18.7.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 190/17


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 16ης Ιουνίου 2008

για τη σύσταση συμβουλευτικής επιτροπής για την ισότητα ευκαιριών γυναικών και ανδρών

(Κωδικοποιημένη έκδοση)

(2008/590/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η απόφαση 82/43/ΕΟΚ της Επιτροπής, της 9ης Δεκεμβρίου 1981, περί δημιουργίας συμβουλευτικής επιτροπής για την ισότητα ευκαιριών γυναικών και ανδρών (1), έχει τροποποιηθεί επανειλημμένα (2), και ουσιωδώς. Είναι, ως εκ τούτου, σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας και ορθολογισμού, η κωδικοποίηση της εν λόγω απόφασης.

(2)

Η ισότητα μεταξύ των ανδρών και των γυναικών είναι ουσιώδης όσον αφορά την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και τη δημοκρατία και αποτελεί θεμελιώδη αρχή του κοινοτικού δικαίου, των συνταγμάτων και των νομοθεσιών των κρατών μελών, καθώς και των διεθνών και των ευρωπαϊκών συμβάσεων.

(3)

Η εφαρμογή στην πράξη της ίσης μεταχείρισης γυναικών και ανδρών πρέπει να ενθαρρυνθεί μέσω καλύτερης συνεργασίας και ανταλλαγών εμπειριών και μεταξύ των οργάνων που, εντός των κρατών μελών, έχουν αναλάβει ειδικά την προώθηση των ίσων ευκαιριών, και της Επιτροπής.

(4)

Η πλήρης εφαρμογή στην πράξη των οδηγιών, των συστάσεων και των ψηφισμάτων που έχει εκδώσει το Συμβούλιο στον τομέα των ίσων ευκαιριών, μπορεί να επιταχυνθεί σημαντικά με τη συνδρομή των εθνικών φορέων που διαθέτουν ένα δίκτυο ειδικών πληροφοριών.

(5)

Η προετοιμασία της εφαρμογής των δράσεων της Κοινότητας σχετικά με την απασχόληση των γυναικών, τη βελτίωση της θέσεως των γυναικών που ασκούν ελεύθερα και γεωργικά επαγγέλματα και την προώθηση των ίσων ευκαιριών, απαιτούν στενή συνεργασία με τα ειδικευμένα όργανα εντός των κρατών μελών.

(6)

Κατά συνέπεια, για τους σκοπούς των τακτικών διαβουλεύσεων με αυτά τα όργανα απαιτείται να καθιερωθεί ένα θεσμικό πλαίσιο,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Ιδρύεται παρά τη Επιτροπή συμβουλευτική επιτροπή για την ισότητα ευκαιριών γυναικών και ανδρών, που εφεξής ονομάζεται «η επιτροπή».

Άρθρο 2

1.   Η επιτροπή αναλαμβάνει να συνεπικουρεί την Επιτροπή στην επεξεργασία και την εφαρμογή των ενεργειών της Κοινότητας που αποσκοπούν στην προώθηση της ισότητας ευκαιριών γυναικών και ανδρών και να ευνοεί την ανταλλαγή, σε μόνιμη βάση, εμπειριών και επιτυχημένων πολιτικών και πρακτικών στον τομέα αυτό μεταξύ των κρατών μελών και μεταξύ των διαφόρων ενδιαφερόμενων συντελεστών.

2.   Προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι της παραγράφου 1, η επιτροπή:

α)

συνεπικουρεί την Επιτροπή στην ανάπτυξη μέσων για την παρακολούθηση, την αξιολόγηση και τη διάδοση των αποτελεσμάτων των ενεργειών που πραγματοποιούνται εντός της Κοινότητας για την προώθηση της ισότητας των ευκαιριών·

β)

συμβάλλει στην υλοποίηση των σχετικών προγραμμάτων κοινοτικής δράσης, εξετάζοντας, συγκεκριμένα, τα αποτελέσματά τους και προτείνοντας βελτιώσεις των ενεργειών που πραγματοποιούνται·

γ)

συμβάλλει με τις γνωμοδοτήσεις της στην επεξεργασία της ετήσιας έκθεσης της Επιτροπής σχετικά με την πρόοδο που έχει σημειωθεί στον τομέα της ισότητας ευκαιριών μεταξύ ανδρών και γυναικών·

δ)

επιδιώκει την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τις ενέργειες που πραγματοποιούνται σε όλα τα επίπεδα με σκοπό την προώθηση της ισότητας των ευκαιριών και, ενδεχομένως, προβαίνει σε προτάσεις για τη συνέχεια που πρέπει να δοθεί στις ενέργειες αυτές·

ε)

εκδίδει γνώμες ή υποβάλλει εκθέσεις στην Επιτροπή, είτε κατόπιν αιτήματός της, είτε με δική της πρωτοβουλία, για όλα τα ζητήματα που αφορούν την προώθηση της ισότητας των ευκαιριών στην Κοινότητα.

3.   Οι λεπτομέρειες διανομής των γνωμών και των εκθέσεων της επιτροπής θα ορισθούν σε συμφωνία με την Επιτροπή. Αυτές ενδέχεται να δημοσιεύονται ως παράρτημα στην ετήσια έκθεση της Επιτροπής για την ισότητα ευκαιριών γυναικών και ανδρών.

Άρθρο 3

1.   Η επιτροπή αποτελείται από 68 μέλη, και συγκεκριμένα από:

α)

μία/έναν εκπρόσωπο ανά κράτος μέλος από τα υπουργεία ή τις κυβερνητικές υπηρεσίες που έχουν αναλάβει την προώθηση της ισότητας των ευκαιριών μεταξύ γυναικών και ανδρών. Ο εκπρόσωπος αυτός καθορίζεται από την κυβέρνηση του κάθε κράτους μέλους·

β)

μία/έναν εκπρόσωπο ανά κράτος μέλος από τις επιτροπές ή τους εθνικούς οργανισμούς που δημιουργήθηκαν με επίσημη πράξη και είναι υπεύθυνοι ειδικότερα για την ισότητα ευκαιριών γυναικών και ανδρών και εκπροσωπούν τους ενδιαφερόμενους κύκλους· σε περίπτωση που υπάρχουν περισσότερες επιτροπές ή οργανισμοί σε ένα κράτος μέλος, που ασχολούνται με αυτά τα προβλήματα, η Επιτροπή αποφασίζει για τον οργανισμό που, σύμφωνα με τους στόχους του, τη δομή του την αντιπροσωπευτικότητά του και το βαθμό ανεξαρτησίας του, είναι ο καταλληλότερος να αντιπροσωπευθεί στην επιτροπή· η συμμετοχή των κρατών μελών που δεν έχουν τέτοιου είδους επιτροπές θα εξασφαλισθεί με άτομα που εκπροσωπούν οργανισμούς, οι οποίοι έχουν, κατά τη γνώμη της Επιτροπής, ανάλογες αποστολές. Ο εκπρόσωπος αυτός διορίζεται από την Επιτροπή με βάση πρόταση της οικείας εθνικής επιτροπής ή του οικείου οργανισμού·

γ)

επτά μέλη που εκπροσωπούν τις εργοδοτικές οργανώσεις σε κοινοτικό επίπεδο·

δ)

επτά μέλη που εκπροσωπούν τις οργανώσεις των εργαζομένων σε κοινοτικό επίπεδο.

Οι εκπρόσωποι αυτοί διορίζονται από την Επιτροπή με βάση πρόταση των κοινωνικών εταίρων σε κοινοτικό επίπεδο.

2.   Δύο εκπρόσωποι (άνδρες/γυναίκες) της ευρωπαϊκής ομάδας πίεσης των γυναικών συμμετέχουν ως παρατηρητές στις συνεδριάσεις της επιτροπής.

3.   Στις συνεδριάσεις γίνονται δεκτοί ως παρατηρητές οι εκπρόσωποι διεθνών, επαγγελματικών ή συνεταιριστικών οργανώσεων και οργανισμών, εφόσον το ζητήσουν, με τη δέουσα αιτιολόγηση από την Επιτροπή.

Άρθρο 4

Για κάθε μέλος της επιτροπής διορίζεται ένας/μία αναπληρωτής/αναπληρώτρια, υπό τους ίδιους όρους με αυτούς που διατυπώθηκαν στο άρθρο 3.

Με την επιφύλαξη του άρθρου 7, ο αναπληρωτής δεν παρευρίσκεται στις συγκεντρώσεις της επιτροπής ούτε συμμετέχει στις εργασίες της παρά μόνο σε περίπτωση κωλύματος του οικείου τακτικού μέλους.

Άρθρο 5

Η εντολή των μελών της επιτροπής διαρκεί τρία χρόνια. Μπορεί να ανανεώνεται.

Μετά τη λήξη της τριετούς περιόδου τα μέλη της επιτροπής διατηρούν τη θέση τους έως την αντικατάστασή τους ή την ανανέωση της εντολής τους.

Η εντολή ενός μέλους λήγει προ του τέλους της τριετούς περιόδου με την παραίτησή του, με τη μη συμμετοχή του πλέον στον οργανισμό που εκπροσωπεί ή λόγω θανάτου του. Είναι επίσης δυνατόν να λήξει η εντολή ενός μέλους όταν ο οργανισμός που πρότεινε την υποψηφιότητά του ζητήσει την αντικατάστασή του.

Το μέλος αντικαθίσταται για την υπόλοιπη διάρκεια της εντολής του σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 4.

Οι παρεχόμενες από τα μέλη υπηρεσίες είναι άνευ αμοιβής. Τα έξοδα μετακινήσεως και διαμονής για τις συνεδριάσεις της επιτροπής και των ομάδων εργασίας που έχουν συσταθεί σύμφωνα με το άρθρο 8, θα καλύπτονται από την Επιτροπή με την εφαρμογή των ισχυόντων διοικητικών κανόνων.

Άρθρο 6

Πρόεδρος της επιτροπής είναι ένα από τα μέλη της. Η διάρκεια της θητείας του είναι ένας χρόνος. Εκλέγεται με πλειοψηφία των δύο τρίτων των παρόντων μελών· απαιτείται όμως υπερψήφισή του με τις μισές τουλάχιστον ψήφους.

Εκλέγονται δύο αντιπρόσωποι (άνδρες/γυναίκες) με την ίδια πλειοψηφία και τις ίδιες διαδικασίες. Αυτοί αντικαθιστούν τον πρόεδρο σε περίπτωση κωλύματος. Οι πρόεδροι και οι αντιπρόεδροι πρέπει να προέρχονται από διαφορετικά κράτη μέλη. Αποτελούν το προεδρείο της επιτροπής το οποίο συνεδριάζει πριν από κάθε συνεδρίαση της επιτροπής.

Την οργάνωση των εργασιών της επιτροπής αναλαμβάνει η Επιτροπή σε στενή συνεργασία με τον πρόεδρο. Το σχέδιο της ημερήσιας διάταξης των συνεδριάσεων καταρτίζεται από την Επιτροπή σε στενή συνεργασία με τον πρόεδρο. Η γραμματεία της επιτροπής εξασφαλίζεται από την αρμόδια για την ισότητα ευκαιριών μεταξύ γυναικών και ανδρών μονάδα της Επιτροπής. Τα πρακτικά των συνεδριάσεων της επιτροπής τηρούνται από τις υπηρεσίες της Επιτροπής και υποβάλλονται στην επιτροπή προς έγκριση.

Άρθρο 7

Ο πρόεδρος μπορεί να καλέσει να συμμετάσχει στις εργασίες της Επιτροπής, σαν εμπειρογνώμων, κάθε άτομο που διαθέτει ιδιαίτερη αρμοδιότητα σε ένα θέμα της ημερήσιας διάταξης.

Οι εμπειρογνώμονες συμμετέχουν στις εργασίες μόνο για το θέμα που απαιτήθηκε η παρουσία τους.

Άρθρο 8

1.   Η επιτροπή μπορεί να συστήσει ομάδες εργασίας.

2.   Για τη διατύπωση των γνωμών της, η επιτροπή μπορεί να ετοιμάσει τις εισηγήσεις από έναν ειδικό, σύμφωνα με τους όρους που θα καθορισθούν.

3.   Ένα ή περισσότερα μέλη της επιτροπής μπορούν να συμμετέχουν ως παρατηρητές στις δραστηριότητες άλλων συμβουλευτικών επιτροπών της Επιτροπής και να ενημερώνουν σχετικά την επιτροπή.

Άρθρο 9

Τα λαμβανόμενα βάσει εφαρμογής των άρθρων 7 και 8 μέτρα, τα οποία έχουν οικονομική επίπτωση στον προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων υπόκεινται κατ’ αρχήν στη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής και πρέπει να εκτελούνται σύμφωνα με τους ισχύοντες διοικητικούς κανόνες.

Άρθρο 10

Η επιτροπή συνεδριάζει στην έδρα της Επιτροπής με πρόσκληση της τελευταίας. Πραγματοποιούνται τουλάχιστον δύο συνεδριάσεις ετησίως.

Άρθρο 11

Οι συζητήσεις της επιτροπής αφορούν τις αιτήσεις γνωμοδότησης που υποβάλλει η Επιτροπή καθώς και τις γνώμες που διατυπώνει η επιτροπή με ίδια πρωτοβουλία. Δεν ακολουθεί ψηφοφορία.

Η Επιτροπή, όταν ζητεί τη γνώμη της επιτροπής, μπορεί να ορίζει προθεσμία, εντός της οποίας πρέπει να διατυπωθεί η γνώμη αυτή.

Οι απόψεις των εκπροσωπούμενων κατηγοριών καταχωρίζονται στα πρακτικά, τα οποία διαβιβάζονται στην Επιτροπή.

Σε περίπτωση που η ζητηθείσα γνώμη διατυπώνεται με ομοφωνία της επιτροπής, η τελευταία αυτή καταρτίζει κοινά συμπεράσματα, τα οποία επισυνάπτονται στα πρακτικά.

Άρθρο 12

Με την επιφύλαξη του άρθρου 287 της συνθήκης, τα μέλη της επιτροπής είναι υποχρεωμένα να μην κοινολογήσουν τις πληροφορίες που έλαβαν συμμετέχοντας στις εργασίες της επιτροπής ή των ομάδων εργασίας, σε περίπτωση που η Επιτροπή τους ενημερώσει ότι μια γνωμοδότηση που ζητήθηκε ή ένα ερώτημα που τέθηκε αφορά θέμα εμπιστευτικού χαρακτήρα.

Σε τέτοιες περιπτώσεις, μόνο τα μέλη της επιτροπής και οι αντιπρόσωποι της Επιτροπής θα συμμετέχουν στη συνεδρίαση.

Άρθρο 13

Η απόφαση 82/43/ΕΟΚ καταργείται.

Οι αναφορές στην καταργούμενη απόφαση νοούνται ως αναφορές στην παρούσα απόφαση και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος ΙΙ.

Βρυξέλλες, 16 Ιουνίου 2008.

Για την Επιτροπή

Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 20 της 28.1.1982, σ. 35. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1792/2006 (ΕΕ L 362 της 20.12.2006, σ. 1).

(2)  Βλέπε παράρτημα Ι.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

Καταργούμενη απόφαση με κατάλογο των διαδοχικών τροποποιήσεών της

Απόφαση 82/43/ΕΟΚ της Επιτροπής

(ΕΕ L 20 της 28.1.1982, σ. 35)

 

Σημείο VIII.12 του παραρτήματος Ι της πράξης προσχώρησης του 1985

(ΕΕ L 302 της 15.11.1985, σ. 209)

 

Σημείο ΙV.C του παραρτήματος Ι της πράξης προσχώρησης του 1994

(ΕΕ C 241 της 29.8.1994, σ. 115)

 

Απόφαση 95/420/ΕΚ της Επιτροπής

(ΕΕ L 249 της 17.10.1995, σ. 43)

 

Σημείο 11.4 του παραρτήματος ΙΙ της πράξης προσχώρησης του 2003

(ΕΕ L 236 της 23.9.2003, σ. 585)

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1792/2006 της Επιτροπής

(ΕΕ L 362 της 20.12.2006, σ. 1)

Μόνο όσον αφορά την παραπομπή του άρθρου 1 παράγραφος 2 έκτη περίπτωση και του σημείου 9.1 του παραρτήματος στην απόφαση 82/43/ΕΟΚ.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

Πίνακας αντιστοιχίας

Απόφαση 82/43/ΕΟΚ

Παρούσα απόφαση

Άρθρα 1 και 2

Άρθρα 1 και 2

Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) πρώτη περίπτωση

Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ)

Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο δ)

Άρθρο 3 παράγραφος 1 τελευταίο εδάφιο

Άρθρο 3 παράγραφος 1 τελευταίο εδάφιο

Άρθρο 3 παράγραφοι 2 και 3

Άρθρο 3 παράγραφοι 2 και 3

Άρθρο 4 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 4 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 4 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 4 δεύτερο εδάφιο

Άρθρα 5 έως 12

Άρθρα 5 έως 12

Άρθρο 13

Άρθρο 13

Παράρτημα Ι

Παράρτημα ΙΙ