2002/347/ΕΚΑΧ: Απόφαση της Επιτροπής, της 21ης Νοεμβρίου 2001, σχετικά με το γαλλικό καθεστώς αποθεματικών για τις επιχειρήσεις στο εξωτερικό που τυγχάνουν φορολογικής απαλλαγής (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2001) 3451]
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 126 της 13/05/2002 σ. 0027 - 0030
Απόφαση της Επιτροπής της 21ης Νοεμβρίου 2001 σχετικά με το γαλλικό καθεστώς αποθεματικών για τις επιχειρήσεις στο εξωτερικό που τυγχάνουν φορολογικής απαλλαγής [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2001) 3451] (Το κείμενο στη γαλλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) (2002/347/ΕΚΑΧ) Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα, και ιδίως, το άρθρο 4 στοιχείο γ), την απόφαση αριθ. 2496/96/ΕΚΑΧ της Επιτροπής, της 18ης Δεκεμβρίου 1996, σχετικά με τη θέσπιση κοινοτικών κανόνων για τις ενισχύσεις προς τη βιομηχανία σιδήρου και χάλυβα(1) (στο εξής "κώδικας ενισχύσεων στη χαλυβουργία"), και ιδίως το άρθρο 6 παράγραφος 5, Αφού κάλεσε τους ενδιαφερόμενους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με τις προαναφερθείσες διατάξεις(2) και λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις αυτές, Εκτιμώντας τα ακόλουθα: 1. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ (1) Στο πλαίσιο της διαδικασίας που κινήθηκε βάσει του άρθρου 6 παράγραφος 5 της απόφασης αριθ. 2496/96/ΕΚΑΧ έναντι του άρθρου 34 του ισπανικού νόμου αριθ. 43/1995(3), ένα ενδιαφερόμενο μέρος επέστησε την προσοχή της Επιτροπής στις φορολογικές διατάξεις για την εγκατάσταση των γαλλικών επιχειρήσεων στο εξωτερικό που περιέχει το άρθρο 39ζ σημεία A και Δ του γενικού φορολογικού κώδικα της Γαλλίας (στο εξής "ΓΦΚ"). (2) Με επιστολές της 3ης Μαΐου 2000 και της 14ης Ιουνίου 2000, η Επιτροπή κάλεσε τη Γαλλία να της υποδείξει αν επιχειρήσεις ΕΚΑΧ είχαν επωφεληθεί από τις διατάξεις αυτές, καθώς και να της υποβάλει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για να προβεί στη σχετική αξιολόγηση βάσει του άρθρου 4 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚΑΧ. (3) Με επιστολή της 28ης Νοεμβρίου 2000, η Επιτροπή ενημέρωσε τη Γαλλία για την απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 6 παράγραφος 5 της απόφασης αριθ. 2496/96/ΕΚΑΧ για τη συγκεκριμένη ενίσχυση. (4) Η απόφαση της Επιτροπής να κινήσει τη σχετική διαδικασία δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων(4). Η Επιτροπή κάλεσε τους ενδιαφερόμενους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους για το εν λόγω μέτρο. (5) Η Επιτροπή έλαβε παρατηρήσεις από τις βρετανικές αρχές. Τις διαβίβασε στη Γαλλία, καλώντας την να τις σχολιάσει. 2. ΛΕΠΤΟΜΕΡΗΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ (6) Το άρθρο 39ζ σημεία Α και Δ του γενικού φορολογικού κώδικα προβλέπει τη δυνατότητα για μια επιχείρηση να αφαιρέσει προσωρινά από τα φορολογητέα της έσοδα είτε τις ζημίες, μέχρι ενδεχομένως το επιτρεπόμενο ανώτατο όριο για την επένδυση (στις περιπτώσεις επενδύσεων με εμπορικό χαρακτήρα ή παροχής υπηρεσιών), είτε ένα μέρος αυτών των επενδύσεων (επενδύσεις βιομηχανικού και γεωργικού χαρακτήρα) που πραγματοποιούνται σε θυγατρικές ή ορισμένες εγκαταστάσεις στο εξωτερικό. (7) Στην περίπτωση επενδύσεων εμπορικού χαρακτήρα, η εκμετάλλευση στο εξωτερικό πρέπει να έχει ως δραστηριότητα την εμπορία αγαθών που έχουν παραχθεί κατά κύριο λόγο από τη γαλλική επιχείρηση στη Γαλλία και οι σχετικές διατάξεις εφαρμόζονται αυτοδικαίως. Στην περίπτωση επενδύσεων γεωργικού, βιομηχανικού χαρακτήρα ή παροχής υπηρεσιών, η επιχείρηση πρέπει να λάβει προηγουμένως άδεια. (8) Για τη σχετική διαδικασία είναι επιλέξιμες όλες οι χώρες εκτός των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις εγκαταστάσεις βιομηχανικού ή γεωργικού χαρακτήρα. (9) Για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 39ζ αρκεί η μητρική εταιρεία να κατέχει το 10 % του κεφαλαίου της θυγατρικής αν πρόκειται για βιομηχανικές ή γεωργικές εγκαταστάσεις, ή το ένα τρίτο αν πρόκειται για εμπορικές εγκαταστάσεις ή υπηρεσίες. (10) Για τις ζημίες ή τις επενδύσεις σχηματίζονται φορολογικά αποθεματικά που ενσωματώνονται εκ νέου μόλις η θυγατρική ή η εγκατάσταση στο εξωτερικό καταστεί και πάλι κερδοφόρος ή σε κάθε περίπτωση μετά από δέκα έτη. (11) Το ύψος των αποθεματικών ισούται με το ήμισυ της κεφαλαιακής εισφοράς της μητρικής εταιρείας στη θυγατρική αν πρόκειται για βιομηχανικές ή γεωργικές εγκαταστάσεις, ενώ είναι ανάλογο με τις ζημίες της θυγατρικής, μέχρι το ύψος της κεφαλαιακής εισφοράς, για εμπορικές εγκαταστάσεις ή υπηρεσίες. Εξάλλου, σε περίπτωση παροχής υπηρεσιών, το ύψος της επένδυσης που δίνει δικαίωμα στο σχηματισμό αποθεματικών περιορίζεται σε 20 εκατομμύρια γαλλικά φράγκα. Οι τραπεζικές, χρηματοδοτικές ασφαλιστικές υπηρεσίες και οι υπηρεσίες αξιοποίησης ακινήτων εξαιρούνται από την εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων. (12) Κατά το άνοιγμα της διαδικασίας, η Επιτροπή θεώρησε ότι το καθεστώς αποτελεί κρατική ενίσχυση και ότι δεν φαίνεται να είναι συμβιβάσιμο με τη συνθήκη ΕΚΑΧ. 3. ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΩΝ (13) Με επιστολή της 26ης Ιουνίου 2001, οι βρετανικές αρχές συμμερίζονται τις επιφυλάξεις της Επιτροπής ως προς το συμβιβάσιμο των ενισχύσεων με τον κώδικα των ενισχύσεων στη χαλυβουργία. 4. ΣΧΟΛΙΑ ΤΗΣ ΓΑΛΛΙΑΣ (14) Στην επιστολή τους της 25ης Ιανουαρίου 2001, οι γαλλικές αρχές υποστήριξαν ότι το καθεστώς για τα αποθεματικά που αποτελούν αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας δεν φαίνεται να αποτελεί κρατική ενίσχυση για τους ακόλουθους λόγους: (15) Πρώτον, ο μηχανισμός για τα αποθεματικά δεν παρείχε συστηματικά για το σύνολο της περιόδου, χρηματοδοτικό πλεονέκτημα στις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις. Σύμφωνα με τις γαλλικές αρχές, αντίθετα με τον ετεροχρονισμό της φορολόγησης, στην περίπτωση των εν λόγω αποθεματικών, τα αποθεματικά που αφαιρέθηκαν κατά το σχηματισμό τους επέτρεψαν στην επιχείρηση να επωφεληθεί από πλεονέκτημα που αντιστοιχεί στον ισχύοντα φορολογικό συντελεστή για τη συγκεκριμένη χρήση. Σε αντιστάθμιση, η ενσωμάτωση των αποθεματικών συνεπάγεται την καταβολή φόρου που αντιστοιχεί στον φορολογικό συντελεστή της χρήσης στην οποία λαμβάνει χώρα επανενσωμάτωση. Δεδομένου ότι η διαφορά των φορολογικών συντελεστών υπερέβη τις 8 εκατοστιαίες μονάδες για την περίοδο 1993-1998, οι εν λόγω επιχειρήσεις δεν επωφελήθηκαν, μετά από αυτή την περίοδο, από κανένα χρηματοδοτικό πλεονέκτημα. (16) Δεύτερον, το καθεστώς αυτό αποτελεί ουσιώδες χαρακτηριστικό του συστήματος της εδαφικότητας του εταιρικού φόρου που ισχύει στο γαλλικό δίκαιο. Δεδομένου ότι οι ζημίες που πραγματοποιούνται στο εξωτερικό κατά το στάδιο της έναρξης των δραστηριοτήτων των εγκαταστάσεων τους δεν μπορούν να αφαιρεθούν από τα φορολογητέα κέρδη στη Γαλλία, το καθεστώς αυτό απλώς επανατοποθετεί τις επιχειρήσεις που δημιουργούν εγκαταστάσεις στο εξωτερικό σε μια κατάσταση συγκρίσιμη με αυτές των επιχειρήσεων που δημιουργούν νέες εγκαταστάσεις στη Γαλλία ή των ξένων επιχειρήσεων των οποίων λαμβάνεται υπόψη το σύνολο των ζημιών για τον υπολογισμό του φόρου. (17) Τρίτον, όλοι οι οικονομικοί φορείς που δραστηριοποιούνται στη γαλλική επικράτεια είναι επιλέξιμοι για τη διαδικασία αυτή, εφόσον η δημιουργία θυγατρικής επηρεάζει άμεσα τον όγκο δραστηριοτήτων της μητρικής επιχείρησης. Η εξαίρεση των χρηματοπιστωτικών τομέων και του τομέα των ακινήτων οφείλεται στο ότι η φύση των εγκαταστάσεών τους στο εξωτερικό ακολουθεί διαφορετική λογική από τη λογική του μηχανισμού. Η χρηματοπιστωτική ή χρηματιστηριακή κινητοποίηση των στοιχείων ενεργητικού μιας επιχείρησης που οφείλεται σε εγκαταστάσεις στο εξωτερικό δε θεωρείται ικανό κριτήριο για την αξιολόγηση οικονομικών επιπτώσεων. Σε ό,τι αφορά την απαραίτητη άδεια ώστε να επωφεληθούν από το καθεστώς βιομηχανικές επενδύσεις ή επενδύσεις στον τομέα των υπηρεσιών, σύμφωνα με τις γαλλικές αρχές, το νομικό κείμενο δεν δίνει στο Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών διακριτική ευχέρεια: του επιτρέπει να ελέγχει a priori, για σημαντικά σχέδια, το βάσιμο της εφαρμογής του μηχανισμού, ενώ η νομιμότητα των αποφάσεων σχετικά με την έκδοση άδειας μπορεί να ελεγχθεί από δικαστήρια. (18) Εξάλλου, από διαδικαστική άποψη, οι γαλλικές αρχές θεωρούν ότι η Επιτροπή όφειλε να εφαρμόσει τη διαδικασία που προβλέπεται για τις υφιστάμενες ενισχύσεις, δεδομένου ότι η Επιτροπή έχει ήδη αποφασίσει δύο φορές ότι το εν λόγω καθεστώς δεν αποτελεί κρατική ενίσχυση. (19) Τέλος, οι γαλλικές αρχές ενημέρωσαν την Επιτροπή ότι καμία επιχείρηση του τομέα δραστηριότητας "χαλυβουργία-τομέας ΕΚΑΧ" δεν έχει επωφεληθεί από τις διατάξεις του άρθρου 39ζ σημεία Α και Δ του γενικού φορολογικού κώδικα. 5. ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ (20) Σύμφωνα με το άρθρο 4 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚΑΧ, οι επιδοτήσεις ή ενισχύσεις που χορηγούνται από τα κράτη μέλη δεν είναι συμβιβάσιμες με την κοινή αγορά, και συνεπώς καταργούνται και απαγορεύονται. Η απόφαση αριθ. 2496/96/ΕΚΑΧ διευκρινίζει τις μοναδικές περιπτώσεις που μπορούν να εξαιρεθούν, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, από τη γενική αυτή απαγόρευση. (21) Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων [απόφαση της 23ης Φεβρουαρίου 1961 στην υπόθεση 30/59, De Gezamenlijke Steenkolenmijnen in Limburg κατά Ανώτατης Αρχής)(5)] καθώς και με την πρακτική της Επιτροπής [βλέπε σημείο 10 της ανακοίνωσης της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις στα μέτρα που σχετίζονται με την άμεση φορολογία των επιχειρήσεων(6)], πρέπει να υπενθυμιστεί ότι στο κοινοτικό δίκαιο η έννοια των ενισχύσεων περιλαμβάνει όχι μόνο τις θετικές κρατικές ενισχύσεις, αλλά και κάθε μέτρο που απαλλάσσει μια επιχείρηση από επιβάρυνση την οποία, σε διαφορετική περίπτωση, θα έπρεπε να φέρει, ανεξάρτητα αν το μέτρο εφαρμόζεται ή όχι άμεσα από τις δικαιούχες επιχειρήσεις. Συνεπώς, οι μη επιστρεπτέες επιδοτήσεις, τα κρατικά δάνεια με ευνοϊκούς όρους και οι μειώσεις του φόρου εισοδήματος ή του εταιρικού φόρου αποτελούν μέτρα που πρέπει να θεωρούνται κρατικές ενισχύσεις. (22) Στη συγκεκριμένη περίπτωση, οι επιχειρήσεις που επωφελούνται από τον φορολογικό ετεροχρονισμό έχουν ένα ταμειακό όφελος, αφού για ένα διάστημα (που μπορεί να φθάνει και τα δέκα έτη) διαθέτουν δωρεάν ένα ποσό που δεν θα διέθεταν αν έπρεπε να καταβάλλουν αμέσως τον αντίστοιχο φόρο. Το γεγονός ότι ο ισχύον φορολογικός συντελεστής τη στιγμή της επανενσωμάτωσης των αποθεματικών μπορεί να είναι υψηλότερος από το φορολογικό συντελεστή που ίσχυε κατά το σχηματισμό των αποθεματικών (βλέπε αιτιολογική σκέψη 15) δεν επηρεάζει το ταμειακό πλεονέκτημα. Εξάλλου, τη στιγμή του σχηματισμού των αποθεματικών, οι δικαιούχες επιχειρήσεις δεν μπορούν να έχουν καμία βεβαιότητα ως προς το φορολογικό συντελεστή που θα ισχύει τη στιγμή της επανενσωμάτωσης. Το στοιχείο αυτό μπορεί, ωστόσο, να ληφθεί υπόψη κατά τον συγκεκριμένο υπολογισμό του πλεονεκτήματος ενόψει ενδεχόμενης επιστροφής της ενίσχυσης. (23) Σε ό,τι αφορά την ιδιαιτερότητα της ενίσχυσης, πρέπει να παρατηρηθεί ότι σύμφωνα με την πρακτική της Επιτροπής (βλέπε σημεία 13, 16 και 18 της ανακοίνωσης που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 21 της παρούσας απόφασης) και τη νομολογία του δικαστηρίου [βλέπε απόφαση της 10ης Δεκεμβρίου 1969 στις κοινές υποθέσεις 6 και 11/69, Επιτροπή κατά Γαλλίας(7), και της 7ης Ιουνίου 1988 στην υπόθεση 57/86, Ελληνική Δημοκρατία κατά Επιτροπής(8)], μια επιδότηση είναι ειδική και, συνεπώς, πρέπει να θεωρείται κρατική ενίσχυση και όχι γενικό μέτρο όταν, μολονότι εκ πρώτης όψεως μπορεί να θεωρηθεί γενικό ως προς τη μορφή του, το μέτρο ευνοεί στην πράξη μόνο μια συγκεκριμένη ομάδα επιχειρήσεων. (24) Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η Επιτροπή διαπίστωσε όταν κίνησε τη διαδικασία ότι, σε ό,τι αφορά τις εγκαταστάσεις εμπορικού χαρακτήρα, μόνο ορισμένες επιχειρήσεις που παράγουν στη Γαλλία μπορούσαν να επωφεληθούν από το μέτρο αυτό, γεγονός που αποκλείει ειδικότερα: - τις επιχειρήσεις που παράγουν στη Γαλλία αλλά δεν πραγματοποιούν εξαγωγές, - τις επιχειρήσεις των οποίων η εκμετάλλευση στο εξωτερικό δεν έχει ως κύρια δραστηριότητα την εμπορία αγαθών παραγόμενων στη Γαλλία, - τις επιχειρήσεις που παράγουν στη Γαλλία και πραγματοποιούν εξαγωγές χωρίς να διαθέτουν εμπορικές εγκαταστάσεις στο εξωτερικό, - τις επιχειρήσεις που ασκούν αποκλειστικά εμπορική δραστηριότητα. (25) Στα σχόλιά της όταν κινήθηκε η διαδικασία (βλέπε αιτιολογική σκέψη 17 της παρούσας απόφασης), η Γαλλία δεν αμφισβήτησε αυτή τη διαπίστωση, και μάλιστα την επιβεβαίωσε αναγνωρίζοντας ότι, για να υπαχθούν στο καθεστώς, οι εγκαταστάσεις πρέπει να επηρεάζουν άμεσα τον όγκο του κύκλου εργασιών της μητρικής επιχείρησης. (26) Κατά τον ίδιο τρόπο, σε ό,τι αφορά τις βιομηχανικές (ή γεωργικές) επενδύσεις ή τις εγκαταστάσεις για την παροχή υπηρεσιών, η Επιτροπή είχε σημειώσει, όταν κίνησε τη διαδικασία, ότι μόνο οι επιχειρήσεις που λαμβάνουν σχετική άδεια από το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών (η οποία χορηγείται μετά από γνωμοδότηση του υπουργού βιομηχανικής και επιστημονικής ανάπτυξης στην περίπτωση των βιομηχανικών επενδύσεων) μπορούν να επωφεληθούν από το μέτρο. Έτσι, η Επιτροπή υπενθύμιζε την πρακτική της(9), καθώς και τη νομολογία(10), σύμφωνα με την οποία η αντιμετώπιση των οικονομικών φορέων κατά τρόπο που να συνιστά διάκριση μπορεί να προσδώσει στη μεμονωμένη εφαρμογή ενός μέτρο το χαρακτηριστικό της επιλεκτικότητας. (27) Στην παρούσα περίπτωση, εκτός από την υπαγωγή στο γενικό έλεγχο νομιμότητας των διοικητικών πράξεων από τα δικαστήρια, οι γαλλικές αρχές δεν ανέφεραν καμία διάταξη που θα περιόριζε την εξουσία αξιολόγησης που διαθέτει ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών. Υπό τις προϋποθέσεις αυτές, η Επιτροπή δεν μπορεί παρά να συμπεράνει ότι υπάρχει περιθώριο διακριτικής ευχέρειας από την πλευρά της διοίκησης. (28) Σε ό,τι αφορά το επιχείρημα σύμφωνα με το οποίο το καθεστώς αποτελεί ουσιώδες στοιχείο του συστήματος της εδαφικότητας του εταιρικού φόρου (βλέπε αιτιολογική σκέψη 16), η Επιτροπή θεωρεί ότι η εδαφικότητα του φόρου για τις γαλλικές επιχειρήσεις δεν δικαιολογεί το γεγονός ότι ορισμένες επιχειρήσεις αποκλείονται από το δικαίωμα να υπαχθούν στο μέτρο, ειδικότερα οι εμπορικές εγκαταστάσεις των εμπορικών επιχειρήσεων. Το ίδιο ισχύει και για τη διακριτική ευχέρεια που χαρακτηρίζει την άδεια που είναι απαραίτητη ώστε οι βιομηχανικές (ή γεωργικές) επενδύσεις ή οι εγκαταστάσεις για την παροχή υπηρεσιών να υπαχθούν στο καθεστώς. (29) Σε ό,τι αφορά τις διαδικαστικές πτυχές, η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι, σε αντίθεση με τη συνθήκη ΕΚ, η συνθήκη ΕΚΑΧ δεν αναγνωρίζει την έννοια στης υφιστάμενης ενίσχυσης. Βάσει του άρθρου 4 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚΑΧ, θεωρείται ότι δεν είναι συμβιβάσιμες με την κοινή αγορά άνθρακα και χάλυβα και, συνεπώς, καταργούνται και απαγορεύονται εντός της Κοινότητας οι επιδοτήσεις ή ενισχύσεις που χορηγούνται από τα κράτη. Φυσικά, η Επιτροπή δεν αγνοεί ότι δύο φορές, το 1973 και το 1992, θεώρησε, στο πλαίσιο της συνθήκης ΕΚ, ότι τα εν λόγω μέτρα δεν αποτελούν ενισχύσεις. (30) Σε ό,τι αφορά, τέλος, το γεγονός ότι, σύμφωνα με τις γαλλικές αρχές, καμία επιχείρηση της ονοματολογίας δραστηριότητας "χαλυβουργία-τομέας-ΕΚΑΧ" δεν επωφελείται από το καθεστώς (βλέπε αιτιολογική σκέψη 9) τον Ιανουάριο του 2001, δεν σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις ΕΚΑΧ ή οι θυγατρικές τους δεν επωφελήθηκαν στο παρελθόν ή δεν θα επωφεληθούν στο μέλλον. 6. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ (31) Το εν λόγω καθεστώς δεν τυγχάνει γενικής εφαρμογής και μπορεί να οδηγήσει στη χορήγηση κρατικών ενισχύσεων υπέρ ορισμένων επιχειρήσεων. Συνεπώς, αποτελεί κρατική ενίσχυση με την έννοια των κοινοτικών κανόνων και, στο μέτρο που ευνοεί τις χαλυβουργικές επιχειρήσεις ΕΚΑΧ, είναι αντίθετο με το άρθρο 4 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚΑΧ. Εξάλλου, στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν ισχύει καμία από τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στον κώδικα ενισχύσεων στη χαλυβουργία. (32) Σε ό,τι αφορά την επιστροφή της ενίσχυσης, γενικά, αν η Επιτροπή διαπιστώσει ότι έχει χορηγηθεί κρατική ενίσχυση που δεν είναι συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά, διατάσσει το κράτος μέλος να την ανακτήσει. Ωστόσο, η Επιτροπή δεν θα απαιτήσει την επιστροφή της ενίσχυσης αν αντίκειται σε γενική αρχή του κοινοτικού δικαίου. (33) Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η Επιτροπή παρατηρεί ότι δύο φορές(11) αποφάσισε, στο πλαίσιο της συνθήκης ΕΚ, ότι το εν λόγω καθεστώς δεν αποτελούσε κρατική ενίσχυση. Λαμβανομένων υπόψη των παραπάνω, η Επιτροπή θεωρεί ότι ακόμη και οι πιο προσεκτικές και καλύτερα ενημερωμένες χαλυβουργικές επιχειρήσεις δεν θα μπορούσαν να προβλέψουν ότι οι εν λόγω φορολογικές διατάξεις θα χαρακτηριστούν κρατικές ενισχύσεις αντίθετες με το άρθρο 4 της συνθήκης ΕΚΑΧ και θα μπορούσαν να προβάλουν δικαιολογημένα την αρχή της καλής πίστης. Συνεπώς, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι δε συντρέχει λόγος να διατάξει την επιστροφή των σχετικών ενισχύσεων που έχουν χορηγηθεί πριν από την παρούσα απόφαση, ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ: Άρθρο 1 Οι ενισχύσεις που έχουν χορηγηθεί με τη Γαλλία βάσει του άρθρου 39ζ σημεία Α και Δ του γενικού φορολογικού κώδικα υπέρ χαλυβουργικών επιχειρήσεων ΕΚΑΧ που φορολογούνται στη Γαλλία δεν είναι συμβιβάσιμες με την κοινή αγορά άνθρακα και χάλυβα. Άρθρο 2 Η Γαλλία εγκρίνει χωρίς καθυστέρηση τα κατάλληλα μέτρα ώστε να εξαιρεθούν οι χαλυβουργικές επιχειρήσεις ΕΚΑΧ που φορολογούνται στη Γαλλία από τα πλεονεκτήματα των ενισχύσεων του άρθρου 1. Άρθρο 3 Η Γαλλία ενημερώνει την Επιτροπή, εντός προθεσμίας δύο μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης της παρούσας απόφασης, για τα μέτρα που έλαβε προκειμένου να συμμορφωθεί. Άρθρο 4 Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στη Γαλλική Δημοκρατία. Βρυξέλλες, 21 Νοεμβρίου 2001. Για την Επιτροπή Mario Monti Μέλος της Επιτροπής (1) ΕΕ L 338 της 28.12.1996, σ. 42. (2) ΕΕ C 160 της 2.6.2001, σ. 12. (3) ΕΕ C 329 της 31.10.1997, σ. 4. (4) Βλέπε υποσημείωση 2. (5) Συλλογή 1961, σ. 3. (6) ΕΕ C 384 της 10.12.1998, σ. 3. (7) Συλλογή 1969, σ. 523. (8) Συλλογή 1988, σ. 2855. (9) Σημεία 21 και 22 της προαναφερθείσας ανακοίνωσης της Επιτροπής (βλέπε υποσημείωση 6). (10) Αποφάσης του Δικαστηρίου της 26ης Σεπτεμβρίου 1996, Γαλλία/Επιτροπή υπόθεση C-241/94, Συλλογή 1996, σ. Ι-4551, σημεία 23 και 24, και απόφαση της 1ης Δεκεμβρίου 1998, Ecotrade/Altiforni e Ferriere di Servola, υπόθεση C-200/97, Συλλογή 1998, σ. Ι-7907, σημείο 40. (11) Απόφαση 73/263/ΕΟΚ της Επιτροπής, της 25ης Ιουλίου 1973, περί των φορολογικών πλεονεκτημάτων που καθιερώνονται με βάση το άρθρο 34 του γαλλικού νόμου αριθ. 65-566 της 12ης Ιουλίου 1965, καθώς και της εγκυκλίου της 24ης Μαρτίου 1967 που απευθύνεται στις γαλλικές επιχειρήσεις που ιδρύουν εταιρείες στο εξωτερικό (ΕΕ L 253 της 10.9.1973, σ. 10) και απόφαση στης 30ής Σεπτεμβρίου 1992 (ΕΕ C 3 της 7.1.1993, σ. 2· βλέπε ενίσχυση NN 96/92, σ. 5).