32001D0462

2001/462/ΕΚ,ΕΚΑΧ: Απόφαση της Επιτροπής, της 23ης Μαΐου 2001, σχετικά με τα καθήκοντα του συμβούλου ακροάσεων σε ορισμένες διαδικασίες ανταγωνισμού (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2001) 1461]

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 162 της 19/06/2001 σ. 0021 - 0024


Απόφαση της Επιτροπής

της 23ης Μαΐου 2001

σχετικά με τα καθήκοντα του συμβούλου ακροάσεων σε ορισμένες διαδικασίες ανταγωνισμού

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2001) 1461]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2001/000/ΕΚ, ΕΚΑΧ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα,

τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο,

τον εσωτερικό κανονισμό της Επιτροπής(1), και ιδίως το άρθρο 20,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Το δικαίωμα των μερών και των ενδιαφερόμενων τρίτων να ακούγονται πριν από τη λήψη οριστικής απόφασης που επηρεάζει τα συμφέροντά τους αποτελεί θεμελιώδη αρχή του κοινοτικού δικαίου. Το δικαίωμα αυτό θεσπίζεται επίσης με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 4064/89 του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1989, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων(2), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1310/97(3), τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2842/98 της Επιτροπής, της 22ας Δεκεμβρίου 1998, σχετικά με τις ακροάσεις στο πλαίσιο ορισμένων διαδικασιών, κατ' εφαρμογή των άρθρων 85 και 86 της συνθήκης ΕΚ(4) και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 447/98 της Επιτροπής, της 1ης Μαρτίου 1998, σχετικά με τις κοινοποιήσεις, τις προθεσμίες και τις ακροάσεις που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 4064/89 για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων(5).

(2) Η Επιτροπή πρέπει να μεριμνά για την κατοχύρωση του δικαιώματος αυτού κατά τις διαδικασίες εφαρμογής των κανόνων ανταγωνισμού έχοντας ιδίως υπόψη το χάρτη θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης(6).

(3) Ως εκ τούτου, η εφαρμογή διοικητικών διαδικασιών θα πρέπει να ανατίθεται σε ανεξάρτητο πρόσωπο με εμπειρία σε θέματα ανταγωνισμού, το οποίο να διαθέτει την ακεραιότητα που είναι αναγκαία για να συμβάλει στην αντικειμενικότητα, στη διαφάνεια και στην αποτελεσματικότητα αυτών των διαδικασιών.

(4) Η Επιτροπή δημιούργησε για το σκοπό αυτόν τη θέση του συμβούλου ακροάσεων το 1982 και τελικά καθόρισε τα καθήκοντά του με την απόφαση 94/810/ΕΚΑΧ, ΕΚ της Επιτροπής, της 12ης Δεκεμβρίου 1994, σχετικά με τα καθήκοντα που ανατίθενται στους συμβούλους ακροάσεων στο πλαίσιο των ενώπιον της Επιτροπής διαδικασιών για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού(7).

(5) Είναι αναγκαίο να ενισχυθεί ο περαιτέρω ρόλος του συμβούλου ακροάσεων και να αναπροσαρμόζονται και να εδραιώνονται τα καθήκοντά του υπό το φώς των μεταγενέστερων εξελίξεων στο δίκαιο του ανταγωνισμού.

(6) Για να εξασφαλιστεί η ανεξαρτησία του συμβούλου ακροάσεων πρέπει αυτός να υπαχθεί διοικητικά στο μέλος της Επιτροπής που είναι αρμόδιο για θέματα ανταγωνισμού. Πρέπει να αυξηθεί δε η διαφάνεια σχετικά με τον διορισμό του συμβούλου ακροάσεων, την παύση ή την αλλαγή των καθηκόντων του.

(7) Ο σύμβουλος ακροάσεων πρέπει να διορίζεται σύμφωνα με τους κανόνες που προβλέπονται στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης (ΚΥΚ) των υπαλλήλων και τους όρους απασχόλησης του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Σύμφωνα με τους κανόνες αυτούς, είναι δυνατόν να λαμβάνονται υπόψη και υποψήφιοι που δεν είναι υπάλληλοι των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

(8) Τα καθήκοντα του συμβούλου ακροάσεων κατά τις διαδικασίες ανταγωνισμού θα πρέπει να προσδιορισθούν κατά τρόπο που να διαφυλάσσει το δικαίωμα της ακρόασης σε όλη τη διάρκεια της διαδικασίας.

(9) Σε περίπτωση αποκάλυψης πληροφοριών σχετικών με φυσικά πρόσωπα, πρέπει να δίδεται ιδιαίτερη προσοχή στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών(8).

(10) Η παρούσα απόφαση δεν πρέπει να θίγει τους γενικούς κανόνες περί χορήγησης ή απαγόρευσης της πρόσβασης στα έγγραφα της Επιτροπής.

(11) Η απόφαση 94/810/ΕΚΑΧ, ΕΚ πρέπει να καταργηθεί,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Η Επιτροπή διορίζει έναν ή περισσότερους συμβούλους ακροάσεων (εφεξής "ο σύμβουλος ακροάσεων"), οι οποίοι μεριμνούν ώστε να γίνεται σεβαστή η ουσιαστική άσκηση του δικαιώματος της ακρόασης κατά τις διαδικασίες ανταγωνισμού ενώπιον της Επιτροπής δυνάμει των άρθρων 81 και 82 της συνθήκης ΕΚ, των άρθρων 65 και 66 της συνθήκης ΕΚΑΧ και του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 4064/89.

Άρθρο 2

1. Ο διορισμός του συμβούλου ακροάσεων δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Κάθε διακοπή, παύση ή αλλαγή των καθηκόντων του με οποιαδήποτε διαδικασία, αποτελεί το αντικείμενο αιτιολογημένης απόφασης της Επιτροπής. Η απόφαση αυτή δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

2. Ο σύμβουλος ακροάσεων υπάγεται διοικητικά στο μέλος της Επιτροπής που είναι αρμόδιο για θέματα ανταγωνισμού (εφεξής "το αρμόδιο μέλος της Επιτροπής").

3. Όταν ο σύμβουλος ακροάσεων αδυνατεί να εκτελέσει τα καθήκοντά του, το αρμόδιο μέλος της Επιτροπής, κατά περίπτωση, σε συνεννόηση με το σύμβουλο ακροάσεων, ορίζει άλλον υπάλληλο, ο οποίος δεν εμπλέκεται στην εξεταζόμενη υπόθεση, προκειμένου να εκτελέσει τα καθήκοντα τους συμβούλου ακροάσεων.

Άρθρο 3

1. Κατά την άσκηση των καθηκόντων του ο σύμβουλού ακροάσεων λαμβάνει υπόψη την ανάγκη ουσιαστικής εφαρμογής των κανόνων ανταγωνισμού σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία και τςι αρχές που έχουν θεσπισθεί από το Πρωτοδικείο και το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

2. Ο σύμβουλος ακροάσεων τηρείται ενήμερος από τον διευθυντή που είναι αρμόδιος για την εξέταση της υπόθεσης (εφεξής "ο αρμόδιος διευθυντής") σχετικά με την πορεία της διαδικασίας μέχρι το στάδιο της σύνταξης του σχεδίου απόφασης που πρόκειται να υποβληθεί στο αρμόδιο μέλος της Επιτροπής.

3. Ο σύμβουλος ακροάσεων δύναται να υποβάλλει στο αρμόδιο μέλος της Επιτροπής παρατηρήσεις ως προς οποιοδήποτε θέμα ανακύπτει σε οποιαδήποτε διαδικασία που κινεί η Επιτροπή για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού.

Άρθρο 4

1. Ο σύμβουλος ακροάσεων οργανώνει και διεξάγει τις ακροάσεις που προβλέπονται στις διατάξεις εφαρμογής, των άρθρων 81 και 82 της συνθήκης ΕΚ, των άρθρων 65 και 66 της συνθήκης ΕΚΑΧ και του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 4064/89 σύμφωνα με τα άρθρα 5 έως 13 της παρούσας απόφασης.

2. Οι διατάξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι:

α) το άρθρο 36 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚΑΧ,

β) ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2842/98,

γ) ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 447/98.

Άρθρο 5

Ο σύμβουλος ακροάσεων μεριμνά για την ορθή διεξαγωγή της ακρόασης και συμβάλλει στην αντικειμενικότητα της ίδιας της ακρόασης και κάθε απόφασης που λαμβάνεται στη συνέχεια. Ο σύμβουλος ακροάσεων επιδιώκει ιδίως να εξασφαλίσει ότι κατά την προετοιμασία των σχεδίων αποφάσεων της Επιτροπής λαμβάνονται δεόντως υπόψη όλα τα σχετικά πραγματικά περιστατικά, είτε ευμενή είτε δυσμενή για τα εμπλεκόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένων των πραγματικών στοιχείων που αφορούν τη βαρύτητα της παράβασης.

Άρθρο 6

1. Οι αιτήσεις ακρόασης εκ μέρους ενδιαφερόμενων τρίτων, ανεξάρτητα αν είναι πρόσωπα, επιχειρήσεις ή ενώσεις προσώπων ή επιχειρήσεων, υποβάλλονται γραπτώς, συνοδευόμενες από γραπτή δήλωση όπου επεξηγείται το συμφέρον του αιτούντος από την έκβαση της διαδικασίας.

2. Οι αποφάσεις για το αν θα ακουστούν τρίτοι λαμβάνονται μετά από διαβούλευση με τον αρμόδιο διευθυντή.

3. Όταν διαπιστώνεται ότι ο αιτών δεν αποδεικνύει συμφέρον επαρκές ώστε να τύχει ακρόασης, ενημερώνεται γραπτώς για τους λόγους αυτής της διαπίστωσης. Ορίζεται προθεσμία, εντός της οποίας μπορεί να υποβάλει γραπτώς τυχόν περαιτέρω παρατηρήσεις.

Άρθρο 7

1. Αιτήσεις προφορικής ακρόασης υποβάλλονται στο πλαίσιο των παρατηρήσεων του αιτούντος επί επιστολών που του έχει αποστείλει η Επιτροπή.

2. Οι επιστολές που αναφέρονται στο σημείο 1 είναι οι ακόλουθες:

α) οι συνοδεύουσες τις κοινοποιήσεις αιτιάσεων·

β) οι προσκλήσεις για υποβολή γραπτών παρατηρήσεων προς τρίτους που έχουν αποδείξει ότι έχουν συμφέρον επαρκές ώστε να ακουσθούν·

γ) οι επιστολές με τις οποίες πληροφορείται ο καταγγέλων ότι, κατά την άποψη της Επιτροπής, δεν υπάρχουν επαρκείς λόγοι που θεμελιώνουν την παράβαση και καλείται να υποβάλει γραπτώς τυχόν περαιτέρω παρατηρήσεις.

3. Οι αποφάσεις για το αν θα ακουστούν αιτούντες λαμβάνονται μετά από διαβούλευση με τον αρμόδιο διευθυντή.

Άρθρο 8

1. Όταν πρόσωπο, επιχείρηση ή ένωση προσώπων ή επιχειρήσεων έλαβαν μία ή περισσότερες από τις επιστολές που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 και έχουν λόγους να πιστεύουν ότι η Επιτροπή έχει στην κατοχή της έγγραφα τα οποία δεν τους έχουν κοινοποιηθεί και τα οποία είναι αναγκαία για την άσκηση του δικαιώματος ακρόασης, μπορούν να ζητήσουν πρόσβαση στα έγγραφα αυτά με αιτιολογημένη αίτηση.

2. Η αιτιολογημένη απόφαση σχετικά με οποιαδήποτε τέτοια αίτηση κοινοποιείται στο πρόσωπο, στην επιχείρηση ή στην ένωση που υπέβαλε το αίτημα, καθώς και σε κάθε άλλο πρόσωπο, επιχείρηση ή ένωση που εμπλέκεται στη διαδικασία.

Άρθρο 9

Όταν υπάρχει η πρόθεση να αποκαλυφθούν πληροφορίες που είναι δυνατόν να αποτελούν επιχειρηματικό απόρρητο, η ενδιαφερόμενη επιχείρηση ενημερώνεται γραπτώς για την πρόθεση αυτή καθώς και για τους σχετικούς λόγους. Τάσσεται προθεσμία εντός της οποίας η επιχείρηση μπορεί να υποβάλει γραπτώς τυχόν παρατηρήσεις.

Όταν η ενδιαφερόμενη επιχείρηση αντιτίθεται στην αποκάλυψη των πληροφοριών αλλά διαπιστώνεται ότι οι πληροφορίες αυτές δεν τυγχάνουν προστασίας και μπορούν συνεπώς να αποκαλυφθούν, εκδίδεται σχετική αιτιολογημένη απόφαση, η οποία κοινοποιείται στην ενδιαφερόμενη επιχείρηση. Στην απόφαση αυτή προσδιορίζεται η ημερομηνία μετά την οποία πρόκειτα να αποκαλυφθούν οι πληροφορίες. Η ημερομηνία αυτή δεν πρέπει να τοποθετείται σε απόσταση μικρότερη της μιας εβδομάδας από την ημερομηνία της κοινοποίησης.

το πρώτο και το δεύτερο εδάφιο εφαρμόζονται κατ' αναλογία και ως προς την αποκάλυψη πληροφοριών με δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 10

Όταν ένα πρόσωπο, μια επιχείρηση ή ένωση προσώπων ή επιχειρήσεων θεωρούν ότι η προθεσμία που τάσσεται για την απάντηση στην επιστολή που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 είναι πολύ μικρή, μπορούν, εντός της αρχικής προθεσμίας, να ζητήσουν παράταση αυτής της προθεσμίας με αιτιολογημένη σχετική αίτηση. Ο αιτών ενημερώνεται γραπτώς για την έκβαση της αιτήσεως.

Άρθρο 11

Όταν ενδείκνυται για την ορθή προετοιμασία της ακρόασης, και ιδίως προκειμένου να αποσαφηνισθούν κατά το δυνατόν περισσότερο τα πραγματικά περιστατικά, ο σύμβουλος ακροάσεων, μετά από διαβούλευση με τον αρμόδιο διευθυντή μπορεί να παράσχει στα μέλη που καλούνται σε ακρόαση κατάλογο των θεμάτων ως προς τα οποία επιθυμεί να του γνωστοποιήσουν την άποψή τους.

Για τον σκοπό αυτό, και μετά από διαβούλευση με τον αρμόδιο διευθυντή, ο σύμβουλος ακροάσεων μπορεί να συγκαλέσει σύσκεψη με τα μέρη που καλούνται σε ακρόαση και, κατά περίπτωση, με τις υπηρεσίες της Επιτροπής, στο πλαίσιο της προετοιμασίας για την ακρόαση καθαυτή.

Ο σύμβουλος ακροάσεων μπορεί επίσης να ζητήσει από τα πρόσωπα τα οποία έχουν προτείνει για ακρόαση τα μέρη που εκλήθησοιν σε ακρόαση να προβούν σε εκ των προτέρων γραπτή κοινοποίηση του ουσιώδους περιεχόμενου της επικείμενης κατάθεσής τους.

Άρθρο 12

1. Μετά από διαβούλευση με τον αρμόδιο διευθυντή ο σύμβουλος ακροάσεων ορίζει την ημερομηνία, τη διάρκεια και τον τόπο της ακρόασης. Σε περίπτωση που ζητηθεί αναβολή, ο σύμβουλος ακροάσεων αποφασίζει αν θα την επιτρέψει.

2. Ο σύμβουλος ακροάσεων είναι πλήρως υπεύθυνος για την διεξαγωγή της ακρόασης.

3. Ο σύμβουλος ακροάσεων αποφασίζει αν θα πρέπει να επιτραπεί η κατάθεση νέων εγγράφων κατά τη διάρκεια της ακρόασης, ποια πρόσωπα θα πρέπει να συμμετάσχουν στην ακρόαση για λογαριασμό ενός μέρους και κατά πόσον η ακρόαση των ενδιαφερομένων πρέπει να γίνει χωριστά ή με παρουσία και άλλων προσώπων που παρίστανται κατά την ακρόαση.

4. Όταν ενδείκνυται για τις ανάγκες της κατοχύρωσης του δικαιώματος ακρόασης, ο σύμβουλος ακροάσεων μπορεί, μετά από διαβούλευση με τον αρμόδιο διευθυντή, να παράσχει σε πρόσωπα, επιχειρήσεις ή ενώσεις προσώπων ή επιχειρήσεων τη δυνατότητα να υποβάλουν γραπτώς περαιτέρω παρατηρήσεις μετά την περάτωση της προφορικής ακρόασης. Ο σύμβουλος ακροάσεων ορίζει ημερομηνία μέχρι την οποία είναι δυνατόν να υποβληθούν αυτές οι περαιτέρω παρατηρήσεις. Η Επιτροπή δεν είναι υποχρεωμένη να λάβει υπόψη τις γραπτές παρατηρήσεις που παραλαμβάνονται μετά την ημερομηνία αυτή.

Άρθρο 13

1. Ο σύμβουλος ακροάσεων υποβάλλει στο αρμόδιο μέλος της Επιτροπής έκθεση σχετικά με την ακρόαση και τα συμπεράσματα που συνήγαγε από αυτή, με μνεία του σεβασμού του δικαιώματος ακρόασης. Οι παρατηρήσεις που διαλαμβάνονται στην έκθεση αυτή αφορούν διαδικαστικά ζητήματα, συμπεριλαμβανομένης της αποκάλυψης εγγράφων και της πρόσβασης σε φακέλους, τις προθεσμίες για τις απαντήσεις στην κοινοποίηση αιτιάσεων και την ορθή διεξαγωγή της προφορικής ακρόασης.

Αντίγραφο της έκθεσης δίδεται στον γενικό διευθυντή ανταγωνισμού και στον αρμόδιο διευθυντή.

2. Εκτός από την έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, ο σύμβουλος ακροάσεων μπορεί να διατυπώσει παρατηρήσεις ως προς την περαιτέρω πορεία της διαδικασίας. Οι εν λόγω παρατηρήσεις ενδέχεται να αφορούν, μεταξύ άλλων, την ανάγκη συμληρωματικής ενημέρωσης, την άρση ορισμένων αιτιάσεων ή τη διατύπωση νέων.

Άρθρο 14

Όταν ενδείκνυται, ο σύμβουλος ακροάσεων μπορεί να υποβάλει έκθεση σχετικά με την αντικειμενικότητα έρευνας η οποία είναι δυνατόν να έχει διεξαχθεί με σκοπό την εκτίμηση των επιπτώσεων που έχουν επί του ανταγωνισμού δεσμεύσεις προτεινόμενες σε σχέση με οποιαδήποτε διαδικασία που κινείται από την Επιτροπή, σε εφαρμογή των διατάξεων που αναφέρονται στο άρθρο 1. Τούτο καλύπτει ιδίως την επιλογή των ερωτηθέντων και την εφαρμοσθείσα μεθοδολογία.

Άρθρο 15

Ο σύμβουλος ακροάσεων συντάσσει, βάσει του σχεδίου απόφασης που υποβάλλεται στη συμβουλευτική επιτροπή για την υπό κρίση υπόθεση, γραπτή τελική έκθεση σχετικά με τον σεβασμό του δικαιώματος ακρόασης, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 13 παράγραφος 1. Η έκθεση αυτή εξετάζει επίσης κατά πόσον το σχέδιο της απόφασης ασχολείται μόνο με τις αιτιάσεις ως προς τις οποίες έχει δοθεί στα μέρη η δυνατότητα να διατυπώσουν τις απόψεις τους και, εφόσον ενδείκνυται, με την αντικειμενικότητα οποιασδήποτε έρευνας κατά την έννοια του άρθρου 14.

Η τελική έκθεση υποβάλλεται στο αρμόδιο μέλος της επιτροπής στο γενικό διευθυντή ανταγωνισμού και στον αρμόδιο διευθυντή. Κοινοποιείται στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, και σύμφωνα με τις διατάξεις σχετικά με τη συνεργασία που θεσπίζονται, στο πρωτόκολλο 23 και στο πρωτόκολλο 24 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ, στην Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ.

Άρθρο 16

1. Η τελική έκθεση του συμβουλίου ακροάσεων επισυνάπτεται στο σχέδιο απόφασης που υποβάλλεται στην Επιτροπή, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται ότι η Επιτροπή, όταν εκδίδει απόφαση σχετικά με συγκεκριμένη υπόθεση, έχει λάβει πλήρη γνώση όλων των σημαντικών πληροφοριών που αφορούν την πορεία της διαδικασίας και το σεβασμό του δικαιώματος ακρόασης.

2. Ο σύμβουλος ακροάσεων δύναται, μέχρι την τελική έγκριση της απόφασης από την Επιτροπή, να τροποποιήσει την τελική του έκθεση υπό το φως τυχόν τροποποιήσεων που επήλθαν στο σχέδιο απόφασης.

3. Η Επιτροπή κοινοποιεί στους αποδέκτες της απόφασης την τελική έκθεση του συμβούλου ακροάσεων μαζί με την απόφαση. Δημοσιεύει την τελική έκθεση του συμβούλου ακροάσεων στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων μαζί με την απόφαση, λαμβάνοντας υπόψη το έννομο συμφέρον των επιχειρήσεων για προστασία του επιχειρηματικού τους απορρήτου.

Άρθρο 17

Η απόφαση 94/810/ΕΚΑΧ, ΕΚ καταργείται.

Διαδικαστικές ενέργειες που έχουν ήδη επιχειρηθεί βάσει της απόφασης 94/810/ΕΚΑΧ, ΕΚ εξακολουθούν να παράγουν αποτελέσματα.

Βρυξέλλες, 23 Μαΐου 2001.

Για την Επιτροπή

Mario Monti

Μέλος της Επιτροπής

(1) ΕΕ L 308 της 8.12.2000, σ. 26.

(2) ΕΕ L 395 της 30.12.1989, σ. 1 (διορθωτικό στην ΕΕ L 257 της 21.9.1990, σ. 13).

(3) ΕΕ L 180 της 9.7.1997, σ. 1.

(4) ΕΕ L 354 της 30.12.1998, σ. 18.

(5) ΕΕ L 61 της 2.3.1998, σ. 1.

(6) ΕΕ C 364 της 18.12.2000.

(7) ΕΕ L 330 της 21.12.1994, σ. 67.

(8) ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.