9.3.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 71/31


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 200/2012 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 8ης Μαρτίου 2012

σχετικά με τον στόχο της Ένωσης για τη μείωση της Salmonella enteritidis και της Salmonella typhimurium σε σμήνη κοτόπουλων κρεατοπαραγωγής, όπως προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2160/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2160/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Νοεμβρίου 2003, για τον έλεγχο της σαλμονέλας και άλλων συγκεκριμένων τροφιμογενών ζωονοσογόνων παραγόντων (1), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο, το άρθρο 8 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο και το άρθρο 13 δεύτερο εδάφιο,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σκοπός του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003 είναι να εξασφαλιστεί η λήψη κατάλληλων και αποτελεσματικών μέτρων για την ανίχνευση και τον έλεγχο της σαλμονέλας, μεταξύ άλλων νόσων, σε όλα τα συναφή στάδια και ιδίως σε επίπεδο πρωτογενούς παραγωγής, π.χ. σε σμήνη, ώστε να μειωθεί ο επιπολασμός των τροφιμογενών ζωονοσογόνων παραγόντων και, συνεπώς, ο κίνδυνος που εγκυμονούν για τη δημόσια υγεία.

(2)

Το άρθρο 4 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003 προβλέπει τον καθορισμό στόχων της Ένωσης για τη μείωση του επιπολασμού όλων των οροτύπων σαλμονέλας που έχουν σημασία για τη δημόσια υγεία στα κοτόπουλα κρεατοπαραγωγής. Η μείωση αυτή είναι καθοριστική για να διασφαλιστεί η δυνατότητα εκπλήρωσης του κριτηρίου σχετικά με τη σαλμονέλα στο νωπό κρέας κοτόπουλων κρεατοπαραγωγής, το οποίο ορίζεται στο μέρος Ε του παραρτήματος ΙΙ του εν λόγω κανονισμού και στο κεφάλαιο 1 του παραρτήματος Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2073/2005 της Επιτροπής, της 15ης Νοεμβρίου 2005, περί μικροβιολογικών κριτηρίων για τα τρόφιμα (2).

(3)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2160/2003 προβλέπει ότι ο στόχος της Ένωσης πρέπει να περιλαμβάνει, αφενός, την αριθμητική έκφραση του μέγιστου ποσοστού των επιδημιολογικών μονάδων που παραμένουν θετικές και/ή του ελάχιστου ποσοστού μείωσης του αριθμού των επιδημιολογικών μονάδων που παραμένουν θετικές, και, αφετέρου, τη μέγιστη προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να επιτευχθεί ο στόχος αυτός καθώς και τον ορισμό των προγραμμάτων δοκιμών που απαιτούνται για να επαληθευθεί η επίτευξή του. Επίσης, περιλαμβάνει τον ορισμό, κατά περίπτωση, των οροτύπων που έχουν σημασία για τη δημόσια υγεία.

(4)

Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2160/2003, κατά τον καθορισμό του στόχου της Ένωσης, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τόσο η πείρα που θα έχει αποκτηθεί με βάση τα υπάρχοντα εθνικά μέτρα όσο και τα στοιχεία που θα έχουν διαβιβαστεί στην Επιτροπή ή στην Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA) με βάση τις ισχύουσες απαιτήσεις της Ένωσης, ειδικότερα στο πλαίσιο των πληροφοριών που προβλέπονται στην οδηγία 2003/99/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Νοεμβρίου 2003, για την παρακολούθηση των ζωονόσων και των ζωονοσογόνων παραγόντων, για την τροποποίηση της απόφασης 90/424/ΕΟΚ του Συμβουλίου και την κατάργηση της οδηγίας 92/117/ΕΟΚ του Συμβουλίου (3) και ιδίως το άρθρο 5.

(5)

Σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 646/2007 της Επιτροπής, της 12ης Ιουνίου 2007, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τον κοινοτικό στόχο για τη μείωση του επιπολασμού της Salmonella enteritidis και της Salmonella typhimurium στα κοτόπουλα κρεατοπαραγωγής και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1091/2005 (4), ο στόχος είναι η μείωση του μέγιστου ποσοστού σμηνών κοτόπουλων κρεατοπαραγωγής που εξακολουθούν να είναι θετικά στους δύο αυτούς οροτύπους σαλμονέλας σε 1 % ή και λιγότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2011.

(6)

Από την συγκεφαλαιωτική έκθεση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις τάσεις και τις πηγές ζωονόσων και ζωονοσογόνων παραγόντων και τροφιμογενών εστιών το 2009 (5) προκύπτει ότι οι ορότυποι της Salmonella enteritidis και της Salmonella typhimurium είναι αυτοί που συνδέονται περισσότερο με την ασθένεια στον άνθρωπο. Το 2009 μειώθηκαν σημαντικά τα ανθρώπινα κρούσματα που οφείλονται στον ορότυπο της Salmonella enteritidis, ενώ παρατηρήθηκε αύξηση των κρουσμάτων που οφείλονται στον ορότυπο της Salmonella typhimurium.

(7)

Τον Ιούλιο του 2011 η EFSA ενέκρινε επιστημονική γνώμη σχετικά με την ποσοτική εκτίμηση του αντίκτυπου που θα έχει για τη δημόσια υγεία ο καθορισμός νέου στόχου για τη μείωση της σαλμονέλας στα κοτόπουλα κρεατοπαραγωγής (6). Η γνώμη καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η Salmonella enteritidis είναι ο ζωονοσογόνος ορότυπος σαλμονέλας που μεταδίδεται με τη μεγαλύτερη επιτυχία στα πουλερικά, από τους γονείς στους απογόνους. Η EFSA επεσήμανε επίσης ότι τα μέτρα ελέγχου που εφάρμοσε η Ένωση για τα κοτόπουλα κρεατοπαραγωγής συνέβαλαν στη σημαντική μείωση του αριθμού των κρουσμάτων σαλμονέλωσης στον άνθρωπο σε σύγκριση με την κατάσταση που επικρατούσε το 2006. Ως εκ τούτου, πρέπει να επιβεβαιωθεί ο στόχος.

(8)

Τα μονοφασικά στελέχη της Salmonella typhimurium αναδείχθηκαν γρήγορα σε έναν από τους συνηθέστερους οροτύπους σαλμονέλας που ανιχνεύεται σε διάφορα είδη ζώων και σε κλινικά απομονωθέντα στελέχη ανθρώπων τα τελευταία έτη. Η επιστημονική γνώμη που εξέδωσε η EFSA το 2010 σχετικά με την παρακολούθηση και την αξιολόγηση του κινδύνου που ενέχουν για τη δημόσια υγεία στελέχη του τύπου Salmonella typhimurium, η οποία εγκρίθηκε στις 22 Σεπτεμβρίου 2010 (7), επίσης αναφέρει ότι τα μονοφασικά στελέχη της Salmonella typhimurium με αντιγονικό τύπο 1,4,[5],12:i:-, τα οποία περιλαμβάνουν στελέχη με και χωρίς το αντιγόνο Ο5, πρέπει να θεωρούνται παραλλαγές της Salmonella typhimurium και ενέχουν κίνδυνο για τη δημόσια υγεία παρόμοιο με εκείνο των υπόλοιπων στελεχών της Salmonella typhimurium.. Συνεπώς, τα στελέχη της Salmonella typhimurium της Salmonella typhimurium με αντιγονικό τύπο 1,4,[5],12:i:- θα πρέπει να συμπεριληφθούν στο στόχο.

(9)

Για να εξακριβωθεί η επίτευξη του στόχου της Ένωσης, είναι απαραίτητο να πραγματοποιηθεί κατ’ επανάληψη δειγματοληψία σε σμήνη κοτόπουλων κρεατοπαραγωγής. Για την αξιολόγηση και τη σύγκριση των αποτελεσμάτων, είναι απαραίτητο να προσδιοριστεί ένα κοινό σύστημα δοκιμών ούτως ώστε να εξακριβώνεται η επίτευξη του στόχου της Ένωσης.

(10)

Τα εθνικά προγράμματα ελέγχου για την επίτευξη του ενωσιακού στόχου για το 2012 για σμήνη κοτόπουλων κρεατοπαραγωγής του είδους Gallus gallus υποβλήθηκαν για συγχρηματοδότηση από την Ένωση, σύμφωνα με την απόφαση 2009/470/ΕΚ του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 2009, σχετικά με ορισμένες δαπάνες στον κτηνιατρικό τομέα (8). Οι τεχνικές τροποποιήσεις που πραγματοποιήθηκαν στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού ισχύουν άμεσα. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή δεν χρειάζεται να προβεί σε εκ νέου έγκριση των εθνικών προγραμμάτων ελέγχου για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Επομένως, δεν απαιτείται μεταβατική περίοδος.

(11)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων και ούτε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ούτε το Συμβούλιο αντιτάχθηκαν σε αυτά,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Στόχος της Ένωσης

1.   Ο στόχος της Ένωσης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003 για τη μείωση της Salmonella enteritidis και της Salmonella typhimurium στα κοτόπουλα κρεατοπαραγωγής («στόχος της Ένωσης»), είναι η μείωση του μέγιστου ποσοστού σμηνών κοτόπουλων κρεατοπαραγωγής που εξακολουθούν να είναι θετικά στη Salmonella enteritidis και στη Salmonella typhimurium στο 1% ή και λιγότερο.

Όσον αφορά τη μονοφασική Salmonella typhimurium, στο στόχο της Ένωσης θα συμπεριληφθούν ορότυποι με αντιγονικό τύπο 1,4,[5],12:i:-.

2.   Το πρόγραμμα δοκιμών που είναι αναγκαίο για την εξακρίβωση της προόδου όσον αφορά την επίτευξη του στόχου της Ένωσης ορίζεται στο παράρτημα («πρόγραμμα δοκιμών»).

Άρθρο 2

Επανεξέταση του στόχου της Ένωσης

Ο στόχος της Ένωσης επανεξετάζεται από την Επιτροπή με βάση τα στοιχεία που συλλέγονται σύμφωνα με το πρόγραμμα δοκιμών και τα κριτήρια που ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 6 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003.

Άρθρο 3

Κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 646/2007

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 646/2007 καταργείται.

Κάθε μνεία στον καταργούμενο κανονισμό θεωρείται μνεία στον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 4

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 8 Μαρτίου 2012.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 325 της 12.12.2003, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 338 της 22.12.2005, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 325 της 12.12.2003, σ. 31.

(4)  ΕΕ L 151 της 13.6.2007, σ. 21.

(5)  Δελτίο EFSA 2011· 9(3):2090.

(6)  Δελτίο EFSA 2011· 9(7):2106.

(7)  Δελτίο EFSA 2010· 8(10):1826

(8)  ΕΕ L 155 της 18.6.2009, σ. 30.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Πρόγραμμα δοκιμών που είναι αναγκαίο για να επαληθευθεί η επίτευξη του στόχου της Ένωσης όπως αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2

1.   ΠΛΑΙΣΙΟ ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑΣ

Το πλαίσιο δειγματοληψίας καλύπτει όλα τα σμήνη κοτόπουλων κρεατοπαραγωγής του είδους Gallus gallus (στο εξής «σμήνη κρεατοπαραγωγής»), στο πλαίσιο των εθνικών προγραμμάτων ελέγχου που προβλέπονται στο άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003.

2.   ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΩΝ ΚΟΤΟΠΟΥΛΩΝ ΚΡΕΑΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

2.1.   Συχνότητα της δειγματοληψίας

α)

Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων λαμβάνουν δείγμα από όλα τα σμήνη κοτόπουλων κρεατοπαραγωγής τρεις εβδομάδες πριν από τη σφαγή.

Κατά παρέκκλιση από την υποχρέωση δειγματοληψίας που καθορίζεται στο πρώτο εδάφιο, η αρμόδια αρχή μπορεί να προβλέψει ότι οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων λαμβάνουν δείγμα από τουλάχιστον ένα σμήνος κοτόπουλων κρεατοπαραγωγής ανά κύκλο παραγωγής στις εκμεταλλεύσεις με περισσότερα από ένα σμήνη στις οποίες

i)

χρησιμοποιείται σε όλα τα σμήνη της εκμετάλλευσης σύστημα βάσει του οποίου δεν μπορεί να εισαχθεί νέα παρτίδα, εάν δεν εξαχθεί ολόκληρη η προηγουμένη (all in, all out)·

ii)

εφαρμόζεται η ίδια διαχείριση σε όλα τα σμήνη·

iii)

η παροχή τροφής και νερού είναι κοινή για όλα τα σμήνη·

iv)

στους έξι τουλάχιστον τελευταίους κύκλους παραγωγής, έγιναν δοκιμές για τη Salmonella spp σύμφωνα με το πρόγραμμα ελέγχου που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο σε όλα τα σμήνη της εκμετάλλευσης και η αρμόδια αρχή έλαβε δείγματα όλων των σμηνών τουλάχιστον ενός κύκλου παραγωγής·

v)

όλα τα αποτελέσματα των δοκιμών σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο και στο στοιχείο β) ήταν αρνητικά στην Salmonella enteritidis ή στην Salmonella typhimurium.

Κατά παρέκκλιση από τις υποχρεώσεις δειγματοληψίας που ορίζονται στο παρόν σημείο, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέπει τη διενέργεια δειγματοληψίας εντός των έξι τελευταίων εβδομάδων πριν από την ημερομηνία σφαγής στην περίπτωση που τα κοτόπουλα κρεατοπαραγωγής είτε εκτρέφονται περισσότερες από 81 ημέρες είτε εμπίπτουν στη βιολογική παραγωγή κοτόπουλων κρεατοπαραγωγής σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 889/2008 (1).

β)

Η αρμόδια αρχή λαμβάνει ετησίως δείγμα από τουλάχιστον ένα σμήνος κοτόπουλων κρεατοπαραγωγής από το 10 % των εκμεταλλεύσεων με περισσότερα από 5 000 πτηνά. Η δειγματοληψία πραγματοποιείται με βάση τον κίνδυνο και κάθε φορά που κρίνεται αναγκαίο από την αρμόδια αρχή.

Μια δειγματοληψία που διενεργείται από την αρμόδια αρχή μπορεί να αντικαταστήσει τη δειγματοληψία από τον υπεύθυνο επιχείρησης τροφίμων που απαιτείται στο στοιχείο α).

2.2.   Πρωτόκολλο δειγματοληψίας

2.2.1.   Γενικές οδηγίες δειγματοληψίας·

Η αρμόδια αρχή ή ο υπεύθυνος επιχείρησης τροφίμων διασφαλίζει ότι τα δείγματα λαμβάνονται από άτομα εκπαιδευμένα για τον σκοπό αυτό.

Πρέπει να λαμβάνονται τουλάχιστον δύο ζεύγη μάκτρων για μπότες. Τα μάκτρα για μπότες τοποθετούνται πάνω στις μπότες και το δείγμα λαμβάνεται καθώς το άτομο περπατά μέσα στον ορνιθώνα. Τα μάκτρα από ένα σμήνος κοτόπουλων κρεατοπαραγωγής ομαδοποιούνται σε ένα δείγμα.

Πριν φορεθούν τα μάκτρα για μπότες, η επιφάνειά τους υγραίνεται με τους εξής τρόπους:

α)

με διαλυτική ουσία για μέγιστη περισυλλογή (MRD: 0,8% χλωριούχο νάτριο, 0,1% πεπτόνη σε αποστειρωμένο απιονισμένο νερό)·

β)

με αποστειρωμένο νερό·

γ)

με οποιαδήποτε άλλη διαλυτική ουσία εγκεκριμένο από το εθνικό εργαστήριο αναφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003· ή

δ)

με τοποθέτηση σε αυτόκαυστο μέσα σε περιέκτες μαζί με διαλυτικές ουσίες.

Ο τρόπος να υγράνετε τα μάκτρα για μπότες είναι να ρίξετε υγρό μέσα τους πριν τα φορέσετε ή να τα ανακινήσετε μέσα στον περιέκτη του διαλύματος.

Εξασφαλίζεται ότι όλα τα τμήματα του ορνιθώνα αντιπροσωπεύονται στη δειγματοληψία ανάλογα με το μέγεθός τους. Κάθε ζεύγος μάκτρων για μπότες πρέπει να καλύπτει το 50% περίπου της έκτασης του ορνιθώνα.

Αφού ολοκληρωθεί η δειγματοληψία, τα μάκτρα πρέπει να αφαιρούνται προσεκτικά από τις μπότες, ώστε να μην αποκολληθούν τα υλικά που έχουν προσκολληθεί σ’ αυτά. Μπορείτε να γυρίσετε τα μάκτρα για μπότες από την ανάποδη για να συγκρατηθεί το υλικό. Τοποθετούνται σε σακούλα ή δοχείο τα οποία φέρουν ετικέτες.

Η αρμόδια αρχή μπορεί να αποφασίσει να αυξήσει το μέγιστο αριθμό δειγμάτων προκειμένου να διασφαλίσει αντιπροσωπευτική δειγματοληψία σε κατά περίπτωση αξιολόγηση των επιδημιολογικών παραμέτρων, όπως όροι βιοασφάλειας, κατανομή ή μέγεθος του σμήνους.

Εάν η αρμόδια αρχή το εγκρίνει, ένα ζεύγος μάκτρων για μπότες μπορεί να αντικατασταθεί από δείγμα σκόνης 100g που συλλέγεται από διάφορα σημεία μέσα στον ορνιθώνα από επιφάνειες με ορατή παρουσία σκόνης. Εναλλακτικά, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ένα υγρό υφασμάτινο μάκτρο ή και περισσότερα, με συνολική επιφάνεια τουλάχιστον 900 cm2, για τη συγκέντρωση σκόνης από διάφορες επιφάνειες του ορνιθώνα. Κάθε μάκτρο πρέπει να καλύπτεται επαρκώς με σκόνη και στις δύο πλευρές.

2.2.2.   Ειδικές οδηγίες για ορισμένα είδη εκμεταλλεύσεων

α)

Στην περίπτωση σμηνών κοτόπουλων κρεατοπαραγωγής ελεύθερης βοσκής, τα δείγματα πρέπει να συλλέγονται μόνον εντός του ορνιθώνα.

β)

Εάν δεν είναι δυνατή η πρόσβαση στους ορνιθώνες λόγω περιορισμένου χώρου σε περιπτώσεις σμηνών με λιγότερα από 100 κοτόπουλα κρεατοπαραγωγής, και δεν είναι, επομένως, δυνατή η χρήση μάκτρων για μπότες κατά την περιήγηση στον εν λόγω χώρο, τα μάκτρα για μπότες αντικαθίστανται από υφασμάτινα μάκτρα του ίδιου είδους που χρησιμοποιούνται για ξεσκόνισμα, με τα οποία τρίβονται οι επιφάνειες που έχουν μολυνθεί από νωπά περιττώματα ή, εάν αυτό δεν είναι δυνατό, με τη χρήση άλλων τεχνικών δειγματοληψίας για περιττώματα που ενδείκνυται για τον επιδιωκόμενο σκοπό.

2.2.3.   Δειγματοληψία από την αρμόδια αρχή

Η αρμόδια αρχή βεβαιώνεται, διενεργώντας περαιτέρω δοκιμές και/ή ελέγχους εγγράφων, όπου κρίνεται απαραίτητο, ότι τα αποτελέσματα δεν έχουν επηρεαστεί από την παρουσία αντιμικροβιακών παραγόντων ή άλλων ουσιών που αναστέλλουν την ανάπτυξη βακτηρίων.

Σε περίπτωση που δεν ανιχνευθεί η παρουσία Salmonella enteritidis και Salmonella typhimurium αλλά ανιχνευθούν αντιμικροβιακοί παράγοντες ή παράγοντες ανασταλτικοί για την ανάπτυξη βακτηρίων, το σμήνος κοτόπουλων κρεατοπαραγωγής θεωρείται μολυσμένο για τους σκοπούς του στόχου της Ένωσης που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2.

2.2.4.   Μεταφορές

Τα δείγματα αποστέλλονται χωρίς περιττή καθυστέρηση είτε με κατεπείγουσα ταχυδρομική αποστολή ή με ιδιωτική ταχυδρομική υπηρεσία στα εργαστήρια που αναφέρονται στο άρθρο 11 και στο άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003. Κατά τη μεταφορά προστατεύονται από θερμοκρασία άνω των 25°C και από την έκθεση στο φως της ημέρας.

Τα δείγματα, εάν δεν είναι δυνατό να αποσταλούν μέσα σε 24 ώρες από τη στιγμή της δειγματοληψίας, αποθηκεύονται στην κατάψυξη.

3.   ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ

3.1.   Παρασκευή των δειγμάτων

Στο εργαστήριο τα δείγματα διατηρούνται υπό ψύξη έως την εξέτασή τους. Η εξέταση αρχίζει μέσα σε 48 ώρες από την ώρα της παραλαβής των δειγμάτων και μέσα σε τέσσερις ημέρες από την ημερομηνία δειγματοληψίας.

Τα δείγματα σκόνης πρέπει να αναλύονται ξεχωριστά. Ωστόσο, η αρμόδια αρχή μπορεί να αποφασίσει να τα συγκεντρώσει με το ζεύγος μάκτρων για μπότες ή «καλτσών» για την ανάλυση.

Το δείγμα περιδινείται για να κορεστεί πλήρως και συνεχίζεται η καλλιέργεια με τη μέθοδο ανίχνευσης που περιγράφεται στο σημείο 3.2.

Στη συνέχεια, αφαιρείται προσεκτικά η συσκευασία των μάκτρων για να αποφευχθεί η μετακίνηση των κολλημένων σε αυτά περιττωμάτων και τα μάκτρα ομαδοποιούνται και τοποθετούνται σε 225 ml ρυθμιστικού υδατικού διαλύματος πεπτόνης (BPW), το οποίο έχει προθερμανθεί σε θερμοκρασία δωματίου ή τα 225 ml του διαλύματος προστίθενται απευθείας στον περιέκτη με τα δύο ζεύγη μάκτρων για μπότες, όπως παραλαμβάνεται από το εργαστήριο.

Τα μάκτρα για μπότες βυθίζονται πλήρως σε BPW, έτσι ώστε να παρασχεθεί επαρκές ελεύθερο υγρό γύρω από το δείγμα για τη μετανάστευση της σαλμονέλας μακριά από το δείγμα και, ως εκ τούτου, είναι δυνατό να προστεθεί περισσότερο BPW, εάν αυτό κριθεί αναγκαίο.

Εάν έχουν συμφωνηθεί πρότυπα EN/ISO σχετικά με την προετοιμασία των περιττωμάτων με σκοπό την ανίχνευση σαλμονέλας, αντικαθιστούν τις διατάξεις για την προετοιμασία της δειγματοληψίας που ορίζονται στο σημείο αυτό.

3.2.   Μέθοδος ανίχνευσης

Η ανίχνευση Salmonella spp. διενεργείται σύμφωνα με την τροποποίηση 1 του EN/ISO 6579 «Μικροβιολογία τροφίμων και ζωοτροφών – Οριζόντια μέθοδος για την ανίχνευση της Salmonella spp.- Τροποποίηση 1: Παράρτημα Δ: Ανίχνευση Salmonella spp. σε περιττώματα ζώων και σε περιβαλλοντικά δείγματα του σταδίου της πρωτογενούς παραγωγής» του Διεθνούς Οργανισμού Τυποποίησης.

3.3.   Προσδιορισμός του οροτύπου

Προσδιορίζεται ο ορότυπος τουλάχιστον ενός απομονωθέντος στελέχους από κάθε θετικό δείγμα που έχουν λάβει η αρμόδια αρχή, σύμφωνα με το τρέχον σύστημα Kaufmann-White-LeMinor.

Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων εξασφαλίζουν ότι τουλάχιστον αποκλείεται, για όλα τα απομονώματα ότι δεν ανήκουν στους οροτύπους Salmonella enteritidis and Salmonella typhimurium.

3.4.   Εναλλακτικές μέθοδοι

Όσον αφορά τα δείγματα που λαμβάνονται με πρωτοβουλία του υπευθύνου της πτηνοτροφικής εκμετάλλευσης, μπορούν να χρησιμοποιηθούν οι μέθοδοι ανάλυσης που προβλέπονται στο άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 882/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2), αντί των μεθόδων για την προετοιμασία των δειγμάτων, των μεθόδων ανίχνευσης και προσδιορισμού του οροτύπου που προβλέπονται στα σημεία 3.1, 3.2 και 3.3 του παρόντος παραρτήματος, εάν πιστοποιούνται σύμφωνα με το πρότυπο EN/ISO 16140.

3.5.   Αποθήκευση των στελεχών

Η αρμόδια αρχή εξασφαλίζει ότι τουλάχιστον ένα απομονωθέν στέλεχος των οροτύπων σαλμονέλας από τη δειγματοληψία στο πλαίσιο επίσημων ελέγχων ανά ορνιθώνα και ανά έτος αποθηκεύεται για μελλοντική λυσιτυπία ή δοκιμή της ευαισθησίας σε αντιμικροβιακούς παράγοντες, με την εφαρμογή των καθιερωμένων μεθόδων συλλογής καλλιέργειας, που πρέπει να εγγυώνται την ακεραιότητα των στελεχών για ελάχιστο διάστημα δύο ετών από την ημερομηνία της ανάλυσης.

Η αρμόδια αρχή μπορεί να αποφασίσει ότι τα απομονωθέντα στελέχη της δειγματοληψία από τους υπευθύνους επιχειρήσεων τροφίμων πρέπει επίσης να αποθηκευθούν για μελλοντική λυσιτυπία ή δοκιμή της ευαισθησίας σε αντιμικροβιακούς παράγοντες, ώστε να είναι δυνατή η υποβολή των απομονωθέντων στελεχών σε δοκιμή σύμφωνα με το άρθρο 2 της απόφασης 2007/407/ΕΚ της Επιτροπής (3).

4.   ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΥΠΟΒΟΛΗ ΕΚΘΕΣΕΩΝ

4.1.   Εκτίμηση του επιπολασμού με στόχο την επαλήθευση της επίτευξης του στόχου της Ένωσης

Ένα σμήνος κοτόπουλων κρεατοπαραγωγής θεωρείται θετικό για τους σκοπούς της επαλήθευσης της επίτευξης του στόχου της Ένωσης, σε περίπτωση που ανιχνευθεί στο σμήνος η παρουσία Salmonella enteritidis και Salmonella typhimurium (εκτός από τα στελέχη εμβολίων).

Τα θετικά σμήνη κοτόπουλων κρεατοπαραγωγής μετρώνται μόνο μία φορά ανά κύκλο παραγωγής, ανεξάρτητα από τον αριθμό των δειγματοληψιών και των δοκιμών στις οποίες υποβάλλονται και αναφέρονται μόνο στο πρώτο έτος ανίχνευσης.

4.2.   Υποβολή εκθέσεων

Τα υποβαλλόμενα στοιχεία πρέπει να περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

α)

το συνολικό αριθμό των σμηνών κοτόπουλων κρεατοπαραγωγής που υποβλήθηκαν σε δοκιμή τουλάχιστον μία φορά στο διάστημα του έτους αναφοράς·

β)

το συνολικό αριθμό των σμηνών που ήταν θετικά σε οποιοδήποτε ορότυπο σαλμονέλας στο κράτος μέλος·

γ)

τον αριθμό των σμηνών κοτόπουλων κρεατοπαραγωγής που ήταν θετικά τουλάχιστον μία φορά στην Salmonella enteritidis και στην Salmonella typhimurium, συμπεριλαμβανομένων των μονοφασικών στελεχών με αντιγονικό τύπο 1,4,[5],12:i:-·

δ)

τον αριθμό των σμηνών κοτόπουλων κρεατοπαραγωγής που ήταν θετικά για κάθε ορότυπο σαλμονέλας ή για μη προσδιορισμένη σαλμονέλα (μη προσδιορίσιμα απομονώματα ή απομονώματα μη προσδιοριζόμενα οροτυπικά)·

Οι πληροφορίες παρέχονται χωριστά για τη δειγματοληψία στο πλαίσιο του γενικού εθνικού προγράμματος ελέγχου της σαλμονέλας όπως προβλέπεται στο σημείο 2.1. α) και β), για τη δειγματοληψία που διενεργούν οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων όπως προβλέπεται στο σημείο 2.1. α) και για τη δειγματοληψία που διενεργούν οι αρμοδιες αρχές όπως ορίζεται στο σημείο 2.1. γ).

Τα αποτελέσματα των δοκιμών θεωρούνται πληροφορίες σημαντικές για την αλυσίδα των τροφίμων σύμφωνα με το τμήμα ΙΙΙ του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού 853/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4).

Οι ακόλουθες τουλάχιστον πληροφορίες διατίθενται στην αρμόδια αρχή σχετικά με κάθε σμήνος κοτόπουλων κρεατοπαραγωγής που υποβάλλεται σε δοκιμή:

α)

κωδικός αναφοράς της εκμετάλλευσης, που πρέπει να παραμένει μοναδικός στο χρόνο·

β)

κωδικός αναφοράς του ορνιθώνα, που πρέπει να παραμένει μοναδικός στο χρόνο·

γ)

μήνας δειγματοληψίας.

Τα αποτελέσματα και τυχόν συμπληρωματικές σχετικές πληροφορίες αναφέρονται ως μέρος της έκθεσης για τις τάσεις και την προέλευση, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 της οδηγίας 2003/99/ΕΚ (5).

Ο υπεύθυνος επιχείρησης τροφίμων κοινοποιεί χωρίς περιττή καθυστέρηση στην αρμόδια αρχή την επιβεβαιωμένη ανίχνευση Salmonella enteritidis και Salmonella typhimurium. Ο υπεύθυνος επιχείρησης τροφίμων ζητά από το εργαστήριο που διενέργησε την ανάλυση να δράσει αναλόγως.


(1)  ΕΕ L 250 της 18.9.2008, σ 1.

(2)  ΕΕ L 165 της 30.4.2004, σ 1.

(3)  ΕΕ L 153 της 14.6.2007, σ. 26.

(4)  ΕΕ L 226 της 25.6.2004, σ. 22.

(5)  ΕΕ L 325 της 12.12.2003, σ. 31.