31999D0227

1999/227/ΕΚΑΧ: Απόφαση της Επιτροπής της 29ης Ιουλίου 1998 σχετικά με ενισχύσεις του ομόσπονδου κράτους της Κάτω Σαξονίας (Γερμανία) στην εταιρεία Georgsmarienhόtte GmbH [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(1998) 2556] (Το κείμενο στη γερμανική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 083 της 27/03/1999 σ. 0072 - 0076


ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 29ης Ιουλίου 1998 σχετικά με ενισχύσεις του ομόσπονδου κράτους της Κάτω Σαξονίας (Γερμανία) στην εταιρεία Georgsmarienhόtte GmbH [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(1998) 2556] (Το κείμενο στη γερμανική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) (1999/227/ΕΚΑΧ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα, και ιδίως το άρθρο 4 στοιχείο γ),

την απόφαση αριθ. 2496/96/ΕΚΑΧ της Επιτροπής, της 18ης Δεκεμβρίου 1996, σχετικά με τη θέσπιση κοινοτικών κανόνων για τις ενισχύσεις προς τη βιομηχανία σιδήρου και χάλυβα (1), και ιδίως το άρθρο 3,

Αφού κάλεσε τους ενδιαφερόμενους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους, σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 5 της ανωτέρω απόφασης,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

I

Στις 15 Ιουλίου 1997, η Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει τη διαδικασία του άρθρου 6, παράγραφος 5 της απόφασης αριθ. 2496/96/ΕΚΑΧ, λόγω της χορήγησης από το ομόσπονδο κράτος της Κάτω Σαξονίας ποσού ύψους 61,64 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων στην Georgsmarienhόtte GmbH (στη συνέχεια GMH) για τη διάθεση σκόνης χάλυβα.

Η Επιτροπή ενημέρωσε σχετικά τους τρίτους ενδιαφερόμενους με ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (2). Παρατηρήσεις ελήφθησαν από την Neue Maxhόtte Stahlwerke, την UK Steel Association και τη Μόνιμη Αντιπροσωπεία του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Γερμανία υπέβαλε τις παρατηρήσεις της με επιστολή της 13ης Οκτωβρίου 1997 και τα σχόλιά της όσον αφορά τις παρατηρήσεις τρίτων με επιστολή της 13ης Μαρτίου 1998. Στις 13 Ιουλίου 1998, η Γερμανία γνωστοποίησε τη νέα και οριστική άποψή της για το συγκεκριμένο θέμα.

II

Η GMH δημιουργήθηκε με εξαγορά από ομάδα διευθυντικών στελεχών τον Απρίλιο του 1993 της Klφckner Edelstahl GmbH, Duisburg, θυγατρικής της Klφckner Werke AG η οποία είχε τεθεί σε καθεστώς πώλησης. Η Klφckner Werke AG είχε ζητήσει στις 11 Δεκεμβρίου 1992 να κινηθεί διαδικασία δικαστικού συμβιβασμού, η οποία άρχισε στις 5 Μαΐου 1993. Το αρμόδιο δικαστήριο επιβεβαίωσε στις 15 Ιουνίου 1993 τον οριστικό δικαστικό συμβιβασμό, που είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση των υποχρεώσεων της επιχείρησης κατά 40 % (περίπου 1,46 δισεκατομμύρια γερμανικά μάρκα).

Η νέα διοίκηση της GMH αποφάσισε, στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης, να αντικαταστήσει την παλαιά υψικάμινο και τον μεταλλάκτη με κάμινο βολταϊκού τόξου. Τον Ιούλιο του 1993, η Γερμανία κοινοποίησε την πρότασή της να χορηγήσει ενισχύσεις, συμπεριλαμβανομένων ενισχύσεων για έρευνα και ανάπτυξη, ύψους 32,5 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων. Η ενίσχυση αυτή θα χρηματοδοτούσε τμήμα των δαπανών για έρευνα όσον αφορά την οικονομικά συμφέρουσα ανακύκλωση παλαιάς σκόνης σε κάμινο βολταϊκού τόξου. Επί του παρόντος, η κόνις υψικαμίνου εναποτίθεται για παράδειγμα σε εγκαταλελειμμένα ορυχεία όταν η περιεκτικότητά τους σε ψευδάργυρο είναι τόσο υψηλή που δεν επιτρέπει την επαναχρησιμοποίησή τους στις εγκαταστάσεις συσσωμάτωσης (διαδικασία παραγωγής σε υψικάμινο).

Στο πλαίσιο διαδικασίας σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 4 της απόφασης αριθ. 3855/91/ΕΚΑΧ της Επιτροπής, της 27ης Νοεμβρίου 1991, σχετικά με τη θέσπιση κοινοτικών κανόνων για τις ενισχύσεις προς τη βιομηχανία σιδήρου και χάλυβα (3), που κινήθηκε το Νοέμβριο του 1993 (4), η Επιτροπή, με την απόφαση 95/437/ΕΚΑΧ (5), ενέκρινε το Φεβρουάριο του 1995 ενίσχυση ύψους 15,243 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων. Στην εν λόγω απόφαση, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι τα έξοδα ύψους 62,7 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων για την κατασκευή της καμίνου βολταϊκού τόξου και της εγκατάστασης απομάκρυνσης της σκόνης δεν εμπίπτουν στις επιλέξιμες δαπάνες.

ΙΙΙ

Η GMH παράγει προϊόντα χάλυβα, συμπεριλαμβανομένων των ειδικών χαλύβων και των χαλύβων υψηλής ποιότητας. Έως το Σεπτέμβριο του 1994, ο χάλυβας παρήγετο σε εγκατάσταση με υψικάμινο και μεταλλάκτη. Η σκόνη που περιέχεται στα αέρια τα οποία παράγονται από τον μεταλλάκτη και η οποία περιέχει σίδηρο, ψευδάργυρο, άνθρακα και διάφορα βαρέα μέταλλα, συγκρατείτο με φίλτρα. Από το Σεπτέμβριο του 1994, η επιχείρηση παράγει χάλυβα σε κάμινο βολταϊκού τόξου.

Αφότου η επιχείρηση ζήτησε, στα τέλη του 1992, να κινηθεί η διαδικασία δικαστικού συμβιβασμού, το ομόσπονδο κράτος της Κάτω Σαξονίας δεσμεύτηκε να μεριμνήσει για την ορθή διαχείριση της σκόνης φίλτρων που είναι αποθηκευμένη στη θέση εκμετάλλευσης της GMH. Οι νέοι μέτοχοι της GMH επιθυμούσαν να αντικαταστήσουν την υψικάμινο που χρησιμοποιείτο για την παραγωγή χάλυβα με κάμινο βολταϊκού τόξου. Στις κάμινους βολταϊκού τόξου δεν είναι δυνατόν, στο παρόν στάδιο της τεχνολογίας, να αξιοποιηθεί η σκόνη που συγκρατείται στα φίλτρα του μεταλλάκτη.

Το ομόσπονδο κράτος της Κάτω Σαξονίας εξουσιοδότησε την Niedersδchsische Landesentwicklungsgesellschaft mbH (στο εξής NILEG), την οποία ελέγχει πλήρως, να μεριμνήσει για την ορθή ανακύκλωση ή διάθεση της σκόνης και για το σκοπό αυτό κατέβαλε ποσό ύψους 69,14 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων. Το Φεβρουάριο του 1994, η NILEG υπέγραψε σύμβαση με την GMH, την οποία εξουσιοδότησε, ως αρχικό παραγωγό και ιδιοκτήτη της σκόνης, να διασφαλίσει τη διάθεση και ανακύκλωσή της βάσει μιας νέας τεχνικής, η οποία αναπτύχθηκε στο πλαίσιο του προαναφερθέντος σχεδίου έρευνας και ανάπτυξης. Για το σκοπό αυτό, η NILEG κατέβαλε στην GMH ποσό ύψους 61,46 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων σε τρεις δόσεις:

- Μάρτιος 1994: 21,82 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα

- Νοέμβριος 1994: 18 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα

- Φεβρουάριος 1995: 21,82 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα

Ταυτόχρονα, το Φεβρουάριο του 1994 η GMH πώλησε στη NILEG διάφορα ακίνητα, συμπεριλαμβανομένου του οικοπέδου Westerkamp, στο οποίο αποθηκεύεται η σκόνη, για συνολικό ποσό ύψους 14,5 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων. Η λογιστική αξία των ακινήτων υπολογίστηκε σε 38,996 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα, γεγονός που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το οικόπεδο Westerkamp πωλήθηκε στην αρνητική τιμή των 24,496 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων. Η αξία των ακινήτων, με εξαίρεση το οικόπεδο Westerkamp, επιβεβαιώθηκε από έκθεση εμπειρογνωμόνων η οποία καταρτίσθηκε τον Ιούλιο του 1998 με εντολή της γερμανικής κυβέρνησης.

ΙV

Στο πλαίσιο της διαδικασίας υπέβαλαν τις παρατηρήσεις τους η Neue Maxhόtte Stahlwerke GmbH, η UK Steel Association και η Μόνιμη Αντιπροσωπεία του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Όλοι οι ενδιαφερόμενοι ανεξαιρέτως εξέφρασαν την άποψη ότι η απαλλαγή από την υποχρέωση διάθεσης/ανακύκλωσης της σκόνης φίλτρων συνιστά κρατική ενίσχυση υπέρ της GMH, την οποία θεωρούν ως ενίσχυση λειτουργίας και κατά συνέπεια απαγορευόμενη από τον κώδικα ενισχύσεων προς τη βιομηχανία σιδήρου και χάλυβα.

Κατά την άποψη της βρετανικής αντιπροσωπείας, το ποσό αυτό καταβάλλεται προκειμένου να καταστεί η επιχείρηση ελκυστικότερη για έναν ενδιαφερόμενο αγοραστή. Η Neue Maxhόtte Stahlwerke GmbH ανέφερε στις παρατηρήσεις της μια σύμβαση μεταξύ της GMH και της επιχείρησης Relux, στην οποία η GMH καταβάλλει ποσό ύψους 108 γερμανικών μάρκων ανά τόνο για τη διάθεση της σκόνης φίλτρων. Αφού συνέκρινε το συνολικό ποσό που πρέπει να καταβληθεί στη Relux για 150 000 τόνους σκόνης, η Neue Maxhόtte Stahlwerke GmbH κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η NILEG πλήρωσε στη GMH 43,8 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα περισσότερα από όσα θα έπρεπε.

V

Σε προηγούμενη επιστολή της, η Γερμανία υποστήριξε ότι το ποσό των 61,64 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων, καταβλήθηκε από τη NILEG στην GMH στο πλαίσιο μιας συνήθους σύμβασης παροχής υπηρεσιών για την ενδεχόμενη ανακύκλωση της σκόνης στο Westerkamp και ότι για το λόγο αυτό η εν λόγω πληρωμή δεν περιέχει στοιχεία ενίσχυσης.

Κατά την άποψη της Γερμανίας, η GMH δεν είχε καμία νομική υποχρέωση όσον αφορά την ανακύκλωση της σκόνης (η σκόνη μπορεί να παραμείνει είτε στο Westerkamp ή να αποθηκευθεί σε ορυχεία) και η ανακύκλωση της σκόνης για λόγους προστασίας του περιβάλλοντος ήταν επιθυμία της NILEG, της δημόσιας επιχείρησης και ιδιοκτήτριας του οικοπέδου στο οποίο αποθηκεύεται η σκόνη.

Το ποσό που κατέβαλε η NILEG στην GMH στο πλαίσιο της εν λόγω σύμβασης είναι μάλιστα χαμηλότερο από τα έξοδα που προέκυψαν για την GMH ως αποτέλεσμα της συμμετοχής της στο σχέδιο, δεδομένου ότι η κάμινος βολταϊκού τόξου κόστισε περισσότερο προκειμένου να καταστεί δυνατή η ανακύκλωση της σκόνης, και επίσης τα τρέχοντα έξοδα της εν λόγω ειδικής καμίνου είναι σημαντικά υψηλότερα από ό,τι μιας παραδοσιακής υψικαμίνου, ιδίως όσον αφορά την κατανάλωση ρεύματος. Επιπλέον, η επιχείρηση θα πρέπει να πραγματοποιήσει υψηλότερες δαπάνες, σε περίπτωση που υποχρεωθεί να επαναπροσαρμόσει την υπάρχουσα υψικάμινο στις συνήθεις απαιτήσεις της παραγωγής.

Το ποσό των 61,64 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων που κατέβαλε η NILEG χρησιμοποιήθηκε προκειμένου να καλυφθούν τα πρόσθετα έξοδα για την κάμινο βολταϊκού τόξου ύψους 17 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων και τα έξοδα ανακύκλωσης που προέκυψαν μέχρι το 1996 ύψους 55 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων. Εν τω μεταξύ, η GMH ενημέρωσε τη NILEG ότι τα έξοδα ανακύκλωσης δεν ήταν δυνατόν να μειωθούν κάτω των 400 γερμανικών μάρκων ανά τόνο, και κατά συνέπεια σταμάτησε την ανακύκλωση. Επιπλέον, ζήτησε από τη NILEG να αυξήσει την τιμή της σύμβασης που είχε αρχικά συμφωνηθεί 7 ωστόσο, το εν λόγω αίτημα δεν έγινε δεκτό λόγω έλλειψης χρημάτων. Τέλος, η GMH δήλωσε ότι στο πρώτο εξάμηνο του 1997 λόγω των ιδιαιτεροτήτων της καμίνου βολταϊκού τόξου είχε πρόσθετα έξοδα λειτουργίας ύψους 2,5 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων κατά την άσκηση των παραγωγικών δραστηριοτήτων της.

Με επιστολή της 26ης Ιουνίου 1998, η Γερμανία ισχυρίστηκε ότι η GMH θα μπορούσε να κρατήσει το ποσό που αντιστοιχούσε στα επιπρόσθετα έξοδα, δεδομένου ότι στην περίπτωση αυτή δεν πρόκειται για ενισχύσεις, και υπολόγισε ένα ποσό ύψους 38,586 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων, το οποίο θα πρέπει να θεωρηθεί ως η ενίσχυση που καταβλήθηκε στη GMH. Από το εν λόγω ποσό θα πρέπει επίσης να αφαιρεθεί η αρνητική τιμή πώλησης μετά την ακύρωση της πώλησης του οικοπέδου Westerkamp.

Όσον αφορά τις παρατηρήσεις των τρίτων ενδιαφερόμενων, η Γερμανία επέμεινε στην άποψή της ότι η GMH δεν είχε νομική υποχρέωση να ανακυκλώσει τη σκόνη και κατά συνέπεια τα σχετικά ποσά δεν αποτελούν ενισχύσεις. Όσον αφορά τις δηλώσεις της βρετανικής αντιπροσωπείας στην Ευρωπαϊκή Ένωση σχετικά με το «κίνητρο για ενδιαφερόμενους αγοραστές», η Γερμανία υπενθύμισε ότι η GMH ιδρύθηκε τον Απρίλιο του 1993 και ότι το επίμαχο ποσό καταβλήθηκε στο πλαίσιο μιας σύμβασης, την οποία διαπραγματεύθηκε σε μεταγενέστερη χρονική στιγμή με τη νέα επιχείρηση. Σε σχέση με τους ισχυρισμούς της Neue Maxhόtte Stahlhόtte GmbH όσον αφορά τη σύμβαση με τη Relux, η Γερμανία παρατήρησε ότι τα στοιχεία στα οποία βασίζονται οι εν λόγω ισχυρισμοί δεν ισχύουν, διότι η σύμβαση Relux αφορά μόνο την πρόσφατα παραγόμενη σκόνη από την GMH, τα έξοδα μεταφοράς δεν περιλαμβάνονται στην τιμή σύμβασης, αλλά επιβαρύνουν την GMH, και η σκόνη ανέρχεται όχι σε 150 000 τόνους αλλά σε 300 000.

Με τηλεομοιοτυπίες της 10ης και της 13ης Ιουλίου 1998, η Γερμανία ανακοίνωσε ωστόσο στην Επιτροπή ότι η πώληση του οικοπέδου Westerkamp στη NILEG ακυρώθηκε και ότι η GMH θα επιστρέψει το ποσό των 61,64 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων που έλαβε από τη NILEG, αφού ωστόσο αφαιρέσει την αρνητική τιμή πώλησης για το Westerkamp ύψους περίπου 37 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων. Η ημερομηνία της 26ης Ιουνίου που αναφέρεται στην επιστολή, θα πρέπει να θεωρηθεί ως άκυρη. Επιπλέον, η Γερμανία ανακοίνωσε ότι η GMH διατηρεί την υποχρέωση διάθεσης/ανακύκλωσης της παλαιάς σκόνης κατά τρόπο φιλικό προς το περιβάλλον.

VI

Η GMH αποτελεί επιχείρηση κατά την έννοια του άρθρου 80 της συνθήκης ΕΚΑΧ, δεδομένου ότι παράγει προϊόντα που απαριθμούνται στο παράρτημα 1 της συνθήκης, και κατά συνέπεια, στην προκειμένη περίπτωση εφαρμόζονται η εν λόγω συνθήκη και η απόφαση αριθ. 2496/96/ΕΚΑΧ.

Σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 1 της εν λόγω απόφασης, η Επιτροπή πρέπει να ενημερώνεται έγκαιρα σχετικά με τα σχέδια χορήγησης ενισχύσεων υπέρ των επιχειρήσεων χαλυβουργίας ΕΚΑΧ, ώστε να δύναται να υποβάλει τις παρατηρήσεις της. Η έννοια «ενίσχυση» περιλαμβάνει επίσης τις μεταφορές δημόσιων πόρων, με τη μορφή απόκτησης μετοχών ή εισφοράς κεφαλαίων ή παρεμφερούς χρηματοδότησης (για παράδειγμα μετατρέψιμες ομολογίες ή δάνεια που δεν χορηγήθηκαν με τους συνήθεις εμπορικούς όρους των οποίων οι τόκοι ή η εξόφληση εξαρτάται τουλάχιστον εν μέρει από τα αποτελέσματα της επιχείρησης, περιλαμβανομένων των εγγυήσεων δανείου και των μεταβιβάσεων ακινήτων), οι οποίες πραγματοποιήθηκαν από τα κράτη μέλη, ή τους περιφερειακούς ή τοπικούς οργανισμούς δημοσίου δικαίου ή άλλους φορείς υπέρ των επιχειρήσεων σιδήρου και χάλυβα, και που δεν είναι δυνατόν να θεωρηθούν ως πραγματική εισφορά κεφαλαίου επιχειρηματικού κινδύνου σύμφωνα με τη συνήθη πρακτική ενός επενδυτή στην οικονομία της αγοράς.

Τόσο στο κοινοτικό όσο και στο γερμανικό δίκαιο περιλαμβάνεται η αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει», σύμφωνα με την οποία ο παραγωγός ή/και ο κάτοχος αποβλήτων είναι υπεύθυνος για την οικολογική τους διάθεση ή ανακύκλωση. Η υποχρέωση του ρυπαίνοντα συνίσταται βασικά σε υποχρέωση ανάληψης δράσης και όχι πληρωμής. Ο ρυπαίνων δύναται βέβαια να εξουσιοδοτήσει τρίτο αρμόδιο για τη διάθεση των αποβλήτων και να πληρώσει τις υπηρεσίες του. Η υποχρέωση του ρυπαίνοντας είναι ανεξάρτητη από τη χρηματοοικονομική του κατάσταση. Ακόμα και αν αντιμετωπίζει οικονομικές δυσχέρειες και υποβάλει αίτηση για δικαστικό συμβιβασμό προκειμένου να διαπραγματευθεί τη μερική παραίτηση από τις απαιτήσεις των πιστωτών του, υποχρεούται ωστόσο να διαθέσει ορθά τα απόβλητα που έχει παράγει.

Όταν ένας ρυπαίνων δεν εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να τον υποχρεώσουν να το πράξει με την έκδοση σχετικής εντολής. Σε περίπτωση που δεν συμμορφωθεί, το κράτος δύναται να αναλάβει τη διάθεση των αποβλήτων και να επιβαρύνει με τα έξοδα τον ρυπαίνοντα. Στην περίπτωση αυτή το κράτος φέρει μεν τον κίνδυνο αφερεγγυότητας της επιχείρησης, ωστόσο εάν μια επιχείρηση δεν είναι σε θέση να εξοφλήσει τις οφειλές της έναντι του κράτους, αυτό δεν σημαίνει ότι το κράτος «υποχρεούται επικουρικά» να αναλάβει τη διάθεση των αποβλήτων. Δεδομένου ότι GMH ιδρύθηκε στο πλαίσιο διαδικασίας δικαστικού συμβιβασμού, η ευθύνη της παλαιάς επιχείρησης για τις περιβαλλοντικές ζημίες βαρύνει τη νέα εταιρεία. Κατά συνέπεια, η απαλλαγή της GMH από τις σχετικές υποχρεώσεις της συνιστά κρατική ενίσχυση.

Η απαλλαγή μιας επιχείρησης από τη γενική υποχρέωση να διαθέσει ή να ανακυκλώσει με οικολογικό τρόπο βιομηχανικές σκόνες συνιστά κρατική ενίσχυση. Ένας ανταγωνιστής απαλλάσσεται επομένως από τα έξοδα παραγωγής. Μια τέτοια απαλλαγή αντιστοιχεί με ενίσχυση λειτουργίας κατά την έννοια της παραγράφου 1.5.3. του κοινοτικού πλαισίου για τις κρατικές ενισχύσεις υπέρ της προστασίας του περιβάλλοντος. Το ποσό της ενίσχυσης που συνδέεται με την εν λόγω απαλλαγή πρέπει κανονικά να υπολογιστεί με βάση τις συνήθεις δαπάνες για τη διάθεση ή την ανακύκλωση των σχετικών αποβλήτων.

Στην προκειμένη περίπτωση, το ομόσπονδο κράτος της Κάτω Σαξονίας έχει αναλάβει την ευθύνη για τη διάθεση της σκόνης που δημιουργεί η παραγωγή χάλυβα από την GMH. Για το λόγο αυτό, η επιχείρηση απαλλάχθηκε από τις δαπάνες για την ορθή ανακύκλωση της εν λόγω σκόνης. Επιπλέον, το ομόσπονδο κράτος χορήγησε μέσω της NILEG ποσό ύψους 61,64 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων στην GMH για την ανακύκλωση της σκόνης, που είχε παράγει η ίδια η επιχείρηση και της οποίας το κόστος ανακύκλωσης ή διάθεσης πρέπει να επωμισθεί κανονικά η επιχείρηση.

Το γεγονός ότι η GMH πώλησε στη NILEG το οικόπεδο στο οποίο αποθηκεύεται η σκόνη, στην αρνητική τιμή των 24,496 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων, μπορεί να θεωρηθεί ως μεταβίβαση των περιβαλλοντικών υποχρεώσεων της GMH μόνο εφόσον η καταβληθείσα αρνητική τιμή κάλυπτε το συνολικό κόστος που συνεπάγεται η τήρηση των υποχρεώσεων περιβαλλοντικής προστασίας. Δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή η άποψη της Γερμανίας ότι το οικόπεδο, στο οποίο αποθηκεύεται η σκόνη, ανήκει σε δημόσια επιχείρηση η οποία είναι υπεύθυνη για τη διάθεσή της, με αποτέλεσμα τα ποσά που καταβάλλονται για την εν λόγω διάθεση να μην αποτελούν ενισχύσεις.

Αφού εκτίμησε το οικόπεδο στην αρνητική τιμή των 24,496 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων, ποσό που μπορεί να θεωρηθεί ως απαραίτητο για την εξυγίανση, η GMH έλαβε 61,64 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα από την NILEG, προκειμένου να ανακυκλώσει τη σκόνη που αυτή θα παρήγαγε μέσω της νέας τεχνικής για την οποία είχε λάβει επίσης ενισχύσεις.

Η απαλλαγή που χορήγησε το κράτος από το κόστος για την αποτελεσματική διαχείριση της σκόνης φίλτρων συνιστά κρατική ενίσχυση. Το ακριβές ποσό των εικαζόμενων ενισχύσεων είναι άγνωστο, δεδομένου ότι το σχέδιο δεν πραγματοποιήθηκε και κατά συνέπεια το συνολικό κόστος της διαχείρισης της σκόνης δεν είναι γνωστό. Μέχρι στιγμής καταβλήθηκαν 61,64 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα για το εν λόγω σχέδιο.

Όπως ανακοίνωσε η Γερμανία με τηλεομοιοτυπία της 10ης Ιουλίου 1998, η πώληση του Westerkamp ακυρώθηκε, με αποτέλεσμα η υποχρέωση για τη διαχείριση της σκόνης και την εξυγίανση του οικοπέδου να βαρύνει την GMH. Αφού επιβεβαιώθηκε επίσημα η ακύρωση της πώλησης του οικοπέδου, δεν τίθεται πλέον θέμα στοιχείου ενίσχυσης σχετικού με την απαλλαγή από τις υποχρεώσεις περιβαλλοντικής προστασίας.

Το ποσό που κατέβαλε η NILEG, ύψους 61,64 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ενίσχυση σύμφωνα με το κοινοτικό πλαίσιο για τις κρατικές ενισχύσεις υπέρ της προστασίας του περιβάλλοντος (δεν συνεπάγεται βελτίωση της προστασίας του περιβάλλοντος), δεδομένου ότι η GMH δεν ανακύκλωσε τη σκόνη και δεν πρόκειται να το πράξει, διότι η ανακύκλωσή της δεν είναι οικονομικά συμφέρουσα. Επιπλέον, δεν τίθεται θέμα εφαρμογής του κοινοτικού πλαισίου για τις κρατικές ενισχύσεις στην έρευνα και ανάπτυξη, δεδομένου ότι η Επιτροπή με την απόφαση 95/437/ΕΚΑΧ είχε ήδη εγκρίνει το ανώτατο επιτρεπόμενο ποσό για ανάλογο σχέδιο.

Επιπλέον, η Γερμανία ανακοίνωσε στην Επιτροπή ότι η GMH και η NILEG θα ακυρώσουν τη σύμβαση πώλησης για το Westerkamp και ότι συμφωνούν ότι για την εξυγίανση του οικοπέδου είναι υπεύθυνη η GMH. Σε περίπτωση που ακυρωθεί όντως η εν λόγω σύμβαση, είναι δυνατόν να καταλογισθεί η αρνητική τιμή, στην οποία η GMH πώλησε το Westerkamp στη NILEG (24,496 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα) στο ποσό των 61,64 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων. Εάν το οικόπεδο Westerkamp δεν είχε συνυπολογισθεί στην πώληση των ακινήτων, η GMH θα μπορούσε να είχε επιτύχει υψηλότερη κατά 24,496 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα τιμή πώλησης για τα υπόλοιπα στοιχεία ενεργητικού. Η αγοραία αξία των εν λόγω στοιχείων ενεργητικού επιβεβαιώθηκε από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες που πραγματοποίησαν εκτίμηση με εντολή της Γερμανίας τον Ιούνιο του 1998. Αυτό σημαίνει ότι μετά την ακύρωση της πώλησης του οικοπέδου Westerkamp, η GMH έλαβε αδικαιολόγητα ενισχύσεις ύψους 37,144 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων.

Η εν λόγω ενίσχυση δεν περιλαμβάνεται στις ενισχύσεις λειτουργίας που προβλέπει η απόφαση αριθ. 2496/96/ΕΚΑΧ. Οι ενισχύσεις λειτουργίας που χορηγούνται στις επιχειρήσεις χάλυβα ΕΚΑΧ δεν θεωρούνται συμβιβάσιμες με την κοινή αγορά. Για το λόγο αυτό, η GMH πρέπει να επιστρέψει τις ενισχύσεις αυτές συμπεριλαμβανομένων των τόκων, προκειμένου να αποκατασταθούν οι συνήθεις συνθήκες αγοράς.

VII

Κατά συνέπεια, προκύπτει καθαρό ποσό κρατικών ενισχύσεων ύψους 37,144 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων που έλαβε η GMH στο πλαίσιο της σύμβασης με την NILEG μετά την αφαίρεση της αρνητικής τιμής πώλησης του οικοπέδου Westerkamp, εφόσον η εν λόγω πώληση ακυρωθεί. Όσον αφορά το είδος εξόδων που χρηματοδοτήθηκαν από τις εν λόγω ενισχύσεις, πρόκειται για ενισχύσεις λειτουργίας, που δεν συμβιβάζονται ούτε με την απόφαση αριθ. 2496/96/ΕΚΑΧ ούτε με τη συνθήκη ΕΚΑΧ. Κατά συνέπεια, η υπό εξέταση ενίσχυση πρέπει να καταργηθεί και να επιστραφεί από την αποδέκτρια επιχείρηση.

Η επιστροφή της ενίσχυσης πραγματοποιείται σύμφωνα με τη διαδικασία και τις διατάξεις του γερμανικού δικαίου, περιλαμβανομένων των τόκων, οι οποίοι αρχίζουν να υπολογίζονται από την ημερομηνία χορήγησης της εν λόγω ενίσχυσης, με βάση το επιτόκιο αναφοράς για τον υπολογισμό του καθαρού ισοδυνάμου επιχορήγησης των περιφερειακών ενισχύσεων. Το μέτρο αυτό κρίνεται απαραίτητο για την αποκατάσταση της προγενέστερης κατάστασης, με την άρση όλων των οικονομικών ευεργετημάτων των οποίων επωφελήθηκε η επιχείρηση,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η ενίσχυση που χορήγησε η Γερμανία μέσω της Niedersδchsische Landesentwicklungsgesellschaft mbH στην εταιρεία Georgsmarienhόtte GmbH ύψους 61,64 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων καταβλήθηκε παρανόμως χωρίς να έχει κοινοποιηθεί εκ των προτέρων στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 6 της απόφασης 2496/96/ΕΚΑΧ. Η εν λόγω ενίσχυση δεν συμβιβάζεται ούτε με τη συνθήκη ΕΚΑΧ ούτε με την κοινή αγορά, δεδομένου ότι δεν πληροί καμία από τις προϋποθέσεις της απόφασης αριθ. 2496/96/ΕΚΑΧ για εξαίρεση από το άρθρο 4 της συνθήκης ΕΚΑΧ.

Άρθρο 2

Η Γερμανία πρέπει να καταργήσει την ενίσχυση που αναφέρεται στο άρθρο 1 και να ζητήσει την επιστροφή της εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης.

Εάν, όπως ανακοίνωσε η Γερμανία στην τελευταία επιστολή της, η πώληση του οικοπέδου Westerkamp ακυρωθεί, το ποσό της επιστρεπτέας ενίσχυσης μειώνεται κατά 24,496 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα σε 37,144 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα.

Η επιστροφή της ενίσχυσης πραγματοποιείται σύμφωνα με τη διαδικασία και τις διατάξεις του γερμανικού δικαίου, περιλαμβανομένων των τόκων οι οποίοι αρχίζουν να υπολογίζονται από την ημερομηνία χορήγησης της εν λόγω ενίσχυσης, με βάση το επιτόκιο αναφοράς για τον υπολογισμό του καθαρού ισοδυνάμου επιχορήγησης των περιφερειακών ενισχύσεων.

Άρθρο 3

Η Γερμανία θα ενημερώσει την Επιτροπή εντός δύο μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης της παρούσας απόφασης σχετικά με τα μέτρα που έλαβε για να συμμορφωθεί προς αυτήν και θα προσκομίσει την απόδειξη ότι η πώληση του οικοπέδου Westerkamp στην Niedersδchsische Landesentwicklungsgesellschaft mbH ακυρώθηκε, προκειμένου το εν λόγω στοιχείο να ληφθεί υπόψη στο ποσό της ενίσχυσης που πρέπει να επιστραφεί.

Άρθρο 4

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας.

Βρυξέλλες, 29 Ιουλίου 1998.

Για την Επιτροπή

Karel VAN MIERT

Μέλος της Επιτροπής

(1) ΕΕ L 338 της 28. 12. 1996, σ. 42.

(2) ΕΕ C 323 της 24. 10. 1997, σ. 4.

(3) ΕΕ L 362 της 31. 12. 1991, σ. 57.

(4) ΕΕ C 71 της 9. 3. 1994, σ. 5.

(5) ΕΕ L 257 της 27. 10. 1995, σ. 37.