15.12.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 328/8


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 2035/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 12ης Δεκεμβρίου 2005

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1681/94 για τις παρατυπίες και την ανάκτηση των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών στα πλαίσια της χρηματοδότησης των διαρθρωτικών πολιτικών, καθώς και την οργάνωση ενός συστήματος πληροφόρησης στον τομέα αυτό

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1260/1999 του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 1999, περί γενικών διατάξεων για τα διαρθρωτικά ταμεία (1), και ιδίως το άρθρο 53 παράγραφος 2,

Κατόπιν διαβουλεύσεων με την επιτροπή που προβλέπεται στο άρθρο 147 της συνθήκης, την επιτροπή διαχείρισης των γεωργικών διαρθρώσεων και αγροτικής ανάπτυξης και την επιτροπή διαρθρώσεων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Δυνάμει του άρθρου 54 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/1999, καταργείται ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 4253/88 του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1988, για τις διατάξεις εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2052/88 όσον αφορά τον συντονισμό των παρεμβάσεων των διαφόρων διαρθρωτικών ταμείων μεταξύ τους καθώς και με τις παρεμβάσεις της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και των λοιπών υφιστάμενων χρηματοδοτικών οργάνων (2).

(2)

Το άρθρο 54 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/1999 προβλέπει ότι οι παραπομπές στον καταργούμενο κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 4253/88 νοούνται ως παραπομπές στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1260/1999. Λόγω του γεγονότος αυτού, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1681/94 της Επιτροπής (3) εφαρμόζεται στις παρεμβάσεις που εγκρίνονται βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/1999.

(3)

Πρέπει να προσαρμοσθεί ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1681/94, ώστε να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα του συστήματος κοινοποίησης των παρατυπιών.

(4)

Για λόγους ασφάλειας του δικαίου, πρέπει να προβλεφθεί ρητά ότι οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1681/94 πρέπει επίσης να εφαρμόζονται σε όλες τις μορφές χρηματοδοτικής παρέμβασης που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1260/1999, όπως περιγράφονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1783/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 1999, σχετικά με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (4), στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1784/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 1999, σχετικά με το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (5), στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1263/1999 του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 1999, για το χρηματοδοτικό μέσο προσανατολισμού της αλιείας (6), και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1257/1999 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ), τμήμα «Εγγυήσεων» και για την τροποποίηση και κατάργηση ορισμένων κανονισμών (7).

(5)

Είναι απαραίτητο να διευκρινιστεί σε ποιο βαθμό ένα κράτος μέλος που συμμετέχει στη διασυνοριακή, διακρατική και διαπεριφερειακή συνεργασία που προβλέπεται στο άρθρο 20 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/1999, αποκαλούμενη «προγράμματα Interreg», καθώς και οποιοδήποτε άλλο πρόγραμμα διακρατικού χαρακτήρα, οφείλει να γνωστοποιεί τις παρατυπίες.

(6)

Πρέπει να διευκρινισθεί ότι ο ορισμός της παρατυπίας για τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1681/94 προκύπτει βάσει του άρθρου 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2988/95 του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 1995, σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (8).

(7)

Είναι απαραίτητο να διευκρινιστεί η έννοια της «υπόνοιας απάτης», λαμβάνοντας υπόψη τον ορισμό της απάτης που περιέχεται στη σύμβαση της 26ης Ιουλίου 1995 σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (9).

(8)

Πρέπει να διευκρινιστεί ότι ο ορισμός της «πρώτης διοικητικής ή δικαστικής πράξης διαπίστωσης» είναι ο προβλεπόμενος στο άρθρο 35 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 του Συμβουλίου, για τη χρηματοδότηση της κοινής γεωργικής πολιτικής (10).

(9)

Επίσης, είναι απαραίτητο να ορισθεί η έννοια της «πτώχευσης» καθώς και η έννοια του «οικονομικού φορέα».

(10)

Για να ενισχυθεί η προστιθέμενη αξία του συστήματος επικοινωνιών, πρέπει να διευκρινιστεί η υποχρέωση κοινοποίησης των περιπτώσεων υπόνοιας απάτης με στόχο την ανάλυση κινδύνου και, στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να διασφαλιστεί η ποιότητα των πληροφοριών που διαβιβάζονται.

(11)

Πρέπει να διευκρινιστεί ότι ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1681/94 συνεχίζει να εφαρμόζεται στις ήδη γνωστοποιηθείσες περιπτώσεις για παρατυπίες που αφορούν ποσά κάτω των 10 000 ευρώ.

(12)

Είναι απαραίτητο να διασαφηνιστεί το ζήτημα της ανάληψης της κάλυψης των μη ανακτηθέντων ποσών όσον αφορά τις μορφές παρέμβασης που διέπονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1260/1999 και να διευκρινιστούν οι πληροφορίες που κρίνονται απαραίτητες, ώστε να καταστεί δυνατή η εξέταση των εν λόγω περιπτώσεων.

(13)

Για να ελαφρυνθεί ο φόρτος εργασίας των κρατών μελών που απορρέει από τις κοινοποιήσεις και με στόχο την αποτελεσματικότητα, πρέπει να αυξηθεί το ελάχιστο όριο άνω του οποίου πρέπει να κοινοποιούνται οι περιπτώσεις παρατυπίας από τα κράτη μέλη καθώς και να διευκρινιστούν οι εξαιρέσεις όσον αφορά την υποχρέωση κοινοποίησης.

(14)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1681/94 πρέπει να εφαρμοσθεί με την επιφύλαξη των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 438/2001 της Επιτροπής, της 2ας Μαρτίου 2001, για θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/1999 του Συμβουλίου όσον αφορά τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου των παρεμβάσεων των διαρθρωτικών Ταμείων (11).

(15)

Πρέπει να ληφθούν υπόψη οι υποχρεώσεις που απορρέουν από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (12), καθώς και από την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (13).

(16)

Πρέπει να καθοριστεί η συναλλαγματική ισοτιμία για τα κράτη μέλη που δεν συμμετέχουν στη ζώνη ευρώ.

(17)

Πρέπει συνεπώς να τροποποιηθεί αναλόγως ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1681/94.

(18)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1681/94 είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής ανάπτυξης και ανασυγκρότησης των περιφερειών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1681/94 τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 1

1.   Με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων που απορρέουν άμεσα από την εφαρμογή του άρθρου 23 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 4253/88 και του άρθρου 38 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/1999, ο παρών κανονισμός αφορά όλες τις μορφές χρηματοδοτικής παρέμβασης που προβλέπονται στους κανονισμούς (ΕΟΚ) αριθ. 4254/88, (ΕΟΚ) αριθ. 4255/88, (ΕΟΚ) αριθ. 4256/88, (ΕΟΚ) αριθ. 2080/93, καθώς και στους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 1783/1999, (ΕΚ) αριθ. 1784/1999 και (ΕΚ) αριθ. 1263/1999. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται επίσης στις παρεμβάσεις που χρηματοδοτούνται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 35 παράγραφος 2 πρώτη περίπτωση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1257/1999 (τμήμα Προσανατολισμού).

2.   Η κοινοποίηση των παρατυπιών που συνδέονται με τα προγράμματα INTERREG που προβλέπονται στο άρθρο 20 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/1999, καθώς και οποιοδήποτε άλλο πρόγραμμα διακρατικού χαρακτήρα γίνεται από το κράτος μέλος στο οποίο πραγματοποιήθηκαν οι δαπάνες. Το κράτος μέλος ενημερώνει συγχρόνως την αρχή διαχείρισης και την αρχή πληρωμών του προγράμματος καθώς και το πρόσωπο ή την υπηρεσία που ορίζεται για την έκδοση δηλώσεων κατά την περάτωση της παρέμβασης σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 438/2001.».

2)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 1α:

«Άρθρο 1α

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοούνται ως:

1)

“παρατυπία”: κάθε παράβαση διάταξης του κοινοτικού δικαίου η οποία προκύπτει από πράξη ή παράλειψη οικονομικού φορέα και η οποία ζημιώνει ή ενδέχεται να ζημιώσει τον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, με τον καταλογισμό στον κοινοτικό προϋπολογισμό αδικαιολόγητης δαπάνης·

2)

“οικονομικός φορέας”: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, καθώς και κάθε οντότητα που συμμετέχει στην υλοποίηση παρέμβασης των ταμείων, με εξαίρεση τα κράτη μέλη κατά την άσκηση δημοσίας εξουσίας·

3)

“πρώτη διοικητική ή δικαστική πράξη διαπίστωσης”: η πρώτη έγγραφη εκτίμηση εκ μέρους αρμόδιας αρχής, ανεξαρτήτως του εάν αυτή είναι διοικητική ή δικαστική, η οποία καταλήγει στο συμπέρασμα, με βάση πραγματικά περιστατικά, ότι έχει διαπραχθεί παρατυπία, με την επιφύλαξη του ενδεχομένου να οδηγήσει η εξέλιξη της διοικητικής ή δικαστικής διαδικασίας σε αναθεώρηση ή αναίρεση αυτού του συμπεράσματος μεταγενέστερα·

4)

“υπόνοια απάτης”: παρατυπία που οδηγεί στην κίνηση διοικητικής ή/και δικαστικής διαδικασίας σε εθνικό επίπεδο, ώστε να καθοριστεί η ύπαρξη εκ προθέσεως πράξης και ιδίως απάτης όπως ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο α) της σύμβασης σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων·

5)

“πτώχευση”: διαδικασίες αφερεγγυότητας κατά την έννοια του άρθρου 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1346/2000 του Συμβουλίου (14).

3)

Το άρθρο 2 καταργείται.

4)

Το άρθρο 3 παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Εντός δύο μηνών μετά τη λήξη κάθε τριμήνου, τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή κατάσταση που περιλαμβάνει τις περιπτώσεις παρατυπιών οι οποίες απετέλεσαν αντικείμενο μίας πρώτης διοικητικής ή/και δικαστικής διαπίστωσης. Για το σκοπό αυτό παρέχουν, σε κάθε περίπτωση, διευκρινίσεις ως προς:

α)

το (τα) διαρθρωτικό(-α) ταμείο(-α) ή το χρηματοδοτικό μέσο, το στόχο, τον προσδιορισμό της μορφής παρέμβασης και της σχετικής ενέργειας και τον αριθμό ARINCO ή τον κωδικό CCI (Ενιαίος Κωδικός Αναγνώρισης)·

β)

τη διάταξη που παραβιάστηκε·

γ)

την ημερομηνία και την πηγή της πρώτης πληροφορίας που δημιούργησε την υπόνοια παρατυπίας·

δ)

τις μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν για τη διάπραξη της παρατυπίας·

ε)

ενδεχομένως, εάν οι μέθοδοι αυτές εγείρουν υπόνοια απάτης·

στ)

τον τρόπο με τον οποίο αποκαλύφθηκε η παρατυπία·

(ζ)

ενδεχομένως, τα κράτη μέλη και τις τρίτες χώρες τα οποία αφορά η παρατυπία·

η)

τη χρονική στιγμή ή περίοδο κατά την οποία διαπράχθηκε η παρατυπία·

θ)

τις εθνικές υπηρεσίες ή οργανισμούς που προέβησαν στη διαπίστωση της παρατυπίας και τις αρμόδιες υπηρεσίες για τη διοικητική ή/και τη δικαστική παρακολούθηση·

ι)

την ημερομηνία της πρώτης διοικητικής ή δικαστικής πράξης διαπίστωσης της παρατυπίας·

ια)

τα στοιχεία των ενεχόμενων φυσικών ή/και νομικών προσώπων, καθώς και άλλων συμμετεχουσών οντοτήτων, εξαιρουμένων των περιπτώσεων στις οποίες αυτή η ένδειξη δεν είναι χρήσιμη για την καταπολέμηση των περιπτώσεων παρατυπίας λόγω της φύσης της παρατυπίας αυτής·

ιβ)

το συνολικό ποσό του εγκεκριμένου προϋπολογισμού για την ενέργεια και την κατανομή του για συγχρηματοδότηση κοινοτική, εθνική, ιδιωτική ή άλλη·

ιγ)

το ποσό που συνδέεται με την παρατυπία και την κατανομή του μεταξύ κοινοτικής, εθνικής, ιδιωτικής ή άλλης συνδρομής· στις περιπτώσεις στις οποίες δεν πραγματοποιήθηκε καμία πληρωμή της δημόσιας χρηματοδότησης στα πρόσωπα ή/και τις άλλες οντότητες που αναφέρονται στο στοιχείο ια), τα ποσά που θα είχαν καταβληθεί αχρεωστήτως εάν δεν είχε διαπιστωθεί η παρατυπία·

ιδ)

την ενδεχόμενη αναστολή πληρωμών και τις δυνατότητες είσπραξης·

ιε)

τη φύση της παράτυπης δαπάνης.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, οι ακόλουθες περιπτώσεις δεν πρέπει να κοινοποιηθούν:

η περίπτωση κατά την οποία το μόνο στοιχείο παρατυπίας συνίσταται σε μερική ή ολική παράλειψη εκτέλεσης της ενέργειας που συγχρηματοδοτείται από τον κοινοτικό προϋπολογισμό μετά την πτώχευση του τελικού δικαιούχου ή του τελικού αποδέκτη. Οι παρατυπίες που προηγούνται πτώχευσης καθώς και οποιαδήποτε υπόνοια απάτης πρέπει ωστόσο να κοινοποιούνται,

οι παρατυπίες που κοινοποιούνται στη διοικητική αρχή από το τελικό δικαιούχο ή τον τελικό αποδέκτη χωρίς εξαναγκασμό ή πριν αποκαλυφθούν από την αρμόδια αρχή, είτε πριν, είτε μετά τη χορήγηση της δημόσιας χρηματοδότησης,

οι περιπτώσεις όπου η διοικητική αρχή διαπιστώνει λάθος στην επιλεξιμότητα του χρηματοδοτούμενου σχεδίου και προβαίνει στη διόρθωσή του πριν από την καταβολή της δημόσιας χρηματοδότησης.».

5)

Το άρθρο 5 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις διοικητικές ή δικαστικές αποφάσεις ή τα κυριότερα στοιχεία των αποφάσεων αυτών που αφορούν την περάτωση των εν λόγω διαδικασιών και αναφέρουν ιδίως εάν τα διαπιστωθέντα στοιχεία εγείρουν ή μη υπόνοια απάτης.».

β)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Όταν ένα κράτος μέλος κρίνει ότι η ανάκτηση ενός ποσού δεν είναι εφικτή στο παρόν και στο μέλλον ενημερώνει την Επιτροπή, με ειδική ανακοίνωση, σχετικά με το μη ανακτηθέν ποσό και με τους λόγους για τους οποίους, κατά τη γνώμη του, το ποσό αυτό βαρύνει είτε την Κοινότητα είτε το κράτος μέλος.

Τα στοιχεία αυτά πρέπει να είναι επαρκώς λεπτομερή, ώστε η Επιτροπή να είναι σε θέση, το συντομότερο δυνατό και ύστερα από σχετικές διαβουλεύσεις με τις αρμόδιες αρχές του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, να λάβει απόφαση σχετικά με τον καταλογισμό:

των δημοσιονομικών επιπτώσεων κατά την έννοια του άρθρου 23 παράγραφος 1 τρίτη περίπτωση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 4253/88,

των ποσών που αφορούν τις μορφές παρεμβάσεων οι οποίες διέπονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1260/1999.

Η ανακοίνωση πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον:

α)

αντίγραφο της πράξης χορήγησης της συνδρομής·

β)

την ημερομηνία της τελευταίας πληρωμής στον τελικό δικαιούχο ή/και στον τελικό αποδέκτη·

γ)

αντίγραφο του εντάλματος είσπραξης·

δ)

ενδεχομένως αντίγραφο του εγγράφου που πιστοποιεί την αφερεγγυότητα του τελικού δικαιούχου ή του τελικού αποδέκτη·

ε)

συνοπτική περιγραφή των μέτρων που λήφθηκαν από το κράτος μέλος και των σχετικών προθεσμιών για την ανάκτηση των εν λόγω ποσών.».

6)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 6α:

«Άρθρο 6α

Οι απαιτούμενες πληροφορίες βάσει των άρθρων 3 και 4 και του άρθρου 5 παράγραφος 1 διαβιβάζονται ηλεκτρονικά με τη χρήση ειδικού διαμορφώματος που προβλέπεται από την Επιτροπή μέσω υψηλής ασφάλειας σύνδεσης.».

7)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 8α:

«Άρθρο 8α

Η Επιτροπή μπορεί να χρησιμοποιήσει όλες τις γενικές ή επιχειρησιακές πληροφορίες που κοινοποιούνται από τα κράτη μέλη κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού για την πραγματοποίηση αναλύσεων κινδύνων με τη χρήση κατάλληλων μέσων πληροφορικής και να εκπονήσει, βάσει των σχετικών πληροφοριών, εκθέσεις και διατάξεις συναγερμού με σκοπό τη βελτίωση της αντιμετώπισης των κινδύνων που εντοπίζονται.».

8)

Στο άρθρο 9, η δεύτερη φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι επιτροπές που αναφέρονται στα άρθρα 48, 49, 50 και 51 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/1999 ενημερώνονται επίσης.».

9)

Στο άρθρο 10, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Κατά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη ελέγχουν την τήρηση των κοινοτικών και εθνικών διατάξεων σχετικά με την προστασία των εν λόγω δεδομένων, και ιδίως εκείνων που προβλέπονται στην οδηγία 95/46/ΕΚ και, ενδεχομένως, στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001.».

10)

Το άρθρο 12 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 12

1.   Σε περίπτωση που οι παρατυπίες αφορούν ποσά σε βάρος του κοινοτικού προϋπολογισμού κατώτερα των 10 000 ευρώ, τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή τις πληροφορίες που προβλέπονται στα άρθρα 3 και 5, μόνον αν η Επιτροπή τις έχει ρητά ζητήσει.

2.   Τα κράτη μέλη που δεν χρησιμοποιούν το ευρώ ως νόμισμα κατά την ημερομηνία της διαπίστωσης της παρατυπίας οφείλουν να μετατρέψουν σε ευρώ το ποσό των εν λόγω δαπανών που έχουν εκφραστεί σε εθνικό νόμισμα. Το ποσό αυτό θα μετατραπεί σε ευρώ βάσει της μηνιαίας λογιστικής ισοτιμίας της Επιτροπής του μήνα κατά τη διάρκεια του οποίου καταχωρίστηκαν ή θα είχαν καταχωριστεί οι δαπάνες στους λογαριασμούς της αρχής πληρωμής του εν λόγω επιχειρησιακού προγράμματος. Η ισοτιμία αυτή δημοσιεύεται ηλεκτρονικά κάθε μήνα από την Επιτροπή.».

Άρθρο 2

Το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1681/94, όπως εφαρμόζεται πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, συνεχίζει να εφαρμόζεται στις περιπτώσεις που αφορούν ποσό κατώτερο των 10 000 ευρώ και κοινοποιήθηκαν πριν από την 28η Φεβρουαρίου 2006.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2006.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 12 Δεκεμβρίου 2005.

Για την Επιτροπή

Siim KALLAS

Αντιπρόεδρος


(1)  ΕΕ L 161 της 26.6.1999, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 173/2005 (ΕΕ L 29 της 2.2.2005, σ. 3).

(2)  ΕΕ L 374 της 31.12.1988, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 178 της 12.7.1994, σ. 43.

(4)  ΕΕ L 213 της 13.8.1999, σ. 1.

(5)  ΕΕ L 213 της 13.8.1999, σ. 5.

(6)  ΕΕ L 161 της 26.6.1999, σ. 54.

(7)  ΕΕ L 160 της 26.6.1999, σ. 80· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2223/2004 (ΕΕ L 379 της 24.12.2004, σ. 1).

(8)  ΕΕ L 312 της 23.12.1995, σ. 1.

(9)  ΕΕ C 316 της 27.11.1995, σ. 49.

(10)  ΕΕ L 209 της 11.8.2005, σ. 1.

(11)  ΕΕ L 63 της 3.3.2001, σ. 21· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2355/2002 (ΕΕ L 351 της 28.12.2002, σ. 42).

(12)  ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.

(13)  ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31· οδηγία όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

(14)  ΕΕ L 160 της 30.6.2000, σ. 1