19.12.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 338/5


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 1251/2009 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 18ης Δεκεμβρίου 2009

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1911/2006 για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές διαλυμάτων ουρίας και νιτρικού αμμωνίου, καταγωγής, μεταξύ άλλων, Ρωσίας

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για τη λειτουργία της ΕυρωπαϊκήςΕνωσης,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) (ο «βασικός κανονισμός»), και ιδίως το άρθρο 9 παράγραφος 4 και το άρθρο 11 παράγραφος 4,

την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή κατόπιν διαβουλεύσεως με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

Α.   ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1995/2000 (2), το Συμβούλιο επέβαλε οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές διαλυμάτων ουρίας και νιτρικού αμμωνίου («UAN») καταγωγής, μεταξύ άλλων, Ρωσίας. Ο εν λόγω κανονισμός θα αναφέρεται εφεξής ως ο «αρχικός κανονισμός» και η έρευνα που οδήγησε στα μέτρα που επιβλήθηκαν από τον αρχικό κανονισμό θα αναφέρεται εφεξής ως «αρχική έρευνα».

(2)

Κατόπιν αναθεώρησης λόγω λήξης που άρχισε τον Σεπτέμβριο του 2005 («αναθεώρηση λόγω λήξης»), το Συμβούλιο, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1911/2006 (3), ανανέωσε για πέντε έτη αυτά τα μέτρα στο ισχύον επίπεδό τους. Τα μέτρα συνίστανται σε συγκεκριμένους δασμούς.

Β.   ΠΑΡΟΥΣΑ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

1.   ΑΙΤΗΜΑ ΓΙΑ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗ

(3)

Αίτημα για επανεξέταση νέου εξαγωγέα (η « παρούσα επανεξέταση») σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού, υποβλήθηκε από την Joint Stock Company Acron («αιτών»), παραγωγό εξαγωγέα στη Ρωσία. Το αίτημα ήταν περιορισμένο στην άσκηση πρακτικής ντάμπινγκ από τον αιτούντα.

(4)

Ο αιτών ισχυρίστηκε ότι δεν εξήγε UAN στην Ένωση κατά την περίοδο της έρευνας επί της οποίας είχαν βασισθεί τα μέτρα αντιντάμπινγκ, δηλαδή την περίοδο από 1ης Ιουνίου 1998 μέχρι τις 31 Μαΐου 1999 (η «αρχική περίοδος έρευνας») και ότι δεν σχετίζεται με ουδένα από τους παραγωγούς εξαγωγείς UAN που υπόκεινται στα προαναφερθέντα μέτρα αντιντάμπινγκ. Ο αιτών ισχυρίστηκε περαιτέρω ότι άρχισε να εξάγει UAN στην Ένωση μετά το τέλος της αρχικής περιόδου έρευνας.

2.   ΕΝΑΡΞΗ ΜΙΑΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ «ΝΕΟΥ ΕΞΑΓΩΓΕΑ»

(5)

Η Επιτροπή εξέτασε τα εκ πρώτης όψεως στοιχεία που υποβλήθηκαν από τον αιτούντα και τα θεώρησε επαρκή ως αιτιολόγηση της έναρξης επανεξέτασης σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού. Κατόπιν διαβουλεύσεως με τη συμβουλευτική επιτροπή και αφού δόθηκε η ευκαιρία στον ενδιαφερόμενο βιομηχανικό κλάδο της Ένωσης να διατυπώσει τα σχόλια του, η Επιτροπή ξεκίνησε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 241/2009 (4), επανεξέταση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. το 1911/2006 («ισχύοντα μέτρα») όσον αφορά τον αιτούντα.

(6)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 241/2009, ο δασμός αντιντάμπινγκ των 20,11 EUR/τόνο που επιβλήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1911/2006 στις εισαγωγές UAN που παρήχθησαν και πωλήθηκαν για εξαγωγή στην Ένωση από τον αιτούντα ακυρώθηκε. Ταυτόχρονα, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, οι τελωνειακές αρχές οδηγήθηκαν να λάβουν τα ενδεικνυόμενα μέτρα για να καταχωρίσουν αυτές τις εισαγωγές.

3.   ΤΟ ΥΠΟΨΗ ΠΡΟΪΟΝ

(7)

Το προϊόν που αφορά η παρούσα επανεξέταση είναι το ίδιο με εκείνο στην αρχική έρευνα, ήτοι διάλυμα ουρίας και νιτρικού αμμωνίου, ένα υγρό λίπασμα που χρησιμοποιείται συνήθως στη γεωργία, καταγωγής Ρωσίας (το «υπόψη προϊόν»). Αυτό συνίσταται σε μείγμα ουρίας, νιτρικού αμμωνίου και ύδατος. Το υπόψη προϊόν υπάγεται τη στιγμή αυτή στον κωδικό ΣΟ 3102 80 00.

4.   ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ

(8)

Η Επιτροπή ενημέρωσε επίσημα τον αιτούντα, τους αντιπροσώπους της χώρας εξαγωγής και την ένωση παραγωγών της Ένωσης για την έναρξη της επανεξέτασης. Στα ενδιαφερόμενα μέρη δόθηκε η ευκαιρία να γνωστοποιήσουν τις απόψεις τους εγγράφως και να ζητήσουν ακρόαση εντός του χρονικού ορίου που είχε ορισθεί στην ανακοίνωση περί έναρξης της διαδικασίας. Σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, που το ζήτησαν και απέδειξαν ότι υπήρχαν ιδιαίτεροι λόγοι για τους οποίους θα έπρεπε να ακουστούν, χορηγήθηκε ακρόαση.

(9)

Η Επιτροπή απέστειλε ερωτηματολόγια στον αιτούντα και τις συνδεόμενες με αυτόν εταιρείες και έλαβε απαντήσεις εντός των προθεσμιών που είχαν τεθεί για τον συγκεκριμένο σκοπό. Η Επιτροπή αναζήτησε και επαλήθευσε όλες τις πληροφορίες που κρίθηκαν απαραίτητες για τον προσδιορισμό της πρακτικής ντάμπινγκ. Η Επιτροπή πραγματοποίησε επιτόπιους ελέγχους στις εγκαταστάσεις του υποψηφίου και της συνδεδεμένης με αυτόν εταιρείας:

JSC Acron, Novgorod, Ρωσία,

Agronova International Inc., Hallandale, ΗΠΑ («Agronova»).

5.   ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ

(10)

Η περίοδος έρευνας επανεξέτασης «νέου εξαγωγέα» κάλυψε την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2008 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2008 («ΠΕΕ»).

Γ.   ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

1.   ΠΡΟΣΟΝΤΑ «ΝΕΟΥ ΕΞΑΓΩΓΕΑ»

(11)

Η έρευνα επιβεβαίωσε ότι ο αιτών δεν είχε εξαγάγει το εν λόγω προϊόν κατά τη διάρκεια της αρχικής περιόδου έρευνας και ότι είχε αρχίσει την εξαγωγή στην Ένωση μετά από αυτήν την περίοδο.

(12)

Επιπλέον, ο αιτών ήταν σε θέση να καταδείξει ότι δεν σχετιζόταν με ουδένα από τους εξαγωγείς ή παραγωγούς στη Ρωσία που υπόκεινται στα μέτρα αντιντάμπινγκ που ισχύουν για τις εισαγωγές του υπόψη προϊόντος, καταγωγής Ρωσίας.

(13)

Σε αυτό το πλαίσιο, επιβεβαιώνεται ότι ο αιτών θα πρέπει να θεωρηθεί «νέος εξαγωγέας» σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

2.   ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

2.1.   ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΚΑΝΟΝΙΚΗΣ ΑΞΙΑΣ

(14)

Ο αιτών δεν είχε εγχώριες πωλήσεις στη Ρωσία του εν λόγω προϊόντος. Οσάκις οι εγχώριες τιμές δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν προκειμένου να καθορισθεί η κανονική αξία, θα πρέπει να εφαρμοσθεί μια άλλη μέθοδος. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή υπολόγισε αντ’ αυτής μια κατασκευασμένη κανονική αξία, ως εξής.

(15)

Η κανονική αξία κατασκευάσθηκε βάσει του κόστους παραγωγής που βάρυνε τον αιτούντα συν ένα λογικό ποσό για τις δαπάνες διάθεσης προς πώληση, τα γενικά και διοικητικά έξοδα (το «κόστος SG&A») και για τα κέρδη, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφοι 3 και 6 του βασικού κανονισμού.

2.1.1.    Προσαρμογή του κόστους φυσικού αερίου στην εγχώρια ρωσική αγορά

(16)

Όσον αφορά το κόστος μεταποίησης, θα πρέπει να σημειωθεί ότι το κόστος φυσικού αερίου αντιπροσωπεύει σημαντικό ποσοστό του κόστους μεταποίησης και σημαντικό ποσοστό του συνολικού κόστους παραγωγής. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, εξετάσθηκε εάν οι δαπάνες που συνδέονται με την παραγωγή και τις πωλήσεις του υπόψη προϊόντος απεικονίστηκαν εύλογα στα αρχεία του αιτούντος.

(17)

Διαπιστώθηκε ότι η όντως καταβληθείσα από τον αιτούντα εγχώρια τιμή φυσικού αερίου ήταν ασυνήθιστα χαμηλή. Υπολογίζεται ότι ανερχόταν σε ποσό μεταξύ του ενός τετάρτου και του ενός πέμπτου της τιμής εξαγωγής του φυσικού αερίου από τη Ρωσία. Εν προκειμένω, όλα τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ότι οι εγχώριες τιμές του φυσικού αερίου στη Ρωσία ήταν ρυθμισμένες τιμές, οι οποίες είναι κατά πολύ χαμηλότερες από τις τιμές της αγοράς που καταβάλλονται για το φυσικό αέριο στις ελεύθερα διαμορφούμενες αγορές. Εφόσον το κόστος του αερίου δεν αντανακλά το ευλόγως στα αρχεία του αιτούντος, έπρεπε να διορθωθεί ανάλογα. Ελλείψει δε οιωνδήποτε μη στρεβλωμένων τιμών αερίου που να αφορούν τη ρωσική εγχώρια αγορά και, όπως προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, οι δαπάνες φυσικού αερίου έπρεπε να καθορισθούν πάνω «σε κάθε άλλη εύλογη βάση, συμπεριλαμβανομένων στοιχείων από άλλες αντιπροσωπευτικές αγορές».

(18)

Η διορθωμένη τιμή βασίστηκε στο μέσο όρο της τιμής του ρωσικού φυσικού αερίου όταν πωλείται για εξαγωγή στα γερμανοτσεχικά σύνορα (Waidhaus), εκτός εξόδων μεταφοράς και διορθωμένη ώστε να αντανακλά το τοπικό κόστος διανομής. Το Waidhaus, που αποτελεί το κύριο κέντρο διέλευσης για τις ρωσικές πωλήσεις αερίου στην ΕΕ, που είναι και η μεγαλύτερη αγορά για το ρωσικό φυσικό αέριο και έχει τιμές που απεικονίζουν εύλογα το κόστος, μπορεί να θεωρηθεί ως αντιπροσωπευτική αγορά κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού.

(19)

Μετά τη γνωστοποίηση, ο αιτών υπέβαλε διάφορες ενστάσεις που συνδέονται, αφενός, με τη νομική βάση της πραγματοποιηθείσας διόρθωσης της τιμής του αερίου και, αφετέρου, με τις μεθοδολογίες που εφαρμόσθηκαν για τη διόρθωση της τιμής.

2.1.1.1.   Νομική βάση της διόρθωσης τιμής αερίου

(20)

Ο αιτών ισχυρίσθηκε ότι κάθε διόρθωση της τιμής του αερίου που καταβλήθηκε στη ρωσική εγχώρια αγορά θα ήταν αβάσιμη, δεδομένου ότι τα λογιστικά του αρχεία αντανακλούν πλήρως τις δαπάνες που συνδέονται με την παραγωγή του υπόψη προϊόντος στη Ρωσία. Ο αιτών υποστήριξε περαιτέρω ότι σύμφωνα με το άρθρο 1 του βασικού κανονισμού, η κανονική αξία θα πρέπει πάντα να καθορίζεται λαμβάνοντας υπόψη την εξάγουσα χώρα και ότι, κατά συνέπεια, ήταν αντίθετο προς το εν λόγω άρθρο το να βασιστούν τα αποτελέσματα σε πληροφορίες προερχόμενες από παραγωγούς τρίτων χωρών.

(21)

Όσον αφορά τον ισχυρισμό του αιτούντος σχετικά με την υποτιθέμενη παραβίαση του άρθρου 1 του βασικού κανονισμού θα πρέπει να σημειωθεί ότι το άρθρο 1 απλώς περιγράφει τη γενική έννοια του ντάμπινγκ, ενώ οι αναλυτικοί κανόνες για τη διαπίστωση του ντάμπινγκ παρατίθενται στο άρθρο 2 του βασικού κανονισμού. Το άρθρο 2 παράγραφος 5 προβλέπει τη δυνατότητα χρήσης της στοιχείων από άλλες αντιπροσωπευτικές αγορές, συμπεριλαμβανομένης τρίτης χώρας, αν οι δαπάνες που συνδέονται με την παραγωγή και την πώληση του υπό διερεύνηση προϊόντος δεν αντανακλώνται ευλόγως στα αρχεία του ενδιαφερομένου. Ο ισχυρισμός του αιτούντος ως προς το θέμα αυτό θα έπρεπε κατά συνέπεια να απορριφθεί.

(22)

Ο αιτών επικαλέσθηκε επίσης την ύπαρξη φυσικών ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων στη Ρωσία, όπως η ευρεία διαθεσιμότητα φυσικού αερίου και οι ευνοϊκοί όροι προμήθειάς του, οι οποίοι θα μπορούσαν να εξηγήσουν τη διαφορά τιμής μεταξύ του φυσικού αερίου που πωλείται εγχωρίως και εκείνου που εξάγεται. Ο αιτών ισχυρίσθηκε επίσης ότι οι τιμές αερίου στη ρωσική εγχώρια αγορά καλύπτουν το κόστος.

(23)

Αναφορικά με την ύπαρξη φυσικών πλεονεκτημάτων, ο αιτών δεν αναφέρθηκε στο γεγονός ότι οι εγχώριες τιμές για το φυσικό αέριο είναι ρυθμισμένες στη Ρωσία και κατά συνέπεια δεν θα μπορούσαν να θεωρηθούν ότι αντανακλούν ευλόγως μια τιμή που κανονικά καταβάλλεται σε μη στρεβλωμένες αγορές. Ο αιτών επίσης δεν υπέβαλε οιαδήποτε στοιχεία υποστήριξης των ισχυρισμών αυτών. Περαιτέρω, όσον αφορά τις δαπάνες, ακόμη και αν οι καταβληθείσες από τον αιτούντα τιμές φυσικού αερίου κάλυπταν το μοναδιαίο κόστος παραγωγής και πώλησης του αερίου από τον προμηθευτή του, το επιχείρημα αυτό είναι αβάσιμο δεδομένου ότι οι τιμές του αερίου στην αγορά δεν συνδέονται κατ’ ανάγκην με το κόστος παραγωγής και πώλησης του. Ως εκ τούτου, οι ισχυρισμοί αυτοί έπρεπε να απορριφθούν.

(24)

Ο αιτών ισχυρίσθηκε περαιτέρω ότι μια έρευνα σύμφωνα με το βασικό κανονισμό δεν θα πρέπει να καλύπτει την περίπτωση επιδότησης των ανάντη προϊόντων. Σημειώνεται ότι το άρθρο 2 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού αποσκοπεί στον προσδιορισμό του κατά πόσον οι δαπάνες που συνδέονται με την παραγωγή και πώληση του παρόμοιου προϊόντος αντικατοπτρίζονται ευλόγως στα αρχεία του ενδιαφερομένου. Διαπιστώθηκε ότι αυτό δεν ίσχυε για τους λόγους που αναφέρθηκαν παραπάνω στην αιτιολογική σκέψη (17). Αυτό είναι κάτι διαφορετικό από τον προσδιορισμό της ύπαρξης επιδοτήσεων, πράγμα που δεν αφορούσε η παρούσα έρευνα. Ως εκ τούτου, το επιχείρημα του αιτούντος έπρεπε να απορριφθεί.

(25)

Στο πλαίσιο αυτό, ο αιτών ισχυρίσθηκε επίσης ότι, ακόμη και εάν υφίστανται ιδιαίτερες καταστάσεις στην αγορά κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, αυτές θα έπρεπε να αναφέρονται μόνο στην αγορά του υπόψη προϊόντος, ήτοι τα UAN που δεν μπορούν να επεκταθούν στις συνθήκες αγοράς του ανάντη προϊόντος. Εντούτοις, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη (24), η διόρθωση λόγω των τιμών φυσικού αερίου εκτελέστηκε με βάση το άρθρο 2 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, ο οποίος όπως αναφέρθηκε στην αιτιολογική σκέψη (21), επιτρέπει ρητώς στα θεσμικά όργανα να κάνουν χρήση του κόστους παραγωγής που προέρχεται από άλλες αντιπροσωπευτικές αγορές. Ως εκ τούτου, το επιχείρημα του αιτούντος έπρεπε να απορριφθεί.

(26)

Τέλος, ο αιτών ισχυρίσθηκε ότι το άρθρο 2 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού περιορίζεται στην εξέταση της συμμόρφωσης των αρχείων της επιχείρησης με τα γενικά αποδεκτά λογιστικά πρότυπα της υπόψη τρίτης χώρας και δεν απαιτεί την ευθυγράμμιση των δαπανών με εκείνες των μη ρυθμισμένων αγορών.

(27)

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, θα πρέπει να πληρούνται δύο απαιτήσεις ώστε οι δαπάνες να υπολογίζονται με βάση τα αρχεία που τηρούνται από τον εξαγωγέα: i) τα αρχεία θα πρέπει να τηρούνται σύμφωνα με τα γενικά αποδεκτά λογιστικά πρότυπα (GAAP) της υπόψη χώρας και ii) τα αρχεία θα πρέπει να αντανακλούν ευλόγως τις δαπάνες που συνδέονται με την παραγωγή και πώληση του υπόψη προϊόντος. Αν, όπως στην παρούσα περίπτωση, η δεύτερη απαίτηση δεν πληρούται, επειδή οι δαπάνες δεν αντικατοπτρίζονται στα αρχεία, οι δαπάνες θα πρέπει να διορθωθούν. Ως εκ τούτου, το επιχείρημα του αιτούντος έπρεπε να απορριφθεί.

2.1.1.2.   Εφαρμοσθείσα μεθοδολογία για τη διόρθωση της τιμής αερίου

(28)

Ο αιτών ισχυρίσθηκε ότι, κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ της παρούσας έρευνας, οι τιμές του φυσικού αερίου διακυμάνθηκαν σε σημαντικό βαθμό και ότι η κανονική τιμή θα έπρεπε να καθορισθεί σε μηνιαία (ή τουλάχιστο τριμηνιαία) βάση μάλλον παρά σε ετήσια.

(29)

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, παρά το ότι οι τιμές του φυσικού αερίου διακυμάνθηκαν στη διάρκεια της ΠΕΕ, οι διακυμάνσεις αυτές δεν θεωρήθηκαν εξαιρετικές ή ιδιαίτερα σημαντικές. Όντως, η αγορά φυσικού αερίου χαρακτηρίζεται γενικά από μάλλον σημαντικές διακυμάνσεις τιμών. Ο αιτών δεν θα μπορούσε να αποδείξει ότι υπήρξαν ειδικές περιστάσεις και ότι οι διακυμάνσεις τιμών κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ υπήρξαν σημαντικές πέραν των συνήθων διακυμάνσεων. Ως εκ τούτου, δεν υπήρξε λόγος απόκλισης από τη μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε στην έρευνα η οποία οδήγησε στη λήψη των ισχυόντων μέτρων. Κατά δεύτερο λόγο, οι πληροφορίες στη βάση των οποίων – κατά τον αιτούντα– θα πρέπει να καθορισθούν οι κανονικές τιμές, ήταν μερικά μόνο διαθέσιμες, καθόσον οι απαραίτητες πληροφορίες από τις επιχειρήσεις των ΗΠΑ, ήτοι κόστος SG&A και κέρδος, ήταν διαθέσιμες μόνο σε ετήσια βάση. Ως εκ τούτου, έστω και αν κάποιος δεχόταν το επιχείρημα του αιτούντος, δεν θα ήταν δυνατόν να γίνει οιοσδήποτε αξιόπιστος υπολογισμός μηνιαίων ή τριμηνιαίων τιμών. Ως εκ τούτου, το επιχείρημα του αιτούντος έπρεπε να απορριφθεί.

(30)

Ο αιτών ισχυρίσθηκε επίσης ότι το Waidhaus δεν αποτελεί κατάλληλη αγορά αναφοράς δεδομένης της υποθετικά μη ανταγωνιστικής τιμολόγησης του αερίου στη Γερμανία και των σχέσεων μεταξύ των μερών, παράγοντας ο οποίος συνδέεται με τους τύπους διαμόρφωσης τιμής στις συμβάσεις εξαγωγής αερίου από τη Ρωσία.

(31)

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η υποτιθέμενη μη ανταγωνιστική εγχώρια τιμολόγηση του φυσικού αερίου στη Γερμανία κρίνεται σε κάθε περίπτωση άσχετη, επειδή θα αφορούσε μόνο τις τιμές στις οποίες οι γερμανοί διανομείς αερίου πωλούν το αέριο στην εγχώρια αγορά και ως εκ τούτου, αυτό δεν συνδέεται κατ’ ουδένα τρόπο με την τιμή στην οποία πωλείται στο Waidhaus το ρωσικό εξαγόμενο αέριο. Το επιχείρημα του αιτούντος ότι οι Γερμανοί κάτοχοι προνομίων δεν έχουν κίνητρο για διαπραγμάτευση χαμηλών τιμών για το ρωσικό εισαγόμενο πετρέλαιο στο Waidhaus αποτελεί απλή υπόθεση χωρίς οιοδήποτε πραγματικό υπόβαθρο και αποδεικτικά στοιχεία. Κατά συνέπεια, τα επιχειρήματα αυτά απορρίφθηκαν.

(32)

Ο αιτών ισχυρίσθηκε περαιτέρω ότι αν πρόκειται να χρησιμοποιηθεί η τιμή εξαγωγής στο Waidhaus, το ρωσικό τέλος εξαγωγής που καταβάλλεται για όλες τις εξαγωγές θα πρέπει να αφαιρεθεί από την τιμή Waidhaus, δεδομένου ότι δεν επιβάλλεται στην εσωτερική αγορά.

(33)

Όντως, η αγοραία τιμή στο Waidhaus, η οποία θεωρήθηκε ως αντιπροσωπευτική τιμή της αγοράς κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, αποτελεί την τιμή μετά την επιβολή εξαγωγικών τελών και όχι την τιμή προ αυτών. Από την πλευρά του αγοραστή, πρόκειται για την τιμή που οφείλει να καταβάλει στο Waidhaus, η οποία είναι ενδεδειγμένη και από την άποψη αυτή είναι αδιάφορο ποιο ποσοστό της εν λόγω τιμής αποτελεί εξαγωγικό τέλος και ποιο ποσοστό καταβάλλεται στον προμηθευτή του αερίου. Ο τελευταίος, αφετέρου θα προσπαθεί πάντα να μεγιστοποιήσει την τιμή του, και κατά συνέπεια, να επιβάλει την υψηλότερη τιμή που οι πελάτες του είναι πρόθυμοι να καταβάλουν. Δεδομένου ότι η εν λόγω τιμή βρίσκεται πάντα σαφώς υπεράνω του κόστους του παραγωγής, επιτρέποντας στον προμηθευτή του φυσικού αερίου την πραγματοποίηση υψηλών κερδών, η τιμή της αγοράς δεν επηρεάζεται κατά κύριο λόγο από το ποσό του εξαγωγικού τέλους αλλά από την τιμή που η αγορά είναι πρόθυμη να καταβάλει. Ως εκ τούτου, συνάγεται ότι η τιμή που συμπεριλαμβάνει το εξαγωγικό τέλος και όχι η τιμή προ της καταβολής του εν λόγω τέλους, αποτελεί την ενδεικτική τιμή της αγοράς χωρίς στρεβλώσεις. Κατά συνέπεια, τα επιχειρήματα του αιτούντος ως προς το θέμα αυτό απορρίφθηκαν.

(34)

Στο πλαίσιο αυτό, ο αιτών ισχυρίσθηκε επίσης ότι η προσαύξηση του τοπικού διανομέα δεν θα έπρεπε να προστεθεί στην εξαγωγική τιμή Waidhaus, χωρίς εντούτοις να εξηγεί ή να υποδεικνύει το λόγο για τον οποίο θεωρούσε ότι η διόρθωση για τον τοπικό διανομέα δεν θα ήταν ενδεδειγμένη. Θεωρήθηκε ότι από τη στιγμή που οι εγχώριοι πελάτες αγοράζουν το φυσικό αέριο από τοπικούς προμηθευτές, θα πρέπει να θεωρηθεί ότι αυτοί πρέπει να καταβάλλουν τις δαπάνες τοπικής διανομής, οι οποίες ως τέτοιες δεν συμπεριλαμβάνονται στη μη διορθωμένη τιμή Waidhaus. Κατά συνέπεια, κρίθηκε ότι η εν λόγω διόρθωση ήταν όντως βάσιμη και ως, εκ τούτου, ο ισχυρισμός του αιτούντος απορρίφθηκε.

2.1.2.    Δαπάνες διάθεσης προς πώληση, γενικά και διοικητικά έξοδα («κόστος SG&A»)

(35)

Το κόστος SG&A και το κέρδος δεν μπορούσαν να καθορισθούν βάσει της εισαγωγικής πρότασης του άρθρου 2 παράγραφος 6 πρώτη φράση του βασικού κανονισμού, επειδή ο αιτών δεν είχε καμία εγχώρια πώληση του ομοειδούς προϊόντος στη Ρωσία. Το άρθρο 2 παράγραφος 6 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού δεν θα μπορούσε να εφαρμοσθεί, δεδομένου ότι μόνο ο αιτών υπόκειται στην έρευνα. Ούτε το άρθρο 2 παράγραφος 6 στοιχείο β) μπορούσε να εφαρμοσθεί, δεδομένου ότι, για προϊόντα που ανήκουν στην ίδια γενική κατηγορία αγαθών, το φυσικό αέριο είναι κατά πολύ η σημαντικότερη πρώτη ύλη και, επομένως, το κόστος μεταποίησης θα πρέπει επίσης πιθανότατα να διορθωθεί, για τους λόγους που παρατίθενται στην έκθεση ανωτέρω. Στα πλαίσια αυτής της επανεξέτασης, καμία πληροφορία δεν ήταν διαθέσιμη για να ποσοτικοποιήσει δεόντως τη διόρθωση αυτή και για να προσδιορίσει το κόστος SG&A και τα σχετικά περιθώρια κέρδους κατά την πώληση αυτών των προϊόντων μετά την εν λόγω διόρθωση. Επομένως, το κόστος SG&A και το κέρδος προσδιορίσθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού βάσει μιας λογικής μεθόδου.

(36)

Δεδομένου ότι η ρωσική εγχώρια αγορά των προϊόντων της ίδιας γενικής κατηγορίας είναι εξαιρετικά περιορισμένη, οι πληροφορίες έπρεπε να ληφθούν από άλλες αντιπροσωπευτικές αγορές. Από αυτή την άποψη, προσοχή δόθηκε στις δημόσια διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με σημαντικές επιχειρήσεις που αναπτύσσουν δραστηριότητες στον επιχειρησιακό τομέα αζωτούχων λιπασμάτων. Διαπιστώθηκε ότι τα αντίστοιχα στοιχεία από παραγωγούς της Βόρειας Αμερικής (συγκεκριμένα από τις ΗΠΑ) θα ήταν τα πιο κατάλληλα για τους σκοπούς της έρευνας, δεδομένης της μεγάλης διαθεσιμότητας αξιόπιστων και πλήρων δημόσιων οικονομικών πληροφοριών από καταγεγραμμένες επιχειρήσεις σε αυτήν την περιοχή του κόσμου. Επιπλέον, η βορειοαμερικανική αγορά εμφανίζει σημαντικό όγκο εγχώριων πωλήσεων και υψηλό επίπεδο ανταγωνισμού από εγχώριες και ξένες επιχειρήσεις. Επομένως, το κόστος SG&A και το κέρδος προσδιορίστηκαν βάσει του σταθμισμένου μέσου όρου του κόστους SG&A και του κέρδους τριών παραγωγών της Βορείου Αμερικής, που βρέθηκαν να είναι μεταξύ των μεγαλύτερων επιχειρήσεων στον τομέα των λιπασμάτων, όσον αφορά τις πωλήσεις τους στη Βόρεια Αμερική στην ίδια γενική κατηγορία προϊόντων (αζωτούχα λιπάσματα). Αυτοί οι τρεις παραγωγοί θεωρήθηκαν αντιπροσωπευτικοί του επιχειρηματικού κλάδου των αζωτούχων λιπασμάτων και το κόστος SG&A και τα κέρδη τους ως αντιπροσωπευτικά του ίδιου τύπου δαπανών που βαρύνουν κανονικά τις επιχειρήσεις οι οποίες αναπτύσσουν επιτυχώς δραστηριότητα στο συγκεκριμένο επιχειρηματικό κλάδο. Επιπλέον, δεν υπάρχει καμία ένδειξη που αφήνει να υποτεθεί ότι το ποσό για το κέρδος που προσδιορίζεται με τον τρόπο αυτό υπερβαίνει το κέρδος που πραγματοποιείται κανονικά από τους ρώσους παραγωγούς κατά τις πωλήσεις προϊόντων της ίδιας γενικής κατηγορίας στην εγχώρια αγορά τους.

(37)

Κατόπιν της κοινοποίησης, ο αιτών αμφισβήτησε την προαναφερθείσα μεθοδολογία ισχυριζόμενος ότι το περιθώριο κέρδους που χρησιμοποιήθηκε είναι μη εύλογο και υπερβολικά υψηλό, ειδικά σε σύγκριση με το περιθώριο κέρδους που χρησιμοποιήθηκε σε προηγούμενες έρευνες αντιντάμπινγκ σχετικά με το ίδιο προϊόν. Ο αιτών ισχυρίστηκε ότι το έτος 2008, με βάση το οποίο καθορίστηκαν το κόστος SG&A και τα κέρδη, αποτελούσε εξαίρεση για την αγορά των ΗΠΑ, καθώς οι τιμές του αερίου παρουσίαζαν σημαντική διακύμανση και οι τιμές των λιπασμάτων ήταν ασυνήθιστα υψηλές, πράγμα που οδήγησε σε κατ’ εξαίρεση υψηλά ποσοστά κερδών για τους παραγωγούς των ΗΠΑ.

(38)

Γενικά, η παρούσα επανεξέταση επιβεβαίωσε ότι δεν υπήρξε μεταβολή των συνθηκών, κατά την έννοια του άρθρου 11 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού, οι οποίες θα μπορούσαν να αιτιολογήσουν παρέκκλιση από τη μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε στην έρευνα η οποία κατέληξε στη λήψη των ισχυόντων μέτρων. Πρωτίστως, διαπιστώθηκε ότι τα περιθώρια κέρδους που επιτεύχθηκαν από τους ίδιους παραγωγούς των ΗΠΑ πριν από το 2008 ήταν παρόμοια με τα περιθώρια κέρδους που πραγματοποιήθηκαν κατά το 2008. Κατά δεύτερο λόγο, ακόμη και αν τα επίπεδα κέρδους κατά το 2008 διέφεραν από εκείνα των προηγούμενων ετών, αυτό είναι φυσιολογικό σε μια αγορά ελεύθερης οικονομίας όπου οι δαπάνες, οι τιμές και τα κέρδη μεταβάλλονται με το χρόνο. Κατά τρίτον, η αγορά του φυσικού αερίου χαρακτηρίζεται γενικά ως ευμετάβλητη. Η σύγκριση των επιπέδων των τιμών του αερίου στις αγορές των ΗΠΑ και στο Waidhaus κατά το 2008 και τα προηγούμενα έτη δεν έδειξε καμία τάση απόκλισης που θα αιτιολογούσε ασυνήθιστα υψηλά κέρδη στην αγορά των ΗΠΑ. Σύμφωνα με τα παραπάνω, θεωρείται ότι δεν υπήρξαν λόγοι παρέκκλισης από τη μεθοδολογία που περιγράφηκε προηγουμένως στην αιτιολογική σκέψη (36).

(39)

Περαιτέρω, ο αιτών διατείνεται ότι η δοκιμή που προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 6 στοιχείο γ), ως προς τον εύλογο χαρακτήρα του περιθωρίου κέρδους που χρησιμοποιήθηκε δεν εφαρμόσθηκε, δεδομένου ότι το περιθώριο κέρδους υπερβαίνει τα κέρδος που κανονικά πραγματοποιείται από άλλους εξαγωγείς ή παραγωγούς σε προϊόντα της αυτής γενικής κατηγορίας στην εγχώρια αγορά της χώρας καταγωγής κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 6 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού.

(40)

Ο αιτών δεν υπέβαλε κανένα αποδεικτικό στοιχείο σε υποστήριξη του ισχυρισμού αυτού. Δεδομένου ότι η παρούσα επανεξέταση ήταν περιορισμένη στον προσδιορισμό του ντάμπινγκ αναφορικά με τον αιτούντα, δεν ήταν διαθέσιμη πληροφόρηση σχετικά με άλλους παραγωγούς στη Ρωσία. Ενώ σημειώνεται ότι οι δαπάνες για το φυσικό αέριο που επιβαρύνουν τον αιτούντα έπρεπε να απορριφθούν για τους λόγους που προαναφέρθηκαν, το ποσοστό κερδοφορίας του που ανέφερε ο αιτών σε επίπεδο επιχείρησης για προϊόντα που πωλήθηκαν στην εγχώρια αγορά, μετά διορθώσεις για έκτακτα κέρδη και ζημίες από χρηματοοικονομικές δραστηριότητες, είναι της ίδιας τάξης μεγέθους με τα ποσοστά κερδοφορίας των παραγωγών στις ΗΠΑ. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, δεν υφίστανται λόγοι να θεωρηθεί ότι το περιθώριο κέρδους που χρησιμοποιήθηκε θα υπερέβαινε το κανονικά πραγματοποιούμενο κέρδος από άλλους εξαγωγείς ή παραγωγούς σε προϊόντα της αυτής γενικής κατηγορίας στην εγχώρια αγορά της χώρας καταγωγής κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 6 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού.

(41)

Ο βιομηχανικός κλάδος της Ενωσης προέβαλε ενστάσεις ως προς την παραπάνω προσέγγιση αναφορικά με τον προσδιορισμό του κόστους SG&A και των κερδών και ζήτησε να χρησιμοποιηθεί το κόστος SG&A του ίδιου του αιτούντος. Εντούτοις, το άρθρο 2 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού ορίζει ότι τα ποσά για τις δαπάνες SG&A και τα κέρδη θα βασίζονται μόνο σε πραγματικά στοιχεία που αφορούν την παραγωγή και πώληση του υπόψη παραγωγού εξαγωγέα, όταν οι πωλήσεις αυτές έχουν πραγματοποιηθεί στο πλαίσιο της συνήθους εμπορικής διαδικασίας. Όπως αναφέρθηκε στις αιτιολογικές σκέψεις (35) και (36), αυτό δεν ισχύει στην παρούσα περίπτωση, επειδή ο αιτών δεν είχε πραγματοποιήσει εγχώριες πωλήσεις παρόμοιου προϊόντος στη Ρωσία. Κατά συνέπεια, το επιχείρημα αυτό έπρεπε να απορριφθεί.

2.2.   ΤΙΜΗ ΕΞΑΓΩΓΗΣ

(42)

Η τιμή εξαγωγής προσδιορίσθηκε σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού, ήτοι βάσει της όντως καταβληθείσας τιμής ή της καταβλητέας για το προϊόν τιμής, όταν αυτό πωλείται για εξαγωγή από την εξάγουσα χώρα προς τηνΕνωση.

2.3.   ΣΥΓΚΡΙΣΗ

(43)

Η κανονική αξία και η τιμή εξαγωγής συγκρίθηκαν στη βάση τιμής εργοστασίου (ex-works). Με σκοπό την εξασφάλιση της δίκαιης σύγκρισης μεταξύ της κανονικής αξίας και της τιμής εξαγωγής, ελήφθη δέουσα μέριμνα υπό μορφή διορθώσεων για διαφορές που έχουν επιπτώσεις στην τιμή και τη συγκρισιμότητα τιμών σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού. Συνεπώς, έγιναν διορθώσεις για τις διαφορές στο κόστος μεταφοράς, διαχείρισης, φόρτωσης και βοηθητικών δαπανών, και στους έμμεσους φόρους όπου υφίστανται και όπου υποστηρίχθηκαν από ελεγμένα αποδεικτικά στοιχεία

(44)

Οι εξαγωγικές πωλήσεις του αιτούντος κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ πραγματοποιήθηκαν μέσω της Agronova, του συνδεδεμένου εμπορικού εταίρου που εδρεύει στις ΗΠΑ. Η έρευνα έδειξε ότι οι δραστηριότητες της συνδεδεμένης εταιρείας περιορίζονται αποκλειστικά στην εξεύρεση πελατών και στη διαπραγμάτευση συμβάσεων πώλησης. Η εξακρίβωση που έγινε αποκάλυψε ότι οι λογαριασμοί της Agronova δεν αντανακλούσαν πλήρως το σύνολο των ενεργειών της και υπήρχαν ενδείξεις ότι, αν και στην εταιρεία είχαν καταβληθεί προμήθειες μη συνδεόμενες με συναλλαγές, για τις δραστηριότητές της είχε δοθεί αντιστάθμισμα υπό άλλη μορφή. Για τους λόγους αυτούς, οι δραστηριότητες της Agronova θεωρήθηκαν ότι ήταν παρόμοιες με εκείνες ενός πράκτορα που παρέχει υπηρεσίες βάσει είσπραξης προμήθειας. Η εξαγωγική τιμή διορθώθηκε συνεπώς κατά μια θεωρητική προμήθεια που αντιστοιχεί σε μια συνήθη εμπορική προσαύξηση σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 σημείο i) του βασικού κανονισμού.

(45)

Ο αιτών ισχυρίσθηκε ότι η εξαγωγική τιμή δεν θα έπρεπε να έχει διορθωθεί κατά μια θεωρητική προμήθεια σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 σημείο i) του βασικού κανονισμού για πωλήσεις που πραγματοποιήθηκαν μέσω της συνδεδεμένης εταιρείας της στις ΗΠΑ, εφόσον η εν λόγω εταιρεία φαίνεται ότι ασκούσε λειτουργίες ταυτόσημες προς εκείνες ενός πλήρως ενσωματωμένου τιμήματος εξαγωγικών πωλήσεων και, κατά συνέπεια, δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως πράκτορας ενεργών βάσει προμήθειας.

(46)

Αυτό δεν κατέστη δυνατόν να επιβεβαιωθεί από την παρούσα έρευνα, η οποία αποκάλυψε ότι όσον αφορά τις ασκούμενες ενέργειες και τον τρόπο με τον οποίο η συνδεδεμένη εταιρεία δεχόταν αντιστάθμισμα για τις υπηρεσίες της από τον αιτούντα, η εν λόγω εταιρεία θα έπρεπε μάλλον να θεωρηθεί ως πράκτορας ενεργών βάσει προμήθειας.

2.4.   ΠΕΡΙΘΩΡΙΟ ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

(47)

Το περιθώριο ντάμπινγκ καθορίσθηκε βάσει σύγκρισης μιας σταθμισμένης μέσης κανονικής αξίας με μια σταθμισμένη μέση τιμή εξαγωγής, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 11 του βασικού κανονισμού.

(48)

Αυτή η σύγκριση έδειξε περιθώριο ντάμπινγκ 22,9 %, που εκφράσθηκε ως ποσοστό της τιμής CIF στα σύνορα, πριν από την επιβολή δασμού.

Δ.   ΜΕΤΡΑ ΑΝΤΙΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

(49)

Υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού και σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη (49) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1995/2000, ο οριστικός δασμός κατά την αρχική έρευνα καθορίσθηκε στο επίπεδο του διαπιστωθέντος περιθωρίου βλάβης, το οποίο ήταν χαμηλότερο από το περιθώριο ντάμπινγκ, επειδή διαπιστώθηκε ότι αυτός ο χαμηλότερος δασμός θα ήταν επαρκής για να εξαλείψει τη βλάβη στον βιομηχανικό κλάδο της Ένωσης. Βάσει των προαναφερθέντων, ο δασμός που καθορίζεται στην παρούσα επανεξέταση δεν θα πρέπει να είναι υψηλότερος από το περιθώριο βλάβης.

(50)

Κανένα μεμονωμένο περιθώριο βλάβης δεν μπορεί να καθορισθεί σε αυτή τη μερική ενδιάμεση επανεξέταση, δεδομένου ότι αυτή περιορίζεται στην εξέταση της πρακτικής ντάμπινγκ όσον αφορά στον αιτούντα. Επομένως, το περιθώριο ντάμπιγκ που καθορίσθηκε στην παρούσα επανεξέταση συγκρίθηκε με το περιθώριο βλάβης, όπως διαπιστώθηκε στην αρχική έρευνα. Δεδομένου ότι το τελευταίο ήταν χαμηλότερο από το περιθώριο ντάμπινγκ που διαπιστώθηκε στην τρέχουσα έρευνα, θα πρέπει να επιβληθεί ένας οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ για τον αιτούντα στο επίπεδο του περιθωρίου βλάβης που διαπιστώθηκε στην αρχική έρευνα.

(51)

Όσον αφορά τη μορφή του μέτρου, θεωρήθηκε ότι ο τροποποιημένος δασμός αντιντάμπινγκ θα πρέπει να λάβει την ίδια μορφή με τους δασμούς που επιβάλλονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1995/2000. Για να εξασφαλισθεί η επάρκεια των μέτρων και για να αποτραπεί η δόλια τροποποίηση των τιμών, ήταν ενδεδειγμένο να επιβληθούν οι δασμοί υπό μορφή συγκεκριμένου ποσού ανά τόνο. Κατά συνέπεια, ο δασμός αντιντάμπινγκ που επιβάλλεται στις εισαγωγές του εν λόγω προϊόντος που παράγεται και πωλείται για εξαγωγή προς την Ένωση από τον αιτούντα, υπολογισμένος βάσει του περιθωρίου βλάβης, όπως αυτό διαπιστώθηκε στην αρχική έρευνα εκφρασμένο ως συγκεκριμένο ποσό ανά τόνο, θα πρέπει να είναι 20,11 ευρώ ανά τόνο.

Ε.   ΑΝΑΔΡΟΜΙΚΗ ΕΠΙΒΟΛΗ ΤΟΥ ΔΑΣΜΟΥ ΑΝΤΙΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

(52)

Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω συμπεράσματα, ο δασμός αντιντάμπινγκ που θα πρέπει να ισχύσει για τον αιτούντα θα επιβληθεί αναδρομικά από την ημερομηνία έναρξης της επανεξέτασης στις εισαγωγές του υπόψη προϊόντος που υπόκεινταν σε καταχώρηση σύμφωνα με το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 241/2009.

ΣΤ.   ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

(53)

Ο αιτών και άλλες πλευρές ενημερώθηκαν για τα πραγματικά περιστατικά και τις εκτιμήσεις βάσει των οποίων αποφασίστηκε να επιβληθεί εκ νέου ένας οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές UAN καταγωγής, μεταξύ άλλων, Ρωσίας και που παρήχθη και πωλήθηκε για εξαγωγή στην Ένωση από τον αιτούντα και να επιβληθεί ο εν λόγω δασμός αναδρομικά στις εισαγωγές που υπόκεινταν σε καταχώρηση. Σε όλες τις πλευρές, δόθηκε η ευκαιρία να διατυπώσουν τα σχόλιά τους.

(54)

Η παρούσα επανεξέταση δεν έχει επιπτώσεις στην ημερομηνία κατά την οποία τα μέτρα που επιβάλλονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1911/2006 θα λήξουν σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού.

Ζ.   ΑΝΑΛΗΨΗ ΔΕΣΜΕΥΣΗΣ

(55)

Μετά την τελική κοινοποίηση στον αιτούντα έγινε προσφορά για ανάληψη δέσμευσης σύμφωνα με το άρθρο 8 του βασικού κανονισμού. Ο αιτών δήλωσε ότι η προσφορά θα μπορούσε να βασίζεται στην εύλογη προσδοκία ότι ορισμένοι από τους ισχυρισμούς του που διατυπώθηκαν μετά την τελική κοινοποίηση θα γινόταν αποδεκτοί και θα κατέληγαν σε μια ελάχιστη τιμή εισαγωγής πραγματοποιήσιμη για αυτόν. Εφόσον, εντούτοις, κανένα από τα σχόλια που διατυπώθηκαν από τον αιτούντα δεν κρίθηκε βάσιμο και δεδομένου ότι ο αιτών δεν φαίνεται να ενδιαφέρεται να προσφέρει μια ελάχιστη τιμή εισαγωγής βασισμένη στο επίπεδο εξάλειψης της βλάβης που προσδιορίσuηκε στην αρχική έρευνα, κάθε περαιτέρω λεπτομερειακή ανάλυση της προσφοράς για ανάληψη δέσμευσης ως προς την αποδοχή της κρίνεται περιττή,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Ο πίνακας στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1911/2006 τροποποιείται με την προσθήκη των εξής:

«Χώρα

Εταιρία

Ποσό δασμού

(ανά τόνο)

Συμπληρωματικός κωδικός του TARIC

Ρωσία

Joint Stock Company Acron

20,11 ευρώ

A932»

2.   Ο επιβαλλόμενος δασμός εφαρμόζεται επίσης αναδρομικά στις εισαγωγές των μειγμάτων ουρίας και νιτρικού αμμωνίου σε υδατικό ή αμμωνιακό διάλυμα που έχουν καταχωριθεί σύμφωνα με το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 241/2009.

3.   Εντέλλονται οι τελωνειακές αρχές να παύσουν την καταχώριση των εισαγωγών των μειγμάτων ουρίας και νιτρικού αμμωνίου σε υδατικό ή αμμωνιακό διάλυμα, καταγωγής Ρωσίας, που παράγεται και πωλείται για εξαγωγή στην Ενωση από την εταιρεία Joint Stock Company Acron.

4.   Εκτός αν άλλως ορίζεται, εφαρμόζονται οι ισχύουσες για τους τελωνειακούς δασμούς διατάξεις.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 18 Δεκεμβρίου 2009.

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

Å. TORSTENSSON


(1)  ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 238 της 22.9.2000, σ. 15.

(3)  ΕΕ L 365 της 21.12.2006, σ. 26.

(4)  ΕΕ L 75 της 21.3.2009, σ. 5.