32000R2699

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2699/2000 του Συμβουλίου, της 4ης Δεκεμβρίου 2000, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕK) αριθ. 2200/96 για την κοινή οργάνωση των αγορών στον τομέα των οπωροκηπευτικών, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2201/96 για την κοινή οργάνωση αγοράς στον τομέα των μεταποιημένων προϊόντων με βάση τα οπωροκηπευτικά και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2202/96 περί καθεστώτος ενισχύσεως των παραγωγών ορισμένων εσπεριδοειδών

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 311 της 12/12/2000 σ. 0009 - 0016


Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2699/2000 του Συμβουλίου

της 4ης Δεκεμβρίου 2000

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕK) αριθ. 2200/96 για την κοινή οργάνωση των αγορών στον τομέα των οπωροκηπευτικών, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2201/96 για την κοινή οργάνωση αγοράς στον τομέα των μεταποιημένων προϊόντων με βάση τα οπωροκηπευτικά και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2202/96 περί καθεστώτος ενισχύσεως των παραγωγών ορισμένων εσπεριδοειδών

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως τα άρθρα 36 και 37,

την πρόταση της Επιτροπής(1),

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου(2),

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Το άρθρο 15 παράγραφος 5 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96(4) καθορίζει ένα ανώτατο όριο της κοινοτικής χρηματοδοτικής ενίσχυσης στο επίπεδο κάθε οργάνωσης παραγωγών και ένα δεύτερο ανώτατο όριο για το συνολικό ποσό της χρηματοδοτικής ενίσχυσης της Κοινότητας που καταβάλλεται στο σύνολο των οργανώσεων παραγωγών. Η εφαρμογή του δεύτερου ανωτάτου ορίου εισάγει στο σύστημα ένα μεταβλητό στοιχείο, το οποίο περιπλέκει την κατάρτιση και τη θέση σε εφαρμογή των επιχειρησιακών προγραμμάτων από τις οργανώσεις παραγωγών και καθιστά τη χρηματοδότησή τους εν μέρει τυχαία. Η αποκτηθείσα εμπειρία επιτρέπει την κατάργηση αυτού του δεύτερου ανωτάτου ορίου, διατηρώντας συγχρόνως μια καλή χρηματοδοτική διαχείριση. Αφού ληφθεί υπόψη η υλοποίηση προγραμμάτων κατά το παρελθόν, το ενιαίο ανώτατο όριο μπορεί να καθοριστεί σε 4,1 % της αξίας της παραγωγής που διατίθεται σε εμπορία από κάθε οργάνωση παραγωγών.

(2) Όσον αφορά τα εσπεριδοειδή, η υφιστάμενη απόκλιση, ιδίως λόγω της υπέρβασης του κατωφλίου μεταποίησης, μεταξύ της κοινοτικής αποζημίωσης απόσυρσης και της κοινοτικής ενίσχυσης στη μεταποίηση, ενδέχεται να προκαλέσει στο μέλλον καταχρηστική εκτροπή προς την απόσυρση προϊόντων, τα οποία, υπό κανονικές συνθήκες, προορίζονταν για τη μεταποίηση. Για να αποφευχθεί ο κίνδυνος αυτός, θα πρέπει να καθοριστεί στο 10 %, για την περίοδο 2001/02, και στο 5 %, από την περίοδο 2002/03 το όριο των ποσοτήτων που διατίθενται σε εμπορία και μπορούν να τύχουν της κοινοτικής αποζημίωσης απόσυρσης, όπως καθορίζεται στα άρθρα 23 και 24 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96. Η τροποποίηση αυτή επιτρέπει μια απλούστευση της διατύπωσης του εν λόγω άρθρου 23 και του άρθρου 26 του ιδίου κανονισμού.

(3) Η αποκτηθείσα εμπειρία δείχνει ότι η βελτίωση και η απλούστευση της διαχείρισης των επιστροφών κατά την εξαγωγή για τα νωπά οπωροκηπευτικά θα μπορούσαν να επιτευχθούν, σε ορισμένες τουλάχιστον περιπτώσεις, με τη χρησιμοποίηση μιας διαδικασίας διαγωνισμού. Θα πρέπει, κατά συνέπεια, να προβλεφθεί η δυνατότητα διεξαγωγής τέτοιων διαγωνισμών.

(4) Η αποκτηθείσα εμπειρία από την εφαρμογή του κοινοτικού καθεστώτος ενίσχυσης στη μεταποίηση ντομάτας που διέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2201/96(5), δείχνει ότι ο μηχανισμός των ποσοστώσεων που έχουν δημιουργηθεί κατ' αυτό τον τρόπο οδηγεί σε μια ορισμένη ανελαστικότητα του τομέα που δεν επιτρέπει στις σχετικές μεταποιητικές βιομηχανίες να προσαρμόζονται ταχέως στις απαιτήσεις της αγοράς. Για να αντιμετωπισθεί το θέμα αυτό, θα πρέπει να αντικατασταθεί το εν λόγω σύστημα ποσοστώσεων από ένα μηχανισμό κατωφλίου μεταποίησης, η υπέρβαση του οποίου θα επιφέρει μείωση της ισχύουσας ενίσχυσης για την περίοδο που έπεται αυτής για την οποία έχει διαπιστωθεί υπέρβαση. Για να παρασχεθεί στον εν λόγω μηχανισμό όλη η απαραίτητη ελαστικότητα, θα πρέπει να καθορισθεί ένα μόνο κοινοτικό κατώφλι, το οποίο να εκφράζεται σε βάρος νωπής ντομάτας που προορίζεται για μεταποίηση. Προκειμένου να ληφθεί υπόψη η εξέλιξη της ζήτησης των σχετικών προϊόντων, το κατώφλι αυτό πρέπει να καθοριστεί άνω του αντίστοιχου επιπέδου του ισχύοντος καθεστώτος των ποσοστώσεων.

(5) Η εξέλιξη των ποσοτήτων ντομάτας, ροδάκινων και αχλαδιών που διοχετεύονται στη μεταποίηση στο πλαίσιο του καθεστώτος ενισχύσεων, που διέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2201/96, ποικίλλει από το ένα κράτος μέλος στο άλλο. Κατά συνέπεια, για να αυξηθεί η ευθύνη των επιχειρηματιών σε κάθε κράτος μέλος, θα πρέπει, αφενός, τα κοινοτικά κατώφλια μεταποίησης να κατανέμονται μεταξύ των κρατών μελών επί ίσης βάσης και, αφετέρου, η μείωση της κοινοτικής ενίσχυσης που απορρέει από την υπέρβαση του κοινοτικού κατωφλίου να εφαρμόζεται μόνο στα κράτη μέλη που υπερέβησαν το κατώφλι αυτό. Στην προκειμένη περίπτωση, είναι αναγκαίο να λαμβάνονται υπόψη οι ποσότητες που δεν έχουν μεταποιηθεί στα κράτη μέλη, για το κατώφλι των οποίων δεν σημειώθηκε υπέρβαση. Προκειμένου να ληφθούν υπόψη τα χαρακτηριστικά του τομέα της αποφλοιωμένης ντομάτας, πρέπει να δοθεί η ευχέρεια στα κράτη μέλη να υποδιαιρούν το συγκεκριμένο εθνικό τους κατώφλι σε δύο υποκατώφλια. Στην περίπτωση αυτή, οι συνακόλουθες μειώσεις της ενίσχυσης για υπέρβαση αυτού του εθνικού κατωφλίου θα πρέπει να εφαρμόζονται ξεχωριστά για καθένα από τα δύο υποκατώφλια.

(6) Η ενίσχυση στη μεταποίηση ντομάτας, ροδάκινων και αχλαδιών, που χορηγείται στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2201/96, παρέχεται προς το παρόν στους μεταποιητές που έχουν καταβάλει για την πρώτη ύλη μια τιμή στον παραγωγό τουλάχιστον ίση με την ελάχιστη τιμή. Επιπλέον, η ενίσχυση αυτή καθορίζεται ανά μονάδα βάρους των επιλέξιμων τελικών προϊόντων. Φαίνεται ότι είναι αναγκαίο να απλουστευθεί η διαχείριση του καθεστώτος αυτού, να επιτευχθεί μεγαλύτερη ελαστικότητα στις εμπορικές σχέσεις μεταξύ οργανώσεων παραγωγών και μεταποιητών και να διευκολυνθεί η προσαρμογή της προσφοράς στη ζήτηση των καταναλωτών σε λογικές τιμές. Γι' αυτό το λόγο, θα πρέπει να χορηγείται η ενίσχυση στις οργανώσεις παραγωγών που παραδίδουν τα νωπά προϊόντα στους μεταποιητές, να καθορισθεί η ενίσχυση αυτή σε συνάρτηση με το βάρος της πρώτης ύλης, ανεξάρτητα από το τελικό προϊόν που πρόκειται να παρασκευασθεί, και να καταργηθεί η ελάχιστη τιμή.

(7) Το ποσό της ενίσχυσης για τη μεταποίηση ντομάτας, ροδάκινων και αχλαδιών πρέπει να καθορίζεται ιδίως βάσει της ενίσχυσης που έχει χορηγηθεί κατά τη διάρκεια των τελευταίων περιόδων που προηγούνται της παρούσας τροποποίησης του σχετικού καθεστώτος.

(8) Η παρούσα τροποποίηση του τίτλου Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2201/96 οδηγεί σε ανάλογη προσαρμογή, χωρίς να τροποποιούνται κατ' ουσίαν οι διατάξεις που διέπουν το καθεστώς ενίσχυσης στη μεταποίηση ξηρών δαμάσκηνων που προέρχονται από αποξηραμένα δαμάσκηνα Ente και ξηρών σύκων. Επιπλέον, θα πρέπει να απλοποιηθεί η διαδικασία αναθεώρησης του καταλόγου των μεταποιημένων προϊόντων που περιέχονται στο παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2201/96.

(9) Το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2202/96(6) καθορίζει τα κοινοτικά κατώφλια μεταποίησης για τα λεμόνια, τα πορτοκάλια, τα γκρέιπ-φρουτ και τις φράπες, καθώς και για την ομάδα των προϊόντων που αποτελούνται από τα μανταρίνια, τις κλημεντίνες και τα σατσούμας, τα οποία καλούνται στο εξής "μικρόκαρπα εσπεριδοειδή". Από τη θέσπιση του καθεστώτος αυτού, στα εν λόγω κατώφλια σημειώθηκε υπέρβαση, κατά μεγάλο βαθμό και κατά τη διάρκεια κάθε περιόδου, για τα λεμόνια και τα πορτοκάλια, κατά τη διάρκεια των περιόδων 1998/99 και 1999/2000, και σε μικρότερο βαθμό για τα μικρόκαρπα εσπεριδοειδή. Τα κατώφλια που καθορίζονται για τα γκρέιπ-φρουτ και τις φράπες έχουν τηρηθεί. Σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες, οι υπερβάσεις αυτές έχουν σαν συνέπεια πολύ σημαντικές μειώσεις των ενισχύσεων στη μεταποίηση. Η διατήρηση μιας τέτοιας κατάστασης θα μπορούσε να προκαλέσει στο μέλλον εκτροπή προς αποσύρσεις προϊόντων τα οποία, υπό κανονικές συνθήκες, προορίζονται για τη μεταποίηση. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να αυξηθούν τα επίπεδα των κατωφλίων που καθορίζονται για τα λεμόνια, τα πορτοκάλια και τα μικρόκαρπα εσπεριδοειδή. Προκειμένου να ληφθούν υπόψη τα χαρακτηριστικά του τομέα των μικρόκαρπων εσπεριδοειδών, πρέπει να δοθεί η ευχέρεια στα κράτη μέλη να υποδιαιρούν το συγκεκριμένο εθνικό τους κατώφλι σε δύο υποκατώφλια. Στην περίπτωση αυτή, οι συνακόλουθες μειώσεις της ενίσχυσης για υπέρβαση αυτού του εθνικού κατωφλίου, θα πρέπει να εφαρμόζονται ξεχωριστά για καθένα από τα δύο υποκατώφλια.

(10) Η εξέλιξη των ποσοτήτων που διοχετεύονται στη μεταποίηση ποικίλλει από το ένα κράτος μέλος στο άλλο. Κατά συνέπεια, για να αυξηθεί η ευθύνη των επιχειρηματιών κάθε κράτους μέλους θα πρέπει, αφενός, τα κοινοτικά κατώφλια μεταποίησης να κατανέμονται μεταξύ των κρατών μελών επί ίσης βάσης και, αφετέρου, η μείωση της κοινοτικής ενίσχυσης που απορρέει από την υπέρβαση του κοινοτικού κατωφλίου να εφαρμόζεται μόνο στα κράτη μέλη για το κατώφλι των οποίων σημειώθηκε υπέρβαση. Είναι αναγκαίο να λαμβάνονται υπόψη, στην περίπτωση αυτή, οι ποσότητες που δεν έχουν μεταποιηθεί στα κράτη μέλη, για το κατώφλι των οποίων δεν σημειώθηκε υπέρβαση.

(11) Η τροποποίηση της αρίθμησης των παραρτημάτων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2202/96 συνεπάγεται τροποποίηση της διατύπωσης του άρθρου 3 του εν λόγω κανονισμού.

(12) Τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 2200/96, (ΕΚ) αριθ. 2201/96 και (ΕΚ) αριθ. 2202/96 θα πρέπει να θεσπιστούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή(7).

(13) Θα πρέπει να εφαρμοστούν οι παρούσες τροποποιήσεις στους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 2200/96, (ΕΚ) αριθ. 2201/96 και (ΕΚ) αριθ. 2202/96 από την περίοδο 2001/02. Ωστόσο, δεδομένου ότι η διαχείριση των επιχειρησιακών ταμείων πραγματοποιείται ανά ημερολογιακό έτος, θα πρέπει να εφαρμοσθεί από το έτος 2001 η τροποποίηση του άρθρου 15 παράγραφος 5 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2200/96 τροποποιείται ως εξής:

1. Στο άρθρο 15 παράγραφος 5 το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"Ωστόσο, καθορίζεται ανώτατο όριο για τη χρηματοδοτική ενίσχυση 4,1 % της αξίας της παραγωγής, την οποία διαθέτει στην εμπορία κάθε οργάνωση παραγωγών."

2. Στο άρθρο 23, οι παράγραφοι 3, 4, 5 και 6 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

"3. Σε περίπτωση εφαρμογής της παραγράφου 1, για καθένα από τα προϊόντα που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙ και ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές, οι οργανώσεις παραγωγών ή οι ενώσεις τους καταβάλλουν στους παραγωγούς μέλη την κοινοτική αποζημίωση που αναφέρεται στο παράρτημα V. Η αποζημίωση αυτή καταβάλλεται μόνον εντός του ορίου:

- 5 % για τα εσπεριδοειδή,

- 8,5 % για τα μήλα και τα αχλάδια, και

- 10 % για τα άλλα προϊόντα,

της ποσότητας που διατίθεται στην εμπορία.

Τα όρια που καθορίζονται στο πρώτο εδάφιο εφαρμόζονται στην ποσότητα κάθε προϊόντος που διατίθεται στην εμπορία, όπως αυτή ορίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 46, των μελών της σχετικής οργάνωσης παραγωγών και μόνο, ή μιας άλλης οργάνωσης σε περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 11 παράγραφος 1 στοιχείο γ).

4. Τα όρια που καθορίζονται στην παράγραφο 3 εφαρμόζονται από την περίοδο εμπορίας 2002/03. Για την περίοδο 2001/02, τα όρια αυτά είναι 10 % για τα εσπεριδοειδή, τα πεπόνια και τα καρπούζια και 20 % για τα άλλα προϊόντα.

Η παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο εφαρμόζεται στα όρια που καθορίζονται στην παρούσα παράγραφο.

5. Τα ποσοστά που αναφέρονται στις παραγράφους 3 και 4 αποτελούν μέσους όρους για μια τριετή περίοδο, με ετήσιο περιθώριο υπέρβασης 3 %."

3. Το άρθρο 24 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

"Άρθρο 24

Για τα προϊόντα που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙ, οι οργανώσεις παραγωγών παρέχουν τη δυνατότητα στους κατόχους εκμετάλλευσης που δεν έχουν ενταχθεί σε κανέναν από τους συλλογικούς φορείς που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό να υπαχθούν στις διατάξεις του άρθρου 23, εφόσον το ζητήσουν. Πάντως, η κοινοτική αποζημίωση απόσυρσης μειώνεται κατά 10 %. Εξάλλου, στο καταβαλλόμενο ποσό λαμβάνονται υπόψη, βάσει δικαιολογητικών, τα συνολικά έξοδα απόσυρσης που κατέβαλαν τα μέλη. Η προαναφερόμενη αποζημίωση δεν μπορεί να χορηγείται πέραν των ποσοστών της διατιθέμενης στην εμπορία παραγωγής του κατόχου της εκμετάλλευσης, τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 23 παράγραφος 3."

4. Το άρθρο 26 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

"Άρθρο 26

Η κοινοτική αποζημίωση απόσυρσης είναι ένα ενιαίο ποσό, το οποίο ισχύει για όλη την Κοινότητα."

5. Στο άρθρο 35 παράγραφος 3, το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:"Οι επιστροφές καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 46. Ο εν λόγω καθορισμός πραγματοποιείται κατά τακτά χρονικά διαστήματα ή με διαγωνισμό."

6. Το άρθρο 45 καταργείται.

7. Το άρθρο 46 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

"Άρθρο 46

1. Η Επιτροπή επικουρείται από μια επιτροπή, την επιτροπή διαχείρισης νωπών οπωροκηπευτικών (εφεξής καλούμενη 'επιτροπή'), η οποία αποτελείται από αντιπροσώπους των κρατών μελών και προεδρεύεται από τον εκπρόσωπο της Επιτροπής.

2. Στην περίπτωση αναφοράς στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 4 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

3. Η περίοδος που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 της απόφασης 1999/468/ΕΚ καθορίζεται σε ένα μήνα.

4. Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό."

Άρθρο 2

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2201/96 τροποποιείται ως εξής:

1. Τα άρθρα 2 έως 6 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

"Άρθρο 2

Θεσπίζεται κοινοτικό καθεστώς ενίσχυσης στις οργανώσεις παραγωγών που παραδίδουν στη μεταποίηση ντομάτες, ροδάκινα και αχλάδια, τα οποία συγκομίζονται στην Κοινότητα, για την παραγωγή των μεταποιημένων προϊόντων τα οποία αναφέρονται στο παράρτημα I.

Ο κατάλογος των μεταποιημένων προϊόντων που περιέχεται στο παράρτημα Ι είναι δυνατόν να αναθεωρηθεί σε συνάρτηση με την εξέλιξη της αγοράς, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 29.

Άρθρο 3

1. Το καθεστώς που αναφέρεται στο άρθρο 2 βασίζεται σε συμβάσεις που συνάπτονται μεταξύ, αφενός, των οργανώσεων παραγωγών οι οποίες είναι αναγνωρισμένες ή προαναγνωρισμένες βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 και, αφετέρου, των μεταποιητών που εγκρίνονται από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών.

Ωστόσο, κατά την περίοδο εμπορίας 2001/02, οι συμβάσεις μπορούν επίσης να συνάπτονται μεταξύ μεταποιητών και μεμονωμένων παραγωγών, για μέγιστη ποσότητα 25 % της ποσότητας που έχει συμφωνηθεί από κάθε μεταποιητή.

2. Οι συμβάσεις συνάπτονται πριν από μια συγκεκριμένη ημερομηνία, η οποία καθορίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 29. Πρέπει να αναφέρουν ιδίως τις ποσότητες τις οποίες αφορούν, τη βαθμιαία διάθεση των παραδόσεων στον μεταποιητή, την τιμή που πρέπει να καταβάλλεται στις οργανώσεις παραγωγών, καθώς και τη δέσμευση, για τον μεταποιητή, να μεταποιεί τα προϊόντα που αποτελούν το αντικείμενο των συμβάσεων.

Αμέσως μετά τη σύναψή τους, οι συμβάσεις διαβιβάζονται στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών.

3. Η δυνατότητα υπαγωγής στις διατάξεις του παρόντος άρθρου παρέχεται από τις προαναφερθείσες οργανώσεις παραγωγών στους κατόχους εκμετάλλευσης που δεν έχουν ενταχθεί σε κανέναν από τους συλλογικούς φορείς που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2200/96, οι οποίοι δεσμεύονται να θέσουν στην εμπορία μέσω αυτών το σύνολο της παραγωγής τους ντομάτας, ροδάκινων και αχλαδιών που προορίζεται για μεταποίηση και οι οποίοι συμμετέχουν στις συνολικές δαπάνες διαχείρισης του εν λόγω καθεστώτος, από την οργάνωση.

Άρθρο 4

1. Παρέχεται ενίσχυση στις οργανώσεις παραγωγών για τις ποσότητες πρώτης ύλης που παραδίδεται στη μεταποίηση βάσει των συμβάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 3.

2. Τα ποσά της ενίσχυσης είναι:

34,50 ευρώ ανά τόνο για τις ντομάτες,

47,70 ευρώ ανά τόνο για τα ροδάκινα,

161,70 ευρώ ανά τόνο για τα αχλάδια.

3. Με την επιφύλαξη της εφαρμογής του άρθρου 5, η ενίσχυση καταβάλλεται από τα κράτη μέλη στις οργανώσεις παραγωγών, μετά από αίτησή τους, μόλις οι αρχές ελέγχου του κράτους μέλους, στο οποίο έχει πραγματοποιηθεί η μεταποίηση, διαπιστώσουν ότι τα προϊόντα που αποτελούν αντικείμενο των συμβάσεων έχουν παραδοθεί στη μεταποιητική βιομηχανία. Το ποσό της ενίσχυσης που εισπράττεται από την οργάνωση παραγωγών καταβάλλεται στα μέλη της και, εφόσον τυγχάνει εφαρμογής το άρθρο 3 παράγραφος 3, στους αφορώμενους κατόχους εκμετάλλευσης.

Άρθρο 5

1. Για καθένα από τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 2, καθορίζονται κοινοτικά και εθνικά κατώφλια μεταποίησης, όπως αναφέρεται στο παράρτημα II.

2. Όταν σημειώνεται υπέρβαση ενός κοινοτικού κατωφλίου μεταποίησης, η ενίσχυση που καθορίζεται για το σχετικό προϊόν σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2 μειώνεται σε κάθε κράτος μέλος, στο οποίο σημειώθηκε η υπέρβαση του αντίστοιχου κατωφλίου μεταποίησης.

Για την εφαρμογή του πρώτου εδαφίου, η υπέρβαση ενός κατωφλίου υπολογίζεται συγκρίνοντας με το κατώφλι αυτό το μέσο όρο των μεταποιημένων ποσοτήτων με ενίσχυση στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού κατά τη διάρκεια των τριών περιόδων που προηγούνται αυτής, για την οποία πρέπει να καθοριστεί η ενίσχυση.

Ωστόσο, για τον υπολογισμό της υπέρβασης των ορίων που ορίζονται για κάθε κράτος μέλος, οι ποσότητες που έχουν παραχωρηθεί σε ένα κράτος μέλος και δεν έχουν υποστεί μεταποίηση προστίθενται στα κατώφλια που καθορίζονται για τα άλλα κράτη μέλη, pro rata αυτών.

Η μείωση της ενίσχυσης είναι ανάλογη της υπέρβασης που διαπιστώνεται σε σχέση με το συγκεκριμένο κατώφλι.

3. Όσον αφορά τις ντομάτες, και κατά παρέκκλιση της παραγράφου 2 δεύτερο εδάφιο, εφαρμόζονται οι ακόλουθες διατάξεις για τις τρεις πρώτες περιόδους εφαρμογής του παρόντος κανονισμού:

α) για την πρώτη περίοδο:

- η υπέρβαση του κατωφλίου μεταποίησης υπολογίζεται βάσει της ποσότητας που παραδίδεται στη μεταποίηση με ενίσχυση κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής και

- η ενίσχυση που καθορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2, μειώνεται σε 31,36 ευρώ ανά τόνο. Ωστόσο, στα κράτη μέλη για το κατώφλι των οποίων δεν σημειώθηκε υπέρβαση ή για το κατώφλι των οποίων σημειώθηκε υπέρβαση μικρότερη από 10 %, καθώς και σε όλα τα σχετικά κράτη μέλη στην περίπτωση που δεν σημειώθηκε υπέρβαση του κοινοτικού κατωφλίου, καταβάλλεται ένα συμπληρωματικό ποσό μετά την περίοδο. Το εν λόγω συμπληρωματικό ποσό καθορίζεται βάσει της πραγματικής υπέρβασης του σχετικού κατωφλίου·

β) για τη δεύτερη περίοδο, η υπέρβαση του κατωφλίου μεταποίησης υπολογίζεται βάσει της ποσότητας που παραδίδεται στη μεταποίηση, με ενίσχυση κατά την πρώτη περίοδο·

γ) για την τρίτη περίοδο, η υπέρβαση του κατωφλίου μεταποίησης υπολογίζεται βάσει του μέσου όρου των ποσοτήτων που παραδίδονται στη μεταποίηση, με ενίσχυση κατά τις δύο πρώτες περιόδους.

4. Τα κράτη μέλη δύνανται να υποδιαιρούν το προβλεπόμενο εθνικό κατώφλι για τις ντομάτες σε δύο υποκατώφλια, συγκεκριμένα τις ντομάτες για μεταποίηση σε ολόκληρες αποφλοιωμένες ντομάτες, αφενός, και για μεταποίηση σε άλλα προϊόντα ντομάτας, αφετέρου.

Τα κράτη μέλη που χρησιμοποιούν τη δυνατότητα αυτή ενημερώνουν σχετικά την Επιτροπή.

Σε περίπτωση υπέρβασης του εθνικού κατωφλίου, η μείωση της ενίσχυσης που προβλέπεται στην παράγραφο 2 εφαρμόζεται στην ενίσχυση για τα δύο υποκατώφλια κατ' αναλογία προς τη διαπιστωθείσα υπέρβαση του συγκεκριμένου υποκατωφλίου.

Άρθρο 6

1. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής των άρθρων 2 έως 5, και ιδίως όσες αφορούν την έγκριση των μεταποιητών, τη σύναψη των συμβάσεων μεταποίησης, την καταβολή της ενίσχυσης, τα μέτρα ελέγχου και τις κυρώσεις, τις περιόδους εμπορίας, τα ελάχιστα χαρακτηριστικά της πρώτης ύλης που παραδίδεται στη μεταποίηση, τις ελάχιστες απαιτήσεις ποιότητας των τελικών προϊόντων και τις δημοσιονομικές συνέπειες που οφείλονται στην υπέρβαση των κατωφλίων, θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 29.

2. Ορίζονται, σύμφωνα με την ίδια διαδικασία, οι ποιοτικοί και ποσοτικοί έλεγχοι:

- των προϊόντων που παραδίδονται στους μεταποιητές από τις οργανώσεις παραγωγών και

- της πραγματικής μεταποίησης, από τους μεταποιητές, των παραδιδομένων προϊόντων, σε προϊόντα που αναφέρονται στο παράρτημα I."

2. Μετά το άρθρο 6, παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

"Άρθρο 6α

1. Εφαρμόζεται καθεστώς ενίσχυσης στην παραγωγή στα ακόλουθα:

α) στα ξηρά σύκα που υπάγονται στον κωδικό ΣΟ 0804 20 90 και

β) στα ξηρά δαμάσκηνα που προέρχονται από αποξηραμένα δαμάσκηνα Ente και υπάγονται στον κωδικό ΣΟ ex 0813 20 00,

που λαμβάνονται από καρπούς που συγκομίζονται στην Κοινότητα.

2. Η ενίσχυση στην παραγωγή χορηγείται στον μεταποιητή, ο οποίος καταβάλλει στον παραγωγό για την πρώτη ύλη τιμή τουλάχιστον ίση με την ελάχιστη τιμή δυνάμει των συμβάσεων που συνάπτονται μεταξύ, αφενός, των αναγνωρισμένων ή προαναγνωρισμένων βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 οργανώσεων παραγωγών και, αφετέρου, των μεταποιητών.

Ωστόσο, κατά την περίοδο εμπορίας 2001/02, οι συμβάσεις μπορούν επίσης να συνάπτονται μεταξύ μεταποιητών και μεμονωμένων παραγωγών, για μια ποσότητα που δεν υπερβαίνει το 25 % της ποσότητας που παρέχει δικαίωμα για ενίσχυση στην παραγωγή.

Η δυνατότητα υπαγωγής στις διατάξεις του παρόντος άρθρου παρέχεται από τις προαναφερθείσες οργανώσεις παραγωγών στους κατόχους εκμετάλλευσης, οι οποίοι δεν έχουν ενταχθεί σε κανέναν από τους συλλογικούς φορείς που προβλέπονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2200/96, οι οποίοι αναλαμβάνουν τη δέσμευση να διαθέσουν στην εμπορία, μέσω αυτών, το σύνολο της παραγωγής τους που προορίζεται για την παρασκευή των προϊόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και οι οποίοι συμμετέχουν στις συνολικές δαπάνες διαχείρισης του εν λόγω καθεστώτος από την οργάνωση.

Οι συμβάσεις πρέπει να υπογράφονται πριν από την έναρξη κάθε περιόδου εμπορίας.

Άρθρο 6β

1. Η ελάχιστη τιμή που πρέπει να καταβάλλεται στον παραγωγό ορίζεται βάσει:

α) της ελάχιστης τιμής που εφαρμόζεται κατά την προηγούμενη περίοδο εμπορίας·

β) της εξέλιξης των τιμών της αγοράς στον τομέα των οπωροκηπευτικών·

γ) της ανάγκης εξασφάλισης της συνήθους διάθεσης του νωπού προϊόντος βάσης προς διαφορετικούς προορισμούς, συμπεριλαμβανομένου του εφοδιασμού της μεταποιητικής βιομηχανίας.

2. Η ελάχιστη τιμή καθορίζεται πριν από την έναρξη κάθε περιόδου.

3. Η ελάχιστη τιμή καθώς και οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 29.

Άρθρο 6γ

1. Η ενίσχυση στην παραγωγή δεν μπορεί να είναι ανώτερη από τη διαφορά που υφίσταται μεταξύ της ελάχιστης τιμής που καταβάλλεται στον παραγωγό στην Κοινότητα και της τιμής της πρώτης ύλης των κυριοτέρων τρίτων χωρών παραγωγής και εξαγωγής.

2. Το ποσό της ενίσχυσης στην παραγωγή καθορίζεται κατά τρόπο ώστε να καθίσταται δυνατή η διάθεση του κοινοτικού προϊόντος, εντός του ορίου των διατάξεων της παραγράφου 1.

Για να καθοριστεί το εν λόγω ποσό, πρέπει να λαμβάνονται ιδίως υπόψη:

α) η διαφορά μεταξύ του κόστους της πρώτης ύλης που ισχύει στην Κοινότητα και του κόστους της πρώτης ύλης των κυριοτέρων ανταγωνιστικών τρίτων χωρών·

β) το ποσό της ενίσχυσης που καθορίστηκε για την προηγούμενη περίοδο εμπορίας·

και,

γ) για τα προϊόντα, για τα οποία η κοινοτική παραγωγή αντιπροσωπεύει σημαντικό μερίδιο της αγοράς, η εξέλιξη του όγκου των εξωτερικών συναλλαγών και της τιμής τους, όταν το τελευταίο αυτό κριτήριο οδηγεί σε μείωση του ποσού της ενίσχυσης.

3. Η ενίσχυση στην παραγωγή καθορίζεται σε συνάρτηση με το καθαρό βάρος του μεταποιημένου προϊόντος. Οι συντελεστές που εκφράζουν τη σχέση μεταξύ του βάρους της πρώτης ύλης που χρησιμοποιείται και του καθαρού βάρους του μεταποιημένου προϊόντος, καθορίζονται κατ' αποκοπήν. Ενημερώνονται σε τακτά χρονικά διαστήματα βάσει της εμπειρίας που έχει αποκτηθεί.

4. Η ενίσχυση στην παραγωγή καταβάλλεται στους μεταποιητές μόνο για τα μεταποιημένα προϊόντα τα οποία:

α) έχουν παραχθεί από πρώτη ύλη που έχει συγκομισθεί στην Κοινότητα, για την οποία ο ενδιαφερόμενος κατέβαλε τουλάχιστον την ελάχιστη τιμή που αναφέρεται στο άρθρο 6α παράγραφος 2·

β) είναι σύμφωνα με τις απαιτήσεις ελάχιστης ποιότητας.

5. Η τιμή της πρώτης ύλης των κυριοτέρων ανταγωνιστικών τρίτων χωρών προσδιορίζεται κατά κύριο λόγο βάσει των τιμών που εφαρμόζονται πράγματι στο στάδιο 'έξοδος από τη γεωργική εκμετάλλευση', όσον αφορά τα νωπά προϊόντα συγκρίσιμης ποιότητας, τα οποία χρησιμοποιούνται για τη μεταποίηση και οι οποίες σταθμίζονται σε συνάρτηση με τις ποσότητες τελικών προϊόντων που εξάγονται από τις εν λόγω τρίτες χώρες.

6. Όσον αφορά τα προϊόντα για τα οποία η κοινοτική παραγωγή αντιπροσωπεύει τουλάχιστον το 50 % της αγοράς κατανάλωσης στην Κοινότητα, η εξέλιξη των τιμών και του όγκου των εισαγωγών και εξαγωγών εκτιμάται βάσει των στοιχείων του ημερολογιακού έτους που προηγείται της έναρξης της περιόδου σε σχέση με τα στοιχεία του προηγούμενου ημερολογιακού έτους.

7. Η Επιτροπή καθορίζει, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 29, πριν από την έναρξη κάθε περιόδου, το ποσό της ενίσχυσης στην παραγωγή. Σύμφωνα με την ίδια διαδικασία, θεσπίζει τους συντελεστές που αναφέρονται στην παράγραφο 3, τις ελάχιστες απαιτήσεις ποιότητας, καθώς και τις άλλες λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου."

3. Το άρθρο 28 καταργείται.

4. Το άρθρο 29 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

"Άρθρο 29

1. Η Επιτροπή επικουρείται από μια επιτροπή, την επιτροπή διαχείρισης μεταποιημένων προϊόντων με βάση τα οπωροκηπευτικά, εφεξής αποκαλούμενη 'επιτροπή', που αποτελείται από αντιπροσώπους των κρατών μελών και προεδρεύεται από τον αντιπρόσωπο της Επιτροπής.

2. Σε περίπτωση αναφοράς στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 4 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

3. Η περίοδος που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 της απόφασης 1999/468/ΕΚ καθορίζεται σε ένα μήνα.

4. Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό."

5. Το παράρτημα Ι αντικαθίσταται από το κείμενο του παραρτήματος Ι του παρόντος κανονισμού.

6. Το παράρτημα III αντικαθίσταται από το κείμενο του παραρτήματος II του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 3

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2202/96 τροποποιείται ως εξής:

1. Το άρθρο 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

"Άρθρο 3

1. Χορηγείται ενίσχυση στις οργανώσεις παραγωγών για τις ποσότητες που παραδίδονται στη μεταποίηση στο πλαίσιο των συμβάσεων που προβλέπονται στο άρθρο 2.

2. Τα ποσά της ενίσχυσης καθορίζονται στο παράρτημα I πίνακας 1.

Εντούτοις:

α) όταν η σύμβαση που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 αφορά πλείονες περιόδους εμπορίας και ελάχιστη ποσότητα εσπεριδοειδών, η οποία καθορίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 46 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96, τα ποσά της ενίσχυσης είναι εκείνα που αναγράφονται στο παράρτημα I πίνακας 2·

β) για τις ποσότητες που παραδίδονται στο πλαίσιο του άρθρου 4, τα ποσά της ενίσχυσης είναι εκείνα που αναγράφονται στο παράρτημα Ι πίνακας 3.

3. Με την επιφύλαξη της εφαρμογής του άρθρου 5, η ενίσχυση καταβάλλεται από τα κράτη μέλη στις οργανώσεις παραγωγών μετά από αίτησή τους, μόλις οι αρχές ελέγχου του κράτους μέλους στο οποίο πραγματοποιείται η μεταποίηση διαπιστώσουν ότι τα προϊόντα που αποτελούν το αντικείμενο των συμβάσεων παραδόθηκαν στη μεταποιητική βιομηχανία.

Το ποσό της ενίσχυσης που εισπράττει η οργάνωση παραγωγών καταβάλλεται στα μέλη της.

4. Θεσπίζονται μέτρα, με τη διαδικασία του άρθρου 46 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96, ώστε να εξασφαλισθεί η τήρηση, από τη μεταποιητική βιομηχανία, της υποχρέωσης να μεταποιεί τα προϊόντα που παραδόθηκαν από τις οργανώσεις παραγωγών."

2. Το άρθρο 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

"Άρθρο 5

1. Για την Κοινότητα και για κάθε κράτος μέλος-παραγωγό, καθορίζονται κατώφλια μεταποίησης, αφενός, για καθένα από τα τρία προϊόντα, λεμόνια, πορτοκάλια, καθώς και γκρέιπ-φρουτ και φράπες και, αφετέρου, για την ομάδα προϊόντων που αποτελείται από μανταρίνια, κλημεντίνες και σατσούμας. Τα εν λόγω κατώφλια αναφέρονται στο παράρτημα II.

2. Όταν σημειώνεται υπέρβαση ενός κοινοτικού κατωφλίου μεταποίησης, η ενίσχυση που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2 για το συγκεκριμένο προϊόν μειώνεται σε κάθε κράτος μέλος, στο οποίο σημειώθηκε υπέρβαση του αντίστοιχου κατωφλίου μεταποίησης.

Για την εφαρμογή του πρώτου εδαφίου, η υπέρβαση ενός κατωφλίου υπολογίζεται συγκρίνοντας το κατώφλι αυτό με το μέσο όρο των μεταποιημένων ποσοτήτων με ενίσχυση στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού, κατά τη διάρκεια των τριών περιόδων ή ισοδύναμων περιόδων που προηγούνται της περιόδου για την οποία πρέπει να καθοριστεί η ενίσχυση.

Ωστόσο, για τον υπολογισμό της υπέρβασης των κατωφλίων που καθορίζονται για κάθε κράτος μέλος, οι ποσότητες που παραχωρούνται σε ένα κράτος μέλος και δεν μεταποιούνται, προστίθενται στα κατώφλια που καθορίζονται για τα άλλα κράτη μέλη, pro rata αυτών.

Η μείωση της ενίσχυσης είναι ανάλογη της υπέρβασης που διαπιστώνεται σε σχέση με το εν λόγω κατώφλι.

3. Τα κράτη μέλη μπορούν να υποδιαιρούν το προβλεπόμενο εθνικό κατώφλι για τα μικρόκαρπα εσπεριδοειδή σε δύο υποκατώφλια, συγκεκριμένα τα μικρόκαρπα εσπεριδοειδή που προορίζονται για μεταποίηση σε τμήματα, αφενός, και σε εκείνα που προορίζονται για μεταποίηση σε χυμό, αφετέρου.

Τα κράτη μέλη που χρησιμοποιούν τη δυνατότητα αυτή ενημερώνουν σχετικά την Επιτροπή.

Σε περίπτωση υπέρβασης του εθνικού κατωφλίου, η μείωση της ενίσχυσης που προβλέπεται στην παράγραφο 2 εφαρμόζεται στην ενίσχυση για τα δύο υποκατώφλια κατ' αναλογία προς τη διαπιστωθείσα υπέρβαση του συγκεκριμένου υποκατωφλίου."

3. Το παράρτημα γίνεται "Παράρτημα I".

4. Μετά το παράρτημα Ι, παρεμβάλλεται το κείμενο του παραρτήματος ΙΙΙ που περιέχεται στο παράρτημα ΙΙΙ του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 4

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Εφαρμόζεται, για κάθε προϊόν ή ομάδα προϊόντων, από την περίοδο εμπορίας 2001/02. Εντούτοις, το σημείο 1 του άρθρου 1 εφαρμόζεται για τα επιχειρησιακά ταμεία από το έτος 2001.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 4 Δεκεμβρίου 2000.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. Glavany

(1) ΕΕ C 337Ε της 28.11.2000, σ. 207.

(2) Γνώμη που διατυπώθηκε στις 26 Οκτωβρίου 2000 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(3) Γνώμη που διατυπώθηκε στις 19 Οκτωβρίου 2000 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(4) ΕΕ L 297 της 21.11.1996, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1257/1999 (ΕΕ L 160 της 26.6.1999, σ. 80).

(5) ΕΕ L 297 της 21.11.1996, σ. 29· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2701/1999 (ΕΕ L 327 της 21.12.1999, σ. 5).

(6) ΕΕ L 297 της 21.11.1996, σ. 49· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 858/1999 (ΕΕ L 108 της 17.7.1999, σ. 8).

(7) ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

"ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

Μεταποιημένα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 2

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>"

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

"ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

Κατώφλια μεταποίησης που αναφέρονται στο άρθρο 5

Νωπή πρώτη ύλη

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>"

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

"ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

Κατώφλια μεταποίησης που αναφέρονται στο άρθρο 5

Νωπή πρώτη ύλη

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>"