Ψήφισμα του Συμβουλίου της 14ης Δεκεμβρίου 2000 για την υγεία και τη διατροφή
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 020 της 23/01/2001 σ. 0001 - 0002
Ψήφισμα του Συμβουλίου της 14ης Δεκεμβρίου 2000 για την υγεία και τη διατροφή (2001/C 20/01) ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, 1. ΥΠΕΝΘΥΜΙΖΕΙ ότι οι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποδίδουν μεγάλη σημασία στην υγεία, και ότι τη θεωρούν θεμελιώδες στοιχείο μιας υψηλής ποιότητας ζωής, 2. ΥΠΕΝΘΥΜΙΖΕΙ το ψήφισμα της 3ης Δεκεμβρίου 1990 σχετικά με κοινοτική δράση στον τομέα της διατροφής και της υγείας(1), του οποίου οι στόχοι εξακολουθούν, εν γένει, να ισχύουν, καθώς και τα συμπεράσματα της 15ης Μαΐου 1992(2), 3. ΥΠΟΓΡΑΜΜΙΖΕΙ εκ νέου τη σημασία της διατροφής, ως ενός από τους μείζονες παράγοντες της ανθρώπινης υγείας, και διαπιστώνει ότι η κατάσταση της υγείας του πληθυσμού μπορεί, συνεπώς, να προστατευθεί και να βελτιωθεί με μέτρα σχετικά με τη διατροφή, 4. ΔΗΛΩΝΕΙ ότι οι επιστημονικές εργασίες κατέδειξαν ότι η ακατάλληλη διατροφή, σε συνδυασμό με ανεπαρκή φυσική άσκηση, συνιστά έναν από τους κυριότερους παράγοντες αποφεύξιμου κινδύνου για την εμφάνιση των καρδιοαγγειακών νόσων - που αποτελούν μια από τις κυριότερες αιτίες θανάτου στην Ευρωπαϊκή Ένωση· ότι έχει επίσης καταδειχθεί πως η μη ισορροπημένη διατροφή ευνοεί την εμφάνιση άλλων σοβαρών παθήσεων όπως ορισμένων τύπων καρκίνου, οστεοπόρωσης, μη κληρονομικού διαβήτη και ορισμένων παθολογικών μορφών που συνδέονται με συγκεκριμένες ελλείψεις θρεπτικών συστατικών, 5. ΑΝΗΣΥΧΕΙ για τις συνέπειες της αύξησης της παχυσαρκίας και των υπέρβαρων ανθρώπων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ιδίως μεταξύ των παιδιών και των εφήβων, 6. ΔΙΑΠΙΣΤΩΝΕΙ ότι, παρά τη σημαντική πρόοδο στη διατροφή των πληθυσμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όλος ο πληθυσμός παραμένει εκτεθειμένος σε προβλήματα υγείας που συνδέονται με τη διατροφή, και ότι ορισμένες ομάδες, όπως τα παιδιά, οι έφηβοι, οι ηλικιωμένοι και οι άποροι, είναι πιο εκτεθειμένες στις συνέπειες μιας ακατάλληλης διατροφής, 7. ΤΟΝΙΖΕΙ ότι η κακή διατροφή συνεπάγεται την αύξηση των κοινωνικών και υγειονομικών δαπανών για τα κράτη μέλη, 8. ΔΙΑΠΙΣΤΩΝΕΙ ότι η γνώση της κατάστασης διατροφής, της κατανάλωσης τροφίμων και των διατροφικών συνηθειών είναι άνιση, τόσο μεταξύ όσο και εντός των κρατών μελών, 9. ΣΗΜΕΙΩΝΕΙ την εξέλιξη των διαφόρων συστημάτων και συνηθειών διατροφής στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ιδίως με την αύξουσα σημασία που αποδίδεται στην ομαδική εστίαση και την κατανάλωση προπαρασκευασμένων τροφίμων, 10. ΔΙΑΠΙΣΤΩΝΕΙ ότι, παρά την πρόοδο που σημειώνεται στον τομέα της διατροφικής ενημέρωσης και της χρήσης ετικετών με διατροφικές πληροφορίες, δεν εξασφαλίζεται ακόμη επαρκώς η αξιόπιστη, συνεπής και προσιτή ενημέρωση σχετικά με τα θρεπτικά χαρακτηριστικά των τροφίμων και τη διατροφική ποιότητα των διαφόρων τύπων δίαιτας, 11. ΘΕΩΡΕΙ ότι η ποικιλία των διατροφικών συνηθειών στην Ευρωπαϊκή Ένωση συνιστά πλούτο που πρέπει να γίνεται σεβαστός, και ότι ο παράγοντας αυτός πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά τη εκπόνηση και την εφαρμογή πολιτικών που αφορούν την υγιεινή διατροφή, πολιτικές, οι οποίες πρέπει, κατά συνέπεια, να καθρίζονται, κατ' αρχάς, σε εθνικό επίπεδο, 12. ΤΟΝΙΖΕΙ, ωστόσο, ότι πολλές κοινοτικές πολιτικές, ιδίως στους τομείς της δημόσιας υγείας, της γεωργίας, της αλιείας, της έρευνας, των μεταφορών, της προστασίας των καταναλωτών και της εσωτερικής αγοράς έχουν τέτοιες επιπτώσεις ώστε οι εθνικές πολιτικές να μην μπορούν να είναι πλήρως αποτελεσματικές παρά μόνον εάν, κατά τον καθορισμό και την υλοποίηση των εν λόγω κοινοτικών πολιτικών, συνεκτιμώνται οι πτυχές που σχετίζονται με την υγιεινή διατροφή, 13. ΣΗΜΕΙΩΝΕΙ ότι οι δράσεις που επιτρέπουν να βελτιωθεί η διαθεσιμότητα υγιών τροφίμων και η πρόσβαση σε αυτά, καθώς και η ενημέρωση σχετικά με την υγιεινή διατροφή, αποτελούν σημαντικές συνιστώσες της πολιτικής στον τομέα της διατροφής, 14. ΘΕΩΡΕΙ ότι οι δράσεις στον τομέα της υγιεινής διατροφής πρέπει να κατέχουν κατάλληλη θέση στο μελλοντικό κοινοτικό πρόγραμμα δράσης στον τομέα της δημόσιας υγείας, 15. ΘΕΩΡΕΙ ότι, για να είναι αποτελεσματική, η πολιτική στον τομέα της υγείας και της διατροφής θα πρέπει να στηρίζεται, μεταξύ άλλων, σε ανταλλαγές εμπειριών και πληροφοριών, καθώς και στη συνεργασία και την κατάρτιση όλων των ενδιαφερόμενων φορέων, συμπεριλαμβανομένων των επαγγελματιών της υγιεινής διατροφής, των επιχειρήσεων του εν λόγω τομέα, των καταναλωτών και των μη κυβερνητικών οργανώσεων, 16. ΚΑΛΕΙ τα κράτη μέλη, στο πλαίσιο των εθνικών τους πολιτικών στον τομέα της υγιεινής διατροφής: i) να αναπτύξουν την ικανότητα του πληθυσμού, ήδη από την παιδική ηλικία και σε όλες τις ηλικίες, να πραγματοποιεί συνειδητές επιλογές κατανάλωσης, μέσω της προαγωγής διατροφικών στάσεων και συνηθειών που ευνοούν την υγεία, καθώς και μέσω της σχετικής πληροφόρησης, ii) να εξασφαλίσουν τη συμμετοχή όλων των ενδιαφερόμενων φορέων στον προβληματισμό για την υγιεινή διατροφή καθώς και στην προαγωγή της, iii) να εξακολουθήσουν να αναπτύσσουν την εκπόνηση, τη διάδοση και την εφαρμογή συστάσεων για την υγιεινή διατροφή με βάση αξιόπιστες επιστημονικές γνώσεις, iv) να βελτιώσουν τις σχετικές με τη διατροφή γνώσεις των επαγγελματιών της υγείας και των επαγγελμάτων που έχουν σχέση με τον επισιτισμό και τη διατροφή, v) να συμμετέχουν ενεργά στα δίκτυα συλλογής δεδομένων για τη διατροφή και τη σωματική άσκηση εντός της Κοινότητας, vi) να ενθαρρύνουν τη συμμετοχή των εθνικών εμπειρογνωμόνων στις κοινοτικές δραστηριότητες, και ιδίως στην παραγωγή επιστημονικών γνώσεων, 17. ΣΗΜΕΙΩΝΕΙ ότι η Επιτροπή, στο πλαίσιο της Λευκής Βίβλου για την ασφάλεια των τροφίμων, μελετά, μεταξύ άλλων, την εκπόνηση μιας συνολικής και συνεκτικής διατροφικής πολιτικής, καθώς και την υποβολή σχεδίου δράσης για τη υποβολή σχεδίου δράσης για τη διατροφή και συστάσεων για διαιτητικές κατευθυντήριες γραμμές, 18. ΚΑΛΕΙ την Επιτροπή να μελετήσει τρόπους ενθάρρυνσης μιας καλύτερης διατροφής στην Ευρωπαϊκή Ένωση και, ενδεχομένως, να υποβάλει κατάλληλες προτάσεις για το σκοπό αυτό, ιδίως προκειμένου: i) να προβλεφθεί η συνεκτίμηση της υγιεινής διατροφής κατά τον καθορισμό και την εφαρμογή όλων των σχετικών κοινοτικών πολιτικών και η εκπόνηση εργαλείων για την αξιολόγηση των επιπτώσεων που έχουν άλλες κοινοτικές πολιτικές στην υγιεινή διατροφή, ii) να συνεχιστεί η ανάπτυξη εργαλείων για την παρακολούθηση της υγιεινής διατροφής και των συνιστωσών της, με βάση τα υφιστάμενα εργαλεία που χρησιμοποιούν τα κράτη μέλη, προκειμένου να συγκεντρωθούν συγκρίσιμα δεδομένα, και να υπάρξει μέριμνα για την τακτική αξιολόγηση των δεδομένων αυτών, με συμπλήρωση της δράσης των κρατών μελών, iii) να στηριχθεί και να ενθαρρυνθεί η τακτική ανταλλαγή εμπειριών στον τομέα της υγείας και της διατροφής, iv) να διευκολυνθεί η ανάπτυξη επιστημονικών γνώσεων όσον αφορά την υγιεινή διατροφή από εμπειρογνώμονες του τομέα αυτού, ιδίως με στόχο την υποστήριξη της εκπόνησης και της προσαρμογής στα νέα δεδομένα των εθνικών ή τοπικών συστάσεων περί διατροφής και την ενημέρωση των καταναλωτών, v) να στηριχθεί η έρευνα στις σχέσεις μεταξύ υγείας και διατροφής, τις παθήσεις που οφείλονται στη διατροφή, την κατανόηση των συμπεριφορών διατροφής και τις επιπτώσεις που έχουν για την υγεία και τη διατρροφή οι ασκούμενες πολιτικές, vi) να διευκολυνθεί η ανταλλαγή πληροφοριών για τις σπουδές και τα επαγγέλματα που συνδέονται με τη διατροφή, vii) να αναπτυχθεί η χρήση των ετικετών με διατροφικές πληροφορίες, με παράλληλη προσαρμογή της στις ανάγκες των καταναλωτών, καθώς και άλλων μέσων ενημέρωσης σε θέματα διατροφής, viii) να μελετηθεί η δυνατότητα πραγματοποίησης σχεδίων για την προαγωγή υγιεινών τρόπων διαίτης, που μπορεί να καλύπτουν ποικίλα θέματα όπως είναι η κατανάλωση φρούτων και λαχανικών ή ο μητρικός θηλασμός, ix) να εξετασθούν οι δυνατότητες χρήσης των νέων τεχνολογιών της πληροφορίας για τη βελτίωση της ενημέρωσης των φορέων του τομέα, αλλά και του πληθυσμού, x) να προβλεφθεί η παρακολούθηση των δράσεων σχετικά με τη διατροφή. 19. ΚΑΛΕΙ την Επιτροπή να συνεχίσει να συνεργάζεται με τους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς, και ιδίως τον ΠΟΥ, ώστε να εξασφαλιστεί αποτελεσματικός συντονισμός των δραστηριοτήτων και να αποφεύγονται οι επικαλύψεις. (1) ΕΕ C 329 της 31.12.1990, σ. 1. (2) ΕΕ C 148 της 12.6.1992, σ. 2.