31999D0791

1999/791/ΕΚ: Απόφαση της Επιτροπής, της 8ης Ιουλίου 1999, περί της αίτησης του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας για μεταβατικό καθεστώς σύμφωνα με το άρθρο 24 της οδηγίας 96/92/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(1999) 1551/1] (Το κείμενο στην αγγλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 319 της 11/12/1999 σ. 0001 - 0005


ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 8ης Ιουλίου 1999

περί της αίτησης του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας για μεταβατικό καθεστώς σύμφωνα με το άρθρο 24 της οδηγίας 96/92/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(1999) 1551/1]

(Το κείμενο στην αγγλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(1999/791/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 96/92/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1996, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας(1), και ιδίως το άρθρο 24,

Έχοντας ενημερώσει τα κράτη μέλη σχετικά με την αίτηση που υπέβαλε το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

I. ΓΕΓΟΝΟΤΑ

1. Διαδικασία

(1) Στις 30 Ιανουαρίου 1998, εκπρόσωποι του Υπουργείου Εμπορίου και Βιομηχανίας του Ηνωμένου Βασιλείου προέβησαν σε αρχική παρουσίαση του περιεχομένου της αίτησης για μεταβατικό καθεστώς για τη Βόρεια Ιρλανδία στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

(2) Με επιστολή της 18ης Φεβρουαρίου 1998, η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου υπέβαλε αίτηση για μεταβατικό καθεστώς για τη Βόρεια Ιρλανδία σύμφωνα με το άρθρο 24 της οδηγίας.

(3) Με επιστολή της 16ης Οκτωβρίου 1998, η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου διαβίβασε περαιτέρω πληροφορίες.

2. Διάρθρωση του τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας και εφαρμογή της οδηγίας 96/92/ΕΚ στη Βόρεια Ιρλανδία

(4) Η σημερινή διάρθρωση του τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας στη Βόρεια Ιρλανδία χρονολογείται από τον Απρίλιο του 1992 όταν αναδιαρθρώθηκε και ιδιωτικοποιήθηκε ο κλάδος παροχής ηλεκτρικής ενέργειας. Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας πραγματοποιείται κυρίως από τους εξής τέσσερις ανεξάρτητους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας με καθεστώς μετοχικής εταιρείας:

Ballylumford Power Ltd (η σημερινή Premier Power Ltd)

Belfast West Power Ltd

Coolkeeragh Power Ltd

Kilroot Power Ltd.

(5) Η συνολική παραγωγική ικανότητα των εν λόγω εργοστασίων είναι 2063 MW και τα δύο από τα τέσσερα παράγουν περισσότερο από το 82 % της εν λόγω ενέργειας. Επιπλέον, υπάρχουν ορισμένοι μικροί παραγωγοί που παράγουν ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

(6) Μια άλλη εταιρεία, η Northern Ireland Electricity plc (NIE) είναι υπεύθυνη για τη διαχείριση του δικτύου μεταφοράς και διανομής, για την παροχή και τον εφοδιασμό ηλεκτρικής ενέργειας. Η ΝΙΕ, καθώς είναι αρμόδια για τον εφοδιασμό ηλεκτρικής ενέργειας, υποχρεούται να αγοράζει όλη την ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από τα κύρια ανεξάρτητα εργοστάσια παραγωγής ενέργειας. Οι τιμές της ΝΙΕ ελέγχονται, ενώ των παραγωγών όχι.

(7) Το σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας της Βόρειας Ιρλανδίας δεν είναι συνδεδεμένο με το σύστημα σε άλλα μέρη του Ηνωμένου Βασιλείου και συνδέεται με αυτό της Ιρλανδίας μόνον μέσω μιας μονάδας διασύνδεσης. Η εν λόγω μονάδα διασύνδεσης των 300 MW αποκαταστάθηκε το 1995 ύστερα από διακοπή 20 ετών και παρέχει εφεδρική ισχύ (spinning reserve) για τα δύο συστήματα. Στο μέλλον, όταν αναπτυχθούν τα εμπορικά συστήματα στη Βόρεια Ιρλανδία και την Ιρλανδία, αναμένεται να αυξηθεί η χρήση της μονάδας διασύνδεσης. Προβλέπεται επίσης μονάδα διασύνδεσης 250 MW με τη Σκωτία.

(8) Η Βόρεια Ιρλανδία δεν έχει εφαρμόσει ακόμα την οδηγία 96/92/ΕΚ. Ωστόσο, προβλέπεται να εφαρμοστεί η πρόσβαση τρίτων στο δίκτυο βάσει δημοσιευμένων τιμολογίων. Η ομάδα των επιλέξιμων πελατών θα περιλαμβάνει τους μεγαλύτερους καταναλωτές που απαιτούνται για να εξασφαλιστεί το άνοιγμα της αγοράς για ένα δεδομένο έτος (βλέπε τις ελάχιστες απαιτήσεις για το άνοιγμα της αγοράς, που προβλέπονται από το άρθρο 19 παράγραφοι 1 και 2 της οδηγίας 96/92/ΕΚ).

3. Το μεταβατικό καθεστώς που κοινοποίησε η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου

(9) Η αίτηση και η παρούσα απόφαση περιορίζονται σε μεταβατικό καθεστώς που αφορά μόνον την επικράτεια της Βόρειας Ιρλανδίας.

(10) Η κοινοποίηση αφορά την ύπαρξη συμφωνιών αγοράς ενέργειας μεταξύ της ΝΙΕ και των παραπάνω τεσσάρων κυρίων εταιρειών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας που ιδρύθηκαν όταν αναδιαρθρώθηκε και ιδιωτικοποιήθηκε ο τομέας το 1992. Σύμφωνα με τις εν λόγω συμβάσεις, η ΝΙΕ υποχρεούται να καλύπτει τις ενεργειακές της ανάγκες αγοράζοντας ενέργεια από τους τέσσερις παραγωγούς. Η πληρωμή απαρτίζεται από δύο στοιχεία: i) μια πάγια πληρωμή (availability payment) που βασίζεται στη διαθεσιμότητα και τα λειτουργικά χαρακτηριστικά των μονάδων παραγωγής και στοιχεύει να συνεισφέρει στην κάλυψη των πάγιων εξόδων, όπως των εξόδων χρηματοδότησης, των μισθών, της απόδοσης των επενδύσεων· ii) μια ενεργειακή πληρωμή (energy payment) που αντιστοιχεί στα έξοδα αγοράς και καύσης καυσίμων και υπολογίζεται σε συνάρτηση με το προβλεπόμενο σε σύμβαση επίπεδο απόδοσης κάθε μονάδας παραγωγής, το θερμικό επίπεδο και το κόστος των καυσίμων.

(11) Οι συμβάσεις λήγουν από το 2001 έως τις 31 Μαρτίου 2024 το αργότερο. Οι συμβάσεις που λήγουν μετά το 2012 μπορούν, ωστόσο, να καταργηθούν από την 1η Νοεμβρίου 2010 εάν ικανοποιηθούν ορισμένες προϋποθέσεις.

(12) Ενδέχεται να προκύψουν προβλήματα για τη ΝΙΕ καθώς η βάση της υποχρέωσης πληρωμής της ΝΙΕ στις εταιρείες παραγωγής παραμένει αμετάβλητη σύμφωνα με τις ισχύουσες υποχρεώσεις για την αγορά ενέργειας, ακόμα και αν μειωθεί ο αριθμός των καταναλωτών που προμηθεύει η ΝΙΕ. Καθώς μεγάλο τμήμα της πληρωμής της ΝΙΕ προς τους παραγωγούς είναι πάγιο, τα εν λόγω έξοδα θα πρέπει να ανακτηθούν από ένα μικρότερο αριθμό πελατών, που θα περιλαμβάνει κυρίως μη επιλέξιμους πελάτες. Το αποτέλεσμα θα είναι να αυξηθεί η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας για τους εν λόγω μικρότερους πελάτες. Αυτό το πρόσθετο κόστος αναφέρεται ως "υπερβάλλον κόστος πελατών δικαιόχρησης" (Franchise Customer Excess Costs). Το εν λόγω κόστος δεν πρέπει να βαρύνει μόνον τους δέσμιους πελάτες, αλλά όλους τους πελάτες.

(13) Οι δεσμεύσεις όσον αφορά τις συμφωνίες αγοράς ενέργειας μπορούν να υποδιαιρεθούν στις δεσμεύσεις που αναλύονται παρακάτω.

"Χαμένη" παραγωγική ικανότητα

(14) Με την εφαρμογή της οδηγίας 96/92/ΕΚ, οι επιλέξιμοι πελάτες θα μπορούν να επιλέγουν την πηγή εφοδιασμού τους. Εάν νέοι εγκεκριμένοι παραγωγοί εισέρχονται στην αγορά και έχουν τη δυνατότητα να πωλούν την ηλεκτρική ενέργεια σε επιλέξιμους πελάτες, η παραγωγική ικανότητα των υπαρχουσών εταιρειών παραγωγής ενδέχεται να υπερβεί τη ζήτηση της ηλεκτρικής ενέργειας στη Βόρεια Ιρλανδία. Η εν λόγω κατάσταση ενδέχεται να επηρεαστεί από την κατασκευή μονάδας διασύνδεσης μεταξύ της Βόρειας Ιρλανδίας και της Σκωτίας όπως σχεδιάζεται από το 1991.

Υπερβάλλον κόστος σε σχέση με τη σύμβαση φυσικού αερίου

(15) Την 1η Απριλίου 1992 συνήφθη η συμφωνία "Gas Conversion Agreement" για τη μετατροπή φυσικού αερίου μεταξύ της ΝΙΕ και της Ballylumford Power Ltd, της σημερινής Premier Power Ltd, η οποία προβλέπει τη μετατροπή των μονάδων καύσης πετρελαίου στο εργοστάσιο παραγωγής ενέργειας Ballylumford σε μονάδες φυσικού αερίου. Η μεγαλύτερη ποσότητα του φυσικού αερίου αγοράζεται υπό τη μορφή σύμβασης πληρωμής δεσμευτικών ποσοτήτων φυσικού αερίου "Long-Term Interruptible 3". Η εν λόγω σύμβαση συνήφθη το 1992, ισχύει μέχρι το 2009 και περιλαμβάνει τιμές που σύμφωνα με την κοινοποίηση ανέρχονται ετησίως σε 20 εκατομμύρια GBP πάνω από τις επικρατούσες τιμές της αγοράς. Το προκύπτον κόστος βαρύνει την ΝΙΕ σύμφωνα με τη συμφωνία αγοράς ενέργειας.

Κόστος αγωγού φυσικού αερίου

(16) Η εισαγωγή φυσικού αερίου στη Βόρεια Ιρλανδία απαίτησε την κατασκευή αγωγού φυσικού αερίου που εκτείνεται από το Twyholm της Σκωτίας, μέσω του North Channel έως το Islandmagee, καθώς και τη μετατροπή των καυστήρων πετρελαίου των εργοστασίων παραγωγής ενέργειας σε καυστήρες φυσικού αερίου. Το προκύπτον κόστος ανήλθε σε 130 εκατομμύρια GBP για τον αγωγό και 35 εκατομμύρια GBP για τη μετατροπή των καυστήρων.

Αποθείωση αερίων καύσης

(17) Τέλος, ενδέχεται να προκύψουν έξοδα από πιθανές μελλοντικές τροποποιήσεις της νομοθεσίας για το περιβάλλον, όπως της απαίτησης σχετικά με την εκ των υστέρων τοποθετηση εξοπλισμού για την αποθείωση αερίων καύσης.

Ύψος των "χαμένων" επενδύσεων

(18)

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

(19) Έξοδα αυτού του είδους ενδέχεται να προκύψουν έως το 2024, όταν λήγει η τελευταία συμφωνία αγοράς ενέργειας. Ωστόσο, σύμφωνα με τους όρους των διαφόρων αδειών που έχουν χορηγηθεί στις εταιρείες παραγωγής και στη ΝΙΕ, ορισμένες από τις εν λόγω συμφωνίες μπορεί να καταργηθούν ενωρίτερα, το 2010, υπό τον όρο ότι πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις. Επίσης, είναι δυνατή η επαναδιαπραγμάτευση των όρων των συμφωνιών με στόχο της μείωση των συνολικών "χαμένων" επενδύσεων. Η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου και η ρυθμιστική αρχή τονίζουν στην ανακοίνωση ότι οι "χαμένες" επενδύσεις μπορούν να θεωρηθούν ως επιλέξιμες για αποζημίωση εάν η επαναδιαπραγμάτευση δεν έχει θετικά αποτελέσματα.

Μέθοδος ανάκτησης

(20) Η κοινοποίηση βασίζεται στη συλλογιστική ότι αν προκύψουν επιλέξιμες "χαμένες" επενδύσεις, αυτές θα ανακτηθούν μέσω της επιβολής πρόσθετης επιβάρυνσης στην τελική κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας. Ωστόσο, η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου τονίζει ότι πρέπει να εξεταστεί προσεκτικά το ενδεχόμενο να μοιραστεί το κόστος μεταξύ των πελατών και της βιομηχανίας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας προτού ληφθούν οποιεσδήποτε τελικές αποφάσεις για τη θέσπιση πρόσθετης επιβάρυνσης αυτού του είδους.

(21) Βάσει της προαναφερθείσας συλλογιστικής, η ΝΙΕ θα έχει τη δυνατότητα να ανακτήσει μέρος των "χαμένων" επενδύσεων -που δεν είναι ανακτήσιμες καθώς οι επιλέξιμοι πελάτες δεν αγοράζουν ηλεκτρική ενέργεια από τη ΝΙΕ- με την επιβολή της πρόσθετης επιβάρυνσης "Competitive Transition Charge" (CTC), για τη χρήση του δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας. Το εν λόγω ποσό είναι το υπερβάλλον κόστος πελατών δικαιόχρησης.

(22) Τρεις μήνες πριν από το τέλος κάθε οικονομικού έτους η ΝΙΕ θα προβαίνει σε υπολογισμό του υπερβάλλοντος κόστους των πελατών δικαιόχρησης για το επόμενο οικονομικό έτος, λαμβάνοντας υπόψη της παράγοντες όπως την προβλεπόμενη διαθεσιμότητα της παραγωγής βάσει της συμφωνίας για την αγορά ενέργειας, τη συνολική ζήτηση του συστήματος και τη ζήτηση από επιλέξιμους πελάτες που δεν αγοράζουν ηλεκτρική ενέργεια από τη ΝΙΕ. Το ύψος της επιβάρυνσης CTC θα καθοριστεί βάσει του εν λόγω υπολογισμού.

(23) Η επιβάρυνση CTC θα εισπράττεται από το σύνολο των πελατών μέσω των προμηθευτών που θα την μεταβιβάζουν στη ΝΙΕ. Θα βασίζεται στην κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας σε kWh και θα αναγράφεται ξεχωριστά στο λογαριασμό του πελάτη.

(24) Στο τέλος κάθε οικονομικού έτους, η ΝΙΕ θα προβαίνει σε υπολογισμό του ποσού για να διαπιστωθεί κατά πόσον υπερβαίνει ή υπολείπεται του ποσού στόχου, καθώς και σε διόρθωση της επιβάρυνσης CTC για το επόμενο έτος ώστε να μην υπερβαίνει η αποζημίωση το υπερβάλλον κόστος πελατών δικαιόχρησης.

II. ΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ

1. Νομική βάση: άρθρο 24 παράγραφοι 1 και 2 της οδηγίας 96/92/ΕΚ

(25) Η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου κοινοποίησε αίτηση για μεταβατικό καθεστώς σχετικά με υποτιθέμενες υποχρεώσεις και εγγυήσεις λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 24 της οδηγίας 96/92/ΕΚ.

2. Απαιτήσεις του άρθρου 24

(26) Το άρθρο 24 της οδηγίας 96/92/ΕΚ αναφέρει τα ακόλουθα: "1. Τα κράτη μέλη, στα οποία οι υποχρεώσεις που αναλήφθηκαν ή οι εγγυήσεις λειτουργίας που χορηγήθηκαν πριν από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας είναι δυνατό να μην μπορούν να τηρηθούν λόγω των διατάξεων της παρούσας οδηγίας, μπορούν να ζητήσουν να τύχουν μεταβατικού καθεστώτος, το οποίο θα μπορεί να τους παραχωρήσει η Επιτροπή, λαμβάνοντας μεταξύ άλλων υπόψη τις διαστάσεις του σχετικού δικτύου, το επίπεδο διασύνδεσής του και τη διάρθρωση της ηλεκτροβιομηχανίας του. Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη για τις αιτήσεις αυτές προτού λάβει απόφαση, λαμβάνοντας υπόψη τις επιταγές της εμπιστευτικότητας. Η απόφαση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

2. Το μεταβατικό αυτό καθεστώς είναι χρονικά περιορισμένο και συνδέεται με την εκπνοή των υποχρεώσεων ή εγγυήσεων που αναφέρθηκαν στην παράγραφο 1. Το μεταβατικό καθεστώς μπορεί να καλύπτει παρεκκλίσεις από τα κεφάλαια IV, VI και VII της παρούσας οδηγίας. Οι αιτήσεις μεταβατικού καθεστώτος πρέπει να κοινοποιηθούν στην Επιτροπή το αργότερο ένα έτος μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας."

(27) Το άρθρο 24 παράγραφοι 1 και 2 της οδηγίας 96/92/ΕΚ, υπό το φως της συνθήκης ΕΚ, απαιτεί επομένως την εξέταση των παρακάτω στοιχείων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά την εξέταση οποιασδήποτε αίτησης για μεταβατικό καθεστώς.

(28) Α. Απαιτήσεις που αφορούν τη φύση των εν λόγω υποχρεώσεων ή εγγυήσεων λειτουργίας

1) Η ύπαρξη υποχρέωσης ή εγγύησης λειτουργίας οφείλει να αποδειχθεί.

2) Η υποχρέωση ή οι εγγυήσεις λειτουργίας πρέπει να έχουν δοθεί πριν από τις 20 Φεβρουαρίου 1997.

3) Η σχέση αιτίου αποτελέσματος ανάμεσα στην έναρξη ισχύος της οδηγίας 96/92/ΕΚ και της αδυναμίας εκπλήρωσης της υποχρέωσης πρέπει να αποδειχθεί.

(29) Β. Απαιτήσεις που αφορούν τα μέτρα που προτείνονται για την επίτευξη των εν λόγω στόχων

1) Τα μέτρα του μεταβατικού καθεστώτος πρέπει να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των παρεκκλίσεων από τα κεφάλαια IV, VI και VII της οδηγίας 96/92/ΕΚ.

2) Το μεταβατικό καθεστώς πρέπει να έχει περιορισμένη διάρκεια και να συνδέεται με την εκπνοή των εν λόγω υποχρεώσεων ή εγγυήσεων λειτουργίας.

3) Το μεταβατικό καθεστώς οφείλει να εφαρμόζει τα λιγότερο περιοριστικά μέτρα που είναι απαραίτητα λογικά για την επίτευξη των στόχων, οι οποίοι θα πρέπει με τη σειρά τους να είναι εύλογοι. Στην απόφασή της σχετικά με τα θέματα αυτά, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να λάβει υπόψη μεταξύ άλλων τις διαστάσεις του σχετικού δικτύου, το επίπεδο διασύνδεσής του και τη διάρθρωση της ηλεκτροβιομηχανίας του.

3. Αξιολόγηση του μεταβατικού καθεστώτος του Ηνωμένου Βασιλείου

(30) Στην παρούσα περίπτωση που αφορά το μεταβατικό καθεστώς όπως κοινοποιήθηκε, δεν είναι απαραίτητο να προσδιοριστεί εάν πληρούνται οι απαιτήσεις Α.1, Α.2 και Α.3 ή Β.2 και Β.3, επειδή τα μέτρα του εν λόγω μεταβατικού καθεστώτος δεν απαιτούν παρέκκλιση από τα κεφάλαια IV, VI και VII της οδηγίας 96/92/ΕΚ και επομένως δεν πληρούν την απαίτηση Β.1.

(31) Όπως προαναφέρθηκε, για να συνιστάται μεταβατικό καθεστώς υπό την έννοια του άρθρου 24 της οδηγίας 96/92/ΕΚ, το σύστημα που θα επιλεγεί από το κράτος μέλος θα πρέπει να προβλέπει παρέκκλιση από τις απαιτήσεις που ορίζονται στα κεφάλαια IV, VI ή VII της οδηγίας 96/92/ΕΚ.

(32) Τα υπό εξέταση μέτρα βασίζονται σε πλήρες σχέδιο αποζημίωσης, δηλαδή ένα σύστημα επιβαρύνσεων ή φόρων που εφαρμόζεται από ένα κράτος μέλος για να αντισταθμίσει τις "χαμένες" επενδύσεις που απορρέουν από την εφαρμογή της οδηγίας 96/92/ΕΚ.

(33) Η εφαρμογή τέτοιων φόρων στην παρούσα περίπτωση δεν απαιτεί παρέκκλιση από τα κεφάλαια IV, VI ή VII της οδηγίας 96/92/ΕΚ και επομένως δεν μπορεί να θεωρηθεί ως μεταβατικό καθεστώς υπό την έννοια του άρθρου 24 αυτής.

(34) Το γεγονός ότι μέτρα όπως αυτά που εξετάζονται στην παρούσα περίπτωση μπορούν να έχουν ως αποτέλεσμα πολύ σημαντικές αλλοιώσεις της ενιαίας αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας δεν επηρεάζει το παρόν συμπέρασμα. Πράγματι, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναγνωρίζει ότι η πληρωμή τέτοιων φόρων μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα οικονομικές συνέπειες ουσιαστικά παρόμοιες με εκείνες που προκύπτουν από μια πλήρη ή μερική παρέκκλιση από ορισμένες από τις υποχρεώσεις που περιέχονται στα κεφάλαια IV, VI ή VII της οδηγίας 96/92/ΕΚ. Ωστόσο, τέτοιου είδους αλλοιώσεις λόγω της ίδιας της φύσης τους δεν προκύπτουν από μια τόσο συγκεκριμένη παρέκκλιση όπως αυτή που προβλέπει η οδηγία. Η μεταβίβαση αντισταθμιστικής πληρωμής σε συγκεκριμένους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας που χρηματοδοτείται μέσω φόρων ή επιβαρύνει τους καταναλωτές αποτελεί επομένως μέτρο που δεν αναφέρεται άμεσα στην οδηγία και χρειάζεται να εξετασθεί σύμφωνα με τους κανόνες που αφορούν τον ανταγωνισμό, και ιδίως το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚ. Στην υπόθεση αυτή, εννοείται ότι μέτρα που έχουν παρόμοιο οικονομικό αποτέλεσμα θα αντιμετωπιστούν με συνεκτικό τρόπο, ανεξάρτητα από τη σχετική διαδικασία σε κάθε μεμονωμένη περίπτωση.

(35) Εφόσον δεν μπορεί να εφαρμοστεί το άρθρο 24 της οδηγίας 96/92/ΕΚ, δεν είναι απαραίτητο να εκτιμηθούν οι παραπάνω περαιτέρω απαιτήσεις Α.1, Α.2 και Α.3 ή Β.2 και Β.3.

4. Συμπέρασμα

(36) Η αίτηση για μεταβατικό καθεστώς που κοινοποίησε η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου σύμφωνα με το άρθρο 24 της οδηγίας 96/92/ΕΚ αξιολογήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφοι 1 και 2 της οδηγίας. Η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι δεν δύναται και δεν απαιτείται να εγκριθεί ως προς τα παραπάνω μεταβατικό καθεστώς σύμφωνα με το άρθρο 24 της οδηγίας 96/92/ΕΚ, καθώς τα επιλεγμένα μέτρα δεν αποτελούν παρεκκλίσεις από τα κεφάλαια IV, VI ή VII της οδηγίας. Το καθεστώς περιέχει μεταβιβάσεις αντισταθμιστικών πληρωμών σε συγκεκριμένους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας, που χρηματοδοτούνται μέσω φόρων ή επιβαρύνουν τους καταναλωτές, και αποτελούν επομένως μέτρο που δεν αναφέρεται άμεσα στην οδηγία 96/92/ΕΚ, αλλά πρέπει να εξεταστεί σύμφωνα με τους κανόνες που διέπουν τις κρατικές ενισχύσεις, και ιδίως σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚ,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η παρούσα απόφαση αφορά την αίτηση του Ηνωμένου Βασιλείου για μεταβατικό καθεστώς σύμφωνα με το άρθρο 24 της οδηγίας 96/92/ΕΚ, που κοινοποιήθηκε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις 18 Φεβρουαρίου 1998 και έλαβε την τελική της μορφή στις 16 Οκτωβρίου 1998. Η κοινοποίηση αφορά τις συμφωνίες αγοράς ενέργειας μεταξύ της ΝΙΕ και της Ballylumford Power Ltd (η σημερινή Premier Power Ltd), της Belfast West Power Ltd, της Coolkeeragh Power Ltd και της Kilroot Power Ltd.

Άρθρο 2

Το μεταβατικό καθεστώς που κοινοποίησε η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου δεν περιέχει μέτρα που θα μπορούσαν να αποτελέσουν παρεκκλίσεις από τα κεφάλαια IV, VI ή VII της οδηγίας 96/92/ΕΚ, όπως ορίζονται στο άρθρο 24 παράγραφος 2 αυτής. Ως εκ τούτου, το άρθρο 24 της οδηγίας δεν μπορεί να εφαρμοστεί στο μεταβατικό καθεστώς που κοινοποίησε η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στο Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας.

Βρυξέλλες, 8 Ιουλίου 1999.

Για την Επιτροπή

Χρήστος ΠΑΠΟΥΤΣΗΣ

Μέλος της Επιτροπής

(1) ΕΕ L 27 της 30.1.1997, σ. 20.