1.3.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 62/23


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 26ης Φεβρουαρίου 2007

η οποία ορίζει ότι το άρθρο 30 παράγραφος 1 της οδηγίας 2004/17/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών ισχύει για τον εφοδιασμό με ηλεκτρική ενέργεια και φυσικό αέριο στην Αγγλία, τη Σκωτία και την Ουαλία

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2007) 559]

(Το κείμενο στην αγγλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2007/141/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 2004/17/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών (1), και ιδίως το άρθρο 30 παράγραφοι 4 και 6,

την αίτηση που υποβλήθηκε από το Ηνωμένο Βασίλειο με ηλεκτρονικό μήνυμα στις 24 Οκτωβρίου 2006 και το οποίο επιβεβαιώνεται με τηλεομοιοτυπία με την ίδια ημερομηνία που φέρει υπογραφή, και τις συμπληρωματικές πληροφορίες που ζητήθηκαν από το προσωπικό της Επιτροπής με ηλεκτρονικό μήνυμα στις 17 Νοεμβρίου 2006 και υποβλήθηκαν από το Ηνωμένο Βασίλειο με ηλεκτρονικό μήνυμα στις 27 Νοεμβρίου 2006,

τα συμπεράσματα της ανεξάρτητης εθνικής αρχής, «Office of the Gas and Electricity Markets (OFGEM)», ότι εκτιμάται πως πληρούνται οι όροι για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 30 παράγραφος 1 της οδηγίας 2004/17/ΕΚ,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 30 της οδηγίας 2004/17/ΕΚ προβλέπει ότι οι συμβάσεις που προορίζονται να επιτρέψουν την άσκηση δραστηριότητας για την οποία ισχύει η παρούσα οδηγία δεν υπόκεινται στην οδηγία εάν η δραστηριότητα, στο κράτος μέλος όπου ασκείται, είναι απευθείας εκτεθειμένη στον ανταγωνισμό σε αγορές στις οποίες η πρόσβαση δεν είναι περιορισμένη. Η άμεση έκθεση στον ανταγωνισμό εκτιμάται με βάση αντικειμενικά κριτήρια, λαμβανομένων υπόψη των συγκεκριμένων χαρακτηριστικών του ίδιου τομέα. Η πρόσβαση θεωρείται ότι δεν είναι περιορισμένη εάν το κράτος μέλος έχει ακολουθήσει και εφαρμόσει τη σχετική κοινοτική νομοθεσία ως προς το άνοιγμα δεδομένου τομέα ή μέρους του.

(2)

Η νομοθεσία αυτή παρατίθεται στο παράρτημα XI της οδηγίας 2004/17/ΕΚ, το οποίο για τον τομέα του ηλεκτρισμού παραπέμπει στην οδηγία 96/92/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1996, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας (2). Η οδηγία 96/92/ΕΚ αντικαταστάθηκε από την οδηγία 2003/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2003, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και την κατάργηση της οδηγίας 96/92/ΕΚ (3), η οποία απαιτεί ακόμη υψηλότερο βαθμό ανοίγματος αγοράς. Όσον αφορά τον τομέα του φυσικού αερίου, το παράρτημα XI παραπέμπει στην οδηγία 98/30/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Ιουνίου 1998, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου (4). Η οδηγία 98/30/ΕΚ καταργήθηκε με την οδηγία 2003/55/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2003, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου και την κατάργηση της οδηγίας 98/30/ΕΚ (5), η οποία απαιτεί ακόμη υψηλότερο βαθμό ανοίγματος αγοράς.

(3)

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 62 παράγραφος 2 εδάφιο 2 της οδηγίας 2004/17/ΕΚ, ο τίτλος III της εν λόγω οδηγίας, όπου ορίζονται οι κανόνες που ισχύουν για τους διαγωνισμούς μελετών στον τομέα των υπηρεσιών, δεν ισχύει για διαγωνισμούς που διοργανώνονται για την άσκηση, στο οικείο κράτος μέλος, δραστηριότητας για την οποία το άρθρο 30 παράγραφος 1 έχει κριθεί εφαρμοστέο με απόφαση της Επιτροπής ή θεωρείται ότι εφαρμόζεται σύμφωνα με την παράγραφο 4 δεύτερο ή τρίτο εδάφιο ή την παράγραφο 5 τέταρτο εδάφιο του εν λόγω άρθρου.

(4)

Η αίτηση που υποβλήθηκε από το Ηνωμένο Βασίλειο αφορά τον εφοδιασμό, τόσο χονδρικά όσο και λιανικά, με ηλεκτρική ενέργεια και φυσικό αέριο στην Αγγλία, τη Σκωτία και την Ουαλία. Μολονότι ενδέχεται να υπάρχουν κάποιες αναλογίες, τα αντίστοιχα χαρακτηριστικά, ειδικότερα ο εξαιρετικά περιορισμένος βαθμός υποκαταστασιμότητας, καθιστούν σκόπιμο να θεωρηθεί ότι υπάρχουν δύο διαφορετικές αγορές προϊόντων, μία για το φυσικό αέριο και μία για την ηλεκτρική ενέργεια μάλλον παρά μία αγορά προϊόντος για «ενέργεια».

(5)

Δεδομένου του ενιαίου χαρακτήρα των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας για τις τρεις γεωγραφικές περιοχές που αφορά η εν λόγω αίτηση και την περιορισμένη δυναμικότητα (6) των διασυνδέσεων μεταξύ των δικτύων του Ηνωμένου Βασιλείου και εκείνων των υπόλοιπων περιοχών της Κοινότητας, η Αγγλία, η Σκωτία και η Ουαλία πρέπει να θεωρηθεί ότι αποτελούν τη σχετική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας για τους σκοπούς της αξιολόγησης των όρων του άρθρου 30 παράγραφος 1 της οδηγίας 2004/17/ΕΚ. Όσον αφορά το φυσικό αέριο, πρέπει επίσης να συναχθεί ότι η σχετική γεωγραφική αγορά είναι η Μεγάλη Βρετανία, διότι, όπως σημειώνεται από το «British Office of Fair Trade», «αυτή αποτελεί το όριο του καθεστώτος εμπορίας φυσικού αερίου: αν και η εμπορία του φυσικού αερίου με την ηπειρωτική Ευρώπη πραγματοποιείται μέσω της διασύνδεσης Μπάκτον – Ζεμπρούχε, οι ποσότητες εμπορίας είναι σχετικά χαμηλές». Το αυτό ισχύει για ποσότητες που αποτελούν το αντικείμενο εμπορίας μεταξύ της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας (δεν καλύπτεται από την παρούσα απόφαση) και της Ιρλανδίας. Τα συμπεράσματα αυτά συνάδουν με μια από τις διαπιστώσεις της ανακοίνωσης της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: «Έκθεση σχετικά με την πρόοδο όσον αφορά τη δημιουργία της εσωτερικής αγοράς φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας» (7) (στο εξής «έκθεση 2005»), ότι «από οικονομική άποψη… οι αγορές ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου στην ΕΕ παραμένουν εθνικές όσον αφορά το οικονομικό πεδίο εφαρμογής».

(6)

Η εκτίμηση αυτή, και κάθε άλλη εκτίμηση που περιέχεται στην παρούσα απόφαση, έχει πραγματοποιηθεί αποκλειστικά και μόνο για τους σκοπούς της οδηγίας 2004/17/ΕΚ και υπό την επιφύλαξη της εφαρμογής των κανόνων για τον ανταγωνισμό.

(7)

Όσον αφορά την ηλεκτρική ενέργεια, το Ηνωμένο Βασίλειο έχει ακολουθήσει και εφαρμόσει όχι μόνο την οδηγία 96/92/ΕΚ, αλλά και την οδηγία 2003/54/ΕΚ. Όσον αφορά το φυσικό αέριο, το Ηνωμένο Βασίλειο έχει εφαρμόσει επίσης όχι μόνο την οδηγία 98/30/ΕΚ, αλλά και την οδηγία 2003/55/ΕΚ. Κατά συνέπεια, και σύμφωνα με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου του άρθρου 30 παράγραφος 3, η πρόσβαση στην αγορά πρέπει να θεωρηθεί ότι δεν είναι περιορισμένη όσον αφορά τόσο την ηλεκτρική ενέργεια όσο και το φυσικό αέριο.

(8)

Η άμεση έκθεση στον ανταγωνισμό πρέπει να εκτιμηθεί με βάση διάφορους δείκτες, από τους οποίους κανένας δεν είναι μόνος του αποφασιστικής σημασίας. Στην έκθεση του έτους 2005, η Επιτροπή ανέφερε ότι «πολλές εθνικές αγορές παρουσιάζουν υψηλό βαθμό συγκέντρωσης του κλάδου, πράγμα που εμποδίζει την ανάπτυξη αποτελεσματικού ανταγωνισμού» (8). Κατά συνέπεια, θεωρούσε ότι «ένας δείκτης για το βαθμό ανταγωνισμού στις εθνικές αγορές αποτελεί το συνολικό μερίδιο αγοράς των τριών μεγαλύτερων παραγωγών (ηλεκτρική ενέργεια) και των προμηθευτών χονδρικής (φυσικό αέριο)» (9). Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, το συνολικό μερίδιο αγοράς των τριών μεγαλύτερων παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας σε σχέση με τη συνολική παραγωγή ανέρχεται σε 39 % (10), ενώ το συνολικό μερίδιο των τριών μεγαλύτερων προμηθευτών φυσικού αερίου ως ποσοστό της χονδρικής αγοράς ανέρχεται σε 36 % (11). Και τα δύο αυτά επίπεδα πρέπει να θεωρηθούν ικανοποιητικώς χαμηλής στάθμης και να ληφθούν ως ένδειξη άμεσης έκθεσης στον ανταγωνισμό.

(9)

Ο βαθμός ρευστότητας αποτελεί επίσης ικανοποιητικό δείκτη ανταγωνισμού, δεδομένου ότι οι όροι ανταγωνισμού στον εφοδιασμό με ηλεκτρική ενέργεια και φυσικό αέριο επηρεάζονται εντονότατα από τη ρευστότητα των χονδρικών αγορών. Η χονδρική αγορά του Ηνωμένου Βασιλείου για την ηλεκτρική ενέργεια χαρακτηρίζεται ως αγορά διμερούς εμπορίου, με συναλλαγές από μεσάζοντες. Επίσης, αν και η UKPX καταλαμβάνει το μεγαλύτερο όγκο, υπάρχουν περισσότερες από δύο ανταλλαγές ισχύος. Ορισμένοι από τους κύριους παράγοντες της αγοράς χονδρικής είναι ιδιοκτήτες παραγωγικής ικανότητας, με ιδιοκτησία παραγωγικής ικανότητας μάλλον ποικίλλουσες, εφόσον 8 εταιρείες μοιράζονται περίπου το 70 % της παραγωγικής ικανότητας. Για το Ηνωμένο Βασίλειο η πολλαπλή ρευστότητα εμπορίας ανέρχεται στο τριπλάσιο περίπου της καταναλισκόμενης ποσότητας (12). Αυτός ο βαθμός ρευστότητας πρέπει να θεωρηθεί ικανοποιητικός, δηλαδή είναι τέτοιος ώστε να αποτελεί δείκτη εύρυθμης λειτουργίας και ανταγωνισμού στην αγορά χονδρικής. Για τον τομέα του φυσικού αερίου, η πολλαπλή ρευστότητα εμπορίας πρέπει να θεωρείται επίσης ικανοποιητική, δεδομένου ότι ανέρχεται στο διπλάσιο έως τριπλάσιο της συνολικής κατανάλωσης (13). Σε επίπεδα λιανικής επίσης απαντά επαρκές πλήθος παραγόντων, εφόσον υπάρχουν έξι κύριοι προμηθευτές που δραστηριοποιούνται στην οικιακή αγορά με επιπλέον επιχειρήσεις με δραστηριότητα στον τομέα των μεγάλων καταναλωτών (14). Οι αγορές φυσικού αερίου χαρακτηρίζονται επίσης από επαρκές πλήθος ενεργών παραγόντων και είναι δυνατόν να περιγραφούν συνοπτικά ως εξής: «στην αγορά φυσικού αερίου (του Ηνωμένου Βασιλείου) παρατηρείται υψηλό επίπεδο ανταγωνισμού με 10 περίπου εταιρείες ενεργοποιούμενες στην αγορά χονδρικής. Όπως στην περίπτωση της ηλεκτρικής ενέργειας, το μεγαλύτερο μέρος της αγοράς εφοδιασμού οικιακών καταναλωτών καλύπτουν έξι εταιρείες… (από τις οποίες) … πέντε είναι νεοεισελθούσες στην αγορά εφοδιασμού με φυσικό αέριο. Οι μεγαλύτεροι χρήστες αγοράζουν απευθείας από την αγορά χονδρικής, η οποία επίσης περιλαμβάνει πολλές μεγάλες εταιρίες πετρελαίου» (15). Έτσι οι παράγοντες αυτοί πρέπει να εκληφθούν ως δείκτης άμεσης έκθεσης σε ανταγωνισμό.

(10)

Επίσης η λειτουργία των εξισορροπητικών αγορών θα πρέπει επίσης να θεωρηθεί ως δείκτης, όχι μόνο όσον αφορά την παραγωγή, αλλά και τις αγορές χονδρικής και λιανικής. Όντως, «κάθε αγορά που συμμετέχει και η οποία δεν είναι δυνατόν να προσαρμόσει το χαρτοφυλάκιο παραγωγής στα χαρακτηριστικά πελατών της δεν είναι δυνατό να βρεθεί εκτεθειμένη ως προς τη διαφορά μεταξύ της τιμής στην οποία ο ΔΣΜ (διαχειριστής συστήματος μεταφοράς) θα πωλήσει ενέργεια για εξισορρόπηση και της τιμής κατά την οποία θα εξαγοράσει την υπερβάλλουσα παραγωγή. Οι τιμές αυτές είναι δυνατόν είτε να επιβληθούν άμεσα από τη ρυθμιστική αρχή στον ΔΣΜ είτε, εναλλακτικά, να χρησιμοποιηθεί μηχανισμός βασιζόμενος στην αγορά όπου η τιμή καθορίζεται με προσφορές από άλλους παραγωγούς για τη ρύθμιση της παραγωγής τους προς τα άνω ή προς τα κάτω… θεμελιώδης δυσκολία για μικρούς παράγοντες της αγοράς οπότε υπάρχει κίνδυνος μεγάλης διαφοράς μεταξύ της τιμής αγοράς από τον ΔΣΜ και της τιμής πώλησης. Αυτό συμβαίνει σε ορισμένα κράτη μέλη και είναι ενδεχόμενο να αποβεί καταστρεπτικό για την ανάπτυξη ανταγωνισμού. Η μεγάλη διαφορά είναι δυνατό να είναι ενδεικτική ανεπαρκούς επιπέδου ανταγωνισμού στην αγορά εξισορρόπησης, όπου ενδεχομένως δεσπόζουν ένας ή δύο μεγάλοι παραγωγοί. Οι δυσχέρειες αυτές επιδεινώνονται στις περιπτώσεις όπου οι χρήστες του δικτύου δεν είναι σε θέση να προσαρμόσουν τις θέσεις τους σε χρόνο που προσεγγίζει το πραγματικό» (16). Από τότε που άρχισαν να ισχύουν οι βρετανικοί διακανονισμοί για την εμπορία και τη μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας («BETTA») υπάρχει ενιαία αγορά εξισορρόπησης για την Αγγλία, τη Σκωτία και την Ουαλία. Επιπλέον, τα κύρια χαρακτηριστικά της (τιμολόγηση βασιζόμενη στην αγορά, κλείσιμο πυλών ανά ημίωρο και ικανοποιητικώς χαμηλή ψαλίδα τιμών) είναι τέτοια ώστε θα μπορούσαν να ληφθούν ως δείκτης άμεσης έκθεσης στον ανταγωνισμό. Παρομοίως για το φυσικό αέριο, οι τιμές εξισορρόπησης προκύπτουν με βάσει μηχανισμό αγοράς τον οποίο χειρίζεται ο ΔΣΜ. Οι διαταραχές ισορροπίας κανονίζονται σε ημερήσια βάση και συνήθως δεν παρατηρείται σημαντική διαφορά μεταξύ τιμών αγοράς και πώλησης. Αυτός ο αμερόληπτος μηχανισμός δεν ενεργεί ως εμπόδιο για τους προμηθευτές.

(11)

Δεδομένων των χαρακτηριστικών των προϊόντων στην περίπτωση αυτή (ηλεκτρική ενέργεια και φυσικό αέριο) και της σπανιότητας ή μη διαθεσιμότητας κατάλληλων προϊόντων ή υπηρεσιών υποκατάστασης, ο ανταγωνισμός στις τιμές και η διαμόρφωση των τιμών αποκτούν μεγαλύτερη σημασία κατά την εκτίμηση της κατάστασης ανταγωνιστικότητας στις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου. Το πλήθος πελατών που αλλάζουν προμηθευτή αποτελεί δείκτη γνήσιου ανταγωνισμού τιμών και, με τον τρόπο αυτό, εμμέσως «φυσικό δείκτη της αποτελεσματικότητας του ανταγωνισμού. Εάν είναι ολιγάριθμοι οι πελάτες που αλλάζουν προμηθευτή, πιθανότατα υπάρχει πρόβλημα με τη λειτουργία της αγοράς έστω και αν τα οφέλη από τη δυνατότητα διαπραγμάτευσης με τον παραδοσιακό κατεστημένο προμηθευτή δεν πρέπει να αγνοηθεί» (17). Επιπλέον, «η ύπαρξη ρυθμιζόμενων τιμών τελικού χρήστη αποτελεί σαφώς βασικό καθοριστικό παράγοντα της συμπεριφοράς των πελατών … . Αν και η διατήρηση των ελέγχων ενδέχεται να δικαιολογείται σε περίοδο μετάβασης, οι έλεγχοι αυτοί θα προκαλούν όλο και σε μεγαλύτερο βαθμό στρεβλώσεις καθώς προσεγγίζει η ανάγκη επενδύσεων» (18).

(12)

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο βαθμός αλλαγής προμηθευτή για τις τρεις κατηγορίες χρηστών ηλεκτρικής ενέργειας –μεγάλοι και πολύ μεγάλοι βιομηχανικοί χρήστες, μικρές και μικρομεσαίες βιομηχανίες και επιχειρήσεις και πολύ μικρές επιχειρήσεις καθώς και οι οικιακοί χρήστες– υπερβαίνει το 70 % στις πρώτες δύο ομάδες και ανέρχεται περίπου στο 50 % στην τελευταία κατηγορία (19) και ο έλεγχος τιμής τελικού χρήστη καταργήθηκε για τον ηλεκτρισμό το έτος 2002 (20). Όσον αφορά το φυσικό αέριο, ο βαθμός αλλαγής προμηθευτή για τις τρεις κατηγορίες χρηστών –μεγάλοι και πολύ μεγάλοι βιομηχανικοί χρήστες, περιλαμβανόμενων των σταθμών ηλεκτροπαραγωγής, μικρές και μικρομεσαίες βιομηχανίες και επιχειρήσεις, και όλες οι μικρές επιχειρήσεις και νοικοκυριά– υπερβαίνει το 70 % στις πρώτες δύο ομάδες και ανέρχεται περίπου στο 50 % για την τελευταία κατηγορία (21). Οι έλεγχοι τιμών για όλους τους τελικούς χρήστες έχουν αρθεί από το έτος 2002. Συνεπώς, η κατάσταση στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι ικανοποιητική όσον αφορά την αλλαγή προμηθευτή και τον έλεγχο τιμών τελικού χρήστη, και πρέπει να ληφθεί ως δείκτης άμεσης έκθεσης στον ανταγωνισμό.

(13)

Λαμβανομένων υπόψη αυτών των δεικτών και της συνολικής εικόνας του υπόψη τομέα στην Αγγλία, τη Σκωτία και την Ουαλία –ειδικότερα του βαθμού στον οποίο τα δίκτυα έχουν αποδεσμευτεί από την παραγωγή/εφοδιασμό και της ικανοποιητικής ρύθμισης της πρόσβασης στα δίκτυα– όπως προκύπτει από τις πληροφορίες οι οποίες υποβλήθηκαν από το Ηνωμένο Βασίλειο, την έκθεση έτους 2005 και το τεχνικό παράρτημα της έκθεσης αυτής καθώς και από την προκαταρκτική έκθεση, ο όρος για άμεση έκθεση στον ανταγωνισμό που ορίζει το άρθρο 30 παράγραφος της οδηγίας 2004/17/ΕΚ πρέπει να θεωρηθεί ότι πληρούται όσον αφορά τον εφοδιασμό με ηλεκτρική ενέργεια και φυσικό αέριο στην Αγγλία, τη Σκωτία και την Ουαλία. Όπως σημειώνεται ανωτέρω στην αιτιολογική σκέψη 7, ο επιπλέον όρος για την ελεύθερη πρόσβαση στην επιχειρηματική δραστηριότητα πρέπει να θεωρηθεί ότι πληρούται. Κατά συνέπεια, η οδηγία 2004/17/ΕΚ δεν πρέπει να εφαρμόζεται όταν αναθέτοντες φορείς αναθέτουν συμβάσεις για να καταστεί δυνατός ο εφοδιασμός με ηλεκτρική ενέργεια ή/και να παραχθεί ηλεκτρική ενέργεια από φυσικό αέριο στις εν λόγω γεωγραφικές περιοχές, ούτε όταν οι φορείς αυτοί οργανώνουν διαγωνισμούς για την άσκηση δραστηριότητας στις περιοχές αυτές. Υπενθυμίζεται ότι οι συμβάσεις που ανατίθενται για την άσκηση άλλων δραστηριοτήτων, όπως η διανομή ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, εξακολουθούν να υπόκεινται στις διατάξεις της οδηγίας 2004/17/ΕΚ.

(14)

Η παρούσα απόφαση βασίζεται στη νομική και πραγματική κατάσταση κατά τον Νοέμβριο του 2006, όπως αυτή διαγράφεται με βάση τις πληροφορίες οι οποίες υποβλήθηκαν από το Ηνωμένο Βασίλειο, την έκθεση του 2005 και το τεχνικό της παράρτημα. Είναι δυνατό να αναθεωρηθεί εφόσον, λόγω σημαντικών μεταβολών στη νομική ή πραγματική κατάσταση, κριθεί ότι δεν πληρούνται πλέον οι όροι για την εφαρμογή του άρθρου 30 παράγραφος 1 της οδηγίας 2004/17/ΕΚ.

(15)

Τα μέτρα τα προβλεπόμενα στην παρούσα απόφαση συμφωνούν με τη γνώμη της συμβουλευτικής επιτροπής για τις δημόσιες συμβάσεις,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η οδηγία 2004/17/ΕΚ δεν ισχύει για συμβάσεις που ανατίθενται από αναθέτοντες φορείς και οι οποίες έχουν σκοπό να δοθεί σε αυτούς δυνατότητα εφοδιασμού με ηλεκτρική ενέργεια ή/και με φυσικό αέριο στην Αγγλία, τη Σκωτία και την Ουαλία.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση βασίζεται στη νομική και πραγματική κατάσταση όπως διαγράφεται τον Νοέμβριο του 2006 και προκύπτει από τις πληροφορίες τις οποίες έχει υποβάλει το Ηνωμένο Βασίλειο, την έκθεση του 2005 και το τεχνικό της παράρτημα. Είναι δυνατό να αναθεωρηθεί, εφόσον σημαντικές μεταβολές στην πραγματική κατάσταση και στη νομική κατάσταση οδηγήσουν στο συμπέρασμα ότι δεν πληρούνται πλέον οι όροι για την εφαρμογή των διατάξεων 30 παράγραφος 1 της οδηγίας 2004/17/ΕΚ.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στο Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας.

Βρυξέλλες, 26 Φεβρουαρίου 2007.

Για την Επιτροπή

Charlie McCREEVY

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 134 της 30.4.2004, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2006/97/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 363 της 20.12.2006, σ. 107).

(2)  ΕΕ L 27 της 30.1.1997, σ. 20.

(3)  ΕΕ L 176 της 15.7.2003, σ. 37. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την απόφαση 2006/653/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 270 της 29.9.2006, σ. 72).

(4)  ΕΕ L 204 της 21.7.1998, σ. 1.

(5)  ΕΕ L 176 της 15.7.2003, σ. 57.

(6)  Τάξεως μεγέθους 4 % περίπου της ζήτησης αιχμής στην περίπτωση της ηλεκτρικής ενέργειας.

(7)  COM(2005) 568 τελικό της 15.11.2005.

(8)  Βλέπε υποσημείωση 7.

(9)  Βλέπε έκθεση έτους 2005, σ. 7.

(10)  Βλέπε έγγραφα εργασίας για το προσωπικό της Επιτροπής, τεχνικό παράρτημα της έκθεσης έτους 2005, SEC(2005) 1448, σ. 44 πίνακας 4.1. Στη συνέχεια αναφέρεται ως «τεχνικό παράρτημα».

(11)  Τεχνικό παράρτημα, σ. 55 πίνακας 5.1.

(12)  Βλέπε την προκαταρκτική έκθεση της τομεακής έρευνας για τον ανταγωνισμό στις αγορές φυσικού αερίου ηλεκτρικής ενέργειας (αναφερόμενη στη συνέχεια «προκαταρκτική έκθεση»), σχήμα 42, σ. 113.

(13)  Προκαταρκτική έκθεση, σημείο 64, σ. 25.

(14)  Τεχνικό παράρτημα, σ. 177.

(15)  Τεχνικό παράρτημα, σ. 178.

(16)  Τεχνικό παράρτημα, σ. 67-68.

(17)  Έκθεση του 2005, σ. 9.

(18)  Τεχνικό παράρτημα, σ. 17.

(19)  Έκθεση του 2005, σ. 10.

(20)  Τεχνικό παράρτημα, σ. 177.

(21)  Έκθεση του 2005, σ. 10.