17.4.2009 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 98/39 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 16ης Απριλίου 2009
για την περάτωση της διαδικασίας αντιντάμπινγκ σχετικά με εισαγωγές πλατέων προϊόντων ψυχρής έλασης από ανοξείδωτο χάλυβα καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, Δημοκρατίας της Κορέας και Ταϊβάν
(2009/327/ΕΚ)
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) (ο «βασικός κανονισμός»), και ιδίως το άρθρο 9,
Κατόπιν διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
1. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
1.1. Έναρξη της διαδικασίας
(1) |
Την 1η Φεβρουαρίου 2008, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 5 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή γνωστοποίησε μέσω ανακοίνωσης («ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας»), που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2), την έναρξη διαδικασίας αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές πλατέων προϊόντων ψυχρής έλασης από ανοξείδωτο χάλυβα («SSCR») καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΛΔΚ), Δημοκρατίας της Κορέας και Ταϊβάν («οι εξεταζόμενες χώρες»). |
(2) |
Η διαδικασία κινήθηκε ύστερα από καταγγελία που υποβλήθηκε στις 21 Δεκεμβρίου του 2007 από την Eurofer («ο καταγγέλλων») για λογαριασμό των παραγωγών που αντιπροσωπεύουν σημαντικό μέρος, στην περίπτωση αυτή περισσότερο από 25 %, του συνόλου της κοινοτικής παραγωγής SSCR. Η καταγγελία περιλάμβανε εκ πρώτης όψεως αποδεικτικά στοιχεία για εισαγωγές ποσοτήτων SSCR, καταγωγής των εξεταζόμενων χωρών, με πρακτική ντάμπινγκ και για επακόλουθη πρόκληση σημαντικής ζημίας, στοιχεία που θεωρήθηκαν επαρκή για να δικαιολογηθεί η έναρξη της διαδικασίας. |
1.2. Ενδιαφερόμενα μέρη και επιτόπιες επαληθεύσεις
(3) |
Η Επιτροπή ενημέρωσε επίσημα τον καταγγέλλοντα, όλους τους κοινοτικούς παραγωγούς, τους εισαγωγείς/εμπόρους και τους χρήστες που είναι γνωστό ότι ενδιαφέρονται και τις ενώσεις τους καθώς και τους παραγωγούς-εξαγωγείς και τις αρχές των εξεταζόμενων χωρών για την έναρξη της διαδικασίας. Δόθηκε η δυνατότητα στα ενδιαφερόμενα μέρη να εκθέσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση εντός της προθεσμίας που ορίστηκε στην ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας. Δόθηκε η δυνατότητα ακρόασης σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη τα οποία υπέβαλαν σχετική αίτηση και απέδειξαν ότι είχαν ιδιαίτερους λόγους να τύχουν ακρόασης. |
(4) |
Για να δώσει τη δυνατότητα σε παραγωγούς-εξαγωγείς της ΛΔΚ να υποβάλουν αίτηση για την αναγνώριση καθεστώτος οικονομίας της αγοράς («ΚΟΑ») ή για ατομική μεταχείριση («ΑΜ»), εφόσον το επιθυμούσαν, η Επιτροπή απέστειλε έντυπα αιτήσεων στους παραγωγούς-εξαγωγείς που ήταν γνωστό ότι ενδιαφέρονταν, καθώς και στις αρχές της ΛΔΚ. Τέσσερις όμιλοι εταιρειών από τη ΛΔΚ ζήτησαν την αναγνώριση ΚΟΑ, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού, ή ΑΜ, αν προέκυπτε από την έρευνα ότι δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις για την αναγνώριση ΚΟΑ. |
(5) |
Λόγω του προφανούς υψηλού αριθμού παραγωγών-εξαγωγέων στη ΛΔΚ, στη Δημοκρατία της Κορέας και στην Ταϊβάν, των εισαγωγέων στην Κοινότητα και των κοινοτικών παραγωγών, στην ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας προβλεπόταν η διενέργεια δειγματοληψίας μεταξύ των εν λόγω ενδιαφερόμενων μερών, σύμφωνα με το άρθρο 17 του βασικού κανονισμού. |
(6) |
Ωστόσο, στην περίπτωση της ΛΔΚ και της Δημοκρατίας της Κορέας, επειδή θεωρήθηκε ότι ήταν εφικτή η εξέταση όλων των συνεργαζόμενων εταιρειών ή ομίλων εταιρειών εντός των προθεσμιών χωρίς να είναι υπερβολικά επαχθής, αποφασίστηκε να μη διενεργηθεί δειγματοληψία. Όσον αφορά την Ταϊβάν, από τις δέκα εταιρείες ή ομίλους εταιρειών (ένας όμιλος αποτελείτο από δύο εταιρείες) που απάντησαν στις ερωτήσεις για την επιλογή του δείγματος, επελέγησαν τέσσερις εταιρείες ή όμιλοι εταιρειών. Ωστόσο, μία εξ αυτών στη συνέχεια απέσυρε τη συνεργασία της· επομένως το τελικό δείγμα αποτελείται από τρεις εταιρείες ή ομίλους εταιρειών. Τέλος, μια εταιρεία από την Ταϊβάν που δεν συμμετείχε στη δειγματοληψία ζήτησε ατομική εξέταση με βάση το άρθρο 17 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού. Ωστόσο, επειδή δεν υπέβαλε επαρκείς πληροφορίες θεωρήθηκε ότι αρνήθηκε να συνεργαστεί. |
(7) |
Όσον αφορά τους εισαγωγείς SSCR, η Επιτροπή ζήτησε από όλους τους γνωστούς εισαγωγείς να υποβάλουν στοιχεία σχετικά με τις εισαγωγές και τις πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος. Μεγάλος αριθμός εισαγωγέων προσφέρθηκε να συνεργαστεί. Επιλέχθηκαν να συμμετάσχουν στη δειγματοληψία οι πέντε μεγαλύτεροι σε όρους όγκου εισαγωγείς. Οι εν λόγω εισαγωγείς αντιπροσωπεύουν περίπου το 16 % των συνολικών κοινοτικών εισαγωγών από τις εξεταζόμενες χώρες. Δυνάμει του άρθρου 17 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, ζητήθηκε η γνώμη των ενδιαφερόμενων μερών τα οποία δεν έφεραν αντίρρηση. Ωστόσο, τρεις από τους επιλεγμένους εισαγωγείς τελικά δεν απάντησαν στο ερωτηματολόγιο και αποφάσισαν να μη συμμετάσχουν περαιτέρω στην έρευνα. Οι δυο εναπομείναντες εισαγωγείς αντιπροσώπευαν το 2 – 4 % των συνολικών κοινοτικών εισαγωγών από τις εξεταζόμενες χώρες κατά την περίοδο της έρευνας. Επειδή ενδεχόμενη συμπερίληψη μερικών από τους άλλους εισαγωγείς που είχαν προσφερθεί να συνεργαστούν θα είχε ανεπαίσθητο αντίκτυπο στο δείγμα, αποφασίστηκε να μην αντικατασταθούν οι τρεις εισαγωγείς του δείγματος που είχαν διακόψει τη συνεργασία τους στο πλαίσιο της εν λόγω έρευνας. |
(8) |
Όσον αφορά τους κοινοτικούς παραγωγούς, σύμφωνα με το άρθρο 17 του βασικού κανονισμού, επελέγη δείγμα με βάση το μεγαλύτερο αντιπροσωπευτικό όγκο παραγωγής και πωλήσεων SSCR στην Κοινότητα, που μπορεί εύλογα να αποτελέσει αντικείμενο έρευνας εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας. Σύμφωνα με τα στοιχεία που υπέβαλαν οι παραγωγοί της Κοινότητας, η Επιτροπή επέλεξε τέσσερις εταιρείες (δύο ομίλους συνδεδεμένων εταιρειών) με το μεγαλύτερο όγκο παραγωγής και πωλήσεων στην Κοινότητα. Όσον αφορά την κοινοτική παραγωγή, οι εταιρείες που συμπεριλήφθησαν στο δείγμα αντιπροσώπευαν το 62 % της εκτιμώμενης συνολικής παραγωγής SSCR στην Κοινότητα και το 99 % του όγκου πωλήσεων στην Κοινότητα των παραγωγών που προσφέρθηκαν να συνεργαστούν. Δυνάμει του άρθρου 17 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, ζητήθηκε η γνώμη των ενδιαφερόμενων μερών, τα οποία δεν προέβαλαν καμία αντίρρηση. Επιπλέον, ζητήθηκε από τους υπόλοιπους κοινοτικούς παραγωγούς να παράσχουν ορισμένα γενικά στοιχεία για την ανάλυση της ζημίας. |
(9) |
Η Επιτροπή απέστειλε ερωτηματολόγια στους παραγωγούς-εξαγωγείς που συμμετείχαν στη δειγματοληψία, στους κοινοτικούς παραγωγούς και εισαγωγείς και σε όλους τους γνωστούς χρήστες και ενώσεις χρηστών. Δεόντως συμπληρωμένα ερωτηματολόγια υπέβαλαν τέσσερις κοινοτικοί παραγωγοί, 25 εταιρείες που ανήκουν σε τέσσερις ομίλους εταιρειών από τη ΛΔΚ, οκτώ εταιρείες που ανήκουν σε τρεις ομίλους εταιρειών από τη Δημοκρατία της Κορέας, τρεις παραγωγοί-εξαγωγείς της Ταϊβάν που είχαν επιλεγεί στο δείγμα, μία εταιρεία από την Ταϊβάν που ζήτησε ατομική εξέταση, δύο εισαγωγείς και πέντε χρήστες από την Κοινότητα. Επιπλέον, έξι εναπομείναντες κοινοτικοί παραγωγοί υπέβαλαν τα απαιτούμενα γενικά στοιχεία. |
(10) |
Η Επιτροπή αναζήτησε και επαλήθευσε όλες τις πληροφορίες που έκρινε αναγκαίες για το σκοπό της αναγνώρισης των αιτήσεων ΚΟΑ/ΑΜ στην περίπτωση της ΛΔΚ και για τον καθορισμό του ντάμπινγκ, της προκληθείσης ζημίας και του κοινοτικού συμφέροντος για τις εξεταζόμενες χώρες. Πραγματοποιήθηκαν επιτόπιοι έλεγχοι στις εγκαταστάσεις των ακόλουθων εταιρειών:
|
(11) |
Επειδή ήταν αναγκαίο να καθορισθεί η κανονική αξία όσον αφορά τους παραγωγούς-εξαγωγείς της ΛΔΚ στους οποίους ενδέχετο να μην αναγνωρισθεί το καθεστώς οικονομίας της αγοράς, πραγματοποιήθηκε επιτόπια επαλήθευση στην ανάλογη χώρα που είχε επιλεγεί προσωρινά, τις ΗΠΑ, στις εγκαταστάσεις των ακόλουθων παραγωγών:
|
1.3. Περίοδος έρευνας
(12) |
Η έρευνα σχετικά με το ντάμπινγκ και τη ζημία κάλυψε το διάστημα από την 1η Ιανουαρίου 2007 έως την 31η Δεκεμβρίου 2007 («περίοδος έρευνας» ή «ΠΕ»). Η εξέταση των συναφών τάσεων για την εκτίμηση τη ζημίας κάλυψε το διάστημα από την 1η Ιανουαρίου 2004 έως το τέλος της περιόδου έρευνας («εξεταζόμενη περίοδος»). |
1.4. Υπό εξέταση προϊόν
(13) |
Το προϊόν που εικάζεται ότι αποτελεί αντικείμενο ντάμπινγκ είναι πλατέα προϊόντα από ανοξείδωτο χάλυβα, που έχουν απλώς ελαθεί σε ψυχρή κατάσταση, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, Δημοκρατίας της Κορέας και της Ταϊβάν («το υπό εξέταση προϊόν»), που κανονικά δηλώνονται ότι υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 7219 31 00, 7219 32 10, 7219 32 90, 7219 33 10, 7219 33 90, 7219 34 10, 7219 34 90, 7219 35 10, 7219 35 90, 7220 20 21, 7220 20 29, 7220 20 41, 7220 20 49, 7220 20 81 και 7220 20 89. |
(14) |
Τα προϊόντα SSCR χρησιμοποιούνται σε ένα ευρύ φάσμα βιομηχανικών κλάδων παραγωγής καταναλωτικών ειδών και τελικών εφαρμογών. Σχετικά παραδείγματα είναι:
|
1.5. Ενδιάμεση έκθεση και επακόλουθη διαδικασία
(15) |
Στις 4 Νοεμβρίου 2008 η Επιτροπή γνωστοποίησε στα ενδιαφερόμενα μέρη μια ενδιάμεση έκθεση με τα προσωρινά της ευρήματα όσον αφορά την παρούσα διαδικασία, δηλαδή ότι από την έρευνα προέκυψε προσωρινά η ύπαρξη πρακτικής ντάμπινγκ αλλά δεν αποδείχθηκε η ύπαρξη ουσιώδους συνάφειας μεταξύ των εισαγωγών που αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ και τυχόν ζημίας που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής και υπογράμμισε την ανάγκη να διερευνηθεί περαιτέρω η κατάσταση καθώς και η πτυχή της πιθανής απειλής ζημίας. Με βάση τα προσωρινά ευρήματα θεωρήθηκε σκόπιμο να μην επιβληθούν προσωρινά μέτρα αλλά να συνεχιστεί η έρευνα. Σε όλα τα μέρη δόθηκε η ευκαιρία να υποβάλουν σχετικά αποδεικτικά στοιχεία και παρατηρήσεις όσον αφορά τα προσωρινά ευρήματα. Τα μέρη τα οποία το ζήτησαν, έγιναν επίσης δεκτά σε ακρόαση. Η Επιτροπή εξακολούθησε να αναζητεί και να επαληθεύει όλες τις πληροφορίες που έκρινε αναγκαίες για τα οριστικά της συμπεράσματα. |
2. ΑΠΟΣΥΡΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΑΤΩΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ
(16) |
Με επιστολή, της 4ης Μαρτίου 2009, προς την Επιτροπή, ο καταγγέλλων απέσυρε επισήμως την καταγγελία του. Σύμφωνα με τον καταγγέλλοντα, η απόφασή του να αποσύρει την καταγγελία υπαγορεύτηκε από το γεγονός ότι η σημερινή κατάσταση της αγοράς για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής διαφέρει αισθητά από εκείνη που επικρατούσε όταν υποβλήθηκε η καταγγελία, επειδή, πρόσφατα, συρρικνώθηκε η πραγματική και προφανής ζήτηση στην ΕΕ, με αποτέλεσμα τη μείωση των εισαγωγών. Λόγω της αναστάτωσης που επικρατεί στην αγορά, ο καταγγέλλων δεν επιθυμεί να δώσει συνέχεια στην καταγγελία του η οποία βασίστηκε σε μια ανάλυση προγενέστερων στοιχείων τα οποία δεν αντανακλούν πλέον πλήρως τις σημερινές συνθήκες της αγοράς. Ο καταγγέλλων θεωρεί σκόπιμο, υπό τις τρέχουσες συνθήκες, να αντιμετωπίσει τυχόν αθέμιτες ζημιογόνες εμπορικές πρακτικές υποβάλλοντας νέα καταγγελία —εφόσον στο μέλλον προκύψει ανάλογη ανάγκη— ώστε να εξεταστούν εμπεριστατωμένα όλα τα σχετικά θέματα. |
(17) |
Ο καταγγέλλων υποστήριξε, επίσης, ότι οι εν λόγω εισαγωγές, εάν αυξάνονταν ξανά, θα μπορούσαν υπό τις επικρατούσες συνθήκες να θέσουν σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. |
(18) |
Πρέπει να σημειωθεί ότι η σημερινή κατάσταση όσον αφορά το υπό εξέταση προϊόν τόσο στην ΕΚ όσο και στις εξεταζόμενες χώρες χαρακτηρίζεται από μια άνευ προηγουμένου αλλαγή των θεμελιωδών οικονομικών παραμέτρων. Μολονότι υπό τις περιστάσεις αυτές είναι δύσκολο να διατυπωθούν εμπεριστατωμένες προβλέψεις όσον αφορά τη βραχυπρόθεσμη έως μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη της αγοράς, φαίνεται, επίσης, ότι η οικονομική κατάσταση είναι ρευστή και ότι η εμφάνιση ζημιογόνου αντιντάμπινγκ δεν μπορεί πλήρως να αποκλειστεί. Δεδομένου ότι διαπιστώθηκε σημαντική αύξηση των εισαγωγών τουλάχιστον κατά ένα μέρος της περιόδου έρευνας, σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα, και λόγω της προσφοράς τιμών αισθητά χαμηλότερων από τις κοινοτικές, θεωρείται σκόπιμη η παρακολούθηση των εισαγωγών στην ΕΕ του υπό εξέταση προϊόντος. Οι πληροφορίες που θα συγκεντρώνονται στο πλαίσιο της εν λόγω παρακολούθησης αυτής θα επιτρέπουν στην Επιτροπή να αντιδρά άμεσα εάν παρίσταται ανάγκη. Για παράδειγμα, οι πληροφορίες αυτές θα μπορούν να χρησιμοποιούνται για την έναρξη νέας διαδικασίας υπό τον όρο ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 5 του βασικού κανονισμού, δηλαδή εφόσον υπάρχουν αρκετά εκ πρώτης όψεως αποδεικτικά στοιχεία ζημιογόνου ντάμπινγκ. |
(19) |
Η Επιτροπή σημειώνει επίσης ότι, σε περίπτωση έναρξης νέας διαδικασίας σχετικά με το εν λόγω προϊόν και εφόσον το δικαιολογούν οι περιστάσεις, μπορεί να κριθεί σκόπιμη η διεξαγωγή ταχείας έρευνας. Στο άρθρο 7 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού προβλέπεται πράγματι η δυνατότητα αυτή, επειδή επιτρέπεται μια μάλλον ταχεία επιβολή προσωρινών μέτρων μετά την έναρξη της διαδικασίας. |
(20) |
Η περίοδος παρακολούθησης θα πρέπει να εφαρμόζεται έως 24 μήνες μετά τη δημοσίευση της περάτωσης της παρούσας διαδικασίας. |
(21) |
Σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, η διαδικασία είναι δυνατόν να περατωθεί εφόσον ο καταγγέλλων αποσύρει την καταγγελία, εκτός αν η περάτωση δεν είναι προς το συμφέρον της Κοινότητας. |
(22) |
Η Επιτροπή θεωρεί σκόπιμη την περάτωση της παρούσας διαδικασίας, δεδομένου ότι με την έρευνα δεν προέκυψαν εκτιμήσεις που να δείχνουν ότι η περάτωση δεν θα ήταν προς το συμφέρον της Κοινότητας. Τα ενδιαφερόμενα μέρη ενημερώθηκαν σχετικά και τους παρασχέθηκε η ευκαιρία να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους. Ωστόσο, δεν ελήφθησαν παρατηρήσεις οι οποίες θα μπορούσαν να αλλάξουν την εν λόγω απόφαση. |
(23) |
Ως εκ τούτου, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι η διαδικασία αντιντάμπινγκ, όσον αφορά τις εισαγωγές στην Κοινότητα ορισμένων πλατέων προϊόντων έλασης από ανοξείδωτο χάλυβα που έχουν ελαθεί σε ψυχρή κατάσταση, καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, πρέπει να περατωθεί χωρίς την επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ, |
ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:
Άρθρο 1
Περατούται η διαδικασία αντιντάμπινγκ που αφορά εισαγωγές πλατέων προϊόντων από ανοξείδωτο χάλυβα, που έχουν απλώς ελαθεί σε ψυχρή κατάσταση, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, Δημοκρατίας της Κορέας και της Ταϊβάν («το υπό εξέταση προϊόν»), που κανονικά δηλώνονται ότι υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 7219 31 00, 7219 32 10, 7219 32 90, 7219 33 10, 7219 33 90, 7219 34 10, 7219 34 90, 7219 35 10, 7219 35 90, 7220 20 21, 7220 20 29, 7220 20 41, 7220 20 49, 7220 20 81 και 7220 20 89.
Άρθρο 2
Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Βρυξέλλες, 16 Απριλίου 2009.
Για την Επιτροπή
Catherine ASHTON
Μέλος της Επιτροπής
(1) ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1.
(2) ΕΕ C 29 της 1.2.2008, σ. 13.