9.12.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 322/33


ΑΠΌΦΑΣΗ 2005/876/ΔΕΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 21ης Νοεμβρίου 2005

για την ανταλλαγή πληροφοριών που λαμβάνονται από το ποινικό μητρώο

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως το άρθρο 31 και το άρθρο 34 παράγραφος 2 στοιχείο γ),

την πρόταση της Επιτροπής (1),

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 29 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ευρωπαϊκή Ένωση όρισε ως στόχο να παρέχει στους πολίτες υψηλό επίπεδο προστασίας εντός ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης. Αυτός ο στόχος προϋποθέτει την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τις ποινικές καταδίκες οι οποίες έχουν επιβληθεί σε άτομα τα οποία διαμένουν στο έδαφος των κρατών μελών, μεταξύ των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών.

(2)

Στις 29 Νοεμβρίου 2000, σύμφωνα με τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Τάμπερε, της 15ης και 16ης Οκτωβρίου 1999, το Συμβούλιο θέσπισε ένα πρόγραμμα μέτρων για την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης ποινικών αποφάσεων (3). Η παρούσα απόφαση συμβάλλει στην επίτευξη των στόχων που προβλέπονται από το μέτρο 3 του προγράμματος, το οποίο προτείνει την καθιέρωση τυποποιημένου εγγράφου αίτησης αντιγράφων ποινικού μητρώου, μεταφρασμένου σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης, βάσει του προτύπου που εκπονήθηκε στο πλαίσιο των οργάνων του Σένγκεν.

(3)

Τα άρθρα 13 και 22 της ευρωπαϊκής σύμβασης αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής σε ποινικές υποθέσεις της 20ής Απριλίου 1959 (4), προβλέπουν μηχανισμούς διαβίβασης πληροφοριών μεταξύ των συμβαλλομένων μερών σχετικά με τις καταδίκες, των οποίων η βραδύτητα δεν ανταποκρίνεται πλέον στις απαιτήσεις της δικαστικής συνεργασίας σε ένα χώρο όπως αυτόν της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(4)

Η τελική έκθεση για τον πρώτο γύρο των αξιολογήσεων — αμοιβαία δικαστική συνδρομή σε ποινικές υποθέσεις (5), κάλεσε τα κράτη μέλη να απλοποιήσουν τις διαδικασίες διαβίβασης εγγράφων μεταξύ κρατών, προσφεύγοντας, ενδεχομένως, στη χρήση τυποποιημένων εντύπων για τη διευκόλυνση της αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής.

(5)

Στις 25 Μαρτίου 2004, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ανέθεσε στο Συμβούλιο να εξετάσει μέτρα σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών όσον αφορά τις καταδίκες για τρομοκρατικά εγκλήματα καθώς και τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού μητρώου καταδικών και εκπτώσεων από δικαιώματα, και η Επιτροπή, στην ανακοίνωσή της σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και άλλων σοβαρών μορφών εγκληματικότητας, με κύριο στόχο τη βελτίωση των ανταλλαγών πληροφοριών, τόνισε τη σημασία ενός αποτελεσματικού μηχανισμού διαβίβασης πληροφοριών για τις καταδίκες και τις εκπτώσεις από δικαιώματα.

(6)

Η παρούσα απόφαση τηρεί την αρχή της επικουρικότητας, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στο άρθρο 5 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, δεδομένου ότι η βελτίωση των μηχανισμών διαβίβασης πληροφοριών για τις καταδίκες μεταξύ κρατών μελών δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη μονομερώς και απαιτεί συντονισμένη δράση στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, η οποία επίσης ορίζεται στο εν λόγω άρθρο 5, η παρούσα απόφαση δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη αυτού του στόχου.

(7)

Η βελτίωση των μηχανισμών διαβίβασης πληροφοριών που αφορούν τις καταδίκες προϋποθέτει, αφενός, ότι οι καταδίκες που επιβάλλονται σε κράτος μέλος κατά υπηκόων άλλου κράτους μέλους, καθίστανται γνωστές από το άλλο κράτος μέλος, το συντομότερο δυνατό, και, αφετέρου, ότι κάθε κράτος μέλος μπορεί να λαμβάνει από τα άλλα κράτη μέλη πληροφορίες ποινικού μητρώου οι οποίες του είναι απαραίτητες, εντός πολύ σύντομων προθεσμιών.

(8)

Η παρούσα απόφαση συμπληρώνει και διευκολύνει τους υφισταμένους μηχανισμούς διαβίβασης πληροφοριών που αφορούν καταδίκες με βάση τις ισχύουσες συμβάσεις. Ιδίως, οι διατάξεις που αφορούν τις αιτήσεις πληροφοριών που λαμβάνονται από το ποινικό μητρώο δεν αντικαθιστούν τη δυνατότητα την οποία διαθέτουν οι δικαστικές αρχές, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 6 παράγραφος 1 της σύμβασης της 29ης Μαΐου 2000, η οποία καταρτίσθηκε με την πράξη του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 2000, για την αμοιβαία δικαστική συνδρομή επί ποινικών υποθέσεων μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (6), να διαβιβάζουν απευθείας μεταξύ τους πληροφορίες που λαμβάνονται από το ποινικό μητρώο. Προβλέπει, εντούτοις, ειδικό δικαίωμα της κεντρικής αρχής κράτους μέλους να απευθύνει αίτηση πληροφοριών που λαμβάνονται από το ποινικό μητρώο στην κεντρική αρχή άλλου κράτους μέλους, κάτω από τις συνθήκες που καθορίζονται από το εθνικό δίκαιο.

(9)

Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας στο πλαίσιο της παρούσας απόφασης, θα προστατεύονται σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στη σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης, της 28ης Ιανουαρίου 1981, για την προστασία του ατόμου από την αυτοματοποιημένη επεξεργασία πληροφοριών προσωπικού χαρακτήρα.

(10)

Σύμφωνα με τη σύσταση αριθ. R (84) 10 του Συμβουλίου της Ευρώπης για το ποινικό μητρώο και την αποκατάσταση των καταδικασθέντων, η δημιουργία του ποινικού μητρώου στοχεύει κυρίως στην ενημέρωση των αρμόδιων αρχών του συστήματος ποινικής δικαιοσύνης σχετικά με τον πρότερο βίο προσώπων κατά των οποίων έχουν κινηθεί δικαστικές διαδικασίες προκειμένου να εξατομικεύεται η απόφαση που πρέπει να ληφθεί. Δεδομένου ότι κάθε άλλη χρήση του ποινικού μητρώου που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τις ευκαιρίες κοινωνικής επανένταξης του καταδικασθέντος πρέπει να περιορίζεται στο μέτρο του δυνατού, η χρήση των πληροφοριών που διαβιβάζονται κατ’ εφαρμογή της παρούσας απόφασης, για σκοπούς άλλους πέραν του πλαισίου ποινικών διαδικασιών, μπορεί να περιορίζεται σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία του κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση και του αιτούντος κράτους.

(11)

Η παρούσα απόφαση σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται από το άρθρο 6 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και επιβεβαιώνονται από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(12)

Η παρούσα απόφαση δεν έχει ως αποτέλεσμα να υποχρεώνει τα κράτη μέλη να καταχωρίζουν στο ποινικό τους μητρώο καταδίκες ή πληροφορίες για ποινικές υποθέσεις πέραν εκείνων τις οποίες υποχρεούνται να καταχωρίζουν σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο.

(13)

Η παρούσα απόφαση δεν ισχύει για τη διαβίβαση δικαστικών αποφάσεων ή αντιγράφων τους,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Κεντρική αρχή

1.   Για τους σκοπούς των άρθρων 2 και 3, κάθε κράτος μέλος διορίζει μία κεντρική αρχή. Ωστόσο, για τη διαβίβαση πληροφοριών σύμφωνα με το άρθρο 2 και την απάντηση σε αιτήσεις σύμφωνα με το άρθρο 3, τα κράτη μέλη μπορούν να διορίζουν μία ή περισσότερες κεντρικές αρχές.

2.   Κάθε κράτος μέλος ενημερώνει τη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου και την Επιτροπή σχετικά με τη διορισμένη σύμφωνα με την παράγραφο 1 αρχή. Η Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου κοινοποιεί αυτή την πληροφορία στα κράτη μέλη και στην Eurojust.

Άρθρο 2

Αυτεπάγγελτη ενημέρωση για τις καταδίκες

Κάθε κεντρική αρχή ενημερώνει αμελλητί τις κεντρικές αρχές των άλλων κρατών μελών για τις ποινικές καταδίκες και τα επακόλουθα μέτρα που επιβάλλονται εις βάρος υπηκόων αυτών των κρατών μελών και εγγράφονται στο ποινικό μητρώο. Σε περίπτωση που το εν λόγω πρόσωπο είναι υπήκοος δύο ή περισσοτέρων άλλων κρατών μελών, ενημερώνεται κάθε ένα από αυτά τα κράτη μέλη, εκτός αν το πρόσωπο είναι υπήκοος του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου καταδικάσθηκε.

Άρθρο 3

Αίτηση πληροφοριών για τις καταδίκες

1.   Εφόσον ζητούνται πληροφορίες από το ποινικό μητρώο κράτους μέλους, η κεντρική αρχή μπορεί να απευθύνει, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, αίτηση αποσπάσματος ποινικού μητρώου και πληροφοριών σχετικά με το ποινικό μητρώο, στην κεντρική αρχή άλλου κράτους μέλους. Όλες οι αιτήσεις πληροφοριών αποστέλλονται σύμφωνα με την αίτηση που περιέχεται στο παράρτημα.

Όταν ένα πρόσωπο ζητεί πληροφορίες σχετικά με το ποινικό μητρώο του, η κεντρική αρχή του κράτους μέλους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση, μπορεί να απευθύνει, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, αίτηση αποσπάσματος ποινικού μητρώου και πληροφοριών σχετικά με το ποινικό μητρώο, στην κεντρική αρχή άλλου κράτους μέλους, εφόσον το εν λόγω πρόσωπο είναι ή υπήρξε κάτοικος ή υπήκοος του αιτούντος κράτους μέλους ή του κράτους μέλους στο οποίο απευθύνεται η αίτηση.

2.   Η απάντηση διαβιβάζεται αμέσως, και, σε κάθε περίπτωση, εντός προθεσμίας η οποία δεν υπερβαίνει τις δέκα εργάσιμες ημέρες από την παραλαβή της αίτησης, σύμφωνα με τους όρους των εθνικών, νομοθετικών ή κανονιστικών ρυθμίσεων ή της πρακτικής, από την κεντρική αρχή του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση στην κεντρική αρχή του αιτούντος κράτους μέλους, βάσει του εντύπου που περιέχεται στο παράρτημα. Περιλαμβάνει τις πληροφορίες που έχουν ληφθεί σύμφωνα με το άρθρο 2 και έχουν καταχωριστεί στο ποινικό μητρώο του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση.

Εάν η αίτηση γίνεται για το εν λόγω πρόσωπο σύμφωνα με την παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο, η αναφερόμενη στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου προθεσμία, δεν υπερβαίνει τις είκοσι εργάσιμες ημέρες από την παραλαβή της αίτησης.

3.   Εάν το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση χρειάζεται περαιτέρω πληροφορίες για να εξακριβώσει την ταυτότητα του προσώπου το οποίο αφορά η αίτηση, πρέπει αμέσως να διαβουλεύεται με το αιτούν κράτος μέλος ώστε να παράσχει μια απάντηση εντός δέκα εργασίμων ημερών από την παραλαβή των ζητουμένων πρόσθετων πληροφοριών.

4.   Η απάντηση συνοδεύεται από κατάσταση των καταδικών, σύμφωνα με τους όρους που προβλέπει το εθνικό δίκαιο.

5.   Οι αιτήσεις, απαντήσεις και λοιπές συναφείς πληροφορίες μπορούν να διαβιβάζονται με κάθε μέσο το οποίο μπορεί να τεκμηριωθεί εγγράφως, υπό όρους οι οποίοι επιτρέπουν στο κράτος μέλος που τις παραλαμβάνει να εξακριβώνει τη γνησιότητα.

Άρθρο 4

Όροι χρήσης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

1.   Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που διαβιβάζονται δυνάμει του άρθρου 3 για σκοπό ποινικών διαδικασιών μπορούν να χρησιμοποιούνται από το αιτούν κράτος μέλος μόνον για τον σκοπό της ποινικής διαδικασίας για την οποία ζητήθηκαν, όπως ορίζεται στο έντυπο που παρατίθεται στο παράρτημα.

2.   Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που διαβιβάζονται δυνάμει του άρθρου 3 για άλλους σκοπούς εκτός από ποινικές διαδικασίες μπορούν να χρησιμοποιούνται από το αιτούν κράτος μέλος σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο, μόνο για τον σκοπό για τον οποίο ζητήθηκαν και εντός των ορίων που θέτει στο έντυπο το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση.

3.   Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται όσον αφορά τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που λαμβάνονται από κράτος μέλος κατ’ εφαρμογή της παρούσας απόφασης και προέρχονται από το συγκεκριμένο κράτος μέλος.

Άρθρο 5

Γλώσσες

Το έντυπο διαβιβάζεται από το αιτούν κράτος μέλος στην επίσημη γλώσσα, ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες, του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση. Το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση μπορεί να απαντά είτε σε μια από τις επίσημες γλώσσες του είτε σε μια άλλη γλώσσα αποδεκτή από αμφότερα τα κράτη μέλη. Κάθε κράτος μέλος μπορεί, κατά την έκδοση της παρούσας απόφασης ή μεταγενέστερα, να ορίζει, με δήλωση που υποβάλλεται στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου, ποιες από τις επίσημες γλώσσες των οργάνων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αποδέχεται. Η Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου κοινοποιεί στα κράτη μέλη αυτές τις πληροφορίες.

Άρθρο 6

Σχέσεις με άλλα νομικά μέσα

1.   Όσον αφορά τα κράτη μέλη, η παρούσα απόφαση συμπληρώνει και διευκολύνει την εφαρμογή των άρθρων 13 και 22 της ευρωπαϊκής σύμβασης αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής σε ποινικές υποθέσεις της 20ής Απριλίου 1959, των συμπληρωματικών πρωτοκόλλων της 17ης Μαρτίου 1978 (7) και της 8ης Νοεμβρίου 2001 (8), της σύμβασης για την αμοιβαία δικαστική συνδρομή επί ποινικών υποθέσεων μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκή Ένωσης της 29ης Μαΐου 2000 (9) και του πρωτοκόλλου της 16ης Οκτωβρίου 2001 (10).

2.   Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης, τα κράτη μέλη παραιτούνται από το δικαίωμα να επικαλούνται μεταξύ τους ενδεχόμενες επιφυλάξεις τους όσον αφορά το άρθρο 13 της ευρωπαϊκής σύμβασης αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής σε ποινικές υποθέσεις της 20ής Απριλίου 1959. Η παρούσα απόφαση δεν θίγει επιφυλάξεις οι οποίες διατυπώθηκαν όσον αφορά το άρθρο 22 της εν λόγω σύμβασης. Μπορεί να γίνεται επίκληση των επιφυλάξεων αυτών σε σχέση με το άρθρο 2 της παρούσας απόφασης.

3.   Η παρούσα απόφαση δεν θίγει την εφαρμογή ευνοϊκότερων διατάξεων διμερών ή πολυμερών συμφωνιών μεταξύ κρατών μελών.

Άρθρο 7

Εφαρμογή

Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν την παρούσα απόφαση το συντομότερο δυνατόν, και σε κάθε περίπτωση έως τις 21 Μαΐου 2006 το αργότερο.

Άρθρο 8

Εφαρμοσιμότητα

Η παρούσα απόφαση παράγει αποτελέσματα από την ημέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 21 Νοεμβρίου 2005.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. STRAW


(1)  ΕΕ C 322 της 29.12.2004, σ. 9.

(2)  Δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα.

(3)  ΕΕ C 12 της 15.1.2001, σ. 10.

(4)  Συμβούλιο της Ευρώπης, Σειρά ευρωπαϊκών συνθηκών, αριθ. 30.

(5)  ΕΕ C 216 της 1.8.2001, σ. 14.

(6)  ΕΕ C 197 της 12.7.2000, σ. 1.

(7)  Συμβούλιο της Ευρώπης, Σειρά ευρωπαϊκών συνθηκών, αριθ. 99.

(8)  Συμβούλιο της Ευρώπης, Σειρά ευρωπαϊκών συνθηκών, αριθ. 182.

(9)  ΕΕ C 197 της 12.7.2000, σ. 3.

(10)  ΕΕ C 326 της 21.11.2001, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Έντυπο το οποίο αναφέρεται στα άρθρα 3, 4 και 5 της απόφασης 2005/876/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2005, για την ανταλλαγή πληροφοριών που λαμβάνονται από το ποινικό μητρώο

Image

Image