22.2.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 48/65


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 13ης Νοεμβρίου 2007

Κρατική ενίσχυση C 37/2006 (πρώην ΝΝ 91/2005) — Καθεστώς ενισχύσεων για τον εκσυγχρονισμό αλιευτικών σκαφών που εφαρμόζεται στο Ηνωμένο Βασίλειο

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2007) 5395]

(Το κείμενο στην αγγλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/153/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το άρθρο 88 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο,

τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο και ιδίως το άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο α),

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου της 22ας Μαρτίου 1999 για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ (1), και ιδίως το άρθρο 6,

Αφού κάλεσε τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

I.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Με επιστολή της 15ης Ιουνίου 2004, η Επιτροπή ενημερώθηκε από πολίτη του Ηνωμένου Βασιλείου ότι το Συμβούλιο των νήσων Shetland, κρατική αρχή των νήσων Shetland του Ηνωμένου Βασιλείου, είχε εφαρμόσει ενίσχυση στον τομέα της αλιείας που πιθανόν να αποτελούσε παράνομη κρατική ενίσχυση. Με επιστολές της 24ης Αυγούστου 2004, της 4ης Φεβρουαρίου 2005, της 11ης Μαΐου 2005 και της 16ης Δεκεμβρίου 2005, η Επιτροπή ζήτησε από το Ηνωμένο Βασίλειο να προσκομίσει πληροφορίες σχετικά με την υπόψη ενίσχυση. Με επιστολές της 10ης Δεκεμβρίου 2004, της 6ης Απριλίου 2005, της 8ης Σεπτεμβρίου 2005 και της 31ης Ιανουαρίου 2006, το Ηνωμένο Βασίλειο παρείχε στην Επιτροπή περαιτέρω πληροφορίες.

(2)

Με επιστολή της 13ης Σεπτεμβρίου 2006, η Επιτροπή πληροφόρησε το Ηνωμένο Βασίλειο για την απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ όσον αφορά την ενίσχυση. Το Ηνωμένο Βασίλειο παρείχε τις πληροφορίες σχετικά με την ενίσχυση, με επιστολές της 16ης Οκτωβρίου 2006 και της 6ης Φεβρουαρίου 2007.

(3)

Η απόφαση της Επιτροπής για την κίνηση της διαδικασίας δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (3). Η Επιτροπή κάλεσε τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με την ενίσχυση.

(4)

Η Επιτροπή δεν έλαβε παρατηρήσεις από ενδιαφερόμενα μέρη.

II.   ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ

(5)

Το Συμβούλιο των νήσων Shetland κατέβαλε ενισχύσεις στον τομέα της αλιείας δυνάμει δύο γενικών μέτρων ενίσχυσης, με τίτλο «Ενίσχυση στη βιομηχανία αλίευσης και μεταποίησης» και «Ενίσχυση στον κλάδο της ιχθυοκαλλιέργειας», οι οποίες συνίσταντο σε πολλών διαφορετικών ειδών μορφές καθεστώτων ενισχύσεων τα οποία εφαρμόζονται από τη δεκαετία του 1970. Ένα από τα καθεστώτα αυτά ήταν και το «Καθεστώς ενισχύσεων για τον εκσυγχρονισμό αλιευτικών σκαφών» (εις το εξής «το καθεστώς»). Δυνάμει του καθεστώτος αυτού, το οποίο εφαρμόστηκε τουλάχιστον από την δεκαετία του 1980 μέχρι τις 14 Ιανουαρίου 2005, μπορούσε να χορηγηθεί ενίσχυση για τον εκσυγχρονισμό αλιευτικών σκαφών, ο οποίος αφορούσε σημαντική βελτίωση, όπως για παράδειγμα, καλύτερη αποθήκευση των αλιευμάτων, αντικατάσταση της μηχανής, βελτίωση των συνθηκών εργασίας ή της ασφάλειας του πληρώματος.

(6)

Η χορηγούμενη ενίσχυση κάλυπτε ποσοστό μέχρι 10 % του συνολικού κόστους του έργου βελτίωσης, μη δυνάμενη να υπερβεί το ποσό των 40 000 GBP ανά σκάφος. Μπορούσε να εξεταστεί μία μόνον αίτηση ετησίως. Δεν ήταν επιλέξιμα τα έργα βελτίωσης το κόστος των οποίων υπερέβαινε κατά 50 % το κόστος νέου σκάφους του ιδίου τύπου καθώς και εργασίες σε σκάφη ηλικίας κάτω των πέντε ετών. Οι εργασίες έπρεπε να πληρούν όλες τις απαιτούμενες προδιαγραφές οι οποίες προβλέπονται στον ποιοτικό έλεγχο των νήσων Shetland για τα θαλασσινά.

(7)

Ο αιτών έπρεπε να είναι κάτοχος αδείας αλιείας αποθέματος και άλλων σχετικών πιστοποιητικών επαγγελματικής ιδιότητας και όφειλε να καταστεί μέλος της Ένωσης Αλιέων των νήσων Shetland.

(8)

Ο δικαιούχος της ενίσχυσης έπρεπε να εκμεταλλεύεται πλήρως το σκάφος, να είναι ιδιοκτήτης αυτού και να προσφέρει πλήρη απασχόληση στο πλήρωμα του σκάφους για περίοδο τουλάχιστον πέντε ετών μετά την παραλαβή της ενίσχυσης. Τέλος, οι δικαιούχοι είχαν την υποχρέωση ετήσιας αναφοράς προκειμένου να αποδείξουν την τήρηση όλων των όρων και το καθεστώς προέβλεπε την επιστροφή της ενίσχυσης σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με οποιονδήποτε όρο.

(9)

Η Επιτροπή είχε σοβαρές αμφιβολίες για το αν η ενίσχυσης που χορηγήθηκε δυνάμει του καθεστώτος μετά την 1η Ιουλίου 2001 ήταν συμβατή με τις απαιτήσεις των κατευθυντηρίων γραμμών για την εξέταση των κρατικών ενισχύσεων στον τομέα της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας του 2001 (4) (στο εξής «κατευθυντήριες γραμμές του 2001») σε συνδυασμό με το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2792/1999 του Συμβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 1999 για καθορισμό των λεπτομερών κανόνων και ρυθμίσεων σχετικά με την κοινοτική διαρθρωτική βοήθεια στον τομέα της αλιείας (5), ιδίως με τον όρο ότι δεν χορηγείται ενίσχυση για εκσυγχρονισμό αλιευτικών σκαφών εφόσον αφορά την ικανότητα από άποψη χωρητικότητας ή ισχύος μηχανής.

III.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΗΝΩΜΕΝΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

(10)

Στις επιστολές με ημερομηνία 16 Οκτωβρίου 2006 και 6 Φεβρουαρίου 2007, το Ηνωμένο Βασίλειο παρείχε περαιτέρω πληροφορίες για τις επιμέρους ενισχύσεις οι οποίες χορηγήθηκαν βάσει του καθεστώτος μετά την 1η Ιουλίου 2001. Κατά την περίοδο από τον Αύγουστο 2002 μέχρι τον Ιούνιο 2005, χορηγήθηκαν 23 ενισχύσεις για εκσυγχρονισμό σκαφών, που αφορούσαν μεταξύ άλλων, συστήματα διαλογής των αλιευμάτων, εξοπλισμό πυρόσβεσης, ενίσχυση για βαρούλκα ή γερανούς καταστρώματος και για αντικατάσταση μηχανής. Το ποσό της χορηγηθείσας ενίσχυσης κυμαινόταν από 403 GBP έως 7 090 GBP ανά δικαιούχο.

(11)

Σε ότι αφορά την συμβατότητα με τον όρο του άρθρου 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2792/1999, σύμφωνα με τον οποίο δεν χορηγείται ενίσχυση όταν ο εκσυγχρονισμός αφορά την ικανότητα ολικής χωρητικότητας ή ισχύος της μηχανής πλοίου, το Ηνωμένο Βασίλειο δήλωσε ότι καμία από τις βελτιώσεις που επήλθε με τη χορήγηση ενίσχυσης δεν επηρέασε την ολική χωρητικότητα ή την ισχύ μηχανής πλοίου.

(12)

Επί πλέον, το Ηνωμένο Βασίλειο παρείχε πληροφορίες από τις οποίες προκύπτει ότι καμία από τις χορηγηθείσες ενισχύσεις δεν υπερέβη το 40 % του επιλέξιμου κόστους.

(13)

Τέλος, το Ηνωμένο Βασίλειο υποστήριξε ότι σε περίπτωση αρνητικής απόφασης της Επιτροπής, δεν απαιτείται ανάκτηση των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν πριν από τις 3 Ιουνίου 2003 διότι τούτο θα αντέβαινε την αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Σχετικά με αυτό, το Ηνωμένο Βασίλειο αναφέρθηκε στην απόφαση 2003/612/ΕΚ της Επιτροπής της 3ης Ιουνίου 2003 σχετικά με δάνεια για την αγορά αλιευτικών ποσοστώσεων στις νήσους Shetland (Ηνωμένο Βασίλειο) (6) και στην απόφαση 2006/226/ΕΚ της Επιτροπής της 7ης Δεκεμβρίου 2005 για τις επενδύσεις της Shetland Leasing and Property Developments Ltd στις νήσους Shetland (Ηνωμένο Βασίλειο) (7), δηλώνοντας ότι μέχρι τις 3 Ιουνίου 2003, το Συμβούλιο των νήσων Shetland νομίμως έκρινε ότι τα κονδύλια τα οποία χρησιμοποιήθηκαν για τις ενισχύσεις αυτές ήταν ιδιωτικά και όχι δημόσια.

IV.   ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

(14)

Πρέπει κατά πρώτον να προσδιοριστεί αν το μέτρο μπορεί να θεωρηθεί κρατική ενίσχυση και εφόσον θεωρηθεί ως τέτοια, αν είναι συμβατό με την κοινή αγορά. Η ενίσχυση χορηγήθηκε σε περιορισμένο αριθμό επιχειρήσεων στον τομέα της αλιείας, επομένως έχει επιλεκτικό χαρακτήρα. Η ενίσχυση χορηγήθηκε από το Συμβούλιο των νήσων Shetland από κρατικούς πόρους. Από την ενίσχυση επωφελήθηκαν δικαιούχοι οι οποίοι ανταγωνίζονται άμεσα άλλες επιχειρήσεις στον τομέα της αλιείας, τόσο στο Ηνωμένο Βασίλειο όσο και σε άλλα κράτη μέλη. Επομένως, τα μέτρα στρεβλώνουν ή απειλούν να στρεβλώσουν τον ανταγωνισμό και πρέπει να θεωρηθούν ως κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ.

(15)

Σε ό,τι αφορά την κρατική ενίσχυση στους τομείς της αλιείας, αυτή θεωρείται συμβατή με την κοινή αγορά εφόσον είναι σύμφωνη με τις απαιτήσεις των κατευθυντηρίων γραμμών για την εξέταση των κρατικών ενισχύσεων στον τομέα της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας (8) του 2004 (στο εξής «κατευθυντήριες γραμμές του 2004»). Σύμφωνα με τη δεύτερη παράγραφο του σημείου 5.3 των κατευθυντηρίων γραμμών του 2004: «μια ενίσχυση κρίνεται ως “παράνομη ενίσχυση” κατά την έννοια του άρθρου 1 στοιχείο στ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που ισχύουν κατά τη χρονική στιγμή έναρξης ισχύος της διοικητικής πράξης σύστασης της ενίσχυσης». Τούτο είναι επίσης σύμφωνο προς τους γενικούς κανόνες που διατυπώνονται στην ανακοίνωση της Επιτροπής για τον καθορισμό των εφαρμοστέων κανόνων για την αξιολόγηση παράνομης κρατικής ενίσχυσης (9). Επομένως, η ενίσχυση αξιολογείται ως προς τη συμβατότητά της με τις κατευθυντήριες γραμμές του 2001 και του 2004.

(16)

Σύμφωνα με το σημείο 2.2.3.2 των κατευθυντηρίων γραμμών του 2001, που εφαρμόζονται στις υφιστάμενες ενισχύσεις από την 1η Ιουλίου 2001, η ενίσχυση που χορηγείται για τον εκσυγχρονισμό των εν ενεργεία σκαφών, μπορεί να θεωρηθεί συμβατή με την κοινή αγορά εφόσον είναι σύμφωνη με τις σχετικές απαιτήσεις τις οποίες προβλέπει ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2792/1999.

(17)

Σύμφωνα με τα άρθρα 6, 7, 9 και 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2792/1999 και με το παράρτημα III, απαιτείται κάθε ανανέωση της ικανότητας να αντισταθμίζεται από απόσυρση ικανότητας χωρίς κρατική ενίσχυση, τουλάχιστον ίση με τη νέα ικανότητα που προστίθεται στα οικεία τμήματα. Μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2001, στις περιπτώσεις που δεν είχαν ακόμη τηρηθεί οι στόχοι σχετικά με το μέγεθος του στόλου, η απόσυρση της ικανότητας έπρεπε να είναι τουλάχιστον κατά 30 % μεγαλύτερη από τη νέα ικανότητα που προστίθεται.

(18)

Η ενίσχυση μπορεί να χορηγηθεί μόνον εφόσον το κράτος μέλος έχει υποβάλει τις πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή του πολυετούς προγράμματος προσανατολισμού («ΠΠΠ»), έχει συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του δυνάμει του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2930/86 του Συμβουλίου της 22ας Σεπτεμβρίου 1986 που ορίζει τα χαρακτηριστικά των αλιευτικών σκαφών (10), έχει εφαρμόσει τις μόνιμες ρυθμίσεις για την ανανέωση και τον εκσυγχρονισμό του αλιευτικού στόλου δυνάμει του άρθρου 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2792/1999 και έχει συμμορφωθεί με τους γενικούς στόχους του ΠΠΠ.

(19)

Επί πλέον, η ενίσχυση για τον εκσυγχρονισμό των αλιευτικών σκαφών χορηγείται μόνο εφόσον δεν αφορά την ικανότητα ως προς την χωρητικότητα ή την ισχύ της μηχανής.

(20)

Τέλος, τα σκάφη πρέπει να νηολογούνται στο νηολόγιο και οποιαδήποτε αλλαγή στα χαρακτηριστικά του σκάφους πρέπει να κοινοποιείται στο εν λόγω νηολόγιο. Δεν είναι επιλέξιμη η αντικατάσταση των αλιευτικών εργαλείων.

(21)

Δεδομένου ότι οι νήσοι Shetland είναι περιφέρεια υπαγόμενη στον στόχο Ι, μπορεί να χορηγηθεί ενίσχυση μέχρι ποσοστού 40 % του συνολικού επιλέξιμου κόστους.

(22)

Στις 1 Ιανουαρίου 2003, τα σχετικά άρθρα και το παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2792/1999 τροποποιήθηκαν με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2369/2002 (11). Πλέον των υφιστάμενων απαιτήσεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2792/1999, η ενίσχυση για τον εκσυγχρονισμό των αλιευτικών σκαφών περιορίστηκε περαιτέρω υπό την έννοια ότι η ενίσχυση χορηγείται μόνο εφόσον αυτή δεν χρησιμοποιείται για την αύξηση της αποτελεσματικότητας των αλιευτικών εργαλείων.

(23)

Σε ό, τι αφορά την απαίτηση ότι η ενίσχυση δεν μπορεί να αφορά την ικανότητα ως προς την χωρητικότητα ή την ισχύ της μηχανής, οι τροποποιήσεις που επήλθαν με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2369/2002 εισήγαγαν εξαίρεση από τον περιορισμό αυτό, επιτρέποντας τη χορήγηση τέτοιου είδους ενισχύσεων εφόσον αυτές συμφωνούν με το άρθρο 11 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 (12), βάσει του οποίου επιτρέπονται οι αυξήσεις της ικανότητας στην περίπτωση εργασιών εκσυγχρονισμού στο κύριο κατάστρωμα προκειμένου να βελτιωθεί η ασφάλεια επί του σκάφους, οι συνθήκες εργασίας, η υγιεινή και η ποιότητα του προϊόντος.

(24)

Σχετικά με τους όρους αντικατάστασης των αλιευτικών εργαλείων, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2792/1999 τροποποιήθηκε αργότερα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1421/2004 (13), ο οποίος τέθηκε σε ισχύ στις 26 Αυγούστου 2004. Δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2792/1999, όπως τροποποιήθηκε, η αντικατάσταση των αλιευτικών εργαλείων μπορεί να θεωρηθεί επιλέξιμη εφόσον το σκάφος αποτελεί αντικείμενο σχεδίου αποκατάστασης και απαιτείται να παύσει να συμμετέχει στο συγκεκριμένο τύπο αλιείας και να αλιεύει ιχθείς ή άλλα είδη με διαφορετικά αλιευτικά εργαλεία. Στη περίπτωση αυτή, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει ότι η πρώτη αντικατάσταση αλιευτικών εργαλείων, εφόσον περιορίζονται σημαντικά οι αλιευτικές δυνατότητες βάσει σχεδίου αποκατάστασης, μπορεί να θεωρηθεί επιλέξιμη.

(25)

Οι κατευθυντήριες γραμμές του 2004 πρέπει να εφαρμόζονται σε όλα τα υφιστάμενα καθεστώτα από την 1η Ιανουαρίου 2005. Σχετικά με την ενίσχυση για τον εκσυγχρονισμό των αλιευτικών σκαφών, οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές αναφέρονται στα άρθρα 9 και 10 και στο σημείο 1.4 του παραρτήματος ΙΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2792/1999 και επομένως εξακολουθούν να ισχύουν οι ίδιοι όροι.

(26)

Από τις πληροφορίες τις οποίες παρείχε το Ηνωμένο Βασίλειο, μπορεί να συναχθεί ότι, κατά την περίοδο από τον Αύγουστο 2002 μέχρι τον Ιούνιο 2005, χορηγήθηκαν 23 ενισχύσεις για εκσυγχρονισμό σκαφών, συμπεριλαμβανομένων πέντε για αντικατάσταση μηχανών και μιας για σχέδιο που αφορούσε εφεδρική μηχανή, αντλία και μηχανισμό σύμπλεξης.

(27)

Σύμφωνα με το Ηνωμένο Βασίλειο, καμία εκ των βελτιώσεων που επήλθαν με τις ενισχύσεις, δεν επηρέασε την ολική χωρητικότητα ή την ισχύ μηχανής σκάφους και κατά συνέπεια οι ενισχύσεις ικανοποιούν τους όρους των σχετικών κατευθυντήριων γραμμών.

(28)

Σε ό,τι αφορά τις 17 ενισχύσεις για εκσυγχρονισμούς σκαφών, εκτός της αντικατάστασης μηχανών και του σχεδίου που αφορά την εφεδρική μηχανή, την αντλία και το μηχανισμό σύμπλεξης, το Ηνωμένο Βασίλειο παρείχε πληροφορίες από τις οποίες προκύπτει ότι οι εν λόγω ενισχύσεις ικανοποιούν τους όρους των κατευθυντηρίων γραμμών που εφαρμόζονταν όταν χορηγήθηκε η ενίσχυση.

(29)

Ωστόσο, σε ό,τι αφορά τις υπόλοιπες έξι ενισχύσεις, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο γ) περίπτωση i) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2792/1999, η ενίσχυση μπορεί να μην «αφορά ικανότητα ως προς την χωρητικότητα ή την ισχύ». Η αντικατάσταση μηχανής αλιευτικού σκάφους αφορά την ικανότητα σκάφους ως προς την ισχύ, επομένως δεν μπορεί να χορηγηθεί ενίσχυση για το σκοπό αυτό. Τούτο επιβεβαιώθηκε επίσης προς όλα τα κράτη μέλη με επιστολή της 5ης Μαΐου 2003 (Αναφ. D(2003)37148) που υπογράφεται από τον κύριο Holmquist, Γενικό Διευθυντή Αλιείας. Κατά την ίδια έννοια, δεν επιτρέπεται η ενίσχυση για έργο που αφορά εφεδρική μηχανή, αντλία και μηχανισμό σύμπλεξης.

(30)

Σε ό,τι αφορά τις τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2792/1999 που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 23, και τα 6 αυτά σχέδια εκσυγχρονισμού πραγματοποιήθηκαν κάτω από το κατάστρωμα, επομένως δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 11 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2371/2002.

(31)

Με βάση τις προηγούμενες αιτιολογικές σκέψεις 26 έως 30, η Επιτροπή θεωρεί ότι η ενίσχυση που χορηγήθηκε δυνάμει του καθεστώτος για τα έξι σχέδια εκσυγχρονισμού που αφορούν την ικανότητα του σκάφους ως προς τη χωρητικότητα ή την ισχύ είναι ασύμβατη με το άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο γ) περίπτωση i) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2792/1999 και επομένως είναι ασύμβατη με τις κατευθυντήριες γραμμές του 2001 και του 2004. Ωστόσο, οι άλλες ενισχύσεις που χορηγήθηκαν δυνάμει του καθεστώτος είναι συμβατές με τους εν λόγω όρους.

(32)

Δυνάμει του άρθρου 14 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999, σε περίπτωση αρνητικής απόφασης για υπόθεση παράνομων ενισχύσεων, η Επιτροπή αποφασίζει την εκ μέρους του οικείου κράτους μέλους λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων για την ανάκτηση της ενίσχυσης από το δικαιούχο.

(33)

Το Ηνωμένο Βασίλειο ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή δεν μπορεί να απαιτεί ανάκτηση της ενίσχυσης εφόσον τούτο αντίκειται στην αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και ισχυρίζεται ότι η εν λόγω αρχή εφαρμόζεται στη συγκεκριμένη περίπτωση.

(34)

Τα κονδύλια που χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση του καθεστώτος είναι τα ίδια κονδύλια που χρησιμοποιούνται για τις ενισχύσεις που αποτελούν αντικείμενο των αρνητικών αποφάσεων της Επιτροπής, 2003/612/ΕΚ και 2006/226/ΕΚ, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 13 της παρούσας απόφασης. Στις εν λόγω υποθέσεις η Επιτροπή θεώρησε ότι τα κονδύλια αυτά έπρεπε να θεωρηθούν ως κρατικοί πόροι για τους σκοπούς του άρθρου 87 της συνθήκης της ΕΚ. Ταυτόχρονα, η Επιτροπή αναγνώρισε ότι στις ιδιαίτερες περιστάσεις των υπόψη υποθέσεων, η δικαιολογημένη εμπιστοσύνη όσον αφορά την ιδιωτική φύση των υπόψη κονδυλίων δημιουργήθηκε από την πλευρά του Συμβουλίου των νήσων Shetland και των εμπλεκόμενων φορέων μέσω της κοινής θεώρησης ορισμένων στοιχείων τα οποία αποκλείουν την ανάκτηση των μη συμβατών κρατικών ενισχύσεων.

(35)

Θεωρείται εντούτοις ότι στην παρούσα περίπτωση τα στοιχεία που ελήφθησαν υπόψη στις εν λόγω αποφάσεις της Επιτροπής δεν είναι δυνατόν να εφαρμοστούν κατά τον ίδιο τρόπο και δεν μπορεί να δημιουργηθεί δικαιολογημένη εμπιστοσύνη. Η Επιτροπή σημειώνει ιδίως τις ενέργειες και τις δηλώσεις του Ηνωμένου Βασιλείου, που καταδεικνύουν σαφώς ότι κατά τους αντίστοιχους χρόνους της χορήγησης της ενίσχυσης οι αρμόδιες αρχές ήταν πεπεισμένες ότι το καθεστώς ήταν στην πραγματικότητα καθεστώς κρατικής ενίσχυσης και ότι εφαρμόζονταν οι κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων.

(36)

Για να καταλήξει στο συμπέρασμα αυτό η Επιτροπή παρατηρεί ότι σε αντίθεση με τις ενισχύσεις που καλύπτονται από τις αποφάσεις 2003/612/ΕΚ και 2006/226/ΕΚ το υπόψη καθεστώς θεσπίστηκε ως κανονικό καθεστώς ενίσχυσης και αφορά άμεσες επιχορηγήσεις σε αλιείς οι οποίες χορηγούνται απ' ευθείας από το Συμβούλιο των νήσων Shetland. Επιπλέον οι ειδικές περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης δείχνουν σαφώς ότι οι ίδιες οι αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου θεωρούσαν ότι εφαρμόζονταν οι κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων, δεδομένου ότι συμπεριελάμβαναν συνεχώς τις δαπάνες βάσει του καθεστώτος στις ετήσιες εκθέσεις κρατικών ενισχύσεων του Ηνωμένου Βασιλείου που υπέβαλλαν στην Επιτροπή δυνάμει των κοινοτικών υποχρεώσεων. Στην πραγματικότητα σε απάντηση ερωτημάτων που έθεσε η Επιτροπή, το Ηνωμένο Βασίλειο δήλωσε στην επιστολή του της 10ης Δεκεμβρίου 2004 ότι: «οι πληρωμές βάσει των καθεστώτων έχουν συμπεριληφθεί στην ετήσια απογραφή κρατικών ενισχύσεων και έχουν υποβληθεί στην Επιτροπή κάθε χρόνο, όπως απαιτείται και επί πολλά έτη» και στην επιστολή του με ημερομηνία 6 Απριλίου 2005 ότι: «Οι αρχές μου, επί σειρά ετών, έχουν ενεργήσει καλόπιστα και με τη πεποίθηση ότι τα καθεστώτα ικανοποιούν τις κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις».

(37)

Λαμβάνοντας υπόψη τις εν λόγω δηλώσεις και τις περιστάσεις της υπόθεσης, η Επιτροπή θεωρεί ότι η απαίτηση για ανάκτηση των ενισχύσεων δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι αντίκειται στη γενική αρχή του κοινοτικού δικαίου. Συνεπώς σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999, η Επιτροπή θεωρεί ότι το Ηνωμένο Βασίλειο πρέπει να λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για να ανακτήσει από τους δικαιούχους του καθεστώτος, με την επιφύλαξη των περιπτώσεων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 875/2007 της Επιτροπής, της 24ης Ιουλίου 2007, για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας στον τομέα της αλιείας και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1860/2004 (14).

(38)

Υπ' αυτή την έννοια πρέπει να υπογραμμιστεί ότι σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 προκειμένου να αποκατασταθεί ο αποτελεσματικός ανταγωνισμός η ανάκτηση πρέπει να περιλαμβάνει και τους τόκους. Οι εν λόγω τόκοι υπολογίζονται με τη μέθοδο του ανατοκισμού σύμφωνα με το κεφάλαιο V του κανονισμού (ΕΚ) 794/2004 (15).

(39)

Η Επιτροπή ζητεί από το Ηνωμένο Βασίλειο να της επιστρέψει το επισυναπτόμενο ερωτηματολόγιο σχετικά με τη σημερινή κατάσταση της διαδικασίας ανάκτησης και να συντάξει πίνακα των δικαιούχων τους οποίους αφορά η διαδικασία ανάκτησης.

V.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

(40)

Βάσει της αξιολόγησης που έγινε στο κεφάλαιο IV, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι το Ηνωμένο Βασίλειο, κατά παράβαση του άρθρου 88 παράγραφος 3 της συνθήκης της ΕΚ, χορήγησε παράνομα κρατική ενίσχυση στο πλαίσιο του καθεστώτος ενισχύσεων για τον εκσυγχρονισμό αλιευτικών σκαφών.

(41)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι ενισχύσεις που χορηγήθηκαν βάσει του καθεστώτος είναι συμβατές με την κοινή αγορά, εξαιρουμένων των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν για σχέδια εκσυγχρονισμού που αφορούν την ικανότητα από άποψη χωρητικότητας ή ισχύος μηχανής,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

1.   Οι κρατικές ενισχύσεις που εφήρμοσε στο Ηνωμένο Βασίλειο βάσει του καθεστώτος ενισχύσεων για τον εκσυγχρονισμό αλιευτικών σκαφών είναι συμβατές με την κοινή αγορά εφόσον πρόκειται για ενισχύσεις που χορηγήθηκαν για σχέδια εκσυγχρονισμού που δεν αφορούν αλιευτική ικανότητα από άποψη χωρητικότητας ή ισχύος μηχανής.

2.   Οι κρατικές ενισχύσεις που εφήρμοσε στο Ηνωμένο Βασίλειο βάσει του καθεστώτος ενισχύσεων για τον εκσυγχρονισμό αλιευτικών σκαφών δεν είναι συμβατές με την κοινή αγορά εφόσον πρόκειται για ενισχύσεις που χορηγήθηκαν για σχέδια εκσυγχρονισμού που αφορούν αλιευτική ικανότητα από άποψη χωρητικότητας ή ισχύος μηχανής.

Άρθρο 2

Οι μεμονωμένες ενισχύσεις που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 της παρούσας απόφασης δεν συνιστούν ενισχύσεις εφόσον ικανοποιούν τους όρους του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 875/2007.

Άρθρο 3

1.   Το Ηνωμένο Βασίλειο λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για να ανακτήσει από τους δικαιούχους τις μη συμβατές ενισχύσεις που χορηγήθηκαν βάσει του καθεστώτος που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2, εξαιρουμένων των ενισχύσεων που αναφέρονται στο άρθρο 2.

2.   Επί των ποσών των ενισχύσεων που πρέπει να ανακτηθούν οφείλονται τόκοι από την ημερομηνία που τέθηκαν στη διάθεση των δικαιούχων μέχρι τον χρόνο της πραγματικής τους ανάκτησης.

3.   Οι τόκοι υπολογίζονται με τη μέθοδο του ανατοκισμού σύμφωνα με το κεφάλαιο V του κανονισμού (ΕΚ) 794/2004.

4.   Το Ηνωμένο Βασίλειο ακυρώνει την καταβολή κάθε εκκρεμούσας ενίσχυσης βάσει του καθεστώτος που αναφέρεται στο άρθρο 1 με ισχύ από την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 4

1.   Η ανάκτηση των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν βάσει του καθεστώτος που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 είναι άμεση και πραγματική.

2.   Το Ηνωμένο Βασίλειο εξασφαλίζουν την εκτέλεση της παρούσας απόφασης εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησής της.

Άρθρο 5

1.   Εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης, το Ηνωμένο Βασίλειο υποβάλλει στην Επιτροπή τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

κατάλογο των δικαιούχων που έχουν λάβει τις ενισχύσεις που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 της παρούσας απόφασης οι οποίες δεν ικανοποιούν τους όρους που προβλέπει ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 875/2007 και το συνολικό ποσό της ενίσχυσης που έχει λάβει κάθε ένας,

β)

το συνολικό ποσό (αρχικό κεφάλαιο και τόκους ανάκτησης) προς ανάκτηση από κάθε δικαιούχο,

γ)

λεπτομερή περιγραφή των μέτρων που έχει ήδη λάβει και προγραμματίσει για να συμμορφωθεί με την παρούσα απόφαση, και

δ)

έγγραφα που αποδεικνύουν ότι έχει δοθεί εντολή στο δικαιούχο να επιστρέψει την ενίσχυση.

2.   Το Ηνωμένο Βασίλειο ενημερώνει την Επιτροπή για την πρόοδο των εθνικών μέτρων που ελήφθησαν για την εκτέλεση της παρούσας απόφασης μέχρι να ολοκληρωθεί η ανάκτηση των ενισχύσεων που αναφέρονται στο άρθρο 1.

Υποβάλλει αμέσως, κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, όλες τις πληροφορίες σχετικά με τα μέτρα που έχει ήδη λάβει και προγραμματίσει για να συμμορφωθεί με την παρούσα απόφαση.

Παρέχει επίσης λεπτομερείς πληροφορίες για τα ποσά των ενισχύσεων και των τόκων ανάκτησης που έχουν ήδη ανακτηθεί από τους δικαιούχους.

Άρθρο 6

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στο Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας.

Βρυξέλλες, 13 Νοεμβρίου 2007.

Για την Επιτροπή

Joe BORG

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 83 της 27.3.1999, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1791/2006 (ΕΕ L 363 της 20.12.2006, σ. 1).

(2)  ΕΕ C 293 της 2.12.2006, σ. 9.

(3)  ΕΕ C 293 της 2.12.2006, σ. 9.

(4)  ΕΕ C 19 της 20.1.2001, σ. 7.

(5)  ΕΕ L 337 της 30.12.1999, σ. 10. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 485/2005 (ΕΕ L 81 της 30.3.2005, σ. 1).

(6)  ΕΕ L 211 της 21.8.2003, σ. 63.

(7)  ΕΕ L 81 της 18.3.2006, σ. 36.

(8)  ΕΕ C 229 της 14.9.2004, σ. 5.

(9)  ΕΕ C 119 της 22.5.2002, σ. 22.

(10)  ΕΕ L 274 της 25.9.1986, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3259/94 (ΕΕ L 339 της 29.12.1994, σ. 11).

(11)  ΕΕ L 358 της 31.12.2002, σ. 49.

(12)  ΕΕ L 358 της 31.12.2002, σ. 59. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 865/2007 (ΕΕ L 192 της 24.7.2007, σ. 1).

(13)  ΕΕ L 260 της 6.8.2004, σ. 1.

(14)  ΕΕ L 193 της 25.7.2007, σ. 6.

(15)  ΕΕ L 140 της 30.4.2004, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1935/2006 (ΕΕ L 407 της 30.12.2006).