32003R1251

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1251/2003 της Επιτροπής, της 14ης Ιουλίου 2003, για την επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ σε εισαγωγές μορφοχαλύβων κοίλης διατομής καταγωγής Τουρκίας

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 175 της 15/07/2003 σ. 0003 - 0028


Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1251/2003 της Επιτροπής

της 14ης Ιουλίου 2003

για την επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ σε εισαγωγές μορφοχαλύβων κοίλης διατομής καταγωγής Τουρκίας

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας(1), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1972/2002(2), και ιδίως το άρθρο 7,

Κατόπιν διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

Α. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

1. Έναρξη της έρευνας

(1) Στις 16 Οκτωβρίου 2002, η Επιτροπή ανήγγειλε, με ανακοίνωση που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων(3), την έναρξη διαδικασίας αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές στην Κοινότητα μορφοχαλύβων κοίλης διατομής καταγωγής Ρωσίας και Τουρκίας (οι "ενδιαφερόμενες χώρες") και άρχισε έρευνα.

(2) Η διαδικασία ξεκίνησε ύστερα από καταγγελία που υποβλήθηκε τον Σεπτέμβριο του 2002 από την επιτροπή άμυνας συγκολλημένων κατ' άκρον εξαρτημάτων από χάλυβα (Defence Committee of the Welded Steel Tube Industry) (εφεξής "ο καταγγέλλων") για λογαριασμό των παραγωγών που αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο μέρος, ύψους περίπου 80 %, της συνολικής κοινοτικής παραγωγής μορφοχαλύβων κοίλης διατομής. Η καταγγελία περιείχε αποδεικτικά στοιχεία ως προς την ύπαρξη πρακτικής ντάμπινγκ σε σχέση με το υπό εξέταση προϊόν και ως προς τη σημαντική ζημία που προέκυψε από την πρακτική αυτή, τα οποία θεωρήθηκαν επαρκή για να δικαιολογήσουν την έναρξη διαδικασίας.

(3) Η Επιτροπή ενημέρωσε επίσημα για την έναρξη της διαδικασίας τους καταγγέλλοντες κοινοτικούς παραγωγούς, τους υπόλοιπους γνωστούς παραγωγούς της Κοινότητας, τους εισαγωγείς και τους χρήστες που είναι γνωστό ότι ενδιαφέρονται, καθώς και τους γνωστούς παραγωγούς-εξαγωγείς και τους αντιπροσώπους της Ρωσίας και της Τουρκίας. Τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν τη δυνατότητα να εκθέσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση εντός της προθεσμίας που προβλεπόταν στην ανακοίνωση σχετικά με την έναρξη της διαδικασίας.

2. Δειγματοληψία

(4) Λαμβανομένου υπόψη του μεγάλου αριθμού παραγωγών της Κοινότητας, εισαγωγέων στην Κοινότητα που δεν συνδέονται με παραγωγό-εξαγωγέα σε μια από τις ενδιαφερόμενες χώρες και παραγωγών-εξαγωγέων στις ενδιαφερόμενες χώρες, κρίθηκε σκόπιμο, σύμφωνα με το άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 384/96 (ο "βασικός κανονισμός"), να εξετασθεί η χρήση τεχνικών δειγματοληψίας. Για να μπορέσει η Επιτροπή να αποφασίσει κατά πόσον είναι αναγκαία η δειγματοληψία και, στην περίπτωση αυτή, να επιλέξει ένα δείγμα, τα προαναφερόμενα μέρη κλήθηκαν, δυνάμει του άρθρου 17 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, να αναγγελθούν εντός δύο εβδομάδων από την έναρξη της διαδικασίας και να προσκομίσουν στην Επιτροπή τα απαιτούμενα στην ανακοίνωση για την αίτηση επανεξέτασης στοιχεία, για την περίοδο από την 1η Οκτωβρίου 2001 έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2002 (εφεξής "η περίοδος της έρευνας" ή "ΠΕ").

(5) Οι δεκατέσσερις παραγωγοί της Κοινότητας που υπέβαλαν από κοινού την καταγγελία συμφώνησαν να συμπεριληφθούν στο δείγμα και παρείχαν τα απαιτούμενα στοιχεία εντός της ταχθείσης προθεσμίας. Μεταξύ αυτών, οκτώ εταιρείες(4) επιλέχθηκαν για το δείγμα. Αυτές κρίθηκαν αντιπροσωπευτικές του συνόλου των παραγωγών της Κοινότητας που υπέβαλαν την καταγγελία όσον αφορά τον όγκο της παραγωγής και των πωλήσεων του εν λόγω προϊόντος στην Κοινότητα, καθώς και ως προς τη γεωγραφική κάλυψη.

(6) Δώδεκα μη συνδεδεμένοι εισαγωγείς συμφώνησαν επίσης να συμπεριληφθούν στο δείγμα και παρείχαν τα απαιτούμενα βασικά στοιχεία εντός της ταχθείσας προθεσμίας. Ενόψει αυτής της κατάστασης, οι υπηρεσίες της Επιτροπής αποφάσισαν να μην εφαρμόσουν δειγματοληπτική μέθοδο στην περίπτωση των μη συνδεδεμένων εισαγωγέων, αλλά να διαβιβάσουν ερωτηματολόγια στους δώδεκα προαναφερόμενους εισαγωγείς.

(7) Όσον αφορά τους παραγωγούς-εξαγωγείς, μόνον ένας παραγωγός-εξαγωγέας στη Ρωσία αναγγέλθηκε εγκαίρως και συνεπώς δεν εφαρμόστηκε δειγματοληπτική μέθοδος για τη Ρωσία. Στην περίπτωση της Τουρκίας ωστόσο, δεκαεννέα παραγωγοί-εξαγωγείς συμφώνησαν να συμπεριληφθούν στο δείγμα και παρείχαν τα απαιτούμενα στοιχεία εντός της ταχθείσης προθεσμίας. Από αυτούς τους παραγωγούς, μόνον δεκαέξι πώλησαν το εν λόγω προϊόν στην Κοινότητα κατά τη διάρκεια της ΠΕ. Η επιλογή του δείγματος έγινε σε διαβούλευση με τους εκπροσώπους των εταιρειών και των τουρκικών αρχών. Επετεύχθη συμφωνία σχετικά με δείγμα πέντε εταιρειών που κάλυπταν ποσοστό περίπου 80 % των συνολικών εξαγωγών του εν λόγω προϊόντος στην Κοινότητα κατά τη διάρκεια της ΠΕ. Επιπλέον, μεταξύ των εταιρειών που έκαναν πωλήσεις στην Κοινότητα, έξι εταιρείες που δεν περιλαμβάνονταν στο δείγμα ζήτησαν ατομική εξέταση. Λόγω του μεγάλου αριθμού αιτήσεων που υπερέβαιναν τον αριθμό των εταιρειών που είχαν επιλεγεί, κρίθηκε ότι η ατομική εξέταση θα απέβαινε υπερβολικά επαχθής κατά την έννοια του άρθρου 17 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού και μόνον δύο αιτήσεις έγιναν δεκτές.

3. Έρευνα

(8) Η Επιτροπή διαβίβασε ερωτηματολόγια σε όλους τους παραγωγούς της Κοινότητας που συμφώνησαν να συμπεριληφθούν στο δείγμα (πλήρες ερωτηματολόγιο στις οκτώ εταιρείες που περιλαμβάνονται στο δείγμα και ένα μικρό ερωτηματολόγιο που περιορίζεται σε ορισμένους μακροδείκτες στις έξι εταιρείες που δεν περιλαμβάνονται στο δείγμα, βλέπε παρακάτω το τμήμα που αφορά τη ζημία), σε όλους τους μη συνδεόμενους εισαγωγείς που αναγγέλθηκαν εντός της προθεσμίας που ορίστηκε στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας, στον μοναδικό γνωστό παραγωγό-εξαγωγέα στη Ρωσία, καθώς και σε όλους τους παραγωγούς-εξαγωγείς στην Τουρκία που έχουν συμπεριληφθεί στο δείγμα ή των οποίων η αίτηση για ατομική εξέταση έγινε δεκτή, καθώς και στις έντεκα ενώσεις εταιρειών που είναι γνωστό ότι είναι χρήστες του υπό εξέταση προϊόντος.

(9) Στο ερωτηματολόγιο απάντησαν οι οκτώ παραγωγοί της Κοινότητας που συμμετείχαν στη δειγματοληψία, οι έξι μη συνδεδεμένοι εισαγωγείς στην Κοινότητα, ένας παραγωγός-εξαγωγέας στη Ρωσία, που υπέβαλλε επίσης αίτηση για την αναγνώριση καθεστώτος οικονομίας της αγοράς (ΚΟΑ) και έξι παραγωγοί-εξαγωγείς στην Τουρκία. Ουδείς χρήστης απάντησε στο ερωτηματολόγιο.

(10) Η Επιτροπή αναζήτησε και επαλήθευσε όλες τις πληροφορίες που έκρινε απαραίτητες για τον προσδιορισμό της πρακτικής ντάμπινγκ, την εξ αυτής προκαλούμενης ζημίας και του συμφέροντος της Κοινότητας. Πραγματοποιήθηκαν επίσης επιτόπιοι έλεγχοι στις εγκαταστάσεις των ακόλουθων εταιρειών:

α) Επιλεγμένοι κοινοτικοί παραγωγοί:

- Voestalpine Krems GmbH, Krems/Donau, Αυστρία,

- SRW GmbH, Altensteig-Walddorf, Γερμανία,

- Arcelor Tubes France SA, Vincey, Γαλλία,

- ILVA SpA, Μιλάνο, Ιταλία,

- Marcegaglia SpA, Mantova, Ιταλία,

- Rautaruukki Oyj Metform, Ελσίνκι, Φινλανδία,

- Corus UK Ltd, Corby, Ηνωμένο Βασίλειο.

β) Επιλεγμένοι παραγωγοί-εξαγωγείς στην Τουρκία:

- Cayirova Boru San Ve Tic AS, Istanbul (συνδεδεμένη με την Yücel Boru Profil Endüstrisi AS),

- Yücel Boru Profil Endüstrisi AS, Istanbul (συνδεδεμένη με τη Cayirova Boru San Ve Tic AS),

- MMZ Onur Boru Profil Uretim, Istanbul,

- Ozdemir Sanayi Ve Tic Ltd, Eregli.

γ) Παραγωγοί-εξαγωγείς στην Τουρκία των οποίων η αίτηση για ατομική εξέταση έγινε δεκτή:

- Noksel Celik Boru Sanayi AS, Ankara,

- Guven Boru ve Profil Sanayi ve Ticaret Ltd, Istanbul.

δ) Παραγωγός-εξαγωγέας στη Ρωσία:

- JSC Severstal, Cherepovets.

(11) Πρέπει να σημειωθεί ότι, λόγω ανωτέρας βίας, μια από τις εταιρείες που επιλέχθηκε αρχικά στο δείγμα για την Τουρκία, η Toscelik Profil ve Sac, δεν ήταν σε θέση, τελικά, να παράσχει εγκαίρως όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες στις υπηρεσίες της Επιτροπής. Συνεπώς, η εν λόγω εταιρεία αποκλείστηκε τελικά από το δείγμα και δεν πραγματοποιήθηκε επίσκεψη σε αυτή, εντούτοις εξακολούθησε να θεωρείται συνεργαζόμενη.

4. Χρόνος έρευνας

(12) Η έρευνα για την πρακτική ντάμπινγκ και τη ζημία κάλυψε την περίοδο από την 1η Οκτωβρίου 2001 έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2002 (εφεξής "η περίοδος της έρευνας" ή "ΠΕ"). Η εξέταση των τάσεων που είχαν σχέση με τον προσδιορισμό της ζημίας κάλυψε την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 1998 έως το τέλος της περιόδου έρευνας (εφεξής η "εξεταζόμενη περίοδος").

Β. ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ

1. Γενικά

(13) Οι μορφοχάλυβες κοίλης διατομής συνίστανται σε συγκολλητούς σωλήνες κάθε είδους και είδη με καθορισμένη μορφή, κοίλα, τετραγωνικής ή ορθογωνίου διατομής, από σίδηρο ή χάλυβα, εξαιρουμένων εκείνων που κατασκευάζονται από ανοξείδωτο χάλυβα ή έχουν περίμετρο μεγαλύτερη από 600 mm, τα οποία κατατάσσονται επί του παρόντος στους κωδικούς ΣΟ ex 7306 60 31 (κωδικός Taric 7306 60 31 90 ) και ex 7306 60 39 (κωδικός Taric 7306 60 39 90 ).

(14) Οι μορφοχάλυβες κοίλης διατομής παράγονται σε ευρύ φάσμα διαστάσεων, πάχους, μήκους και κατηγοριών χάλυβα. Υπάρχουν, βασικά, δύο διαδικασίες παραγωγής. Οι μορφοχάλυβες κοίλης διατομής παράγονται με μόρφωση εν ψυχρώ ή εν θερμώ. Και τα δύο είδη χρησιμοποιούνται κυρίως στον τομέα των κατασκευών, μολονότι το δεύτερο είδος χρησιμοποιείται κανονικά για πιο απαιτητικές εφαρμογές (π.χ. ως φέροντα στοιχεία, στη μηχανική). Μεταξύ των μορφοχαλύβων κοίλης διατομής που έχουν παραχθεί εν ψυχρώ, το πιο συνηθισμένο είδος είναι οι "δομικοί", που χρησιμοποιούνται κυρίως στον τομέα των κατασκευών, αλλά που συναντώνται επίσης σε πολλές εφαρμογές (π.χ. κατασκευές, αποθήκευση, εξοπλισμός αγροκτημάτων, ρυμουλκά, φορτηγά, χερσαία μέσα μεταφοράς κ.λπ.). Αντίθετα, οι μορφοχάλυβες κοίλης διατομής "ακριβείας", που είναι γενικά μικρότερου μεγέθους, χρησιμοποιούνται σε δραστηριότητες τελικού καταναλωτή, όπως είναι η αυτοκινητοβιομηχανία, τα έπιπλα γραφείου και σχεδιασμού, τα εργαλεία κήπου και οι συσκευές για την φροντίδα του παιδιού. Όσον αφορά τον όγκο, οι "δομικοί" μορφοχάλυβες κοίλης διατομής είναι αυτοί που χρησιμοποιούνται περισσότερο.

2. Υπό εξέταση προϊόν

(15) Το εν λόγω προϊόν είναι μορφοχάλυβες κοίλης διατομής καταγωγής Ρωσίας και Τουρκίας ("το εν λόγω προϊόν").

(16) Η έρευνα έδειξε ότι όλα τα είδη του εν λόγω προϊόντος, παρά τις διαφορές στις μεθόδους παραγωγής, έχουν τα ίδια βασικά μορφολογικά και τεχνικά χαρακτηριστικά και χρησιμοποιούνται για τους ίδιους λόγους.

(17) Επομένως, όλοι οι τύποι του υπό εξέταση προϊόντος θεωρούνται προσωρινά ως ένα και το αυτό προϊόν για την παρούσα διαδικασία αντιντάμπινγκ.

3. Ομοειδές προϊόν

(18) Ορίζεται προσωρινά ότι οι μορφοχάλυβες κοίλης διατομής που παράγονται και πωλούνται από τη βιομηχανία της Κοινότητας στην Κοινοτική αγορά αποτελούν ομοειδές προϊόν κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού με τους μορφοχάλυβες που εξάγονται στην Κοινότητα καταγωγής των ενδιαφερόμενων χωρών. Παρομοίως, οι μορφοχάλυβες που παράγονται και πωλούνται στις ενδιαφερόμενες χώρες είναι όμοιοι με τους μορφοχάλυβες που εξάγονται στην Κοινότητα και είναι καταγωγής των ενδιαφερομένων χωρών.

Γ. ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

1. Γενική μέθοδος

(19) Η γενική μεθοδολογία που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό έχει εφαρμοστεί για όλους τους παραγωγούς-εξαγωγείς στην Τουρκία και για τον μοναδικό συνεργάτη-παραγωγό στη Ρωσία, του οποίου έγινε δεκτή η αίτηση για την αναγνώριση ΚΟΑ, όπως εξηγείται στις αιτιολογικές σκέψεις 34 έως 39. Επομένως, η έκθεση των συμπερασμάτων περί πρακτικής ντάμπινγκ για έκαστη από τις ενδιαφερόμενες χώρες περιγράφει μόνον την ειδική κατάσταση κάθε χώρας εξαγωγής.

Κανονική αξία

(20) Όσον αφορά τον καθορισμό της κανονικής αξίας, η Επιτροπή προσδιόρισε καταρχήν, για κάθε παραγωγό-εξαγωγέα, κατά πόσον οι συνολικές εγχώριες πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος ήταν αντιπροσωπευτικές σε σύγκριση με τις συνολικές εξαγωγικές πωλήσεις του στην Κοινότητα. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, οι εγχώριες πωλήσεις θεωρήθηκαν αντιπροσωπευτικές στις περιπτώσεις που, για καθέναν από τους παραγωγούς-εξαγωγείς, ο συνολικός όγκος των εγχώριων πωλήσεων αντιστοιχούσε τουλάχιστον στο 5 % του συνολικού όγκου των εξαγωγικών πωλήσεων στην Κοινότητα.

(21) Στη συνέχεια, η Επιτροπή προσδιόρισε τους τύπους των μορφοχαλύβων κοίλης διατομής που πωλούνται στην εγχώρια αγορά από τις εταιρείες που πραγματοποιούν αντιπροσωπευτικές εγχώριες πωλήσεις οι οποίοι ήσαν πανομοιότυποι ή άμεσα συγκρίσιμοι με τους τύπους που πωλούνται για εξαγωγή στην Κοινότητα.

(22) Για κάθε τύπο προϊόντος που πωλήθηκε από τους παραγωγούς-εξαγωγείς στις εγχώριες αγορές τους, ο οποίος αποδείχθηκε ότι ήταν άμεσα συγκρίσιμος με τον τύπο μορφοχαλύβων κοίλης διατομής που πωλήθηκαν προς εξαγωγή στην Κοινότητα, διαπιστώθηκε κατά πόσον οι εγχώριες πωλήσεις ήταν επαρκώς αντιπροσωπευτικές για τους σκοπούς του άρθρου 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Οι εγχώριες πωλήσεις ενός ειδικού τύπου μορφοχαλύβων κοίλης διατομής θεωρήθηκαν αρκετά αντιπροσωπευτικές όταν, κατά την περίοδο έρευνας, ο συνολικός όγκος των εγχώριων πωλήσεων του εν λόγω τύπου αντιπροσώπευε 5 % ή περισσότερο του συνολικού όγκου πωλήσεων του συγκρίσιμου τύπου μορφοχαλύβων κοίλης διατομής που εξήχθη στην Κοινότητα.

(23) Επίσης, εξετάστηκε αν μπορούσε να θεωρηθεί ότι οι εγχώριες πωλήσεις κάθε τύπου μορφοχαλύβων κοίλης διατομής πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο συνήθων εμπορικών πράξεων, προσδιορίζοντας την αναλογία των επικερδών πωλήσεων του εν λόγω τύπου σε ανεξάρτητους πελάτες. Στις περιπτώσεις που ο όγκος πωλήσεων μορφοχαλύβων κοίλης διατομής, που διατέθηκαν σε καθαρή τιμή πώλησης ίση ή μεγαλύτερη από το υπολογισθέν κόστος παραγωγής αντιπροσώπευε τουλάχιστον το 80 % του συνολικού όγκου των πωλήσεων και όταν η μέση σταθμισμένη τιμή αυτού του τύπου ήταν ίση ή ανώτερη του κόστους παραγωγής, η κανονική αξία βασίστηκε στην πραγματική εγχώρια τιμή, η οποία υπολογίστηκε ως ο σταθμισμένος μέσος όρος των τιμών όλων των εγχωρίων πωλήσεων που πραγματοποιήθηκαν κατά την περίοδο έρευνας, ανεξαρτήτως του αν οι εν λόγω πωλήσεις ήσαν επικερδείς ή όχι. Στις περιπτώσεις που ο όγκος επικερδών πωλήσεων μορφοχαλύβων κοίλης διατομής αντιπροσώπευε 80 % ή λιγότερο του συνολικού όγκου των πωλήσεων αυτού του τύπου και όταν η μέση σταθμισμένη τιμή αυτού του τύπου ήταν κατώτερη του κόστους παραγωγής, η κανονική αξία βασίστηκε στην πραγματική εγχώρια τιμή, η οποία υπολογίστηκε ως ο σταθμισμένος μέσος όρος των επικερδών πωλήσεων αυτού του τύπου μόνον, δεδομένου ότι οι πωλήσεις αυτές αντιπροσώπευαν ποσοστό τουλάχιστον 10 % του συνολικού όγκου πωλήσεων αυτού του τύπου.

(24) Στις περιπτώσεις που ο όγκος επικερδών πωλήσεων κάθε είδους μορφοχαλύβων κοίλης διατομής αντιπροσώπευε λιγότερο από 10 % επί του συνόλου των πωλήσεων αυτού του είδους, θεωρήθηκε ότι αυτός ο συγκεκριμένος τύπος πωλήθηκε σε ανεπαρκείς ποσότητες ώστε η εγχώρια τιμή να αποτελεί κατάλληλη βάση για τον καθορισμό της κανονικής τιμής.

(25) Όταν οι εγχώριες τιμές ενός συγκεκριμένου τύπου μορφοχαλύβων που πώλησε παραγωγός-εξαγωγέας δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τον καθορισμό της κανονικής αξίας, εφαρμόστηκε διαφορετική μέθοδος. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή χρησιμοποίησε τις τιμές του υπό εξέταση προϊόντος που χρέωνε άλλος παραγωγός στην εγχώρια αγορά, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού. Στις περιπτώσεις που αυτό δεν ήταν εφικτό, χρησιμοποιήθηκε η κατασκευασμένη κανονική αξία, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού.

(26) Σε όλες τις περιπτώσεις όπου χρησιμοποιήθηκε η κατασκευασμένη κανονική αξία και σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, η κανονική αξία κατασκευάστηκε με την προσθήκη στο κόστος παρασκευής των εξαγόμενων τύπων, το οποίο προσαρμόστηκε όπου κρίθηκε απαραίτητο, εύλογου ποσοστού για τα έξοδα πώλησης, τα γενικά και διοικητικά έξοδα ("ΠΓΔΕ") και εύλογου περιθωρίου κέρδους. Σε όλες τις περιπτώσεις τα έξοδα ΠΓΔΕ και το κέρδος ορίστηκαν σύμφωνα με τις μεθόδους που προβλέπονται στο άρθρο 2 παράγραφο 6 του βασικού κανονισμού.

Tιμή εξαγωγής

(27) Σε όλες τις περιπτώσεις που το υπό εξέταση προϊόν εξήχθη σε ανεξάρτητους πελάτες στην Κοινότητα, η τιμή εξαγωγής καθορίστηκε σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού, ήτοι, με βάση τις πράγματι καταβληθείσες ή καταβλητέες τιμές εξαγωγής.

(28) Στην περίπτωση που πραγματοποιήθηκαν πωλήσεις μέσω συνδεόμενου εισαγωγέα, η τιμή εξαγωγής προσδιορίστηκε βάσει των τιμών μεταπώλησης σε ανεξάρτητους πελάτες. Έγιναν προσαρμογές για όλες τις δαπάνες που γεννώνται μεταξύ εισαγωγής και μεταπώλησης από τον εν λόγω εισαγωγέα, περιλαμβανομένων των δαπανών ΠΓΔΕ και ενός εύλογου περιθωρίου κέρδους, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού.

Σύγκριση

(29) Για λόγους ορθής σύγκρισης μεταξύ της κανονικής αξίας και της τιμής εξαγωγής, έγιναν οι απαραίτητες προσαρμογές για να ληφθούν υπόψη οι διαφορές που επηρεάζουν τη δυνατότητα σύγκρισης των τιμών, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού. Έγιναν οι κατάλληλες προσαρμογές σε όλες τις περιπτώσεις που θεωρήθηκαν εύλογες, επαληθεύσιμες και υποστηριζόμενες από επαληθευμένα στοιχεία.

Περιθώριo ντάμπινγκ

(30) Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 11 του βασικού κανονισμού, για κάθε παραγωγό-εξαγωγέα η μέση σταθμισμένη κανονική αξία συγκρίθηκε με τη μέση σταθμισμένη τιμή εξαγωγής.

(31) Όσον αφορά τις μη συνεργασθείσες εταιρείες, καθορίστηκε "υπολειπόμενο" περιθώριο ντάμπινγκ με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία σύμφωνα με το άρθρο 18 του βασικού κανονισμού.

(32) Όσον αφορά τις χώρες με υψηλό βαθμό συνεργασίας και όπου δεν μπορούσε να θεωρηθεί ότι υπήρξαν παραγωγοί-εξαγωγείς που δεν συνεργάστηκαν στην έρευνα, αποφασίστηκε να καθοριστεί περιθώριο υπόλοιπου δασμού ντάμπινγκ στο επίπεδο του υψηλότερου περιθωρίου ντάμπινγκ για μια συνεργασθείσα εταιρεία ώστε να εξασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα των μέτρων.

(33) Στις περιπτώσεις που, όσον αφορά κάποια χώρα, ο βαθμός συνεργασίας ήταν ανεπαρκής, το υπόλοιπο περιθωρίου ντάμπινγκ καθορίστηκε με βάση τις εξαγωγές στην Κοινότητα αντιπροσωπευτικών ποσοτήτων του υπό εξέταση προϊόντος με το υψηλότερο ντάμπινγκ. Η προσέγγιση αυτή θεωρήθηκε απαραίτητη ώστε να μην επιβραβευθεί η άρνηση συνεργασίας και επειδή δεν υπήρχαν λόγοι για τους οποίους μπορούσε να θεωρηθεί ότι μια μη συνεργασθείσα εταιρεία είχε ασκήσει πρακτική ντάμπινγκ σε χαμηλότερο επίπεδο.

2. Ρωσία

Καθεστώς οικονομίας αγοράς

(34) Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού, στην περίπτωση έρευνας αντιντάμπινγκ σχετικά με τις εισαγωγές καταγωγής Ρωσίας, η κανονική αξία καθορίζεται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως 6 του άρθρου 2, για τους παραγωγούς που μπορούν να αποδείξουν ότι πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ), δηλαδή ότι οι συνθήκες οικονομίας της αγοράς υπερισχύουν όσον αφορά την παραγωγή και την πώληση του υπό εξέταση προϊόντος.

(35) Μόνον μια ρωσική εταιρεία, η JSC Severstal, αναγγέλθηκε εντός της ταχθείσης προθεσμίας και ζήτησε να της αναγνωριστεί ΚΟΑ σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού, απαντώντας στο ειδικό έντυπο αίτησης ΚΟΑ για τους παραγωγούς-εξαγωγείς.

(36) Για να της αναγνωριστεί ΚΟΑ, η εν λόγω εταιρεία έπρεπε να αποδείξει ότι υπόκειται σε συνθήκες οικονομίας της αγοράς.

(37) Η Επιτροπή αναζήτησε όλες τις πληροφορίες που κρίθηκαν απαραίτητες και επαλήθευσε επιτόπου όλες τις πληροφορίες που υποβλήθηκαν στο πλαίσιο των αιτήσεων για την αναγνώριση καθεστώτος οικονομίας της αγοράς στις εγκαταστάσεις της υπό εξέταση επιχείρησης.

(38) Εξακριβώθηκε ότι οι αποφάσεις της σχετικά με τις τιμές και το κόστος, λαμβάνονταν χωρίς ιδιαίτερη ανάμειξη του κράτους κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) και ότι το κόστος και οι τιμές αντανακλούσαν τις αξίες της αγοράς. Οι λογαριασμοί της επιχείρησης αυτής ελέγχθηκαν από ανεξάρτητους φορείς, σύμφωνα με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα και το κόστος παραγωγής, καθώς και η χρηματοοικονομική τους κατάσταση δεν παρουσίαζαν σημαντικές στρεβλώσεις οφειλόμενες στη μετάβαση από ένα καθεστώς ελεγχόμενης οικονομίας. Εξακριβώθηκε επίσης ότι η εταιρεία υπόκειται σε νομοθεσία περί πτωχεύσεως και ιδιοκτησιακού καθεστώτος, η οποία εγγυάται ασφάλεια δικαίου και λειτουργική σταθερότητα και ο καθορισμός των συναλλαγματικών ισοτιμιών γίνεται με τιμές αγοράς.

(39) Εξήχθη συνεπώς το συμπέρασμα ότι η JSC Severstal πληροί τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού και συνεπώς είναι δυνατόν να της αναγνωριστεί ΚΟΑ. Ζητήθηκε η γνώμη της συμβουλευτικής επιτροπής η οποία δεν προέβαλε αντίρρηση ως προς τα συμπεράσματα της Επιτροπής.

Κανονική αξία

(40) Ζητήθηκε από την JSC Severstal να απαντήσει σε πλήρες ερωτηματολόγιο περιλαμβάνοντας πληροφορίες σχετικά με τις εγχώριες πωλήσεις και το κόστος της παραγωγής του εν λόγω προϊόντος. Όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 10, η απάντηση αυτή εξακριβώθηκε στις εγκαταστάσεις της εταιρείας.

(41) Η κανονική αξία καθορίστηκε όπως περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 20 έως 26, δηλαδή, είτε με βάση τις καταβλητέες ή καταβληθείσες τιμές, κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις, από ανεξάρτητους πελάτες στην εγχώρια αγορά σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, είτε κατασκευάστηκε σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού για τον τύπο του υπό εξέταση προϊόντος που πωλήθηκε στην Κοινότητα.

Τιμές εξαγωγής

(42) Σύμφωνα με την έρευνα, οι εξαγωγές του ρώσου εξαγωγέα-παραγωγού έγιναν απευθείας σε μη συνδεδεμένους πελάτες στην Κοινότητα και μέσω συνδεδεμένης εταιρείας με έδρα στην Ελβετία. Συνεπώς, η τιμή εξαγωγής καθορίστηκε σύμφωνα με τη μεθοδολογία που εξηγείται στις αιτιολογικές σκέψεις 27 και 28, δηλαδή, αντίστοιχα, είτε με βάση τις πράγματι καταβληθείσες ή καταβλητέες τιμές εξαγωγής, είτε με βάση μια κατασκευασμένη τιμή εξαγωγής σύμφωνα με την τιμή μεταπώλησης στον πρώτο ανεξάρτητο πελάτη στην Κοινότητα.

(43) Στη δεύτερη περίπτωση, έγιναν προσαρμογές για όλες τις συναφείς δαπάνες που γεννώνται από τον συνδεδεμένο εισαγωγέα, περιλαμβανομένων των δαπανών ΠΓΔΕ και ενός εύλογου περιθωρίου κέρδους, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού.

Σύγκριση

(44) Η σύγκριση πραγματοποιήθηκε σε τιμές "εκ του εργοστασίου" και στο ίδιο επίπεδο εμπορίου. Για να εξασφαλιστεί ορθή σύγκριση, ελήφθησαν υπόψη, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού, οι διαφορές στους παράγοντες οι οποίοι, κατά τους ισχυρισμούς και όπως αποδείχτηκε, επηρεάζουν τις τιμές και τη δυνατότητα σύγκρισης των τιμών. Στη βάση αυτή, έγιναν προσαρμογές για να ληφθούν υπόψη οι διαφορές στο κόστος μεταφοράς, στο στάδιο εμπορίας, ασφάλειας, διεκπεραίωσης, φορτοεκφόρτωσης και παρεπομένων εξόδων, πιστωτικού κόστους, προμηθειών και επιβαρύνσεων όσον αφορά τις εισαγωγές.

Περιθώριο ντάμπινγκ για τη συνεργαζόμενη εταιρεία

(45) Η μέση σταθμισμένη κανονική αξία κάθε τύπου του υπό εξέταση προϊόντος που εξάγεται στην Κοινότητα, συγκρίθηκε με τη μέση σταθμισμένη τιμή εξαγωγής κάθε αντίστοιχου τύπου του υπό εξέταση προϊόντος, όπως προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος11 του βασικού κανονισμού.

(46) Με βάση τα προαναφερόμενα, το προσωρινό περιθώριο ντάμπινγκ, εκφρασμένο ως ποσοστό της τιμής εισαγωγής cif στα σύνορα της Κοινότητας είναι 9,5 %.

Υπολειπόμενο περιθώριο ντάμπινγκ

(47) Λόγω του αποδεδειγμένα υψηλού επιπέδου συνεργασίας της Ρωσίας, ποσοστού ύψους περίπου 90 % και ελλείψει ενδείξεων ότι κάποιος εξαγωγέας-παραγωγός αρνήθηκε να συνεργαστεί, το υπολειπόμενο περιθώριο ντάμπινγκ ορίζεται στο επίπεδο του περιθωρίου που έχει οριστεί για τη μοναδική συνεργαζόμενη εταιρεία, δηλαδή 9,5 % της τιμής εισαγωγής cif στα σύνορα της Κοινότητας.

3. Toυρκία

(48) Όπως εξηγήθηκε στις αιτιολογικές σκέψεις 4 και 7 και δεδομένου του μεγάλου αριθμού παραγωγών-εξαγωγέων στην Τουρκία, εφαρμόστηκε η πρακτική της δειγματοληψίας. Οι εταιρείες που επιλέχθηκαν για το δείγμα είναι οι ακόλουθες:

- Cayirova Boru San Ve Tic AS, Istanbul,

- Yücel Boru Profil Endüstrisi AS, Istanbul,

- Özdemir Boru Profil San.ve Ticaret AS, Eregli,

- Toscelik Profil ve Sac. Endüstrisi AS, Iskenderun,

- MMZ Onur Boru Profil Uretim, Istanbul.

(49) Όπως αναφέρθηκε στην αιτιολογική σκέψη 11, πρέπει να σημειωθεί ότι η εταιρεία Toscelik Profil ve Sac δεν ήταν σε θέση, τελικά, να παράσχει εγκαίρως όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες στις υπηρεσίες της Επιτροπής. Συνεπώς, η εν λόγω εταιρεία αποκλείστηκε τελικά από το δείγμα, εντούτοις, για τους λόγους που περιλαμβάνονται στην αιτιολογική σκέψη 11, εξακολούθησε να θεωρείται συνεργαζόμενη.

(50) Πραγματοποιήθηκε ατομική επίσκεψη στις ακόλουθες εταιρείες:

- Noksel Celik Boru Sanayi AS, Ankara,

- Guven Boru ve Profil Sanayi ve Ticaret Ltd, Istanbul.

(51) Οι ακόλουθες εταιρείες δεν επιλέχθηκαν αλλά συμφώνησαν να συνεργαστούν:

- Goktas Yassi Hadde Mamülleri Sanayi ve Ticaret AS, Gebze-Kocaeli,

- Yasan Yassi Metal San. Tic. AS, Istanbul,

- Boral Boru Profil San. ve Tic. Ltd, Istanbul,

- Umran Celik Boru Sanayii AS, Istanbul,

- Borusan Birlesik Boru Fabrikalari AS, Istanbul,

- Mannesmann Boru Endustrisi AS, Istanbul,

- Erbosan Erciyas Boru Sanayii ve Ticaret AS, Kayseri,

- Borutas Boru Sanayii ve Ticaret AS, Adapazari

- Cinar Boru Profil San. Tic. Ltd STI, Eregli,

- Sevil Boru-Profil Sanayii ve Ticaret AS, Istanbul

- Özborsan Boru San.ve Ticaret AS, Istanbul.

Κανονική αξία

(52) Λόγω του υψηλού πληθωρισμού στην Τουρκία, ύψους περίπου 45 % το 2002, η Επιτροπή καθόρισε την κανονική αξία σε μηνιαία βάση για τους τύπους του υπό εξέταση προϊόντος οι οποίοι ήταν άμεσα συγκρίσιμοι με τους τύπους των μορφοχαλύβων κοίλης διατομής που εξήχθησαν στην Κοινότητα. Στις περιπτώσεις που δεν υπήρχαν πωλήσεις ή αντιπροσωπευτικές πωλήσεις συγκρίσιμων τύπων μορφοχαλύβων κοίλης διατομής στην εγχώρια αγορά, ή όταν οι μηνιαίες εγχώριες πωλήσεις δεν πραγματοποιούνταν κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις, η Επιτροπή χρησιμοποίησε τις μέσες τιμές άλλων εξαγωγέων-παραγωγών στην εγχώρια αγορά της χώρας εξαγωγής ως βάση για τον καθορισμό της κανονικής αξίας. Μόνο στις περιπτώσεις που οι ίδιοι τύποι μορφοχαλύβων κοίλης διατομής δεν συναντώνταν στις πωλήσεις άλλων εξαγωγέων-παραγωγών στην εγχώρια αγορά της χώρας εξαγωγής, η κανονική αξία κατασκευάστηκε σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού. Για πέντε συνεργαζόμενους παραγωγούς-εξαγωγείς, χρησιμοποιήθηκε το δικό τους κόστος παραγωγής καθώς και τα έξοδα ΠΓΔΕ και τα κέρδη των εταιρειών. Για μια εταιρεία, δεδομένου ότι οι συνολικές εγχώριες πωλήσεις της όσον αφορά το εν λόγω προϊόν δεν ήταν αντιπροσωπευτικές σε σύγκριση με το σύνολο των πωλήσεων εξαγωγής της στην Κοινότητα, η Επιτροπή χρησιμοποίησε τις τιμές άλλων εξαγωγέων-παραγωγών στην εγχώρια αγορά της χώρας εξαγωγής ως βάση για τον καθορισμό της κανονικής αξίας.

Tιμή εξαγωγής

(53) Η τιμή εξαγωγής των προϊόντων καταγωγής Τουρκίας βασίζεται σε πωλήσεις εξαγωγής που γίνονται απευθείας σε ανεξάρτητους πελάτες στην Κοινότητα και καθορίζεται συνεπώς σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού.

Σύγκριση

(54) Έγιναν προσαρμογές όπου ήταν απαραίτητο για να ληφθούν υπόψη οι εκπτώσεις, οι μειώσεις, τα έξοδα μεταφοράς, διεκπεραίωσης, φόρτωσης και εκφόρτωσης, τα παρεπόμενα έξοδα (τραπεζικά έξοδα), το κόστος ασφάλισης και το πιστωτικό κόστος.

Περιθώριo ντάμπινγκ

(55) Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 11 του βασικού κανονισμού, για κάθε παραγωγό-εξαγωγέα η μηνιαία μέση σταθμισμένη κανονική αξία συγκρίθηκε με τη μηνιαία μέση σταθμισμένη τιμή εξαγωγής.

1. Συνεργαζόμενοι παραγωγοί-εξαγωγείς που συνεργάστηκαν στη δειγματοληψία και παραγωγοί-εξαγωγείς των οποίων η αίτηση για ατομική εξέταση έγινε δεκτή

(56) Αποτελεί πάγια πρακτική της Επιτροπής να καθορίζει ένα περιθώριο ντάμπινγκ για τους συνδεδεμένους παραγωγούς-εξαγωγείς, προκειμένου να αποκλείσει την πιθανότητα οι μελλοντικές εξαγωγές στην Κοινότητα να διοχετεύονται μέσω των εταιρειών με το χαμηλότερο περιθώριο.

(57) Τα προσωρινά περιθώρια ντάμπινγκ, εκφρασμένα ως ποσοστό της τιμής εισαγωγής cif στα σύνορα της Κοινότητας είναι τα εξής:

- Özdemir Boru Profil San.ve Ticaret AS, Eregli: 14,7 %,

- MMZ Onur Boru Profil Uretim, Istanbul: 14,4 %,

- Guven Boru ve Profil Sanayi ve Ticaret Ltd, Istanbul: 6,4 %,

- Noksel Celik Boru Sanayi AS, Ankara: 5,3 %,

- Yücel Boru Profil Endüstrisi AS Istanbul: 4,2 %,

- Cayirova Boru San Ve Tic AS, Istanbul: 4,2 %.

2. Άλλοι συνεργασθέντες εξαγωγείς-παραγωγοί που δεν συμπεριελήφθησαν στο δείγμα

(58) Για να καθοριστεί το περιθώριο ντάμπινγκ που πρέπει να εφαρμοσθεί στους συνεργασθέντες τούρκους παραγωγούς που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, η Επιτροπή υπολόγισε μέσο σταθμισμένο περιθώριο ντάμπινγκ για τους παραγωγούς που επελέγησαν για τη δειγματοληψία, όπως ορίζει το άρθρο 9 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού.

(59) Η πρακτική αυτή είχε ως αποτέλεσμα μέσο σταθμισμένο περιθώριο ντάμπινγκ 6,4 % για τις ακόλουθες εταιρείες:

- Goktas Yassi Hadde Mamülleri Sanayi ve Ticaret AS, Gebze-Kocaeli,

- Yasan Yassi Metal San. Tic. AS, Istanbul,

- Boral Boru Profil San. ve Tic. Ltd, Istanbul,

- Umran Celik Boru Sanayii A.S, Istanbul,

- Borusan Birlesik Boru Fabrikalari AS, Istanbul,

- Mannesmann Boru Endustrisi AS, Istanbul,

- Erbosan Erciyas Boru Sanayii ve Ticaret AS, Kayseri,

- Borutas Boru Sanayii ve Ticaret AS, Adapazari,

- Cinar Boru Profil San. Tic. Ltd STI, Eregli,

- Sevil Boru-Profil Sanayii ve Ticaret AS, Istanbul,

- Toscelik Profil ve Sac. Endόstrisi AS, Iskenderun,

- Özborsan Boru San.ve Ticaret AS, Istanbul.

3. Μη συνεργασθείσες εταιρείες

(60) Το επίπεδο συνεργασίας της Τουρκίας ήταν υψηλό και το υπολειπόμενο προσωρινό περιθώριο ντάμπινγκ καθορίστηκε στο επίπεδο του υψηλότερου περιθωρίου ντάμπινγκ για συνεργαζόμενη εταιρεία, δηλαδή 14,7 %.

Δ. ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΣ ΚΛΑΔΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

1. Συνολική παραγωγή στην Κοινότητα

(61) Στην Κοινότητα, το υπό εξέταση προϊόν κατασκευάζεται από δεκατέσσερις παραγωγούς εγκατεστημένους στην Αυστρία, στο Βέλγιο, στη Γερμανία, στην Ελλάδα, στη Γαλλία, στη Φινλανδία, στην Ιταλία, στο Λουξεμβούργο, στις Κάτω Χώρες, στην Ισπανία και στο Ηνωμένο Βασίλειο, για λογαριασμό των οποίων υποβλήθηκε η καταγγελία από δώδεκα άλλους παραγωγούς. Θεωρείται ότι και οι 26 ανωτέρω παραγωγοί συνιστούν τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού.

2. Ορισμός του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(62) Όπως προβλέπεται στην προαναφερόμενη ανακοίνωση σχετικά με την έναρξη της διαδικασίας, επιλέχθηκε δείγμα από οκτώ εταιρείες(5) μεταξύ των δεκατεσσάρων κοινοτικών παραγωγών που υπέβαλαν καταγγελία. Οι εταιρείες αυτές συνεργάστηκαν πλήρως στη διαδικασία της έρευνας. Η επιλογή του δείγματος έγινε από την Επιτροπή καταρχήν βάσει του μεγέθους των σχετικών παραγωγών της Κοινότητας όσον αφορά τον όγκο παραγωγής και πωλήσεων. Επιπλέον, καταβλήθηκε προσοχή στο κριτήριο της γεωγραφικής κάλυψης, ώστε να υπάρξει γεωγραφικά ισορροπημένη εικόνα του σχετικού κλάδου.

(63) Ενημερωτικά, οι οκτώ επιλεγμένοι κοινοτικοί παραγωγοί αντιπροσωπεύουν από μόνοι τους το 54 % της συνολικής κοινοτικής παραγωγής, το 69 % της παραγωγής του κοινοτικού κλάδου και κατά τη διάρκεια της ΠΕ είχαν μερίδιο της αγοράς ύψους 47 %.

(64) Θεωρείται συνεπώς ότι οι δεκατέσσερις καταγγέλλοντες κοινοτικοί παραγωγοί (δηλαδή τόσο οι οκτώ επιλεγμένοι κοινοτικοί παραγωγοί όσο και οι έξι μη επιλεγμένοι αλλά που υποστηρίζουν το αίτημα) πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 5 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού, δεδομένου ότι αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο τμήμα της συνολικής κοινοτικής παραγωγής του υπό εξέταση προϊόντος, ήτοι, το 80 %. Οι δεκατέσσερις καταγγέλλοντες κοινοτικοί παραγωγοί θεωρείται συνεπώς ότι αποτελούν τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 και του άρθρου 5 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού και καλούνται εφεξής "κοινοτικός κλάδος παραγωγής".

Ε. ΖΗΜΙΑ

1. Κοινοτική κατανάλωση

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

(65) Τα στοιχεία περί κατανάλωσης στην Κοινότητα καθορίστηκαν με βάση τους όγκους πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου στην κοινοτική αγορά, τους όγκους των πωλήσεων των άλλων κοινοτικών παραγωγών στην κοινοτική αγορά και σε στοιχεία της Eurostat για όλες τις εισαγωγές από την ΕΕ, δεόντως προσαρμοσμένα όπου αυτό ενδείκνυται.

(66) Στη βάση αυτή, μεταξύ του 1998 και της περιόδου έρευνας, η κοινοτική κατανάλωση του υπό εξέταση προϊόντος στην Κοινότητα αυξήθηκε κατά 6 %. Ειδικότερα, αυξήθηκε κατά 8 % μεταξύ 1998 και 1999 και παρέμεινε αρκετά σταθερή στο ίδιο επίπεδο έως το 2001. Μεταξύ του 2001 και της ΠΕ, μειώθηκε κατά 3 %. Καθώς το εν λόγω προϊόν χρησιμοποιείται κυρίως στους τομείς της μηχανικής και των κατασκευών, η εξέλιξη της κατανάλωσης πρέπει να θεωρηθεί με βάση την αύξηση της δραστηριότητας στην οικονομία της Κοινότητας γενικά και ειδικότερα στον κλάδο των κατασκευών.

2. Μη σώρευση των εισαγωγών από τη Ρωσία από τις εισαγωγές από την Τουρκία

(67) Η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσον οι εισαγωγές του εν λόγω προϊόντος καταγωγής Ρωσίας και Τουρκίας θα πρέπει να εκτιμηθούν σωρευτικά σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού. Το περιθώριο ντάμπινγκ που καθορίζεται σε σχέση με τις εισαγωγές από τη Ρωσία και την Τουρκία ήταν παραπάνω από το ελάχιστο όριο, όπως ορίζεται στο άρθρο 9 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού.

(68) Όσον αφορά τους όρους ανταγωνισμού, η έρευνα έδειξε ότι το υπό εξέταση προϊόν που εισάγεται από τη Ρωσία και την Τουρκία και τα προϊόντα που παράγονται από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, εξεταζόμενα για κάθε τύπο χωριστά, ήταν ομοειδή ως προς όλα τα βασικά φυσικά και τεχνικά χαρακτηριστικά τους. Επιπλέον, με βάση τα παραπάνω, τα προϊόντα αυτά ήταν εναλλάξιμα και πωλήθηκαν στην Κοινότητα κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου, κυρίως μέσω συγκρίσιμων δικτύων πωλήσεων (π.χ., εμπόρων). Επομένως, τα υπό εξέταση εισαγόμενα προϊόντα θεωρήθηκαν ανταγωνιστικά μεταξύ τους και με τα προϊόντα που παράγονταν στην Κοινότητα.

(69) Η Επιτροπή αξιολόγησε εάν ήταν αμελητέος ο όγκος των εισαγωγών από καθεμιά από τις χώρες αυτές. Κατά τη διάρκεια της ΠΕ, η κατανάλωση, όπως ορίστηκε παραπάνω, ανήλθε σε 2720000 τόνους. Κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου, οι εξαγωγές του εν λόγω προϊόντος της Ρωσίας στην Κοινότητα ανήλθαν, σύμφωνα με τη Eurostat, σε περίπου 26000 τόνους. Στο ποσό αυτό πρέπει να προστεθούν περίπου 1000 τόνοι επιπλέον, καθώς κατά τη διάρκεια της επίσκεψης εξακρίβωσης διαπιστώθηκε ότι ο συνεργαζόμενος ρώσος εξαγωγέας είχε δηλώσει τις πωλήσεις του εν λόγω προϊόντος σε μια θέση του προϋπολογισμού που δεν ενέπιπτε στο πεδίο εφαρμογής της διαδικασίας. Θεωρείται συνεπώς προσωρινά ότι η Ρωσία εξήγαγε κατά τι λιγότερους από 27000 τόνους του εν λόγω προϊόντος στην Κοινότητα, που την τοποθετεί κάτω από το ελάχιστο ("de minimis" ) όριο. Συνεπώς, θεωρείται ότι δεν πρέπει να επιβληθούν προσωρινά μέτρα στις εισαγωγές καταγωγής Ρωσίας. Ωστόσο, η διαδικασία πρέπει να παραμείνει ανοιχτή και το θέμα να διερευνηθεί περαιτέρω ώστε να προσδιοριστεί οριστικά.

3. Εισαγωγές καταγωγής Τουρκίας ("ενδιαφερόμενη χώρα")

Όγκος

(70) Ο όγκος των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος από την Τουρκία στην Κοινότητα αυξήθηκε κατά 30 % από το 1998 μέχρι την ΠΕ. Συγκεκριμένα, οι εισαγωγές από την Τουρκία παρέμειναν σχετικά σταθερές μεταξύ 1998 και 1999. Ακολούθως αυξήθηκαν απότομα κατά 43 % μεταξύ 1999 και 2000 από 135357 σε 195331 τόνους. Μεταξύ 2000 και 2001, μειώθηκαν κατά 8 % και κατά 2 % επιπλέον μεταξύ 2001 και της ΠΕ.

Mερίδιο αγοράς

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

(71) Το μερίδιο αγοράς που κατείχαν οι πέντε ενδιαφερόμενες χώρες αυξήθηκε κατά 1,3 ποσοστιαίες μονάδες κατά την εξεταζόμενη περίοδο, από το 5,4 % σε 6,7 %. Αρχικά μειώθηκε κατά 0,5 ποσοστιαίες μονάδες μεταξύ 1998 και 1999 και έπειτα αυξήθηκε κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες στο 6,9 % το 2000 πριν μειωθεί ελαφρά στο 6,7 % κατά την ΠΕ.

(72) Πρέπει να σημειωθεί ότι κατά το χρονικό διάστημα 1998-ΠΕ, η αύξηση των εισαγωγών και των μεριδίων αγοράς της ενδιαφερόμενης χώρας συνέπεσε με αύξηση της κατανάλωσης κατά 6 %. Ένα άλλο στοιχείο που πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι το γεγονός ότι οι τούρκοι παραγωγοί του εν λόγω προϊόντος έχουν σημαντικά κέρδη στην εσωτερική τους αγορά. Υπό αυτές τις συνθήκες, οι όγκοι που εξάγονται εξαρτώνται άμεσα από τους όγκους που μπορεί να απορροφήσει η εσωτερική αγορά της Τουρκίας. Για το λόγο αυτό, οι όγκοι εξαγωγής της Τουρκίας και το μερίδιο της αγοράς παρουσιάζουν σε βάθος χρόνου αυτή τη σχετικά ακανόνιστη συμπεριφορά.

Τιμές

α) Εξέλιξη των τιμών

(73) Μεταξύ 1998 και ΠΕ, ο μέσος όρος τιμών cif στις εισαγωγές του εν λόγω προϊόντος καταγωγής Τουρκίας μειώθηκε καταρχήν από 331 ευρώ ανά τόνο το 1998 σε 283 ευρώ ανά τόνο το 1999, αλλά αυξήθηκε εκ νέου σε 370 ευρώ ανά τόνο το 2000, μειώθηκε σε 310 ευρώ ανά τόνο το 2001 και κατέληξε τελικά λίγο χαμηλότερα από ό,τι το 1998 σε επίπεδο 314 ευρώ ανά τόνο κατά τη διάρκεια της ΠΕ. Ο μέσος όρος τιμών μειώθηκε κατά 14 % μεταξύ 1998 και 1999 ύστερα από τη μείωση των τιμών στην κύρια πρώτη ύλη (πλατέων προϊόντων έλασης), πριν να αυξηθεί εκ νέου κατά 26 % μεταξύ 1999 και 2000. Το 2001, μειώθηκε και πάλι κατά 18 % και παρέμεινε στην ουσία σταθερός στο ίδιο επίπεδο κατά τη διάρκεια της ΠΕ.

β) Πωλήσεις σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές

(74) Έγινε σύγκριση μεταξύ συγκρίσιμων μοντέλων του εν λόγω προϊόντος μεταξύ των μέσων όρων τιμών πώλησης στην Κοινότητα, εξαγωγέων-παραγωγών και κοινοτικού κλάδου. Για το λόγο αυτό οι τιμές εκ του εργοστασίου του κοινοτικού κλάδου σε μη συνδεδεμένους πελάτες, αφού αφαιρέθηκαν όλες οι εκπτώσεις και οι φόροι, συγκρίθηκαν με τις τιμές cif στα σύνορα της Κοινότητας των εξαγωγέων-παραγωγών της Τουρκίας, δεόντως προσαρμοσμένες για να ληφθεί υπόψη το κόστος εισαγωγής και στο ίδιο στάδιο εμπορίας. Η σύγκριση έδειξε ότι κατά τη διάρκεια της ΠΕ τα εν λόγω προϊόντα καταγωγής Τουρκίας πωλήθηκαν στην Κοινότητα σε τιμές χαμηλότερες των τιμών του κοινοτικού κλάδου, που κυμαίνονται από 3,8 έως 5,6 %.

(75) Πρέπει να σημειωθεί ότι αυτά τα περιθώρια μείωσης τιμών δεν αντανακλούν πλήρως το αποτέλεσμα των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ στις τιμές του κοινοτικού κλάδου, δεδομένου ότι παρατηρήθηκε τόσο μείωση όσο και συμπίεση των τιμών. Αυτά αποδεικνύονται από το γεγονός ότι ο κοινοτικός κλάδος παρουσίασε απώλειες μεταξύ 2000 και ΠΕ, μολονότι, κατά τη διάρκεια της εν λόγω περιόδου θα μπορούσε να είχε σημαντικά κέρδη, ελλείψει ντάμπινγκ.

4. Κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(76) Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή εξέτασε όλους τους σχετικούς οικονομικούς παράγοντες και δείκτες που έχουν επίπτωση στην κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

(77) Λόγω του ότι χρησιμοποιήθηκε δειγματοληπτικός έλεγχος όσον αφορά τον κοινοτικό κλάδο, η ζημία εκτιμήθηκε τόσο βάσει των πληροφοριών που συγκεντρώθηκαν στο επίπεδο του συνόλου του κοινοτικού κλάδου όσο και βάσει των πληροφοριών που συγκεντρώθηκαν στο επίπεδο των επιλεγμένων παραγωγών της Κοινότητας.

(78) Όταν επιλέγεται η μέθοδος του δειγματοληπτικού ελέγχου εντός του κοινοτικού κλάδου, είναι πρακτική της Επιτροπής να καθιερώνει ορισμένους δείκτες ζημίας, όπως είναι η παραγωγή, η χωρητικότητα, τα αποθέματα, οι πωλήσεις, το μερίδιο της αγοράς και η απασχόληση για τον κοινοτικό κλάδο στο σύνολό του και ο καθορισμός αυτών των δεικτών ζημίας σε σχέση με τις επιδόσεις των μεμονωμένων εταιρειών, π.χ. σε σχέση με τις τιμές, το κόστος παραγωγής και τα κέρδη, βάσει πληροφοριών που συγκεντρώνονται σχετικά με τους επιλεγμένους κοινοτικούς παραγωγούς.

(79) Η έρευνα που διεξάγεται για τους επιλεγμένους κοινοτικούς παραγωγούς έχει δείξει ότι τα στοιχεία τους σχετικά με την παραγωγή, τη χωρητικότητα, τις πωλήσεις, το μερίδιο αγοράς και την απασχόληση αντανακλώνται ορθά στις πληροφορίες που συγκεντρώθηκαν στο επίπεδο του κοινοτικού κλάδου.

(80) Η εξέταση ορισμένων δεικτών ζημίας (όγκοι πωλήσεων, τιμές πώλησης, αναλογίες κέρδους) περιορίστηκε στις πωλήσεις σε μη συνδεδεμένους πελάτες. Από την έρευνα διαπιστώθηκε προσωρινά ότι δεδομένου πως οι πωλήσεις σε συναφείς πελάτες αντιπροσώπευαν κατά μέσο όρο λιγότερο από το 10 % του συνόλου των όγκων πωλήσεων, οι πωλήσεις αυτές δεν είχαν σημαντικό αντίκτυπο στις τάσεις ζημίας.

Στοιχεία σχετικά με την κοινοτική βιομηχανία ως σύνολο

α) Παραγωγή

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

(81) Η παραγωγή του κοινοτικού κλάδου αυξήθηκε ελαφρώς (κατά 7 %) μεταξύ 1998 και της ΠΕ. Ύστερα από μια αρχική αύξηση ύψους περίπου 9 % μεταξύ 1998 και 1999, μειώθηκε το 2000 κατά 2 %, αυξήθηκε εκ νέου το 2001 κατά 3 % και μειώθηκε τέλος κατά 3 % κατά την ΠΕ. Η αύξηση που σημειώθηκε το 1999 οφειλόταν στο ευνοϊκό οικονομικό κλίμα, το οποίο οδήγησε και σε αυξημένο ποσοστό χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας. Η αύξηση της παραγωγής που σημειώθηκε το 2001 στόχευε στην ανάκτηση της απώλειας μεριδίων της αγοράς, αλλά αυτό συνέβη εις βάρος των περιθωρίων κέρδους.

β) Ποσοστά παραγωγικής ικανότητας και χρησιμοποίησης της ικανότητας

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

(82) Τα στοιχεία που έχουν υποβληθεί όσον αφορά την παραγωγική ικανότητα αναφέρονται στην τεχνική ικανότητα, σε αντιδιαστολή με τη θεωρητική ικανότητα που υπονοεί ότι οι προσαρμογές που έχουν θεωρηθεί ως ελάχιστες προδιαγραφές από τον κλάδο, σχετικά με κανονικές άδειες, με τον απαιτούμενο χρόνο για την οργάνωση της επιχείρησης, τη συντήρηση και άλλες κανονικές διακοπές, έχουν ήδη αφαιρεθεί. Παρά τις προσαρμογές αυτές, ο ίδιος ο καταγγέλλων θεωρεί ότι είναι αδύνατον για μια μεμονωμένη εταιρεία να επιτύχει αναλογία χρησιμοποίησης της ικανότητας σε ποσοστό 100 %, σε περίοδο ενός πλήρους έτους. Αντί για αυτό, ένα ποσοστό 80 με 85 % θεωρείται ως το μέγιστο δυνατό ποσοστό. Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι οι ίδιες γραμμές παραγωγής σωλήνων χρησιμοποιούνται για την κατασκευή είτε του εν λόγω προϊόντος είτε σωλήνων κυκλικής εγκάρσιας τομής. Συνεπώς, έγινε κατανομή για την πλήρη παραγωγική ικανότητα όσον αφορά το σύνολο των γραμμών παραγωγής σωλήνων που ανάφερε η κάθε εταιρεία ξεχωριστά ώστε να εξασφαλιστεί ότι η παραγωγική ικανότητα που περιγράφεται παρακάτω αντανακλά μόνον την παραγωγική ικανότητα που αφορά αποκλειστικά το εν λόγω προϊόν. Με βάση τα προαναφερόμενα, η παραγωγική ικανότητα αυξήθηκε ελαφρώς κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου. Μεταξύ του 1998 και της ΠΕ, η αύξηση έφτασε στο 6 %. Πρέπει να σημειωθεί ότι μεγάλο μέρος της αύξησης αυτής σημειώθηκε το 1999, δηλαδή σε περίοδο κατά την οποία ο κοινοτικός κλάδος εξακολουθούσε να έχει κέρδη. Η παραγωγική ικανότητα παρέμεινε σταθερή το 2000, αυξήθηκε εκ νέου το 2001 και παρέμεινε σταθερή στο επίπεδο αυτό κατά την εξεταζόμενη περίοδο.

(83) Η χρησιμοποίηση της ικανότητας ξεκίνησε από ένα επίπεδο ύψους 44 % το 1998 και αυξήθηκε σε 46 % το 1999, λόγω μεγάλης ζήτησης και θετικών επιπέδων κέρδους. Το 2000, 2001 και κατά τη διάρκεια της ΠΕ, μειώθηκε ελαφρώς σε 45 % και έπειτα σε 44 %.

γ) Αποθέματα

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

(84) Οι κοινοτικοί παραγωγοί γενικά αποσκοπούν στην εκτέλεση παραγγελιών και επομένως τα αποθέματα είναι αγαθά που αναμένουν την αποστολή τους στους πελάτες. Συνεπώς, η εξέλιξη της απογραφής των αποθεμάτων δεν φαίνεται σημαντική για την εξέταση της οικονομικής κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Ωστόσο, για την παροχή πλήρους εικόνας, αναλύεται παρακάτω η εξέλιξη των αποθεμάτων. Οι απογραφές ολοκληρωμένων προϊόντων αντιστοιχούν σε 13 % κατά μέσο όρο, των όγκων πωλήσεων της ΕΚ. Το επίπεδο των τελικών αποθεμάτων του κοινοτικού κλάδου αυξήθηκε σταδιακά κατά τη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου. Στα τέλη της υπό εξέταση περιόδου, το επίπεδο των αποθεμάτων ήταν 13 % υψηλότερο σε σχέση με το 1998.

δ) Όγκος των πωλήσεων

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

(85) Οι πωλήσεις του κοινοτικού κλάδου παραγωγής στην κοινοτική αγορά σε μη συνδεδεμένους πελάτες αυξήθηκαν κατά 7 % κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου, από 1570000 τόνους το 1998 σε 1680000 τόνους κατά την περίοδο έρευνας. Αυξήθηκαν κατά 11 % το 1999, μειώθηκαν κατά 4 % το 2000, αυξήθηκαν εκ νέου κατά 4 % το 2001 και μειώθηκαν και πάλι κατά 4 % κατά την ΠΕ.

(86) Η εξέλιξη των όγκων πωλήσεων πρέπει να εξεταστεί με βάση το γεγονός ότι, ενώπιον της αύξησης των εισαγωγών σε χαμηλές τιμές από την ενδιαφερόμενη χώρα, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής είχε τη δυνατότητα είτε να διατηρήσει τις τιμές πώλησής του εις βάρος του όγκου των πωλήσεων και του μεριδίου αγοράς, είτε να μειώσει τις τιμές πώλησής του και να ακολουθήσει την τάση των υπό εξέταση εισαγωγών εις βάρος της αποδοτικότητάς του. Μεταξύ 1998 και 1999, ο κοινοτικός κλάδος επωφελήθηκε από την αύξηση της αγοράς και αύξησε τόσο τον όγκο των πωλήσεων όσο και τα κέρδη του. Ωστόσο, το 2000, ενώ η αγορά εξακολουθούσε να αυξάνεται, ο κοινοτικός κλάδος έχασε τόσο όσον αφορά τον όγκο πωλήσεων όσο και όσον αφορά τα κέρδη. Τα επόμενα έτη, ο κοινοτικός κλάδος επεχείρησε να διατηρήσει τους όγκους των πωλήσεών του σε μια περιορισμένη αγορά, αλλά αυτό συνέβη εις βάρος του κέρδους.

ε) Παράγοντες που επηρεάζουν τις εγχώριες τιμές

(87) Η έρευνα έδειξε ότι οι εισαγωγές που αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ ήταν χαμηλότερες από τις μέσες συμπιεσμένες τιμές πώλησης του κοινοτικού κλάδου κατά 5 %, κατά μέσο όρο, στην ΠΕ. Εντούτοις, εξετάζοντας κάθε τύπο χωριστά, διαπιστώθηκε ότι σε ορισμένες περιπτώσεις οι τιμές που επέβαλλαν οι εν λόγω εξαγωγείς-παραγωγοί ήταν πολύ χαμηλότερες από τη μέση μείωση ποσοστού 5 % σε σχέση με τις τιμές του κοινοτικού κλάδου. Οι χαμηλότερες αυτές τιμές σε συνδυασμό με την αύξηση των εισαγωγών σε τιμές ντάμπινγκ από την Τουρκία επηρέασαν σαφώς τις εγχώριες τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

στ) Μερίδιο αγοράς

(88) Το μερίδιο της αγοράς που αντιστοιχεί στον κοινοτικό κλάδο αυξήθηκε πρώτα κατά σχεδόν μια ποσοστιαία μονάδα μεταξύ 1998 και 1999 και έπειτα μειώθηκε απότομα κατά σχεδόν 3 ποσοστιαίες μονάδες το 2000. Αυξήθηκε κατά 2 περίπου ποσοστιαίες μονάδες το 2001 και έπειτα μειώθηκε ελαφρώς κατά την ΠΕ. Ως συνέπεια αυτού, το μερίδιο αγοράς του κοινοτικού κλάδου ήταν, κατά τα τέλη της υπό εξέταση περιόδου, πολύ κοντά στο αρχικό επίπεδο που παρατηρήθηκε το 1998.

ζ) Ανάπτυξη

(89) Μεταξύ του 1998 και της περιόδου έρευνας, όταν η κοινοτική κατανάλωση αυξήθηκε κατά 6 %, ο όγκος των πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής αυξήθηκε κατά 7 %. Ως εκ τούτου, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής διατήρησε σε μεγάλο βαθμό το μερίδιο αγοράς που κατείχε, ενώ το μερίδιο των εξεταζόμενων εισαγωγών αυξήθηκε κατά 1,3 ποσοστιαίες μονάδες κατά την ίδια περίοδο. Επομένως, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής διατήρησε την παρουσία του στην αγορά αλλά αυτό πρέπει να εξεταστεί υπό το φως της εξέλιξης της αποδοτικότητας και της απόδοσης των επενδύσεων.

η) Απασχόληση

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

(90) Το επίπεδο απασχόλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής παρέμεινε σταθερό μεταξύ του 1998 και της περιόδου έρευνας. Πρέπει να σημειωθεί ότι τα στοιχεία αυτά δείχνουν μια υπερβολικά θετική εικόνα, καθώς πολλές επιχειρήσεις υποχρεώνονταν περιστασιακά να καταφύγουν σε απασχόληση μικρής διάρκειας όταν η ζήτηση ήταν χαμηλή.

θ) Παραγωγικότητα

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

(91) Η παραγωγικότητα του εργατικού δυναμικού στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, εκφραζόμενη ως ετήσια παραγωγή ανά απασχολούμενο, αυξήθηκε απότομα αρχικά κατά 9 % από το 1998 έως το 1999 και μειώθηκε έπειτα κατά 4 % μεταξύ 1999 και 2000, ενώ αυξήθηκε κατόπιν το 2001 και μειώθηκε έπειτα ελαφρώς κατά την περίοδο έρευνας. Στο τέλος της υπό εξέταση περιόδου, η παραγωγικότητα ήταν ύψους 6 % υψηλότερη σε σχέση με εκείνη που παρατηρήθηκε στην αρχή της περιόδου. Πρέπει να σημειωθεί ότι η παραγωγικότητα, όπως υπολογίζεται εδώ (παραγωγή ανά εργαζόμενο ανά έτος) εξ ορισμού δεν περιλαμβάνει ούτε τη μείωση του χρόνου εργασίας που παρατηρήθηκε από το 1998, ιδίως στη Γαλλία με την εφαρμογή της εβδομάδας εργασίας 35 ωρών, ούτε το γεγονός ότι ορισμένες εταιρείες κατέφυγαν σε απασχόληση μικρής διάρκειας (όπως προαναφέρθηκε). Εάν η ετήσια παραγωγικότητα ανά εργαζόμενο αυξήθηκε μόνον κατά 6 % από το 1998, αυτό δείχνει ότι η παραγωγικότητα ανά δεδουλευμένη ώρα σημείωσε μεγαλύτερη πρόοδο.

ι) Μέγεθος του περιθωρίου ντάμπινγκ

(92) Όσον αφορά τον αντίκτυπο στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής του μεγέθους του πραγματικού περιθωρίου ντάμπινγκ, λαμβάνοντας υπόψη τον όγκο και τις τιμές των εισαγωγών από την οικεία χώρα, ο αντίκτυπος αυτός δεν μπορεί να θεωρηθεί αμελητέος, ειδικότερα σε αγορές όπου επικρατούν συνθήκες διαφάνειας που τις καθιστούν συνεπώς ιδιαίτερα ευαίσθητες στις τιμές, όπως αυτή του εν λόγω προϊόντος.

ια) Αποκατάσταση της αγοράς ύστερα από προηγούμενα ντάμπινγκ ή επιχορηγήσεις

(93) Δεδομένου ότι αυτή είναι μια νέα διαδικασία αντιντάμπινγκ και ότι δεν έχουν προσκομιστεί νέες αποδείξεις σχετικά με προηγούμενα ντάμπινγκ, το θέμα δεν κρίνεται σχετικό.

Στοιχεία σχετικά με επιλεγμένους κοινοτικούς παραγωγούς

α) Τιμές πωλήσεων

(94) Η τιμή πωλήσεων ανά μονάδα μειώθηκε αρχικά κατά 9 % το 1999, από 400 ευρώ ανά τόνο σε 365, έπειτα αυξήθηκε κατά 16 % το 2000 σε 427 και μειώθηκε κατά 11 % το 2001 σε 385 και σταθεροποιήθηκε στο επίπεδο αυτό κατά την ΠΕ. Αυτή η σχετικά άνιση εξέλιξη εξηγείται από τα ακόλουθα. Οι τιμές του εν λόγω προϊόντος που πωλήθηκε από τον κοινοτικό κλάδο επηρεάζονται από δύο σημαντικές δυνάμεις: την τιμή της πρώτης ύλης, κανονικά πλατέα προϊόντα έλασης (HRC), που τυπικά αποτελούν το 70 % του συνολικού κόστους παραγωγής του τελικού προϊόντος και την ανταγωνιστική κατάσταση στην αγορά.

(95) Από το 1998 μέχρι το 1999, το κόστος παραγωγής του κοινοτικού κλάδου μειώθηκε κατά 10 % κυρίως λόγω μείωσης των τιμών HRC. Από το 1999 έως το 2000, το κόστος του κοινοτικού κλάδου παραγωγής αυξήθηκε κατά 20 % συνεπεία της αύξησης του κόστους των πλατέων προϊόντων έλασης. Μεταξύ του 2000 και 2001, το κόστος της παραγωγής μειώθηκε κατά 5 % και παρέμεινε σταθερό σε μεγάλο βαθμό κατά τη διάρκεια της ΠΕ. Συνεπώς, κατά τη διάρκεια της υπό εξέτασης περιόδου στο σύνολό της (1998-ΠΕ), το συνολικό κόστος παραγωγής αυξήθηκε κατά 3 %, ενώ οι τιμές πώλησης ανά μονάδα μειώθηκαν κατά 5 % και συνεπώς ο κοινοτικός κλάδος υπέστη ζημία εφόσον μειώθηκε το κέρδος.

β) Μισθοί

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

(96) Μεταξύ του 1998 και της ΠΕ, ο μέσος μισθός ανά εργαζόμενο αυξήθηκε κατά 5 %. Το στοιχείο αυτό είναι χαμηλότερο, τόσο σε σχέση με τον πληθωρισμό των τιμών καταναλωτή που παρατηρήθηκε στην Κοινότητα κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου (7 %) όσο και σε σχέση με το ποσοστό αύξησης της μέσης ονομαστικής αποζημίωσης ανά εργαζόμενο (12 %) που παρατηρήθηκε κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου στην Κοινότητα (σε όλους τους τομείς).

γ) Επενδύσεις

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

(97) Το σύνολο των επενδύσεων του κοινοτικού κλάδου στο εν λόγω προϊόν αυξήθηκε κατά 60 % περίπου από το 1998 έως την ΠΕ. Η έρευνα έδειξε ότι για τον εν λόγω κλάδο είναι ζωτικής σημασίας να διατηρήσει ένα επίπεδο επενδύσεων ώστε να παραμείνει ανταγωνιστικός. Το μεγαλύτερο μέρος των επενδύσεων έγινε για λόγους εκσυγχρονισμού και πολύ μικρό μέρος αυτών για λόγους αύξησης της ικανότητας. Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι ακόμη και μια επένδυση αντικατάστασης κανονικά συνήθως αυξάνει ελαφρώς την τεχνική ικανότητα, απλώς επειδή ο νέος εξοπλισμός είναι πιο αποτελεσματικός και παραγωγικός σε σχέση με τον παλιό.

δ) Αποδοτικότητα και απόδοση των επενδύσεων

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

(98) Κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου, η αποδοτικότητα των πωλήσεων σε μη συνδεδεμένους πελάτες στην Κοινότητα με βάση την απόδοση επί των καθαρών πωλήσεων πριν από τους φόρους, μειώθηκε από 1,4 % το 1998 σε 3,3 % το 1999 σε - 1,0 % το 2000, σε - 6,5 % το 2001 και σε - 6,1 % κατά την περίοδο έρευνας. Ο κοινοτικός κλάδος εξακολούθησε να έχει κέρδη κατά τα έτη 1998 και 1999, όταν οι εισαγωγές που αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ είχαν σχετικά μικρό μερίδιο αγοράς και όταν η ζήτηση ήταν υψηλή (+ 8 % μεταξύ 1998 και 1999).

(99) Η αποδοτικότητα ήταν αρνητική ύστερα από το 1999, σε επίπεδο ανεπαρκές για να εξασφαλίσει μακροπρόθεσμα τη βιωσιμότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Πρέπει να υπενθυμιστεί ότι οι τιμές μειώθηκαν κατά 5 % μεταξύ 1999 και της ΠΕ ενώ οι δαπάνες αυξήθηκαν κατά 14 %.

(100) Η απόδοση των επενδύσεων (ΑΤΕ), εκφρασμένη ως κέρδος σε ποσοστό της καθαρής λογιστικής αξίας των επενδύσεων, ακολούθησε γενικά την προαναφερόμενη τάση του κέρδους καθόλη τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου. Μειώθηκε από 20 % και 24 % το 1998 και 1999 σε - 14 % το 2001 και - 10 % κατά τη διάρκεια της ΠΕ.

ε) Ταμειακή ροή και ικανότητα άντλησης κεφαλαίων

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

(101) Οι καθαρές ταμειακές εισροές και εκροές για δραστηριότητες λειτουργίας εξελίχθηκαν από περίπου 40000000 ευρώ το 1998 σε περίπου - 6000000 ευρώ κατά τη διάρκεια της ΠΕ. Αυξήθηκαν το 1999, αλλά μειώθηκαν απότομα ακολούθως το 2000 και έφτασαν στο χαμηλότερο σημείο τους το 2001. Ως συνέπεια αυτού, ο κοινοτικός κλάδος καταφεύγει κατά μέσο όρο ολοένα και περισσότερο σε δανεισμό με στόχο τη χρηματοδότηση των σημερινών του δραστηριοτήτων και επενδύσεων.

(102) Η έρευνα έχει δείξει ότι οι απαιτήσεις σε κεφάλαια σειράς επιλεγμένων κοινοτικών παραγωγών έχουν επηρεαστεί αρνητικά από τη δύσκολη χρηματοοικονομική τους κατάσταση. Μολονότι οι περισσότερες από αυτές τις εταιρείες αποτελούν μέρος μεγάλων χαλυβουργιών, οι απαιτήσεις σε κεφάλαιο δεν ικανοποιούνται πάντα σε επιθυμητό επίπεδο, καθώς οι χρηματοοικονομικοί πόροι χορηγούνται συνήθως εντός αυτών των ομίλων στις πιο κερδοφόρες μονάδες.

5. Συμπεράσματα σχετικά με τη ζημία

(103) Μεταξύ του 1998 και της ΠΕ, ο όγκος των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ καταγωγής Τουρκίας αυξήθηκε σημαντικά, κατά 30 %, και το μερίδιο της κοινοτικής αγοράς αυξήθηκε από 5,4 % το 1998 σε 6,7 % κατά την ΠΕ. Η μεγαλύτερη αύξηση σημειώθηκε μεταξύ του 1999 και του 2000, όταν ο όγκος των εισαγωγών ντάμπινγκ αυξήθηκε κατά 43 % και το μερίδιο αγοράς τους κέρδισε 2 ποσοστιαίες μονάδες. Οι μέσες τιμές των εισαγωγών ντάμπινγκ από την Τουρκία ήταν διαρκώς χαμηλότερες από τις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Επίσης, κατά την περίοδο έρευνας, οι τιμές των εισαγωγών από την οικεία χώρα ήταν χαμηλότερες κατά ένα μέσο ποσοστό 5 % από τις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

(104) Σε σχέση με την υπό εξέταση περίοδο, διαπιστώθηκε επιδείνωση της κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Μεταξύ του 1998 και της ΠΕ, σειρά δεικτών ζημίας εξελίχθηκε αρνητικά: η τιμή πωλήσεων ανά μονάδα μειώθηκε κατά 4 % ενώ το κόστος παραγωγής ανά μονάδα αυξήθηκε κατά 3 %, η αποδοτικότητα αυξήθηκε από 1 σε 4 % το 1998 και 1999 σε - 6 % το 2001 και κατά τη διάρκεια της ΠΕ, η απόδοση των επενδύσεων και η ταμειακή εισροή από λειτουργικές δραστηριότητες ακολούθησαν την ίδια αρνητική τάση. Ορισμένοι δείκτες ζημίας παρέμειναν γενικά σταθεροί: χρησιμοποίηση της ικανότητας, μερίδιο της αγοράς του κοινοτικού κλάδου, απασχόληση. Τέλος, ορισμένοι δείκτες σημείωσαν εμφανή θετική εξέλιξη: καθ' όλη την υπό εξέταση περίοδο, η παραγωγή αυξήθηκε κατά 7 %, η ικανότητα κατά 6 %, οι όγκοι πωλήσεων της Κοινότητας κατά 7 %, σε ευθυγράμμιση με την ανάπτυξη της κατανάλωσης, των επενδύσεων (που αποτελούνται κυρίως από επενδύσεις αντικατάστασης) κατά 61 %. Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι η αύξηση στον όγκο παραγωγής, στη χρησιμοποίηση της ικανότητας και στον όγκο των πωλήσεων στην Κοινότητα σημειώθηκε κυρίως μεταξύ 1998 και 1999, σε περίοδο κατά την οποία η ζήτηση ήταν ιδιαίτερα αυξημένη. Ακολούθως, και οι τρεις σειρές στοιχείων σημείωσαν γενική πτώση. Βάσει των ανωτέρω, συνάγεται προσωρινά το συμπέρασμα ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη σημαντική ζημία κατά την έννοια του άρθρου 3 του βασικού κανονισμού.

ΣΤ. ΑΙΤΙΩΔΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑ

1. Εισαγωγή

(105) Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφοι 6 και 7 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή εξέτασε αν οι εισαγωγές με ντάμπινγκ του προϊόντος καταγωγής της οικείας χώρας προκάλεσαν στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής ζημία σε βαθμό που μπορεί να θεωρηθεί σημαντικός. Γνωστοί παράγοντες, πλην των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, οι οποίοι θα μπορούσαν να είχαν προκαλέσει, κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, εξετάστηκαν και αυτοί, ούτως ώστε η προκαλούμενη από τους εν λόγω λοιπούς παράγοντες ζημία, να μην αποδοθεί στις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ.

2. Επιπτώσεις των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ

(106) Η σημαντική αύξηση του όγκου των εισαγωγών ντάμπινγκ κατά 30 %, ήτοι, από 140000 τόνους το 1998 σε 181000 τόνους την περίοδο έρευνας, και του αντίστοιχου μεριδίου τους στην κοινοτική αγορά, ήτοι, από 5,4 % το 1998 σε 6,7 % την περίοδο έρευνας, καθώς και οι διαπιστωθείσες πωλήσεις σε χαμηλότερες τιμές (5 % κατά μέσο όρο κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας) συνέπεσαν με την επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Η διείσδυση στην αγορά των εισαγωγών ντάμπινγκ ήταν ιδιαίτερα σημαντική μεταξύ του 1999 και του 2000, όταν ο όγκος των εισαγωγών αυξήθηκε κατά 43 % και το μερίδιο αγοράς των εισαγωγών ντάμπινγκ αυξήθηκε κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες. Κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη μείωση του όγκου των πωλήσεών του (- 4 %), του μεριδίου αγοράς που κατείχε (- 3 ποσοστιαίες μονάδες) και της αποδοτικότητας (- 4,3 ποσοστιαίες μονάδες). Η εξέλιξη αυτή πρέπει να εξεταστεί με βάση την ελαφρά αυξημένη κοινοτική κατανάλωση του εν λόγω προϊόντος κατά τα έτη 1999-2000. Επιπλέον, καθόλη τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου, οι τιμές των εισαγωγών ντάμπινγκ ήταν χαμηλότερες από τις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και ασκούσαν πίεση στις τελευταίες εμποδίζοντάς τις να εξελιχθούν στον ίδιο βαθμό με το κόστος παραγωγής μεταξύ του 1999 και της περιόδου έρευνας, μειώνοντας κατ' αυτόν τον τρόπο το ήδη χαμηλό επίπεδο αποδοτικότητας του κοινοτικού κλάδου από το 2000 και έπειτα. Θεωρείται επομένως ότι οι εισαγωγές ντάμπινγκ είχαν σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

3. Επιπτώσεις άλλων παραγόντων

α) Σχετικά μικρό μερίδιο αγοράς των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ

(107) Η Επιτροπή εξέτασε εάν το γεγονός ότι οι εισαγωγές ντάμπινγκ καταγωγής Τουρκίας αντιπροσώπευαν σχετικά μικρό και ελαφρώς αυξανόμενο μερίδιο της αγοράς, αποτελούσε ρήγμα στην αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών ντάμπινγκ από την οικεία χώρα και την υλική ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος. Όπως αναφέρθηκε ήδη στις αιτιολογικές σκέψεις 71 και 72, το μερίδιο αγοράς των εισαγωγών ντάμπινγκ καταγωγής Τουρκίας αυξήθηκε κατά 1,3 ποσοστιαίες μονάδες από 5,4 % το 1998 σε 6,7 % στην ΠΕ. Η συστηματική μείωση των τιμών του εν λόγω προϊόντος καταγωγής Τουρκίας παρουσιάστηκε στις αιτιολογικές σκέψεις 73 και 74.

(108) Πρέπει καταρχήν να υπενθυμίσουμε ότι η ύστερα από έρευνα διαπιστώθηκε ότι οι τούρκοι παραγωγοί του εν λόγω προϊόντος έχουν σημαντικά κέρδη στην εσωτερική τους αγορά. Υπό αυτές τις συνθήκες, οι όγκοι που εξάγονται εξαρτώνται άμεσα από τους όγκους που μπορεί να απορροφήσει η εσωτερική αγορά της Τουρκίας. Για το λόγο αυτό, οι όγκοι εξαγωγής της Τουρκίας και το μερίδιο της αγοράς παρουσιάζουν, σε χρονική συνάρτηση, αυτή τη σχετικά ακανόνιστη συμπεριφορά.

(109) Η διάρθρωση της αγοράς του εν λόγω προϊόντος χαρακτηρίζεται από το σχετικό κερματισμό της παραγωγής και από την απουσία μιας γνήσια κυρίαρχης θέσης ενός παραγωγού. Πράγματι, ο μεγαλύτερος κοινοτικός παραγωγός είχε κατά τη διάρκεια της ΠΕ μερίδιο της αγοράς ύψους 10,6 %, ενώ επτά άλλοι κοινοτικοί παραγωγοί είχαν μερίδιο της αγοράς που κυμαινόταν μεταξύ 5 και 10,5 %

(110) Το εν λόγω προϊόν είναι ένα τυπικό εμπορικό προϊόν. Είναι ομοιογενές, εναλλασσόμενο και πωλείται σε αγορά όπου επικρατούν συνθήκες διαφάνειας. Πρέπει να σημειωθεί ότι όσον αφορά τους όγκους, το προϊόν αγοράζεται πρωταρχικά από αποθήκες, που συγκρίνουν συστηματικά τις τιμές και, σε μεγάλο βαθμό, ορίζουν την τελική τιμή.

(111) Όλα αυτά τα στοιχεία οδηγούν την Επιτροπή στο συμπέρασμα ότι σε αυτή την ιδιαίτερα ευαίσθητη στις τιμές αγορά, ακόμη και σχετικά μικρές ποσότητες μπορεί να προκαλέσουν πτωτική επίδραση στις τιμές στο σύνολο της κοινοτικής αγοράς.

β) Επιδόσεις άλλων κοινοτικών παραγωγών

(112) Κανένας άλλος κοινοτικός παραγωγός εκτός της κοινοτικής βιομηχανίας δεν συνεργάστηκε στην έρευνα. Με βάση τα καλύτερα διαθέσιμα στοιχεία, ο όγκος πωλήσεων της Κοινότητας των άλλων παραγωγών παρέμεινε σχετικά σταθερός, γύρω στους 490000 τόνους ανά έτος καθ' όλη την υπό εξέταση περίοδο. Όσον αφορά το μερίδιο αγοράς τους, μειώθηκε από 19,2 % το 1998 σε 18,1 % κατά την ΠΕ. Τα προαναφερόμενα δείχνουν ότι άλλοι παραγωγοί στην Κοινότητα δεν κέρδισαν μερίδιο της αγοράς εις βάρος του κοινοτικού κλάδου, αλλά μάλλον υπέστησαν παρόμοιες απώλειες με τον κοινοτικό κλάδο.

γ) Μέτρα προστασίας του εμπορίου που επιβλήθηκαν από τις ΗΠΑ και άλλες χώρες, επίπτωση των γεγονότων της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 και επιδόσεις του κοινοτικού κλάδου στις εξαγωγές

(113) Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι μέρος της ζημίας που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος μπορεί να αποδοθεί στο κλείσιμο πολλών σημαντικών για τον κοινοτικό κλάδο εξαγωγικών αγορών, λόγω των διαφόρων ρητρών διασφάλισης που επιβλήθηκαν στις ΗΠΑ και σε άλλες χώρες για το εν λόγω προϊόν και στον αντίκτυπο των γεγονότων της 11ης Σεπτεμβρίου, στο σύνολο της ζήτησης.

(114) Πράγματι, οι κοινοτικές εξαγωγές του εν λόγω προϊόντος υπόκεινται σε σειρά εθνικών μέτρων διασφάλισης που εφαρμόστηκαν από το 2001 και έπειτα ύστερα από την επιβολή των μέτρων από τις ΗΠΑ. Ωστόσο, ο κοινοτικός κλάδος αύξησε τους όγκους εξαγωγικών πωλήσεών του κατά 33 %, δηλαδή από σχεδόν 85000 τόνους το 1998 σε σχεδόν 114000 τόνους κατά την ΠΕ, ενώ το μεγαλύτερο μέρος αυτής της αύξησης σημειώθηκε μεταξύ 1998 και 2000. Οι εξαγωγικές πωλήσεις αντιπροσώπευαν περίπου 7 % του συνόλου των πωλήσεων του εν λόγω προϊόντος στον κοινοτικό κλάδο κατά τη διάρκεια της ΠΕ. Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι η προαναφερόμενη αποδοτικότητα αναφέρεται αποκλειστικά σε κοινοτικές πωλήσεις του εν λόγω προϊόντος. Αντίθετα, η αποδοτικότητα των εξαγωγικών πωλήσεων ήταν θετική καθόλη την περίοδο 1998-ΠΕ, με αναλογίες που κυμαίνονταν μεταξύ 18 και 9 %. Επομένως, θεωρείται ότι η εξαγωγική δραστηριότητα δεν συνέβαλε στη ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

δ) Επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στη νοτιοανατολική Ασία

(115) Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι η ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής προκλήθηκε από την οικονομική κρίση στη νοτιοανατολική Ασία. Σημειώνεται ότι η ασιατική κρίση είναι πιθανό να αποτελεί την αιτία μείωσης των τιμών των προϊόντων σιδήρου και χάλυβα και επομένως της κύριας πρώτης ύλης (των ρόλων θερμής έλασης) που χρησιμοποιείται στην παραγωγή του υπό εξέταση προϊόντος. Ως εκ τούτου, στην περίπτωση που θα είχε επηρεάσει τον ανάντη βιομηχανικό κλάδο, οι παραγωγοί του υπό εξέταση προϊόντος μπορούσαν να επωφεληθούν από τις χαμηλότερες τιμές της κύριας πρώτης ύλης. Πράγματι, όταν το 1999 οι τιμές των ρόλων θερμής έλασης ήσαν στο χαμηλότερο επίπεδο, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής είχε τη δυνατότητα να μειώσει τις τιμές του και να αυξήσει τις πωλήσεις του. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι η έρευνα δεν έδειξε αύξηση των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος από ασιατικές χώρες. Με βάση τα ανωτέρω, συνάγεται προσωρινά το συμπέρασμα ότι η ασιατική κρίση δεν συνέβαλε στη ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

ε) Εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες

(116) Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, ο συνολικός όγκος των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής τρίτων χωρών αυξήθηκε κατά 7 % από 197000 τόνους το 1998 σε 211000 τόνους κατά την περίοδο έρευνας και το μερίδιο αγοράς τους αυξήθηκε πρώτα από 7,7 % το 1998, σε 10 % το 2000, πριν μειωθεί σε 7,7 % κατά την περίοδο έρευνας. Όσον αφορά τις μέσες σταθμισμένες τιμές cif των εν λόγω εισαγωγών, μειώθηκαν κατά 12 % μεταξύ του 1998 και της περιόδου έρευνας, από 444 ευρώ ανά τόνο το 1998 σε 390 ευρώ ανά τόνο κατά την περίοδο έρευνας. Πρέπει να σημειωθεί ότι οι τιμές των εισαγωγών από άλλες τρίτες χώρες παρέμειναν υψηλότερες από τις μέσες σταθμισμένες τιμές των εισαγωγών από την οικεία χώρα κατά την εξεταζόμενη περίοδο.

(117) Αφετέρου, διαπιστώθηκε ότι μόνον οι εισαγωγές καταγωγής δύο χωρών εκτός της Τουρκίας είχαν μερίδιο υψηλότερο από 1 % στην κοινοτική αγορά κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας, ήτοι, Ουγγαρίας και Σλοβενίας. Όσον αφορά την Ουγγαρία, διαπιστώθηκε ότι το μερίδιο αγοράς της, μειώθηκε από 1,9 % το 1998 σε 1,7 % κατά την ΠΕ. Όσον αφορά τη Σλοβενία, το μερίδιο της αγοράς της, που ήταν μηδενικό το 1998, μειώθηκε από 1,5 % το 1999 σε 1,2 % κατά την ΠΕ. Μολονότι φαίνεται να είναι χαμηλότερες από τις τιμές του κοινοτικού κλάδου, οι τιμές εισαγωγής cif αυτών των δύο χωρών ήταν πάντοτε υψηλότερες από εκείνες της οικείας χώρας. Επιπλέον, δεν υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι οι εν λόγω εισαγωγές είναι δυνατόν να πραγματοποιήθηκαν σε τιμές ντάμπινγκ. Συμπερασματικά, οποιεσδήποτε επιπτώσεις αυτών των εισαγωγών στην κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής ήταν απλώς οριακές, με βάση τις μέσες τιμές, τον μικρό όγκο των εν λόγω εισαγωγών και το περιορισμένο μερίδιο αγοράς τους. Συνάγεται επομένως προσωρινά το συμπέρασμα ότι οι εισαγωγές από τρίτες χώρες συνέβαλαν, ενδεχομένως, στη ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής σε πολύ περιορισμένο βαθμό και ότι ως εκ τούτου οι επιπτώσεις τους δεν ήταν τέτοιες ώστε να ανατρέψουν το πόρισμα κατά το οποίο υπάρχει γνήσια και ουσιαστική αιτιώδης συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από την ενδιαφερόμενη χώρα και της σημαντικής ζημίας που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

στ) Υπερεπένδυση και πλεονασματική ικανότητα

(118) Πολλά ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν ότι ο κοινοτικός κλάδος, καθώς και το σύνολο του κλάδου της χαλυβουργίας, υποφέρουν από χρόνια πλεονασματική ικανότητα που οφείλονται, μεταξύ άλλων, στην αργή ανάπτυξη της παγκόσμιας αγοράς για τα προϊόντα χάλυβα, στο γεγονός ότι ο χάλυβας αντικαθίσταται σταδιακά από άλλα υλικά σε ορισμένες εφαρμογές και στη βελτίωση των μηχανικών ιδιοτήτων του χάλυβα, πχ. της αντοχής και της ακαμψίας. Υποστηρίζεται, συνεπώς, ότι κάθε ζημία που γίνεται αισθητή από τον κοινοτικό κλάδο είναι απλώς αποτέλεσμα συστηματικής υπερβολικής δαπάνης σε επενδυτικά αγαθά, κάτι που συντελεί στη σώρευση πλεονασματικής ικανότητας.

(119) Οι επενδύσεις που έχουν γίνει από τον κοινοτικό κλάδο αφορούσαν κυρίως στην αντικατάσταση και στον εκσυγχρονισμό παρωχημένων γραμμών παραγωγής σωλήνων και στην κατασκευή νέων, αυτοματοποιημένων αποθηκών. Λίγες από αυτές τις επενδύσεις χρησίμευσαν για λόγους αύξησης της ικανότητας. Πρέπει να σημειωθεί ότι ακόμη και μια επένδυση αντικατάστασης κανονικά αυξάνει ελαφρώς την τεχνική ικανότητα, απλώς επειδή ο νέος εξοπλισμός είναι πιο αποτελεσματικός και παραγωγικός σε σχέση με τον παλιό. Η αύξηση της ικανότητας, που είναι αρκετά περιορισμένη, (6 % σε τέσσερα έτη) πρέπει να εξεταστεί με βάση τα ακόλουθα: ο κοινοτικός κλάδος ήταν επικερδής στην αρχή της υπό εξέταση περιόδου και η ζήτηση ήταν αυξημένη. Αντίθετα, τα ήδη υψηλά στοιχεία όσον αφορά την ικανότητα που παρατηρήθηκαν κατά τα έτη 1998 και 1999, σε μια περίοδο που οι όγκοι των εισαγωγών που αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ ήταν χαμηλοί, δεν εμπόδισαν τον κοινοτικό κλάδο από το να έχει κέρδη κατά τα έτη αυτά. Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι ένας επιλεγμένος κοινοτικός παραγωγός έκλεισε το 1998 εργοστάσιο που αντιπροσώπευε ικανότητα 50000 τόνων. Συνάγεται, επομένως, προσωρινά το συμπέρασμα ότι οι υποτιθέμενες υπερεπενδύσεις και η πλεονασματική ικανότητα συνέβαλαν στη ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής σε πολύ περιορισμένο βαθμό και ότι, ως εκ τούτου, οι επιπτώσεις τους δεν ήταν τέτοιες ώστε να ανατρέψουν το πόρισμα κατά το οποίο υπάρχει γνήσια και ουσιαστική σχέση αιτίου και αιτιατού μεταξύ των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από την ενδιαφερόμενη χώρα και της σημαντικής ζημίας που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

ζ) Μείωση στη ζήτηση που οφείλεται στην πτώση της δραστηριότητας στο τομέα των κατασκευών

(120) Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι η ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος συνδέεται με τη μείωση της ζήτησης του εν λόγω προϊόντος στο επίπεδο του πρωτογενούς καταναλωτή, δηλαδή στον κλάδο των κατασκευών. Για την ενίσχυση των ισχυρισμών της, η προαναφερόμενη πλευρά παρουσίασε σειρά στοιχείων της Eurostat που αναφέρονται στην παραγωγή της ΕΕ στον κλάδο των κατασκευών, που δείχνουν τη σταθεροποίηση της ανάπτυξης στον εν λόγω κλάδο το 2000 και το 2001, που ακολουθείται από μείωση ύστερα από το τελευταίο τρίμηνο του 2001.

(121) Η ύφεση του 2002 στον κλάδο των κατασκευών αναγνωρίζεται και επιβεβαιώνεται, πράγματι, από τα προαναφερόμενα στοιχεία κατανάλωσης για το εν λόγω προϊόν. Αυτά δείχνουν ότι η κατανάλωση του εν λόγω προϊόντος έφτασε στο μέγιστο βαθμό της το 2000 και ακολούθως μειώθηκε, τόσο το 2001 όσο και κατά την ΠΕ. Ωστόσο, πρέπει να συνεκτιμηθεί ότι η σημαντικότερη μεταβολή από μια περίοδο κέρδους ύψους 3,3 % σε μια περίοδο απώλειας ύψους περίπου - 1 % εμφανίστηκε μεταξύ του 1999 και του 2000, παρά το γεγονός ότι η αγορά σημείωσε άνοδο εκείνο το έτος. Το ίδιο έτος, οι όγκοι εισαγωγής από την Τουρκία αυξήθηκαν απότομα κατά 43 % και το μερίδιο της αγοράς τους από 4,9 σε 6,9 %. Συνάγεται επομένως προσωρινά το συμπέρασμα ότι η μείωση στη ζήτηση που οφείλεται στην πτώση της δραστηριότητας στον τομέα των κατασκευών συνέβαλε, ενδεχομένως, στη ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής σε πολύ περιορισμένο βαθμό και ότι, ως εκ τούτου, οι επιπτώσεις τους δεν ήταν τέτοιες ώστε να ανατρέψουν το πόρισμα κατά το οποίο υπάρχει γνήσια και ουσιαστική αιτιώδης συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από την ενδιαφερόμενη χώρα και της σημαντικής ζημίας που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

4. Συμπέρασμα σχετικά με την αιτιώδη συνάφεια

(122) Συνεπώς, επιβεβαιώνεται ότι η ουσιαστική ζημία του κοινοτικού κλάδου, που χαρακτηρίζεται ιδίως από τη μείωση στις τιμές πωλήσεων ανά μονάδα (4 %) ενώ η τιμή μονάδας της παραγωγής αυξήθηκε κατά 3 %, η πτώση στην αποδοτικότητα από το 1998 και το 1999 έως το 2001 και κατά την ΠΕ, η παρόμοια πτώση στην απόδοση των επενδύσεων και η ρευστότητα από δραστηριότητες λειτουργίας οφείλονται στις εν λόγω εισαγωγές ντάμπινγκ.

(123) Πράγματι, οι επιπτώσεις από το σχετικά μικρό μερίδιο της αγοράς των εισαγωγών ντάμπινγκ, από τις επιδόσεις άλλων κοινοτικών παραγωγών, από τα μέτρα προστασίας του εμπορίου που επέβαλαν οι ΗΠΑ και άλλες χώρες, από τον αντίκτυπο των γεγονότων της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 και των επιδόσεων των κοινοτικών εξαγωγών, από την οικονομική κρίση στη νοτιοανατολική Ασία, από τις εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες, από τους ισχυρισμούς περί υπερεπενδύσεων και πλεονασματικής ικανότητας, από την πτώση στη ζήτηση που οφείλεται στην πτώση της δραστηριότητας στον τομέα των κατασκευών, στην αρνητική πορεία του κοινοτικού κλάδου, ήσαν πολύ περιορισμένες και, ως εκ τούτου, δεν μπορούν να ανατρέψουν το πόρισμα κατά το οποίο υπάρχει γνήσια και ουσιαστική αιτιώδης συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από τις ενδιαφερόμενες χώρες και της σημαντικής ζημίας που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

(124) Επομένως, συνάγεται προσωρινά το συμπέρασμα ότι οι εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ καταγωγής Τουρκίας προκάλεσαν σημαντική ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 6 της βασικής απόφασης.

Ζ. ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ

(125) Η Επιτροπή εξέτασε αν, παρά τα συμπεράσματα περί ντάμπινγκ, ζημίας και αιτιώδους συνάφειας, υπήρχαν σοβαροί λόγοι που να οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η θέσπιση μέτρων στην προκειμένη περίπτωση δεν εξυπηρετεί το συμφέρον της Κοινότητας. Για το σκοπό αυτό, και σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή εξέτασε τις ενδεχόμενες επιπτώσεις των μέτρων για όλα τα μέρη που ενέχονται στην έρευνα.

1. Συμφέρον του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

Χαρακτήρας και δομή του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(126) Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αποτελείται από δεκατέσσερις εταιρείες. Όλες σχεδόν εξ αυτών ανήκουν σε διεθνείς ομίλους με δράση κυρίως στον τομέα σιδήρου και χάλυβα. Πολλές από αυτές αγοράζουν την κύρια πρώτη ύλη από άλλες εταιρείες του ομίλου τους σε τιμές αγοράς. Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής απασχολούσε συνολικά 160000 άτομα περίπου, εκ των οποίων 2772 απασχολούνταν άμεσα στην παραγωγή του υπό εξέταση προϊόντος κατά την ΠΕ.

Πιθανές επιπτώσεις της επιβολής/μη επιβολής μέτρων στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής

(127) Μετά την επιβολή των μέτρων, ο όγκος των πωλήσεων του υπό εξέταση προϊόντος που πραγματοποιεί ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής στην κοινοτική αγορά αναμένεται να αυξηθεί. Η αύξηση αυτή αναμένεται να επιτρέψει στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής να ανακτήσει απολεσθέντα μερίδια αγοράς και - με αύξηση της χρησιμοποίησης της ικανότητας - να μειώσει το κόστος παραγωγής ανά μονάδα προϊόντος και να αυξήσει την παραγωγικότητά του. Επιπλέον, το επίπεδο τιμών του κοινοτικού κλάδου παραγωγής αναμένεται πιθανότατα να αυξηθεί σε μέτριο βαθμό αν και όχι στο βαθμό ενδεχόμενου δασμού αντιντάμπινγκ εφόσον θα συνεχίσει να υπάρχει ανταγωνισμός μεταξύ των κοινοτικών παραγωγών, των εισαγωγών καταγωγής της οικείας χώρας σε τιμές που δεν αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ και των εισαγωγών καταγωγής άλλων τρίτων χωρών. Συμπερασματικά, προβλέπεται ότι η αύξηση της παραγωγής και των πωλήσεων, αφενός, και η περαιτέρω μείωση του κόστους ανά μονάδα προϊόντος, αφετέρου, σε συνδυασμό με μια μέτρια αύξηση των τιμών, θα επιτρέψουν, ίσως, στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής να βελτιώσει την οικονομική του κατάσταση.

(128) Εξάλλου, εάν δεν επιβληθούν μέτρα αντιντάμπνγκ, είναι πιθανόν να συνεχιστεί η αρνητική τάση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Ο κοινοτικός κλάδος υφίσταται έντονα τις συνέπειες από την απώλεια κερδών. Πράγματι, λόγω της ουσιαστική ζημίας που υπέστη κατά τη διάρκεια της ΠΕ και δεδομένης της προφανούς πτώσης στον κλάδο των κατασκευών από την αρχή του 2002, είναι προφανές ότι η χρηματοοικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής θα επιδεινωθεί περαιτέρω αν δεν ληφθούν μέτρα. Αυτό θα οδηγήσει πιθανότατα σε περικοπές της παραγωγής ή σε κλείσιμο ορισμένων γραμμών παραγωγής και επομένως θα απειλήσει την απασχόληση και σημαντικές επενδύσεις στην Κοινότητα.

Συμπέρασμα

(129) Εν κατακλείδι, η επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ θα επιτρέψει στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής να ανακάμψει από τη ζημιογόνο πρακτική ντάμπινγκ που διαπιστώθηκε.

2. Συμφέροντα των μη συνδεδεμένων εισαγωγέων/εμπόρων στην Κοινότητα

(130) Το δίκτυο διανομής του υπό εξέταση προϊόντος στην Κοινότητα χαρακτηρίζεται από την παρουσία εισαγωγέων/εμπόρων που εμπορεύονται επίσης μεγάλο αριθμό άλλων προϊόντων. Τόσο ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής όσο και οι παραγωγοί-εξαγωγείς πωλούν τα προϊόντα τους στην Κοινότητα μέσω εμπόρων. Λόγω του μεγάλου αριθμού των ενεχόμενων εμπόρων, η Επιτροπή αποφάσισε να εφαρμόσει δειγματοληψία σύμφωνα με το άρθρο 17 του βασικού κανονισμού και προέβη σε σχετική αναγγελία στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας. Η Επιτροπή ζήτησε από τους 102 εισαγωγείς που περιλαμβάνονταν στην καταγγελία να απαντήσουν στις ερωτήσεις που περιλαμβάνονται στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας, δηλαδή για το συνολικό κύκλο εργασιών τους, το συνολικό αριθμό των απασχολούμενων από αυτούς, τον όγκο και την αξία των εισαγωγών και τις μεταπωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος στην κοινοτική αγορά κατά την περίοδο έρευνας.

(131) Δώδεκα εισαγωγείς συμφώνησαν να συμπεριληφθούν στο δείγμα και παρείχαν τα βασικά απαιτούμενα στοιχεία εντός της ταχθείσης προθεσμίας. Λόγω της κατάστασης αυτής, αποφασίστηκε να διαβιβαστεί το ερωτηματολόγιο που προορίζεται για τους εισαγωγείς και στις δώδεκα προαναφερόμενες εταιρείες. Έξι μόνον(6) από αυτούς τους δώδεκα εισαγωγείς συνεργάστηκαν πλήρως τελικά και συμπλήρωσαν το ερωτηματολόγιο.

(132) Οι έξι εισαγωγείς που συνεργάστηκαν αντιπροσωπεύουν περίπου το 45 % του συνολικού όγκου εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος από τη χώρα εισαγωγής στην Κοινότητα κατά την περίοδο έρευνας. Εάν επιβληθούν μέτρα αντιντάμπινγκ, είναι πιθανόν να μειωθούν οι εισαγωγές καταγωγής της ενδιαφερόμενης χώρας. Επιπλέον, δεν μπορεί να αποκλειστεί το γεγονός η επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ να οδηγήσει σε μέτρια αύξηση των τιμών του υπό εξέταση προϊόντος στην Κοινότητα, επηρεάζοντας κατ' αυτόν τον τρόπο την οικονομική κατάσταση των εισαγωγέων και των εμπόρων. Ωστόσο, οι επιπτώσεις κάθε δασμού αντιντάμπινγκ στην κατάσταση των εισαγωγέων και των εμπόρων θα έπρεπε επίσης να εξεταστούν στη βάση ότι το εμπόριο του υπό εξέταση προϊόντος αντιπροσωπεύει μικρό μόνο μέρος του συνόλου των δραστηριοτήτων τους. Με βάση τα στοιχεία που παρείχαν οι προαναφερόμενοι συνεργαζόμενοι εισαγωγείς, διαπιστώθηκε ότι το υπό εξέταση προϊόν εισαγωγής Τουρκίας αντιπροσωπεύει κατά μέσο όρο περίπου 12 % του συνολικού κύκλου εργασιών των συνεργαζόμενων εταιρειών. Παρομοίως, η έρευνα έδειξε ότι η αναλογία εργαζομένων που ενέχονται άμεσα ή έμμεσα στις συναλλαγές του εν λόγω προϊόντος αποτελούν ποσοστό μόνον 23 % επί συνολικού προσωπικού 107 εργαζομένων των προαναφερόμενων συνεργαζόμενων εισαγωγέων. Επομένως, οι επιπτώσεις από ενδεχόμενα μέτρα στην εν γένει επιχειρηματική δραστηριότητα των εισαγωγέων θα είναι περιορισμένες. Επίσης, οι επιπτώσεις στους εισαγωγείς από την αύξηση των τιμών των εισαγωγών του εν λόγω προϊόντος θα εξαρτηθεί από την ικανότητά τους να μεταφέρουν τις αυξήσεις αυτές στην τιμή που χρεώνουν στους πελάτες τους. Η χαμηλή αναλογία του εν λόγω προϊόντος στο συνολικό κόστος των χρηστών αναμένεται να διευκολύνει τους εισαγωγείς ώστε να μεταφέρουν την όποια αύξηση των τιμών στους χρήστες. Βάσει των στοιχείων αυτών, συνάγεται προσωρινά το συμπέρασμα ότι η επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ δεν προβλέπεται να έχει σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις στην κατάσταση των εισαγωγέων της Κοινότητας.

3. Συμφέροντα των βιομηχανιών χρηστών

(133) Ο κυριότερος χρήστης του υπό εξέταση προϊόντος στην Κοινότητα είναι ο οικοδομικός τομέας. Ως εκ τούτου, η ζήτηση του υπό εξέταση προϊόντος εξαρτάται κυρίως από την εξέλιξη της οικοδομικής δραστηριότητας στον ιδιωτικό και στο βιομηχανικό τομέα. Απεστάλησαν ερωτηματολόγια σε 11 ενώσεις χρηστών από τις οποίες ζητήθηκε να διαβιβάσουν αντίτυπα του ερωτηματολογίου στα μέλη τους τα οποία αφορούσε η έρευνα. Η Επιτροπή δεν έλαβε απαντήσεις στα ερωτηματολόγια ούτε από τους ενδιαφερόμενους χρήστες ούτε από τις αντιπροσωπευτικές ενώσεις τους. Δεδομένης της απουσίας ενδιαφέροντος από την πλευρά των χρηστών για το εν λόγω προϊόν, μπορεί να εξαχθεί προσωρινά το συμπέρασμα ότι η επιβολή του μέτρου αντιντάμπινγκ δεν είναι πιθανόν να επηρεάσει αρνητικά την κατάστασή τους.

4. Συμπέρασμα όσον αφορά το συμφέρον της Κοινότητας

(134) Η επιβολή μέτρων αναμένεται να δώσει στην Κοινότητα την ευκαιρία να ανακτήσει πωλήσεις και μερίδια αγοράς και να βελτιώσει την αποδοτικότητά της. Αφετέρου, με δεδομένη την επιδείνωση της κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, εάν δεν επιβληθούν μέτρα, υπάρχει ο κίνδυνος ορισμένοι κοινοτικοί παραγωγοί να διακόψουν τη γραμμή παραγωγής τους ή και τη λειτουργία ολόκληρων εγκαταστάσεων παραγωγής και να απολύσουν μέρος του προσωπικού τους. Αν και προβλέπονται αρνητικές επιπτώσεις υπό μορφή μείωσης του όγκου εισαγωγών και μέτριας αύξησης των τιμών για τους εισαγωγείς/εμπόρους, η έκταση των φαινομένων αυτών μπορεί να περιοριστεί με τη μεταφορά της αύξησης στους χρήστες. Από την πλευρά τους, οι χρήστες δεν αναμένεται να υποστούν σοβαρές συνέπειες από μια τέτοια αύξηση, λόγω της μικρής επίπτωσης του εν λόγω προϊόντος στα τελικά προϊόντα τους. Βάσει των ανωτέρω, συνάγεται προσωρινά το συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν αποχρώντες λόγοι για τη μη επιβολή μέτρων στην προκειμένη περίπτωση και ότι η εφαρμογή μέτρων θα ήταν προς το συμφέρον της Κοινότητας.

Η. ΠΡΟΣΩΡΙΝΑ ΜΕΤΡΑ ΑΝΤΙΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

(135) Λαμβανομένων υπόψη των συμπερασμάτων για την πρακτική ντάμπινγκ, τη ζημία, την αιτιώδη συνάφεια και το συμφέρον της Κοινότητας, θεωρείται απαραίτητο να ληφθούν προσωρινά μέτρα ώστε να αποφευχθεί η πρόκληση περαιτέρω ζημίας στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής από τις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ.

1. Επίπεδο εξάλειψης της ζημίας

(136) Το επίπεδο των προσωρινών μέτρων αντιντάμπινγκ πρέπει να αρκεί για την εξάλειψη της ζημίας που προκλήθηκε στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής από τις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, χωρίς να υπερβαίνει τα περιθώρια ντάμπινγκ που διαπιστώθηκαν. Κατά τον υπολογισμό του απαραίτητου ποσού του δασμού για την εξάλειψη των αποτελεσμάτων του ζημιογόνου ντάμπινγκ, θεωρήθηκε ότι τα μέτρα θα έπρεπε να επιτρέψουν στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής να καλύψει τις δαπάνες του και να πραγματοποιήσει κέρδος πριν από το φόρο, το οποίο θα μπορούσε να επιτευχθεί εύλογα υπό κανονικούς όρους ανταγωνισμού, δηλαδή αν δεν πραγματοποιούνταν εισαγωγές με ντάμπινγκ.

(137) Με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες, διαπιστώθηκε αρχικά ότι ένα περιθώριο κέρδους ποσοστού 3,3 % επί του κύκλου εργασιών, που πέτυχε ο κοινοτικός κλάδος το 1999, μπορεί να θεωρηθεί ως κατάλληλο επίπεδο για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής εφόσον δεν ασκούνται ζημιογόνες πρακτικές ντάμπινγκ. Εν συνεχεία, καθορίστηκε η αναγκαία αύξηση της τιμής με βάση σύγκριση, στο ίδιο στάδιο εμπορίας, της μέσης σταθμισμένης τιμής εισαγωγής, όπως καθορίστηκε για τον καθορισμό των χαμηλότερων από τις κοινοτικές τιμών, και της μη ζημιογόνου τιμής των προϊόντων που πωλεί ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής στην κοινοτική αγορά. Η μη ζημιογόνος τιμή προέκυψε με την προσαρμογή των τιμών πώλησης κάθε εταιρείας που αποτελεί τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής στο χαμηλότερο σημείο απόδοσης και με την προσθήκη του ως άνω περιθωρίου κέρδους. Η διαφορά που τυχόν προέκυψε από την εν λόγω σύγκριση εκφράστηκε στη συνέχεια ως εκατοστιαίο ποσοστό της συνολικής αξίας εισαγωγής cif.

(138) Οι μεμονωμένοι εταιρικοί συντελεστές δασμού αντιντάμπινγκ που παρατίθενται στο παρόν έγγραφο καθορίστηκαν με βάση τα συμπεράσματα της παρούσας έρευνας. Επομένως, αντικατοπτρίζουν την κατάσταση που διαπιστώθηκε κατά τη διάρκεια της εν λόγω έρευνας όσον αφορά τις εν λόγω εταιρείες. Οι εν λόγω δασμολογικοί συντελεστές (σε αντίθεση με τον δασμό σε επίπεδο χώρας, που εφαρμόζεται σε "όλες τις άλλες εταιρείες") εφαρμόζονται επομένως αποκλειστικά στις εισαγωγές προϊόντων καταγωγής των εν λόγω χωρών, που παράγονται από τις εταιρείες, και συνεπώς από τα αναφερόμενα συγκεκριμένα νομικά πρόσωπα. Τα εισαγόμενα προϊόντα που παράγονται από όλες τις άλλες εταιρείες, οι οποίες δεν αναφέρονται ειδικά στον παρόντα κανονισμό με την επωνυμία και τη διεύθυνσή τους, συμπεριλαμβανομένων των οντοτήτων που συνδέονται με τις ειδικά αναφερόμενες εταιρείες, δεν μπορούν να υποβληθούν σ' αυτούς τους συντελεστές και υπόκεινται στον δασμό που εφαρμόζεται σε "όλες τις άλλες εταιρείες".

(139) Οποιοδήποτε αίτημα για την εφαρμογή των εν λόγω δασμών αντιντάμπινγκ για μεμονωμένες εταιρείες (π.χ. ύστερα από αλλαγή της επωνυμίας της εταιρείας ή μετά τη δημιουργία νέας οντότητας παραγωγής ή πωλήσεων) θα πρέπει να απευθύνεται στην Επιτροπή μαζί με όλες τις σχετικές πληροφορίες, και ιδίως οποιαδήποτε αλλαγή των δραστηριοτήτων της εταιρείας που σχετίζεται με την παραγωγή, τις εγχώριες και εξαγωγικές πωλήσεις, όπως για παράδειγμα αλλαγή της επωνυμίας ή των εν λόγω οντοτήτων παραγωγής και πωλήσεων. Η Επιτροπή, εάν το κρίνει σκόπιμο, και μετά από διαβουλεύσεις με τη συμβουλευτική επιτροπή, θα τροποποιήσει ανάλογα τον κανονισμό αναπροσαρμόζοντας τον κατάλογο των εταιρειών στις οποίες εφαρμόζεται ατομικός δασμός.

2. Προτεινόμενα προσωρινά μέτρα

(140) Με βάση τα ανωτέρω, θεωρείται, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, ότι πρέπει να επιβληθεί στις εισαγωγές καταγωγής Τουρκίας προσωρινός δασμός αντιντάμπινγκ στο επίπεδο των διαπιστωθέντων περιθωρίων ντάμπινγκ, καθώς αυτά διαπιστώθηκε ότι ήταν χαμηλότερα από τα περιθώρια της ζημίας.

3. Αναλήψεις υποχρεώσεων

(141) Σύμφωνα με το άρθρο 46 της απόφασης άρθρο 1/95 του συμβουλίου σύνδεσης ΕΕ-Τουρκίας περί εφαρμογής της τελικής φάσης της τελωνειακής ένωσης, οι συνεργαζόμενοι παραγωγοί-εξαγωγείς στην Τουρκία έλαβαν έγκαιρα πληροφορίες σχετικά με τα πορίσματα της έρευνας. Σειρά εξαγωγέων-παραγωγών, και συγκεκριμένα οι: Ozdemir Boru Profil San.ve Ticaret AS, MMZ Onur Boru Profil Uretim και Guven Boru ve Profil Sanayi ve Ticaret Ltd, πρόσφεραν αναλήψεις υποχρεώσεων ως προς τις τιμές σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού.

(142) Ως προς τούτο, η Επιτροπή σημειώνει τα ακόλουθα:

- το υπό εξέταση προϊόν είναι εμπορικό προϊόν με σημαντική μεταβλητότητα της τιμής, ακόμη και σε πολύ βραχυπρόθεσμο διάστημα· συνεπώς, δεν είναι ιδιαίτερα κατάλληλο για ανάληψη υποχρέωσης για σταθερή τιμή: η μεταβλητότητα οφείλεται στη διακύμανση των τιμών των πρώτων υλών, ιδίως των ρόλων θερμής έλασης, που συνιστούν τα κύρια αλλά μεταβλητά συστατικά στοιχεία του κόστους παραγωγής. Αυτό συνδέεται επίσης με συναλλαγματικές ισοτιμίες, που είναι σταθερές εντός την Κοινότητας, εκτός από το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Σουηδία και τη Δανία, αλλά που μεταβάλλονται ταχέως έναντι του δολαρίου ΗΠΑ, νόμισμα στο οποίο γίνονται οι συναλλαγές, ιδίως στην Τουρκία. Είναι αναγκαία η μηνιαία αναθεώρηση των τιμών,

- αν οι ελάχιστες τιμές εισαγωγής ΕΤΕ αναπροσαρμόζονται ανάλογα με την τιμή των ρόλων θερμής έλασης, θα πρέπει να καθορισθούν διαφορετικοί τύποι αναπροσαρμογής ανά ομάδα υποπροϊόντος, δεδομένου ότι η ενέργεια και το εργατικό δυναμικό ανά τόνο ποικίλλουν ανάλογα με το μέγεθος. Για το λόγο αυτό, αν εφαρμοσθεί ένα σύστημα τύπου επανεξέτασης, θα χρειασθεί να καθορισθεί μεταξύ του επί μέρους τύπου 3 και 4 για κάθε κατηγορία προϊόντος, σύμφωνα με την κλίμακα μεγέθους,

- το προϊόν παρουσιάζεται υπό πολλές διαφορετικές μορφές (έως 250) δεδομένου ότι σειρά παραγόντων (βαθμός, μέγεθος, πάχος του χάλυβα κ.λπ.) επηρεάζουν τις τιμές. Αυτό καθιστά τον τελωνειακό έλεγχο υπερβολικά επαχθή και περίπλοκο.

(143) Επιπλέον, ορισμένοι από τους παραγωγούς που πρότειναν ανάληψη υποχρέωσης εξάγουν ποικιλία προϊόντων χάλυβα, όπως συγκολλητούς σωλήνες, σωληνώσεις κατασκευών, σωλήνες από ανθρακούχο χάλυβα, ορθογωνισμένους σωλήνες, τετραγωνισμένους σωλήνες κ.λπ., που εν μέρει μόνον υπόκεινται στην έρευνα αντιντάμπινγκ. Επομένως, υπάρχει μεγάλος κίνδυνος αντιστάθμισης σε ό,τι αφορά τις τιμές των διαφόρων προϊόντων που εξάγονται στους ίδιους πελάτες. Γενικά, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής ισχυρίστηκε επίσης ότι οι αναλήψεις υποχρεώσεων και, επομένως, οι ελάχιστες τιμές, σαφώς και δεν συνιστούν κατάλληλα μέτρα σε ό,τι αφορά το υπό εξέταση προϊόν, για τους ίδιους λόγους.

(144) Υπό το φως των ανωτέρω, έπρεπε να απορριφθούν αυτές οι προτάσεις ανάληψης υποχρέωσης ως προς την τιμή.

Θ. ΤΕΛΙΚΗ ΔΙΑΤΑΞΗ

(145) Για λόγους χρηστής διαχείρισης, πρέπει να ταχθεί προθεσμία εντός της οποίας τα ενδιαφερόμενα μέρη που αναγγέλθηκαν εντός της προθεσμίας που καθοριζόταν στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας μπορούν να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση. Επιπλέον, πρέπει να αναφερθεί ότι τα συμπεράσματα όσον αφορά την επιβολή δασμών, που διατυπώνονται για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, είναι προσωρινά και ενδέχεται να επανεξεταστούν για την ενδεχόμενη επιβολή οριστικού δασμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1. Επιβάλλεται προσωρινός δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές μορφοχαλύβων κοίλης διατομής που συνίστανται σε συγκολλητούς σωλήνες κάθε είδους και είδη με καθορισμένη μορφή, κοίλα, τετραγωνικής ή ορθογωνίου διατομής, από σίδηρο ή χάλυβα, εξαιρουμένων εκείνων που κατασκευάζονται από ανοξείδωτο χάλυβα ή έχουν περίμετρο μεγαλύτερη από 600 mm, τα οποία κατατάσσονται επί του παρόντος στους κωδικούς ΣΟ ex 7306 60 31 (κωδικός Taric 7306 60 31 90 ) και ex 7306 60 39 (κωδικός Taric 7306 60 39 90 ) καταγωγής Τουρκίας.

2. Ο προσωρινός δασμός που εφαρμόζεται στην καθαρη τιμή "ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας", πριν τον εκτελωνισμό, για τα προϊόντα που παράγονται από τους ακόλουθους κατασκευαστές, είναι ο ακόλουθος:

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

3. Με την επιφύλαξη τυχόν διαφορετικής ρύθμισης, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τους τελωνειακούς δασμούς.

4. Η θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία στην Κοινότητα του προϊόντος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 υπόκειται στην παροχή εγγύησης, που ισοδυναμεί με το ποσό του προσωρινού δασμού.

Άρθρο 2

1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 20 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 384/96, τα ενδιαφερόμενα μέρη που ζητούν την κοινοποίηση των ουσιωδών πραγματικών περιστατικών και του σκεπτικού, βάσει των οποίων θεσπίστηκε ο παρών κανονισμός, δύνανται να παραθέσουν γραπτώς τις απόψεις τους και ζητήσουν ακρόαση από την Επιτροπή εντός ενός μηνός από την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος του παρόντος κανονισμού.

2. Σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 384/96, τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να υποβάλουν παρατηρήσεις σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού εντός προθεσμίας ενός μηνός από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του κανονισμού.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το άρθρο 1 του παρόντος κανονισμού εφαρμόζεται για διάστημα έξι μηνών.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 14 Ιουλίου 2003.

Για την Επιτροπή

Pascal Lamy

Μέλος της Επιτροπής

(1) ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1.

(2) ΕΕ L 305 της 7.11.2002, σ. 1.

(3) ΕΕ C 249 της 16.10.2002, σ. 5.

(4) SRW GmbH, KEM SA, Arcelor Tubes France SA, ILVA SpA, Marcegaglia SpA, Voestalpine Krems GmbH, Rautaruukki Oyj Metform, Corus UK Ltd.

(5) SRW GmbH, KEM SA, Arcelor Tubes France SA, ILVA SpA, Marcegaglia SpA, Voestalpine Krems GmbH, Rautaruukki Oyj Metform, Corus UK Ltd.

(6) Metallurgica Piemontese Sas, Transider SA, Bemaco Steel Ltd, Eurosteel Products Ltd, Steel Traders Ltd, Thyssen Mannesmann UK Ltd.