13.12.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 353/54


ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 3ης Μαΐου 2006

σχετικά με διαδικασία δυνάμει του άρθρου 81 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του άρθρου 53 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ κατά των Akzo Nobel NV, Akzo Nobel Chemicals Holding AB, EKA Chemicals AB, Degussa AG, Edison SpA, FMC Corporation, FMC Foret SA, Kemira OYJ, L’Air Liquide SA, Chemoxal SA, Snia SpA, Caffaro Srl, Solvay SA/NV, Solvay Solexis SpA, Total SA, Elf Aquitaine SA και Arkema SA

(Υπόθεση COMP/F/C.38.620 – Υπεροξείδιο του υδρογόνου και υπερβορικό άλας)

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2006) 1766]

(Τα κείμενα στην αγγλική, γαλλική και την ιταλική γλώσσα είναι τα μόνα αυθεντικά)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2006/903/ΕΚ)

1.   ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΒΑΣΗΣ

1.1.   Παραλήπτες

(1)

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στις ακόλουθες επιχειρήσεις:

Akzo Nobel NV («Akzo»)

Akzo Nobel Chemicals Holding AB («ANCH»)

EKA Chemicals AB («EKA»)

Degussa AG («Degussa»)

Edison SpA («Edison»)

FMC Corporation («FMC»)

FMC Foret S.A. («Foret»)

Kemira OYJ («Kemira»)

L’Air Liquide SA («Air Liquide»)

Chemoxal SA («Chemoxal»)

Snia SpA («Snia»)

Caffaro Srl («Caffaro»)

Solvay SA/NV («Solvay»)

Solvay Solexis SpA («Solexis»)

Total SA («Total»)

Elf Aquitaine SA («Elf Aquitaine»)

Arkema SA («Atofina»).

(2)

Οι παραλήπτες της απόφασης συμμετείχαν σε ενιαία και διαρκή παράβαση του άρθρου 81 της συνθήκης ΕΚ και του άρθρου 53 της συμφωνίας ΕΟΧ όσον αφορά το Υπεροξείδιο του υδρογόνου («HP») και το παράγωγο προϊόν του υπερβορικό άλας («PBS»), που κάλυπτε ολόκληρο τον χώρο ΕΟΧ (στο εξής «η παράβαση»). Η περίοδος της παράβασης που λαμβάνεται υπόψη στην απόφαση είναι από 31 Ιανουαρίου 1994 έως 31 Δεκεμβρίου 2000. H παράβαση συνίσταται κυρίως στην ανταλλαγή μεταξύ των ανταγωνιστών σημαντικών πληροφοριών εμπορικού περιεχομένου και εμπιστευτικών πληροφοριών σχετικών με την αγορά ή/και τις επιχειρήσεις, περιορισμό ή/και έλεγχο της παραγωγής, καθώς και ενδεχόμενες και υφιστάμενες δυνατότητες, κατανομή των μεριδίων της αγοράς και των πελατών, και καθορισμό και έλεγχο των τιμών.

1.2.   Ο τομέας του υπεροξειδίου του υδρογόνου και του υπερβορικού άλατος.

(3)

Το HP είναι ισχυρός οξειδωτικός παράγοντας με αρκετές βιομηχανικές εφαρμογές. Πρόκειται για διαυγές, άχρωμο υγρό διαθέσιμο στο εμπόριο ως υδατικό διάλυμα σε συγκεντρώσεις που κυμαίνονται κυρίως από 30 έως 70 %. Ως τελικό προϊόν, το HP χρησιμοποιείται ως λευκαντικό στις βιομηχανίες χαρτοπολτού και τις χαρτοποιίες, για τη λεύκανση υφασμάτων, για απολύμανση και για άλλες περιβαλλοντικές εφαρμογές όπως η επεξεργασία λυμάτων. Το ΗΡ χρησιμοποιείται επίσης ως πρώτη ύλη για την παραγωγή άλλων παραγόντων προϊόντων του υπεροξειδίου του υδρογόνου, όπως άλατα υπεροξέων (που περιλαμβάνουν και το PBS) και υπεροξικό οξύ.

(4)

Το PBS, καθώς και το υπερανθρακικό νάτριο («PCS»), χρησιμοποιείται κυρίως ως δραστική ουσία στα συνθετικά απορρυπαντικά και τις σκόνες πλυσίματος. Και το PBS και το PCS έχουν εξεταστεί κατά την τρέχουσα διαδικασία, αλλά μετά από τις απαντήσεις στην κοινοποίηση των αιτιάσεων και την επιχειρηματολογία κατά την ακρόαση δεν κατέστη δυνατό να αποδειχτεί ότι η παραβατική συμπεριφορά επεκτείνεται και ως προς το PCS. Ως εκ τούτου, η απόφαση καλύπτει την παραβατική συμπεριφορά όσον αφορά το ΗΡ και το PBS, και όχι όσον αφορά το PCS, παρά την κοινοποίηση αιτιάσεων που αφορούσε και το PCS.

1.3.   Προμήθεια

(5)

HP: στον ΕΟΧ υπήρχαν έξι κύριοι προμηθευτές κατά την περίοδο της παράβασης: η δεσπόζουσα επιχείρηση ήταν η Solvay με μερίδιο αγοράς περίπου [20-30] %, ακολουθούμενη από την ΕKA. Οι άλλες επιχειρήσεις ήταν οι Atofina, Kemira, Degussa και Foret. Οι Air Liquide και Ausimont πουλούσαν HP έως τον Ιούνιο 1998 και τον Μάιο 2002 αντίστοιχα. Τέλος, υπήρχε και μικρός αριθμός μεταπωλητών που πραγματοποιούσαν εισαγωγές HP από την Ανατολική Ευρώπη και από χώρες εκτός Ευρώπης. Κατά τα τελευταία έτη δεν υπήρξαν άλλοι νεοεισερχόμενοι στην αγορά.

(6)

PBS: οι επιχειρήσεις με δράση στον ΕΟΧ καθ’όλη τη διάρκεια ή μέρος της περιόδου της παράβασης ήσαν οι Degussa, Foret, Solvay, Caffaro (η οποία όμως ανέστειλε την παραγωγή της το 1999), Atofina (η οποία έπαυσε την παραγωγή της το 1999), Air Liquide (σταμάτησε το 1994) και Ausimont.

1.4.   Η ζήτηση

(7)

Κατά την περίοδο της παράβασης, στον ΕΟΧ, οι κύριοι αγοραστές ΗΡ ήσαν σχετικά ολίγοι ως προς τον αριθμό (έξι έως οκτώ) και κυρίως από τον τομέα χαρτοπολτού και χάρτου, που διαπραγματεύτηκαν συμβάσεις στον χώρο του ΕΟΧ και σε τιμές ΕΟΧ.

(8)

Οι κύριοι πελάτες (σκανδιναβικές και γερμανικές βιομηχανίες χαρτοπολτού και χαρτοποιίες) διαπραγματεύτηκαν συμβάσεις σε ενιαία τιμή για τον εφοδιασμό τους σε πολλές μονάδες παραγωγής σε όλον τον ΕΟΧ. Έτσι τα μεταφορικά έξοδα βάραιναν τον προμηθευτή, ο οποίος για τον λόγο αυτό μπορεί να είχε συμφέρον να προμηθεύεται HP από πηγή ευρισκόμενη γεωγραφικά πλησίον των εγκαταστάσεων των πελατών τους.

(9)

Στον τομέα των αλάτων υπεροξέων κατά την περίοδο της παράβασης υπήρχε πολύ μικρός αριθμός μεγάλων πολυεθνικών εταιριών ως προς τη ζήτηση: το 75-80 % των αγορών στον ΕΟΧ αλάτων υπεροξέων συγκεντρωνόταν στα χέρια μικρού αριθμού πελατών. Όλοι τους προέβαιναν σε συγκεντρωμένες ενέργειες σε ευρωπαϊκό επίπεδο και διαπραγματεύονταν αγορές δύο φορές κατ’ έτος. Συνήθως αγόραζαν άλατα υπεροξέων από περισσότερους του ενός προμηθευτές προσπαθώντας να διατηρήσουν κάποιο βαθμό ανταγωνιστικής πίεσης.

1.5.   Γεωγραφικό εύρος

(10)

Η παράβαση κάλυπτε ολόκληρο τον χώρο ΕΟΧ, όπου υπήρχαν τα σχετικά με την εξέταση προϊόντα.

1.6.   Λειτουργία της σύμπραξης

(11)

Η περίοδος παράβασης που λαμβάνεται υπόψη στην απόφαση είναι από 31 Ιανουαρίου 1994 έως 31 Δεκεμβρίου 2000.

(12)

Οι αθέμιτες πρακτικές μπορούν να ταξινομηθούν στις εξής κατηγορίες: ανταλλαγή πληροφοριών σχετικών με την αγορά (συμπεριλαμβανομένων των τιμών και του όγκου των πωλήσεων), μερίδια αγοράς, περιορισμό/έλεγχο της παραγωγής και των πηγών προμήθειας, καθώς και καθορισμό της τιμής του ΗΡ και του PBS. Ο δόλος ως προς τα δύο προϊόντα θεωρείται ότι συνδέεται και αποτελεί τμήμα ενιαίου γενικού σχεδίου, και ως εκ τούτου συνιστά ενιαία παράβαση, έστω και αν η συμπεριφορά όσον αφορά το ΗΡ και το PBS ξεχωριστά θα ενέπιπτε επίσης στις απαγορεύσεις που προβλέπονται στο άρθρο 81 παρ. 1 της συνθήκης.

1.7.   Διαδικασία

(13)

Τον Δεκέμβριο 2002, η εταιρία Degussa πληροφόρησε την Επιτροπή σχετικά με την ύπαρξη σύμπραξης στον τομέα των ΗΡ και ΡΒS, και εξέφρασε την επιθυμία να συνεργαστεί με την Επιτροπή στο πλαίσιο στης ανακοίνωσης του 2002 σχετικά με την μη επιβολή και τη μείωση των προστίμων σε περιπτώσεις συμπράξεων («ανακοίνωση περί επιείκειας») (1). Η Degussa παρέσχε στην Επιτροπή αποδείξεις που κατέστησαν δυνατή τη διεξαγωγή ερευνών κατά τον Μάρτιο 2003 στις εγκαταστάσεις τριών επιχειρήσεων (η έρευνα σε άλλες εταιρίες διεξήχθη κατ’ αρχάς με αίτηση παροχής πληροφοριών).

(14)

Μετά τις έρευνες, πέντε ακόμα εταιρίες υπέβαλαν αίτηση για την μείωση των προστίμων. Σε τρεις εξ αυτών εγκρίθηκε μείωση των προστίμων, σύμφωνα με τα σημεία 23 και 26 της ανακοίνωσης περί επιείκειας, και συγκεκριμένα στις EKA, Atofina και Solvay. Οι αιτήσεις των Kemira και Solexis απορρίφθηκαν.

2.   ΠΡΟΣΤΙΜΑ

2.1.   Βασικό ποσό

(15)

Το βασικό ποσό του προστίμου καθορίζεται ανάλογα με τη σοβαρότητα και τη διάρκεια της παράβασης.

2.1.1.   Σοβαρότητα

(16)

Κατά την αξιολόγηση της σοβαρότητας της παράβασης, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τον χαρακτήρα της παράβασης, την ουσιαστική επίπτωση στην αγορά, όπου αυτή μπορεί να καταμετρηθεί, και το μέγεθος της σχετικής γεωγραφικής αγοράς.

(17)

Λαμβανομένου υπόψη του χαρακτήρα της διαπραχθείσας παράβασης, του γεγονότος ότι θα πρέπει να είχε επίπτωση καθώς και του γεγονότος ότι κάλυπτε ολόκληρο τον ΕΟΧ, όπου η αγορά HP και PBS στο σύνολό της είχε συνολική αξία περίπου 470 εκατ. ευρώ κατά το 1999, τελευταίο έτος της παράβασης, η Επιτροπή θεωρεί ότι οι επιχειρήσεις στις οποίες απευθύνεται η παρούσα απόφαση υπέπεσαν σε πολύ σοβαρή παράβαση του άρθρου 81 της συνθήκης και του άρθρου 53 της συμφωνίας ΕΟΧ.

2.1.2.   Διαφοροποιημένη αντιμετώπιση

(18)

Στο πλαίσιο της κατηγορίας των πολύ σοβαρών παραβάσεων, η κλίμακα των κυρώσεων παρέχει τη δυνατότητα να διαφοροποιηθεί η αντιμετώπιση των επιχειρήσεων προκειμένου να ληφθεί υπόψη η πραγματική οικονομική δυνατότητα των αυτουργών της παράβασης, αντίστοιχα, να προξενήσουν σημαντική ζημία στον ανταγωνισμό. Αυτό είναι σκόπιμο σε περιπτώσεις όπως η παρούσα, στις οποίες υπάρχει σημαντική διαφορά ως προς το αντίστοιχο μερίδιο αγοράς των επιχειρήσεων που ενέχονται στην παράβαση.

(19)

Κατά την εξέταση του κύκλου εργασιών των αντίστοιχων προϊόντων για κάθε επιχείρηση και τη σύγκρισή τους με το συνολικό κύκλο εργασιών για το HP και PBS προκειμένου να καθοριστεί το βάρος της κάθε μίας, η Επιτροπή έλαβε υπόψη το γεγονός ότι ορισμένες επιχειρήσεις είχαν δράση μόνο στην αγορά του ενός εκ των δύο προϊόντων που αφορά η παράβαση. Με τον τρόπο αυτό, η Επιτροπή έλαβε υπόψη τον πραγματικό αντίκτυπο της καταχρηστικής συμπεριφοράς κάθε επιχείρησης ως προς τον ανταγωνισμό. Λόγω των διαφόρων ποικιλιών υπό τις οποίες μπορεί να πωληθούν τα HP και PBS, οι πωλήσεις βάσει της συνολικής αξίας φαίνεται ότι αποτελούν πλέον αξιόπιστο δείκτη της ισχύος των επιχειρήσεων. Τα στοιχεία αυτά καταδεικνύουν ότι η Solvay ήταν ο μεγαλύτερος παράγοντας της αγοράς στον ΕΟΧ, με μερίδιο συνδυασμένων πωλήσεων περίπου [20-30] %. Ως εκ τούτου, τοποθετείται στην πρώτη κατηγορία. Η Degussa, με μερίδιο αγοράς [10-20] %, τοποθετείται στη δεύτερη κατηγορία. Οι Foret, EKA, Atofina, Kemira και Ausimont, με μερίδια [5-15] % αντίστοιχα, τοποθετούνται στην τρίτη κατηγορία. Τέλος, η Caffaro, με μερίδιο αγοράς για το PBS περίπου [5-10] % κατά το τελευταίο πλήρες έτος της, το 1998, και μερίδιο πωλήσεων όσον αφορά τη συνδυασμένη αγορά HP και PBS [1-5] %, τοποθετείται στην τέταρτη κατηγορία.

(20)

Στην περίπτωση της Caffaro, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη, παρά τους διάφορους δεσμούς που υπάρχουν μεταξύ των δύο προϊόντων, ότι δεν έχει αποδειχτεί ότι η Caffaro γνώριζε ή δεν μπορούσε αναγκαστικά να γνωρίζει το γενικό σχέδιο των αντιανταγωνιστικών ρυθμίσεων. Κατά συνέπεια, λόγω των περιστάσεων στην υπόθεση, εφαρμόζεται μείωση κατά 25 % επί του ποσού εκκίνησης για τον καθορισμό του προστίμου που έχει υπολογιστεί για την Caffaro.

2.1.3.   Ικανό αποτρεπτικό αποτέλεσμα

(21)

Στο πλαίσιο της κατηγορίας των πολύ σοβαρών παραβάσεων, η κλίμακα των κυρώσεων καθιστά επίσης δυνατό να οριστεί το ποσό του προστίμου σε επίπεδο που θα εξασφαλίζεται το ικανό αποτρεπτικό αποτέλεσμα, λαμβανομένου υπόψη του μεγέθους κάθε επιχείρησης. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή παρατηρεί ότι το 2005, το πλέον πρόσφατο οικονομικό έτος πριν από την παρούσα απόφαση, ο παγκοσμίως πραγματοποιηθείς κύκλος εργασιών για την Total ήταν 143 εκατ. ευρώ, για την Elf Aquitaine 120 εκατ. ευρώ, για την Akzo 13.000 εκατ. ευρώ, για την Degussa 11,750 εκατ. ευρώ, για τη Solvay 8,560 εκατ. ευρώ και για την Edison 6,650 εκατ. ευρώ. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή θεωρεί σκόπιμο να προβεί στην εφαρμογή συντελεστή 3 επί του προστίμου για την Total, που στηρίζεται στο μέγεθος των μητρικών εταιριών, Elf Aquitaine και Total, η κάθε μία των οποίων έχει κύκλο εργασιών πολύ μεγαλύτερο από 100 εκατ. ευρώ. Οι Akzo και Degussa, με κύκλο εργασιών περίπου 10 % του αντίστοιχου της Total, είναι επίσης πολύ μεγάλες επιχειρήσεις με κύκλο εργασιών σαφώς μεγαλύτερο από 10.000 εκατ. ευρώ. Κατά συνέπεια, θεωρείται σκόπιμο να εφαρμοστεί συντελεστής 1,75 επί του προστίμου για τις εν λόγω επιχειρήσεις. Δεδομένου ότι η Solvay είχε κύκλο εργασιών 8,560 εκατ. ευρώ, η Επιτροπή θεωρεί σκόπιμο να προβεί στην εφαρμογή συντελεστή 1,5 επί του προστίμου για την Solvay. Δεδομένου ότι η Edison είχε κύκλο εργασιών 6,650 εκατ. ευρώ, η Επιτροπή θεωρεί σκόπιμο να εφαρμοστεί συντελεστής 1,25 επί του προστίμου για την επιχείρηση αυτή . Δεδομένου ότι η Ausimont μεταφέρθηκε σε διαφορετική επιχείρηση, υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης, ο συντελεστής εφαρμόζεται επί του προστίμου που επιβλήθηκε μόνο στην Edison.

2.1.4.   Αύξηση λόγω διάρκειας

(22)

Οι Degussa, Solvay και Kemira συμμετείχαν στην παράβαση από 31 Ιανουαρίου 1994 έως 31 Δεκεμβρίου 2000, δηλ. για περίοδο 6 ετών και 11 μηνών. Οι επιχειρήσεις αυτές διέπραξαν παράβαση μακράς διαρκείας. Τα ποσά εκκίνησης για την επιβολή των προστίμων θα έπρεπε κατά συνέπεια να αυξηθούν κατά 10 % για κάθε πλήρες έτος παράβασης. Επί πλέον θα πρέπει να αυξηθούν κατά 5 % για κάθε εναπομένουσα περίοδο 6 μηνών ή περισσότερο αλλά μικρότερη του έτους. Αυτό οδηγεί σε ποσοστιαία αύξηση του ποσού εκκίνησης κατά 65 % για κάθε επιχείρηση. Η EKA συμμετείχε στην παράβαση από 31 Ιανουαρίου 1994 έως 31 Δεκεμβρίου 1999, δηλ. για περίοδο 5 ετών και 11 μηνών, ενώ οι Atofina και Ausimont συμμετείχαν στην παράβαση από 12 Μαΐου 1995 έως 31 Δεκεμβρίου 2000, δηλ. για περίοδο 5 ετών και 7 μηνών. Αυτό οδηγεί σε ποσοστιαία αύξηση του ποσού εκκίνησης κατά 55 % για κάθε επιχείρηση (2). Η Foret συμμετείχε στην παράβαση από 29 Μαΐου 1997 έως 13 Δεκεμβρίου 1999, δηλ. για περίοδο 25 ετών και 7 μηνών. Αυτό οδηγεί σε ποσοστιαία αύξηση του ποσού εκκίνησης κατά 25 %. Η Caffaro συμμετείχε στην παράβαση από 29 Μαΐου 1997 έως 31 Δεκεμβρίου 1998, δηλ. για περίοδο 1 έτους και 7 μηνών. Αυτό οδηγεί σε ποσοστιαία αύξηση του ποσού εκκίνησης κατά 15 % για κάθε επιχείρηση.

2.2.   Επιβαρυντικές περιστάσεις

(23)

Κατά τον χρόνο που διεπράχθη η παράβαση, οι Atofina, Degussa, Edison και Solvay είχαν ήδη αποτελέσει αποδέκτες προηγούμενων απαγορευτικών αποφάσεων της Επιτροπής για δραστηριότητες σχετικές με συμπράξεις (3). Το γεγονός ότι οι επιχειρήσεις επανέλαβαν τον ίδιο τύπο συμπεριφοράς είτε στον ίδιο τομέα είτε σε διαφορετικό από εκείνον για τον οποίο τους είχαν προηγουμένως επιβληθεί κυρώσεις καταδεικνύει ότι οι πρώτες κυρώσεις δεν παρότρυναν τις εν λόγω επιχειρήσεις να μεταβάλλουν τη συμπεριφορά τους. Για την Επιτροπή αυτό συνιστά επιβαρυντική περίσταση. Η επιβαρυντική περίσταση δικαιολογεί αύξηση κατά 50 % του βασικού ποσού του προστίμου που θα πρέπει να επιβληθεί στις προαναφερόμενες επιχειρήσεις (4).

2.3.   Ελαφρυντικές περιστάσεις

(24)

Στην περίπτωση της Caffaro, είναι σκόπιμο να μειωθεί κατά 50 % το πρόστιμο, λόγω του παθητικού και μικρού ρόλου στην παράβαση, σε σύγκριση με τους άλλους συμμετέχοντες στη σύμπραξη.

2.4.   Εφαρμογή του ορίου 10 % του κύκλου εργασιών

(25)

Το άρθρο 23 παρ. 2 του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 προβλέπει ότι το πρόστιμο που επιβάλλεται σε κάθε επιχείρηση δεν πρέπει να υπερβαίνει το 10 % του κύκλου εργασιών. Όσον αφορά το ανώτατο όριο του 10 %, αν «την “επιχείρηση” αποτελούν περισσότεροι του ενός παραλήπτες, δηλ. η οικονομική οντότητα που είναι υπεύθυνη για την παράβαση για την οποία επιβάλλεται η κύρωση, […] κατά τον χρόνο έκδοσης της απόφασης, […] το ανώτατο όριο υπολογίζεται με βάση τον γενικό κύκλο εργασιών της επιχείρησης, δηλαδή συνυπολογιζόμενων των μερών που την αποτελούν. Αντίθετα, αν η εν λόγω οικονομική οντότητα διαλυθεί στη συνέχεια, κάθε παραλήπτης της απόφασης δικαιούται να τύχει του εν λόγω ανώτατου ορίου που εφαρμόζεται μεμονωμένα σε αυτόν»  (5).

(26)

Ο παγκοσμίως πραγματοποιηθείς ετήσιος κύκλος εργασιών της Solexis για το 2005 ήταν  256 190 307 εκατ. ευρώ. Συνεπώς, το πρόστιμο που επιβάλλεται στη Solexis δεν πρέπει να υπερβεί τα 25,619 εκατ. ευρώ.

2.5.   Εφαρμογή της ανακοίνωσης του 2002 περί επιείκειας

(27)

Οι Degussa, EKA, Atofina, Solvay, Solexis και Kemira υπέβαλαν αιτήσεις στο πλαίσιο της ανακοίνωσης περί επιείκειας. Συνεργάστηκαν με την Επιτροπή σε διάφορες φάσεις της έρευνας με σκοπό να τύχουν της ευνοϊκής μεταχείρισης που προβλέπεται στην ανακοίνωση περί επιείκειας.

2.5.1.   Σημείο 8 (α)Απαλλαγή από επιβολή προστίμου

(28)

Η Degussa ήταν ο πρώτος ευρωπαίος παραγωγός HP και αλάτων υπεροξέων που ενημέρωσε την Επιτροπή σχετικά με την ύπαρξη σύμπραξης στην αγορά HP καθώς και στην αγορά PBS που συνδέεται με ΗΡ. Η Degussa έχει συνεργαστεί πλήρως, επί συνεχούς βάσεως και ταχέως καθ’ όλη τη διοικητική διαδικασία της Επιτροπής και παρέσχε στην Επιτροπή όλα τα αποδεικτικά στοιχεία που είχε στη διάθεσή της σχετικά με την εικαζόμενη παράβαση, δίδοντας λεπτομέρειες των συσκέψεων μεταξύ των ανταγωνιστών σχετικά και με τα δύο προϊόντα, και δίνοντας τη δυνατότητα στην Επιτροπή να προβεί σε απόδειξη της ύπαρξης σύμπραξης και για τα δύο προϊόντα. Η Degussa έθεσε τέλος στην ανάμιξή της στην εικαζόμενη παράβαση αμέσως μόλις υπέβαλε τα αποδεικτικά στοιχεία βάσει του σημείου 8 παρ. α της ανακοίνωσης περί επιείκειας, και δεν έλαβε μέτρα για να ωθήσει άλλες επιχειρήσεις σε συμμετοχή τους στην παράβαση. Ως εκ τούτου, η Degussa πληροί όλες τις προϋποθέσεις για να τύχει πλήρους απαλλαγής από την επιβολή των προστίμων που θα της είχαν άλλως επιβληθεί.

2.5.2.   Σημείο 23 παρ. β) πρώτη περίπτωση (μείωση κατά 30-50 %)

(29)

H EKA ήταν η δεύτερη επιχείρηση που ήρθε σε επαφή με την Επιτροπή στο πλαίσιο της ανακοίνωσης περί επιείκειας, και συγκεκριμένα στις 29 Μαρτίου 2003, και η πρώτη επιχείρηση που εκπλήρωσε τους όρους που προβλέπονται στο σημείο 21 της ανακοίνωσης, δεδομένου ότι παρέσχε στην Επιτροπή αποδείξεις που συνιστούν σημαντική προστιθέμενη αξία σε σχέση με τις αποδείξεις που είχε ήδη στην κατοχή της η Επιτροπή κατά τον χρόνο της υποβολής τους.

(30)

Η EKA έθεσε τέλος στην ανάμιξή της στην παράβαση αμέσως μόλις υπέβαλε τις αποδείξεις και παραμένει πάντοτε μη αναμειγμένη. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θα εφαρμόσει μείωση των προστίμων εντός των ορίων 30-50 %. Η Επιτροπή χορήγησε στην EKA μείωση προστίμου κατά 40 %.

(31)

Τα αποδεικτικά στοιχεία της EKA έδωσαν τη δυνατότητα στην Επιτροπή να προβεί σε απόδειξη της ύπαρξης της σύμπραξης ήδη από 31ης Ιανουαρίου 1994. Οι αποδείξεις της ΕΚΑ για την περίοδο της παράβασης μετά τις 14 Οκτωβρίου 1997 αφορούσαν πραγματικά περιστατικά τα οποία αγνοούσε προηγουμένως η Επιτροπή και τα οποία είχαν άμεση σχέση με τη διάρκεια της πιθανολογούμενης σύμπραξης. Σύμφωνα με το σημείο 23 της ανακοίνωσης περί επιείκειας η Επιτροπή δεν θα λάβει υπόψη αυτά τα στοιχεία κατά τον καθορισμό του ύψους του προστίμου που θα πρέπει να επιβληθεί στην EKA

2.5.3.   Σημείο 23 παρ. β) δεύτερη περίπτωση (μείωση κατά 20-30 %)

(32)

Η Atofina, (σήμερα Arkema), ήταν η δεύτερη επιχείρηση που εκπλήρωσε τους όρους που προβλέπονται στο σημείο 21 της ανακοίνωσης περί επιείκειας, δεδομένου ότι παρέσχε στην Επιτροπή αποδείξεις που συνιστούν σημαντική προστιθέμενη αξία σε σχέση με τις αποδείξεις που είχε ήδη στην κατοχή της η Επιτροπή κατά τον χρόνο της υποβολής τους, και, εξ όσων γνωρίζει η Επιτροπή, η Atofina έθεσε τέλος στην ανάμιξή της στην παράβαση αμέσως μόλις υπέβαλε τις αποδείξεις. Ως εκ τούτου, πληροί τους όρους του σημείου 23 παρ. β) δεύτερη περίπτωση της ανακοίνωσης περί επιείκειας για μείωση κατά 20 %-30 % του προστίμου. Προκειμένου να προσδιορίσει το επίπεδο της μείωσης του προστίμου εντός των ορίων 20-30 %,, η Επιτροπή έλαβε υπόψη της τη χρονική στιγμή κατά την οποία υποβλήθηκαν τα αποδεικτικά στοιχεία που συνιστούν τη σημαντική προστιθέμενη αξία και το βαθμό της «προστιθέμενης αξίας» που αυτά τα στοιχεία αντιπροσωπεύουν. Η Επιτροπή χορήγησε στην Atofina μείωση κατά 30 % του προστίμου που θα της είχε άλλως επιβληθεί.

2.5.4.   Σημείο 23 παρ. β) τρίτη περίπτωση (μείωση έως 20 %))

(33)

Η Solvay ήταν η τρίτη επιχείρηση που εκπλήρωσε τους όρους που προβλέπονται στο σημείο 21 της ανακοίνωσης περί επιείκειας. Στις 4 Απριλίου 2003, επίσης λίγο μετά από την έρευνα που διεξήχθη στις εγκαταστάσεις της σύμφωνα με το άρθρο 14 του κανονισμού 17, και συγκεκριμένα στις 25 Μαρτίου 2003, η Solvay υπέβαλε αίτηση δυνάμει της ανακοίνωσης περί επιείκειας. Η υποβολή στις 4 Απριλίου 2003 εκπλήρωσε τους όρους που προβλέπονται στο σημείο 21 της ανακοίνωσης περί επιείκειας, δεδομένου ότι η Solvay παρέσχε στην Επιτροπή αποδείξεις που συνιστούν σημαντική προστιθέμενη αξία σε σχέση με τις αποδείξεις που είχε ήδη στην κατοχή της η Επιτροπή. Εξ όσων γνωρίζει η Επιτροπή, η Solvay έθεσε τέλος στην ανάμιξή της στην παράβαση αμέσως μόλις υπέβαλε τις αποδείξεις.

(34)

Η Solvay ισχυρίζεται ότι ήλθε σε τηλεφωνική επαφή με την Επιτροπή το πρωί της 3ης Απριλίου 2003, για να την πληροφορήσει ότι επιθυμούσε να υποβάλει αίτηση βάσει της ανακοίνωσης περί επιείκειας. Η αίτηση της Atofina, που υπεβλήθη στις 3 Απριλίου 2003 στις 15:50, περιελάμβανε 13 έγγραφα, τα οποία, κατά την Solvay, ήσαν δυσανάγνωστα ή/και ακατάληπτα χωρίς αντίγραφα ή άλλης μορφής εξηγήσεις, έτσι ώστε η Επιτροπή να μην είναι σε θέση να κάνει χρήση ουδενός αυτών των εγγράφων μέχρις ότου παρασχέθηκαν, στις 26 Μαΐου, πλήρεις εξηγήσεις, οπωσδήποτε μετά την υποβολή από τη Solvay της αίτησης για επιείκεια.

(35)

Η Solvay ισχυρίζεται ότι αποφασιστικός παράγοντας για τον καθορισμό κατά πόσο η αίτηση για επιείκεια υπάγεται στις προϋποθέσεις για μείωση με βάση την ανακοίνωση περί επιείκειας είναι η αντικειμενική ποιότητα των πληροφοριών που παρέχονται από άποψη χρησιμότητας στην Επιτροπή. Η Solvay ισχυρίζεται ότι η αίτησή της για επιείκεια έγινε νομότυπα το πρωί της 3ης Απριλίου 2003 και ότι συνιστά σημαντική προστιθέμενη αξία σχετική και με τα δύο προϊόντα HP και PBS. Ως εκ τούτου, πληροί τους όρους για την ανώτατη μείωση (κατά 50 %) κάθε επιβαλλόμενου προστίμου σχετικού με τα δύο αυτά προϊόντα.

(36)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι αποδείξεις που υποβλήθηκαν από την EKA και την Atofina αντιπροσωπεύουν σημαντική προστιθέμενη αξία σύμφωνα με το σημείο 21 της ανακοίνωσης περί επιείκειας πριν από την πρώτη υποβολή στοιχείων εκ μέρους της Solvay, πού έγινε μόλις στις 4 Απριλίου 2003. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή απορρίπτει την επιχειρηματολογία της Solvay.

(37)

Στη Solvay χορηγήθηκε μείωση κατά 10 % του προστίμου που θα της είχε άλλως επιβληθεί.

2.5.5.   Άλλες εφαρμογές σύμφωνα με την ανακοίνωση περί επιείκειας

(38)

Οι εταιρίες Solvay Solexis και Kemira υπέβαλαν επίσης αιτήσεις σύμφωνα με το τμήμα Β της ανακοίνωσης περί επιείκειας, αλλά δεν τους χορηγήθηκε μείωση λόγω έλλειψης σημαντικής προστιθέμενης αξίας στις αιτήσεις τους.

3.   ΑΠΟΦΑΣΗ

(39)

Οι ακόλουθες επιχειρήσεις παρέβησαν τις διατάξεις του άρθρου 81 παρ. 1 της συνθήκης και του άρθρου 53 της συμφωνίας ΕΟΧ με τη συμμετοχή τους, κατά τις αναφερόμενες χρονικές περιόδους, σε ενιαία και διαρκή παράβαση όσον αφορά το υπεροξείδιο του υδρογόνου και το υπερβορικό άλας, η οποία κάλυπτε ολόκληρο τον χώρο ΕΟΧ και συνίσταται κυρίως στην ανταλλαγή μεταξύ των ανταγωνιστών πληροφοριών σχετικών με τις τιμές και τον όγκο των πωλήσεων, σε συμφωνίες για τις τιμές, συμφωνίες για τη μείωση της παραγωγικής ικανότητας στον ΕΟΧ παρακολούθηση των αντιανταγωνιστικών ρυθμίσεων:

(a)

Akzo Nobel NV, από 25 Φεβρουαρίου 1994 έως 31 Δεκεμβρίου 1999,

(b)

Akzo Nobel Chemicals Holding AB, από 31 Ιανουαρίου 1994 έως 31 Δεκεμβρίου 1999,

(c)

EKA Chemicals AB, από 31 Ιανουαρίου 1994 έως 31 Δεκεμβρίου 1999,

(d)

Degussa AG, από 31 Ιανουαρίου 1994 έως 31 Δεκεμβρίου 2000,

(e)

Edison SpA, από 12 Μαΐου 199531 Δεκεμβρίου 2000,

(f)

FMC Corporation, από 29 Μαΐου 1997 έως 13 Δεκεμβρίου 1999,

(g)

FMC Foret S.A., από 29 Μαΐου 1997 έως 13 Δεκεμβρίου 1999,

(h)

Kemira OYJ, από 31 Ιανουαρίου 1994 έως 31 Δεκεμβρίου 2000;

(i)

L’Air Liquide SA, από 12 Μαΐου 1995 έως 31 Δεκεμβρίου 1997,

(j)

Chemoxal SA, από 12 Μαΐου 1995 έως 31 Δεκεμβρίου 1997,

(k)

Snia SpA, από 29 Μαΐου 1997 έως 31 Δεκεμβρίου 1998,

(l)

Caffaro Srl, από 29 Μαΐου 1997 έως 31 Δεκεμβρίου 1998,

(m)

Solvay SA/NV, από 31 Ιανουαρίου 1994 έως 31 Δεκεμβρίου 2000,

(n)

Solvay Solexis SpA, από 12 Μαΐου 1995 έως 31 Δεκεμβρίου 2000,

(o)

Total SA, από 30 Απριλίου 2000 έως 31 Δεκεμβρίου 2000,

(p)

Elf Aquitaine SA, από 12 Μαΐου 1995 έως 31 Δεκεμβρίου 2000,

(q)

Arkema SA, από 12 Μαΐου 1995 έως 31 Δεκεμβρίου 2000.

(40)

Για τις παραβάσεις που αναφέρονται στην ανωτέρω αιτιολογική σκέψη, επιβάλλονται ακόλουθα πρόστιμα:

(a)

Akzo Nobel NV, Akzo Nobel Chemicals Holding AB και EKA Chemicals AB, από κοινού και εις ολόκληρον υπεύθυνες: 25,2 εκατ. Ευρώ,

(b)

Degussa AG: 0 ευρώ,

(c)

Edison SpA: 58,125 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων 25,619 εκατ. ευρώ από κοινού και εις ολόκληρον υπεύθυνη με τη Solvay Solexis SpA,

(d)

FMC Corporation και FMC Foret S.A., από κοινού και εις ολόκληρον υπεύθυνη: 25 εκατ. ευρώ,

(e)

Kemira OYJ: 33 εκατ. ευρώ,

(f)

L’Air Liquide SA και Chemoxal SA: 0 ευρώ,

(g)

Snia SpA και Caffaro Srl, από κοινού και εις ολόκληρον υπεύθυνη: 1,078 εκατ. ευρώ,

(h)

Solvay SA/NV: 167,062 εκατ. ευρώ,

(i)

Arkema SA: 78,663 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων 42 εκατ. ευρώ από κοινού και εις ολόκληρον υπεύθυνη με την Total SA και 65,1 εκατ. ευρώ από κοινού και εις ολόκληρον υπεύθυνη με την Elf Aquitaine SA.

(41)

Στις επιχειρήσεις που αναφέρονται ανωτέρω δόθηκε εντολή να παύσουν αμέσως την παράβαση που αναφέρεται στο άρθρο εκείνο, εφόσον δεν το έχουν ήδη πράξει και να αποφύγουν την επανάληψη οποιασδήποτε πράξης ή συμπεριφοράς όπως περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 2, καθώς και οποιασδήποτε πράξης ή συμπεριφοράς που έχει τον ίδιο ή παρεμφερή στόχο ή αποτέλεσμα.


(1)   ΕΕ αριθ. C 45 της 19.2.2002, σ. 3.

(2)  Οι αποδείξεις της EKA κατέστησαν δυνατό για την Επιτροπή να ανιχνεύσει τη σύμπραξη ήδη από τις 31 Ιανουαρίου 1994, και συνεπώς, σύμφωνα με το σημείο 23 της ανακοίνωσης περί επιείκειας, τα στοιχεία αυτά δεν θα ληφθούν υπόψη κατά τον καθορισμό του ύψους του προστίμου. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα αύξηση κατά 20 % αντί για 55 % λόγω διάρκειας για την εν λόγω επιχείρηση.

(3)  Οι αποφάσεις αυτές περιλαμβάνουν: Όσον αφορά την Degussa: Απόφαση της Επιτροπής της 23ης Νοεμβρίου 1984 σχετικά με διαδικασία κατ'εφαρμογή του άρθρου 85 της συνθήκης ΕΟΚ (IV/30.907 — Υπεροξυγονούχα προϊόντα, ΕΕ L 35 της 7.2.1985, σ. 1), Απόφαση της Επιτροπής της 23ης Απριλίου 1986 σχετικά με διαδικασία εφαρμογής του άρθρου 85 της συνθήκης ΕΟΚ (IV/31.149 — Πολυπροπυλένιο, ΕΕ L 230 της 18.8.1986, σ. 1). Όσον αφορά την Edison: Απόφαση της Επιτροπής της 27ης Ιουλίου 1994 σχετικά με διαδικασία εφαρμογής του άρθρου 85 της συνθήκης ΕΚ Υπόθεση (IV/31.865, PVC II, ΕΕ L 239 της 14.9.1994, σ. 14). Όσον αφορά την Solvay: Προαναφερόμενη απόφαση της Επιτροπής της 23ης Νοεμβρίου 1984 (Υπεροξυγονούχα προϊόντα), Προαναφερόμενη απόφαση της Επιτροπής της 23ης Απριλίου 1986 (Πολυπροπυλένιο), Προαναφερόμενη απόφαση της Επιτροπής της 27ης Ιουλίου 1994 (PVC II). Όσον αφορά την Atofina/Arkema: Προαναφερόμενη απόφαση της Επιτροπής της 23ης Νοεμβρίου 1984 (Υπεροξυγονούχα προϊόντα), Προαναφερόμενη απόφαση της Επιτροπής της 27ης Ιουλίου 1994 (PVC II).

(4)  Η αύξηση λόγω υποτροπής εφαρμόζεται μόνο στη Atofina και όχι στις μητρικές εταιρείες, Elf Aquitaine και Total, δεδομένου ότι οι δεύτερεςδεν είχαν τον έλεγχο της Atofina κατά τον χρόνο της προηγούμενης παράβασης. Ο συντελεστής που εφαρμόζεται στην Total, δηλ. 3, δεν περιλαμβάνεται στον υπολογισμό. Αντίθετα, για τον υπολογισμό της υποτροπής, χρησιμοποιείται συντελεστής 1,25, που θα είχε εφαρμοστεί αν η Atofina ήταν ο μοναδικός παραλήπτης της απόφασης (λόγω του παγκοσμίως πραγματοποιηθέντος κύκλου εργασιών των 5,7 δις ευρώ κατά το 2005). Στην Atofina μόνο επιβάλλεται συνεπώς ξεχωριστό πρόστιμο αυτού του ύψους.

(5)  Βλ. απόφαση του Πρωτοδικείου της 15ης Ιουνίου 2005 στις κοινές υποθέσεις T-71/03, T-74/03, T-87/03 and T-91/03 Tokai Carbon Co. Ltd. και άλλοι κατά της Επιτροπής, η οποία δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί (βλ. ΕΕ αριθ. C 205 της 20.8.2005, σ. 18), παράγραφος 390.