5.1.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 3/13


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 6/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 4ης Ιανουαρίου 2008

περί λεπτομερών κανόνων για τη χορήγηση ενισχύσεων στην ιδιωτική αποθεματοποίηση προβείου και αιγείου κρέατος

(Κωδικοποιημένη έκδοση)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2529/2001 του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 2001, για την κοινή οργάνωση της αγοράς στον τομέα του προβείου και αιγείου κρέατος (1), και ιδίως το άρθρο 12 παράγραφος 2 και το άρθρο 24,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2799/98 του Συμβουλίου, της 15ης Δεκεμβρίου 1998, για τη θέσπιση του γεωργονομισματικού καθεστώτος του ευρώ (2), και ιδίως το άρθρο 3 παράγραφος 2 και το άρθρο 9,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3446/90 της Επιτροπής, της 27ης Νοεμβρίου 1990, περί λεπτομερών κανόνων για τη χορήγηση ενισχύσεων στην ιδιωτική αποθεματοποίηση προβείου και αιγείου κρέατος (3), έχει τροποποιηθεί επανειλημμένα (4) και ουσιωδώς. Είναι ως εκ τούτου σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας και ορθολογισμού, η κωδικοποίηση του εν λόγω κανονισμού.

(2)

Πρέπει να εγκριθούν λεπτομερείς κανόνες για τη χορήγηση ενισχύσεων στην ιδιωτική αποθεματοποίηση προβείου και αιγείου κρέατος, επιπλέον των γενικών κανόνων που προβλέπονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2529/2001.

(3)

Για να επιτευχθούν οι στόχοι που επιδιώκονται με τη χορήγηση των εν λόγω ενισχύσεων, πρέπει αυτές να χορηγούνται μόνο σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα εγκατεστημένα στην Κοινότητα, τα οποία να είναι σε θέση, με τη δραστηριότητά τους και την επαγγελματική εμπειρία τους, να εγγυώνται ότι η αποθεματοποίηση πραγματοποιείται με ικανοποιητικό τρόπο, και τα οποία να διαθέτουν στο εσωτερικό της Κοινότητας επαρκείς ψυκτικές εγκαταστάσεις.

(4)

Για τον ίδιο σκοπό, είναι σκόπιμη η χορήγηση ενισχύσεων μόνο στην αποθεματοποίηση προϊόντων σε κατεψυγμένη μορφή που ανταποκρίνονται ακέραια, γνήσια και εμπορεύσιμα στις προδιαγραφές υγιεινής, πιστότητας εμπορίας, και κοινοτικής καταγωγής, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 της Επιτροπής, της 2ας Ιουλίου 1993, για τον καθορισμό ορισμένων διατάξεων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου, για τη θέσπιση του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (5), και των οποίων το ποσοστό της ραδιενέργειας δεν υπερβαίνει τα μέγιστα όρια ανοχής που προβλέπονται από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 737/90 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1990, σχετικά με τους όρους εισαγωγής γεωργικών προϊόντων καταγωγής τρίτων χωρών μετά το ατύχημα στον πυρηνικό σταθμό του Τσερνομπίλ (6).

(5)

Πρέπει να θεσπιστούν οι αναγκαίες διατάξεις ότι τα εν λόγω ζώα θα σφάζονται μόνο σε εγκεκριμένα και ελεγχόμενα σφαγεία.

(6)

Για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των ενισχύσεων, οι συμβάσεις πρέπει να συνάπτονται για ελάχιστη ποσότητα, διαφοροποιημένη, κατά περίπτωση, ανά προϊόν, και πρέπει να καθορίζονται οι υποχρεώσεις του συμβαλλομένου, ιδίως εκείνες που επιτρέπουν στον οργανισμό παρεμβάσεως να πραγματοποιεί αποτελεσματικό έλεγχο των όρων αποθεματοποίησης.

(7)

Είναι αναγκαίο να καθορισθεί το ύψος της εγγύησης που εξασφαλίζει την τήρηση των υποχρεώσεων που έχουν συμφωνηθεί, σε ποσοστό του ποσού της ενισχύσεως.

(8)

Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2220/85 της Επιτροπής, της 22ας Ιουλίου 1985, για τον καθορισμό των κοινών λεπτομερειών εφαρμογής του καθεστώτος εγγυήσεων για τα γεωργικά προϊόντα (7), προβλέπει τον καθορισμό των πρωτογενών απαιτήσεων που πρέπει να τηρούνται για την αποδέσμευση της εγγύησης. Η αποθεματοποίηση της συμβατικής ποσότητας, κατά τη συμφωνηθείσα περίοδο αποθεματοποίησης, συνιστά μια από τις πρωτογενείς απαιτήσεις για τη χορήγηση ενισχύσεων στην ιδιωτική αποθεματοποίηση του προβείου και αιγείου κρέατος. Για να ληφθούν υπόψη οι εμπορικές χρήσεις καθώς και οι πρακτικές ανάγκες, πρέπει να γίνεται αποδεκτή ορισμένη ανοχή ως προς την ποσότητα αυτή.

(9)

Σε περίπτωση μη τήρησης ορισμένων υποχρεώσεων που αφορούν τις ποσότητες που πρέπει να αποθεματοποιηθούν, κρίνεται σκόπιμο να υπάρχει ορισμένη αναλογικότητα ως προς το ύψος της αποδεσμεύσεως των εγγυήσεων και το ύψος των χορηγούμενων ενισχύσεων.

(10)

Προκειμένου να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα του καθεστώτος, πρέπει να επιτρέπεται στους συμβαλλόμενους να επωφελούνται προκαταβολής της ενίσχυσης, που υπόκειται σε εγγύηση, και πρέπει να προβλεφθούν κανόνες σχετικά με την υποβολή αιτήσεων για την πληρωμή της ενίσχυσης, τα δικαιολογητικά έγγραφα που πρέπει να υποβάλλονται και την προθεσμία πληρωμής.

(11)

Δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2799/98 και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1913/2006 της Επιτροπής, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, που προβλέπει τους κανόνες εφαρμογής του γεωργονομισματικού καθεστώτος του ευρώ στο γεωργικό τομέα και τροποποιεί ορισμένους κανονισμούς (8), είναι σκόπιμο να διευκρινισθούν τα γενεσιουργά γεγονότα της συναλλαγματικής ισοτιμίας που εφαρμόζεται στην ενίσχυση και στις εγγυήσεις στην περίπτωση της ιδιωτικής αποθεματοποίησης.

(12)

Η κτηθείσα πείρα από την εφαρμογή διαφόρων καθεστώτων ιδιωτικής αποθεματοποίησης των γεωργικών προϊόντων δείχνει ότι πρέπει να διευκρινιστεί σε ποια έκταση εφαρμόζεται ο κανονισμός (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1182/71 του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 1971, περί καθορισμού των κανόνων που εφαρμόζονται στις προθεσμίες, ημερομηνίες και διορίες (9), για τον προσδιορισμό των προθεσμιών, των ημερομηνιών και των διοριών που αναφέρονται στα καθεστώτα αυτά, και να οριστούν με ακρίβεια οι ημερομηνίες έναρξης και τερματισμού της συμβατικής αποθεματοποίησης.

(13)

Ειδικότερα, το άρθρο 3 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1182/71 προβλέπει ότι, όταν η τελευταία ημέρα της προθεσμίας είναι αργία, Κυριακή ή Σάββατο, η προθεσμία λήγει στο τέλος της επόμενης εργάσιμης ημέρας. Η εφαρμογή της διάταξης αυτής στις συμβάσεις αποθεματοποίησης ενδέχεται να μην είναι προς το συμφέρον των αποθεματοποιούντων και μπορεί, αντιθέτως, να προκαλέσει άνιση μεταχείριση του ενός σε σχέση με τον άλλο. Επομένως, κρίνεται σκόπιμο να προβλεφθεί παρέκκλιση από τη διάταξη αυτή για τον καθορισμό της τελευταίας ημέρας της συμβατικής αποθεματοποίησης.

(14)

Πρέπει να προβλεφθεί ορισμένη αναλογικότητα ως προς τη χορήγηση ενισχύσεων στην περίπτωση που η περίοδος αποθεματοποίησης δεν τηρείται πλήρως.

(15)

Σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2529/2001, η διαδικασία του διαγωνισμού εφαρμόζεται εφόσον επικρατούν ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες στην αγορά, σε μία ή περισσότερες ζώνες διαμόρφωσης των τιμών. Τα ανοίγματα διαγωνισμών πρέπει να αποτελούν αντικείμενο αποφάσεων της Επιτροπής σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού.

(16)

Το ποσό της ενίσχυσης αποτελεί το αντικείμενο του διαγωνισμού. Η επιλογή μεταξύ των μετεχόντων στο διαγωνισμό γίνεται λαμβανομένων υπόψη των ευνοϊκότερων για την Κοινότητα προσφορών. Για το σκοπό αυτό, μπορεί να καθορισθεί ένα μέγιστο ποσό ενισχύσεως, έως το ύψος του οποίου να γίνονται δεκτές οι προσφορές. Στην περίπτωση που δεν παρουσιάζεται καμία προσφορά ή δεν φαίνεται ευνοϊκή, μπορεί να μη δοθεί συνέχεια στο διαγωνισμό.

(17)

Πρέπει να προβλεφθούν μέτρα ελέγχου ώστε να διασφαλίζεται ότι οι ενισχύσεις δεν χορηγούνται χωρίς να οφείλονται. Για το σκοπό αυτό, πρέπει ιδίως να προβλεφθεί ότι τα κράτη μέλη προβαίνουν στους κατάλληλους, ως προς τα διάφορα στάδια των εργασιών αποθεματοποίησης, ελέγχους.

(18)

Πρέπει να προλαμβάνονται οι περιπτώσεις παρατυπιών και απάτης και, κατά περίπτωση, να επιβάλλονται κυρώσεις. Για το λόγο αυτό πρέπει, σε περίπτωση ψευδούς δηλώσεως, να αποκλείεται ο συμβαλλόμενος της χορηγήσεως ενισχύσεων στην ιδιωτική αποθεματοποίηση κατά τη διάρκεια του εξαμήνου που έπεται του μήνα κατά τον οποίο διαπιστώθηκε η ψευδής δήλωση.

(19)

Προκειμένου να δίδεται η δυνατότητα στην Επιτροπή να σχηματίζει συνολική εικόνα των αποτελεσμάτων της χορηγήσεως ενισχύσεων στην ιδιωτική αποθεματοποίηση, επιβάλλεται να προβλεφθεί ότι τα κράτη μέλη της ανακοινώνουν τα αναγκαία στοιχεία.

(20)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης αιγοπροβάτων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Η χορήγηση ενισχύσεων στην ιδιωτική αποθεματοποίηση που προβλέπεται στο άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2529/2001 υπόκειται στους όρους που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 2

1.   Η σύμβαση για την ιδιωτική αποθεματοποίηση προβείου και αιγείου κρέατος συνάπτεται μεταξύ των οργανισμών παρέμβασης των κρατών μελών και φυσικών ή νομικών προσώπων, που καλούνται στο εξής «συμβαλλόμενος», τα οποία:

α)

ασκούν δραστηριότητα στον τομέα των ζώντων ζώων και κρεάτων από τουλάχιστον δώδεκα μήνες, και είναι εγγεγραμμένα σε ένα από τα δημόσια μητρώα που καθορίζουν τα κράτη μέλη, και

β)

διαθέτουν, για τους σκοπούς της αποθεματοποίησης, κατάλληλες εγκαταστάσεις εντός της Κοινότητας.

2.   Ενισχύσεις στην ιδιωτική αποθεματοποίηση μπορούν να χορηγούνται μόνο για σφάγια αρνιών ηλικίας κάτω των 12 μηνών και τεμάχια αυτών που ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές υγιεινής, ποιότητας και εμπορίας, τα οποία προέρχονται από ζώα που έχουν εκτραφεί στην Κοινότητα τουλάχιστον τους δύο τελευταίους μήνες και έχουν σφαγεί το πολύ δέκα ημέρες πριν από την ημερομηνία της θέσης τους σε απόθεμα, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3.

3.   Τα κρέατα δεν είναι δυνατόν να αποτελέσουν το αντικείμενο σύμβασης αποθεματοποίησης εφόσον υπερβαίνουν τα μέγιστα επιτρεπτά επίπεδα ραδιενέργειας που ισχύουν σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία. Τα επίπεδα που ισχύουν για τα προϊόντα κοινοτικής καταγωγής είναι εκείνα που καθορίζονται στο άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 737/90. Ο έλεγχος του βαθμού μόλυνσης από ραδιενέργεια του προϊόντος πραγματοποιείται μόνον εφόσον το απαιτεί η κατάσταση και κατά τη διάρκεια της αναγκαίας περιόδου. Αν υπάρχει ανάγκη, η διάρκεια και η έκταση των μέτρων ελέγχου προσδιορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 25 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2529/2001.

4.   Η σύμβαση μπορεί να αφορά μόνον ποσότητες ίσες ή ανώτερες ενός κατωτάτου ορίου, το οποίο καθορίζεται για κάθε προϊόν.

5.   Τα κρέατα πρέπει να τίθενται σε απόθεμα νωπά και να αποθεματοποιούνται κατεψυγμένα.

Άρθρο 3

1.   Η αίτηση για σύναψη σύμβασης ή η προσφορά στο διαγωνισμό και η σύμβαση αφορούν ένα μόνο από τα προϊόντα για τα οποία μπορεί να χορηγηθεί ενίσχυση.

2.   Η αίτηση για σύναψη σύμβασης ή η προσφορά στο διαγωνισμό γίνονται δεκτές μόνο εάν περιέχουν τις ενδείξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχεία α), β), δ) και ε) και εφόσον έχει προσκομισθεί η απόδειξη για τη σύσταση εγγύησης.

3.   Η σύμβαση περιλαμβάνει ιδίως τις ακόλουθες ενδείξεις:

α)

δήλωση με την οποία ο συμβαλλόμενος αναλαμβάνει την υποχρέωση να μη θέσει σε απόθεμα και να μην αποθεματοποιήσει παρά μόνον τα προϊόντα που πληρούν τους όρους που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφοι 2 και 3·

β)

την περιγραφή και την ποσότητα του προϊόντος προς αποθεματοποίηση·

γ)

την ημερομηνία λήξεως της προθεσμίας για τη θέση σε απόθεμα που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3, του συνόλου της ποσότητας που αναφέρεται στο στοιχείο β) της παρούσας παραγράφου·

δ)

την περίοδο αποθεματοποίησης·

ε)

το ποσό της ενίσχυσης ανά μονάδα βάρους·

στ)

το ποσό της εγγύησης·

ζ)

τη δυνατότητα μείωσης ή παράτασης της περιόδου αποθεματοποίησης σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που προβλέπει η κοινοτική νομοθεσία.

4.   Η σύμβαση προβλέπει τουλάχιστον τις ακόλουθες υποχρεώσεις για το συμβαλλόμενο:

α)

να θέσει σε απόθεμα, μέσα στις προβλεπόμενες στο άρθρο 4 προθεσμίες, και να αποθεματοποιήσει, κατά τη διάρκεια της συμβατικής περιόδου, τη συμφωνηθείσα ποσότητα του εν λόγω προϊόντος για λογαριασμό του και υπό την ευθύνη του, υπό συνθήκες που εξασφαλίζουν τη διατήρηση των χαρακτηριστικών των προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 2, και να μην τροποποιεί, υποκαθιστά ή μετακινεί από μια αποθήκη σε άλλη τα αποθεματοποιημένα προϊόντα. Ωστόσο, σε εξαιρετικές περιπτώσεις και κατόπιν αιτήσεως δεόντως αιτιολογημένης, ο οργανισμός παρέμβασης μπορεί να επιτρέψει μετακίνηση των αποθηκευμένων προϊόντων·

β)

να ειδοποιεί εγκαίρως τoν οργανισμό παρέμβασης με τον οποίο έχει συμβληθεί, πριν από την έναρξη της θέσης σε απόθεμα κάθε μεμονωμένης παρτίδας, κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο, για την ημέρα και τον τόπο της θέσης σε απόθεμα καθώς και για τη φύση και την ποσότητα του προς αποθεματοποίηση προϊόντος. Ο οργανισμός παρέμβασης μπορεί να απαιτεί την παροχή αυτής της πληροφορίας τουλάχιστον δύο εργάσιμες ημέρες πριν τη θέση σε απόθεμα κάθε μεμονωμένης παρτίδας·

γ)

να διαβιβάζει στον οργανισμό παρέμβασης τα σχετικά με τις εργασίες αποθήκευσης έγγραφα το αργότερο ένα μήνα μετά την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 4·

δ)

να αποθεματοποιεί τα προϊόντα σύμφωνα με τους όρους διαπίστωσης της ταυτότητας που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 4·

ε)

να επιτρέπει στον οργανισμό παρεμβάσεως να ελέγχει ανά πάσα στιγμή την τήρηση όλων των προβλεπομένων στη σύμβαση υποχρεώσεων.

Άρθρο 4

1.   Οι εργασίες της θέσης σε απόθεμα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί το αργότερο την εικοστή όγδοη ημέρα από την ημερομηνία συνάψεως της σύμβασης.

Η θέση σε απόθεμα μπορεί να πραγματοποιείται ανά μεμονωμένες παρτίδες, από τις οποίες κάθε μια να αντιπροσωπεύει την ποσότητα που τίθεται σε απόθεμα σε δεδομένη ημέρα ανά σύμβαση και αποθήκη.

2.   Οι συμβαλλόμενοι μπορούν, υπό τη μόνιμη επίβλεψη του οργανισμού παρέμβασης και κατά τη διάρκεια των εργασιών θέσης σε απόθεμα, να τεμαχίζουν και να αφαιρούν εν μέρει ή πλήρως τα κόκαλα όλων των προϊόντων ή μέρους των, υπό την προϋπόθεση ότι γίνεται χρήση μιας επαρκούς ποσότητας σφαγίων για να εξασφαλιστεί ότι αποθεματοποιείται η ποσότητα για την οποία έχει συναφθεί η σύμβαση και ότι αποθεματοποιείται όλη η ποσότητα του κρέατος που λαμβάνεται από την αφαίρεση των κοκάλων. Οι ενδιαφερόμενοι δηλώνουν την πρόθεσή τους να κάνουν χρήση αυτής της δυνατότητας, το αργότερο κατά την έναρξη των εργασιών θέσης σε απόθεμα. Εντούτοις, ο οργανισμός παρέμβασης μπορεί να απαιτεί τη δήλωση της πρόθεσης αυτής δύο εργάσιμες ημέρες πριν από τη θέση σε απόθεμα κάθε μεμονωμένης παρτίδας.

Οι χόνδροι, χονδροί τένοντες, κόκαλα, τεμάχια λίπους και άλλα παραπροϊόντα σφαγίου που προέρχονται από τη μερική ή ολική αφαίρεση των κοκάλων δεν μπορούν να αποθεματοποιούνται.

3.   Οι εργασίες της θέσης σε απόθεμα αρχίζουν, για κάθε μεμονωμένη παρτίδα της υπό σύμβαση ποσότητας, την ημέρα κατά την οποία η παρτίδα θα υποβάλλεται στον έλεγχο του οργανισμού παρέμβασης.

Η σχετική ημερομηνία είναι αυτή της στιγμής κατά την οποία διαπιστώνεται το καθαρό βάρος του νωπού ή διατηρημένου με απλή ψύξη προϊόντος:

α)

στον τόπο της αποθεματοποίησης στην περίπτωση που το κρέας καταψύχεται επιτόπου·

β)

στον τόπο καταψύξεως εφόσον το κρέας καταψύχεται σε κατάλληλες εγκαταστάσεις εκτός του τόπου αποθεματοποίησης.

Εντούτοις, στην περίπτωση που το κρέας τίθεται σε απόθεμα μετά τον τεμαχισμό και τη μερική ή ολική αφαίρεση των κοκάλων, το ζύγισμα πρέπει να αφορά προϊόντα που αποτελούσαν πράγματι μέρος των αποθεμάτων και είναι δυνατό να πραγματοποιηθεί στο ίδιο μέρος που γίνεται ο τεμαχισμός και η ολική ή μερική αφαίρεση των κοκάλων.

Δεν καθορίζεται το βάρος των προς αποθεματοποίηση προϊόντων πριν από τη σύναψη συμφωνίας.

4.   Οι εργασίες θέσης σε απόθεμα τερματίζονται την ημέρα κατά την οποία τίθεται σε απόθεμα η τελευταία παρτίδα της υπό σύμβαση ποσότητας.

Η ημερομηνία αυτή είναι η ημέρα κατά την οποία όλα τα υπό σύμβαση προϊόντα έχουν παραδοθεί στην τελική αποθήκη, νωπά ή κατεψυγμένα, ανάλογα με την περίπτωση.

Άρθρο 5

1.   Το ποσό της εγγύησης που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο από το 30 % του ποσού της ζητούμενης ενίσχυσης.

2.   Οι πρωτογενείς απαιτήσεις κατά την έννοια του άρθρου 20 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2220/85 είναι η μη απόσυρση αιτήσεως συνάψεως συμβάσεως ή προσφοράς σε διαγωνισμό και η διατήρηση σε απόθεμα, κατά τη διάρκεια της περιόδου συμβατικής αποθεματοποίησης, τουλάχιστον του 90 % της υπό σύμβαση ποσότητας, υπό την ευθύνη του συμβαλλόμενου και με τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του παρόντος κανονισμού.

3.   Δεν εφαρμόζεται το άρθρο 27 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2220/85.

4.   Η εγγύηση αποδεσμεύεται αμέσως εάν δεν γίνει αποδεκτή η αίτηση για σύναψη συμβάσεως ή η προσφορά σε διαγωνισμό.

5.   Εφόσον έχει παρέλθει η προθεσμία για τη θέση σε απόθεμα όπως αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1, η εγγύηση καταπίπτει σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 23 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2220/85.

Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 6 παράγραφος 3, εάν η υπέρβαση της προθεσμίας που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 είναι μεγαλύτερη από δέκα ημέρες, η ενίσχυση δεν καταβάλλεται.

Άρθρο 6

1.   Το ποσό της ενίσχυσης καθορίζεται ανά μονάδα βάρους και αναφέρεται στο βάρος που διαπιστώνεται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 3.

2.   Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 3, ο συμβαλλόμενος δικαιούται την ενίσχυση εφόσον πληρούνται οι πρωτογενείς απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 2.

3.   Η ενίσχυση πληρώνεται στο ακέραιο για την υπό σύμβαση ποσότητα.

Εάν η ποσότητα που έχει πράγματι αποθεματοποιηθεί κατά τη διάρκεια της περιόδου συμβατικής αποθεματοποίησης είναι μικρότερη από την υπό σύμβαση ποσότητα και:

α)

μεγαλύτερη ή ίση από το 90 % της ποσότητας αυτής, η ενίσχυση μειώνεται αναλογικά·

β)

μικρότερη από το 90 % αλλά μεγαλύτερη ή ίση από το 80 % της ποσότητας αυτής, η ενίσχυση, για την ποσότητα που έχει πράγματι αποθεματοποιηθεί, μειώνεται κατά το ήμισυ·

γ)

μικρότερη από το 80 % της ποσότητας αυτής, δεν πληρώνεται η ενίσχυση.

4.   Υστερα από τρεις μήνες συμβατικής αποθεματοποίησης και ύστερα από αίτηση του συμβαλλόμενου, μπορεί να καταβληθεί μία μόνο προκαταβολή επί του ποσού της ενισχύσεως, εφόσον ο συμβαλλόμενος παρέχει εγγύηση ίση με το ποσό της προκαταβολής, προσαυξημένη κατά 20 %.

Η προκαταβολή δεν υπερβαίνει το ποσό της ενισχύσεως που αντιστοιχεί σε περίοδο αποθεματοποίησης τριών μηνών.

Άρθρο 7

1.   Η αίτηση πληρωμής της ενισχύσεως καθώς και τα σχετικά δικαιολογητικά πρέπει να υποβάλλονται στην αρμόδια αρχή, εκτός από περιπτώσεις ανωτέρας βίας, σε προθεσμία έξι μηνών μετά το πέρας της μέγιστης περιόδου συμβατικής αποθεματοποίησης. Στην περίπτωση που δεν υποβληθούν τα δικαιολογητικά εντός των προβλεπομένων προθεσμιών, παρά το γεγονός ότι ο συμβαλλόμενος έχει επιδείξει προθυμία για την εμπρόθεσμη υποβολή τους, είναι δυνατόν να εγκριθεί παράταση των προθεσμιών, που δεν υπερβαίνει συνολικά τους έξι μήνες, για την προσκόμιση των εγγράφων αυτών.

2.   Με την επιφύλαξη των περιπτώσεων ανωτέρας βίας που αναφέρονται στο άρθρο 10 και των περιπτώσεων κατά τις οποίες έχει αρχίσει διοικητική έρευνα για το δικαίωμα στις ενισχύσεις, η πληρωμή των ενισχύσεων πραγματοποιείται από τις αρμόδιες αρχές σε εύλογη προθεσμία και το πολύ εντός τριών μηνών από την ημέρα υποβολής από το συμβαλλόμενο, της δεόντως αιτιολογημένης αιτήσεως πληρωμής.

Άρθρο 8

Τα γενεσιουργά γεγονότα της συναλλαγματικής ισοτιμίας που ισχύει για την ενίσχυση και για τις εγγυήσεις είναι αυτά που προβλέπονται αντίστοιχα στο άρθρο 2 παράγραφος 5 και στο άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1913/2006.

Άρθρο 9

1.   Οι προθεσμίες, ημερομηνίες και διορίες που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό καθορίζονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1182/71. Ωστόσο, το άρθρο 3 παράγραφος 4 του εν λόγω κανονισμού δεν εφαρμόζεται για τον καθορισμό της περιόδου της αποθεματοποίησης υπό σύμβαση όπως αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 3 στοιχείο δ) του παρόντος κανονισμού, ή όπως τροποποιήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3 στοιχείο ζ) του παρόντος κανονισμού.

2.   Η πρώτη ημέρα της περιόδου συμβατικής αποθεματοποίησης είναι η επόμενη ημέρα από την ημέρα ολοκλήρωσης των εργασιών θέσης σε απόθεμα.

3.   Οι εργασίες διάθεσης των αποθεμάτων μπορούν να αρχίσουν την επόμενη ημέρα από την τελευταία ημέρα της περιόδου συμβατικής αποθεματοποίησης.

4.   Ο συμβαλλόμενος ειδοποιεί σχετικά τον οργανισμό παρέμβασης σε εύλογη προθεσμία πριν από την προβλεπόμενη έναρξη των εργασιών εξόδου από την αποθεματοποίηση. Ο οργανισμός παρέμβασης μπορεί να απαιτεί να γίνεται η σχετική ενημέρωση τουλάχιστον δύο εργάσιμες ημέρες πριν από την ημερομηνία αυτή.

Όταν δεν τηρείται η υποχρέωση προηγούμενης ενημέρωσης, αλλά εφόσον παρασχεθούν σε προθεσμία 30 ημερών μετά την έξοδο από την αποθήκη, επαρκείς και ικανοποιητικές για τις αρμόδιες αρχές αποδείξεις όσον αφορά την ημερομηνία εξόδου από την αποθήκη και τις σχετικές ποσότητες το ποσό της ενίσχυσης χορηγείται με την επιφύλαξη του άρθρου 6 παράγραφος 3, και 15 % του ποσού της εγγύησης παρακρατείται για τη σχετική ποσότητα.

Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις μη τήρησης της υποχρέωσης αυτής, καμία ενίσχυση δεν πληρώνεται στο πλαίσιο της σχετικής σύμβασης, και παρακρατείται το σύνολο της εγγύησης για τη σχετική σύμβαση.

5.   Όταν, με την επιφύλαξη των περιπτώσεων ανωτέρας βίας που αναφέρονται στο άρθρο 10, το τέλος της περιόδου συμβατικής αποθεματοποίησης δεν τηρείται από το συμβαλλόμενο για ολόκληρη την αποθεματοποιημένη ποσότητα, κάθε ημερολογιακή ημέρα μη τήρησης επιφέρει απώλεια 10 % της οφειλόμενης ενίσχυσης για την εν λόγω σύμβαση.

Άρθρο 10

Όταν κάποια περίπτωση ανωτέρας βίας επηρεάζει την εκπλήρωση των συμβατικών υποχρεώσεων του συμβαλλόμενου, η αρμόδια αρχή του ενδιαφερομένου κράτους μέλους καθορίζει τα μέτρα που κρίνει αναγκαία λόγω της προβαλλόμενης περιστάσεως. Η αρχή αυτή πληροφορεί την Επιτροπή για κάθε περίπτωση ανωτέρας βίας καθώς και για τα μέτρα που έχουν ληφθεί σχετικά.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 11

Στην περίπτωση κατά την οποία το ύψος των ενισχύσεων προκαθορίζεται κατ’ αποκοπή:

α)

η αίτηση για σύναψη συμβάσεως πρέπει να κατατεθεί στον αρμόδιο οργανισμό παρεμβάσεως σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 2·

β)

οι αποφάσεις σχετικά με τις αιτήσεις συνάψεως συμβάσεων κοινοποιούνται από τον αρμόδιο οργανισμό παρέμβασης σε κάθε αιτούντα, με συστημένη επιστολή, με τηλεομοιοτυπία, με ηλεκτρονικά μέσα ή έναντι αποδείξεως παραλαβής, την πέμπτη εργάσιμη ημέρα από την ημέρα υποβολής της αιτήσεως, εφόσον δεν έχουν εν τω μεταξύ ληφθεί ειδικά μέτρα από την Επιτροπή.

Στα μέτρα αυτά μπορούν ιδίως να περιλαμβάνονται, εφόσον από την εξέταση της καταστάσεως διαπιστώνεται υπερβολική προσφυγή των ενδιαφερομένων στο καθεστώς που καθιερώνεται από τον παρόντα κανονισμό ή όταν διαφαίνεται τέτοιος κίνδυνος προσφυγής:

η αναστολή εφαρμογής του παρόντος κανονισμού επί πέντε εργάσιμες ημέρες κατ’ ανώτατο όριο· στην περίπτωση αυτή, οι αιτήσεις συνάψεως συμβάσεως που έχουν υποβληθεί κατά τη διάρκεια της περιόδου αναστολής δεν γίνονται δεκτές,

ο καθορισμός ενιαίου ποσοστού μειώσεως των ποσοτήτων για τις οποίες έχουν υποβληθεί αιτήσεις συνάψεως συμβάσεως, τηρουμένης, κατά περίπτωση, της ελάχιστης ποσότητας της σύμβασης,

η απόρριψη των αιτήσεων που υποβλήθηκαν πριν από την περίοδο αναστολής, για τις οποίες η απόφαση αποδοχής έπρεπε να ληφθεί κατά τη διάρκεια της περιόδου αναστολής.

Σε περίπτωση αποδοχής της αιτήσεως, η ημέρα συνάψεως της συμβάσεως είναι η ημέρα αποστολής της γνωστοποίησης που αναφέρεται στο στοιχείο β) πρώτο εδάφιο. Ο οργανισμός παρέμβασης διευκρινίζει αναλόγως την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 3 στοιχείο γ).

Άρθρο 12

1.   Στην περίπτωση κατά την οποία η ενίσχυση χορηγείται με διαγωνισμό:

α)

ο κανονισμός περί ενάρξεως της διαδικασίας διαγωνισμού σύμφωνα με το άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2529/2001 προσδιορίζει τους γενικούς όρους, τα προς αποθεματοποίηση προϊόντα, την ημερομηνία και την ώρα λήξης της προθεσμίας για την υποβολή των προσφορών, καθώς και την ελάχιστη ποσότητα που μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο προσφοράς·

β)

η προσφορά πρέπει να υποβάλλεται σε ευρώ στον αρμόδιο οργανισμό παρέμβασης σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 2·

γ)

η διαλογή των προσφορών πραγματοποιείται από τις αρμόδιες υπηρεσίες των κρατών μελών χωρίς την παρουσία του κοινού· τα πρόσωπα που λαμβάνουν μέρος στη διαλογή υποχρεούνται να τηρούν το απόρρητο·

δ)

οι υποβληθείσες προσφορές πρέπει να περιέχονται στην Επιτροπή ανώνυμα, μέσω των κρατών μελών, το αργότερο τη δεύτερη εργάσιμη ημέρα μετά την ημέρα λήξης της προθεσμίας για την υποβολή των προσφορών όπως προβλέπεται στην προκήρυξη του διαγωνισμού·

ε)

σε περίπτωση μη υπάρξεως προσφορών, τα κράτη μέλη πληροφορούν σχετικά την Επιτροπή στην ίδια προθεσμία με εκείνη που προβλέπεται στο στοιχείο δ)·

στ)

με βάση τις προσφορές που έχουν ληφθεί, η Επιτροπή αποφασίζει, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2529/2001, είτε τον καθορισμό ενός ανωτάτου ποσού ενισχύσεως, είτε τη μη συνέχιση του διαγωνισμού·

ζ)

όταν καθορίζεται ανώτατο ποσό ενισχύσεως, οι προσφορές που δεν υπερβαίνουν το ποσό αυτό γίνονται δεκτές.

2.   Ο αρμόδιος οργανισμός παρέμβασης οφείλει να γνωστοποιεί σε όλους τους μετέχοντες στο διαγωνισμό με συστημένη επιστολή, με τηλεομοιοτυπία, με ηλεκτρονικά μέσα ή έναντι αποδείξεως παραλαβής, το αποτέλεσμα της συμμετοχής τους στο διαγωνισμό σε προθεσμία πέντε εργάσιμων ημερών από την ημέρα κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη της αποφάσεως της Επιτροπής.

Σε περίπτωση αποδοχής της προσφοράς, η ημέρα συνάψεως της συμβάσεως είναι η ημέρα της αποστολής της αναφερόμενης στο πρώτο εδάφιο γνωστοποίησης του οργανισμού παρέμβασης στον υποβαλόντα την προσφορά. Ο οργανισμός παρέμβασης διευκρινίζει αναλόγως την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 3 στοιχείο γ).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΕΛΕΓΧΟΣ ΚΑΙ ΚΥΡΩΣΕΙΣ

Άρθρο 13

1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να τηρούνται οι όροι που παρέχουν δικαίωμα πληρωμής της ενίσχυσης. Για το σκοπό αυτό ορίζουν την υπεύθυνη για τον έλεγχο της αποθεματοποίησης εθνική αρχή.

2.   Ο συμβαλλόμενος διατηρεί στη διάθεση της αρχής που αναλαμβάνει τον έλεγχο της αποθεματοποίησης, όλα τα έγγραφα ταξινομημένα ανά σύμβαση από τα οποία μπορούν ιδίως να εξακριβωθούν, για τα προϊόντα που τίθενται σε ιδιωτική αποθεματοποίηση, τα ακόλουθα:

α)

η κυριότητα των προϊόντων τη στιγμή της θέσης σε απόθεμα·

β)

η ημερομηνία της θέσης σε απόθεμα·

γ)

το βάρος και ο αριθμός των κιβωτίων ή των διαφορετικής συσκευασίας τεμαχίων·

δ)

η παρουσία στην αποθήκη·

ε)

η υπολογιζόμενη ημερομηνία λήξεως της ελαχίστης περιόδου συμβατικής αποθεματοποίησης, συμπληρωμένη, σε περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 9 παράγραφος 5, με την ημερομηνία της πραγματικής εξόδου από την αποθεματοποίηση.

3.   Ο συμβαλλόμενος ή, κατά περίπτωση, αντ’ αυτού, ο διαχειριστής της αποθήκης, διατηρεί λογιστική αποθήκης, διαθέσιμη στην αποθήκη, η οποία περιλαμβάνει, ανά αριθμό σύμβασης:

α)

την ταυτότητα των προϊόντων που τίθενται σε ιδιωτική αποθεματοποίηση·

β)

την ημερομηνία θέσης σε απόθεμα και την υπολογιζόμενη ημερομηνία λήξεως της ελαχίστης περιόδου συμβατικής αποθεματοποίησης, συμπληρωμένη με την ημερομηνία της πραγματικής εξόδου από την αποθεματοποίηση·

γ)

τον αριθμό των ολόκληρων σφαγίων ή ημισφαγίων, των κιβωτίων ή των τεμαχίων που έχουν αποθεματοποιηθεί χωριστά, την ονομασία τους καθώς και το βάρος κάθε παλέτας ή άλλων τεμαχίων που έχουν αποθεματοποιηθεί χωριστά, τα οποία έχουν καταχωρισθεί, κατά περίπτωση ανά μεμονωμένες παρτίδες·

δ)

την τοποθέτηση προϊόντων στην αποθήκη.

4.   Η ταυτότητα των αποθεματοποιημένων προϊόντων πρέπει να διαπιστώνεται ευχερώς και τα προϊόντα πρέπει να διακρίνονται ανά σύμβαση. Σε κάθε παλέτα και, κατά περίπτωση, στο κάθε χωριστά αποθεματοποιημένο τεμάχιο, πρέπει να σημειώνεται ο αριθμός της σύμβασης, η ονομασία του προϊόντος και το βάρος. Η ημερομηνία της αποθεματοποίησης πρέπει να αναφέρεται ξεχωριστά σε κάθε μεμονωμένη παρτίδα που αποθεματοποιείται σε δεδομένη ημέρα.

Η αρχή που έχει αναλάβει τον έλεγχο εξακριβώνει, κατά τη θέση σε απόθεμα, τη σήμανση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο και μπορεί να προβαίνει στη σφράγιση των προϊόντων που έχουν τεθεί σε απόθεμα.

5.   Η αρχή που αναλαμβάνει τον έλεγχο προβαίνει:

α)

για κάθε σύμβαση, σε έλεγχο τηρήσεως όλων των υποχρεώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 4·

β)

σε υποχρεωτικό έλεγχο της ύπαρξης των προϊόντων στην αποθήκη κατά την τελευταία εβδομάδα της περιόδου συμβατικής αποθεματοποίησης.

Επιπλέον, η αρχή αυτή προβαίνει:

είτε στη σφράγιση του συνόλου των υπό σύμβαση προϊόντων που έχουν αποθεματοποιηθεί, σύμφωνα με την παράγραφο 4 δεύτερο εδάφιο,

είτε σε αιφνίδιο δειγματοληπτικό έλεγχο της ύπαρξης των προϊόντων σε αποθήκη. Το λαμβανόμενο δείγμα πρέπει να είναι αντιπροσωπευτικό και να ανταποκρίνεται τουλάχιστον στο 10 % της ποσότητας που τίθεται σε απόθεμα σε κάθε κράτος μέλος στα πλαίσια μέτρου ενίσχυσης της ιδιωτικής αποθεματοποίησης. Ο έλεγχος αυτός περιλαμβάνει επιπλέον τον έλεγχο της λογιστικής που αναφέρεται στην παράγραφο 3, την υλική εξακρίβωση της φύσης και του βάρους των προϊόντων και τον προσδιορισμό της ταυτότητάς τους. Οι υλικές αυτές εξακριβώσεις πρέπει να αφορούν τουλάχιστον το 5 % της ποσότητας που υποβάλλεται σε αιφνίδιο έλεγχο.

Οι δαπάνες σφράγισης ή διακίνησης που προκύπτουν κατά τη διάρκεια των ελεγκτικών εργασιών επιβαρύνουν το συμβαλλόμενο.

6.   Οι έλεγχοι που πραγματοποιούνται βάσει της παραγράφου 5 πρέπει να αποτελούν αντικείμενο έκθεσης στην οποία προσδιορίζονται:

α)

η ημερομηνία ελέγχου·

β)

η διάρκειά του, και

γ)

οι πραγματοποιηθείσες εργασίες.

Η έκθεση ελέγχου πρέπει να υπογράφεται από τον υπεύθυνο υπάλληλο για τον έλεγχο και να προσυπογράφεται από το συμβαλλόμενο ή, κατά περίπτωση, από τον εκμεταλλευόμενο την αποθήκη και πρέπει να περιλαμβάνεται στο φάκελο πληρωμής.

7.   Σε περίπτωση σημαντικών παρατυπιών που αφορούν 5 % ή περισσότερο των ποσοτήτων των προϊόντων της ίδιας σύμβασης, το οποία υφίστανται έλεγχο, ο έλεγχος επεκτείνεται σε ευρύτερο δείγμα που καθορίζεται από την υπεύθυνη για τον έλεγχο αρχή.

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις περιπτώσεις αυτές στην Επιτροπή σε προθεσμία τεσσάρων εβδομάδων.

Άρθρο 14

Όταν διαπιστώνεται και επαληθεύεται από την αρμόδια αρχή ελέγχου της αποθεματοποίησης ότι η δήλωση που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 3 στοιχείο α) είναι ψευδής και έγινε από σκοπού ή λόγω σοβαρής αμέλειας, ο εν λόγω συμβαλλόμενος αποκλείεται από το καθεστώς ενίσχυσης στην ιδιωτική αποθεματοποίηση κατά τη διάρκεια των έξι μηνών που έπονται του μηνός κατά τον οποίο έγινε η εν λόγω διαπίστωση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 15

1.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή όλες τις διατάξεις που έχουν ληφθεί για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν με τηλεομοιοτυπία ή με ηλεκτρονικά μέσα στην Επιτροπή:

α)

κάθε Δευτέρα και κάθε Πέμπτη, τις ποσότητες των προϊόντων για τα οποία έχουν κατατεθεί αιτήσεις συνάψεως συμβάσεων·

β)

κάθε Πέμπτη, κατανεμημένα ανά περίοδο αποθεματοποίησης, τα προϊόντα και τις ποσότητες για τις οποίες έχουν συναφθεί συμβάσεις κατά τη διάρκεια της προηγούμενης εβδομάδας, καθώς και ανακεφαλαίωση των προϊόντων και ποσοτήτων για τα οποία έχουν συναφθεί συμβάσεις·

γ)

κάθε μήνα, τα προϊόντα και τις συνολικές ποσότητες που έχουν εισαχθεί στα αποθέματα·

δ)

κάθε μήνα, τα προϊόντα και τις συνολικές ποσότητες που βρίσκονται πράγματι στα αποθέματα, καθώς και τα προϊόντα και τις συνολικές ποσότητες για τις οποίες έχει λήξει η περίοδος συμβατικής αποθεματοποίησης·

ε)

κάθε μήνα, εφόσον μειώνεται ή παρατείνεται η διάρκεια της περιόδου αποθεματοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3 στοιχείο ζ), ή εφόσον μειώνεται η περίοδος αποθεματοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 5, τα προϊόντα και τις ποσότητες ως προς τις οποίες η περίοδος αποθεματοποίησης έχει τροποποιηθεί, καθώς και τους μήνες εξόδου από την αποθεματοποίηση που έχουν προβλεφθεί και τροποποιηθεί.

3.   Η εφαρμογή των μέτρων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό αποτελεί αντικείμενο περιοδικής εξετάσεως σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2529/2001.

Άρθρο 16

Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3446/90 καταργείται.

Οι αναφορές στον καταργούμενο κανονισμό νοούνται ως αναφορές στον παρόντα κανονισμό και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος ΙΙ.

Άρθρο 17

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 4 Ιανουαρίου 2008.

Για την Επιτροπή

O Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 341 της 22.12.2001, σ. 3. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1913/2005 (ΕΕ L 307 της 25.11.2005, σ. 2). Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2529/2001 θα αντικατασταθεί από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 (ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1) από την 1η Ιουλίου 2008.

(2)  ΕΕ L 349 της 24.12.1998, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 333 της 30.11.1990, σ. 39. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1913/2006 (ΕΕ L 365 της 21.12.2006, σ. 52).

(4)  Βλ. παράρτημα Ι.

(5)  ΕΕ L 253 της 11.10.1993, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 214/2007 (ΕΕ L 62 της 1.3.2007, σ. 6).

(6)  ΕΕ L 82 της 29.3.1990, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 806/2003 (ΕΕ L 122 της 16.5.2003, σ. 1).

(7)  ΕΕ L 205 της 3.8.1985, σ. 5. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1913/2006.

(8)  ΕΕ L 365 της 21.12.2006, σ. 52. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 873/2007 (ΕΕ L 193 της 25.7.2007, σ. 3).

(9)  ΕΕ L 124 της 8.6.1971, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

Καταργούμενος κανονισμός με κατάλογο των διαδοχικών τροποποιήσεών του

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3446/90 της Επιτροπής

(EE L 333 της 30.11.1990, σ. 39)

 

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1258/91 της Επιτροπής

(EE L 120 της 15.5.1991, σ. 15)

Μόνον το άρθρο 1

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3533/93 της Επιτροπής

(EE L 321 της 23.12.1993, σ. 9)

Μόνον το άρθρο 3

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1913/2006 της Επιτροπής

(EE L 365 της 21.12.2006, σ. 52)

Μόνον το άρθρο 15


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

Πίνακας αντιστοιχίας

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3446/90

Παρών κανονισμός

Άρθρο 1

Άρθρο 1

Άρθρο 2 παράγραφος 1 εισαγωγική φράση

Άρθρο 2 παράγραφος 1 εισαγωγική φράση

Άρθρο 2 παράγραφος 1 πρώτη περίπτωση

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 2 παράγραφοι 2 έως 5

Άρθρο 2 παράγραφοι 2 έως 5

Άρθρο 3

Άρθρο 3

Άρθρο 4 παράγραφος 1

Άρθρο 4 παράγραφος 1

Άρθρο 4 παράγραφος 2 πρώτη, δεύτερη και τρίτη φράση

Άρθρο 4 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 4 παράγραφος 2 τέταρτη φράση

Άρθρο 4 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 4 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο εισαγωγικό μέρος, πρώτη φράση

Άρθρο 4 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 4 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο εισαγωγικό μέρος δεύτερη φράση

Άρθρο 4 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο εισαγωγική φράση

Άρθρο 4 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο πρώτη περίπτωση

Άρθρο 4 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α)

Άρθρο 4 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο, δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 4 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο στοιχείο β)

Άρθρο 4 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο πρώτη φράση

Άρθρο 4 παράγραφος 3 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 4 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο δεύτερη φράση

Άρθρο 4 παράγραφος 3 τέταρτο εδάφιο

Άρθρο 4 παράγραφος 4

Άρθρο 4 παράγραφος 4

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 5 παράγραφος 2, εισαγωγική πρόταση και πρώτη και δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 5 παράγραφοι 3, 4 και 5

Άρθρο 5 παράγραφοι 3, 4 και 5

Άρθρα 6, 7 και 8

Άρθρα 6, 7 και 8

Άρθρο 9 παράγραφοι 1, 2 και 3

Άρθρο 9 παράγραφοι 1, 2 και 3

Άρθρο 9 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 9 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 9 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο εισαγωγική πρόταση και πρώτη και δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 9 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 9 παράγραφος 4 τρίτο εδάφιο εισαγωγική πρόταση και πρώτη και δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 9 παράγραφος 4 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 9 παράγραφος 5

Άρθρο 9 παράγραφος 5

Άρθρα 10, 11 και 12

Άρθρα 10, 11 και 12

Άρθρο 13 παράγραφοι 1 έως 4

Άρθρο 13 παράγραφοι 1 έως 4

Άρθρο 13 παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο εισαγωγικές λέξεις και στοιχεία α) και β)

Άρθρο 13 παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο εισαγωγικές λέξεις και στοιχεία α) και β)

Άρθρο 13 παράγραφος 5 δεύτερο εδάφιο εισαγωγικές λέξεις

Άρθρο 13 παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο στοιχείο γ) πρώτη και δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 13 παράγραφος 5 δεύτερο εδάφιο πρώτη και δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 13 παράγραφος 5 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 13 παράγραφος 5 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 13 παράγραφος 6 πρώτο εδάφιο εισαγωγική φράση

Άρθρο 13 παράγραφος 6 πρώτο εδάφιο, εισαγωγική φράση

Άρθρο 13 παράγραφος 6 πρώτο εδάφιο πρώτη περίπτωση

Άρθρο 13 παράγραφος 6 πρώτο εδάφιο στοιχείο α)

Άρθρο 13 παράγραφος 6 πρώτο εδάφιο δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 13 παράγραφος 6 πρώτο εδάφιο στοιχείο β)

Άρθρο 13 παράγραφος 6 πρώτο εδάφιο τρίτη περίπτωση

Άρθρο 13 παράγραφος 6 πρώτο εδάφιο στοιχείο γ)

Άρθρο 13 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 13 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 13 παράγραφος 7

Άρθρο 13 παράγραφος 7

Άρθρα 14 και 15

Άρθρα 14 και 15

Άρθρο 16

Άρθρο 16

Άρθρο 17 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 17

Άρθρο 17 δεύτερο εδάφιο

Παράρτημα

Παράρτημα Ι

Παράρτημα ΙΙ