28.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 196/40


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 13ης Σεπτεμβρίου 2006

σχετικά με διαδικασία βάσει του άρθρου 81 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας

[Υπόθεση COMP/F/38.456 — Πίσσα (NL)]

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2006) 4090]

(Τα κείμενα στην ολλανδική, την αγγλική, τη γαλλική και τη γερμανική γλώσσα είναι τα μόνα αυθεντικά)

(2007/534/ΕΚ)

1.   ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΒΑΣΗΣ

(1)

Οι παραλήπτες της απόφασης συμμετείχαν σε ενιαία και διαρκή παράβαση του άρθρου 81 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, που συνίσταται στον καθορισμό των τιμών της πίσσας για ασφαλτοστρώσεις στις Κάτω Χώρες.

1.1.   Ο τομέας της πίσσας για ασφαλτοστρώσεις

(2)

Η πίσσα είναι υποπροϊόν στην παραγωγή καυσίμων. Συνήθως, παράγεται κατά την απόσταξη ορισμένων βαρέων ακατέργαστων πετρελαίων. Διαφορετικά ακατέργαστα πετρέλαια και τύποι διυλιστηρίων παράγουν διαφορετικά είδη πίσσας, που μπορούν να τροποποιηθούν περαιτέρω με την προσθήκη πολυμερών προκειμένου να αυξηθεί η απόδοσή τους. Η πίσσα χρησιμοποιείται κυρίως για την παραγωγή ασφάλτου, ως συγκολλητική ύλη για την σύνδεση των λοιπών υλικών μεταξύ τους. Το εναπομένον τμήμα της παραγωγής πίσσας διατίθεται για διάφορες βιομηχανικές χρήσεις.

(3)

Το προϊόν που αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας απόφασης είναι όλα τα είδη πίσσας που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή οδών και συναφείς χρήσεις. Είναι επίσης γνωστή ως πίσσα διείσδυσης, πισσάσφαλτος ή άσφαλτος με βαθμό pen. Θα καλείται εφεξής «πίσσα για ασφαλτοστρώσεις».

(4)

Η έρευνα κατέδειξε ότι η σύμπραξη κάλυπτε το έδαφος των Κάτω Χωρών. Το σχετικό ποσό υπολογιζόταν περίπου σε 62 εκατ. ευρώ το 2001, το τελευταίο πλήρες έτος της παράβασης. Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των συμφωνιών είναι ότι υπήρχε συνεννόηση όχι μόνο μεταξύ των πωλητών, όπως συνήθως συμβαίνει, αλλά και μεταξύ των πωλητών και των αγοραστών. Οκτώ από τους εννέα προμηθευτές πίσσας για ασφαλτοστρώσεις, καθώς και οι έξι (πέντε πλέον) σημαντικότερες εταιρείες κατασκευής οδών, οι οποίες είναι αγοραστές του εν λόγω προϊόντος, συμμετείχαν στην σύμπραξη.

(5)

Οι παραλήπτες που αναφέρονται κατωτέρω συμμετείχαν σε ενιαία και διαρκή παράβαση του άρθρου 81 της συνθήκης ΕΚ, η οποία κάλυπτε το έδαφος των Κάτω Χωρών και τα κύρια χαρακτηριστικά της οποίας ήταν ότι οι πωλητές και οι αγοραστές συμφώνησαν από κοινού για τις τιμές του συγκεκριμένου προϊόντος και τις σχετικές εκπτώσεις επί των τιμών.

1.2.   Αποδέκτες και διάρκεια της παράβασης

(6)

Οι επιχειρήσεις, καθώς και οι νομικές τους οντότητες, που συμμετείχαν στην παράβαση (ορισμένες από τις οποίες έχουν καταστεί υπεύθυνες ως μητρικές εταιρείες) είναι οι ακόλουθες, για τις περιόδους που αναφέρονται. Θα πρέπει να σημειωθεί το γεγονός ότι, για ορισμένες επιχειρήσεις, παραλήπτες της απόφασης είναι περισσότερες της μιας νομικές οντότητες:

 

Προμηθευτές

α)

BP: «BP plc». από την 1η Απριλίου 1994 έως τις 15 Απριλίου 2002, «BP Nederland BV» από την 1η Απριλίου 1994 έως την 1η Ιανουαρίου 2000 και «BP Refining & Petrochemicals GmbH» από τις 31 Δεκεμβρίου 1999 έως τις 15 Απριλίου 2002·

β)

Esha: «Esha Holding BV», «Smid & Hollander BV» και «Esha Port Services Amsterdam BV» από την 1η Απριλίου 1994 έως τις 15 Απριλίου 2002·

γ)

Klöckner: «Klöckner Bitumen BV» από την 1η Απριλίου 1994 έως τις 15 Απριλίου 2002 και «Sideron Industrial Development» από την 1η Ιανουαρίου 2000 έως τις 15 Απριλίου 2002·

δ)

Kuwait Petroleum: «Kuwait Petroleum Corporation», «Kuwait Petroleum International Ltd.» και «Kuwait Petroleum (Nederland) BV» από την 1η Απριλίου 1994 έως τις 15 Απριλίου 2002·

ε)

Nynäs: «AB Nynäs Petroleum» και «Nynäs Belgium AB» από την 1η Απριλίου 1994 έως τις 15 Απριλίου 2002·

στ)

Shell: «Shell Petroleum NV», «The Shell Transport and Trading Company Ltd» και «Shell Nederland Verkoopmaatschappij BV» από την 1η Απριλίου 1994 έως τις 15 Απριλίου 2002·

ζ)

Total: «Total Nederland NV» από την 1η Απριλίου 1994 έως τις 15 Απριλίου 2002 και «Total SA» από την 1η Νοεμβρίου 1999 έως την 15η Απριλίου 2002·

η)

Wintershall: «Arkema AG» από την 1η Απριλίου 1994 έως τις 31 Δεκεμβρίου 1999.

 

Αγοραστές:

θ)

Ballast Nedam: «Ballast Nedam NV» και «Ballast Nedam Infra BV» από τις 21 Ιουνίου 1996 έως τις 15 Απριλίου 2002·

ι)

BAM: «BAM NBM Wegenbouw BV» από την 1η Απριλίου 1994 έως τις 15 Απριλίου 2002 και «Koninklijke BAM Groep NV» από την 1η Νοεμβρίου 2000 έως τις 15 Απριλίου 2002·

ια)

Dura Vermeer: «Vermeer Infrastructuur BV» από την 1η Απριλίου 1994 έως τις 15 Απριλίου 2002, «Dura Vermeer Groep NV» από τις 13 Νοεμβρίου 1998 έως τις 15 Απριλίου 2002 και «Dura Vermeer Infra BV» από την 1η Ιουλίου 2000 έως τις 15 Απριλίου 2002.

ιβ)

HBG: «HBG Civiel BV» από την 1η Απριλίου 1994 έως τις 15 Απριλίου 2002·

ιγ)

Heijmans: «Heijmans NV» και «Heijmans Infrastructuur BV» από την 1η Απριλίου 1994 έως τις 15 Απριλίου 2002·

ιδ)

KWS: «Koninklijke Volker Wessels Stevin NV» και «Koninklijke Wegenbouw Stevin BV» από την 1η Απριλίου 1994 έως τις 15 Απριλίου 2002.

1.3.   Λειτουργία της σύμπραξης

(7)

Οι αθέμιτες πρακτικές μπορούν να ταξινομηθούν σε πρακτικές καθορισμού των τιμών της πίσσας για ασφαλτοστρώσεις στις Κάτω Χώρες, μεταξύ των προμηθευτών, μεταξύ των βασικών αγοραστών, καθώς και μεταξύ των εν λόγω προμηθευτών και των αγοραστών.

(8)

Τα αποδεικτικά στοιχεία για την ύπαρξη της εν λόγω σύμπραξης καλύπτουν την περίοδο μεταξύ 1ης Απριλίου 1994 και 15ης Απριλίου 2002 και αφορούν κυρίως την πρακτική του καθορισμού, κατά συνήθη και συλλογικό τρόπο, της μεικτής τιμής αγοράς και πώλησης της ασφάλτου, ομοιόμορφη έκπτωση επί της χονδρικής τιμής για τους κατασκευαστές οδών που συμμετείχαν στη σύμπραξη και μικρότερη έκπτωση επί της χονδρικής τιμής για τους μη συμμετέχοντες κατασκευαστές.

(9)

Η Επιτροπή κρίνει ότι ολόκληρο το σύστημα των προπαρασκευαστικών και κοινών συνεδριάσεων, με τις συμφωνίες που προέκυψαν μεταξύ της ομάδας των προμηθευτών πίσσας και της ομάδας των κατασκευαστών οδών σχετικά με τις μεικτές τιμές και τις εκπτώσεις όσον αφορά την πίσσα για ασφαλτοστρώσεις στις Κάτω Χώρες, αποτελεί μέρος ενός ενιαίου σχεδίου και, κατά συνέπεια, συνιστά ενιαία παράβαση του άρθρου 81 της συνθήκης.

2.   ΠΡΟΣΤΙΜΑ

2.1.   Βασικό ποσό

(10)

Το βασικό ποσό του προστίμου καθορίζεται ανάλογα με τη σοβαρότητα και τη διάρκεια της παράβασης.

Η σοβαρότητα της παράβασης

(11)

Κατά την αξιολόγηση της σοβαρότητας της παράβασης, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη το χαρακτήρα της παράβασης, την ουσιαστική επίπτωση στην αγορά, όπου αυτή μπορεί να καταμετρηθεί, και το μέγεθος της σχετικής γεωγραφικής αγοράς.

(12)

Λαμβάνοντας υπόψη τη φύση της παράβασης, το γεγονός ότι είχε απαραίτητα επιπτώσεις, καθώς και το γεγονός ότι κάλυπτε ουσιώδες τμήμα της κοινής αγοράς, η Επιτροπή κρίνει ότι οι επιχειρήσεις στις οποίες απευθύνεται η παρούσα απόφαση έχουν διαπράξει ιδιαίτερα σοβαρή παράβαση του άρθρου 81 της συνθήκης.

Διαφοροποιημένη αντιμετώπιση

(13)

Στο πλαίσιο της κατηγορίας των πολύ σοβαρών παραβάσεων, η κλίμακα των κυρώσεων παρέχει τη δυνατότητα να διαφοροποιηθεί η αντιμετώπιση των επιχειρήσεων προκειμένου να ληφθεί υπόψη η πραγματική οικονομική δυνατότητα των αυτουργών της παράβασης, αντίστοιχα, να προξενήσουν σημαντική ζημία στον ανταγωνισμό. Αυτό είναι σκόπιμο σε περιπτώσεις όπως η παρούσα, στις οποίες υπάρχει σημαντική διαφορά ως προς το αντίστοιχο μερίδιο αγοράς των επιχειρήσεων που ενέχονται στην παράβαση.

(14)

Οι επιχειρήσεις υποδιαιρέθηκαν σε έξι κατηγορίες ανάλογα με την σχετική σπουδαιότητα που είχαν στην εν λόγω αγορά κατά το 2001, που ήταν το τελευταίο πλήρες έτος της παράβασης.

Ικανό αποτρεπτικό αποτέλεσμα

(15)

Η Επιτροπή επισημαίνει ότι στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής, η Shell, η ΒΡ, η Total και η Kuwait Petroleum είχαν, κατά το οικονομικό έτος 2005 που ήταν το πλέον πρόσφατο οικονομικό έτος πριν από την παρούσα απόφαση, παγκόσμιο κύκλο εργασιών αντίστοιχα 246, 203, 143 και 37 δισεκατ. ευρώ. Όλες οι λοιπές επιχειρήσεις είχαν παγκόσμιο κύκλο εργασιών κάτω των 10 δισεκατ. ευρώ.

(16)

Η Επιτροπή εκτιμά ότι δεν είναι απαραίτητο, λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων της υπόθεσης αυτής, να εφαρμοστεί πολλαπλασιαστικός συντελεστής προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα πρόστιμα θα έχουν επαρκώς αποτρεπτικό αποτέλεσμα για τις επιχειρήσεις των οποίων ο παγκόσμιος κύκλος εργασιών είναι κάτω των 10 δισεκατ. ευρώ. Η Επιτροπή προτίθεται να εφαρμόσει στο πρόστιμο, μόνο στις περιπτώσεις της Shell, της ΒΡ, της Total και της Kuwait Petroleum, πολλαπλασιαστικό συντελεστή προσαρμοσμένο στις συγκεκριμένες περιστάσεις.

Διάρκεια

(17)

Πολλαπλασιαστικοί συντελεστές εφαρμόζονται μεμονωμένα, ανάλογα με τη διάρκεια της παράβασης για κάθε εταιρεία, που κυμαίνεται από 1,5 έως 8 έτη (βλέπε παράγραφο 6 ανωτέρω).

2.2.   Επιβαρυντικές και ελαφρυντικές περιστάσεις

Επιβαρυντικές περιστάσεις

(18)

Κατά το χρόνο που διεπράχθη η παράβαση, η Shell είχε ήδη αποτελέσει αντικείμενο προηγούμενων απαγορευτικών αποφάσεων της Επιτροπής για δραστηριότητες σχετικές με συμπράξεις (1). Η υποτροπή αυτή συνιστά επιβαρυντικό στοιχείο που δικαιολογεί αύξηση κατά 50 % του βασικού ποσού του προστίμου που θα πρέπει να επιβληθεί στην Shell.

(19)

Κατά τις επιθεωρήσεις, η KWS αρνήθηκε να υποβληθεί σε ελέγχους, αναγκάζοντας τους επιθεωρητές να ζητήσουν τη βοήθεια της εθνικής αρχής ανταγωνισμού και της αστυνομίας. Η Επιτροπή εκτιμά ότι η άρνηση αυτή συνιστά επιβαρυντικό στοιχείο που δικαιολογεί αύξηση κατά 10 % του βασικού ποσού του προστίμου που θα πρέπει να επιβληθεί στην KWS.

(20)

Η Shell, στο πλαίσιο της ομάδας των προμηθευτών πίσσας και η KWS, στο πλαίσιο της ομάδας αγοραστών πίσσας, φέρουν ειδική ευθύνη για το ρόλο του ηθικού αυτουργού και του επικεφαλής της σύμπραξης. Αποτέλεσαν την κινητήρια δύναμη στο πλαίσιο της λειτουργίας της σύμπραξης. Ο ρόλος αυτός αιτιολογεί την κατά 50 % αύξηση του βασικού ποσού του προστίμου που πρέπει να επιβληθεί στην Shell και την KWS.

2.3.   Εφαρμογή του ορίου του 10 % του κύκλου εργασιών

(21)

Το άρθρο 23 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003 του Συμβουλίου (2) προβλέπει ότι το πρόστιμο που επιβάλλεται σε κάθε επιχείρηση δεν πρέπει να υπερβαίνει το 10 % του κύκλου εργασιών της. Το όριο αυτό εφαρμόζεται για τα πρόστιμα που υπολογίστηκαν για την Esha (Esha Holding BV, Smid & Hollander BV και Esha Port Services Amsterdam BV) και την Klöckner Bitumen BV.

2.4.   Εφαρμογή της ανακοίνωσης του 2002 περί επιείκειας

Απαλλαγή από επιβολή προστίμου

(22)

Η ΒΡ ήταν η πρώτη επιχείρηση που ενημέρωσε την Επιτροπή σχετικά με την ύπαρξη σύμπραξης στην αγορά πίσσας στις Κάτω Χώρες. Η Επιτροπή χορήγησε στην BP απαλλαγή υπό όρους από τα πρόστιμα, σύμφωνα με το σημείο 15 της ανακοίνωσης. Η ΒΡ είχε πλήρη, μόνιμη και ταχεία συνεργασία με την Επιτροπή, καθόλη τη διάρκεια της διοικητικής διαδικασίας. Η BP διέκοψε την ανάμιξή της στην εικαζόμενη παράβαση αμέσως μόλις παρέσχε τα αποδεικτικά στοιχεία βάσει της ανακοίνωσης περί επιείκειας, και δεν έλαβε μέτρα για να ωθήσει άλλες επιχειρήσεις σε συμμετοχή τους στην παράβαση. Ως εκ τούτου, η BP πληροί όλους τους όρους για να τύχει πλήρους απαλλαγής από τα πρόστιμα.

Σημείο 23 στοιχείο β) πρώτη περίπτωση (μείωση κατά 30-50 %)

(23)

Η Kuwait Petroleum ήταν η δεύτερη επιχείρηση που επικοινώνησε με την Επιτροπή, κατ’ εφαρμογή της ανακοίνωσης περί επιείκειας, ενώ ήταν η πρώτη επιχείρηση που κατόρθωσε να πληροί τις απαιτήσεις του σημείου 21 της εν λόγω ανακοίνωσης. Τα αποδεικτικά στοιχεία που παρασχέθηκαν από την Kuwait Petroleum αύξησαν, λόγω της ίδιας της φύσης τους, τις δυνατότητες της Επιτροπής να αποδείξει τα σχετικά γεγονότα, και συνεπώς αντιπροσώπευαν προστιθέμενη αξία σε σχέση με τα αποδεικτικά στοιχεία που διέθετε ήδη η Επιτροπή. Η εν λόγω προστιθέμενη αξία ήταν σημαντική διότι επιβεβαιώθηκαν οι υπάρχουσες πληροφορίες και βοήθησαν την Επιτροπή, μαζί με τα στοιχεία που είχε ήδη στη διάθεσή της, να αποδείξει την παράβαση. Θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι η BP δεν συμμετείχε τακτικά στις συντονιστικές συνεδριάσεις με τους αγοραστές όσον αφορά την πίσσα και η Kuwait Petroleum ήταν η πρώτη που παρέσχε άμεσες αποδείξεις σχετικά με το κεντρικό αυτό στοιχείο της λειτουργίας της σύμπραξης. Κατά συνέπεια, σύμφωνα με το σημείο 23 της ανακοίνωσης περί επιείκειας, η Kuwait Petroleum πληροί τους όρους ώστε να τύχει μείωσης του προστίμου 30 % έως 50 %.

(24)

Για τον ακριβή υπολογισμό της μείωσης του προστίμου που πρέπει να επιβληθεί στην Kuwait Petroleum, πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι η αίτηση επιείκειας την οποία υπέβαλε η Kuwait Petroleum και τα λοιπά αποδεικτικά στοιχεία που παρασχέθηκαν ακολούθως αύξησαν, λόγω των λεπτομερειών που περιείχαν, τις δυνατότητες της Επιτροπής να αποδείξει τα εν λόγω γεγονότα. Εντούτοις, θα πρέπει να ληφθεί επίσης υπόψη το γεγονός ότι η αίτηση επιεικείας υποβλήθηκε περισσότερο από ένδεκα μήνες μετά από τις επιθεωρήσεις που πραγματοποίησε η Επιτροπή και μόνον αφού η Επιτροπή είχε ήδη αποστείλει στα μέρη αίτηση παροχής πληροφοριών, ζητώντας να της αποστείλουν λεπτομερή και τεκμηριωμένα στοιχεία. Επιπλέον, η Επιτροπή εκτιμά τη σοβαρότητα του γεγονότος ότι ορισμένες σημαντικές δηλώσεις της Kuwait Petroleum σχετικά με την εικαζόμενη συμμετοχή της ExxonMobil στη σύμπραξη επαναδιατυπώθηκαν στη συνέχεια και δεν ήταν δυνατόν να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικά στοιχεία σε βάρος της εν λόγω επιχείρησης. Η Επιτροπή εξάγει το συμπέρασμα ότι η Kuwait Petroleum πληροί τους όρους ώστε να τύχει μείωσης κατά 30 % του προστίμου το οποίο σε διαφορετικές περιστάσεις θα της είχε επιβληθεί.

Άλλες εφαρμογές των κανόνων περί επιείκειας

(25)

Η Shell υπέβαλε επίσης αίτηση κατ’ εφαρμογή του τμήματος Β της ανακοίνωσης περί επιείκειας, δεν προτάθηκε όμως οποιαδήποτε ανταμοιβή, λόγω της έλλειψης σημαντικής προστιθέμενης αξίας.

(26)

Η Nynäs και η Total ισχυρίστηκαν επίσης ότι έχουν παράσχει εθελοντικά στην Επιτροπή αυτοενοχοποιητικά στοιχεία. Η Επιτροπή όμως εκτιμά ότι τα παρασχεθέντα στοιχεία δεν παρέχουν σημαντική προστιθέμενη αξία που να δικαιολογεί μείωση του ύψους του προστίμου.

(27)

Η Wintershall ισχυρίζεται ότι θα έπρεπε να καλύπτεται από την αίτηση της ΒΡ για απαλλαγή από την επιβολή προστίμων. Η Wintershall όμως εξακολουθεί να υφίσταται ως χωριστή επιχείρηση από την ΒΡ και ήταν η ΒΡ που αποφάσισε να υποβάλει αίτηση απαλλαγής στην Επιτροπή και όχι η Wintershall.

3.   ΑΠΟΦΑΣΗ

(28)

Οι ακόλουθες επιχειρήσεις παρέβησαν το άρθρο 81 της συνθήκης, καθορίζοντας κατά συνήθη και συλλογικό τρόπο, στις περιόδους που αναφέρονται, για τις πωλήσεις και τις αγορές ασφάλτου στις Κάτω Χώρες, τη μεικτή τιμή και ομοιόμορφη έκπτωση στη μεικτή τιμή για συμμετέχοντες κατασκευαστές έργων οδοποιίας και μικρότερη μέγιστη έκπτωση στη μεικτή τιμή για άλλους κατασκευαστές έργων οδοποιίας:

α)

Ballast Nedam: «Ballast Nedam NV» και «Ballast Nedam Infra BV» από τις 21 Ιουνίου 1996 έως τις 15 Απριλίου 2002·

β)

BAM NBM: «BAM NBM Wegenbouw BV» από την 1η Απριλίου 1994 έως τις 15 Απριλίου 2002 και «Koninklijke BAM Groep NV» από την 1η Νοεμβρίου 2000 έως τις 15 Απριλίου 2002·

γ)

BP: «BP plc». από την 1η Απριλίου 1994 έως τις 15 Απριλίου 2002, «BP Nederland BV» από την 1η Απριλίου 1994 έως την 1η Ιανουαρίου 2000 και «BP Refining & Petrochemicals GmbH» από τις 31 Δεκεμβρίου 1999 έως τις 15 Απριλίου 2002·

δ)

Dura Vermeer: «Vermeer Infrastructuur BV» από την 1η Απριλίου 1994 έως τις 15 Απριλίου 2002, «Dura Vermeer Groep NV» από τις 13 Νοεμβρίου 1998 έως τις 15 Απριλίου 2002 και «Dura Vermeer Infra BV» από τις 30 Ιουνίου 2000 έως τις 15 Απριλίου 2002·

ε)

Esha: «Esha Holding BV», «Smid & Hollander BV» και «Esha Port Services Amsterdam BV» από την 1η Απριλίου 1994 έως τις 15 Απριλίου 2002·

στ)

HBG: «HBG Civiel BV» από την 1η Απριλίου 1994 έως τις 15 Απριλίου 2002·

ζ)

Heijmans: «Heijmans NV» και «Heijmans Infrastructuur BV» από την 1η Απριλίου 1994 έως τις 15 Απριλίου 2002·

η)

Klöckner: «Klöckner Bitumen BV» από την 1η Απριλίου 1994 έως τις 15 Απριλίου 2002 και «Sideron Industrial Development BV» από την 1η Ιανουαρίου 2000 έως τις 15 Απριλίου 2002·

θ)

Kuwait Petroleum: «Kuwait Petroleum Corporation», «Kuwait Petroleum International Ltd.» και «Kuwait Petroleum (Nederland) BV» από την 1η Απριλίου 1994 έως τις 15 Απριλίου 2002·

ι)

KWS: «Koninklijke Volker Wessels Stevin NV» και «Koninklijke Wegenbouw Stevin BV» από την 1η Απριλίου 1994 έως τις 15 Απριλίου 2002·

ια)

Nynäs: «AB Nynäs Petroleum» και «Nynäs Belgium AB» από την 1η Απριλίου 1994 έως τις 15 Απριλίου 2002·

ιβ)

Shell: «Shell Petroleum NV», «The Shell Transport and Trading Company Ltd» και «Shell Nederland Verkoopmaatschappij BV» από την 1η Απριλίου 1994 έως τις 15 Απριλίου 2002·

ιγ)

Total: «Total Nederland NV» από την 1η Απριλίου 1994 έως τις 15 Απριλίου 2002 και «Total SA» από την 1η Νοεμβρίου 1999 έως τις 15 Απριλίου 2002·

ιδ)

«Wintershall AG» από την 1η Απριλίου 1994 έως τις 31 Δεκεμβρίου 1999.

(29)

Για τις παραβάσεις που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, επιβάλλονται τα ακόλουθα πρόστιμα:

α)

Ballast Nedam: η «Ballast Nedam NV» και η «Ballast Nedam Infra BV», είναι αλληλεγγύως και εις ολóκληρο υπεύθυνες: 4,65 εκατ. ευρώ·

β)

BAM NBM: BAM NBM Wegenbouw BV: 13,5 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων η Koninklijke BAM Groep NV είναι αλληλεγγύως και εις ολóκληρο υπεύθυνη για 9 εκατ. ευρώ·

γ)

BP: BP plc: 0 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων η «BP Nederland BV» είναι αλληλεγγύως και εις ολóκληρο για 0 εκατ. ευρώ και η «BP Refining & Chemicals GmbH» είναι αλληλεγγύως και εις ολóκληρο υπεύθυνη για 0 εκατ. ευρώ·

δ)

Dura Vermeer: «Vermeer Infrastructuur BV»: 5,4 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων η «Dura Vermeer Groep NV» είναι αλληλεγγύως και εις ολóκληρο υπεύθυνη για 3,9 εκατ. ευρώ και η «Dura Vermeer Infra BV» είναι αλληλεγγύως και εις ολóκληρο υπεύθυνη για 3,45 εκατ. ευρώ·

ε)

Esha: η «Esha Holding BV», η «Smid & Hollander BV» και η «Esha Port Services Amsterdam BV» είναι αλληλεγγύως και εις ολóκληρο υπεύθυνες: 11,5 εκατ. ευρώ·

στ)

HBG: «HBG Civiel BV»: 7,2 εκατ. ευρώ·

ζ)

Heijmans: η «Heijmans NV» και η «Heijmans Infrastructuur BV», είναι αλληλεγγύως και εις ολóκληρο υπεύθυνες: 17,1 εκατ. ευρώ·

η)

Klöckner: «Klöckner Bitumen BV»: 10 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων η «Sideron Industrial Development BV» είναι αλληλεγγύως και εις ολóκληρο υπεύθυνη για 9 εκατ. ευρώ·

θ)

Kuwait Petroleum: η «Kuwait Petroleum Corporation», η «Kuwait Petroleum International Ltd.» και η «Kuwait Petroleum (Nederland) BV», είναι αλληλεγγύως και εις ολóκληρο υπεύθυνες: 16,632 εκατ. ευρώ·

ι)

KWS: η «Koninklijke Volker Wessels Stevin NV» και η «Koninklijke Wegenbouw Stevin BV» είναι αλληλεγγύως και εις ολóκληρο υπεύθυνες: 27,36 εκατ. ευρώ·

ια)

Nynäs: η «AB Nynäs Petroleum» και η «Nynäs Belgium AB», είναι αλληλεγγύως και εις ολóκληρο υπεύθυνες: 13,5 εκατ. ευρώ·

ιβ)

Shell: η «Shell Petroleum NV», η «The Shell Transport and Trading Company Ltd» και η «Shell Nederland Verkoopmaatschappij BV» είναι αλληλεγγύως και εις ολóκληρο υπεύθυνες: 108 εκατ. ευρώ·

ιγ)

Total: «Total Nederland NV»: 20,25 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων η «Total SA» είναι αλληλεγγύως και εις ολóκληρο υπεύθυνη για 13,5 εκατ. ευρώ·

ιδ)

Wintershall AG: 11,625 εκατ. ευρώ.

(30)

Οι επιχειρήσεις που αναφέρονται ανωτέρω διακόπτουν αμέσως τις παραβάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 28, εφόσον δεν το έχουν ήδη πράξει. Αποφεύγουν την επανάληψη οποιασδήποτε πράξης ή συμπεριφοράς περιγράφεται στην παράγραφο 28, καθώς και οποιασδήποτε πράξης ή συμπεριφοράς που έχει τον ίδιο ή παρεμφερή στόχο ή αποτέλεσμα.

(31)

Μη εμπιστευτική εκδοχή της απόφασης θα διατίθεται, στις αυθεντικές γλώσσες της υπόθεσης, στο δικτυακό τόπο της ΓΔ Ανταγωνισμού, στην ηλεκτρονική διεύθυνση: http://ec.europa.eu/comm/competition/index_en.html


(1)  Απόφαση 86/398/ΕΟΚ της Επιτροπής, της 23ης Απριλίου 1986, σχετικά με διαδικασία εφαρμογής του άρθρου 85 της συνθήκης ΕΟΚ (IV/31.149 — Πολυπροπυλένιο, ΕΕ L 230 της 18.8.1986, σ. 1) και απόφαση 94/599/ΕΚ της Επιτροπής, της 27ης Ιουλίου 1994, σχετικά με διαδικασία εφαρμογής του άρθρου 85 της συνθήκης ΕΟΚ (IV/31865 — PVC II, ΕΕ L 239 της 14.9.1994, σ. 14).

(2)  ΕΕ L 1 της 4.1.2003, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1419/2006 (ΕΕ L 269 της 28.9.2006, σ. 1).