Οδηγία 2000/77/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 2000, για την τροποποίηση της οδηγίας 95/53/ΕΚ του Συμβουλίου για τον καθορισμό των αρχών οργάνωσης των επισήμων ελέγχων στον τομέα της διατροφής των ζώων
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 333 της 29/12/2000 σ. 0081 - 0083
Οδηγία 2000/77/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 14ης Δεκεμβρίου 2000 για την τροποποίηση της οδηγίας 95/53/ΕΚ του Συμβουλίου για τον καθορισμό των αρχών οργάνωσης των επισήμων ελέγχων στον τομέα της διατροφής των ζώων ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 152 παράγραφος 4, την πρόταση της Επιτροπής(1), την γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(2), αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης(3), υπό το φως του κοινού σχεδίου που ενέκρινε η Επιτροπή Συνδιαλλαγής στις 11 Οκτωβρίου 2000, Εκτιμώντας τα ακόλουθα: (1) Η οδηγία 95/53/ΕΚ του Συμβουλίου στον τομέα της διατροφής των ζώων, προβλέπει τις αρχές σύμφωνα με τις οποίες πρέπει να διενεργούνται οι επίσημοι έλεγχοι(4)· η πείρα κατέδειξε ότι, κατά περίπτωση, θα πρέπει να υφίσταται η δυνατότητα ακριβέστερου προσδιορισμού των αρχών αυτών σε κοινοτικό επίπεδο, προκειμένου να θεσπισθεί μια αξιόπιστη εναρμονισμένη διαδικασία και να τεθεί σε εφαρμογή το νέο σύστημα ελέγχου για τα προϊόντα από τρίτες χώρες, τα οποία χρησιμοποιούνται στη διατροφή των ζώων. (2) Προκειμένου να προστατευθεί επαρκώς η υγεία των ανθρώπων και των ζώων και το περιβάλλον, οι εμπειρογνώμονες της Επιτροπής και των κρατών μελών θα πρέπει να είναι σε θέση να διενεργούν επιτόπιους ελέγχους όχι μόνο στην Κοινότητα αλλά και στις τρίτες χώρες, ιδίως μετά την εμφάνιση σε μια τρίτη χώρα οιουδήποτε προβλήματος το οποίο είναι δυνατόν να επηρεάσει αρνητικά την υγιεινή των ζωοτροφών που τίθενται σε κυκλοφορία στην Κοινότητα. (3) Επιπλέον, πρέπει να δοθεί στην Επιτροπή η δυνατότητα να αποστέλλει, σε περίπτωση ανάγκης, εμπειρογνώμονες επί τόπου στην Κοινότητα προκειμένου να επαληθεύουν την τήρηση των κοινοτικών κανόνων και, ενδεχομένως, να θεσπίζει κοινοτικά μέτρα. (4) Για τον ίδιο λόγο, πρέπει να θεσπιστεί ένα σύστημα προστατευτικών μέτρων στο πλαίσιο του συστήματος αυτού, η Επιτροπή πρέπει να είναι σε θέση να ενεργεί, λαμβάνοντας τα ενδεδειγμένα για την εκάστοτε περίπτωση μέτρα. (5) Με την οδηγία 95/53/ΕΚ, το Συμβούλιο καθόρισε την αρχή της διοργάνωσης ετήσιων συντονισμένων κοινοτικών προγραμμάτων ελέγχου βάσει συστάσεως της Επιτροπής. (6) Σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, κατά τις οποίες δικαιολογείται για λόγους υγείας των ανθρώπων ή των ζώων, πρέπει να ενισχυθούν οι έλεγχοι που διενεργούνται υπό και εντός των κρατών μελών για την ομοιόμορφη και αποτελεσματική εφαρμογή των ελέγχων και των ερευνών σε ολόκληρη την Κοινότητα στις περιπτώσεις αυτές, πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η αρμοδιότητα να θεσπίζει ειδικά συντονισμένα προγράμματα ελέγχου. (7) Τα απαιτούμενα μέτρα για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θεσπίζονται σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 1999 για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή(5). (8) Η οδηγία 95/53/ΕΚ του Συμβουλίου πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως, ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ: Άρθρο 1 Η οδηγία 95/53/ΕΚ τροποποιείται ως εξής: 1. Στο άρθρο 5, προστίθεται η εξής παράγραφος:"Ενδεχομένως, οι λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 23." 2. Στο άρθρο 7 προστίθεται η εξής παράγραφος:"Ενδεχομένως, οι λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 23." 3. Προστίθενται τα εξής άρθρα: "Άρθρο 9α 1. Αν ένα πρόβλημα που ενδέχεται να αποτελέσει σοβαρό κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία, την υγεία των ζώων ή το περιβάλλον, παρουσιαστεί ή επεκταθεί στο έδαφος μιας τρίτης χώρας, η Επιτροπή, με δική της πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήσεως ενός κράτους μέλους, λαμβάνει χωρίς καθυστέρηση, ανάλογα με τη σοβαρότητα της κατάστασης, τα εξής μέτρα, με τη διαδικασία του άρθρου 23α: - αναστολή των εισαγωγών προϊόντων που προέρχονται από όλη τη συγκεκριμένη τρίτη χώρα ή τμήμα αυτής ή από μια ή περισσότερες συγκεκριμένες εγκαταστάσεις παραγωγής και, ενδεχομένως, από οιαδήποτε τρίτη χώρα διαμετακόμισης ή/και - καθορισμός ειδικών όρων για τα προϊόντα που πρόκειται να εισαχθούν από όλη τη συγκεκριμένη τρίτη χώρα ή τμήμα αυτής. 2. Ωστόσο, σε επείγουσες περιπτώσεις η Επιτροπή μπορεί προσωρινώς να λάβει τα μέτρα της παραγράφου 1, αφού προηγουμένως ενημερώσει τα κράτη μέλη. Εντός 10 εργάσιμων ημερών, η Επιτροπή υποβάλλει το ζήτημα στη μόνιμη επιτροπή ζωοτροφών, με τη διαδικασία του άρθρου 23α, προκειμένου τα μέτρα να παραταθούν, τροποποιηθούν ή ανακληθούν. Τα μέτρα που λαμβάνει η Επιτροπή παραμένουν σε εφαρμογή μέχρι να αντικατασταθούν με άλλη νομική πράξη. 3. Στην περίπτωση κατά την οποία ένα κράτος μέλος ενημερώνει επισήμως την Επιτροπή για την ανάγκη λήψης προστατευτικών μέτρων, η δε Επιτροπή δεν έχει ενεργήσει σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να λάβει προσωρινά προστατευτικά μέτρα έναντι των εισαγωγών. Σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος λάβει προσωρινά προστατευτικά μέτρα, ενημερώνει αμέσως τα υπόλοιπα κράτη μέλη και την Επιτροπή. Εντός δέκα εργάσιμων ημερών, η Επιτροπή υποβάλλει το ζήτημα στη μόνιμη επιτροπή ζωοτροφών, με τη διαδικασία του άρθρου 23, προκειμένου τα εθνικά προσωρινά προστατευτικά μέτρα να παραταθούν, να τροποποιηθούν ή να ανακληθούν. Άρθρο 9β 1. Εφόσον απαιτείται, εμπειρογνώμονες της Επιτροπής και των κρατών μελών μπορούν να διενεργούν επιτόπιους ελέγχους σε τρίτες χώρες για να διαπιστώσουν εάν οι εγγυήσεις, τις οποίες προσφέρουν οι χώρες αυτές όσον αφορά τις συνθήκες παραγωγής και θέσης σε κυκλοφορία των προϊόντων, μπορούν να θεωρούνται ως τουλάχιστον ισοδύναμες προς εκείνες που απαιτούνται στην Κοινότητα. 2. Οι έλεγχοι που αναφέρονται στην παράγραφο 1 διενεργούνται εξ ονόματος της Κοινότητας, η οποία και αναλαμβάνει και το σχετικό κόστος. 3. Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη για τα πορίσματα των ελέγχων που αναφέρονται στην παράγραφο 1. 4. Εφόσον απαιτείται, οι λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 23."; 4. Ο τίτλος του Κεφαλαίου IV αντικαθίσταται από τον ακόλουθο τίτλο: "ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΙ"; 5. Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο: "Άρθρο 17α 1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 15 και εφόσον απαιτείται για την ομοιόμορφη εφαρμογή των απαιτήσεων της παρούσας οδηγίας εμπειρογνώμονες της Επιτροπής και των κρατών μελών μπορούν να διενεργούν επιτόπιους ελέγχους σε συνεργασία με τις αρμόδιες εθνικές αρχές για να επαληθεύουν την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας, ιδίως δε των άρθρων 4, 5, 7, 11 και 12. Η Επιτροπή διορίζει εμπειρογνώμονες των κρατών μελών κατόπιν προτάσεως των κρατών μελών. 2. Το κράτος μέλος, στην επικράτεια του οποίου διενεργείται έλεγχος παρέχει στους εμπειρογνώμονες της Επιτροπής και των κρατών μελών πλήρη βοήθεια για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους. 3. Τα πορίσματα των ελέγχων συζητούνται με την αρμόδια αρχή του οικείου κράτους μέλους πριν συνταχθεί και διανεμηθεί η τελική έκθεση. Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τα πορίσματα των ελέγχων. 4. Όταν η Επιτροπή ή ένα κράτος μέλος θεωρούν ότι τα πορίσματα του ελέγχου το δικαιολογούν, τα πορίσματα αυτά εξετάζονται στο πλαίσιο της μόνιμης επιτροπής ζωοτροφών. Η Επιτροπή λαμβάνει τις τυχόν απαιτούμενες αποφάσεις με τη διαδικασία του άρθρου 23. 5. Η Επιτροπή παρακολουθεί την εξέλιξη της κατάστασης και τροποποιεί ή ανακαλεί τις αποφάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 4 με τη διαδικασία του άρθρου 23. 6. Οι λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 23." 6. Στο άρθρο 22, προστίθεται η εξής παράγραφος: "4. Με την επιφύλαξη των παραγράφων 1, 2 και 3 και στο μέτρο που η προστασία της υγείας των ανθρώπων ή των ζώων ή η προστασία του περιβάλλοντος απαιτούν την ταχεία εφαρμογή περιορισμένων, ειδικών και συντονισμένων προγραμμάτων ελέγχου σε κοινοτικό επίπεδο, η Επιτροπή λαμβάνει τα απαιτούμενα μέτρα με τη διαδικασία του άρθρου 23. Τα προγράμματα αυτά χρησιμοποιούνται ιδίως σε καταστάσεις που προκαλούνται από ένα συγκεκριμένο συμβάν." 7. Το άρθρο 23 αντικαθίσταται ως εξής: "Άρθρο 23 1. Η Επιτροπή επικουρείται από τη μόνιμη επιτροπή ζωοτροφών (καλούμενη στο εξής 'η επιτροπή'). 2. Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία του παρόντος άρθρου, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης. Η περίοδος που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 6, της απόφασης 1999/468/ΕΚ ορίζεται σε τρεις μήνες. 3. Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό κανονισμό της."; 8. Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο: "Άρθρο 23α 1. Η Επιτροπή επικουρείται από τη μόνιμη επιτροπή ζωοτροφών (καλούμενη στο εξής 'η επιτροπή'). 2. Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία του παρόντος άρθρου, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΟΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης. Η περίοδος που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 6, της απόφασης 1999/468/ΕΚ ορίζεται σε 15 ημέρες. 3. Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό κανονισμό της."; Άρθρο 2 1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις προκειμένου να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία από τις 29 Δεκεμβρίου 2001 το αργότερο. Πληροφορούν αμέσως την Επιτροπή σχετικά. 2. Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις ανωτέρω διατάξεις, αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη έκδοσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη. 3. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία. Άρθρο 3 Η παρούσα οδηγία τίθεται σε ισχύ από την ημέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Άρθρο 4 Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη. Βρυξέλλες, 14 Δεκεμβρίου 2000. Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Η Πρόεδρος N. Fontaine Για το Συμβούλιο Ο Πρόεδος D. Gillot (1) ΕΕ C 346 της 14.11.1998, σ. 9. (2) ΕΕ C 138 της 18.5.1999, σ. 17. (3) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 1998 (ΕΕ C 98 της 9.4.199, σ. 150), κοινή θέση του Συμβουλίου της 15ης Νοεμβρίου 1999 (ΕΕ C 17 της 20.1.2000, σ. 8) και απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Απριλίου 2000 (δεν δημοσιεύθηκε ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα). Απόφαση του Συμβουλίου της 20ής Νοεμβρίου 2000. (4) ΕΕ L 265 της 8.11.1995, σ. 17· οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 1999/20/ΕΚ (ΕΕ L 80 της 25.3.1999, σ. 20). (5) ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.