8.3.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 68/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 365/2006 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 27ης Φεβρουαρίου 2006

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1676/2001 για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ταινιών τερεφθαλικού πολυαιθυλενίου, καταγωγής, μεταξύ άλλων, Ινδίας και για την περάτωση της μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης των μέτρων κατά των επιδοτήσεων που εφαρμόζονται στις εισαγωγές ταινιών τερεφθαλικού πολυαιθυλενίου (PET), καταγωγής, μεταξύ άλλων, Ινδίας

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) (εφεξής «βασικός κανονισμός αντιντάμπινγκ»), και ιδίως το άρθρο 11 παράγραφος 3, και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2026/97 του Συμβουλίου, της 6ης Οκτωβρίου 1997, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (2) (εφεξής «βασικός κανονισμός κατά των επιδοτήσεων»), και ιδίως το άρθρο 19,

την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή κατόπιν διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

A.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

1.   Ισχύοντα μέτρα και περατωθείσες έρευνες όσον αφορά το ίδιο προϊόν

(1)

Το Συμβούλιο, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2597/1999 (3), επέβαλε οριστικό αντισταθμιστικό δασμό στις εισαγωγές ταινιών τερεφθαλικού πολυαιθυλενίου («PET») που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ ex 3920 62 19 και ex 3920 62 90, καταγωγής Ινδίας («οριστικά αντισταθμιστικά μέτρα»). Τα μέτρα αυτά έλαβαν τη μορφή κατ’ αξίαν δασμού που κυμαινόταν από 3,8 έως 19,1 %, ο οποίος επιβλήθηκε στις εισαγωγές από κατονομαζόμενους ατομικά εξαγωγείς, με υπόλοιπο δασμού 19,1 % που επιβλήθηκε στις εισαγωγές από όλες τις άλλες εταιρείες.

(2)

Το Συμβούλιο, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1676/2001 (4), επέβαλε οριστικούς δασμούς αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ταινιών PET καταγωγής, μεταξύ άλλων, Ινδίας. Τα μέτρα έλαβαν την μορφή κατ’ αξίαν δασμού που κυμαινόταν από 0 έως 62,6 % στις εισαγωγές ταινιών PET, καταγωγής Ινδίας («οριστικά μέτρα αντιντάμπινγκ»), με εξαίρεση τις εισαγωγές από πέντε εταιρείες της Ινδίας [Ester Industries Limited («Ester»), Flex Industries Limited («Flex»), Garware Polyester Limited («Garware»), MTZ Polyfilms Limited («MTZ»), και Polyplex Corporation Limited («Polyplex»)] οι αναλήψεις υποχρεώσεων των οποίων είχαν γίνει αποδεκτές με την απόφαση 2001/645/EΚ της Επιτροπής (5), για την αποδοχή των αναλήψεων υποχρεώσεων που προσεφέρθησαν στο πλαίσιο της διαδικασίας αντιντάμπινγκ σχετικά με τις εισαγωγές ταινιών τερεφθαλικού πολυαιθυλενίου, καταγωγής, μεταξύ άλλων, Ινδίας.

(3)

Το Συμβούλιο, με τους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 1975/2004 και (ΕΚ) αριθ. 1976/2004, επέκτεινε τα οριστικά αντισταθμιστικά μέτρα και τα μέτρα αντιντάμπινγκ που είχαν επιβληθεί στις εισαγωγές ταινιών PET, καταγωγής Ινδίας, στις εισαγωγές του ίδιου προϊόντος που αποστέλλεται από τη Βραζιλία και το Ισραήλ, είτε δηλώνονται ως καταγωγής Βραζιλίας ή Ισραήλ είτε όχι.

(4)

Στις 4 Ιανουαρίου 2005 (6), η Επιτροπή κίνησε μερική ενδιάμεση επανεξέταση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1676/2001, η οποία περιορίσθηκε στο επίπεδο των οριστικών μέτρων αντιντάμπινγκ. Η έρευνα περατώθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 366/2006 του Συμβουλίου (7), ο οποίος τροποποίησε το επίπεδο των οριστικών μέτρων αντιντάμπινγκ.

(5)

Στις 10 Δεκεμβρίου 2004 (8), η Επιτροπή κίνησε διαδικασία επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των οριστικών αντισταθμιστικών μέτρων. Η έρευνα περατώθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 367/2006 του Συμβουλίου (9), ο οποίος διατήρησε τα οριστικά αντισταθμιστικά μέτρα.

2.   Αιτήσεις επανεξετάσεων

(6)

Το 2002, η Polyplex, ένας ινδός παραγωγός-εξαγωγέας η ανάληψη υποχρέωσης του οποίου είχε γίνει ήδη αποδεκτή με την απόφαση 2001/645/EΚ σχετικά με τα ισχύοντα μέτρα αντιντάμπινγκ, υπέβαλε αίτηση για μερική ενδιάμεση επανεξέταση, η οποία περιορίσθηκε στη μορφή των αντισταθμιστικών μέτρων όσον αφορά μια εταιρεία. Σύμφωνα με τα στοιχεία που προσκόμισε η Polyplex, μια ανάλογη ανάληψη υποχρέωσης θα ήταν δυνατόν να εξαλείψει τις ζημιογόνες συνέπειες των επιδοτήσεων και να αποτελέσει αντικείμενο ελέγχου. Επομένως, κρίθηκε δικαιολογημένη η επανεξέταση της μορφής του αντισταθμιστικού μέτρου.

(7)

Τον Οκτώβριο του 2003, οι ακόλουθοι κοινοτικοί παραγωγοί υπέβαλαν αίτηση μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης περιορισμένης στη μορφή των μέτρων αντιντάμπινγκ: Du Pont Teijin Films, Mitsubishi Polyester Film GmbH και Nuroll SpA («αιτούντες»). Οι αιτούντες αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο τμήμα της κοινοτικής παραγωγής ταινιών ΡΕΤ. Η Toray Plastics Europe δήλωσε ότι υποστήριζε την αίτηση παρόλο που δεν ήταν επίσημος αιτών.

(8)

Οι αιτούντες ισχυρίσθηκαν ότι η μορφή των μέτρων (δηλαδή οι υφιστάμενες αναλήψεις υποχρεώσεων, όπως έγιναν αποδεκτές με την απόφαση 2001/645/ΕΚ) δεν ήταν πλέον αποτελεσματική για την εξάλειψη του ζημιογόνου ντάμπινγκ. Οι αιτούντες υποστήριξαν ότι, μετά την αποδοχή των υφιστάμενων αναλήψεων υποχρεώσεων που βασίζονται σε ελάχιστες τιμές εισαγωγής, το φάσμα προϊόντων που πωλούνται από τους σχετικούς εξαγωγείς αυξήθηκε, για να συμπεριλάβει κυρίως ταινίες παραγόμενες με προηγμένες τεχνικές παραγωγής, με αποτέλεσμα οι ελάχιστες τιμές βάσει των οποίων είναι δυνατή η κατηγοριοποίηση ορισμένων προϊόντων να μην ανταποκρίνονται πλέον στην πραγματική τους αξία και, συνεπώς, ο μηχανισμός των μέτρων να μην είναι πλέον κατάλληλος στο πλαίσιο των νέων τεχνολογικών εξελίξεων. Ως εκ τούτου, ισχυρίσθηκαν ότι οι αναλήψεις υποχρεώσεων δεν θεωρούνται πλέον κατάλληλες για την εξάλειψη των ζημιογόνων συνεπειών του ντάμπινγκ.

3.   Έρευνες

(9)

Στις 28 Ιουνίου 2002, η Επιτροπή ανήγγειλε με ανακοίνωση προειδοποίησης που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (10), την έναρξη μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης των μέτρων κατά των επιδοτήσεων, η οποία περιορίσθηκε στην εξέταση της δυνατότητας αποδοχής ανάληψης υποχρέωσης που είχε προτείνει ο ινδός παραγωγός-εξαγωγέας Polyplex, σύμφωνα με το άρθρο 19 του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων.

(10)

Δεδομένου ότι το Νοέμβριο του 2003 κινήθηκε μερική ενδιάμεση επανεξέταση της μορφής των μέτρων αντιντάμπινγκ (ήτοι, των υφιστάμενων αναλήψεων υποχρεώσεων), όπως αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις 12 και 13, το θέμα της δυνατότητας αποδοχής της πρότασης ανάληψης υποχρέωσης που υπέβαλε η Polyplex παρέμεινε ανοιχτό προκειμένου να ολοκληρωθούν και οι δύο επανεξετάσεις συγχρόνως. Η Επιτροπή ενημέρωσε επίσημα την Polyplex σχετικά με τις προθέσεις της στο συγκεκριμένο θέμα. Ο αιτών δεν υπέβαλε καμία σχετική παρατήρηση.

(11)

Στις 22 Νοεμβρίου 2003, η Επιτροπή ανήγγειλε με ανακοίνωση προειδοποίησης, που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (11), την έναρξη μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ.

(12)

Η επανεξέταση περιορίσθηκε στη μορφή των μέτρων που εφαρμόζονται στους πέντε ινδούς παραγωγούς-εξαγωγείς οι αναλήψεις υποχρεώσεων των οποίων είχαν γίνει αποδεκτές. Η έρευνα κάλυψε την περίοδο από την 1η Οκτωβρίου 2002 έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2003 («τρέχουσα ΠΕ»).

(13)

Η Επιτροπή ενημέρωσε επίσημα τους παραγωγούς-εξαγωγείς, τους εκπροσώπους της χώρας εξαγωγής και τους κοινοτικούς παραγωγούς για την έναρξη της επανεξέτασης. Τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν τη δυνατότητα να εκθέσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση εντός της προθεσμίας που προβλεπόταν στην ανακοίνωση προειδοποίησης.

(14)

Για να συγκεντρώσει τις πληροφορίες που έκρινε αναγκαίες για την έρευνα, η Επιτροπή έστειλε ερωτηματολόγια στους ενδιαφερόμενους παραγωγούς-εξαγωγείς, από τους οποίους όλοι συνεργάσθηκαν απαντώντας στο ερωτηματολόγιο. Πραγματοποιήθηκαν επίσης επιτόπιες επαληθεύσεις στις εγκαταστάσεις των ακόλουθων παραγωγών-εξαγωγέων στην Ινδία:

Ester Industries Limited, New Delhi,

Flex Industries Limited, New Delhi,

Garware Polyester Limited, Aurangabad,

MTZ Polyfilms Limited, Mumbai,

Polyplex Corporation Limited, New Delhi.

B.   ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ

(15)

Όπως ορίζεται στην αρχική έρευνα, το υπό εξέταση προϊόν είναι οι ταινίες τερεφθαλικού πολυαιθυλενίου (PET), καταγωγής Ινδίας, το οποίο διασαφηνίζεται συνήθως στους κωδικούς ΣΟ ex 3920 62 19 και ex 3920 62 90.

Γ.   ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ

(16)

Οι ταινίες PET έχουν συγκεκριμένα φυσικά, χημικά και τεχνικά χαρακτηριστικά, μεταξύ άλλων, το πάχος, τις ιδιότητες επικάλυψης, την κατεργασία της επιφάνειας και τις μηχανικές ιδιότητες που καθορίζουν διαφόρους τύπους ταινιών PET μέσω διαφορετικών κατεργασιών των βασικών ταινιών κατά τη διάρκεια ή μετά τη διαδικασία παραγωγής, όπως η κατεργασία με ηλεκτρικό τόξο, η επιμετάλλωση ή η χημική επίστρωση. Κατά συνέπεια, το υπό εξέταση προϊόν υπάρχει σε διαφορετικές μορφές ή τύπους. Δεδομένου ότι υπάρχουν πολλές διαφορετικές μορφές παρουσίασης του προϊόντος (τύποι προϊόντος), και προκειμένου να διευκολυνθεί η παρακολούθηση των αναλήψεων υποχρεώσεων, τα προϊόντα ομαδοποιήθηκαν σε διαφορετικές κατηγορίες (ομάδες) με βάση τα τεχνικά χαρακτηριστικά τους. Οι ομάδες αυτές αποτέλεσαν τη βάση για τον καθορισμό των ελάχιστων τιμών εισαγωγής («ΕΤΕ») που προβλέπονται στις αναλήψεις υποχρεώσεων. Στην αρχική έρευνα, ο αριθμός των ΕΤΕ που καθορίσθηκαν με βάση αυτές τις ομάδες κυμαινόταν από 10 έως 32 ανά εξαγωγέα.

(17)

Στο πλαίσιο της παρούσας επανεξέτασης, πραγματοποιήθηκε σύγκριση, εντός των ομάδων, των διαφόρων τύπων μοντέλων και των διακυμάνσεων των τιμών μεταξύ της περιόδου έρευνας που χρησιμοποιήθηκε στην αρχική έρευνα («αρχική ΠΕ») και της τρέχουσας ΠΕ.

(18)

Η ανάλυση έδειξε ότι οι διάφοροι τύποι μοντέλων που πωλήθηκαν σε συγκεκριμένες ομάδες προϊόντων έχουν αλλάξει από τότε που έγιναν αποδεκτές οι υποχρεώσεις. Για πολλές εταιρείες που αποτέλεσαν αντικείμενο της έρευνας, οι αλλαγές αυτές ήταν ιδιαίτερα σημαντικές, σε σημείο ώστε για ορισμένες ομάδες οι περισσότεροι τύποι προϊόντων που εξάγονταν στην Κοινότητα κατά τη διάρκεια της ΠΕ δεν αντιστοιχούσαν πλέον στους τύπους προϊόντων που εξάγονταν κατά τη διάρκεια της αρχικής ΠΕ. Μεταξύ των αλλαγών που σημειώθηκαν στο εσωτερικό των ομάδων, ήταν η μείωση του αριθμού των προϊόντων χαμηλότερης αξίας, η προσθήκη νέων προϊόντων φαινομενικά υψηλότερης αξίας και, σε ορισμένες περιπτώσεις, ένας συνδυασμός και των δύο.

(19)

Η ανάλυση έδειξε επίσης ότι, για ορισμένες ομάδες προϊόντων, η απόκλιση των τιμών (το φάσμα των αξιών του προϊόντος) στο εσωτερικό της ομάδας, έχει μεταβληθεί σημαντικά από τότε που έγιναν αποδεκτές οι αναλήψεις υποχρεώσεων. Στο πλαίσιο αυτό, είναι επίσης σκόπιμο να σημειωθεί ότι υπήρξε σημαντική μεταβολή στη μορφή των πωλήσεων μεταξύ των διαφόρων ομάδων προϊόντων μετά την αποδοχή των αναλήψεων υποχρεώσεων. Ιδίως, φαίνεται ότι έχει υπάρξει τάση συγκέντρωσης των πωλήσεων στις ομάδες με τη μικρότερη ελάχιστη τιμή.

(20)

Δεδομένου ότι οι ΕΤΕ και οι αναλήψεις υποχρεώσεων καθορίσθηκαν με βάση το μείγμα των τύπων προϊόντος και των αντίστοιχων αξιών τους στο εσωτερικό των ομάδων προϊόντων κατά τη διάρκεια της αρχικής ΠΕ, είναι σαφές ότι οι αλλαγές που διαπιστώθηκαν σε σχέση με το πραγματικό μείγμα προϊόντων και αξιών εντός των συγκεκριμένων ομάδων προϊόντων έχουν καταστήσει τις συγκεκριμένες ΕΤΕ και, κατά συνέπεια, τις αναλήψεις υποχρεώσεων, ακατάλληλες για την εξουδετέρωση των ζημιογόνων συνεπειών του ντάμπινγκ.

(21)

Όσον αφορά την επανεξέταση που περιορίσθηκε στην εξέταση της δυνατότητας αποδοχής ανάληψης υποχρέωσης που πρότεινε η Polyplex, η ανάλυση έδειξε ότι η εταιρική δομή αυτής της επιχείρησης θα καθιστούσε δυσχερή την παρακολούθηση ανάληψης υποχρέωσης, με αποτέλεσμα η ανάληψη υποχρέωσης να μην είναι πλέον κατάλληλη ως αποτελεσματικό αντισταθμιστικό μέσο. Η πολυπλοκότητα απορρέει από το ότι το υπό εξέταση προϊόν κατασκευάζεται επίσης από μια συνδεδεμένη εταιρεία της Polyplex που βρίσκεται σε τρίτη χώρα (Ταϊλάνδη), με αποτέλεσμα να υπάρχει κίνδυνος διασταυρούμενης αντιστάθμισης των τιμών εάν η εταιρεία στην Ταϊλάνδη εξάγει επίσης το υπό εξέταση προϊόν στην Κοινότητα. Η διαδικασία της παρακολούθησης και, ως εκ τούτου, της επιβολής της εφαρμογής πολύ δύσκολα θα μπορούσε να εγγυηθεί την ορθή λειτουργία της ανάληψης υποχρέωσης.

Δ.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

(22)

Οι υφιστάμενες αναλήψεις υποχρεώσεων, με ΕΤΕ που έχουν καθορισθεί σε επίπεδο ομάδων προϊόντων, παρέχουν στους εξαγωγείς μεγάλο βαθμό ευελιξίας όσον αφορά τη μεταβολή των τεχνικών χαρακτηριστικών των προϊόντων στο εσωτερικό μιας συγκεκριμένης ομάδας. Το υπό εξέταση προϊόν περιέχει πολλά και εξελισσόμενα χαρακτηριστικά διαφοροποίησης, τα οποία επηρεάζουν αισθητά τις τιμές πωλήσεων. Συνεπώς, οι μεταβολές αυτών των χαρακτηριστικών επηρεάζουν σημαντικά τις τιμές. Ο μόνος βιώσιμος τρόπος για να καταστούν οι ομάδες περισσότερο ομοιογενείς από την άποψη των φυσικών χαρακτηριστικών και των τιμών είναι η υποδιαίρεσή τους. Ωστόσο, αυτό θα είχε ως συνέπεια τη μεγάλη αύξηση του αριθμού των ομάδων, με αποτέλεσμα να καταστεί αδύνατη η παρακολούθηση, ιδίως διότι θα είναι δύσκολο για τις τελωνειακές αρχές να διακρίνουν τη διαφορά μεταξύ των διαφόρων τύπων προϊόντων και να ταξινομούν τα προϊόντα στην κατάλληλη κατηγορία κατά την εισαγωγή τους. Επιπροσθέτως, εάν λαμβανόταν υπόψη ένας μεγαλύτερος αριθμός χαρακτηριστικών των διαφόρων τύπων προϊόντος με στόχο την ακριβέστερη κατάταξη, ο αριθμός των ομάδων ανά εταιρεία που είχε προτείνει ανάληψη υποχρέωσης θα ήταν δυνατόν να πενταπλασιασθεί ή ακόμη να ενδεκαπλασιασθεί. Επί του παρόντος, οι υφιστάμενοι τύποι προϊόντος είναι ήδη κατανεμημένοι σε πολλές εκατοντάδες διαφορετικές ομάδες, δυσχεραίνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τη διαχείριση των αναλήψεων υποχρεώσεων. Με τη συνεχιζόμενη εξέλιξη των χαρακτηριστικών των προϊόντων, ο αριθμός των ομάδων αυτών μπορεί να αυξηθεί περαιτέρω.

(23)

Για ορισμένες εταιρείες που αποτελούν αντικείμενο της επανεξέτασης, οι τύποι μοντέλων που πωλήθηκαν στο πλαίσιο μιας συγκεκριμένης ομάδας προϊόντων δεν μεταβλήθηκαν σημαντικά μετά την αποδοχή των αναλήψεων υποχρεώσεων. Ωστόσο, η πιθανή αύξηση του αριθμού των ομάδων προϊόντων λόγω των εξελίξεων που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 22, θα μπορούσε να συμβεί σε οποιοδήποτε μελλοντικό στάδιο και στην περίπτωση οποιουδήποτε παραγωγού-εξαγωγέα.

(24)

Επομένως, μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι, για να καταστεί δυνατή η αποτελεσματική παρακολούθηση των αναλήψεων υποχρεώσεων, οι ομάδες προϊόντων θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν περισσότερο ομοιογενείς από την άποψη των φυσικών χαρακτηριστικών και των τιμών. Εξάλλου, τα χαρακτηριστικά αυτά θα πρέπει να παραμένουν σταθερά καθ’ όλη τη διάρκεια των αναλήψεων υποχρεώσεων. Η έρευνα επιβεβαίωσε ότι αυτό δεν συνέβη στην περίπτωση των ταινιών PET.

(25)

Με βάση τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά και τις εκτιμήσεις, θεωρείται ότι οι αναλήψεις υποχρεώσεων δεν ενδείκνυνται για την εξάλειψη των ζημιογόνων συνεπειών του ντάμπινγκ, δεδομένου ότι παρουσιάζουν σημαντικές δυσκολίες παρακολούθησης και εφαρμογής καθώς και απαράδεκτους κινδύνους. Υπό αυτές τις περιστάσεις, οι αναλήψεις υποχρεώσεων που πρότειναν οι πέντε ινδοί παραγωγοί, οι οποίοι αποτέλεσαν αντικείμενο της επανεξέτασης της μορφής των μέτρων αντιντάμπινγκ, και έγιναν αποδεκτές, θα πρέπει να ανακληθούν.

(26)

Όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη ενημερώθηκαν σχετικά με τα ουσιαστικά πραγματικά περιστατικά και τις εκτιμήσεις βάσει των οποίων ελήφθη η απόφαση για την ανάκληση των υφιστάμενων αναλήψεων υποχρεώσεων και είχαν την ευκαιρία να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους.

(27)

Ύστερα από την κοινολόγηση, ορισμένα μέρη ανέφεραν ότι, κατά τη γνώμη τους, δεν υπήρχαν δυσκολίες παρακολούθησης και εφαρμογής όσον αφορά τις αναλήψεις υποχρεώσεων και, ως εκ τούτου, δεν παρουσιάζονταν κίνδυνοι που συνδέονταν με τη μορφή των μέτρων. Επιπροσθέτως, πολλοί από τους παραγωγούς-εξαγωγείς ανέφεραν ότι δεν είχαν παραβιάσει τις συμφωνίες σχετικά με τις αναλήψεις υποχρεώσεων. Ένας από τους ενδιαφερόμενους παραγωγούς-εξαγωγείς ανέφερε ότι, ενώ η ανακοίνωση προειδοποίησης έκανε αναφορά στη σημασία της ανάπτυξης νέων τύπων προϊόντος, δεν είχε πραγματοποιηθεί εισαγωγή νέων τύπων στην Κοινότητα κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ της υποβολής της πρότασης ανάληψης υποχρέωσης και της τρέχουσας ΠΕ.

(28)

Όσον αφορά τις τεχνικές πτυχές, ο μεγάλος αριθμός αποκλίσεων του συγκεκριμένου προϊόντος, σε συνδυασμό με τις δυνατότητες ανάπτυξης του προϊόντος, καθιστά το εν λόγω προϊόν ακατάλληλο για αναλήψεις υποχρεώσεων, δεδομένου ότι οι εξελίξεις του προϊόντος θα απαιτούσαν συνεχή αναπροσαρμογή των ΕΤΑ που δεν θα ήταν εφικτή (βλέπε αιτιολογική σκέψη 22). Ως προς αυτό το σημείο, υπενθυμίζεται ότι το άρθρο 8 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού ορίζει ότι οι προτεινόμενες αναλήψεις υποχρεώσεων είναι δυνατό να μη γίνονται δεκτές, αν οι αρχές εκτιμούν ότι η αποδοχή τους θα δημιουργούσε πρακτικές δυσκολίες, παραδείγματος χάρη αν ο αριθμός των πραγματικών ή δυνητικών εξαγωγέων είναι υπερβολικά μεγάλος ή για άλλους λόγους. Σε ό,τι αφορά τον ισχυρισμό των εξαγωγέων ότι δεν παραβίασαν τους όρους της ανάληψης υποχρέωσης, δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι σημειώθηκε παραβίαση. Η απόφαση ανάκλησης των αναλήψεων υποχρεώσεων βασίζεται σε αποδεικτικά στοιχεία τα οποία συγκεντρώθηκαν κατά τη διάρκεια της έρευνας, σύμφωνα με τα οποία οι αλλαγές στο μείγμα προϊόντων καθιστούν την ανάληψη υποχρέωσης ακατάλληλη και η παρακολούθηση των πωλήσεων του συγκεκριμένου προϊόντος δεν ανταποκρίνεται σε συμφωνίες ανάληψης υποχρεώσεων (βλέπε αιτιολογικές σκέψεις 18 έως 20 και 22). Τέλος, η έρευνα έδειξε ότι ταινίες διαφορετικές από το μείγμα προϊόντων στο οποίο βασίσθηκαν οι ΕΤΑ, πωλούνται τώρα ευρέως στην Κοινότητα στο πλαίσιο των συμφωνιών αναλήψεων υποχρεώσεων και ότι θα μπορούσε δυνητικά να υπάρχει μεγαλύτερος αριθμός και μεγαλύτερη ποικιλία προϊόντων. Κατά συνέπεια, η κατάσταση της αγοράς στην οποία βασίσθηκαν οι αναλήψεις υποχρεώσεων, όσον αφορά τα προϊόντα που πωλήθηκαν, δεν είναι πλέον αντιπροσωπευτική στην τρέχουσα επανεξέταση και, ως εκ τούτου, οι ΕΤΑ που προβλέπονται στις αναλήψεις υποχρεώσεων έχουν καταστεί ακατάλληλες.

(29)

Στο πλαίσιο αυτό, το γεγονός ότι ένας παραγωγός-εξαγωγέας δεν είχε εισαγάγει ακόμη νέους τύπους προϊόντος δεν αλλάζει τη διαπίστωση ότι οι αναλήψεις υποχρεώσεων για το υπό εξέταση προϊόν είναι ακατάλληλες και η παρακολούθησή τους ανέφικτη, όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 28.

(30)

Επιπροσθέτως, ορισμένοι παραγωγοί-εξαγωγείς έκαναν αναφορά στο άρθρο 15 της συμφωνίας για την εφαρμογή του άρθρου VI της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου (ΓΣΔΕ) του 1994, εφεξής «συμφωνία αντιντάμπινγκ του ΠΟΕ», και στην προβλεπόμενη υποχρέωση των αναπτυγμένων χωρών να βοηθούν τις αναπτυσσόμενες χώρες, και υποστήριξαν ότι θα πρέπει να δοθεί η δυνατότητα στους παραγωγούς-εξαγωγείς να προτείνουν νέες συμφωνίες αναλήψεων υποχρεώσεων. Θεωρήθηκε ότι η ανάκληση των αναλήψεων υποχρεώσεων πραγματοποιήθηκε για κερδοσκοπικούς και μη ουσιαστικούς λόγους που αλλοίωναν το πνεύμα του άρθρου 15 της συμφωνίας αντιντάμπινγκ του ΠΟΕ και ότι η ανάκληση των αναλήψεων υποχρεώσεων συνιστούσε παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας.

(31)

Το άρθρο 15 της συμφωνίας αντιντάμπινγκ του ΠΟΕ αναφέρεται στην ανάγκη εξεύρεσης εποικοδομητικών λύσεων πριν από την εφαρμογή των δασμών αντιντάμπινγκ. Οι υφιστάμενες αναλήψεις υποχρεώσεων έγιναν αποδεκτές υπό το πρίσμα της εξεύρεσης μιας εποικοδομητικής λύσης για την εξάλειψη του ζημιογόνου ντάμπινγκ. Ωστόσο, θα πρέπει να υπομνησθεί ότι το άρθρο 8 παράγραφος 3 της συμφωνίας αντιντάμπινγκ του ΠΟΕ ορίζει ότι οι προτεινόμενες αναλήψεις υποχρεώσεων είναι δυνατό να μη γίνονται δεκτές, αν οι αρχές εκτιμούν ότι η αποδοχή τους θα δημιουργούσε πρακτικές δυσκολίες, παραδείγματος χάριν αν ο αριθμός των πραγματικών ή δυνητικών εξαγωγέων είναι υπερβολικά μεγάλος ή για άλλους λόγους. Η έρευνα, όχι μόνο δεν κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι λόγοι για την ανάκληση των αναλήψεων υποχρεώσεων είναι κερδοσκοπικοί, αλλά απεκάλυψε ότι τα προϊόντα για τα οποία οι ινδοί παραγωγοί είχαν συμφωνήσει να καθορίσουν αναλήψεις υποχρεώσεων ως προς τις τιμές (υπό μορφή ΕΤΕ) διαφέρουν σημαντικά από τα προϊόντα τα οποία πωλούνται επί του παρόντος στην Κοινότητα. Κατά συνέπεια, η ανάκληση των αναλήψεων υποχρεώσεων δεν είναι δυσανάλογη, αλλά αποτελεί εμπεριστατωμένη απάντηση στις εξελίξεις στην αγορά που προήλθαν από τους ίδιους τους παραγωγούς-εξαγωγείς.

(32)

Τα συμπεράσματα της επανεξέτασης της μορφής των μέτρων αντιντάμπινγκ, σύμφωνα με τα οποία οι αναλήψεις υποχρεώσεων δεν ενδείκνυνται για την εξάλειψη των ζημιογόνων συνεπειών του ντάμπινγκ, δεδομένου ότι παρουσιάζουν σημαντικές δυσκολίες παρακολούθησης και εφαρμογής καθώς και απαράδεκτους κινδύνους, ισχύουν επίσης και στην περίπτωση των αντισταθμιστικών μέτρων. Διαπιστώθηκε επίσης ότι, λόγω της εταιρικής δομής της Polyplex Group, θα υπήρχαν δυσκολίες τόσο στην παρακολούθηση όσο και στην επιβολή της εφαρμογής των υποχρεώσεων. Για το λόγο αυτό, η αποδοχή της ανάληψης υποχρέωσης παρουσιάζει πρακτικές δυσκολίες κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 3 του κανονισμού κατά των επιδοτήσεων.

(33)

Με βάση τα ανωτέρω, συνήχθη το συμπέρασμα ότι η έρευνα επανεξέτασης όσον αφορά τη μορφή των μέτρων κατά των επιδοτήσεων, που περιοριζόταν στη δυνατότητα αποδοχής της ανάληψης υποχρέωσης που πρότεινε η Polyplex, θα πρέπει να περατωθεί και να μην γίνει αποδεκτή η εν λόγω ανάληψη υποχρέωσης, εφόσον δεν πληρούνται οι όροι που προβλέπονται στο άρθρο 13 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων όσον αφορά την αποδοχή ανάληψης υποχρέωσης.

(34)

Οι λόγοι για τους οποίους δεν ήταν δυνατόν να γίνει αποδεκτή η προταθείσα ανάληψη υποχρέωσης κοινολογήθηκαν στον ενδιαφερόμενο αιτούντα,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Το άρθρο 1 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1676/2001, όπως ίσχυε την ημέρα δημοσίευσης του παρόντος κανονισμού, διαγράφεται.

2.   Το άρθρο 1 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1676/2001, όπως ίσχυε την ημέρα δημοσίευσης του παρόντος κανονισμού, επαναριθμείται ως άρθρο 1 παράγραφος 3.

3.   Το άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1676/2001, όπως ίσχυε την ημέρα δημοσίευσης του παρόντος κανονισμού, διαγράφεται.

4.   Τα άρθρα 3 και 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1676/2001, όπως ίσχυαν την ημέρα δημοσίευσης του παρόντος κανονισμού, επαναριθμούνται ως άρθρα 2 και 3.

Άρθρο 2

Περατούται η μερική ενδιάμεση επανεξέταση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2597/1999 με τη μη αποδοχή της ανάληψης υποχρέωσης.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 27 Φεβρουαρίου 2006.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

U. PLASSNIK


(1)  ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2117/2005 (ΕΕ L 340 της 23.12.2005, σ. 17).

(2)  ΕΕ L 288 της 21.10.1997, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 461/2004 (ΕΕ L 77 της 13.3.2004, σ. 12).

(3)  ΕΕ L 316 της 10.12.1999, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1976/2004 (ΕΕ L 342 της 18.11.2004, σ. 8).

(4)  ΕΕ L 227 της 23.8.2001, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1975/2004 (ΕΕ L 342 της 18.11.2004, σ. 1).

(5)  ΕΕ L 227 της 23.8.2001, σ. 56.

(6)  ΕΕ C 1 της 4.1.2005, σ. 5.

(7)  Βλέπε σελίδα 6 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.

(8)  ΕΕ C 306 της 10.12.2004, σ. 2.

(9)  Βλέπε σελίδα 15 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.

(10)  ΕΕ C 154 της 28.6.2002, σ. 2.

(11)  ΕΕ C 281 της 22.11.2003, σ. 4.