8.1.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 5/1


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 6ης Νοεμβρίου 2008

σχετικά με την κρατική ενίσχυση C 19/05 (πρώην N 203/05) που χορήγησε η Πολωνία στη Stocznia Szczecińska

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2008) 6770]

(Το κείμενο στην πολωνική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2010/3/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 88 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο,

τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, και ιδίως το άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Αφού κάλεσε τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους (1) σύμφωνα με τις προαναφερόμενες διατάξεις,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

1.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος IV σημείο 3 της συνθήκης προσχώρησης που διέπει τη διαδικασία μεταβατικών μέτρων, η Πολωνία, με επιστολή της 27ης Απριλίου 2004 που πρωτοκολλήθηκε στις 28 Απριλίου 2004, κοινοποίησε μέτρα αναδιάρθρωσης υπέρ της Stocznia Szczecińska Nowa Sp. z o.o. (New Szczecin Shipyard Ltd, στο εξής «SSN»). Η υπόθεση καταχωρίστηκε με τον αριθμό PL 31/2004.

(2)

Με επιστολή της 19ης Μαΐου 2004, η Επιτροπή ζήτησε από την Πολωνία να υποβάλει ορισμένα έγγραφα που έλειπαν. Τα έγγραφα αυτά υποβλήθηκαν στις 16 Ιουνίου 2004. Η Επιτροπή ζήτησε συμπληρωματικές πληροφορίες με επιστολές της 12ης Αυγούστου 2004, της 18ης Νοεμβρίου 2004 και της 4ης Μαρτίου 2005, στις οποίες η Πολωνία απάντησε με επιστολές της 24ης Σεπτεμβρίου 2004 που πρωτοκολλήθηκε αυθημερόν, της 28ης Ιανουαρίου 2005 που πρωτοκολλήθηκε στις 2 Φεβρουαρίου 2005, της 30ής Μαρτίου 2005 που πρωτοκολλήθηκε την 1η Απριλίου 2005 και της 18ης Απριλίου 2005 που πρωτοκολλήθηκε στις 20 Απριλίου 2005 αντίστοιχα. Πραγματοποιήθηκαν συνεδριάσεις με τις πολωνικές αρχές τις εξής ημερομηνίες: 9 Νοεμβρίου 2004, 17 Νοεμβρίου 2004 και 3 Μαρτίου 2005.

(3)

Με επιστολή της 22ας Απριλίου 2005 που πρωτοκολλήθηκε αυθημερόν, η Πολωνία δέχθηκε επίσης να χειριστεί η Επιτροπή την κοινοποίηση της υπόθεσης PL 31/2004 της 27ης Απριλίου 2004 ως κοινοποίηση βάσει του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ όσον αφορά τα μέτρα που διαπιστώθηκε ότι συνιστούσαν νέα ενίσχυση. Στην υπόθεση δόθηκε ο νέος αριθμός Ν 203/2005.

(4)

Την 1η Ιουνίου 2005, η Επιτροπή εξέδωσε την απόφαση για την κίνηση της διαδικασίας του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ όσον αφορά την κοινοποιηθείσα από τις πολωνικές αρχές ενίσχυση αναδιάρθρωσης της SSN. Η Επιτροπή δημοσίευσε την εν λόγω απόφαση στην Επίσημη Εφημερίδα (2) και κάλεσε την Πολωνία και τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν παρατηρήσεις.

(5)

Με επιστολή της 24ης Ιουνίου 2005, οι πολωνικές αρχές ανέφεραν ότι η απόφαση περιείχε εμπιστευτικά στοιχεία και ζήτησαν τα στοιχεία αυτά να απαλειφθούν από τη δημόσια έκδοση της απόφασης. Η Επιτροπή απάντησε με επιστολή της 15ης Ιουλίου 2005. Η Πολωνία ζήτησε παράταση της προθεσμίας υποβολής παρατηρήσεων επί της απόφασης για την κίνηση της διαδικασίας με επιστολές της 30ής Ιουνίου 2005 που πρωτοκολλήθηκε την 1η Ιουλίου 2005, της 26ης Ιουλίου που πρωτοκολλήθηκε στις 27 Ιουλίου 2005 και της 30ής Αυγούστου 2005 που πρωτοκολλήθηκε την 1η Σεπτεμβρίου 2005. Η Επιτροπή απάντησε με επιστολές της 12ης Ιουλίου, της 2ας Αυγούστου και της 9ης Σεπτεμβρίου 2005 αντίστοιχα. Με επιστολή της 4ης Οκτωβρίου 2005 που πρωτοκολλήθηκε στις 7 Οκτωβρίου 2005, οι πολωνικές αρχές υπέβαλαν τις παρατηρήσεις τους για την απόφαση να κινηθεί η επίσημη διαδικασία έρευνας. Με την επιστολή αυτή υποβλήθηκε επίσης και σχέδιο αναδιάρθρωσης για την περίοδο 2002–2004, με ημερομηνία Δεκεμβρίου 2002, το οποίο τροποποιήθηκε τον Οκτώβριο του 2003 (στη συνέχεια «σχέδιο αναδιάρθρωσης του 2003»). Με επιστολή της 10ης Οκτωβρίου 2005 που πρωτοκολλήθηκε αυθημερόν, νομικός εκπρόσωπος της SSN ανέφερε ότι οι θέσεις και οι παρατηρήσεις της είχαν ενσωματωθεί στο κοινοποιηθέν από τις πολωνικές αρχές έγγραφο.

(6)

Παρατηρήσεις υπέβαλαν τα ακόλουθα τρίτα μέρη: Związek Pracodawców Forum Okrętowe (Ένωση Πολωνικών Ναυτιλιακών Εταιρειών) σε επιστολή της 6ης Οκτωβρίου 2005 που πρωτοκολλήθηκε αυθημερόν, Towimor S.A. σε επιστολή της 6ης Οκτωβρίου 2005 που πρωτοκολλήθηκε αυθημερόν, H. Cegielski – Poznań S.A. σε επιστολή της 6ης Οκτωβρίου 2005 που πρωτοκολλήθηκε αυθημερόν, Spliethoff's Bevrachtingskantoor B.V. με επιστολή στις 6 Οκτωβρίου 2005 που πρωτοκολλήθηκε αυθημερόν, Peter Dohle Shiffahrts-KG σε επιστολή της 5ης Οκτωβρίου 2005 που πρωτοκολλήθηκε στις 6 Οκτωβρίου 2005, Odjefjell ASA σε επιστολή της 6ης Οκτωβρίου 2005 που πρωτοκολλήθηκε την 11η Οκτωβρίου 2005, τα συνδικάτα της SSN («Solidarność», «Solidarność 80» και «Stoczniowiec») σε επιστολή της 7ης Οκτωβρίου 2005 που πρωτοκολλήθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2005, ο δήμαρχος του Στετίνου σε επιστολή της 5ης Οκτωβρίου που πρωτοκολλήθηκε στις 11 Οκτωβρίου 2005, η Lubmor Sp. z o.o. σε επιστολή της 6ης Οκτωβρίου 2005 που πρωτοκολλήθηκε στις 11 Οκτωβρίου 2005 και η Business Club Szczecin σε επιστολή της 12ης Οκτωβρίου 2005 που πρωτοκολλήθηκε αυθημερόν. Η Επιτροπή διαβίβασε αυτές τις παρατηρήσεις στην Πολωνία με επιστολή της 27ης Οκτωβρίου 2005. Οι πολωνικές αρχές απάντησαν με επιστολή της 21ης Νοεμβρίου 2005.

(7)

Η Επιτροπή ζήτησε τη συνδρομή εξωτερικού συμβούλου για την αξιολόγηση του σχεδίου αναδιάρθρωσης του 2003. Ο σύμβουλος υπέβαλε την έκθεσή του στην Επιτροπή τον Μάρτιο του 2006.

(8)

Με επιστολή της 13ης Φεβρουαρίου 2006, η Επιτροπή ζήτησε από τις πολωνικές αρχές συμπληρωματικές πληροφορίες σχετικά με τη διαδικασία αναδιάρθρωσης της SSN. Η Πολωνία απάντησε με επιστολή της 20ής Φεβρουαρίου 2006 που πρωτοκολλήθηκε αυθημερόν. Στις 22 Φεβρουαρίου 2006 έγινε συνεδρίαση στην οποία έλαβαν μέρος εκπρόσωποι των πολωνικών αρχών, του ναυπηγείου και της Επιτροπής. Μετά τη συνεδρίαση, η Επιτροπή ζήτησε από την Πολωνία πρόσθετες πληροφορίες με επιστολές της 8ης Μαρτίου 2006, της 30ής Μαρτίου 2006, της 12ης Απριλίου 2006 και της 28ης Απριλίου 2006. Οι πολωνικές αρχές απάντησαν με επιστολές της 13ης Μαρτίου 2006 που πρωτοκολλήθηκε αυθημερόν, της 29ης Μαρτίου 2006 που πρωτοκολλήθηκε στις 30 Μαρτίου 2006, της 6ης Απριλίου 2006 που πρωτοκολλήθηκε στις 10 Απριλίου 2006, της 19ης Απριλίου 2006 που πρωτοκολλήθηκε στις 20 Απριλίου 2006 και της 26ης Μαΐου 2006 που πρωτοκολλήθηκε στις 30 Μαΐου 2006. Με επιστολή της 23ης Ιουνίου 2006 που πρωτοκολλήθηκε στις 26 Ιουνίου 2006, ο σύμβουλος των ναυπηγείων υπέβαλε στην Επιτροπή προς διαβούλευση προσχέδιο αναδιάρθρωσης με τίτλο «Σχέδιο ανάπτυξης της Stocznia Szczecinska Nowa Sp. z o.o. για την περίοδο 2006–2011».

(9)

Στις 12 Ιουλίου 2006 πραγματοποιήθηκε συνεδρίαση μεταξύ των πολωνικών αρχών, εκπροσώπων του ναυπηγείου και υπαλλήλων της Επιτροπής. Οι πολωνικές αρχές υπέβαλαν στοιχεία σχετικά με το σχέδιο αναδιάρθρωσης της SSN σε επιστολή της 13ης Ιουλίου 2006 που πρωτοκολλήθηκε στις 17 Ιουλίου 2006. Με επιστολή της 17ης Ιουλίου 2006, η Επιτροπή ζήτησε από τις πολωνικές αρχές να υποβάλουν συμπληρωματικές πληροφορίες. Οι πολωνικές αρχές απάντησαν με επιστολή της 1ης Σεπτεμβρίου 2006 που πρωτοκολλήθηκε αυθημερόν. Στις 4 Σεπτεμβρίου 2006 η Πολωνία υπέβαλε τροποποιημένο σχέδιο αναδιάρθρωσης της SSN με τίτλο «Σχέδιο ανάπτυξης της Stocznia Szczecinska Nowa Sp. z o.o. για την περίοδο 2006–2011» (στο εξής «σχέδιο αναδιάρθρωσης του 2006»).

(10)

Με επιστολές της 26ης Σεπτεμβρίου 2006 που πρωτοκολλήθηκε στις 27 Σεπτεμβρίου 2006 και της 21ης Νοεμβρίου 2006 που πρωτοκολλήθηκε στις 27 Νοεμβρίου 2006, οι πολωνικές αρχές υπέβαλαν συμπληρωματικές πληροφορίες σχετικά με την υπόθεση.

(11)

Στις 7 Δεκεμβρίου 2006 πραγματοποιήθηκε συνεδρίαση της επιτρόπου Neelie Kroes με τον πολωνό υπουργό Οικονομίας Piotr Wozniak. Ο κ. Wozniak ανέφερε ότι η Πολωνία ήταν αποφασισμένη να επαναλάβει τη διαδικασία ιδιωτικοποίησης της SSN με ανοικτό και διαφανή διαγωνισμό, ο οποίος θα ολοκληρωνόταν μέχρι τον Ιούνιο του 2007. Η Πολωνία επιβεβαίωσε αυτή τη δήλωση με επιστολή της 27ης Δεκεμβρίου 2006, που πρωτοκολλήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2007, η οποία παρέπεμπε στην απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου της Πολωνίας της 19ης Δεκεμβρίου 2006 που ενέκρινε έγγραφο με τίτλο «Στοιχεία για την κατάσταση της ναυπηγικής βιομηχανίας». Η Πολωνία ζήτησε από την Επιτροπή να διεξαχθούν συνομιλίες για το ζήτημα των αντισταθμιστικών μέτρων. Υπάλληλοι της Επιτροπής μαζί με έναν εξωτερικό σύμβουλο επισκέφθηκαν το ναυπηγείο στις 18 Δεκεμβρίου 2006 για να διαπιστώσουν την κατάσταση και να λάβουν τα απαραίτητα στοιχεία για την αξιολόγηση των αντισταθμιστικών μέτρων. Ο εξωτερικός σύμβουλος υπέβαλε την έκθεση αξιολόγησης της τρέχουσας παραγωγικής ικανότητας του ναυπηγείου στις 16 Ιανουαρίου 2007.

(12)

Η Επιτροπή απάντησε σε επιστολή της 27ης Δεκεμβρίου 2006, με επιστολή της 29ης Ιανουαρίου 2007 στην οποία, μεταξύ άλλων, ζητούσε από την Πολωνία να υποβάλει πρόταση αντισταθμιστικών μέτρων για την SSN μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου 2007.

(13)

Με επιστολή της 28ης Φεβρουαρίου 2007 που πρωτοκολλήθηκε αυθημερόν, η Πολωνία έδωσε ορισμένες εξηγήσεις σχετικά με την ιδιωτικοποίηση της SSN και υπέβαλε πρόταση συμπληρωματικών μέτρων. Οι πολωνικές αρχές πρότειναν το κλείσιμο ενός από τα τρία νεωλκεία του ναυπηγείου μετά τον Μάρτιο του 2010.

(14)

Βάσει των ανωτέρω, πραγματοποιήθηκε συνεδρίαση τεχνικού περιεχομένου στις 15 Μαρτίου 2007, στην οποία συμμετείχαν υπάλληλοι της Επιτροπής, εκπρόσωποι των πολωνικών αρχών και του ναυπηγείου, όπου εξετάστηκαν κυρίως τα αντισταθμιστικά μέτρα, αλλά συζητήθηκε και η τρέχουσα διαδικασία ιδιωτικοποίησης. Η Επιτροπή και οι πολωνικές αρχές συμφώνησαν να συζητήσει η Επιτροπή τα τεχνικά θέματα απευθείας με την SSN, ώστε να συγκεντρώσει όλα τα απαραίτητα στοιχεία για να αξιολογήσει την πρόταση αντισταθμιστικών μέτρων της Πολωνίας.

(15)

Μετά τη συνεδρίαση, η Επιτροπή ζήτησε από την SSN ένα σύνολο δεδομένων με επιστολές της 29ης Μαρτίου 2007, της 27ης Απριλίου 2007 και της 30ής Μαΐου 2007. Η εταιρεία απάντησε με επιστολές της 18ης Απριλίου 2007 που πρωτοκολλήθηκε στις 27 Απριλίου 2007, της 8ης Μαΐου 2007 που πρωτοκολλήθηκε στις 10 Μαΐου 2007 και της 4ης Ιουνίου 2007 που πρωτοκολλήθηκε στις 5 Ιουνίου 2007. Στις 8 Ιουνίουπραγματοποιήθηκε συνεδρίαση εκπροσώπων της Επιτροπής, των πολωνικών αρχών και του ναυπηγείου. Η SSN υπέβαλε συμπληρωματικά στοιχεία με επιστολή της 15ης Ιουνίου 2007 που πρωτοκολλήθηκε αυθημερόν.

(16)

Με επιστολή της 31ης Ιουλίου 2007 η Επιτροπή ενημέρωσε την Πολωνία πως έκρινε ότι, προς το παρόν, το κλείσιμο του νεωλκείου Wulkan 1 θα αποτελούσε, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, επαρκές αντισταθμιστικό μέτρο. Στην απάντησή τους της 24ης Αυγούστου 2007 που πρωτοκολλήθηκε στις 28 Αυγούστου 2007, οι πολωνικές αρχές επιβεβαίωσαν την πρόθεσή τους να εφαρμόσουν την ορισθείσα στην επιστολή της Επιτροπής μείωση της παραγωγικής ικανότητας.

(17)

Οι πολωνικές αρχές υπέβαλαν στοιχεία σχετικά με την ιδιωτικοποίηση και την αναδιάρθρωση της SSN σε επιστολές της 5ης Ιανουαρίου 2007 που πρωτοκολλήθηκε αυθημερόν και της 9ης Ιανουαρίου 2007 που πρωτοκολλήθηκε στις 11 Ιανουαρίου 2007. Η Επιτροπή απάντησε με επιστολή της 29ης Ιανουαρίου 2007. Με την επιστολή της 28ης Φεβρουαρίου 2007 που πρωτοκολλήθηκε αυθημερόν, οι πολωνικές αρχές ανέλαβαν να επιλέξουν επενδυτή για το ναυπηγείο και να υπογράψουν συμφωνία ιδιωτικοποίησης μέχρι το τέλος Ιουνίου 2007.

(18)

Η Επιτροπή ζήτησε περαιτέρω διευκρινήσεις σχετικά με την ιδιωτικοποίηση της SSN με επιστολές της 29ης Μαΐου 2007, της 28ης Ιουνίου 2007 και της 30ής Ιουλίου 2007. Η Πολωνία υπέβαλε τα σχετικά στοιχεία με επιστολή της 1ης Ιουνίου 2007 που πρωτοκολλήθηκε στις 4 Ιουνίου 2007, η οποία περιείχε κατάλογο των επιχειρήσεων στις οποίες είχε αποσταλεί πρόσκληση υποβολής προσφορών για την αγορά της SSN. Συμπληρωματικές πληροφορίες υποβλήθηκαν με επιστολές της 25ης Ιουνίου 2007 που πρωτοκολλήθηκε αυθημερόν και της 11ης Ιουλίου 2007 που πρωτοκολλήθηκε αυθημερόν.

(19)

Με επιστολή της 1ης Αυγούστου 2007 που πρωτοκολλήθηκε την 6η Αυγούστου 2007, οι πολωνικές αρχές υπέβαλαν το πρώτο σχέδιο ενημερωτικού μνημονίου της SSN. Με επιστολή της 13ης Αυγούστου 2007, η Επιτροπή έστειλε τις παρατηρήσεις της για το ενημερωτικό μνημόνιο. Με επιστολή της 21ης Αυγούστου 2007 που πρωτοκολλήθηκε στις 27 Αυγούστου 2007, οι πολωνικές αρχές ενημέρωσαν την Επιτροπή ότι η οικονομική κατάσταση του ναυπηγείου είχε επιδεινωθεί σημαντικά και ότι το δημόσιο ως ιδιοκτήτης του ναυπηγείου σχεδίαζε να το ενισχύσει με εισφορές κεφαλαίου. Η Πολωνία ανήγγειλε επίσης τη σχετική επικαιροποίηση του ενημερωτικού μνημονίου.

(20)

Η Επιτροπή ζήτησε διευκρινήσεις με επιστολή της 4ης Σεπτεμβρίου 2007. Οι πολωνικές αρχές απάντησαν με επιστολές της 7ης Σεπτεμβρίου 2007 που πρωτοκολλήθηκε στις 10 Σεπτεμβρίου 2007, και της 11ης Σεπτεμβρίου 2007, με τις οποίες η Πολωνία υπέβαλε τη νέα έκδοση του ενημερωτικού μνημονίου και ενημέρωσε την Επιτροπή ότι είχαν σταλεί προσκλήσεις υποβολής προσφορών σε 221 δυνητικούς επενδυτές.

(21)

Η Επιτροπή ζήτησε πρόσθετες πληροφορίες με επιστολή της 12ης Σεπτεμβρίου 2007. Η Επιτροπή διατύπωσε παρατηρήσεις για το ενημερωτικό μνημόνιο και ζήτησε διευκρινήσεις με επιστολές της 14ης Σεπτεμβρίου 2007 και της 3ης Οκτωβρίου 2007. Οι πολωνικές αρχές απάντησαν με επιστολή της 12ης Οκτωβρίου 2007 που πρωτοκολλήθηκε στις 16 Οκτωβρίου 2007, δηλώνοντας ότι έξι δυνητικοί επενδυτές είχαν ζητήσει αντίγραφο του ενημερωτικού μνημονίου του ναυπηγείου. Με επιστολή της 23ης Οκτωβρίου 2007 που πρωτοκολλήθηκε αυθημερόν, οι πολωνικές αρχές υπέβαλαν επικαιροποιημένο χρονοδιάγραμμα ιδιωτικοποίησης, το οποίο ελάμβανε ως υπόθεση ότι οι διαπραγματεύσεις με τους δυνητικούς επενδυτές θα άρχιζαν τον Ιανουάριο του 2008.

(22)

Με επιστολή της 30ής Νοεμβρίου 2007, η Επιτροπή ζήτησε να της υποβληθεί μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου 2008 προσχέδιο αναδιάρθρωσης που θα συνέτασσε ο νέος ιδιοκτήτης του ναυπηγείου. Η Πολωνία κοινοποίησε συμπληρωματικά στοιχεία για τη διαδικασία ιδιωτικοποίησης με επιστολές της 11ης Δεκεμβρίου 2007 που πρωτοκολλήθηκε στις 13 Δεκεμβρίου 2007 και της 19ης Δεκεμβρίου 2007 που πρωτοκολλήθηκε στις 20 Δεκεμβρίου 2007. Με επιστολή της 21ης Φεβρουαρίου 2007 που πρωτοκολλήθηκε αυθημερόν, η Πολωνία ενημέρωσε την Επιτροπή ότι στις 20 Δεκεμβρίου 2007 η Amber Sp. z o.o. (στο εξής «Amber», θυγατρική της απόλυτης ιδιοκτησίας μιας πολωνικής χαλυβουργίας, της Złomrex) ήταν η μόνη που υπέβαλε δεσμευτική προσφορά για την αγορά μετοχών της SSN.

(23)

Στις 10 Ιανουαρίου 2008 πραγματοποιήθηκε συνεδρίαση μεταξύ των πολωνικών αρχών και της Επιτροπής. Μετά τη συνεδρίαση, η Επιτροπή ζήτησε από τις πολωνικές αρχές να υποβάλουν συμπληρωματικά στοιχεία για τη διαδικασία ιδιωτικοποίησης, με επιστολές της 17ης Ιανουαρίου 2008, της 30ής Ιανουαρίου 2008, της 28ης Φεβρουαρίου 2008, της 18ης Μαρτίου 2008 και της 2ας Απριλίου 2008. Οι πολωνικές αρχές απάντησαν στις αιτήσεις της Επιτροπής με επιστολές της 23ης Ιανουαρίου 2008 που πρωτοκολλήθηκε στις 24 Ιανουαρίου 2008, της 25ης Ιανουαρίου 2008 που πρωτοκολλήθηκε στις 28 Ιανουαρίου 2008 και της 30ής Ιανουαρίου 2008 που πρωτοκολλήθηκε στις 31 Ιανουαρίου 2008. Με επιστολή της 8ης Φεβρουαρίου 2008 που πρωτοκολλήθηκε αυθημερόν, η Πολωνία υπέβαλε αντίγραφο της δεσμευτικής προσφοράς της Amber.

(24)

Με επιστολή της 14ης Φεβρουαρίου 2008 που πρωτοκολλήθηκε στις 19 Φεβρουαρίου 2008, η Πολωνία ενημέρωσε την Επιτροπή ότι ήταν αδύνατο να ολοκληρωθεί η ιδιωτικοποίηση του ναυπηγείου εμπρόθεσμα μέχρι τα τέλη Φεβρουαρίου 2008 και ότι οι πολωνικές αρχές δεσμεύονταν να ολοκληρώσουν τη διαδικασία πώλησης και να εγκρίνουν το σχέδιο αναδιάρθρωσης μέχρι το θέρος του 2008.

(25)

Με επιστολή της 29ης Φεβρουαρίου 2008 που πρωτοκολλήθηκε στις 3 Μαρτίου 2008, οι πολωνικές αρχές υπέβαλαν δύο έγραφα της Amber: «Πρόσθετες διευκρινήσεις, σύνοψη του προγράμματος αναδιάρθρωσης και ανάληψη δεσμεύσεων σχετικά με την αγορά της SSN που υπέβαλε η Amber» της 29ης Φεβρουαρίου 2008 και «Πρώτη έκδοση του σχεδίου αναδιάρθρωσης της SSN, με επιχειρηματικό σχέδιο για την SSN την περίοδο 2008–2012, βάσει των πληροφοριών που ελήφθησαν κατά τη διαδικασία διεξοδικής εξέτασης που πραγματοποιήθηκε στο ναυπηγείο».

(26)

Με επιστολή της 28ης Μαρτίου 2008 που πρωτοκολλήθηκε αυθημερόν, οι πολωνικές αρχές ανέφεραν ότι παρατάθηκε μέχρι τις 18 Απριλίου 2008 η περίοδος αποκλειστικών διαπραγματεύσεων με την Amber. Με πρόσκληση των πολωνικών αρχών με επιστολή της 4ης Απριλίου 2008 που πρωτοκολλήθηκε στις 7 Απριλίου 2008, πραγματοποιήθηκε στις 10 Απριλίου 2008 συνεδρίαση εκπροσώπων των πολωνικών αρχών, της SSN, της Amber και υπαλλήλων της Επιτροπής.

(27)

Με ηλεκτρονικό μήνυμα της 9ης Απριλίου 2008 που καταχωρίστηκε στις 24 Απριλίου 2008, ο σύμβουλος της Amber υπέβαλε αρχικές χρηματοοικονομικές προβλέψεις για το ναυπηγείο. Στη συνεδρίαση της 10ης Απριλίου 2008 η Amber υπέβαλε επίσης στοιχεία που καταχωρίστηκαν στις 18 Απριλίου 2008.

(28)

Η Πολωνία υπέβαλε στοιχεία για την πρόοδο των διαπραγματεύσεων με την Amber με επιστολές της 7ης Απριλίου 2008 που πρωτοκολλήθηκε στις 18 Απριλίου 2008, της 23ης Απριλίου 2008 που πρωτοκολλήθηκε αυθημερόν, της 25ης Απριλίου 2008 που πρωτοκολλήθηκε αυθημερόν, της 28ης Απριλίου που πρωτοκολλήθηκε στις 29 Απριλίου 2008 και της 29ης Απριλίου που πρωτοκολλήθηκε στις 5 Μαΐου 2008. Η Επιτροπή ζήτησε πληροφορίες με την επιστολή της 30ής Απριλίου 2008. Στις 8 Μαΐου 2008 έγινε συνεδρίαση μεταξύ των πολωνικών αρχών και της Επιτροπής.

(29)

Η Επιτροπή έστειλε παρατηρήσεις σχετικά με την πρόοδο της διαδικασίας ιδιωτικοποίησης με επιστολές της 21ης Απριλίου 2008 και της 30ής Απριλίου 2008.

(30)

Τέλος, με επιστολή της 12ης Μαΐου 2008 που πρωτοκολλήθηκε αυθημερόν, η Πολωνία ενημέρωσε την Επιτροπή ότι η Amber είχε αποσυρθεί από τη διαδικασία ιδιωτικοποίησης.

(31)

Η Πολωνία ενημέρωσε επίσης την Επιτροπή ότι οι πολωνικές αρχές προετοίμαζαν το έδαφος για την επανέναρξη της διαδικασίας ιδιωτικοποίησης με στόχο να υπογραφούν συμφωνίες πώλησης μέχρι το τέλος Νοεμβρίου 2008. Από τις 3 Ιουνίου 2008, η Πολωνία άρχισε να υποβάλει ημερήσιες εκθέσεις στην Επιτροπή σχετικά με τα μέτρα που ελάμβαναν τα ενδιαφερόμενα μέρη για τη νέα διαδικασία ιδιωτικοποίησης. Στις 13 Ιουνίου 2008 πραγματοποιήθηκε συνάντηση εκπροσώπων της Επιτροπής με τις πολωνικές αρχές.

(32)

Μετά από αίτηση της Πολωνίας στις 20 Ιουνίου 2008, υπάλληλοι της Επιτροπής συναντήθηκαν με εκπροσώπους των πολωνικών αρχών και της νορβηγικής εταιρείας Ulstein και, στις 24 Ιουνίου 2008, με τις πολωνικές αρχές και εκπροσώπους της πολωνικής εταιρείας Mostostal Chojnice. Οι εταιρείες αυτές συστήθηκαν στην Επιτροπή ως ενδιαφερόμενοι αγοραστές της SSN. Με επιστολή της 26ης Ιουνίου 2008 που πρωτοκολλήθηκε αυθημερόν, η Πολωνία υπέβαλε προσχέδιο αναδιάρθρωσης της SSN που συνέταξε η Mostostal Chojnice. Υποβλήθηκαν συμπληρωματικές πληροφορίες με επιστολή της 7ης Ιουλίου 2008 που πρωτοκολλήθηκε στις 8 Ιουλίου 2008.

(33)

Με επιστολή της 14ης Ιουλίου 2008, η Πολωνία δεσμεύθηκε να υποβάλει πλήρες σχέδιο αναδιάρθρωσης στην Επιτροπή μέχρι τις 12 Σεπτεμβρίου 2008.

(34)

Στις 16 Ιουλίου 2008, η Επιτροπή συνέταξε προσωρινή αξιολόγηση και συμπεράσματα σε σχέδιο απόφασης για την ολοκλήρωση της επίσημης διαδικασίας έρευνας, η οποία διαπίστωνε ότι η χορηγηθείσα στην SSN κρατική ενίσχυση ήταν ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά και έπρεπε να ανακτηθεί. Εντούτοις, βάσει επιστολής της Πολωνίας της 14ης Ιουλίου 2008, η Επιτροπή αποφάσισε να αναβάλει την έκδοση αυτής της απόφασης, για να έχει τη δυνατότητα να αξιολογήσει αν το νέο σχέδιο αναδιάρθρωσης που θα υπέβαλαν οι πολωνικές αρχές έως τις 12 Σεπτεμβρίου 2008 θα επέφερε σημαντική βελτίωση της κατάστασης που θα επέτρεπε ενδεχομένως να θεωρηθεί η ενίσχυση συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά.

(35)

Στη συνέχεια, η Πολωνία ενημέρωνε την Επιτροπή σε εβδομαδιαία βάση σχετικά με την πρόοδο της διαδικασίας ιδιωτικοποίησης (επιστολές της 28ης Ιουλίου, της 4ης Αυγούστου, 12ης Αυγούστου, 21ης Αυγούστου, 25ης Αυγούστου, 1ης Σεπτεμβρίου, 8ης Σεπτεμβρίου, 16ης Σεπτεμβρίου και 23ης Σεπτεμβρίου 2008 που πρωτοκολλήθηκαν αυθημερόν).

(36)

Με επιστολή της 18ης Ιουλίου 2008 που πρωτοκολλήθηκε στις 21 Ιουλίου 2008, η Πολωνία ζήτησε τη διενέργεια διαβουλεύσεων με την Επιτροπή για το προσχέδιο αναδιάρθρωσης, ώστε να συντάξει την τελική έκδοση του σχεδίου που θα ελάμβανε υπόψη τις παρατηρήσεις της Επιτροπής. Η Επιτροπή ενέκρινε το χρονοδιάγραμμα των διαβουλεύσεων με επιστολή της 31ης Ιουλίου 2008.

(37)

Όμως, μόλις στις 3 Σεπτεμβρίου 2008 η Επιτροπή έλαβε ανεπίσημα προσχέδιο αναδιάρθρωσης της SSN. Μετά την υποβολή του προσχεδίου, πραγματοποιήθηκε στις 4 Σεπτεμβρίου 2008 μια πρώτη συνεδρίαση μεταξύ εκπροσώπων των πολωνικών αρχών και της Επιτροπής με την παρουσία της Mostostal. Στις 8 Σεπτεμβρίου η Επιτροπή έλαβε αναθεωρημένο προσχέδιο αναδιάρθρωσης και στις 10 Σεπτεμβρίου 2008 πραγματοποιήθηκε και άλλη συνεδρίαση με τις πολωνικές αρχές, τη Mostostal και τον δυνητικό συνεπενδυτή Ulstein.

(38)

Με επιστολή της 12ης Σεπτεμβρίου 2008 που πρωτοκολλήθηκε αυθημερόν, η Πολωνία υπέβαλε το τελικό σχέδιο αναδιάρθρωσης της SSN που συνέταξε η Mostostal σε συνεργασία με τη νορβηγική ναυπηγική εταιρεία Ulstein.

(39)

Με επιστολή της 16ης Σεπτεμβρίου 2008 που πρωτοκολλήθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου 2008, η Πολωνία υπέβαλε σχέδιο συμφωνίας ιδιωτικοποίησης μεταξύ της Mostostal και των δημόσιων ιδιοκτητών της SSN, δηλαδή του Οργανισμού Βιομηχανικής Ανάπτυξης και της Polish Shipyards Corporation.

(40)

Με επιστολή της 22ας Σεπτεμβρίου 2008 που πρωτοκολλήθηκε αυθημερόν, η Ulstein ενημέρωσε την Επιτροπή ότι αποσυρόταν από τη διαδικασία ιδιωτικοποίησης και δεν θα συμμετείχε στην αναδιάρθρωση της SSN.

(41)

Με επιστολή της 22ας Σεπτεμβρίου 2008 που πρωτοκολλήθηκε στις 25 Σεπτεμβρίου 2008, η Mostostal ενημέρωσε την Επιτροπή ότι, μετά την απόφαση της Ulstein, η Mostostal θα ήταν διατεθειμένη να εφαρμόσει το πλήρες σχέδιο αναδιάρθρωσης της SSN μόνη της. Στις 30 Σεπτεμβρίου 2008 πραγματοποιήθηκε συνεδρίαση μεταξύ των πολωνικών αρχών, της Επιτροπής και της Mostostal.

(42)

Με επιστολή της 27ης Οκτωβρίου 2008, η Επιτροπή ενημέρωσε τις πολωνικές αρχές για τους βασικούς όρους εφαρμογής της παρούσας απόφασης. Με επιστολή της 3ης Νοεμβρίου 2008 που πρωτοκολλήθηκε στις 4 Νοεμβρίου 2008, η Πολωνία δεσμεύθηκε να τηρήσει πλήρως αυτούς τους όρους. Η Επιτροπή δέχθηκε αυτή τη δέσμευση με επιστολή της 6ης Νοεμβρίου 2008.

(43)

Με επιστολή της 14ης Ιουνίου 2007, η Επιτροπή ζήτησε από τις πολωνικές αρχές να υποβάλουν στοιχεία σχετικά με την κρατική ενίσχυση που έλαβε η SSN μετά την έναρξη της επίσημης διαδικασίας έρευνας. Οι πολωνικές αρχές απάντησαν με επιστολή της 11ης Ιουλίου 2007 που πρωτοκολλήθηκε αυθημερόν. Η Επιτροπή ζήτησε πρόσθετες εξηγήσεις με επιστολή της 13ης Νοεμβρίου 2007. Η Πολωνία απάντησε με επιστολή της 9ης Ιανουαρίου 2008 που πρωτοκολλήθηκε αυθημερόν. Η Πολωνία υπέβαλε πρόσθετα στοιχεία σχετικά με τη χορηγηθείσα κρατική ενίσχυση στο ναυπηγείο, με επιστολή της 9ης Ιανουαρίου 2008 που πρωτοκολλήθηκε στις 10 Ιανουαρίου 2008. Η Πολωνία ενημέρωσε την Επιτροπή για τα πρόσθετα μέτρα που ελήφθησαν για την SSN με επιστολές της 6ης Δεκεμβρίου 2007 που πρωτοκολλήθηκε αυθημερόν, της 9ης Ιανουαρίου 2008 που πρωτοκολλήθηκε στις 10 Ιανουαρίου 2008, της 12ης Φεβρουαρίου 2008 που πρωτοκολλήθηκε στις 13 Φεβρουαρίου 2008, της 26ης Ιουνίου 2008 που πρωτοκολλήθηκε στις 27 Ιουνίου 2008 και της 12ης Σεπτεμβρίου 2008 που πρωτοκολλήθηκε αυθημερόν.

2.   ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

2.1.   Η ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ

(44)

Η έδρα του δικαιούχου της ενίσχυσης είναι στην περιφέρεια Zachodniopomorskie (Δυτική Πομερανία) στη βορειοδυτική Πολωνία. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι, βάσει των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις, οι επιχειρήσεις που είναι εγκατεστημένες σε αυτή την περιφέρεια είναι επιλέξιμες για ενίσχυση από τα Διαρθρωτικά Ταμεία βάσει του στόχου της σύγκλισης (3) και από το Ταμείο Συνοχής (4). Συγκεκριμένα, οι επιχειρήσεις σε αυτή την περιφέρεια είναι εν δυνάμει επιλέξιμες για ενίσχυση από το περιφερειακό επιχειρησιακό πρόγραμμα της περιφέρειας Zachodniopomorskie βάσει των αξόνων προτεραιότητας για τη στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, της καινοτομίας και της μεταφοράς τεχνολογίας (με στόχο τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης μακροπρόθεσμα) και κοινωνικής και εκπαιδευτικής υποδομής με έμφαση στην επαγγελματική και διά βίου κατάρτιση. Οι επιχειρήσεις αυτής της περιφέρειας είναι επίσης επιλέξιμες και για το επιχειρησιακό πρόγραμμα καινοτόμου οικονομίας.

(45)

Η SSN ιδρύθηκε στις 25 Ιουνίου 2002 για την εξαγορά των ναυπηγικών δραστηριοτήτων της Stocznia Szczecińska Porta Holding S.A. (στο εξής «SSPH») και της κυριότερης ναυπηγικής θυγατρικής της Stocznia Szczecińska (στο εξής «SS»), οι οποίες κήρυξαν πτώχευση στις 29 Ιουλίου 2002. Η SSN συστάθηκε ως «κενό κέλυφος» απαλλαγμένη από τα χρέη της SSPH και της SS τα οποία αφορούσαν την προηγούμενη δραστηριότητά τους.

(46)

Το νέο ναυπηγείο εξαγοράστηκε από την κρατική Agencja Rozwoju Przemysłu S.A. (Οργανισμός Βιομηχανικής Ανάπτυξης Α.Ε., στο εξής «ARP») και από το Δημόσιο Ταμείο με στόχο τη συμπλήρωση της τρέχουσας παραγωγής και την επανάληψη των ναυπηγικών δραστηριοτήτων με την πραγματοποίηση της αναγκαίας αναδιάρθρωσης. Επισήμως, η εταιρεία που εξαγόρασε την προηγούμενη ναυπηγική δραστηριότητα ήταν θυγατρική της SSPH που δημιουργήθηκε το 1989, η Allround Ship Services Sp. z o.o. (στο εξής «ASS»). Στην πραγματικότητα, ήδη από το 2001, η υπό πλήρη κρατική ιδιοκτησία SSPH, που ήταν σε δυσχερή οικονομική κατάσταση, αποφάσισε να συγκεντρώσει τη ναυπηγική δραστηριότητα στην ASS, η αναδιάρθρωση της οποίας θεωρούνταν πιο εφικτή από της SS. Τον Ιανουάριο του 2002 η ASS, η οποία αρχικά ήταν μια μικρή θυγατρική που δραστηριοποιούνταν στον τομέα της βαφής, συνήψε συμφωνία-πλαίσιο με την SSPH για την κατασκευή κυτών και μίσθωσε γι’ αυτόν το σκοπό παραγωγικό δυναμικό από την SSPH. Μερικές εβδομάδες πριν κηρύξει πτώχευση, η SSPH πούλησε την ASS στην ARP για το PLN 1. Στη συνέχεια η ASS μετονομάστηκε σε Stocznia Szczecinska Nowa (SSN — που είναι ο δικαιούχος της ενίσχυσης).

(47)

Την εποχή εκείνη η SSN δεν εξαγόρασε τα στοιχεία ενεργητικού της SSPH και της SS, αλλά τα μίσθωσε από τον σύνδικο πτωχεύσεως μέχρι τον Ιούλιο του 2004. Στις 20 Ιουλίου 2004, η SSN υπέγραψε συμφωνίες με τους σύνδικους της SSPH και SS βάσει των οποίων εξαγόρασε αυτά τα στοιχεία ενεργητικού. Η SSN δεν εξαγόρασε τα χρέη της SSPH ή της SS και έτσι τα χρέη αυτά παρέμειναν σε αυτές τις εταιρείες και αντιμετωπίστηκαν στο πλαίσιο της διαδικασίας πτώχευσης. Η SSN εξαγόρασε ορισμένες τρέχουσες εργασίες συνάπτοντας νέες συμβάσεις με τους πλοιοκτήτες.

(48)

Η ASS αγόρασε τους απασχολούμενους της SSPH και της SS, αλλά ο αριθμός εργαζομένων του ναυπηγείου μειώθηκε σταδιακά από 8 071 το 2001 σε 5 322 στα τέλη του 2006. Το 2007 υπήρχαν κατά μέσο όρο 4 700 απασχολούμενοι.

(49)

Ο όγκος παραγωγής αυξήθηκε από 158 000 CGT το 2003 σε 213 000 CGT το 2005, αλλά το 2006 μειώθηκε σε 167 000 CGT. Το βιβλίο παραγγελιών τον Αύγουστο του 2007 περιλάμβανε 30 πλοία συνολικής αξίας 1 134 εκατ. ευρώ. Η SSN κατέχει την 32η θέση παγκοσμίως και την 6η θέση στην Ευρώπη σε αξία παραγγελιών.

(50)

Οι βασικοί πελάτες της είναι εγκατεστημένοι στη Γερμανία, στις Κάτω Χώρες, στη Ρωσία και την Ιταλία. Οι βασικοί ανταγωνιστές της στην Ευρώπη είναι τα ισπανικά, τα γερμανικά και τα κροατικά ναυπηγεία.

(51)

Σήμερα το 80 % της SSN ανήκει στην Korporacja Polskie Stocznie S.A. (Polish Shipyards Corporation S.A., στο εξής «KPS») και το 18 % στην ARP. Το 2 % των μετοχών ανήκει στο δημόσιο. Η ARP είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης κατά το νόμο και ανήκει εξ ολοκλήρου στο Δημόσιο Ταμείο. Η ARP ασκεί δραστηριότητες βάσει του νόμου, όπως η συμμετοχή σε διαδικασίες απόκτησης/αναδιάρθρωσης κρατικών επιχειρήσεων, η διαχείριση στοιχείων ενεργητικού και μετοχών του δημοσίου για λογαριασμό κρατικών οργανισμών και η χορήγηση δανείων και εγγυήσεων για την αναδιάρθρωση δημόσιων επιχειρήσεων. Η KPS ανήκει κατά 100 % στην ARP και δημιουργήθηκε για να χορηγεί χρηματοδοτήσεις σε ναυπηγικές εταιρείες στην Πολωνία.

(52)

H SSN δραστηριοποιείται στην κατασκευή πλοίων όπως πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων, πλοία μεταφοράς χημικών, οχηματαγωγά τύπου ro-ro και πλοία πολλαπλών χρήσεων. Το 1 % της δραστηριότητας της εταιρείας αφορά την παραγωγή μεταλλικών κατασκευών και την παροχή διαφόρων υπηρεσιών που συνδέονται με τη ναυπηγική δραστηριότητα.

(53)

Οι κύριες εγκαταστάσεις παραγωγής της SSN είναι τρία νεωλκεία: Wulkan Nowy, Odra Nowa και Wulkan 1.

(54)

Αμέσως μετά τη σύστασή της το 2002, η SSN άρχισε διαδικασίες αναδιάρθρωσης. Συνέταξε το σχέδιο αναδιάρθρωσης του 2003, το οποίο εγκρίθηκε για πρώτη φορά από τους μετόχους της στις 19 Δεκεμβρίου 2002 και τροποποιήθηκε αργότερα τον Οκτώβριο του 2003. Οι βασικές αιτίες πτώχευσης της πρώην ναυπηγικής εταιρείας του Στετίνου αποδίδονται στους ακόλουθους παράγοντες: τεχνολογικά προβλήματα, λάθη σχεδιασμού, χαμηλή παραγωγικότητα, υψηλό κόστος και εξωτερικοί παράγοντες όπως υψηλή τιμή του πολωνικού νομίσματος και ο ανταγωνισμός από την Ασία. Λόγω αυτών των προβλημάτων, οι χρηματαγορές ήταν απρόθυμες να χρηματοδοτήσουν τη ναυπηγική δραστηριότητα, με αποτέλεσμα να υπάρχουν καθυστερήσεις στις παραδόσεις και, κατά συνέπεια, συσσώρευση χρηματικών ποινών και οφειλών.

(55)

Στόχος της στρατηγικής αναδιάρθρωσης ήταν η επίτευξη σταθερής κερδοφορίας, με εστίαση στην κατασκευή πλοίων μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων και με προσπάθεια να γίνει η επιχείρηση μεγάλος παραγωγός πλοίων μεταφοράς χημικών, οχηματαγωγών των τύπων ro-ro και con-ro καθώς και πλοίων ειδικών χρήσεων. Το σχέδιο αναδιάρθρωσης περιλάμβανε επίσης τη δυνατότητα εξεύρεσης στρατηγικού επενδυτή. Ήταν απαραίτητο να τροποποιηθεί το αρχικό σχέδιο αναδιάρθρωσης του 2003 λόγω των οικονομικών δυσκολιών των συνεργαζόμενων επιχειρήσεων, των εργαζομένων και των δραστηριοτήτων που συνδέονται στενά με την SSN.

(56)

Η οικονομική κατάσταση της SSN παρουσίαζε σταδιακά σημαντική επιδείνωση.

Πίνακας 1

Παραγωγή της SSN

(σε εκατομμύρια PLN πολωνικά ζλότι)

 

2002

2003

2004

2005

2006

30.09.2007

Κύκλος εργασιών

424,88

1 114,44

1 303,46

1 416,04

1 199,38

655,87

Αποτελέσματα εκμεταλλεύσεως

–6,16

–39,64

– 119,80

–11,44

– 194,24

– 134,36

Μετοχικό κεφάλαιο

65,01

62,01

112,83

247,96

149,43

81,96

(57)

Οι εξωτερικοί παράγοντες που συνέβαλαν στη δυσχερή οικονομική κατάσταση ήταν η υποτίμηση του δολαρίου (νόμισμα εσόδων του ναυπηγείου) και η ανατίμηση του πολωνικού ζλότι (νόμισμα εξόδων), η αύξηση των τιμών του χάλυβα και η δυσκολία εξεύρεσης χρηματοδότησης για την κατασκευή πλοίων μετά την πτώχευση της SSPH. Όσον αφορά τις εσωτερικές αιτίες των δυσκολιών της επιχείρησης, αναγνωρίστηκε ότι οι εγκαταστάσεις ήταν σε κακή κατάσταση και απαιτούσαν σημαντική αναβάθμιση. Από το 2006, το ναυπηγείο αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα εργατικού δυναμικού: υψηλά ποσοστά συστηματικής απουσίας, εναλλαγή εργαζομένων και φυγή ειδικευμένων εργαζομένων προς άλλα ναυπηγεία, ιδίως της Γερμανίας και της Νορβηγίας, όπου οι μισθοί ήταν πολύ υψηλότεροι.

2.2.   ΑΠΟΦΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΙΝΗΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΒΑΣΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 88 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2 ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΕΚ

(58)

Στην απόφασή της να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας, η Επιτροπή διαπίστωσε αρχικά ότι ορισμένα από τα μέτρα που της κοινοποιήθηκαν συνιστούσαν νέα ενίσχυση βάσει του σημείου 3 του παραρτήματος IV της συνθήκης προσχώρησης διότι δεν είχαν χορηγηθεί την περίοδο της προσχώρησης. Η Επιτροπή ανέφερε τα μέτρα αυτά στο μέρος Β του παραρτήματος της απόφασής της.

(59)

Η Επιτροπή έκρινε επίσης ότι ορισμένα μέτρα, τα οποία απαριθμούνται στο μέρος Α του παραρτήματος της απόφασης για την κίνηση της επίσημης διαδικασίας έρευνας, παραχωρήθηκαν στην SSN πριν την 1η Μαΐου 2004 και δεν έπρεπε να εφαρμοστούν μετά την προσχώρηση κατά την έννοια του σημείου 3 του παραρτήματος IV της συνθήκης προσχώρησης και, κατά συνέπεια, δεν θα εξετάζονταν στο πλαίσιο της διαδικασίας που ορίζει το άρθρο 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ. Συνεπώς, τα μέτρα αυτά δεν καλύπτονται από την παρούσα απόφαση. Εντούτοις, πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά την εκτίμηση της συμβατότητας με την κοινή αγορά των μέτρων που ελήφθησαν μετά την προσχώρηση.

(60)

Ουσιαστικά, όσον αφορά τα μέτρα που αναφέρονται στο μέρος Β του παραρτήματος της απόφασης για την κίνηση της επίσημης διαδικασίας έρευνας, η Επιτροπή πρόβαλε το επιχείρημα ότι δεν είχε ληφθεί νομικά δεσμευτική απόφαση για τα μέτρα αυτά πριν την προσχώρηση, αν και αναγνώρισε ότι είχαν ληφθεί ορισμένα προκαταρκτικά μέτρα για τη λήψη μιας τέτοιας απόφασης.

(61)

Το πρώτο από αυτά τα μέτρα είναι η εισφορά κεφαλαίου από την ARP. Το σχέδιο αναδιάρθρωσης του 2003 προέβλεπε εισφορά κεφαλαίου 241 752 900 PLN αλλά μόνο μέρος αυτής της εισφοράς κεφαλαίου (180 εκατ. PLN) πραγματοποιήθηκε πριν την προσχώρηση. Όμως, η ARP δεν ήταν σε θέση να πραγματοποιήσει ολόκληρη την εισφορά κεφαλαίου ύψους 241 752 900 PLN για λόγους του προϋπολογισμού. Σύμφωνα με τις πολωνικές αρχές, η απόφαση για την υλοποίηση της εισφοράς του υπόλοιπου κεφαλαίου (61 752 652 PLN) ελήφθη στις 21 Δεκεμβρίου 2004.

(62)

Το δεύτερο και το τρίτο μέτρο ενίσχυσης συνίσταται στις εγγυήσεις παραγωγής που παρείχε η ARP (το κάθε μέτρο αντιστοιχεί σε ενίσχυση 1 935 000 PLN). Οι εγγυήσεις αυτές αφορούν τις συμβάσεις κατασκευής πλοίων του 2002. Οι εγγυήσεις για τα επόμενα πλοία επρόκειτο να εκδοθούν μετά την παράδοση των προηγούμενων πλοίων. Έτσι, οι εγγυήσεις για τα πλοία 7 και 8 θα χορηγούνταν με την παράδοση των πλοίων 4 και 5 (το 2005).

(63)

Το τελευταίο σύνολο μέτρων τα οποία, σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, δεν ελήφθησαν πριν την προσχώρηση είναι τα μέτρα υπέρ της SSN που έλαβε η πόλη του Στετίνου υπό μορφή διαγραφών και αναβολής πληρωμών φόρου ακίνητης περιουσίας. Συνολικά τα μέτρα αυτά αντιπροσωπεύουν ποσό 12,5 εκατ. PLN. Τα μέτρα αυτά, σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσαν οι πολωνικές αρχές (5), δεν έχουν εφαρμοστεί στο ναυπηγείο μέχρι σήμερα.

(64)

Η Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας επειδή είχε τις ακόλουθες αμφιβολίες ως προς το συμβιβάσιμο της ενίσχυσης αναδιάρθρωσης με την κοινή αγορά.

(65)

Πρώτον, η Επιτροπή αμφέβαλλε για την επιλεξιμότητα της SSN να λάβει ενίσχυση αναδιάρθρωσης. Όπως φαίνεται, η εταιρεία είχε συσταθεί για να εξαγοράσει τις δραστηριότητες της προκατόχου της που πτώχευσε χωρίς, ωστόσο, να αναλάβει τα χρέη της. Συνεπώς, η Επιτροπή θεώρησε ότι η SSN ήταν μια νέα επιχείρηση κατά την έννοια των ισχυουσών κατευθυντήριων γραμμών της Κοινότητας.

(66)

Δεύτερον, η Επιτροπή είχε αμφιβολίες αν οι δραστηριότητες αναδιάρθρωσης (που είχαν ήδη ξεκινήσει και συνεχίζονταν) οδηγούσαν στη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της SSN. Η αναδιάρθρωση που ανέλαβε το ναυπηγείο αφορούσε κυρίως τη μείωση του χρέους και τη βελτίωση της ρευστότητας για να καταστεί δυνατή η συνέχιση της παραγωγής. Το εικαζόμενο κόστος των μέτρων πραγματικής αναδιάρθρωσης περιλάμβανε τα έξοδα αγοράς των μέσων παραγωγής από τον σύνδικο πτώχευσης της SSPH και SS. Η Επιτροπή επισήμανε ότι, ακόμα και μετά τη λήξη της περιόδου αναδιάρθρωσης, το επίπεδο παραγωγικότητας θα εξακολουθούσε να είναι σχετικά χαμηλό σε σύγκριση με αυτό των ανταγωνιστικών ευρωπαϊκών ναυπηγείων.

(67)

Τρίτον, βάσει των διαθέσιμων στοιχείων, η Επιτροπή αμφέβαλλε αν είχαν ληφθεί τα κατάλληλα αντισταθμιστικά μέτρα, εφόσον στην πραγματικότητα δεν εφαρμόστηκε στο ναυπηγείο καμία πραγματική μείωση της παραγωγικής ικανότητας.

(68)

Τέταρτον, η Επιτροπή αμφέβαλε αν ορισμένες από τις εικαζόμενες δαπάνες αναδιάρθρωσης, όπως οι δαπάνες αγοράς μέσων παραγωγής, έπρεπε να θεωρηθούν επιλέξιμες ως πραγματικά συνδεόμενες με την αναδιάρθρωση.

(69)

Τέλος, η Επιτροπή αμφέβαλε αν ήταν σημαντική η ίδια συνεισφορά του δικαιούχου στο σχέδιο αναδιάρθρωσης, είτε με δικούς του πόρους είτε από εξωτερική χρηματοδότηση με τους όρους της αγοράς. Συγκεκριμένα, η Επιτροπή είχε αμφιβολίες αν η χρησιμοποίηση αθροιστικού κέρδους αποτελούσε ίδια εισφορά. Επιπλέον, η Επιτροπή επισήμανε ότι το 78 % της εικαζόμενης ίδιας συνεισφοράς συνίστατο σε προκαταβολές πλοιοκτητών, εγγυημένες από τον KUKE, οργανισμό εξαγωγικών πιστώσεων της Πολωνίας. Λαμβάνοντας υπόψη ότι η SSN ήταν προβληματική εταιρεία, η Επιτροπή αμφέβαλε αν οι προμήθειες εγγύησης εφαρμόζονταν σωστά και αντανακλούσαν τον υπαρκτό κίνδυνο, αν οι εξασφαλίσεις που απαιτούσε ο KUKE ήταν επαρκείς και, κατά συνέπεια, αν η προταθείσα ίδια συνεισφορά ήταν απαλλαγμένη από κρατική ενίσχυση.

2.3.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΩΝ ΤΡΊΤΩΝ ΜΕΡΩΝ

2.3.1.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΟΛΩΝΙΑΣ

(70)

Μετά την απόφαση της Επιτροπής να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας, οι πολωνικές αρχές υπέβαλαν τις παρατηρήσεις τους για την απόφαση. Ο δικαιούχος δεν υπέβαλε χωριστά επιχειρήματα, αλλά συνυπέγραψε τις παρατηρήσεις της πολωνικής κυβέρνησης.

(71)

Οι πολωνικές αρχές έθιξαν διάφορα θέματα. Το κύριο επίμαχο ζήτημα ήταν αν ορισμένα μέτρα ενίσχυσης τέθηκαν σε εφαρμογή πριν την προσχώρηση της Πολωνίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δηλαδή πριν την 1η Μαΐου 2004 και δεν εφαρμόζονταν μετά την προσχώρηση. Η Επιτροπή δεν μπορεί να εξετάσει αυτά τα μέτρα· η Επιτροπή εξετάζει μόνο τα μέτρα τα οποία δεν εφαρμόστηκαν πριν την προσχώρηση ως κοινοποιηθείσα ενίσχυση ή ως παράνομη ενίσχυση, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζει το άρθρο 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ.

(72)

Οι πολωνικές αρχές αμφισβήτησαν το συμπέρασμα της Επιτροπής ότι τα μέτρα που αναφέρονται στο μέρος Β του παραρτήματος της απόφασης να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας συνιστούσαν νέα ενίσχυση. Οι πολωνικές αρχές ισχυρίστηκαν ότι όλα τα μέτρα που περιλαμβάνονται σε αυτόν τον πίνακα εφαρμόστηκαν πριν την προσχώρηση της Πολωνίας και, κατά συνέπεια, καμία νέα ενίσχυση δεν σχεδιαζόταν ούτε χορηγήθηκε στην SSN.

(73)

Πρώτον, οι πολωνικές αρχές ισχυρίστηκαν ότι η SSN είχε εύλογες προσδοκίες ότι η προβλεφθείσα στο σχέδιο αναδιάρθρωσης του 2003 ενίσχυση ήταν συμβιβάσιμη με τη νομοθεσία περί κρατικών ενισχύσεων. Οι πολωνικές αρχές αναφέρθηκαν ιδίως σε δύο έγγραφα: «Κατάσταση της πολωνικής ναυπηγικής βιομηχανίας, προτεινόμενες δράσεις και στήριξη του τομέα» (που εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο στις 16 Ιουλίου 2002 και «Μεσοπρόθεσμη στρατηγική εγγυήσεων από το Δημόσιο Ταμείο μέχρι το 2010» (εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο στις 10 Ιουνίου 2003). Οι πολωνικές αρχές ισχυρίστηκαν ότι τα μέτρα αυτά και άλλα παρόμοια που έλαβαν οι κεντρικές και περιφερειακές αρχές και οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης ήταν μέρος ενός γενικού προγράμματος διάσωσης της ναυπηγικής βιομηχανίας.

(74)

Δεύτερον, οι πολωνικές αρχές ισχυρίστηκαν ότι η Επιτροπή, απαιτώντας την έκδοση μιας «νομικά δεσμευτικής πράξης», εφάρμοζε τα κριτήρια της νομοθεσίας της ΕΚ για γεγονότα και την εθνική νομοθεσία της περιόδου πριν την προσχώρηση. Η Πολωνία ισχυρίστηκε ότι πριν από την προσχώρηση ίσχυε η πολωνική νομοθεσία για τις κρατικές ενισχύσεις και ότι η νομοθεσία αυτή «δεν προέβλεπε τη λήψη επίσημης απόφασης για τη χορήγηση ενίσχυσης με αποδέκτη τον δικαιούχο, σε κανένα στάδιο της διαδικασίας». Το μόνο που επέβαλλε η πολωνική νομοθεσία ήταν η έγκριση του σχεδίου αναδιάρθρωσης και των μέτρων ενίσχυσης που αυτό περιείχε από τον πρόεδρο της Υπηρεσίας Ανταγωνισμού και Προστασίας του Καταναλωτή, η οποία είχε πράγματι δοθεί. Οι πολωνικές αρχές ισχυρίστηκαν ότι «αναμφίβολα, κάθε μέτρο που περιείχε το σχέδιο αναδιάρθρωσης το οποίο εγκρίθηκε τελικά είχε συμφωνηθεί μεταξύ της SSN και της αρμόδιας για τη χορήγηση της ενίσχυσης αρχής». Επιπλέον, η Πολωνία υποστήριξε ότι οι διατάξεις της νομοθεσίας της ΕΕ δεν εφαρμόζονται για γεγονότα πριν την προσχώρηση της Πολωνίας και ότι η υπόθεση Fleuren  (6), στην οποία παρέπεμπε η απόφαση της Επιτροπής να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας, διέφερε ριζικά από την παρούσα υπόθεση.

(75)

Τρίτον, οι πολωνικές αρχές ισχυρίστηκαν ότι η έγκριση του σχεδίου αναδιάρθρωσης από το εποπτικό συμβούλιο της SSN έπρεπε να θεωρηθεί ως γεγονός χορήγησης ενίσχυσης. Απαντώντας στις αμφιβολίες της Επιτροπής αν το εποπτικό συμβούλιο είχε τη δυνατότητα να λαμβάνει αποφάσεις με δεσμευτικές για τους μετόχους οικονομικές επιπτώσεις, η Πολωνία υποστήριξε ότι το εποπτικό συμβούλιο αντιπροσώπευε τα συμφέροντα των μετόχων, διότι διορίστηκε από αυτούς. Τα μέλη του εποπτικού συμβουλίου ενεργούσαν με οδηγίες των μετόχων (της ARP και του Δημόσιου Ταμείου) και οι πράξεις τους συνιστούσαν δέσμευση της ARP και του Δημόσιου Ταμείου να χορηγήσουν την ενίσχυση.

(76)

Τέταρτον, η Πολωνία υποστήριξε ότι η έγκριση του σχεδίου αναδιάρθρωσης του 2003 από την ARP για τη ναυπηγική βιομηχανία είχε ενισχύσει τις εύλογες προσδοκίες του ναυπηγείου, διότι τα μέλη αυτής της ομάδας ήταν όλοι αντιπρόσωποι της ARP στο εποπτικό συμβούλιο. Η Πολωνία επίσης επιβεβαίωσε ότι οι πραγματικές αποφάσεις ελήφθησαν από το εποπτικό συμβούλιο και τη συνέλευση των μετόχων της ARP.

(77)

Τέλος, οι πολωνικές αρχές ισχυρίστηκαν ότι η ενίσχυση είχε χορηγηθεί πριν την προσχώρηση, διότι ο βαθμός έκθεσης του κράτους είχε προσδιοριστεί στο σχέδιο αναδιάρθρωσης του 2003 και ήταν, συνεπώς, γνωστός πριν την προσχώρηση.

(78)

Οι πολωνικές αρχές αναφέρθηκαν στο σύστημα αναχρηματοδότησης βάσει του οποίου μια εγγύηση ανανεώνεται όταν λήξει η προηγούμενη και ισχυρίστηκαν ότι το σύστημα αυτό, και κατά συνέπεια όλες οι εγγυήσεις που καλύπτονται από αυτό, είχαν εγκριθεί από το εποπτικό συμβούλιο ως μέρος του σχεδίου αναδιάρθρωσης του 2003. Παρέθεσαν τα κριτήρια βάσει των οποίων εκτιμάται αν μια εγγύηση εφαρμοζόταν μετά την προσχώρηση και θεωρούσαν ότι τα κριτήρια αυτά ήταν καθοριστικά για να διευκρινιστεί αν είχε χορηγηθεί η ενίσχυση.

(79)

Οι πολωνικές αρχές δεν απάντησαν στο επιχείρημα της Επιτροπής ότι η ARP δεν είχε ακολουθήσει την ίδια διαδικασία στην περίπτωση των δύο αμφισβητούμενων εγγυήσεων, όπως είχε πράξει στην περίπτωση των εγγυήσεων που είχαν χορηγηθεί προηγουμένως. Οι πολωνικές αρχές δεν αμφισβήτησαν την άποψη της Επιτροπής ότι οι συμβάσεις ναυπήγησης που συνάφθηκαν το 2002 περιείχαν ρήτρα που επέτρεπε στον αγοραστή να καταγγείλει μονομερώς τη σύμβαση, εάν το ναυπηγείο δεν χορηγούσε εγγύηση παραγωγής εντός μιας συγκεκριμένης προθεσμίας.

(80)

Η Πολωνία ισχυρίστηκε ότι η ακριβής οικονομική έκθεση του κράτους για τα μέτρα αυτά ήταν γνωστή πριν την προσχώρηση. Επιβεβαίωσε ότι η χορηγούσα αρχή δεν μπορούσε να εκδώσει εκ των προτέρων τελικές αποφάσεις για τις αναβολές και τις διαγραφές πληρωμών.

(81)

Απαντώντας στις αμφιβολίες της Επιτροπής για το αν το ναυπηγείο, ως εταιρεία που συστάθηκε μετά την πτώχευση της προηγούμενη εταιρείας που ασκούσε ναυπηγικές δραστηριότητες στο Στετίνο, ήταν επιλέξιμο για ενίσχυση αναδιάρθρωσης, οι πολωνικές αρχές υποστήριξαν ότι ο δικαιούχος της ενίσχυσης προϋπήρχε με διαφορετική επωνυμία (ASS) πριν την πτώχευση της προηγούμενης οντότητας και ασκούσε ναυπηγικές δραστηριότητες.

(82)

Οι πολωνικές αρχές υπέβαλαν επίσης παρατηρήσεις σχετικά με άλλα στοιχεία της απόφασης της Επιτροπής. Συγκεκριμένα, η Πολωνία υποστήριξε ότι η αναδιάρθρωση της SSN είχε επίπτωση σε πολλούς τομείς δραστηριότητάς της και είχε στόχο την ουσιαστική βελτίωση της αποδοτικότητας του ναυπηγείου. Το ναυπηγείο είχε υιοθετήσει μια περισσότερο στοχευμένη στρατηγική, εφάρμοζε μέτρα αναδιάρθρωσης της απασχόλησης και βελτίωσης της παραγωγικότητας, εισήγαγε ένα αποτελεσματικότερο σύστημα διαχείρισης και βελτίωσε την οικονομική κατάστασή του. Ανέμενε κέρδη το 2005.

(83)

Η Πολωνία υποστήριξε επίσης ότι το ναυπηγείο εφάρμοσε επαρκή αντισταθμιστικά μέτρα, εφόσον η SSN είχε αγοράσει μόνο ένα μέρος της γης και των εγκαταστάσεων που προηγουμένως ανήκαν στην ιδιοκτησία της SSPH και ότι αυτά συνδέονταν άμεσα με την παραγωγική ικανότητα του ναυπηγείου.

(84)

Οι πολωνικές αρχές ισχυρίστηκαν ότι η προταθείσα ίδια συνεισφορά ήταν επαρκής. Συγκεκριμένα, τα μελλοντικά κέρδη με τα οποία το ναυπηγείο σκόπευε να χρηματοδοτήσει μέρος του κόστους αναδιάρθρωσης δεν μπορούσαν να θεωρηθούν κρατικοί πόροι και, ως εκ τούτου, συνιστούσαν ίδια συνεισφορά. Οι πολωνικές αρχές ισχυρίστηκαν ότι οι προκαταβολές που ήταν εγγυημένες από τον πολωνικό οργανισμό ασφάλισης εξαγωγικών πιστώσεων KUKE, ο οποίος χρηματοδοτούσε τη λειτουργία του ναυπηγείου, θα μπορούσαν επίσης να θεωρηθούν ίδια συνεισφορά. Η Πολωνία περιέγραψε τους όρους έκδοσης αυτών των εγγυήσεων από τον KUKE (τις προμήθειες και τον τύπο των απαιτούμενων εξασφαλίσεων) και τόνισε ότι ο KUKE δεν όφειλε να καταβάλει κανένα ποσό σε πλοιοκτήτες βάσει των χορηγούμενων εγγυήσεων.

(85)

Οι πολωνικές αρχές επισήμαναν ότι η έγκριση των μέτρων αναδιάρθρωσης είχε βελτιώσει την οικονομική κατάσταση του ναυπηγείου και, κατά συνέπεια, ήταν σε θέση να αποδείξει τη βιωσιμότητά του.

2.3.2.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΑΛΛΩΝ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ

(86)

Η πολωνική ένωση εργοδοτών ναυπηγείων Forum Okrętowe εξήγησε τις αιτίες των δυσκολιών του ναυπηγείου και ανέφερε ότι, κατά τη γνώμη της, το ναυπηγείο είχε επιβιώσει μόνο χάρη στην επιτυχή εφαρμογή του σχεδίου αναδιάρθρωσής του και την κρατική ενίσχυση αναδιάρθρωσης.

(87)

Ο προμηθευτής γερανών και εξοπλισμού αγκυροβολίας και προσόρμισης του ναυπηγείου, η Towimor S.A., ανέφερε ότι το ναυπηγείο είχε αποκαταστήσει την παραγωγική ικανότητά του και επιβίωσε στην κρίση του 2002–2004 μόνο χάρη στον ηγετικό ρόλο της ARP στη διαδικασία αναδιάρθρωσης. Η εταιρεία τόνισε ότι το σχέδιο αναδιάρθρωσης εφαρμοζόταν επιτυχώς και ότι οι επιτευχθείσες βελτιώσεις είχαν μακροπρόθεσμο χαρακτήρα.

(88)

Η Lubmor Sp. z o.o., προμηθευτής εσωτερικού εξοπλισμού πλοίων, επισήμανε τη σημασία της ύπαρξης της SSN για την ίδια και για άλλες εταιρείες που συνεργάζονται με το ναυπηγείο.

(89)

Ένας άλλος προμηθευτής, η H. Cegielski, που παράγει κυρίως κινητήρες πλοίων, τόνισε το γεγονός ότι η επιτυχής αναδιάρθρωση της SSN διέσωσε όλο τον ναυπηγικό κλάδο το 2002–2004 και ότι η συστηματική βελτίωση των οικονομικών αποτελεσμάτων του ναυπηγείου έδειχνε ότι τα μέτρα αναδιάρθρωσης επέφεραν μακροπρόθεσμες βελτιώσεις.

(90)

Η Spliethoff's Bevrachtingskantoor B.V., πελάτης της SSN, επισήμανε τη μεγάλη τεχνογνωσία του ναυπηγείου σε διάφορα τμήματα της ναυπηγικής βιομηχανίας και την ποιότητα των πλοίων που είχε κατασκευάσει. Ο πλοιοκτήτης επισήμανε ότι η SSN είχε ναυπηγήσει οκτώ πλοία πολλαπλών χρήσεων με υψηλές τεχνικές προδιαγραφές και πρότυπα ποιότητας. Ο πλοιοκτήτης εξέφρασε την ελπίδα ότι η Επιτροπή θα ενέκρινε την ενίσχυση που χορηγήθηκε στο ναυπηγείο. Άλλοι πελάτες του ναυπηγείου, η Peter Dohle Schiffahrts–KG και Odfjell, διατύπωσαν παρόμοιες απόψεις.

(91)

Το συνδικάτο Solidarność τόνισε τη σημασία του ναυπηγείου για την απασχόληση και την οικονομική κατάσταση ολόκληρης της περιφέρειας. Εξέφρασε την ελπίδα ότι η Επιτροπή θα τερμάτιζε άμεσα τη διαδικασία έρευνας και θα ενέκρινε την ενίσχυση που έλαβε το ναυπηγείο.

(92)

Ο δήμαρχος του Στετίνου υπογράμμισε τη σημασία της ύπαρξης του ναυπηγείου για την περιοχή και επισήμανε ότι, παρά τις καθυστερήσεις, η αναδιάρθρωση που εφαρμοζόταν είχε παράγει τα αναμενόμενα αποτελέσματα και ότι το ναυπηγείο ήταν σε θέση να ανταγωνιστεί μακροπρόθεσμα στην αγορά.

(93)

Η Business Club Szczecin, ένωση εργοδοτών για την ανάπτυξη του Στετίνου και της Δυτικής Πομερανίας, εξέφρασε τη στήριξή της στην αναδιάρθρωση της SSN. Περίγραψε τις δυσκολίες που αντιμετώπισε η περιοχή μετά την πτώχευση της SSPH το 2002 και ανέφερε ότι η στήριξη των πολωνικών αρχών στο ναυπηγείο του επέτρεψε να ξεπεράσει την κρίση.

2.4.   ΟΙ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΝΑ ΚΙΝΗΣΕΙ ΤΗΝ ΕΠΙΣΗΜΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ

(94)

Η έρευνα της Επιτροπής και τα συναφή γεγονότα συνοψίζονται στη συνέχεια.

(95)

Απαντώντας στην απόφαση της Επιτροπής να κινήσει επίσημη διαδικασία έρευνας, το φθινόπωρο του 2005 οι πολωνικές αρχές υπέβαλαν δύο τύπους επιχειρημάτων: αφενός αμφισβήτησαν την αρμοδιότητα της Επιτροπής να εξετάσει τα μέτρα που χαρακτήρισε ως νέα ενίσχυση στην απόφασή της και, αφετέρου, ισχυρίστηκαν ότι, ακόμη και αν τα μέτρα αυτά συνιστούσαν νέα ενίσχυση, ήταν συμβιβάσιμα με την κοινή αγορά ως ενίσχυση αναδιάρθρωσης.

(96)

Για να στηρίξει το επιχείρημά της ότι η ενίσχυση ήταν συμβατή, η Πολωνία υπέβαλε στην Επιτροπή το σχέδιο αναδιάρθρωσης του 2003. Η Επιτροπή μελέτησε το σχέδιο αυτό και ζήτησε τη συνδρομή εξωτερικού συμβούλου. Η Επιτροπή συμπέρανε ότι το σχέδιο αναδιάρθρωσης του 2003 δεν πληρούσε κανέναν από τους όρους έγκρισης της ενίσχυσης αναδιάρθρωσης, όπως ορίζουν οι ισχύουσες κατευθυντήριες γραμμές.

(97)

Τον Δεκέμβριο του 2005, η Επιτροπή ενημερώθηκε από δημόσιες πηγές (7) ότι η KPS, κεφαλαιουχικός όμιλος κρατικής ιδιοκτησίας, είχε συσταθεί με στόχο την ενοποίηση των τριών μεγαλύτερων πολωνικών ναυπηγείων, της Γδύνιας, του Γκντανσκ και του Στετίνου (στη συνέχεια «σχέδιο ενοποίησης»). Βασική αποστολή της KPS ήταν να χρηματοδοτεί την παραγωγή των ναυπηγείων. Η Πολωνία δεν είχε ενημερώσει την Επιτροπή για το σχέδιο ενοποίησης σε κανένα στάδιο της διαδικασίας, ούτε πριν ούτε μετά την απόφαση για την κίνηση της επίσημης διαδικασίας έρευνας.

(98)

Με αίτηση της Επιτροπής, στις αρχές του 2006, οι πολωνικές αρχές εξήγησαν ότι το σχέδιο ενοποίησης είχε πράγματι εξεταστεί στο παρελθόν αλλά είχε εγκαταλειφθεί και σύντομα επρόκειτο να εγκριθεί μια νέα στρατηγική για την αναδιάρθρωση του πολωνικού ναυπηγικού κλάδου. Η Πολωνία διευκρίνισε ότι αποστολή της KPS ήταν να χορηγεί κεφάλαιο κίνησης στα πολωνικά ναυπηγεία, ιδίως υπό μορφή βραχυπρόθεσμων δανείων.

(99)

Σε συνεδρίαση των πολωνικών αρχών και εκπροσώπων της Επιτροπής στις 22 Φεβρουαρίου 2006, η Επιτροπή ενημέρωσε την Πολωνία ότι με βάση τα στοιχεία που είχε στη διάθεσή της δεν μπορούσε να θεωρήσει ότι το σχέδιο αναδιάρθρωσης του 2003 ήταν επαρκές για την αποκατάσταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του ναυπηγείου. Η Επιτροπή επισήμανε ότι το σχέδιο αναδιάρθρωσης του 2003 ήταν ένα σχέδιο εκκίνησης, το οποίο αντιμετώπιζε κυρίως τα μέτρα χρηματοδότησης που ήταν απαραίτητα για την επανάληψη της λειτουργίας μετά την πτώχευση της SSPH, και όχι σχέδιο αναδιάρθρωσης που θα εξασφάλιζε την αποκατάσταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας. Συγκεκριμένα, οι προβλεπόμενες επενδύσεις ήταν ανεπαρκείς σε σχέση με την κακή κατάσταση του εξοπλισμού και των εγκαταστάσεων του ναυπηγείου. Οι πολωνικές αρχές και το ναυπηγείο υποστήριξαν ότι είχε ήδη αποκατασταθεί η βιωσιμότητα του ναυπηγείου. Εντούτοις, η Πολωνία παραδέχτηκε ότι το ναυπηγείο είχε πράγματι ανάγκη από ουσιαστικές επενδύσεις εκσυγχρονισμού, ύψους τουλάχιστον 200 εκατ. πολωνικών PLN, και για τον λόγο αυτό θα έπρεπε να πωληθεί σε ιδιώτη επενδυτή το 2008–2009. Στη συνεδρίαση, η πολωνικές αρχές επιβεβαίωσαν ότι επρόκειτο να υποβάλουν στην Επιτροπή ένα νέο σχέδιο αναδιάρθρωσης ή αναθεωρημένη έκδοση του σχεδίου αναδιάρθρωσης του 2003.

(100)

Μετά τη συνεδρίαση, οι πολωνικές αρχές ανέλαβαν (8) να υποβάλουν τροποποιημένο σχέδιο αναδιάρθρωσης της SSN στην Επιτροπή μέχρι τις 22 Μαΐου 2006.

(101)

Στις 26 Ιουνίου 2006 η Επιτροπή έλαβε ένα προσχέδιο αναδιάρθρωσης με τίτλο «Σχέδιο ανάπτυξης για την Szczecińska Nowa Sp. z o.o. την περίοδο 2006–2011» το οποίο συντάχθηκε με τη βοήθεια της εταιρείας συμβούλων Deloitte Advisory.

(102)

Η Επιτροπή εξέφρασε σοβαρές ανησυχίες όσον αφορά το εν λόγω σχέδιο κατά τη διάρκεια επιτόπου επίσκεψης στις 13 Ιουνίου 2006 και εγγράφως στις 17 Ιουνίου 2006, επισημαίνοντας ότι το πρώτο προσχέδιο αναδιάρθρωσης δεν ήταν επαρκώς τολμηρό για να διασφαλιστεί η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ναυπηγείου. Η Επιτροπή τόνισε ότι η αναδιάρθρωση έπρεπε να χρηματοδοτηθεί κατά ένα μεγάλο μέρος από ίδιους πόρους χωρίς κρατική ενίσχυση, το οποίο δεν προβλεπόταν στο υποβληθέν προσχέδιο, και ότι έπρεπε να εφαρμοστούν σημαντικά αντισταθμιστικά μέτρα. Επισημαίνοντας τη συνεχιζόμενη εξάρτηση από εγγυήσεις του KUKE, ενός κυβερνητικού οργανισμού, η Επιτροπή προειδοποίησε το ναυπηγείο και τις πολωνικές αρχές ότι οι εγγυήσεις αυτές συνιστούσαν κρατική ενίσχυση. Η Επιτροπή παρότρυνε την Πολωνία να αναθεωρήσει το προσχέδιο αναδιάρθρωσης και να υποβάλει ολοκληρωμένη έκδοση του σχεδίου μέχρι το τέλος Αυγούστου 2006.

(103)

Παρά τις εν λόγω προειδοποιήσεις, το σχέδιο αναδιάρθρωσης του 2006 που υποβλήθηκε τελικά από τις πολωνικές αρχές με δύο μήνες καθυστέρηση, το Σεπτέμβριο του 2006, δεν διέφερε ουσιαστικά από το πρώτο προσχέδιο. Οι βασικές επικρίσεις για το σχέδιο αναδιάρθρωσης του 2006 παρουσιάζονται στη συνέχεια.

(104)

Τον Σεπτέμβριο του 2006 η Πολωνία ενημέρωσε την Επιτροπή ότι, στις 31 Αυγούστου 2006, η γενική συνέλευση της SSN είχε αποφασίσει αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου του ναυπηγείου κατά 95 εκατ. PLN και να προετοιμάσει μέχρι τις 15 Οκτωβρίου 2006 προσφορές για δυνητικούς επενδυτές οι οποίοι θα ενδιαφέρονταν να αγοράσουν τις νεοεκδοθείσες μετοχές. Μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2006 μόνο δύο εταιρείες είχαν εκδηλώσει ενδιαφέρον να αγοράσουν μετοχές της SSN: μια πολωνική εταιρεία εμπορίας χάλυβα, η Złomrex, και η ISD Polska, θυγατρική της ουκρανικής χαλυβουργίας Donbas.

(105)

Σε συνεδρίαση της 7ης Δεκεμβρίου 2006 (και εγγράφως με επιστολή της 29ης Ιανουαρίου 2007), η Επιτροπή εξήγησε στις πολωνικές αρχές ότι το σχέδιο αναδιάρθρωσης του 2006 δεν ικανοποιούσε κανέναν από τους όρους για την έγκριση ενίσχυσης αναδιάρθρωσης βάσει των ισχυουσών κατευθυντήριων γραμμών. Στη συνεδρίαση, οι πολωνικές αρχές ανέλαβαν τη δέσμευση να ιδιωτικοποιήσουν το ναυπηγείο με στόχο να βελτιώσουν τις προοπτικές αποκατάστασης της βιωσιμότητας και να διασφαλίσουν επαρκή ίδια συνεισφορά για την αναδιάρθρωση. Στη συνέχεια, οι πολωνικές αρχές επιβεβαίωσαν τη δέσμευση να ιδιωτικοποιηθεί η εταιρεία μέχρι τις 30 Ιουνίου 2007, με επιστολή της 5ης Ιανουαρίου 2007. Ενώ συντάσσονταν τα έγγραφα ιδιωτικοποίησης, η Πολωνία ζήτησε από την Επιτροπή να αναφέρει ποια αντισταθμιστικά μέτρα θεωρούσε απαραίτητα για την SSN, προκειμένου να ενημερωθούν σχετικά οι ενδιαφερόμενοι επενδυτές.

(106)

Μετά από συμφωνία μεταξύ της επιτρόπου Neelie Kroes και του υπουργού Piotr Wozniak του Δεκεμβρίου 2006, η Επιτροπή άρχισε εντατικές συνομιλίες με τις πολωνικές αρχές και την SSN για να καθορίσουν τα απαραίτητα αντισταθμιστικά μέτρα. Η Πολωνία υπέβαλε πρόταση αντισταθμιστικών μέτρων στη SSN και δεσμεύτηκε να κλείσει το νεωλκείο Wulkan 1 αμέσως μετά την εκτέλεση των συμβάσεων ναυπήγησης που είχαν ήδη υπογραφεί, δηλαδή τον Μάρτιο του 2010.

(107)

Η Επιτροπή ζήτησε ορισμένα στοιχεία από την SSN. Τελικά, η Επιτροπή ενημέρωσε την Πολωνία, με επιστολή της 31ης Ιουλίου 2007, ότι προσωρινά θεωρούσε το κλείσιμο του νεωλκείου Wulkan 1 επαρκές αντισταθμιστικό μέτρο, υπό τον όρο να αρθεί αμετάκλητα η ικανότητα της εγκατάστασης να συναρμολογεί και να καθελκύει πλοία και ότι το κλείσιμο θα πραγματοποιούνταν μέχρι την 1η Ιουλίου 2009 ή νωρίτερα, εάν ολοκληρωνόταν νωρίτερα η ναυπήγηση του 587-IV/09, του τελευταίου από τα πλοία που είχε προγραμματιστεί να συναρμολογηθούν σε αυτό το νεωλκείο. Επιπλέον, το 2009, το νεωλκείο Wulkan 1 θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί μόνο για τη συναρμολόγηση του πλοίου 587-IV/09. Η βάση γι’ αυτό το συμπέρασμα της Επιτροπής περιγράφεται στη συνέχεια. Οι πολωνικές αρχές επιβεβαίωσαν την πρόθεσή τους να μειώσουν την παραγωγική ικανότητα όπως αναφέρεται στην επιστολή της Επιτροπής.

(108)

Τον Φεβρουάριο του 2007, η διοίκηση του ναυπηγείου έστειλε προσκλήσεις για την αγορά του πλειοψηφικού πακέτου μετοχών της SSN σε 57 δυνητικούς επενδυτές. Την περίοδο εκείνη το ναυπηγείο ήταν ήδη σε πολύμηνες διαπραγματεύσεις με την Zlomrex, αλλά στο τέλος δεν ελήφθη καμία απόφαση.

(109)

Μια νέα προσπάθεια ιδιωτικοποίησης άρχισε το φθινόπωρο του 2007. Ζητήθηκε η γνώμη της Επιτροπής για ένα σχέδιο ενημερωτικού μνημονίου τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο του 2007. Τον Σεπτέμβριο, ο σύμβουλος ιδιωτικοποίησης της KPS και της ARP έστειλε προσκλήσεις υποβολής προσφορών σε 221 δυνητικούς επενδυτές.

(110)

Έξι δυνητικοί επενδυτές εξέφρασαν ενδιαφέρον για την αγορά μετοχών του ναυπηγείου και ζήτησαν αντίγραφο του ενημερωτικού μνημονίου. Η προθεσμία υποβολής προσφορών από τους δυνητικούς επενδυτές είχε αναβληθεί αρκετές φορές.

(111)

Επειδή η Επιτροπή διαπίστωσε καθυστερήσεις στη διαδικασία ιδιωτικοποίησης, παρότρυνε τις πολωνικές αρχές με επιστολή της 3ης Οκτωβρίου 2007 να την ολοκληρώσουν πάραυτα. Με επιστολή της 23ης Οκτωβρίου 2007, η Πολωνία ενημέρωσε την Επιτροπή ότι η ιδιωτικοποίηση δεν θα ολοκληρωνόταν μέχρι τα τέλη του 2007 όπως είχε προγραμματιστεί. Αντίθετα, η Πολωνία δεσμεύθηκε να αρχίσει διαπραγματεύσεις με επιλεγμένους επενδυτές τον Ιανουάριο το 2008. Η Επιτροπή επανέλαβε την ανησυχία της σχετικά με τις καθυστερήσεις, με επιστολή της 30ής Νοεμβρίου 2007, και τόνισε ότι ανέμενε ο νέος ιδιοκτήτης της SSN να υποβάλει το πρώτο προσχέδιο ενός νέου σχεδίου αναδιάρθρωσης μέχρι τα τέλη Φεβρουαρίου 2008. Η Επιτροπή στη συνέχεια επανέλαβε αυτό το αίτημα πολλές φορές και ζήτησε επίμονα να τηρηθεί αυστηρά το χρονοδιάγραμμα ιδιωτικοποίησης.

(112)

Αφού ολοκλήρωσε την εξέταση «Due diligence», η Amber, ο μόνος δυνητικός επενδυτής που ενδιαφέρθηκε να αγοράσει την SSN, στις 20 Δεκεμβρίου 2007 υπέβαλε υπό όρους δεσμευτική προσφορά, η οποία αξιολογήθηκε από τον σύμβουλο ιδιωτικοποίησης της KPS και της ARP.

(113)

Από τις 20 Μαρτίου 2008, παραχωρήθηκαν στην Amber δικαιώματα αποκλειστικής διαπραγμάτευσης, τα οποία στη συνέχεια παρατάθηκαν αρκετές φορές και τελικά έληξαν στις 12 Μαΐου 2008.

(114)

Στις 29 Φεβρουαρίου 2008, η Πολωνία υπέβαλε στην Επιτροπή προσχέδιο αναδιάρθρωσης της SSN που συνέταξε η Amber (9). Η Amber υπέβαλε επίκαιρες χρηματοοικονομικές προβλέψεις με ηλεκτρονική επιστολή της 9ης Απριλίου 2008. Η Επιτροπή διατύπωσε προφορικές παρατηρήσεις για το σχέδιο σε συνεδρίαση που πραγματοποιήθηκε στη Βαρσοβία στις 10 Απριλίου 2008 μεταξύ υπαλλήλων της Επιτροπής, εκπροσώπων των πολωνικών αρχών, του ναυπηγείου και της Amber, και έστειλε γραπτές παρατηρήσεις με επιστολή της 21ης Απριλίου 2008.

(115)

Σε συνεδρίαση με τις πολωνικές αρχές στις 12 Μαΐου 2008, η Amber ανακοίνωσε ότι αποσυρόταν από τη διαδικασία ιδιωτικοποίησης της SSN. Η Πολωνία ενημέρωσε την Επιτροπή για την εξέλιξη αυθημερόν. Εξηγώντας τη στάση της στο Δημόσιο Ταμείο, η Amber ανέφερε ως βασική αιτία της υπαναχώρησής της το ότι, αφού εξέτασε διεξοδικά την κατάσταση του ναυπηγείου, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η επιχείρηση δεν θα μπορούσε να καταστεί κερδοφόρα, ακόμη και μετά την εφαρμογή των μέτρων αναδιάρθρωσης, περιλαμβανομένων των σημαντικών επενδύσεων. Επειδή η Amber ήταν ο μοναδικός προσφέρων, η υπαναχώρησή της συνεπαγόταν την περάτωση της διαδικασίας ιδιωτικοποίησης που είχε αρχίσει το 2007.

(116)

Στις 26 Μαΐου 2008, η Πολωνία ενημέρωσε την Επιτροπή για την επανέναρξη της διαδικασίας ιδιωτικοποίησης. Στη συνέχεια, με ημερήσιες αναφορές, η Πολωνία ανέφερε στην Επιτροπή τα μέτρα που ελάμβαναν οι πολωνικές αρχές για την εξεύρεση αγοραστή της SSN. Η Πολωνία έστειλε στην Επιτροπή διάφορες επιστολές που ανέφεραν την επιθυμία δυνητικών επενδυτών να ενημερωθούν σχετικά με την τρέχουσα διαδικασία ιδιωτικοποίησης και να λάβουν το ενημερωτικό μνημόνιο, όταν αυτό θα ήταν διαθέσιμο.

(117)

Σε συνεδρίαση της 13ης Ιουνίου 2008, οι πολωνικές αρχές ενημέρωσαν την Επιτροπή ότι διάφορες εταιρείες είχαν την πρόθεση να υποβάλουν σχέδια αναδιάρθρωσης στην Επιτροπή μέχρι τις 26 Ιουνίου 2008. Η Επιτροπή στη συνέχεια συναντήθηκε, με αίτηση των πολωνικών αρχών και με την παρουσία τους, με δύο δυνητικούς επενδυτές οι οποίοι είχαν εκδηλώσει ενδιαφέρον να αγοράσουν την SSN: την νορβηγική εταιρεία Ulstein και την πολωνική εταιρεία Mostostal Chojnice. Στις συνεδριάσεις αυτές και οι δύο εταιρείες υπέβαλαν στην Επιτροπή στρατηγικές αναδιάρθρωσης.

(118)

Η Πολωνία υπέβαλε στη συνέχεια στην Επιτροπή προσχέδιο αναδιάρθρωσης που συνέταξε η Mostostal Chojnice, του Ιουνίου 2008, με τίτλο «Σχέδιο προγράμματος αναδιάρθρωσης της SSN για την περίοδο 2008–2018, εξέλιξη εργασιών» (στη συνέχεια «Σχέδιο αναδιάρθρωσης του Ιουνίου 2008»). Στις 7 Ιουλίου, η Πολωνία ενημέρωσε την Επιτροπή ότι η Mostostal και Ulstein είχαν υπογράψει επιστολή προθέσεων για πιθανή συνεργασία σε περίπτωση που η Mostostal αγόραζε την SSN. Σε σχέση με αυτή την επιστολή προθέσεων, η Πολωνία υπέβαλε στην Επιτροπή επικαιροποιημένο σχέδιο αναδιάρθρωσης που συνέταξε η Mostostal.

(119)

Με επιστολή της 14ης Ιουλίου 2008, η Πολωνία ενημέρωσε την Επιτροπή ότι η διαδικασία πώλησης της SSN συνεχιζόταν και ζήτησε πρόσθετο χρόνο για να ολοκληρώσουν οι δυνητικοί επενδυτές το σχέδιο αναδιάρθρωσής τους. Η Πολωνία δεσμεύθηκε να υποβάλει πλήρες σχέδιο αναδιάρθρωσης της SSN στην Επιτροπή μέχρι τις 12 Σεπτεμβρίου 2008 το αργότερο.

(120)

Η Επιτροπή ενέκρινε την προταθείσα προθεσμία υποβολής του πλήρους σχεδίου αναδιάρθρωσης.

(121)

Στις 12 Σεπτεμβρίου 2008, η Πολωνία υπέβαλε τελικό σχέδιο αναδιάρθρωσης για το ναυπηγείο με τίτλο «Πρόγραμμα αναδιάρθρωσης της Stocznia Szczecińska Nowa για το 2008–2012» (στη συνέχεια «Σχέδιο αναδιάρθρωσης της 12ης Σεπτεμβρίου 2008»).

(122)

Στις 22 Σεπτεμβρίου, η Ulstein ενημέρωσε την Επιτροπή ότι αποσυρόταν από τη διαδικασία ιδιωτικοποίησης. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θεωρεί ότι το σχέδιο του Σεπτεμβρίου 2008 το οποίο βασιζόταν στη συνεργασία μεταξύ της Ulstein και της Mostostal δεν ισχύει πλέον. Εντούτοις, στη συνέχεια το εν λόγω σχέδιο περιγράφεται και αξιολογείται, ιδίως διότι η Mostostal ανακοίνωσε στην επιστολή της 22ας Φεβρουαρίου ότι θα εφάρμοζε το σχέδιο μόνη της.

(123)

Σε συνεδρίαση της 30ής Σεπτεμβρίου 2008, η Mostostal ενημέρωσε την Επιτροπή ότι είχε ακόμη την πρόθεση να συνεργαστεί με την Ulstein για την αναδιάρθρωση της SSN. Η Mostostal υπέβαλε σχέδιο συμφωνίας με την Ulstein, που δεν είχε ούτε υπογραφεί ούτε μονογραφηθεί, βάσει του οποίου οι δύο εταιρείες επρόκειτο να συνάψουν προνομιακή σχέση προμηθευτή–πελάτη. Η Ulstein θα ανέθετε με υπεργολαβία στο ναυπηγείο του Στετίνου την κατασκευή κυτών και στη συνέχεια ολόκληρων πλοίων για λογαριασμό του ομίλου Ulstein με τους όρους της αγοράς. Και πάλι με τους όρους της αγοράς, η Ulstein θα χρησιμοποιούσε από κοινού την τεχνογνωσία και την πείρα της στον τομέα της ναυπηγικής μαζί με την Mostostal. Το νέο σχέδιο συμφωνίας συνεργασίας δεν προέβλεπε καμία χρηματοδοτική συνεισφορά της Ulstein στο σχέδιο αναδιάρθρωσης της 12ης Σεπτεμβρίου 2008.

2.5.   ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ ΤΟΥ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2006

(124)

Το τροποποιημένο σχέδιο αναδιάρθρωσης κάλυπτε την περίοδο 2006–2011. Είχε συνταχθεί σε συνεργασία με την εταιρεία συμβούλων Deloitte και στόχος του ήταν να ολοκληρωθεί η αναδιάρθρωση που άρχισε το 2002 σύμφωνα με το σχέδιο που υποβλήθηκε στην Επιτροπή τον Οκτώβριο του 2005, το οποίο είχε θεωρηθεί ανεπαρκές για την αποκατάσταση της βιωσιμότητας της επιχείρησης. Βάσει του τροποποιημένου σχεδίου αναδιάρθρωσης, το ναυπηγείο θα ανακτούσε τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά του το 2009.

(125)

Μία από τις βασικές συνιστώσες του νέου σχεδίου αναδιάρθρωσης ήταν η μεταστροφή της SSN προς την κατασκευή πλοίων υψηλής τεχνολογίας. Αυτή η μεταστροφή βασιζόταν στα ακόλουθα στοιχεία: υψηλότερη προστιθέμενη αξία, μεγαλύτερος ανταγωνισμός στα τμήματα της αγοράς χαμηλότερης έντασης τεχνολογίας, τεχνική αδυναμία της SSN να κατασκευάσει πολύ μεγάλα πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων για τα οποία η ζήτηση αυξανόταν και η υφιστάμενη τεχνογνωσία της SSN, ιδίως όσον αφορά τα υψηλού βαθμού ειδίκευσης δεξαμενόπλοια διπλού κύτους από ανοξείδωτο χάλυβα.

(126)

Αν και οι παραγγελίες (για παράδοση την περίοδο 2008–2009) αφορούσαν κυρίως πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων (70 %), το ναυπηγείο κατασκεύαζε ήδη πλοία μεταφοράς χημικών και οχηματαγωγά con-ro (30 %). Το σχέδιο θεωρούσε ότι μέχρι το 2010 το ναυπηγείο θα μπορούσε να επεκτείνει το σειρά προϊόντων του σε τρία τμήματα της αγοράς, συγκεκριμένα στα πλοία μεταφοράς χημικών, στα οχηματαγωγά ro-ro (περιλαμβανομένων των πλοίων con-ro και ro-pax) και τα πλοία πολλαπλών χρήσεων υψηλής τεχνολογίας.

(127)

Η υλοποίηση της νέας στρατηγικής θα συνοδευόταν με εκστρατείες μάρκετινγκ και πωλήσεων καθώς και οργανωτικές και τεχνολογικές αλλαγές στο ναυπηγείο. Το συνολικό κόστος των προγραμματισμένων επενδύσεων και πρωτοβουλιών εκτιμήθηκε σε 203,9 εκατομμύρια PLN. Οι επενδύσεις και οι πρωτοβουλίες επρόκειτο να υλοποιηθούν την περίοδο 2006–2009.

(128)

Για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα των υψηλών ποσοστών συστηματικής απουσίας από την εργασία και της φυγής ειδικευμένων εργατών, το σχέδιο προέβλεπε αυξήσεις μισθών. Σύμφωνα με το σχέδιο, ο μέσος μισθός το 2011 θα ήταν κατά 28 % υψηλότερος από τον μέσο μισθό το 2006.

(129)

Το σχέδιο προέβλεπε περαιτέρω μείωση του αριθμού των εργαζομένων σε 4 298 άτομα μέχρι το 2012, που αντιπροσωπεύει μείωση κατά 20 % περίπου από το επίπεδο του 2006 (5 322 εργαζόμενοι) και κατά 53 % συνολικά από το επίπεδο του 2001 (8 071 εργαζόμενοι). Δεν ήταν, ωστόσο, σαφές από το σχέδιο αν η μείωση αυτή συνεπαγόταν απολύσεις ή μετατάξεις εργαζομένων σε θυγατρικές επιχειρήσεις.

(130)

Άλλα μέτρα που σχεδιάζονταν για να ενθαρρυνθούν οι ειδικευμένοι εργαζόμενοι ήταν πολύ γενικού χαρακτήρα: θα αναπτυσσόταν μια νέα πολιτική για τους ανθρώπινους πόρους, θα προσδιοριζόταν το βέλτιστο επίπεδο απασχόλησης, θα επανεξεταζόταν το ισχύον σύστημα αξιολόγησης και θα καταρτιζόταν ένα σχέδιο κινήτρων. Παρόμοια σχέδια ετοιμάζονταν και για τα μεσαία στελέχη.

(131)

Το σχέδιο περιείχε μέτρα βελτιστοποίησης τη δημοσιονομικής πολιτικής, όπως το σχέδιο εισαγωγής συμβατικών διατάξεων για τη μείωση του κινδύνου έκθεσης στις διακυμάνσεις τιμών των υλικών και των συναλλαγματικών ισοτιμιών (φυσική προστασία) και το σχέδιο διαπραγμάτευσης με τράπεζες για προθεσμιακές πράξεις. Δεν υπήρχαν στοιχεία επιτυχούς διαπραγμάτευσης για προθεσμιακές πράξεις με ιδιωτικές τράπεζες.

(132)

Στο τέλος της περιόδου αναδιάρθρωσης το 2011, η παραγωγή του ναυπηγείου αναμενόταν να ανέλθει σε 211 682 CGT σε σύγκριση με 213 044 CGT το 2005.

(133)

Η μείωση του εργατικού δυναμικού θα επέφερε αύξηση της παραγωγικότητας από 34 CGT/απασχολούμενο το 2003 σε 49,3 CGT/απασχολούμενο το 2011. Σε όρους ανθρωποωρών/CGT, η παραγωγικότητα το 2003 ήταν 47. Η παραγωγικότητα στόχου για το 2011 ήταν 34 ανθρωποώρες/CGT.

(134)

Το σχέδιο προέβλεπε ότι η απόδοση του απασχολούμενου κεφαλαίου (ROCE), χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι αυξήσεις μισθών, θα ήταν 19 % ετησίως κατά μέσο όρο την περίοδο 2007–2011 το οποίο, όπως αναφέρθηκε, ήταν το προσδοκώμενο από ένα ιδιώτη επενδυτή ποσοστό αποδοτικότητας. Με τη συνεκτίμηση των μισθολογικών αυξήσεων η πρόβλεψη ήταν 1,45 % ετησίως.

(135)

Το σχέδιο περιείχε επίσης ανάλυση ευαισθησίας σχετικά με τις αλλαγές των συναλλαγματικών ισοτιμιών, του κόστους εργασίας και των τιμών του χάλυβα. Το σχέδιο ανέλυε τους ακόλουθους παράγοντες: ανατίμηση του πολωνικού ζλότι κατά 5 % και 10 % κατά τη διάρκεια της περιόδου αναδιάρθρωσης 2006–2011 (η υπόθεση που ελήφθη υπόψη ήταν PLN 3,26/USD), ετήσια αύξηση μισθών 7,5 % (ελήφθη υπόψη η υπόθεση αύξησης 5 % ετησίως) και αύξηση της τιμής του χάλυβα κατά 20 %.

(136)

Το σχέδιο υπέθετε ότι το υφιστάμενο σύστημα χρηματοδότησης της λειτουργίας με τις προκαταβολές πλοιοκτητών με την εγγύηση του KUKE, με εγγυήσεις του δημοσίου και με κρατικά δάνεια θα αντικαθίστατο από προκαταβολές των πλοιοκτητών εγγυημένες από τον KUKE και από εμπορικά δάνεια.

(137)

Το σχέδιο προέβλεπε τη χρηματοδότηση υπό μορφή πρόσθετων εγγυήσεων του Δημόσιου για δάνεια ύψους 35 εκατ. USD για το 2006 και το 2007 και 25 εκατ. USD για το 2008 και το 2009. Προέβλεπε επίσης την αντικατάσταση των εγγυήσεων του KUKE με εγγυήσεις της αγοράς καθώς και τη λήψη εμπορικών δανείων. Το σχέδιο αναδιάρθρωσης του 2006 προσδιόριζε μία μόνο επιτυχή σύμβαση εγγυήσεων. Το σχέδιο προέβλεπε ότι θα συνεχιζόταν η χρησιμοποίηση των εγγυήσεων του KUKE με μέσο ετήσιο όριο 200 εκατ. USD.

(138)

Το σχέδιο υπέθετε κόστος αναδιάρθρωσης 374,7 εκατ. PLN και λειτουργικά έξοδα 1 120 εκατ. PLN την περίοδο αναδιάρθρωσης. Και οι δύο αυτοί αριθμοί αφορούσαν την περίοδο 2002–2009. Το κόστος των προγραμματισμένων δραστηριοτήτων και επενδύσεων εκτιμήθηκε σε 203,9 εκατ. PLN. Δηλώθηκε ότι η οικονομική αναδιάρθρωση είχε ολοκληρωθεί, εκτός από διαγραφή ποσού 20,7 εκατ. PLN.

(139)

Η αναδιάρθρωση επρόκειτο να χρηματοδοτηθεί με εξωτερικά κεφάλαια ύψους 190 εκατ. PLN, περιλαμβανομένων 95 εκατ. PLN από αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου του ναυπηγείου με έκδοση νέων μετοχών τις οποίες θα αγόραζε ιδιώτης επενδυτής. Σε έκτακτη γενική συνέλευση της εταιρείας εκδόθηκε ψήφισμα για την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου. Τον Σεπτέμβριο του 2006, ανάληψη νέων μετοχών αξίας 95 εκατ. PLN θα σηματοδοτούσε την απόκτηση του 21 % των μετοχών της SSN, ενώ το κράτος θα διατηρούσε το υπόλοιπο.

(140)

Το υπόλοιπο ποσό των 95 εκατ. PLN θα προερχόταν από μακροχρόνιο επενδυτικό δάνειο, επίσης από ιδιωτική πηγή. Σύμφωνα με τις χρηματοοικονομικές προβλέψεις, η αύξηση κεφαλαίου καθώς και το μακροπρόθεσμο επενδυτικό δάνειο θα εφαρμόζονταν κατά την περίοδο 2006–2009.

(141)

Επιπλέον, το σχέδιο συνυπολόγιζε ως ίδια συνεισφορά ποσό 165,9 εκατ. PLN εμπορικής πίστωσης για την οποία δεν δόθηκαν περισσότερες πληροφορίες.

(142)

Το σχέδιο ανέφερε ότι και πρόσθετες πληρωμές πλοιοκτητών ύψους 628,7 εκατ. PLN μετά την αναδιαπραγμάτευση συμβάσεων θα έπρεπε να θεωρηθούν ως ίδια συνεισφορά.

(143)

Το σχέδιο συνυπολόγιζε στη χρηματοδότηση και τις τρέχουσες πράξεις από εμπορικά δάνεια και προκαταβολές πλοιοκτητών που δεν ήταν εγγυημένες από τον KUKE, η συνολική αξία των οποίων καθ’ όλη την περίοδο αναδιάρθρωσης 2002–2009 υπολογιζόταν σε 3 200 εκατ. PLN.

(144)

Το σχέδιο ελάμβανε ως υπόθεση ότι μέρος των μελλοντικών ταμειακών ροών ύψους 399 εκατ. PLN (14,5 εκατ. PLN) θα χρησιμοποιούνταν για επενδύσεις και ένα μέρος για επιχειρησιακές δραστηριότητες. Όμως, το σχέδιο αναγνώριζε ρητά ότι αυτά δεν ίδια κεφάλαια σύμφωνα με τις κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές.

(145)

Σύμφωνα με το σχέδιο αναδιάρθρωσης, η SSN είχε εφαρμόσει αντισταθμιστικά μέτρα υπό μορφή μείωσης της παραγωγικής ικανότητας λόγω του γεγονότος ότι η SSN δεν είχε εξαγοράσει σημαντικό μέρος των στοιχείων ενεργητικού και του εργατικού δυναμικού της SSPH μετά την πτώχευσή της. Το 2001, δηλαδή πριν την πτώχευση της SSPH, υποτίθεται ότι η εταιρεία είχε ανώτατη ετήσια παραγωγική ικανότητα 345 600 CGT, ενώ την περίοδο 1995–1999 η ανώτατη παραγωγική της ικανότητα ανερχόταν σε 322 000 CGT (η μέση ετήσια παραγωγή κατά την περίοδο αυτή ήταν 244 000 CGT). Το σχέδιο αναδιάρθρωσης ανέφερε ότι η τρέχουσα παραγωγική ικανότητα της SSN ήταν 255 720 CGT. Έτσι, σύμφωνα με το σχέδιο, η μείωση της παραγωγικής ικανότητας αντιπροσώπευε περίπου 100 000 CGT.

2.6.   ΣΧΕΔΙΟ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ ΤΟΥ ΙΟΥΝΙΟΥ 2008

(146)

Η Mostostal είναι εταιρεία εγκατεστημένη στην Πολωνία και κατέχεται κατά 100 % από τον όμιλο KEM. Η εταιρεία παράγει μεταλλικές κατασκευές διαφόρων τύπων (γέφυρες, γερανούς, κτίρια κ.α). Προηγουμένως ανήκε στο κράτος και πουλήθηκε το 1992 και από το 2003 ανήκε στον οικογενειακό βιομηχανικό όμιλο ΚΕΜ. Ο ΚΕΜ δραστηριοποιείται στην επεξεργασία και εμπορία απομετάλλων χάλυβα και το χονδρικό εμπόριο μεταλλουργικών προϊόντων, όπως τα προϊόντα που παράγει η Mostostal. Ο κύκλος εργασιών της ΚΕΜ το 2007 ήταν 700 εκατ. PLN (207 εκατ. EUR), εκ των οποίων 100 εκατ. PLN (30 εκατ. EUR) προερχόταν από την Mostostal.

(147)

Η βασική επιχειρηματική στρατηγική ήταν η μεταστροφή του ναυπηγείου σε δύο κύριες δραστηριότητες: τις μεταλλικές κατασκευές και τα η ναυπήγηση πλοίων. Αυτό θα μείωνε το βαθμό ευαισθησίας του ναυπηγείου απέναντι στις διακυμάνσεις της ναυπηγικής αγοράς. Η διαφοροποίηση προϊόντος θα γινόταν σε δύο στάδια. Κατά το πρώτο στάδιο, μέχρι τις αρχές του 2009, το ναυπηγείο θα εκτελούσε τις υπάρχουσες παραγγελίες πλοίων και θα ξεκινούσε τις μεταλλικές κατασκευές. Κατά το δεύτερο στάδιο, η δραστηριότητα μεταλλικών κατασκευών θα επεκτεινόταν, με τελικό στόχο να χρησιμοποιεί το 50 % της παραγωγικής ικανότητας της επιχείρησης, ενώ το υπόλοιπο 50 % θα χρησιμοποιούνταν για τη ναυπήγηση πλοίων.

(148)

Για τη ναυπηγική δραστηριότητα, το σχέδιο της Mostostal βασιζόταν σε εταιρική σχέση με τη νορβηγική ναυπηγική βιομηχανία Ulstein. Στις 7 Ιουλίου 2008, οι δύο εταιρείες υπέγραψαν επιστολή προθέσεων για τη διαπραγμάτευση μιας ενδεχόμενης συμφωνίας συνεργασίας. Η συνεργασία θα συνίστατο κυρίως στη χρησιμοποίηση μέρους της παραγωγικής ικανότητας της SSN από την Ulstein.

(149)

Για τη δραστηριότητα μεταλλικών κατασκευών, η Mostostal είχε την πρόθεση να χρησιμοποιήσει τις εγκαταστάσεις παραγωγής των ναυπηγείων του Στετίνου και να επεκτείνει τη δική της παραγωγή και να αξιοποιήσει την πρόσβαση στις θαλάσσιες μεταφορές. Το σχέδιο ήταν αισιόδοξο σχετικά με την ανάπτυξη της πολωνικής αγοράς μεταλλικών κατασκευών, προσδοκώντας ιδίως μεγάλης κλίμακας επενδύσεις υποδομών στην Πολωνία. Όσον αφορά τη ναυπηγική δραστηριότητα, το σχέδιο προέβλεπε την κατασκευή οχηματαγωγών τύπου ro-pax και πλοίων πολλαπλών χρήσεων, με το επιχείρημα ότι οι τιμές σε αυτά τα τμήμα της αγοράς παρουσίαζαν «ανοδική τάση, ανεξάρτητα από την εξέλιξη των αγορών του ναυπηγικού κλάδου».

(150)

Το σχέδιο προέβλεπε την αναδιάρθρωση ενεργητικού με διάθεση του 30 % περίπου της σημερινής επιφάνειας παραγωγής για άλλες βασικές δραστηριότητες, περιλαμβανομένης της χρηματοδοτικής μίσθωσης σε τρίτο. Το ένα νεωλκείο, το Wulkan 1, θα σταματούσε τη δραστηριότητα ναυπήγησης και θα χρησιμοποιούνταν για την παραγωγή χαλύβδινων κατασκευών που δεν θα προορίζονταν για τη ναυπήγηση πλοίων. Αυτό παρουσιαζόταν στο σχέδιο ως αντισταθμιστικό μέτρο.

(151)

Το σχέδιο προέβλεπε επενδύσεις 264 εκατ. PLN την περίοδο 2008–2012 και πρόσθετη επένδυση ύψους 90 εκατ. PLN την περίοδο 2013–2018. Το σχέδιο απαριθμούσε τις επενδύσεις και τις εκτιμώμενες εξοικονομήσεις σε όρους ανθρωποωρών και λειτουργικών δαπανών. Ωστόσο, ανέφερε επίσης ότι, στις 12 Ιουνίου 2008, το ναυπηγείο είχε συνάψει συμφωνία με εξωτερικό σύμβουλο για την κατάρτιση σχεδίου εκσυγχρονισμού του, περιλαμβανομένου του εντοπισμού των απαραίτητων επενδύσεων.

(152)

Το σχέδιο αναδιάρθρωσης προέβλεπε αύξηση του εργατικού δυναμικού κατά 14 % σε 5 010 απασχολούμενους το 2012.

(153)

Ελάμβανε ως υπόθεση ότι η ναυπηγική δραστηριότητα θα χρηματοδοτούνταν από προκαταβολές εκ μέρους πλοιοκτητών ύψους 80–90 % τη τιμής πώλησης.

(154)

Σύμφωνα με το σχέδιο, η επιτυχία της αναδιάρθρωσης εξαρτιόταν από τη χορήγηση πρόσθετης κρατικής ενίσχυσης στο ναυπηγείο. Προέβλεπε διάφορες εισφορές κεφαλαίου και ανταλλαγής χρεών με μετοχικό κεφάλαιο από το Δημόσιο Ταμείο ή άλλους δημόσιους οργανισμούς, συνολικής αξίας 588 εκατ. PLN. Το ποσό αυτό περιλάμβανε εισφορά κεφαλαίου 145 εκατ. PLN από την ARP που αποφασίστηκε τον Ιούνιο του 2008. Επιπλέον, το σχέδιο προέβλεπε λήψη δανείου 32 εκατ. USD (68 εκατ. PLN) από την ARP. Τέλος, το σχέδιο προέβλεπε τη χορήγηση περαιτέρω εγγυήσεων προκαταβολών από τον KUKE, ονομαστικής αξίας 431 εκατ. PLN.

(155)

Ο επενδυτής είχε δηλώσει την πρόθεσή του να εισφέρει κεφάλαιο 149,5 εκατ. PLN για τη χρηματοδότηση μέρους του επενδυτικού προγράμματος για το 2008–2012. Το υπόλοιπο μέρος του επενδυτικού προγράμματος για την περίοδο αυτή θα χρηματοδοτούνταν από τις ταμειακές ροές του ναυπηγείου.

(156)

Τέλος, το σχέδιο περιείχε χρηματοοικονομικές προβολές για την περίοδο αναδιάρθρωσης 2008–2012 που παρουσίαζαν αποκατάσταση της κερδοφορίας από το 2010. Το σχέδιο απαριθμούσε, με γενικό τρόπο και χωρίς αποδεικτικά στοιχεία, μια σειρά υποθέσεων βάσει των οποίων είχαν καταρτιστεί χρηματοοικονομικές προβλέψεις, αλλά δεν περιείχε το χρηματοοικονομικό μοντέλο στο οποίο βασίστηκαν αυτές οι εκτιμήσεις. Η απόδοση των ιδίων κεφαλαίων που θα επιτυγχανόταν το 2012 θα ήταν, σύμφωνα με το σχέδιο, της τάξης του 26 %, αλλά το σχέδιο αναγνώριζε ότι αυτή η εμφανώς υψηλή κερδοφορία ήταν αποτέλεσμα του γεγονότος ότι τα ίδια κεφάλαια παρέμεναν χαμηλά λόγω συσσωρευμένων ζημιών από προηγούμενες χρήσεις. Μία πιο ρεαλιστική υπόθεση, που δεν ελάμβανε υπόψη τις συσσωρευμένες ζημίες, προέβλεπε απόδοση ιδίων κεφαλαίων 7,6 % το 2011 και 9,8 % το 2012 που, σύμφωνα με το σχέδιο, θα σήμαινε οριακή κερδοφορία για την προβλεπόμενη επένδυση.

(157)

Ο προβλεπόμενος ισολογισμός παρουσίαζε αύξηση της αξίας των πάγιων στοιχείων ενεργητικού από περίπου 100 εκατ. PLN το 2008 σε 200 εκατ. PLN το 2012.

2.7.   ΣΧΕΔΙΟ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ ΤΗΣ 12ΗΣ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2008

(158)

Το σχέδιο αναδιάρθρωσης της 12ης Σεπτεμβρίου 2008 βασιζόταν σε υποθέσεις παρόμοιες με εκείνες του σχεδίου του Ιουνίου 2008. Η διαφοροποίηση των δραστηριοτήτων παρέμεινε η σημαντικότερη στρατηγική ιδέα και η επιτυχία της αναδιάρθρωσης θα επιτυγχανόταν μέσω της συνεργασίας ανάμεσα στην Mostostal και την Ulstein, οι οποίες θα συνδύαζαν την εμπειρία τους στους τομείς των μεταλλικών κατασκευών και της ναυπήγησης πλοίων. Σε σύγκριση με την έκδοση του Ιουνίου, το αναθεωρημένο σχέδιο αναδιάρθρωσης ήταν πιο αναπτυγμένο όσον αφορά ορισμένα μέτρα αναδιάρθρωσης και πρακτικής εφαρμογής των εικαζόμενων διαφοροποιημένων δραστηριοτήτων· αυτό αντανακλάται και στην προβλεπόμενη οργανωτική και εταιρική αναδιάρθρωση (βλ. πίνακα 2 κατωτέρω).

(159)

Το σχέδιο υπέθετε ότι το υφιστάμενο ναυπηγείο, που μετονομάστηκε σε «SSN Nowa», θα ολοκλήρωνε την κατασκευή των ζημιογόνων πλοίων από το τρέχον βιβλίο παραγγελιών και στη συνέχεια θα διαλυόταν. Τα στοιχεία ενεργητικού του ναυπηγείου θα πωλούνταν σε τρεις νέες εταιρείες: SSN Mostostal (αποκλειστικής ιδιοκτησίας της Mostostal), SSN Ulstein (αποκλειστικής ιδιοκτησίας της Ulstein) και SSN Wspólna (ιδιοκτησίας της Mostostal και της Ulstein, καθεμία από τις οποίες κατείχε το 50 % των μετοχών). Ακόμη, η σημερινή υπηρεσία σχεδιασμού θα αποσχιζόταν με την ονομασία SSN Biuro Projektowe. Το σχέδιο προέβλεπε ότι το 2010 η Mostostal θα ίδρυε μια νέα εταιρεία, την SSN Odra, η οποία θα συνέχιζε την τρέχουσα δραστηριότητα ναυπήγησης και θα κατασκεύαζε οχηματαγωγά πλοία των τύπων ro-pax, ro-ro, και con-ro και πλοία μεταφοράς χημικών.

Πίνακας 2

Εταιρική αναδιάρθρωση της SSN που προβλέπεται στο σχέδιο αναδιάρθρωσης της 12ης Σεπτεμβρίου 2008

 

Ιδιοκτησία

Δραστηριότητα

Εισφορές κεφαλαίου

(εκατ. PLN)

Κύκλος εργασιών

(εκατ. PLN)

Εργατικό δυναμικό

Πρόγραμμα επενδύσεων

(εκατ. PLN)

SSN Nowa

100 % Mostostal

Ναυπήγηση — τρέχουσες παραγγελίες

434 (κρατική ενίσχυση)

Το 2009: 680

Το 2010: 1 000

Αργότερα: 0

4 011 το 2009, στόχος – 0

Καμία

SSN Mostostal

100 % Mostostal

Μεταλλικές κατασκευές

80

148 (10 %)

297 το 2009, στόχος – 352

59

SSN Ulstein

100 % Ulstein

Ναυπήγηση — offshore vessels

67,3

155 (11 %)

150

10

SSN Wspólna

50 % Mostostal, 50 % Ulstein

Προκατασκευές χάλυβα

95

370–400 (28 %)

1 062 το 2009, στόχος – 663

34,5

SSN Biuro Projektowe

50 % Mostostal, 50 % Ulstein

Σχεδιασμός

0,2

9 (0.6 %)

150

0,5

SSN Odra

100 % Mostostal

Ναυπήγηση — πλοία ro-pax, ro-ro, και μεταφοράς χημικών

0,2

600–700 (49 %)

835 το 2010, στόχος – 500

Καμία

Σύνολο

 

 

434 από το κράτος και 242,7 από επενδυτές

1 412

1 815

104

(160)

Το σχέδιο υπέθετε ότι η SSN Nowa και η SSN Odra, οι εταιρείες οι οποίες υποτίθεται ότι θα συνέχιζαν τη ναυπηγική δραστηριότητα στο ναυπηγείο, δεν θα είχαν στοιχεία ενεργητικού και θα ανέθεταν με υπεργολαβία την προκατασκευή μεταλλικών κατασκευών στην SSN Wspólna και θα χρησιμοποιούσαν την παραγωγική ικανότητα της SSN Mostostal ή της SSN Ulstein για τη συναρμολόγηση και την εγκατάσταση εξοπλισμού πλοίων. Το σχέδιο δεν περιέγραφε πώς θα επιτυγχανόταν αυτή η κατανομή παραγωγικών ικανοτήτων στην πράξη ή με ποιους όρους η παραγωγική ικανότητα θα διετίθετο αρχικά στην SSN Nowa και αργότερα στην SSN Odra.

(161)

Οι δύο εταιρείες SSN Ulstein και SSN Mostostal θα εισέδυαν σε νέες αγορές στις οποίες η SSN δεν είχε καμία εμπειρία· εντούτοις, το σχέδιο δεν περιείχε ανάλυση αυτών των αγορών.

(162)

Το σχέδιο εξηγούσε ότι η Ulstein την περίοδο εκείνη ανέθετε με υπεργολαβία την κατασκευή κυτών πλοίων, αλλά είχε την πρόθεση να αποκτήσει τον έλεγχο των πρώτων σταδίων κατασκευής και, έτσι, αγοράζοντας παραγωγική ικανότητα στην Szczecin, θα επιτύγχανε καθετοποίηση της διαδικασίας παραγωγής. Η SSN Ulstein προέβλεψε μια εύλογη καμπύλη εκμάθησης και προγραμμάτιζε αρχικά την κατασκευή κυτών και στη συνέχεια ημιεξοπλισμένων και πλήρως εξοπλισμένων πλοίων ανοικτής θαλάσσης. Το σχέδιο δεν περιείχε λεπτομερή στοιχεία για τον προβλεπόμενο όγκο παραγωγής, τις εικαζόμενες τιμές κυτών/πλοίων, το κόστος, τα περιθώρια κλπ.

(163)

Οι λόγοι για τους οποίους η Mostostal επένδυσε στο ναυπηγείο του Στετίνου ήταν οι ίδιοι με αυτούς που ανέφερε το σχέδιο αναδιάρθρωσης του Ιουνίου του 2008. Στόχος του επενδυτή ήταν να επεκτείνει την ικανότητα παραγωγής μεταλλικών κατασκευών και να αποκτήσει άμεση πρόσβαση στις θαλάσσιες μεταφορές, γεγονός που θα μείωνε το μεταφορικό του κόστους, επιτρέποντας τη μεταφορά μεγαλύτερων και πλήρως συναρμολογημένων κατασκευών. Το σχέδιο δεν ανέφερε το σχεδιαζόμενο όγκο παραγωγή, εκτιμήσεις τιμών, το κόστος, τα περιθώρια κέρδους κλπ..

(164)

Το σχέδιο δεν προέβλεπε αναδιάρθρωση της SSN Nowa, λαμβάνοντας ως υπόθεση ότι η εταιρεία αυτή θα διαλυόταν μετά την ολοκλήρωση των ζημιογόνων πλοίων από το τρέχον βιβλίο παραγγελιών. Το σχέδιο περιείχε ανάλυση αγοράς του ναυπηγικού κλάδου η οποία, ωστόσο, σε έναν μεγάλο βαθμό, αναφερόταν σε τμήματα της αγοράς στα οποία δεν είχε την πρόθεση να δραστηριοποιηθεί το ναυπηγείο στο μέλλον.

(165)

Δεν υπήρχε επιχειρηματικό σχέδιο για την SSN Odra. Όσον αφορά τη στρατηγική της SSN Odra, το σχέδιο υπέθετε ότι η εταιρεία θα εξασφάλιζε κερδοφόρες συμβάσεις από την κρατική Polska Żegluga Morska (Polish Steamship Company) για την παραγωγή επιβατικών πλοίων ro-pax. Επιπλέον, η SSN Odra θα εξέφραζε τη δυνατότητα παραγωγής πλοίων αυτού του τύπου για στρατιωτική χρήση, αλλά δεν δόθηκαν περισσότερα στοιχεία γι’ αυτό το θέμα.

(166)

Τέλος, η SSN Wspólna επρόκειτο κυρίως να παρέχει υπηρεσίες σε άλλες εταιρείες. Το σχέδιο εκτιμούσε ότι η ικανότητα επεξεργασίας χάλυβα της SSN Wspólna θα ήταν 74 χιλιάδες τόνοι. Οι ανάγκες της SSN Ulstein θα ανέρχονταν σε 15–20 χιλιάδες τόνους και της SSN Mostostal σε 12–15 χιλιάδες τόνους. Το σχέδιο προέβλεπε ότι περίπου 30 000 τόνοι χάλυβα θα διετίθεντο για ναυπηγική δραστηριότητά εκτός της SSN Ulstein. Επιπλέον, το σχέδιο πρότεινε η υπολειπόμενη παραγωγική ικανότητα της SSN Wspólna (9–17 χιλιάδες τόνοι χάλυβα, δηλ. ποσοστό 12–23 % της παραγωγικής ικανότητας) να χρησιμοποιηθεί για ανάθεση υπεργολαβιών σε άλλες εταιρείες, αλλά δεν περιέγραφε την αγορά-στόχο, τη ζήτηση ή την αναμενόμενη κερδοφορία.

(167)

Εκτός από την οργανωτική αναδιάρθρωση, το σχέδιο προέβλεπε αναδιάρθρωση ενεργητικού, οικονομική αναδιάρθρωση και σημαντική μείωση προσωπικού.

(168)

Το σχέδιο προέβλεπε συνολική επένδυση ύψους 104 εκατ. PLN στην SSN Ulstein, την SSN Mostostal και την SSN Wspólna. Επιπλέον, η SSN Nowa θα επένδυε […] εκατ. PLN (10) για την μετεγκατάσταση ορισμένων μέσων παραγωγής για να ελευθερώσει έκταση γης από την πώληση της οποίας αναμενόταν η είσπραξη μετρητών για την αναδιάρθρωση.

(169)

Όσον αφορά το σχεδιαζόμενο κλείσιμο ενός νεωλκείου, το σχέδιο της 12ης Σεπτεμβρίου (όπως και το σχέδιο του Ιουνίου) ανέφερε ότι το νεωλκείο Wulkan 1 δεν θα χρησιμοποιούνταν για κατασκευή πλοίων, αλλά για την παραγωγή μεταλλικών κατασκευών από την SSN Mostostal.

(170)

Σε όρους απασχόλησης, το σχέδιο προέβλεπε μείωση προσωπικού κατά 60 % σε 1 815 απασχολούμενους.

(171)

Σύμφωνα με τις χρηματοοικονομικές προβλέψεις, η SSN Ulstein θα άρχιζε δραστηριότητα το 2009 και θα ήταν κερδοφόρα το 2010. Η SSN Mostostal και η SSN Wspólna αναμενόταν ότι θα αρχίζουν να λειτουργούν το 2009 και θα ήταν αμέσως κερδοφόρες. Η SSN Odra θα άρχιζε τη ναυπήγηση πλοίων το 2010 και, σύμφωνα με τις χρηματοοικονομικές προβολές, θα αποκόμιζε κέρδη άμεσα.

(172)

Η προβλεπόμενη αποδοτικότητα από τις πωλήσεις της SSN Ulstein ήταν 6 %, ποσοστό που το σχέδιο θεωρούσε ικανοποιητικό. Τα κέρδη της SSN Odra από τις πωλήσεις κατά το πρώτο έτος παραγωγής θα ανέρχονταν σε 11 % (χάρη σε δύο ιδιαίτερα κερδοφόρες συμβάσεις που συνέπεσαν αυτό το έτος) και θα μειωνόταν σε 7–8 % τα επόμενα έτη. Τα κέρδη της SSN Mostostal από τις πωλήσεις υπολογίζονταν σε 6–9 % το 2009–2011 και σε 11 % το 2012. Τα κέρδη από τις πωλήσεις της SSN Wspólna και της SSN Biuro Projektowe θα ήταν οριακά: 0,4 % για το σύνολο της περιόδου για την SSN Wspólna και 1,6 % για την SSN Biuro Projektowe. Σύμφωνα με το σχέδιο, αυτό το χαμηλό ποσοστό κέρδους από τις πωλήσεις των δύο εταιρειών θα ήταν αποτέλεσμα χαμηλών περιθωρίων και αποδίδονταν στο γεγονός ότι αυτές ήταν εταιρείες παροχής υπηρεσιών που εργάζονταν για λογαριασμό εταιρειών οι οποίες παρήγαν τελικά προϊόντα, σε μεγάλο βαθμό χρησιμοποιώντας υλικά που της χορηγούσαν οι εντολείς.

(173)

Η SSN Nowa επρόκειτο να ολοκληρώσει την κατασκευή των ζημιογόνων πλοίων του τρέχοντος βιβλίου παραγγελιών του ναυπηγείου, γεγονός που σήμαινε ότι θα συνέχιζε να είναι ζημιογόνα για όλη την περίοδο μέχρι την διάλυσή της. Η εφαρμογή του σχεδίου εξαρτιόταν, λοιπόν, από τη χορήγηση συμπληρωματικής κρατικής ενίσχυσης ύψους 430 εκατ. PLN για τη κάλυψη των μελλοντικών ζημιών της SSN Nowa. Σε σύγκριση με το σχέδιο του Ιουνίου, το οποίο προέβλεπε εισφορά κεφαλαίου από το κράτος ύψους 588 εκατ. PLN και χορήγηση δανείου 68 εκατ. PLN, το απαιτούμενο ποσό κρατικής ενίσχυσης ήταν χαμηλότερο. Εντούτοις, η Επιτροπή επισήμανε ότι στο μεταξύ, τον Αύγουστο του 2008, είχε πραγματοποιηθεί μετατροπή χρεών σε ίδια κεφάλαια από δημόσιους οργανισμούς (ARP και KPS) ποσού 130 εκατ. PLN.

2.8.   ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ

(174)

Μετά τη συμφωνία του Δεκεμβρίου 2006 μεταξύ των πολωνικών αρχών και της Επιτροπής, η Επιτροπή ξεκίνησε εντατικές συνομιλίες με τις πολωνικές αρχές και την SSN για τον προσδιορισμό των αναγκαίων αντισταθμιστικών μέτρων.

(175)

Σε συνεργασία με τον εξωτερικό της σύμβουλο και τα ναυπηγεία, η Επιτροπή καθόρισε την ακόλουθη μεθοδολογία αξιολόγησης της παραγωγικής ικανότητας που πρότεινε η Πολωνία ως αντισταθμιστικό μέτρο.

(176)

Για να είναι τα αντισταθμιστικά μέτρα αποτελεσματικά, η μείωση της παραγωγικής ικανότητας έπρεπε να είναι επαρκής για να εξασφαλιστεί ότι η μελλοντική παραγωγική ικανότητα του ναυπηγείου μετά την αναδιάρθρωση θα ήταν χαμηλότερη από την τρέχουσα παραγωγική ικανότητα.

(177)

Η Επιτροπή αρχικά εκτίμησε την τρέχουσα τεχνική ικανότητα του ναυπηγείου, εκτιμώντας ότι η συναρμολόγηση πλοίων στα νεωλκεία ήταν ένα από τα προβλήματα συμφόρησης της διαδικασίας παραγωγής του ναυπηγείου, που δεν θα μπορούσε να ξεπεραστεί εύκολα με υπεργολαβίες. Σύμφωνα με τη μέθοδο που χρησιμοποίησε η Επιτροπή, την οποία δεν αμφισβήτησαν οι πολωνικές αρχές ούτε το ναυπηγείο, η παραγωγική ικανότητα υπολογίζεται με βάση τη διάρκεια συναρμολόγησης στο νεωλκείο και ένα τυπικό φάσμα πλοίων (εφόσον τα πλοία διαφέρουν ως προς την τιμή CGT, αλλά απαιτείται ο ίδιος περίπου χρόνος για τη συναρμολόγησή τους).

(178)

Ο υπολογισμός της τρέχουσας ικανότητας έλαβε υπόψη το χρόνο που πράγματι απαιτείται για τη συναρμολόγηση ενός (συγκεκριμένου τύπου) πλοίου σε ένα νεωλκείο. Ο χρόνος αυτός έπρεπε να λαμβάνει υπόψη όλες τις υφιστάμενες ανεπάρκειες της διαδικασίας παραγωγής, όπως χαμηλή παραγωγικότητα, προβλήματα, απαρχαιωμένα στοιχεία ενεργητικού, ανεπαρκή ροή παραγωγής και προβλήματα με το εργατικό δυναμικό. Μόνο τα αποτελέσματα των οικονομικών δυσκολιών που οφείλονται στη δυσχερή οικονομική κατάσταση του ναυπηγείου θα μπορούσαν να εξαιρεθούν από τον χρόνο της συναρμολόγησης. Η δυσχερής πρόσβαση ή η έλλειψη πρόσβασης σε κεφάλαιο κίνησης μπορεί να προκαλέσει σοβαρή διαταραχή στη διαδικασία παραγωγής. Επειδή αυτός είναι ένας εξωτερικός παράγοντας, εγγενής σε όλες τις προβληματικές εταιρείες και δεν συνδέεται με την αναποτελεσματικότητα της ίδιας της εταιρείας, η Επιτροπή δέχτηκε ότι η πραγματική επίδοση του ναυπηγείου θα μπορούσε να προσαρμοστεί με την αποκατάσταση της ομαλής πρόσβασης σε κεφάλαιο κίνησης.

(179)

Κατά την εκτίμηση της μελλοντικής παραγωγικής ικανότητας ελήφθη υπόψη ο χρόνος που πιθανώς απαιτείται για τη συναρμολόγηση ενός (συγκεκριμένου τύπου) πλοίου στο νεωλκείο, με την υπόθεση ότι η παραγωγικότητα του ναυπηγείου ήταν συγκρίσιμη με σημείο αναφοράς που έχει καθοριστεί για άλλα ανταγωνιστικά ευρωπαϊκά ναυπηγεία. Με άλλους όρους, έπρεπε να ληφθούν υπόψη τα αποτελέσματα του απαραίτητου εκσυγχρονισμού των εγκαταστάσεων και της βελτιστοποίησης των συνθηκών εργασίας (οργάνωση, οικονομικά, προμήθειες, εργατικό δυναμικό).

(180)

Ο εκσυγχρονισμός ήταν αναπόφευκτος για να αποκατασταθεί η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της εταιρείας. Η συνδεόμενη αύξηση της παραγωγικότητας θα επέτρεπε και τη μείωση των εισροών και την επιτάχυνση της παραγωγής του ναυπηγείου. Με τη βελτίωση των διαφόρων συντελεστών παραγωγής, θα αυξανόταν και η ικανότητα παραγωγής ενός συγκεκριμένου όγκου προϊόντων. Έπρεπε, συνεπώς, να επισημανθεί ότι το κλείσιμο κάποιων εγκαταστάσεων, όπως το προταθέν κλείσιμο ενός νεωλκείου στο ναυπηγείο του Στετίνου, θα μπορούσε να αντισταθμιστεί με την αύξηση της παραγωγικής ικανότητας του υπόλοιπου τμήματος του ναυπηγείου. Για να έχουν νόημα τα αντισταθμιστικά μέτρα, η μείωση παραγωγικής ικανότητας έπρεπε να είναι τέτοιου μεγέθους ώστε, κατά το τέλος της αναδιάρθρωσης, δηλαδή μετά την πραγματοποίηση της επένδυσης και τη βελτίωση της παραγωγικότητας, η παραγωγική ικανότητα να είναι χαμηλότερη από την τρέχουσα. Μόνο με αυτόν τον τρόπο θα μπορούσε να επιτευχθεί ο διττός στόχος να επιτευχθεί η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα, η οποία συνεπαγόταν αύξηση της παραγωγικότητας, και να περιοριστούν στο ελάχιστο οι δυσμενείς επιπτώσεις στο εμπόριο.

(181)

Για να είναι αξιόπιστος ο υπολογισμός της τρέχουσας και της μέλλουσας παραγωγικής ικανότητας, έπρεπε να χρησιμοποιηθεί το ίδιο μείγμα προϊόντων, δηλαδή οι ίδιοι τύποι πλοίων. Εναλλακτικά, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ένας κατά προσέγγιση τύπος «μέσου πλοίου» (δηλαδή με μια μέση χωρητικότητα CGT, με βάση το βιβλίο παραγγελιών του ναυπηγείου).

(182)

Βάσει των στοιχείων που υπέβαλε η SSN, η τρέχουσα παραγωγική ικανότητά της σε δυσχερείς οικονομικά συνθήκες εκτιμήθηκε ότι κυμαινόταν μεταξύ 177 χιλιάδων CGT και 202 χιλιάδων CGT, ανάλογα με το αν στην παραγωγή του ναυπηγείου θα περιλαμβάνονταν πλοία μεταφοράς χημικών. Η ικανότητα του ναυπηγείου χωρίς οικονομικά προβλήματα ήταν 208 χιλιάδες CGT (9,15 πλοία), εάν στην παραγωγή περιλαμβανόταν η κατασκευή πλοίων μεταφοράς χημικών, και 238 χιλιάδες CGT (10,7 πλοία) εάν δεν περιλαμβάνονταν πλοία μεταφοράς χημικών.

(183)

Η εταιρεία ανέφερε ότι η προβλεφθείσα στο σχέδιο αναδιάρθρωσης του 2006 επένδυση δεν θα είχε επίπτωση στον χρόνο συναρμολόγησης, αλλά θα επέφερε μάλλον μείωση του κόστους. Εξήγησε επίσης ότι, ενώ ορισμένες από τις επενδύσεις θα μπορούσαν εν δυνάμει να περιορίσουν τον χρόνο συναρμολόγησης, η επίπτωση αυτή θα αντισταθμιζόταν από σημαντική αλλαγή της μεθόδου ναυπήγησης με ταχύτερη εγκατάσταση του εξοπλισμό του πλοίου. Η εταιρεία εξήγησε επίσης ότι για να μειωθεί σημαντικά ο χρόνος συναρμολόγησης, ήταν απαραίτητο να πραγματοποιηθούν επενδύσεις στα ίδια τα νεωλκεία. Η εταιρεία προσδιόρισε την επένδυση αυτή σε 200 εκατ. EUR, ποσό το οποίο υπερβαίνει σαφώς τις δυνατότητες του ναυπηγείου.

(184)

Συνεπώς, η μελλοντική παραγωγική ικανότητα χωρίς το κλείσιμο εγκαταστάσεων θα ήταν ταυτόσημη με την τρέχουσα ικανότητα, σε περίπτωση που δεν θα υπήρχαν οικονομικές δυσκολίες, δηλ. 208 000 CGT, εάν στην παραγωγή περιλαμβάνονταν πλοία μεταφοράς χημικών και 238 000 CGT εάν δεν περιλαμβάνονταν.

(185)

Μετά το κλείσιμο του μικρότερου νεωλκείου (Wulkan 1), η παραγωγική ικανότητα του ναυπηγείου θα κυμαινόταν από 149 000 CGT (6,25 πλοία) για τα πλοία με τους λιγότερους CGT (περιλαμβανομένων των πλοίων μεταφοράς χημικών) και 178 000 CGT (7,8 πλοία) για τα πλοία περισσότερων CGT (χωρίς τα πλοία μεταφοράς χημικών).

(186)

Με βάση τα ανωτέρω στοιχεία, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η μείωση της παραγωγικής ικανότητας μετά το κλείσιμο του μικρού νεωλκείου θα ήταν από 25 % έως 46 %, ανάλογα με τον τύπο των πλοίων. Με βάση τα ανωτέρω και εάν ληφθεί υπόψη ότι το κλείσιμο ενός ακόμα νεωλκείου θα επέφερε μείωση της παραγωγικής ικανότητας τουλάχιστον κατά 59 %, η Επιτροπή έκρινε σε προσωρινή βάση ότι το προταθέν από την Πολωνία κλείσιμο του μικρότερου νεωλκείου, του Wulkan 1, θα ήταν επαρκές αντισταθμιστικό μέτρο.

2.9.   ΜΕΤΡΑ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

(187)

Η Επιτροπή κίνησε την επίσημη διαδικασία έρευνας για τα μέτρα ενίσχυσης που περιγράφονται στο μέρος Β του παραρτήματος της απόφασης. Στα μέτρα αυτά περιλαμβάνονται εισφορά κεφαλαίου και δύο εγγυήσεις επιδόσεων που θα χορηγούσε η ARP και διάφορες αναβολές και διαγραφές φόρου ακίνητης περιουσίας από την πόλη του Στετίνου. Η ονομαστική αξία αυτών των μέτρων ήταν 126 524 652 PLN.

(188)

Η Πολωνία ενημέρωσε την Επιτροπή ότι δεν χορηγήθηκαν οι δύο εγγυήσεις παραγωγής που αναφέρονται ως μέτρα 62 και 63 στο μέρος Β του παραρτήματος της απόφασης για την έναρξη επίσημης διαδικασίας έρευνας (11). Η Πολωνία ενημέρωσε επίσης την Επιτροπή ότι οι διαγραφές φόρου ακίνητης περιουσίας που απαριθμούνται ως μέτρα 64 και 68 στο μέρος Β του παραρτήματος της απόφασης για την κίνηση επίσημης διαδικασίας έρευνας είχαν αναβληθεί (12).

(189)

Ο πίνακας 3 κατωτέρω παρουσιάζει τα μέτρα που ελήφθησαν από την 1η Μαΐου 2004, ημερομηνία προσχώρησης της Πολωνίας στην ΕΕ, έως τις 30 Ιουνίου 2007. Η Πολωνία κοινοποίησε τα μέτρα αυτά με επιστολή της 11ης Ιουλίου 2007. Η ονομαστική αξία των μέτρων είναι 259 560 990 PLN. Το μέτρο 1 αντιστοιχεί στο μέτρο αριθ. 61 στο μέρος Β του παραρτήματος της απόφασης για την κίνηση της επίσημης διαδικασίας έρευνας.

(190)

Ο πίνακας 3 περιέχει δάνεια της KPS που χρησιμοποιήθηκαν για τη χρηματοδότηση των αναγκών του ναυπηγείου σε κεφάλαιο κίνησης. Σε επιστολές της 11ης Ιουλίου 2007 και 9ης Ιανουαρίου 2008, η Πολωνία ισχυρίστηκε ότι τα δάνεια αυτά δεν συνιστούν κρατική ενίσχυση, διότι το επιτόκιό τους αντιστοιχούσε στην εκτίμηση κινδύνου του συγκεκριμένου επενδυτικού σχεδίου για το οποίο ζητήθηκε το δάνειο.

(191)

Γι’ αυτά τα δάνεια που χορηγήθηκαν την περίοδο 2005–2007, η KPS εφάρμοσε επιτόκιο ελάχιστα ανώτερο του 6 %. Το επιτόκιο αναφοράς για την Πολωνία κατά την περίοδο που χορηγήθηκαν τα δάνεια της KPS στο ναυπηγείο κυμαινόταν από 5,56 % έως 6,24 %. Επιπλέον, η KPS χρέωνε εφάπαξ προμήθεια από 0,1 % έως 0,4 %. Σύμφωνα με τις πολωνικές αρχές, η KPS ζητούσε εξασφαλίσεις υπό μορφή αποδοχής αναγκαστικής είσπραξης, συμφωνίας εκχώρησης απαιτήσεων, χωρίς όρους εντολής πληρωμής, ομολογιών μη εκφρασμένων σε νόμισμα ή δεσμεύσεων στοιχείων ενεργητικού για εγγύηση (13).

(192)

Η KPS ιδρύθηκε το 2004 ως θυγατρική υπό τον πλήρη έλεγχο της ARP και λειτουργούσε ως ταμείο επιχειρηματικού κεφαλαίου για την ARP. Βασική της αποστολή ήταν να χρησιμεύσει ως μέσο για την ενοποίηση των τριών μεγαλύτερων ναυπηγείων της Πολωνίας, αλλά το σχέδιο αυτό εγκαταλείφθηκε το 2006. Σύμφωνα με τα στοιχεία που κοινοποίησαν οι πολωνικές αρχές το 2006 (14), η KPS θα χρηματοδοτούνταν με εισφορά κεφαλαίου από την ARP, συνεισφορά σε είδος (μετοχές σε τρίτες εταιρείες) από την ARP και με ανανεούμενο τραπεζικό δάνειο με εγγύηση της ARP που προοριζόταν ειδικά για τη στήριξη της χρηματοδότησης ναυπηγείων. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάζονται στον διαδικτυακό τόπο της κυβέρνησης, η KPS επρόκειτο επίσης να στηρίξει ναυπηγικές δραστηριότητες στην Πολωνία μέσω της έκδοσης ομολογιών με την πλήρη εγγύηση της ARP. Πράγματι, το έγγραφο «Μια στρατηγική για τον ναυπηγικό κλάδο (ναυπηγεία κατασκευής πλοίων) στην Πολωνία 2006–2010» (15) επιβεβαιώνει ότι η KPS επρόκειτο να αντλήσει πόρους από την έκδοση χρεογράφων αξίας περίπου 100 εκατ. USD, διασφαλισμένων από στοιχεία ενεργητικού που προορίζονταν για την αναδιάρθρωση της ναυπηγικής βιομηχανίας, υπό μορφή μεταφοράς κεφαλαίων από το Δημόσιο Ταμείο στην ARP.

(193)

Ο πίνακας 4 παρουσιάζει την ενίσχυση που χορήγησαν η ARP και η KPS από τις 30 Ιουνίου 2007 έως τις 15 Φεβρουαρίου 2008 και κοινοποιήθηκε στην Επιτροπή μετά την 11η Ιουλίου 2007, με επιστολές της 6ης Δεκεμβρίου 2007 και της 12ης Φεβρουαρίου 2008. Παρουσιάζει επίσης πρόσθετα δάνεια της ARP και της KPS για τα οποία η Επιτροπή ενημερώθηκε από το ενημερωτικό μνημόνιο της SSN του Ιουνίου 2008 (16), το σχέδιο αναδιάρθρωσης της Mostostal που υποβλήθηκε τον Ιούνιο του 2008 (17) και το σχέδιο αναδιάρθρωσης που υποβλήθηκε τον Σεπτέμβριο του 2008. Η ονομαστική αξία αυτών των μέτρων ανέρχεται σε 417 531 254 PLN.

(194)

Ο πίνακας 5 παρουσιάζει μη εισπραχθείσες οφειλές προς το δημόσιο υπό μορφή καθυστερούμενων φόρων ακίνητης περιουσίας ύψους 12 402 000 PLN για την περίοδο από τον Ιούλιο του 2003 έως τον Δεκέμβριο του 2004. Το μέτρο αυτό αντιστοιχεί στα μέτρα 64–68 του μέρους Β του παραρτήματος της απόφασης για την κίνηση της επίσημης διαδικασίας έρευνας.

(195)

Δεδομένης της δυσχερούς οικονομικής κατάστασης του ναυπηγείου, η Επιτροπή δεν μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο να χορηγήθηκε στην SSN και πρόσθετη κρατική ενίσχυση παρόμοιου χαρακτήρα.

(196)

Τέλος, η SSN ωφελήθηκε από εγγυήσεις παραγωγής του KUKE (στη συνέχεια «εγγυήσεις προκαταβολών» ή «εγγυήσεις του KUKE»). Στην πραγματικότητα, το σύνολο της παραγωγής του ναυπηγείου από την 1η Μαΐου του 2004 και μετά χρηματοδοτήθηκε χάρη σε αυτές τις εγγυήσεις. Κατά την περίοδο από την 1η Μαΐου 2004 έως την 30ή Μαΐου 2008, η SSN έλαβε 96 εγγυήσεις συνολικής αξίας 1 928 869 694 PLN (18). Με την επιστολή της 11ης Ιουλίου 2007, η Πολωνία ενημέρωσε την Επιτροπή ότι ο KUKE θα συνέχιζε να χορηγεί εγγυήσεις στην SSN μέχρι τα τέλη του 2008. Σύμφωνα με το σχέδιο αναδιάρθρωσης που υποβλήθηκε στις 12 Σεπτεμβρίου 2008, ο KUKE είχε χορηγήσει άλλες δέκα εγγυήσεις στην SSN για συνολικό ποσό 429 578 282 PLN στις 26 Ιουνίου.

(197)

Βασικό χαρακτηριστικό του κλάδου είναι ότι τα ναυπηγεία δεν διαθέτουν επαρκές κεφάλαιο κίνησης για την κατασκευή πλοίων και βασίζονται σε εξωτερική χρηματοδότηση, λαμβάνοντας είτε δάνεια (τα αποκαλούμενα δάνεια παραγωγής) είτε προκαταβολές από πλοιοκτήτες, με τα οποία χρηματοδοτείται η παραγωγή. Οι πλοιοκτήτες καταβάλλουν συνήθως το 80 % της τιμής προκαταβολικά σε δόσεις, οι οποίες συμπίπτουν με ορισμένα καθοριστικά στάδια της κατασκευής, ενώ το υπόλοιπο 20 % καταβάλλεται με την παράδοση του πλοίου. Η συμμετοχή των πλοιοκτητών στη χρηματοδότηση της κατασκευής είναι, συνεπώς, ζωτική. Οι εγγυήσεις προκαταβολών που παρείχε ο KUKE στην SSN είχαν στόχο να διασφαλίσουν τις προκαταβολές των πλοιοκτητών έναντι του κινδύνου αδυναμίας του ναυπηγείου να παραδώσει το πλοίο.

(198)

Σύμφωνα με τα στοιχεία που υπέβαλε η Πολωνία, οι εγγυήσεις του KUKE παρέχονταν στην SSN με την ακόλουθη διαδικασία. Πρώτον, υπογραφόταν σύμβαση με τον πλοιοκτήτη, συνήθως υπό τον όρο να αποδείξει το ναυπηγείο εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος ότι η χρηματοδότηση της παραγωγής θα ήταν εγγυημένη από τον KUKE. Ο KUKE εξέδιδε απόφαση ότι εξασφαλίζει τη χρηματοδότηση της κατασκευής ολόκληρου του πλοίου εγγυώμενος τις προκαταβολές. Με μεταγενέστερες ατομικές συμφωνίες, ο KUKE ενεργοποιούσε την εγγύηση για κάθε μία προκαταβολή (συνήθως ήταν τέσσερις). Η συνολική έκθεση του KUKE σε πιθανή αδυναμία του ναυπηγείου να παραδώσει το πλοίο αντιπροσωπεύει συνήθως το 80 % της πλήρους τιμής αγοράς η οποία αντιστοιχεί στις συνολικές προκαταβολές που καταβάλλει ο ιδιοκτήτης πριν από την παράδοση του πλοίου. Αυτή η συνολική έκθεση είναι γνωστή όταν ο KUKE εκδίδει την απόφαση να εγγυηθεί τις προκαταβολές από τον πλοιοκτήτη. Η εγγύηση λήγει με την παράδοση του πλοίου.

(199)

Οι πράξεις του KUKE ως πολωνικού οργανισμού εξαγωγικών πιστώσεων είναι πολύμορφες (19) και μπορούν κυρίως να διαχωριστούν στο εμπορικό σκέλος της επιχειρηματικής δραστηριότητας και στη δραστηριότητα που ασκείται για λογαριασμό και με την εγγύηση του Δημόσιου Ταμείου. Η τελευταία δραστηριότητα ασκείται μέσω χωριστού τραπεζικού λογαριασμού, της «Interes Narodowy». Οι εγγυήσεις στην SSN εντάσσονται στη δραστηριότητα που είναι εγγυημένη από το δημόσιο.

(200)

Σύμφωνα με τα στοιχεία που κοινοποίησε η Πολωνία, ο KUKE παρείχε στην SSN εγγυήσεις προκαταβολών με προμήθεια εγγύησης ανάλογη με το ύψος της εγγύησης. Η επιβάρυνση ήταν 2 % ετησίως για εγγυήσεις μέχρι 35 εκατ. PLN και 1 % ετησίως για εγγυήσεις άνω των 35 εκατ. PLN. Ως εξασφαλίσεις ο KUKE απαιτούσε τη μεταβίβαση της ιδιοκτησίας του πλοίου, του υπό κατασκευή πλοίου ή των υλικών.

(201)

Από τους πίνακες 3–5 και τα ανωτέρω στοιχεία συνάγεται ότι από την 1η Μαΐου 2004 η SSN έχει επωφεληθεί από μέτρα συνολικής ονομαστικής αξίας 3 047 943 120,5 PLN (περίπου 896 εκατ. EUR).

Πίνακας 3

Κρατική ενίσχυση που χορηγήθηκε στην SSN από την 1η Μαΐου 2004 έως τις 30 Ιουνίου 2007, στοιχεία που κοινοποίησαν οι πολωνικές αρχές

Αριθ.

Χορηγούσα αρχή

Μέσο της ενίσχυσης

Νομική βάση

Αριθμός απόφασης ή συμφωνίας

Ημερομηνία χορήγησης

Ημερομηνία εφαρμογής

Επιτόκιο

Διάρκεια της ενίσχυσης

Ονομαστική αξία της ενίσχυσης

(σε PLN)

1

2

3

4

5

6

7

8

9

10

1.

ARP

Εισφορά κεφαλαίου

Πράξη της 15/9/2000 Εμπορικές εταιρείες Κωδικός (Dz.U. αριθ 94, 1037 όπως τροποποιήθηκε)

Rep. A No 4528/2004

21.12.2004

20.6.2005

Ανεφάρ-μοστο

Εφάπαξ ενίσχυση

61 752 652,83

2.

KPS

Δάνειο

Πράξη της 23.4.1964 Αστικός κώδικας (Dz.U. αριθ. 16, 93 όπως τροποποιήθηκε)

Συμφωνία αριθ. 1/10/2005

13.10.2005

14.10.2005

1M WIBOR + 2 %

13.4.2006

20 000 000,00

3.

KPS

Δάνειο

Πράξη της 23.4.1964 Αστικός κώδικας (Dz.U. αριθ. 16, 93 όπως τροποποιήθηκε)

Συμφωνία αριθ. 01/2/2006

15.2.2006 (παραρτήματα: 27.4.2006, 24.8.2006, 26.9.2006, 27.11.2006, 21.12.2006, 31.1.2007)

21.2.2006

27.4.2006

27.9.2006

16.2.2007

21.2.2007

30.3.2007

1.5.2007

31.5.2007

Μη διαθέσιμο

31.8.2009

68 405 400,00

(USD 18 000 000,00)

4.

KPS

Δάνειο

Πράξη της 23.4.1964 Αστικός κώδικας (Dz.U. αριθ. 16, 93 όπως τροποποιήθηκε)

Συμφωνία της 12.1.2007

12.1.2007

3.4.2007

5.4.2007

16.4.2007

26.4.2007

30.4.2007

16.5.2007

31.5.2007

Μη διαθέσιμο

31.1.2009

82 902 937,50 (USD 21 375 000,00)

5.

KPS

Δάνειο

Πράξη της 23.4.1964 Αστικός κώδικας (Dz.U. αριθ. 16, 93 όπως τροποποιήθηκε)

Συμφωνία αριθ. 1/2/2007

9.2.2007 (παραρτήματα: 29.3.2007, 4.4.2007)

9.2.2007

WIBOR 1M + 2,25 %

27.4.2007

12 200 000,00

6.

KPS

Δάνειο

Πράξη της 23.4.1964 Αστικός κώδικας (Dz.U. αριθ. 16, 93 όπως τροποποιήθηκε)

Συμφωνία αριθ. 2/2/2007

12.2.2007

12.2.2007

WIBOR 1M + 2,25 %

12.8.2007

14 300 000,00

Σύνολο

259 560 990,33

Πίνακας 4

Συμπληρωματική κρατική ενίσχυση που χορηγήθηκε στην SSN από τις 30 Ιουνίου 2007 έως τις 12 Σεπτεμβρίου 2008, στοιχεία που δόθηκαν από τις πολωνικές αρχές

Αριθ.

Χορηγούσα αρχή

Μέσο της ενίσχυσης

Νομική βάση

Ημερομηνία χορήγησης

Ονομαστική αξία της ενίσχυσης

(σε PLN)

1

2

3

4

5

6

7.

KPS

Εισφορά κεφαλαίου

Συμφωνία

7.8.2007

9 999 954,69

8.

KPS

Εισφορά κεφαλαίου

 

7.8.2007

33 999 919,80

9.

ARP

Εισφορά κεφαλαίου

Συμφωνία μεταξύ της SSN και της ARP για τη χορήγηση της κρατικής ενίσχυσης υπό μορφή εισφοράς κεφαλαίου

19.9.2008

86 000 151,93

10.

ARP

Δάνειο

Πράξη της 30/8/1996 για εμπορική αξιοποίηση και ιδιωτικοποίηση (Dz. U. 02.171.1397 όπως τροποποιήθηκε)

5.12.2007

49 000 000,00

11.

ARP

Δάνειο

Συμφωνία OPP/3/08

6.2.2008

41 000 000,00

12.

KPS

Δάνειο

Συμφωνία 1/11/2007

23.11.2007

9 000 000,00

13.

KPS

Δάνειο

Συμφωνία 1/3/2008

5.3.2008

20 000 000,00

14.

ARP

Δάνειο

Συμφωνία OPP/5/08

30.9.2009

32 250 000,00

15.

KPS

Δάνειο

 

12.8.2007

4 709 380,37

16.

ARP

Μετατροπή χρεών σε ίδια κεφάλαια

Rep. A. No 6603/2008, 8014/2008

20.6.2008

110 999 077,11

17.

KPS

Μετατροπή χρεών σε ίδια κεφάλαια

Rep. A. No 6603/2008, 8014/2008

20.6.2008

20 572 770,24

Σύνολο

417 531 254,1

Πίνακας

Μη εισπραχθείσες μετά την 1η Μαΐου 2004 οφειλές προς το δημόσιο

Αριθ.

Χορηγούσα αρχή

Μέσο της ενίσχυσης

Οφειλή

Ανεξόφλητο ποσό

(σε PLN)

12.

Πόλη του Στετίνου

Αναβολή

Οφειλή φόρου ακίνητης περιουσίας για το διάστημα από τον Ιούλιο του 2003 έως το Δεκέμβριο του 2004

12 402 000,00

3.   ΕΚΤΙΜΗΣΗ

3.1.   ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

(202)

Το σημείο 3 του παραρτήματος IV της συνθήκης προσχώρησης καθορίζει την αποκαλούμενη διαδικασία μεταβατικών μέτρων. Συνιστά νομικό πλαίσιο για την εκτίμηση των συστημάτων ενίσχυσης και των μεμονωμένων μέτρων ενίσχυσης που έθεσε σε εφαρμογή ένα νέο κράτος μέλος πριν την ημερομηνία προσχώρησής του στην ΕΕ και εφαρμοζόταν και μετά την προσχώρηση.

(203)

Η Επιτροπή δεν μπορεί να εξετάσει μέτρα ενίσχυσης που τέθηκαν σε εφαρμογή πριν την προσχώρηση και δεν εφαρμόζονται μετά την προσχώρηση, ούτε βάσει της διαδικασίας μεταβατικών μέτρων ούτε βάσει της διαδικασίας του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ.

(204)

Η Επιτροπή, ωστόσο, θα εκτιμήσει τα μέτρα που τέθηκαν σε εφαρμογή μετά την προσχώρηση ως κοινοποιηθείσα ενίσχυση ή ως παράνομη ενίσχυση, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ.

(205)

Το βασικό κριτήριο του προσδιορισμού της ημερομηνίας που τέθηκε σε εφαρμογή ένα συγκεκριμένο μέτρο είναι η νομικά δεσμευτική πράξη με την οποία η αρμόδια εθνική αρχή ανέλαβε να χορηγήσει την ενίσχυση (20). Το αν μια διοικητική πράξη είναι νομικά δεσμευτική είναι ζήτημα της εθνικής νομοθεσίας. Η Επιτροπή πρέπει, ωστόσο, ιδίως σε οριακές περιπτώσεις, να είναι σε θέση να εξετάσει αυτές τις διοικητικές πράξεις και να εκτιμήσει βάσει του τύπου και του περιεχομένου τους κατά πόσο θα μπορούσαν να εγείρουν εκτελεστές ενώπιον των πολωνικών δικαστηρίων νόμιμες προσδοκίες των δικαιούχων. Αυτή η δυνατότητα εξέτασης εθνικών διοικητικών πράξεων είναι απολύτως απαραίτητη για την άσκηση της αποκλειστικής αρμοδιότητας της Επιτροπής να εγκρίνει εξαιρέσεις από τη γενική απαγόρευση των κρατικών ενισχύσεων όσον αφορά μέτρα που τέθηκαν σε εφαρμογή στην Πολωνία μετά την 1η Μαΐου 2004.

(206)

Ένα μέτρο εφαρμόζεται μετά την προσχώρηση, εάν τέθηκε σε ισχύ πριν την προσχώρηση αλλά εξακολουθεί και μετά από αυτήν να συνιστά αιτία χορήγησης πρόσθετης ενίσχυσης ή αύξησης του ποσού της ήδη χορηγούμενης ενίσχυσης, δηλαδή εάν η πραγματική οικονομική έκθεση του κράτους δεν είναι γνωστή την ημερομηνία κατά την οποία το μέτρο τέθηκε σε εφαρμογή και εξακολουθούσε να μην είναι γνωστή κατά την ημερομηνία προσχώρησης.

(207)

Στην απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία επίσης έρευνας, η Επιτροπή συμπέρανε βάσει των στοιχείων που κοινοποίησε η Πολωνία ότι ένα σύνολο μέτρων τα οποία κοινοποιήθηκαν στην Επιτροπή συνιστούσαν εκ των πραγμάτων νέα ενίσχυση που επρόκειτο να χορηγηθεί μετά την 1η Μαΐου 2004, ημερομηνία προσχώρησης της Πολωνίας στην ΕΕ. Συγκεκριμένα, η Επιτροπή έκρινε ότι μία εισφορά κεφαλαίου, δύο εγγυήσεις παραγωγής και μία διαγραφή και αναβολή της είσπραξης οφειλής φόρου ακίνητης περιουσίας συνιστούσαν νέα ενίσχυση.

(208)

Πρώτον, η Πολωνία ενημέρωσε την Επιτροπή ότι οι δύο αμφισβητούμενες εγγυήσεις παραγωγής (μέτρα 62 και 62 του μέρους Β του παραρτήματος της απόφασης για την κίνηση της επίσημης διαδικασίας έρευνας) τελικά δεν χορηγήθηκαν καθόλου. Ως εκ τούτου δεν καλύπτονται από την παρούσα απόφαση.

(209)

Δεύτερον, η Πολωνία επιβεβαίωσε ότι η οφειλή φόρου ακίνητης περιουσίας στην πόλη του Στετίνου για την περίοδο από τον Ιούλιο 2003 έως τον Δεκέμβριο του 2004 (μέτρα 64–68 του μέρους Β του παραρτήματος της απόφασης για την κίνηση επίσημης διαδικασίας έρευνας) δεν είχε εισπραχθεί ούτε διαγραφεί. Αυτό σημαίνει ότι η οφειλή αναβλήθηκε και δεν εισπράχθηκε μετά την ημερομηνία προσχώρησης. Κατά πάγια νομολογία (21), η συνεχής μη είσπραξη οφειλών δημοσίου δικαίου μπορεί να συνιστά ενίσχυση, όπως θα εξεταστεί διεξοδικότερα στη συνέχεια. Αυτή η μη είσπραξη εμπίπτει σαφώς στην αρμοδιότητα της Επιτροπής βάσει του άρθρου 88 της συνθήκης ΕΚ σε ότι αφορά την περίοδο μετά την προσχώρηση. Τα μέτρα αυτά καλύπτονται συνεπώς από την παρούσα απόφαση.

(210)

Τρίτον, όσον αφορά την εισφορά κεφαλαίου από την ARP (μέτρο 61 του μέρους Β του παραρτήματος της απόφασης για την κίνηση της επίσημης διαδικασίας έρευνας), οι παρατηρήσεις που υπέβαλαν η Πολωνία και τα τρίτα μέρη για την εν λόγω απόφαση δεν έπεισαν την Επιτροπή ότι το μέτρο αυτό δεν συνιστά νέα ενίσχυση. Το μέτρο αυτό καλύπτεται, συνεπώς, από την παρούσα απόφαση.

(211)

Στη συνέχεια, η Επιτροπή εξηγεί τους λόγους για τους οποίους δεν μπορεί να αποδεχθεί τα επιχειρήματα της Πολωνίας και των ενδιαφερομένων μερών.

(212)

Αναφορικά με το επιχείρημα της Πολωνίας ότι η εισφορά κεφαλαίου έπρεπε να εξεταστεί στο πλαίσιο του φιλόδοξου προγράμματος της πολωνικής κυβέρνησης για τη διάσωση της ναυπηγικής βιομηχανίας στην Πολωνία, η Επιτροπή θεωρεί ότι ένα τόσο γενικό κυβερνητικό πρόγραμμα δεν μπορεί να εγείρει νόμιμη απαίτηση εκ μέρους της SSN να εφαρμόσει πλήρως ένας από τους μετόχους της, η ARP, την εισφορά κεφαλαίου. Πράγματι, για δημοσιονομικούς λόγους, η ARP αδυνατούσε στην αρχή να διαθέσει όλο το κεφάλαιο που δηλώθηκε στο σχέδιο αναδιάρθρωσης του 2003.

(213)

Σχετικά με το επιχείρημα της Πολωνίας ότι η Επιτροπή εφαρμόζει τα κριτήρια του κοινοτικού δικαίου για γεγονότα και εθνικές διατάξεις της περιόδου πριν την προσχώρηση, η αρμοδιότητα της Επιτροπής για μέτρα που ελήφθησαν πριν την προσχώρηση ορίζεται από τη συνθήκη προσχώρησης η οποία είναι δεσμευτική για τις Κοινότητες και την Πολωνία. Η Επιτροπή ερμηνεύει την έννοια «τέθηκε σε εφαρμογή πριν την προσχώρηση» κατ’ αναλογία με την έννοια «της χορήγησης ενίσχυσης» (22).

(214)

Η Πολωνία ισχυρίζεται ότι, βάσει της εθνικής νομοθεσίας, απαιτούνταν μόνο η έγκριση του σχεδίου αναδιάρθρωσης και των μέτρων που αυτό περιείχε από τον πρόεδρο της Υπηρεσίας Ανταγωνισμού και Προστασίας του Καταναλωτή. Η Επιτροπή πιστεύει ότι η έγκριση αυτή δεν μπορεί από μόνη της να θεωρηθεί «έναρξη της εφαρμογής του μέτρου πριν την προσχώρηση». Η εθνική υπηρεσία ανταγωνισμού έλεγξε το συμβιβάσιμο της ενίσχυσης με την εθνική νομοθεσία για τις κρατικές ενισχύσεις αλλά, όπως συμβαίνει και όταν η Επιτροπή εξετάζει κρατικές ενισχύσεις βάσει του άρθρου 88 της συνθήκης ΕΚ, η έγκρισή της δεν εγείρει νόμιμες προσδοκίες βάσει της εθνικής νομοθεσίας ότι η ενίσχυση όντως θα χορηγηθεί.

(215)

Η Επιτροπή θεωρεί επίσης αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι η εισφορά κεφαλαίου που προέβλεπε το σχέδιο αναδιάρθρωσης του 2003 συμφωνήθηκε μεταξύ της SSN και της ARP. Όπως ανέφερε η Επιτροπή στην απόφασή της για την κίνηση της επίσημης διαδικασίας έρευνας, η ενίσχυση θεωρείται ότι τίθεται σε εφαρμογή, εάν η αρμόδια αρχή εκδώσει τη σχετική πράξη η οποία, βάσει της εθνικής νομοθεσίας μπορεί να εγείρει νόμιμες προσδοκίες, εκτελεστέες ενώπιον εθνικού δικαστηρίου, ότι η ενίσχυση θα χορηγηθεί. Ασφαλώς, για να ασκήσει αυτή την αρμοδιότητα βάσει της συνθήκης προσχώρησης και της συνθήκης ΕΚ, η Επιτροπή πρέπει να είναι σε θέση να επαληθεύσει εάν αυτό ισχύει στην προκειμένη περίπτωση. Ούτε η Πολωνία ούτε τα ενδιαφερόμενα τρίτα μέρη προσκόμισαν αποδεικτικά στοιχεία ότι η SSN θα ήταν σε θέση να προβάλει νόμιμες προσδοκίες ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου με το επιχείρημα ότι το σχέδιο αναδιάρθρωσης του 2003 που συμφωνήθηκε με την ARP προέβλεπε συνολική εισφορά κεφαλαίου ύψους 241 εκατ. PLN. Πράγματι, για να πραγματοποιηθεί αυτή η εισφορά κεφαλαίου έπρεπε να εκδοθούν δύο ψηφίσματα της έκτακτης γενικής συνέλευσης των μετόχων: τα ψηφίσματα της 29ης Απριλίου 2004 (για ποσό 180 εκατ. PLN) (23) και της 24ης Δεκεμβρίου 2004 (για ποσό 61 εκατ. PLN).

3.2.   ΚΡΑΤΙΚΗ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 87 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1 ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΕΚ

3.2.1.   ΥΠΑΡΞΗ ΚΡΑΤΙΚΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

(216)

Το άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ προβλέπει ότι ενισχύσεις που χορηγούνται με οποιαδήποτε μορφή από τα κράτη μέλη ή με κρατικούς πόρους και νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό, μέσω της ευνοϊκής μεταχείρισης ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής, και επηρεάζουν τις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών είναι ασυμβίβαστες με την κοινή αγορά.

(217)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι όλα τα μέτρα που περιγράφονται στο μέρος 2.7 ανωτέρω ελήφθησαν από το κράτος ή με κρατικούς πόρους και, εφόσον αφορούσαν μία συγκεκριμένη επιχείρηση, ήταν επιλεκτικά.

(218)

Η SSN είναι ένα από τα μεγαλύτερα ναυπηγεία στην Ευρώπη. Τα τελευταία έτη, τα πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων αντιπροσωπεύουν ποσοστό άνω του 60 % των παραγγελιών του ναυπηγείου. Συνεπώς, η SSN, ανταγωνίζεται ενεργά με ναυπηγεία της Γερμανίας και της Δανίας. Η συνεχής επιδότηση της SSN, η οποία της επέτρεψε να συνάπτει συμβάσεις χωρίς πλήρη αξιολόγηση ή αντιστάθμιση των εγγενών κινδύνων είχε αρνητική επίπτωση σε άλλα ευρωπαϊκά ναυπηγεία τα οποία διέθεταν την ικανότητα ναυπήγησης πλοίων μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων.

(219)

Η Επιτροπή επισημαίνει ότι η SSN δραστηριοποιείται επίσης και σε άλλα τμήματα της αγοράς πλοίων μεταφοράς εμπορευμάτων, προσφέροντας προϊόντα όπως τα πλοία πολλαπλών χρήσεων, τα πλοία μεταφοράς χημικών και τα οχηματαγωγά ro-ro (συμπεριλαμβανομένων των τύπων ro-pax και con-ro), και ανταγωνίζεται σε αυτά τα τμήματα της αγοράς με άλλα ευρωπαϊκά ναυπηγεία. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι τα πλοία μεταφοράς προϊόντων και χημικών αντιπροσώπευαν περίπου το 8 % των παραγγελιών των ευρωπαϊκών ναυπηγείων στα τέλη του 2006. Ειδικά, τα γερμανικά και τα ρουμανικά ναυπηγεία δραστηριοποιούνται σε αυτά τα τμήματα της αγοράς.

(220)

Βάσει των ανωτέρω, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι η χορηγηθείσα στην SSN κρατική ενίσχυση επηρέασε το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών.

(221)

Τέλος, η Επιτροπή πρέπει να διευκρινίσει αν τα μέτρα υπέρ της SSN της προσέφεραν αθέμιτο πλεονέκτημα και, συνεπώς, στρέβλωναν ή υπήρχε κίνδυνος να στρεβλώσουν τον ανταγωνισμό. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι οι πολωνικές αρχές αμφισβήτησαν τον χαρακτηρισμό των δανείων της KPS και των εγγυήσεων του KUKE ως κρατική ενίσχυση, ισχυριζόμενες ότι τα μέτρα αυτά πληρούσαν το κριτήριο του ιδιώτη επενδυτή στην ελεύθερη αγορά. Η Πολωνία δεν αμφισβήτησε τον χαρακτηρισμό ως κρατική ενίσχυση των άλλων μέτρων που καλύπτει η παρούσα απόφαση.

(222)

Η Επιτροπή θα εξηγήσει στη συνέχεια γιατί η συνεχής μη είσπραξη οφειλών προς το δημόσιο δε συνάδει με την αρχή του ιδιώτη επενδυτή στην οικονομία της αγοράς. Στη συνέχεια, η Επιτροπή θα εκτιμήσει λεπτομερώς τα μέτρα που αμφισβητεί η Πολωνία. Τέλος, η Επιτροπή θα εξετάσει τις περιστάσεις υπό τις οποίες ελήφθησαν τα μέτρα που καλύπτει η παρούσα απόφαση και την επίπτωσή τους στον ανταγωνισμό.

α)    Μη είσπραξη οφειλών προς το δημόσιο

(223)

Κατά πάγια νομολογία (24), η συστηματική μη είσπραξη οφειλών προς το δημόσιο μπορεί να συνιστά κρατική ενίσχυση, όπως θα αναλυθεί διεξοδικότερα στη συνέχεια. Η εν λόγω μη είσπραξη εμπίπτει σαφώς στην αρμοδιότητα της Επιτροπής βάσει του άρθρου 88 της συνθήκης ΕΚ, εφόσον αφορά την περίοδο μετά την προσχώρηση. Η Επιτροπή θεωρεί ότι κανένας πιστωτής σε οικονομία της αγοράς δεν θα αποδεχόταν μια τόσο παρατεταμένη αναβολή της πληρωμής των απαιτήσεών του. Επιπλέον, η Πολωνία δε προσκόμισε κανένα αποδεικτικό στοιχείο ότι η αρμόδια φορολογική αρχή έλαβε μέτρα για την είσπραξη των οφειλών της SSN προς το δημόσιο, ιδίως μέσω διαδικασιών αναγκαστικής είσπραξης ή της πτωχευτικής νομοθεσίας. Τέλος, αυτή η μη είσπραξη αντικρούει τον ισχυρισμό των πολωνικών αρχών ότι η SSN κατέβαλε τακτικά τις οφειλές της προς το δημόσιο από την 1η Μαΐου 2004 και δεν ωφελήθηκε από αναβολές και αναδιάταξη της καταβολής αυτών των υποχρεώσεων.

β)    Μέτρα τα οποία η Πολωνία θεωρεί ότι πληρούν το κριτήριο του επενδυτή στην οικονομία της αγοράς

(224)

Όσον αφορά την ενίσχυση της KPS υπό μορφή δανείων για κεφάλαια κίνησης, η Επιτροπή δεν μπορεί να αποδεχθεί το επιχείρημα της Πολωνίας ότι τα δάνεια αυτά δεν περιείχαν στοιχείο κρατικής ενίσχυσης. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι το επιτόκιο που εφάρμοζε η KPS ήταν παραπλήσιο με το επιτόκιο αναφοράς. Επισημαίνει επίσης ότι η SSN ήταν σε εξαιρετικά δυσχερή οικονομική κατάσταση επί αρκετά έτη. Η SSN αδυνατούσε να αποκτήσει άλλη εξωτερική χρηματοδότηση της παραγωγής της με κρατική στήριξη, με μορφή είτε συμμετοχής είτε εγγυήσεων της KPS. Το κεφάλαιο κίνησής της χρηματοδοτούνταν από προκαταβολές εξ ολοκλήρου καλυπτόμενες από εγγυήσεις του KUKE, ή από δάνεια της KPS. Δεν μπορεί, λοιπόν, να θεωρηθεί ότι το επιτόκιο που εφάρμοζε η KPS αντανακλούσε πλήρως τον κίνδυνο που αναλάμβανε η KPS. Είναι αλήθεια ότι η KPS ζητούσε εξασφαλίσεις, αλλά η αξία αυτών των εξασφαλίσεων είναι αμφισβητούμενη· πρέπει να επισημανθεί ότι ο KUKE απαιτούσε παρόμοιες εξασφαλίσεις και, δεδομένης της αναλογίας παθητικού/ενεργητικού της SSN, θα ήταν απίθανο να λάβει η KPS ως εξασφαλίσεις πρώτης τάξεως απαιτήσεις επί των στοιχείων ενεργητικού του ναυπηγείου. Σε κάθε περίπτωση, η Πολωνία δεν κοινοποίησε λεπτομερή στοιχεία που θα επέτρεπαν στην Επιτροπή να εκτιμήσει την πραγματική αξία των ζητούμενων εξασφαλίσεων.

(225)

Επιπλέον, η Επιτροπή θεωρεί ότι δεν υπάρχει καμία διαφορά ανάμεσα στα δάνεια που χορηγούσε η KPS και τα δάνεια που χορηγούσε η ARP, ιδιοκτήτης της KPS. Είναι δύσκολο να δεχτεί το επιχείρημα των πολωνικών αρχών ότι τα δάνεια που χορηγούσε η ARP συνιστούν κρατική ενίσχυση, ενώ τα δάνεια που χορηγούσε η θυγατρική της, η KPS, είναι συμβατά με την αρχή του επενδυτή στην οικονομία της αγοράς.

(226)

Η Επιτροπή δεν μπορεί να αποδεχθεί το επιχείρημα της Πολωνίας ότι τα δάνεια που χορηγούσε η KPS σε κοινοπραξία με την Bank Handlowy S.A. και την Bank Pekao S.A. (μέτρα 3 και 4 του πίνακα 3, παράγραφος 201) χορηγήθηκαν με τους όρους της αγοράς και ότι, εφόσον η KPS και οι τράπεζες συμμετείχαν στην κοινοπραξία και χορηγούσαν χρηματοδοτήσεις «με ανάλογους όρους», η συνεισφορά της KPS δεν περιείχε στοιχείο κρατικής ενίσχυσης.

(227)

Η Επιτροπή επισημαίνει ότι όταν χορηγήθηκαν τα δάνεια από την κοινοπραξία, η SSN ήταν προβληματική επιχείρηση. Χωρίς την κρατική στήριξη το ναυπηγείο δεν θα λάμβανε καμία χρηματοδότηση στην αγορά ούτε με μορφή εγγυήσεων ούτε με συμμετοχή στη χρηματοδότηση, όπως είναι τα εξεταζόμενα μέτρα. Εφόσον δεν υπήρχε καμία άλλη εξωτερική χρηματοδότηση εκτός από τη χρηματοδότηση της κοινοπραξίας με την KPS, συνάγεται ότι οι τράπεζες ήταν πρόθυμες να χορηγήσουν χρηματοδότηση στο ναυπηγείο μόνο επειδή στη συναλλαγή αυτή συμμετείχε η KPS.

(228)

Ακόμη, η Επιτροπή επισημαίνει ότι το επιτόκιο που εφάρμοζε η KPS στα δάνεια στην SSN ήταν παρόμοιο με το επιτόκιο αναφοράς που ίσχυε στην Πολωνία την περίοδο της χορήγησης των δανείων. Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής για τη μέθοδο καθορισμού των επιτοκίων αναφοράς και προεξόφλησης (25), το επιτόκιο αναφοράς που ανακοίνωσε η Επιτροπή είναι ένα κατ’ αποκοπή ποσοστό το οποίο μπορεί να αυξάνεται σε περιπτώσεις εξαιρετικά υψηλού κινδύνου (παραδείγματος χάρη σε περίπτωση μιας προβληματικής επιχείρησης, ή όταν δεν παρέχονται οι εγγυήσεις που συνήθως απαιτούν οι τράπεζες). Στην προκειμένη περίπτωση, το επιτόκιο δεν προσαυξανόταν ώστε να αντανακλά τη δυσχερή κατάσταση της SSN.

(229)

Τέλος, η Επιτροπή επισημαίνει ότι η KPS συστάθηκε ως ελεγχόμενο από το κράτος ταμείο για την εξυπηρέτηση στόχων δημόσιας πολιτικής και η χρηματοδότησή του χορηγούνταν ή ήταν εξ ολοκλήρου εγγυημένη από το κράτος μέσω της ARP. Σύμφωνα με το έγγραφο «Μια στρατηγική για το ναυπηγικό κλάδο (ναυπηγεία κατασκευής πλοίων) στην Πολωνία 2006–2010», η KPS «ιδρύθηκε για να οργανώσει τη χρηματοδότηση της παραγωγής των ναυπηγείων μέχρι να τα εξαγοράσουν ιδιώτες επενδυτές». Η στρατηγική και οι στόχοι, οι οποίοι δεν είναι μόνο οικονομικοί αλλά και κοινωνικοί και μακροοικονομικοί (26), παρέχουν στην KPS, καθώς και στην ARP, το Δημόσιο Ταμείο και άλλους αρμόδιους δημόσιους οργανισμούς, ένα φάσμα εξουσιών. Οι χρηματοοικονομικοί δεσμοί ανάμεσα στην KPS, ARP και το Δημόσιο Ταμείο είναι σαφείς και η KPS λειτουργεί μάλλον ως μέσο για τη μεταβίβαση στοιχείων ενεργητικού από τον κρατικό προϋπολογισμό στα ναυπηγεία της Πολωνίας, περιλαμβανομένης της SSN.

(230)

Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι η KPS δεν ενεργούσε ως επενδυτής στην οικονομία της αγοράς όταν χορηγούσε δάνεια για κεφάλαια κίνησης στην SSN.

(231)

Στις παρατηρήσεις της στην απόφαση για την κίνηση επίσημης διαδικασίας έρευνας, η Πολωνία ισχυρίστηκε ότι οι εγγυήσεις που χορηγούσε ο KUKE στην SSN δεν συνιστούσαν κρατική ενίσχυση. Η Επιτροπή δεν μπορεί να αποδεχθεί αυτόν τον ισχυρισμό.

(232)

Πρώτον, η Επιτροπή επισημαίνει ότι το δημόσιο εγγυάται τις εγγυήσεις που παρέχει ο KUKE για τις προκαταβολές και ότι οι συναφείς πράξεις εγγράφονται σε χωριστό τραπεζικό λογαριασμό της «Interes Narodowy». Εάν το υπόλοιπο αυτού του λογαριασμού είναι ανεπαρκές, o KUKE μπορεί είτε να λάβει δάνεια από το Δημόσιο Ταμείο ή εγγυήσεις δανείων από το Δημόσιο Ταμείο.

(233)

Δεύτερον, η Επιτροπή υπενθυμίζει την απόφασή της 18ης Ιουλίου 2000 στην υπόθεση N 105/2007 (27), με την οποία ενέκρινε ως απαλλαγμένο από κρατική ενίσχυση το σύστημα με το οποίο o KUKE εφάρμοζε το πρόγραμμα ασφάλισης των εξαγωγών με την εγγύηση του δημοσίου. Το σύστημα αυτό καλύπτει σήμερα τον τύπο των εγγυήσεων παραγωγής που λαμβάνει η SSN τα τελευταία έτη. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι από αυτό το σύστημα εξαιρούνται ρητά (28) οι προβληματικές εταιρείες κατά την έννοια των κατευθυντήριων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις διάσωσης και αναδιάρθρωσης προβληματικών επιχειρήσεων. Το βασικό χαρακτηριστικό του συστήματος είναι ότι το ύψος των προμηθειών εγγυήσεων καθορίζεται βάσει εκτίμησης κινδύνου. Παραδείγματος χάρη, η προμήθεια εγγύησης για μια εταιρεία που κατατάσσεται στην κατηγορία υψηλότατου κινδύνου αντιστοιχεί στο […] % ετησίως για εγγυήσεις διάρκειας μικρότερης των δύο ετών και σε […] % ετησίως για εγγυήσεις διάρκειας μεγαλύτερης των δύο ετών. Η βασική προμήθεια είναι ίση με […] % ετησίως. Συγκριτικά αναφέρουμε ότι η προμήθεια του KUKE για την παροχή εγγυήσεων στην SSN ήταν 2 % ετησίως, εάν η εγγύηση δεν υπερέβαινε τα 35 εκατ. PLN και 1 % ετησίως εάν η εγγύηση υπερέβαινε αυτό το ποσό.

(234)

Είναι, συνεπώς, σαφές ότι η SSN δεν είναι επιλέξιμη για εγγυήσεις που καλύπτονται από το προαναφερόμενο σύστημα, το οποίο έχει εγκριθεί από την Επιτροπή ως απαλλαγμένο από στοιχεία ενίσχυσης. Κατά συνέπεια, οι εγγυήσεις που παρέχονται στην SSN δεν είναι απαλλαγμένες από ενίσχυση.

(235)

Επιπλέον, είναι προφανές ότι η προμήθεια εγγύησης με την οποία επιβαρυνόταν η SSN είναι σαφώς χαμηλότερη από τη βασική προμήθεια που λαμβάνεται για εγγυήσεις σε υγιείς εταιρείες και πολλαπλάσια χαμηλότερη από την προμήθεια που χρεώνεται σε εταιρείες υψηλού κινδύνου οι οποίες εξακολουθούν, εντούτοις, να είναι επιλέξιμες βάσει του προαναφερθέντος συστήματος. Η Επιτροπή συμπεραίνει ότι η προμήθεια εγγύησης που κατάβαλλε η SSN δεν αντιστοιχεί σε προμήθεια της αγοράς και, κατά συνέπεια, αυτές οι εγγυήσεις συνιστούν κρατική ενίσχυση.

(236)

Τρίτον, σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ για τις κρατικές ενισχύσεις υπό μορφή εγγυήσεων (29), για να θεωρηθεί ότι μια ατομική κρατική εγγύηση δεν συνιστά κρατική ενίσχυση, ο δανειολήπτης πρέπει να μην είναι σε δυσχερή οικονομική θέση. Αυτό σαφώς δεν συμβαίνει στην παρούσα περίπτωση. Σύμφωνα με την ίδια ανακοίνωση, όταν ο δανειολήπτης είναι προβληματική επιχείρηση, το στοιχείο ενίσχυσης της εγγύησης μπορεί να είναι ίσο με το ποσό που καλύπτει αυτή η εγγύηση.

(237)

Τέλος, η Επιτροπή επισημαίνει ότι η SSN βασιζόταν αποκλειστικά σε εγγυήσεις του KUKE και του Δημόσιου Ταμείου και δεν κατόρθωσε να λάβει καμία εγγύηση στην αγορά. Αυτό ενισχύει το συμπέρασμα της Επιτροπής ότι οι εγγυήσεις προκαταβολών από τον KUKE συνιστούν κρατική ενίσχυση.

(238)

Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι ο KUKE δεν ενεργούσε ως φορέας της οικονομίας της αγοράς όταν παρείχε εγγυήσεις στην SSN.

γ)    Η κρατική ενίσχυση στην SSN προκαλούσε στρέβλωση του ανταγωνισμού

(239)

Η Επιτροπή πιστεύει ότι η απόλυτη εξάρτηση από την κρατική στήριξη επέτρεψε στην SSN να εφαρμόζει πρακτική σε βάρος του ανταγωνισμού, όπως η τιμολόγηση σε επίπεδο χαμηλότερο από το κόστος παραγωγής, χωρίς να υποστεί τις συνέπειες που έχουν συνήθως αυτές οι πρακτικές, συγκεκριμένα τον αποκλεισμό από την αγορά.

(240)

Επιπλέον, η Επιτροπή επισημαίνει ότι ένα από τα κυριότερα μακροχρόνια προβλήματα της SSN ήταν η σύναψη ζημιογόνων συμβάσεων, λόγω της ανατίμησης του ζλότι έναντι του δολαρίου που είναι το κυρίαρχο νόμισμα στον ναυπηγικό κλάδο και της αύξησης των τιμών του χάλυβα παγκοσμίως. Αυτοί οι εξωτερικοί παράγοντες είχαν ήδη εντοπιστεί ως οι σημαντικότερες απειλές για τη συνέχιση της λειτουργίας του ναυπηγείου στο σχέδιο αναδιάρθρωσης του 2002 και στη συνέχεια στο νέο σχέδιο αναδιάρθρωσης του 2006 και, τέλος, κατά τη διαδικασία ιδιωτικοποίησης το 2008.

(241)

Παρά το γεγονός ότι η διοίκηση της εταιρείας γνώριζε την ύπαρξη αυτών των κινδύνων, το ναυπηγείο συνέχισε να συνάπτει συμβάσεις χωρίς να λαμβάνει κανένα μέτρο για τον περιορισμό του κινδύνου. Αυτή η επιχειρηματική πρακτική συνεχίστηκε και κατά την άνευ προηγουμένου ανάπτυξη του ναυπηγικού κλάδου από το 2004 έως το 2008, όταν οι τιμές ναυπήγησης αυξήθηκαν σε πρωτοφανή επίπεδα. Η πρακτική αυτή επέτρεψε στην εταιρεία να συνεχίσει τη λειτουργία της και να διατηρήσει την απασχόληση, αλλά με αντίτιμο τις τεράστιες ζημίες από τη βασική παραγωγή της, τη ναυπήγηση πλοίων. Σύμφωνα με την έκθεση «Due diligence» που συνέταξε η Amber το πρώτο εξάμηνο του 2008 και έχει επιβεβαιωθεί από την Πολωνία, οι τρέχουσες παραγγελίες για προγραμματισμένες παραδόσεις πλοίων για το 2008 και το 2009 επιβαρύνονται με σημαντικής ζημίες, εξαιτίας της σύναψης ζημιογόνων συμβάσεων χωρίς να ληφθεί κανένα μέτρο για τον περιορισμό του κινδύνου.

(242)

Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι όλα τα μέτρα που ελήφθησαν προς όφελος της SSN νόθευσαν ή υπήρχε κίνδυνος να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό στον ναυπηγικό κλάδο.

(243)

Εν κατακλείδι, η Επιτροπή θεωρεί ότι όλα τα μέτρα υπέρ της SSN συνιστούν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ.

3.2.2.   ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΠΟΛΩΝΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ ΝΑ ΥΠΟΒΑΛΟΥΝ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

(244)

Με την απόφαση της 1ης Ιουνίου 2005, η Επιτροπή κίνησε επίσημη διαδικασία έρευνας για ένα σύνολο μέτρων που ελήφθησαν με διάφορες νομικές βάσεις τόσο από την τοπική αρχή όσο και από την κρατική επιχείρηση ARP, τα οποία περιλαμβάνουν αναδιάρθρωση χρέους, εισφορά κεφαλαίου και την παροχή εγγυήσεων παραγωγής.

(245)

Η Επιτροπή ανέφερε επίσης ότι δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτό το επιχείρημα της Πολωνίας ότι οι προκαταβολές των πλοιοκτητών έπρεπε να θεωρηθούν ίδια συνεισφορά. Ως προς αυτό, η Επιτροπή εξέφρασε αμφιβολίες για το αν οι εγγυήσεις των προκαταβολής που παρείχε ο KUKE συνιστούσαν κρατική ενίσχυση και ανακοίνωσε ότι θα διερευνούσε τη φύση αυτών των προκαταβολών.

(246)

Οι πολωνικές αρχές υπέβαλαν παρατηρήσεις και, ενώ αμφισβήτησαν την αρμοδιότητα της Επιτροπής να κρίνει τη συμβατότητα ορισμένων εξεταζόμενων μέτρων, δεν αμφισβήτησαν το συμπέρασμα της Επιτροπής ότι, στον βαθμό που τα μέτρα αυτά είχαν ληφθεί μετά την προσχώρηση της Πολωνίας στην ΕΕ, συνιστούσαν νέα ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ. Η εξαίρεση ήταν ο χαρακτήρας των εγγυήσεων που παρείχε ο KUKE, οι οποίες υποτίθεται ότι δεν περιείχαν στοιχείο κρατικής ενίσχυσης. Στη συνέχεια η Πολωνία ισχυρίστηκε ότι τα δάνεια που χορηγούσε η KPS δεν συνιστούσαν κρατική ενίσχυση. Η Επιτροπή αντίκρουσε τα επιχειρήματα της Πολωνίας προηγουμένως.

(247)

Κατά τη διάρκεια της έρευνας της Επιτροπής, υπήρξαν σημαντικές αλλαγές της στρατηγικής της πολωνικής κυβέρνησης που είναι και ο μέτοχος πλειοψηφίας της SSN, όπως φαίνεται από την ανωτέρω περιγραφή των γεγονότων. Η στρατηγική της ενοποίησης της ναυπηγικής βιομηχανίας αντικαταστάθηκε από στρατηγική μερικής ιδιωτικοποίησης των ναυπηγείων, η οποία στη συνέχεια μετατράπηκε σε στρατηγική πλήρους ιδιωτικοποίησης. Σήμερα είναι μετέωρη και η τελευταία στρατηγική, διότι δεν υπάρχει ενδιαφέρον από φορείς της αγοράς να αγοράσουν το ναυπηγείο.

(248)

Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, η Επιτροπή διατηρούσε τακτικές επαφές με τις πολωνικές αρχές ως ιδιοκτήτες της SSN και με την ίδια την SSN. Η Επιτροπή ανέφερε συχνά τόσο στην Πολωνία όσο και στη διοίκηση της εταιρείας ότι όλα τα μέτρα υπέρ του ναυπηγείου από κρατικούς πόρους κατά πάσα πιθανότητα συνιστούσαν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ, λόγω της δυσχερούς οικονομικής κατάστασης των ναυπηγείων και της έλλειψης κάθε εξωτερικής πηγής χρηματοδότησης χωρίς κρατική ενίσχυση. Η Επιτροπή προειδοποίησε επίσης ότι η χορήγηση της εν λόγω κρατικής ενίσχυσης συνιστούσε παράβαση του άρθρου 88 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ και ήταν από κάθε άποψη ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά. Η Επιτροπή επισήμανε επίσης επανειλημμένα ότι οι εγγυήσεις τις οποίες παρείχε ο KUKE στην SSN συνιστούσαν κρατική ενίσχυση.

(249)

Τέλος, κατά τη διάρκεια της έρευνάς της, η Επιτροπή συγκέντρωσε επίσης στοιχεία για τις πράξεις της KPS και για τη φύση των δανείων για κεφάλαια κίνησης που αυτή χορηγούσε στο ναυπηγείο. Η Επιτροπή ανέφερε στην Πολωνία ότι κατά πάσα πιθανότητα όλα αυτά τα δάνεια συνιστούσαν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ.

3.3.   ΣΥΜΒΑΤΌΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ: ΕΞΑΙΡΕΣΗ ΒΑΣΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 87 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3 ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΕΚ

(250)

Ο βασικός στόχος των μέτρων είναι η ενίσχυση μιας προβληματικής επιχείρησης για να συνεχίσει να λειτουργεί. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η εξαίρεση του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚ που επιτρέπει τη χορήγηση κρατικής ενίσχυσης για την προώθηση της ανάπτυξης ορισμένων οικονομικών δραστηριοτήτων, εφόσον δεν αλλοιώνουν τους όρους των συναλλαγών με αντίθετο προς το κοινό συμφέρον, μπορεί να εφαρμοστεί εφόσον πληρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις.

(251)

Η διάσωση και αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων ρυθμίζεται σήμερα από τις κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις διάσωσης και αναδιάρθρωσης προβληματικών επιχειρήσεων (30) (στο εξής «οι κατευθυντήριες γραμμές»), οι οποίες αντικατέστησαν το προηγούμενο κείμενο που εκδόθηκε το 1999 (31) (στο εξής «οι κατευθυντήριες γραμμές του 1999»).

(252)

Οι μεταβατικές διατάξεις των κατευθυντήριων γραμμών ορίζουν ότι οι κοινοποιήσεις που καταχωρίστηκαν πριν από τις 10 Οκτωβρίου 2004 εξετάζονται με βάση τα κριτήρια που ίσχυαν κατά την κοινοποίηση (παράγραφος 103). Στην παρούσα περίπτωση, ορισμένα από τα μέτρα κοινοποιήθηκαν στην Επιτροπή στις 29 Απριλίου 2004 στο πλαίσιο του μηχανισμού μεταβατικών μέτρων που προβλέπει το σημείο 3, παράρτημα IV της συνθήκης προσχώρησης, όταν ακόμη ίσχυσαν οι κατευθυντήριες γραμμές του 1999. Εντούτοις, οι κατευθυντήριες γραμμές ορίζουν ότι εφαρμόζονται για την εκτίμηση κάθε ενίσχυσης διάσωσης ή αναδιάρθρωσης η οποία χορηγείται χωρίς την έγκριση της Επιτροπής (παράνομη ενίσχυση), εάν μέρος ή ολόκληρη η ενίσχυση χορηγήθηκε μετά την 1η Οκτωβρίου 2004 (παράγραφος 104 πρώτο εδάφιο). Η Επιτροπή συμπεραίνει ότι σχεδόν όλα τα μέτρα που περιγράφονται στους πίνακες 3 και 4 ελήφθησαν παράνομα μετά από αυτή την ημερομηνία και κατά συνέπεια εφαρμόζονται οι κατευθυντήριες γραμμές του 2004.

(253)

Οι κατευθυντήριες γραμμές εφαρμόζονται σε επιχειρήσεις όλων των κλάδων, με τις εξαιρέσεις που απαριθμούνται στην παράγραφο 18 των κατευθυντήριων γραμμών. Το σημείο 12 του πλαισίου κρατικών ενισχύσεων στη ναυπηγική βιομηχανία (32), το οποίο αποτελεί και το νομικό πλαίσιο για την εκτίμηση των κρατικών ενισχύσεων σε αυτόν τον τομέα, αναφέρεται στις κατευθυντήριες γραμμές ως νομική βάση για την εκτίμηση της ενίσχυσης διάσωσης και αναδιάρθρωσης.

(254)

Οι κατευθυντήριες γραμμές προβλέπουν τη δυνατότητα χορήγησης ενίσχυσης διάσωσης ως προσωρινή βοήθεια σε προβληματικές εταιρείες για να τους δοθεί χρόνος να καταρτίσουν σχέδιο αναδιάρθρωσης ή εκκαθάρισης, ή να αντιμετωπίσουν ένα σοβαρό πρόβλημα ρευστότητας που θα μπορούσε να επιλυθεί μέσα στο διάστημα που καλύπτεται από την ενίσχυση διάσωσης.

(255)

Η Επιτροπή επισημαίνει ότι η κρατική ενίσχυση που χορηγήθηκε στην SSN δεν πληροί ούτε τον όρο της προσωρινότητας, εφόσον όλα τα μέτρα ενίσχυσης αφορούσαν διαστήματα μεγαλύτερα του εξαμήνου, ούτε τον όρο της δυνατότητας ανάκλησης, διότι η ενίσχυση περιείχε μη ανακλητά μέτρα, όπως εισφορές κεφαλαίου που ισοδυναμούν με επιχορηγήσεις.

(256)

Κατά συνέπεια, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι τα μέτρα που καλύπτει η παρούσα απόφαση δεν είναι συμβιβάσιμα με την κοινή αγορά ως ενίσχυση διάσωσης.

(257)

Σύμφωνα με τον ορισμό της παραγράφου 17 των κατευθυντήριων γραμμών, η ενίσχυση αναδιάρθρωσης πρέπει να βασίζεται σε ένα εφικτό, συγκροτημένο και τολμηρό σχέδιο για την αποκατάσταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας μιας επιχείρησης σε εύλογο χρονικό διάστημα. Η αναδιάρθρωση συνήθως περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία: αναδιάρθρωση όλων των στοιχείων λειτουργίας της επιχείρησης και την αναδιοργάνωση και τον εξορθολογισμό των δραστηριοτήτων της επιχείρησης, περιλαμβανομένης της εγκατάλειψης ζημιογόνων δραστηριοτήτων και της οικονομικής αναδιάρθρωσης. Όμως, οι ενέργειες αναδιάρθρωσης που λαμβάνουν κρατική ενίσχυση δεν είναι δυνατό να περιορίζονται στην αποκατάσταση των ζημιών του παρελθόντος χωρίς να αντιμετωπίζουν τις αιτίες αυτών των ζημιών, δηλαδή χωρίς πραγματική αναδιάρθρωση. Οι κατευθυντήριες γραμμές απαιτούν η κρατική ενίσχυση να περιορίζεται στο ελάχιστο απαραίτητο και, κατά συνέπεια, ένα μεγάλο μέρος της αναδιάρθρωσης πρέπει να χρηματοδοτείται από πηγές χωρίς στοιχεία κρατικής ενίσχυσης. Για να περιοριστούν στο ελάχιστο οι δυσμενείς επιπτώσεις της ενίσχυσης και η νόθευση του ανταγωνισμού, πρέπει να λαμβάνονται αντισταθμιστικά μέτρα.

(258)

Επειδή η ενίσχυση αναδιάρθρωσης προκαλεί μεγάλη στρέβλωση του ανταγωνισμού, η Επιτροπή θεωρεί ότι η ενίσχυση σε προβληματικές εταιρείες μπορεί να συμβάλει στην ανάπτυξη οικονομικών δραστηριοτήτων χωρίς να έχει δυσμενείς επιπτώσεις στις συναλλαγές σε βαθμό αντίθετο προς το κοινοτικό συμφέρον μόνο εάν πληρούνται όλοι οι όροι που καθορίζονται στις κατευθυντήριες γραμμές.

(259)

Στη συνέχεια η Επιτροπή αναλύει εάν έχουν τηρηθεί αυτοί οι όροι.

(260)

Για να εκτιμήσει τη συμβατότητα των μέτρων που συνιστούν νέα ενίσχυση, και ιδίως την ικανότητα της διαδικασίας αναδιάρθρωσης να αποκαταστήσει τη βιωσιμότητα της επιχείρησης, και αν η ενίσχυση περιορίζεται στο ελάχιστο απαραίτητο, η Επιτροπή πρέπει να εξετάσει το σχέδιο αναδιάρθρωσης και την ενίσχυση στο σύνολό τους, περιλαμβανομένης της «προηγούμενης ενίσχυσης», δηλαδή της ενίσχυσης που χορηγήθηκε πριν την προσχώρηση και δεν εφαρμόστηκε μετά από αυτήν.

3.3.1.   ΕΠΙΛΕΞΙΜΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ

(261)

Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές, μια επιχείρηση είναι προβληματική, και κατά συνέπεια επιλέξιμη για ενίσχυση διάσωσης και αναδιάρθρωσης, όταν δεν είναι ικανή, είτε με δικούς της πόρους ή αντλώντας κεφάλαια από τους μετόχους της είτε με εξωτερικό δανεισμό, να ανακόψει τη ζημιογόνο πορεία της, η οποία χωρίς εξωτερική παρέμβαση του κράτους θα την οδηγήσει βραχυπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα σε σχεδόν βέβαιο αφανισμό. Οι κατευθυντήριες γραμμές παραθέτουν επίσης ορισμένα χαρακτηριστικά στοιχεία μιας προβληματικής επιχείρησης, όπως οι αυξανόμενες ζημίες ή η μείωση του κύκλου εργασιών.

(262)

Η παράγραφος 12 των κατευθυντήριων γραμμών του 1999 ορίζει ότι μια νεοσύστατη επιχείρηση δεν είναι επιλέξιμη για ενισχύσεις διάσωσης ή αναδιάρθρωσης, ακόμη και αν η αρχική της χρηματοοικονομική θέση είναι επισφαλής. Αυτό ισχύει, για παράδειγμα, όταν μια νέα επιχείρηση προκύπτει από εκκαθάριση προϋπάρχουσας επιχείρησης ή από ανάληψη μόνο του ενεργητικού της. Οι κατευθυντήριες γραμμές ορίζουν ότι μια επιχείρηση καταρχήν θεωρείται νεοσύστατη για τα πρώτα τρία έτη μετά την έναρξη λειτουργίας στον σχετικό τομέα δραστηριοτήτων.

(263)

Οι πολωνικές αρχές ισχυρίζονται ότι η SSN είναι απλώς μια διαφορετική επωνυμία της ASS η οποία υπήρχε και συνεργαζόταν με την SSPH και την SS πριν την πτώχευσή τους.

(264)

Εντούτοις, από όλα τα διαθέσιμα στοιχεία συνάγεται ότι η SSN δεν εξαγόρασε τα χρέη της SSPH ή της SS, τα οποία παρέμειναν σε εκείνες τις δύο επιχειρήσεις και δεν ρυθμίστηκαν με τη διαδικασία πτώχευσης. Η Πολωνία ανέφερε ότι οι οφειλές της SSPH προς τους προμηθευτές της, ύψους 15 εκατ. PLN, εξαγοράστηκαν από την SSN, χωρίς να δώσει περισσότερα στοιχεία ή τεκμηρίωση.

(265)

Έτσι, η SSN άρχισε να λειτουργεί απαλλαγμένη από τις οφειλές των προκατόχων της. Οι πολωνικές αρχές δεν κοινοποίησαν κανένα αποδεικτικό στοιχείο ότι η SSN ανέλαβε οποιεσδήποτε οφειλές. Ακόμη, εάν ληφθεί υπόψη το μέγεθος της δραστηριότητας του ναυπηγείου, η οφειλή των 15 εκατ. PLN που υποτίθεται ότι αναλήφθηκε δεν δικαιολογεί τον ισχυρισμό ότι υπήρξε οικονομική συνέχεια ανάμεσα στην SSPH/SS και την SSN. Ακόμη, η Επιτροπή επισημαίνει ότι οι τρέχουσες συμβάσεις μεταβιβάστηκαν κατά τη διάρκεια του κύκλου παραγωγής, όταν οι οφειλές αντισταθμίζονταν από τις απαιτήσεις και, κατά συνέπεια, δεν αντιπροσώπευαν τη μεταβίβαση καμίας πρόσθετης οφειλής. Επιπλέον, η SSN στην πραγματικότητα συνήψε νέες συμβάσεις για εκείνα τα πλοία (33).

(266)

Δεύτερον, αν και η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη ότι η ASS δραστηριοποιούταν στον ναυπηγικό κλάδο μαζί με την SS πριν την πτώχευση της SSPH (συμφωνία-πλαίσιο και συμφωνία χρηματοδοτικής μίσθωσης του Ιανουαρίου 2002), επισημαίνει επίσης ότι το συνολικό μέγεθος της SSN μετά τον Ιούνιο του 2002 σε σύγκριση με το μέγεθος της ASS πριν τον Ιούνιο του 2002 διαψεύδει τον ισχυρισμό ότι υπήρξε οικονομική συνέχεια ανάμεσα στις δύο επιχειρήσεις. Ο λογαριασμός αποτελεσμάτων δείχνει ότι ο κύκλος εργασιών αυξήθηκε από 88 εκατ. PLN το 2001 σε 425 εκατ. PLN το 2002 και σε 1 100 εκατ. PLN το 2003.

(267)

Η Επιτροπή, κατά συνέπεια, δεν μπορεί να αποδεχθεί τον ισχυρισμό των πολωνικών αρχών ότι η SSN αποτελούσε μια απλή συνέχεια της ASS η οποία υπήρχε για μεγάλο διάστημα πριν την πτώχευση της SSPH. Σε οικονομικούς όρους, υπάρχει σαφής διαχωρισμός ανάμεσα στις δραστηριότητες των δύο επιχειρήσεων, γεγονός που φαίνεται καταρχάς από τη μη μεταβίβαση παθητικού. Η SSN ήταν, συνεπώς, μια νέα επιχείρηση η οποία δεν ήταν επιλέξιμη για ενίσχυση αναδιάρθρωσης.

(268)

Σύμφωνα με την παράγραφο 12 των κατευθυντήριων γραμμών, μια επιχείρηση θεωρείται νεοσύστατη για τα πρώτα τρία έτη μετά την έναρξη της λειτουργίας της. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της εξεταζόμενης κατάστασης είναι ότι από την εκκαθάριση μιας προηγούμενης επιχείρησης εμφανίστηκε μια νέα. Σύμφωνα με την παράγραφο 12 των κατευθυντήριων γραμμών, το γεγονός αυτό καθιστά μια επιχείρηση μη επιλέξιμη για ενίσχυση διάσωσης και αναδιάρθρωσης. Στην προκειμένη περίπτωση, η Επιτροπή θεωρεί ότι η αίτηση πτώχευσης της SSPH και της SS τον Ιούλιο του 2002 έχει καθοριστική σημασία από αυτή την άποψη. Αυτή η πτώχευση είναι το στοιχείο που σηματοδοτεί τη ρήξη ανάμεσα στην παλιά και τη νέα οικονομική οντότητα, η οποία ήταν προστατευμένη έναντι των οφειλών της παλιάς οικονομικής οντότητας. Η Επιτροπή, συνεπώς, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η SSN δεν ήταν επιλέξιμη για ενίσχυση διάσωσης και αναδιάρθρωσης επί τρία έτη, από τον Ιούλιο του 2002 όταν άρχισε τη νέα της δραστηριότητα, απαλλαγμένη από παλαιές οφειλές.

(269)

Η παράγραφος 12 των κατευθυντήριων γραμμών αναγνωρίζει ότι μια επιχείρηση που αρχικά θεωρείται νεοσύστατη μπορεί να καταστεί επιλέξιμη για ενισχύσεις διάσωσης και αναδιάρθρωσης μόνο μετά από την παρέλευση τριετίας από τη σύστασή της, υπό τον όρο ότι καλύπτει τις προϋποθέσεις για να χαρακτηρισθεί προβληματική κατά την έννοια των κατευθυντήριων γραμμών. Η Επιτροπή παρατηρεί ότι οι όροι για να καταστεί η SSN επιλέξιμη σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές πληρούνταν μετά την παρέλευση της τριετίας από τη σύστασή της. Συγκεκριμένα, η SSN ήταν συνεχώς ζημιογόνα και διασώθηκε αρκετές φορές από πτώχευση μόνο με παρέμβαση του κράτους. Ήταν, συνεπώς, επιλέξιμη από τον Ιούλιο του 2005 ως προβληματική επιχείρηση κατά την έννοια της παραγράφου 11 των κατευθυντήριων γραμμών.

3.3.2.   ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑΣ

(270)

Σύμφωνα με την παράγραφο 34 των κατευθυντήριων γραμμών, η χορήγηση της ενίσχυσης πρέπει να εξαρτάται από την εφαρμογή του σχεδίου αναδιάρθρωσης, το οποίο πρέπει να συμβάλει στην αποκατάσταση της βιωσιμότητας της επιχείρησης σε εύλογο χρονικό διάστημα. Αποκατάσταση της βιωσιμότητας σημαίνει ότι η επιχείρηση, μετά την ολοκλήρωση της αναδιάρθρωσής της, είναι σε θέση να καλύψει όλα της τα έξοδα και να παράγει ικανοποιητική απόδοση του κεφαλαίου που θα της επιτρέψει να ανταγωνίζεται με τις δικές της δυνάμεις. Η διάρκεια της αναδιάρθρωσης πρέπει να είναι όσο το δυνατόν μικρότερη.

(271)

Η Επιτροπή καταρχάς επισημαίνει ότι, κατά τη διάρκεια της παρούσας έρευνας, εξέτασε δύο σχέδια αναδιάρθρωσης, το σχέδιο του 2002 και το σχέδιο του 2006, τα οποία εκπονήθηκαν από τη διοίκηση του ναυπηγείου και εγκρίθηκαν από το κράτος. Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, όσον αφορά και τα δύο σχέδια, η Πολωνία δεν απέδειξε ότι αυτά θα μπορούσαν να συμβάλουν στην μακροπρόθεσμη αποκατάσταση της βιωσιμότητας του ναυπηγείου. Εφόσον το σχέδιο αναδιάρθρωσης του 2002 αντικαταστάθηκε από το σχέδιο αναδιάρθρωσης του 2006, η Επιτροπή θα εξηγήσει στη συνέχεια τους λόγους που οδήγησαν στο συμπέρασμά της για το σχέδιο αναδιάρθρωσης του 2006.

(272)

Η σχεδιασθείσα στρατηγική να εστιαστεί η επιχείρηση σε ειδικά τμήματα της αγοράς στα οποία το ναυπηγείο εικαζόταν ότι θα είχε ανταγωνιστικό πλεονέκτημα και όπου ότι το γενικό περιβάλλον του ανταγωνισμού και της αγοράς θα ήταν ευνοϊκό, φαινόταν πράγματι η κατάλληλη στρατηγική για την SSN. Το γεγονός, ωστόσο, ότι το 70 % των πλοίων στο βιβλίο παραγγελιών του ναυπηγείου για τα επόμενα έτη ήταν πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων έδειχνε ότι δεν υπήρξε σημαντική αλλαγή προσανατολισμού του ναυπηγείου. Δεν υπήρχαν άλλες ενδείξεις, όπως σημαντική έρευνα και αναπτυξιακά έργα ή δραστηριότητες μάρκετινγκ που να στηρίζουν το συμπέρασμα ότι το ναυπηγείο θα μπορούσε να υλοποιήσει αυτή τη στρατηγική βραχυπρόθεσμα. Γι’ αυτόν το λόγο, η Επιτροπή δεν πείστηκε ότι αυτή η στρατηγική για την αγορά ήταν εφικτή.

(273)

Το επίπεδο των σχεδιαζόμενων επενδύσεων, που ανέρχονταν σε 200 εκατ. PLN, ήταν σαφώς ανεπαρκές, διότι οι εγκαταστάσεις του ναυπηγείου ήταν σε κακή κατάσταση και είχαν σε μεγάλο βαθμό αποσβεστεί. Ενώ η λογιστική αξία των στοιχείων ενεργητικού το 2006 ήταν 130 εκατ. PLN, η προβλεπόμενη απόσβεση το 2006–2009 ανερχόταν σε 85 εκατ. PLN. Με αυτά τα στοιχεία, μεγάλο μέρος της επένδυσης θα αντισταθμιζόταν άμεσα από την απόσβεση και ένας πραγματικός εκσυγχρονισμός θα ήταν περιορισμένος.

(274)

Η άποψη της Επιτροπής ότι το μέγεθος των προβλεπόμενων επενδύσεων δεν ήταν επαρκές ενισχύθηκε από το γεγονός ότι το σχέδιο αναδιάρθρωσης του 2006 ελάμβανε ως υπόθεση ότι, το 2011, η παραγωγικότητα της SSN θα ανερχόταν στο επίπεδο της μέσης παραγωγικότητας της ΕΕ το 2000 (ενώ η παραγωγικότητα του ναυπηγείου το 2000 ήταν συγκρίσιμη με τη μέση παραγωγικότητα της ΕΕ το 1992), και η Επιτροπή θεώρησε ότι είναι ανεπαρκές για να μπορέσει το ναυπηγείο να ανταγωνιστεί στην αγορά χωρίς την μακροπρόθεσμη ενίσχυση από το κράτος.

(275)

Η Επιτροπή αμφέβαλε αν οι προβλεπόμενες μισθολογικές αυξήσεις κατά 5 % περίπου ετησίως ήταν αρκετές για να ενθαρρυνθούν οι εργαζόμενοι να παραμείνουν στο ναυπηγείο, τη στιγμή που ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα του ναυπηγείου είναι το υψηλό ποσοστό συστηματικών απουσιών από την εργασία και η έλλειψη ειδικευμένων εργαζομένων, διότι αυτοί εγκατέλειπαν το ναυπηγείο αναζητώντας καλύτερους μισθούς σε άλλα ευρωπαϊκά ναυπηγεία.

(276)

Το σχέδιο αναδιάρθρωσης προέβλεπε μέση ετήσια απόδοση του απασχολούμενου κεφαλαίου (ROCE) 19 %, χωρίς τις μισθολογικές αυξήσεις, την περίοδο 2007–2011, που ήταν το εικαζόμενο επίπεδο αναμενόμενης απόδοσης από έναν ιδιώτη επενδυτή. Όμως, εάν συνεκτιμηθούν οι αναπόφευκτες αυξήσεις μισθών, το ROCE την ίδια περίοδο θα ανερχόταν περίπου σε 1,45 % ετησίως, επίπεδο πολύ χαμηλότερο από αυτό που θα μπορούσε να αποδεχθεί ο οποιοσδήποτε ιδιώτης επενδυτής.

(277)

Γενικά, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι, εκτός από τις υλικές επενδύσεις, τις οποίες η εταιρεία εντόπισε, ανέλυσε, προσδιόρισε ποσοτικά, ιεράρχησε κατά προτεραιότητα και προγραμμάτισε, τα σχεδιαζόμενα μέτρα ήταν ασαφή και γενικόλογα, κυρίως με μορφή συστάσεων για επόμενες αναλύσεις. Η Επιτροπή δεν ήταν, συνεπώς, σε θέση να εκτιμήσει την επίπτωση αυτών των μέτρων και, κατά συνέπεια, δεν πείστηκε ότι ήταν εύλογα και αρκετά τολμηρά για την αντιμετώπιση των διαρθρωτικών προβλημάτων του ναυπηγείου.

(278)

Βάσει των ανωτέρω, η Επιτροπή θεώρησε ότι η προγραμματισθείσα βιομηχανική και οργανωτική αναδιάρθρωση δεν ήταν επαρκής για την αποκατάσταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του ναυπηγείου. Το σχέδιο δεν ήταν αρκετά τολμηρό και τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα για το 2011 δεν ήταν ικανοποιητικά. Ήταν σαφές ότι το ναυπηγείο δεν διέθετε πρόσθετα κεφάλαια για την αναβάθμιση και τη βελτίωση της αποτελεσματικότητάς του. Η Επιτροπή αμφέβαλε αν το ναυπηγείο θα μπορούσε να αντλήσει από την αγορά τα κεφάλαια που ήταν απαραίτητα για μια εκτεταμένη αναδιάρθρωση.

(279)

Οι αμφιβολίες της Επιτροπής επιβεβαιώθηκαν από την εξέλιξη της διαδικασίας ιδιωτικοποίησης της SSN. Όπως αναλύθηκε ανωτέρω, ο μέτοχος πλειοψηφίας της SSN, η ARP προσπάθησε τρεις φορές να βρει ιδιώτη επενδυτή διατεθειμένο να αγοράσει το ναυπηγείο. Καμία από τις προσπάθειες ιδιωτικοποίησης δεν πέτυχε (ούτε η μερική ιδιωτικοποίηση του 2006 ούτε οι δύο απόπειρες πώλησης της πλειοψηφίας των μετοχών του ναυπηγείου). Η Επιτροπή επισημαίνει ότι οι προσπάθειες πώλησης έγιναν σε μια χρονική περίοδο πρωτοφανούς ανάπτυξης του ναυπηγικού κλάδου και, κατά συνέπεια, πρόσφερε τους άριστους όρους για την πώληση του ναυπηγείου. Η μόνη εξήγηση που μπορεί να δοθεί στην αρνητική έκβαση της διαδικασίας πώλησης είναι η έλλειψη εμπιστοσύνης εκ μέρους των συντελεστών της αγοράς στην ικανότητα αποκατάστασης της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του ναυπηγείου. Αυτό δείχνει πιο καθαρά η υπαναχώρηση της Amber από τη διαδικασία ιδιωτικοποίησης μετά από διεξοδική και επιμελή εξέταση της κατάστασης (34).

(280)

Η Επιτροπή έχει λάβει υπόψη τις επανειλημμένες προσπάθειες των πολωνικών αρχών να βρουν ιδιώτη επενδυτή για την SSN μετά την υπαναχώρηση της Amber. Παρόλα αυτά, μέχρι την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας απόφασης, δεν υπήρξε κανένα στοιχείο που να πείσει την Επιτροπή ότι η νέα προσπάθεια ιδιωτικοποίησης μπορεί να έχει θετική έκβαση στο εγγύς μέλλον και σύμφωνη με τις κατευθυντήριες γραμμές.

(281)

Συγκεκριμένα, η Επιτροπή αξιολόγησε το σχέδιο αναδιάρθρωσης του Ιουνίου 2008 που συνέταξε η Mostostal, έχοντας υπόψη και την παρουσίαση του σχεδίου από τη Mostostal στη συνεδρίαση της 24ης Ιουνίου 2008. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι, από πολλές απόψεις, αυτό το σχέδιο αναδιάρθρωσης ήταν μόνο ένα περίγραμμα που θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση για μια μελλοντική ανάλυση του επενδυτή. Είχε, ωστόσο, σοβαρές ελλείψεις οι οποίες οδήγησαν την Επιτροπή στο συμπέρασμα ότι δεν αποδεικνύει ότι θα ήταν εφικτή η αποκατάσταση της βιωσιμότητας της επιχείρησης σε εύλογο χρονικό διάστημα.

(282)

Ειδικότερα, η Επιτροπή θεωρεί ότι δεν αποδείχθηκε η αξιοπιστία της επιχειρηματικής στρατηγικής όσον αφορά τον ναυπηγικό τομέα. Το σχέδιο δεν περιείχε κανένα στοιχείο εκτός από μια απλή δήλωση ότι το ναυπηγείο θα συνέχιζε να ναυπηγεί πλοία. Δεν περιείχε ούτε ανάλυση της ικανότητας του ναυπηγείου να κατασκευάσει οχηματαγωγά πλοία του τύπου ro-pax και πλοία πολλαπλών χρήσεων (π.χ. ικανότητες σχεδιασμού, ειδικότητες) ούτε την ικανότητά του να συνάπτει συμβάσεις κατασκευής τέτοιων πλοίων σε βραχυπρόθεσμη έως μεσοπρόθεσμη προοπτική (π.χ. συμβάσεις με πελάτες ή με άλλα ναυπηγεία με δυνατότητες υπεργολαβίας), ούτε προβλέψεις της αγοράς γι’ αυτά τα τμήματα που να εξηγούν αν η αναμενόμενη ζήτηση δικαιολογούσε την επιλεγείσα επιχειρηματική στρατηγική, αλλά ούτε και προβλέψεις ως προς την κερδοφορία αυτών των τμημάτων της αγοράς.

(283)

Η Επιτροπή επισημαίνει ότι η Mostostal παραδέχτηκε ότι δεν είχε εμπειρία στον ναυπηγικό τομέα και ότι η πρόθεσή της ήταν να βρει στρατηγικό εταίρο ο οποίος θα διαχειριζόταν τη ναυπηγική δραστηριότητα του ναυπηγείου. Αν και η Επιτροπή ενημερώθηκε ότι η Mostostal είχε συνομιλίες με ορισμένους δυνητικούς εταίρους, δεν εξασφαλίστηκε καμία παρόμοια συνεργασία πριν συνταχθεί το σχέδιο αναδιάρθρωσης που υποβλήθηκε στην Επιτροπή. Η επιστολή προθέσεων της Ulstein απλά ανέφερε ότι τα μέρη θα εξέταζαν τη δυνατότητα και τη μορφή της ενδεχόμενης συνεργασίας. Από το αναθεωρημένο σχέδιο αναδιάρθρωσης που υποβλήθηκε στις 7 Ιουλίου 2008, σε συνδυασμό με την επιστολή προθέσεων, μπορεί να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι η Ulstein εξέταζε τη δυνατότητα εκμετάλλευσης των εγκαταστάσεων παραγωγής της SSN, όχι όμως ως ιδιοκτήτης, αλλά στο πλαίσιο μιας συμβατικής σχέσης. Κανένα από τα εν λόγω έγγραφα δεν ανέφερε ότι η Ulstein είχε την πρόθεση να συνάψει εταιρική σχέση με την Mostostal για την αναδιάρθρωση και τη διαχείριση των ναυπηγικών δραστηριοτήτων της SSN. Αυτό εγείρει σοβαρές αμφιβολίες ως προς τα εικαζόμενα αποτελέσματα της αναδιάρθρωσης και τις χρηματοοικονομικές προβολές, τουλάχιστον όσον αφορά τη ναυπηγική δραστηριότητα, και κατά συνέπεια και την ίδια την προοπτική διαφοροποίησης της επιχείρησης.

(284)

Το πρόγραμμα επενδύσεων που περιείχε το σχέδιο και συνέταξε η διοίκηση του ναυπηγείου δεν απέδειξε ότι οι προταθείσες επενδύσεις ήταν απαραίτητες για την αποκατάσταση της βιωσιμότητας του ναυπηγείου. Από την άλλη πλευρά, η Επιτροπή επισημαίνει ότι το 60 % περίπου των προβλεπόμενων επενδύσεων θα χρησίμευαν μόνο να διατηρηθεί η αξία των πάγιων στοιχείων ενεργητικού του ναυπηγείου στα σημερινά επίπεδα. Το σημαντικότερο είναι ότι το αναθεωρημένο σχέδιο αναδιάρθρωσης που υποβλήθηκε στις 7 Ιουλίου 2008 ανέφερε ότι ένας εξωτερικός σύμβουλος εκπονούσε ένα επενδυτικό πρόγραμμα για τις ναυπηγικές δραστηριότητες, αυτό αποδεικνύει ότι το επενδυτικό πρόγραμμα της Mostostal δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί αξιόπιστη βάση για τις χρηματοοικονομικές προβολές της Mostostal ούτε, κατά συνέπεια, για την αποκατάσταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του ναυπηγείου. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θεωρεί ότι δεν έχει αποδειχθεί ότι το προταθέν επενδυτικό πρόγραμμα ήταν αρκετά τολμηρό για την αποκατάσταση της βιωσιμότητας.

(285)

Η Επιτροπή επισημαίνει επίσης ότι ορισμένα σημαντικά μέτρα αναδιάρθρωσης (οργανωτικής αναδιάρθρωσης, διαχείρισης προμηθειών και αποθεμάτων, αναδιάρθρωσης της απασχόλησης) περιγράφτηκαν με σχετικά γενικούς όρους και το σχέδιο ήταν μάλλον ένα περίγραμμα που θα χρησίμευε ως βάση για διεξοδικότερη ανάλυση από τον επενδυτή. Αν και εκτιμήθηκε θετικά το γεγονός ότι το σχέδιο εντόπιζε ορισμένους τομείς που χρειάζονταν αναδιάρθρωση, ο γενικόλογος χαρακτήρας του δεν δίνει στην Επιτροπή τη δυνατότητα να αξιολογήσει αν τα μέτρα αναδιάρθρωσης αντιμετώπιζαν επαρκώς τα προβλήματα του ναυπηγείου και με ποιες προϋποθέσεις και με ποιο χρονικό ορίζοντα θα μπορούσαν να εφαρμοστούν.

(286)

Όσον αφορά τις χρηματοοικονομικές προβλέψεις, το σχέδιο δεν εξηγούσε αναλυτικά πώς τα διάφορα μέτρα αναδιάρθρωσης, περιλαμβανομένων των επενδύσεων και των μέτρων μείωσης του κόστους και βελτίωσης της παραγωγικότητας, θα επηρέαζαν τις χρηματοοικονομικές προβλέψεις. Ακόμη, δεν υπήρχε ανάλυση της ευαισθησίας αυτών των προβλέψεων στους διάφορους παράγοντες κινδύνου, όπως η εξέλιξη της αγοράς, των τιμών, του κόστους των υλικών, των συναλλαγματικών ισοτιμιών και των μισθών. Εφόσον δεν υπάρχει αναλυτική περιγραφή και αιτιολόγηση των υποθέσεων στις οποίες βασίζονται οι χρηματοοικονομικές προβλέψεις, η Επιτροπή θεωρεί ότι δεν έχουν αποδειχθεί η αξιοπιστία αυτών των προβλέψεων και η αξιοπιστία του σχεδίου αναδιάρθρωσης. Αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό, εάν ληφθεί υπόψη ότι ο ίδιος ο επενδυτής ανέφερε ότι, σύμφωνα με τις χρηματοοικονομικές προβλέψεις, η αποδοτικότητα της επένδυσης ήταν οριακή.

(287)

Τέλος, η Επιτροπή επισημαίνει ότι ο επενδυτής εφάρμοσε με επιτυχία το σχέδιο αναδιάρθρωσης που είχε ως προϋπόθεση τη χορήγηση συμπληρωματικής κρατικής ενίσχυσης. Ακόμη και με αυτή τη συμπληρωματική κρατική ενίσχυση και την παρέμβαση του επενδυτή, η απόδοση των ιδίων κεφαλαίων στο τέλος της περιόδου αναδιάρθρωσης θα εξακολουθούσε να είναι σχετικά χαμηλή, εάν ληφθεί υπόψη ότι οι εναλλακτικές επενδυτικές ευκαιρίες, όπως τα κυβερνητικά ομόλογα, έχουν παρόμοια απόδοση και μικρότερο κίνδυνο, όπως παραδέχεται ο ίδιος ο επενδυτής.

(288)

Κατά συνέπεια, η Επιτροπή θεωρεί ότι δεν έχει αποδειχθεί η ικανότητα αποκατάστασης της βιωσιμότητας του ναυπηγείου βάσει του σχεδίου αναδιάρθρωσης του Ιουνίου 2008 που συνέταξε η Mostostal.

(289)

Η Επιτροπή επισημαίνει ότι, αν και το σχέδιο αναδιάρθρωσης που υποβλήθηκε τον Σεπτέμβριο του 2008 είναι καλύτερα επεξεργασμένο από το σχέδιο του Ιουνίου 2008, εξακολουθούν να ισχύουν οι περισσότερες αμφιβολίες της Επιτροπής ως προς την ευρωστία και την αξιοπιστία του σχεδίου.

(290)

Το σχέδιο δεν περιέχει πλήρη ανάλυση αγοράς για όλες τις προβλεπόμενες δραστηριότητες των διαδόχων της SSN. Υπάρχει μόνο περιορισμένη περιγραφή αγοράς για τη σχεδιαζόμενη δραστηριότητα της SSN Ulstein και της SSN Nowa, και η περιγραφή αυτή δεν αναφέρει την προβλεπόμενη ζήτηση ή την κερδοφορία γι’ αυτή τη δραστηριότητα. Δεν έχει υποβληθεί κανένα επιχειρηματικό σχέδιο για την SSN Odra και το σχέδιο αναδιάρθρωσης αναφέρει μόνο ότι η εταιρεία θα μπορούσε να κατασκευάσει ορισμένους τύπους πλοίων, χωρίς επαρκή αιτιολόγηση.

(291)

Η Επιτροπή επισημαίνει ότι η SSN Odra, η οποία υποτίθεται ότι θα συνεχίσει τη ναυπηγική δραστηριότητα της SSN, θα ανήκε εξ ολοκλήρου στη Mostostal, η οποία δεν διαθέτει εμπειρία στον ναυπηγικό κλάδο. Η Ulstein, η συμμετοχή της οποίας στο σχέδιο αναδιάρθρωσης υποτίθεται ότι θα επέφερε την απαραίτητη τεχνογνωσία και εμπειρία στον ναυπηγικό κλάδο, δεν προτίθεται να έχει καμία χρηματοδοτική συμμετοχή στην SSΝ Odra.

(292)

Αναφορικά με την SSN Wspólna, η Επιτροπή επισημαίνει ότι, σύμφωνα με το σχέδιο, το 40 % περίπου της παραγωγικής της ικανότητας θα χρησιμοποιείται είτε από μια εταιρεία που θα διαλυθεί (SSN Nowa) ή από μια εταιρεία που δεν έχει επιχειρηματικό σχέδιο (SSN Odra). Επιπλέον, υποτίθεται ότι η υπολειπόμενη παραγωγική ικανότητα της SSN Wspólna (9–17 χιλιάδες τόνοι χάλυβα, δηλ. το 12–23 % της παραγωγικής της ικανότητας) θα χρησιμοποιείται για υπεργολαβίες για άλλες εταιρείες, αλλά δεν έχουν αναλυθεί η αγορά-στόχος, η ζήτηση και το επίπεδο κερδοφορίας που θα μπορούσε να επιτευχθεί.

(293)

Κατά συνέπεια, η Επιτροπή θεωρεί ότι το σχέδιο αναδιάρθρωσης της 12ης Σεπτεμβρίου εξακολουθεί να μην αποδεικνύει την αξιοπιστία της επιχειρηματικής στρατηγικής, ιδίως όσον αφορά τον ναυπηγικό κλάδο.

(294)

Όσον αφορά τη σχεδιαζόμενη αναδιάρθρωση ενεργητικού, η Επιτροπή αναφέρει ότι το σχέδιο δεν περιέχει καμία ανάλυση των επενδυτικών αναγκών του ναυπηγείου ούτε αιτιολόγηση του επενδυτικού προγράμματος. Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι προγραμματισμένη επένδυση των […] εκατ. PLN για τη μετεγκατάσταση ορισμένων μέσων παραγωγής, με στόχο την απελευθέρωση γης, είναι μάλλον μια επένδυση υποκατάστασης και όχι πραγματικός εκσυγχρονισμός στοιχείων ενεργητικού.

(295)

Κατά συνέπεια, τα έξοδα του προβλεπόμενου εκσυγχρονισμού ανέρχονται μόνο σε 104 εκατ. PLN και η επένδυση εκσυγχρονισμού θα πραγματοποιούνταν στην SSN Mostostal, στην SSN Ulstein και την SSN Wspólna. Η SSN Odra, η οποία εκτιμάται ότι θα παράγει περίπου το 50 % των εσόδων όλων των διάδοχων εταιρειών της SSN στο μέλλον, δεν θα πραγματοποιούσε καμία επένδυση και δεν θα διέθετε πάγια στοιχεία ενεργητικού. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι το σχέδιο που υπέβαλε η Mostostal τον Ιούνιο του 2008 προέβλεπε επενδύσεις ύψους 364 εκατ. PLN. Εφόσον δεν αιτιολογείται αυτή η περικοπή στο επενδυτικό πρόγραμμα (κατά 40 % σε σύγκριση με το σχέδιο του Ιουνίου) και δεν υπάρχει ανάλυση των επενδυτικών αλλαγών της εταιρείας, η Επιτροπή θεωρεί ότι δεν έχει αποδειχθεί ότι το σχεδιαζόμενο επενδυτικό πρόγραμμα είναι επαρκές για την αποκατάσταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας των δραστηριοτήτων.

(296)

Τα αναμενόμενα αποτελέσματα των μέτρων αναδιάρθρωσης δεν περιγράφονται και το σχέδιο δεν εξηγεί πότε η εφαρμογή αυτών των μέτρων θα παράγει αποτελέσματα και θα έχει επίπτωση στις οικονομικές επιδόσεις της επιχείρησης. Ακόμη, το σχέδιο δεν περιγράφει τις υποθέσεις στις οποίες βασίζονται οι χρηματοοικονομικές προβλέψεις, σε σχέση με τα προβλεπόμενα έσοδα και έξοδα. Οι παράγοντες αυτοί δημιουργούν αμφιβολίες ως προς την αξιοπιστία των προβλέψεων. Επιπλέον, από την ανάλυση ευαισθησίας συνάγεται ότι η SSN Mostostal, και ιδίως τη SSN Odra, θα εξακολουθήσουν να είναι πολύ ευάλωτες στις μεταβαλλόμενες συνθήκες της αγοράς. Υποτίμηση του αμερικανικού δολαρίου κατά 10 % θα προκαλούσε μείωση συσσωρευμένου κέρδους κατά 40 % για την SSN Mostostal και κατά 83 % για την SSN Odra τα έτη 2009–2012 (η ανάλυση για την SSN Odra δεν λαμβάνει υπόψη την πολιτική κάλυψης κινδύνου). Ακόμα, το σχέδιο υποθέτει ότι μια αύξηση των τιμών του χάλυβα κατά 10 % θα προκαλέσει μείωση του συσσωρευμένου κέρδους της SSN Mostostal κατά 40 % και της SSN Odra κατά 50 %. Έτσι, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το σχέδιο δεν έχει αποδείξει ότι, μετά την εφαρμογή μιας υγιούς πολιτικής διασφάλισης, η ευαισθησία των επιχειρήσεων στις διακυμάνσεις των συναλλαγματικών ισοτιμιών ή των τιμών του χάλυβα θα είναι σε αποδεκτά επίπεδα.

(297)

Όσον αφορά τα προβλεπόμενα κέρδη από πωλήσεις, επειδή το σχέδιο δεν περιγράφει τη βάση υπολογισμού των προβλεπόμενων κερδών από τις πωλήσεις (σε όρους λειτουργικών δαπανών, τιμών πλοίων, κερδοφορίας της δραστηριότητας παραγωγής μεταλλικών κατασκευών κλπ.), η Επιτροπή οφείλει να συμπεράνει ότι δεν έχει αποδειχθεί ότι τα προβλεπόμενα αποτελέσματα βασίζονται σε ρεαλιστικές υποθέσεις. Ακόμη, τα προβλεπόμενα κέρδη από πωλήσεις για την SSN Wspólna και την SSN Biuro Projektowe είναι οριακά, όπως αναφέρεται και στο σχέδιο αναδιάρθρωσης. Η Επιτροπή δεν πιστεύει ότι ένα τόσο χαμηλό ποσοστό κέρδους θα ήταν επαρκές για να μπορέσουν οι εταιρείες να ανταγωνίζονται στην αγορά χωρίς κρατική στήριξη. Ακόμη και αν το σχέδιο ισχυρίζεται ότι η SSN Wspólna και η SSN Biuro Projektowe θα παρέχουν υπηρεσίες στις άλλες επιχειρήσεις, στοιχείο που υποτίθεται ότι δικαιολογεί τα προβλεπόμενα χαμηλά κέρδη από πωλήσεις, η Επιτροπή επισημαίνει ότι υποτίθεται πως είναι ανεξάρτητες επιχειρήσεις και τα προβλεπόμενα ασθενή αποτελέσματά τους δημιουργούν αμφιβολίες για τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του όλου σχεδίου.

(298)

Κατά συνέπεια, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι η αξιοπιστία των χρηματοοικονομικών προβλέψεων είναι αμφίβολη και τα προβλεπόμενα αποτελέσματα εξακολουθούν να είναι εξαιρετικά ευαίσθητα στη μεταβολή των όρων της αγοράς. Συνεπώς, η Επιτροπή θεωρεί ότι δεν έχει αποδειχθεί η ευρωστία του σχεδίου αναδιάρθρωσης.

(299)

Βάσει των ανωτέρω, η Επιτροπή θεωρεί ότι δεν έχει αποδειχθεί η ικανότητα αποκατάστασης της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του ναυπηγείου βάσει του σχεδίου αναδιάρθρωσης της 12ης Σεπτεμβρίου 2008. Επιπλέον, η Επιτροπή επισημαίνει ότι η Ulstein αποσύρθηκε από τη διαδικασία ιδιωτικοποίησης της SSN, γεγονός που σημαίνει ότι το σχέδιο αναδιάρθρωσης της 12ης Σεπτεμβρίου δεν μπορεί να εφαρμοστεί βάσει των υποθέσεων του σχεδίου. Σε κάθε περίπτωση, η ανωτέρω εξήγηση δείχνει ότι ακόμη κι αν η Ulstein δεν συμμετείχε στο έργο ή εάν η Mostostal είχε την πρόθεση να εφαρμόσει το σχέδιο αναδιάρθρωσης της 12ης Σεπτεμβρίου μόνη της (όπως ανέφερε στην επιστολή της 22ας Σεπτεμβρίου 2008), το σχέδιο αυτό δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί επαρκές.

(300)

Η αποτυχία των προσπαθειών ιδιωτικοποίησης δείχνει ότι το ναυπηγείο δεν είναι σε θέση να αντλήσει με τους όρους της αγοράς επαρκές κεφάλαιο για την εφαρμογή του σχεδίου αναδιάρθρωσης του 2006, χωρίς την εφαρμογή της απαραίτητης τολμηρής στρατηγικής αναδιάρθρωσης που θα εξασφάλιζε τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ναυπηγείου χωρίς την ανάγκη από συνεχή κρατική ενίσχυση. Σημαίνει επίσης ότι η SSN αδυνατεί να αποκτήσει τη διαχειριστική τεχνογνωσία και την τεχνογνωσία της αγοράς που είναι απαραίτητη για την αναδιάρθρωσή της.

(301)

Εφόσον δεν υπάρχει ένα ρεαλιστικό και τολμηρό σχέδιο αναδιάρθρωσης, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι η ενίσχυση που χορηγήθηκε στην SSN και περιγράφεται στο μέρος 2.7 ανωτέρω είναι καθαρά λειτουργική ενίσχυση και όχι ενίσχυση αναδιάρθρωσης συμβατή με την κοινή αγορά.

3.3.3.   ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ ΣΤΟ ΕΛΑΧΙΣΤΟ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟ

(302)

Σύμφωνα με την παράγραφο 43 των κατευθυντήριων γραμμών, για να είναι δυνατή η αναδιάρθρωση, το ύψος της ενίσχυσης πρέπει να περιορίζεται στο ελάχιστο απαραίτητο του κόστους αναδιάρθρωσης. Ο δικαιούχος της ενίσχυσης πρέπει να συμβάλει σημαντικά στη χρηματοδότηση της αναδιάρθρωσης με δικούς του πόρους ή με εξωτερική χρηματοδότηση με τους όρους της αγοράς. Η συνεισφορά αυτή είναι, αφενός, ένδειξη ότι η αγορά πιστεύει στη δυνατότητα αποκατάστασης της βιωσιμότητας και, αφετέρου, ένας τρόπος να εξασφαλιστεί ότι η κρατική ενίσχυση περιορίζεται στο ελάχιστο. Όταν πρόκειται για μεγάλες επιχειρήσεις, όπως η SSN, η συνεισφορά πρέπει να ανέρχεται τουλάχιστον στο 50 % του κόστους αναδιάρθρωσης.

(303)

Πρώτον, από την ανωτέρω περιγραφή της κατάστασης της SSN συνάγεται ότι η εταιρεία δεν κατόρθωσε να προσελκύσει εξωτερική χρηματοδότηση για την αναδιάρθρωσή της.

(304)

Όσον αφορά την ίδια συνεισφορά, με βάση το σχέδιο αναδιάρθρωσης του 2006, το κόστος αναδιάρθρωσης, περιλαμβανομένων των λειτουργικών εξόδων, θα ανερχόταν σε 11 500 εκατ. PLN, ενώ η προταθείσα ίδια συνεισφορά θα ανερχόταν σε 3 600 PLN, δηλ. στο 30 %. Εάν τα λειτουργικά έξοδα εξαιρεθούν από το κόστος και τη χρηματοδότηση, το κόστος αναδιάρθρωσης θα ανερχόταν σε 374 εκατ. PLN και η ίδια συνεισφορά σε 190 εκατ. PLN.

(305)

Η Επιτροπή είχε αμφιβολίες αν η προσδοκία άντλησης κεφαλαίων 190 εκατ. PLN στην αγορά ήταν ρεαλιστική. Δεν υπήρχε καμία ένδειξη, την περίοδο εκείνη, ότι η SSN θα μπορούσε να αντλήσει αυτά τα κεφάλαια στην αγορά. Η προτεινόμενη συνεισφορά δεν θα μπορούσε, συνεπώς, να θεωρηθεί πραγματική και γνήσια όπως απαιτούν οι κατευθυντήριες γραμμές. Πράγματι, οι αποτυχημένες προσπάθειες της KPS και της ARP πρώτα να προσελκύσουν μετόχους μειοψηφίας και στη συνέχεια να πωλήσουν το 100 % των μετοχών του ναυπηγείου απέδειξαν ότι η αγορά δεν ενδιαφέρεται να επενδύσει στην SSN.

(306)

Όσον αφορά τη χρηματοδότηση της λειτουργίας, το σχέδιο αναδιάρθρωσης του 2006 ελάμβανε ως υπόθεση ότι η παραγωγή θα χρηματοδοτούνταν με εμπορικά δάνεια και προκαταβολές των πλοιοκτητών με την εγγύηση του KUKE, το συνολικό ύψος των οποίων καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου αναδιάρθρωσης 2000–2009 θα ανερχόταν σε 3 200 εκατ. PLN, έναντι 4 200 εκατ. PLN που θα χρηματοδοτούνταν με εγγυήσεις του KUKE. Και στην περίπτωση αυτή, δεν υπήρχε ένδειξη ότι την περίοδο εκείνη η SSN θα ήταν σε θέση να εξασφαλίσει τέτοια χρηματοδότηση στην αγορά. Η προταθείσα συνεισφορά υπό μορφή εμπορικών δανείων και εγγυήσεων δεν θα μπορούσε, κατά συνέπεια, να θεωρηθεί πραγματική και γνήσια με βάση τις απαιτήσεις των κατευθυντήριων γραμμών. Η Επιτροπή επισημαίνει πράγματι ότι μέχρι σήμερα το ναυπηγείο δεν ήταν σε θέση να εξασφαλίσει χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων του στην αγορά χωρίς κρατική στήριξη.

(307)

Επιπλέον, το σχέδιο αναδιάρθρωσης του 2006 ανέφερε ότι οι συμπληρωματικές πληρωμές ύψους 628,7 εκατ. PLN από πλοιοκτήτες μετά την αναδιαπραγμάτευση συμβάσεων έπρεπε να θεωρηθούν ίδια συνεισφορά. Έγινε όντως αναδιαπραγμάτευση ορισμένων συμβάσεων. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές, η ίδια συνεισφορά πρέπει να αποτελεί ένδειξη ότι οι αγορές πιστεύουν στη δυνατότητα αποκατάστασης της βιωσιμότητας. Το γεγονός ότι οι πλοιοκτήτες, όταν αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο μη παράδοσης πλοίων που καλύπτονται με συμβάσεις και ενόψει εξωτερικών παραγόντων (όπως η αύξηση των τιμών του χάλυβα), δέχονται να αυξήσουν τη συμβατική τιμή των πλοίων, δεν σημαίνει ότι πιστεύουν στην ικανότητα αποκατάστασης της βιωσιμότητας του ναυπηγείου και ότι θα γίνει μακροπρόθεσμα ανταγωνιστικό. Επιπλέον, οι πλοιοκτήτες δεν συμφώνησαν να καταβάλουν συμπληρωματικές πληρωμές για την κάλυψη δαπανών αναδιάρθρωσης, αλλά μόνο να καλύψουν το κόστος παραγωγής (και μόνο σε συγκεκριμένο βαθμό) των πλοίων για τα οποία έχουν υπογράψει σύμβαση. Συνεπώς, η Επιτροπή δεν μπορεί να αποδεχθεί ότι οι συμπληρωματικές πληρωμές από τους πλοιοκτήτες συνιστούν ίδια συνεισφορά κατά την έννοια των κατευθυντήριων γραμμών.

(308)

Το σχέδιο αναδιάρθρωσης του Ιουνίου 2008 δεν επέφερε καμία σημαντική βελτίωση από αυτή την άποψη. Αν και ο επενδυτής δεσμεύθηκε να διαθέσει ποσό 149,5 εκατ. PLN που εν μέρει θα χρηματοδοτούσε το επενδυτικό πρόγραμμα, ζήτησε επίσης συμπληρωματική εισφορά κεφαλαίου από το κράτος ύψους 588 εκατ. PLN συνολικά και δάνειο 68 εκατ. PLN από την ARP. Ο επενδυτής ζήτησε επίσης πρόσθετες εγγυήσεις από τον KUKE για χρηματοδότηση του κεφαλαίου κίνησης.

(309)

Το κόστος αναδιάρθρωσης που θα μπορούσε να προσδιοριστεί βάσει των περιορισμένων στοιχείων που περιείχε το σχέδιο αναδιάρθρωσης του Ιουνίου 2008 αντιστοιχούσε τουλάχιστον στην πρόβλεψη του ποσού που ήταν απαραίτητο για την κάλυψη των αναμενόμενων δαπανών από τις υφιστάμενες συμβάσεις ναυπήγησης για το 2008–2009 (588 εκατ. PLN) και τις προβλεφθείσες επενδυτικές ανάγκες της περιόδου 2008–2012 (264 εκατ. PLN).

(310)

Το μεγαλύτερο μέρος αυτών των δαπανών θα καλυπτόταν από κρατική ενίσχυση. Πράγματι, η μόνη προβλεφθείσα ίδια συνεισφορά του επενδυτή ήταν η εισφορά κεφαλαίου 149,5 εκατ. ευρώ που αντιστοιχεί στο 17 % του προαναφερόμενου κόστους αναδιάρθρωσης. Κατά πάγια πρακτική (35), η Επιτροπή θεωρεί ότι οι μελλοντικές ταμειακές ροές δεν μπορεί να θεωρηθούν ίδια συνεισφορά κατά την έννοια των κατευθυντήριων γραμμών, διότι δεν αντιπροσωπεύουν πραγματική και γνήσια συνεισφορά της εταιρείας ή των μετόχων στην κάλυψη του κόστους αναδιάρθρωσης. Επιπλέον, η Επιτροπή πρέπει να λάβει υπόψη ολόκληρη την περίοδο αναδιάρθρωσης, η οποία άρχισε το 2002. Εάν συνεκτιμηθεί η ουσιαστική κρατική ενίσχυση την οποία έλαβε το ναυπηγείο κατά την περίοδο αυτή, η ίδια συνεισφορά είναι ακόμα μικρότερη σε σχέση με το συνολικό κόστος αναδιάρθρωσης. Είναι, συνεπώς, προφανές ότι η ίδια συνεισφορά ούτε καν προσέγγιζε το όριο του 50 % του κόστους αναδιάρθρωσης που απαιτείται από τις κατευθυντήριες γραμμές.

(311)

Το σχέδιο αναδιάρθρωσης της 12ης Σεπτεμβρίου 2008 δεν βελτιώνει το προβλεφθέν επίπεδο ιδίας συνεισφοράς στο κόστος αναδιάρθρωσης.

(312)

Το σχέδιο αναδιάρθρωσης της 12ης Σεπτεμβρίου περιέχει αναλυτικότερα στοιχεία όσον αφορά το προβλεπόμενο κόστος αναδιάρθρωσης και τις πηγές χρηματοδότησης. Οι παραγραμματισθείσες δαπάνες αναδιάρθρωσης αποτελούνται από επενδυτικές δαπάνες (104 εκατ. PLN), τα έξοδα μετεγκατάστασης των μέσων παραγωγής σε άλλη περιοχή του ναυπηγείου (50 εκατ. PLN), τα έξοδα αναδιάρθρωσης της απασχόλησης (53,4 εκατ. PLN), την κάλυψη μελλοντικών ζημιών από υφιστάμενες συμβάσεις (840 εκατ. PLN) και την κάλυψη των συσσωρευμένων οφειλών του ναυπηγείου προς την ARP και την KPS (197,5 εκατ. PLN) (36).

(313)

Συνολικά, το κόστος αναδιάρθρωσης ανέρχεται σε 1,354 δισ. PLN.

(314)

Επιπλέον, το σχέδιο θεωρεί τις ανάγκες σε κεφάλαιο κίνησης ύψους 227,6 εκατ. PLN μέρος του σχεδίου αναδιάρθρωσης. Η Επιτροπή κρίνει ότι οι ανάγκες σε κεφάλαιο κίνησης αποτελούν μέρος της συνήθους λειτουργίας μιας επιχείρησης και όχι δαπάνες αναδιάρθρωσης και, κατά συνέπεια, η χρηματοδότησή τους πρέπει να εκτιμηθεί χωριστά.

(315)

Όσον αφορά την ίδια συνεισφορά, το σχέδιο προβλέπει τις ακόλουθες κατηγορίες: πρόσθετες πληρωμές από τους πλοιοκτήτες μετά την αναδιαπραγμάτευση συμβάσεων (376 εκατ. PLN), εισφορές κεφαλαίου από επενδυτές (242 εκατ. PLN), έσοδα από την πώληση στοιχείων ενεργητικού (118 εκατ. PLN) και χρηματοδότηση κεφαλαίου κίνησης (δάνειο και εμπορική πίστωση ύψους 170 εκατ. PLN από την Mostostal).

(316)

Σχετικά με τη χρηματοδότηση των αναγκών σε κεφάλαιο κίνησης, η Επιτροπή θεωρεί ότι, λόγω των μεγάλων κύκλων παραγωγής και της υψηλής αξίας των τελικών προϊόντων στον ναυπηγικό κλάδο, η χρηματοδότηση για κεφάλαιο κίνησης αποτελεί ειδικό πρόβλημα. Στη ναυπηγική, το κεφάλαιο κίνησης προέρχεται σε μεγάλο βαθμό από εξωτερικές πηγές. Μέρος του κεφαλαίου κίνησης λαμβάνεται από προκαταβολές των πλοιοκτητών, συνήθως έναντι εγγύησης, η οποία στην Πολωνία παρέχεται ως επί το πλείστον από τον KUKE. Επειδή οι προκαταβολές συνήθως δεν υπερβαίνουν το 80 % της τιμής αγοράς, τα ναυπηγεία καταφεύγουν σε ενδιάμεσα δάνεια ή εμπορικές πιστώσεις από τους προμηθευτές τους. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή θεωρεί ότι, λόγω της ειδικής κατάστασης στο ναυπηγικό κλάδο, οι ανάγκες σε κεφάλαια κίνησης απαιτούν μια διαρθρωτική λύση και δεν αποτελούν εφάπαξ δαπάνες αναδιάρθρωσης. Έτσι, η Επιτροπή θεωρεί ότι, στον ναυπηγικό κλάδο, τα δάνεια για κεφάλαια κίνησης δεν μπορεί να θεωρηθούν ίδια συνεισφορά, διότι χρησιμεύουν για τη χρηματοδότηση τρεχουσών λειτουργιών και όχι δαπανών αναδιάρθρωσης.

(317)

Όπως εξηγήθηκε ανωτέρω, η Επιτροπή θεωρεί ότι οι πρόσθετες πληρωμές από τους πλοιοκτήτες μετά τη διαπραγμάτευση συμβάσεων για αύξηση της τιμής αγοράς δεν μπορεί να θεωρηθούν ίδια συνεισφορά σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές.

(318)

Όσον αφορά τα εκτιμώμενα έσοδα από την πώληση πλεοναζόντων περιουσιακών στοιχείων ύψους 118 εκατ. PLN, η Επιτροπή πιστεύει ότι δεν έχει αποδειχθεί ότι αυτή η πηγή χρηματοδότησης μπορεί να θεωρηθεί πραγματική και γνήσια.

(319)

Πρώτον, με βάση το σχέδιο συμφωνίας ιδιωτικοποίησης μεταξύ της ARP και KPS (σημερινούς ιδιοκτήτες της SSN) και της Mostostal, υποτίθεται ότι τα ανωτέρω στοιχεία ενεργητικού θα πωληθούν από την Mostostal σε μια επιχείρηση την οποία θα επιλέξουν η ARP και η KPS για ποσό όχι κατώτερο των 118 εκατ. PLN. Η υπόθεση αυτή δημιουργεί προβληματισμό, διότι φαίνεται ότι ισοδυναμεί με κρατική εγγύηση των ελάχιστων εσόδων από την πώληση αυτών των στοιχείων ενεργητικού σε έναν αγοραστή που θα επιλέξει το κράτος. Η Επιτροπή αμφιβάλλει, συνεπώς, ότι αυτή η δυνητική πώληση δεν περιέχει στοιχείο κρατικής ενίσχυσης.

(320)

Δεύτερον, η αποτίμηση της αξίας της γης βασιζόταν σε σύγκριση με πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων σε ελκυστικές τοποθεσίες της περιοχής του Στετίνου οι οποίες θα χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή κατοικιών και κτιρίων υπηρεσιών και όχι για βιομηχανική χρήση. Από αυτή την αποτίμηση μπορεί να συναχθεί ότι οι τιμές της γης που πωλείται για βιομηχανική χρήση μπορεί να είναι ακόμη και 10 φορές χαμηλότερες από τα ποσά που έλαβε υπόψη η αποτίμηση. Επιπλέον, η αποτίμηση λαμβάνει ως υπόθεση την κατεδάφιση όλων των υφιστάμενων κτιρίων και εγκαταστάσεων πριν από την πώληση και την εξυγίανση και τη διευθέτηση της γης. Η αποτίμηση αναγνωρίζει ότι οι εργασίες αυτές αντιπροσωπεύουν κάποιο κόστος. Δεν έχει κοινοποιηθεί καμία εκτίμηση αυτών των δαπανών και το σχέδιο αναδιάρθρωσης δεν περιέχει κανένα σχετικό στοιχείο (37).

(321)

Τρίτον, η Επιτροπή αμφιβάλλει αν η αξία αυτών των στοιχείων ενεργητικού καταγράφεται σωστά στον ισολογισμό της SSN και, κατά συνέπεια, εάν ελήφθη δεόντως υπόψη στην τιμή την οποία η Mostostal θα κατέβαλε για την SSN. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι, σύμφωνα με τον ισολογισμό της SSN, η συνολική αξία των πάγιων στοιχείων ενεργητικού του ναυπηγείου στα τέλη του 2007 ανερχόταν σε […] εκατ. PLN. Εντούτοις, το σχέδιο προβλέπει ότι το ναυπηγείο θα πουλήσει τα στοιχεία ενεργητικού παραγωγής στις νέες εταιρείες (SSN Ulstein, SSN Mostostal και SSN Wspólna) στην ονομαστική τους αξία έναντι […] εκατ. PLN και θα διαθέσει τα πλεονάζοντα στοιχεία ενεργητικού σε τρίτους σε εκτιμώμενη αγοραία τιμή […] εκατ. PLN. Αυτό δείχνει ότι ή υποεκτιμάται η λογιστική αξία αυτών των στοιχείων ενεργητικού ή υπερεκτιμώνται τα προβλεπόμενα έσοδα από την πώλησή τους.

(322)

Τέλος, στα τέλη του 2007, η καθαρή αξία των στοιχείων ενεργητικού της SSN ήταν […] εκατ. PLN. Έκτοτε, η ARP και η KPS προέβησαν σε μετατροπή χρεών σε ίδια κεφάλαια ύψους 131,5 εκατ. PLN και προγραμματίζεται νέα εισφορά κεφαλαίου 434 εκατ. PLN. Από την άλλη, προβλέπεται ζημία 465 εκατ. PLN από τις υφιστάμενες συμβάσεις. Συνολικά, αν υποτεθεί ότι όλοι αυτοί οι παράγοντες θα παραμείνουν αμετάβλητοι, φαίνεται ότι, αγοράζοντας την SSN, η Mostostal θα αποκτήσει στοιχεία ενεργητικού καθαρής αξίας […] εκατ. PLN πρακτικά απαλλαγμένα από βάρη. Όλα τα έσοδα από την πώληση στοιχείων ενεργητικού υποτίθεται ότι θα χρησιμοποιηθούν από το ναυπηγείο (δηλ. την SSN Nowa) για τους σκοπούς της αναδιάρθρωσης (π.χ. για αναδιάρθρωση της απασχόλησης) και ως κεφάλαιο κίνησης για την ολοκλήρωση της κατασκευής των πλοίων που έχουν ήδη παραγγελθεί. Η Επιτροπή, λοιπόν, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, στο πλαίσιο της ιδιωτικοποίησής του, χορηγείται στο ναυπηγείο πρόσθετη κρατική ενίσχυση υπό μορφή μεταφοράς στοιχείων ενεργητικού σε τιμή χαμηλότερη από την αγοραία αξία τους (38). Μειώνοντας την τιμή πώλησης των μετοχών με αντάλλαγμα τη δέσμευση του αγοραστή να εφαρμόσει τα μέτρα αναδιάρθρωσης, το κράτος χρηματοδοτεί έμμεσα αυτά τα μέτρα. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή δεν μπορεί να αποδεχθεί ότι είναι δυνατό να θεωρηθούν ίδια συνεισφορά τα έσοδα από την πώληση στοιχείων ενεργητικού στον επενδυτή σε τιμή χαμηλότερη από την αγοραία αξία τους (39).

(323)

Για τους ανωτέρω λόγους, η Επιτροπή θεωρεί πως δεν έχει αποδειχθεί ότι τα προγραμματισμένα έσοδα από την πώληση πλεοναζόντων στοιχείων ενεργητικού ύψους 118 εκατ. PLN μπορεί να θεωρηθεί γνήσια και πραγματική πηγή χρηματοδότησης των δαπανών αναδιάρθρωσης.

(324)

Όσον αφορά τις σχεδιαζόμενες εισφορές κεφαλαίου από ιδιώτες επενδυτές, η Επιτροπή θεωρεί ότι δεν έχει αποδειχθεί ότι αυτές μπορούν στο σύνολό τους να θεωρηθούν πραγματικές και γνήσιες.

(325)

Πρώτον, το σχέδιο αναδιάρθρωσης προβλέπει ότι η συνολική χρηματοδοτική συνεισφορά της Ulstein θα ανέλθει σε 114,9 εκατ. PLN. Όμως, βάσει της προκαταρκτικής συμφωνίας συνεργασίας μεταξύ της Mostostal και της Ulstein, η οποία υποβλήθηκε στην Επιτροπή ανυπόγραφη στις 5 Σεπτεμβρίου, η Ulstein δεσμεύθηκε να αυξήσει το μετοχικό κεφάλαιο στην SSN Ulstein μέχρι 52,5 εκατ. PLN (και όχι κατά 67,3 εκατ. PLN που προέβλεπε το σχέδιο), στην SSN Wspólna μέχρι 44,65 εκατ. PLN (ενώ το σχέδιο προέβλεπε 47,5 εκατ. PLN) και στην SSN Biuro Projektowe με κεφάλαιο 0,85 εκατ. PLN (ενώ το σχέδιο προέβλεπε 0,1 εκατ. PLN). Έτσι, η συνολική συνεισφορά την οποία δεσμεύθηκε να πραγματοποιήσει η Ulstein με τη συμφωνία ανέρχεται σε 98 εκατ. PLN, δηλ. κατά 16,9 εκατ. PLN κατώτερη από την προβλεφθείσα στο σχέδιο αναδιάρθρωσης.

(326)

Δεύτερον, αν και το σχέδιο αναδιάρθρωσης υποθέτει ότι οι επενδυτές θα χορηγήσουν ίδια κεφάλαια στο ναυπηγείο, αναγνωρίζει επίσης την πιθανότητα να χρειαστεί η Ulstein χρηματοδότηση από την αγορά. Δεν έχουν υποβληθεί στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι η Ulstein θα ήταν σε θέση να εξασφαλίσει αυτή τη χρηματοδότηση, η οποία κατά συνέπεια δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί γνήσια και πραγματική. Επιπλέον, στη συνεδρίαση της 10ης Σεπτεμβρίου 2008, αντιπρόσωποι της Ulstein εξήγησαν ότι η Ulstein σχεδίαζε να χορηγήσει συνολικό κεφάλαιο 98 εκατ. PLN (δηλ. όπως προβλέπει η προαναφερθείσα συμφωνία συνεργασίας), εκ των οποίων μόνο 30 εκατ. PLN θα αποτελούσαν εισφορά κεφαλαίου. Το υπόλοιπο ποσό θα έπρεπε να ληφθεί από την αγορά. Η Ulstein εξήγησε ότι, εάν δεν ήταν σε θέση να αποκτήσει αυτή το ποσό από την αγορά, δεν θα πραγματοποιούσε εισφορά κεφαλαίου (40). Τίποτε από αυτά δεν αναφέρεται στο σχέδιο, το οποίο αναφέρει μόνο ότι το αν η Ulstein χρηματοδοτήσει το έργο με δικούς της πόρους ή με εξωτερικό δάνειο «δεν αλλάζει τις αρχές και τα αποτελέσματα της δραστηριότητας της επιχείρησης ούτε το επίπεδο των ίδιων εισφορών των επενδυτών».

(327)

Βάσει των ανωτέρω, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι δεν έχει λάβει επαρκείς εγγυήσεις για το ποσό το οποίο η Ulstein προτίθεται να επενδύσει και για την πρόθεσή της να επενδύσει με δικούς της πόρους σε περίπτωση που δεν κατορθώσει να λάβει εξωτερική χρηματοδότηση. Η Επιτροπή συνεπώς, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι από τη σχεδιαζόμενη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου κατά 242 εκατ. PLN, μόνο τα 157,2 εκατ. PLN μπορούν να θεωρηθούν ως πραγματικό και γνήσιο ποσό. Επιπλέον, η υπαναχώρηση της Ulstein από τη διαδικασία ιδιωτικοποίησης, που ανακοινώθηκε με την επιστολή της 22ας Σεπτεμβρίου, και η πληροφόρηση ότι η Mostostal θα μπορούσε να εφαρμόσει το σχέδιο αναδιάρθρωσης της 12ης Σεπτεμβρίου μόνη της καθιστά την προβλεπόμενη στο σχέδιο χρηματοδότηση ακόμη πιο επισφαλή.

(328)

Εν κατακλείδι, ακόμη και αν ληφθούν υπόψη μόνο τα έξοδα αναδιάρθρωσης που θα πρέπει να καταβάλει ο επενδυτής (1,354 εκατ. PLN), η πραγματική και γνήσια ίδια συνεισφορά χωρίς στοιχεία κρατικής ενίσχυσης (157,1 εκατ. PLN) αντιπροσωπεύει μόνο το 12 %. Επιπλέον, η Επιτροπή πρέπει να λάβει υπόψη ολόκληρη την περίοδο αναδιάρθρωσης από το 2002. Εάν ληφθεί υπόψη η σημαντική κρατική ενίσχυση την οποία έλαβε το ναυπηγείο κατά την εν λόγω περίοδο, η ίδια συνεισφορά σε σχέση με το συνολικό κόστος αναδιάρθρωσης είναι ακόμη μικρότερη. Είναι, συνεπώς, προφανές ότι η ίδια συνεισφορά ούτε καν προσεγγίζει το όριο του 50 % του κόστους αναδιάρθρωσης που απαιτείται από τις κατευθυντήριες γραμμές.

(329)

Η Επιτροπή επισημαίνει ότι, μετά την υπαναχώρηση της Ulstein από τη διαδικασία ιδιωτικοποίησης και την αναδιάρθρωση της SSN, η Mostostal απέστειλε μαζί με την επιστολή της 25ης Σεπτεμβρίου 2008 και επιστολή μιας μεγάλης τράπεζας του Καζαχστάν, της ΒΤΑ, που εξέφραζε το δυνητικό ενδιαφέρον της τράπεζας για το επενδυτικό σχέδιο της SSN. Σε αυτή την επιστολή, η τράπεζα ανέφερε ότι θα ήταν σε θέση να χορηγήσει χρηματοδότηση 100 εκατ. USD για το επενδυτικό σχέδιο της SSN και ζητούσε από τη Mostostal να της κοινοποιήσει το σχέδιο αναδιάρθρωσης μετά την έγκρισή του από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι η επιστολή φέρει ημερομηνία 26 Ιουνίου 2008 και, ασφαλώς, δεν είναι δυνατό να αναφέρεται στο σχέδιο αναδιάρθρωσης του Σεπτεμβρίου 2008, αλλά μάλλον στο σχέδιο του Ιουνίου το οποίο δεν ισχύει πλέον. Συνεπώς, η Επιτροπή θεωρεί ότι η επιστολή αυτή δεν συνιστά απόδειξη μιας πραγματικής και γνήσιας χρηματοδότησης του σχεδίου του Σεπτεμβρίου 2008. Αλλά, κι αν ακόμη η εν λόγω χρηματοδότηση θεωρούνταν πραγματική και γνήσια και λαμβάνονταν υπόψη μόνο το προγραμματισμένο κόστος αναδιάρθρωσης, η ίδια συνεισφορά δεν θα υπερέβαινε το 17 % του κόστους αναδιάρθρωσης (41), ποσοστό κατά πολύ χαμηλότερο από αυτό που απαιτούν οι κατευθυντήριες γραμμές.

(330)

Βάσει των ανωτέρω, η Επιτροπή επισημαίνει ότι στην πραγματικότητα το ναυπηγείο δεν έχει εξασφαλίσει καμία ίδια συνεισφορά κατά την έννοια των κατευθυντήριων γραμμών και, σε κάθε περίπτωση, η ίδια συνεισφορά του δεν είναι σημαντική. Επιπλέον, το σχέδιο αναδιάρθρωσης που υπέβαλε η Mostostal δεν εξασφαλίζει επαρκές επίπεδο ίδιας συνεισφοράς. Επειδή η ίδια συνεισφορά πρέπει να έχει αποτέλεσμα να περιοριστεί η κρατική ενίσχυση στο ελάχιστο απαραίτητο, εφόσον δεν υφίσταται ίδια συνεισφορά, η Επιτροπή οφείλει να συμπεράνει ότι δεν ικανοποιείται η απαίτηση να περιοριστεί η ενίσχυση στο ελάχιστο απαραίτητο. Αντίθετα, το σχέδιο αναδιάρθρωσης της Mostostal βασίζεται στην υπόθεση ότι θα χορηγηθεί συμπληρωματική κρατική ενίσχυση και μάλιστα αναφέρει ότι η υλοποίηση του σχεδίου εξαρτάται από αυτήν τη συμπληρωματική κρατική ενίσχυση.

(331)

Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι δεν ικανοποιείται η απαίτηση η ενίσχυση να περιορίζεται στο ελάχιστο απαραίτητο και να συνοδεύεται από πραγματική συνεισφορά χωρίς στοιχείο κρατικής ενίσχυσης.

3.3.4.   ΑΠΟΤΡΟΠΗ ΑΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΗΣ ΣΤΡΕΒΛΩΣΗΣ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

(332)

Η Επιτροπή υπενθυμίζει την προκαταρκτική συμφωνία της με την Πολωνία για το κλείσιμο του νεωλκείου Wulkan 1. Εντούτοις, με βάση τις εξελίξεις μετά από αυτή τη συμφωνία και τα ανωτέρω συμπεράσματα για τους δύο πρώτους όρους των κατευθυντήριων γραμμών, δεν είναι απαραίτητο να εκτιμηθεί στο παρόν στάδιο αν τα προταθέντα από την Πολωνία αντισταθμιστικά μέτρα ήταν επαρκή.

3.3.5.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

(333)

Η Επιτροπή συμπεραίνει ότι η κοινοποιηθείσα κρατική ενίσχυση προς όφελος της SSN δεν μπορεί να θεωρηθεί συμβατή με την κοινή αγορά και πρέπει να ανακτηθεί.

4.   ΕΦΑΡΜΟΓΗ

(334)

Το στοιχείο της ενίσχυσης που περιέχουν τα μέτρα υπέρ της SSN, τα οποία παρουσιάζονται στις παραγράφους 187–201 της παρούσας απόφασης, πρέπει να ανακτηθεί. Γενικά, το στοιχείο της ενίσχυσης που πρέπει να ανακτηθεί, δηλαδή το πλεονέκτημα που έλαβε ο δικαιούχος της ενίσχυσης, είναι ίσο προς τη διαφορά ανάμεσα στους όρους που θα είχε εξασφαλίσει ο δικαιούχος στην αγορά και στους όρους υπό τους οποίους παραχωρήθηκε αυτό το μέτρο.

(335)

Τα επιτόκια αναφοράς και προεξόφλησης που ανακοίνωσε η Επιτροπή εφαρμόζονται κατά προσέγγιση για το επιτόκιο της αγοράς βάσει του οποίου υπολογίζεται το στοιχείο της ενίσχυσης, ιδίως όταν αυτή εκταμιεύεται σε δόσεις, και για τον υπολογισμό του στοιχείου της ενίσχυσης που προκύπτει από συστήματα επιδότησης επιτοκίου (42). Στην περίπτωση των προβληματικών επιχειρήσεων, όπως η SSN, η Επιτροπή θεωρεί ότι το επιτόκιο αναφοράς πρέπει να προσαυξάνεται κατά τουλάχιστον 400 μονάδες βάσης, έτσι ώστε να αντανακλά τον υψηλό κίνδυνο της συναλλαγής και κατά επιπλέον 200 μονάδες βάσης, λόγω έλλειψης εξασφαλίσεων ή ανεπαρκών εξασφαλίσεων από τον δικαιούχο. Όπως εξηγήθηκε προηγουμένως, η αξία των εξασφαλίσεων που παρέχει το ναυπηγείο είναι αμφίβολη με βάση την αναλογία παθητικού/ενεργητικού της επιχείρησης. Στην περίπτωση των προβληματικών επιχειρήσεων, όταν η επιχείρηση δεν μπορεί να λάβει χρηματοδότηση από την αγορά, το στοιχείο της ενίσχυσης μπορεί να αντιπροσωπεύει και το 100 % της ονομαστικής αξίας των εισπραχθέντων κεφαλαίων (43).

(336)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι, κατά την εξεταζόμενη περίοδο, όταν η SSN ελάμβανε την ενίσχυση που περιγράφεται στις παραγράφους 187–201, αντιμετώπιζε σοβαρή οικονομική δυσκολία (όπως περιγράφεται στις παραγράφους 45–57) και αδυνατούσε να εξασφαλίσει χρηματοδότηση στην αγορά. Το ναυπηγείο συνέχισε να παρουσιάζει ζημίες και κατά την εξεταζόμενη περίοδο δεν έλαβε καμία χρηματοδότηση από την αγορά. Υπό αυτές τις περιστάσεις, κανένας φορέας της οικονομίας της αγοράς δεν θα ήταν διατεθειμένος να χορηγήσει στο ναυπηγείο χρηματοδότηση λόγω του υψηλού κινδύνου. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή θεωρεί ότι καμία τράπεζα δεν θα δεχόταν να χορηγήσει δάνειο στο ναυπηγείο, έστω και με υψηλά επιτόκια, και καμία τράπεζα δεν θα δεχόταν να χορηγήσει εγγύηση, ακόμη και με υψηλή προμήθεια εγγύησης.

(337)

Εφόσον η SSN δεν μπορούσε να λάβει δάνειο ούτε εγγύηση από την αγορά, κάθε ενίσχυση ή εγγύηση που χορηγήθηκε στο ναυπηγείο κατά την εξεταζόμενη περίοδο συνιστούσε αυτομάτως ενίσχυση. Έτσι, κάθε εγγύηση που εξακολουθεί να υφίσταται πρέπει να τερματιστεί άμεσα και τα δάνεια πρέπει να επιστραφούν άμεσα.

(338)

Η επιστροφή των δανείων που χορηγήθηκαν στο ναυπηγείο δεν είναι, ωστόσο, αρκετή για να αποκατασταθεί η αρχική κατάσταση, εφόσον μέχρι την ημερομηνία επιστροφής του δανείου η εταιρεία είχε στη διάθεσή της χρηματοδότηση την οποία δεν θα μπορούσε υπό φυσιολογικές συνθήκες να λάβει στην αγορά. Για την αποκατάσταση της πρότερης κατάστασης, πρέπει επίσης να ανακτηθεί και αυτό το πλεονέκτημα, το μέγεθος του οποίου μπορεί μόνο κατά προσέγγιση να υπολογιστεί με τη χρησιμοποίηση ενός επιτοκίου που εφαρμόζεται σε δάνεια πολύ υψηλού κινδύνου. Ως εκ τούτου, για την περίοδο από την ημερομηνία χορήγησης του δανείου στο ναυπηγείο μέχρι την ημερομηνία επιστροφής του δανείου, η Επιτροπή πρέπει να διατάξει την ανάκτηση της διαφοράς ανάμεσα στο επιτόκιο που πράγματι κατέβαλε η SSN και σε ένα θεωρητικά επαρκές επιτόκιο για ένα δάνειο πολύ υψηλού κινδύνου. Για τον καθορισμό του τελευταίου επιτοκίου, η Επιτροπή επισημαίνει ότι η ανακοίνωσή της σχετικά με τη μέθοδο καθορισμού των επιτοκίων αναφοράς και προεξόφλησης αναφέρει ότι η προμήθεια κινδύνου μπορεί να είναι ανώτερη από τις 400 μονάδες βάσης πάνω από το επιτόκιο αναφοράς «εάν καμία ιδιωτική τράπεζα δεν θα δεχόταν να χορηγήσει το σχετικό δάνειο», όπως συμβαίνει στην προκειμένη περίπτωση. Σε διάφορες αποφάσεις της η Επιτροπή διαπίστωσε ότι μια επιβάρυνση 600 μονάδων βάσης πάνω από το επιτόκιο αναφοράς ήταν το ελάχιστο απαιτούμενο που αντανακλούσε μια κατάσταση υψηλού κινδύνου (44). Η Επιτροπή θεωρεί ότι αυτό αποτελεί το ελάχιστο για τα δάνεια που εξετάζονται στην προκειμένη περίπτωση.

(339)

Όσον αφορά τις εγγυήσεις, η Επιτροπή θα ακολουθήσει την ίδια προσέγγιση: για την περίοδο από την ημερομηνία χορήγησης της εγγύησης μέχρι την ημερομηνία τερματισμού της, η Επιτροπή πρέπει να διατάξει ανάκτηση του ισοδύναμου της ενίσχυσης που περιείχε η εγγύηση.

(340)

Αναφορικά με τις εγγυήσεις, η Επιτροπή θεωρεί ότι, όπως εξηγείται στην ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ για τις κρατικές ενισχύσεις με τη μορφή εγγυήσεων (45), το ισοδύναμο της ενίσχυσης είναι ίσο είτε με την επιδότηση επιτοκίου που επιτεύχθηκε χάρη στην εγγύηση (όταν η εγγύηση καλύπτει ένα δάνειο που χορηγείται με χαμηλότερο από το επιτόκιο της αγοράς) ή με τον συντελεστή κινδύνου του εγγυημένου ποσού μείον τις προμήθειες που κατέβαλε ο δικαιούχος.

(341)

Εντούτοις, όσον αφορά τις εγγυήσεις για προκαταβολές, η Επιτροπή επισημαίνει ότι οι προκαταβολές με την εγγύηση του KUKE αποτελούν στοιχείο μιας σύμβασης πώλησης, όχι σύμβασης δανείου, και δεν εφαρμόζεται επιτόκιο στις προκαταβολές. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή θεωρεί ότι, για να υπολογιστεί το στοιχείο της ενίσχυσης που έλαβε ο δικαιούχος, πρέπει να γίνει σύγκριση ανάμεσα στις προμήθειες που κατέβαλε το ναυπηγείο και στις προμήθειες που θα χρεώνονταν υπό φυσιολογικές συνθήκες στην αγορά. Η Επιτροπή θεωρεί ότι, για να γίνει ο προαναφερόμενος υπολογισμός, θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως προμήθειες αναφοράς οι προμήθειες που εφαρμόζονται σε συστήματα απαλλαγμένα από κρατική ενίσχυση, βάσει των οποίων ο KUKE εφαρμόζει το πρόγραμμά του ασφάλισης εξαγωγών με την εγγύηση του δημοσίου, το οποίο εγκρίθηκε με απόφαση της Επιτροπής της 18ης Ιουλίου 2007. Και σε αυτή την περίπτωση, οι εν λόγω προμήθειες πρέπει να προσαυξηθούν κατά τουλάχιστον 400 μονάδες βάσης, ώστε να αντανακλάται το γεγονός ότι το ναυπηγείο δεν ήταν επιλέξιμο να λάβει ενίσχυση βάσει αυτού του συστήματος. Οι εγγυήσεις που χορηγήθηκαν στο ναυπηγείο, λοιπόν, ενείχαν σημαντικά υψηλότερο κίνδυνο.

(342)

Όπως εξηγήθηκε προηγουμένως, εφόσον το ναυπηγείο δεν θα ήταν σε θέση να λάβει εγγυήσεις στην αγορά λόγω της δυσχερούς οικονομικής του κατάστασης, οι εγγυήσεις του KUKE πρέπει να τερματιστούν άμεσα για να τερματιστεί και η στρέβλωση του ανταγωνισμού που προκαλείται από την ενίσχυση.

(343)

Η συνεχής μη είσπραξη οφειλών εκ μέρους των δημόσιων αρχών συνιστά επίσης κρατική ενίσχυση και πρέπει να ληφθεί υπόψη (46). Αυτό εξομοιώνεται με ανανεούμενο δάνειο που χορηγείται με προνομιακούς όρους και, κατά συνέπεια, η ενίσχυση αντιστοιχεί στη διαφορά ανάμεσα στο επιτόκιο το οποίο θα εφαρμοζόταν από την αγορά (για μια εταιρεία παρόμοιας πιστοληπτικής ικανότητας σε παρόμοια δημοσιονομική και οικονομική κατάσταση και με παρόμοιες εξασφαλίσεις) και στο επιτόκιο που εφάρμοσε ο οργανισμός που χορήγησε την ενίσχυση.

(344)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι, λόγω της συνεχιζόμενης δυσχερούς οικονομικής κατάστασης του ναυπηγείου, ένας πιστωτής της οικονομίας της αγοράς θα ασκούσε αναγκαστική είσπραξη των απαιτήσεών του αμέσως μετά τη λήξη τους. Κατά συνέπεια, το γεγονός ότι οι πολωνικές αρχές δεν έλαβαν αμέσως μέτρα αναγκαστικής είσπραξης συνιστούσε χορήγηση ενίσχυσης και, ως εκ τούτου, ως ημερομηνία λήξης κάθε ανεξόφλητης οφειλής θα έπρεπε να θεωρείται η ημερομηνία χορήγησης της ενίσχυσης. Το στοιχείο της ενίσχυσης είναι ίσο προς τη διαφορά ανάμεσα στο επιτόκιο που θα εφαρμοζόταν στην αγορά (έναντι μιας επιχείρησης παρόμοιας πιστοληπτικής ικανότητας σε παρόμοια δημοσιονομική και οικονομική κατάσταση και με παρόμοιες εξασφαλίσεις) και στο επιτόκιο που εφάρμοσαν οι αρχές.

(345)

Επειδή κάθε επιχειρηματίας της οικονομίας της αγοράς θα απαιτούσε άμεση εξόφληση των οφειλών από το ναυπηγείο, πρέπει να επιστραφούν άμεσα όχι μόνο το στοιχείο της ενίσχυσης που προέκυψε από το χαμηλότερο επιτόκιο, αλλά και οι συσσωρευθείσες οφειλές.

(346)

Η Επιτροπή επισημαίνει ότι οι εισφορές κεφαλαίου από το κράτος ή από κρατικά ελεγχόμενες επιχειρήσεις, όπως η ARP και η KPS, σε προβληματικές επιχειρήσεις, όταν δεν αναμένονται κέρδη κατά τη στιγμή της χορήγησης των κεφαλαίων θεωρούνται μη επιστρεπτέες επιχορηγήσεις (47). Για να αρθεί η στρέβλωση του ανταγωνισμού που προκλήθηκε από την εισφορά κεφαλαίου, το ναυπηγείο θα έπρεπε να επιστρέψει ολόκληρο το ποσό του χορηγηθέντος κεφαλαίου.

(347)

Με επιστολή της 3ης Νοεμβρίου 2008, η Πολωνία δεσμεύθηκε να εφαρμόσει την παρούσα απόφαση με την πώληση των στοιχείων ενεργητικού του ναυπηγείου στην τιμή της αγοράς με ανοικτό, διαφανή, χωρίς όρους και χωρίς διακρίσεις διαγωνισμό (που διενεργείται σύμφωνα με τους ειδικούς όρους της επιστολής της Επιτροπής της 27ης Οκτωβρίου 2008) και τη λύση και εκκαθάριση της SSN. Η Πολωνία πρέπει να καταγράψει άμεσα στη διαδικασία εκκαθάρισης της SSN όλες τις απαιτήσεις ανάκτησης κρατικής ενίσχυσης βάσει της παρούσας απόφασης. Με επιστολή της 6ης Νοεμβρίου 2008, η Επιτροπή ενημέρωσε την Πολωνία ότι, αν τηρηθούν αυτοί οι όροι, η πώληση στοιχείων ενεργητικού δεν θα συνιστά νέα ενίσχυση στους αγοραστές των περιουσιακών στοιχείων του ναυπηγείου και τα στοιχεία ενεργητικού θα μπορούσαν να μεταφερθούν στους αγοραστές χωρίς καμία υποχρέωση σε σχέση με την επιστροφή παράνομης και ασυμβίβαστης κρατικής ενίσχυσης που χορηγήθηκε στο ναυπηγείο κατά το παρελθόν, σύμφωνα με την απαίτηση να μην υπάρχει οικονομική συνέχεια ανάμεσα στους δικαιούχους της ενίσχυσης και τη δραστηριότητα των αγοραστών (48). Η Επιτροπή θα παρακολουθεί στενά εάν πληρούνται οι όροι που καθορίστηκαν στην επιστολή της Επιτροπής της 27ης Οκτωβρίου 2008 και έγιναν αποδεκτοί από τις πολωνικές αρχές, για να αξιολογήσει τη σωστή εφαρμογή της παρούσας απόφασης.

(348)

Η Πολωνία δεσμεύεται ρητά να τηρήσει τους ακόλουθους όρους.

(349)

Τα στοιχεία ενεργητικού (χωρίς οφειλές) θα πωληθούν με διαδικασία ανοικτού, διαφανούς, χωρίς διακρίσεις και χωρίς όρους διαγωνισμού. Η SSN θα εκκαθαριστεί με όλα τα υπολειπόμενα στοιχεία ενεργητικού και παθητικού.

(350)

Τα στοιχεία ενεργητικού πρέπει να πωληθούν στην τιμή της αγοράς (στον υπερθεματιστή). Τα στοιχεία ενεργητικού πρέπει να διατεθούν για πώληση χωριστά ή σε πολλές μικρές δέσμες, διαμορφωμένες με τρόπο που να εξασφαλίζει τα περισσότερα έσοδα από την πώληση. Οι δέσμες αυτές δεν πρέπει να αποτελούνται από οργανικά μέρη μιας επιχείρησης ή δραστηριότητας. Ωστόσο, ο τρόπος καθορισμού των δεσμών δεν πρέπει να εμποδίσει τους δυνητικούς αγοραστές να υποβάλουν κοινή προσφορά για περισσότερα στοιχεία /δέσμες.

(351)

Ο διαγωνισμός πρέπει να είναι χωρίς διακρίσεις, να διασφαλίζει δηλαδή τη συμμετοχή όλων των τύπων δυνητικών αγοραστών στην πώληση, χωρίς καμία διάκριση όσον αφορά τον στόχο της επένδυσής τους.

(352)

Απαγορεύεται να τεθούν όροι στον διαγωνισμό (όπως η διατήρηση της απασχόλησης ή της δραστηριότητας ή η ανάληψη υφιστάμενων συμβάσεων). Το αποκλειστικό κριτήριο για την επιλογή της συμφερότερης προσφοράς πρέπει να είναι η εξασφάλιση όσο το δυνατόν περισσότερων εσόδων προς όφελος των πιστωτών του ναυπηγείου.

(353)

Οι πιστωτές του ναυπηγείου, δημόσιοι και ιδιωτικοί, περιλαμβανομένων των πελατών του ναυπηγείου, πρέπει να διατηρήσουν την ίδια σειρά ικανοποίησης απαιτήσεων και τα δικαιώματα όσον αφορά τα έσοδα από την πώληση στοιχείων ενεργητικού, τα οποία θα είχαν και σε μια διαδικασία πτώχευσης.

(354)

Απαγορεύεται η χορήγηση νέας κρατικής ενίσχυσης στο πλαίσιο της πώλησης, είτε με μορφή διαγραφής ή εξόφλησης με κρατική χρηματοδότηση οφειλών προς το δημόσιο ή σε ιδιώτες πιστωτές, εισφορών κεφαλαίου, χορήγησης δανείων, εγγυήσεων ή η λήψη άλλων μέτρων. Οι ενδεχόμενες νέες οφειλές δημοσίου δικαίου που θα δημιουργηθούν κατά το διάστημα που είναι αυστηρά απαραίτητο για την ολοκλήρωση της διαδικασίας πώλησης θα πρέπει να απαιτηθούν από το προϊόν της εκκαθάρισης.

(355)

Η πώληση πρέπει να διενεργηθεί από ανεξάρτητο διαχειριστή, ο οποίος θα έχει όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις ενός συνδίκου πτώχευσης. Πρέπει να δημιουργηθεί ένας μηχανισμός που θα επιτρέψει στους πιστωτές να επιβλέψουν αποτελεσματικά την πώληση και να διασφαλίσει τη διενέργεια της πώλησης με τους όρους της αγοράς και την τήρηση της σειράς ικανοποίησης των απαιτήσεων και των δικαιωμάτων επί των εσόδων των πωλήσεων. Επιπλέον, η Πολωνία και η Επιτροπή θα ορίσουν από κοινού έναν επιβλέποντα διαχειριστή με ειδική εντολή να βοηθήσει την Επιτροπή να ελέγξει αν η διαδικασία πώλησης και ανάκτησης της ενίσχυσης είναι απολύτως σύμφωνη με τις ανωτέρω απαιτήσεις. Γι’ αυτόν το σκοπό, ο επιβλέπων διαχειριστής θα υποβάλλει τακτικές, αναλυτικές εκθέσεις στην Επιτροπή σε κάθε στάδιο της διαδικασίας.

(356)

Η Πολωνία δήλωσε ότι πρέπει να εκδώσει νομοθετική πράξη για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης. Η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι για τον σκοπό αυτό απαιτείται μεγαλύτερη περίοδος εφαρμογής από τη συνήθη, λόγω και του μεγάλου αριθμού επιμέρους μέτρων κρατικής ενίσχυσης τα οποία αφορά η παρούσα απόφαση και της διαφορετικής μορφής και διάρκειας αυτών των μέτρων. Η Επιτροπή ζητεί, συνεπώς, από την Πολωνία να εφαρμόσει την παρούσα απόφαση εντός επτά μηνών από την ημερομηνία της κοινοποίησής της.

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η κρατική ενίσχυση που περιγράφεται στις αιτιολογικές σκέψεις 187–201, η οποία χορηγήθηκε παράνομα στην SSN από την Πολωνία κατά παράβαση του άρθρου 88 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ, είναι ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά.

Επιπλέον, όλες οι εγγυήσεις προκαταβολών που χορηγήθηκαν στην SSN από την Πολωνία, κατά παράβαση του άρθρου 88 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ από την 1η Ιουλίου 2007 μέχρι την ημερομηνία της παρούσας απόφασης, είναι ασυμβίβαστες με την κοινή αγορά.

Άρθρο 2

Όσον αφορά τα δάνεια που ελήφθησαν από διάφορους δημόσιους οργανισμούς και περιγράφονται στις αιτιολογικές σκέψεις 187–201, η Πολωνία πρέπει να ανακτήσει ενίσχυση ίση με τη διαφορά, για την περίοδο από τη χορήγηση μέχρι την αποπληρωμή του δανείου, μεταξύ του επιτοκίου που πράγματι κατέβαλε η SSN και του επιτοκίου με το οποίο ο δικαιούχους θα ελάμβανε το δάνειο στην αγορά. Επιπλέον, εάν κάποιο δάνειο δεν έχει επιστραφεί μέχρι την έκδοση της παρούσας απόφασης, πρέπει να επιστραφεί άμεσα.

Άρθρο 3

Όσον αφορά τις εγγυήσεις προκαταβολών που χορήγησε ο KUKE, οι οποίες περιγράφονται στις αιτιολογικές σκέψεις 187–201, η Πολωνία οφείλει να ανακτήσει, για την περίοδο από τη χορήγηση μέχρι τη λήξη της εγγύησης, ενίσχυση ίση προς τη διαφορά μεταξύ της προμήθειας εγγύησης που κατέβαλε ο δικαιούχος και της προμήθειας εγγύησης με την οποία θα είχε λάβει την εγγύηση στην αγορά. Επιπλέον, εάν κάποια από τις εγγυήσεις εξακολουθεί να ισχύει κατά τον χρόνο έκδοσης της παρούσας απόφασης, πρέπει να τερματιστεί άμεσα.

Άρθρο 4

Το άρθρο 3 εφαρμόζεται επίσης κατ’ αναλογία σε όλες τις εγγυήσεις προκαταβολής που χορήγησε η Πολωνία στην SSN κατά παράβαση του άρθρου 88 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ από την 1η Ιουλίου 2007 μέχρι την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 5

Όσον αφορά τις μη εισπραχθείσες οφειλές προς διάφορους δημόσιους οργανισμούς, όπως περιγράφεται στις αιτιολογικές σκέψεις 187–201, η Πολωνία οφείλει να ανακτήσει, για την περίοδο από τη χορήγηση της ενίσχυσης μέχρι την αποπληρωμή της οφειλής στο δημόσιο, ποσό ενίσχυσης ίσο προς τη διαφορά μεταξύ του επιτοκίου που πράγματι κατέβαλε η SSN και του επιτοκίου με το οποίο ο δικαιούχος θα είχε λάβει αναβολή της λήξης των οφειλών του από έναν πιστωτή της οικονομίας της αγοράς. Επιπλέον, κάθε εκκρεμής οφειλή δημοσίου δικαίου πρέπει να επιστραφεί άμεσα.

Άρθρο 6

Όσον αφορά τις εισφορές κεφαλαίου από διάφορους δημόσιους οργανισμούς, όπως περιγράφεται στις αιτιολογικές σκέψεις 187–201, η Πολωνία οφείλει να ανακτήσει ενίσχυση ίση με το πλήρες ποσό της εισφοράς κεφαλαίου.

Άρθρο 7

1.   Η Πολωνία οφείλει να ανακτήσει την ενίσχυση από τον δικαιούχο βάσει των διατάξεων των άρθρων 2 έως 6. Η ενίσχυση θα ανακτηθεί σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που εξηγούνται στις αιτιολογικές σκέψεις 334–347.

2.   Τα προς ανάκτηση ποσά πρέπει να είναι έντοκα από την ημερομηνία κατά την οποία τέθηκαν στη διάθεση της SSN μέχρι την πραγματική ανάκτησή τους.

3.   Το επιτόκιο υπολογίζεται σε σύνθετη βάση, σύμφωνα με το κεφάλαιο V του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 794/2004 της Επιτροπής (49), και με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 271/2008 (50), που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 794/2004.

4.   Η Πολωνία οφείλει να ακυρώσει όλες τις εκκρεμείς πληρωμές της ενίσχυσης που αναφέρεται στο άρθρο 1 με ισχύ από την ημερομηνία κοινοποίησης της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 8

1.   Η ανάκτηση της ενίσχυσης που αναφέρεται στο άρθρο 1 είναι άμεση και πραγματική.

2.   Η Πολωνία οφείλει να εξασφαλίσει την εφαρμογή της παρούσας απόφασης εντός επτά μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησής της.

Άρθρο 9

1.   Εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης, η Πολωνία θα υποβάλει τα ακόλουθα στοιχεία στην Επιτροπή:

α)

το συνολικό ποσό (κεφάλαιο και τόκοι) που πρέπει να ανακτηθεί από τον δικαιούχο·

β)

λεπτομερή περιγραφή των μέτρων που έχουν ήδη ληφθεί και σχεδιάζεται να ληφθούν για τη συμμόρφωση με την παρούσα απόφαση·

γ)

έγγραφα που αποδεικνύουν ότι ο δικαιούχος έχει διαταχθεί να επιστρέψει την ενίσχυση·

δ)

αποδεικτικά στοιχεία ότι έχουν τερματιστεί όλες οι εκκρεμείς εγγυήσεις προκαταβολών.

2.   Η Πολωνία ενημερώνει την Επιτροπή για τα συνακόλουθα εθνικά μέτρα που λαμβάνονται για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης μέχρι να ολοκληρωθεί η ανάκτηση της αναφερόμενης στο άρθρο 1 ενίσχυσης.

Εάν το ζητήσει η Επιτροπή, η Πολωνία υποβάλλει άμεσα στοιχεία για τα μέτρα που έχουν ήδη ληφθεί και προγραμματίζονται για τη συμμόρφωση με την παρούσα απόφαση.

Παρέχει επίσης λεπτομερή στοιχεία όσον αφορά τα ποσά της ενίσχυσης και τους τόκους που έχουν ήδη ανακτηθεί από τον δικαιούχο.

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στην Πολωνία

Βρυξέλλες, 6 Νοεμβρίου 2008.

Για την Επιτροπή

Neelie KROES

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ C 23 της 1.2.2007, σ. 20.

(2)  ΕΕ C 222 της 2.9.2005, σ. 7.

(3)  Άρθρο 5 παράγραφοι 1 και 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1083/2006 του Συμβουλίου, της 11ης Ιουλίου 2006, περί καθορισμού των γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και το Ταμείο Συνοχής και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/1299 (ΕΕ L 210 της 31.7.2006, σ. 25).

(4)  Απόφαση αριθ. 2006/596/ΕΚ της Επιτροπής, της 4ης Αυγούστου 2005, σχετικά με την κατάρτιση του καταλόγου των περιφερειών που είναι επιλέξιμες για χρηματοδότηση από το Ταμείο Συνοχής για την περίοδο 2007–2013 (ΕΕ L 243 της 6.9.2006, σ. 47).

(5)  Επιστολή της 9ης Ιανουαρίου 2008.

(6)  Απόφαση του Πρωτοδικείου στην υπόθεση T-109/01 Fleuren Compost κατά Επιτροπής [2004] Συλλογή II-127.

(7)  Πρακτικά του Υπουργικού Συμβουλίου της 25ης Ιανουαρίου 2005 και της 5ης Οκτωβρίου 2005 που δημοσιεύθηκαν στον δικτυακό του τόπο.

(8)  Επιστολή της 13ης Μαρτίου 2006.

(9)  «Πρώτη έκδοση του σχεδίου αναδιάρθρωσης της SSN με επιχειρηματικό σχέδιο για την SSN την περίοδο 2008–2012, με βάση τις πληροφορίες που ελήφθησαν κατά τη διαδικασία «Due diligence» στο ναυπηγείο» και «Συμπληρωματικές εξηγήσεις, σύνοψη του προγράμματος αναδιάρθρωσης και ανάληψη δεσμεύσεων σχετικά με την αγορά της SSN που υπέβαλε η Amber» της 29ης Φεβρουαρίου 2008.

(10)  Μέρη του κειμένου έχουν απαλειφθεί για να μην αποκαλυφθούν εμπιστευτικά στοιχεία· αυτά εμφανίζονται με αποσιωπητικά ανάμεσα σε αγκύλες.

(11)  Επιστολή της 11ης Ιουλίου 2007.

(12)  Επιστολή της 9ης Ιανουαρίου 2008.

(13)  Επιστολή της 9ης Ιανουαρίου 2008, σ. 15.

(14)  Επιστολή της 17ης Φεβρουαρίου 2006.

(15)  Στρατηγική για τον ναυπηγικό κλάδο (ναυπηγεία κατασκευής πλοίων) στην Πολωνία 2006–2010, που εκδόθηκε τον Αύγουστο του 2006, σ. 30.

(16)  Παράρτημα 1 της επιστολής της 6ης Ιουνίου 2008.

(17)  Επιστολή της 26ης Ιουνίου 2008.

(18)  Ο κατάλογος των εγγυήσεων κοινοποιήθηκε από την Πολωνία στο παράρτημα 11 του σχεδίου αναδιάρθρωσης της Mostostal, που υποβλήθηκε στις 26 Ιουνίου 2008.

(19)  Βλ. επίσης απόφαση της Επιτροπής της 18ης Ιουλίου 2007 στην υπόθεση N 105/07, Σύστημα εγγυήσεων για συμβάσεις εξαγωγών, συνοπτική ανακοίνωση στην ΕΕ C 214 της 13.9.2007, σ. 3.

(20)  Προμνημονευθείσα απόφαση του Πρωτοδικείου στην υπόθεση T-109/01 Fleuren Compost κατά Επιτροπής, σκέψη 74.

(21)  Γνώμη του Γενικού Εισαγγελέα Jacobs στην υπόθεση C-256/97 DM Transport [1999] Συλλογή I-3915· υπόθεση C-480/98 Ισπανία κατά Επιτροπής («Magefesa») [2000] Συλλογή I-8717.

(22)  Απόφαση του Πρωτοδικείου στην υπόθεση T-109/01 Fleuren Compost κατά Επιτροπής, σκέψη 74.

(23)  Το μέτρο αυτό δεν περιλαμβανόταν στο μέρος Α του παραρτήματος της απόφασης για την κίνηση της επίσημης διαδικασίας έρευνας ως μέτρο που τέθηκε σε εφαρμογή πριν την προσχώρηση.

(24)  Γνώμη του Γενικού Εισαγγελέα Jacobs στην υπόθεση C-256/97 DM Transport [1999] Συλλογή I-3915· υπόθεση C-480/98 Ισπανία κατά Επιτροπής («Magefes») [2000] Συλλογή I-8717.

(25)  ΕΕ C 273 της 9.9.1997, σ. 3.

(26)  Μια στρατηγική για τον ναυπηγικό κλάδο (ναυπηγεία κατασκευής πλοίων) στην Πολωνία 2006–2010, που εκδόθηκε τον Αύγουστο του 2006, σ. 7.

(27)  Απόφαση της Επιτροπήςστην υπόθεση N 105/07.

(28)  Άρθρο 3 παράγραφος 1 του ψηφίσματος 111/2006 της Επιτροπής για την Πολιτική Ασφάλισης Εξαγωγών, της 20ής Δεκεμβρίου 2006.

(29)  ΕΕ C 71 της 11.3.2001, σ. 14.

(30)  ΕΕ C 244 της 1.10.2004, σ. 2.

(31)  ΕΕ C 288 της 9.10.1999, σ. 2.

(32)  ΕΕ C 317 της 30.12.2003, σ.12.

(33)  Επιστολή της 4ης Οκτωβρίου 2005 με τις παρατηρήσεις της Πολωνίας για την απόφαση να κινηθεί η επίσημη διαδικασία έρευνας.

(34)  Η Amber ανέφερε ότι από την ανάλυσή της προέκυψε ότι η αναδιάρθρωση την οποία σκόπευε να πραγματοποιήσει δεν θα εξασφάλιζε την κερδοφορία του ναυπηγείου.

(35)  Βλ. παράγραφο 43 των κατευθυντήριων γραμμών.

(36)  Μέρος αυτών των οφειλών μετατράπηκε σε ίδια κεφάλαια τον Αύγουστο του 2008 (131,5 εκατ. PLΝ· βλ. παράγραφο 201) και ένα μέρος πρέπει να αποπληρωθεί (66 εκατ. PLN).

(37)  Επιπλέον, η Επιτροπή επισημαίνει ότι, σύμφωνα με ένα παράρτημα του σχεδίου αναδιάρθρωσης της 12ης Σεπτεμβρίου 2008, το οποίο παρουσιάζει τις γενικές υποθέσεις της διαδικασίας αναδιάρθρωσης, η αξία αυτής της γης υπολογιζόταν αρχικά σε […] εκατ. PLN.

(38)  Η υπόθεση αυτή είναι παρόμοια με την υπόθεση Automobile Craiova (υπόθεση αριθ. 6/07), στην οποία η Επιτροπή συμπέρανε ότι, στο πλαίσιο της διαδικασίας ιδιωτικοποίησης της Automobile Craiova, οι ρουμανικές αρχές είχαν επιβάλει ορισμένους όρους στον αγοραστή (όσον αφορά το ελάχιστο επίπεδο απασχόλησης και επένδυσης στην πωληθείσα επιχείρηση), με ανταλλαγή τη μείωση της τιμής πώλησης, το οποίο συνιστούσε κρατική ενίσχυση προς όφελος της πωληθείσας επιχείρησης.

(39)  Η Επιτροπή επισημαίνει ότι, μετά την ολοκλήρωση των υφισταμένων συμβάσεων και την εφαρμογή των προγραμματισθέντων μέτρων αναδιάρθρωσης, η SSN Nowa υποτίθεται ότι θα εκκαθαρισθεί και αν υπάρξει περίσσεια μετρητών, αυτά θα μοιρασθούν ισομερώς στη Mostostal και το κράτος. Η Επιτροπή θεωρεί ότι αυτό στην καλύτερη περίπτωση θα μείωνε το ποσό της κρατικής ενίσχυσης που χορηγήθηκε στο πλαίσιο της ιδιωτικοποίησης, αλλά δεν θα άλλαζε το γεγονός ότι η μεταβίβαση των στοιχείων ενεργητικού σε τιμή χαμηλότερη από την αγοραία αξία εμπεριείχε κρατική ενίσχυση και, κατά συνέπεια, η πώλησή τους δεν μπορεί να θεωρηθεί συνεισφορά απαλλαγμένη από κρατική ενίσχυση.

(40)  Στη συνεδρίαση της 10ης Σεπτεμβρίου 2008, ήταν σαφές ότι το σχέδιο αναδιάρθρωσης το συνέταξε η Mostostal και όχι η Ulstein. Η Ulstein δεν είχε καν δει το σχέδιο που στάλθηκε στην Επιτροπή στις 3 Σεπτεμβρίου 2008 και εξεπλάγη όταν πληροφορήθηκε ότι είχε αναλάβει δέσμευση για εισφορά στο μετοχικό κεφάλαιο ύψους 114 εκατ. PLN.

(41)  Λαμβάνεται υπόψη η ισοτιμία USD 1 = PLN 2,3.

(42)  Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη μέθοδο καθορισμού των επιτοκίων αναφοράς και προεξόφλησης, ΕΕ C 273 της 9.9.1997, σ. 3.

(43)  Βλ. παραδείγματος χάρη ανακοίνωση της Επιτροπής για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις κρατικές ενισχύσεις με τη μορφή εγγυήσεων (2000/C 71/07) (ΕΕ C 71 της 11.3.2000, σ. 14). Το σημείο 3.2 της ανακοίνωσης αναφέρει ότι σε περίπτωση στην οποία, κατά τον χρόνο χορήγησης του δανείου, υπάρχουν σοβαρές υπόνοιες ότι ο οφειλέτης δεν θα είναι σε θέση να εξοφλήσει την οφειλή του, η αξία της εγγύησης μπορεί να φθάσει μέχρι και το ποσό που καλύπτει η εν λόγω εγγύηση.

(44)  Αιτιολογική σκέψη 68 της απόφασης 2005/827/ΕΚ της Επιτροπής, της 16ης Ιουνίου 2004, σχετικά με τα μέτρα που έθεσε σε εφαρμογή η Ισπανία υπέρ της Siderúrgica Añón SA (ΕΕ L 311 της 26.11.2005, σ.22)· αιτιολογική σκέψη 42 της απόφασης 2003/284/ΕΚ της Επιτροπής, της 11ης Δεκεμβρίου 2002, σχετικά με την κρατική ενίσχυση που χορήγησε η Ισπανία στην Sniace SA (ΕΕ L 108 της 30.4.2003, σ. 35).

(45)  Ibidem.

(46)  Βλ. παραδείγματος χάρη απόφαση της Επιτροπής της 23ης Οκτωβρίου 2007 σχετικά με την ενίσχυση αριθ. C 23/06 την οποία χορήγησε η Πολωνία στη χαλυβουργία Technologie Buczek Group (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί).

(47)  Βλ. παραδείγματος χάρη την απόφαση 2005/652/ΕΚ της Επιτροπής, της 20ής Οκτωβρίου 2004, σχετικά με την Κρατική Ενίσχυση C 38/03 που χορήγησε η Ισπανία (συμπληρωματική ενίσχυση αναδιάρθρωσης στα δημόσια ισπανικά ναυπηγεία) (ΕΕ L 240 της 16.9.2005 σ. 45).

(48)  Βλ. υπόθεση C-277/00 Γερμανία κατά ΕπιτροπήςSMI») [2004] Συλλογή I-3925 και υποθέσεις C-328/99 και C-399/00 Ιταλία και SMI 2 Multimedia Spa κατά Επιτοπής [2003] Συλλογή I-4035.

(49)  ΕΕ L 140 της 30.4.2004, σ. 1.

(50)  ΕΕ L 82 της 25.3.2008, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΣΑΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ

1.   Υπολογισμός του ποσού που πρέπει να ανακτηθεί

1.1.

Παρακαλούμε να δώσετε τα ακόλουθα στοιχεία για το ποσό της παράνομης κρατικής ενίσχυσης που χορηγήθηκε στον αποδέκτη της:

Ημερομηνία(-ες) (1)

Ποσό της ενίσχυσης (2)

Νόμισμα

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Παρατηρήσεις:

1.2.

Εξηγείστε αναλυτικά τον τρόπο υπολογισμού του επιτοκίου επί του ποσού της ενίσχυσης πρέπει να ανακτηθεί.

2.   Σχεδιαζόμενα και ήδη ληφθέντα μέτρα για την ανάκτηση της ενίσχυσης

2.1.

Περιγράψτε αναλυτικά τα σχεδιαζόμενα και ήδη ληφθέντα μέτρα για την άμεση και πραγματική ανάκτηση της ενίσχυσης. Αναφέρετε επίσης, εφόσον υπάρχει, τη νομική βάση για τα ληφθέντα/σχεδιαζόμενα μέτρα.

2.2.

Ποιο είναι το χρονοδιάγραμμα της διαδικασίας ανάκτησης; Μέχρι ποια ημερομηνία θα έχει ολοκληρωθεί η ανάκτηση της ενίσχυσης;

3.   Ήδη ανακτηθείσα ενίσχυση

3.1.

Αναφέρατε λεπτομερή στοιχεία για τα ποσά της ενίσχυσης που έχουν ήδη ανακτηθεί από τον δικαιούχο:

Ημερομηνία(-ες) (3)

Ποσό της επιστραφείσας ενίσχυσης

Νόμισμα

 

 

 

 

 

 

 

 

 

3.2.

Επισυνάψτε αποδεικτικά επιστροφής των ποσών της ενίσχυσης που προσδιορίζονται στον πίνακα του σημείου 3.1 ανωτέρω.


(1)  Η ημερομηνία(-ες) την οποία διατέθηκε η ενίσχυση (επιμέρους δόσεις της ενίσχυσης) στον αποδέκτη.

(2)  Ποσό της ενίσχυσης που διατέθηκε στον αποδέκτη (ακαθάριστο ισοδύναμο ενίσχυσης).

(3)  Ημερομηνία(-ες) επιστροφής της ενίσχυσης