98/618/ΕΚ: Απόφαση της Επιτροπής της 23ης Οκτωβρίου 1998 δυνάμει των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3286/94 του Συμβουλίου, για ορισμένα μέτρα κατά την εξαγωγή ακατέργαστων δερμάτων βοοειδών και την εισαγωγή κατεργασμένου δέρματος, που διατηρεί σε ισχύ η Δημοκρατία της Αργεντινής [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(1998) 3206]
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 295 της 04/11/1998 σ. 0046 - 0049
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 23ης Οκτωβρίου 1998 δυνάμει των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3286/94 του Συμβουλίου, για ορισμένα μέτρα κατά την εξαγωγή ακατέργαστων δερμάτων βοοειδών και την εισαγωγή κατεργασμένου δέρματος, που διατηρεί σε ισχύ η Δημοκρατία της Αργεντινής [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(1998) 3206] (98/618/ΕΚ) Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3286/94 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1994, που καθορίζει κοινοτικές διαδικασίες στον τομέα της κοινής εμπορικής πολιτικής για να διασφαλιστεί η άσκηση των δικαιωμάτων της Κοινότητας στο πλαίσιο των κανόνων του διεθνούς εμπορίου, ιδίως αυτών που έχουν θεσπιστεί στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (1), όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 356/95 (2), και ιδίως τα άρθρα 13 και 14, κατόπιν διαβουλεύσεων στο πλαίσιο της συμβουλευτικής επιτροπής, Εκτιμώντας ότι: Α. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ (1) Στις 8 Ιανουαρίου 1997, η Επιτροπή έλαβε καταγγελία σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3286/94 (εφεξής καλούμενου «κανονισμός»). Η καταγγελία υπεβλήθη από την Cotance, τη συνομοσπονδία εθνικών ενώσεων βυρσοδεψών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, εξ ονόματος των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην παραγωγή ή/και την κατεργασία δερμάτων βοοειδών. (2) Ο καταγγέλλων ισχυρίστηκε ότι ορισμένα μέτρα της Αργεντινής κατά την εξαγωγή ακατέργαστων και ημικατεργασμένων δερμάτων βοοειδών και την εισαγωγή κατεργασμένου δέρματος αντίκεινται σε ορισμένες διατάξεις της συμφωνίας για την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (εφεξής «συμφωνία ΠΟΕ») και των παραρτημάτων της και προκαλούν δυσμενείς συνέπειες στις συναλλαγές των μελών της. Στη βάση αυτή, ο καταγγέλλων ζήτησε από την Επιτροπή να αναλάβει τις απαραίτητες ενέργειες για να πείσει την Αργεντινή να αποσύρει τις εν λόγω πρακτικές, που συνίστανται σε α) de facto απαγόρευση των εξαγωγών ακατέργαστων δερμάτων 7 β) διαδικασία τελωνειακού ελέγχου των ακατέργαστων δερμάτων στην οποία συμμετέχουν εμπειρογνώμονες της αργεντινής βυρσοδεψίας 7 γ) επιβολή συμπληρωματικού φόρου προστιθέμενης αξίας και στατιστικού δασμού στις εισαγωγές κατεργασμένων δερμάτων και δ) προκαταβολή έναντι φόρου κύκλου εργασιών κατά την εισαγωγή καταργασμένων δερμάτων. (3) Η καταγγελία περιείχε επαρκή αποδεικτικά στοιχεία τα οποία να δικαιολογούν την έναρξη κοινοτικής εξεταστικής διαδικασίας σύμφωνα με το άρθρο 8 του κανονισμού. Ως εκ τούτου, κινήθηκε εξεταστική διαδικασία στις 26 Φεβρουαρίου 1997 (3). (4) Μετά την έναρξη της κοινοτικής εξεταστικής διαδικασίας, η Επιτροπή διεξήγαγε εις βάθος νομική και πραγματολογική έρευνα. Με βάση τα πορίσματα της εν λόγω έρευνας, η Επιτροπή κατέληξε στα συμπεράσματα που παρατίθενται στη συνέχεια. Β. ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΑΡΞΗ ΦΡΑΓΜΟΥ ΣΤΟ ΕΜΠΟΡΙΟ (5) Η έρευνα έδειξε ότι το καθεστώς εξαγωγών της Αργεντινής για τα ακατέργαστα και ημικατεργασμένα δέρματα βοοειδών λειτουργεί ως de facto απαγόρευση εξαγωγής. Φαίνεται ότι, από το 1972, οι αρχές της Αργεντινής εκδηλώνουν διαρκή πρόθεση απαγόρευσης της εξαγωγής ακατέργαστων και ημικατεργασμένων δερμάτων βοοειδών μέσω διαφόρων μέτρων, τα οποία έχουν συμβάλει με επιτυχία στο να περιορίσουν σημαντικά και τελικώς να καταστήσουν αδύνατη την εξαγωγή ακατέργαστων και ημικατεργασμένων δερμάτων. Πριν από το 1972, υπήρχαν κανονικές και σημαντικές συναλλαγές στον τομέα των δερμάτων μεταξύ της Αργεντινής και της Κοινότητας. Το γεγονός ότι το εν λόγω καθεστώς εξαγωγών πέτυχε τον στόχο του καταδεικνύεται από τα ακόλουθα στοιχεία: α) οι αρχές της Αργεντινής αναγνωρίζουν ότι δεν υπήρξαν (νόμιμες) εξαγωγές ακατέργαστων και ημικατεργασμένων δερμάτων βοοειδών από το 1987 7 β) οι έμποροι δερμάτων δηλώνουν ότι είναι αδύνατη η αγορά δερμάτων στην Αργεντινή με σκοπό την εξαγωγή και γ) η αργεντινή βιομηχανία βυρσοδεψίας αναγνωρίζει ότι η αργεντινή αγορά δερμάτων δεν είναι ελεύθερη αγορά. Επιπλέον, κάνοντας χρήση του άρθρου ΧΙ παράγραφος 2 στοιχείο α) της GATT 1994, που αποτελεί εξαίρεση στην υποχρέωση να μη διατηρούνται απαγορεύσεις ή περιορισμοί στις εξαγωγές, οι αρχές της Αργεντινής φαίνονται ότι ενθαρρύνουν τη διατήρηση από τη χώρα απαγόρευσης εξαγωγών, ή τουλάχιστον περιορισμών στις εξαγωγές, κατά την έννοια του άρθρου ΧΙ παράγραφος 1. Τέλος, σύμφωνα με ανάλυση βασισμένη σε τιμές Αργεντινής και ΗΠΑ, ακόμη και αν ληφθεί υπόψη ο φόρος εξαγωγής στα δέρματα βοοειδών που υφίσταται στην Αργεντινή, οι τιμές των δερμάτων της Αργεντινής θα έπρεπε κανονικά να φθάσουν σε επίπεδο που να καθιστά δυνατή την εξαγωγή. Τα στοιχεία αυτά αποδεικνύουν ότι η Αργεντινή διατηρεί de facto απαγόρευση των εξαγωγών ακατέργαστων και ημικατεργασμένων δερμάτων βοοειδών. Επίσης, η έρευνα αποκάλυψε τουλάχιστον ένα κυβερνητικό μέτρο (συγκεκριμένα, την άδεια που χορηγήθηκε στη βιομηχανία βυρσοδεψίας να συμμετέχει στις διαδικασίες τελωνειακού ελέγχου δερμάτων πριν από την εξαγωγή), που συμβάλλει στην ενίσχυση αυτής της απαγόρευσης. Οι εξαγωγικοί περιορισμοί και απαγορεύσεις αποκλείονται ρητώς από τις διατάξεις του άρθρου ΧΙ της GATT 1994. Η διάταξη αυτή παρέχει απομένως στην Κοινότητα δικαίωμα δράσης κατά της Αργεντινής, κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 του κανονισμού. (6) Το προσωπικό που ορίζεται από το επιμελητήριο της Αργεντινής για τις βιομηχανίες βυρσοδεψίας εξουσιοδοτείται να επικουρεί τις τελωνειακές αρχές της Αργεντινής στην διενέργεια τελωνειακών ελέγχων ακατέργαστων και ημικατεργασμένων δερμάτων βοοειδών πριν από την εξαγωγή. Η πρακτική αυτή, εκτός του ότι αποτελεί μέρος του καθεστώτος που καθιστά αδύνατες τις εξαγωγές δερμάτων, είναι αφεαυτής αμφισβητήσιμη στο πλαίσιο των διατάξεων της GATT 1994. Η συμμετοχή αντιπροσώπων μιας βιομηχανίας η οποία έχει εμφανές συμφέρον να παρεμποδίσει την εξαγωγή των πρώτων υλών της δεν εγγυάται την αμερόληπτη έκβαση αυτής της διαδικασίας κατά την έννοια του άρθρου Χ παράγραφος 3 στοιχείο α) της GATT 1994. Επομένως, όσον αφορά την πρακτική αυτή, το άρθρο Χ παράγραφος 3 στοιχείο α) της GATT 1994 σε συνδυασμό με το άρθρο ΧΙ παράγραφος 1 συνιστούν κανόνες διεθνούς εμπορίου και παρέχουν στην Κοινότητα δικαίωμα δράσης κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 του κανονισμού. (7) Η Αργεντινή εφαρμόζει «συμπληρωματικό ΦΠΑ» ύψους 9 % στα εισαγόμενα προϊόντα. Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι ο ΦΠΑ για τα εισαγόμενα εμπορεύματα είναι 30 % αντί του 21 % που ισχύει για τα προϊόντα της εγχώριας αγοράς. Ως εκ τούτου, το ύψος του ΦΠΑ για τα εισαγόμενα εμπορεύματα εισάγει διακρίσεις σε σύγκριση με τον ΦΠΑ που ισχύει για τις εγχώριες πωλήσεις. Το γεγονός ότι ο «συμπλημωματικός» ΦΠΑ αποτελεί μόνο προκαταβολή η οποία μπορεί να αφαιρεθεί στο πλαίσιο της τελικής εκκαθάρισης του ΦΠΑ δεν επηρεάζει την παρούσα ανάλυση. Ως εκ τούτου, ο συμπληρωματικός ΦΠΑ θεωρείται ως παράβαση της αρχής της εθνικής μεταχείρισης που ορίζει το άρθρο ΙΙΙ παράγραφος 2 της GATT 1994 που αποτελεί κανόνα διεθνούς εμπορίου και παρέχει στην Κοινότητα δικαίωμα δράσης κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 του κανονισμού. (8) Οι επιχειρήσεις που εισάγουν ξένα εμπορεύματα στην Αργεντινή υποχρεούνται σε «προκαταβολή έναντι του φόρου κύκλου εργασιών» ύψους 3 % της τιμής των εμπορευμάτων. Αν και αυτό θεωρείται υπέρ του φορολογούμενου όταν υποβάλλει τη φορολογική του δήλωση, συνεπάγεται σαφή διάκριση υπέρ των εισροών της Αργεντινής για την παραγωγή και την κατεργασία καταναλωτικών αγαθών. Επομένως, όσον αφορά και την εν λόγω «προκαταβολή έναντι του φόρου κύκλου εργασιών», το άρθρο ΙΙΙ παράγραφος 2 της GATT 1994 συνιστά κανόνα διεθνούς εμπορίου και παρέχει στην Κοινότητα δικαίωμα δράσης κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 του κανονισμού. (9) Υπό τις περιστάσεις αυτές, η Επιτροπή θεωρεί βάσιμους του ισχυρισμούς του καταγγέλλοντος. (10) Η Επιτροπή θεωρεί ωστόσο ότι η αναφορά στις ανωτέρω νομικές βάσεις δεν αποκλείει την προσφυγή σε άλλες σχετικές διατάξεις της συμφωνίας ΠΟΕ και των επισυναπτόμενων σε αυτήν συμφωνιών, που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν στις διαδικασίες ενώπιον του ΠΟΕ. Γ. ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ ΠΕΡΙ ΔΥΣΜΕΝΩΝ ΣΥΝΕΠΕΙΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ (11) Επί του παρόντος, η απαγόρευση εξαγωγής καθιστά αδύνατη για τις κοινοτικές επιχειρήσεις την αγορά ακατέργαστων δερμάτων βοοειδών στην Αργεντινή, αν και η παρούσα έρευνα έδειξε ότι, για διάφορους λόγους, η κοινοτική βιομηχανία βυρσοδεψίας ενδιαφέρεται πολύ να προμηθεύεται δέρματα βοοειδών από την Αργεντινή. (12) Παρά τη σημαντική παραγωγή δερμάτων, η συμβολή της Αργεντινής στο διεθνές εμπόριο δερμάτων βοοειδών είναι αμελητέα. Η απουσία της Αργεντινής από το διεθνές εμπόριο αυτού του προϊόντος μειώνει τη διαθεσιμότητά του σε διεθνές επίπεδο και κατά συνέπεια επηρεάζει τον ασφαλή εφοδιασμό της κοινοτικής βιομηχανίας βυρσοδεψίας. (13) Τα μέτρα της Αργεντινής κατά την εξαγωγή δερμάτων βοοειδών ενέχουν περαιτέρω τον κίνδυνο εξάπλωσης των περιορισμών στις εξαγωγές. Από την άποψη αυτή, οι εταίροι της Αργεντινής στο πλαίσιο της Mercosur είναι δυνατόν να αποτελέσουν λόγο ανησυχίας. (14) Η κοινοτική βιομηχανία βυρσοδεψίας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τα εισαγόμενα δέρματα. Ως αποτέλεσμα των περιορισμών στις εξαγωγές που διατηρεί η Αργεντινή και στη συνέχεια άλλες χώρες, οι βιομηχανίες βυρσοδεψίας χρειάζονται περισσότερες προμηθεύτριες χώρες για τις συνεχώς αυξανόμενες προμήθειές τους, γεγονός που συνεπάγεται πρόσθετο κόστος και μεγαλύτερη ανασφάλεια. (15) Λόγω των μέτρων στις εξαγωγές, η αργεντινή αγορά είναι προστατευμένη από τις τυχαίες διακυμάνσεις των τιμών της παγκόσμιας αγοράς, με αποτέλεσμα τεχνητή μείωση των τοπικών τιμών για τα δέρματα της Αργεντινής. (16) Λόγω του ότι οι τιμές των πρώτων υλών παραμένουν τεχνητά χαμηλές, οι βυρσοδέψες της Αργεντινής έχουν πλεονέκτημα κόστους έναντι των ξένων παραγωγών οι οποίοι πρέπει να καταβάλλουν τιμές που επηρεάζονται από τις παγκόσμιες αγορές. Δεδομένου του υψηλού κόστους των βυρσοδεψών Αργεντινής είναι ως εκ τούτου σημαντικό. Αποδεικνύεται επομένως ότι, με τεχνητά φθηνή πρώτη ύλη, οι αργεντινοί βυρσοδέψες δερμάτων βοοειδών μπορούν να πωλήσουν σε τιμές σημαντικά χαμηλότερες των κοινοτικών ανταγωνιστών τους. (17) Η Αργεντινή έχει αυξήσει σημαντικά τις εξαγωγές κατεργασμένων δερμάτων από την εφαρμογή των περιορισμών στις εξαγωγές το 1972. Δεδομένου ότι οι παραγωγοί δερμάτων της Αργεντινής απολαύουν σημαντικού αθέμιτου ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος, είναι σαφές ότι η επιτυχία των εξαγωγών τους οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο πλεονέκτημα αυτό. Σε κανονικές συνθήκες δίκαιου ανταγωνισμού, οι βυρσοδέψες της Κοινότητας θα κατείχαν τουλάχιστον τμήμα του μεριδίου αγοράς που κατέχουν σήμερα τα δέρματα της Αργεντινής σε ολόκληρη την υφήλιο. (18) Οι περισσότεροι κοινοτικοί βυρσοδέψες δέρματος βοοειδών απώλεσαν μερίδιο αγοράς στην Κοινότητα από την αρχή της τρέχουσας δεκαετίας, ενώ η Αργεντινή αύξησε το μερίδιο αγοράς της σε ορισμένα κράτη μέλη της Κοινότητας. Και στην περίπτωση αυτή, τμήμα του εν λόγω μεριδίου αγοράς απορρέει από το αθέμιτο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα των αργεντινών βυρσοδεψών. (19) Τα μέτρα της Αργεντινής επί των εξαγωγών ακατέργαστων και ημικατεργασμένων δερμάτων βοοειδών παρακωλύουν σοβαρά τις ροές των συναλλαγών των εν λόγω προϊόντων και θέτουν σε κίνδυνο τον ασφαλή εφοδιασμό της κοινονικής βυρσοδεψίας σε πρώτες ύλες. Επίσης, παρέχουν αθέμιτο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στους αργεντινούς παραγωγούς δερμάτων, το οποίο τους επιτρέπει να προσφέρουν τιμές χαμηλότερες από τους κοινοτικούς ανταγωνιστές τους. Επομένως, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι προαναφερθείσες συνέπειες, όντως αποτελούν δυσμενείς συνέπειες για τις συναλλαγές κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 4 του κανονισμού. Επιπλέον, η Επιτροπή συνεπέρανε ότι τα εν λόγω μέτρα είναι δυνατόν να αποθαρρύνουν τους μεταποιητές από την αγορά κοινοτικών δερμάτων, στην περίπτωση έξαρσης στην Αργεντινή της ζήτησης κοινοτικών δερμάτων, ο συμπληρωματικός ΦΠΑ στις εισαγωγές και η προκαταβολή του φόρου εισοδήματος από τις εισαγωγές έχουν ως αποτέλεσμα ενδεχόμενες δυσμενείς συνέπειες για τις συναλλαγές οι οποίες είναι δυνατόν να οδηγήσουν σε πραγματικές συνέπειες για τις συναλλαγές κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 4 του κανονισμού. Δ. ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ (20) Η διασφάλιση ότι οι εταίροι του ΠΟΕ εκπληρώνουν στο ακέραιο τις υποχρεώσεις τους αποτελεί μέλημα υψίστης σημασίας για την Κοινότητα η οποία έχει αναλάβει τις ίδιες υποχρεώσεις. (21) Εάν η Κοινότητα δεν αντιδράσει έναντι των σημερινών φραγμών στο εμπόριο, ο αριθμός των χωρών που διατηρούν περιορισμούς στις εξαγωγές είναι δυνατόν να αυξηθεί τα επόμενα έτη, και να πολλαπλασιασθούν οι στρεβλώσεις του εμπορίου, οι οποίες θα επηρεάσουν ακόμη περισσότερο τους κοινοτικούς παραγωγούς δερμάτων. (22) Οι πρακτικές της Αργεντινής επηρεάζουν την κοινοτική βιομηχανία βυρσοδεψίας η οποία αντιμετωπίζει διαρκώς μεγαλύτερο ανταγωνισμό σε επίπεδο κόστους από τους βυρσοδέψες της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής. Σε μια παγκόσμια αγορά δέρματος όπου ο αριθμός των συμμετεχόντων αυξάνεται, το διαθέσιμο μερίδιο αγοράς μειώνεται διαρκώς. Σ' αυτό το πλαίσιο, οποιοδήποτε αθέμιτο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα οδηγεί σε σοβαρές στρεβλώσεις της αγοράς, και θα πρέπει να καταπολεμηθεί αποτελεσματικά. Ε. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΜΕΤΡΑ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΛΗΦΘΟΥΝ (23) Η έρευνα απέδειξε ότι δεν υπάρχει άλλο μέτρο πέραν της ριζικής μεταβολής του καθεστώτος που εφαρμόζεται στην Αργεντινή στις εξαγωγές δερμάτων βοοειδών και στις εισαγωγές κατεργασμένου δέρματος προκειμένου να εξαλειφθούν οι ενδεχόμενες και πραγματικές δυσμενείς συνέπειες των προαναφερθέντων φραγμών του εμπορίου για τις συναλλαγές. (24) Διεξήχθησαν εντατικές συνομιλίες με τις αρμόδιες αρχές της Αργεντινής προκειμένου να συζητηθεί το εν λόγω ζήτημα και να εξευρεθεί συμβιβαστική λύση στα προβλήματα σχετικά με το εμπόριο δερμάτων. Ειδικότερα, οι υπηρεσίες της Επιτροπής είχαν συνάντηση με τις αρχές της Αργεντινής στις 30 και 31 Μαρτίου 1998 στο Μπουένος Άιρες. Με την ευκαιρία αυτή, οι αρχές της Αργεντινής συμφώνησαν με το στόχο της πλήρους ελευθέρωσης των εξαγωγών δερμάτων μέχρι τον Ιανουάριο του 2000 και δέχθησαν να κοινοποιήσουν στον ΠΟΕ το χρονοδιάγραμμα κατάργησης του φόρου εξαγωγής στα δέρματα βοοειδών. Οι αρχές της Αργεντινής επέδειξαν επίσης κάποια ευελιξία και συμφώνησαν να εξετάσουν τους πιθανούς τρόπους τροποποίησης των τελωνειακών διατάξεων που επιτρέπουν στη βιομηχανία βυρσοδεψίας της Αργεντινής να συμμετέχει σε τελωνειακούς ελέγχους των δερμάτων πριν από την εξαγωγή. Ωστόσο, παρά την προθυμία την οποία εξέφρασαν για την εξεύρεση αμοιβαία ικανοποιητικής λύσης και μετά από πέντε μήνες εξέτασης με την Επιτροπή των λεπτομερειών της λύσης αυτής, οι αρχές της Αργεντινής δεν έχουν επί του παρόντος κοινοποιήσει στον ΠΟΕ το στόχο της πλήρους ελευθέρωσης του εμπορίου δερμάτων και το χρονοδιάγραμμα κατάργησης του φόρου εξαγωγής στα δέρματα βοοειδών, ούτε έχουν τροποποιήσει τις διατάξεις περί τελωνειακού ελέγχου των δερμάτων πριν από την εξαγωγή. (25) Υπό τις περιστάσεις αυτές, θεωρείται ότι είναι προς το συμφέρον της Κοινότητας να κινηθούν οι διαδικασίες του ΠΟΕ για την επίλυση των διαφορών, ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ: Άρθρο 1 1. Η σιωπηρή απαγόρευση των εξαγωγών δερμάτων βοοειδών, η συμμετοχή αντιπροσώπων της βιομηχανίας βυρσοδεψίας στις διαδικασίες τελωνειακού ελέγχου δερμάτων πριν την εξαγωγή, ο συμπληρωματικός φόρος προστιθέμενης αξίας στα εισαγόμενα προϊόντα και η εφαρμογή συστήματος προκαταβολής έναντι του φόρου κύκλου εργασιών που διατηρεί η Δημοκρατία της Αργεντινής, συνιστούν «φραγμό στο εμπόριο» κατά την έννοια του άρθρου 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3286/94. 2. Η Κοινότητα θα αναλάβει δράση κατά της Δημοκρατίας της Αργεντινής σύμφωνα με το μνημόνιο συμφωνίας σχετικά με τους κανόνες και τις διαδικασίες που διέπουν την επίλυση των διαφορών και άλλες σχετικές διατάξεις του ΠΟΕ με στόχο να εξασφαλίσει την άρση του εν λόγω φραγμού στο εμπόριο. Άρθρο 2 Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται από την ημερομηνία της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Βρυξέλλες, 23 Οκτωβρίου 1998. Για την Επιτροπή Leon BRITTAN Αντιπρόεδρος (1) ΕΕ L 349 της 31. 12. 1994, σ. 71. (2) ΕΕ L 41 της 23. 2. 1995, σ. 3. (3) ΕΕ C 59 της 26. 2. 1997, σ. 6.