28.11.2015   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 313/1


ΟΔΗΓΊΑ (ΕΕ) 2015/2193 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 25ης Νοεμβρίου 2015

για τον περιορισμό των εκπομπών ορισμένων ρύπων στην ατμόσφαιρα από μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 192 παράγραφος 1,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στην απόφαση αριθ. 1386/2013/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) («το πρόγραμμα δράσης») αναγνωρίζεται ότι οι εκπομπές ρύπων στην ατμόσφαιρα έχουν μειωθεί σε σημαντικό βαθμό τις τελευταίες δεκαετίες, αλλά ότι, ταυτόχρονα, τα επίπεδα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης παραμένουν προβληματικά σε πολλά σημεία της Ευρώπης και οι πολίτες της Ένωσης εξακολουθούν να εκτίθενται σε ατμοσφαιρικές ρυπαντικές ουσίες που ενδέχεται να θέτουν σε κίνδυνο την υγεία και την ευημερία τους. Σύμφωνα με το πρόγραμμα δράσης, τα οικοσυστήματα εξακολουθούν να πλήττονται από υπερβολικές εναποθέσεις αζώτου και θείου που συνδέονται με τις εκπομπές από τις μεταφορές, τις μη αειφόρες γεωργικές πρακτικές και την ηλεκτροπαραγωγή. Σε πολλές περιοχές της Ένωσης, τα επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης εξακολουθούν να είναι πάνω από τα όρια που η Ένωση έχει θέσει και τα ενωσιακά πρότυπα ατμοσφαιρικής ποιότητας εξακολουθούν να μην πληρούν τους στόχους που ορίζονται από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας.

(2)

Προκειμένου να εξασφαλιστεί υγιές περιβάλλον για όλους, το πρόγραμμα δράσης ζητά να συμπληρωθούν τα μέτρα που λαμβάνονται σε τοπικό επίπεδο με κατάλληλες πολιτικές, τόσο σε εθνικό όσο και σε ενωσιακό επίπεδο. Ειδικότερα, απαιτεί να ενισχυθούν οι προσπάθειες που καταβάλλονται για την επίτευξη πλήρους συμμόρφωσης με τη νομοθεσία της Ένωσης για την ποιότητα του αέρα και να καθοριστούν στρατηγικοί στόχοι και δράσεις πέραν του 2020.

(3)

Σύμφωνα με επιστημονικές εκτιμήσεις, η μέση απώλεια χρόνου ζωής για τους πολίτες της Ένωσης λόγω της ατμοσφαιρικής ρύπανσης ανέρχεται σε οκτώ μήνες.

(4)

Οι εκπομπές ρύπων από την καύση καυσίμων σε μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης δεν υπόκεινται γενικά σε ρύθμιση σε ενωσιακό επίπεδο, παρόλο που οι εν λόγω ρύποι συντελούν ολοένα περισσότερο στην ατμοσφαιρική ρύπανση, ιδίως λόγω της αύξησης της χρήσης βιομάζας ως καυσίμου, η οποία αποτελεί απόρροια της πολιτικής για το κλίμα και την ενέργεια.

(5)

Η καύση καυσίμων σε ορισμένες μικρού μεγέθους μονάδες και συσκευές καύσης καλύπτεται από εκτελεστικά μέτρα που αναφέρονται στην οδηγία 2009/125/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5). Απαιτούνται επειγόντως περαιτέρω μέτρα βάσει της οδηγίας 2009/125/ΕΚ, ώστε να καλυφθεί το ρυθμιστικό κενό που απομένει. Η καύση καυσίμων σε μεγάλου μεγέθους μονάδες καύσης καλύπτεται, από τις 7 Ιανουαρίου 2013, από την οδηγία 2010/75/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6), ενώ η οδηγία 2001/80/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7) εξακολουθεί να ισχύει, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2015, για τις μεγάλου μεγέθους μονάδες καύσης που καλύπτονται από το άρθρο 30 παράγραφος 2 της οδηγίας 2010/75/ΕΕ.

(6)

Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα, στην έκθεσή της προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της 17ης Μαΐου 2013 σχετικά με την επανεξέταση που διενεργήθηκε βάσει του άρθρου 30 παράγραφος 9 και του άρθρου 73 της οδηγίας 2010/75/ΕΕ περί βιομηχανικών εκπομπών και αφορούσε τις εκπομπές από την εντατική κτηνοτροφία και από τις μονάδες καύσης, ότι, στην περίπτωση της καύσης καυσίμων σε μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης, έχει καταδειχθεί σαφώς η δυνατότητα οικονομικά αποδοτικής μείωσης των ατμοσφαιρικών εκπομπών.

(7)

Οι σχετικές με την ατμοσφαιρική ρύπανση διεθνείς υποχρεώσεις της Ένωσης, που έχουν σχεδιαστεί για μείωση της οξίνισης, του ευτροφισμού και του όζοντος σε επίπεδο εδάφους, καθώς και των εκπομπών σωματιδίων, έχουν συμφωνηθεί στο πλαίσιο του Πρωτοκόλλου του Γκέτεμποργκ της σύμβασης για τη διαμεθοριακή ρύπανση της ατμόσφαιρας σε μεγάλη απόσταση, το οποίο τροποποιήθηκε το 2012 με σκοπό την ενίσχυση των υφιστάμενων δεσμεύσεων για μείωση του διοξειδίου του θείου, των οξειδίων του αζώτου, της αμμωνίας και των πτητικών οργανικών ενώσεων, καθώς και την εισαγωγή νέων δεσμεύσεων για μείωση των λεπτών σωματιδίων (PM 2,5), που πρέπει να υλοποιηθούν από το 2020 και μετά.

(8)

Στην ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών, της 18ης Δεκεμβρίου 2013, με τίτλο «Πρόγραμμα “Καθαρός αέρας” για την Ευρώπη» ζητείται η ανάληψη δράσης για τον έλεγχο των εκπομπών ατμοσφαιρικών ρυπαντικών ουσιών από μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης, έτσι ώστε να συμπληρωθεί το ρυθμιστικό πλαίσιο που αφορά τον τομέα της καύσης. Με το πρόγραμμα «Καθαρός αέρας» ολοκληρώνεται το πρόγραμμα για τη μείωση της ρύπανσης έως το 2020, που προβλέπεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, της 21ης Σεπτεμβρίου 2005, με τίτλο «Θεματική στρατηγική για την ατμοσφαιρική ρύπανση», και καθορίζονται στόχοι μείωσης των επιπτώσεων για το χρονικό διάστημα έως το 2030. Για την επίτευξη όλων των εν λόγω στρατηγικών στόχων θα πρέπει να καταρτιστεί ρυθμιστικό πρόγραμμα, συμπεριλαμβανομένων μέτρων για τον έλεγχο των εκπομπών από τις μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης.

(9)

Θα πρέπει να αναπτυχθούν μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης και να λειτουργούν κατά τέτοιο τρόπο ώστε να προάγεται η ενεργειακή απόδοση. Τέτοιου είδους κριτήρια καθώς και οικονομικά κριτήρια, τεχνικές δυνατότητες και ο κύκλος ζωής των υφισταμένων μεσαίου μεγέθους μονάδων καύσης θα πρέπει να λαμβάνονται ιδιαίτερα υπόψη κατά την ανακαίνιση μεσαίου μεγέθους μονάδων καύσης ή τη λήψη αποφάσεων για σημαντικές επενδύσεις.

(10)

Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η λειτουργία μιας μεσαίου μεγέθους μονάδας καύσης δεν οδηγεί σε επιδείνωση της ποιότητας του αέρα, τα μέτρα που λαμβάνονται για τον περιορισμό των εκπομπών διοξειδίου του θείου, οξειδίων του αζώτου και σκόνης στην ατμόσφαιρα δεν θα πρέπει να έχουν ως αποτέλεσμα την αύξηση εκπομπών άλλων ρύπων, όπως το μονοξείδιο του άνθρακα.

(11)

Οι μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης που υπάγονται ήδη στις ελάχιστες απαιτήσεις του συνόλου της Ένωσης, όπως μονάδες στις οποίες εφαρμόζεται κανόνας συνυπολογισμού δυνάμει του κεφαλαίου III της οδηγίας 2010/75/ΕΕ ή μονάδες όπου αποτεφρώνονται ή συναποτεφρώνονται στερεά ή υγρά απόβλητα και ως εκ τούτου καλύπτονται από το κεφάλαιο IV της εν λόγω οδηγίας, θα πρέπει να εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

(12)

Ορισμένες άλλες μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης θα πρέπει επίσης να εξαιρεθούν από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, βάσει των τεχνικών χαρακτηριστικών τους ή της χρήσης τους για συγκεκριμένες δραστηριότητες.

(13)

Καθώς οι μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης που τροφοδοτούνται μόνο με καύσιμα διυλιστηρίου ή με άλλα καύσιμα για την παραγωγή ενέργειας μέσα σε διυλιστήρια πετρελαίου και αερίου, καθώς και οι λέβητες ανάκτησης εντός εγκαταστάσεων για την παραγωγή χαρτοπολτού, υπόκεινται σε επίπεδα εκπομπών που συνδέονται με βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές (ΒΔΤ) τα οποία ορίζονται στα συμπεράσματα ΒΔΤ που έχουν ήδη επιβληθεί με την οδηγία 2010/75/ΕΕ, η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται στις εν λόγω μονάδες.

(14)

Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να εφαρμόζεται σε μονάδες καύσης, καθώς και σε συνδυασμό που σχηματίζεται από δύο ή περισσότερες νέες μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης, με συνολική ονομαστική θερμική ισχύ ίση ή μεγαλύτερη από 1 MW και μικρότερη από 50 MW. Οι μεμονωμένες μονάδες καύσης με ονομαστική θερμική ισχύ μικρότερη από 1 MW δεν θα πρέπει να συμπεριλαμβάνονται στον υπολογισμό της συνολικής ονομαστικής θερμικής ισχύος ενός συνδυασμού μονάδων καύσης. Προκειμένου να αποφευχθούν ρυθμιστικά κενά, η παρούσα οδηγία θα πρέπει επίσης να εφαρμόζεται σε συνδυασμό που σχηματίζεται από νέες μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης όταν η συνολική ονομαστική θερμική ισχύς είναι ίση ή μεγαλύτερη από 50 MW, με την επιφύλαξη του κεφαλαίου III της οδηγίας 2010/75/ΕΕ.

(15)

Προκειμένου να διασφαλιστεί ο έλεγχος των εκπομπών διοξειδίου του θείου, οξειδίων του αζώτου και σκόνης στην ατμόσφαιρα, κάθε μεσαίου μεγέθους μονάδα καύσης θα πρέπει να λειτουργεί μόνον εφόσον της έχει χορηγηθεί άδεια ή είναι εγγεγραμμένη σε μητρώο από την αρμόδια αρχή, βάσει πληροφοριών που έχουν υποβληθεί από τον φορέα εκμετάλλευσης.

(16)

Για τους σκοπούς του ελέγχου των εκπομπών στην ατμόσφαιρα από μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης, θα πρέπει να καθοριστούν στην παρούσα οδηγία οριακές τιμές εκπομπών και απαιτήσεις όσον αφορά την παρακολούθηση.

(17)

Οι οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο παράρτημα ΙΙ δεν θα πρέπει να εφαρμόζονται σε μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης που βρίσκονται στις Καναρίους Νήσους, στα γαλλικά υπερπόντια διαμερίσματα, στις Αζόρες και τη Μαδέρα, λόγω των τεχνικών και υλικοτεχνικών ζητημάτων που συνδέονται με την απομονωμένη θέση των εν λόγω μονάδων. Τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη θα πρέπει να ορίζουν οριακές τιμές εκπομπών για τις εν λόγω μονάδες, ώστε να μειώσουν τις εκπομπές τους στην ατμόσφαιρα και τους πιθανούς κινδύνους για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον.

(18)

Προκειμένου να παρασχεθεί επαρκής χρόνος για την τεχνική προσαρμογή των υφιστάμενων μεσαίου μεγέθους μονάδων καύσης στις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, οι οριακές τιμές εκπομπών θα πρέπει να ισχύσουν για τις εν λόγω μονάδες μετά την παρέλευση καθορισμένου χρονικού διαστήματος από την ημερομηνία εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

(19)

Προκειμένου να ληφθούν υπόψη ορισμένες ειδικές περιστάσεις στις οποίες η εφαρμογή οριακών τιμών εκπομπών θα οδηγούσε σε δυσανάλογα υψηλό κόστος σε σχέση με τα περιβαλλοντικά οφέλη, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να απαλλάσσουν μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης που χρησιμοποιούνται σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης και λειτουργούν κατά τη διάρκεια περιορισμένων χρονικών περιόδων από την υποχρέωση συμμόρφωσης με τις οριακές τιμές εκπομπών που ορίζονται στην παρούσα οδηγία.

(20)

Λόγω της έλλειψης υποδομών που αντιμετωπίζουν οι υφιστάμενες μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης που αποτελούν μέρος μικρών απομονωμένων συστημάτων (SIS) ή απομονωμένων μικροσυστημάτων (MIS) και της ανάγκης να διευκολυνθεί η διασύνδεσή τους, θα πρέπει να δοθεί περισσότερος χρόνος στις εν λόγω μονάδες για να προσαρμοστούν στις οριακές τιμές εκπομπών που ορίζονται στην παρούσα οδηγία.

(21)

Λαμβάνοντας υπόψη τα συνολικά οφέλη της τηλεθέρμανσης όσον αφορά τη συμβολή στη μείωση της οικιακής χρήσης καυσίμων που προκαλούν υψηλά επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης, και όσον αφορά τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης και τη μείωση των εκπομπών CO2, θα πρέπει να μπορούν τα κράτη μέλη να δώσουν περισσότερο χρόνο στις υφιστάμενες μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης που παρέχουν σημαντικό τμήμα της παραγωγής χρήσιμης θερμότητας σε δημόσιο δίκτυο με σκοπό την τηλεθέρμανση, για να προσαρμοστούν στις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία.

(22)

Λαμβάνοντας υπόψη τις πρόσφατες επενδύσεις σε μονάδες βιομάζας με στόχο την αύξηση της χρήσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, οι οποίες έχουν ήδη οδηγήσει σε μείωση των εκπομπών ρύπων, και για να ληφθούν υπόψη οι σχετικοί κύκλοι επενδύσεων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να δώσουν περισσότερο χρόνο σε αυτές τις μονάδες για να προσαρμοστούν στις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία.

(23)

Λαμβάνοντας υπόψη τον ουσιώδη ρόλο των σταθμών συμπίεσης φυσικού αερίου για την αξιοπιστία και την ασφαλή λειτουργία των εθνικών δικτύων μεταφοράς φυσικού αερίου, και τους ειδικούς περιορισμούς που αφορούν την αναβάθμισή τους, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να δώσουν περισσότερο χρόνο στις μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης παρακινώντας τους σταθμούς αυτούς να προσαρμοστούν στις οριακές τιμές εκπομπών οξειδίων του αζώτου που ορίζονται στην παρούσα οδηγία.

(24)

Σύμφωνα με το άρθρο 193 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), η παρούσα οδηγία δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να διατηρούν σε ισχύ ή να θεσπίζουν αυστηρότερα μέτρα προστασίας. Τέτοια μέτρα μπορεί να χρειάζονται, για παράδειγμα, στις ζώνες που δεν συμμορφώνονται με τις οριακές τιμές για την ποιότητα του αέρα. Σε παρόμοιες περιπτώσεις, τα κράτη μέλη θα πρέπει να αξιολογούν την ανάγκη εφαρμογής αυστηρότερων οριακών τιμών εκπομπής από τις απαιτήσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία, ως μέρος της ανάπτυξης σχεδίων για την ποιότητα του αέρα σύμφωνα με την οδηγία 2008/50/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8). Στις αξιολογήσεις αυτές θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα αποτελέσματα της ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά με τις καλύτερες επιδόσεις μείωσης των εκπομπών που μπορούν να επιτευχθούν με τις βέλτιστες διαθέσιμες και αναδυόμενες τεχνολογίες. Η Επιτροπή θα πρέπει να οργανώσει αυτή την ανταλλαγή πληροφοριών με τα κράτη μέλη, τους σχετικούς κλάδους της βιομηχανίας, περιλαμβανομένων των φορέων εκμετάλλευσης και των προμηθευτών τεχνολογίας, καθώς και τις μη κυβερνητικές οργανώσεις, περιλαμβανομένων εκείνων που προωθούν την προστασία του περιβάλλοντος.

(25)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι ο φορέας εκμετάλλευσης μιας μεσαίου μεγέθους μονάδας καύσης λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με την παρούσα οδηγία. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να δημιουργήσουν σύστημα για τον έλεγχο της συμμόρφωσης των μεσαίου μεγέθους μονάδων καύσης με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

(26)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική εφαρμογή και επιβολή της παρούσας οδηγίας, οι επιθεωρήσεις θα πρέπει, όπου είναι δυνατόν, να συντονίζονται με εκείνες που απαιτούνται δυνάμει άλλης νομοθεσίας της Ένωσης, ανάλογα με την περίπτωση.

(27)

Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας όσον αφορά την πρόσβαση στις πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή της θα πρέπει να εφαρμόζονται κατά τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλιστεί η πλήρης αποτελεσματικότητα της οδηγίας 2003/4/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9).

(28)

Προκειμένου να περιοριστεί η επιβάρυνση των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων στις οποίες λειτουργούν μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης, οι διοικητικές υποχρεώσεις που αφορούν την παροχή πληροφοριών, την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων που επιβάλλονται στους φορείς εκμετάλλευσης θα πρέπει να είναι αναλογικές και να αποτρέπουν την επικάλυψη, επιτρέποντας ωστόσο την αποτελεσματική επαλήθευση της συμμόρφωσης από την αρμόδια αρχή.

(29)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνέπεια και η συνοχή των παρεχόμενων από τα κράτη μέλη πληροφοριών σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και να προαχθεί η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής, η Επιτροπή, επικουρούμενη από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος, θα πρέπει να εκπονήσει εργαλείο ηλεκτρονικής υποβολής εκθέσεων, το οποίο να είναι επίσης διαθέσιμο για εσωτερική χρήση από τα κράτη μέλη κατά την υποβολή εκθέσεων και τη διαχείριση δεδομένων σε εθνικό επίπεδο.

(30)

Η Επιτροπή θα πρέπει να εκτιμήσει την ανάγκη τροποποίησης των οριακών τιμών εκπομπών που καθορίζονται στο παράρτημα ΙΙ για τις νέες μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης με βάση τεχνολογίες αιχμής. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να εξετάσει την ανάγκη καθορισμού συγκεκριμένων οριακών τιμών εκπομπών για άλλους ρύπους, όπως το μονοξείδιο του άνθρακα, και πιθανών ελάχιστων προτύπων ενεργειακής απόδοσης.

(31)

Για λόγους προσαρμογής στην επιστημονική και τεχνική πρόοδο, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ, για την προσαρμογή των διατάξεων σχετικά με την αξιολόγηση της συμμόρφωσης που ορίζεται στο παράρτημα ΙΙΙ μέρος 2 σημείο 2. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διεξάγει η Επιτροπή τις κατάλληλες διαβουλεύσεις κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, ακόμα και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Η Επιτροπή, όταν ετοιμάζει και συντάσσει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις, θα πρέπει να εξασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

(32)

Προκειμένου να εξασφαλιστούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εκτέλεση της παρούσας οδηγίας και για να απλουστευτούν και να ευθυγραμμιστούν οι υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων των κρατών μελών, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες, όσον αφορά τον προσδιορισμό των τεχνικών μορφότυπων για την υποβολή εκθέσεων. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10).

(33)

Δεδομένου ότι οι στόχοι της παρούσας οδηγίας, συγκεκριμένα η βελτίωση της ποιότητας του περιβάλλοντος και της ανθρώπινης υγείας, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορούν όμως, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων τους, να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, η οποία διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών.

(34)

Η παρούσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται ιδίως από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης («Χάρτης»). Ειδικότερα, η παρούσα οδηγία επιδιώκει τη διασφάλιση της εφαρμογής του άρθρου 37 του Χάρτη σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος.

(35)

Σύμφωνα με την κοινή πολιτική δήλωση των κρατών μελών και της Επιτροπής, της 28ης Σεπτεμβρίου 2011, σχετικά με τα επεξηγηματικά έγγραφα (11), τα κράτη μέλη ανέλαβαν να συνοδεύουν, στις περιπτώσεις όπου αιτιολογείται, την κοινοποίηση των μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο με ένα ή περισσότερα έγγραφα στα οποία θα επεξηγείται η σχέση μεταξύ των συστατικών στοιχείων μιας οδηγίας και των αντίστοιχων μερών των πράξεων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο. Όσον αφορά την παρούσα οδηγία, ο νομοθέτης θεωρεί ότι η διαβίβαση τέτοιων εγγράφων είναι δικαιολογημένη,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Με την παρούσα οδηγία ορίζονται κανόνες για τον έλεγχο των εκπομπών διοξειδίου του θείου (SO2), οξειδίων του αζώτου (NOx) και σκόνης στην ατμόσφαιρα από μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης και, κατά συνέπεια, για τη μείωση των ατμοσφαιρικών εκπομπών και των πιθανών κινδύνων που αυτές ενέχουν για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον.

Με την παρούσα οδηγία ορίζονται επίσης κανόνες για την παρακολούθηση εκπομπών μονοξειδίου του άνθρακα (CO).

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1.   Η παρούσα οδηγία ισχύει για τις μονάδες καύσης με ονομαστική θερμική ισχύ ίση ή μεγαλύτερη από 1 MW και μικρότερη από 50 MW («μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης»), ανεξαρτήτως του είδους των χρησιμοποιούμενων από αυτές καυσίμων.

2.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται επίσης σε συνδυασμό που σχηματίζεται από νέες μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης σύμφωνα με το άρθρο 4, συμπεριλαμβανομένου συνδυασμού του οποίου η συνολική ονομαστική θερμική ισχύς είναι ίση ή μεγαλύτερη των 50 MW, εκτός εάν ο συνδυασμός σχηματίζει μονάδα καύσης που καλύπτεται από το κεφάλαιο ΙΙΙ της οδηγίας 2010/75/ΕΕ.

3.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται:

α)

στις μονάδες καύσης που καλύπτονται από το κεφάλαιο III ή το κεφάλαιο IV της οδηγίας 2010/75/ΕΕ·

β)

στις μονάδες καύσης που καλύπτονται από την οδηγία 97/68/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12)·

γ)

στις μονάδες καύσης σε αγροκτήματα με συνολική ονομαστική θερμική ισχύ μικρότερη ή ίση των 5 MW, οι οποίες χρησιμοποιούν ως καύσιμο αποκλειστικά αμεταποίητη κόπρο πουλερικών, όπως αναφέρεται στο άρθρο 9 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13)·

δ)

στις μονάδες καύσης στις οποίες τα αέρια προϊόντα καύσης χρησιμοποιούνται για την απευθείας θέρμανση, ξήρανση ή οποιαδήποτε άλλη κατεργασία αντικειμένων ή υλικών·

ε)

στις μονάδες καύσης στις οποίες τα αέρια προϊόντα καύσης χρησιμοποιούνται για άμεση θέρμανση με αέριο καύσιμο που χρησιμοποιείται για τη θέρμανση εσωτερικών χώρων με σκοπό τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας·

στ)

στις μονάδες μετάκαυσης που προορίζονται για τον καθαρισμό των απαερίων βιομηχανικών διεργασιών με καύση και δεν λειτουργούν ως αυτόνομες μονάδες καύσης·

ζ)

σε κάθε τεχνική συσκευή που χρησιμοποιείται για την πρόωση οχήματος, πλοίου ή αεροσκάφους·

η)

στους αεριοστροβίλους και στις αεριοκίνητες και ντιζελοκίνητες μηχανές, όταν χρησιμοποιούνται σε εξέδρες ανοικτής θάλασσας·

θ)

στις μονάδες αναγέννησης καταλυτών που χρησιμοποιούνται στην καταλυτική πυρόλυση·

ι)

στις εγκαταστάσεις μετατροπής υδρόθειου σε θείο·

ια)

σε αντιδραστήρες που χρησιμοποιούνται στη χημική βιομηχανία·

ιβ)

σε συστοιχίες καμίνων κοκ·

ιγ)

σε υψικαμίνους Cowper·

ιδ)

σε κλιβάνους κρεματορίων·

ιε)

σε μονάδες καύσης που τροφοδοτούνται μόνο με καύσιμα διυλιστηρίου ή με άλλα καύσιμα για την παραγωγή ενέργειας μέσα σε διυλιστήρια πετρελαίου και αερίου·

ιστ)

σε λέβητες ανάκτησης εντός εγκαταστάσεων για την παραγωγή χαρτοπολτού.

4.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις δραστηριότητες έρευνας και ανάπτυξης ούτε στις δραστηριότητες δοκιμών που αφορούν μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης. Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.

Άρθρο 3

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι εξής ορισμοί:

1)   «εκπομπή»: η απόρριψη ουσιών στην ατμόσφαιρα από μονάδα καύσης·

2)   «οριακή τιμή εκπομπών»: η επιτρεπόμενη ποσότητα ουσίας που περιέχεται στα απαέρια μονάδας καύσης και η οποία μπορεί να απορρίπτεται στην ατμόσφαιρα κατά τη διάρκεια μιας δεδομένης περιόδου·

3)   «οξείδια του αζώτου» (ΝΟx): το μονοξείδιο και το διοξείδιο του αζώτου, εκφραζόμενα ως διοξείδιο του αζώτου (NO2

4)   «σκόνη»: σωματίδια κάθε σχήματος, δομής ή πυκνότητας που διασπείρονται στην αέρια φάση στις συνθήκες του σημείου δειγματοληψίας και είναι δυνατόν να συλλεχθούν με διήθηση σε συγκεκριμένες συνθήκες, μετά από αντιπροσωπευτική δειγματοληψία του προς ανάλυση αερίου, και τα οποία παραμένουν στα ανάντη του φίλτρου και πάνω στο φίλτρο μετά από ξήρανση σε συγκεκριμένες συνθήκες·

5)   «μονάδα καύσης»: κάθε τεχνική συσκευή στην οποία οξειδώνονται καύσιμα με σκοπό τη χρησιμοποίηση της παραγόμενης θερμότητας·

6)   «υφιστάμενη μονάδα καύσης»: μονάδα καύσης που τέθηκε σε λειτουργία πριν από τις 20 Δεκεμβρίου 2018 ή για την οποία χορηγήθηκε άδεια πριν από τις 19 Δεκεμβρίου 2017 σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, υπό την προϋπόθεση ότι η μονάδα τέθηκε σε λειτουργία το αργότερο στις 20 Δεκεμβρίου 2018 ·

7)   «νέα μονάδα καύσης»: μονάδα καύσης εκτός από τις υφιστάμενες μονάδες καύσης·

8)   «μηχανή»: αεριοκίνητη μηχανή, ντιζελοκίνητη μηχανή ή μηχανή διπλού καυσίμου·

9)   «αεριοκίνητη μηχανή»: μηχανή εσωτερικής καύσης που λειτουργεί σύμφωνα με τον κύκλο Όττο και χρησιμοποιεί για την καύση του καυσίμου επιβαλλόμενη ανάφλεξη·

10)   «ντιζελοκίνητη μηχανή»: μηχανή εσωτερικής καύσης που λειτουργεί σύμφωνα με τον κύκλο Ντίζελ και χρησιμοποιεί για την καύση του καυσίμου ανάφλεξη συμπίεσης·

11)   «μηχανή διπλού καυσίμου»: μηχανή εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιεί ανάφλεξη συμπίεσης και λειτουργεί σύμφωνα με τον κύκλο Ντίζελ κατά την καύση υγρών καυσίμων και σύμφωνα με τον κύκλο Όττο κατά την καύση αέριων καυσίμων·

12)   «αεριοστρόβιλος»: κάθε περιστρεφόμενη μηχανή που μετατρέπει θερμική ενέργεια σε μηχανικό έργο και αποτελείται κυρίως από συμπιεστή, θερμική διάταξη, όπου το καύσιμο οξειδώνεται για να θερμάνει το φέρον ρευστό, και στρόβιλο· στον ορισμό αυτό περιλαμβάνονται οι αεριοστρόβιλοι τόσο ανοιχτού κύκλου όσο και συνδυασμένου κύκλου και οι αεριοστρόβιλοι σε λειτουργία συμπαραγωγής, με ή χωρίς συμπληρωματική τροφοδότηση·

13)   «μικρό απομονωμένο σύστημα» (SIS): ένα μικρό απομονωμένο σύστημα, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 26) της οδηγίας 2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (14)·

14)   «απομονωμένο μικροσύστημα» (MIS): ένα απομονωμένο μικροσύστημα, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 27) της οδηγίας 2009/72/ΕΚ·

15)   «καύσιμο»: κάθε στερεά, υγρή ή αέρια καύσιμη ύλη·

16)   «καύσιμα διυλιστηρίου»: στερεά, υγρή ή αέρια καύσιμη ύλη προερχόμενη από τα στάδια απόσταξης και μετατροπής της διύλισης του αργού πετρελαίου, συμπεριλαμβανομένου του αέριου καυσίμου διυλιστηρίου, του συνθετικού αερίου, των ελαίων διυλιστηρίου και του οπτάνθρακα από πετρέλαιο·

17)   «απόβλητα»: τα απόβλητα κατά τον ορισμό του άρθρου 3 σημείο 1) της οδηγίας 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (15)·

18)   «βιομάζα»: οποιοδήποτε από τα ακόλουθα:

α)

προϊόντα που αποτελούνται από φυτική ύλη, προερχόμενη από τη γεωργία ή τη δασοκομία, η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως καύσιμο προκειμένου να ανακτηθεί το ενεργειακό της περιεχόμενο·

β)

τα ακόλουθα απόβλητα:

i)

φυτικά απόβλητα της γεωργίας και της δασοκομίας,

ii)

φυτικά απόβλητα της βιομηχανίας τροφίμων, εφόσον ανακτάται η εκλυόμενη θερμότητα,

iii)

ινώδη φυτικά απόβλητα από την παραγωγή παρθένου χαρτοπολτού και από την παραγωγή χαρτιού από χαρτοπολτό, εφόσον για τα απόβλητα αυτά εφαρμόζεται διαδικασία συναποτέφρωσης στον τόπο παραγωγής και ανακτάται η εκλυόμενη θερμότητα,

iv)

απόβλητα φελλού,

v)

απόβλητα ξύλου εκτός από τα απόβλητα ξύλου που ενδέχεται να περιέχουν αλογονούχες οργανικές ενώσεις ή βαρέα μέταλλα ως αποτέλεσμα επεξεργασίας με συντηρητικά ξύλου ή επίστρωσης και τα οποία περιλαμβάνουν ιδίως απόβλητα ξύλου προερχόμενα από οικοδομές και κατεδαφίσεις·

19)   «πετρέλαιο εσωτερικής καύσης»:

α)

κάθε υγρό καύσιμο παράγωγο του πετρελαίου που υπάγεται στους κωδικούς ΣΟ 2710 19 25, 2710 19 29, 2710 19 47, 2710 19 48, 2710 20 17 ή 2710 20 19 ή

β)

κάθε υγρό καύσιμο παράγωγο του πετρελαίου του οποίου λιγότερο από το 65 % κατ' όγκο (συμπεριλαμβανομένων των απωλειών) αποστάζει σε θερμοκρασία 250 °C και του οποίου τουλάχιστον το 85 % κατ' όγκο (συμπεριλαμβανομένων των απωλειών) αποστάζει σε θερμοκρασία 350 °C με τη μέθοδο ASTM D86·

20)   «φυσικό αέριο»: μεθάνιο που απαντά στη φύση και περιέχει αδρανή και άλλα συστατικά σε αναλογία 20 % (κατ' όγκο) κατ' ανώτατο όριο·

21)   «βαρύ μαζούτ»:

α)

κάθε υγρό καύσιμο παράγωγο του πετρελαίου που υπάγεται στους κωδικούς ΣΟ 2710 19 51 ως 2710 19 68, 2710 20 31, 2710 20 35 ή 2710 20 39 ή

β)

κάθε υγρό καύσιμο παράγωγο του πετρελαίου, εκτός από το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης που ορίζεται στο σημείο 19, το οποίο, λόγω των ορίων απόσταξής του, υπάγεται στην κατηγορία των βαρέων ελαίων που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα και του οποίου λιγότερο από το 65 % κατ' όγκο (συμπεριλαμβανομένων των απωλειών) αποστάζει σε θερμοκρασία 250 °C, με τη μέθοδο ASTM D86. Εάν η απόσταξη δεν μπορεί να προσδιοριστεί με τη μέθοδο ΑSΤΜ D86, το πετρελαϊκό προϊόν ομοίως κατατάσσεται στην κατηγορία του βαρέος μαζούτ·

22)   «ώρες λειτουργίας»: ο χρόνος, εκπεφρασμένος σε ώρες, κατά τη διάρκεια του οποίου μια μονάδα καύσης λειτουργεί και απορρίπτει εκπομπές στην ατμόσφαιρα, εξαιρουμένων των περιόδων έναρξης και διακοπής λειτουργίας·

23)   «φορέας εκμετάλλευσης»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο εκμεταλλεύεται ή ελέγχει τη μονάδα καύσης ή, όταν αυτό προβλέπεται από την εθνική νομοθεσία, στο οποίο έχει εκχωρηθεί αποφασιστική οικονομική εξουσία επί της τεχνικής λειτουργίας της εν λόγω μονάδας·

24)   «ζώνη»: τμήμα του εδάφους κράτους μέλους που οριοθετείται από αυτό το κράτος μέλος για λόγους εκτίμησης και διαχείρισης της ποιότητας του αέρα, όπως προβλέπεται στην οδηγία 2008/50/ΕΚ.

Άρθρο 4

Συνυπολογισμός

Συνδυασμός που σχηματίζεται από δύο ή περισσότερες νέες μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης θεωρείται ενιαία μεσαίου μεγέθους μονάδα καύσης για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας και η ονομαστική θερμική ισχύς τους προστίθεται με σκοπό τον υπολογισμό της συνολικής ονομαστικής θερμικής ισχύος της μονάδας, όταν:

τα απαέρια τέτοιων μεσαίου μεγέθους μονάδων καύσης απορρίπτονται μέσω κοινής καπνοδόχου ή

λαμβάνοντας υπόψη τεχνικούς και οικονομικούς παράγοντες, τα απαέρια τέτοιων μεσαίου μεγέθους μονάδων καύσης θα μπορούσαν, με απόφαση της αρμόδιας αρχής, να απορρίπτονται μέσω κοινής καπνοδόχου.

Άρθρο 5

Άδειες και εγγραφή σε μητρώο

1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλίσουν ότι καμία νέα μεσαίου μεγέθους μονάδα καύσης δεν λειτουργεί χωρίς άδεια ή χωρίς να έχει εγγραφεί σε μητρώο.

2.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλίσουν ότι, από 1ης Ιανουαρίου 2024, καμία υφιστάμενη μεσαίου μεγέθους μονάδα καύσης με ονομαστική θερμική ισχύ μεγαλύτερη των 5 MW δεν λειτουργεί χωρίς άδεια ή χωρίς να έχει εγγραφεί σε μητρώο.

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλίσουν ότι, από 1ης Ιανουαρίου 2029, καμιά υφιστάμενη μεσαίου μεγέθους μονάδα καύσης με ονομαστική θερμική ισχύ μικρότερη ή ίση των 5 MW δεν λειτουργεί χωρίς άδεια ή χωρίς να έχει εγγραφεί σε μητρώο.

3.   Τα κράτη μέλη προσδιορίζουν τη διαδικασία αδειοδότησης ή εγγραφής σε μητρώο όσον αφορά τις μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης. Οι εν λόγω διαδικασίες περιλαμβάνουν τουλάχιστον υποχρέωση του φορέα εκμετάλλευσης να ενημερώνει την αρμόδια αρχή όσον αφορά τη λειτουργία ή τη σκοπούμενη λειτουργία μονάδας καύσης μεσαίου μεγέθους και να παρέχει τουλάχιστον τις πληροφορίες που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι.

4.   Η αρμόδια αρχή εγγράφει σε μητρώο ή κινεί τη διαδικασία αδειοδότησης για τη μεσαίου μεγέθους μονάδα καύσης εντός μηνός από την παροχή ενημέρωσης από τον φορέα εκμετάλλευσης που αναφέρεται στην παράγραφο 3. Η αρμόδια αρχή ενημερώνει τον φορέα εκμετάλλευσης σχετικά με την εν λόγω εγγραφή ή την έναρξη της διαδικασίας αδειοδότησης.

5.   Η αρμόδια αρχή τηρεί μητρώο με πληροφορίες για κάθε μεσαίου μεγέθους μονάδα καύσης, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι και των πληροφοριών που λαμβάνονται σύμφωνα με το άρθρο 9. Οι υφιστάμενες μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης περιλαμβάνονται στο μητρώο από την ημερομηνία εγγραφής τους ή από την ημερομηνία αδειοδότησης, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία. Η αρμόδια αρχή καθιστά τις πληροφορίες που περιέχονται στο μητρώο διαθέσιμες στο κοινό, μεταξύ άλλων μέσω διαδικτύου, σύμφωνα με την οδηγία 2003/4/ΕΚ.

6.   Με την επιφύλαξη της υποχρέωσης κατοχής άδειας ή εγγραφής σε μητρώο για τις μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης, τα κράτη μέλη μπορούν να περιλαμβάνουν απαιτήσεις για ορισμένες κατηγορίες μεσαίου μεγέθους μονάδων καύσης σε γενικούς δεσμευτικούς κανόνες. Όταν θεσπίζονται γενικοί δεσμευτικοί κανόνες, η άδεια ή η εγγραφή σε μητρώο μπορεί απλώς να περιέχει αναφορά στους εν λόγω κανόνες.

7.   Όσον αφορά μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης που αποτελούν τμήμα εγκατάστασης η οποία καλύπτεται από το κεφάλαιο ΙΙ της οδηγίας 2010/75/ΕΕ, οι απαιτήσεις του παρόντος άρθρου θεωρείται ότι πληρούνται με τη συμμόρφωση προς την εν λόγω οδηγία.

8.   Κάθε χορηγούμενη άδεια ή εγγραφή σε μητρώο που διενεργείται σύμφωνα με άλλη εθνική ή ενωσιακή νομοθεσία μπορεί να συνδυάζεται με την άδεια ή την εγγραφή που απαιτείται βάσει της παραγράφου 1 για να αποτελέσει ενιαία άδεια ή εγγραφή σε μητρώο, υπό τον όρο ότι η εν λόγω ενιαία άδεια ή η εγγραφή σε μητρώο περιέχει τις απαιτούμενες από το παρόν άρθρο πληροφορίες.

Άρθρο 6

Οριακές τιμές εκπομπών

1.   Με την επιφύλαξη του κεφαλαίου II της οδηγίας 2010/75/ΕΕ, κατά περίπτωση, στις μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης ισχύουν οι οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο παράρτημα II της παρούσας οδηγίας.

Οι οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο παράρτημα II δεν εφαρμόζονται σε μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης που βρίσκονται στις Καναρίους Νήσους, τα γαλλικά υπερπόντια διαμερίσματα, τις Αζόρες και τη Μαδέρα. Τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη ορίζουν οριακές τιμές εκπομπών για τις μονάδες αυτές ώστε να μειώσουν τις εκπομπές τους στην ατμόσφαιρα και τους πιθανούς κινδύνους για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον.

2.   Από την 1η Ιανουαρίου 2025, οι εκπομπές SO2, NOx και σκόνης στην ατμόσφαιρα από υφιστάμενη μεσαίου μεγέθους μονάδα καύσης με ονομαστική θερμική ισχύ μεγαλύτερη των 5 MW δεν υπερβαίνουν τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στους πίνακες 2 και 3 του μέρος 1 του παραρτήματος II.

Από την 1η Ιανουαρίου 2030, οι εκπομπές SO2, NOx και σκόνης στην ατμόσφαιρα από υφιστάμενη μεσαίου μεγέθους μονάδα καύσης με ονομαστική θερμική ισχύ μικρότερη ή ίση των 5 MW δεν υπερβαίνουν τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στους πίνακες 1 και 3 του μέρος 1 του παραρτήματος II.

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να απαλλάσσουν τις υφιστάμενες μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης που σημειώνουν έως 500 ώρες λειτουργίας ετησίως, ως κυλιόμενο μέσο όρο πενταετίας, από την υποχρέωση συμμόρφωσης με τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στους πίνακες 1, 2 και 3 του μέρους 1 του παραρτήματος ΙΙ.

Τα κράτη μέλη μπορούν να παρατείνουν το χρονικό όριο που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο σε 1 000 ώρες λειτουργίας στις ακόλουθες περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης ή έκτακτων περιστάσεων:

για εφεδρική παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας σε συνδεδεμένα νησιά στην περίπτωση διακοπής της κύριας παροχής ηλεκτρικής ενέργειας σε νησί,

μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή θερμότητας σε περιπτώσεις εξαιρετικά ψυχρών καιρικών φαινομένων.

Σε όλες τις περιπτώσεις που περιγράφονται στην παρούσα παράγραφο, ισχύει οριακή τιμή εκπομπών σκόνης 200 mg/Nm3 για τις μονάδες που τροφοδοτούνται με στερεά καύσιμα.

4.   Οι υφιστάμενες μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης που είναι τμήματα SIS ή MIS συμμορφώνονται προς τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στους πίνακες 1, 2 και 3 του μέρους 1 του παραρτήματος ΙΙ από την 1η Ιανουαρίου 2030.

5.   Μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2030, τα κράτη μέλη μπορούν να απαλλάσσουν τις υφιστάμενες μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης με ονομαστική θερμική ισχύ μεγαλύτερη των 5 MW από την υποχρέωση συμμόρφωσης προς τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο παράρτημα II, υπό τον όρο ότι τουλάχιστον το 50 % της παραγωγής χρήσιμης θερμότητας της μονάδας, ως κυλιόμενος μέσος όρος πενταετίας, διοχετεύεται ως ατμός ή θερμό ύδωρ σε δημόσιο δίκτυο με σκοπό την τηλεθέρμανση. Σε περίπτωση τέτοιας απαλλαγής, οι οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται από την αρμόδια αρχή δεν υπερβαίνουν τα 1 100 mg/Nm3 για το SO2 και τα 150 mg/Nm3 για τη σκόνη.

Μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2030, τα κράτη μέλη μπορούν να απαλλάσσουν τις μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης που χρησιμοποιούν ως κύριο καύσιμο στερεή βιομάζα, οι οποίες βρίσκονται σε ζώνες όπου, σύμφωνα με τις αξιολογήσεις δυνάμει της οδηγίας 2008/50/ΕΚ, η συμμόρφωση προς τις οριακές τιμές της εν λόγω οδηγίας είναι εξασφαλισμένη, από την υποχρέωση συμμόρφωσης προς τις οριακές τιμές εκπομπών σκόνης που ορίζονται στο παράρτημα II της παρούσας οδηγίας. Σε περίπτωση τέτοιας απαλλαγής, οι οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται από την αρμόδια αρχή δεν υπερβαίνουν τα 150 mg/Nm3 για τη σκόνη.

Η αρμόδια αρχή διασφαλίζει σε κάθε περίπτωση ότι δεν προκαλείται σημαντική ρύπανση και ότι επιτυγχάνεται υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος στο σύνολό του.

6.   Μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2030, τα κράτη μέλη μπορούν να απαλλάσσουν τις υφιστάμενες μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης με ονομαστική θερμική ισχύ μεγαλύτερη των 5 MW, οι οποίες χρησιμοποιούνται για να θέτουν σε λειτουργία σταθμούς συμπίεσης φυσικού αερίου που απαιτούνται για να διασφαλίζεται η ασφάλεια και προστασία του εθνικού συστήματος μεταφοράς φυσικού αερίου, από την υποχρέωση συμμόρφωσης με τις οριακές τιμές εκπομπών NOx που καθορίζονται στον πίνακα 3 του μέρους 1 του παραρτήματος ΙΙ.

7.   Από τις 20 Δεκεμβρίου 2018, οι εκπομπές SO2, NOx και σκόνης στην ατμόσφαιρα από νέα μεσαίου μεγέθους μονάδα καύσης δεν υπερβαίνουν τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο παράρτημα II μέρος 2.

8.   Τα κράτη μέλη μπορούν να απαλλάσσουν τις νέες μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης που σημειώνουν έως 500 ώρες λειτουργίας ετησίως, ως κυλιόμενο μέσο όρο τριετίας, από την υποχρέωση συμμόρφωσης με τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο παράρτημα ΙΙ μέρος 2. Σε περίπτωση τέτοιας απαλλαγής, ισχύει οριακή τιμή εκπομπών σκόνης 100 mg/Nm3 για τις μονάδες που τροφοδοτούνται με στερεά καύσιμα.

9.   Σε ζώνες ή μέρη ζωνών όπου δεν τηρούνται οι οριακές τιμές για την ποιότητα του αέρα, οι οποίες προβλέπονται στην οδηγία 2008/50/ΕΚ, τα κράτη μέλη αξιολογούν την ανάγκη να εφαρμόσουν, για μεμονωμένες μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης στις εν λόγω ζώνες ή μέρη ζωνών, αυστηρότερες οριακές τιμές εκπομπών από εκείνες που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία, ως μέρος της ανάπτυξης σχεδίων για την ποιότητα του αέρα που αναφέρονται στο άρθρο 23 της οδηγίας 2008/50/ΕΚ, λαμβάνοντας υπόψη τα αποτελέσματα της ανταλλαγής πληροφοριών που αναφέρεται στην παράγραφο 10 του παρόντος άρθρου, υπό την προϋπόθεση ότι η εφαρμογή των εν λόγω οριακών τιμών εκπομπών θα συμβάλει αποτελεσματικά σε αξιοσημείωτη βελτίωση της ποιότητας του αέρα.

10.   Η Επιτροπή οργανώνει ανταλλαγή πληροφοριών με τα κράτη μέλη, τους σχετικούς κλάδους της βιομηχανίας και τις μη κυβερνητικές οργανώσεις σχετικά με τα επίπεδα εκπομπών που μπορούν να επιτευχθούν με τις βέλτιστες διαθέσιμες και αναδυόμενες τεχνολογίες και σχετικά με το αντίστοιχο κόστος.

Η Επιτροπή δημοσιεύει τα αποτελέσματα της ανταλλαγής πληροφοριών.

11.   Η αρμόδια αρχή μπορεί να εγκρίνει παρέκκλιση για μέγιστο χρονικό διάστημα έξι μηνών από την υποχρέωση τήρησης των οριακών τιμών εκπομπών που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 7 για το SO2, όσον αφορά μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης οι οποίες χρησιμοποιούν κανονικά καύσιμο χαμηλής περιεκτικότητας σε θείο, όταν ο φορέας εκμετάλλευσης δεν είναι σε θέση να τηρήσει τις εν λόγω οριακές τιμές εκπομπών λόγω διακοπής του εφοδιασμού με καύσιμο χαμηλής περιεκτικότητας σε θείο η οποία οφείλεται σε σοβαρή έλλειψη.

Τα κράτη μέλη ενημερώνουν εντός μηνός την Επιτροπή σχετικά με κάθε παρέκκλιση που εγκρίνεται βάσει του πρώτου εδαφίου.

12.   Η αρμόδια αρχή μπορεί να εγκρίνει παρέκκλιση από την υποχρέωση τήρησης των οριακών τιμών εκπομπών που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 7, σε περιπτώσεις όπου μια μεσαίου μεγέθους μονάδα καύσης η οποία χρησιμοποιεί μόνο αέριο καύσιμο αναγκάζεται, κατ' εξαίρεση, να χρησιμοποιήσει άλλα καύσιμα λόγω αιφνίδιας διακοπής του εφοδιασμού της με αέριο και, για τον λόγο αυτό, θα πρέπει να εξοπλιστεί με δευτεροβάθμιο εξοπλισμό μείωσης των εκπομπών. Το χρονικό διάστημα για το οποίο εγκρίνεται η εν λόγω παρέκκλιση δεν υπερβαίνει τις δέκα ημέρες εκτός εάν ο φορέας εκμετάλλευσης καταδείξει στην αρμόδια αρχή ότι δικαιολογείται μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.

Τα κράτη μέλη ενημερώνουν εντός μηνός την Επιτροπή σχετικά με κάθε παρέκκλιση που εγκρίνεται βάσει του πρώτου εδαφίου.

13.   Όταν μεσαίου μεγέθους μονάδα καύσης χρησιμοποιεί ταυτόχρονα δύο ή περισσότερα καύσιμα, η οριακή τιμή εκπομπών για κάθε ρύπο υπολογίζεται μέσω:

α)

λήψης της καθοριζόμενης στο παράρτημα ΙΙ οριακής τιμής εκπομπών για κάθε επιμέρους καύσιμο·

β)

προσδιορισμού της σταθμισμένης ως προς το καύσιμο οριακής τιμής εκπομπών, η οποία προκύπτει με πολλαπλασιασμό καθεμιάς από τις επιμέρους οριακές τιμές εκπομπών που αναφέρονται στο στοιχείο α) επί τη θερμική ισχύ κάθε καυσίμου και διαίρεση του γινομένου διά του αθροίσματος της θερμικής ισχύος όλων των καυσίμων· και

γ)

πρόσθεσης των σταθμισμένων ως προς το καύσιμο οριακών τιμών εκπομπών.

Άρθρο 7

Υποχρεώσεις του φορέα εκμετάλλευσης

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο φορέας εκμετάλλευσης παρακολουθεί τις εκπομπές σύμφωνα, κατ' ελάχιστον, με το παράρτημα ΙΙΙ μέρος 1.

2.   Για τις μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης που χρησιμοποιούν περισσότερα του ενός καύσιμα, η παρακολούθηση των εκπομπών διενεργείται κατά την τροφοδότηση με το καύσιμο ή μείγμα καυσίμων που είναι πιθανόν να έχει ως αποτέλεσμα το υψηλότερο επίπεδο εκπομπών και κατά τη διάρκεια περιόδου που αντιπροσωπεύει τις κανονικές συνθήκες λειτουργίας.

3.   Ο φορέας εκμετάλλευσης τηρεί αρχείο και επεξεργάζεται όλα τα αποτελέσματα της παρακολούθησης κατά τρόπο ώστε να επιτρέπεται η επαλήθευση της συμμόρφωσης με τις οριακές τιμές εκπομπών σύμφωνα με τους κανόνες του παραρτήματος ΙΙΙ μέρος 2.

4.   Για τις μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης που χρησιμοποιούν δευτεροβάθμιο εξοπλισμό μείωσης των εκπομπών προκειμένου να συμμορφωθούν με τις οριακές τιμές εκπομπών, ο φορέας εκμετάλλευσης τηρεί αρχείο της αποτελεσματικής συνεχούς λειτουργίας του εν λόγω εξοπλισμού ή πληροφορίες που την αποδεικνύουν.

5.   Ο φορέας εκμετάλλευσης μεσαίου μεγέθους μονάδας καύσης διατηρεί τα ακόλουθα:

α)

την άδεια ή την απόδειξη εγγραφής στο μητρώο από την αρμόδια αρχή και, κατά περίπτωση, την επικαιροποιημένη έκδοση αυτής και τις σχετικές πληροφορίες·

β)

τα αποτελέσματα της παρακολούθησης και τις πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 3 και 4·

γ)

κατά περίπτωση, αρχείο των ωρών λειτουργίας όπως αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφοι 3 και 8·

δ)

αρχείο του είδους και των ποσοτήτων των καυσίμων που χρησιμοποιήθηκαν στη μονάδα και τυχόν δυσλειτουργιών ή βλαβών του δευτεροβάθμιου εξοπλισμού μείωσης των εκπομπών·

ε)

τις καταγραφείσες περιπτώσεις μη συμμόρφωσης και τα ληφθέντα μέτρα, όπως αναφέρονται στην παράγραφο 7.

Τα δεδομένα και οι πληροφορίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο στοιχεία β) έως ε) διατηρούνται για χρονικό διάστημα τουλάχιστον έξι ετών.

6.   Ο φορέας εκμετάλλευσης θέτει, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, τα δεδομένα και τις πληροφορίες που απαριθμούνται στην παράγραφο 5 στη διάθεση της αρμόδιας αρχής κατόπιν αιτήματος. Η αρμόδια αρχή μπορεί να υποβάλλει το εν λόγω αίτημα προκειμένου να επιτραπεί ο έλεγχος της συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας. Η αρμόδια αρχή διατυπώνει το αίτημα αυτό, εάν ένα μέλος του κοινού ζητήσει πρόσβαση στα δεδομένα ή στις πληροφορίες που απαριθμούνται στην παράγραφο 5.

7.   Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τις οριακές τιμές εκπομπών που ορίζονται στο παράρτημα ΙΙ, ο φορέας εκμετάλλευσης λαμβάνει τα απαιτούμενα μέτρα για την αποκατάσταση της συμμόρφωσης το συντομότερο δυνατόν, με την επιφύλαξη των μέτρων που απαιτούνται δυνάμει του άρθρου 8. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες για το είδος, τη συχνότητα και τον μορφότυπο της ενημέρωσης όσον αφορά περιπτώσεις μη συμμόρφωσης που θα πρέπει να παρέχουν οι φορείς εκμετάλλευσης στην αρμόδια αρχή.

8.   Ο φορέας εκμετάλλευσης παρέχει στην αρμόδια αρχή κάθε αναγκαία συνδρομή για τη διενέργεια των επιθεωρήσεων και των επιτόπιων επισκέψεων, τη δειγματοληψία και τη συλλογή των στοιχείων που απαιτούνται για την εκτέλεση των καθηκόντων της για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας.

9.   Ο φορέας εκμετάλλευσης μεριμνά ώστε οι περίοδοι έναρξης και διακοπής λειτουργίας της μεσαίου μεγέθους μονάδας καύσης να είναι όσο το δυνατόν συντομότερες.

Άρθρο 8

Έλεγχος συμμόρφωσης

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι έγκυρες τιμές εκπομπών που παρακολουθούνται σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙΙ δεν υπερβαίνουν τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο παράρτημα ΙΙ.

2.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν αποτελεσματικό σύστημα, που βασίζεται είτε σε περιβαλλοντικές επιθεωρήσεις είτε σε άλλα μέτρα, για τον έλεγχο της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

3.   Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης, εκτός από τα μέτρα που λαμβάνονται από τον φορέα εκμετάλλευσης σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 7, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η αρμόδια αρχή απαιτεί από τον φορέα εκμετάλλευσης να λάβει τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει την αποκατάσταση της συμμόρφωσης χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

Όταν η μη συμμόρφωση έχει ως αποτέλεσμα σημαντική επιδείνωση της ποιότητας του αέρα σε τοπικό επίπεδο, η λειτουργία της μεσαίου μεγέθους μονάδας καύσης αναστέλλεται έως ότου αποκατασταθεί η συμμόρφωση.

Άρθρο 9

Αλλαγές στις μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι ο φορέας εκμετάλλευσης ενημερώνει την αρμόδια αρχή, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, για κάθε σχεδιαζόμενη αλλαγή της μεσαίου μεγέθους μονάδας καύσης η οποία θα μπορούσε να επηρεάσει τις εφαρμοστέες οριακές τιμές εκπομπών.

Η αρμόδια αρχή ενημερώνει αναλόγως την άδεια ή την εγγραφή σε μητρώο, κατά περίπτωση.

Άρθρο 10

Αρμόδιες αρχές

Τα κράτη μέλη ορίζουν τις αρμόδιες αρχές που φέρουν την ευθύνη για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 11

Υποβολή εκθέσεων

1.   Τα κράτη μέλη, έως την 1η Οκτωβρίου 2026 και έως την 1η Οκτωβρίου 2031, υποβάλλουν στην Επιτροπή έκθεση που περιλαμβάνει ποιοτικά και ποσοτικά στοιχεία σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, τυχόν μέτρα που ελήφθησαν για την επαλήθευση της συμμόρφωσης της λειτουργίας των μεσαίου μεγέθους μονάδων καύσης με την παρούσα οδηγία και τυχόν μέτρα επιβολής για τους σκοπούς αυτής.

Η πρώτη έκθεση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο περιλαμβάνει εκτίμηση των συνολικών ετήσιων εκπομπών SO2, NOx και σκόνης που προέρχονται από μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης, ανά είδος μονάδας, είδος καυσίμων και κατηγορία δυναμικότητας.

2.   Τα κράτη μέλη υποβάλλουν επίσης έκθεση στην Επιτροπή, έως την 1η Ιανουαρίου 2021, που περιέχει εκτίμηση των συνολικών ετήσιων εκπομπών CO και τυχόν διαθέσιμες πληροφορίες για τη συγκέντρωση εκπομπών CO από μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης, ανά είδος καυσίμων και κατηγορία δυναμικότητας.

3.   Για τους σκοπούς της υποβολής εκθέσεων που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 2, η Επιτροπή θέτει στη διάθεση των κρατών μελών εργαλείο ηλεκτρονικής υποβολής εκθέσεων.

Η Επιτροπή καθορίζει με εκτελεστικές πράξεις τους τεχνικούς μορφότυπους για την υποβολή εκθέσεων με στόχο την απλούστευση και την ευθυγράμμιση των σχετικών υποχρεώσεων των κρατών μελών όσον αφορά τις πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 15.

4.   Εντός δώδεκα μηνών από τη λήψη των εκθέσεων από τα κράτη μέλη σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή υποβάλλει συνοπτική έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, λαμβάνοντας υπόψη τις πληροφορίες που έχουν παρασχεθεί σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφοι 11 και 12.

5.   Η Επιτροπή επικουρείται από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της βάσει των παραγράφων 3 και 4.

Άρθρο 12

Επανεξέταση

1.   Έως την 1η Ιανουαρίου 2020 η Επιτροπή επανεξετάζει την πρόοδο που έχει σημειωθεί στην ενεργειακή απόδοση των μεσαίου μεγέθους μονάδων καύσης και αξιολογεί τα οφέλη από την κατάρτιση ελάχιστων προτύπων ενεργειακής απόδοσης σύμφωνα με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές.

2.   Έως την 1η Ιανουαρίου 2023, η Επιτροπή αξιολογεί την ανάγκη επανεξέτασης των διατάξεων όσον αφορά μονάδες καύσης που αποτελούν τμήματα SIS ή MIS, καθώς και του μέρους 2 του παραρτήματος ΙΙ, βάσει των τεχνολογιών αιχμής.

Ως μέρος της επανεξέτασης αυτής, η Επιτροπή αξιολογεί επίσης κατά πόσον απαιτείται ρύθμιση των εκπομπών CO για ορισμένα ή όλα τα είδη μεσαίου μεγέθους μονάδων καύσης.

Στη συνέχεια, η επανεξέταση πραγματοποιείται κάθε δέκα έτη και περιλαμβάνει αξιολόγηση του κατά πόσον είναι σκόπιμο να καθοριστούν αυστηρότερες οριακές τιμές εκπομπών ιδίως για νέες μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης.

3.   Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση για τα αποτελέσματα των επανεξετάσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, μαζί με νομοθετική πρόταση, εφόσον απαιτείται.

Άρθρο 13

Τροποποίηση των παραρτημάτων

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 14 για την προσαρμογή του παραρτήματος ΙΙΙ μέρος 2 σημείο 2 στην τεχνική και επιστημονική πρόοδο.

Άρθρο 14

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 13 εξουσία έκδοσης κατ' εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από τις 18 Δεκεμβρίου 2015. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της πενταετούς περιόδου. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται αυτομάτως για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 13 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των κατ' εξουσιοδότηση πράξεων που ήδη ισχύουν.

4.   Μόλις εκδώσει μια κατ' εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.   Η κατ' εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 13 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 15

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή που έχει συσταθεί με το άρθρο 75 παράγραφος 1 της οδηγίας 2010/75/ΕΕ. Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Εάν η επιτροπή δεν διατυπώσει γνώμη, η Επιτροπή δεν εκδίδει το σχέδιο εκτελεστικής πράξης και εφαρμόζεται το άρθρο 5 παράγραφος 4 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Άρθρο 16

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη ορίζουν τους κανόνες για τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των εθνικών διατάξεων οι οποίες θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν την εφαρμογή τους. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις σχετικές διατάξεις στην Επιτροπή έως τις 19 Δεκεμβρίου 2017 το αργότερο και την ενημερώνουν χωρίς καθυστέρηση για κάθε μεταγενέστερη τροποποίησή τους.

Άρθρο 17

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία έως τις 19 Δεκεμβρίου 2017. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα εν λόγω μέτρα, αυτά περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών μέτρων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 18

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 19

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Στρασβούργο, 25 Νοεμβρίου 2015.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

N. SCHMIT


(1)  ΕΕ C 451 της 16.12.2014, σ. 134.

(2)  ΕΕ C 415 της 20.11.2014, σ. 23.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Οκτωβρίου 2015 (δεν έχει ακόμη δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 10ης Νοεμβρίου 2015.

(4)  Απόφαση αριθ. 1386/2013/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Νοεμβρίου 2013, σχετικά με γενικό ενωσιακό πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον έως το 2020 «Ευημερία εντός των ορίων του πλανήτη μας» ( ΕΕ L 354 της 28.12.2013, σ. 171).

(5)  Οδηγία 2009/125/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, για τη θέσπιση πλαισίου για τον καθορισμό απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού όσον αφορά τα συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα (ΕΕ L 285 της 31.10.2009, σ. 10).

(6)  Οδηγία 2010/75/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, περί βιομηχανικών εκπομπών (ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης) (ΕΕ L 334 της 17.12.2010, σ. 17).

(7)  Οδηγία 2001/80/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2001, για τον περιορισμό των εκπομπών στην ατμόσφαιρα ορισμένων ρύπων (ΕΕ L 309 της 27.11.2001, σ. 1).

(8)  Οδηγία 2008/50/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2008, για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα και καθαρότερο αέρα για την Ευρώπη (ΕΕ L 152 της 11.6.2008, σ. 1).

(9)  Οδηγία 2003/4/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2003, για την πρόσβαση του κοινού σε περιβαλλοντικές πληροφορίες και για την κατάργηση της οδηγίας 90/313/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 41 της 14.2.2003, σ. 26).

(10)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση των κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(11)  ΕΕ C 369 της 17.12.2011, σ. 14.

(12)  Οδηγία 97/68/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 1997, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τα ληπτέα μέτρα κατά της εκπομπής αερίων και σωματιδιακών ρύπων προερχόμενων από κινητήρες εσωτερικής καύσης που τοποθετούνται σε μη οδικά κινητά μηχανήματα (ΕΕ L 59 της 27.2.1998, σ. 1).

(13)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, περί υγειονομικών κανόνων για ζωικά υποπροϊόντα και παράγωγα προϊόντα που δεν προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1774/2002 (κανονισμός για τα ζωικά υποπροϊόντα) (ΕΕ L 300 της 14.11.2009, σ. 1).

(14)  Οδηγία 2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενεργείας και για την κατάργηση της οδηγίας 2003/54/ΕΚ (ΕΕ L 211 της 14.8.2009, σ. 55).

(15)  Οδηγία 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, για τα απόβλητα και την κατάργηση ορισμένων οδηγιών (ΕΕ L 312 της 22.11.2008, σ. 3).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΑΡΕΧΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΦΟΡΕΑ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΑΡΜΟΔΙΑ ΑΡΧΗ

1.

Ονομαστική θερμική ισχύς (MW) της μεσαίου μεγέθους μονάδας καύσης.

2.

Είδος της μεσαίου μεγέθους μονάδας καύσης (ντιζελοκίνητη μηχανή, αεριοστρόβιλος, μηχανή διπλού καυσίμου, άλλη μηχανή ή άλλη μεσαίου μεγέθους μονάδα καύσης).

3.

Είδος και αναλογία των χρησιμοποιούμενων καυσίμων, σύμφωνα με τις κατηγορίες καυσίμων που προβλέπονται στο παράρτημα ΙΙ.

4.

Ημερομηνία έναρξης λειτουργίας της μεσαίου μεγέθους μονάδας καύσης ή αν η ακριβής ημερομηνία της έναρξης λειτουργίας είναι άγνωστη, απόδειξη του γεγονότος ότι η λειτουργία άρχισε πριν από τις 20 Δεκεμβρίου 2018.

5.

Τομέας δραστηριότητας της μεσαίου μεγέθους μονάδας καύσης ή της μονάδας στην οποία αυτή χρησιμοποιείται (κωδικός NACE).

6.

Προβλεπόμενος αριθμός ετήσιων ωρών λειτουργίας της μεσαίου μεγέθους μονάδας καύσης και μέσο φορτίο κατά τη χρήση της.

7.

Στην περίπτωση χρήσης των απαλλαγών του άρθρου 6 παράγραφος 3 ή 8, δήλωση υπογεγραμμένη από τον φορέα εκμετάλλευσης, στην οποία βεβαιώνεται ότι η λειτουργία της μεσαίου μεγέθους μονάδας καύσης δεν θα υπερβαίνει τον αριθμό των ωρών που αναφέρονται στις εν λόγω παραγράφους.

8.

Επωνυμία και έδρα του φορέα εκμετάλλευσης και, σε περίπτωση σταθερών μεσαίου μεγέθους μονάδων καύσης, διεύθυνση της θέσης τους.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΟΡΙΑΚΕΣ ΤΙΜΕΣ ΕΚΠΟΜΠΩΝ, ΑΝΑΦΕΡΟΜΕΝΕΣ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 6

Όλες οι οριακές τιμές εκπομπών που αναφέρονται στο παρόν παράρτημα ορίζονται σε θερμοκρασία 273,15 K και πίεση 101,3 kPa, με διόρθωση ως προς την περιεκτικότητα των απαερίων σε υδρατμούς και με τυπική περιεκτικότητα σε O2 6 % για τις μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης που χρησιμοποιούν στερεά καύσιμα, 3 % για τις μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης που δεν είναι μηχανές ούτε αεριοστρόβιλοι και τροφοδοτούνται με υγρά και αέρια καύσιμα και 15 % για τις μηχανές και τους αεριοστρόβιλους.

ΜΕΡΟΣ 1

Οριακές τιμές εκπομπών για τις υφιστάμενες μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης

Πίνακας 1

Οριακές τιμές εκπομπών (mg/Nm3) για τις υφιστάμενες μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης με ονομαστική θερμική ισχύ ίση ή μεγαλύτερη του 1 MW και μικρότερη ή ίση των 5 MW, εκτός των μηχανών και των αεριοστρόβιλων

Ρύπος

Στερεή βιομάζα

Άλλα στερεά καύσιμα

Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης

Υγρά καύσιμα εκτός από πετρέλαιο εσωτερικής καύσης

Φυσικό αέριο

Αέρια καύσιμα εκτός του φυσικού αερίου

SO2

200 (1)  (2)

1 100

350

200 (3)

NOx

650

650

200

650

250

250

Σκόνη

50

50

50


Πίνακας 2

Οριακές τιμές εκπομπών (mg/Nm3) για τις υφιστάμενες μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης με ονομαστική θερμική ισχύ μεγαλύτερη των 5 MW, εκτός των μηχανών και των αεριοστρόβιλων

Ρύπος

Στερεή βιομάζα

Άλλα στερεά καύσιμα

Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης

Υγρά καύσιμα εκτός από πετρέλαιο εσωτερικής καύσης

Φυσικό αέριο

Αέρια καύσιμα εκτός του φυσικού αερίου

SO2

200 (4)  (5)

400 (6)

350 (7)

35 (8)  (9)

NOX

650

650

200

650

200

250

Σκόνη

30 (10)

30 (10)

30


Πίνακας 3

Οριακές τιμές εκπομπών (mg/Nm3) για υφιστάμενες μηχανές και αεριοστρόβιλους

Ρύπος

Τύπος μεσαίου μεγέθους μονάδας καύσης

Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης

Υγρά καύσιμα εκτός από πετρέλαιο εσωτερικής καύσης

Φυσικό αέριο

Αέρια καύσιμα εκτός του φυσικού αερίου

SO2

Μηχανές και αεριοστρόβιλοι

120

15 (11)  (12)

NOX

Μηχανές

190 (13)  (14)

190 (13)  (15)

190 (16)

190 (16)

Αεριοστρόβιλοι (17)

200

200

150

200

Σκόνη

Μηχανές και αεριοστρόβιλοι

10 (18)

ΜΕΡΟΣ 2

Οριακές τιμές εκπομπών για τις νέες μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης

Πίνακας 1

Οριακές τιμές εκπομπών (mg/Nm3) για νέες μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης εκτός των μηχανών και των αεριοστρόβιλων

Ρύπος

Στερεή βιομάζα

Άλλα στερεά καύσιμα

Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης

Υγρά καύσιμα εκτός από πετρέλαιο εσωτερικής καύσης

Φυσικό αέριο

Αέρια καύσιμα εκτός του φυσικού αερίου

SO2

200 (19)

400

350 (20)

35 (21)  (22)

NOx

300 (23)

300 (23)

200

300 (24)

100

200

Σκόνη

20 (25)

20 (25)

20 (26)


Πίνακας 2

Οριακές τιμές εκπομπών (mg/Nm3) για νέες μηχανές και αεριοστρόβιλους

Ρύπος

Τύπος μεσαίου μεγέθους μονάδας καύσης

Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης

Υγρά καύσιμα εκτός από πετρέλαιο εσωτερικής καύσης

Φυσικό αέριο

Αέρια καύσιμα εκτός του φυσικού αερίου

SO2

Μηχανές και αεριοστρόβιλοι

120 (27)

15 (28)

NOX

Μηχανές (29)  (30)

190 (31)

190 (31)  (32)

95 (33)

190

Αεριοστρόβιλοι (34)

75

75 (35)

50

75

Σκόνη

Μηχανές και αεριοστρόβιλοι

10 (36)  (37)


(1)  Η τιμή δεν ισχύει για μονάδες που τροφοδοτούνται με στερεή βιομάζα ξύλου αποκλειστικά.

(2)  300 mg/Nm3 στην περίπτωση των μονάδων που τροφοδοτούνται με άχυρο.

(3)  400 mg/Nm3 στην περίπτωση αερίων χαμηλής θερμογόνου δύναμης από οπτανθρακοποιεία στη βιομηχανία σιδήρου και χάλυβα.

(4)  Η τιμή δεν ισχύει για μονάδες που τροφοδοτούνται αποκλειστικά με στερεή βιομάζα ξύλου.

(5)  300 mg/Nm3 για τις μονάδες που τροφοδοτούνται με άχυρο.

(6)  1 100 mg/Nm3 για μονάδες με ονομαστική θερμική ισχύ μεγαλύτερη των 5 MW και μικρότερη ή ίση των 20 MW.

(7)  Μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2030, 850 mg/Nm3 για μονάδες με ονομαστική θερμική ισχύ μεγαλύτερη των 5 ΜW και μικρότερη ή ίση των 20 MW που τροφοδοτούνται με βαρύ μαζούτ.

(8)  400 mg/Nm3 για αέρια χαμηλής θερμογόνου δύναμης από οπτανθρακοποιεία, καθώς και 200 mg/Nm3 για αέρια χαμηλής θερμογόνου δύναμης από υψικαμίνους, στη βιομηχανία σιδήρου και χάλυβα.

(9)  170 mg/Nm3 για τα βιοαέρια.

(10)  50 mg/Nm3 για μονάδες με ονομαστική θερμική ισχύ μεγαλύτερη των 5 ΜW και μικρότερη ή ίση των 20 MW.

(11)  60 mg/Nm3 για τα βιοαέρια.

(12)  130 mg/Nm3 για τα αέρια χαμηλής θερμογόνου δύναμης από οπτανθρακοποιεία, καθώς και 65 mg/Nm στην περίπτωση αερίων χαμηλής θερμογόνου δύναμης από υψικαμίνους, στη βιομηχανία σιδήρου και χάλυβα.

(13)  1 850 mg/Nm3 στις ακόλουθες περιπτώσεις:

(i)

για ντιζελοκίνητες μηχανές, η κατασκευή των οποίων άρχισε πριν από τις 18 Μαΐου 2006·

(ii)

για μηχανές διπλού καυσίμου κατά τη λειτουργία με το υγρό καύσιμο.

(14)  250 mg/Nm3 για μηχανές με ονομαστική θερμική ισχύ ίση ή μεγαλύτερη του 1 ΜW και μικρότερη ή ίση των 5 MW.

(15)  250 mg/Nm3 για μηχανές με ονομαστική θερμική ισχύ ίση ή μεγαλύτερη του 1 ΜW και μικρότερη ή ίση των 5 MW. 225 mg/Nm3 για μηχανές με ονομαστική θερμική ισχύ μεγαλύτερη των 5 ΜW και μικρότερη ή ίση των 20 MW.

(16)  380 mg/Nm3 για μηχανές διπλού καυσίμου κατά τη λειτουργία με το αέριο καύσιμο.

(17)  Οι οριακές τιμές εκπομπών ισχύουν μόνο για φορτίο άνω του 70 %.

(18)  20 mg/Nm3 για μονάδες με ονομαστική θερμική ισχύ ίση ή μεγαλύτερη του 1 ΜW και μικρότερη ή ίση των 20 MW.

(19)  Η τιμή δεν ισχύει για μονάδες που τροφοδοτούνται αποκλειστικά με στερεή βιομάζα ξύλου.

(20)  Μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2025, 1 700 mg/Nm3 στην περίπτωση μονάδων που αποτελούν τμήμα SIS ή MIS.

(21)  400 mg/Nm3 για αέρια χαμηλής θερμογόνου δύναμης από οπτανθρακοποιεία, καθώς και 200 mg/Nm3 για αέρια χαμηλής θερμογόνου δύναμης από υψικαμίνους, στη βιομηχανία σιδήρου και χάλυβα.

(22)  100 mg/Nm3 για τα βιοαέρια.

(23)  500 mg/Nm3 για μονάδες με ολική ονομαστική θερμική ισχύ ίση ή μεγαλύτερη του 1 ΜW και μικρότερη ή ίση των 5 MW.

(24)  Μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2025, 450 mg/Nm3 σε περίπτωση τροφοδότησης με βαρύ μαζούτ το οποίο περιέχει μεταξύ 0,2 % και 0,3 % N και 360 mg/Nm3 σε περίπτωση τροφοδότησης με βαρύ μαζούτ το οποίο περιέχει λιγότερο από 0,2 % N για μονάδες που αποτελούν τμήμα SIS ή MIS.

(25)  50 mg/Nm3 για μονάδες με ολική ονομαστική θερμική ισχύ ίση ή μεγαλύτερη του 1 ΜW και μικρότερη ή ίση των 5 MW. 30 mg/Nm3 για μονάδες με ολική ονομαστική θερμική ισχύ μεγαλύτερη των 5 ΜW και μικρότερη ή ίση των 20 MW.

(26)  50 mg/Nm3 για μονάδες με ολική ονομαστική θερμική ισχύ ίση ή μεγαλύτερη του 1 ΜW και μικρότερη ή ίση των 5 MW.

(27)  Μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2025, 590 mg/Nm3 για ντιζελοκίνητες μηχανές που αποτελούν τμήμα SIS ή MIS.

(28)  40 mg/Nm3 για τα βιοαέρια.

(29)  Οι μηχανές που λειτουργούν μεταξύ 500 και 1 500 ωρών κατ' έτος μπορούν να εξαιρούνται από την υποχρέωση συμμόρφωσης με αυτές τις οριακές τιμές εκπομπών εάν εφαρμόζουν πρωτοβάθμια μέτρα για τον περιορισμό εκπομπών NOx και τηρούν τις οριακές τιμές εκπομπών που ορίζονται στην υποσημείωση (4).

(30)  Μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2025 σε SIS και MIS, 1 850 mg/Nm3 για μηχανές διπλού καυσίμου κατά τη λειτουργία με το υγρό καύσιμο και 380 mg/Nm3 κατά τη λειτουργία με το αέριο καύσιμο· 1 300 mg/Nm3 για τις ντιζελοκίνητες μηχανές με ≤ 1 200 σ.α.λ. με συνολική ονομαστική θερμική ισχύ μικρότερη ή ίση των 20 MW και 1 850 mg/Nm3 για ντιζελοκίνητες μηχανές με συνολική ονομαστική θερμική ισχύ μεγαλύτερη των 20 MW· 750 mg/Nm3 για ντιζελοκίνητες μηχανές με > 1 200 σ.α.λ..

(31)  225 mg/Nm3 για μηχανές διπλού καυσίμου κατά τη λειτουργία με το υγρό καύσιμο.

(32)  225 mg/Nm3 για ντιζελοκίνητες μηχανές με ολική ονομαστική θερμική ισχύ μικρότερη ή ίση των 20 MW με ≤ 1 200 σ.α.λ..

(33)  190 mg/Nm3 για μηχανές διπλού καυσίμου κατά τη λειτουργία με το αέριο καύσιμο.

(34)  Αυτές οι οριακές τιμές εκπομπών ισχύουν μόνο για φορτίο άνω του 70 %.

(35)  Μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2025, 550 mg/Nm3 για μονάδες που αποτελούν τμήμα SIS ή MIS.

(36)  Μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2025, 75 mg/Nm3 για ντιζελοκίνητες μηχανές που αποτελούν τμήμα SIS ή MIS.

(37)  20 mg/Nm3 για μονάδες με ολική ονομαστική θερμική ισχύ ίση ή μεγαλύτερη του 1 ΜW και μικρότερη ή ίση των 5 MW.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IΙΙ

ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ

ΜΕΡΟΣ 1

Παρακολούθηση των εκπομπών από τον φορέα εκμετάλλευσης

1.

Απαιτούνται περιοδικές μετρήσεις τουλάχιστον:

ανά τριετία για τις μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης με ονομαστική θερμική ισχύ ίση ή μεγαλύτερη από 1 MW και μικρότερη ή ίση των 20 MW,

ετησίως για τις μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης με ονομαστική θερμική ισχύ μεγαλύτερη των 20 MW.

2.

Εναλλακτικά προς τις συχνότητες που αναφέρονται στο σημείο 1, στην περίπτωση μεσαίου μεγέθους μονάδων καύσης που υπάγονται στις διατάξεις του άρθρου 6 παράγραφος 3 ή 8, απαιτούνται περιοδικές μετρήσεις τουλάχιστον κάθε φορά που έχει παρέλθει ο ακόλουθος αριθμός ωρών λειτουργίας:

τριπλάσιες του μέγιστου μέσου αριθμού ετήσιων ωρών λειτουργίας, που εφαρμόζεται σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 3 ή 8, για τις μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης με ονομαστική θερμική ισχύ ίση ή μεγαλύτερη από 1 MW και μικρότερη ή ίση των 20 MW,

ίσες με τον μέγιστο μέσο αριθμό ετήσιων ωρών λειτουργίας, που εφαρμόζεται σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 3 ή 8, για τις μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης με ονομαστική θερμική ισχύ μεγαλύτερη των 20 MW.

Η συχνότητα των περιοδικών μετρήσεων σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να είναι μικρότερη από μία φορά ανά πενταετία.

3.

Οι μετρήσεις απαιτούνται μόνο για:

α)

ρύπους για τους οποίους προβλέπεται στην παρούσα οδηγία οριακή τιμή εκπομπών για τη συγκεκριμένη μονάδα καύσης·

β)

εκπομπές CO για όλες τις μονάδες.

4.

Οι πρώτες μετρήσεις πραγματοποιούνται εντός τεσσάρων μηνών από την έκδοση της άδειας ή την εγγραφή της μονάδας καύσης σε μητρώο ή από την ημερομηνία έναρξης της λειτουργίας, ανάλογα ποια ημερομηνία είναι μεταγενέστερη.

5.

Εναλλακτικά προς τις μετρήσεις SO2 που αναφέρονται στα σημεία 1 και 2 και στο σημείο 3 στοιχείο α), επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό των εκπομπών SO2 άλλες διαδικασίες, οι οποίες έχουν ελεγχθεί και εγκριθεί από την αρμόδια αρχή.

6.

Εναλλακτικά προς τις περιοδικές μετρήσεις που αναφέρονται στο σημείο 1, τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν συνεχείς μετρήσεις.

Σε περίπτωση συνεχών μετρήσεων, τα αυτοματοποιημένα συστήματα μέτρησης υπόκεινται σε έλεγχο μέσω παράλληλων μετρήσεων με τις μεθόδους αναφοράς τουλάχιστον μία φορά κατ' έτος και ο φορέας εκμετάλλευσης ενημερώνει την αρμόδια αρχή σχετικά με τα αποτελέσματα των εν λόγω ελέγχων.

7.

Η δειγματοληψία και η ανάλυση των ρυπαντικών ουσιών και οι μετρήσεις των παραμέτρων διεργασίας, καθώς και οι εναλλακτικές διαδικασίες που ενδεχομένως χρησιμοποιούνται βάσει των σημείων 5 και 6, βασίζονται σε μεθόδους που επιτρέπουν την επίτευξη αξιόπιστων, αντιπροσωπευτικών και συγκρίσιμων αποτελεσμάτων. Οι μέθοδοι που είναι σύμφωνες με τα εναρμονισμένα πρότυπα EN τεκμαίρεται ότι πληρούν την απαίτηση αυτή. Κατά τη διάρκεια κάθε μέτρησης, η μονάδα λειτουργεί υπό σταθερές συνθήκες με αντιπροσωπευτικό ίσο φορτίο. Στο πλαίσιο αυτό, οι περίοδοι έναρξης και διακοπής της λειτουργίας εξαιρούνται.

ΜΕΡΟΣ 2

Αξιολόγηση της συμμόρφωσης

1.

Σε περίπτωση περιοδικών μετρήσεων, οι οριακές τιμές εκπομπών που ορίζονται στο άρθρο 6 λογίζονται ως τηρηθείσες, εφόσον τα αποτελέσματα καθεμίας από τις σειρές μετρήσεων ή των άλλων διαδικασιών που ορίζονται και καθορίζονται σύμφωνα με τους κανόνες που θεσπίζει η αρμόδια αρχή δεν υπερβαίνουν τη σχετική οριακή τιμή εκπομπών.

2.

Σε περίπτωση συνεχών μετρήσεων, η τήρηση των οριακών τιμών εκπομπών που ορίζονται στο άρθρο 6 αξιολογείται σύμφωνα με το παράρτημα V μέρος 4 σημείο 1 της οδηγίας 2010/75/ΕΕ.

Οι επικυρωμένες μέσες τιμές καθορίζονται σύμφωνα με το παράρτημα V μέρος 3 σημεία 9 και 10 της οδηγίας 2010/75/ΕΕ.

3.

Για τον υπολογισμό των μέσων τιμών εκπομπών δεν λαμβάνονται υπόψη οι τιμές που μετρώνται κατά τις περιόδους που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφοι 11 και 12, καθώς και κατά τις φάσεις έναρξης και διακοπής της λειτουργίας.