31999D0296

1999/296/ΕΚ: Απόφαση του Συμβουλίου, της 26ης Απριλίου 1999, για την τροποποίηση της απόφασης 93/389/ΕΟΚ για έναν μηχανισμό παρακολούθησης των εκπομπών CO2 και άλλων αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου μέσα στην Κοινότητα

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 117 της 05/05/1999 σ. 0035 - 0038


ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 26ης Απριλίου 1999

για την τροποποίηση της απόφασης 93/389/ΕΟΚ για έναν μηχανισμό παρακολούθησης των εκπομπών CO2 και άλλων αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου μέσα στην Κοινότητα

(1999/296/ΕΚ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 130 Σ παράγραφος 1,

την πρόταση της Επιτροπής(1),

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 189 Γ της συνθήκης, σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο(3),

Εκτιμώντας:

(1) ότι όλα τα κράτη μέλη και η Κοινότητα είναι συμβαλλόμενα μέρη της σύμβασης-πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για τις κλιματικές μεταβολές (UNFCCC) η οποία, από την έναρξη ισχύος της στις 21 Μαρτίου 1994, δεσμεύει όλα τα μέρη να καταρτίζουν, να ενημερώνουν περιοδικά, να δημοσιεύουν και να υποβάλλουν στη διάσκεψη των μερών εθνικούς καταλόγους απογραφής των ανθρωπογενών εκπομπών κατά πηγή και της δέσμευσης κατά υποδοχέα όλων των αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου και που δεν εμπίπτουν στις διατάξεις του πρωτοκόλλου του Μόντρεαλ, χρησιμοποιώντας συγκρίσιμες μεθόδους που εγκρίνονται από τη διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών·

(2) ότι η ίδια σύμβαση δεσμεύει όλα τα μέρη να καταρτίζουν, να εφαρμόζουν, να δημοσιεύουν και να ενημερώνουν σε τακτική βάση εθνικά και, όπου ενδείκνυται, περιφερειακά προγράμματα, τα οποία να περιέχουν μέτρα για τη μετρίαση των κλιματικών μεταβολών μέσω της αντιμετώπισης των ανθρωπογενών εκπομπών κατά πηγή και της κατακράτησης κατά υποδοχέα, όλων των αερίων του θερμοκηπίου που δεν εμπίπτουν στις διατάξεις του πρωτοκόλλου του Μόντρεαλ·

(3) ότι, η πρώτη διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών της UNFCCC αποφάσισε ότι τα συμβαλλόμενα μέρη που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι της εν λόγω σύμμβασης θα πρέπει να υποβάλλουν ετησίως στη γραμματεία της εθνικά στοιχεία απογραφής των εκπομπών κατά πηγή και των κατακρατήσεων κατά υποδοχέα και να καταρτίζουν τις εθνικές εκθέσεις που προβλέπονται στη σύμβαση, με γνώμονα τις κατευθυντήριες γραμμές για τους εθνικούς πίνακες απογραφής των αερίων του θερμοκηπίου και τις τεχνικές συστάσεις για την εκτίμηση των επιπτώσεων της αλλαγής του κλίματος και της σχετικής προσαρμογής, που εξέδωσε η διακυβερνητική ομάδα για την αλλαγή του κλίματος·

(4) ότι πρέπει να τροποποιηθεί η απόφαση 93/389/ΕΟΚ(4), ώστε η διαδικασία παρακολούθησης να μπορέσει να αναπροσαρμοστεί στα σύγχρονα δεδομένα, ιδίως δε η μετά το έτος 2000 παρακολούθηση των περιορισμών και μειώσεων των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και η εφαρμογή της σε όλες τις ανθρωπογενείς εκπομπές αερίων θερμοκηπίου που δεν εμπίπτουν στις διατάξεις του πρωτοκόλλου του Μόντρεαλ, σύμφωνα με τις υποχρεώσεις της UNFCCC και λαμβάνοντας υπόψη τις απαιτήσεις του πρωτοκόλλου του Κυότο της εν λόγω σύμβασης, το οποίο εγκρίθηκε από την τρίτη διάσκεψη των μερών της UNFCCC στις 10 Δεκεμβρίου 1997·

(5) ότι είναι σημαντικό να καταστεί δυνατή η ακριβής και τακτική αξιολόγηση της προόδου που σημειώνεται προς την υλοποίηση των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει η Κοινότητα δυνάμει της UNFCCC και του πρωτοκόλλου του Κυότο της εν λόγω σύμβασης·

(6) ότι η Κοινότητα θεωρεί τον μηχανισμό παρακολούθησης ουσιώδες μέσο για την αξιολόγηση της προόδου προς την κατεύθυνση αυτή·

(7) ότι στο πρωτόκολλο του Κυότο απαιτείται τα συμβαλλόμενα μέρη που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι να έχουν σημειώσει αποδεικτή πρόοδο προς την υλοποίηση των δεσμεύσεων, που έχουν αναλάβει δυνάμει του πρωτοκόλλου, μέχρι το 2005·

(8) ότι οι διατάξεις του μηχανισμού παρακολούθησης που θεσπίσθηκε με την απόφαση 93/389/ΕΟΚ πρέπει να εφαρμόζονται εξίσου στις ανθρωπογενείς εκπομπές κατά πηγή και στη δέσμευση κατά υποδοχέα όλων των αερίων του θερμοκηπίου που δεν εμπίπτουν στις διατάξεις του πρωτοκόλλου του Μόντρεαλ, και ότι θα πρέπει να συνεχισθεί η αναπροσαρμογή της διαδικασίας παρακολούθησης, ώστε να αντικατοπτρίζει τις περαιτέρω αποφάσεις στο πλαίσιο του πρωτοκόλλου του Κυότο·

(9) ότι έχει καταστεί σαφές ότι η προθεσμία της 31ης Ιουλίου, που ορίζεται στην απόφαση 93/389/ΕΟΚ για την υποβολή των εθνικών στοιχείων απογραφής, είναι δύσκολο να τηρηθεί από όλα τα κράτη μέλη·

(10) ότι, το Συμβούλιο στη συνεδρίαση της 22ας-23ης Ιουνίου 1995, επιβεβαίωσε τη βούληση της Κοινότητας να εκπληρώσει τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει στο πλαίσιο της σύμβασης και επιβεβαίωσε τα συμπεράσματά του της 29ης Οκτωβρίου 1990, της 15ης και 16ης Δεκεμβρίου 1994 και της 9ης Μαρτίου 1995·

(11) ότι η απόφαση 93/389/ΕΟΚ θα πρέπει να τροποποιηθεί ανάλογα,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Τα άρθρα 1 έως 8 της απόφασης 93/389/ΕΟΚ αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

"Άρθρο 1

Θεσπίζεται σύστημα για:

- την παρακολούθηση, στα κράτη μέλη, των ανθρωπογενών εκπομπών όλων των αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου και που δεν εμπίπτουν στις διατάξεις του πρωτοκόλλου του Μόντρεαλ, και

- την αξιολόγηση της προόδου που σημειώνεται όσον αφορά την εκπλήρωση των δεσμεύσεων που έχουν αναληφθεί σχετικά με τις εκπομπές αυτές.

Άρθρο 2

Εθνικά προγράμματα

1. Τα κράτη μέλη καταρτίζουν, δημοσιεύουν και εφαρμόζουν εθνικά προγράμματα για τον περιορισμό και/ή τη μείωση των ανθρωπογενών εκπομπών, κατά πηγή, και για την ενίσχυση της δέσμευσης, κατά υποδοχέα, όλων των αερίων του θερμοκηπίου που δεν εμπίπτουν στις διατάξεις του πρωτοκόλλου του Μόντρεαλ, προκειμένου να συμβάλλουν:

- στη σταθεροποίηση, μέχρι το 2000, των εκπομπών CO2 στα επίπεδα του 1990 στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, προϋποθέτοντας ότι και άλλες χώρες θα αναλάβουν παρόμοιες υποχρεώσεις και ότι τα κράτη μέλη, τα οποία αρχίζουν από σχετικά χαμηλά επίπεδα κατανάλωσης ενέργειας και συνεπώς χαμηλά επίπεδα εκπομπών υπολογιζόμενα κατά κεφαλήν ή με βάση άλλα κατάλληλα κριτήρια, δικαιούνται να έχουν στόχους και/ή στρατηγικές για το CO2 που αντιστοιχούν στο επίπεδο της οικονομικής και κοινωνικής τους ανάπτυξης, βελτιώνοντας παράλληλα την ενεργειακή απόδοση των οικονομικών δραστηριοτήτων τους, όπως συμφωνήθηκε στις συνόδους του Συμβουλίου της 29ης Οκτωβρίου 1990, της 13ης Δεκεμβρίου 1991 και της 15ης και 16ης Δεκεμβρίου 1994,

- στην εκπλήρωση, από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, των δεσμεύσεων περιορισμού και/ή μείωσης των εκπομπών όλων των αερίων του θερμοκηπίου που δεν εμπίπτουν στις διατάξεις του πρωτοκόλλου του Μόντρεαλ δυνάμει της σύμβασης-πλαίσιου των Ηνωμένων Εθνών για τις κλιματικές μεταβολές, και δυνάμει του πρωτοκόλλου του Κυότο,

- στη διαφανή και ακριβή παρακολούθηση της επιτευχθείσας και της επιδιωκόμενης προόδου των κρατών μελών, περιλαμβανομένης της συμβολής των κοινοτικών μέτρων, κατά την υλοποίηση των συμπεφωνημένων εθνικών συνεισφορών στις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η Κοινότητα δυνάμει της σύμβασης-πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για τις κλιματικές μεταβολές και του πρωτοκόλλου του Κυότο.

Τα εν λόγω προγράμματα ενημερώνονται περιοδικά.

2. Κάθε κράτος μέλος περιλαμβάνει στο εθνικό του πρόγραμμα:

α) εκτιμήσεις για τα αποτελέσματα των πολιτικών και των μέτρων για τις εκπομπές και τις κατακρατήσεις και ενσωμάτωση των εκτιμήσεων αυτών στις προβολές για το CO2 και για τα άλλα αέρια θερμοκηπίου μεταξύ του έτους αναφοράς και του 2000, σύμφωνα με τις περί εκθέσεων απαιτήσεις της σύμβασης-πλαισίου του ΟΗΕ για τις κλιματικές μεταβολές·

β) τουλάχιστον για τα έξι αέρια του θερμοκηπίου που απαριθμούνται στο παράρτημα Α του πρωτοκόλλου του Κυότο [διοξείδιο του άνθρακα (CO2), μεθάνιο (CH4), υποξείδιο του αζώτου (N2O), υδροφθοράνθρακες (HFC), υπερφθοράνθρακες (PFC) και εξαφθοριούχο θείο (SF6)],

- τις βασικές ετήσιες ανθρωπογενείς εκπομπές διοξειδίου του άνθρακος, μεθανίου και υποξειδίου του αζώτου για το 1990, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3 παράγραφος 1,

- τις βασικές ανθρωπογενείς εκπομπές υδροφθορανθράκων, υπερφθορανθράκων και εξαφθοριούχου θείου για το 1990 και/ή το 1995, όπως ορίζεται στις διατάξεις του άρθρου 3 παράγραφος 1,

- καταλόγους των ανθρωπογενών του εκπομπών κατά πηγή και της δέσμευσης κατά υποδοχέα, κατά τα οριζόμενα από τις διατάξεις του άρθρου 3 παράγραφος 1,

- λεπτομερή στοιχεία σχετικά με την εθνική πολιτική και τα εθνικά μέτρα που εφαρμόζονται ή προβλέπονται από το έτος αναφοράς και που συμβάλλουν σημαντικά στις προσπάθειες μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και αύξησης της κατακράτησής τους. Στα στοιχεία αυτά, τα οποία παρέχονται για κάθε είδος αερίου και για κάθε κλάδο, περιλαμβάνονται ο στόχος του μέτρου, ο τύπος του πολιτικού οργάνου που χρησιμοποιείται για κάθε μέτρο, η πρόοδος της εφαρμογής της πολιτικής ή των μέτρων καθώς και, όπου είναι δυνατό, προσωρινοί δείκτες της προόδου τους,

- τα μέτρα που λαμβάνει ή προτίθεται να λάβει για την εφαρμογή της σχετικής κοινοτικής νομοθεσίας και πολιτικής,

- εκτιμήσεις της συνέπειας της πολιτικής και μέτρων στις εκπομπές και στην κατακράτησή τους και ενσωμάτωσή τους σε προβολές,

i) για τα αέρια του θερμοκηπίου που απαριθμούνται στο παράρτημα Α του πρωτοκόλλου του Κυότο μεταξύ του έτους αναφοράς και της περιόδου από 2008 έως 2012, και

ii) όσο είναι δυνατόν για τα αέρια του θερμοκηπίου που περιλαμβάνονται στο παράρτημα Α του πρωτοκόλλου του Κυότο μεταξύ του έτους αναφοράς και του 2005,

σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 8, βάσει προτύπων διαδικαστικών κατευθύνσεων, καθώς και ποσοτικά στοιχεία για τη διασαφήνιση των βασικών παραδοχών που χρησιμοποιούνται για την ανάπτυξη αυτών των προβολών και περιγραφή των χρησιμοποιούμενων μεθόδων εκτίμησης,

- εκτίμηση των οικονομικών συνεπειών των ανωτέρω μέτρων, όσο είναι δυνατό·

γ) Πληροφορίες για τα εξής αέρια: το μονοξείδιο του άνθρακος (CO), τα οξείδια του αζώτου (NOx), τις μη μεθανιούχες πτητικές οργανικές ενώσεις (NMVOCs) και τα οξείδια του θείου σύμφωνα, με τις απαιτήσεις υποβολής στοιχείων που καθορίζονται στη σύμβαση πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για τις κλιματικές μεταβολές, περιλαμβανομένων:

- στοιχείων σχετικών με τις εκπομπές,

- περιγραφή της πολιτικής και των μέτρων που λαμβάνει ή προτίθεται να λάβει για τον περιορισμό και/ή τη μείωση των εκπομπών των αερίων αυτών,

- όσο είναι δυνατόν, εκτιμήσεις των προβολών των εκπομπών, σε τακτά διαστήματα στο μέλλον, και όπως συμφωνήθηκε ακολουθώντας τις διαδικασίες που καθορίζονται στο άρθρο 8, βάσει προτύπων διαδικαστικών κατευθύνσεων, καθώς και ποσοτικά στοιχεία για τη διασαφήνιση των βασικών παραδοχών που χρησιμοποιούνται για την ανάπτυξη αυτών των προβολών και περιγραφή των χρησιμοποιούμενων μεθόδων εκτίμησης.

Άρθρο 3

Κατάλογοι και υποβολή στοιχείων

1. Τα κράτη μέλη προσδιορίζουν τα επίπεδα των ανθρωπογενών εκπομπών, κατά πηγή, και της δέσμευσης, κατά υποδοχέα, όλων των αερίων του θερμοκηπίου που δεν εμπίπτουν στις διατάξεις του πρωτοκόλλου του Μόντρεαλ, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2, σύμφωνα με τις μεθόδους που έχουν εγκριθεί από την ΟΠΕΡ και συμφωνηθεί από τη συνδιάσκεψη των μερών. Οι μέθοδοι αυτές αναθεωρούνται αναλόγως, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 8, ώστε να λαμβάνουν πλήρως υπόψη τις τυχόν μελλοντικές αποφάσεις της συνδιάσκεψης των συμβαλλομένων μερών.

2. Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή, κάθε χρόνο και πριν από τις 31 Δεκεμβρίου, στοιχεία για τις ανθρωπογενείς τους εκπομπές CO2 και τη δέσμευση του CO2 κατά υποδοχέα το προηγούμενο ημερολογιακό έτος.

Τα κράτη μέλη υποβάλλουν επίσης, σε ετήσια βάση, εθνικά στοιχεία απογραφής των εκπομπών κατά πηγή και της δέσμευσης κατά υποδοχέα των άλλων αερίων του θερμοκηπίου που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 2. Ανακοινώνουν στην Επιτροπή έως τις 31 Δεκεμβρίου τα οριστικά τους στοιχεία για το προτελευταίο έτος και προσωρινά στοιχεία για το προηγούμενο έτος.

Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν επίσης έως τις 31 Δεκεμβρίου τα πλέον πρόσφατα στοιχεία για τις προβλεπόμενες εκπομπές κατά πηγή και τη δέσμευση κατά υποδοχέα των αερίων του θερμοκηπίου που απαριθμούνται στο παράρτημα Α του πρωτοκόλλου του Κυότο για την περίοδο από 2008 έως 2012 και, ει δυνατόν, για το 2005.

Η Επιτροπή λαμβάνει περαιτέρω μέτρα για να εξασφαλισθεί η συγκρισιμότητα και η διαφάνεια των εθνικών καταλόγων και των υποβαλλομένων στοιχείων.

3. Η Επιτροπή καταρτίζει, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη και βάσει των στοιχείων που της παρέχουν, καταλόγους των ανθρωπογενών εκπομπών αερίου του θερμοκηπίου και δεσμεύσεων κατά υποδοχέα στην Κοινότητα. Η Επιτροπή διαβιβάζει σε όλα τα κράτη μέλη, έως την 1η Μαρτίου, τους καταλόγους αυτούς, οι οποίοι βασίζονται σε στοιχεία που συλλέγονται σύμφωνα με την παράγραφο 2.

Άρθρο 4

Διαδικασίες και μέθοδοι αξιολόγησης

Με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 8, η Επιτροπή ορίζει τις διαδικασίες και μεθόδους για την αξιολόγηση των εθνικών προγραμμάτων που αναφέρονται στο άρθρο 6 και τη συχνότητα ενημέρωσής τους από τα κράτη μέλη.

Άρθρο 5

Αξιολόγηση των εθνικών προγραμμάτων και της κατάστασης των εκπομπών στην Κοινότητα

1. Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή τα υπάρχοντα εθνικά τους προγράμματα που δεν έχουν ακόμη διαβιβασθεί, ή τα ενημερωμένα προγράμματα που έχουν ήδη διαβιβασθεί, εντός τριών μηνών μετά την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης.

Τα μελλοντικά εθνικά προγράμματα και η ενημέρωσή τους διαβιβάζονται στην Επιτροπή εντός τριών μηνών από την έγκρισή τους.

2. Η Επιτροπή διαβιβάζει στα άλλα κράτη μέλη τα εθνικά προγράμματα που λαμβάνει, εντός ενός μηνός από την παραλαβή τους.

3. Η Επιτροπή αξιολογεί τα εθνικά προγράμματα για να εκτιμήσει αν η πρόοδος στο σύνολο της Κοινότητας είναι επαρκής για να εξασφαλισθεί η τήρηση των υποχρεώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1.

4. Εντός έξι μηνών από την παραλαβή των εθνικών προγραμμάτων, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο τα αποτελέσματα της αξιολόγησής της.

Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος παρέχει την ανάλογη συνδρομή στη σύνταξη της έκθεσης αυτής, σύμφωνα με το ετήσιο πρόγραμμα εργασιών του.

Άρθρο 6

Περαιτέρω αξιολόγηση της πραγματοποιηθείσας προόδου

Η Επιτροπή εξετάζει ετησίως, σε διαβούλευση με τα κράτη μέλη, αν η πραγματική και η επιδιωκόμενη πρόοδος των κρατών μελών, καθώς και η συμβολή των κοινοτικών μέτρων με σκοπό την εκπλήρωση των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει η Κοινότητα δυνάμει της σύμβασης-πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για τις κλιματικές μεταβολές και του πρωτοκόλλου του Κυότο είναι επαρκής, ώστε να εξασφαλισθεί ότι η Κοινότητα και τα κράτη μέλη της ακολουθούν πορεία εκπλήρωσης των δεσμεύσεών τους, και υποβάλλει σχετική έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, με βάση τα στοιχεία που έχει λάβει δυνάμει των άρθρων 2, 3 και 5. Η έκθεση της Επιτροπής διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ακόμη και σε περίπτωση που τα στοιχεία που ελήφθησαν από τα κράτη μέλη δεν είναι πλήρη, η δε Επιτροπή δύναται, στην περίπτωση αυτή, να συμπεριλαμβάνει στην έκθεση τα καλύτερα διαθέσιμα στοιχεία, σε συνεννόηση με τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη.

Άρθρο 7

Άλλα αέρια του θερμοκηπίου

(απαλείφεται).

Άρθρο 8

Επιτροπή

1. Η Επιτροπή επικουρείται από μια επιτροπή την οποία αποτελούν αντιπρόσωποι των κρατών μελών και της οποίας προεδρεύει ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής.

2. Ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής υποβάλλει στην εν λόγω επιτροπή σχέδιο των μέτρων που πρόκειται να ληφθούν. Η επιτροπή διατυπώνει γνώμη για το σχέδιο αυτό μέσα σε προθεσμία που μπορεί να ορίσει ο πρόεδρος ανάλογα με τον επείγοντα χαρακτήρα του θέματος. Αποφασίζει με την πλειοψηφία που προβλέπεται στο άρθρο 148 παράγραφος 2 της συνθήκης για την έκδοση των αποφάσεων που καλείται να λάβει το Συμβούλιο βάσει προτάσεως της Επιτροπής. Κατά την ψηφοφορία στην επιτροπή, οι ψήφοι των αντιπροσώπων των κρατών μελών σταθμίζονται σύμφωνα με το προαναφερόμενο άρθρο. Ο πρόεδρος δεν λαμβάνει μέρος στην ψηφοφορία.

3. α) Η Επιτροπή θεσπίζει τα σχεδιαζόμενα μέτρα όταν είναι σύμφωνα προς τη γνώμη της επιτροπής.

β) Όταν τα σχεδιαζόμενα μέτρα δεν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής, ή ελλείψει γνώμης, η Επιτροπή υποβάλλει χωρίς καθυστέρηση στο Συμβούλιο πρόταση σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία.

Εάν το Συμβούλιο δεν αποφασίσει εντός τριών μηνών από την υποβολή της πρότασης, τα προτεινόμενα μέτρα θεσπίζονται από την Επιτροπή."

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την 1η Μαΐου 1999.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Λουξεμβούργο, 26 Απριλίου 1999.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. FISCHER

(1) ΕΕ C 120 της 18.4.1998, σ. 22.

(2) ΕΕ L 89 της 19.3.1997, σ. 7.

(3) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 18ης Σεπτεμβρίου 1997 (ΕΕ C 304 της 6.10.1997, σ. 109), κοινή θέση του Συμβουλίου της 16ης Ιουνίου 1998 (ΕΕ C 333 της 30.10.1998, σ. 38) και απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 9ης Φεβρουαρίου 1999 (δεν δημοσιεύθηκε ακόμα στην Επίσημη Εφημερίδα).

(4) ΕΕ L 167 της 9.7.1993, σ. 31.