16.6.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 153/29


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 17ης Φεβρουαρίου 2005

με την οποία ειδοποιείται η Ελλάδα, σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 9 της συνθήκης ΕΚ, να λάβει μέτρα για τη μείωση του ελλείμματος η οποία κρίνεται αναγκαία για να αντιμετωπιστεί η κατάσταση υπερβολικού ελλείμματος

(2005/441/ΕΚ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 104 παράγραφος 9,

τη σύσταση της Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 1 της συνθήκης, τα κράτη μέλη αποφεύγουν τα υπερβολικά δημοσιονομικά ελλείμματα.

(2)

Το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης βασίζεται στο στόχο των υγιών δημοσίων οικονομικών ως μέσου για την ενίσχυση των προϋποθέσεων για τη σταθερότητα των τιμών και την ισχυρή βιώσιμη οικονομική μεγέθυνση που ευνοεί τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης. Το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης περιλαμβάνει τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1467/97 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 1997, για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος (1).

(3)

Το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Άμστερνταμ, της 17ης Ιουνίου 1997, σχετικά με το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης (2), καλεί επίσημα όλα τα μέρη, και συγκεκριμένα τα κράτη μέλη, το Συμβούλιο και την Επιτροπή, να εφαρμόσουν αυστηρά και έγκαιρα τη συνθήκη και το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης.

(4)

Με την απόφαση 2004/917/ΕΚ του Συμβουλίου (3), της 5ης Ιουλίου 2004, το Συμβούλιο αποφάσισε, σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 6, ότι υπάρχει υπερβολικό έλλειμμα στην Ελλάδα.

(5)

Σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 7 της συνθήκης και το άρθρο 3 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/97, το Συμβούλιο απηύθυνε στις 5 Ιουλίου 2004 σύσταση στην Ελλάδα, ορίζοντας την προθεσμία της 5ης Νοεμβρίου 2004 για τη λήψη από την Ελλάδα μέτρων προκειμένου να τερματιστεί η κατάσταση υπερβολικού ελλείμματος το 2005 το αργότερο.

(6)

Μετά την έκδοση της απόφασης 2004/917/ΕΚ, τα στοιχεία που κοινοποίησαν οι ελληνικές αρχές στις 4 Μαΐου 2004 αναθεωρήθηκαν σημαντικά το Σεπτέμβριο του 2004. Το έλλειμμα για το 2003 αυξήθηκε στο 4,6 % του ΑΕΠ (από 3,2 % στην κοινοποίηση της 4ης Μαΐου), ενώ, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Επιτροπής του φθινοπώρου 2004, το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης ήταν πιθανό να ανέλθει στο 5,5 % του ΑΕΠ το 2004, έναντι πρόβλεψης 3,2 % την άνοιξη. Επιπλέον, τα μέτρα που ενέκρινε το Ελληνικό Κοινοβούλιο στον προϋπολογισμό του 2005 ενδέχεται να μην εξασφαλίσουν τη μείωση του ελλείμματος της γενικής κυβέρνησης κάτω από το 3 % του ΑΕΠ το 2005. Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Επιτροπής του φθινοπώρου 2004, οι οποίες εκτιμούν στο 3,3 % το ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης το 2005, τα μέτρα που περιλήφθηκαν στον ελληνικό προϋπολογισμό για το 2005 θα οδηγήσουν σε ονομαστικό έλλειμμα 3,6 % του ΑΕΠ, το οποίο υπερβαίνει το όριο του 3 %.

(7)

Με την απόφαση 2005/334/ΕΚ του Συμβουλίου (4), διαπιστώθηκε ότι, σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 8 της συνθήκης, ότι η Ελλάδα δεν ανέλαβε αποτελεσματική δράση σε εφαρμογή της σύστασης του Συμβουλίου της 5ης Ιουλίου 2004 σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 7.

(8)

Σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 9, εάν ένα κράτος μέλος επιμένει να μην εφαρμόζει τις συστάσεις του Συμβουλίου, τότε το Συμβούλιο μπορεί να αποφασίσει να ειδοποιήσει το κράτος μέλος να λάβει μέτρα για τη μείωση του ελλείμματος εντός συγκεκριμένης προθεσμίας. Το Συμβούλιο, βάσει των τρεχουσών προβλέψεων της Επιτροπής, κρίνει ότι η προθεσμία που ετάχθη με τη σύσταση του Συμβουλίου σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 7, της 5ης Ιουλίου 2004, δεν πρόκειται να τηρηθεί. Το άρθρο 5 του κανονισμού αριθ. 1467/97 επισημαίνει ότι η απόφαση του Συμβουλίου να απευθύνει την ειδοποίηση αυτή πρέπει να ληφθεί εντός μηνός από την απόφαση με την οποία το Συμβούλιο διαπίστωσε ότι το εν λόγω κράτος μέλος δεν ανέλαβε αποτελεσματική δράση σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 8.

(9)

Οι ακόλουθοι παράγοντες θα πρέπει να ληφθούν υπόψη για τον προσδιορισμό των συστάσεων που πρέπει να περιληφθούν στην ειδοποίηση. Πρώτον, το εκτιμώμενο τελικό έλλειμμα για το 2004 θα είναι σημαντικά υψηλότερο από εκείνο που αναμενόταν κατά το χρόνο της έκδοσης της σύστασης σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 7, οι δε υπερβάσεις υπεραντιστάθμισαν τα μέτρα συγκράτησης των δαπανών που εφαρμόστηκαν το 2004. Ως εκ τούτου, η συνολική δημοσιονομική προσπάθεια που είναι αναγκαία για τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος έως το 2005 το αργότερο, όπως ζήτησε το Συμβούλιο στη σύστασή του σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 7 της συνθήκης θα πρέπει να καταβληθεί εντός του τρέχοντος έτους. Δεύτερον, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Επιτροπής του φθινοπώρου 2004, εάν εφαρμοστούν πλήρως, τα μέτρα που περιλαμβάνονται στον προϋπολογισμό που ενέκρινε το Ελληνικό Κοινοβούλιο για το 2005 θα οδηγήσουν σε μείωση του ελλείμματος κατά 1,9 εκατοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ. Αυτό αντιπροσωπεύει σημαντική βελτίωση της δημοσιονομικής θέσης, αλλά δεν επαρκεί για να μειωθεί το ονομαστικό έλλειμμα κάτω από το όριο του 3 %. Τέλος, η συμπληρωματική αυτή προσαρμογή ενδέχεται να καταστεί ακόμα μεγαλύτερη εάν συγκεκριμενοποιηθούν ορισμένες αβεβαιότητες όσον αφορά το μακροοικονομικό σενάριο για το 2005 και τα δημοσιονομικά αποτελέσματα του 2004. Λαμβάνοντας υπόψη τους παράγοντες αυτούς, το σύνολο της αναγκαίας προσαρμογής για τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος το 2005 ενδέχεται να υπερβεί τις 2,6 εκατοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ και να απαιτήσει συνεπώς συμπληρωματικά μέτρα μόνιμου χαρακτήρα για τη διόρθωση του ελλείμματος κατά τουλάχιστον 0,7 εκατοστιαίας μονάδας του ΑΕΠ. Μια τέτοια προσπάθεια σε ένα μόνο έτος μπορεί να έχει υψηλό κόστος για την οικονομία.

(10)

Λαμβανομένων υπόψη των παραγόντων αυτών, φαίνεται ότι η προθεσμία που ορίστηκε τον Ιούλιο του 2004 για την κατάργηση του υπερβολικού ελλείμματος στην Ελλάδα θα πρέπει να παραταθεί κατά ένα έτος.

(11)

Με βάση την εκτίμηση για ρυθμό ανάπτυξης 3,3 % στις προβλέψεις της Επιτροπής του φθινοπώρου 2004 για το 2005 και το 2006, και λαμβανομένων υπόψη των αβεβαιοτήτων που περιβάλλουν τις μακροοικονομικές και τις δημοσιονομικές προοπτικές, η αυστηρή εφαρμογή του προϋπολογισμού 2005, σε συνδυασμό με μέτρα μόνιμου χαρακτήρα για τη μείωση του ελλείμματος κατά τουλάχιστον 0,6 εκατοστιαίας μονάδας του ΑΕΠ το 2006, θα οδηγήσει σε έλλειμμα 3,6 % του ΑΕΠ το 2005 και στη μείωσή του κάτω από το 3 % του ΑΕΠ το 2006.

(12)

Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Επιτροπής του φθινοπώρου του 2004, ο δείκτης δημόσιου χρέους αναμένεται να σταθεροποιηθεί στο 112 % περίπου του ΑΕΠ το 2004 και το 2005, ενώ το 2006 θα μειωθεί οριακά μόνο στο 110 % περίπου του ΑΕΠ. Αυτό υπερβαίνει κατά πολύ την τιμή αναφοράς του 60 % που προβλέπει η συνθήκη. Επιπλέον, η συμβολή των άλλων παραγόντων, εκτός των καθαρών δανειακών αναγκών, στις μεταβολές του επιπέδου του χρέους είναι επίσης υψηλή. Οι ελληνικές αρχές θα πρέπει να συνεχίσουν να δίνουν ιδιαίτερη προσοχή στους παράγοντες αυτούς προκειμένου να μειώσουν το δείκτη δημόσιου χρέους με ρυθμό ικανοποιητικό και συμβατό με τις προβλέψεις για το δημοσιονομικό αποτέλεσμα της γενικής κυβέρνησης και για την αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ.

(13)

Λαμβανομένων υπόψη των σημαντικών στατιστικών αναθεωρήσεων και προκειμένου να καταστεί δυνατή η κατάλληλη παρακολούθηση της κατάστασης των δημόσιων οικονομικών στην Ελλάδα, απαιτούνται συμπληρωματικές προσπάθειες για τη βελτίωση της συλλογής και επεξεργασίας των γενικών δημοσιονομικών στοιχείων που προβλέπονται από το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο, με την ενίσχυση ιδίως των μηχανισμών που εξασφαλίζουν την άμεση και ορθή παροχή των στοιχείων αυτών.

(14)

Η Ελλάδα θα πρέπει να υποβάλει στην Επιτροπή πριν από τις 21 Μαρτίου 2005 έκθεση που θα παρουσιάζει τα μέτρα που θα εφαρμόσουν οι ελληνικές αρχές για να συμμορφωθούν προς την παρούσα απόφαση. Ειδικότερα, η έκθεση θα πρέπει να περιλαμβάνει περιγραφή των μέτρων που θα εφαρμοστούν το 2005 για τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος, εκτίμηση των επιπτώσεων του τελικού ελλείμματος για το 2004 που θα γνωστοποιηθεί στην κοινοποίηση του Μαρτίου του 2005 στο πλαίσιο της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος, καθώς και περιγραφή των αβεβαιοτήτων που συνδέονται με το μακροοικονομικό σενάριο. Η Ελλάδα θα πρέπει επίσης να συμπεριλάβει στην έκθεση αυτή μια όσο το δυνατόν ακριβέστερη περιγραφή των μέτρων που θα εφαρμοστούν το 2006 για τη μείωση του ελλείμματος. Η Επιτροπή και το Συμβούλιο θα εξετάσουν την έκθεση αυτή προκειμένου να εκτιμήσουν τη συμμόρφωση προς την παρούσα απόφαση.

(15)

Σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 104 παράγραφος 9 της συνθήκης, το Συμβούλιο μπορεί να ζητήσει από την Ελλάδα να υποβάλλει εκθέσεις με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, προκειμένου να εξετάσει τις προσπάθειες προσαρμογής που καταβάλλονται σε εφαρμογή της παρούσας απόφασης. Είναι σκόπιμο να υποβάλλει η Ελλάδα τις εκθέσεις αυτές αμέσως μετά τη λήξη των συνήθων προθεσμιών για την κοινοποίηση των στοιχείων για το δημόσιο έλλειμμα και χρέος που προβλέπονται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3605/93 του Συμβουλίου, της 22ας Νοεμβρίου 1993, για την εφαρμογή του πρωτοκόλλου σχετικά με τη διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος το οποίο προσαρτάται στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (5), προκειμένου να δοθεί στην Επιτροπή η δυνατότητα να εκτιμήσει τη συμμόρφωση προς την παρούσα απόφαση.

(16)

Κατά την άποψη του Συμβουλίου, τα μέτρα προσαρμογής θα πρέπει να εξασφαλίζουν τη διαρκή βελτίωση του δημοσιονομικού αποτελέσματος της γενικής κυβέρνησης. Για να εξασφαλιστεί η διατηρήσιμη δημοσιονομική εξυγίανση που να επιτρέπει την επίτευξη μεσοπρόθεσμα σχεδόν ισοσκελισμένης ή πλεονασματικής δημοσιονομικής θέσης, όπως απαιτείται από το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης, είναι αναγκαία η μείωση του κυκλικά προσαρμοσμένου ελλείμματος κατά τουλάχιστον 0,5 εκατοστιαίας μονάδας του ΑΕΠ ετησίως μετά τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

1.   Η Ελλάδα τερματίζει τη σημερινή κατάσταση υπερβολικού ελλείμματος το ταχύτερο δυνατό και το αργότερο το 2006, μέσω:

i)

της αυστηρής εφαρμογής του προϋπολογισμού 2005 όπως αυτός εγκρίθηκε από το Ελληνικό Κοινοβούλιο,

ii)

της εφαρμογής το 2006 μέτρων προσαρμογής μόνιμου χαρακτήρα για τη διόρθωση του ελλείμματος κατά τουλάχιστον 0,6 εκατοστιαίας μονάδας του ΑΕΠ.

2.   Η Ελλάδα συνεχίζει τις προσπάθειες για τον εντοπισμό και τον έλεγχο των άλλων παραγόντων, εκτός των καθαρών δανειακών αναγκών, που συμβάλλουν στη μεταβολή των επιπέδων του δημόσιου χρέους, προκειμένου να εξασφαλίσει ότι ο λόγος του ακαθάριστου δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ μειώνεται επαρκώς και προσεγγίζει την τιμή αναφοράς με ρυθμό ικανοποιητικό που συμβαδίζει με τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος.

3.   Η Ελλάδα συνεχίζει τις προσπάθειες για τη βελτίωση της συλλογής και επεξεργασίας των γενικών δημοσιονομικών στοιχείων, ιδίως με την ενίσχυση των μηχανισμών που εξασφαλίζουν την άμεση και ορθή παροχή των γενικών δημοσιονομικών στοιχείων που απαιτούνται από το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο.

Άρθρο 2

1.   Η Ελλάδα υποβάλλει, έως τις 21 Μαρτίου 2005 το αργότερο, έκθεση στην οποία θα περιγράφονται οι αποφάσεις που λήφθηκαν σε εφαρμογή της παρούσας απόφασης. Η Επιτροπή και το Συμβούλιο αναλύουν την έκθεση αυτή προκειμένου να εκτιμήσουν τη συμμόρφωση της Ελλάδας προς την παρούσα απόφαση.

2.   Η Ελλάδα υποβάλλει εκθέσεις στις 31 Οκτωβρίου 2005, 30 Απριλίου 2006 και 31 Οκτωβρίου 2006, στις οποίες θα παρουσιάζεται η πρόοδος που θα έχει επιτευχθεί στην εφαρμογή των συστάσεων της παρούσας απόφασης. Η Επιτροπή και το Συμβούλιο αναλύουν τις εκθέσεις αυτές προκειμένου να εκτιμήσουν τη συμμόρφωση της Ελλάδας προς την παρούσα απόφαση.

Άρθρο 3

Το Συμβούλιο παροτρύνει την Ελλάδα να λάβει τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει ότι η πορεία δημοσιονομικής εξυγίανσης προς την επίτευξη σχεδόν ισοσκελισμένης ή πλεονασματικής δημοσιονομικής θέσης θα συνεχιστεί, με τη μείωση του κυκλικά προσαρμοσμένου ελλείμματος κατά τουλάχιστον 0,5 εκατοστιαίας μονάδας του ΑΕΠ ετησίως μετά τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος.

Άρθρο 4

Η Ελλάδα λαμβάνει έως τις 21 Μαρτίου 2005 αποτελεσματικά μέτρα για να συμμορφωθεί με την παρούσα απόφαση.

Άρθρο 5

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στην Ελληνική Δημοκρατία.

Βρυξέλλες, 17 Φεβρουαρίου 2005.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J.-C. JUNCKER


(1)  ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 6.

(2)  ΕΕ C 236 της 2.8.1997, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 389 της 31.12.2004, σ. 25.

(4)  ΕΕ L 107 της 28.4.2005, σ. 24.

(5)  ΕΕ L 332 της 31.12.1993, σ. 7.