32002D0365

2002/365/ΕΚ: Απόφαση της Επιτροπής, της 11ης Ιουλίου 2001, με την οποία μια συγκέντρωση κηρύσσεται συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά και τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ (Υπόθεση COMP/M.2314 — BASF/Eurodiol/Pantochim) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2001) 1856]

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 132 της 17/05/2002 σ. 0045 - 0064


Απόφαση της Επιτροπής

της 11ης Ιουλίου 2001

με την οποία μια συγκέντρωση κηρύσσεται συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά και τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ

(Υπόθεση COMP/M.2314 - BASF/Eurodiol/Pantochim)

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2001) 1856]

(Το κείμενο στην αγγλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2002/365/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, και ιδίως το άρθρο 57,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 4064/89 του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1989, σχετικά με τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων(1), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1310/97(2), και ιδίως το άρθρο 8 παράγραφος 2,

την απόφαση της Επιτροπής, της 27ης Μαρτίου 2001, να κινήσει τη διαδικασία στην παρούσα υπόθεση,

Αφού κάλεσε τις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις να γνωστοποιήσουν τις απόψεις τους σχετικά με τις αιτιάσεις της Επιτροπής,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της συμβουλευτικής επιτροπής για τις συγκεντρώσεις(3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Στις 12 Φεβρουαρίου 2001, η Επιτροπή έλαβε κοινοποίηση προταθείσας συγκέντρωσης, βάσει του άρθρου 4 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 4064/89 (κανονισμός περί συγκεντρώσεων) κατά την οποία η γερμανική εταιρεία BASF AG (BASF) αποκτά τον έλεγχο του συνόλου των βελγικών εταιρειών Pantochim SA (Pantochim) και Eurodiol SA (Eurodiol) με δεσμευτική συμφωνία αγοράς της 29ης Δεκεμβρίου 2000.

(2) Αφού εξέτασε την κοινοποίηση, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η κοινοποιηθείσα συγκέντρωση εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού περί συγκεντρώσεων. Οι συμμετέχουσες επιχειρήσεις ανέλαβαν δεσμεύσεις κατά το αρχικό στάδιο της έρευνας της Επιτροπής, σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 του κανονισμού περί συγκεντρώσεων, για τους σκοπούς απόφασης εκκαθάρισης σε ένα πρώτο στάδιο. Οι δεσμεύσεις αυτές δεν ήταν επαρκείς για να αρθούν οι ανησυχίες σε σχέση με τον ανταγωνισμό τις οποίες προκάλεσε η συγκέντρωση. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή έκρινε ότι υπάρχουν σοβαρές αμφιβολίες για το αν η εξεταζόμενη πράξη συμβιβάζεται με την κοινή αγορά. Κατά συνέπεια, στις 27 Μαρτίου 2001, η Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει τη διαδικασία σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού περί συγκεντρώσεων.

I. ΤΑ ΜΕΡΗ

(3) Η BASF είναι εταιρεία με παγκόσμιες δραστηριότητες στον τομέα της παραγωγής και διανομής ειδικών χημικών ουσιών και άλλων χημικών προϊόντων, προϊόντων προστασίας της υγείας και προϊόντων διατροφής, πετρελαίου και φυσικού αερίου.

(4) Οι Eurodiol και Pantochim είναι βελγικές εταιρείες. Και οι δύο είναι θυγατρικές του ομίλου SISAS με έδρα την Ιταλία και το Λουξεμβούργο. Η Pantochim δραστηριοποιείται στον τομέα παραγωγής ορισμένων χημικών ουσιών, κυρίως φθαλικού ανυδρίτη (PA) και εστέρων του φθαλικού οξέος. Η Eurodiol δραστηριοποιείται στον τομέα της παραγωγής βουτανοδιόλης-1,4 (BDO) και χημικών ενώσεων της ομάδας της BDO γ-βουτυρολακτόνης (GBL), N-μεθυλο-πυρρολιδόνης (NMP) και τετραϋδροφουρανίου (THF).

(5) Στις 18 Σεπτεμβρίου 2000, οι Eurodiol και Pantochim ετέθησαν υπό καθεστώς δικαστικού συμβιβασμού πτωχεύσαντος (concordat judiciaire) από το εμποροδικείο του Charleroi (Tribunal de commerce) στο Βέλγιο. Με την ίδια απόφαση, το Δικαστήριο όρισε τέσσερις δικαστικούς διαχειριστές (Commissaires au sursis) για να εποπτεύουν τη διαχείριση της Eurodiol και της Pantochim κατά τη διαδικασία του πτωχευτικού συμβιβασμού. Επιπλέον, και η ιταλική μητρική εταιρεία SISAS SPA, Μιλάνο, βρίσκεται σε διαδικασία πτώχευσης.

II. Η ΠΡΑΞΗ ΚΑΙ Η ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ

(6) Η πράξη συνίσταται στην εξαγορά της Eurodiol και της Pantochim από την BASF με δεσμευτική συμφωνία αγοράς, η οποία συνήφθη στις 29 Δεκεμβρίου 2000 μεταξύ της BASF Antwerpen NV (θυγατρικής της BASF κατά 100 %) και των δικαστικών διαχειριστών για λογαριασμό της Pantochim και της Eurodiol.

(7) Η πράξη συνίσταται στην απόκτηση του αποκλειστικού ελέγχου των Eurodiol και Pantochim από την BASF και, κατά συνέπεια, σε συγκέντρωση κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού περί συγκεντρώσεων.

III. ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ

(8) Ο συνδυασμένος ολικός παγκόσμιος κύκλος εργασιών των εμπλεκόμενων επιχειρήσεων υπερβαίνει τα 5 δισεκατ. ευρώ(4). Το 1999, ο ολικός παγκόσμιος κύκλος εργασιών της BASF ανήλθε σε 29,5 δισεκατ. ευρώ, ενώ ο συνδυασμένος κύκλος εργασιών της Eurodiol και της Pantochim ανήλθε σε 202 εκατ. ευρώ. Οι BASF, Eurodiol και Pantochim είχαν ολικό κύκλο εργασιών άνω των 100 εκατ. ευρώ σε δώδεκα κράτη μέλη. Επιπλέον, ο κύκλος εργασιών της BASF και της Pantochim και Eurodiol υπερβαίνει τα 25 εκατ. ευρώ σε τρία κράτη μέλη (Βέλγιο, Γερμανία και Ιταλία). Καμία από τις εξεταζόμενες επιχειρήσεις δεν πραγματοποιεί άνω των δύο τρίτων του ολικού κοινοτικού της κύκλου εργασιών σε ένα και το αυτό κράτος μέλος. Συνεπώς, η κοινοποιηθείσα πράξη έχει κοινοτική διάσταση κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 3 του κανονισμού περί συγκεντρώσεων (βλέπε πίνακα 1).

Πίνακας 1

Κύκλος εργασιών της BASF και των Pantochim και Eurodiol το 1999

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

IV. ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΟΨΗ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

Α. ΑΓΟΡΕΣ ΣΧΕΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ

1. ΦΘΑΛΙΚΟΣ ΑΝΥΔΡΙΤΗΣ (PA)

(9) Ο PA είναι πρώτη ύλη που χρησιμοποιείται κυρίως για την παραγωγή εστέρων του φθαλικού οξέος καθώς και αλκυδικών ρητινών και ρητινών ακόρεστων πολυεστέρων (UP). Ο PA πωλείται σε μορφή νιφάδων ή τήγματος.

(10) Τα μέρη υποστηρίζουν ότι ο PA αποτελεί αγορά σχετικού προϊόντος και ότι έχουν δώσει στοιχεία που το αποδεικνύουν. Ο εν λόγω ορισμός της αγοράς έχει επιβεβαιωθεί σε μεγάλο βαθμό από την έρευνα αγοράς της Επιτροπής.

2. ΕΣΤΕΡΕΣ ΤΟΥ ΦΘΑΛΙΚΟΥ ΟΞΕΟΣ

(11) Οι εστέρες του φθαλικού οξέος είναι διεστέρες παραγόμενοι από τις αντίστοιχες αλκοόλες και PA. Λόγω των διαφόρων χαρακτηριστικών τους, υποδιαιρούνται περαιτέρω σε κανονικούς εστέρες και εστέρες μικρής αλυσίδας. Εντούτοις, τα κοινοποιούντα μέρη υποστηρίζουν ότι υπάρχει μία μόνον αγορά σχετικού προϊόντος, εφόσον τουλάχιστον ορισμένοι ευρωπαίοι παραγωγοί θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν τη διαδικασία παραγωγής κανονικών εστέρων με τη διαδικασία παραγωγής εστέρων μικρής αλυσίδας.

(12) Ειδικότερα, τα μέρη ισχυρίζονται ότι το εύρος των απαραίτητων προσαρμογών εξαρτάται από το σχεδιασμό της μονάδας. Μια μονάδα εστεροποίησης που έχει σχεδιασθεί και χρησιμοποιείται για την παραγωγή κανονικών εστέρων του φθαλικού οξέος απαιτεί μόνο προσαρμογή όσον αφορά το τμήμα αφαίρεσης της αλκοόλης και καθαρισμού. Το τμήμα καθαρισμού απαιτεί μόνον ορισμένες δευτερεύουσες τροποποιήσεις των σωληνώσεων. Τα μέρη υποστηρίζουν ότι, μετά την ολοκλήρωση των εν λόγω προσαρμογών, η μονάδα εστεροποίησης είναι σε θέση να παράγει τους διάφορους τύπους εστέρων του φθαλικού οξέος με αναστολή των εργασιών επί δύο-τρεις ημέρες. Το κόστος αυτών των προσαρμογών αντιπροσωπεύει περίπου το 5 % του κόστους κατασκευής μιας νέας εγκατάστασης.

(13) Σύμφωνα με τις περισσότερες απαντήσεις στην έρευνα αγοράς της Επιτροπής, ένας ορισμός της αγοράς που να περιλαμβάνει και τους κανονικούς εστέρες του φθαλικού οξέος και τους εστέρες μικρής αλυσίδας θα ήταν υπερβολικά ευρύς. Ανταγωνιστές της BASF υποστήριξαν ότι η ικανότητα μεταστροφής από την παραγωγή κανονικών εστέρων στην παραγωγή εστέρων μικρής αλυσίδας είναι πολύ περιορισμένη λόγω των επενδύσεων που απαιτούνται για την παραγωγή εστέρων του φθαλικού οξέος μικρής αλυσίδας στις εγκαταστάσεις τους. Επιπλέον, οι κανονικοί εστέρες του φθαλικού οξέος και οι εστέρες μικρής αλυσίδας χρησιμοποιούνται σε τελείως διαφορετικές εφαρμογές. Τα ίδια τα μέρη υποστηρίζουν ότι, με βάση την αναλογία πολώσιμων/πολικών τμημάτων των μορίων και του μήκους της αλυσίδας αλκυλίων των αντίστοιχων εστέρων, η διαλυτότητα και η συμβατότητα με ορισμένα πολυμερή είναι διαφορετικές. Καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι μόνον οι εστέρες του φθαλικού οξέος μικρής αλυσίδας (δηλαδή αριθμός ατόμων άνθρακα C1 - C4) είναι κατάλληλοι για εφαρμογές όπως η παραγωγή νιτροκυτταρίνης ή η αδρανοποίηση υπεροξειδίων.

(14) Λόγω της διαφορετικής χημικής δομής τους, οι κανονικοί εστέρες του φθαλικού οξέος και οι εστέρες μικρής αλυσίδας χρησιμοποιούνται σε διαφορετικές εφαρμογές. Οι κανονικοί εστέρες (που ορίζονται ως εστέρες φθαλικού οξέος με βάση αλκοόλες με αλυσίδα C4 ή μακρύτερη) αναφέρονται συχνά ως πλαστικοποιητές, εφόσον κατά το 95 % περίπου της συνολικής κατανάλωσής τους χρησιμοποιούνται ως πλαστικοποιητές για PVC. Το υπόλοιπο 5 % των κανονικών εστέρων χρησιμοποιούνται ως πλαστικοποιητές σε συγκολλητικές ύλες, επιχρίσματα και χρώματα, ως αναστολείς υπεροξειδίων καθώς και για την παραγωγή νιτροκυτταρίνης. Οι επονομαζόμενοι εστέρες του φθαλικού οξέος μικρής αλυσίδας DMP και DEP (εστέρες με βάση αλκοόλες C1 και C2 αντίστοιχα) χρησιμοποιούνται ως πλαστικοποιητές στην παραγωγή εστέρων κυτταρίνης, ως αναστολείς/σταθεροποιητές υπεροξειδίων, ως μέσα στερέωσης σε καλλυντικά και ως μέσα αραίωσης για αρώματα.

(15) Για τους σκοπούς της παρούσας υπόθεσης, παραμένει ανοικτό το ζήτημα αν οι κανονικοί εστέρες και οι εστέρες μικρής αλυσίδας αποτελούν δύο χωριστές αγορές προϊόντος ή μία ενιαία αγορά προϊόντος, εφόσον σε καμιά από τις δύο περιπτώσεις δεν εγείρονται ανησυχίες σε θέματα ανταγωνισμού.

3. ΒΟΥΤΑΝΟΔΙΟΛΗ-1,4 (BDO)

(16) Η BASF υποστηρίζει ότι η BDO χρησιμοποιείται ως πρώτη ύλη για την παραγωγή χημικών ενώσεων της ομάδας της BDO, και κυρίως των διαλυτών γ-βουτυρολακτόνης (GBL), N-μεθυλο-πυρρολιδόνης (NMP) και του τετραϋδροφουρανίου (THF) καθώς και N-βινυλοπυρρολιδόνης (NVP), πολυ(βινυλοπυρρολιδόνης) (PVP), πολυ(τετραμεθυλεν-αιθερογλυκόλης) (PTMEG), πολυ(τερεφθαλικού βουτυλενίου) (PBT) και πολυουρεθανών (PUR). Σύμφωνα με την BASF, σήμερα, η BDO παράγεται για εμπορικούς σκοπούς με τέσσερις διαφορετικές διεργασίες, με βάση το ακετυλένιο, το βουταδιένιο, το προπυλενοξείδιο καθώς και το βουτάνιο. Εντούτοις, κατά την BASF, η BDO αποτελεί ενιαία αγορά προϊόντος.

(17) Τα τρίτα μέρη έχουν επιβεβαιώσει τον ορισμό της αγοράς που πρότεινε η BASF. Κατά την άποψή τους, η BDO είναι, λόγω των χημικών ιδιοτήτων και χαρακτηριστικών της, χωριστό προϊόν και δεν είναι δυνατό να υποκατασταθεί από άλλα προϊόντα. Οι εναλλακτικές διεργασίες που είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν για την παραγωγή BDO δεν επηρεάζουν τις βασικές ιδιότητες του προϊόντος, εφόσον το τελικό προϊόν παραμένει το ίδιο.

(18) Βάσει των ανωτέρω, η Επιτροπή θεωρεί ότι η BDO αποτελεί αγορά σχετικού προϊόντος.

4. ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΤΗΣ ΟΜΑΔΑΣ ΤΗΣ BDO (GBL, NMP ΚΑΙ THF)

(19) Στην κοινοποίησή της, η BASF υποστηρίζει ότι τα προϊόντα GBL, NMP και THF ανήκουν σε μια ευρύτερη αγορά διαλυτών ειδικών χρήσεων. Αυτός ο ορισμός της αγοράς περιλαμβάνει επίσης και ορισμένους οξυγονούχους διαλύτες [οξικός μεθυλαιθέρας της προπυλενογλυκόλης (PGMEA), το διμεθυλοφορμαμίδιο (DMF), το διμεθυλακεταμίδιο (DMAC), το ανθρακικό προπυλένιο (PC), το διμεθυλοσουλφοξείδιο (DMSO)] καθώς και το μεθυλενοχλωρίδιο.

(20) Οι διαλύτες ειδικών χρήσεων αντιπροσώπευαν μικρό μόνο μέρος της συνολικής αγοράς οργανικών διαλυτών στην Ευρωπαϊκή Ένωση (1999). Η BASF δηλώνει ότι υπάρχει μεγάλη διασπορά στην αγορά των διαλυτών ειδικών χρήσεων. Δραστηριοποιούνται στην αγορά περισσότερες από είκοσι διαφορετικές εταιρείες, καμία από τις οποίες δεν έχει τη δυνατότητα να προσφέρει την πλήρη σειρά των σχετικών προϊόντων. Εντούτοις, η BASF ισχυρίζεται ότι τα προϊόντα αυτά αποτελούν μία αγορά, εφόσον υφίσταται σημαντικός ανταγωνισμός μεταξύ των διαφόρων διαλυτών ανάλογα με τις διάφορες εφαρμογές τους.

(21) Οι εφαρμογές ειδικών διαλυτών, όπως αυτές απαριθμούνται από την BASF, είναι: απογύμνωση στη βιομηχανία ηλεκτρονικών και αφαίρεση βαφών, αντιδραστήρια χημικών διεργασιών, καθαρισμός ουσιών/καθαρισμός επιφανειών, βιομηχανίες αγροχημικών και φαρμακευτικών προϊόντων.

(22) Η BASF παρουσιάζει κατάλογο δυνατοτήτων υποκατάστασης στο εσωτερικό της καθεμίας από τις προαναφερθείσες εφαρμογές. Στη βιομηχανία ηλεκτρονικών, παραδείγματος χάρη, υπάρχει ισχυρός ανταγωνισμός ανάμεσα στους φωτοανθεκτικούς απογυμνωτές που παράγονται από NMP και στα εναλλακτικά προϊόντα που παράγονται από DMSO, την υδροξιλαμίνη, τον οξικό αιθυλεστέρα, τον PGMEA κ.λπ. Επιπλέον, η BASF ισχυρίζεται επίσης ότι οι νέες τεχνολογίες, που βρίσκονται στο στάδιο της ανάπτυξης, είναι δυνατό να καταστήσουν στο μέλλον δυνατή την υποκατάσταση των GBL, NMP και THF.

(23) Όσον αφορά τα επιχρίσματα και τις εφαρμογές αφαίρεσης βαφών, η BASF εξηγεί ότι για τις εφαρμογές αφαίρεσης βαφών υπάρχει ανταγωνισμός ανάμεσα στην NMP και [...]*.

(24) Όσον αφορά τις εφαρμογές χημικών διεργασιών, η BASF θεωρεί ότι η NMP είναι δυνατό να υποκατασταθεί από ένα ευρύ φάσμα εναλλακτικών συστημάτων και προϊόντων, όπως π.χ. [...]*. Αναφορικά με τις εφαρμογές καθαρισμού, η BASF αναφέρει ότι, ανάλογα με τη φύση του υλικού που υποβάλλεται σε καθαρισμό, χρησιμοποιείται ένα ευρύ φάσμα προϊόντων όπως τα [...]* και άλλα. Στον τομέα των βιοεπιστημών υπάρχει ανταγωνισμός από διαφορετικές τεχνολογίες και τη συνεχιζόμενη ανασύνθεση. Η BASF αναφέρει παράδειγμα υποκατάστασης του THF με [...]*.

(25) Σύμφωνα με την BASF, από τα ανωτέρω παραδείγματα συνάγεται ότι οι διαλύτες όλων των προαναφερθεισών κατηγοριών (διαλύτες ειδικών χρήσεων, άλλοι οξυγονούχοι διαλύτες, λοιποί οργανικοί διαλύτες καθώς και ανόργανοι διαλύτες) υποκαθίστανται αμοιβαίως ως έναν βαθμό και είναι δυνατό, συνεπώς, να θεωρηθούν ως μια αγορά σχετικού προϊόντος. Εντούτοις, η BASF έχει λάβει ως υπόθεση ότι ο υποτομέας που δηλώνεται με τον όρο "διαλύτες ειδικών χρήσεων" αποτελεί χωριστή αγορά σχετικού προϊόντος για τους σκοπούς της κοινοποίησης.

(26) Όμως, η κοινοποίηση αφορά διαλύτες της ομάδας της BDO (GBL, NMP και THF) ειδικότερα, που είναι προϊόντα παραγόμενα από τη Eurodiol και την BASF. Ελάχιστες είναι οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην παραγωγή διαλυτών της ομάδας της BDO και οι περισσότερες από αυτές παράγουν όλα τα προϊόντα. Για την BASF, τη Eurodiol και τις περισσότερες άλλες εταιρείες που παράγουν προϊόντα της ομάδας της BDO, η διαδικασία παραγωγής επιτρέπει την παραγωγή και των τριών προϊόντων, καθώς και της BDO, σε μια κοινή διεργασία παραγωγής. Το διάγραμμα 1 και το διάγραμμα 2 κατωτέρω παρουσιάζουν με απλουστευμένο τρόπο τη λειτουργία των διεργασιών παραγωγής με διαφορετικές τεχνολογίες. Ορισμένοι άλλοι παραγωγοί χρησιμοποιούν διαφορετικές τεχνολογίες από αυτές που παρουσιάζονται εδώ. Στην κοινοποίησή της, η BASF εντοπίζει τέσσερις διαφορετικές τεχνολογίες, αλλά γενικά τις τεχνολογίες που είναι ικανές να παράγουν το πλήρες φάσμα των προϊόντων.

Διάγραμμα 1:

Η διεργασία που χρησιμοποιείται από τη BASF

>PIC FILE= "L_2002132EL.004801.TIF">

Διάγραμμα 2:

Η διεργασία που χρησιμοποιείται από την Eurodiol

>PIC FILE= "L_2002132EL.004802.TIF">

(27) Η διεργασία της BASF είναι η αποκαλούμενη διεργασία "Reppe", η οποία είναι σχετικά ώριμη τεχνολογία, βασίζεται στο ακετυλένιο και τη φορμαλδεΐνη. Η διεργασία της Eurodiol βασίζεται σε μια προσφάτως ανακαλυφθείσα τεχνολογία, με τη χρησιμοποίηση βουτανίου και MA ως πρώτων υλών. Τρίτα μέρη έχουν αναφέρει ότι η εν λόγω διεργασία παραγωγής πρέπει να θεωρηθεί ως τεχνολογία "χαμηλού κόστους". Από τα διαγράμματα 1 και 2 μπορεί να συναχθεί ότι, στη διεργασία που χρησιμοποιεί η BASF, η GBL και το THF παράγονται από την BDO, ενώ στη διεργασία που χρησιμοποιεί η Eurodiol, η BDO παράγεται από την GBL. Ο όρος "προϊόντα της ομάδας της BDO" θα χρησιμοποιείται, συνεπώς, στην παρούσα απόφαση, όταν γίνεται αναφορά στα προϊόντα GBL, NMP και THF.

(28) Η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσο τα προϊόντα της ομάδας της BDO πρέπει να εξετασθούν από κοινού με άλλους διαλύτες ειδικών χρήσεων που δεν ανήκουν στην ομάδα της BDO, όπως πρότεινε η BASF, ανεξάρτητα από άλλους διαλύτες ειδικών χρήσεων που δεν ανήκουν στην ομάδα της BDO ή μεμονωμένα ως αγορές χωριστών προϊόντων.

(29) Η έρευνα αγοράς που πραγματοποίησε η Επιτροπή δεν επιβεβαίωσε τον ορισμό της αγοράς που πρότεινε η BASF. Σύμφωνα με την άποψη τρίτων μερών, οι ομάδες προϊόντων των προϊόντων της ομάδας BDO διακρίνονται από άλλους διαλύτες ειδικών χρήσεων και αποτελούν χωριστές αγορές προϊόντος. Η τεράστια πλειοψηφία των καταναλωτών δεν υποστήριξε τον ισχυρισμό ότι υπάρχει δυνατότητα αμοιβαίας υποκατάστασης όσον αφορά τις GBL, NMP και το THF, είτε μεταξύ των εν λόγω προϊόντων είτε με άλλους διαλύτες. Οι ειδικές τεχνικές ιδιότητες και οι διάφορες εφαρμογές δεν επιτρέπουν, στην πράξη, να αντικατασταθεί κάποιο από τα εξεταζόμενα προϊόντα με άλλες χημικές ενώσεις.

(30) Τρίτα μέρη επισημαίνουν ότι οι δυνατότητες υποκατάστασης είναι πολύ περιορισμένες, κυρίως όσον αφορά τα φαρμακευτικά και αγροχημικά προϊόντα. Ένα μεγάλο ποσοστό της αγοράς χονδρικών πωλήσεων των προϊόντων της ομάδας της BDO χρησιμοποιείται στη φαρμακευτική και αγροχημική βιομηχανία. Στην Ευρώπη, η παραγωγή που προορίζεται για την αγορά χονδρικών πωλήσεων σε αυτούς τους τομείς αντιπροσωπεύει περίπου το [50-70 %]* της GBL, το [40-60 %]* του THF και το [10-30 %]* της NMP.

(31) Η GBL χρησιμοποιείται κατά κύριο λόγο [...]* για την παρασκευή NMP. Κατά τη διεργασία αυτή δεν υπάρχουν υποκατάστατα της GBL. Χρησιμοποιείται επίσης για την παρασκευή φαρμακευτικών και αγροχημικών προϊόντων και ως διαλύτης. Στις εφαρμογές αυτές, σύμφωνα με τρίτα μέρη, η GBL αποτελεί την προφανή επιλογή λόγω των καλύτερων επιδόσεών της σε σύγκριση με άλλους διαλύτες ή/και του χαμηλού κόστους.

(32) Η NMP είναι ισχυρός διαλύτης για τις περισσότερες εμπορικές ρητίνες. Λόγω του υψηλού σημείου ζέσεως και της μεγάλης διαλυτικής της ικανότητας, η NMP υπερβαίνει και βελτιώνει τις ιδιότητες των επιχρισμάτων που εφαρμόζονται σε υψηλή θερμοκρασία. Η NMP χρησιμοποιείται επίσης στη βιομηχανία ηλεκτρονικών για απογύμνωση και καθαρισμό. Επιπλέον, χρησιμοποιείται ως διαλύτης σε χημικές αντιδράσεις σε ένα ευρύ φάσμα χημικών βιομηχανιών, στη βιομηχανία αγροχημικών, ηλεκτρονικών και πετροχημικών προϊόντων.

(33) Μία από τις βασικές εφαρμογές της NMP είναι η παραγωγή σμάλτου για σύρμα. Το [20-30 %]* της παγκοσμίως παραγόμενης NMP χρησιμοποιείται ως διαλύτης σμάλτου για σύρμα. Τρίτα μέρη αναφέρουν τις κρεσόλες ως πιθανό υποκατάστατο της NMP για την εφαρμογή αυτή. Εντούτοις, η χρησιμοποίηση κρεσολών στις εφαρμογές σμάλτου για σύρμα εκτιμάται ότι θα παρουσιάσει σημαντική μείωση στο εγγύς μέλλον για περιβαλλοντικούς λόγους. Γενικά, η τιμή της NMP είναι υψηλότερη από την τιμή των υποκατάστατών της και, για το λόγο αυτό, χρησιμοποιείται μόνο κατά τις περιπτώσεις που οι επιδόσεις της είναι πολύ καλύτερες από αυτές των υποκατάστατών της ή όταν συντρέχουν σοβαροί λόγοι υγείας και ασφάλειας.

(34) Ποσοστό [ > 70 %]* της παραγωγής του THF χρησιμοποιείται για την παραγωγή PTMEG, η οποία χρησιμοποιείται σε ελαστρομερή και σε ίνες ελαστάνης. Όσον αφορά την εν λόγω εφαρμογή, το THF δεν είναι δυνατό, σύμφωνα με την άποψη τρίτων μερών, να υποκατασταθεί από άλλα προϊόντα. Το υπόλοιπο [< 25 %]* ποσοστό παραγωγής του THF χρησιμοποιείται ως διαλύτης σε κονιάματα και επιχρίσματα PVC και ως διαλύτης σε χημικές αντιδράσεις στη βιομηχανία φαρμακευτικών προϊόντων. Στις εφαρμογές αυτές, σύμφωνα με την άποψη τρίτου μέρους, το THF παρουσιάζει καλύτερες επιδόσεις από άλλους διαλύτες και έχει χαμηλότερο κόστος και, για το λόγο αυτό, αποτελεί την προφανή επιλογή των καταναλωτών.

(35) Παράγοντες από την πλευρά της ζήτησης, συνεπώς, παρουσιάζουν ελάχιστες ή καθόλου δυνατότητες υποκατάστασης μεταξύ των GBL, NMP και του THF. Ορισμένα τρίτα μέρη έχουν αναφέρει ότι ακόμη και αν υπήρχε γενικά δυνατότητα υποκατάστασης από χημική άποψη, αυτή θα ήταν πολύ χρονοβόρα και τη δαπανηρή. Οποιαδήποτε υποκατάσταση σε αυτό τον τομέα θα απαιτούσε δαπανηρή έρευνα για την ανεύρεση και τη δοκιμή άλλων κατάλληλων προϊόντων, θα συνεπαγόταν βιομηχανική δοκιμή της προς εφαρμογή τροποποιηθείσας διεργασίας και θα χρειαζόταν μεγάλο χρονικό διάστημα για την απόκτηση της απαραίτητης έγκρισης από τις διοικητικές αρχές. Επιπλέον, οι παραγγελίες για τα προϊόντα της ομάδας της BDO δίνονται χωριστά και οι μηχανισμοί ζήτησης για κάθε προϊόν είναι τελείως διαφορετικοί μεταξύ τους. Στην πλειοψηφία τους, οι πελάτες των οποίων ζητήθηκε η γνώμη κατά την έρευνα αγοράς, δεν καταναλώνουν όλοι τα ίδια προϊόντα της ομάδας της BDO. Επίσης, η BASF εφαρμόζει διαφορετικές τιμές για τα προϊόντα της ομάδας της BDO. Παραδείγματος χάρη, το 1997 οι τιμές των GBL και NMP ήταν μέχρι και 30 % υψηλότερες από την τιμή του THF. Όμως, μέχρι το 1999, οι αποκλίσεις των τιμών είχαν περιοριστεί σε ποσοστό μόλις κατώτερο του 5 %. Επιπλέον, κατά την περίοδο 1997-2000, όταν οι τιμές των προϊόντων της ομάδας της BDO παρουσίασαν σημαντικότατη πτώση στον ΕΟΧ, η μείωση των τιμών δεν ήταν η ίδια για όλα τα προϊόντα. Οι τιμές της BASF για το THF, παραδείγματος χάρη, μειώθηκαν μόνον κατά ποσοστό που υπερβαίνει μόλις το 25 %, ενώ η τιμή της NMP μειώθηκε σχεδόν κατά 40 %.

(36) Εκτός από τις διαφορετικές ειδικές ιδιότητες και επιδόσεις της κάθε μιας ουσίας, ορισμένα τρίτα μέρη έχουν επισημάνει ότι οι κανονιστικές απαιτήσεις που επιβάλλουν οι εθνικές ή οι κοινοτικές υγειονομικές αρχές(5), δυσχεραίνουν την ανασύνθεση και την υποκατάσταση.

(37) Κανένα από τα τρίτα μέρη η γνώμη των οποίων ζητήθηκε κατά την έρευνα αγοράς δεν ήταν ενήμερο για ενδεχόμενες εξελίξεις στον τομέα των τεχνολογιών για μελλοντική υποκατάσταση των GBL, THF και NMP.

(38) Συνάγεται, συνεπώς, το συμπέρασμα ότι οι GBL, NMP και το THF αποτελούν χωριστές και διακριτές αγορές προϊόντος.

Β. ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΓΟΡΕΣ

1. PA

(39) Τα κοινοποιούντα μέρη υποστηρίζουν ότι η σχετική γεωγραφική αγορά του PA είναι τουλάχιστον της κλίμακας του ΕΟΧ. Επιπλέον, πιστεύουν ότι οι γειτονικές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης (Πολωνία, Ουγγαρία, Σλοβενία, Τσεχική Δημοκρατία και Σλοβακική Δημοκρατία) αποτελούν μέρος αυτής της σχετικής γεωγραφικής αγοράς. Δεν υπάρχουν φραγμοί στις εμπορικές συναλλαγές αυτών των χωρών με τον ΕΟΧ και οι τιμές τείνουν να ευθυγραμμισθούν με τις τιμές του ΕΟΧ. Ο ορισμός αυτός έχει επιβεβαιωθεί σε μεγάλο βαθμό από την έρευνα της Επιτροπής.

(40) Δεν είναι απαραίτητο να οριοθετηθούν περαιτέρω οι σχετικές γεωγραφικές αγορές διότι, εξετάζοντας όλους τους εναλλακτικούς ορισμούς της γεωγραφικής αγοράς, δεν θα εμποδιζόταν σοβαρά ο ανταγωνισμός στον ΕΟΧ ή σε σημαντικό τμήμα του.

2. ΕΣΤΕΡΕΣ ΤΟΥ ΦΘΑΛΙΚΟΥ ΟΞΕΟΣ

(41) Τα κοινοποιούντα μέρη υποστηρίζουν ότι η σχετική γεωγραφική αγορά για όλους τους εστέρες φθαλικού οξέος είναι τουλάχιστον της κλίμακας του ΕΟΧ. Επιπλέον, θεωρούν ότι οι γειτονικές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης (Πολωνία, Ουγγαρία, Σλοβενία, Τσεχική Δημοκρατία και Σλοβακική Δημοκρατία) αποτελούν μέρος αυτής της σχετικής γεωγραφικής αγοράς. Οι χώρες αυτές δεν αντιμετωπίζουν φραγμούς στις εμπορικές τους συναλλαγές με τον ΕΟΧ και οι τιμές τείνουν να ευθυγραμμιστούν με τις τιμές στον ΕΟΧ. Ο ορισμός αυτός έχει σε μεγάλο βαθμό επιβεβαιωθεί από την έρευνα της Επιτροπής.

(42) Δεν είναι απαραίτητο να οριοθετηθούν περαιτέρω οι σχετικές γεωγραφικές αγορές, διότι, εξετάζοντας όλους τους εναλλακτικούς ορισμούς της γεωγραφικής αγοράς, δεν θα εμποδιζόταν σοβαρά ο ανταγωνισμός στον ΕΟΧ ή σε σημαντικό τμήμα του.

3. Η BDO ΚΑΙ ΤΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΤΗΣ ΟΜΑΔΑΣ ΤΗΣ BDO (GBL, NMP ΚΑΙ THF)

(43) Η BASF θεωρεί ότι οι σχετικές γεωγραφικές αγορές για την παρασκευή και την πώληση της BDO και των διαλυτών ειδικών χρήσεων περιλαμβάνουν τουλάχιστον τη Δυτική Ευρώπη (ΕΟΧ συν Ελβετία). Και τούτο διότι οι πελάτες αγοράζουν BDO και διαλύτες ειδικών χρήσεων από προμηθευτές που είναι εγκατεστημένοι σε διαφορετικά κράτη μέλη. Επιπλέον, δεν θεωρείται ότι το κόστος μεταφοράς αντιπροσωπεύει σημαντικό εμπόδιο του εμπορίου. Συνεπώς, η BASF πιστεύει ότι οι σχετικές γεωγραφικές αγορές είναι ευρύτερες από την αγορά της Δυτικής Ευρώπης και περιλαμβάνουν την Ανατολική Ευρώπη, λόγω της απουσίας εμπορικών φραγμών με τη Δυτική Ευρώπη και του περιορισμένου κόστους μεταφοράς. Επιπλέον, η αποθήκευση της BDO και των διαλυτών ειδικών χρήσεων δεν αντιπροσωπεύουν, λόγω της απεριόριστης διατηρησιμότητάς τους, εμπόδιο του εμπορίου στο εσωτερικό της ευρωπαϊκής αγοράς. Τέλος, η BASF αναφέρει ότι οι τιμές συγκρίσιμων ποσοτήτων στο εσωτερικό της σχετικής αγοράς είναι συγκρίσιμες με μικρές μόνο διαφορές.

(44) Ορισμένα τρίτα μέρη επιβεβαίωσαν τους ισχυρισμούς της BASF ότι οι πελάτες δεν εκδηλώνουν ειδικές προτιμήσεις όσον αφορά τη γεωγραφική προέλευση των προϊόντων. Η ποιότητα είναι συγκρίσιμη όσον αφορά όλους τους προμηθευτές, με εξαίρεση τους προμηθευτές των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης, και η διατηρησιμότητα του προϊόντος δεν φαίνεται να αποτελεί ειδικό πρόβλημα για τις εξεταζόμενες αγορές.

α) Οι βασικοί παραγωγοί και οι εμπορικές ροές

(45) Η SISAS παράγει BDO, GBL, NMP και THF στο Βέλγιο στις εγκαταστάσεις της Eurodiol και η BASF παράγει και τα τέσσερα προϊόντα στη Γερμανία και στις ΗΠΑ, αλλά παράγει και BDO στην Ιαπωνία και στην Κορέα και THF στην Ιαπωνία. Οι ανταγωνιστές είναι εγκατεστημένοι είτε στην Ευρώπη είτε στις ΗΠΑ. Η International Speciality Products Inc. (ISP) παράγει και τα τέσσερα προϊόντα στις ΗΠΑ καθώς και BDO και THF στη Γερμανία. Η Lyondell Chemical Company (Lyondell) παράγει και τα τέσσερα προϊόντα στις ΗΠΑ. Επιπλέον, η DuPont de Nemours International SA (DuPont) διαθέτει στην Ισπανία εγκαταστάσεις παραγωγής THF και GBL (μόνο για δέσμια χρήση) και στις ΗΠΑ για την παρασκευή BDO και THF.

(46) Το 2000 πραγματοποιήθηκαν, σύμφωνα με την BASF, σημαντικές εξαγωγές BDO στην Αμερική [20-40 χιλιοτόνοι]* και μόνον περιορισμένες εισαγωγές [1-5 χιλιοτόνοι]*. Πραγματοποιήθηκαν σημαντικές εισαγωγές GBL [1-10 χιλιοτόνοι]* και NMP [5-20 χιλιοτόνοι]* στην Ευρώπη από την Αμερική, αλλά οι εξαγωγές από την Ευρώπη προς την Αμερική ήταν αμελητέες. Όσον αφορά το THF, υπήρξε αμφίδρομη εμπορική ροή περίπου [1-5 χιλιότονοι]*. Ωστόσο, δεν πωλήθηκαν στην εμπορική αγορά όλες οι ποσότητες των εισαχθέντων προϊόντων, εφόσον ορισμένες χρησιμοποιήθηκαν για μεταφορές εντός των ομίλων των εταιρειών.

(47) Η BASF κάνει την ακόλουθη εκτίμηση για τις εξαγωγές από την Ευρώπη προς την Ασία το 2000: [1-5 χιλιοτόνοι]* για BDO, [1-5 χιλιοτόνοι]* για GBL, [1-10 χιλιοτόνοι]* για NMP και [1-10 χιλιοτόνοι]* για τις εξαγωγές THF. Κατά την ίδια περίοδο [...]*. Επιπλέον, ορισμένα τρίτα μέρη έχουν δηλώσει ότι οι τιμές των εισαγωγών από την Ασία δεν είναι ανταγωνιστικές, γεγονός που αποτελεί περαιτέρω ένδειξη ότι οι εν λόγω παραγωγοί δεν δημιουργούν ανταγωνιστικό πρόβλημα. Ως εκ τούτου, η ανάλυση δεν εξέτασε διεξοδικότερα το ζήτημα των ασιατών παραγωγών.

(48) Παρά την απουσία εμφανών εμποδίων στις εισαγωγές μεταξύ της Ανατολικής Ευρώπης και του ΕΟΧ, περιορισμένες μόνον εισαγωγές έχουν εντοπισθεί είτε από τη BASF ή στην έρευνα αγοράς που πραγματοποίησε η Επιτροπή. Στην Ανατολική Ευρώπη υπάρχουν τρεις παραγωγοί, οι [...]*. Ορισμένοι πελάτες έχουν δηλώσει, κατά την έρευνα της αγοράς, ότι τα προϊόντα που παράγονται στην Ανατολική Ευρώπη είναι κατώτερης ποιότητας και ότι οι παρασκευαστές δεν είναι σε θέση να εξασφαλίσουν τον εφοδιασμό με αξιόπιστο τρόπο. Επιπλέον, οι περισσότεροι πελάτες δεν γνώριζαν κανένα προμηθευτή της Ανατολικής Ευρώπης ή δήλωσαν ότι δεν τους είχε προσεγγίσει κανένας από αυτούς τους προμηθευτές. Μέχρι σήμερα, οι εισαγωγές GBL και NMP ήταν ελάχιστες [...]*. Η BASF ισχυρίζεται ότι [...]* ορισμένες ποσότητες THF από την Ανατολική Ευρώπη πωλήθηκαν στην αγορά του ΕΟΧ, αλλά από την έρευνα αγοράς δεν εντοπίστηκε ούτε ένας αγοραστής THF που να χρησιμοποιεί THF παραγόμενο στην Ανατολική Ευρώπη.

(49) Αν και από τεχνική άποψη υπάρχουν ορισμένοι εμπορικοί φραγμοί, η Επιτροπή δεν διαθέτει επαρκή στοιχεία βάσει των οποίων οι παραγωγοί της Ανατολικής Ευρώπης ασκούν περιοριστική επίδραση στις αγορές του ΕΟΧ για τα προϊόντα BDO, GBL, NMP και THF. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή δεν θεωρεί την Ανατολική Ευρώπη ως μέρος της σχετικής αγοράς. Αντίθετα, λόγω του υψηλού επιπέδου των εμπορικών ροών από τις ΗΠΑ στον ΕΟΧ, η Επιτροπή εξέτασε το κατά πόσον η αγορά ενδέχεται να είναι ευρύτερη από την αγορά του ΕΟΧ. Εξετάστηκε, συνεπώς, λεπτομερώς αν οι όροι ανταγωνισμού στις ΗΠΑ είναι πολύ διαφορετικοί από αυτούς του ΕΟΧ.

(50) Το 1999 και το 2000, οι βασικοί συντελεστές στις αγορές του ΕΟΧ για τα προϊόντα BDO, GBL, NMP και THF ήταν τέσσερις: η BASF, η SISAS, η ISP και η Lyondell. Οι ίδιες τέσσερις εταιρείες δραστηριοποιούνταν και στις αγορές των ΗΠΑ. Όσον αφορά τις GBL και NMP, σημαντικό ποσοστό της αγοράς του ΕΟΧ [ > 30 %]* παράγεται στις ΗΠΑ, ενώ μόνον το [1-10 %]* της BDO και του THF προέρχεται από τις ΗΠΑ.

(51) Το 1999, όταν η μονάδα παραγωγής της Eurodiol στο Feluy άρχισε να λειτουργεί πλήρως για την παραγωγή και των τεσσάρων προϊόντων (BDO, GBL, NMP και THF), οι τιμές στον ΕΟΧ παρουσίασαν κατακόρυφη πτώση. Οι εισαγωγείς δεν ήταν σε θέση να αντιμετωπίσουν αυτή την κατακόρυφη πτώση των τιμών, τα προϊόντα τους έγιναν λιγότερο ανταγωνιστικά και οι πωλήσεις των παραγωγών των ΗΠΑ μειώθηκαν το 1999. Το 2000, οι τιμές εισαγωγής της GBL ήταν κατά [1 έως 30 %]* υψηλότερες από τις τιμές της BASF, οι τιμές του THF ήταν κατά [5-15 %]* υψηλότερες και της NMP ήταν κατά [1-10 %]* υψηλότερες. Όσον αφορά την BDO, δεν διαπιστώθηκαν σημαντικές αποκλίσεις τιμών μεταξύ των ευρωπαίων παραγωγών και εισαγωγέων.

(52) Πρέπει επίσης να επισημανθούν το υψηλό μεταφορικό κόστος και οι δασμοί για τις εισαγωγές από τις ΗΠΑ και την Ασία που περιορίζουν τις εισαγωγές στην Κοινότητα. Σήμερα, ο δασμός για την BDO είναι 7,8 % και 6,5 % για την GBL, την NMP και το THF. Η έρευνα αγοράς έδειξε ότι το συμπληρωματικό κόστος που προέρχεται τόσο από το κόστος μεταφοράς και τους εισαγωγικούς δασμούς είναι δυνατό να ανέλθει στο 20 % της τελικής τιμής του προϊόντος (η αναλογία αυτή αυξήθηκε όταν μειώθηκαν οι τιμές). Επιπλέον, η ισοτιμία ευρώ-δολαρίου ΗΠΑ έχει μεταβληθεί, με αποτέλεσμα οι εισαγωγές στην Ευρώπη κατά τα τελευταία έτη να είναι ακριβότερες.

(53) Παρά τις αποκλίσεις των τιμών των εισαγόμενων προϊόντων, το επίπεδο των εισαγωγών ανέκαμψε το 2000. Πελάτες έχουν αναφέρει ότι προτιμούν να έχουν δύο πηγές εφοδιασμού, εφόσον αυτό τους παρέχει μεγαλύτερη ευελιξία και εξασφαλίζει την προσφορά σε περίπτωση που ένας παραγωγός δεν είναι σε θέση να τους εφοδιάζει σε τακτική βάση. Η τρέχουσα έλλειψη BDO και προϊόντων της ομάδας της BDO καθώς και η σχετική δυσκολία αλλαγής προμηθευτή, που οφείλεται στις μακροχρόνιες συμβάσεις και σχέσεις προμηθειών σε άλλες αγορές προϊόντος, ενδέχεται να απέτρεψαν τη μεγάλη μείωση των εισαγωγών η οποία θα σημειωνόταν ενδεχομένως υπό άλλες συνθήκες.

β) Οι τιμές

(54) Η μείωση του επιπέδου των τιμών στον ΕΟΧ δεν ήταν αντίστοιχη με τη μείωση στην αγορά των ΗΠΑ. Ο πίνακας 2 παρουσιάζει τις ποσοστιαίες μεταβολές των τιμών των προϊόντων BDO, GBL, NMP και THF στις διάφορες αγορές, από το 1998 έως το 2000.

Πίνακας 2

Η σχετική μεταβολή των τιμών στον ΕΟΧ και στις ΗΠΑ την περίοδο 1998-2000

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

(55) Όπως συνάγεται από τον πίνακα 2, η διακύμανση των τιμών στον ΕΟΧ ελάχιστα επηρέασε τις τιμές στις ΗΠΑ. Αυτό αποτελεί ισχυρή ένδειξη ότι οι τιμές της BDO και των συναφών προϊόντων στον ΕΟΧ δεν περιορίζονται από τις μεταβολές των τιμών στις ΗΠΑ.

(56) Επιπλέον, πριν αρχίσει η πτώση των τιμών της BDO και των συναφών προϊόντων στην αγορά του ΕΟΧ, οι διαφορές των τιμών μεταξύ του ΕΟΧ και των ΗΠΑ ήταν αμελητέες στις αγορές των προϊόντων NMP και GBL, ενώ όσον αφορά το THF η διαφορά των τιμών κυμαινόταν μεταξύ 10 έως 20 %. Μέχρι το 2000, οι αποκλίσεις των τιμών διευρύνθηκαν· η μεγαλύτερη διαφορά [...]* παρατηρήθηκε στην αγορά GBL, ενώ η μικρότερη διαφορά τιμών παρατηρήθηκε στις αγορές BDO [...]* και THF [...]*.

(57) Η Επιτροπή θεωρεί ότι τα στοιχεία βάσει των οποίων η απότομη μείωση των τιμών στον ΕΟΧ δεν επηρέασε σε μεγάλο βαθμό την αγορά των ΗΠΑ, σε καμία από τις εξεταζόμενες αγορές των τεσσάρων προϊόντων, δείχνουν ότι ο γεωγραφικός χαρακτήρας αυτών των αγορών δεν υπόκειται σε επαρκώς ομοιογενείς όρους ανταγωνισμού στις ΗΠΑ και στον ΕΟΧ. Κατά συνέπεια, πρέπει να διαχωριστούν οι αγορές των ΗΠΑ από τις αγορές του ΕΟΧ και δεν είναι απαραίτητο η παρούσα ανάλυση να εξετάσει διεξοδικότερα τις αγορές των ΗΠΑ. Το συμπέρασμα αυτό ενισχύεται από τις διευρυνόμενες αποκλίσεις των τιμών και των τεσσάρων προϊόντων και από τους φραγμούς στις εισαγωγές μεταξύ των αγορών των ΗΠΑ και του ΕΟΧ.

γ) Συμπέρασμα

(58) Είναι, συνεπώς, δυνατό να συναχθεί τα συμπέρασμα ότι ο ΕΟΧ αποτελεί τη σχετική γεωγραφική αγορά των προϊόντων BDO, GBL, NMP και THF.

Γ. ΕΚΤΙΜΗΣΗ

(59) Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης, χρησιμοποιούνται κυρίως δεδομένα του 1999 για την εκτίμηση της κατάστασης του ανταγωνισμού. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι Pantochim και Eurodiol αντιμετώπισαν οικονομικές δυσκολίες το δεύτερο εξάμηνο του 2000, εξαιτίας των οποίων μειώθηκε σοβαρά η παραγωγή τους, όπως συνάγεται από τον πίνακα 3.

Πίνακας 3

Παραγωγή της Eurodiol το 2000 σε τόνους

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

(60) Η μείωση της παραγωγής από το πρώτο στο δεύτερο εξάμηνο του 2000 ήταν ακραία για την NMP, αλλά παρατηρήθηκε και σημαντική μείωση της παραγωγής GBL και THF. Συνεπώς, θα ήταν παραπλανητικό να χρησιμοποιηθούν τα δεδομένα των πωλήσεων για το 2000, εφόσον αυτό δεν θα αντανακλούσε πλήρως τη θέση που κατείχε η Eurodiol στην αγορά.

1. PA

(61) Οι δραστηριότητες των μερών επικαλύπτονται όσον αφορά την παραγωγή PA, προϊόν το οποίο χρησιμοποιείται κατά κύριο λόγο για την παραγωγή εστέρων του φθαλικού οξέος καθώς και ρητινών κορεσμένων και ακόρεστων πολυεστέρων. Παρατηρείται κάθετη ολοκλήρωση των δραστηριοτήτων ορισμένων από τους σημαντικότερους παραγωγούς PA στις αγορές των προϊόντων των επόμενων σταδίων. Έτσι, το 50 % περίπου της συνολικής παραγωγής στον ΕΟΧ προορίζεται για δέσμια χρήση. Το 1999, η BASF χρησιμοποίησε το 87 % περίπου της παραγωγής της PA ως πρώτη ύλη για την παρασκευή άλλων προϊόντων, ενώ η SISAS χρησιμοποίησε το 36 % της παραγωγής της για την παραγωγή προϊόντων των επόμενων σταδίων.

(62) Στην ελεύθερη αγορά του PA, το μερίδιο της αγοράς των μερών μετά τη συγχώνευση θα ήταν 14 % (BASF 4 %, Pantochim 10 %). Τα κοινοποιούντα μέρη αντιμετωπίζουν τον ανταγωνισμό των Atofina (15 %), Atmosa (11 %) και Lonza (11 %).

(63) Δεδομένου του σχετικά μικρού μεριδίου της αγοράς της BASF μετά την εξεταζόμενη πράξη και της ύπαρξης ουσιαστικού ανταγωνισμού από αρκετούς σημαντικούς παρασκευαστές, είναι δυνατό να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η πράξη δεν εγείρει ανησυχίες σε θέματα ανταγωνισμού ως προς το συμβιβάσιμό της με την κοινή αγορά στην αγορά του PA.

2. ΕΣΤΕΡΕΣ ΤΟΥ ΦΘΑΛΙΚΟΥ ΟΞΕΟΣ

α) Η αγορά των εστέρων του φθαλικού οξέος

(64) Η BASF παράγει και κανονικούς εστέρες του φθαλικού οξέος και εστέρες μικρής αλυσίδας, ενώ η Pantochim παράγει μόνο κανονικούς εστέρες. Κατά συνέπεια, η μοναδική επικάλυψη των δραστηριοτήτων των μερών αφορά τον τομέα των κανονικών εστέρων του φθαλικού οξέος.

(65) Στην αγορά που περιλαμβάνει συνολικά και τους κανονικούς εστέρες και τους εστέρες μικρής αλυσίδας, η BASF θα έχει, μετά τη συγκέντρωση, μερίδιο της αγοράς σε κλίμακα ΕΟΧ 26 % (BASF 19 %/Pantochim 7 %). Οι σημαντικότεροι ανταγωνιστές της είναι οι Exxon (28 %) και Oxeno/Degussa (10 %), ενώ τα μερίδια της αγοράς ορισμένων άλλων παρασκευαστών (Atofina, BP, Lonza και Neste) κυμαίνονται από 5 έως 7 %.

(66) Μετά τη συγχώνευση, το μερίδιο της αγοράς της BASF θα είναι περίπου ίσο με αυτό της Exxon στην αγορά όλων των εστέρων του φθαλικού οξέος. Επιπλέον, υπάρχουν ορισμένες μεγάλες διεθνείς εταιρείες όπως οι Atofina, Degussa, Lonza και Neste που δραστηριοποιούνται στην αγορά για να εξασφαλίσουν τον ανταγωνισμό μετά τη συγκέντρωση.

(67) Συνεπώς, με βάση τα ανωτέρω, είναι δυνατό να συναχθεί το συμπέρασμα ότι δεν θα προκύψουν προβλήματα ανταγωνισμού στην αγορά όλων των εστέρων του φθαλικού οξέος.

β) Η αγορά των κανονικών εστέρων του φθαλικού οξέος

(68) Οι δραστηριότητες των μερών επικαλύπτονται στον τομέα των κανονικών εστέρων. Δεδομένου ότι το 98 % του συνόλου των εστέρων του φθαλικού οξέος είναι κανονικοί εστέρες, η κατάσταση της αγοράς παρουσιάζει πολύ μεγάλη ομοιότητα με την κατάσταση της ευρύτερης αγοράς για όλους τους εστέρες.

(69) Στη στενότερη αγορά των κανονικών εστέρων του φθαλικού οξέος, η BASF θα κατέχει μετά τη συγκέντρωση μερίδιο της αγοράς σε κλίμακα ΕΟΧ 26 % (BASF 19 %/Pantochim 7 %). Οι σημαντικότεροι ανταγωνιστές είναι οι Exxon (28 %) και Oxeno/Degussa (10 %), ενώ το μερίδιο της αγοράς ορισμένων άλλων παρασκευαστών (Atofina, BP, Lonza και Neste) κυμαίνεται από 5 έως 7 %. Λόγω της εξαιρετικά ισχυρής θέσης της Exxon και της Oxeno/Degussa, η BASF θα αντιμετωπίσει ισχυρό ανταγωνισμό μετά τη συγκέντρωση.

(70) Με βάση τα ανωτέρω, είναι δυνατό να συναχθεί το συμπέρασμα ότι δεν θα υπάρξουν προβλήματα ανταγωνισμού στην αγορά των κανονικών εστέρων του φθαλικού οξέος.

γ) Η αγορά των εστέρων μικρής αλυσίδας

(71) Στη στενότερη αγορά των εστέρων μικρής αλυσίδας του φθαλικού οξέος, η BASF κατέχει μερίδιο της αγοράς 18 %. Επιπλέον, τα μέρη υποστήριξαν ότι οι δραστηριότητές τους δεν επικαλύπτονται, εφόσον στη μονάδα του Feluy παράγονται αποκλειστικά κανονικοί εστέρες.

(72) Βάσει των ανωτέρω, είναι δυνατό να συναχθεί το συμπέρασμα ότι δεν θα υπάρξουν προβλήματα ανταγωνισμού στη στενότερη αγορά των εστέρων μικρής αλυσίδας του φθαλικού οξέος.

3. BDO

(73) Συνεπεία της συγχώνευσης, τα μέρη θα κατέχουν μερίδιο της αγοράς [35-45 %]* στον ΕΟΧ (BASF [20-30 %]*, SISAS [15-25 %]*). Η σημαντικότερη εταιρεία στην αγορά, με το υψηλότερο μερίδιο της αγοράς ([45-55 %]*) παραμένει η ISP. Οι Lyondell ([5-15 %]*) και DuPont ([< 5 %]*) äñáóôçñéïðïéïýíôáé åðßóçò óôçí áãïñÜ. Ëüãù ôçò éó÷õñÞò èÝóçò ôçò ISP, åêôéìÜôáé üôé ç BASF äåí èá áðïêôÞóåé ìåôÜ ôç óõãêÝíôñùóç áðü ìüíç ôçò äåóðüæïõóá èÝóç.

(74) Åðßóçò, ç åîåôáæüìåíç ðñÜîç åßíáé áðßèáíï íá Ý÷åé ùò áðïôÝëåóìá ôç äçìéïõñãßá óõëëïãéêÞò äåóðüæïõóáò èÝóçò, áí êáé ïé BASF êáé ISP èá Ý÷ïõí ïëéêü ìåñßäéï ôçò áãïñÜò áíþôåñï ôïõ 80 % ìåôÜ ôç óõãêÝíôñùóç, åíþ ìåôÜ ôçí åîáãïñÜ ôçò SISAS èá ìåéùèåß ï áñéèìüò ôùí âáóéêþí óõíôåëåóôþí ôçò áãïñÜò áðü ôÝóóåñéò óå ôñåéò. Áðü áñêåôÜ ÷áñáêôçñéóôéêÜ ôçò áãïñÜò BDO óõíÜãåôáé üôé åßíáé áðßèáíï íá áðïêôÞóïõí ïé BASF êáé ISP óõëëïãéêÞ äåóðüæïõóá èÝóç.

(75) Ïé ôéìÝò ôçò áãïñÜò ìåéþèçêáí óçìáíôéêÜ êáôÜ ôá ôåëåõôáßá ôñßá Ýôç, ëüãù ôïõ éó÷õñïý áíôáãùíéóìïý ôéìþí êáé ôçò äéåßóäõóçò ôçò SISAS óôçí áãïñÜ ôï 1998. Ôá ìåñßäéá ôçò áãïñÜò ôùí BASF êáé ISP ìåôáâÜëëïíôáé óõíå÷þò, ðáñïõóéÜæïíôáò ìåßùóç ãéá ôçí ISP ([...]*) êáé õøçëÞ ìåôáâëçôüôçôá ãéá ôçí BASF ([...]*). Ëüãù ôïõ áíôáãùíéóìïý ôùí ôéìþí, ôá ðåñéèþñéá êÝñäïõò óôçí áãïñÜ ôçò BDO Ý÷ïõí ìåéùèåß óçìáíôéêÜ, ãåãïíüò ðïõ ïäÞãçóå óôçí Ýîïäï ôçò SISAS áðü ôçí áãïñÜ ìå óïâáñÞ æçìßá.

(76) ÏñéóìÝíá ôñßôá ìÝñç Ý÷ïõí äçëþóåé óôçí ÅðéôñïðÞ üôé ïé ôéìÝò åîáñôþíôáé óå ìåãÜëï âáèìü áðü ôéò äéáèÝóéìåò ðïóüôçôåò ãéá ôçí áãïñÜ. Áí êáé ç áãïñÜ åêôéìÜôáé üôé èá áõîçèåß óçìáíôéêÜ, åßíáé äýóêïëï íá ðñïóáñìïóèïýí ïé ðáñáãùãïß óôéò âñá÷õðñüèåóìåò ìåôáâïëÝò ôçò æÞôçóçò ãéá BDO. Ôï åëÜ÷éóôï ìÝãåèïò ìéáò (íÝáò) ìïíÜäáò ðáñáãùãÞò åßíáé óçìáíôéêü. Áí ëçöèåß õðüøç üôé ç ðáñáãùãéêÞ éêáíüôçôá åßíáé óõãêåíôñùìÝíç óå ïñéóìÝíåò ìïíÜäåò ðáñáãùãÞò, êÜèå åíäéÜìåóç ìåßùóç ðáñáãùãéêÞò éêáíüôçôáò, ðáñáäåßãìáôïò ÷Üñç óå ðåñßðôùóç áôõ÷Þìáôïò, Ý÷åé ôåñÜóôéá åðßðôùóç óôéò ôéìÝò. Áðü ìéá Üëëç ðëåõñÜ, ôá ôñßôá ìÝñç áíáìÝíïõí üôé ç äçìéïõñãßá íÝáò ðáñáãùãéêÞò éêáíüôçôáò óôçí áãïñÜ èá Ý÷åé ùò áðïôÝëåóìá ôïí éó÷õñü áíôáãùíéóìü ôùí ôéìþí. ÏñéóìÝíá ôñßôá ìÝñç Ý÷ïõí åðéâåâáéþóåé ôïí éó÷õñéóìü üôé ìéá íÝá ìïíÜäá ðáñáãùãÞò ðïõ êáôáóêåõÜæåôáé áðü ôç Lyondell óôéò ÊÜôù ×þñåò ìå ðáñáãùãéêÞ éêáíüôçôá ðåñßðïõ 125 ÷éëéïôüíùí èá åßíáé ëåéôïõñãéêÞ ôï ðñþôï åîÜìçíï ôïõ 2002. Ç Ýñåõíá áãïñÜò Ýäåéîå üôé ïé ðåëÜôåò áíáìÝíïõí óõíå÷Þ áíôáãùíéóìü ôùí ôéìþí ëüãù ôçò áýîçóçò ôçò ðáñáãùãéêÞò éêáíüôçôáò ðïõ èá åðÝëèåé ìå ôçí åðÝíäõóç ôçò Lyondell.

(77) Ç åìðïñéêÞ ðáñáãùãÞ ôçò BDO ðñáãìáôïðïéåßôáé ìå ôÝóóåñéò äéáöïñåôéêÝò äéåñãáóßåò: ïé ISP êáé BASF (óôï Ludwigshafen) åöáñìüæïõí ôç äéåñãáóßá ôçò óõìðýêíùóçò áêåôõëåíßïõ ìå öïñìáëäåíç êáé õäñïãüíùóç. Óôç ìïíÜäá ôïõ Feluy, ç BDO ðáñÜãåôáé [... %]* [ìå äéáöïñåôéêü ôñüðï].

(78) ÂÜóåé ôùí áíùôÝñù, åßíáé äõíáôü íá óõíá÷èåß ôï óõìðÝñáóìá üôé ç êïéíïðïéçèåßóá óõãêÝíôñùóç äåí èá äçìéïõñãÞóåé ðñïâëÞìáôá áíôáãùíéóìïý ãéá ôçí áãïñÜ ôçò BDO.

4. ÐÑÏÚÏÍÔÁ ÔÇÓ ÏÌÁÄÁÓ ÔÇÓ BDO (GBL, NMP ÊÁÉ THF)

(79) Ôüóï ç BASF üóï êáé ç Eurodiol äñáóôçñéïðïéïýíôáé óôïí ôïìÝá ôçò ðáñáãùãÞò GBL, NMP êáé THF êáé ðñáãìáôïðïéïýí óçìáíôéêÝò ðùëÞóåéò óôéò áãïñÝò ÷ïíäñéêþí ðùëÞóåùí. Ðñéí áðü ôçí ðñïôáèåßóá óõãêÝíôñùóç, ç BASF Þôáí ï éó÷õñüôåñïò óõíôåëåóôÞò óôéò áãïñÝò ôïõ ÅÏ× ãéá ôá ðñïúüíôá GBL, NMP êáé THF.

(80) Ç áãïñÜ ôçò BDO ðáñïõóéÜæåé óôåíüôçôá åöïäéáóìïý ëüãù ôçò áýîçóçò ôçò æÞôçóçò óå óõíäõáóìü ìå ÷áìçëüôåñá áðü ôá áíáìåíüìåíá åðßðåäá ðáñáãùãÞò ôçò Eurodiol [...]*. Ç Ýëëåéøç áõôÞ, åíôïýôïéò, äåí öáßíåôáé íá åðçñåÜæåé ôçí ðáñáãùãÞ GBL, NMP Þ THF óå óçìáíôéêü âáèìü. Áí êáé óôéò ðåñéóóüôåñåò äéåñãáóßåò ç GBL ðáñÜãåôáé áðü ôçí BDO, åëÜ÷éóôåò åßíáé ïé åíäåßîåéò üôé ðïóüôçôåò BDO ðïõ ðñïïñßæïíôáé ãéá ôçí ðáñáãùãÞ GBL Þ THF Ý÷ïõí äéï÷åôåõèåß óôçí áãïñÜ ÷ïíäñéêþí ðùëÞóåùí BDO.

(81) Ôüóï ç GBL üóï êáé ç NMP åßíáé äéáëýôåò, åßíáé ó÷åôéêÜ ìç ôïîéêÝò êáé ó÷åäüí êáôÜ 100 % áíáêôÞóéìåò êáé áíáêõêëþóéìåò. Êáé ïé äýï äéáëýôåò ðáñÝ÷ïõí ìåãÜëç äéáëõôüôçôá ãéá ôéò ñçôßíåò, ìå êáëÞ ÷çìéêÞ êáé èåñìéêÞ óôáèåñüôçôá óå óõíäõáóìü ìå ðëÞñç õäáôïäéáëõôüôçôá. Ôï THF åßíáé äéáëýôçò õøçëÞò äéáëõôéêÞò éêáíüôçôáò ãéá ôï PVC êáé ôéò ðïëõïõñåèÜíåò. Åßíáé, üðùò êáé ïé GBL êáé NMP, ó÷åäüí êáôÜ 100 % áíáêôÞóéìï êáé áíáêõêëþóéìï.

á) GBL

(82) Ç BASF áíáöÝñåé üôé ïé âáóéêÝò åöáñìïãÝò ôçò GBL óå ðáãêüóìéá êëßìáêá ôï 1999 Þôáí óôéò âéïìç÷áíßåò áãñï÷çìéêþí êáé öáñìáêåõôéêþí ðñïúüíôùí ([...]*) êáé çëåêôñïíéêþí ([...]*). Óôçí Åõñþðç, ç óçìáóßá ôçò GBL ãéá åéäéêÜ ôìÞìáôá ôçò áãïñÜò Þôáí äéáöïñåôéêÞ, åöüóïí ç âáóéêÞ åöáñìïãÞ åßíáé ç âéïìç÷áíßá öáñìáêåõôéêþí ðñïúüíôùí ([...]*). Áõôü ïöåßëåôáé óôï ãåãïíüò üôé ç áãïñÜ çëåêôñïíéêþí ðáñïõóéÜæåé ðïëý ìåãÜëï âáèìü óõãêÝíôñùóçò óôçí Áóßá êáé óôéò ÇÐÁ êáé üôé ç ðáñáãùãÞ åéäéêþí öáñìáêåõôéêþí êáé áãñï÷çìéêþí ðñïúüíôùí åßíáé êõñßùò óõãêåíôñùìÝíç óôçí Åõñþðç.

(83) Ç GBL ÷ñçóéìïðïéåßôáé êáôÜ êýñéï ëüãï ([...]*) ãéá ôçí ðáñáóêåõÞ ðõññïëéäïíþí (VP, PVP êáé éäßùò NMP). ([...]*)(6)(7).

(84) Óôçí êïéíïðïßçóÞ ôçò, ç BASF åêôéìÜ üôé ç áîßá ôùí ÷ïíäñéêþí ðùëÞóåùí GBL óôïí ÅÏ× áíåñ÷üôáí óå [10-20 åêáô.]* åõñþ ôï 1999 êáé ï óõíïëéêüò üãêïò ôïõò óå [5-10 ÷éëéïôüíïõò]*. Óýìöùíá ìå ôçí BASF, ç ðáãêüóìéá éêáíüôçôá ðáñáãùãÞò GBL, ïé ÷ïíäñéêÝò ðùëÞóåéò óôïí ÅÏ× êáé ôá ìåñßäéá áãïñÜò (âÜóåé ðïóïôÞôùí) ôï 1999 Þôáí áõôÜ ðïõ ðáñïõóéÜæïíôáé óôïí ðßíáêá 4 êáôùôÝñù.

Ðßíáêáò 4

Ðáãêüóìéá ðáñáãùãéêÞ éêáíüôçôá ôçò GBL, ðùëÞóåéò óôïí ÅÏ× êáé ìåñßäéá ôçò áãïñÜò óôïí ôïìÝá ôùí ÷ïíäéêþí ðùëÞóåùí (åêôéìÞóåéò ôçò BASF ãéá ôï 1999)

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

(85) Η BASF εκτιμά ότι το μερίδιο της αγοράς της το 1999 ήταν [35-45 %]* (σε όγκο) και [35-45 %]* (σε αξία). Το μερίδιο της αγοράς της Eurodiol ανερχόταν σε [25-35 %]* (σε όγκο) και σε [20-30 %]* (σε αξία). Βάσει των ανωτέρω εκτιμήσεων, η συγκέντρωση θα είχε ως αποτέλεσμα το συνδυασμό των μεριδίων της αγοράς των δύο σημαντικότερων εταιρειών παραγωγής GBL, οι οποίες θα επετύγχαναν το [60-70 %]* των μεριδίων αγοράς (σε όρους όγκου και αξίας).

(86) Η έρευνα αγοράς που πραγματοποίησε η Επιτροπή επιβεβαίωσε σε μεγάλο βαθμό τα στοιχεία σχετικά με την παραγωγική ικανότητα GBL που περιέχονται στον πίνακα 4. Επιπλέον, η παραγωγική ικανότητα παρέμεινε σταθερή και δεν αυξήθηκε κατά τα τελευταία τρία έτη. Εντούτοις, όσον αφορά τα μερίδια της αγοράς, η BASF έχει δηλώσει ελαφρώς υψηλότερες πωλήσεις της Eurodiol. Το συνδυασμένο μερίδιο της αγοράς, κατά τις εκτιμήσεις της Επιτροπής, κυμαινόταν γύρω στο [50-60 %]* (σε όγκο) το 1999. Τα στοιχεία για το 2000 παρουσιάζουν ελαφρά μείωση του μεριδίου της αγοράς, με αποτέλεσμα το συνδυασμένο μερίδιο να προσεγγίζει περισσότερο το [50-60 %]*. Οι πωλήσεις του επόμενου σε μέγεθος ανταγωνιστή είναι υποδιπλάσιες των ποσοτήτων GBL στην αγορά χονδρικών πωλήσεων. Σύμφωνα με την BASF, από τα στοιχεία για τις πωλήσεις κατά την εξεταζόμενη περίοδο (1997 έως 2000) συνάγεται ότι το μερίδιο της αγοράς της Eurodiol αυξανόταν σε βάρος των ανταγωνιστών της BASF και η τάση αυτή έχει επιβεβαιωθεί σε μεγάλο βαθμό από την έρευνα της αγοράς.

(87) Μετά την προταθείσα συγχώνευση, η νέα εταιρεία θα αποτελεί τον μοναδικό παραγωγό στον ΕΟΧ που πωλεί GBL στην αγορά χονδρικών πωλήσεων. Η BASF θα ελέγχει το [40-50 %]* της παγκόσμιας παραγωγικής ικανότητας GBL, ενώ οι βασικοί ανταγωνιστές της που παράγουν το προϊόν για χονδρικές πωλήσεις είναι εγκατεστημένοι στις ΗΠΑ. Αν και υπάρχουν ορισμένες μονάδες παραγωγής περιορισμένης ικανότητας στην Ανατολική Ευρώπη [...]*, η Επιτροπή δεν διαθέτει κανένα αποδεικτικό στοιχείο ότι πραγματοποιούνται εισαγωγές GBL στον ΕΟΧ. Η BASF δεν έχει εντοπίσει πωλήσεις από την Ανατολική Ευρώπη στον ΕΟΧ ούτε είναι σε θέση να αναφέρει σε ποιο βαθμό η παραγόμενη GBL αποτελεί δέσμια παραγωγή για την παραγωγή NMP. Κανένας από τους πελάτες η γνώμη των οποίων ζητήθηκε κατά την έρευνα αγοράς δεν δήλωσε ότι αγοράζει GBL από παραγωγούς της Ανατολικής Ευρώπης. Επιπλέον, ορισμένοι πελάτες ανέφεραν ότι τα προϊόντα της Ανατολικής Ευρώπης είναι κατώτερης ποιότητας και ότι οι εν λόγω παραγωγοί δεν είναι σε θέση να εξασφαλίσουν έγκαιρη και αξιόπιστη προσφορά του προϊόντος.

(88) Η έρευνα της αγοράς έχει δείξει επίσης ότι όλοι οι παραγωγοί, με εξαίρεση τη Eurodiol, παράγουν κάνοντας χρήση της πλήρους ή σχεδόν πλήρους παραγωγικής τους ικανότητας. Επιπλέον, δεν υπάρχουν ενδείξεις για την κατασκευή νέων μονάδων παραγωγής GBL στην Ευρώπη στο ορατό μέλλον. [...]*, που αναμένεται ότι θα αρχίσει να παράγει BDO στις αρχές του 2002. Εντούτοις, έχει δηλωθεί δημοσίως ότι η Lyondell έχει αναβάλει τα σχέδιά της να επεκτείνει την εν λόγω μονάδα για την παραγωγή προϊόντων της ομάδας της BDO. Επιπλέον, η Lyondell εκτιμά ότι, αφού λάβει την απόφαση να δραστηριοποιηθεί στην αγορά, θα χρειαστεί σημαντικό χρονικό διάστημα μέχρις ότου αρχίσει το πραγματικό στάδιο παραγωγής για χονδρικές πωλήσεις. Η πιθανή διείσδυση της Lyondell στην αγορά δεν είναι δυνατό, συνεπώς, να θεωρηθεί ότι αντιπροσωπεύει ανταγωνιστικό περιορισμό για τη νέα εταιρεία που προέκυψε με τη συγχώνευση.

(89) Η BASF εκτιμά, επίσης, ότι η μονάδα της Mitsubishi στην Ιαπωνία θα αποσυμφορήσει την παραγωγική της ικανότητα GBL στις αρχές του 2002. Έτσι, σύμφωνα με την BASF, θα αυξηθεί η παραγωγική ικανότητα στη μονάδα Mitsubishi από [...]*. Εντούτοις, το 2000 δεν πραγματοποιήθηκαν εισαγωγές από την Ασία και κατά την ίδια περίοδο η Ευρώπη και η Αμερική ήταν καθαροί εξαγωγείς προς την Ασία. Επιπλέον, δεν είναι γνωστό σε ποιο βαθμό η εν λόγω παραγωγική ικανότητα είναι δέσμια ή προορίζεται για πωλήσεις στην ασιατική αγορά χονδρικών πωλήσεων. Τέλος, η BASF έχει αναφέρει ότι η DuPont είναι πιθανό να δραστηριοποιηθεί στην αγορά GBL. Όμως, η DuPont δεν παράγει GBL για χονδρικές πωλήσεις. Δεν υπάρχουν στοιχεία που να στηρίζουν τον ισχυρισμό ότι η DuPont είναι πιθανό να διεισδύσει στην αγορά χονδρικών πωλήσεων GBL στο άμεσο μέλλον.

(90) Κατά την έρευνα αγοράς, οι παραγωγοί δήλωσαν ότι δεν είναι σε θέση να αυξήσουν ταχέως την παραγωγή χωρίς ουσιαστικές πρόσθετες κεφαλαιουχικές δαπάνες. Εξετάστηκε, λοιπόν, σε ποιο βαθμό οι παραγωγοί είναι πρόθυμοι να διοχετεύσουν τη δέσμια παραγωγή τους στην αγορά χονδρικών πωλήσεων. Κανένας από τους παραγωγούς δεν ανέφερε ότι ήταν διατεθειμένος να μεταστραφεί από τη δέσμια παραγωγή στην παραγωγή για τη διάθεση του προϊόντος στην αγορά χονδρικών πωλήσεων, ανταποκρινόμενος στην αύξηση κατά 10 % των μόνιμων σχετικών τιμών, ούτε ότι ήταν διατεθειμένος να αλλάξει το μείγμα της παραγωγής του (η δυνατότητα αυτή θα περιοριζόταν επίσης λόγω έλλειψης επιπλέον παραγωγικής ικανότητας). Κρίνεται, συνεπώς, λογικό να συμπεράνουμε ότι τα προϊόντα που παράγονται σήμερα για δέσμια χρήση δεν είναι πιθανό να διατεθούν στην αγορά χονδρικών πωλήσεων. Κατά συνέπεια, η δέσμια παραγωγή δεν αντιπροσωπεύει ανταγωνιστικό περιορισμό στις τιμές της GBL στην αγορά χονδρικών πωλήσεων.

(91) Το Φεβρουάριο και το Μάρτιο του 2001, η Eurodiol χρησιμοποιούσε ποσοστό μόλις ανώτερο του [50-70 %]* της παραγωγικής της ικανότητας για την παραγωγή GBL. Η BASF προβλέπει ότι μέχρι το 2003 θα παράγει ποσότητα [35-50 χιλιοτόνων/έτος]* στη μονάδα του Feluy, η οποία ισοδυναμεί με πλήρη παραγωγική ικανότητα. Από την ποσότητα αυτή [20-30 χιλιοτόνοι/έτος]* θα διατίθεται για δέσμια χρήση για την παραγωγή NMP και η υπόλοιπη ποσότητα θα χρησιμοποιείται στο Ludwigshafen για δέσμια χρήση για την παραγωγή πυρρολιδόνης, το οποίο σημαίνει ότι το σύνολο της παραγωγής εκτιμάται ότι θα διατίθεται για δέσμια χρήση.

(92) Κατά τη διάρκεια της έρευνας, η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσον η BASF θα μπορούσε να μεταβάλει το μείγμα της παραγωγής της στις εγκαταστάσεις της μετά τη συγχώνευση. Η διεργασία παραγωγής στη Eurodiol, σε συνθήκες αποτελεσματικής λειτουργίας, θα ήταν σε θέση να παράγει φθηνότερη GBL από ό,τι σε άλλες μονάδες παραγωγής της BASF. [...]*. Παρομοίως, η παραγωγή BDO θα ήταν ακριβότερη με τη χρησιμοποίηση της διεργασίας της Eurodiol σε σχέση με τη μονάδα παραγωγής στο Ludwigshafen. Θα ήταν, συνεπώς, δυνατό μετά τη συγχώνευση, η BASF να συγκεντρώσει την παραγωγή προϊόντων της ομάδας της BDO στη μονάδα παραγωγής του Feluy και την παραγωγή της BDO στο Ludwigshafen. [...]*, ανεξάρτητα από τα μελλοντικά της σχέδια, η BASF θα μπορούσε, αποκτώντας διαφορετική τεχνολογία, να καταστεί περισσότερο ευέλικτη, προκειμένου να ανταποκριθεί στις μεταβολές της ζήτησης της BDO και των προϊόντων της ομάδας της BDO.

(93) Η έρευνα αγοράς που πραγματοποίησε η Επιτροπή έδειξε ότι, με εξαίρεση τους παραγωγούς της Ανατολικής Ευρώπης, οι καταναλωτές δεν έχουν ιδιαίτερες προτιμήσεις αναφορικά με την προέλευση της GBL. Επιπλέον, αναφέρεται ότι η αγορά του ΕΟΧ αντιμετωπίζει σήμερα μεγάλη έλλειψη GBL. Η BASF εκτιμά ότι οι εισαγωγές στην Ευρώπη αυξήθηκαν μόνον από την Αμερική και ότι ανήλθαν σε [1-10 χιλιοτόνους]* το 2000. Από αυτή τη συνολική ποσότητα, η BASF εισήγαγε ποσότητα [1-5 χιλιοτόνων]*, η οποία χρησιμοποιήθηκε για δέσμια παραγωγή NMP και πυρρολιδόνης στη μονάδα παραγωγής Ludwigshafen. Οι πωλήσεις της BASF στην αγορά χονδρικής πώλησης ανήλθαν σε [1-5 χιλιοτόνους]* το 2000.

(94) Εντούτοις, οι εισαγωγές από τις ΗΠΑ και την Ασία υπόκεινται σε υψηλούς εισαγωγικούς δασμούς και, κατά την άποψη τρίτων μερών, το κόστος μεταφοράς και οι δασμοί αντιπροσωπεύουν ποσοστό έως 20 % της τρέχουσας τιμής του προϊόντος. Εντούτοις, με βάση στοιχεία για τις τιμές που έδωσαν οι εισαγωγείς, συνάγεται ότι οι τιμές των προϊόντων τους ήταν κατ ανώτατο όριο κατά 15 % υψηλότερες το 1999 από τις τιμές της BASF για την GBL. Αυτή η διαφορά τιμών ουσιαστικά εξαλείφθηκε έως το 2000.

(95) Ορισμένα τρίτα μέρη, ωστόσο, ανέφεραν επίσης ότι η είσοδος στην αγορά είναι δύσκολη και ενέχει κινδύνους και ότι η κατασκευή μιας νέας εγκατάστασης παραγωγής απαιτεί σημαντική επένδυση και πρέπει να βασίζεται σε αποδεδειγμένα αποτελεσματική από άποψη κόστους τεχνολογία. Επιπλέον, για να είναι μια μονάδα παραγωγής επικερδής απαιτείται υψηλός βαθμός χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας. Δεδομένου ότι οι περισσότεροι βασικοί πελάτες απαιτούν πιστοποίηση των προμηθευτών τους, η δημιουργία πελατειακής βάσης είναι χρονοβόρα διαδικασία. Κατά τα τελευταία πέντε έτη, η Eurodiol είναι η μόνη εταιρεία που εισέδυσε στην αγορά του ΕΟΧ. Σύμφωνα με τρίτα μέρη, τα προβλήματα της Eurodiol οφείλονται στο γεγονός ότι δεν κατόρθωσε να εξασφαλίσει μερίδιο αγοράς που θα της παρείχε τη δυνατότητα να καλύψει το κόστος της.

(96) Η BASF αναφέρει ότι παρατηρείται μεγάλη διασπορά των πελατών για διαλύτες ειδικών χρήσεων, ενώ ορισμένοι σημαντικοί πελάτες είναι μεγάλες διεθνείς εταιρείες. Διαχωρίζει τους πελάτες της σε κατηγορίες πελατών του τύπου A/B/Γ. Οι πελάτες του τύπου Α δραστηριοποιούνται σε παγκόσμιο επίπεδο, διαθέτουν διάφορες εγκαταστάσεις παραγωγής στην Ευρώπη/παγκοσμίως και απαιτούν παραδόσεις μεγάλων ποσοτήτων χύδην. Όσον αφορά τους διαλύτες ειδικών χρήσεων, οι πελάτες του τύπου Α καταναλώνουν ποσότητα άνω των [...]*. Το 1999, οι πελάτες του τύπου Α αντιπροσώπευαν μόνο το [...]* των πελατών της BASF. Οι πελάτες του τύπου Β αναπτύσσουν περιφερειακές δραστηριότητες και απαιτούν παραδόσεις ποσοτήτων χύδην και οι περισσότεροι από αυτούς διαθέτουν περισσότερες της μιάς εγκαταστάσεις παραγωγής. Όσον αφορά τους διαλύτες ειδικών χρήσεων, οι πελάτες αυτού του τύπου καταναλώνουν [...]* και το 1999 αντιπροσώπευαν το [...]* των πελατών της BASF. Οι υπόλοιποι [...]* πελάτες ήταν του τύπου Γ, οι οποίοι αγοράζουν ποσότητες κατώτερες των [...]*. Οι πελάτες αυτοί αναπτύσσουν δραστηριότητες σε εθνικό επίπεδο, διαθέτουν μία μονάδα παραγωγής και απαιτούν παραδόσεις προϊόντος χύδην ή/και συσκευασμένου σε κυλινδρικά δοχεία.

(97) Η διάρθρωση της πελατείας GBL παρουσιάζει ομοιότητα μόνο με ορισμένους πολύ μεγάλους πελάτες (των τύπων Α και Β) που από κοινού αντιπροσωπεύουν περίπου το [40-60 %]* των συνολικών πωλήσεων. Οι πελάτες, κατά την έρευνα αγοράς, θεώρησαν ότι δεν διαθέτουν αγοραστική ικανότητα διότι, για κάποιο διάστημα, παρατηρείται έλλειψη GBL και δεν υπάρχει μεγάλη δυνατότητα επιλογής πωλητών. Όμως, εάν η προσφορά ήταν μεγαλύτερη, ορισμένοι βασικοί πελάτες πιστεύουν ότι θα διέθεταν διαπραγματευτική ισχύ. Ειδικότερα, οι εν λόγω πελάτες αγοράζουν άλλα μη συναφή προϊόντα από την BASF και οι δαπάνες τους για την αγορά GBL είναι σχετικά μικρές σε σχέση με τις δαπάνες για την αγορά άλλων προϊόντων.

(98) [...]*. Βάσει της έρευνας αγοράς, η Επιτροπή προέβλεψε αύξηση της αγοράς κατά 3 έως 5 % ετησίως. Εάν οι περισσότεροι παρασκευαστές παράγουν με πλήρη ή σχεδόν πλήρη παραγωγική ικανότητα και δεν έχουν οικονομικό κίνητρο να πραγματοποιούν πωλήσεις ποσοτήτων που προορίζονται για δέσμια χρήση στην αγορά χονδρικών πωλήσεων, είναι απίθανο οι ανταγωνιστές της BASF να είναι σε θέση να ικανοποιήσουν την αύξηση της ζήτησης (βλέπε αιτιολογικές σκέψεις 90 και 95).

(99) Συνάγεται, συνεπώς, ότι η νέα εταιρεία μετά τη συγχώνευση θα ήταν σε πλεονεκτική θέση σε σχέση με τους ανταγωνιστές της για να ικανοποιήσει την αύξηση της ζήτησης. Η BASF αναφέρει ότι προτίθεται να χρησιμοποιήσει [...]*. Η BASF θα ήταν, συνεπώς, σε θέση να διοχετεύσει ποσότητες στην αγορά χονδρικών πωλήσεων, όταν αυξηθεί η παραγωγή στη μονάδα της Eurodiol. Επιπλέον, εάν ληφθεί υπόψη ότι η αγορά χονδρικών πωλήσεων της GBL είναι πολύ μικρή σε σχέση με τη διαθέσιμη παραγωγική ικανότητα, μόνο πολύ μικρό ποσοστό (κατώτερο του 1 %) της παραγωγικής ικανότητας θα απαιτούνταν να διοχετευθεί στην αγορά χονδρικών πωλήσεων για να ικανοποιηθεί η αύξηση της ζήτησης. Παρά το γεγονός αυτό, οι ανταγωνιστές θα αντιμετώπιζαν μεγάλη δυσκολία να αυξήσουν περισσότερο τις πωλήσεις τους, λόγω της τρέχουσας δέσμιας ζήτησής τους, εφόσον δεν έχουν κανένα οικονομικό κίνητρο να μεταστραφούν από τη δέσμια παραγωγή στην παραγωγή για πωλήσεις στην αγορά χονδρικών πωλήσεων. Αυτό δεν ισχύει για την BASF, η οποία διαθέτει αυτή την ευελιξία, που την εξασφάλισε με την απόκτηση νέας παραγωγικής ικανότητας και διαφορετικής τεχνολογίας.

Συμπέρασμα για την GBL

(100) Με την προταθείσα πράξη θα υπάρξει, συνεπώς, συγκέντρωση των δύο μοναδικών παραγωγών σε κλίμακα ΕΟΧ οι οποίοι πωλούν GBL στην αγορά χονδρικών πωλήσεων, δημιουργώντας ισχυρή θέση στην αγορά. Οι πελάτες θα έχουν ελάχιστη δυνατότητα επιλογής για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους σε GBL, οι οποίες θα αυξάνονται στο μέλλον. Ως εκ τούτου, είναι δυνατό να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η προταθείσα πράξη ενδέχεται να έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία δεσπόζουσας θέσης των μερών στην αγορά της GBL στον ΕΟΧ.

β) NMP

(101) Η BASF εκτιμά ότι, σε παγκόσμιο επίπεδο, η NMP χρησιμοποιούνταν το 1999 κυρίως στη βιομηχανία ηλεκτρονικών [10-30 %]*, επιχρισμάτων [10-30 %]* και αντιδραστηρίων χημικών διεργασιών [10-30 %]*, για καθαρισμό [10-30 %]* και αγροχημικά προϊόντα [10-30 %]*. Στο εσωτερικό της Ευρώπης, οι βασικοί τομείς εφαρμογών παρουσίαζαν ελαφρά διαφοροποίηση, εφόσον τα επιχρίσματα αντιπροσώπευαν το [10-30 %]* και τα αντιδραστήρια χημικών διεργασιών και τα αγροχημικά προϊόντα αντιπροσώπευαν ποσοστό μόλις κατώτερο του [10-30 %]* το καθένα χωριστά. Η διαφορά προέκυψε εξαιτίας του γεγονότος ότι η αγορά ηλεκτρονικών παρουσιάζει πολύ υψηλό βαθμό συγκέντρωσης στην Ασία και τις ΗΠΑ, ενώ η αγορά επιχρισμάτων σύρματος κυριαρχείται από τους ευρωπαίους παραγωγούς.

(102) Η NMP παράγεται από GBL και η BASF εκτιμά ότι, με όλες τις διεργασίες, ένας τόνος GBL μπορεί να παραγάγει περίπου [0,5-2 τόνους]* NMP.

(103) Στην κοινοποίησή της, η BASF εκτιμά ότι η αγορά χονδρικών πωλήσεων για την NMP αντιπροσώπευε αξίας [40-60 εκατ. ευρώ]* το 1999 στον ΕΟΧ, που αντιπροσωπεύει ποσότητα [20-40 χιλιοτόνων]*. Σύμφωνα με την BASF, η παγκόσμια ικανότητα παραγωγής NMP, οι χονδρικές πωλήσεις στον ΕΟΧ και τα μερίδια της αγοράς (βάσει ποσοτήτων) το 1999 είναι αυτά που παρουσιάζονται στον κατωτέρω πίνακα 5.

Πίνακας 5

Παγκόσμια ικανότητα παραγωγής NMP, πωλήσεις στον ΕΟΧ και μερίδια αγοράς στον τομέα των χονδικών πωλήσεων (εκτιμήσεις της BASF για το 1999)

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

(104) Η BASF εκτιμά ότι το μερίδιο της αγοράς της το 1999 κυμαινόταν μεταξύ [35-45 %]* (σε όγκο) και μεταξύ [35-45 %]* (σε αξία). Το μερίδιο αγοράς της Eurodiol εκτιμάται ότι κυμαινόταν μεταξύ [10-20 %]* (σε όγκο) και [10-20 %]* (σε αξία). Με βάση αυτές τις εκτιμήσεις, το συνδυασμένο μερίδιο της αγοράς στην αγορά της NMP μετά τη συγκέντρωση θα είναι [50-60 %]* (και σε όγκο και σε αξία). Οι αριθμοί για τους "άλλους" παραγωγούς περιλαμβάνουν τους ανακυκλωτές NMP, οι οποίοι αγοράζουν χρησιμοποιημένη NMP από πελάτες και ανακυκλώνουν το υλικό με θέρμανση και απόσταξη. Στη συνέχεια, η ανακυκλωμένη NMP, κατά την BASF, πωλείται στην αγορά χονδρικών πωλήσεων NMP.

(105) Η έρευνα αγοράς της Επιτροπής επιβεβαίωσε σε μεγάλο βαθμό τα προαναφερθέντα στοιχεία για την παραγωγική ικανότητα. Επιπλέον, η παραγωγική ικανότητα παρέμεινε σταθερή και δεν έχει αυξηθεί κατά τα τελευταία τρία έτη. Όσον αφορά τα μερίδια αγορών, εντούτοις, η BASF έχει δηλώσει ελαφρώς υπερεκτιμημένους αριθμούς σχετικά με το μέγεθος της αγοράς και τις πωλήσεις της Eurodiol. Επιπλέον, η Επιτροπή πιστεύει ότι έχει ενδεχομένως υπερεκτιμηθεί και η σημασία των ανακυκλωτών. Η έρευνα αγοράς κατέδειξε ότι δεν υπάρχουν πωλήσεις ανακυκλωμένης NMP στην αγορά χονδρικών πωλήσεων της Ευρώπης. Οι περισσότερες εταιρείες ανακύκλωσης επεξεργάζονται τη χρησιμοποιημένη NMP για λογαριασμό εταιρειών και την επιστρέφουν, με αποτέλεσμα να μην είναι διαθέσιμη στην αγορά χονδρικών πωλήσεων με αυτή τη μορφή. Συνεπώς, η Επιτροπή θεωρεί, με βάση τα αριθμητικά στοιχεία του 1999, ότι το μερίδιο της αγοράς της BASF είναι [35-45 %]* και το συνδυασμένο μερίδιο της αγοράς είναι [50-60 %]* (σε όγκο). Τα τελευταία αριθμητικά στοιχεία για το 2000 παρουσιάζουν ελαφρά μείωση του μεριδίου της αγοράς, αν και το συνδυασμένο μερίδιο εξακολουθεί να είναι [50-60 %]*. Το ποσοστό πωλήσεων του επόμενου σε μέγεθος ανταγωνιστή είναι κατώτερο από το ήμισυ των πωλήσεων στην αγορά χονδρικών πωλήσεων. Σύμφωνα με την BASF, οι πληροφορίες για τις πωλήσεις κατά την εξεταζόμενη περίοδο (1997-2000) παρουσιάζουν αύξηση του μεριδίου αγοράς της Eurodiol [...]*. Η έρευνα αγοράς έχει επιβεβαιώσει σε μεγάλο βαθμό αυτή την τάση.

(106) Μετά την προταθείσα συγχώνευση, η νέα επιχειρηματική οντότητα θα είναι ο μόνος παραγωγός σε κλίμακα ΕΟΧ που θα πραγματοποιεί πωλήσεις στην αγορά χονδρικών πωλήσεων. Η BASF θα ελέγχει ποσοστό άνω του 50 % της παγκόσμιας παραγωγικής ικανότητας NMP, ενώ οι βασικότεροι ανταγωνιστές της θα παράγουν ποσότητες για την αγορά χονδρικών πωλήσεων στις ΗΠΑ. Αν και υπάρχουν μικρές μονάδες παραγωγής στην Ανατολική Ευρώπη [...]* δεν υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία ότι έχουν εισαχθεί στον ΕΟΧ σημαντικές ποσότητες NMP από αυτή την περιοχή. Αν και η BASF εκτιμά ότι ποσότητα περίπου [< 2 χιλιοτόνων]* έχει εισαχθεί στον ΕΟΧ από την Ανατολική Ευρώπη το 2000, κανένας πελάτης δεν ανέφερε ότι αγοράζει NMP από παραγωγούς της Ανατολικής Ευρώπης. Επιπλέον, πολλοί έχουν αναφέρει ότι τα προϊόντα της Ανατολικής Ευρώπης είναι κατώτερης ποιότητας, ακριβότερα από τις εναλλακτικές δυνατότητες εφοδιασμού και ότι οι παραγωγοί δεν είναι σε θέση να εξασφαλίσουν τον έγκαιρο και αξιόπιστο εφοδιασμό.

(107) Από την έρευνα αγοράς συνάγεται επίσης ότι όλοι οι παραγωγοί, πλην της Eurodiol, παράγουν με πλήρη ή με σχεδόν πλήρη παραγωγική ικανότητα. Επιπλέον, δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι θα κατασκευαστούν νέες μονάδες παραγωγής NMP στην Ευρώπη στο ορατό μέλλον. [...]*, που θα αρχίσει την παραγωγή BDO στις αρχές του 2002. Εντούτοις, έχει δηλωθεί δημοσίως ότι η Lyondell ανέβαλε την υλοποίηση των σχεδίων της να επεκτείνει αυτή τη μονάδα για την παραγωγή προϊόντων της ομάδας της BDO. Επιπλέον, η Lyondell εκτιμά ότι, όταν λάβει την απόφαση να εισέλθει στην αγορά, θα απαιτηθεί σημαντικός χρόνος, μέχρις ότου είναι σε θέση να παράγει ικανές ποσότητες για χονδρικές πωλήσεις. Συνεπώς, η ενδεχόμενη είσοδος της Lyondell στην αγορά δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί ότι συνιστά ανταγωνιστικό περιορισμό για την εταιρεία που θα προκύψει από τη συγχώνευση.

(108) Η BASF αναφέρει επίσης ότι η Mitsubishi κατασκευάζει στην Ιαπωνία νέα μονάδα παραγωγής NMP, που θα αρχίσει να λειτουργεί στις αρχές του 2002. Αυτό, κατά την BASF, θα συμβάλει στο να αυξηθεί η παραγωγική ικανότητα στη μονάδα της Mitsubishi [...]*. Εντούτοις, δεν πραγματοποιήθηκαν εισαγωγές από την Ασία το 2000. Η Ευρώπη και η Αμερική ήταν καθαροί εξαγωγείς προς την Ασία. Επιπλέον, δεν είναι γνωστό κατά πόσον αυτή η επιπλέον παραγωγή είναι δέσμια ή προορίζεται να διατεθεί στην ασιατική αγορά χονδρικών πωλήσεων.

(109) Κατά την έρευνα αγοράς, οι παραγωγοί δήλωσαν ότι δεν είναι σε θέση να αυξήσουν ταχέως την παραγωγή χωρίς σημαντικό πρόσθετο κεφαλαιουχικό κόστος. Εξετάστηκε, λοιπόν, σε ποιο βαθμό οι παραγωγοί είναι πρόθυμοι να μεταβάλουν το μείγμα της παραγωγής τους. Οι περισσότεροι παραγωγοί ανέφεραν ότι δεν θα μετέβαλλαν το μείγμα της παραγωγής τους ανταποκρινόμενοι σε αύξηση 10 % των μόνιμων σχετικών τιμών της NMP στον ΕΟΧ. Επιπλέον, ο βαθμός κατά τον οποίο θα μπορούσε να μεταβληθεί το μείγμα της παραγωγής θα ήταν δυνατό να επηρεάζεται λόγω έλλειψης συμπληρωματικής παραγωγικής ικανότητας. Επίσης, δεν είναι πιθανό προϊόντα που προορίζονται για την αγορά των ΗΠΑ να διατίθενται στην αγορά του ΕΟΧ, εφόσον η διαφορά τιμών κυμαινόταν γύρω στο 50 % το 2000.

(110) Το Φεβρουάριο και το Μάρτιο του 2001, η Eurodiol χρησιμοποιούσε ποσοστό [20-40 %]* της διαθέσιμης ικανότητας παραγωγής NMP. Η BASF προβλέπει ότι μέσα στο 2003 θα παράγει ποσότητα [20-35 χιλιοτόνων/έτος]* στη μονάδα Feluy, η οποία ισοδυναμεί με πλήρη παραγωγική ικανότητα. Δεδομένων των διεργασιών παραγωγής στη Eurodiol, εάν η μονάδα αυτή λειτουργεί αποτελεσματικά, η BASF θα ήταν σε θέση να παράγει NMP με χαμηλότερο κόστος στις εγκαταστάσεις της Eurodiol μετά τη συγκέντρωση σε σχέση με τη δική της μονάδα [...]*. Είναι, συνεπώς, πιθανό να συγκεντρώσει η BASF την παραγωγή προϊόντων της ομάδας της BDO στην εγκατάσταση Feluy και την παραγωγή BDO στο Ludwigshafen. [...]*. Εντούτοις, ανεξάρτητα από τα μελλοντικά της σχέδια, η BASF θα μπορούσε, αποκτώντας διαφορετική τεχνολογία, να καταστεί περισσότερο ευέλικτη για να ανταποκριθεί στις μεταβολές της ζήτησης BDO και των προϊόντων της ομάδας της BDO.

(111) Από την έρευνα αγοράς που πραγματοποίησε η Επιτροπή συνάγεται ότι, με εξαίρεση τους παραγωγούς της Ανατολικής Ευρώπης, οι καταναλωτές δεν έχουν ιδιαίτερες προτιμήσεις όσον αφορά την καταγωγή της NMP. Επιπλέον, στην αγορά του ΕΟΧ παρατηρείται πολύ μεγάλη έλλειψη NMP. Η BASF εκτιμά ότι οι εισαγωγές από την Αμερική στην Ευρώπη το 2000 ανήλθαν σε [5-15 χιλιοτόνους]* και ότι δεν πραγματοποιήθηκαν εισαγωγές από αλλού. Η BASF εισήγαγε μόνο ποσότητα [< 2 χιλιοτόνων]*, η οποία πωλήθηκε στην αγορά χονδρικών πωλήσεων.

(112) Όμως, οι εισαγωγές από τις ΗΠΑ και την Ασία υπόκεινται σε σημαντικούς δασμούς. Σύμφωνα με τρίτα μέρη, το κόστος μεταφοράς και οι εισαγωγικοί δασμοί αντιπροσωπεύουν ποσοστό έως 20 % της σημερινής τιμής του προϊόντος. Εντούτοις, τα στοιχεία για τις τιμές που έδωσαν οι εισαγωγείς ανέφεραν ότι οι τιμές των προϊόντων τους ήταν το πολύ κατά 10 % υψηλότερες από τις τιμές της NMP που πωλεί η BASF.

(113) Τρίτα μέρη έχουν επίσης δηλώσει ότι η είσοδος στην αγορά είναι δύσκολη και ενέχει κινδύνους. Και τούτο διότι η κατασκευή μιας νέας μονάδας παραγωγής απαιτεί σημαντική επένδυση και αποδεδειγμένα αποτελεσματική τεχνολογία. Επιπλέον, για να είναι μια μονάδα παραγωγής επικερδής, απαιτείται υψηλός βαθμός χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας. Επειδή οι περισσότεροι από τους βασικούς πελάτες απαιτούν πιστοποίηση των προμηθευτών τους, η δημιουργία πελατειακής βάσης είναι χρονοβόρα διαδικασία. Τα τελευταία πέντε έτη η Eurodiol ήταν η μόνη εταιρεία που εισέδυσε στην αγορά του ΕΟΧ. Σύμφωνα με τρίτα μέρη, η Eurodiol αντιμετώπισε προβλήματα λόγω της αδυναμίας της να εξασφαλίσει μερίδιο αγοράς που θα της επέτρεπε να καλύψει το κόστος της.

(114) Η BASF αναφέρει ότι παρατηρείται μεγάλη διασπορά πελατών της για διαλύτες ειδικών χρήσεων, ενώ ορισμένοι σημαντικοί πελάτες είναι μεγάλες διεθνείς εταιρείες. Διαχωρίζει τους πελάτες της σε κατηγορίες πελατών των τύπων A/B/Γ. Οι πελάτες του τύπου Α δραστηριοποιούνται σε παγκόσμιο επίπεδο, διαθέτουν διάφορες εγκαταστάσεις παραγωγής στην Ευρώπη/διεθνώς και απαιτούν παραδόσεις μεγάλων ποσοτήτων χύδην. Οι πελάτες του τύπου Α που αγοράζουν διαλύτες ειδικών χρήσεων καταναλώνουν ποσότητα μεγαλύτερη των [...]*. Το 1999, οι πελάτες του τύπου Α αντιπροσώπευαν μόνο το [...]* των πελατών της BASF. Οι πελάτες του τύπου Β αναπτύσσουν δραστηριότητες σε περιφερειακό επίπεδο και απαιτούν παραδόσεις ποσοτήτων χύδην και στην πλειοψηφία τους διαθέτουν περισσότερες της μιάς μονάδες παραγωγής. Όσον αφορά τους διαλύτες ειδικών χρήσεων, οι πελάτες αυτού του τύπου καταναλώνουν [...]* και το 1999 αντιπροσώπευαν το [...]* των πελατών της BASF. Οι υπόλοιποι πελάτες [...]* ήταν πελάτες του τύπου Γ που αγοράζουν ποσότητα μικρότερη των [...]*. Οι πελάτες αυτοί αναπτύσσουν δραστηριότητες σε εθνικό επίπεδο, διαθέτουν μία μονάδα παραγωγής και απαιτούν παραδόσεις ποσοτήτων χύδην ή/και συσκευασμένων σε κυλινδρικά δοχεία.

(115) Η διάρθρωση των πελατών της NMP εμφανίζεται διαφορετική από αυτή των πελατών για διαλύτες ειδικών χρήσεων, με ευρύτερη διασπορά πελατών, καθένας από τους οποίους αντιπροσωπεύει μικρό ποσοστό πωλήσεων της BASF. Δεδομένου αυτού του γεγονότος, δεν φαίνεται να υπάρχει αγοραστική ικανότητα. Οι πελάτες που απάντησαν στην έρευνα αγοράς θεωρούν ότι δεν διαθέτουν αγοραστική ικανότητα και, λόγω έλλειψης NMP, δεν έχουν μεγάλη δυνατότητα επιλογής πωλητή. Εάν όμως αυξηθεί η προσφορά, ορισμένοι βασικοί πελάτες πιστεύουν ότι θα διαθέτουν διαπραγματευτική ισχύ. Οι πελάτες αυτοί αγοράζουν άλλα μη συναφή προϊόντα από την BASF και οι δαπάνες τους για την αγορά NMP είναι μικρές σε σχέση με τις δαπάνες για την αγορά αυτών των άλλων προϊόντων.

(116) [...]*. Με βάση την έρευνα αγοράς, η Επιτροπή προέβλεψε ότι η αγορά της NMP θα μεγεθύνεται κατά 3 έως 4 % ετησίως. Εφόσον οι περισσότεροι παραγωγοί παράγουν με πλήρη ή σχεδόν πλήρη παραγωγική ικανότητα, είναι απίθανο οι ανταγωνιστές της BASF να ικανοποιήσουν την αύξηση της ζήτησης.

(117) Με βάση αυτή τη διαπίστωση, συνάγεται ότι η νέα εταιρεία θα είναι σε πλεονεκτική θέση σε σχέση με τους ανταγωνιστές της να ικανοποιήσει την αυξημένη ζήτηση. [...]*. Εκτιμάται ότι οι ποσότητες αυτές πωλούνται ήδη στην αγορά χονδρικών πωλήσεων και ότι κάθε μελλοντική αύξηση της παραγωγής θα διατίθεται στην αγορά χονδρικών πωλήσεων.

Συμπέρασμα για την NMP

(118) Κατά συνέπεια, η προταθείσα πράξη ενώνει τους δύο μοναδικούς παραγωγούς στον ΕΟΧ, οι οποίοι πραγματοποιούν πωλήσεις NMP στην αγορά χονδρικών πωλήσεων, με αποτέλεσμα να αποκτήσουν ισχυρή θέση στην αγορά. Οι πελάτες θα έχουν ελάχιστη δυνατότητα επιλογής πωλητή για τις αυξανόμενες ανάγκες τους σε NMP. Συνάγεται, συνεπώς, το συμπέρασμα ότι η προταθείσα πράξη είναι δυνατό να έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία δεσπόζουσας θέσης των μερών στην αγορά της NMP στον ΕΟΧ.

γ) THF

(119) Η BASF εκτιμά ότι οι βασικές χρήσεις του THF που πωλείται στην αγορά χονδρικών πωλήσεων είναι η βιομηχανία φαρμακευτικών [40-60 %]*, οι βιομηχανικοί διαλύτες, ιδίως το PVC και τα επιχρίσματα [20-40 %]* και η βιομηχανία ηλεκτρονικών [< 20 %]*. Η συνολική σχεδόν ποσότητα του THF, ωστόσο, διατίθεται για δέσμια χρήση από τους παραγωγούς, κυρίως για την παραγωγή PTMEG.

(120) Στην κοινοποίησή της, η BASF εκτιμά ότι η αξία των πωλήσεων THF στην αγορά χονδρικών πωλήσεων του ΕΟΧ το 1999 ανερχόταν σε [50-60 εκατ. ευρώ]*, που αντιπροσωπεύει ποσότητα [25-35 χιλιοτόνων]*. Σύμφωνα με την BASF, η παγκόσμια παραγωγική ικανότητα THF, οι χονδρικές πωλήσεις στον ΕΟΧ και τα μερίδια αγοράς (βάσει των ποσοτήτων) το 1999 είναι αυτά που παρουσιάζονται στον πίνακα 6.

Πίνακας 6

Παγκόσμια ικανότητα παραγωγής THF, πωλήσεις ΕΟΧ και μερίδια των αγορών στην αγορά χονδρικών πωλήσεων (εκτιμήσεις της BASF για το 1999)

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

(121) Η BASF εκτιμά ότι το μερίδιο της αγοράς της το 1999 ανερχόταν σε [25-35 %]* (σε όγκο) και σε [25-35 %]* (σε αξία). Το μερίδιο της αγοράς της Eurodiol ήταν [10-20 %]* (σε όγκο) και [10-20 %]* (σε αξία). Βάσει αυτών των εκτιμήσεων, η συγκέντρωση θα έχει ως αποτέλεσμα συνδυασμένο μερίδιο αγοράς στην αγορά του THF [40-50 %]* (σε όγκο και σε αξία).

(122) Η έρευνα αγοράς της Επιτροπής επιβεβαίωσε σε μεγάλο βαθμό τα στοιχεία για την παραγωγική ικανότητα που αναφέρονται στον πίνακα 6. Επιπλέον, η παραγωγική ικανότητα ήταν σταθερή και δεν αυξήθηκε κατά τα τελευταία τρία έτη. Τα μερίδια της αγοράς έχουν επίσης επιβεβαιωθεί από την έρευνα αγοράς. Σύμφωνα με την έρευνα της Επιτροπής, τα μερίδια της αγοράς των μερών το 1999 στον ΕΟΧ ανήλθαν περίπου σε [25-35 %]* (BASF) και σε [10-20 %]* (Eurodiol), με αποτέλεσμα το μερίδιο της αγοράς μετά τη συγκέντρωση να είναι της τάξης του [40-50 %]*. Φαίνεται ότι η BASF υποεκτίμησε ελαφρά τη θέση του ισχυρότερου ανταγωνιστή της στην αγορά, της ISP, αλλά τα μερίδια της αγοράς της DuPont και της Lyondell έχει επιβεβαιωθεί σε μεγάλο βαθμό ότι κυμαίνονται στα επίπεδα της εκτίμησης της BASF. Η BASF δεν προσδιόρισε την καταγωγή της υπόλοιπης ποσότητας [1-10 χιλιοτόνων]* που πωλήθηκε στην αγορά χονδρικών πωλήσεων του ΕΟΧ, αλλά ούτε και η έρευνα αγοράς προσδιόρισε την πηγή αυτής της ποσότητας. Η συγκέντρωση θα είχε, συνεπώς, αποτέλεσμα τη συγχώνευση του μεγαλύτερου με τον τρίτο σε μέγεθος παραγωγό, αυξάνοντας σημαντικά τη διαφορά με τον μεγαλύτερο εναπομείναντα ανταγωνιστή στην αγορά.

(123) Το 2000, η κατάσταση στην αγορά του THF παρουσίασε σημαντική αλλαγή. Το συνδυασμένο μερίδιο της αγοράς των μερών αυξήθηκε περίπου σε [45-55 %]* (της BASF περίπου σε [25-35 %]*, της Eurodiol σε περίπου [20-30 %]*). Κατά την περίοδο αυτή, η Eurodiol πραγματοποίησε σημαντικές πωλήσεις στην BASF, συνολικής ποσότητας [1-5 χιλιοτόνων]* η οποία δεν ελήφθη υπόψη κατά τον υπολογισμό των μεριδίων της αγοράς, διότι αυτό θα διόγκωνε τη θέση τους μετά τη συγκέντρωση. Όμως, οι πωλήσεις αυτές έδωσαν στην BASF τη δυνατότητα να αυξήσει τις πωλήσεις της στην αγορά χονδρικών πωλήσεων κατά [30-40 %]* από το 1999 έως το 2000, από [5-15 χιλιοτόνους]* σε [5-15 χιλιοτόνους]*. Μέχρι το 2000, το μερίδιο της αγοράς του επόμενου σε μέγεθος ανταγωνιστή, της ISP, παρουσίασε ελαφρά μείωση. Συνεπώς, από το 1999 και μετά βελτιώθηκε σημαντικά η θέση της BASF στην αγορά, με αποτέλεσμα το μερίδιό της να είναι περίπου διπλάσιο από το μερίδιο του επόμενου σε μέγεθος ανταγωνιστή της.

(124) Μετά την προταθείσα συγκέντρωση, ο αριθμός των παραγωγών στον ΕΟΧ που πραγματοποιούν πωλήσεις THF στην αγορά χονδρικών πωλήσεων θα μειωθεί από τέσσερις σε τρεις. Η BASF θα κατέχει ποσοστό ελαφρά χαμηλότερο του 50 % της παραγωγικής ικανότητας THF σε επίπεδο ΕΟΧ και το 45 % της παγκόσμιας παραγωγικής ικανότητας. Οι βασικοί ανταγωνιστές της θα είναι η ISP και η Lyondell. Η DuPont, αν και δραστηριοποιείται στην αγορά χονδρικών πωλήσεων, χρησιμοποιεί το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής της για δέσμια χρήση και πραγματοποιεί πωλήσεις μικρών μόνο ποσοτήτων στην αγορά χονδρικών πωλήσεων(8). Υπάρχουν επίσης ορισμένες μικρές μονάδες παραγωγής στην Ανατολική Ευρώπη (παραδείγματος χάρη στη Ρωσική Ομοσπονδία, με περίπου 5 χιλιοτόνους), αν και δεν υπάρχουν στοιχεία ότι πραγματοποιήθηκαν εισαγωγές THF στον ΕΟΧ. Η BASF εκτιμά ότι οι πωλήσεις από την Ανατολική Ευρώπη στον ΕΟΧ ανήλθαν σε [1-5 χιλιοτόνους]*, ενώ ποσότητα [< 3 χιλιοτόνων]* του THF που παράγεται στην Ανατολική Ευρώπη διατίθεται για δέσμια χρήση. Κανένας από τους πελάτες που ρωτήθηκαν κατά την έρευνα αγοράς δεν ανέφερε ότι αγόρασε THF από παραγωγούς της Ανατολικής Ευρώπης. Επιπλέον, ορισμένοι πελάτες ανέφεραν ότι τα προϊόντα της Ανατολικής Ευρώπης είναι κατώτερης ποιότητας και ότι οι παραγωγοί δεν είναι σε θέση να εξασφαλίσουν έγκαιρο και αξιόπιστο εφοδιασμό.

(125) Από την έρευνα της αγοράς συνάγεται ότι όλοι οι παραγωγοί, με εξαίρεση τη Eurodiol, παράγουν με πλήρη ή σχεδόν πλήρη παραγωγική ικανότητα. Επιπλέον, δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι θα κατασκευαστούν νέες μονάδες παραγωγής THF στην Ευρώπη κατά το ορατό μέλλον. [...]*, γεγονός που οφείλεται στο ότι θα αρχίσει η παραγωγή BDO στις αρχές του 2002. Εντούτοις, έχει δηλωθεί δημοσίως ότι η Lyondell ανέβαλε την υλοποίηση των σχεδίων της για την επέκταση αυτής της μονάδας για την παραγωγή προϊόντων της ομάδας της BDO. Επιπλέον, η Lyondell εκτιμά ότι, όταν αποφασίσει να εισδύσει στην αγορά, θα χρειαστεί μεγάλο διάστημα για να εισέλθει στην αγορά χονδρικών πωλήσεων. Η εν δυνάμει είσοδος της Lyondell στην αγορά μπορεί, συνεπώς, να θεωρηθεί ότι συνιστά ανταγωνιστικό περιορισμό για την εταιρεία που θα προκύψει από τη συγχώνευση.

(126) Η BASF έχει επίσης αναφέρει ότι η Mitsubishi κατασκευάζει στην Ιαπωνία νέες μονάδες παρασκευής THF (παραγωγικής ικανότητας [...]*) που θα τεθούν σε λειτουργία το 2002· η TCC κατασκευάζει στην Ταϊβάν μονάδα (παραγωγικής ικανότητας [...]*) και αναμένεται ότι θα τεθεί σε λειτουργία το 2001· η Dairen στην Ταϊβάν (παραγωγική ικανότητα [...]*) και αναμένεται ότι θα τεθεί σε λειτουργία το 2002, η Nan Ya στην Ταϊβάν (παραγωγική ικανότητα [...]*) με προβλεπόμενη έναρξη λειτουργίας το 2001 και, τέλος, η Quihar Qianjin στην Κίνα (παραγωγική ικανότητα [...]*) με έναρξη λειτουργίας το 2001. Εντούτοις, δεν πραγματοποιήθηκαν εισαγωγές από την Ασία το 2000 και η Ευρώπη ήταν καθαρός εξαγωγέας προς την Ασία. Επιπλέον, δεν είναι γνωστό σε ποιο βαθμό οι νέες ποσότητες θα διατίθενται για δέσμια χρήση ή για πωλήσεις στην ασιατική αγορά χονδρικών πωλήσεων.

(127) Η έρευνα αγοράς που πραγματοποίησε η Επιτροπή έδειξε ότι οι καταναλωτές δεν έχουν ιδιαίτερες προτιμήσεις όσον αφορά την καταγωγή του THF(9). Λόγω της παραγωγής μεγάλων ποσοτήτων και των χαμηλών τιμών στην Ευρώπη, οι εισαγωγές στην Ευρώπη ήταν περιορισμένες. Η BASF εκτιμά ότι οι εισαγωγές στην Ευρώπη ανήλθαν σε [1-5 χιλιοτόνους]* (στις οποίες περιλαμβάνεται ποσότητα [1-2 χιλιοτόνων]* της BASF) από την Αμερική το 2000. Δεν αναφέρθηκαν εισαγωγές από άλλες περιοχές του κόσμου. Πραγματοποιώντας εξαγωγές [5-10 χιλιοτόνων]* ([...]*), η Ευρώπη είναι καθαρός εξαγωγέας THF.

(128) Οι παραγωγοί έχουν δηλώσει στην έρευνα αγοράς ότι δεν έχουν τη δυνατότητα να αυξήσουν ταχέως την παραγωγή χωρίς ουσιαστικό πρόσθετο κεφαλαιουχικό κόστος. Η Επιτροπή εξέτασε, συνεπώς, σε ποιο βαθμό οι παραγωγοί είναι διατεθειμένοι να διοχετεύσουν την παραγωγή τους που προορίζεται για δέσμια χρήση στην αγορά χονδρικών πωλήσεων. Κανείς παραγωγός δεν ανέφερε ότι ήταν διατεθειμένος να μεταστραφεί από τη δέσμια παραγωγή στην παραγωγή για την αγορά χονδρικών πωλήσεων, ανταποκρινόμενος στην αύξηση των μόνιμων σχετικών τιμών κατά 10 %, ούτε ότι θα άλλαζε το μείγμα της παραγωγής του (η δυνατότητα αυτή περιορίζεται επίσης λόγω έλλειψης συμπληρωματικής παραγωγικής ικανότητας). Είναι, συνεπώς, λογικό να θεωρηθεί ότι τα προϊόντα, που προορίζονται σήμερα για δέσμια χρήση, είναι απίθανο να διατεθούν στην αγορά χονδρικών πωλήσεων. Η παραγωγή για δέσμια χρήση δεν αντιπροσωπεύει, συνεπώς, ανταγωνιστικό περιορισμό για τις τιμές του THF στην αγορά χονδρικών πωλήσεων.

(129) Η Eurodiol χρησιμοποιούσε, το Φεβρουάριο και το Μάρτιο του 2001, περίπου το [70-90 %]* της διαθέσιμης ικανότητας παραγωγής THF. Η BASF προβλέπει ότι μέχρι το 2003 θα παράγει ποσότητα [35-45 χιλιοτόνων/έτος]* στη μονάδα Feluy, [...]*(10) της τρέχουσας παραγωγικής ικανότητας. Με τις διεργασίες παραγωγής της Eurodiol, εάν η BASF λειτουργεί αποτελεσματικά, θα πρέπει να είναι σε θέση να παράγει THF, μετά τη συγκέντρωση, στις εγκαταστάσεις της Eurodiol με χαμηλότερο κόστος απ' ό,τι στο Ludwigshafen. [...]*.

(130) Ορισμένα τρίτα μέρη έχουν αναφέρει ότι η διείσδυση στην αγορά είναι δύσκολη και ενέχει κινδύνους. Και τούτο διότι η κατασκευή μιας νέας μονάδας παραγωγής απαιτεί σημαντική επένδυση και αποδεδειγμένα αποτελεσματική τεχνολογία. Επιπλέον, για να καταστεί μια μονάδα παραγωγής επικερδής, απαιτείται υψηλός βαθμός χρησιμοποίησης της παραγωγικής της ικανότητας. Δεδομένου ότι οι περισσότεροι βασικοί πελάτες απαιτούν πιστοποίηση από τους προμηθευτές τους, η δημιουργία πελατειακής βάσης είναι χρονοβόρα διαδικασία. Κατά τα τελευταία πέντε έτη, η Eurodiol είναι η μόνη εταιρεία που εισέδυσε στην αγορά του ΕΟΧ και, κατά την άποψη τρίτων μερών, τα προβλήματα της Eurodiol οφείλονται στο γεγονός ότι δεν εξασφάλισε μερίδιο αγοράς που θα της επέτρεπε να καλύψει το κόστος της.

(131) Η BASF αναφέρει ότι παρατηρείται μεγάλη διασπορά πελατών της για διαλύτες ειδικών χρήσεων, ενώ ορισμένοι σημαντικοί πελάτες είναι μεγάλες διεθνείς εταιρείες. Διαχωρίζει τους πελάτες της σε κατηγορίες πελατών των τύπων A/B/Γ. Οι πελάτες του τύπου Α δραστηριοποιούνται σε παγκόσμιο επίπεδο, διαθέτουν διάφορες εγκαταστάσεις παραγωγής στην Ευρώπη/διεθνώς και απαιτούν παραδόσεις μεγάλων ποσοτήτων χύδην. Οι πελάτες τύπου Α που αγοράζουν διαλύτες ειδικών χρήσεων καταναλώνουν ποσότητα μεγαλύτερη των [...]*. Το 1999, οι πελάτες του τύπου Α αντιπροσώπευαν μόνο το [...]* των πελατών της BASF. Οι πελάτες του τύπου Β αναπτύσσουν δραστηριότητες σε περιφερειακό επίπεδο και απαιτούν παραδόσεις ποσοτήτων χύδην και οι περισσότεροι διαθέτουν περισσότερες της μιάς μονάδες παραγωγής. Όσον αφορά τους διαλύτες ειδικών χρήσεων, οι πελάτες αυτού του τύπου καταναλώνουν [...]* και το 1999 αντιπροσώπευαν το [...]* των πελατών της BASF. Οι υπόλοιποι πελάτες [...]* ήταν πελάτες του τύπου Γ που αγοράζουν ποσότητα μικρότερη των [...]*. Οι πελάτες αυτοί αναπτύσσουν δραστηριότητες σε εθνικό επίπεδο, διαθέτουν μία μονάδα παραγωγής και απαιτούν παραδόσεις ποσοτήτων χύδην ή/και συσκευασμένων σε κυλινδρικά δοχεία.

(132) Η διάρθρωση των αγοραστών του THF είναι διαφορετική από αυτήν των πελατών για τους διαλύτες ειδικών χρήσεων, εφόσον δεν υπάρχουν πελάτες του τύπου Α, οι πελάτες του τύπου Β είναι περιορισμένοι και υπάρχουν πολλοί μικροί πελάτες του τύπου Γ. Ελάχιστα είναι τα στοιχεία για την αγοραστική ικανότητα. Οι πελάτες δήλωσαν, κατά την έρευνα αγοράς, ότι θεωρούν ότι δεν διαθέτουν αγοραστική ικανότητα διότι, για κάποιο διάστημα, υπάρχει έλλειψη προσφοράς THF και η δυνατότητα επιλογής πωλητή είναι ελάχιστη. Εάν αυξηθεί η προσφορά, εντούτοις, ορισμένοι βασικοί πελάτες πιστεύουν ότι θα διαθέτουν διαπραγματευτική ισχύ. Οι πελάτες αυτοί αγοράζουν ειδικότερα άλλα μη συναφή προϊόντα από την BASF και οι δαπάνες τους για την παραγωγή THF είναι ενδεχομένως μικρές σε σχέση με τις δαπάνες για την παραγωγή αυτών των άλλων προϊόντων.

(133) [...]*. Με βάση την έρευνα αγοράς της Επιτροπής, προβλέπεται ότι η αγορά του THF θα μεγεθύνεται κατά 3 έως 7 % ετησίως. Αν ληφθεί υπόψη ότι οι περισσότεροι παρασκευαστές παράγουν με πλήρη ή σχεδόν πλήρη παραγωγική ικανότητα, είναι απίθανο οι ανταγωνιστές της BASF να είναι σε θέση να ικανοποιήσουν την αύξηση της ζήτησης.

Συμπέρασμα για το THF

(134) Η προταθείσα πράξη θα έχει, συνεπώς, ως αποτέλεσμα τη συγκέντρωση δύο εκ των τριών παραγωγών THF στον ΕΟΧ, οι οποίοι πωλούν σημαντικές ποσότητες στην αγορά χονδρικών πωλήσεων(11), με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί ισχυρή θέση στην αγορά. Οι πελάτες θα έχουν ελάχιστη δυνατότητα επιλογής πωλητή για τις αυξανόμενες ανάγκες τους σε THF. Είναι δυνατό, συνεπώς, να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η προταθείσα συγκέντρωση ενδέχεται να οδηγήσει στη δημιουργία δεσπόζουσας θέσης των μερών στην αγορά THF στον ΕΟΧ.

Δ. ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΕΝΝΟΙΑΣ ΤΗΣ "ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗΣ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ"

(135) Στην απάντησή της στην κοινοποίηση αιτιάσεων της Επιτροπής, η BASF ισχυρίστηκε ότι στην παρούσα υπόθεση πληρούνται οι όροι για την "προστασία προβληματικής εταιρείας", και πιο συγκεκριμένα ότι η BASF θα αποκτούσε συγκρίσιμη θέση ακόμα και χωρίς τη συγχώνευση και ότι, εν πάση περιπτώσει, τα στοιχεία ενεργητικού της εν λόγω επιχείρησης θα ετίθεντο οριστικά εκτός αγοράς.

1. Η ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ KALI+SALZ

(136) Μέχρι σήμερα, η Επιτροπή μόνο μία φορά έλαβε ως βάση σε απόφασή της για συγχώνευση εταιρειών την έννοια της συγχώνευσης εξυγίανσης, η οποία αναφέρεται συνήθως ως "προστασία προβληματικής εταιρείας". Πράγματι, στην απόφασή της στην υπόθεση Kali+Salz/MDK/Treuhand (στη συνέχεια: "Kali+Salz")(12), η Επιτροπή ανέφερε ότι η δημιουργία δεσπόζουσας θέσης δεν ήταν επακόλουθο της συγχώνευσης, εφόσον η εξαγοράζουσα εταιρεία θα αποκτούσε δεσπόζουσα θέση ακόμη και χωρίς τη συγχώνευση. Η έλλειψη αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της συγκέντρωσης και της δημιουργίας δεσπόζουσας θέσης σημαίνει ότι η δεσπόζουσα θέση θα ήταν αποτέλεσμα του κλεισίματος της προβληματικής εταιρείας, το οποίο θα ήταν αναπόφευκτο ακόμα και αν απαγορευόταν η συγκέντρωση, και όχι της ίδιας της συγκέντρωσης η οποία συνεπάγεται τη δημιουργία ή την ενίσχυση δεσπόζουσας θέσης που θα είχε ως αποτέλεσμα το σημαντικό περιορισμό του ανταγωνισμού.

(137) Στην εν λόγω απόφαση, η Επιτροπή εφάρμοσε την έννοια της συγχώνευσης εξυγίανσης βάσει των ακόλουθων τριών κριτηρίων(13):

α) η εξαγοραζόμενη εταιρεία θα αναγκαζόταν να αποσυρθεί από την αγορά στο εγγύς μέλλον, εάν δεν την εξαγόραζε άλλη εταιρεία·

β) δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική λύση ως προς τη δυνατότητα εξαγοράς που να είναι λιγότερο επιζήμια για τον ανταγωνισμό, και

γ) η θέση στην αγορά της εξαγορασθείσας επιχείρησης θα απέβαινε προς όφελος της εξαγοράζουσας, σε περίπτωση που η πρώτη αποσυρόταν από την αγορά.

(138) Το Δικαστήριο επικύρωσε την προσέγγιση της Επιτροπής αναφορικά με την έννοια της συγχώνευσης εξυγίανσης στην απόφασή του της 31ης Μαρτίου 1998(14), (απόφαση Kali+Salz).

2. ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΕΝΝΟΙΑΣ ΤΗΣ "ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗΣ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ"

(139) Η προσέγγιση που υιοθέτησε το Δικαστήριο(15) είναι ευρύτερη από τα κριτήρια που παρατίθενται στην απόφαση της Επιτροπής στην υπόθεση Kali+Salz. Σύμφωνα με το Δικαστήριο, μια συγχώνευση είναι δυνατό να θεωρείται ως συγχώνευση εξυγίανσης εάν "η ανταγωνιστική διάρθρωση που απορρέει από τη συγκέντρωση θα εξασθενούσε με παρόμοιο τρόπο, ακόμα και αν δεν πραγματοποιούνταν η συγκέντρωση"(16), δηλαδή, ακόμη και αν απαγορευόταν η συγκέντρωση.

(140) Σε γενικούς όρους, η έννοια της "συγχώνευσης εξυγίανσης" απαιτεί οι προς εξαγορά εταιρείες να είναι δυνατό να θεωρηθούν ως "προβληματικές εταιρείες" και ότι η συγχώνευση δεν είναι η αιτία της εξασθένησης της διάρθρωσης του ανταγωνισμού. Άρα, για να εφαρμοσθεί η έννοια της συγχώνευσης εξυγίανσης, πρέπει να πληρούνται δύο όροι:

α) η εξαγοραζόμενη εταιρεία θα αναγκαζόταν να αποσυρθεί από την αγορά στο εγγύς μέλλον, εάν δεν την εξαγόραζε άλλη εταιρεία·

β) δεν υφίσταται άλλη εναλλακτική λύση ως προς τη δυνατότητα εξαγοράς που να είναι λιγότερο επιζήμια για τον ανταγωνισμό.

(141) Εντούτοις, η εφαρμογή αυτών των δύο κριτηρίων δεν αποκλείει εξ ολοκλήρου τη δυνατότητα εξαγοράς στοιχείων ενεργητικού των εν λόγω εταιρειών από τρίτες εταιρείες σε περίπτωση πτώχευσής τους. Σε περίπτωση που η εξαγορά των στοιχείων ενεργητικού από ανταγωνιστικές εταιρείες πραγματοποιείται στο πλαίσιο πτωχευτικής διαδικασίας, οι οικονομικές επιπτώσεις θα ήταν παρόμοιες με αυτές της εξαγοράς των ίδιων των προβληματικών εταιρειών από κάποιον άλλο αγοραστή.

Πρέπει, συνεπώς, να αποδειχθεί, εκτός από τα δύο προαναφερθέντα κριτήρια, ότι τα προς εξαγορά στοιχεία ενεργητικού θα ετίθεντο αναπόφευκτα εκτός αγοράς εάν δεν πραγματοποιούνταν η συγχώνευση.

(142) Δεδομένου αυτού του γενικού πλαισίου, η Επιτροπή θεωρεί ότι, για να εφαρμοσθεί η έννοια της "συγχώνευσης εξυγίανσης", πρέπει να πληρούνται τα ακόλουθα κριτήρια:

α) η εξαγοραζόμενη εταιρεία θα αναγκαζόταν να αποσυρθεί από την αγορά στο εγγύς μέλλον, εάν δεν την εξαγόραζε άλλη εταιρεία·

β) δεν υφίσταται άλλη εναλλακτική λύση ως προς τη δυνατότητα εξαγοράς που να είναι λιγότερο επιζήμια για τον ανταγωνισμό·

γ) τα προς εξαγορά στοιχεία ενεργητικού θα ετίθεντο αναπόφευκτα εκτός αγοράς, εάν δεν εξαγοράζονταν από κάποια άλλη εταιρεία.

(143) Εν πάση περιπτώσει, για να εφαρμοσθεί η έννοια της "συγχώνευσης εξυγίανσης", απαιτείται η εξασθένηση της ανταγωνιστικής θέσης μέσω της συγχώνευσης να μην είναι τουλάχιστον μεγαλύτερη απ ό,τι θα ήταν χωρίς τη συγχώνευση.

3. Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ "ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗΣ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ" ΕΦΑΡΜΟΣΤΗΚΕ ΣΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΥΠΟΘΕΣΗ

α) Οι Eurodiol και Pantochim θα ετίθεντο αναγκαστικά εκτός αγοράς, εάν δεν εξαγοράζονταν από άλλη εταιρεία

(144) Όπως ισχυρίζεται η BASF, οι Eurodiol και Pantochim θα ετίθεντο αναγκαστικά εκτός αγοράς, εάν δεν τις εξαγόραζε. Οι εταιρείες αυτές είναι υπερχρεωμένες, όπως και η ιταλική μητρική τους εταιρεία SISAS SPA, Μιλάνο, η οποία επίσης βρίσκεται σε πτωχευτική διαδικασία. Τόσο η Eurodiol όσο και η Pantochim ετέθησαν, με απόφαση βελγικού δικαστηρίου(17), σε διαδικασία πτωχευτικού συμβιβασμού και υπό τη διαχείριση τεσσάρων δικαστικών διαχειριστών (Commissaires au sursis). Η περίοδος επιτήρησης (pιriode d'observation) βάσει της εν λόγω διαδικασίας πτωχευτικού συμβιβασμού (concordat judiciaire), κατά την οποία το εμποροδικείο (Tribunal de commerce) διέταξε την προσωρινή αναστολή των χρεών (sursis provisoire), δηλαδή προσωρινή αναστολή της ικανοποίησης των δικαιωμάτων των πιστωτών, έληξε στις 16 Ιουνίου 2001(18). Λόγω έλλειψης ρευστότητας και του σημαντικού χρέους των εταιρειών, δεν προτάθηκε στην εξεταζόμενη υπόθεση σχέδιο εξυγίανσης (plan de redressement) το οποίο θα επέτρεπε θεωρητικά στο εμποροδικείο (Tribunal de commerce) του Charleroi να παρατείνει το καθεστώς πτωχευτικού συμβιβασμού (concordat judiciaire) και την περίοδο αναστολής της ικανοποίησης των δικαιωμάτων των πιστωτών με τη μορφή οριστικής αναστολής (sursis dιfinitif)(19). Υπήρχε, συνεπώς, σαφής κίνδυνος πτώχευσης τόσο της Eurodiol όσο και της Pantochim. Πράγματι, το Tribunal de commerce του Charleroi, αρμόδιο για τη διαδικασία πτωχευτικού συμβιβασμού, διαβεβαίωσε την Επιτροπή ότι θα εκηρύσσετο η πτώχευση και των δύο εταιρειών, εάν δεν εγκρινόταν αγοραστής της Eurodiol και της Pantochim πριν από την εκπνοή της προθεσμίας της 16ης Ιουνίου 2001. Όποτε η BASF σταματούσε τη χρηματοδοτική στήριξη, και οι δύο εταιρείες θα ετίθεντο αναγκαστικά εκτός αγοράς.

(145) Άρα, ικανοποιείται ο πρώτος από τους τρεις όρους που αναφέρονται στην απόφαση για την υπόθεση Kali+Salz.

β) Έλλειψη άλλης εναλλακτικής λύσης ως προς τη δυνατότητα εξαγοράς της Eurodiol και της Pantochim που να είναι λιγότερο επιζήμια για τον ανταγωνισμό

(146) Η BASF προβάλλει επίσης το επιχείρημα ότι δεν υπάρχει εναλλακτικός αγοραστής αυτών των εταιρειών. Τη στιγμή που αποκλείστηκε στην παρούσα υπόθεση το ενδεχόμενο σχεδίου αναδιάρθρωσης ως πραγματική επιλογή, το Tribunal de commerce του Charleroi εξουσιοδότησε τους δικαστικούς διαχειριστές (Commissaires au sursis) στους οποίους ανατέθηκε η διαχείριση των επιχειρήσεων να αναζητήσουν κατάλληλο αγοραστή των στοιχείων ενεργητικού της Eurodiol και της Pantochim αμέσως μετά τη λήψη της απόφασης για την κίνηση διαδικασίας πτωχευτικού συμβιβασμού(20). Έτσι, υπήρξαν επαφές με ορισμένους ανταγωνιστές. Όμως, αν και ορισμένες εταιρείες έδειξαν έντονο ενδιαφέρον για τις επιχειρήσεις, περιλαμβανομένης της δέουσας επιμέλειας, καμία άλλη εταιρεία πλην της BASF, με την οποία ήλθαν σε επαφή οι δικαστικοί διαχειριστές, δεν ήταν διατεθειμένη να υποβάλει βιώσιμη προσφορά για αυτές τις εταιρείες. Ήδη με αυτά τα δεδομένα, ήταν δυνατό να συναχθεί το συμπέρασμα ότι δεν υπήρχε εναλλακτικός αγοραστής.

(147) Εντούτοις, για να εξαλειφθεί κάθε αμφιβολία ως προς την ύπαρξη εναλλακτικού αγοραστή, η Επιτροπή αποφάσισε να διερευνήσει περαιτέρω τη δυνατότητα εξαγοράς από κάποιον άλλο αγοραστή. Πράγματι, η εταιρεία Sasol Chemical Industries της Νότιας Αφρικής, η οποία ανήκει στον όμιλο Sasol Limited Group (Sasol), είχε εκδηλώσει αρχικά ενδιαφέρον για την εξαγορά της Eurodiol και της Pantochim. Όμως, αφού εξέτασε διεξοδικά την υπόθεση, η Sasol ενημέρωσε την Επιτροπή, με επιστολή της 25ης Μαΐου 2001, ότι αποφάσισε να μην δώσει συνέχεια στα σχέδιά της, κυρίως επειδή η χρηματική επένδυση που απαιτούνταν κρίθηκε ότι υπερέβαινε τα όρια της στρατηγικής διεθνούς εξάπλωσης της εταιρείας.

(148) Βάσει των ανωτέρω, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, εντός του χρονικού πλαισίου που έθεσε η απόφαση του βελγικού δικαστηρίου για τη διαδικασία πτωχευτικού συμβιβασμού, δεν υπήρχε εναλλακτική δυνατότητα λιγότερο αντίθετη με τους κανόνες του ανταγωνισμού. Έτσι, ικανοποιείται και ο δεύτερος όρος που αναφέρεται στην απόφαση για την υπόθεση Kali+Salz.

γ) Αναπόφευκτη έξοδος από την αγορά των προς εξαγορά στοιχείων ενεργητικού

(149) Η BASF ισχυρίζεται ότι το Δικαστήριο δεν αναγνώρισε ως αναγκαία προϋπόθεση για την εφαρμογή της θεωρίας περί προστασίας προβληματικής εταιρείας τον τρίτο όρο που έθεσε η απόφαση για την υπόθεση Kali+Salz, δηλαδή ότι η εξαγοράζουσα εταιρεία θα αποκτούσε καθ ολοκληρία τα μερίδια της αγοράς των επιχειρήσεων που εξαγοράστηκαν. Ισχυρίζεται ότι είναι αρκετό να περιέλθει στην εξαγοράζουσα εταιρεία μέρος μόνο του μεριδίου της αγοράς.

(150) Η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι, λόγω των ειδικών συνθηκών της υπόθεσης Kali+Salz, η προσέγγιση που ακολούθησε, για να διαπιστώσει αν η εξαγοράζουσα εταιρεία θα αποκτούσε το μερίδιο αγοράς της εξαγορασθείσας εταιρείας σε περίπτωση που αυτή ετίθετο αναγκαστικά εκτός αγοράς, κρίθηκε η καταλληλότερη μέθοδος για να αποδειχθεί ότι θα μπορούσε να εφαρμοστεί στην παρούσα υπόθεση η έννοια της "συγχώνευσης εξυγίανσης". Πράγματι, πρέπει να επισημανθεί ότι η υπόθεση Kali+Salz παρουσίαζε ιδιαίτερα οικονομικά χαρακτηριστικά, εφόσον μόνο δύο εταιρείες, η εξαγοράζουσα και η προβληματική εταιρεία, δραστηριοποιούνταν στην αγορά. Λόγω αυτής της κατάστασης δυοπωλείου, ήταν σαφές ότι η εξαγοράζουσα εταιρεία θα απορροφούσε το μερίδιο αγοράς της εξαγορασθείσας, ανεξάρτητα από το αν ελάμβανε χώρα ή όχι η συγχώνευση.

(151) Στην παρούσα υπόθεση, δεν θα δημιουργούνταν παρόμοια κατάσταση μονοπωλίου μετά την έξοδο της Eurodiol από την αγορά. Ούτε είναι δυνατό να θεωρηθεί ότι η BASF θα απορροφούσε ολόκληρο το μερίδιο αγοράς της Eurodiol(21), εφόσον οι βασικοί ανταγωνιστές τους θα αποκτούσαν ενδεχομένως σημαντικά τμήματα αυτού του μεριδίου. Εντούτοις, η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι τα στοιχεία ενεργητικού της προβληματικής εταιρείας θα ετίθεντο οριστικά εκτός αγοράς στην παρούσα υπόθεση. Η έξοδος από την αγορά δεν θα οδηγούσε κατά πάσα πιθανότητα σε σημαντική υποβάθμιση των όρων της αγοράς, σε βάρος των πελατών. Η Επιτροπή πιστεύει ότι τα στοιχεία αυτά έχουν εξίσου μεγάλη σημασία για να εφαρμοσθεί η έννοια της "συγχώνευσης εξυγίανσης".

(152) Στη συνέχεια, η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσον θα ήταν δυνατό να διατηρηθεί στην αγορά μετά την πτώχευση η παραγωγική ικανότητα της Eurodiol όσον αφορά τα εξεταζόμενα προϊόντα. Η έρευνα της Επιτροπής κατέδειξε ότι ορισμένοι ειδικοί οικονομικοί όροι συνδέονται με ειδικά χαρακτηριστικά των χημικών βιομηχανιών αυτού του τύπου καθώς και με ορισμένα στοιχεία των βελγικών πτωχευτικών διαδικασιών.

(153) Πρώτον, μια άμεση εξαγορά της Eurodiol και της Pantochim μετά την πτώχευση από μια τρίτη εταιρεία φαίνεται απίθανη. Πράγματι, η λειτουργία των δύο εταιρειών συνεπάγεται όχι μόνον υψηλό κόστος αλλά και σημαντικούς περιβαλλοντικούς κινδύνους που απορρέουν από την ευαίσθητη διεργασία παραγωγής της Eurodiol και της Pantochim. Ένα άλλο εμπόδιο για την άμεση επανέναρξη της λειτουργίας των μονάδων είναι το στοιχείο ότι οποιαδήποτε εταιρεία εξαγόραζε τις επιχειρήσεις εντός έξι μηνών μετά την πτώχευση θα ήταν νομικά υποχρεωμένη να αναλάβει και το σύνολο των εργαζομένων αυτών των επιχειρήσεων.

(154) Δεύτερον, η επανέναρξη της λειτουργίας των εγκαταστάσεων σε μεταγενέστερο στάδιο, μετά την παρέλευση της περιόδου των έξι μηνών, θα ήταν περισσότερο δαπανηρή σε σύγκριση με μια άμεση εξαγορά. Παραμελήθηκαν σε μεγάλο βαθμό οι απαραίτητες εργασίες συντήρησης κατά τα τελευταία έτη, λόγω της δυσχερούς οικονομικής κατάστασης της SISAS. Ενδεχόμενη διακοπή της λειτουργίας των μονάδων παραγωγής θα προκαλούσε πρόσθετες δαπάνες για νέους καταλύτες όταν θα επαναλειτουργούσε η μονάδα. Η BASF αναφέρει ότι, κατά τη διάρκεια της συμφωνίας παραγωγής με καταβολή υπηρεσίας(22), οι Pantochim και Eurodiol δεν ήταν σε θέση να παράγουν τις συμφωνηθείσες ποσότητες λόγω συχνών αναστολών των εργασιών οι οποίες οφείλονται σε τεχνικά προβλήματα. [...]*. Η λειτουργία των δύο μονάδων παραγωγής συνεπάγεται όχι μόνον υψηλό κόστος αλλά και σημαντικούς περιβαλλοντικούς κινδύνους(23), λόγω των ευαίσθητων διεργασιών παρασκευής. Επιπλέον, η ύπαρξη ειδικευμένου εργατικού δυναμικού έχει επίσης καθοριστική σημασία για τη λειτουργία ενός χημικού εργοστασίου αυτού του τύπου. Δεδομένου ότι ορισμένοι ειδικευμένοι εργαζόμενοι έχουν ήδη αποχωρήσει και το ίδιο θα πράξουν ασφαλώς και άλλοι μετά την κήρυξη της πτώχευσης, τα κίνητρα για οποιονδήποτε επενδυτή να αναλάβει την επιχείρηση μετά την πτώχευση της Eurodiol είναι μάλλον περιορισμένα.

(155) Τέλος, είναι απίθανο ένας τρίτος να αγοράσει ειδικά στοιχεία ενεργητικού των δύο εταιρειών μετά το κλείσιμό τους κατόπιν δικαστικής απόφασης πτώχευσης. Οι μονάδες παραγωγής της Eurodiol και της Pantochim είναι δυνατό να είναι οικονομικά αποτελεσματικές μόνον αν λειτουργούν με πλήρη παραγωγική ικανότητα, διότι χρησιμοποιούν διεργασία παραγωγής με υψηλό βαθμό ολοκλήρωσης(24), γεγονός που καθιστά αδύνατη την αγορά μεμονωμένων στοιχείων ενεργητικού.

(156) Βάσει των ανωτέρω, συνάγεται το συμπέρασμα ότι κατά πάσα πιθανότητα θα ετίθεντο αναγκαστικά εκτός αγοράς τα στοιχεία ενεργητικού της Eurodiol, καθώς και της Pantochim, περιλαμβανομένης της ικανότητας παραγωγής των προϊόντων GBL, NMP και THF της ομάδας της BDO.

δ) Εκτίμηση της ανταγωνιστικής διάρθρωσης που απορρέει από τη συγκέντρωση

(157) Η Επιτροπή επισημαίνει ότι η έξοδος από την αγορά των στοιχείων ενεργητικού και της παραγωγικής ικανότητας των Eurodiol και Pantochim θα προκαλούσε σημαντική έλλειψη παραγωγικής ικανότητας για προϊόντα τα οποία διατίθενται ήδη στην αγορά σε συνθήκες στενότατης παραγωγικής ικανότητας. Τουλάχιστον για σημαντικά μεγάλο χρονικό διάστημα, θα ήταν αδύνατη η αντιστάθμιση αυτής της μείωσης της παραγωγικής ικανότητας. Τόσο η BASF όσο και η Lyondell ανέφεραν στην Επιτροπή ότι σκέπτονται να κατασκευάσουν στην Ευρώπη νέες μονάδες παρασκευής προϊόντων της ομάδας της BDO. Εντούτοις, ενώ η Lyondell δεν έχει αναλάβει ποτέ τη δέσμευση να υλοποιήσει το σχέδιο επέκτασης της παραγωγής προϊόντων της ομάδας της BDO στις Κάτω Χώρες, η BASF έχει ήδη δηλώσει ότι θα επεκτείνει άμεσα τις εγκαταστάσεις παραγωγής της στο Ludwigshafen (Γερμανία) και στο Geismar (ΗΠΑ), σε περίπτωση που δεν θα κατορθώσει να εξαγοράσει την Eurodiol και την Pantochim(25). Εν πάση περιπτώσει, οι συμπληρωματικές παραγωγικές ικανότητες δεν θα τεθούν κατά πάσα πιθανότητα σε λειτουργία πριν από το [2002-2005]*.

(158) Λόγω αυτής της μείωσης της παραγωγικής ικανότητας, τουλάχιστον για σημαντικά μεγάλη μεταβατική περίοδο, οι όροι της αγοράς θα επηρεαστούν αρνητικά λόγω της απώλειας της παραγωγικής ικανότητας της Eurodiol. Οι ποσότητες που διατίθενται στην αγορά χονδρικών πωλήσεων θα μειωθούν άμεσα κατά [10-15 %]* όσον αφορά την NMP, κατά [25-35 %]* την GBL και κατά [20-30 %]* όσον αφορά το THF. Τόσο η BASF όσο και οι ανταγωνιστές της (ISP, Lyondell και DuPont) ήδη αντιμετωπίζουν σοβαρό πρόβλημα περιορισμένης παραγωγικής ικανότητας. Καμία από τις εταιρείες αυτές δεν θα ήταν, συνεπώς, σε θέση να ικανοποιήσει την αυξανόμενη ζήτηση στις αγορές αυτών των προϊόντων, τουλάχιστον μεσοπρόθεσμα. Επιπλέον, η έρευνα αγοράς της Επιτροπής κατέδειξε ότι αύξηση των τιμών κατά 10 % δεν θα αποτελούσε κίνητρο για τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται σήμερα στην αγορά για να διαθέσουν συμπληρωματικές ποσότητες αυτών των προϊόντων στην αγορά χονδρικών πωλήσεων του ΕΟΧ, είτε πωλώντας στην αγορά χονδρικών πωλήσεων ποσότητες που προορίζονται σήμερα για δέσμια χρήση είτε αυξάνοντας τις εισαγωγές από τρίτες χώρες, εφόσον τα επίπεδα των τιμών αυτών των προϊόντων είναι κατά κανόνα πολύ υψηλότερα εκτός του ΕΟΧ.

(159) Κατά την περίοδο από το 1998 έως το 2000 που μειώθηκαν σημαντικά οι τιμές, δεν υπάρχουν στοιχεία ότι αυξήθηκε σημαντικά η ζήτηση για GBL, NMP ή THF, με εξαίρεση τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της αγοράς κατά περίπου [2,5-10 %]*. Αυτό οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η ζήτηση για τα εν λόγω προϊόντα μπορεί να θεωρηθεί ανελαστική. Λόγω της προαναφερθείσας ανελαστικής ζήτησης και της περιορισμένης παραγωγικής ικανότητας, είναι δυνατό να θεωρηθεί ότι η απώλεια της παραγωγικής ικανότητας της Eurodiol για τα προϊόντα της ομάδας της BDO θα έχει ως άμεση επίπτωση τη σημαντικότατη αύξηση των τιμών.

(160) Αντιθέτως, η Επιτροπή θεωρεί ότι οι συνθήκες της αγοράς θα είναι ευνοϊκότερες για τους πελάτες μετά τη συγχώνευση.

(161) Το γεγονός ότι δεν θα υπάρξει απότομη μείωση παραγωγικής ικανότητας θα είναι ευνοϊκό για τη διαθεσιμότητα των εν λόγω προϊόντων. Στις απαντήσεις τους στην έρευνα αγοράς της Επιτροπής, ορισμένα τρίτα μέρη κατέστησαν σαφέστατο ότι η χειρότερη εναλλακτική εκδοχή για τους πελάτες θα ήταν η απώλεια της παραγωγικής ικανότητας της Eurodiol(26), εφόσον αυτό θα είχε αναπόφευκτα ως αποτέλεσμα την ύπαρξη προβλημάτων εφοδιασμού και αυξήσεις των τιμών. Σε μια παρόμοια κατάσταση, είναι πιθανό να πάψει ο ανταγωνισμός των τιμών και να υποκατασταθεί με μαζική αύξηση τιμών.

(162) Από την άλλη πλευρά, από τα οικονομικά δεδομένα της εξεταζόμενης περίπτωσης δεν συνάγεται ότι είναι πιθανό η BASF να επιβάλει σημαντικές αυξήσεις τιμών μετά τη συγχώνευση. Το βασικό οικονομικό πρόβλημα της Eurodiol, που προκάλεσε τις οικονομικές δυσκολίες της, ήταν η υποχρησιμοποίηση της παραγωγικής της ικανότητας για την παρασκευή BDO και προϊόντων της ομάδας της BDO. Σύμφωνα με τα επιχειρηματικά σχέδια της BASF για την περίοδο μετά την εξαγορά της Eurodiol και της Pantochim, οι εν λόγω μονάδες παραγωγής θα λειτουργούν με σχεδόν πλήρη παραγωγική ικανότητα, προκειμένου να επιτευχθεί κερδοφορία και να αξιοποιηθεί η πλήρης δυναμική της τεχνολογίας για μείωση του κόστους. Συνεπώς, είναι δυνατό να συναχθεί ότι η BASF θα προσπαθήσει να μειώσει το κόστος μετά τη συγχώνευση, καταβάλλοντας μεγαλύτερες προσπάθειες να διαθέσει στην αγορά THF, GBL και NMP. Δεδομένων αυτών των συνθηκών, οι πελάτες μπορούν να προσδοκούν από την αγορά καλύτερους όρους εφοδιασμού και καλύτερες τιμές μετά τη συγχώνευση, σε σύγκριση με την εναλλακτική εκδοχή της πτώχευσης, κατά την οποία θα υπήρχε έξοδος των στοιχείων ενεργητικού της Eurodiol από την αγορά. Για το λόγο αυτό, η Επιτροπή θεωρεί ότι η υποβάθμιση της διάρθρωσης του ανταγωνισμού λόγω της συγκέντρωσης είναι λιγότερο σημαντική υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις απ' ό,τι θα ήταν χωρίς τη συγχώνευση.

4. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

(163) Υπό τις ειδικές και έκτακτες περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, η οποία χαρακτηρίζεται από την επικείμενη πτώχευση των προβληματικών εταιρειών, εάν δεν πραγματοποιηθεί η συγκέντρωση, την έλλειψη έγκαιρης εναλλακτικής προσφοράς βάσει των βελγικών πτωχευτικών διαδικασιών και της αναπόφευκτης εξόδου από την αγορά των προς εξαγορά στοιχείων ενεργητικού, σε συνδυασμό με την αυστηρά περιορισμένη παραγωγική ικανότητα της εξεταζόμενης βιομηχανίας και την ανελαστικότητα της ζήτησης, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η υποβάθμιση των όρων του ανταγωνισμού που απορρέει από την κοινοποιηθείσα πράξη θα είναι λιγότερο σημαντική απ ό,τι θα ήταν εάν δεν επραγματοποιείτο η συγκέντρωση. Υπό αυτές τις συνθήκες, συνεκτιμώμενες συνολικά στις ειδικές περιστάσεις της συγκεκριμένης υπόθεσης, είναι δυνατό να θεωρηθεί ότι οι συνθήκες της αγοράς θα είναι ευνοϊκότερες απ ό,τι θα ήταν σε περίπτωση εξόδου από την αγορά των προς εξαγορά περιουσιακών στοιχείων.

V. ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

(164) Για τους προαναφερθέντες λόγους συνάγεται το συμπέρασμα ότι η προταθείσα συγκέντρωση ούτε δημιουργεί ούτε ενισχύει δεσπόζουσα θέση η οποία θα συνιστούσε σοβαρό εμπόδιο του ανταγωνισμού στην κοινή αγορά ή σε σημαντικό τμήμα της. Συνεπώς, η συγκέντρωση κηρύσσεται συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά και τη λειτουργία της συμφωνίας του ΕΟΧ, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 και το άρθρο 8 παράγραφος 2 του κανονισμού περί συγκεντρώσεων και του άρθρου 57 της συμφωνίας ΕΟΧ,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η κοινοποιηθείσα πράξη, με την οποία η BASF Aktiengesellschaft αποκτά τον αποκλειστικό έλεγχο των επιχειρήσεων Eurodiol SA και Pantochim SA, κηρύσσεται συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά και τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στην: BASF Aktiengesellschaft Carl-Bosch-Straίe 38 D - 67056 Ludwigshafen.

Βρυξέλλες, 11 Ιουλίου 2001.

Για την Επιτροπή

Mario Monti

Μέλος της Επιτροπής

(1) ΕΕ L 395 της 30.12.1989, σ. 1· διορθωτικό στην ΕΕ L 257 της 21.9.1990, σ. 13.

(2) ΕΕ L 180 της 9.7.1997, σ. 1· διορθωτικό στην ΕΕ L 40 του 1998, σ. 17.

(3) ΕΕ C 116 της 17.5.2002.

(4) Ο κύκλος εργασιών υπολογίστηκε βάσει του άρθρου 5 παράγραφος 1 του κανονισμού περί συγκεντρώσεων και της ανακοίνωσης της Επιτροπής σχετικά με τον υπολογισμό του κύκλου εργασιών (ΕΕ C 66 της 2.3.1998, σ. 25). Στο βαθμό που τα στοιχεία περιλαμβάνουν τον κύκλο εργασιών για την περίοδο πριν από την 1η Ιανουαρίου 1999, έχουν υπολογισθεί βάσει της μέσης ισοτιμίας του ECU και μετατραπεί σε ευρώ με την ισοτιμία ένα προς ένα.

(5) Βλέπε, παραδείγματος χάρη, την οδηγία 75/319/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 1975, περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν τα φαρμακευτικά ιδιοσκευάσματα (ΕΕ L 147 της 9.6.1975, σ. 13), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2000/38/ΕΚ (ΕΕ L 139 της 10.6.2000, σ. 28).

(6) [...]*.

(7) [...]*.

(8) Η DuPont παράγει THF στη μονάδα παραγωγής της στην Αστούρια (Ισπανία).

(9) Με μόνη εξαίρεση ότι η ποιότητα του THF που παράγεται από Ρώσους παρασκευαστές δεν είναι γενικά αποδεκτή, διότι δεν πληρούνται σήμερα τα δυτικοευρωπαϊκά πρότυπα ποιότητας και αξιοπιστίας του εφοδιασμού.

(10) [...]*.

(11) Η DuPont παράγει THF στην εγκατάστασή της στην Αστούρια (Ισπανία) κυρίως για δέσμια χρήση και οι πωλήσεις στην αγορά χονδρικών πωλήσεων ήταν περιορισμένες.

(12) Απόφαση 94/449/ΕΚ της Επιτροπής στην υπόθεση IV/M.308 - Kali+Salz/MDK/Treuhand (ΕΕ L 186 της 21.7.1994, σ. 38).

(13) Αιτιολογική σκέψη 71.

(14) Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-68/94 και C-30/95 - Γαλλική Δημοκρατία/Επιτροπή και SCPA/Επιτροπή, Συλλογή 1998, σ. I-1375.

(15) Απόφαση στην υπόθεση Kali+Salz, αιτιολογικές σκέψεις 112 έως 116.

(16) Απόφαση στην υπόθεση Kali+Salz, αιτιολογικές σκέψεις 112 έως 116, και ιδίως αιτιολογική σκέψη 115.

(17) "Loi relative au concordat judiciaire/Wet betreffende het gerechtelijk akkoord" της 17ης Ιουλίου 1997, Moniteur Belge/Belgisch Staatsblad, 28.10.1997, σ. 28550.

(18) Απόφαση του Tribunal de Commerce του Charleroi - Υπόθεση B/00/00079 - της 21ης Φεβρουαρίου 2001.

(19) Άρθρα 29 και 34 του "Loi relative au concordat judiciaire/Wet betreffende het gerechtelijk akkoord".

(20) Η περίοδος επιτήρησης βάσει του "concordat judiciaire" είναι δυνατό να παραταθεί κατ ανώτατο όριο σε έξι μήνες. Είναι δυνατό να δοθεί μία μόνο νέα παράταση τριών μηνών. Μετά την εν λόγω προθεσμία, το δικαστήριο δεν έχει πλέον καμία δυνατότητα από το να μετατρέψει το καθεστώς "πτωχευτικού συμβιβασμού" σε πτώχευση. Στην εξεταζόμενη περίπτωση, η περίοδος επιτήρησης άρχισε στις 16 Σεπτεμβρίου 2000 και έληξε στις 16 Ιουνίου 2001.

(21) Η Pantochim δεν παρασκευάζει GBL, NMP και THF (βλέπε την αιτιολογική σκέψη 4).

(22) Κατά την περίοδο πτωχευτικού συμβιβασμού, η Eurodiol συνήψε συμφωνία παραγωγής με καταβολή υπηρεσίας με την BASF, με την οποία η BASF δέχθηκε να εξαγοράσει το τμήμα της παραγωγής που δεν θα πωλούνταν σε τρίτους.

(23) Οι εξεταζόμενες μονάδες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 96/82/ΕΚ του Συμβουλίου, της 9ης Δεκεμβρίου 1996, για την αντιμετώπιση των κινδύνων μεγάλων ατυχημάτων σχετιζόμενων με επικίνδυνες ουσίες (ΕΕ L 10 της 14.1.1997, σ. 13).

(24) Περιλαμβανομένου κοινού συστήματος ενεργειακού εφοδιασμού (κεντρικός λέβητας, σύστημα ατμού), μονάδας καθαρισμού λυμάτων, μονάδων υλικοτεχνικής υποδομής.

(25) Πρέπει να επισημανθεί ότι η BASF δεν θα επεκτείνει την παραγωγική της ικανότητα στο Ludwigshafen, εάν εξαγοράσει τη μονάδα του Feluy.

(26) Η Pantochim δεν παρασκευάζει GBL, NMP και THF (βλέπε την αιτιολογική σκέψη 4).