32001R0068

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 68/2001 της Επιτροπής, της 12ης Ιανουαρίου 2001, σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης στις ενισχύσεις για επαγγελματική εκπαίδευση

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 010 της 13/01/2001 σ. 0020 - 0029


Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 68/2001 της Επιτροπής

της 12ης Ιανουαρίου 2001

σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης στις ενισχύσεις για επαγγελματική εκπαίδευση

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 994/98 του Συμβουλίου, της 7ης Μαΐου 1998, για την εφαρμογή των άρθρων 92 και 93 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σε ορισμένες κατηγορίες οριζόντιων κρατικών ενισχύσεων(1), και ιδίως το άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο iv),

Αφού δημοσίευσε σχέδιο του παρόντος κανονισμού(2),

Μετά από διαβουλεύσεις με την συμβουλευτική επιτροπή για τις κρατικές ενισχύσεις,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 994/98 εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να αποφαίνεται, σύμφωνα με το άρθρο 87 της συνθήκης ότι, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, οι ενισχύσεις επαγγελματικής εκπαίδευσης συμβιβάζονται με την κοινή αγορά και ότι δεν υπόκεινται στην υποχρέωση κοινοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης.

(2) Η Επιτροπή, με πολυάριθμες αποφάσεις, εφήρμοσε τα άρθρα 87 και 88 της συνθήκης σε ενισχύσεις επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατέστησε επίσης γνωστή πρόσφατα την πολιτική της επί του θέματος με το πλαίσιο ενισχύσεων για επαγγελματική εκπαίδευση(3). Με βάση την εκτεταμένη πείρα της από την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης στις ενισχύσεις επαγγελματικής εκπαίδευσης και προκειμένου να διασφαλισθεί ο αποτελεσματικός έλεγχος και η απλούστευση του διοικητικού έργου χωρίς να εξασθενήσει η παρακολούθηση της κατάστασης από την Επιτροπή, ενδείκνυται η Επιτροπή να κάνει χρήση των εξουσιών που της απονέμονται δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 994/98.

(3) Προκειμένου να διαμορφωθεί διαφανής και πολιτική με συνοχή σε όλους τους τομείς, είναι σκόπιμο να καταστεί όσο το δυνατόν ευρύτερο το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και να περιλαμβάνει το γεωργικό τομέα, την αλιεία και την υδατοκαλλιέργεια.

(4) Ο παρών κανονισμός δεν αποκλείει τη δυνατότητα των κρατών μελών να κοινοποιούν τις ενισχύσεις επαγγελματικής εκπαίδευσης οι οποίες θα αξιολογούνται από την Επιτροπή κυρίως με βάση τα κριτήρια του παρόντος κανονισμού ή σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές και τα ισχύοντα κοινοτικά πλαίσια, εφόσον υπάρχουν τέτοιες κατευθυντήριες γραμμές και κοινοτικά πλαίσια. Αυτά ισχύουν σήμερα για τις δραστηριότητες τις σχετικές με την παραγωγή, τη μεταποίηση και την εμπορία των προϊόντων που αναφέρονται στο παράρτημα Ι της συνθήκης και για τις δραστηριότητες στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών. Το πλαίσιο για τις ενισχύσεις κατάρτισης πρέπει να καταργηθεί από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού, δεδομένου ότι το περιεχόμενό του αντικαθίσταται από αυτόν.

(5) Για λόγους διαφάνειας, πρέπει να υπομνηστεί ότι σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1257/1999 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ) και για την τροποποίηση και κατάργηση ορισμένων κανονισμών(4), τα άρθρα 87 έως 89 της συνθήκης δεν εφαρμόζονται στις χρηματοδοτικές συνεισφορές των κρατών μελών όσον αφορά τα μέτρα που τυγχάνουν κοινοτικής στήριξης για λόγους κατάρτισης, σύμφωνα με το άρθρο 9 του εν λόγω κανονισμού.

(6) Για λόγους διαφάνειας πρέπει να υπογραμμιστεί ότι ο παρών κανονισμός πρέπει να εφαρμόζεται μόνο για μέτρα κατάρτισης τα οποία συνιστούν κρατικές ενισχύσεις κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης. Πολλά μέτρα κατάρτισης δεν καλύπτονται από το άρθρο αυτό αλλά συνιστούν γενικά μέτρα γιατί προορίζονται για τις επιχειρήσεις όλων των τομέων χωρίς διακρίσεις και χωρίς οι αρχές που εφαρμόζουν το μέτρο αυτό να έχουν κάποια διακριτική ευχέρεια (πρόκειται π.χ. για γενικά συστήματα παροχής φορολογικών κινήτρων, όπως είναι οι αυτόματες εκπτώσεις φόρου που απευθύνονται σε όλες τις επιχειρήσεις που επενδύουν στην κατάρτιση του προσωπικού τους). Ορισμένα μέτρα κατάρτισης δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης γιατί ευνοούν απευθείας όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη χωρίς να παρέχουν συγκεκριμένα πλεονεκτήματα σε ορισμένες επιχειρήσεις ή τομείς. Ενδεικτικά παραδείγματα είναι η εκπαίδευση και η αρχική επαγγελματική κατάρτιση (π.χ. συστήματα μαθητείας και εναλλασσόμενης κατάρτισης), η κατάρτιση ή η επανεκπαίδευση των ανέργων, συμπεριλαμβανομένων των περιόδων πρακτικής άσκησης σε επιχειρήσεις, τα μέτρα που προορίζονται απευθείας για τους εργαζόμενους ή ορισμένες κατηγορίες εργαζομένων στους οποίους δίδεται η ευκαιρία να τύχουν κατάρτισης που δεν έχει άμεση σχέση με την επιχείρηση ή τον κλάδο στον οποίον εργάζονται (π.χ. "λογαριασμός κατάρτισης"). Ωστόσο, πρέπει να υπενθυμιστεί ότι εάν οι συνεισφορές των κλαδικών ταμείων καταστούν υποχρεωτικές από το κράτος, δεν θεωρούνται ως ιδιωτικοί πόροι αλλά κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης συνιστούν κρατικούς πόρους.

(7) Ο παρών κανονισμός είναι σκόπιμο να απαλλάσσει κάθε ενίσχυση που πληροί όλες τις σχετικές προϋποθέσεις που ο ίδιος προβλέπει, καθώς και κάθε καθεστώς ενισχύσεων υπό τον όρο ότι οποιαδήποτε ενίσχυση που θα μπορούσε να χορηγηθεί κατ' εφαρμογή του εκάστοτε καθεστώτος πληροί όλες τις σχετικές προϋποθέσεις τις οποίες προβλέπει ο παρών κανονισμός. Για να εξασφαλισθεί αποτελεσματική εποπτεία και απλούστευση του διοικητικού έργου χωρίς να εξασθενήσει η παρακολούθηση της Επιτροπής, τα καθεστώτα ενισχύσεων και οι μεμονωμένες ενισχύσεις που δεν εμπίπτουν σε κανένα καθεστώς, είναι σκόπιμο να περιλαμβάνουν ρητή αναφορά στον παρόντα κανονισμό.

(8) Προκειμένου να εξαλειφθούν οι διαφορές που ενδέχεται να προκαλέσουν στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και να διευκολυνθεί ο συντονισμός μεταξύ των διαφόρων κοινοτικών και εθνικών πρωτοβουλιών που αφορούν τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και για λόγους διαφάνειας και ασφάλειας του δικαίου, ο ορισμός της έννοιας της μικρής και μεσαίας επιχείρησης που χρησιμοποιείται στον παρόντα κανονισμό πρέπει να συμπίπτει με τον ορισμό ο οποίος παρατίθεται στο παράρτημα της σύστασης 96/280/ΕΚ της Επιτροπής, της 3ης Απριλίου 1996, σχετικά με τον ορισμό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων(5). Ο ορισμός αυτός βασίζεται σε κριτήρια σχετικά με τον αριθμό των υπαλλήλων, το ετήσιο κύκλο εργασιών και ισολογισμό καθώς και την ανεξαρτησία.

(9) Για να κριθεί κατά πόσον μια δεδομένη ενίσχυση συμβιβάζεται ή όχι με την κοινή αγορά σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, επιβάλλεται να λαμβάνεται υπόψη η ένταση της ενίσχυσης, δηλαδή το ποσό της ενίσχυσης εκπεφρασμένο ως ισοδύναμο επιχορήγησης. Στην περίπτωση των ενισχύσεων που είναι καταβλητέες σε περισσότερες δόσεις και των ενισχύσεων που έχουν τη μορφή δανείου υπό ευνοϊκούς όρους, ο υπολογισμός του ισοδυνάμου επιχορήγησης προϋποθέτει την εφαρμογή των επιτοκίων που ισχύουν στην αγορά κατά το χρόνο χορήγησης της ενίσχυσης. Για να επιτευχθεί η ομοιόμορφη, διαφανής και ευκολονόητη εφαρμογή της νομοθεσίας περί κρατικών ενισχύσεων, ως επιτόκια της αγοράς κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού πρέπει να νοούνται τα επιτόκια αναφοράς, υπό την προϋπόθεση ότι, στην περίπτωση του δανείου υπό ευνοϊκούς όρους, το δάνειο παρέχεται έναντι κανονικής ασφάλειας και δεν παρουσιάζει ασυνήθιστα υψηλό κίνδυνο. Τα επιτόκια αναφοράς πρέπει να είναι εκείνα τα οποία η Επιτροπή καθορίζει ανά τακτά χρονικά διαστήματα επί τη βάσει αντικειμενικών κριτηρίων και τα οποία δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και στο Ίντερνετ.

(10) Συνήθως η επαγγελματική εκπαίδευση έχει πολύ θετικά εξωτερικά αποτελέσματα για την κοινωνία, δεδομένου ότι αυξάνει το ειδικευμένο εργατικό δυναμικό από το οποίο άλλες επιχειρήσεις δύνανται να αντλήσουν προσωπικό, βελτιώνει την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας και διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη στρατηγική απασχόλησης. Λαμβανομένου υπόψη ότι οι επιχειρήσεις της Κοινότητας γενικότερα επενδύουν σε περιορισμένο βαθμό στην εκπαίδευση των εργαζομένων τους, οι κρατικές ενισχύσεις δύνανται να συμβάλλουν στη διόρθωση της ατέλειας αυτής της αγοράς, και ως εκ τούτου να θεωρηθούν συμβιβάσιμες με την κοινή αγορά και άρα να απαλλάσσονται από την υποχρέωση προηγούμενης κοινοποίησης.

(11) Προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι οι κρατικές ενισχύσεις περιορίζονται στο ελάχιστο απαραίτητο μέτρο για την επίτευξη του κοινοτικού στόχου, πράγμα το οποίο θα ήταν ανέφικτο αν βασιζόταν αποκλειστικά στις δυνάμεις της αγοράς, οι επιτρεπόμενες εντάσεις ενίσχυσης πρέπει να ανταποκρίνονται στο είδος της παρεχόμενης επαγγελματικής εκπαίδευσης, το μέγεθος της επιχείρησης και τη γεωγραφική της θέση.

(12) Η γενική επαγγελματική εκπαίδευση παρέχει μεταβιβάσιμα προσόντα και βελτιώνει σημαντικά τις δυνατότητες απασχόλησης του εκπαιδευομένου. Οι ενισχύσεις που χορηγούνται προς το σκοπό αυτό στρεβλώνουν λιγότερο τον ανταγωνισμό με αποτέλεσμα να δύνανται να θεωρηθούν συμβιβάσιμες με την κοινή αγορά και να απαλλαγούν από την υποχρέωση κοινοποίησης υψηλότερες εντάσεις ενίσχυσης. Εξάλλου, εξειδικευμένη επαγγελματική εκπαίδευση, η οποία κυρίως ωφελεί την επιχείρηση, ενέχει μεγαλύτερο κίνδυνο στρέβλωσης του ανταγωνισμού με αποτέλεσμα η ένταση ενίσχυσης που δύναται να θεωρηθεί συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά και να απαλλαγεί από την υποχρέωση της εκ των προτέρων κοινοποίησης, να είναι πολύ μικρότερη.

(13) Εξαιτίας των μειονεκτημάτων που αντιμετωπίζουν οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και του υψηλότερου σχετικού κόστους το οποίο αναλαμβάνουν όταν επενδύουν στην εκπαίδευση του προσωπικού τους, οι εντάσεις ενίσχυσης που απαλλάσσονται βάσει του παρόντος κανονισμού πρέπει να είναι αυξημένες για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.

(14) Σε ενισχυόμενες περιοχές του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχεία α) και γ) της συνθήκης, η επαγγελματική εκπαίδευση έχει μεγαλύτερο εξωτερικό αντίκτυπο, δεδομένου ότι στις περιοχές αυτές οι επενδύσεις στην επαγγελματική εκπαίδευση είναι εξαιρετικά χαμηλές και παρατηρείται υψηλότερο ποσοστό ανεργίας. Για το λόγο αυτόν οι εντάσεις ενίσχυσης που απαλλάσσονται βάσει του παρόντος κανονισμού πρέπει να προσαυξάνονται για τις εν λόγω περιοχές.

(15) Τα χαρακτηριστικά της επαγγελματικής εκπαίδευσης στις θαλάσσιες μεταφορές δικαιολογούν ειδική προσέγγιση για τον τομέα αυτό.

(16) Είναι σκόπιμο να εξακολουθήσει η Επιτροπή να αξιολογεί μεμονωμένα τα μεγάλα ποσά ενισχύσεων προτού χορηγηθούν. Ως εκ τούτου, οι ενισχύσεις που υπερβαίνουν δεδομένο ποσό, το οποίο πρέπει να ορισθεί σε 1 εκατομμύριο ευρώ, θα αποκλείονται από την απαλλαγή που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό και θα εξακολουθήσουν να εμπίπτουν στις διατάξεις του άρθρου 88 παράγραφος 3 της συνθήκης.

(17) Βάσει του παρόντος κανονισμού δεν πρέπει να απαλλάσσονται οι περιπτώσεις σώρευσης μιας ενίσχυσης με άλλες κρατικές ενισχύσεις, περιλαμβανομένων εκείνων που χορηγούνται από εθνικές, περιφερειακές ή τοπικές αρχές, ή με κοινοτική χρηματοδότηση, σχετικά με τις ίδιες επιλέξιμες δαπάνες, όταν αυτή η σώρευση οδηγεί σε υπέρβαση των ανωτάτων ορίων που θεσπίζονται με τον παρόντα κανονισμό.

(18) Για λόγους διαφάνειας και αποτελεσματικής εποπτείας, σύμφωνα με το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 994/98, ενδείκνυται η καθιέρωση τυποποιημένου εντύπου με το οποίο τα κράτη μέλη θα υποβάλλουν στην Επιτροπή συνοπτικά πληροφοριακά στοιχεία κάθε φορά που, δυνάμει του παρόντος κανονισμού, εφαρμόζουν ένα καθεστώς ενισχύσεων ή χορηγούν μεμονωμένη ενίσχυση που δεν εντάσσεται σε τέτοιο καθεστώς, με σκοπό τη δημοσίευση των ενλόγω στοιχείων στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Για τους ίδιους λόγους ενδείκνυται να θεσπισθούν κανόνες για τα αρχεία που τα κράτη μέλη οφείλουν να τηρούν σε σχέση με τις απαλλασσόμενες βάσει του παρόντος κανονισμού ενισχύσεις. Για τους σκοπούς των ετήσιων εκθέσεων που τα κράτη μέλη πρέπει να υποβάλουν στην Επιτροπή, η Επιτροπή ενδείκνυται να καθορίσει τους ειδικούς όρους που θα πρέπει να πληρούν οι ενλόγω εκθέσεις, συμπεριλαμβανομένης της υποβολής πληροφοριών υπό ηλεκτρονική μορφή, λαμβάνοντας υπόψη την ευρεία διαθεσιμότητα της αναγκαίας προς τούτο τεχνολογίας.

(19) Λαμβανομένης υπόψη της εμπειρίας που έχει αποκτήσει η Επιτροπή, και ιδίως της συχνότητας με την οποία είναι γενικά απαραίτητο να αναθεωρείται η πολιτική για τις κρατικές ενισχύσεις, είναι σκόπιμο να περιορισθεί η περίοδος εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. Σε περίπτωση που η ισχύς του παρόντος κανονισμού δεν παραταθεί, τα καθεστώτα ενισχύσεων που απηλλάγησαν ήδη δυνάμει του παρόντος κανονισμού πρέπει να εξακολουθούν να καλύπτονται από την απαλλαγή για έξι μήνες,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στις ενισχύσεις που χορηγούνται σε όλους τους τομείς περιλαμβανομένων και δραστηριοτήτων σχετιζόμενων με την παραγωγή, τη μεταποίηση και την εμπορία των προϊόντων που παρατίθενται στο παράρτημα Ι της συνθήκης.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού νοείται:

α) ως "ενίσχυση", κάθε μέτρο που πληροί το σύνολο των προϋποθέσεων του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης·

β) ως "μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις", οι επιχειρήσεις που ορίζονται στο παράρτημα 1·

γ) ως "μεγάλες επιχειρήσεις", οι επιχειρήσεις που δεν υπάγονται στον ορισμό των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων που περιλαμβάνεται στο παράρτημα 1·

δ) ως "ειδική επαγγελματική εκπαίδευση", η εκπαίδευση που περιλαμβάνει διδασκαλία που αφορά άμεσα και κατά κύριο λόγο την τρέχουσα ή μελλοντική θέση του εργαζομένου στην ενισχυόμενη επιχείρηση και παρέχει προσόντα τα οποία είτε δεν είναι μεταβιβάσιμα σε άλλες επιχειρήσεις και άλλους τομείς απασχόλησης είτε είναι μεταβιβάσιμα σε περιορισμένο μόνον βαθμό·

ε) ως "γενική επαγγελματική εκπαίδευση", η εκπαίδευση που περιλαμβάνει διδασκαλία η οποία δεν αφορά αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο την τρέχουσα ή μελλοντική θέση του εργαζομένου στην ενισχυόμενη επιχείρηση, αλλά του παρέχει προσόντα τα οποία είναι μεταβιβάσιμα σε άλλες επιχειρήσεις ή σε άλλους τομείς απασχόλησης βελτιώνοντας σημαντικά με τον τρόπο αυτόν τις δυνατότητες απασχόλησής του. Η εκπαίδευση λογίζεται ως "γενική" π.χ. όταν:

- οργανώνεται από κοινού από διάφορες ανεξάρτητες επιχειρήσεις ή όταν απευθύνεται σε εργαζομένους διαφορετικών επιχειρήσεων,

- αναγνωρίζεται, πιστοποιείται ή επικυρώνεται από δημόσιους ή άλλους φορείς και οργανισμούς στους οποίους έχουν ανατεθεί οι σχετικές αρμοδιότητες από το κράτος μέλος ή την Κοινότητα·

στ) ως "ένταση ενίσχυσης", το ακαθάριστο ποσό ενίσχυσης εκφρασμένο ως ποσοστό επί των επιλέξιμων δαπανών του σχεδίου. Έτσι, όλα τα χρησιμοποιούμενα αριθμητικά στοιχεία λαμβάνονται υπόψη πριν από την αφαίρεση των τυχόν άμεσων φόρων. Όταν χορηγούνται ενισχύσεις υπό μορφή άλλη πλην της επιδότησης, ως ποσό ενίσχυσης λαμβάνεται το ισοδύναμο επιχορήγησης της ενίσχυσης. Όσον αφορά ενισχύσεις χορηγούμενες σε δόσεις γίνεται αναγωγή της αξίας τους κατά το χρόνο της χορήγησής τους. Το προεξοφλητικό που εφαρμόζεται για το σκοπό αυτό καθώς και για τον υπολογισμό του ύψους της ενίσχυσης στην περίπτωση δανείου υπό ευνοϊκούς όρους είναι το επιτόκιο αναφοράς που ισχύει κατά το χρόνο της χορήγησης·

ζ) "ως εργαζόμενος σε μειονεκτική θέση":

- για τους πρώτους έξι μήνες μετά την πρόσληψή του, κάθε νέο άτομο κάτω των 25 ετών που δεν είχε αποκτήσει προηγουμένως μιά πρώτη τακτικά αμειβόμενη εργασία,

- κάθε άτομο που αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα λόγω φυσικών, νοητικών ή φυσιολογικών εμποδίων αλλά που παρόλα αυτά είναι ικανό να ενταχθεί στην αγορά εργασίας,

- κάθε διακινούμενος εργαζόμενος ο οποίος μετακινείται εντός της Κοινότητας ή εγκαθίσταται σε ένα μέρος της προκειμένου να αναλάβει κάποια εργασία και ο οποίος χρειάζεται επαγγελματική ή/και γλωσσική εκπαίδευση,

- κάθε άτομο ηλικίας άνω των 45 ετών που δεν έχει αποκτήσει προσόντα δευτεροβάθμιας ή άλλης αντίστοιχης εκπαίδευσης,

- για τους πρώτους έξι μήνες μετά την πρόσληψή του, κάθε άτομο που επιθυμεί να επανενταχθεί στο εργασιακό περιβάλλον μετά από διάλειμμα τουλάχιστον τριών ετών, και ιδιαίτερα κάθε άτομο που σταμάτησε να εργάζεται λόγω της δυσχέρειας συγκερασμού της επαγγελματικής με την οικογενειακή του ζωή,

- για τους πρώτους έξι μήνες μετά την πρόσληψή του, κάθε άτομο που βρίσκεται σε μακροχρόνια ανεργία, δηλαδή κάθε άτομο που δεν εργάζεται επί δώδεκα συνεχείς μήνες.

Άρθρο 3

Προϋποθέσεις για απαλλαγή

1. Μεμονωμένη ενίσχυση εκτός οποιουδήποτε καθεστώτος ενισχύσεων, η οποία πληροί όλες τις προϋποθέσεις του παρόντος κανονισμού, συμβιβάζεται με την κοινή αγορά κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3 της συνθήκης και απαλλάσσεται της υποχρέωσης προς κοινοποίηση που προβλέπεται από το άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης, εφόσον περιέχει ρητή αναφορά στον παρόντα κανονισμό μνημονεύοντας τον τίτλο και τα στοιχεία δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

2. Τα καθεστώτα ενισχύσεων που πληρούν όλες τις προϋποθέσεις του παρόντος κανονισμού συμβιβάζονται με την κοινή αγορά κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3 της συνθήκης και απαλλάσσονται της υποχρέωσης προς κοινοποίηση που προβλέπεται από το άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης, εφόσον:

α) κάθε ενίσχυση που μπορεί να χορηγηθεί δυνάμει αυτού του καθεστώτος πληροί όλες τις προϋποθέσεις του παρόντος κανονισμού·

β) το καθεστώς περιέχει ρητή αναφορά του παρόντος κανονισμού, μνημονεύοντας τον τίτλο του και τα στοιχεία δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

3. Ενίσχυση που χορηγείται στο πλαίσιο των καθεστώτων ενισχύσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 συμβιβάζεται με την κοινή αγορά κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3 της συνθήκης και απαλλάσσεται από την υποχρέωση κοινοποίησης που προβλέπει το άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης, εφόσον πληρεί άμεσα όλους τους όρους του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 4

Απαλλασσόμενες ενισχύσεις για επαγγελματική εκπαίδευση

1. Τα καθεστώτα ενισχύσεων και οι μεμονωμένες ενισχύσεις υπέρ της επαγγελματικής εκπαίδευσης πρέπει να πληρούν τους όρους των παραγράφων 2 έως 7.

2. Όταν χορηγούνται ενισχύσεις για την παροχή ειδικής εκπαίδευσης, η έντασή τους δεν υπερβαίνει 25 % για τις μεγάλες επιχειρήσεις και 35 % για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.

Οι εντάσεις αυτές προσαυξάνονται κατά πέντε ποσοστιαίες μονάδες για επιχειρήσεις εγκατεστημένες σε περιοχές επιλέξιμες για περιφερειακές ενισχύσεις δυνάμει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚ και κατά δέκα ποσοστιαίες μονάδες για επιχειρήσεις εγκατεστημένες σε περιοχές επιλέξιμες για περιφερειακές ενισχύσεις δυνάμει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) της συνθήκης.

3. Όταν χορηγούνται ενισχύσεις για την παροχή γενικής εκπαίδευσης, η έντασή τους δεν υπερβαίνει το 50 % για τις μεγάλες επιχειρήσεις και το 70 % για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.

Οι εντάσεις αυτές προσαυξάνονται κατά πέντε ποσοστιαίες μονάδες για επιχειρήσεις εγκατεστημένες σε περιοχές επιλέξιμες για περιφερειακές ενισχύσεις δυνάμει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚ και κατά δέκα ποσοστιαίες μονάδες για επιχειρήσεις εγκατεστημένες σε περιοχές επιλέξιμες για περιφερειακές ενισχύσεις δυνάμει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) της συνθήκης.

4. Οι μέγιστες εντάσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 αυξάνονται κατά δέκα ποσοστιαίες μονάδες εάν η εκπαίδευση χορηγείται σε εργαζόμενους που βρίσκονται σε μειονεκτική θέση.

5. Στις περιπτώσεις που το σχέδιο ενίσχυσης περιλαμβάνει στοιχεία τόσο γενικής όσο και ειδικής επαγγελματικής εκπαίδευσης μη δυνάμενα να διαχωριστούν για τον υπολογισμό της έντασης της ενίσχυσης και στις περιπτώσεις που δεν μπορεί να διαπιστωθεί ο ειδικός ή γενικός χαρακτήρας της επαγγελματικής εκπαίδευσης που αφορά το σχέδιο ενίσχυσης, θα ισχύουν οι εντάσεις που εφαρμόζονται για την ειδική επαγγελματική εκπαίδευση βάσει της παραγράφου 2.

6. Όταν η ενίσχυση αφορά τον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών, η έντασή της δύναται να ανέλθει στο 100 %, ανεξάρτητα από το κατά πόσο αφορά ειδική ή γενική εκπαίδευση, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) ο εκπαιδευόμενος δεν αποτελεί ενεργό μέλος του πληρώματος αλλά πρέπει να είναι υπεράριθμος επί του πλοίου και

β) η εκπαίδευση πρέπει να λαμβάνει χώρα σε πλοία εγγεγραμμένα σε κοινοτικά νηολόγια.

7. Οι επιλέξιμες δαπάνες στο πλαίσιο ενός σχεδίου ενίσχυσης για επαγγελματική εκπαίδευση είναι οι ακόλουθες:

α) κόστος προσωπικού των εκπαιδευτών·

β) έξοδα μετακίνησης των εκπαιδευτών και των εκπαιδευόμενων·

γ) λοιπές τρέχουσες δαπάνες, όπως υλικά, προμήθειες·

δ) αποσβέσεις εργαλείων και εξοπλισμού στο βαθμό που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για το εκπαιδευτικό σχέδιο·

ε) κόστος υπηρεσιών συμβούλων σε σχέση με το εκπαιδευτικό σχέδιο·

στ) κόστος προσωπικού των συμμετεχόντων στα σχέδια επαγγελματικής εκπαίδευσης μέχρι του ποσού των συνολικών επιλέξιμων δαπανών που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως ε). Λαμβάνονται υπόψη μόνον οι ώρες κατά τις οποίες οι εργαζόμενοι πράγματι συμμετείχαν στην επαγγελματική εκπαίδευση, αφού αφαιρεθούν οι παραγωγικές ώρες ή το ισοδύναμό τους.

Οι επιλέξιμες δαπάνες τεκμηριώνονται με τα κατάλληλα δικαιολογητικά έγγραφα με διαφανή και αναλυτικό τρόπο.

Άρθρο 5

Μεμονωμένες ενισχύσεις μεγάλου ύψους

Η απαλλαγή δεν εφαρμόζεται όταν το ποσό της ενίσχυσης σε μια επιχείρηση για ένα και το αυτό σχέδιο επαγγελματικής εκπαίδευσης υπερβαίνει το 1 εκατομμύριο ευρώ.

Άρθρο 6

Σώρευση

1. Τα ανώτατα όρια ενίσχυσης που καθορίζονται στα άρθρα 4 και 5 ισχύουν ανεξάρτητα από το αν η υποστήριξη του ενισχυόμενου σχεδίου χρηματοδοτείται εξ ολοκλήρου από κρατικούς πόρους ή εν μέρει από την Κοινότητα.

2. Οι απαλλασσόμενες βάσει του παρόντος κανονισμού ενισχύσεις δεν σωρεύονται με άλλη κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ ή με άλλη κοινοτική χρηματοδότηση, σε σχέση με το ίδιο επιλέξιμο κόστος, εφόσον η σώρευση αυτή έχει ως αποτέλεσμα ένταση ενίσχυσης υπερβαίνουσα την καθοριζόμενη με τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 7

Διαφάνεια και έλεγχος

1. Οσάκις εφαρμόζεται καθεστώτος ενισχύσεων ή χορηγείται μεμονωμένη ενίσχυση η οποία δεν εντάσσεται σε συγκεκριμένο καθεστώτος, και το καθεστώτος αυτό ή ενίσχυση εξαιρείται βάσει του παρόντος κανονισμού, το οικείο κράτος μέλος διαβιβάζει στην Επιτροπή, εντός 20 εργάσιμων ημερών, συνοπτικές πληροφορίες σχετικά με το εν λόγω καθεστώς ενισχύσεων ή τη μεμονωμένη ενίσχυση, προκειμένου αυτές να δημοσιευθούν στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιείται το έντυπο που παρατίθεται στο παράρτημα ΙΙ.

2. Τα κράτη μέλη τηρούν αναλυτικά στοιχεία σχετικά με τα καθεστώτα ενισχύσεων που απαλλάσσονται βάσει του παρόντος κανονισμού, σχετικά με τις μεμονωμένες ενισχύσεις που χορηγούνται κατ' εφαρμογή τέτοιων καθεστώτων και σχετικά με μεμονωμένες ενισχύσεις που απαλλάσσονται βάσει του παρόντος κανονισμού και δεν χορηγούνται δυνάμει κάποιου υφιστάμενου καθεστώτος ενισχύσεων. Τα αρχεία αυτά θα περιέχουν όλα τα πληροφοριακά στοιχεία που είναι απαραίτητα προκειμένου να εξακριβωθεί αν πληρούνται οι προϋποθέσεις για απαλλαγή, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Προκειμένου για τις μεμονωμένες ενισχύσεις, τα κράτη μέλη διατηρούν αρχεία επί μια δεκαετία από την ημερομηνία καταβολής της ενίσχυσης, για δε τα καθεστώτα ενισχύσεων, επί μια δεκαετία από την ημερομηνία καταβολής της τελευταίας μεμονωμένης ενίσχυσης κατ' εφαρμογή του οικείου καθεστώτος. Αν τους ζητηθεί γραπτώς, τα οικεία κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή, εντός 20 εργάσιμων ημερών ή εντός μακρύτερης προθεσμίας που καθορίζεται στην αίτηση, όλα τα πληροφοριακά στοιχεία που η Επιτροπή θεωρεί αναγκαία για την εξέταση της τήρησης των όρων του παρόντος κανονισμού.

3. Τα κράτη μέλη καταρτίζουν έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού για κάθε πλήρες ή ελλιπές ημερολογιακό έτος κατά το οποίο ισχύει ο παρών κανονισμός χρησιμοποιώντας το έντυπο που παρατίθεται στο παράρτημα ΙΙΙ και σε ηλεκτρονική μορφή. Τα κράτη μέλη υποβάλουν τις εκθέσεις αυτές στην Επιτροπή το αργότερο τρεις μήνες μετά την παρέλευση της χρονικής περιόδου την οποία καλύπτει η έκθεση.

Άρθρο 8

Έναρξη και διάρκεια ισχύος

1. Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Εφαρμόζεται έως τις 31 Δεκεμβρίου 2006.

2. Μετά τη λήξη της ισχύος του παρόντος κανονισμού τα καθεστώτα ενισχύσεων που έχουν απαλλαγεί δυνάμει του παρόντος κανονισμού εξακολουθούν να τυγχάνουν της απαλλαγής για περίοδο προσαρμογής έξι μηνών.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 12 Ιανουαρίου 2001.

Για την Επιτροπή

Mario Monti

Μέλος της Επιτροπής

(1) ΕΕ L 142 της 14.5.1998, σ. 1.

(2) ΕΕ C 89 της 28.3.2000, σ. 8.

(3) ΕΕ C 343 της 11.11.1998, σ. 10.

(4) ΕΕ L 160 της 26.6.1999, σ. 80.

(5) ΕΕ L 107 της 30.4.1996, σ. 4.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

Ορισμός των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων

[απόσπασμα από τη σύσταση 96/280/ΕΚ της Επιτροπής, της 3ης Απριλίου 1996, σχετικά με τον ορισμό των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων (ΕΕ L 107 της 30.4.1996, σ. 4)]

"Άρθρο 1

1. Ως μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, που στο εξής θα καλούνται 'ΜΜΕ', ορίζονται οι επιχειρήσεις οι οποίες:

- απασχολούν λιγότερους από 250 εργαζομένους,

- έχουν:

- ετήσιο κύκλο εργασιών που δεν υπερβαίνει τα 40 εκατομμύρια ευρώ ή

- ετήσιο συνολικό ισολογισμό που δεν υπερβαίνει τα 27 εκατομμύρια ευρώ και

- πληρούν το κριτήριο της ανεξαρτησίας, όπως ορίζεται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου.

2. Όταν είναι απαραίτητο να γίνει διάκριση μεταξύ μικρών και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεων, ως 'μικρή επιχείρηση' ορίζεται η επιχείρηση η οποία:

- απασχολεί λιγότερους από 50 εργαζομένους,

- έχει:

- ετήσιο κύκλο εργασιών που δεν υπερβαίνει τα 7 εκατομμύρια ευρώ ή

- ετήσιο συνολικό ισολογισμό που δεν υπερβαίνει τα 5 εκατομμύρια ευρώ,

- πληροί το κριτήριο της ανεξαρτησίας, όπως ορίζεται στην παράγραφο 3.

3. Ανεξάρτητες επιχειρήσεις είναι εκείνες που δεν ανήκουν, κατά ποσοστό 25 % ή περισσότερο του κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου, σε μία επιχείρηση ή, από κοινού, σε περισσότερες επιχειρήσεις, οι οποίες δεν ανταποκρίνονται στους ορισμούς της ΜΜΕ ή της μικρής επιχείρησης (ανάλογα με την περίπτωση). Υπέρβαση αυτού του ανώτατου ορίου επιτρέπεται στις εξής δύο περιπτώσεις:

- αν η κυριότητα της επιχείρησης ανήκει σε δημόσιες εταιρείες συμμετοχών, σε εταιρείες παροχής επιχειρηματικού κεφαλαίου ή θεσμικούς επενδυτές, και υπό τον όρο ότι δεν ασκείται έλεγχος ούτε ατομικά ούτε από κοινού,

- αν το κεφάλαιο είναι διεσπαρμένο κατά τέτοιον τρόπο ώστε να μην είναι δυνατόν να καθοριστεί ποιος το κατέχει και αν η επιχείρηση δηλώνει ότι μπορεί εύλογα να υποθέσει ότι δεν ανήκει, κατά ποσοστό 25 % ή περισσότερο, σε μία επιχείρηση ή, από κοινού, σε περισσότερες επιχειρήσεις, οι οποίες δεν ανταποκρίνονται στους ορισμούς της ΜΜΕ ή της μικρής επιχείρησης (ανάλογα με την περίπτωση).

4. Κατά τον υπολογισμό των ορίων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 είναι σκόπιμο να αθροίζονται τα σχετικά στοιχεία που αφορούν τη δικαιούχο επιχείρηση και όλες τις επιχειρήσεις που ελέγχονται άμεσα ή έμμεσα απ' αυτήν μέσω κατοχής ποσοστού τουλάχιστον 25 % του κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου.

5. Όταν πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ των πολύ μικρών επιχειρήσεων και των υπόλοιπων ΜΜΕ, ως 'πολύ μικρές επιχειρήσεις' νοούνται εκείνες οι οποίες απασχολούν λιγότερους από 10 εργαζομένους.

6. Όταν κατά την τελική ημερομηνία κατάρτισης του ισολογισμού, μια επιχείρηση βρίσκεται πάνω ή κάτω από τα όρια τα σχετικά με τον αριθμό εργαζομένων ή τα προαναφερθέντα χρηματοοικονομικά όρια, η κατάσταση αυτή έχει ως αποτέλεσμα την απόκτηση ή την απώλεια, εκ μέρους της επιχείρησης αυτής, του καθεστώτος 'ΜΜΕ', 'επιχείρησης μεσαίου μεγέθους', 'μικρής επιχείρησης' ή 'πολύ μικρής επιχείρησης', μόνο όταν το φαινόμενο αυτό επαναλαμβάνεται επί δύο διαδοχικά οικονομικά έτη.

7. Ο μέγιστος αριθμός απασχολουμένων ατόμων αντιστοιχεί στον αριθμό ετήσιων μονάδων εργασίας (ΕΜΕ), δηλαδή στον αριθμό εργαζομένων πλήρους απασχόλησης που εργάστηκαν επί ένα έτος. Οι εργαζόμενοι μερικής απασχόλησης και τα άτομα που εργάζονται σε εποχική βάση αντιστοιχούν σε κλάσματα ΕΜΕ. Το έτος αναφοράς που λαμβάνεται υπόψη είναι το έτος της τελευταίας κλεισμένης διαχειριστικής χρήσης.

8. Τα όρια κύκλου εργασιών και συνολικού ισολογισμού είναι εκείνα της τελευταίας δωδεκάμηνης κλεισμένης χρήσης. Στην περίπτωση νεοσύστατων επιχειρήσεων, οι λογαριασμοί των οποίων δεν έχουν κλείσει ακόμη, τα όρια που λαμβάνονται υπόψη πρέπει να προκύπτουν από αξιόπιστες εκτιμήσεις που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους."

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

>PIC FILE= "L_2001010EL.002602.EPS">

>PIC FILE= "L_2001010EL.002701.EPS">

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

Πρότυπο έκθεσης που πρέπει να υποβάλλεται στην Επιτροπή σε τακτά χρονικά διαστήματα

Υπόδειγμα υποβολής ετήσιας έκθεσης για τα καθεστώτα ενισχύσεων που απαλλάσσονται δυνάμει κανονισμών απαλλαγής κατά κατηγορίες εκδοθέντων δυνάμει του άρθρου 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 994/98 του Συμβουλίου

Τα κράτη μέλη παρακαλούνται να χρησιμοποιούν το ακόλουθο υπόδειγμα προκειμένου να ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις τους περί υποβολής εκθέσεων στην Επιτροπή δυνάμει των κανονισμών απαλλαγής κατά κατηγορίες που εκδίδονται βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 994/98 του Συμβουλίου.

Οι εκθέσεις πρέπει επίσης να υποβάλλονται και σε ηλεκτρονική μορφή.

Απαιτούμενες πληροφορίες για όλα τα καθεστώτα ενισχύσεων που απαλλάσσονται βάσει κανονισμών απαλλαγής κατά κατηγορίες εκδοθέντων δυνάμει του άρθρου 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 994/98 του Συμβουλίου

1. Τίτλος του καθεστώτος ενίσχυσης

2. Εφαρμοζόμενος κανονισμός απαλλαγής της Επιτροπής

3. Δαπάνες

Πρέπει να υποβάλλονται χωριστά αριθμητικά στοιχεία για κάθε μέσο ενίσχυσης στο πλαίσιο του καθεστώτος ή της μεμονωμένης ενίσχυσης (π.χ. επιδότηση, δάνειο με ευνοϊκούς όρους, κ.λπ.). Τα αριθμητικά στοιχεία πρέπει να αναγράφονται σε ευρώ ή, εάν ισχύει, στο εθνικό νόμισμα. Σε περίπτωση φορολογικών δαπανών, πρέπει να αναφέρονται οι ετήσιες φορολογικές ζημίες. Εάν δεν υπάρχουν ακριβή αριθμητικά στοιχεία, οι ζημίες αυτές πρέπει να αναφέρονται κατ' εκτίμηση.

Τα αριθμητικά στοιχεία πρέπει να υποβάλλονται ως εξής:

Όσον αφορά το υπό εξέταση έτος, αναφέρατε χωριστά για κάθε μέσο ενίσχυσης στο πλαίσιο του καθεστώτος (π.χ. επιδότηση, δάνειο με ευνοϊκούς όρους, εγγύηση, κ.λπ.):

3.1. Τα ποσά για τα οποία έχει αναληφθεί υποχρέωση, τις (εκτιμώμενες) φορολογικές ζημίες ή άλλες απώλειες εσόδων, τα στοιχεία περί εγγυήσεων, κ.λπ. για τα νέα ενισχυόμενα σχέδια. Σε περίπτωση καθεστώτος εγγυήσεων, πρέπει να αναφέρετε το συνολικό ποσό των νέων καταβληθέντων εγγυήσεων.

3.2. Τις πραγματικές πληρωμές, τις (εκτιμώμενες) φορολογικές ζημίες ή άλλες απώλειες εσόδων, τα στοιχεία περί εγγυήσεων, κ.λπ. για τα νέα ενισχυόμενα σχέδια. Σε περίπτωση καθεστώτος εγγυήσεων, πρέπει να αναφέρονται τα ακόλουθα: το συνολικό ποσό των εκκρεμών εγγυήσεων, οι προμήθειες, τα ανακτηθέντα ποσά, οι καταβληθείσες αποζημιώσεις, το επιχειρησιακό αποτέλεσμα του καθεστώτος κατά το υπό εξέταση έτος.

3.3. Τον αριθμό των νέων ενισχυόμενων σχεδίων.

3.4. Το συνολικό αριθμό των θέσεων απασχόλησης που εκτιμάτε ότι δημιουργήθηκαν ή διατηρήθηκαν λόγω των νέων σχεδίων (εάν ενδείκνυται).

3.5. Το συνολικό ποσό των επενδύσεων που εκτιμάτε ότι ενισχύθηκαν από νέα σχέδια.

3.6. Την περιφερειακή κατανομή των ποσών του σημείου 3.1 είτε ανά περιφέρειες όπως ορίζονται στο δεύτερο επίπεδο NUTS(1) ή άλλο χαμηλότερο επίπεδο είτε βάσει των περιφερειών του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) και των περιφερειών και μη ενισχυόμενων περιφερειών του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο β).

3.7. Την τομεακή κατανομή των ποσών του σημείου 3.1 ανά τομείς δραστηριότητας των δικαιούχων (εάν καλύπτονται περισσότεροι από ένας τομείς, αναφέρατε το μερίδιο του καθενός):

- Γεωργία

- Αλιεία ή/και υδατοκαλλιέργεια

- Ανθρακωρυχεία

- Μεταποιητικός τομέας

και συγκεκριμένα:

Χαλυβουργία

Ναυπηγεία

Συνθετικές ίνες

Αυτοκινητοβιομηχανία

Άλλοι τομείς μεταποίησης (παρακαλείσθε να προσδιορίσετε)

- Υπηρεσίες

και συγκεκριμένα:

Υπηρεσίες θαλάσσιων μεταφορών

Άλλες υπηρεσίες μεταφορών

Χρηματοοικονομικές υπηρεσίες

Άλλες υπηρεσίες (παρακαλείσθε να προσδιορίσετε)

- Άλλοι τομείς (παρακαλείσθε να προσδιορίσετε)

4. Άλλες πληροφορίες και παρατηρήσεις

(1) NUTS είναι η ονοματολογία εδαφικών ενοτήτων που χρησιμοποιείται στην ΕΚ για στατιστικούς λόγους.