6.7.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 180/1


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΕΊΟΥ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ

της 11ης και 23ης Νοεμβρίου 2009, 14ης Δεκεμβρίου 2009, 19ης Απριλίου 2010 και 5ης Ιουλίου 2010,

σχετικά με τροποποιήσεις στα μέτρα εφαρμογής του καθεστώτος των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

2010/C 180/01

ΤΟ ΠΡΟΕΔΡΕΙΟ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ,

Έχοντας υπόψη:

τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 223 παράγραφος 2,

το καθεστώς των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

το άρθρο 8 και το άρθρο 23 παράγραφος 2 του Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

Εκτιμώντας τα εξής:

(1)

Η εφαρμογή των μέτρων εφαρμογής του καθεστώτος των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (2) («μέτρα εφαρμογής») φανέρωσε διάφορες πρακτικές δυσκολίες. Για να εξασφαλιστεί ότι οι βουλευτές θα είναι σε θέση να επιτελούν το έργο τους με τον ενδεδειγμένο τρόπο, καθίσταται συνεπώς αναγκαία η τροποποίηση των μέτρων εφαρμογής.

(2)

Όλοι οι βουλευτές πρέπει να λαμβάνουν πλήρη επιστροφή των ιατρικών εξόδων τους σε περίπτωση σοβαρής ασθένειας, και τα μέλη της οικογένειάς τους πρέπει να έχουν την ίδια ιατρική κάλυψη, ανεξάρτητα από την ημερομηνία της ασθένειας. Κατά συνέπεια, οι σχετικές τροποποιημένες διατάξεις για την ασφάλιση υγείας των βουλευτών θα ενδεικνυόταν να εφαρμοστούν από τις 14 Ιουλίου 2009.

(3)

Σε προηγούμενες κοινοβουλευτικές περιόδους, οι βουλευτές είχαν δικαίωμα επιστροφής ορισμένων πρόσθετων εξόδων ταξιδίου για μετακινήσεις προς και από έναν από τους τόπους εργασίας του Κοινοβουλίου κατά τη διάρκεια των εβδομάδων χωρίς επίσημες κοινοβουλευτικές δραστηριότητες. Δεδομένου ότι οι βουλευτές ενδέχεται να χρειάζεται ενίοτε να είναι παρόντες στο Κοινοβούλιο κατά τη διάρκεια τέτοιων εβδομάδων, όπως συνέβη εν όψει των ακροάσεων των προτεινομένων επιτρόπων, θα ήταν εύλογο να συνεχιστεί η πρακτική αυτή, με ισχύ από 1ης Ιανουαρίου 2010.

(4)

Διάφορες διατάξεις περί εξόδων ταξιδίου σχετίζονται με ετήσια ποσά από τα οποία οι βουλευτές μπορούν να ζητούν επιστροφή των εξόδων τους. Καθώς δεν θα άρμοζε να υπάρχει διαφορετική μεταχείριση των βουλευτών απλώς και μόνο λόγω της ημερομηνίας του ταξιδιού τους, οι τροποποιήσεις που ενέκρινε το Προεδρείο εντός του 2010 στις διατάξεις αυτές θα έπρεπε να ισχύσουν από 1ης Ιανουαρίου 2010. Αυτό θα έπρεπε να ισχύσει και για το περιορισμένο δικαίωμα σε αποζημίωση παραμονής για τους βουλευτές που είναι παρόντες στο Κοινοβούλιο κατά τη διάρκεια εβδομάδας προοριζόμενης για εξωτερικές κοινοβουλευτικές δραστηριότητες.

(5)

Το αυξημένο ποσό της αποζημίωσης βουλευτικής επικουρίας λαμβάνει υπόψη τόσο την αναπροσαρμογή, με ισχύ από 1ης Ιουλίου 2009, των αποδοχών των υπαλλήλων και του λοιπού προσωπικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που προβλέπει ο κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1296/2009 (3), όσο και τη συμπεφωνημένη αύξηση στον διορθωτικό προϋπολογισμό αριθ. 1/2010 της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2010. Καθώς η αύξηση στον διορθωτικό προϋπολογισμό πρέπει να έχει άμεση ισχύ, το νέο ποσό της αποζημίωσης βουλευτικής επικουρίας πρέπει να ισχύσει από 1ης Μαΐου 2010.

(6)

Κατά τη συνεδρίασή του στις 11 Νοεμβρίου 2009, το Προεδρείο αποφάσισε να προβλέψει ότι οι βουλευτές θα μπορούν να μεταφέρουν ένα μέρος της αποζημίωσης βουλευτικής επικουρίας, μέχρι ανώτατου ορίου ίσου προς το μηνιαίο ποσό της επικουρίας αυτής, ώστε να διευκολυνθούν οι βουλευτές στη διαχείριση των διαθέσιμων ποσών. Η αλλαγή αυτή θα ενδεικνυόταν να ισχύσει από τις 14 Ιουλίου 2009.

(7)

Μία από τις κυριότερες δυσκολίες που αντιμετώπιζαν οι βουλευτές ήταν ο διοικητικός φόρτος που προκαλούσαν ορισμένες διατάξεις των μέτρων εφαρμογής, ιδίως όσον αφορά τα έγγραφα που έπρεπε να υποβάλλονται για ορισμένους τύπους συμβάσεων που συνάπτονταν με τους προσωπικούς συνεργάτες των βουλευτών. Προκειμένου να μειωθεί γρήγορα ο φόρτος αυτός, οι σχετικές τροποποιήσεις θα έπρεπε να ισχύσουν από τις 14 Ιουλίου 2009. Κατά τη συνεδρίασή του στις 23 Νοεμβρίου 2009, το Προεδρείο αποφάσισε να επιτρέψει να χρησιμοποιούνται οι προκαταβολές του Κοινοβουλίου, στο πλαίσιο σύμβασης εργασίας, για την κάλυψη εξόδων των τοπικών βοηθών για σύντομα ταξίδια, μέχρι ανώτατου ορίου 100 EUR μηνιαίως. Δεδομένου ότι και η αλλαγή αυτή έγινε με στόχο να μειωθεί ο διοικητικός φόρτος για τους βουλευτές, θα έπρεπε να ισχύσει από 1ης Ιανουαρίου 2010.

(8)

Κατά γενικό κανόνα, οι βουλευτές δεν μπορούν να ζητήσουν επιστροφή εξόδων για συμβάσεις με τις οποίες παρέχεται απασχόληση σε μέλη της οικογένειας ή χρησιμοποιούνται οι υπηρεσίες τους. Εντούτοις, τα μέλη της οικογένειας που εργάζονταν ως βοηθοί βουλευτών κατά την ημερομηνία της αλλαγής την 1η Ιουλίου 2008, και των οποίων οι συμβάσεις είχαν καταχωρηθεί από τη σχετική υπηρεσία έως την ημερομηνία εκείνη, μπορούσαν να συνεχίσουν να ασκούν τα καθήκοντα αυτά για άλλη μία κοινοβουλευτική περίοδο. Στην πράξη, η υποχρέωση καταχώρησης χρησίμευσε στον αποκλεισμό πολλών συμβάσεων εργασίας που υπήρχαν επί μεγάλο διάστημα. Θα έπρεπε συνεπώς να καταργηθεί, ώστε να υπάρχει η ίδια μεταχείριση για όλες τις συμβάσεις εργασίας που προβλέπουν την καταβολή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης και που βρίσκονταν σε ισχύ την 1η Ιουλίου 2008. Δεδομένου ότι η σχετική τροποποίηση αφορά σχέσεις απασχόλησης που υφίσταντο πριν τεθούν σε ισχύ τα μέτρα εφαρμογής, θα έπρεπε να ισχύσει από τις 14 Ιουλίου 2009.

ΕΝΕΚΡΙΝΕ ΤΗΝ ΕΞΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Τα μέτρα εφαρμογής τροποποιούνται ως εξής:

1)

Το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:

α)

Οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται ως εξής:

«1.   Δυνάμει του άρθρου 18 του Καθεστώτος και κατ’ αναλογική εφαρμογή της ρύθμισης που θεσπίστηκε με κοινή συμφωνία των θεσμικών οργάνων των Κοινοτήτων (4) καθώς και των γενικών διατάξεων εκτέλεσής της (5), έχουν δικαίωμα στην επιστροφή των δύο τρίτων των εξόδων ασθενείας, εγκυμοσύνης ή γέννησης τέκνου, τα εξής πρόσωπα:

α)

οι βουλευτές και οι πρώην βουλευτές δικαιούχοι μεταβατικής αποζημίωσης δυνάμει του άρθρου 13 του Καθεστώτος ή σύνταξης δυνάμει των άρθρων 14 και 15 του Καθεστώτος, όσον αφορά τα έξοδά τους καθώς και τα έξοδα των συζύγων τους ή των συντρόφων τους σταθερής μη έγγαμης σχέσης συμβίωσης, όπως ορίζονται στο άρθρο 58 παράγραφος 2, και των εξαρτημένων τέκνων τους, κατά την έννοια του άρθρου 58 παράγραφος 3, έως ότου τα εν λόγω τέκνα φτάσουν σε ηλικία 21 ετών ή, το αργότερο, 25 ετών, εφόσον λαμβάνουν εκπαίδευση ή επαγγελματική κατάρτιση πλήρους ωραρίου, εφόσον οι εν λόγω σύζυγοι, σύντροφοι σταθερής μη έγγαμης σχέσης συμβίωσης και εξαρτημένα τέκνα δεν δικαιούνται παροχές της ιδίας φύσεως και του αυτού επιπέδου με τους βουλευτές ή τους πρώην βουλευτές δυνάμει οιασδήποτε άλλης νομικής διάταξης ή κανονισμού·

β)

οι δικαιούχοι σύνταξης επιζώντος δυνάμει του άρθρου 17 του Καθεστώτος.

Τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα στοιχεία α) και β) είναι ελεύθερα να επιλέγουν τον ιατρό τους και το νοσοκομείο ή την κλινική, όπως ορίζει το άρθρο 19 παράγραφος 1 της προαναφερθείσας ρύθμισης.

2.   Οι επιστροφές εξόδων που προβλέπονται στην παράγραφο 1 βαρύνουν τον προϋπολογισμό του Κοινοβουλίου. Εφαρμόζονται το άρθρο 72, παράγραφοι 3 και 4, του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68 του Συμβουλίου, της 29ης Φεβρουαρίου 1968, περί καθορισμού του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (6), και το άρθρο 20, παράγραφος 6, της προαναφερθείσας ρύθμισης.

β)

Προστίθενται οι εξής παράγραφοι:

«4.   Οι βουλευτές και οι πρώην βουλευτές δικαιούχοι μεταβατικής αποζημίωσης δυνάμει του άρθρου 13 του Καθεστώτος, ή σύνταξης δυνάμει των άρθρων 14 και 15 του Καθεστώτος, μπορούν να παραιτηθούν του δικαιώματος επιστροφής των ιατρικών εξόδων τους όπως προβλέπεται στην παράγραφο 1. Στην περίπτωση αυτή, δικαιούνται επιστροφή των δύο τρίτων της εισφοράς ασφάλισης υγείας, με την προϋπόθεση ότι το συνολικό επιστρεφόμενο ποσό δεν υπερβαίνει τα 400 EUR μηνιαίως.

5.   Ο βουλευτής ή πρώην βουλευτής που, σύμφωνα με την παράγραφο 3α παραιτείται του δικαιώματος επιστροφής των ιατρικών εξόδων του, μπορεί αργότερα να ανακαλέσει την απόφαση αυτή.

6.   Το κατά την παράγραφο 3α ποσό μπορεί να αναπροσαρμόζεται σε ετήσια βάση από το Προεδρείο, μέχρι του ετησίου ποσοστού αύξησης του μέσου ποσού ανά δικαιούχο, που επιστρέφεται στο πλαίσιο του κοινού καθεστώτος ασφάλισης ασθενείας των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΚΚΑΑ).

7.   Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται επίσης στους πρώην βουλευτές που λαμβάνουν τη μεταβατική αποζημίωση που προβλέπει το άρθρο 45 για την περίοδο μεταξύ της πρώτης ημέρας που έπεται της παύσης των καθηκόντων τους και της ημέρας κατά την οποία γεννάται το δικαίωμα μεταβατικής αποζημίωσης.

8.   Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται επίσης στους πρώην βουλευτές που λαμβάνουν τη σύνταξη αρχαιότητας που προβλέπει το άρθρο 49 για την περίοδο μεταξύ της πρώτης ημέρας που έπεται της παύσης των καθηκόντων τους και της ημέρας κατά την οποία γεννάται το δικαίωμα σύνταξης, εφόσον οι προϋποθέσεις του άρθρου 49 παράγραφος 1 πληρούνται ήδη πριν από την παύση των καθηκόντων τους.».

2)

Στο άρθρο 10 παρεμβάλλεται η εξής παράγραφος:

«2α.   Θεωρούνται επίσης συνήθη έξοδα ταξιδίου τα έξοδα ταξιδίου στα οποία υποβάλλονται οι πρόεδροι επιτροπών ή υποεπιτροπών προκειμένου να παραστούν σε συνεδριάσεις του Συμβουλίου.».

3)

Στο άρθρο 13, οι παράγραφοι 2 και 3 αντικαθίστανται ως εξής:

«2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, σε περίπτωση ταξιδίου με αυτοκίνητο, οι βουλευτές παρουσιάζουν δήλωση στην οποία αναφέρεται ο αριθμός κυκλοφορίας του αυτοκινήτου που χρησιμοποιήθηκε για το ταξίδι και, για τα ταξίδια με αυτοκίνητο στο κράτος μέλος εκλογής των βουλευτών, η διανυθείσα απόσταση και τα σημεία αναχώρησης και άφιξης, ή, για όλα τα άλλα ταξίδια με αυτοκίνητο, ο αριθμός των χιλιομέτρων που αναγράφει ο μετρητής κατά την αναχώρηση και ο αριθμός των χιλιομέτρων που αναγράφονται κατά την άφιξη. Σε περίπτωση ταξιδίου που υπερβαίνει τα 800 χλμ., η δήλωση συνοδεύεται από δικαιολογητικά που επιτρέπουν να προσδιορισθεί η ημερομηνία του ταξιδίου (για παράδειγμα, η απόδειξη αγοράς καυσίμων που αφορά συναλλαγή στο σημείο αναχώρησης ή κατά τη διάρκεια του ταξιδίου, η απόδειξη είσπραξης διοδίων στον αυτοκινητόδρομο, το συμβόλαιο μίσθωσης ή το τιμολόγιο ενός μισθωμένου αυτοκινήτου, κλπ.).

Όταν πρόκειται για μετακινήσεις μεταξύ Βρυξελλών και Στρασβούργου, πρέπει πάντοτε να υποβάλλονται δικαιολογητικά που καθιστούν δυνατό να εξακριβωθεί η ημερομηνία του ταξιδίου.

3.   Το κόστος των εισιτηρίων διαρκείας ή κάρτας που παρέχει σε κατονομαζόμενο πρόσωπο δικαίωμα μειωμένου εισιτηρίου για τα γενόμενα ταξίδια μπορεί να επιστραφεί υπό μορφή προκαταβολής. Ο οριστικός διακανονισμός της προκαταβολής πραγματοποιείται μετά τη λήξη της ισχύος του εισιτηρίου διαρκείας ή της κάρτας.».

4)

Το άρθρο 14 τροποποιείται ως εξής:

α)

Τα στοιχεία α) και β) αντικαθίστανται από τα εξής:

«α)

στις περιπτώσεις του άρθρου 10 παράγραφος 1 στοιχείο β): πρόσκληση ή πρόγραμμα της εκδήλωσης στην οποία παρευρέθηκαν οι βουλευτές ή άλλα δικαιολογητικά που αποδεικνύουν ότι η μετακίνηση πραγματοποιήθηκε αποκλειστικά στο πλαίσιο της άσκησης της εντολής των βουλευτών, ή, στην περίπτωση του άρθρου 22 παράγραφος 2α, δήλωση του βουλευτή ότι η μετακίνηση πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της άσκησης της εντολής του·

β)

στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχείο γ): δήλωση των βουλευτών στην οποία αναφέρεται ο σκοπός της μετακίνησης που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της άσκησης της εντολής τους·»·

β)

Προστίθεται το εξής στοιχείο:

«δ)

στις περιπτώσεις του άρθρου 10 παράγραφος 2α: πρόσκληση του Συμβουλίου.».

5)

Το άρθρο 15 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 15

Αποδιδόμενα ποσά

Τα έξοδα ταξιδίου αποδίδονται με βάση τα όντως πραγματοποιηθέντα έξοδα και με ανώτατο όριο:

α)

σε περίπτωση αεροπορικού ταξιδίου: τιμή εισιτηρίου κατηγορίας business·

β)

σε περίπτωση ταξιδίου με σιδηρόδρομο ή με πλοίο: τιμή εισιτηρίου πρώτης θέσης·

γ)

σε περίπτωση μετακίνησης με ιδιωτικό αυτοκίνητο, 0,49 EUR ανά χλμ., με προσαύξηση ίση προς την τιμή της απαιτούμενης διέλευσης με οχηματαγωγό πλοίο ή αντίστοιχης μεταφοράς με άλλο μέσο.».

6)

Στο άρθρο 17, οι παράγραφοι 4 έως 7 αντικαθίστανται ως εξής:

«4.   Όταν οι βουλευτές αναλαμβάνουν τα καθήκοντά τους ή αλλάζουν τον τόπο κατοικίας τους, ενημερώνονται για το αεροδρόμιο ή τον σταθμό και τις πιο άμεσες, ήτοι τις συντομότερες διαδρομές που θα χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς της εφαρμογής των παρουσών διατάξεων.

5.   Οιαδήποτε στιγμή, οι βουλευτές δύνανται να προτείνουν εγγράφως στην αρμόδια υπηρεσία, επισημαίνοντας τους λόγους, άλλη διαδρομή που να προσφέρει αισθητό όφελος από πλευράς χρόνου ή αισθητή αύξηση ανέσεων, χωρίς το κόστος της μετακίνησης να αυξάνεται περισσότερο από 20 %. Εάν γίνει δεκτή αυτή η διαδρομή, αντικαθιστά την πιο άμεση διαδρομή, όπως προσδιορίζεται κατά την παράγραφο 3.

Εάν η διαδρομή δεν γίνει δεκτή ή όταν η προτεινόμενη από τους βουλευτές διαδρομή οδηγεί σε αύξηση του κόστους της μετακίνησης περισσότερο από 20 %, το θέμα παραπέμπεται στον Γενικό Γραμματέα, ο οποίος μπορεί να ζητήσει τη γνώμη των Κοσμητόρων πριν λάβει την απόφασή του.

6.   Σε περίπτωση διακοπής του ταξιδίου, τα έξοδα ταξιδίου επιστρέφονται από τον τελευταίο τόπο αναχώρησης. Διακοπή του ταξιδίου θεωρείται οιαδήποτε διακοπή άνω της μίας νύκτας, εκτός Σαββάτου, Κυριακής και δημόσιας αργίας, στη διαδρομή των βουλευτών προς και από έναν τόπο εργασίας του Κοινοβουλίου ή έναν τόπο επίσημης συνεδρίασης.

7.   Εάν το σημείο αναχώρησης ή άφιξης δεν αντιστοιχεί στον τόπο κατοικίας ή στην πρωτεύουσα του κράτους μέλους εκλογής των βουλευτών, τα έξοδα ταξιδίου επιστρέφονται μέχρι το ύψος των εξόδων στα οποία θα υποβάλλονταν οι βουλευτές εάν είχαν πραγματοποιήσει το ταξίδι αυτό προς ή από τον τόπο κατοικίας τους χρησιμοποιώντας την πιο άμεση, ήτοι τη συντομότερη, διαδρομή.

8.   Σε περίπτωση ταξιδίου που πραγματοποιείται μεταξύ δύο τόπων εργασίας και/ή συνεδρίασης, οι παράγραφοι 3 και 7 εφαρμόζονται κατ αναλογίαν.

9.   Οι τιμές που χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς των παρουσών διατάξεων ενημερώνονται κάθε εξάμηνο, τους μήνες Μάιο και Νοέμβριο.».

7)

Το άρθρο 19 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1.   Για τα ταξίδια εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι βουλευτές έχουν δικαίωμα σε αποζημιώσεις απόστασης και διάρκειας οι οποίες προορίζονται να καλύψουν όλα τα έξοδα που συνδέονται με το ταξίδι τους. Το δικαίωμα αυτό ισχύει αποκλειστικά για την κύρια μετακίνηση κατά την έννοια του άρθρου 18 παράγραφος 1».·

β)

Η παράγραφος 2 διαγράφεται·

γ)

Οι παράγραφοι 3 έως 5 αντικαθίστανται ως εξής:

«3.   Δεν υφίσταται κανένα δικαίωμα σε αποζημιώσεις απόστασης και διάρκειας στην περίπτωση των ταξιδιών κατά το άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ) ή στις περιπτώσεις του άρθρου 18 παράγραφος 4. Η διακοπή ταξιδίου κατά το άρθρο 17 παράγραφος 6 ή η διακοπή οιουδήποτε άλλου τύπου δεν παρέχει πρόσθετο δικαίωμα για αποζημίωση διάρκειας ή απόστασης.

4.   Τα ποσά των αποζημιώσεων απόστασης και διάρκειας:

α)

για μετακινήσεις προς τους τόπους εργασίας του Κοινοβουλίου, καθορίζονται στην αρχή της θητείας των βουλευτών και για τη διάρκειά της και αναθεωρούνται μόνον σε περίπτωση αλλαγής διεύθυνσης κατοικίας, ανεξάρτητα από οιεσδήποτε αλλαγές στη διαδρομή που πράγματι ακολουθείται·

β)

για μετακινήσεις προς άλλους τόπους συνεδριάσεων κατά την έννοια του άρθρου 10 παράγραφος 1 στοιχείο α) και παράγραφοι 2 και 2α, καθορίζονται για κάθε επιμέρους μετακίνηση.

5.   Εάν τα συμπληρωματικά σχετιζόμενα με τις μετακινήσεις έξοδα στα οποία υποβάλλονται οι βουλευτές υπερβαίνουν το ποσό της αποζημίωσης απόστασης, οι βουλευτές μπορούν να ζητήσουν επιστροφή της διαφοράς με την προϋπόθεση της προσκόμισης δικαιολογητικών.».

8)

Στο άρθρο 20, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από την εξής:

«2.   Τα ποσά υπολογίζονται με βάση τη συντομότερη διαδρομή από το κέντρο της πόλης του τόπου κατοικίας των βουλευτών προς την υποδομή άφιξης του τόπου συνεδρίασης και αντιστρόφως.

Εάν η βάση υπολογισμού για σιδηροδρομική διαδρομή είναι άγνωστη ή δύσκολα εξακριβώσιμη, χρησιμοποιείται η βάση υπολογισμού της μετακίνησης με ιδιωτικό αυτοκίνητο.»·

9)

Στο άρθρο 21, η παράγραφος 1, στοιχείο δ) αντικαθίσταται ως εξής:

«δ)

για ταξίδι συνολικής διάρκειας άνω των έξι ωρών το οποίο, για δεόντως τεκμηριωμένους λόγους, περιλαμβάνει διανυκτέρευση: ποσό ισοδύναμο με την πλήρη αποζημίωση που προβλέπεται στο άρθρο 24, κατόπιν προσκόμισης δικαιολογητικών.».

10)

Το άρθρο 22 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«2.   Στο πλαίσιο αυτό, οι βουλευτές δικαιούνται επίσης να ζητήσουν, με προσκόμιση της πρωτότυπης απόδειξης ή τιμολογίου, την επιστροφή των εξόδων ταξί, των εξόδων μίσθωσης αυτοκινήτου, των εξόδων ξενοδοχείου και άλλων συναφών εξόδων στα οποία υποβλήθηκαν κατά τη διάρκεια της περιόδου των επίσημων δραστηριοτήτων. Το εν λόγω δικαίωμα καλύπτει επίσης μία ημέρα πριν από την έναρξη και μία ημέρα μετά τη λήξη της περιόδου των επίσημων δραστηριοτήτων.»·

β)

Παρεμβάλλονται οι εξής παράγραφοι:

«2α.   Όταν οι βουλευτές ταξιδεύουν προς έναν από τους τόπους εργασίας του Κοινοβουλίου σε εβδομάδα κατά τη διάρκεια της οποίας το Κοινοβούλιο δεν έχει επίσημες δραστηριότητες, η επιστροφή των συμπληρωματικών εξόδων ταξιδίου περιορίζεται στα έξοδα μετακίνησης, συμπεριλαμβανομένων των κομίστρων ταξί από το αεροδρόμιο ή τον σταθμό προς την πόλη και αντιστρόφως, και στα έξοδα ξενοδοχείου.

2β.   Οι αιτήσεις επιστροφής εξόδων για μετακινήσεις με σκοπό τη συμμετοχή σε δραστηριότητα μετά από πρόσκληση βουλευτή ή πολιτικής ομάδας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, συνοδεύονται από άλλα δικαιολογητικά που αποδεικνύουν ότι η μετακίνηση πραγματοποιήθηκε αποκλειστικά και μόνο στο πλαίσιο της άσκησης της βουλευτικής εντολής.

2γ.   Οι βουλευτές δύνανται να συνδυάζουν τις συνήθεις μετακινήσεις με συμπληρωματικές μετακινήσεις.

Όταν ολόκληρη η συνδυασμένη μετακίνηση πραγματοποιείται εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα έξοδα του σκέλους του ταξιδίου που αρχίζει ή τελειώνει σε έναν από τους τόπους εργασίας ή επίσημων συνεδριάσεων του Κοινοβουλίου επιστρέφονται σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχείο α).

Όταν μέρος της συνδυασμένης μετακίνησης πραγματοποιείται εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το συμπληρωματικό κόστος που προκύπτει από το γεγονός ότι οι βουλευτές δεν χρησιμοποίησαν την πιο άμεση διαδρομή λόγω της πρόσθετης μετακίνησης χρεώνεται στην συμπληρωματική αποζημίωση ταξιδίου τους, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 1.».

11)

Στο άρθρο 23, το υπάρχον εδάφιο αριθμείται ως παράγραφος 1 και προστίθενται οι εξής παράγραφοι:

«2.   Τα έξοδα μετακίνησης εντός αστικής περιοχής με τη χρήση δημόσιων μέσων μεταφοράς (συμπεριλαμβανομένων των ταξί) επιστρέφονται με βάση τα συνήθη δικαιολογητικά για το χρησιμοποιούμενο συγκοινωνιακό μέσο. Το επιστρεφόμενο ποσό διαιρείται διά του ανά χιλιόμετρο ποσού που καταβάλλεται για μετακινήσεις με ιδιωτικό αυτοκίνητο, και το αποτέλεσμα αφαιρείται από τον αριθμό των χιλιομέτρων που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β).

3.   Εφόσον βουλευτής του οποίου ο τόπος κατοικίας, κατά την έννοια του άρθρου 17 παράγραφος 2, βρίσκεται σε κράτος μέλος άλλο από εκείνο στο οποίο έχει εκλεγεί, ταξιδεύει στο πλαίσιο της άσκησης της εντολής του μεταξύ του τόπου αυτού κατοικίας και του κράτους μέλους στο οποίο έχει εκλεγεί, η εν λόγω μετακίνηση θεωρείται μετακίνηση εντός του κράτους μέλους στο οποίο έχει εκλεγεί για τους σκοπούς της παραγράφου 1 στοιχεία α) και β).».

12)

Στο άρθρο 24, παράγραφος 1, προστίθεται το εξής εδάφιο:

«Κατά τις εβδομάδες που είναι αφιερωμένες στις εξωτερικές κοινοβουλευτικές δραστηριότητες, οι βουλευτές δικαιούνται να εισπράξουν αποζημίωση παραμονής για τρεις ημέρες κατ ανώτατο όριο, εκτός εάν η αποζημίωση είναι καταβλητέα σύμφωνα με τα στοιχεία α) και β) και εκτός των ειδικών περιστάσεων που αποφάσισε το Προεδρείο στις 19 Οκτωβρίου 2009.».

13)

Το άρθρο 33 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται ως εξής:

«4.   Το μέγιστο μηνιαίο ποσό των εξόδων που αναλαμβάνονται για όλους τους προσωπικούς συνεργάτες που αναφέρονται στο άρθρο 34 ορίζεται σε 17 864 EUR. Με ισχύ από 1ης Μαΐου 2010, το ποσό αυτό αυξάνεται σε 19 364 EUR.»·

β)

Προστίθεται η εξής παράγραφος:

«6.   Το αχρησιμοποίητο υπόλοιπο του προβλεπόμενου στην παράγραφο 4 μηνιαίου ποσού που έχει σωρευθεί στο τέλος του οικονομικού έτους μεταφέρεται στο επόμενο οικονομικό έτος, μέχρι, κατ ανώτατο όριο, το μηνιαίο ποσό που αναφέρεται στην παράγραφο 4.».

14)

Στο άρθρο 36 η παράγραφος 6 αντικαθίσταται ως εξής:

«6.   Όταν οι περιστάσεις το απαιτούν, το Κοινοβούλιο μπορεί, στο πλαίσιο σύμβασης εργασίας και μετά από αίτηση βουλευτή, να δίνει προκαταβολές επί των πληρωμών που αναφέρονται στις παραγράφους 4 και 5.

Οι προκαταβολές μπορούν επίσης να χρησιμοποιούνται για την κάλυψη των εξόδων στα οποία υποβάλλονται οι τοπικοί βοηθοί για τις σύντομες μετακινήσεις τους. Στην περίπτωση αυτή, καταβάλλονται κατ αποκοπήν, μέχρις ανωτάτου ποσού 100 EUR ανά βοηθό ανά μήνα. Εάν τα έξοδα που πραγματοποιήθηκαν υπερβαίνουν το ανώτατο αυτό όριο, ο εντολοδόχος πληρωμών υποβάλλει σε τρίμηνη βάση δικαιολογητικά έγγραφα που αποδεικνύουν τα γενόμενα έξοδα. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, τα δικαιολογητικά αυτά μπορούν να αντικατασταθούν με δήλωση.

Η τακτοποίηση αυτών των προκαταβολών τελεί υπό την απόλυτη ευθύνη του εντολοδόχου πληρωμών και πραγματοποιείται σύμφωνα με τα παρόντα μέτρα εφαρμογής και το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο.».

15)

Το άρθρο 41 τροποποιείται ως εξής:

α)

Οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται ως εξής:

«1.   Εφόσον έχει συναφθεί σύμβαση παροχής υπηρεσιών κατά το άρθρο 34, παράγραφος 1, στοιχείο β) ή το άρθρο 34, παράγραφος 5, ο βουλευτής, ή, για λογαριασμό του βουλευτή, ο εντολοδόχος πληρωμών, όταν υποβάλλει αίτηση ανάληψης εξόδων, διαβιβάζει στην αρμόδια υπηρεσία:

α)

αντίγραφο της σύμβασης παροχής υπηρεσιών που συνήψε ο βουλευτής με τον πάροχο υπηρεσιών, η οποία ορίζει σαφώς τη φύση των υπηρεσιών που θα παρέχονται·

β)

αντίγραφο της σύμβασης που έχει συναφθεί μεταξύ του βουλευτή και του εντολοδόχου πληρωμών της επιλογής του.

2.   Τα έξοδα για παροχή υπηρεσιών καλύπτονται με την υποβολή από τον βουλευτή προς την αρμόδια υπηρεσία τιμολογίου ή εκκαθαριστικού σημειώματος αμοιβής που περιγράφει λεπτομερώς τις υπηρεσίες τις οποίες πράγματι παρέσχε ο πάροχος υπηρεσιών.

Ο πάροχος υπηρεσιών δηλώνει ότι τα υποβαλλόμενα τιμολόγια ή εκκαθαριστικά σημειώματα αμοιβών είναι σύμφωνα με το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο, ιδίως, προκειμένου για την τακτική παροχή υπηρεσιών, όσον αφορά τον ΦΠΑ. Εφόσον οι παροχές απαλλάσσονται του ΦΠΑ, ο πάροχος υπηρεσιών υποδεικνύει τη νομική βάση της απαλλαγής και βεβαιώνει ότι έχει εκπληρώσει όλες τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει τις εθνικής νομοθεσίας.

Το ανώτατο ποσό της ανάληψης εξόδων για παρασχεθείσες υπηρεσίες δεν μπορεί να υπερβαίνει το 25 % του ποσού που προβλέπεται στο άρθρο 33 παράγραφος 4. Το ποσό αυτό μπορεί να χρησιμοποιείται αθροιστικά σε ετήσια βάση.»·

β)

Οι παράγραφοι 3 και 4 διαγράφονται.

16)

Το άρθρο 42 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 42

Έκτακτα έξοδα

Εφόσον τοπικός βοηθός βουλευτή, με σύμβαση εργασίας, απουσιάζει επί χρονικό διάστημα που υπερβαίνει τους τρεις μήνες, είτε λόγω άδειας μητρότητας είτε λόγω σοβαρής ασθενείας, το μέρος των εξόδων αντικατάστασης, μετά τον τρίτο μήνα απουσίας, που δεν καλύπτεται από τις παροχές προς τον εργαζόμενο που καταβάλλονται σύμφωνα με το σχετικό εθνικό σύστημα κοινωνικής ασφάλισης, μπορεί να καλυφθεί καθ’ υπέρβασιν του κατά το άρθρο 33 παράγραφος 4 ποσού. Ο εντολοδόχος πληρωμών υποβάλλει στην αρμόδια υπηρεσία αίτηση ανάληψης των εξόδων αυτών, προσυπογεγραμμένη από τον βουλευτή.».

17)

Το άρθρο 44 αντικαθίσταται ως εξής:

α)

Ο τίτλος αντικαθίσταται από τον εξής:

«Πρόσβαση στις εσωτερικές υπηρεσίες και μη χρηματικές παροχές»

β)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1.   Το Προεδρείο θεσπίζει τους κανόνες σχετικά με την πρόσβαση των βουλευτών στις εσωτερικές υπηρεσίες του Κοινοβουλίου και τις μη χρηματικές παροχές προς τους βουλευτές, ειδικότερα όσον αφορά:

τη χρήση των υπηρεσιακών οχημάτων από τους βουλευτές,

την επίπλωση των γραφείων των βουλευτών,

τη διάθεση πληροφορικού και τηλεπικοινωνιακού εξοπλισμού στους βουλευτές,

την προμήθεια χαρτικών και ειδών γραφείου στους βουλευτές,

τη χρήση, από τους βουλευτές και τις πολιτικές ομάδες, των χώρων γραφείου που τίθενται στη διάθεσή τους στα γραφεία πληροφοριών του Κοινοβουλίου,

την επεξεργασία των αρχείων των βουλευτών, όταν παρέχονται υπό μορφή δωρεάς ή κληροδοτήματος σε ινστιτούτο, σύνδεσμο ή ίδρυμα,

τις διαδικασίες προκειμένου να μπορούν οι βουλευτές των οποίων η θητεία λήγει κατά τη διάρκεια μιας κοινοβουλευτικής περιόδου να μεταφέρουν στη χώρα καταγωγής τους τα προσωπικά τους είδη που βρίσκονται στο γραφείο τους των Βρυξελλών και του Στρασβούργου,

τη χρήση των υπηρεσιακών ποδηλάτων,

τα μαθήματα γλωσσών και πληροφορικής για τους βουλευτές.

τη χρήση των υπηρεσιών που παρέχει η ιατρική υπηρεσία.».

18)

Το άρθρο 78 αντικαθίσταται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 διαγράφεται·

β)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής:

«3.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 43, στοιχείο δ), οι συμβάσεις που έχουν συναφθεί άμεσα ή έμμεσα με τα μέλη των οικογενειών των βουλευτών πριν από την 1η Ιουλίου 2008 μπορούν να διατηρηθούν για μεταβατικό διάστημα που αντιστοιχεί στην κοινοβουλευτική περίοδο μετά την έναρξη ισχύος του Καθεστώτος, υπό τον όρο ότι οι σχετικές φορολογικές υποχρεώσεις και υποχρεώσεις κοινωνικής ασφάλισης έχουν εκπληρωθεί δεόντως.

Οι βουλευτές, στη δήλωση οικονομικών συμφερόντων τους, οφείλουν να παρέχουν λεπτομέρειες για όλες τις συμβάσεις τέτοιου είδους που έχουν συναφθεί άμεσα ή έμμεσα.».

Άρθρο 2

1.   Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.   Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται από την ίδια ημερομηνία, με εξαίρεση τις εξής διατάξεις:

α)

άρθρο 1, σημεία 1, στοιχείο α), 13, 15, στοιχείο α), και 18, στοιχείο β), που εφαρμόζονται από τις 14 Ιουλίου 2009

β)

άρθρο 1, σημεία 4, στοιχείο α) [εφόσον συνδέεται με το άρθρο 14, στοιχείο α), των μέτρων εφαρμογής), 10, στοιχεία α) και β) (εφόσον συνδέεται με το άρθρο 22, παράγραφοι 2α και 2γ, των μέτρων εφαρμογής], 11 (εφόσον συνδέεται με το άρθρο 23, παράγραφος 2, των μέτρων εφαρμογής), 12, 14 και 16, που εφαρμόζονται από την 1η Ιανουαρίου 2010.


(1)  Απόφαση 2005/684/ΕΚ, Ευρατόμ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 28ης Σεπτεμβρίου 2005, για την έγκριση του καθεστώτος των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (ΕΕ L 262 της 7.10.2005, σ. 1).

(2)  Απόφαση του Προεδρείου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 19ης Μαΐου και 9ης Ιουλίου 2008, σχετικά με τα μέτρα εφαρμογής του Καθεστώτος των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (ΕΕ C 159 της 13.7.2009, σ. 1).

(3)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1296/2009 του Συμβουλίου, της 23ης Δεκεμβρίου 2009, για την αναπροσαρμογή, με ισχύ από 1ης Ιουλίου 2009, των αποδοχών και των συντάξεων των υπαλλήλων και του λοιπού προσωπικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και των διορθωτικών συντελεστών που εφαρμόζονται στις εν λόγω αποδοχές και συντάξεις (ΕΕ L 348 της 29.12.2009, σ. 10).

(4)  Κοινή ρύθμιση σχετικά με την κάλυψη των κινδύνων ασθενείας των μονίμων υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που θεσπίστηκε απ όλα τα θεσμικά όργανα των οποίων η κοινή συμφωνία διαπιστώθηκε από τον Πρόεδρο του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων την 24η Νοεμβρίου 2005 και που προβλέπεται στο άρθρο 72 του από 29 Φεβρουαρίου 1968 κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68 του Συμβουλίου περί καθορισμού του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και περί θεσπίσεως ειδικών μέτρων προσωρινώς εφαρμοστέων στους υπαλλήλους της Επιτροπής (ΕΕ L 56 της 4.3.1968, 1).

(5)  Απόφαση της Επιτροπής της 2ας Ιουλίου 2007 περί καθορισμού των γενικών διατάξεων εκτέλεσης σχετικά με την επιστροφή των ιατρικών εξόδων.

(6)  ΕΕ L 56 της 4.3.1968, σ. 1.».