18.7.2013   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 195/24


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 9ης Ιουλίου 2013

σχετικά με την υιοθέτηση του ευρώ από τη Λετονία την 1η Ιανουαρίου 2014

(2013/387/ΕΕ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 140 παράγραφος 2,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Έχοντας υπόψη την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (1),

Έχοντας υπόψη την έκθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (2),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

Έχοντας υπόψη τη συζήτηση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου,

Έχοντας υπόψη τη σύσταση των μελών του Συμβουλίου που εκπροσωπούν τα κράτη μέλη που έχουν ως νόμισμα το ευρώ,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το τρίτο στάδιο της οικονομικής και νομισματικής ένωσης («ΟΝΕ») άρχισε την 1η Ιανουαρίου 1999. Το Συμβούλιο, το οποίο συνήλθε στις 3 Μαΐου 1998 στις Βρυξέλλες σε επίπεδο αρχηγών κρατών ή κυβερνήσεων, αποφάσισε ότι το Βέλγιο, η Γερμανία, η Ισπανία, η Γαλλία, η Ιρλανδία, η Ιταλία, το Λουξεμβούργο, οι Κάτω Χώρες, η Αυστρία, η Πορτογαλία και η Φινλανδία πληρούσαν τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την υιοθέτηση του ευρώ από την 1η Ιανουαρίου 1999 (3).

(2)

Με την απόφαση 2000/427/ΕΚ (4), το Συμβούλιο αποφάσισε ότι η Ελλάδα πληρούσε τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την υιοθέτηση του ευρώ από την 1η Ιανουαρίου 2001. Με την απόφαση 2006/495/ΕΚ (5), το Συμβούλιο αποφάσισε ότι η Σλοβενία πληρούσε τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την υιοθέτηση του ευρώ από την 1η Ιανουαρίου 2007. Με τις αποφάσεις 2007/503/ΕΚ (6) και 2007/504/ΕΚ (7), το Συμβούλιο αποφάσισε ότι η Κύπρος και η Μάλτα πληρούσαν τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την υιοθέτηση του ευρώ από την 1η Ιανουαρίου 2008. Με την απόφαση 2008/608/ΕΚ (8), το Συμβούλιο αποφάσισε ότι η Σλοβακία πληρούσε τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την υιοθέτηση του ευρώ. Με την απόφαση 2010/416/ΕΕ (9), το Συμβούλιο αποφάσισε ότι η Εσθονία πληρούσε τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την υιοθέτηση του ευρώ.

(3)

Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του πρωτοκόλλου για ορισμένες διατάξεις που αφορούν το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας, το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας («Συνθήκη ΕΚ»), το Ηνωμένο Βασίλειο γνωστοποίησε στο Συμβούλιο ότι δεν σκόπευε να μεταβεί στο τρίτο στάδιο της ΟΝΕ την 1η Ιανουαρίου 1999. Η γνωστοποίηση αυτή δεν έχει μεταβληθεί. Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του πρωτοκόλλου σχετικά με ορισμένες διατάξεις που αφορούν τη Δανία, το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη ΕΚ, και με την απόφαση που ελήφθη τον Δεκέμβριο του 1992 στο Εδιμβούργο από τους αρχηγούς κρατών ή κυβερνήσεων, η Δανία γνωστοποίησε στο Συμβούλιο ότι δεν θα συμμετάσχει στο τρίτο στάδιο της ΟΝΕ. Η Δανία δεν ζήτησε να κινηθεί η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 140 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ΣΛΕΕ»).

(4)

Με την απόφαση 98/317/ΕΚ, η Σουηδία τυγχάνει παρέκκλισης, όπως ορίζεται στο άρθρο 139 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ. Σύμφωνα με το άρθρο 4 της πράξης προσχώρησης του 2003 (10), η Τσεχική Δημοκρατία, η Λετονία, η Λιθουανία, η Ουγγαρία και η Πολωνία τυγχάνουν παρεκκλίσεων, όπως ορίζεται στο άρθρο 139 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ. Σύμφωνα με το άρθρο 5 της πράξης προσχώρησης του 2005 (11), η Βουλγαρία και η Ρουμανία τυγχάνουν παρεκκλίσεων, όπως ορίζεται στο άρθρο 139 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ. Σύμφωνα με το άρθρο 5 της πράξης προσχώρησης της Κροατίας (12), η Κροατία τυγχάνει παρέκκλισης, όπως ορίζεται στο άρθρο 139 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ.

(5)

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα («ΕΚΤ») ιδρύθηκε την 1η Ιουλίου 1998. Το ευρωπαϊκό νομισματικό σύστημα αντικαταστάθηκε από έναν μηχανισμό συναλλαγματικών ισοτιμιών, η δημιουργία του οποίου συμφωνήθηκε με ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, της 16ης Ιουνίου 1997, για τη θέσπιση ενός μηχανισμού συναλλαγματικών ισοτιμιών στο τρίτο στάδιο της οικονομικής και νομισματικής ένωσης (13). Οι διαδικασίες για τη δημιουργία του μηχανισμού συναλλαγματικών ισοτιμιών στο τρίτο στάδιο της οικονομικής και νομισματικής ένωσης (ΜΣΙ ΙΙ) καθορίστηκαν στη συμφωνία της 16ης Μαρτίου 2006 μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και των εθνικών κεντρικών τραπεζών των κρατών μελών εκτός ζώνης ευρώ για τη θέσπιση των λειτουργικών διαδικασιών του μηχανισμού συναλλαγματικών ισοτιμιών κατά το τρίτο στάδιο της οικονομικής και νομισματικής ένωσης (14).

(6)

Το άρθρο 140 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ καθορίζει τις διαδικασίες για την κατάργηση της παρέκκλισης των συγκεκριμένων κρατών μελών. Τουλάχιστον μία φορά κάθε δύο χρόνια, ή μετά από αίτημα κράτους μέλους με παρέκκλιση, η Επιτροπή και η ΕΚΤ υποβάλλουν έκθεση στο Συμβούλιο, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 140 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ. Στις 5 Μαρτίου 2013, η Λετονία υπέβαλε επίσημο αίτημα αξιολόγησης της σύγκλισης.

(7)

Η εθνική νομοθεσία των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένων των καταστατικών των εθνικών κεντρικών τραπεζών, πρέπει να προσαρμόζεται, ανάλογα με τις ανάγκες, προκειμένου να εξασφαλισθεί η συμβασιμότητα με τα άρθρα 130 και 131 της ΣΛΕΕ και με το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας («καταστατικό του ΕΣΚΤ και της ΕΚΤ»). Οι εκθέσεις της Επιτροπής και της ΕΚΤ παρέχουν λεπτομερή αξιολόγηση της συμβασιμότητας της νομοθεσίας της Λετονίας με τα άρθρα 130 και 131 της ΣΛΕΕ και με το καταστατικό του ΕΣΚΤ και της ΕΚΤ.

(8)

Σύμφωνα με το άρθρο 1 του πρωτοκόλλου αριθ. 13 σχετικά με τα κριτήρια σύγκλισης, που καθορίζονται στο άρθρο 140 της ΣΛΕΕ, το κριτήριο της σταθερότητας των τιμών, που αναφέρεται στο άρθρο 140 παράγραφος 1 πρώτη περίπτωση της ΣΛΕΕ, σημαίνει ότι ένα κράτος μέλος έχει διατηρήσιμες επιδόσεις τιμών και μέσο ποσοστό πληθωρισμού, καταγεγραμμένο επί ένα έτος πριν από τον έλεγχο, που δεν υπερβαίνει περισσότερο από 1,5 ποσοστιαία μονάδα εκείνο των τριών, το πολύ, κρατών μελών με τις καλύτερες επιδόσεις από άποψη σταθερότητας τιμών. Για τους σκοπούς του κριτηρίου της σταθερότητας των τιμών, ο πληθωρισμός μετράται βάσει των εναρμονισμένων δεικτών τιμών καταναλωτή (ΕνΔΤΚ), όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2494/95 του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 1995, για τη θέσπιση εναρμονισμένων δεικτών τιμών καταναλωτή (15). Για την αξιολόγηση του κριτηρίου της σταθερότητας των τιμών, ο πληθωρισμός ενός κράτους μέλους μετράται ως ποσοστό της μεταβολής του αριθμητικού μέσου 12 μηνιαίων δεικτών ως προς τον αριθμητικό μέσο των 12 μηνιαίων δεικτών της προηγούμενης περιόδου. Στις εκθέσεις της Επιτροπής και της ΕΚΤ, ελήφθη υπόψη τιμή αναφοράς η οποία υπολογίστηκε ως ο απλός αριθμητικός μέσος των ποσοστών πληθωρισμού των τριών κρατών μελών με τις καλύτερες επιδόσεις από άποψη σταθερότητας των τιμών συν 1,5 ποσοστιαίες μονάδες. Κατά την ετήσια περίοδο που έληξε τον Απρίλιο του 2013, η τιμή αναφοράς του πληθωρισμού υπολογίστηκε σε 2,7 τοις εκατό, και τα κράτη μέλη με τις καλύτερες επιδόσεις από άποψη σταθερότητας των τιμών ήταν η Σουηδία, η Λετονία και η Ιρλανδία, με ποσοστά πληθωρισμού, αντιστοίχως, 0,8 τοις εκατό, 1,3 τοις εκατό και 1,6 τοις εκατό.

Είναι δικαιολογημένο να αποκλείονται από τα κράτη μέλη με τις καλύτερες επιδόσεις οι χώρες των οποίων τα ποσοστά πληθωρισμού δεν μπορούν να θεωρηθούν αξιόλογα σημεία αναφοράς για τα άλλα κράτη μέλη. Τέτοιες ακραίες τιμές είχαν επισημανθεί κατά το παρελθόν στις εκθέσεις σύγκλισης του 2004 και του 2010. Στην παρούσα συγκυρία, είναι δικαιολογημένο να αποκλεισθεί η Ελλάδα από τα κράτη μέλη με τις καλύτερες επιδόσεις, δεδομένου ότι το ποσοστό και τα χαρακτηριστικά του πληθωρισμού αποκλίνουν με μεγάλη διαφορά από τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ, αντικατοπτρίζοντας κυρίως τις σοβαρές ανάγκες προσαρμογής και την ιδιαίτερη κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, και αν συμπεριλαμβανόταν θα επηρέαζε αδικαιολόγητα την τιμή αναφοράς και, συνεπώς, την ορθότητα του κριτηρίου (16).

(9)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 13, το κριτήριο της δημοσιονομικής κατάστασης, που αναφέρεται στο άρθρο 140 παράγραφος 1 δεύτερη περίπτωση της ΣΛΕΕ, σημαίνει ότι τη στιγμή της εξέτασης δεν έχει ληφθεί απόφαση του Συμβουλίου για το κράτος μέλος, όπως αναφέρεται στο άρθρο 126 παράγραφος 6 της ΣΛΕΕ, όσον αφορά την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος.

(10)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του πρωτοκόλλου αριθ. 13, το κριτήριο της συμμετοχής στον μηχανισμό συναλλαγματικών ισοτιμιών του ευρωπαϊκού νομισματικού συστήματος, που αναφέρεται στο άρθρο 140 παράγραφος 1 τρίτη περίπτωση της ΣΛΕΕ, σημαίνει ότι ένα κράτος μέλος έχει τηρήσει τα κανονικά περιθώρια διακύμανσης που προβλέπει ο μηχανισμός συναλλαγματικών ισοτιμιών (ΜΣΙ) του ευρωπαϊκού νομισματικού συστήματος χωρίς σοβαρές εντάσεις κατά τα δύο, τουλάχιστον, τελευταία έτη πριν από την εξέταση. Ειδικότερα, το κράτος μέλος δεν πρέπει να έχει υποτιμήσει την κεντρική διμερή ισοτιμία του νομίσματός του έναντι του ευρώ, με δική του πρωτοβουλία, μέσα στο ίδιο χρονικό διάστημα. Από την 1η Ιανουαρίου 1999, ο ΜΣΙ ΙΙ παρέχει το πλαίσιο για την αξιολόγηση της εκπλήρωσης του κριτηρίου της συναλλαγματικής ισοτιμίας. Κατά την εξέταση της εκπλήρωσης του εν λόγω κριτηρίου στις εκθέσεις τους, η Επιτροπή και η ΕΚΤ εξέτασαν τη διετή περίοδο που έληξε στις 16 Μαΐου 2013.

(11)

Σύμφωνα με το άρθρο 4 του πρωτοκόλλου αριθ. 13, το κριτήριο της σύγκλισης των επιτοκίων, που αναφέρεται στο άρθρο 140 παράγραφος 1 τέταρτη περίπτωση της ΣΛΕΕ, σημαίνει ότι το υπό παρατήρηση κράτος μέλος, επί διάστημα ενός έτους πριν από την εξέταση, έχει μέσο ονομαστικό μακροπρόθεσμο επιτόκιο το οποίο δεν υπερβαίνει εκείνο των τριών, το πολύ, κρατών μελών με τις καλύτερες επιδόσεις από άποψη σταθερότητας των τιμών, περισσότερο από δύο ποσοστιαίες μονάδες. Για τους σκοπούς του κριτηρίου σύγκλισης των επιτοκίων, χρησιμοποιήθηκαν συγκρίσιμα επιτόκια δεκαετών κρατικών ομολόγων. Προκειμένου να εξετασθεί αν πληρούται το κριτήριο των επιτοκίων, στις εκθέσεις της Επιτροπής και της ΕΚΤ, ελήφθη υπόψη τιμή αναφοράς που υπολογίσθηκε με βάση τον απλό αριθμητικό μέσο όρο των ονομαστικών μακροπρόθεσμων επιτοκίων των τριών κρατών μελών με τις καλύτερες επιδόσεις από άποψη σταθερότητας των τιμών συν 2 ποσοστιαίες μονάδες. Στη βάση αυτή, η τιμή αναφοράς για την ετήσια περίοδο που έληξε τον Απρίλιο του 2013 ήταν 5,5 τοις εκατό.

(12)

Σύμφωνα με το άρθρο 5 του πρωτοκόλλου αριθ. 13, τα στοιχεία που χρησιμοποιούνται στην αξιολόγηση εκπλήρωσης των κριτηρίων σύγκλισης παρέχονται από την Επιτροπή. Η Επιτροπή παρείχε τα στοιχεία για την εκπόνηση της παρούσας απόφασης. Τα δημοσιονομικά δεδομένα παρασχέθηκαν από την Επιτροπή μετά την υποβολή εκθέσεων από τα κράτη μέλη μέχρι την 1η Απριλίου 2013, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3605/93 του Συμβουλίου, της 22ας Νοεμβρίου 1993 (17), για την εφαρμογή του Πρωτοκόλλου σχετικά με τη διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος.

(13)

Βάσει των εκθέσεων τις οποίες υπέβαλαν η Επιτροπή και η ΕΚΤ σχετικά με την πρόοδο που σημειώθηκε όσον αφορά την εκπλήρωση από τη Λετονία των υποχρεώσεών της όσον αφορά την επίτευξη της οικονομικής και νομισματικής ένωσης, διατυπώνονται τα ακόλουθα συμπεράσματα:

α)

Η εθνική νομοθεσία της Λετονίας, συμπεριλαμβανομένου του καταστατικού της εθνικής κεντρικής τράπεζας, συμβιβάζεται με τα άρθρα 130 και 131 της ΣΛΕΕ και με το καταστατικό του ΕΣΚΤ και της ΕΚΤ.

β)

Όσον αφορά την εκπλήρωση από τη Λετονία των κριτηρίων σύγκλισης που προβλέπονται στις τέσσερις περιπτώσεις του άρθρου 140 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ:

το μέσο ποσοστό πληθωρισμού στη Λετονία κατά το έτος που έληξε τον Απρίλιο του 2013 ανήλθε σε 1,3 τοις εκατό, δηλαδή σε επίπεδο σαφώς χαμηλότερο από την τιμή αναφοράς, και φαίνεται ότι θα διατηρηθεί κάτω από την εν λόγω τιμή αναφοράς και κατά τους επόμενους μήνες,

το δημοσιονομικό έλλειμμα της Λετονίας έχει μειωθεί κατά αξιόπιστο και διατηρήσιμο τρόπο κάτω από το όριο του τρία τοις εκατό του ΑΕΠ έως τα τέλη του 2012. Με την απόφαση 2013/317/ΕΕ της 21ης Ιουνίου 2013 (18) το Συμβούλιο, αποφασίζοντας έπειτα από σύσταση της Επιτροπής, κατήργησε την απόφαση 2009/591/ΕΚ (19) για την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος στη Λετονία,

η Λετονία συμμετέχει στον ΜΣΙ ΙΙ από τις 2 Μαΐου 2005· με την είσοδο στον ΜΣΙ ΙΙ, οι αρχές ανέλαβαν μονομερώς τη δέσμευση να διατηρήσουν τη συναλλαγματική ισοτιμία του λατς εντός ενός περιθωρίου διακύμανσης ± 1 % γύρω από την κεντρική ισοτιμία. Κατά τη διάρκεια της διετίας που προηγήθηκε της παρούσας αξιολόγησης, η συναλλαγματική ισοτιμία του λατς δεν σημείωσε απόκλιση από την κεντρική ισοτιμία περισσότερο από ± 1 % και δεν αποτέλεσε αντικείμενο εντάσεων,

κατά την ετήσια περίοδο που έληξε τον Απρίλιο του 2013, το μακροπρόθεσμο επιτόκιο της Λετονίας κινήθηκε, κατά μέσο όρο, στο 3,8 τοις εκατό, δηλαδή σε επίπεδο χαμηλότερο από την τιμή αναφοράς.

γ)

Με βάση την αξιολόγηση όσον αφορά τη συμβατότητα της νομοθεσίας και την εκπλήρωση των κριτηρίων σύγκλισης, καθώς και των πρόσθετων παραγόντων, η Λετονία πληροί τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την υιοθέτηση του ευρώ,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η Λετονία πληροί τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την υιοθέτηση του ευρώ. Η παρέκκλιση υπέρ της Λετονίας, που αναφέρεται στο άρθρο 4 της πράξης προσχώρησης του 2003, καταργείται με ισχύ από 1ης Ιανουαρίου 2014.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 9 Ιουλίου 2013.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

R. ŠADŽIUS


(1)  Έκθεση της 5ης Ιουνίου 2013 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  Έκθεση της 5ης Ιουνίου 2013 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(3)  Απόφαση 1998/317/ΕΚ (ΕΕ L 139 της 11.5.1998, σ. 30).

(4)  ΕΕ L 167 της 7.7.2000, σ. 19.

(5)  ΕΕ L 195 της 15.7.2006, σ. 25.

(6)  ΕΕ L 186 της 18.7.2007, σ. 29.

(7)  ΕΕ L 186 της 18.7.2007, σ. 32.

(8)  ΕΕ L 195 της 24.7.2008, σ. 24.

(9)  ΕΕ L 196 της 28.7.2010, σ. 24.

(10)  ΕΕ L 236 της 23.9.2003, σ. 33.

(11)  ΕΕ L 157 της 21.6.2005, σ. 203.

(12)  ΕΕ L 112 της 24.4.2012, σ. 21.

(13)  ΕΕ C 236 της 2.8.1997, σ. 5.

(14)  ΕΕ C 73 της 25.3.2006, σ. 21.

(15)  ΕΕ L 257 της 27.10.1995, σ. 1.

(16)  Τον Απρίλιο του 2013, το μέσο ποσοστό πληθωρισμού σε δωδεκάμηνη βάση στην Ελλάδα ήταν 0,4 %, ενώ αυτό της ζώνης του ευρώ ήταν 2,2 %, και το χάσμα μεταξύ των δύο προβλέπεται ότι θα αυξηθεί περαιτέρω κατά τους προσεχείς μήνες.

(17)  ΕΕ L 332 της 31.12.1993, σ. 7.

(18)  ΕΕ L 173 της 26.6.2013, σ. 48.

(19)  ΕΕ L 202 της 4.8.2009, σ. 50.