32001R0901

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 901/2001 του Συμβουλίου, της 7ης Μαΐου 2001, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ουρίας καταγωγής Ρωσίας

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 127 της 09/05/2001 σ. 0011 - 0019


Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 901/2001 του Συμβουλίου

της 7ης Μαΐου 2001

για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ουρίας καταγωγής Ρωσίας

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας(1), και ιδίως το άρθρο 11 παράγραφος 2,

την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή κατόπιν διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

Α. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

1. Προηγούμενες έρευνες

(1) Το 1987, η Επιτροπή επέβαλε προσωρινό δασμό αντιντάμπινγκ(2) στις εισαγωγές ουρίας καταγωγής, μεταξύ άλλων, πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3339/87(3), το Συμβούλιο αποδέχθηκε τις αναλήψεις υποχρεώσεων όσον αφορά τις εισαγωγές ουρίας καταγωγής, μεταξύ άλλων, πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Οι εν λόγω αναλήψεις υποχρεώσεων επιβεβαιώθηκαν με την απόφαση 89/143/ΕΟΚ της Επιτροπής(4). Το Μάρτιο του 1993, η Επιτροπή άρχισε επανεξέταση της απόφασης για την αποδοχή των αναλήψεων υποχρεώσεων όσον αφορά τις εισαγωγές ουρίας καταγωγής, μεταξύ άλλων, πρώην Σοβιετικής Ένωσης(5). Η επανεξέταση αυτή οδήγησε στην επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ουρίας, καταγωγής Ρωσικής Ομοσπονδίας (εφεξής "Ρωσία"), με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 477/95 του Συμβουλίου(6). Το ποσό του δασμού που επιβλήθηκε ήταν ίσο με τη διαφορά μεταξύ 115 ECU ανά τόνο και της καθαρής τιμής "ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας", πριν από την επιβολή του δασμού, εφόσον η τιμή αυτή ήταν χαμηλότερη.

2. Έρευνες όσον αφορά άλλες χώρες

(2) Τον Οκτώβριο του 2000 κινήθηκε έρευνα αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές ουρίας καταγωγής Λευκορωσίας, Βουλγαρίας, Κροατίας, Αιγύπτου, Εσθονίας, Λιθουανίας, Λιβύης, Πολωνίας, Ρουμανίας και Ουκρανίας(7). Η έρευνα συνεχίζεται.

3. Παρούσα έρευνα

3.1. Aίτηση επανεξέτασης

(3) Το Σεπτέμβριο του 1999, η Επιτροπή δημοσίευσε ανακοίνωση για την επικείμενη λήξη(8) των ισχυόντων μέτρων αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ουρίας καταγωγής Ρωσίας. Εν συνεχεία, η Επιτροπή έλαβε αίτηση για την επανεξέταση των μέτρων αυτών, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 384/96 (εφεξής "ο βασικός κανονισμός")(9). Την αίτηση υπέβαλε στις 3 Δεκεμβρίου του 1999 ο Ευρωπαϊκός Σύνδεσμος Παραγωγών Λιπασμάτων (European Fertilizer Manufacturers Association - EFMA) για λογαριασμό των παραγωγών που αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο μέρος της συνολικής κοινοτικής παραγωγής ουρίας (εφεξής "το υπό εξέταση προϊόν"). Η αίτηση βασίζεται στο επιχείρημα ότι η λήξη της ισχύος των μέτρων είναι πιθανόν να οδηγήσει στη συνέχιση ή στην επανάληψη του ντάμπινγκ και της ζημίας που προκλήθηκε στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

3.2. Ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας

(4) Αφού κατέληξε στο συμπέρασμα, κατόπιν διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή, ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που δικαιολογούν την έναρξη επανεξέτασης, η Επιτροπή άρχισε έρευνα το Μάρτιο του 2000(10) σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού.

3.3. Περίοδος της έρευνας

(5) Η περίοδος της έρευνας για την εξέταση της συνέχισης ή της επανάληψης της πρακτικής ντάμπινγκ και της ζημίας κάλυψε την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 1999 έως τις 31 Δεκεμβρίου 1999 (εφεξής η "ΠΕ"). Η εξέταση των τάσεων που απαιτήθηκε για την εκτίμηση της συνέχισης ή της επανάληψης της ζημίας κάλυψε την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 1996 έως το τέλος της ΠΕ (εφεξής η "υπό επανεξέταση περίοδος").

3.4. Μέρη που αφορά η έρευνα

(6) Η Επιτροπή ενημέρωσε επισήμως τους αιτούντες κοινοτικούς παραγωγούς, τους παραγωγούς-εξαγωγείς της Ρωσίας, τους εισαγωγείς, τους χρήστες και τις γνωστές ως ενδιαφερόμενες ενώσεις, καθώς και τους αντιπροσώπους της χώρας εξαγωγής που αφορά η έναρξη της επανεξέτασης. Η Επιτροπή απέστειλε ερωτηματολόγια στους παραγωγούς-εξαγωγείς, στους κοινοτικούς παραγωγούς, στους χρήστες και στις γνωστές ως ενδιαφερόμενες ενώσεις καθώς και σε εκείνους που αναγγέλθηκαν εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στην ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας. Επιπλέον, ο μοναδικός παραγωγός της Σλοβακικής Δημοκρατίας που θεωρήθηκε ως κατάλληλη ανάλογη χώρα ενημερώθηκε και έλαβε ερωτηματολόγιο.

(7) Έντεκα κοινοτικοί παραγωγοί, ένας παραγωγός ανάλογης χώρας, ένας εισαγωγέας, μία ένωση χρηστών και ένας χρήστης απάντησαν στο ερωτηματολόγιο. Όσον αφορά την ενδιαφερόμενη χώρα εξαγωγής, δεν ελήφθησαν απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο.

3.5. Επαλήθευση των στοιχείων που ελήφθησαν

(8) Η Επιτροπή αναζήτησε και επαλήθευσε όλα τα στοιχεία που έκρινε απαραίτητα για τον προσδιορισμό της συνέχισης ή επανάληψης του ντάμπινγκ και της ζημίας, καθώς και για τον προσδιορισμό του συμφέροντος της Κοινότητας. Επίσης, η Επιτροπή έδωσε στα άμεσα ενδιαφερόμενα μέρη την ευκαιρία να γνωστοποιήσουν τις απόψεις τους γραπτώς και να ζητήσουν ακρόαση.

(9) Πραγματοποιήθηκαν επίσης επιτόπιοι έλεγχοι στις εγκαταστάσεις των ακόλουθων εταιρειών:

Κοινοτικοί παραγωγοί:

Hydro Agri Brunsbüttel, Γερμανία

Hydro Agri Italia SpA., Iταλία

Irish Fertilizer Industries Ltd, Iρλανδία

Παραγωγός ανάλογης χώρας:

Duslo, a.s., Sal'a, Σλοβακία

Μη συνδεδεμένος εισαγωγέας:

Cargill B.V., Amsterdam, Κάτω Χώρες

Χρήστες-ένωση χρηστών:

Sadepan Chimica S.R.L., Viadana, Iταλία

Svenska Lantmännen, Stockholm, Σουηδία.

Β. ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ

1. Υπό εξέταση προϊόν

(10) Το προϊόν που αφορά η παρούσα διαδικασία είναι το ίδιο με εκείνο της προηγούμενης έρευνας, και συγκεκριμένα η ουρία. Η ουρία παράγεται κυρίως από την αμμωνία, η οποία προέρχεται με τη σειρά της από το φυσικό αέριο. Μπορεί να έχει υγρή ή στερεά μορφή. Η στερεά ουρία μπορεί να χρησιμοποιηθεί για γεωργικούς και βιομηχανικούς σκοπούς. Η ουρία γεωργικής ποιότητας μπορεί να χρησιμοποιηθεί είτε ως λίπασμα που σκορπίζεται στο έδαφος, είτε ως πρόσθετo στις ζωοτροφές. Η ουρία βιομηχανικής ποιότητας χρησιμοποιείται ως πρώτη ύλη για ορισμένες κόλλες και πλαστικές ύλες. Η υγρά ουρία μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο ως λίπασμα όσο και για βιομηχανικούς σκοπούς. Όλα τα είδη ουρίας παρουσιάζουν τα ίδια βασικά φυσικά και χημικά χαρακτηριστικά και μπορούν να θεωρούνται για το σκοπό της παρούσας επανεξέτασης ως ενιαίο προϊόν.

(11) Το υπό εξέταση προϊόν υπάγεται στους κωδικούς ΣΟ 3102 10 10 και 3102 10 90. Μία ένωση εισαγωγέων υποστήριξε ότι η ουρία που εισήχθη υπό τον κωδικό ΣΟ 3102 10 90 πρέπει να εξαιρεθεί από την παρούσα επανεξέταση, δεδομένου ότι δεν πραγματοποιούνται εισαγωγές του τύπου αυτού επί σειρά ετών.

(12) Όσον αφορά τον ισχυρισμό αυτό, πρέπει να σημειωθεί ότι, ακόμη και αν δεν πραγματοποιήθηκαν εισαγωγές επί σειρά ετών υπό τον κωδικό ΣΟ 3102 10 90, το προϊόν που υπάγεται στον εν λόγω κωδικό ΣΟ ανήκει σαφώς στην ενιαία κατηγορία προϊόντων που αποτελούν το "υπό εξέταση προϊόν" και, επιπλέον, δεν μπορεί να αποκλειστεί η πραγματοποίηση εισαγωγών του τύπου αυτού στο μέλλον.

2. Ομοειδές προϊόν

(13) Η έρευνα κατέδειξε ότι το προϊόν που παρήχθη και πωλήθηκε από τους κοινοτικούς παραγωγούς στην κοινοτική αγορά είναι ομοειδές ως προς όλες τις πτυχές με την ουρία που παρήχθη στη Ρωσία και εξήχθη στην Κοινότητα. Συνεπώς, θεωρείται προϊόν ομοειδές κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού. Επίσης, διαπιστώθηκε ότι η ουρία που εξήχθη από τη Ρωσία στην Κοινότητα και η ουρία που παρήχθη και πωλήθηκε στην εγχώρια αγορά της Σλοβακίας, η οποία χρησιμοποιήθηκε ως ανάλογη χώρα, ήταν προϊόντα ομοειδή.

Γ. ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ Ή ΣΥΝΕΧΙΣΗ ΤΟΥ ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

(14) Σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, εξετάστηκε κατά πόσον η λήξη της ισχύος των μέτρων θα οδηγούσε σε συνέχιση ή/και επανάληψη του ντάμπινγκ.

(15) Κατά την ΠΕ, εισήχθησαν από τη Ρωσία 25 χιλιάδες τόνοι ουρίας [έναντι 117 χιλιάδων τόνων που εισήχθησαν κατά την προηγούμενη ΠΕ (1992) και 271 χιλιάδων τόνων το 1986]. Η ποσότητα αυτή αντιπροσωπεύει μερίδιο αγοράς 0,4 %.

1. Πιθανότητα συνέχισης του ντάμπινγκ

1.1. Ανάλογη χώρα

(16) Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού, η κανονική αξία καθορίστηκε με βάση τις πληροφορίες που ελήφθησαν σε τρίτη χώρα με οικονομία της αγοράς, στην οποία παρήχθη και πωλήθηκε το υπό εξέταση προϊόν. Στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας, η Επιτροπή πρότεινε τη Σλοβακική Δημοκρατία ως κατάλληλη ανάλογη χώρα, δεδομένου ότι η χώρα αυτή χρησιμοποιήθηκε ως ανάλογη χώρα κατά την προηγούμενη έρευνα και οι διαδικασίες παραγωγής πρώτων υλών και πρόσβασης σ' αυτές στη Σλοβακική Δημοκρατία είναι συγκρίσιμες με εκείνες που επικρατούν στη Ρωσία.

(17) Μία ένωση εισαγωγέων αρνήθηκε την επιλογή της Σλοβακικής Δημοκρατίας ως ανάλογης χώρας για τους ακόλουθους λόγους: η Σλοβακική Δημοκρατία, αντίθετα με τη Ρωσία, δεν διαθέτει παραγωγή φυσικού αερίου. Δεδομένου ότι το αέριο είναι η βασική πρώτη ύλη για την παραγωγή της ουρίας, το αέριο αποτελεί το κύριο στοιχείο στο κόστος του τελικού προϊόντος. Επιπλέον, υποστηρίχθηκε ότι η Σλοβακική Δημοκρατία εξαρτάται πλήρως από το αέριο της Ρωσίας, για το οποίο καταβάλλει πολύ υψηλή τιμή. Επομένως, υποστηρίχθηκε ότι η χρησιμοποίηση της Σλοβακικής Δημοκρατίας ως ανάλογης χώρας θα διόγκωνε τεχνητά την κανονική αξία και, έτσι, θα οδηγούσε σε τεχνητά υψηλό περιθώριο ντάμπινγκ.

(18) Δεύτερον, η ένωση εισαγωγέων υποστήριξε ότι, λαμβανομένης υπόψη της σημασίας που ενέχει το αέριο στην παραγωγή ουρίας, κάθε ανάλογη χώρα στην περίπτωση αυτή πρέπει να είναι χώρα-παραγωγός αερίου. Η ένωση των εισαγωγέων πρότεινε τη Νορβηγία, τον Καναδά ή τη Σαουδική Αραβία ως εναλλακτικές ανάλογες χώρες.

(19) Όσον αφορά τον πρώτο ισχυρισμό, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι οι τιμές του ρωσικού αερίου αποτελούν αντικείμενο σημαντικών εκπτώσεων στη ρωσική αγορά και ότι δεν υπαγορεύονται από τις δυνάμεις της αγοράς. Επιπλέον, δεν προσκομίστηκαν αποδεικτικά στοιχεία σύμφωνα με τα οποία οι τιμές αερίου στη σλοβακική αγορά είναι υψηλότερες από τις τιμές αερίου σε άλλες οικονομίες της αγοράς, ούτε διαπίστωσε η Επιτροπή μια τέτοια απόκλιση κατά τη σύγκριση των τιμών αερίου στη Σλοβακία κατά την ΠΕ με τις τιμές αερίου σε άλλες οικονομίες της αγοράς. Επομένως, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό ότι η επιλογή της Σλοβακικής Δημοκρατίας ως ανάλογης χώρας χρησιμεύει για την τεχνητή διόγκωση της κανονικής αξίας. Όσον αφορά το δεύτερο επιχείρημα, η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσον μία από τις προτεινόμενες χώρες ήταν η καταλληλότερη. Η Νορβηγία δεν θα ήταν προφανώς η καταλληλότερη επιλογή, δεδομένου ότι δεν παράγει ουρία. Η Σαουδική Αραβία θεωρήθηκε ακατάλληλη, επειδή η νομοθεσία της χώρας αυτής επιτρέπει στην εθνική βιομηχανία που χρησιμοποιεί το φυσικό αέριο να αγοράζει την πρώτη ύλη σε τεχνητά χαμηλές τιμές και παρέχει στη βιομηχανία λιπασμάτων κίνητρα για την πραγματοποίηση επενδύσεων. Όσον αφορά τον Καναδά, δεν μπόρεσε να εξασφαλιστεί η συνεργασία με την βιομηχανία ουρίας της χώρας αυτής.

(20) Επομένως, διατηρήθηκε η επιλογή της Σλοβακικής Δημοκρατίας ως ανάλογης χώρας για τους ακόλουθους λόγους: η χώρα αυτή χρησιμοποιήθηκε ως ανάλογη χώρα στην προηγούμενη έρευνα οι διαδικασίες παραγωγής πρώτων υλών και πρόσβασης σ' αυτές στη Σλοβακική Δημοκρατία είναι παρόμοιες με εκείνες που επικρατούν στη Ρωσία οι τιμές του φυσικού αερίου στη Σλοβακική Δημοκρατία ήταν ανταγωνιστικές και όχι υψηλότερες από τις τιμές αερίου που εφαρμόζονται σε άλλες οικονομίες της αγοράς θα μπορούσε να εξασφαλιστεί υψηλός βαθμός συνεργασίας από τη χώρα αυτή. Ο μοναδικός σλοβάκος παραγωγός συμφώνησε να συνεργαστεί στην έρευνα και επιπλέον διαπιστώθηκε ότι οι εγχώριες πωλήσεις που πραγματοποίησε ο παραγωγός αυτός ήταν αντιπροσωπευτικές σε σχέση με τον όγκο των εξαγωγών της Ρωσίας στην Κοινότητα.

(21) Βάσει αυτών, συνήχθη το συμπέρασμα ότι η Σλοβακική Δημοκρατία είναι κατάλληλη και εύλογη επιλογή ανάλογης χώρας για τον προσδιορισμό της κανονικής αξίας για τις εισαγωγές ουρίας καταγωγής Ρωσίας.

1.2. Κανονική αξία

(22) Πρώτον, εξετάστηκε κατά πόσον οι εγχώριες πωλήσεις που πραγματοποιήθηκαν από τον συνεργαζόμενο σλοβάκο παραγωγό ήταν αντιπροσωπευτικές σε σχέση με τις εισαγωγές στην Κοινότητα που αποτελούν αντικείμενο της έρευνας. Στο πλαίσιο αυτό, κρίθηκε σκόπιμο να εξαιρεθούν οι πωλήσεις στα συνδεδεμένα μέρη, δεδομένου ότι δεν πραγματοποιήθηκαν κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις. Αφού εξαιρέθηκαν οι πωλήσεις αυτές προς τα συνδεδεμένα μέρη, διαπιστώθηκε ότι, σε σχέση με το μέσο όγκο των εξαγωγών που πραγματοποίησαν στην Κοινότητα οι Ρώσοι παραγωγοί-εξαγωγείς κατά την ΠΕ, οι άμεσες πωλήσεις που πραγματοποίησε ο συνεργαζόμενος σλοβάκος παραγωγός ήταν αρκετά αντιπροσωπευτικές, δεδομένου ότι πραγματοποιήθηκαν σε σημαντικές ποσότητες.

(23) Εν συνεχεία, καθορίστηκε ότι, σε σύγκριση με τις εγχώριες τιμές και το κόστος παραγωγής, οι άμεσες αυτές πωλήσεις στους μη συνδεδεμένους πελάτες θα μπορούσαν να θεωρηθούν ότι πραγματοποιήθηκαν κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις.

(24) Επομένως, ως κανονική αξία καθορίστηκε ο σταθμισμένος μέσος όρος των πραγματικών τιμών όλων των άμεσων πωλήσεων που πραγματοποιήθηκαν προς τους μη συνδεδεμένους πελάτες στη σλοβακική αγορά.

1.3. Τιμή εξαγωγής

(25) Δεδομένου ότι δεν συνεργάστηκε κανένας παραγωγός-εξαγωγέας, η τιμή εξαγωγής καθορίστηκε με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού. Στην περίπτωση αυτή, η τιμή αυτή καθορίστηκε με βάση τη μέση σταθμισμένη τιμής εισαγωγής που ανέφερε η Eurostat.

1.4. Σύγκριση

(26) Δεδομένου ότι η ουρία είναι προϊόν χύδην με μεταφορικό κόστος που αντιπροσωπεύει μεγάλο ποσοστό της τιμής πώλησης, κρίθηκε σκόπιμο να διεξαχθεί σύγκριση σε επίπεδο εκ του εργοστασίου. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού ελήφθησαν δεόντως υπόψη, υπό μορφή προσαρμογών, οι διαφορές που επηρεάζουν τη συγκρισιμότητα των τιμών. Ειδικότερα, πραγματοποιήθηκε προσαρμογή της κανονικής αξίας για να ληφθεί υπόψη το κόστος συσκευασίας, ενώ η τιμή εξαγωγής προσαρμόστηκε για να ληφθεί υπόψη το κόστος μεταφοράς που προέκυψε στη Ρωσία και το κόστος των ναύλων από τη Ρωσία στην Κοινότητα, με βάση τα στοιχεία που περιείχε η καταγγελία και άλλες διαθέσιμες πληροφορίες.

1.5. Περιθώριo ντάμπινγκ

(27) Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 11 του βασικού κανονισμού, το περιθώριο ντάμπινγκ καθορίστηκε με βάση τη σύγκριση της μέσης σταθμισμένης κανονικής αξίας στην ανάλογη χώρα και της μέσης τιμής εξαγωγής ανά τόνο που παρέσχε η Eurostat.

(28) Aπό τη σύγκριση προέκυψε η ύπαρξη σημαντικού περιθωρίου ντάμπινγκ (πάνω από 35 %). Έτσι, το επίπεδο του ντάμπινγκ είναι μεγαλύτερο από το αντίστοιχο επίπεδο της προηγούμενης έρευνας (28,2 %).

1.6. Συμπέρασμα

(29) Κανένα από τα στοιχεία που προέκυψαν από την έρευνα δεν αφήνει να εννοηθεί ότι το διαπιστωθέν επίπεδο του ντάμπινγκ θα εξαλειφθεί ή ακόμη ότι θα μειωθεί σε περίπτωση που καταργηθούν τα μέτρα αντιντάμπινγκ. Επομένως, συνάγεται το συμπέρασμα ότι, σε περίπτωση κατάργησης των μέτρων, υπάρχει πιθανότητα να συνεχιστούν οι εισαγωγές καταγωγής Ρωσίας σε τιμές ντάμπινγκ. Ωστόσο, λόγω του περιορισμένου όγκου εξαγωγών κατά την ΠΕ, κρίθηκε σκόπιμο να εξεταστεί επίσης κατά πόσον υπάρχει πιθανότητα επανάληψης του ντάμπινγκ για μεγαλύτερο όγκο εξαγωγών σε περίπτωση κατάργησης των ισχυόντων μέτρων.

2. Πιθανότητα επανάληψης του ντάμπινγκ

2.1. Ανάλυση της κατάστασης της ενδιαφερόμενης χώρας

(30) Όπως έχει ήδη υπογραμμιστεί, οι εισαγωγές στην Κοινότητα διαπιστώθηκε ότι πραγματοποιήθηκαν σε τιμές ντάμπινγκ. Ωστόσο, ο όγκος των εισαγωγών κατά την ΠΕ ήταν χαμηλός (0,4 % της κοινοτικής κατανάλωσης). Επομένως, εξετάστηκε επιπλέον κατά πόσον θα μπορούσε να διαφανεί υπό άλλες συνθήκες η πιθανότητα επανάληψης περαιτέρω εισαγωγών με ντάμπινγκ, σε περίπτωση κατάργησης των μέτρων.

2.1.1. Παραγωγική ικανότητα και χρησιμοποίηση της ικανότητας

(31) Επειδή δεν υπήρξε συνεργασία από την πλευρά των Ρώσων εξαγωγέων, η Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, πραγματοποίησε την ανάλυσή της με βάση τις πληροφορίες που παρασχέθηκαν στην αίτηση επανεξέτασης, καθώς και τις πληροφορίες που ελήφθησαν από ανεξάρτητη ειδική μελέτη της αγοράς που υπέβαλε ο καταγγέλλων κατά την έρευνα.

(32) Σύμφωνα με τις προαναφερόμενες πηγές, η ρωσική ικανότητα παραγωγής ουρίας κατά τα τελευταία έτη εκτιμάται σε περίπου 5300 χιλιάδες τόνους ετησίως. Οι ίδιες πηγές εκτιμούν τη σημερινή ρωσική παραγωγή σε περίπου 3700 χιλιάδες τόνους ετησίως. Επομένως, οι Ρώσοι παραγωγοί θα είναι σε θέση να παράγουν επιπλέον 1600 χιλιάδες τόνους ετησίως, ποσότητα που ισοδυναμεί με το 26,5 % της κοινοτικής κατανάλωσης το 1999.

2.1.2. Εξαγωγές της Ρωσίας στη Βραζιλία, το Μεξικό και την Τουρκία

(33) Όσον αφορά τη δυνατότητα αύξησης των ρωσικών πωλήσεων στις αγορές των τρίτων χωρών, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι πραγματοποιεί ήδη εξαγωγές ουρίας στις τρίτες χώρες. Το 1999, καταγράφηκε σημαντικός όγκος εξαγωγών προς τη Βραζιλία, το Μεξικό και την Τουρκία και δεν υπάρχουν ενδείξεις που επιτρέπουν να προβλεφθεί σημαντική αύξηση της εγχώριας κατανάλωσης των χωρών αυτών κατά τα προσεχή έτη. Επομένως, οι αγορές αυτές είναι μάλλον απίθανο να απορροφήσουν πλήρως τις επιπλέον ποσότητες που έχουν τη δυνατότητα να παραγάγουν οι Ρώσοι παραγωγοί.

(34) Όσον αφορά τις τιμές εξαγωγής, διαπιστώθηκε ότι το ρωσικό προϊόν πωλήθηκε στην αγορά της Βραζιλίας, του Μεξικού και της Τουρκίας σε τιμή αισθητά χαμηλότερη από την τιμή των ρωσικών πωλήσεων στην Κοινότητα.

(35) Συνεπώς, φαίνεται ότι οι εισαγωγές στη Βραζιλία, το Μεξικό και την Τουρκία πραγματοποιήθηκαν σε τιμές που παρουσιάζουν υψηλότερο επίπεδο ντάμπινγκ από τις ρωσικές εισαγωγές στην Κοινότητα.

(36) Λαμβανομένης υπόψη της εγγύτητας των Ρώσων παραγωγών προς την ευρωπαϊκή αγορά και της δυνατότητας εφαρμογής υψηλότερου περιθωρίου επί των τιμών εξαγωγής προς την αγορά αυτή, είναι πιθανό ότι, σε περίπτωση κατάργησης των μέτρων, μέρος τουλάχιστον των ρωσικών εξαγωγών προς τη Βραζιλία, το Μεξικό και την Τουρκία θα μετατοπιστεί προς την Κοινότητα.

2.2. Συμπέρασμα

(37) Η σημαντική ρωσική παραγωγική ικανότητα που παραμένει αχρησιμοποίητη τη στιγμή αυτή, ο σημαντικός όγκος των ρωσικών εξαγωγών στη Βραζιλία, το Μεξικό και την Τουρκία και το χαμηλό επίπεδο τιμών των εξαγωγών αυτών (χαμηλότερο ακόμη και από τις τιμές των ρωσικών εξαγωγών στην Κοινότητα, που αποτελούν ήδη αντικείμενο σημαντικού ντάμπινγκ και, εν γένει, είναι χαμηλότερες από τις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής) φανερώνουν ότι η λήξη των ισχυόντων μέτρων αντιντάμπινγκ κατά των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής Ρωσίας είναι πιθανό να οδηγήσει σε επανάληψη του ντάμπινγκ σε περίπτωση σημαντικού όγκου εξαγωγών προς την κοινοτική αγορά.

(38) Αν δεν ληφθούν μέτρα, ο όγκος των ρωσικών εξαγωγών θα μπορούσε πράγματι να φθάσει το επίπεδο της προηγούμενης ΠΕ, δηλαδή 117 χιλιάδες τόνους, ή ακόμη το επίπεδο του 1994, δηλαδή 300 χιλιάδες τόνους. Τούτο είναι ακόμη περισσότερο πιθανό λόγω της εγγύτητας της ρωσικής αγοράς προς την κοινοτική. Οι τιμές των ρωσικών εξαγωγών προς τη Βραζιλία, το Μεξικό και την Τουρκία κατά την ΠΕ μπορούν να χρησιμεύσουν ως ένδειξη του επιπέδου τιμών των πιθανών μελλοντικών εξαγωγών στην Κοινότητα. Συνεπώς, υπάρχει πιθανότητα επανάληψης υψηλού περιθωρίου ντάμπινγκ για σημαντικούς όγκους εξαγωγών.

Δ. ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΚΛΑΔΟΥ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

(39) Η έρευνα καθόρισε ότι, κατά την ΠΕ, οι 11 αιτούντες παραγωγοί της Κοινότητας αντιπροσώπευαν πάνω από το 85 % της κοινοτικής παραγωγής ουρίας. Συνεπώς, οι παραγωγοί αυτοί αποτελούν τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 και του άρθρου 5 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

Ε. ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΙΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ

1. Κατανάλωση

(40) Η φαινομένη κοινοτική κατανάλωση ουρίας καθορίστηκε με βάση τον όγκο πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής στην κοινοτική αγορά, του όγκου των πωλήσεων των λοιπών κοινοτικών παραγωγών καθώς και των εισαγωγών ουρίας στην Κοινότητα από την ενδιαφερόμενη χώρα και όλες τις άλλες τρίτες χώρες. Για τον καθορισμό της κοινοτικής κατανάλωσης δεν ελήφθη υπόψη η παραγωγή για δεσμευμένη χρήση, δεδομένου ότι η παραγωγή αυτή δεν πωλείται στην ελεύθερη αγορά αλλά μεταποιείται περαιτέρω για την παραγωγή διαφόρων τελικών προϊόντων, τα οποία αποτελούνται εν μέρει μόνο από ουρία. Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν πραγματοποίησε εισαγωγές ούτε αγόρασε με άλλο τρόπο ουρία για δεσμευμένη χρήση. Επομένως, οι πωλήσεις ουρίας που παρήχθη για τη δεσμευμένη αγορά και χρησιμοποιήθηκε σ' αυτήν δεν βρίσκονταν σε ανταγωνισμό με τις πωλήσεις ουρίας που παρήχθη για τη μη δεσμευμένη αγορά και πωλήθηκε σ' αυτήν, επομένως, είναι μάλλον απίθανο να είχαν υποστεί τις επιπτώσεις των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ.

(41) Βάσει αυτών, η κατανάλωση αυξήθηκε σταθερά κατά 25,8 % κατά την υπό επανεξέταση περίοδο, από περίπου 4,8 εκατομμύρια τόνους το 1996 σε περίπου 6 εκατομμύρια τόνους κατά την ΠΕ.

2. Εισαγωγές από τις ενδιαφερόμενες χώρες

2.1. Όγκος και μερίδιο αγοράς

(42) Πρέπει να σημειωθεί ότι ο όγκος των εισαγωγών καταγωγής Ρωσίας ήταν ακόμη σημαντικός μεταξύ του 1990 και του 1994, το δε 1994 ανήλθε σε 300 χιλιάδες τόνους. Κατά την περίοδο αυτή, είχαν επιβληθεί μέτρα αντιντάμπινγκ υπό μορφή ανάληψης υποχρέωσης. Βάσει των στοιχείων της Eurostat, σημειώθηκε απότομη πτώση μεταξύ του 1995 και του 1996, μετά τη μετατροπή, το 1995, της μορφής του μέτρου σε δασμό. Ένας από τους λόγους της πτώσης αυτής ήταν η μετατροπή της μορφής του μέτρου. Eν συνεχεία, ο όγκος των εισαγωγών παρέμεινε σταθερός μεταξύ του 1996 και του 1998 για να μειωθεί εκ νέου σημαντικά κατά την ΠΕ. Δεν μπορεί να αποκλειστεί το γεγονός ότι στην κάμψη αυτή συνέβαλε η σημαντική αύξηση των εξαγωγών από άλλες τρίτες χώρες στην Κοινότητα.

(43) Το μερίδιο αγοράς των εισαγωγών στην Κοινότητα από την ενδιαφερόμενη χώρα μειώθηκε από 0,9 % το 1996 σε 0,4 % κατά την ΠΕ.

2.2. Τιμές

(44) Ο μέσος όρος των τιμών CIF των υπό εξέταση εισαγωγών αυξήθηκε αισθητά μετά την επιβολή του δασμού αντιντάμπινγκ, το 1995, ο οποίος βασίστηκε σε ελάχιστη τιμή εισαγωγής. Από το 1998, διαπιστώθηκε ότι είχε σημειωθεί σημαντική κάμψη των τιμών εισαγωγής. Ωστόσο, από το 1997, και ακόμη περισσότερο από το 1998, οι ρωσικές τιμές της ουρίας κατείχαν την υψηλότερη θέση στο φάσμα των τιμών που εφάρμοσαν στην Κοινότητα οι παραγωγοί-εξαγωγείς των λοιπών τρίτων χωρών, γεγονός που εξηγεί εν μέρει τον λόγο για τον οποίο οι εισαγωγές καταγωγής Ρωσίας δεν μπόρεσαν να κερδίσουν μερίδια αγοράς.

(45) Μία ένωση εισαγωγέων υποστήριξε ότι η Επιτροπή πρέπει, για το σκοπό της σύγκρισης των τιμών, να λάβει υπόψη τις ποιοτικές διαφορές μεταξύ της ρωσικής ουρίας και της ουρίας που παράγει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής. Εν προκειμένω, πρέπει να σημειωθεί ότι τα ισχύοντα μέτρα περιλαμβάνουν 10 % ποιοτικής προσαρμογής. Επιπλέον, το πεδίο εφαρμογής της επανεξέτασης ενόψει της λήξεως ισχύος των μέτρων, αντίθετα από το πεδίο εφαρμογής ορισμένων ενδιάμεσων επανεξετάσεων, δεν απαιτεί νέους υπολογισμούς των περιθωρίων ζημίας που βασίζονται στη σύγκριση των τιμών.

3. Οικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

3.1. Παραγωγή

(46) Η συνολική παραγωγή ουρίας του κοινοτικού κλάδου παραγωγής που προοριζόταν προς πώληση στην κοινοτική αγορά, δηλαδή εξαιρουμένης της παραγωγής για δεσμευμένη χρήση που αντιπροσωπεύει περίπου το 25 % της συνολικής παραγωγής, αυξήθηκε κατά 7,5 % μεταξύ του 1996 και της ΠΕ. Μεταξύ του 1996 και του 1997 σημειώθηκε σημαντική αύξηση, ενώ η παραγωγή μειώθηκε ελαφρά μεταξύ του 1998 και της ΠΕ.

3.2. Παραγωγική ικανότητα και χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας

(47) Το ποσοστό χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας παρέμεινε γενικά σταθερό γύρω στο 86 % κατά το 1996 και το 1997. Εν συνεχεία, μειώθηκε σε 84,7 % το 1998 και σε 82,5 % κατά την ΠΕ.

(48) Ωστόσο, η αμμωνία που χρησιμοποιήθηκε για την παραγωγή ουρίας μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για την παραγωγή άλλων λιπασμάτων. Το ποσοστό χρησιμοποίησης παραγωγικής ικανότητας για την παραγωγή ουρίας καθώς και η σχετική πορεία του επηρεάζονται επομένως και από την ανάπτυξη άλλων λιπασμάτων.

3.3. Πωλήσεις στην Κοινότητα

(49) Ο συνολικός όγκος πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής στην κοινοτική αγορά αυξήθηκε από 3,2 εκατομμύρια τόνους το 1996 σε περίπου 3,8 εκατομμύρια τόνους κατά την περίοδο της έρευνας, πράγμα που αντιπροσωπεύει αύξηση 17 %. Η αύξηση των πωλήσεων ήταν ιδιαίτερα αισθητή μεταξύ του 1997 και του 1998.

3.4. Αποθέματα

(50) Το επίπεδο των αποθεμάτων δεν θεωρείται έγκυρος δείκτης της ζημίας λόγω της εποχικότητας των πωλήσεων, του γεγονότος ότι η ουρία που χρησιμοποιείται για δεσμευμένη χρήση αποθηκεύεται μαζί με την ουρία που προορίζεται να διατεθεί άμεσα στην αγορά και του γεγονότος ότι η ουρία αποθηκεύεται εν μέρει από τους ίδιους τους παραγωγούς και εν μέρει από γεωργικούς συνεταιρισμούς.

3.5. Μερίδιο αγοράς

(51) Σε μία αναπτυσσόμενη γενικά αγορά και παρά την αύξηση του όγκου των πωλήσεων, το κοινοτικό μερίδιο αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκε από περίπου 67 % το 1996 σε περίπου 63 % κατά την ΠΕ, με αποτέλεσμα να μην επωφεληθεί ο κλάδος αυτός από τη μεγέθυνση της αγοράς.

3.6. Τιμές

(52) Από το 1996 έως την ΠΕ, ο μέσος όρος των τιμών πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειωνόταν ετησίως, με αποτέλεσμα να σημειώσει συνολική μείωση 40 % περίπου, σύμφωνα με τη γενική τάση των τιμών στην αγορά. Οι παράγοντες που επηρέασαν την τάση αυτή φαίνεται ότι είναι η παρουσία στην κοινοτική αγορά εισαγωγών από άλλες τρίτες χώρες και η πρακτική ντάμπινγκ που διαπιστώθηκε σχετικά με άλλα λιπάσματα, όπως το νιτρικό αμμώνιο και τα μείγματα νιτρικού αμμωνίου και ουρίας, τα οποία συνέβαλαν στην ύφεση των τιμών όλων των αζωτούχων λιπασμάτων. Επιπλέον, πρέπει να σημειωθεί ότι τον Απρίλιο του 1997, η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας επέβαλε απαγόρευση στην εισαγωγή ουρίας. Η κινεζική αγορά είναι, σε γενικές γραμμές, τετραπλάσια της κοινοτικής και, πριν από την επιβολή της απαγόρευσης, εφοδιαζόταν κυρίως από τις εισαγωγές. Επομένως, η απαγόρευση εισαγωγών είχε επιπτώσεις στις τιμές της ουρίας στην Κοινότητα, δεδομένου ότι πολλές τρίτες χώρες συνήθιζαν να αποστέλλουν μεγάλο ποσοστό των εξαγωγών τους στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας. Η μείωση των τιμών των ενεργειακών προϊόντων μπορεί επίσης να επηρέασε τις τιμές πώλησης (δεδομένου ότι το φυσικό αέριο είναι η κυριότερη πρώτη ύλη για την παραγωγή ουρίας).

3.7. Αποδοτικότητα και απόδοση των επενδύσεων

(53) Η αποδοτικότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, εκφραζόμενη ως ποσοστό της καθαρής αξίας των πωλήσεων, μειώθηκε σταθερά μεταξύ του 1996 και της ΠΕ. Η τάση αυτή πρέπει να εξεταστεί με βάση την εξέλιξη των τιμών, η οποία παρουσίασε πράγματι παρόμοια εξέλιξη. Το 1998, η αποδοτικότητα κατέστη αρνητική και, κατά την ΠΕ, το επίπεδο των απωλειών αυξήθηκε σημαντικά.

(54) Η απόδοση των επενδύσεων ακολούθησε την αρνητική τάση της αποδοτικότητας κατά την υπό επανεξέταση περίοδο. Η αρνητική αυτή τάση ήταν ακόμη πιο αισθητή λόγω της κοινής επίπτωσης που είχαν η μείωση της αποδοτικότητας και η αύξηση των επενδύσεων.

3.8. Ταμειακές ροές

(55) Οι ταμειακές ροές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής όσον αφορά τις πωλήσεις ουρίας ακολούθησαν επίσης με ελάχιστη διαφορά την τάση της αποδοτικότητας.

3.9. Ικανότητα άντλησης κεφαλαίων

(56) Οι εταιρείες που παράγουν ουρία αποτελούν μέρος μεγαλύτερων ομίλων. Δεν αναφέρθηκαν σχετικά προβλήματα.

3.10. Απασχόληση, παραγωγικότητα και μισθοί

(57) Η απασχόληση μειώθηκε από 1638 υπαλλήλους το 1996 σε 1469 υπαλλήλους κατά την ΠΕ, δηλαδή κατά 10 % περίπου. Κατά την υπό επανεξέταση περίοδο, η παραγωγικότητα αυξήθηκε σταθερά. Οι μισθοί, αντίθετα, μειώθηκαν το 1997, αλλά εν συνεχεία ακολούθησαν την τάση της παραγωγικότητας.

3.11. Επενδύσεις

(58) Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής πραγματοποίησε σημαντικές επενδύσεις μεταξύ του 1996 και της ΠΕ. Σ' αυτές πρέπει να συμπεριληφθούν εν μέρει και οι επενδύσεις που πραγματοποιήθηκαν στις εγκαταστάσεις παραγωγής αμμωνίας, οι οποίες θεωρούνται ως ανάντη επενδύσεις. Οι επενδύσεις ήταν κατ' εξοχήν άμεσες επενδύσεις σε εγκαταστάσεις και μηχανήματα που χρησιμοποιούνται για τη διαδικασία παραγωγής ουρίας και αμμωνίου.

4. Εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες

(59) Ο όγκος των εισαγωγών ουρίας από τρίτες χώρες άλλες από τη Ρωσία αυξήθηκε μεταξύ του 1996 και της ΠΕ κατά 665 χιλιάδες τόνους περίπου, περνώντας από 1187 χιλιάδες τόνους σε 1852 χιλιάδες τόνους, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat.

(60) Η αύξηση αυτή θα πρέπει προφανώς να εξεταστεί με βάση την απαγόρευση εισαγωγών ουρίας που επιβλήθηκε τον Απρίλιο του 1997 στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, γεγονός που ώθησε ορισμένες χώρες στη μετατόπιση των εξαγωγών τους προς άλλες χώρες. Οι άλλες αυτές τρίτες χώρες αύξησαν το μερίδιο αγοράς τους στην Κοινότητα κατά 6 % μεταξύ του 1996 και της ΠΕ. Οι αντίστοιχες μέσες τιμές cif κατά την εισαγωγή, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, μειώθηκαν σημαντικά μεταξύ του 1996 και της ΠΕ.

5. Συμπέρασμα

(61) Το 1996, αμέσως μετά την επιβολή του δασμού (1995), ενώ η κατανάλωση στην κοινοτική αγορά αυξανόταν, το μερίδιο αγοράς της Ρωσίας είχε ήδη μειωθεί κάτω από 1 %. Η μέση τιμή των εισαγωγών αυτών, όπως δηλώθηκε στα τελωνεία, μειώθηκε και, κατά την ΠΕ, έπεσε κάτω από την ελάχιστη τιμή εισαγωγών 115 ECU/τόνο. Οι ρωσικές εισαγωγές δεν κατόρθωσαν να κερδίσουν μερίδια αγοράς, γεγονός που οφειλόταν επίσης στην αυξανόμενη παρουσία άλλων τρίτων χωρών στην κοινοτική αγορά, των οποίων οι τιμές ήταν χαμηλότερες από τις ρωσικές από το 1997.

(62) Η αναμενόμενη βελτίωση της κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής δεν υλοποιήθηκε, κυρίως λόγω της αυξανόμενης παρουσίας στην αγορά άλλων προμηθευτών τρίτων χωρών. Ενώ η παραγωγή και ο όγκος των πωλήσεων αυξήθηκε, άλλοι οικονομικοί δείκτες μειώθηκαν σημαντικά, και συγκεκριμένα η χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας, τα μερίδια αγοράς, οι τιμές, η αποδοτικότητα, η απόδοση των επενδύσεων, οι ταμειακές ροές και η απασχόληση. Ειδικότερα, η απότομη μείωση των τιμών πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής είχε αρνητικό αντίκτυπο στην αποδοτικότητά του. Η κατάσταση αυτή πρέπει να εξεταστεί με βάση την ενισχυμένη παρουσία στην κοινοτική αγορά των εισαγωγών από άλλες τρίτες χώρες, οι οποίες απέκτησαν σημαντικά μερίδια της αγοράς μετά την επιβολή των μέτρων. Πρέπει να σημειωθεί ότι, τον Οκτώβριο του 2000, κινήθηκε έρευνα αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές ουρίας καταγωγής ορισμένων άλλων τρίτων χωρών (Λευκορωσίας, Βουλγαρίας, Κροατίας, Αιγύπτου, Εσθονίας, Λιθουανίας, Λιβύης, Πολωνίας, Ρουμανίας και Ουκρανίας). Επομένως, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής εξακολουθεί να βρίσκεται σε δυσχερή κατάσταση.

ΣΤ. ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗΣ ΤΗΣ ΖΗΜΙΑΣ

(63) Όσον αφορά τις πιθανές επιπτώσεις στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής λόγω της λήξεως των ισχυόντων μέτρων, εξετάστηκαν οι ακόλουθοι παράγοντες, σύμφωνα με τα στοιχεία που συνοψίζονται στις αιτιολογικές σκέψεις 37 και 38.

(64) Υπάρχουν σαφείς ενδείξεις σύμφωνα με τις οποίες οι εισαγωγές καταγωγής Ρωσίας θα εξακολουθήσουν να αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ. Επιπλέον, είναι πιθανό ότι ο όγκος των εισαγωγών θα αυξηθεί σημαντικά, δεδομένου ότι οι Ρώσοι παραγωγοί-εξαγωγείς διαθέτουν σημαντική μη χρησιμοποιούμενη παραγωγική ικανότητα και, επομένως, έχουν τη δυνατότητα να αυξήσουν την παραγωγή και τον όγκο των εξαγωγών τους. Επιπλέον, η εγχώρια κατανάλωση στη Ρωσία θα παραμείνει πιθανώς σε σχετικά χαμηλά επίπεδα στο άμεσο μέλλον.

(65) Όσον αφορά τη συμπεριφορά των Ρώσων εξαγωγέων ως προς τις τιμές εξαγωγής που εφαρμόζουν στις αγορές των τρίτων χωρών, και συγκεκριμένα της Βραζιλίας, της Τουρκίας και του Μεξικού, είναι πιθανό ότι οι Ρώσοι παραγωγοί-εξαγωγείς θα ακολουθήσουν επιθετική πολιτική τιμών στην Κοινότητα ώστε να επανακτήσουν το χαμένο μερίδιο αγοράς τους. Πράγματι, όπως καθορίστηκε στις προηγούμενες διαδικασίες όσον αφορά τα λιπάσματα, ακόμη και οι μικροί όγκοι σε χαμηλές τιμές μπορούν να έχουν σημαντικές στρεβλωτικές και ζημιογόνες επιπτώσεις στην αγορά της πρώτης αυτής ύλης.

(66) Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής εξακολουθεί να βρίσκεται σε δυσχερή κατάσταση, ιδίως όσον αφορά την αποδοτικότητά του, η οποία βελτιώθηκε αισθητά αμέσως μετά την επιβολή των υπό εξέταση μέτρων, αλλά εν συνεχεία επιδεινώθηκε εκ νέου σημαντικά. Λαμβανομένης υπόψη της ήδη επισφαλούς κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, οι πιθανοί όγκοι και οι τιμές των ρωσικών εισαγωγών σε περίπτωση κατάργησης των μέτρων θα αποτελέσουν μία ακόμη απειλή για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής. Ο αντίκτυπός τους στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής θα είναι ασφαλώς σημαντικός.

(67) Επομένως, βάσει των ανωτέρω, συνάγεται το συμπέρασμα ότι, σε περίπτωση κατάργησης των μέτρων, υπάρχει πιθανότητα επανάληψης της ζημίας που προκλήθηκε από τις εισαγωγές ουρίας καταγωγής Ρωσίας.

Ζ. ΤΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ

1. Εισαγωγή

(68) Σύμφωνα με το άρθρο 21 του βασικού κανονισμού, εξετάστηκε κατά πόσον η παράταση των ισχυόντων μέτρων αντιντάμπινγκ θα αντίκειτο στο συνολικό συμφέρον της Κοινότητας. Ο προσδιορισμός του κοινοτικού συμφέροντος βασίστηκε σε εκτίμηση των συμφερόντων όλων των ενδιαφερόμενων μερών, τουτέστιν, του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, των εισαγωγέων και των εμπόρων καθώς και των χρηστών του υπό εξέταση προϊόντος. Για να εκτιμηθούν οι πιθανές επιπτώσεις της συνέχισης ή μη των μέτρων, η Επιτροπή ζήτησε πληροφορίες από όλα τα προαναφερόμενα ενδιαφερόμενα μέρη.

(69) Πρέπει να υπενθυμιστεί ότι, στην προηγούμενη έρευνα, είχε θεωρηθεί ότι η θέσπιση μέτρων δεν αντίκειτο στο συμφέρον της Κοινότητας. Επιπλέον, πρέπει να σημειωθεί ότι η παρούσα έρευνα αποτελεί επανεξέταση και, επομένως, αναλύει μία κατάσταση στην οποία εφαρμόζονται ήδη μέτρα αντιντάμπινγκ. Επομένως, η παρούσα επανεξέταση έχει λάβει υπόψη τις ενδεχόμενες αθέμιτες αρνητικές επιπτώσεις επί των ενδιαφερομένων μερών κατά την περίοδο που ακολούθησε την επιβολή των μέτρων.

(70) Η Επιτροπή έστειλε ερωτηματολόγιο σε 44 εισαγωγείς, σε μία ένωση εισαγωγέων, σε πέντε ενώσεις χρηστών και σε έναν χρήστη του υπό εξέταση προϊόντος και έλαβε απάντηση από έναν εισαγωγέα, έναν χρήστη, μία ένωση χρηστών και από την ένωση των εισαγωγέων.

(71) Βάσει αυτών, εξετάστηκε επίσης κατά πόσον, παρά τα συμπεράσματα τα σχετικά με το ντάμπινγκ, την κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και την πιθανότητα επανάληψης ζημιογόνου ντάμπινγκ, υπάρχουν επιτακτικοί λόγοι που θα οδηγούσαν στο συμπέρασμα ότι η διατήρηση των μέτρων στην παρούσα περίπτωση αντίκειται στο συμφέρον της Κοινότητας.

2. Κοινοτικός κλάδος παραγωγής

(72) Αν δεν εξακολουθήσουν να εφαρμόζονται τα μέτρα αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκαν κατά την προηγούμενη έρευνα, θεωρείται πιθανό ότι η πρακτική του ζημιογόνου ντάμπινγκ θα επαναληφθεί και ότι η κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, η οποία επιδεινώθηκε κατά την υπό επανεξέταση περίοδο, θα επιδεινωθεί περαιτέρω.

(73) Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής έχει αποδειχθεί διαρθρωτικά βιώσιμη βιομηχανία, ικανή να προσαρμόζεται στις μεταβαλλόμενες συνθήκες της αγοράς. Τούτο αποδεικνύεται ιδίως με τα κέρδη που επέτυχε o κλάδος αυτός μέχρι το 1997 και τις επενδύσεις του σε παραγωγική ικανότητα αιχμής. Η επιτυχία των προσπαθειών αυτών εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ύπαρξη θεμιτού ανταγωνισμού στην κοινοτική αγορά. Εν προκειμένω, πρέπει να τονιστεί ότι, τον Οκτώβριο του 2000, κινήθηκε έρευνα αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές ουρίας καταγωγής Λευκορωσίας, Βουλγαρίας, Κροατίας, Αιγύπτου, Εσθονίας, Λιθουανίας, Λιβύης, Πολωνίας, Ρουμανίας και Ουκρανίας. Εξάλλου, η επιδείνωση της απασχόλησης, της αποδοτικότητας και των τιμών πώλησης ήταν τέτοια ώστε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής έκλεισε πρόσφατα σημαντικό μέρος της παραγωγικής ικανότητας αζωτούχων λιπασμάτων.

3. Εισαγωγείς

(74) Από τους 44 εισαγωγείς που έλαβαν ερωτηματολόγιο, μόνο ένας απάντησε. Κατ' αρχήν, ο εισαγωγέας αυτός υποστήριξε ότι ήταν αντίθετος προς τη διατήρηση των μέτρων. Ωστόσο, δεδομένης της αμελητέας σημασίας της ουρίας για την επιχείρησή του, συνήχθη το συμπέρασμα ότι ο εισαγωγέας δεν θα θιγόταν σοβαρά από τη διατήρηση των μέτρων.

(75) Ενόψει του χαμηλού επιπέδου συνεργασίας, το γεγονός ότι οι εισαγωγείς ασχολούνται γενικά με ευρύ φάσμα λιπασμάτων, εκ των οποίων η ουρία είναι ένα μόνο, και του γεγονότος ότι υπάρχουν πολλές άλλες πηγές εφοδιασμού ουρίας που δεν υπόκεινται επί του παρόντος σε μέτρα αντιντάμπινγκ, συνήχθη το συμπέρασμα ότι οποιαδήποτε αρνητική επίπτωση που θα είχε η διατήρηση των μέτρων στους εισαγωγείς δεν θα αποτελούσε επιτακτικό λόγο κατά της διατήρησης αυτής.

4. Χρήστες

(76) Οι χρήστες του υπό εξέταση προϊόντος είναι κυρίως γεωργοί και εταιρείες που παράγουν κόλλες και πλαστικές ύλες. Η Επιτροπή έστειλε ερωτηματολόγιο σε διάφορες ενώσεις χρηστών σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο. Μία ένωση χρηστών που αντιπροσωπεύει 11 γεωργικούς συνεταιρισμούς, και ένας χρήστης απάντησαν στο ερωτηματολόγιο. Αμφότεροι τάσσονται, κατ' αρχήν, κατά της διατήρησης των μέτρων. Ωστόσο, κανείς από αυτούς δεν χρησιμοποίησε την ουρία καταγωγής Ρωσίας κατά την ΠΕ. Τα μέλη της ένωσης των χρηστών αγόρασαν ελάχιστες ποσότητες ουρίας καταγωγής άλλων πηγών καθ' όλη την υπό επανεξέταση περίοδο. Ο μεμονωμένος χρήστης δεν αντιμετώπισε προβλήματα εφοδιασμού ουρίας από άλλες τρίτες χώρες κατά την περίοδο ισχύος των μέτρων.

(77) Πρέπει να σημειωθεί ότι, όπως είχε επίσης καθοριστεί στις προηγούμενες έρευνες, τα λιπάσματα αντιπροσωπεύουν μικρό μόνο ποσοστό του συνολικού κόστους παραγωγής των γεωργών. Για το λόγο αυτό και λόγω του χαμηλού επιπέδου συνεργασίας, συνήχθη το συμπέρασμα ότι τα ισχύοντα μέτρα δεν είχαν αρνητικό αντίκτυπο στους χρήστες της ουρίας. Εν προκειμένω πρέπει να σημειωθεί ότι κανείς από τους χρήστες δεν επισήμανε γενική αύξηση των τιμών ουρίας ή/και μείωσης της αποδοτικότητάς του από τη στιγμή που επιβλήθηκαν τα ισχύοντα μέτρα. Για το λόγο αυτό και λαμβανομένου υπόψη του χαμηλού επιπέδου συνεργασίας, συνήχθη το συμπέρασμα ότι κάθε αρνητικός αντίκτυπος που ενδέχεται να έχει η διατήρηση των μέτρων στους χρήστες δεν αποτελεί επιτακτικό λόγο κατά της διατήρησης των μέτρων αυτών.

5. Συμπέρασμα

(78) Για τους προαναφερόμενους λόγους, συνάγεται το συμπέρασμα ότι, όσον αφορά το συμφέρον της Κοινότητας, δεν υπάρχουν επιτακτικοί λόγοι κατά της διατήρησης των μέτρων.

Η. ΜΕΤΡΑ ΑΝΤΙΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

(79) Όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη ενημερώθηκαν σχετικά με τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και το σκεπτικό βάσει των οποίων επρόκειτο να γίνει σύσταση για τη διατήρηση του ισχύοντος δασμού αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές ουρίας καταγωγής Ρωσίας. Καθορίστηκε επίσης προθεσμία εντός της οποίας τα μέρη μπορούσαν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους μετά την εν λόγω δημοσιοποίηση. Η Επιτροπή δεν έλαβε καμία παρατήρηση που θα μπορούσε να την οδηγήσει στην αλλαγή των ανωτέρω συμπερασμάτων.

(80) Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, πρέπει να διατηρηθούν τα ισχύοντα μέτρα αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές ουρίας καταγωγής Ρωσίας,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1. Επιβάλλεται οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ουρίας καταγωγής Ρωσίας που υπάγεται στους κωδικούς ΣΟ 3102 10 10 και 3102 10 90.

2. Το ποσό του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ ισούται με τη διαφορά μεταξύ της ελάχιστης τιμής εισαγωγής 115 ευρώ ανά τόνο και της καθαρής τιμής cif, ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας, πριν από την επιβολή του δασμού, σε όλες τις περιπτώσεις στις οποίες η τιμή cif είναι χαμηλότερη από την ελάχιστη τιμή εισαγωγής.

3. Σε περίπτωση ζημίας των εμπορευμάτων πριν από τη θέση τους σε ελεύθερη κυκλοφορία και, επομένως, όταν εφαρμόζεται αναλογική κατανομή στην πράγματι καταβληθείσα ή καταβλητέα τιμή για τον προσδιορισμό της δασμολογητέας αξίας, κατά το άρθρο 145 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 της Επιτροπής(11), η ελάχιστη τιμή εισαγωγής που καθορίζεται ανωτέρω μειώνεται κατά ένα ποσοστό που αντιστοιχεί στην αναλογική κατανομή της πράγματι καταβληθείσας ή καταβλητέας τιμής. Στην περίπτωση αυτή ο καταβλητέος δασμός ισούται με τη διαφορά μεταξύ της μειωμένης ελάχιστης τιμής εισαγωγής και της μειωμένης καθαρής τιμής, ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας, πριν από τον εκτελωνισμό.

4. Εφαρμόζονται οι ισχύουσες διατάξεις σχετικά με τους δασμούς, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από την δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 7 Μαΐου 2001.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

B. Ringholm

(1) ΕΕ 56 της 6.3.1996, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2238/2000, ΕΕ L 257 της 11.10.2000, σ. 2.

(2) ΕΕ L 121 της 9.5.1987, σ. 11.

(3) ΕΕ L 317 της 7.11.1987, σ. 1.

(4) ΕΕ L 52 της 24.2.1989, σ. 37.

(5) ΕΕ C 87 της 27.3.1993, σ. 7.

(6) ΕΕ L 49 της 4.3.1995, σ. 1.

(7) ΕΕ C 301 της 21.10.2000, σ. 2.

(8) ΕΕ C 252 της 3.9.1999, σ. 2.

(9) ΕΕ C 62 της 4.3.2000, σ. 19.

(10) ΕΕ C 62 της 4.3.2000, σ. 19.

(11) ΕΕ L 253 της 11.10.1993, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2787/2000 (ΕΕ L 330 της 27.12.2000, σ. 1).