31998Y1229(01)

Ψήφισμα του Συμβουλίου της 21ης Δεκεμβρίου 1998 για την πρόληψη του οργανωμένου εγκλήματος ενόψει της καθιέρωσης μιας ευρείας στρατηγικής για την καταπολέμησή του

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 408 της 29/12/1998 σ. 0001 - 0004


ΨΗΦΙΣΜΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 21ης Δεκεμβρίου 1998 για την πρόληψη του οργανωμένου εγκλήματος ενόψει της καθιέρωσης μιας ευρείας στρατηγικής για την καταπολέμησή του (98/C 408/01)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη το σχέδιο δράσης για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος της 28ης Απριλίου 1997 (το σχέδιο δράσης) (1),

Έχοντας επίγνωση της προόδου που έχει σημειωθεί κατά την υλοποίηση του σχεδίου δράσης, ιδίως των συστάσεών του αριθ. 6 έως 12,

Έχοντας υπόψη το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 20ής Νοεμβρίου 1997, σχετικά με το σχέδιο δράσης (2), το οποίο τονίζει ότι πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη σημασία στην πρόληψη,

Λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι σημαντικό να υπάρχει επίγνωση της απειλής που συνιστά το οργανωμένο έγκλημα για τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου, για την ελευθερία, τα δικαιώματα του ανθρώπου και την αυτοτέλεια του ατόμου, τις αξίες δηλαδή που αποτελούν και το λόγο υπάρξεως κάθε αγώνα κατά του οργανωμένου εγκλήματος,

Έχοντας συνείδηση του ότι δεν υπάρχει η πρόθεση να αντικαταστήσει το παρόν ψήφισμα τα ειδικά μέτρα πρόληψης του σχεδίου δράσης, αλλά να συμπληρώσει και να υποστηρίξει αυτές τις προσπάθειες,

Έχοντας υπόψη τα αποτελέσματα του σεμιναρίου για την αστυνομία και την εγκληματικότητα των πόλεων (Σαραγόσα, Φεβρουάριος 1996), της διάσκεψης της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την πρόληψη του εγκλήματος (Στοκχόλμη, Μάιος 1996), του σεμιναρίου σχετικά με μέτρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την καταπολέμηση του προβλήματος των ναρκωτικών (Δουβλίνο, Νοέμβριος 1996), τα συμπεράσματα της διάσκεψης της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την πρόληψη του εγκλήματος (Noordwijk, Μάιος 1997), και του σεμιναρίου «Εταίροι για τη μείωση της εγκληματικότητας» (Λονδίνο, Ιούνιος 1998),

Έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της διάσκεψης για την επίτευξη ενός απαλλαγμένου από τη διαφθορά εμπορικού περιβάλλοντος - Η συμβολή της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Βρυξέλλες, Απρίλιος 1998),

Έχοντας υπόψη τις εργασίες άλλων διεθνών οργανισμών και fora, ιδίως τα ψηφίσματα του Συμβουλίου της Ευρώπης αριθ. R (81) 12 σχετικά με το οικονομικό έγκλημα, αριθ. R (87) 19 σχετικά με την οργάνωση της πρόληψης του εγκλήματος και αριθ. R (97) 24 σχετικά με 20 κατευθυντήριες γραμμές για την καταπολέμηση της διαφθοράς, τις εργασίες του προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών για την πρόληψη του εγκλήματος και την άσκηση της ποινικής δικαιοσύνης καθώς και τα αποτελέσματα της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών με θέμα τα ναρκωτικά (Νέα Υόρκη, Ιούνιος 1998), και ιδίως τη δήλωση σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για τον περιορισμό της ζήτησης,

Λαμβάνοντας δεόντως υπόψη και υπογραμμίζοντας ότι η Επιτροπή είναι αρμόδια να καταστήσει δυνατή την προώθηση σημαντικών πτυχών της πρόληψης,

(1) ΘΕΩΡΕΙ ότι η καταπολέμηση του διεθνούς οργανωμένου εγκλήματος υποστηριζόμενη από αποτελεσματική και διαρκή εφαρμογή του νόμου απαιτεί επίσης ευρύ φάσμα μέτρων πρόληψης, τα οποία θα μελετηθούν λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα,

(2) ΤΟΝΙΖΕΙ το σημαντικό ρόλο που διαδραματίζουν οι αποτελεσματικές και συντονισμένες εθνικές μονάδες πληροφοριών οι αρμόδιες για θέματα εγκληματικότητας, και η Europol, όπως εκτίθεται ιδίως στα άρθρα 2 και 3 της σύμβασης για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (σύμβαση Europol) (3), στην πρόληψη του οργανωμένου εγκλήματος,

(3) ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΝΕΙ ότι, για την πρόληψη και την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, παίζουν βασικό ρόλο κάθε κράτος χωριστά και η διεθνής κοινότητα 7 ότι η πρόληψη, ωστόσο, του οργανωμένου εγκλήματος δεν αποτελεί καθήκον μόνον των αρχών επιβολής του νόμου και των δικαστικών αρχών, αλλά απαιτεί να καταβάλλονται προσπάθειες από την κοινωνία των πολιτών στο σύνολό της, οι οποίες θα αναλαμβάνονται σε πνεύμα από κοινού υπευθυνότητας για την κοινή διαβίωση,

(4) ΥΠΟΓΡΑΜΜΙΖΕΙ στα πλαίσια αυτά τη σημασία που έχουν φορείς και ομάδες προσώπων, οι οποίοι συμβάλλουν στη διαμόρφωση του πολιτιστικού περιβάλλοντος και της ατομικής ευθύνης σε εθνικό περιφερειακό και τοπικό επίπεδο (π.χ. σχολεία και μη κυβερνητικές οργανώσεις), για μια ευρεία πρόληψη τόσο σε θεωρητικό επίπεδο όσο και στο επίπεδο της εφαρμογής συγκεκριμένων μέτρων,

(5) ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι αποτελεσματικά συστήματα κοινωνικής ασφάλισης, διαπαιδαγώγησης και παιδείας, κατά το δυνατόν περιεκτικά και συνοδευόμενα από συστήματα καταπολέμησης της ανεργίας και της φτώχειας, καθώς και μια δημιουργική, φιλική προς τον άνθρωπο χωροταξία και διαμόρφωση του αστικού περιβάλλοντος, η οποία θα λαμβάνει υπόψη παραμέτρους πρόληψης, θα συμβάλλουν επίσης σε μια αποτελεσματική ασκουμένη στον τομέα της πρόληψης του οργανωμένου εγκλήματος,

(6) ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΕΙ τις προσπάθειες για την ενίσχυση της κοινωνικής ενσωμάτωσης περιθωρειακών ομάδων προκειμένου να μειωθεί ο ενδεχόμενος κίνδυνος να στραφούν τρωτά μέλη αυτών των ομάδων προς το έγκλημα,

(7) ΕΞΑΙΡΕΙ την ιδιαίτερη σπουδαιότητα των μέτρων κοινωνικής επανένταξης των εγκληματιών, των αναμορφωτικών μέτρων και της εκτέλεσης των ποινών όσον αφορά την πρόληψη της υποτροπής,

(8) ΕΝΘΑΡΡΥΝΕΙ τα κράτη μέλη, τονίζοντας συγχρόνως τη σημασία της δράσης των δημόσιων αρχών, να εξετάσουν κατά πόσο είναι δυνατόν, σύμφωνα με τις βασικές αρχές του νομικού τους συστήματος και των εσωτερικών τους πολιτικών, να εκτελεσθούν σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, καθήκοντα πρόληψης του οργανωμένου εγκλήματος από μη κρατικούς φορείς οι οποίοι θα μπορούσαν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους κατά τη μεταγλώττιση πληροφοριών, τον καθορισμό προγραμμάτων, την εφαρμογή μέτρων και στο εκπαιδευτικό έργο στον τομέα της πρόληψης,

(9) ΠΙΣΤΕΥΕΙ ότι πρέπει να μελετηθούν όλες οι δυνατότητες και να ληφθούν όλα τα μέτρα για την καταπολέμηση της εμφάνισης και της εξάπλωσης παράνομων αγορών, οι οποίες προσφέρουν περιθώρια ελιγμών και πεδία δραστηριοτήτων στο οργανωμένο έγκλημα,

(10) ΕΝΘΑΡΡΥΝΕΙ τα κράτη μέλη να συνεχίσουν και να αυξήσουν τις προσπάθειες και το συντονισμό τους ως προς όλες τις πτυχές του προληπτικού αντιναρκωτικού αγώνα, σύμφωνα με τις διεθνείς πράξεις περί ελέγχου των ναρκωτικών, για να μειώσουν τη ζήτηση παράνομων ναρκωτικών, που αποτελούν σημαντικό πεδίο δράσης του οργανωμένου εγκλήματος,

(11) ΕΝΘΑΡΡΥΝΕΙ τα κράτη μέλη να εξετάσουν την εξέλιξη και τη διεύρυνση του τεχνικού εξοπλισμού, όπως ειδικές συσκευές ασφάλειας, για την πρόληψη εγκλημάτων που διαπράττονται συνήθως από εγκληματικές οργανώσεις, και να μελετήσουν εν προκειμένω τις πιθανές συνέπειες, όπως είναι π.χ. η μεταστροφή προς άλλες μορφές εγκληματικότητας,

(12) ΤΟΝΙΖΕΙ επίσης ότι επαγγέλματα που μπορεί να έρχονται αντιμέτωπα με το οργανωμένο έγκλημα (και δη όσα αναφέρει η σύσταση αριθ. 12 του σχεδίου δράσης) και οι οικείες επαγγελματικές οργανώσεις, φέρουν ευθύνες στον τομέα της πρόληψης του οργανωμένου εγκλήματος, ιδίως για την κατάρτιση κωδίκων δεοντολογίας και την εκπόνηση άλλων μέτρων για την αντιμετώπιση της δωροδοκίας και τη διείσδυση του οργανωμένου εγκλήματος,

(13) ΤΟΝΙΖΕΙ ότι η διαφάνεια και ο έλεγχος όσον αφορά την ανάθεση δημόσιων συμβάσεων αποτελούν σημαντική συμβολή στην πρόληψη της δωροδοκίας και του οργανωμένου εγκλήματος, και, συνεπώς, καλεί τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν τις σχετικές οδηγίες και να υποστηρίξουν τους στόχους τους με κατάλληλα, συγκεκριμένα μέτρα που θα αφορούν την επιβολή του νόμου και την απονομή της δικαιοσύνης,

(14) ΤΟΝΙΖΕΙ ότι, ιδίως, στα πλαίσια της καταπολέμησης της δωροδοκίας και των διασυνδέσεών της με το οργανωμένο έγκλημα, σημαντικό ρόλο πρόληψης διαδραματίζουν, η διαφάνεια και το άνοιγμα στις δημόσιες υποθέσεις, συμπεριλαμβανομένης της θεμιτής και διαφανούς χρηματοδότησης των πολιτικών κομμάτων και οργανώσεων,

(15) ΥΠΕΝΘΥΜΙΖΕΙ τη σημασία της εκπόνησης νομικών μέσων, και της αναθεώρησης των υπαρχόντων νόμων, ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι πτυχές πρόληψης του εγκλήματος, προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι οι κανόνες δεν εξωθούν ούτε διευκολύνουν την απάτη ή άλλη κατάχρηση, και ώστε να ζητείται κατά τη νομοθετική διαδικασία, οσάκις ενδείκνυται, η γνώμη των αρχών που έχουν πείρα στον τομέα της πρόληψης του οργανωμένου εγκλήματος,

(16) ΕΙΝΑΙ ΠΕΠΕΙΣΜΕΝΟ ότι η επαρκής πληροφόρηση και διαφώτιση σχετικά με τα αίτια, τη φύση, τους κινδύνους και τις συνέπειες της προόδου του οργανωμένου εγκλήματος, έχει ιδιαίτερη σημασία για την πρόληψη και ότι τα μέσα μαζικής ενημέρωσης διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη διαδικασία πληροφόρησης,

(17) ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι αρκετά κράτη μέλη, λαμβάνοντας ως αφετηρία πολυτομεακές και διεξοδικές αναλύσεις της εκάστοτε πραγματικής κατάστασης, έχουν αναπτύξει εθνικά προγράμματα καταπολέμησης του οργανωμένου εγκλήματος, όπως αυτό έχει εμφανισθεί στην επικράτειά τους, και έχουν επίσης αναπροσαρμόσει τα εν λόγω προγράμματα στις μεταβαλλόμενες συνθήκες 7 ότι, επομένως, παροτρύνονται τα κράτη μέλη να ενημερώνονται πλήρως αμοιβαίως για τα προγράμματα αυτά, να συνάγουν παραδείγματα και πείρα, και να αναπτύσσουν, οσάκις ενδείκνυται, και σύμφωνα με τα νομικά συστήματα και τις παραδόσεις τους, εθνικά προγράμματα αυτού του είδους για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος,

(18) ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι, κατά την ανάλυση των προβλημάτων, τον καθορισμό των προγραμμάτων, καθώς και κατά την υλοποίηση μέτρων πρόληψης, ορισμένα κράτη μέλη, σύμφωνα με την εθνική τους νομοθεσία, παρέχουν τη δυνατότητα, αρχές επιβολής του νόμου, δικαστικές αρχές, ενδιαφερόμενες κοινωνικές ομάδες, οικονομικοί φορείς και όργανα της δημόσιας διοίκησης (σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο) να πραγματοποιούν διαβουλεύσεις σε τακτική βάση (σχετικό παράδειγμα μπορούν να αποτελέσουν τα «συμβούλια για την πρόληψη του εγκλήματος» που υπάρχουν σε ορισμένα κράτη μέλη ή οι ολλανδικές «τριμερείς επιτροπές») 7 συνεπώς, παροτρύνονται τα κράτη μέλη να θεσπίσουν ανάλογες δομές σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, οσάκις ενδείκνυται και σύμφωνα με τα νομικά τους συστήματα και παραδόσεις, για να συζητήσουν και να μελετήσουν ζητήματα πρόληψης, ιδίως την πρόληψη του οργανωμένου εγκλήματος και να εκπονήσουν προτάσεις για την προώθηση της πρόληψης,

(19) ΕΝΘΑΡΡΥΝΕΙ τα κράτη μέλη να συντονίσουν περαιτέρω την πρόληψη σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο, καθώς και μεταξύ των διαφόρων αρχών και υπηρεσιών που έχουν συγκεκριμένο ρόλο στην πρόληψη του οργανωμένου εγκλήματος,

(20) ΣΗΜΕΙΩΝΕΙ, στο πλαίσιο αυτό, την πρόθεση της Επιτροπής να προωθήσει περαιτέρω τις ήδη αναληφθείσες εργασίες για ένα κατάλογο κοινοτικών μέσων τα οποία συντελούν στην πρόληψη του εγκλήματος (Interface) και να εντατικοποιήσει τον εσωτερικό συντονισμό και την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με το θέμα αυτό,

(21) ΚΑΛΕΙ τα κράτη μέλη να διευρύνουν τις γνώσεις τους σχετικά με τους τρόπους πρόληψης του οργανωμένου εγκλήματος, π.χ. με όσο το δυνατόν διεξοδικότερα και καταλλήλως χρηματοδοτούμενα πολυτομεακά ερευνητικά προγράμματα, τα οποία θα περιλαμβάνουν αξιολόγηση των ειδικών μέτρων πρόληψης,

(22) ΕΝΘΑΡΡΥΝΕΙ τα κράτη μέλη και τα σχετικά όργανα να χρησιμοποιήσουν κατάλληλα κοινοτικά προγράμματα, ιδίως την κοινή δράση της 19ης Μαρτίου 1998 για την εκπόνηση προγράμματος ανταλλαγής, κατάρτισης και συνεργασίας με προορισμό τους αρμόδιους της δράσης κατά της οργανωμένης εγκληματικότητας (πρόγραμμα Falcone) (4), και για δραστηριότητες στον τομέα της πρόληψης του οργανωμένου εγκλήματος,

(23) ΘΕΩΡΕΙ ΑΝΑΓΚΑΙΟ να αξιολογούνται οι διεξαγόμενες στον τομέα της πρόληψης δραστηριότητες, και ιδίως να εξετάζεται κατά πόσον οι αποκομιζόμενες εμπειρίες επιδέχονται γενίκευση,

(24) ΚΑΛΕΙ τα κράτη μέλη να συντάξουν, τη αιτήσει της Προεδρίας του Συμβουλίου, και να θέσουν στη διάθεση των άλλων κρατών μελών, μια σύνοψη των εμπειριών τους σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, από τα μέτρα που έχουν συμβάλει στην προληπτική αντιμετώπιση του οργανωμένου εγκλήματος,

(25) ΚΑΛΕΙ συνεπώς τα κράτη μέλη να ενημερώνονται αμοιβαίως για ό,τι διαπιστώνουν όσον αφορά την πρόληψη του οργανωμένου εγκλήματος, είτε αυτό προέρχεται από νέα επιστημονική εργασία είτε από πρακτική εμπειρία και αξιολόγηση, και να μελετήσουν τρόπους διευκόλυνσης και, εάν ενδείκνυται, θεσμοποίησης αυτής της ανταλλαγής πληροφοριών, ενδεχομένως και διμερώς ή μεταξύ περιφερειών και δήμων και κοινοτήτων,

(26) ΚΑΛΕΙ τα κράτη μέλη να ορίσουν, αν δεν το έχουν ήδη κάνει, εθνικά σημεία επαφής και κομβικά σημεία για τη διακρατική ανταλλαγή πληροφοριών, σχετικών με όλες τις πτυχές της πρόληψης του οργανωμένου εγκλήματος και να κοινοποιήσουν τα σημεία αυτά στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου λαμβάνοντας υπόψη τους τη συμφωνία του Συμβουλίου της 28ης Μαΐου 1998 σχετικά με τις ρυθμίσεις για βελτιωμένη ανταλλαγή πληροφοριών και βέλτιστες πρακτικές στο πεδίο της πρόληψης του εγκλήματος,

(27) ΘΕΩΡΕΙ σκόπιμο να συμπεριλάβει αυτή η ανταλλαγή πληροφοριών και τρίτες χώρες, ιδίως υποψήφιες και γειτονικές χώρες, και να προβλεφθεί μία στρατηγική πρόληψης του οργανωμένου εγκλήματος στα πλαίσια της βοήθειας και της συνεργασίας με τρίτες χώρες,

(28) ΘΕΩΡΕΙ σκόπιμο να ανταλλάσσουν πληροφορίες τα κράτη μέλη και η Επιτροπή για θέματα σχετικά με την πρόληψη του οργανωμένου εγκλήματος, με άλλους διεθνείς οργανισμούς,

(29) ΘΕΩΡΕΙ αναγκαίο ότι οι μελλοντικές δραστηριότητες στον τομέα της πρόληψης θα πρέπει να περιλαμβάνουν συγκεκριμένα σχέδια, που να παρέχουν στους εκάστοτε παράγοντες (τοπικές αρχές, περιφέρειες, κράτη μέλη, Συμβούλιο, Επιτροπή), τεχνογνωσία χρήσιμη για την πρακτική, ώστε να δημιουργηθεί μια βάση για την κατάρτιση κωδίκων ορθών πρακτικών για την πρόληψη του οργανωμένου εγκλήματος σε ειδικούς τομείς, που θα ενημερώνονται διαρκώς και θα υποβάλλονται στα άλλα κράτη μέλη προς αντιπαραβολή προς τις δικές τους πρωτοβουλίες,

(30) ΘΕΩΡΕΙ σκόπιμο να συμφωνήσουν κατά το δυνατόν τα κράτη μέλη και η Επιτροπή για κοινούς ορισμούς, προδιαγραφές και μεθόδους πρόληψης, προκειμένου να διευκολυνθεί η ανταλλαγή και η χρησιμοποίηση των γνώσεων που έχουν αποκτηθεί,

(31) ΚΑΛΕΙ την Επιτροπή να εξετάσει ποια θα μπορούσε να είναι η συμβολή της, στο πλαίσιο και αναλόγως των αρμοδιοτήτων της, στη διεύρυνση της συνολικής γνώσης των δυνατοτήτων πρόληψης του οργανωμένου εγκλήματος,

(32) ΚΑΛΕΙ την Επιτροπή να τηρεί διαρκώς ενημερωμένο τον κατάλογο κοινοτικών μέσων που συντελούν στην πρόληψη του εγκλήματος (Interface), και να συνεχίσει την περαιτέρω ανάλυση και αξιολόγηση άλλων υφιστάμενων κοινοτικών μέσων προκειμένου να εξετάσει κατά πόσον συμβάλλουν στην πρόληψη του οργανωμένου εγκλήματος,

(33) ΚΑΛΕΙ τα κράτη μέλη, την Europol, και την Επιτροπή, στα πλαίσια των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους, να μελετήσουν το θέμα και τα συναφή ζητήματα. Στη συνέχεια, η Επιτροπή και η Europol, καλούνται να συνεργαστούν προκειμένου να υποβάλουν στο Συμβούλιο περιεκτική έκθεση μέχρι το τέλος του 2000, στην οποία:

- να περιέχονται προτάσεις για το πώς θα μπορούσαν να προωθηθούν προληπτικά μέτρα κατά τις μελλοντικές εργασίες σε ευρωπαϊκό επίπεδο, και ιδίως να λαμβάνονται υπόψη στη νομοθετική διαδικασία,

- να μελετώνται ποια μέτρα πρόληψης του οργανωμένου εγκλήματος είναι σκόπιμο να ληφθούν, από ποιους φορείς και σε ποιο επίπεδο, με στόχο τη βέλτιστη αποτελεσματικότητα,

- να γίνεται ανάλυση των προτάσεων για την ενθάρρυνση της αξιολόγησης των μέτρων πρόληψης του οργανωμένου εγκλήματος,

- να αναλύονται οι δυνατοί τρόποι λήψης προληπτικών μέτρων σε ευρωπαϊκό επίπεδο (ιδίως υπό το πρίσμα της συνθήκης του Άμστερνταμ),

- να διατυπώνονται προτάσεις για την κατάρτιση και την ενημέρωση καταλόγου ορθών πρακτικών στον τομέα της προληπτικής αντιμετώπισης του οργανωμένου εγκλήματος,

- να μελετάται ο βαθμός στον οποίο σκέψεις και μέτρα για την προληπτική αντιμετώπιση του οργανωμένου εγκλήματος θα μπορούσαν να ληφθούν υπόψη κατά τη διαδικασία της διεύρυνσης και τις σχέσεις με τρίτα κράτη,

(34) ΚΑΛΕΙ τα κράτη μέλη και την Επιτροπή να υποβάλουν εκθέσεις στο Συμβούλιο πριν από το τέλος του 2000, και για άλλα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την πρόληψη του οργανωμένου εγκλήματος,

(35) ΕΙΝΑΙ ΑΠΟΦΑΣΙΣΜΕΝΟ να ανασκοπήσει και να αξιολογήσει την εφαρμογή του παρόντος ψηφίσματος, βάσει αυτών των εκθέσεων και να αποφασίσει για περαιτέρω μέτρα στον τομέα της προληπτικής αντιμετώπισης του οργανωμένου εγκλήματος.

(1) ΕΕ C 251 της 15.8.1997, σ. 1.

(2) ΕΕ C 371 της 8.12.1997, σ. 183.

(3) ΕΕ C 316 της 27.11.1995, σ. 2.

(4) ΕΕ L 99 της 31.3.1998, σ. 8.