα της απαιτούμενης εμπειρογνωσίας.

3.   Η θητεία των μελών της επιτροπής λήγει στο τέλος είτε της ημέρας της ετήσιας συνεδριάσεως του Συμβουλίου των Διοικητών που προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, είτε, εάν είναι μεταγενέστερη, της ημέρας έγκρισης των οικονομικών καταστάσεων. Η θητεία των νέων μελών αρχίζει από την επόμενη ημέρα.

4.   Το Συμβούλιο των Διοικητών, στην περίπτωση που κρίνει ότι ένα μέλος της επιτροπής δεν δύναται πλέον να ασκεί τα καθήκοντά του, μπορεί να το απαλλάξει από αυτά βάσει αποφάσεως ειδικής πλειοψηφίας.

5.   Η προεδρία της επιτροπής ασκείται επί ένα έτος εκ περιτροπής από το μέλος του οποίου η θητεία λήγει στο τέλος είτε της ημέρας της ετήσιας συνεδριάσεως του Συμβουλίου των Διοικητών που προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, είτε, εάν είναι μεταγενέστερη, της ημέρας έγκρισης των οικονομικών καταστάσεων.

6.   Το Συμβούλιο των Διοικητών μπορεί, κατόπιν κοινής προτάσεως του προέδρου της Τράπεζας και του προέδρου της Ελεγκτικής Επιτροπής, να διορίσει τρεις, κατ' ανώτατο όριο, παρατηρητές για μη ανανεώσιμη θητεία έξι ετών. Οι παρατηρητές αυτοί διορίζονται με βάση τα ιδιαίτερα επαγγελματικά προσόντα τους, ιδίως στον τομέα της τραπεζικής εποπτείας. Επικουρούν την επιτροπή κατά την εκτέλεση των καθηκόντων και των αρμοδιοτήτων της, συμμετέχοντας στις εργασίες της. Τα τακτικά μέλη της επιτροπής μπορούν να αναθέτουν στους παρατηρητές ορισμένα ειδικά καθήκοντα, και ιδίως προπαρασκευαστικές μελέτες για τις συνεδριάσεις της επιτροπής.

Άρθρο 28

Σε περίπτωση κενώσεως θέσεως λόγω θανάτου, εκούσιας παραιτήσεως, απαλλαγής από των καθηκόντων ή για οποιονδήποτε άλλο λόγο, το Συμβούλιο των Διοικητών διορίζει, μέσα σε τρεις μήνες, έναν αντικαταστάτη για τη διάρκεια της υπόλοιπης θητείας.

Άρθρο 29

Το Συμβούλιο των Διοικητών καθορίζει την αποζημίωση των μελών της επιτροπής καθώς και των παρατηρητών. Τα έξοδα ταξιδίου και διαμονής στα οποία υποβάλλονται τα μέλη της επιτροπής κατά την άσκηση των καθηκόντων τους επιστρέφονται σύμφωνα με τους όρους που ισχύουν για τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ

Άρθρο 30

Ο γενικός γραμματέας της Τράπεζας παρέχει υπηρεσίες γραμματείας στο Συμβούλιο των Διοικητών, το Διοικητικό Συμβούλιο, τη Διευθύνουσα Επιτροπή και την Ελεγκτική Επιτροπή. Παρέχει επίσης υπηρεσίες γραμματείας στις επιτροπές που συστήνονται στους κόλπους του Διοικητικού Συμβουλίου, καθώς και στις οντότητες που συστήνονται στο πλαίσιο των εντολών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή άλλων οργανισμών, εφόσον προβλέπεται η διασφάλιση της γραμματείας τους από την Τράπεζα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ

Άρθρο 31

Οι κανόνες που αφορούν το προσωπικό της Τράπεζας καθορίζονται από το Διοικητικό Συμβούλιο. Η Διευθύνουσα Επιτροπή εγκρίνει τους όρους εφαρμογής τους σύμφωνα με το άρθρο 23 του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 32

1.   Το Συμβούλιο των Διοικητών μεριμνά για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων του προσωπικού της Τράπεζας σε περίπτωση εκκαθάρισής της.

2.   Σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, η Διευθύνουσα Επιτροπή λαμβάνει αμελλητί τα μέτρα τα οποία θεωρεί απαραίτητα, υπό την προϋπόθεση ότι ενημερώνει αμέσως σχετικά το Διοικητικό Συμβούλιο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIII

ΤΕΛΙΚΗ ΔΙΑΤΑΞΗ

Άρθρο 33

1.   Ο παρών εσωτερικός κανονισμός και οι τροποποιήσεις του αρχίζουν να ισχύουν την ημέρα της εγκρίσεώς τους.

2.   Οι διατάξεις αυτού του εσωτερικού κανονισμού δεν αναιρούν σε καμία περίπτωση τους κανόνες της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του καταστατικού.