32001R2130

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2130/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Οκτωβρίου 2001, σχετικά με τις ενέργειες της ενίσχυσης εκριζωθέντων πληθυσμών στις αναπτυσσόμενες χώρες της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 287 της 31/10/2001 σ. 0003 - 0007


Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2130/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

της 29ης Οκτωβρίου 2001

σχετικά με τις ενέργειες της ενίσχυσης εκριζωθέντων πληθυσμών στις αναπτυσσόμενες χώρες της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 179 παράγραφος 1,

την πρόταση της Επιτροπής(1),

Aποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης(2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Τα Ηνωμένα Έθνη υιοθέτησαν, στο πλαίσιο της πολιτικής για τους πρόσφυγες, τη σύμβαση η οποία συνήφθη στη Γενεύη στις 28 Ιουλίου 1951 περί του καθεστώτος των προσφύγων, το πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης της 31ης Ιανουαρίου 1967 και πολλά ψηφίσματα στον τομέα αυτόν και στους τομείς των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του ανθρωπιστικού δικαίου.

(2) Η οικουμενική διακήρυξη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων της 10ης Δεκεμβρίου 1948, το διεθνές σύμφωνο για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα της 16ης Δεκεμβρίου 1966, το διεθνές σύμφωνο για τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματα της 16ης Δεκεμβρίου 1966, η σύμβαση για την εξάλειψη κάθε μορφής διακρίσεων έναντι των γυναικών της 18ης Δεκεμβρίου 1979 και η σύμβαση για τα δικαιώματα του παιδιού της 20ής Νοεμβρίου 1989, πραγματεύονται επίσης το θέμα των προσφύγων.

(3) Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εξέδωσε πλείονα ψηφίσματα σχετικά με το θέμα αυτό, μεταξύ των οποίων το ψήφισμα της 16ης Δεκεμβρίου 1983 για τη βοήθεια στους πρόσφυγες στις αναπτυσσόμενες χώρες(3).

(4) Τόσο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όσο και το Συμβούλιο κάλεσαν την Κοινότητα να καταβάλλει εντονότερες προσπάθειες σ' αυτόν τον τομέα.

(5) Πρέπει να εκπονηθεί ολοκληρωμένη, συνεκτική και αποτελεσματική στρατηγική κοινοτικής δράσης στον τομέα της ανθρωπιστικής βοήθειας, της αποκατάστασης, της ενίσχυσης εκριζωθέντων πληθυσμών και της αναπτυξιακής συνεργασίας, με στόχο την επίτευξη μιας βιώσιμης αναπτυξιακής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

(6) Απαιτείται ιδίως να ενταχθεί η ενίσχυση των εκριζωθέντων πληθυσμών στη στρατηγική της ανάπτυξης των χωρών και πληθυσμών που είναι αποδέκτες της ενίσχυσης· κατά συνέπεια, η δράση της Κοινότητας θα πρέπει να διευκολύνει τη μετάβαση από τη φάση της έκτακτης ανάγκης στη φάση της ανάπτυξης, προωθώντας την κοινωνικοοικονομική ένταξη ή επανένταξη των πληγέντων πληθυσμών και, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη εξάλειψης των αιτίων των ενόπλων συγκρούσεων, να ενθαρρύνει τη δημιουργία ή την ενίσχυση δημοκρατικών διαρθρώσεων και τον ρόλο των πληθυσμών στην αναπτυξιακή διαδικασία.

(7) Τα προγράμματα υποστήριξης των εκριζωθέντων πληθυσμών και των αποστρατευθέντων παλαιών μαχητών αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα μιας συνολικής στρατηγικής αποκατάστασης υπέρ των αναπτυσσομένων χωρών της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής. Προκειμένου τα προγράμματα να είναι αποτελεσματικά, η ενίσχυση πρέπει να συντονίζεται τόσο σε κοινοτικό επίπεδο, όσο και με τους άλλους χορηγούς, μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ) και οργανώσεις των Ηνωμένων Εθνών, ιδίως τον Ύπατο Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες (UNHCR). Η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να μεριμνά τόσο για τον έλεγχο όσο και για την εξασφάλιση της προβολής των κεφαλαίων που διατίθενται μέσω των διαύλων των ΜΚΟ και των Ηνωμένων Εθνών. Πέραν τούτου, η Επιτροπή είναι επίσης πολιτικά υπεύθυνη για τους τρόπους με τους οποίους δαπανώνται τα κεφάλαιά της μέσω των ΜΚΟ και των Ηνωμένων Εθνών.

(8) Θα ήταν σκόπιμο να εξασφαλισθεί η αποτελεσματικότητα και η συνεκτικότητα των κοινοτικών, εθνικών και διεθνών μηχανισμών πρόληψης και παρέμβασης, και τούτο τόσο για την πρόληψη των συγκρούσεων όσο και για την προώθηση κάθε ειρηνικής λύσης για τις πολιτικές συγκρούσεις και για τους πολέμους, που είναι οι πρόξενοι της μετακίνησης πληθυσμών.

(9) Οι ειδικευμένες υπηρεσίες και οργανισμοί καθώς και οι ΜΚΟ απέκτησαν, κατά την εφαρμογή στο παρελθόν, αυτού του είδους των ενεργειών, σημαντική εμπειρία σε θέματα βοήθειας προς τους εκριζωθέντες πληθυσμούς.

(10) Είναι επιθυμητό η δράση υπέρ των εκριζωθέντων πληθυσμών να εγγραφεί σε μια προοπτική που έχει σκοπό να μετατρέψει τη φάση τη λεγόμενη της "επιβίωσης", σε μια φάση "αυτάρκειας" ή "μείωσης της εξάρτησης" των πληθυσμών αυτών.

(11) Είναι ανάγκη να εξασφαλισθούν αποτελεσματικές, εύκαμπτες και ταχείες διαδικασίες για τις ενέργειες της ενίσχυσης σ' αυτόν τον τομέα· η Κοινότητα θα πρέπει να εξασφαλίζει επίσης τη μέγιστη δυνατή διαφάνεια στη χορήγηση της ενίσχυσης και τον αυστηρό έλεγχο της χρήσης των πιστώσεων.

(12) Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 443/97 του Συμβουλίου, της 3ης Μαρτίου 1997, σχετικά με τις δράσεις ενίσχυσης των εκριζωθέντων πληθυσμών στις αναπτυσσόμενες χώρες της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής(4), αποτέλεσε, μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2000, τη νομική βάση της κοινοτικής δράσης στον τομέα αυτό. Η κτηθείσα κατά τη διάρκεια της εφαρμογής του εμπειρία θα πρέπει να αντικατοπτρίζεται στον παρόντα κανονισμό.

(13) Ο παρών κανονισμός καθορίζει, για όλη τη διάρκεια ισχύος του, ένα χρηματοδοτικό πλαίσιο που αποτελεί την προνομιακή αναφορά, κατά την έννοια του σημείου 33 της διοργανικής συμφωνίας της 6ης Μαΐου 1999, μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, σχετικά με τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη βελτίωση της διαδικασίας του προϋπολογισμού(5), για την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή μέσα στα πλαίσια της ετήσιας διαδικασίας του προϋπολογισμού.

(14) Τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να θεσπιστούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή(6).

(15) Η προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Κοινότητας, καθώς και η καταπολέμηση της απάτης και των παρατυπιών, αποτελούν αναπόσπαστο στοιχείο του παρόντος κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

Αντικείμενο, πεδίο εφαρμογής και ορισμοί

Άρθρο 1

Η Κοινότητα εφαρμόζει πρόγραμμα υποστήριξης και ενίσχυσης των εκριζωθέντων πληθυσμών στις αναπτυσσόμενες χώρες της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής. Το πρόγραμμα εφαρμόζεται στους εκριζωθέντες πληθυσμούς και στα άλλα πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 4 και συμβάλλει στην ικανοποίηση των αναγκών τους, οι οποίες δεν καλύπτονται από την ανθρωπιστική βοήθεια, καθώς και στη μακροπρόθεσμη πραγματοποίηση δραστηριοτήτωνπου έχουν στόχο την αυτάρκεια και την ένταξη ή την επανένταξη των προσώπων αυτών. Το πρόγραμμα αυτό πρέπει ιδίως να προνοεί για τις βασικές ανάγκες των προσώπων αυτών από τη στιγμή που παύει να υφίσταται η ανθρωπιστική έκτακτη ανάγκη μέχρι την υιοθέτηση μακροπρόθεσμης λύσης που διευθετεί την κατάστασή τους.

Η δημιουργία δημοκρατικών διαρθρώσεων και η προαγωγή των ανθρώπινων δικαιωμάτων είναι μεταξύ των στόχων των προγραμμάτων ενίσχυσης.

Άρθρο 2

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοούνται ως:

α) "Εκριζωθέντες πληθυσμοί":

i) οι πρόσφυγες, όπως αυτοί ορίζονται στη σύμβαση περί του Καθεστώτος των Προσφύγων, που συνήφθη στη Γενεύη στις 28 Ιουλίου 1951 και στο πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης της 31ης Ιανουαρίου 1967, ή

ii) τα εκτοπισθέντα άτομα, τα οποία υποχρεώθηκαν, λόγω συγκρούσεων, να αναζητήσουν καταφύγιο εκτός της περιοχής καταγωγής τους, αλλά τα οποία δεν απολαύουν του καθεστώτος του πρόσφυγα, ή

iii) οι πρώην πρόσφυγες ή εκτοπισθέντες οι οποίοι επέστρεψαν στη χώρα ή στην περιοχή καταγωγής τους·

β) "Αποστρατευθέντες παλαιοί μαχητές": πρώην μέλη των ένοπλων δυνάμεων είτε του τακτικού στρατού, είτε αντιπολιτευτικών κινημάτων, τα οποία δέχτηκαν να καταθέσουν τα όπλα τους και να επανενταχθούν στην πολιτική ζωή.

Άρθρο 3

1. Η Κοινότητα παρέχει την οικονομική της υποστήριξη στις ενέργειες που έχουν σκοπό ιδίως:

α) Tην αυτάρκεια και την επανένταξη στον κοινωνικοοικονομικό ιστό των πληθυσμών που έχουν εκριζωθεί καθώς και των αποστρατευθέντων παλαιών μαχητών· η βοήθεια για την ένταξη ή την επανένταξή τους πρέπει να έχει ως στόχο την προώθηση βιώσιμων διαδικασιών παραγωγής και μπορεί να περιλαμβάνει δράσεις, όπως η επισιτιστική βοήθεια, η ανάπτυξη της αυτάρκειας μέσω της γεωργικής παραγωγής, της κτηνοτροφίας και της ιχθυοκαλλιέργειας, η ανάπτυξη των υποδομών, η δημιουργία συστημάτων πίστης, η βασική εκπαίδευση και η επαγγελματική κατάρτιση και η εξασφάλιση ικανοποιητικών προτύπων υγείας και υγιεινής,

β) τη βοήθεια στις τοπικές κοινότητες υποδοχής και στις περιοχές επιστροφής για να διευκολύνεται η αποδοχή και η ένταξη των εκριζωθέντων πληθυσμών και των αποστρατευθέντων παλαιών μαχητών,

γ) την υποστήριξη στην εκούσια επιστροφή των πληθυσμών αυτών και στην εγκατάστασή τους στις χώρες καταγωγής ή σε άλλες χώρες της επιλογής τους, εφόσον οι συνθήκες το επιτρέπουν,

δ) την υποστήριξη, ενδεχομένως, μέτρων που αφορούν την πρόληψη των συγκρούσεων ή/και τη συμφιλίωση μεταξύ των συγκρουομένων μερών,

ε) τη βοήθεια προς τα άτομα αυτά να επανακτήσουν τα αγαθά τους και τα δικαιώματα ιδιοκτησίας τους καθώς και τη βοήθεια για τη διευθέτηση των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων εις βάρος των εν λόγω πληθυσμών.

2. Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δίδεται σε ιδιαίτερα ευάλωτες ομάδες, όπως είναι οι γυναίκες και τα παιδιά.

3. Όλες οι ενδιαφερόμενες ομάδες, καθώς και οι τοπικές κοινότητες υποδοχής, συμμετέχουν στην αξιολόγηση των αναγκών και στην εφαρμογή των προγραμμάτων ενίσχυσης.

Άρθρο 4

Οι τελικοί δικαιούχοι των ενεργειών που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1, είναι:

α) Οι εκριζωθέντες πληθυσμοί των αναπτυσσομένων χωρών της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής καθώς και τα πρόσωπα που προέρχονται από μία από τις χώρες αυτές και έχουν εγκατασταθεί προσωρινά σε άλλη αναπτυσσόμενη χώρα και, σε εξαιρετικές και δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, σε άλλη χώρα,

β) οι αποστρατευθέντες παλαιοί μαχητές των αναπτυσσομένων χωρών της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής καθώς και οι οικογένειές τους και, ενδεχομένως, οι τοπικές κοινότητές τους,

γ) οι τοπικοί πληθυσμοί των εδαφών υποδοχής που έχουν ιδιαίτερα επηρεαστεί και των οποίων οι κοινωνικοί, οικονομικοί και διοικητικοί πόροι συμβάλλουν στην υποδοχή και στήριξη των εκριζωθέντων πληθυσμών και των παλαιών μαχητών που έχουν αποστρατευθεί, για την πραγματοποίηση μακροπρόθεσμων σχεδίων που έχουν σαν στόχο την αυτάρκεια, την ένταξη ή την επανένταξη των ατόμων αυτών.

Άρθρο 5

Οι ενέργειες που πραγματοποιούνται βάσει του παρόντος κανονισμού είναι συμπληρωματικές σε σχέση με εκείνες που προβλέπονται από άλλα κοινοτικά μέσα όσον αφορά τη βραχυπρόθεσμη ανθρωπιστική βοήθεια και τη μακροπρόθεσμη συνεργασία για την ανάπτυξη.

Άρθρο 6

1. Στο πλαίσιο των ενεργειών που αναφέρονται στο άρθρο 3, η κοινοτική στήριξη μπορεί να συμπεριλαμβάνει τη χρηματοδότηση δράσης για την παροχή τεχνικής βοήθειας, κατάρτισης και άλλων υπηρεσιών, προμηθειών και έργων, μελετών (οι οποίες, στο μέτρο του δυνατού, θα πρέπει να ανατίθενται ή να διεξάγονται με τη συνεργασία εμπειρογνωμόνων της χώρας υποδοχής ή που εδρεύουν σε αυτήν και με τη συμμετοχή πανεπιστημιακών και ερευνητικών ιδρυμάτων), καθώς και των λογιστικών ελέγχων και των αποστολών αξιολόγησης και ελέγχου.

2. Η κοινοτική χρηματοδότηση μπορεί να καλύπτει τις επενδυτικές δαπάνες, συμπεριλαμβανομένης της αγοράς ακινήτων, όταν η τελευταία είναι αναγκαία για την άμεση εφαρμογή της δράσης και υπό την προϋπόθεση ότι η ιδιοκτησία μεταβιβάζεται στους τοπικούς εταίρους του δικαιούχου ή στους τελικούς αποδέκτες της δράσης εφόσον η τελευταία έχει περατωθεί. Μπορεί επίσης να καλύπτει, σε πλήρως αιτιολογημένες περιπτώσεις, και λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι το σχέδιο πρέπει, κατά το δυνατό, να επιδιώκει μεσοπρόθεσμη βιωσιμότητα, και τις τακτικές δαπάνες (που περιλαμβάνουν τις δαπάνες διοίκησης, συντήρησης και λειτουργίας) έτσι ώστε να επιτυγχάνεται η βέλτιστη χρήση των επενδύσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και των οποίων η εκμετάλλευση συνιστά προσωρινά μια επιβάρυνση για τον εταίρο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

Διαδικασίες εκτέλεσης της βοήθειας

Άρθρο 7

1. Η κοινοτική χρηματοδότηση στα πλαίσια του παρόντος κανονισμού λαμβάνει τη μορφή μη επιστρεπτέων ενισχύσεων.

2. Για κάθε δράση συνεργασίας, επιδιώκεται η χρηματοδοτική συνεισφορά των εταίρων που αναφέρονται στο άρθρο 10. Η συνεισφορά αυτή απαιτείται ανάλογα με τις δυνατότητες των ενδιαφερομένων εταίρων και με το χαρακτήρα κάθε δράσης. Σε ειδικές περιπτώσεις και όταν ο εταίρος είναι είτε μη κυβερνητική οργάνωση (ΜΚΟ) είτε οργανισμός με δημοτική ή κοινοτική βάση, η συνεισφορά μπορεί να παρέχεται σε είδος.

3. Οι δυνατότητες συγχρηματοδότησης με άλλους χρηματοδότες, και ιδίως με τα κράτη μέλη, θα μπορούσαν να διερευνηθούν.

Άρθρο 8

1. Η Επιτροπή είναι υπεύθυνη για την εξέταση, τη λήψη αποφάσεων και τη διαχείριση των ενεργειών που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό, σύμφωνα με τις δημοσιονομικές και άλλες ισχύουσες διαδικασίες, ιδίως με τις προβλεπόμενες στα άρθρα 2, 116 και 118 του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων(7).

2. Όλες οι ενέργειες που λαμβάνουν κοινοτική βοήθεια εκτελούνται σύμφωνα με τους στόχους που ορίζονται στην απόφαση χρηματοδότησης της Επιτροπής.

Άρθρο 9

Οι ενέργειες που χρηματοδοτούνται από την Κοινότητα βάσει του παρόντος κανονισμού υλοποιούνται από την Επιτροπή, είτε μετά από αίτηση των εταίρων, είτε με δική της πρωτοβουλία.

Άρθρο 10

1. Οι δυνάμενοι να τύχουν επιλογής για χρηματοδοτική στήριξη βάσει του παρόντος κανονισμού εταίροι είναι οι περιφερειακοί και διεθνείς οργανισμοί, συμπεριλαμβανομένων των οργανισμών των Ηνωμένων Εθνών, οι μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ), οι εθνικές, επαρχιακές και τοπικές διοικήσεις και υπηρεσίες, οι οργανισμοί με δημοτική ή κοινοτική βάση, και τα δημόσια και ιδιωτικά ιδρύματα και φορείς.

2. Η βοήθεια της Κοινότητας απευθύνεται στους εταίρους που έχουν την κύρια έδρα τους σε ένα κράτος μέλος ή σε τρίτη χώρα δικαιούχο της κοινοτικής ενίσχυσης βάσει του παρόντος κανονισμού, υπό την προϋπόθεση ότι η εν λόγω έδρα αποτελεί το πραγματικό κέντρο διεύθυνσης των δραστηριοτήτων που αφορούν τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες. Κατ' εξαίρεση, η έδρα αυτή μπορεί να βρίσκεται σε άλλη τρίτη χώρα.

Άρθρο 11

Με την επιφύλαξη του θεσμικού και πολιτικού πλαισίου, εντός του οποίου οι εταίροι διεξάγουν τις δραστηριότητές τους, λαμβάνονται υπόψη τα ακόλουθα στοιχεία για να καθοριστεί εάν ένας εταίρος δύναται να έχει πρόσβαση στην κοινοτική χρηματοδότηση:

α) η εμπειρία του στον τομέα της υποστήριξης σε εκριζωθέντες πληθυσμούς,

β) η ικανότητά του διοικητικής και δημοσιονομικής διαχείρισης,

γ) η τεχνική του ικανότητα και η ικανότητά του στον τομέα της υλικοτεχνικής υποστήριξης σε σχέση με την προβλεπόμενη ενέργεια,

δ) ανάλογα με την περίπτωση, τα αποτελέσματα των ενεργειών που έχουν προηγουμένως πραγματοποιηθεί, και, ιδίως, εκείνων για τις οποίες έχει ληφθεί κοινοτική χρηματοδότηση,

ε) η ικανότητά του να αναπτύξει συνεργασία με άλλους φορείς της κοινωνίας των πολιτών στις σχετικές τρίτες χώρες,

στ) η δέσμευσή του να υποστηρίζει, να σέβεται και να προωθεί τα ανθρώπινα δικαιώματα, τις δημοκρατικές αρχές και το ανθρωπιστικό δίκαιο.

Άρθρο 12

1. Η ενίσχυση χορηγείται στους εταίρους μόνον εάν αυτοί αναλαμβάνουν γραπτά την υποχρέωση να τηρούν τους όρους χορήγησης και εφαρμογής που καθορίζονται από την Επιτροπή.

2. Όταν οι ενέργειες πραγματοποιούνται στο πλαίσιο χρηματοδοτικών συμφωνιών μεταξύ της Κοινότητας και των χωρών που επωφελούνται των ενεργειών που χρηματοδοτούνται βάσει του παρόντος κανονισμού, οι συμφωνίες αυτές ορίζουν ότι η πληρωμή των φόρων, δασμών και επιβαρύνσεων δεν χρηματοδοτείται από την Κοινότητα.

3. Κάθε συμφωνία ή σύμβαση χρηματοδότησης που συνάπτεται στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού ορίζει ότι η Επιτροπή, το Ελεγκτικό Συνέδριο και η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) μπορούν να προβαίνουν, εάν είναι αναγκαίο, σε επιτόπιους ελέγχους σύμφωνα με τις συνήθεις διαδικασίες που έχει καθορίσει η Επιτροπή στο πλαίσιο των εν ισχύι διατάξεων, ειδικότερα εκείνων του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

4. Λαμβάνονται τα αναγκαία μέτρα για να τονισθεί ο κοινοτικός χαρακτήρας της βοήθειας που προβλέπεται στα πλαίσια του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 13

1. Η συμμετοχή σε προσκλήσεις για υποβολή προσφορών και η ανάθεση συμβάσεων είναι ανοιχτή επί ίσοις όροις σε όλα τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα των κρατών μελών και της χώρας υποδοχής. Είναι δυνατόν να επεκτείνεται και σε φορείς σε άλλες αναπτυσσόμενες χώρες και, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, σε άλλες τρίτες χώρες.

2. Οι προμήθειες πρέπει να κατάγονται από τη χώρα υποδοχής, από άλλες αναπτυσσόμενες χώρες ή από τα κράτη μέλη. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, οι προμήθειες είναι δυνατόν να κατάγονται από αλλού.

Άρθρο 14

1. Για να εξασφαλιστούν οι στόχοι της συνοχής και της συμπληρωματικότητας που αναφέρει η συνθήκη και προκειμένου να εξασφαλιστεί η βέλτιστη αποτελεσματικότητα των ενεργειών που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό, οι ενέργειες αυτές αποτελούν αντικείμενο λειτουργικού συντονισμού επί τόπου και συνιστούν αναπόσπαστο στοιχείο της στρατηγικής στην ενδιαφερόμενη χώρα.

2. Η Επιτροπή δύναται, από κοινού με τα κράτη μέλη, να αναλαμβάνει κάθε δυνατή πρωτοβουλία για να εξασφαλίζεται ο καλός συντονισμός με τους άλλους ενδιαφερόμενους χορηγούς, ιδίως με εκείνους που ανήκουν στο σύστημα των Ηνωμένων Εθνών, συμπεριλαμβανομένης της Ύπατης Αρμοστείας για τους πρόσφυγες.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

Εφαρμογή των δράσεων

Άρθρο 15

1. Το χρηματοδοτικό πλαίσιο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού για την περίοδο από το 2001 έως το 2004, καθορίζεται σε 200 εκατομμύρια EUR.

2. Οι ετήσιες πιστώσεις εγκρίνονται από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εντός των ορίων των δημοσιονομικών προβλέψεων.

Άρθρο 16

Οι αποφάσεις σχετικά με ενέργειες η χρηματοδότηση των οποίων βάσει του παρόντος κανονισμού υπερβαίνει τα 4 εκατομμύρια ΕUR καθώς και κάθε τροποποίηση των ενεργειών αυτών που συνεπάγεται υπέρβαση μεγαλύτερη του 20 % του αρχικώς καθορισθέντος ποσού για τη συγκεκριμένη ενέργεια, εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 18 παράγραφος 2.

Άρθρο 17

1. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει, χωρίς να προσφεύγει στη διαδικασία του άρθρου 18 παράγραφος 2, τις συμπληρωματικές αναλήψεις υποχρεώσεων που είναι απαραίτητες για την κάλυψη των προβλεπομένων ή επελθουσών υπερβάσεων σε σχέση με τις ενέργειες αυτές, εφόσον η υπέρβαση ή η πρόσθετη ανάγκη είναι κατώτερη ή ίση προς το 20 % της αρχικής αναλήψεως υποχρεώσεως που έχει ορισθεί από την απόφαση χρηματοδότησης.

2. Η Επιτροπή ενημερώνει συνοπτικά την επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1, για τις αποφάσεις χρηματοδότησης τις οποίες προτίθεται να λάβει σχετικά με τις ενέργειες το ύψος των οποίων δεν υπερβαίνει τα 4 εκατομμύρια EUR κατ'αξίαν. Η ενημέρωση αυτή γίνεται, το αργότερο, μία εβδομάδα πριν από τη λήψη απόφασης.

Άρθρο 18

1. Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή που έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 15 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 443/92 του Συμβουλίου(8).

2. Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 4 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της εν λόγω απόφασης.

Το χρονικό διάστημα που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3, της απόφασης 1999/468/ΕΚ, ορίζεται σε ένα μήνα.

3. Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

Υποβολή εκθέσεων και τελικές διατάξεις

Άρθρο 19

1. Στο πλαίσιο της επιτροπής που αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1, ανταλλάσσονται άπαξ ετησίως απόψεις κατόπιν εισηγήσεως εκ μέρους του αντιπροσώπου της Επιτροπής σχετικά με τις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές των ενεργειών που θα εκτελεσθούν κατά το επόμενο έτος. Οι κατευθυντήριες γραμμές περιλαμβάνουν, κατά το δυνατόν, μετρήσιμους στόχους και προθεσμίες για συγκεκριμένες δράσεις. Αυτές οι κατευθυντήριες γραμμές εκπονούνται μετά από διαβούλευση με υπηρεσίες που είναι αρμόδιες, επιτόπου ή στα κεντρικά γραφεία, για τον προγραμματισμό, την εφαρμογή και την αξιολόγηση.

2. Μετά από κάθε οικονομικό έτος, η Επιτροπή υποβάλλει, στα πλαίσια της ετήσιας έκθεσής της περί της αναπτυξιακής πολιτικής της Κοινότητας, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, πληροφορίες περί των ενεργειών που χρηματοδοτήθηκαν κατά το έτος αυτό καθώς και τα συμπεράσματα της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος. Η συνοπτική έκθεση περιλαμβάνει ιδίως πληροφορίες σχετικά με το μέγεθος και τις αδυναμίες των ενεργειών, τους φορείς με τους οποίους έχουν συναφθεί οι συμβάσεις καθώς και τα αποτελέσματα τυχόν ανεξάρτητων αξιολογήσεων, σχετικά με ειδικές ενέργειες.

3. Ένα έτος τουλάχιστον πριν από τη λήξη του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ανεξάρτητη έκθεση γενικής αποτίμησης σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσον έχουν επιτευχθεί οι στόχοι της και για να παράσχει κατευθυντήριες γραμμές για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας μελλοντικών ενεργειών. Η έκθεση αξιολογεί την αποτελεσματικότητα της δράσης που ανελήφθη μετά από ελέγχους αποδοτικότητας και ανεξάρτητες αξιολογήσεις.

Άρθρο 20

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Εφαρμόζεται μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2004.

Η ανανέωση του παρόντος κανονισμού εξαρτάται από τα αποτελέσματα της ανεξάρτητης έκθεσης γενικής αποτίμησης, που αναφέρεται στο άρθρο 19 παράγραφος 3, καθώς και από τη δυνατότητα ενσωμάτωσής του παρόντος κανονισμού σε ένα ενιαίο κανονισμό-πλαίσιο για την Ασία και τη Λατινική Αμερική.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Λουξεμβούργο, 29 Οκτωβρίου 2001.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Η Πρόεδρος

N. Fontaine

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

L. Michel

(1) ΕΕ C 120 E της 24.4.2001, σ. 163.

(2) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Ιουλίου 2001 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 16ης Οκτωβρίου 2001.

(3) ΕΕ C 10 της 16.1.1984, σ. 278.

(4) EE L 68 της 8.3.1997, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1880/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (EE L 227 της 7.9.2000, σ. 1).

(5) ΕΕ C 172 της 18.6.1999, σ. 1.

(6) ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

(7) ΕΕ L 356 της 31.12.1977, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ, ΕΚΑΧ, Ευρατόμ) 762/2001 του Συμβουλίου (ΕΕ L 111 της 20.4.2001, σ. 1).

(8) ΕΕ L 52 της 27.2.1992, σ. 1.