31998D0327

98/327/ΕΚ: Απόφαση της Επιτροπής της 11ης Σεπτεμβρίου 1997 για την κήρυξη συγκέντρωσης συμβιβάσιμης με την κοινή αγορά και με την εφαρμογή της συμφωνίας για τον ΕΟΧ (Υπόθεση IV/M.833 - The Coca-Cola Company/Carlsberg A/S) (Το κείμενο στην αγγλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 145 της 15/05/1998 σ. 0041 - 0062


ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 11ης Σεπτεμβρίου 1997 για την κήρυξη συγκέντρωσης συμβιβάσιμης με την κοινή αγορά και με την εφαρμογή της συμφωνίας για τον ΕΟΧ (Υπόθεση IV/M.833 - The Coca-Cola Company/Carlsberg A/S) (Το κείμενο στην αγγλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) (98/327/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, και ιδίως το άρθρο 57,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 4064/89 του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1989, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων (1), όπως τροποποιήθηκε από την πράξη προσχώρησης της Αυστρίας, της Φινλανδίας και της Σουηδίας, και ιδίως το άρθρο 8 παράγραφος 2,

την απόφαση της Επιτροπής της 2ας Μαΐου 1997 για την κίνηση διαδικασίας σχετικά με την παρούσα υπόθεση,

Έχοντας παράσχει στις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις την ευκαιρία να γνωστοποιήσουν τις απόψεις τους επί των αιτιάσεων της Επιτροπής,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της συμβουλευτικής επιτροπής για τις συγκεντρώσεις (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Στις 25 Μαρτίου 1997, η Επιτροπή έλαβε την κοινοποίηση μιας προτεινόμενης συγκέντρωσης κατ' εφαρμογή του άρθρου 4 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 4064/89 του Συμβουλίου (στο εξής: «ο κανονισμός περί συγκεντρώσεων») μέσω της οποίας η The Coca-Cola Company (στο εξής «TCCC») και η Carlsberg A/S (στο εξής «Carlsberg») θα συστήσουν μία εταιρεία υπό κοινή κυριότητα, την Coca-Cola Nordic Beverages (στο εξής: «CCNB»). Η κοινή αυτή επιχείρηση θα είναι ιδιοκτήκτρια συμμετοχών σε διάφορες επιχειρήσεις του κλάδου αναψυκτικών στην περιφέρεια των σκανδιναβικών χωρών, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων στοιχείων ενεργητικού τα οποία η Carlsberg πρόκειται να μεταβιβάσει στην TCCC στο πλαίσιο συμφωνίας εκμετάλλευσης βάσει αδείας. Η κοινοποίηση αφορά τη Δανία και τη Σουηδία.

(2) Με απόφαση της 14ης Απριλίου 1997, η Επιτροπή διέταξε τη συνέχιση της αναστολής της κοινοποιηθείσας συγκέντρωσης, δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 2 και του άρθρου 18 παράγραφος 2 του κανονισμού περί συγκεντρώσεων, μέχρι να εκδώσει οριστική απόφαση επ' αυτής.

(3) Έπειτα από εξέταση της κοινοποίησης, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η κοινοποιηθείσα πράξη εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού περί συγκεντρώσεων και γεννά σοβαρές αμφιβολίες όσον αφορά το κατά πόσον συμβιβάζεται με την κοινή αγορά και με την εφαρμογή της συμφωνίας για τον ΕΟΧ. Στις 2 Μαΐου 1997, η Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει διαδικασία κατ' εφαρμογή του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού περί συγκεντρώσεων.

I. ΤΑ ΜΕΡΗ

TCCC

(4) Η TCCC είναι εταιρεία των Η.Π.Α. και αποτελεί σημαντικό ιδιοκτήτη σημάτων και παγκόσμιο προμηθευτή συμπυκνωμάτων και σιροπιών αναψυκτικών, τα οποία χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ορισμένων ανθρακούχων αναψυκτικών (στο εξής: «ΑΑ»), συμπεριλαμβανομένων των Coca-Cola, Coca-Cola Light, Fanta και Sprite, καθώς και άλλων μη αλκοολούχων ποτών (στο εξής: «ΜΑΠ»).

Carlsberg

(5) Η Carlsberg είναι εταιρεία συσταθείσα κατά το δίκαιο της Δανίας και αποτελεί τη μητρική εταιρεία ενός ομίλου εταιρειών που δραστηριοποιούνται κατά κύριο λόγο στην παραγωγή και χονδρική διανομή μπίρας, αλλά επίσης ασχολούνται και με άλλες δραστηριότητες που άπτονται του κλάδου ποτών, συμπεριλαμβανομένων των ΜΑΠ. Μία από τις θυγατρικές της Carlsberg, η Dadeko A/S (στο εξής «Dadeko»), αποτελεί τη μεγαλύτερη εταιρεία εμφιάλωσης ΑΑ στη Δανία. Επιπλέον, η Carlsberg είναι ιδιοκτήτρια συμμετοχών και σε άλλες εταιρείες παραγωγής αναψυκτικών και μπίρας στη Δανία και τη Σουηδία.

II. Η ΠΡΑΞΗ

Α. Γενικά

(6) Η CCNB θα ανήκει κατά 51 % στην Carlsberg, ενώ το υπόλοιπο 49 % θα περιέλθει τελικώς στην κυριότητα της TCCC. Η CCNB θα εδρεύει στη Δανία και κύρια δραστηριότητά της θα είναι η πραγματοποίηση επενδύσεων και η κατοχή συμμετοχών σε εθνικές εταιρείες εμφιάλωσης που ασχολούνται με την παρασκευή, συσκευασία, προώθηση, διανομή και πώληση ΜΑΠ ή αναπτύσσουν άλλες παρεμφερείς δραστηριότητες. Σε πρώτη φάση, η CCNB θα καλύπτει τη Δανία και τη Σουηδία, αλλά σε μεταγενέστερο στάδιο η δραστηριότητά της θα επεκταθεί επίσης στη Φινλανδία, τη Νορβηγία, την Ισλανδία, την Εσθονία, τη Λετονία, τη Λιθουανία και, ενδεχομένως, τη Γροιλανδία και την Πετρούπολη της Ρωσίας (πρόκειται για την επικράτεια της CCNB).

(7) Η υπό εξέταση πράξη περιλαμβάνει:

i) τη σύσταση της CCNB 7

ii) τη μεταβίβαση στη CCNB των εθνικών εταιρειών στη Δανία και τη Σουηδία 7 ειδικότερα, η Carlsberg θα συνεισφέρει τη θυγατρική της στη Δανία, Dadeko, η οποία ανήκει εξ ολοκλήρου στην ίδια, ενώ η TCCC θα συνεισφέρει τη νεοσυσταθείσα θυγατρική της στη Σουηδία, Coca-Cola Drycker Sverige AB (CCDS), η οποία ανήκει εξ ολοκλήρου στην ίδια 7

iii) δύο συμφωνίες οι οποίες θα διέπουν τη μεταβίβαση και εκμετάλλευση βάσει αδείας ορισμένων σημάτων στις χώρες αυτές 7

iv) τη σύσταση εταιρείας διανομής στη Σουηδία.

(8) Στη Δανία, η Dadeko, η οποία ανανέωσε το 1994 τη συμφωνία εμφιάλωσης που είχε συνάψει με την TCCC και θα συνεχίσει τη διάρκειας 40 ετών συνεργασία της με αντικείμενο την εμφιάλωση κυρίως ΑΑ της TCCC. Επί του παρόντος, η Dadeko είναι υπεύθυνη για την παρασκευή και συσκευασία των ΑΑ της Carlsberg και της Tuborg, καθώς και εκείνων των προϊόντων της Cadbury Schweppes τα οποία κυκλοφορούν στη Δανία. Σήμερα, η Dadeko διανέμει τα προϊόντα της TCCC μόνο στον κλάδο λιανικού εμπορίου, ενώ η Carlsberg και η Tuborg διανέμουν τα δικά του ΑΑ, μαζί με εκείνα της Cadbury Schweppes, στον κλάδο λιανικού εμπορίου. Εξάλλου, οι Carlsberg και Tuborg μοιράζονται σήμερα την ευθύνη για τη διανομή των δικών τους ΑΑ καθώς και εκείνων των TCCC και Cadbury Schweppes στον κλάδο των ξενοδοχείων, των εστιατορίων και υπηρεσιών τροφοδοσίας (στο εξής «κλάδος ΞΕΥΤ»). Μετά την υλοποίηση της υπό εξέταση πράξης, η Dadeko θα εξακολουθήσει να εμφιαλώνει τα προϊόντα της TCCC, καθώς και τα εναπομείναντα προϊόντα [. . .] (3). Θα είναι υπεύθυνη για τη διανομή των προϊόντων [. . .] στον κλάδο λιανικού εμπορίου, ενώ οι [. . .] θα διανέμουν τα προϊόντα αυτά στον κλάδο ΞΕΥΤ.

(9) Στη Σουηδία, η TCCC προέβη προσφάτως στη σύσταση της CCDS, η οποία από την 1η Απριλίου 1997 ασχολείται με την προώθηση και πώληση των προϊόντων της TCCC. Από 1ης Ιανουαρίου 1998, η CCDS θα αναλάβει την παρασκευή και συσκευασία των προϊόντων της TCCC, τις οποίες σήμερα πραγματοποιεί η Pripps Ringnes. Η DryckesDistribφtren AB (DDAB), η οποία είναι κοινή επιχείρηση κατά ίση συμμετοχή μεταξύ της CCDS και της Falcon Bryggerier AB (η οποία με τη σειρά της ανήκει από κοινού στην Carlsberg και στην Oy Sinebrychoff ΑΒ, μία φινλανδική ζυθοποιία), θα είναι υπεύθυνη για την υλική διανομή (δηλαδή αποθήκευση, μεταφορά και παράδοση) σε αποκλειστική βάση των ΜΑΠ της CCDS, των ΜΑΠ της Falcon και της μπίρας της Falcon στη σουηδική πελατεία.

(10) Η CCNB θα αποτελεί τον ένατο «συνεργαζόμενο εμφιαλωτή» (anchor bottler) προϊόντων της TCCC. Με τον όρο συνεργαζόμενος εμφιαλωτής νοούνται ορισμένες εταιρείες εμφιάλωσης το μετοχικό κεφάλαιο των οποίων ανήκει κατά μειοψηφία στην TCCC και οι οποίες έχουν ως σταθερή επιδίωξη την επίτευξη των στρατηγικών στόχων της TCCC και την προώθηση των συμφερόντων των παγκόσμιας κλίμακας συστημάτων της TCCC στους τομείς της παραγωγής, της διανομής και του μάρκετινγκ. Οι εταιρείες αυτές είναι συνήθως μεγάλου μεγέθους και κατεσπαρμένες από γεωγραφική άποψη, και κατέχουν ισχυρή θέση από την άποψη των οικονομικών μέσων και της διοίκησης.

Β. Η «βασική συμφωνία των μετόχων» (ΒΣΜ)

(11) Η ΒΣΜ μεταξύ της TCCC και της Carlsberg προβλέπει τη σύσταση της CCNB και προσδιορίζει τους όρους υπό τους οποίους τα μέρη θα ελέγχουν την CCNB και τον τρόπο λειτουργίας της CCNB. Επίσης, προβλέπει το καθεστώς το οποίο θα ισχύει για όλες τις μελλοντικές εθνικές εταιρείες εμφιάλωσης στην επικράτεια της CCNB. Η ΒΣΜ προβλέπει ακόμη τις σχετικές υποχρεώσεις μη άσκησης ανταγωνισμού της TCCC και της Carlsberg. Μία άλλη σημαντική πρόβλεψη είναι η ρύθμιση [. . .]. Τέλος, η ΒΣΜ προβλέπει [. . .].

Γ. Η συμφωνία εκμετάλλευσης βάσει αδείας στη Δανία

(12) Οι TCCC, Carlsberg και Dadeko έχουν υπογράψει συμφωνία εκμετάλλευσης βάσει αδείας διάρκειας [. . .] ετών (ανανεώσιμη για άλλα [. . .] έτη) βάσει της οποίας η Carlsberg παρέχει στην TCCC άδεια, και η TCCC παρέχει με τη σειρά της άδεια στην Dadeko για την παραγωγή, προώθηση, διανομή και πώληση στη Δανία ορισμένων ΜΑΠ [. . .]. Τα [. . .] προϊόντα τα οποία καλύπτονται από την εν λόγω άδεια είναι [. . .]. Η Carlsberg θα διαθέσει στην TCCC [. . .] που χρειάζεται για τα προϊόντα αυτά, ούτως ώστε να μπορεί η TCCC να προμηθεύει [. . .]. Η TCCC θα αναλάβει τη διαχείριση των προϊόντων με το σήμα [. . .]. Η Carlsberg θα διατηρήσει ορισμένα δικαιώματα αναφερόμενα [. . .], προκειμένου να προστατευθεί [. . .]. Η CCNB θα είναι υπεύθυνη για [. . .]. Η Carlsberg αναλαμβάνει την υποχρέωση να μην [. . .] σε κανένα άλλο μέρος για τα εν λόγω προϊόντα, ούτε για οποιοδήποτε άλλο [. . .], στη Δανία.

(13) Επιπροσθέτως, η Carlsberg θα διακόψει την παραγωγή των υπολοίπων προϊόντων της [. . .] και [. . .]. Επομένως, συνεπεία της υπό εξέταση πράξης μόνο [. . .] θα εξακολουθήσουν να αποτελούν αντικείμενο της επιχειρηματικής δραστηριότητας της Carlsberg.

Δ. Ρυθμίσεις στη Σουηδία

(14) Πέραν της μεταβίβασης της CCDS στη CCNB, η οποία έχει κοινοποιηθεί κατ' εφαρμογή του κανονισμού περί συγκεντρώσεων, στις 18 Απριλίου 1997 κοινοποιήθηκαν στην Επιτροπή βάσει του κανονισμού αριθ. 17 (4), ορισμένες άλλες συμφωνίες για τη σύσταση της DDAB, καθώς και μία «συμφωνία εξαγοράς εμπορικού σήματος και τροφοδοσίας» (στο εξής: «ΣΕΕΣΤ»), η οποία θα διέπει τη μεταβίβαση ορισμένων σημάτων από τη Falcon στην TCCC. Οι εν λόγω συμφωνίες αποτελούν αντικείμενο ξεχωριστής αξιολόγησης.

Ε. Συμπέρασμα

(15) Η υπό εξέταση πράξη θα οδηγήσει σε διαρθρωτική μεταβολή της επιχειρηματικής δραστηριότητας των Carlsberg και TCCC στον κλάδο των αναψυκτικών, τόσο σε περιφερειακό επίπεδο στις σκανδιναβικές χώρες, όσο και σε εθνικό επίπεδο στη Δανία και τη Σουηδία. Ειδικότερα, η Carlsberg δεν θα διαθέτει πλέον κανένα ανταγωνιστικό συμφέρον έναντι της CCNB στο κλάδο των ΑΑ. Η θέση της TCCC μεταβάλλεται, διότι θα πάψει να αποτελεί έναν απλό εκχωρητή αδειών εκμετάλλευσης των ΑΑ της στις οικείες αγορές και θα καταστεί συνιδιοκτήτης της κοινής επιχείρησης που θα παράγει ΑΑ.

III. Η ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ

Α. Αντικείμενο της συγκέντρωσης

(16) Πέραν της σύστασης της CCNB, που αποτελεί το ουσιώδες στοιχείο της όλης πράξης, τα μέρη έχουν επίσης κοινοποιήσει τη συμφωνία εκμετάλλευσης μεταξύ των Carlsberg, TCCC και Dadeko στη Δανία, κατ' εφαρμογή του κανονισμού περί συγκεντρώσεων. Τα μέρη που προέβησαν στην κοινοποίηση θεωρούν ότι οι επιμέρους προβλέψεις, όπως είναι οι ρήτρες μη άσκησης ανταγωνισμού και οι περί αποκλειστικότητας διατάξεις που περιλαμβάνονται στη συμφωνία εκμετάλλευσης, αποτελούν παρεπόμενους περιορισμούς οι οποίοι συνδέονται άμεσα με τη συγκέντρωση και είναι αναγκαίοι για την πραγματοποίησή της. Παρόλα αυτά, η Επιτροπή είναι της γνώμης ότι η συμφωνία εκμετάλλευσης είναι αναγκαία προκειμένου οι TCCC και Carlsberg να συγκεντρώσουν υπό τη CCNB την παρασκευή, τη συσκευασία, τη διανομή, την προώθηση και τις πωλήσεις όλων των προϊόντων των TCCC και Carlsberg, αποβλέποντας στην ευθυγράμμιση των δραστηριοτήτων της Carlsberg στη δανική αγορά ΜΑΠ με τις αρχές που ισχύουν για τους συνεργαζόμενους εμφιαλωτές της TCCC. Για τον λόγο αυτό, η συμφωνία εκμετάλλευσης είναι ένα από τα στοιχεία που συναποτελούν τη συγκέντρωση, το οποίο θα εξασφαλίσει την οικονομική ενότητα μεταξύ της Carlsberg και της TCCC και για το οποίο θα πρέπει επίσης να γίνει δεκτό ότι αποτελεί ουσιώδες και αναπόσπαστο στοιχείο της συγκέντρωσης.

Β. Αξιολόγηση του συγκεντρωτικού χαρακτήρα της CCNB

B.1. Κοινός έλεγχος

(17) Η CCNB θα ανήκει κατά 51 % στην Carlsberg και κατά 49 %, εμμέσως, στην TCCC. Οι σχέσεις μεταξύ της Carlsberg και της TCCC θα διέπονται από τη ΒΣΜ. Η Carlsberg θα διορίσει [. . .] διευθυντές, και η TCCC [. . .] διευθυντές στο εποπτικό συμβούλιο της CCNB. Η TCCC θα διορίσει [. . .] της CCNB, ενώ η Carlsberg θα διορίσει [. . .]. Το κορυφαίο διευθυντικό στέλεχος της CCNB, το οποίο θα είναι υπεύθυνο για την τρέχουσα διοίκηση της εταιρείας, θα διορισθεί από [. . .], ενώ το ανώτατο οικονομικό στέλεχος της CCNB θα διορισθεί από [. . .]. Για να εξασφαλισθεί ότι καθεμία από τις μητρικές εταιρείες έχει την ευκαιρία να συναινεί στη λήψη ορισμένων αποφάσεων που επηρεάζουν τη στρατηγική συμπεριφορά της CCNB, οι καίριες αποφάσεις των μετόχων επί θεμάτων που αφορούν τη δομή και τις πολιτικές της εταιρείες, [ορισμένες στρατηγικές αποφάσεις], η έγκριση επιχειρηματικών σχεδίων και η θέσπιση προϋπολογισμού προϋποθέτουν την ομόφωνη έγκριση αμφοτέρων μητρικών εταιρειών. Σε περίπτωση που το εποπτικό συμβούλιο αδυνατεί να συμφωνήσει [. . .]. Τα μέρη διατείνονται, ωστόσο, ότι παρέχονται σημαντικά κίνητρα για την αποτροπή εκ μέρους των μερών των καταστάσεων εκείνων οι οποίες θα συνεπάγονται την ενεργοποίηση των διατάξεων της μεταξύ τους συμφωνίας που αναφέρονται στη λύση της κοινής επιχείρησης. Συνεπώς, η CCNB θα υπόκειται στον κοινό έλεγχο της TCCC και της Carlsberg.

B.2. Πλήρης λειτουργία σε μακροχρόνια βάση

(18) Η CCNB θα διαθέτει όλα τα μέσα τα οποία θα είναι αναγκαία για την άσκηση των επιχειρηματικών της δραστηριοτήτων σε μακροχρόνια βάση. Πρώτον, τα μέρη θα μεταβιβάσουν στη CCNB τις επιχειρήσεις εμφιάλωσης τις οποίες διατηρούν σήμερα στη Δανία και τη Σουηδία. Η μεταβίβαση αυτή θα περιλαμβάνει τις μονάδες παραγωγής, τον εξοπλισμό διανομής (φορτηγά αυτοκίνητα, αποθηκευτικοί χώροι, κ.ο.κ.), τους εργαζομένους και τις λοιπές επενδύσεις, όπως τα μηχανήματα πώλησης ποτών, είτε συσκευασμένων, είτε σε μορφή χύδην. Δεύτερον, η CCNB θα είναι υπεύθυνη για την παραγωγή, το μάρκετινγκ, τη διανομή και τις πωλήσεις ΜΑΠ στην περιφέρεια των σκανδιναβικών χωρών, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι δεν θα περιορίζεται στο να επιτελεί μόνο μια συγκεκριμένη λειτουργία στην οικεία αγορά. Εξάλλου, η CCNB και οι εμφιαλωτές της θα προσδώσουν σημαντική πρόσθετη αξία στο συμπύκνωμα που θα προμηθεύει η TCCC. Τρίτον, μολονότι η TCCC θα προμηθεύει συμπυκνώματα και θα χορηγεί άδειες για την εμφιάλωση των σχετικών ΜΑΠ, ενώ η Carlsberg συμμετέχει κατά 50 % στο μετοχικό κεφάλαιο της Falcon και θα διατηρήσει την κυριότητα επί [. . .] στη Δανία, η παρουσία αυτή των μερών στην αγορά στην οποία δραστηριοποιούνται η CCNB και οι θυγατρικές της δεν αλλοιώνει τον χαρακτηρισμό της CCNB ως κοινής επιχείρησης συγκεντρωτικού χαρακτήρα. Η ΒΣΜ υπογράφεται για [. . .] έτη, με δυνατότητα ανανέωσης για [. . .] επιπλέον έτη.

B.3. Έλλειψη συντονισμού

(19) Στη Δανία, η TCCC δεν έχει παρουσία ως παραγωγός, ούτε ως διανομέας, αλλά μονάχα ως ιδιοκτήτης εμπορικών σημάτων. Πέραν του ότι θα προμηθεύει συμπυκνώματα, η TCCC θα παρίσταται, κατά βάση, στη Δανία μόνο μέσω της CCNB. Σύμφωνα με τα μέρη, είναι εξαιρετικά απίθανο να καταφέρει η TCCC να εισχωρήσει στην αγορά της Δανίας χωρίς τη βοήθεια της CCNB. Η Carlsberg θα σταματήσει να παράγει [. . .] από τα προϊόντα της κατηγορίας των ΜΑΠ τα οποία παράγει σήμερα. Παρόλα αυτά, θα εξακολουθήσει να αναπτύσσει ορισμένες δραστηριότητες στον κλάδο των ΜΑΠ, οι οποίες θα [. . .] στην πώληση και διανομή [. . .], στην περιορισμένης κλίμακας διανομή στον [. . .] και των [. . .], καθώς και στην κατοχή του 50 % του μετοχικού κεφαλαίου της Rynkeby A/S (η οποία παράγει χυμούς και προϊόντα προς αραίωση). Η Carlsberg θα είναι υποχρεωμένη να συμμορφώνεται προς ρήτρα μη άσκησης ανταγωνισμού, βάσει της οποίας δεν θα μπορεί να ασκεί ανταγωνισμό [. . .]. Η TCCC δεν έχει πραγματοποιήσει ποτέ απευθείας εμφιάλωση στην αγορά της Δανίας και προς το παρόν δεν διαθέτει τις εγκαταστάσεις που θα χρειάζονταν για κάτι τέτοιο. Συνεπώς, οι δραστηριότητες οι οποίες θα παραμείνουν εκτός CCNB δεν μπορούν να θεωρηθούν ως ένα μέσο για τη μεθόδευση ή την ενίσχυση του συντονισμού μεταξύ της Carlsberg και της TCCC.

(20) Όπως και στη Δανία, η Carlsberg θα δεσμεύεται επίσης από την υποχρέωσή της να μην ασκεί ανταγωνισμό στον κλάδο των [ . . . ] στη Σουηδία. Με βάση τα προεκτεθέντα στοιχεία, η CCNB δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ένα μέσο για τη μεθόδευση ή την ενίσχυση του συντονισμού μεταξύ της Carlsberg και της TCCC.

Γ. Συμπέρασμα

(21) Η κοινοποιηθείσα κοινή επιχείρηση, μαζί με τη συμφωνία εκμετάλλευσης βάσει αδείας που προβλέπεται να ισχύσει στη Δανία, αποτελούν συγκέντρωση κατά την έννοια του άρθρου 3 του κανονισμού περί συγκεντρώσεων.

IV. ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ

(22) Η συγκέντρωση έχει κοινοτική διάσταση, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του κανονισμού περί συγκεντρώσεων. Το άθροισμα του παγκόσμιου κύκλου εργασιών των TCCC και Carlsberg υπερβαίνει τα 17 δισεκατομμύρια Ecu, ποσό ανώτερο από το όριο των 5 δισεκατομμυρίων Ecu που προβλέπεται στον κανονισμό περί συγκεντρώσεων. Καθεμιά από τις εμπλεκόμενες επιχειρήσεις πραγματοποιεί σε ολόκληρη την Κοινότητα κύκλο εργασιών μεγαλύτερο από 250 εκατομμύρια Ecu (TCCC: 4 046 εκατομμύρια Ecu 7 και Carlsberg: 1 952 εκατομμύρια Ecu), και από τον εν λόγω κύκλο εργασιών δεν πραγματοποιείται σε κανένα κράτος μέλος ένα μέρος το οποίο να υπερβαίνει τα δύο τρίτα.

V. ΟΙΚΕΙΕΣ ΑΓΟΡΕΣ

Α. Οικείες αγορές από την άποψη του προϊόντος

(23) Στις σκανδιναβικές χώρες, οι περισσότεροι παραγωγοί ΑΑ και άλλων ΜΑΠ, όπως οι χυμοί και τα συσκευασμένα νερά, δραστηριοποιούνται κατά παράδοση στον κλάδο της ζυθοποιίας. Οι ζυθοποιίες αυτές είχαν συνεπώς μέχρι σήμερα τη δυνατότητα να προσφέρουν στους πελάτες τους ένα ευρύ φάσμα εμπορικών ποτών, το οποίο συμπεριλαμβάνει τις μπίρες, τα ΑΑ και τα συσκευασμένα νερά. Παρόλα αυτά, το γεγονός ότι ένα προϊόν πωλείται στο πλαίσιο ενός ευρύτερου φάσματος ποτών δεν σημαίνει ότι ως οικεία αγορά από την άποψη του προϊόντος θα πρέπει να εκληφθεί ολόκληρο το εν λόγω φάσμα προϊόντων για τις ανάγκες της εφαρμογής της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας. Πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ των διαφόρων κατηγοριών εμπορικών ποτών. Κατά την ανάλυση αυτή δεν πρέπει να παραγνωρισθεί το γεγονός ότι στον τομέα της εμφιάλωσης η δυνατότητα ενός προμηθευτή να προσφέρει στους πελάτες του ένα ευρύτερο φάσμα ποτών επαυξάνει την ισχύ του στην αγορά. Τα οικονομικά πλεονεκτήματα που προκύπτουν για τους εμφιαλωτές οι οποίοι προσφέρουν στο σύστημά τους τόσο ΑΑ, όσο και μπίρες θα αναλυθούν κατά την αξιολόγηση της υπό εξέταση πράξης.

(24) Στην κοινοποίησή τους, τα μέρη υποστηρίζουν ότι οι επηρεαζόμενες αγορές από την άποψη του προϊόντος είναι τουλάχιστον εξίσου ευρείες όσο και οι αγορές που υπάρχουν για την προσφορά ΜΑΠ στη Δανία και τη Σουηδία. Οι αγορές αυτές συμπεριλαμβάνουν, κατά τα μέρη, μια εκτεταμένη ποικιλία ποτών, όπως τα ΑΑ, τα μη ανθρακούχα ποτά, οι χυμοί φρούτων, τα συσκευασμένα νερά, ο καφές, το τσάι και το γάλα. Αν εξετάσει κανείς τον κλάδο των αναψυκτικών, συμπεραίνει ότι ο προτεινόμενος από τα μέρη ορισμός της οικείας αγοράς είναι υπερβολικά ευρύς για τις ανάγκες της ανάλυσης των πιθανών συνεπειών της κοινοποιηθείσας πράξης για τον ανταγωνισμό. Για τους λόγους που αναπτύσσονται κατωτέρω, κρίνεται σκόπιμη η αξιολόγηση της πράξης τόσο στο επίπεδο των σημάτων, όσο και στο επίπεδο της εμφιάλωσης, υπό το φως των δεδομένων της ευρύτερης αγοράς των ΑΑ. Υπάρχει μια σειρά στοιχείων τα οποία υποδηλώνουν ότι υπάρχει ξεχωριστή οικεία αγορά προϊόντος για τα αναψυκτικά τύπου κόλα. Ωστόσο, είναι σκόπιμο να επισημανθεί ότι τα συμπεράσματα δεν θα διέφεραν ουσιωδώς, είτε η πράξη αναλυθεί μόνο σε σχέση με τα αναψυκτικά τύπου κόλα, είτε αναλυθεί σε σχέση με το σύνολο των ΑΑ.

A.1. Τα στάδια παραγωγής ΑΑ

(25) Η προσφορά αναψυκτικών τύπου κόλα και άλλων ΑΑ που περιέχουν γευστικές ουσίες προς τους πελάτες λιανικής συνίσταται σε δύο αλληλοσυνδεόμενες δραστηριότητες: ιδιοκτησία εμπορικών σημάτων και εμφιάλωση. Ο ιδιοκτήτης του εκάστοτε σήματος δημιουργεί και προωθεί τις διάφορες μάρκες ποτών, προμηθεύει το αναγκαίο συμπύκνωμα (ή χορηγεί άδεια για την παραγωγή του) και εξουσιοδοτεί τους κατά τόπους εμφιαλωτές να παρασκευάζουν, συσκευάζουν, προωθούν στην αγορά, διανέμουν και πωλούν τα ποτά. Από την άποψη αυτή, η TCCC, ως ιδιοκτήτρια σημάτων, έχει ως στρατηγική τη δημιουργία ζήτησης από πλευράς καταναλωτών, ενώ ο ρόλος των εμφιαλωτών της TCCC είναι να καλύπτουν τη ζήτηση.

(26) Οι ιδιοκτήτες διεθνών εμπορικών σημάτων, όπως είναι η TCCC, η PepsiCo και η Cadbury Schweppes, παράγουν συμπυκνώματα ΑΑ σε περιορισμένο αριθμό γεωγραφικών σημείων παγκοσμίως και τροφοδοτούν τους απανταχού της Γης εμφιαλωτές τους από τις συγκεκριμένες μονάδες παραγωγής. Αντιθέτως, οι μικρότερες εταιρείες ενδέχεται να χρησιμοποιούν οίκους παραγωγής γευστικών ουσιών (flavour houses) για την παραγωγή των συμπυκνωμάτων τους.

(27) Ο όρος «εμφιάλωση», όπως χρησιμοποιείται εν γένει από ολόκληρο τον κλάδο ανθρακούχων αναψυκτικών, καλύπτει την παρασκευή, τη συσκευασία, τις πωλήσεις, το μάρκετινγκ και τη διανομή των ΑΑ. Ο ιδιοκτήτης του σήματος αναθέτει συνήθως στον εκάστοτε εμφιαλωτή μία γεωγραφική επικράτεια, εντός της οποίας ο εμφιαλωτής οφείλει να επιτελεί τις παραπάνω λειτουργίες.

(28) Την ευθύνη για το μάρκετινγκ και την προώθηση των ΑΑ μοιράζονται κατά κανόνα ο ιδιοκτήτης του σήματος και ο εμφιαλωτής. Οι δραστηριότητες στον τομέα του μάρκετινγκ είναι ένας συνδυασμός διαφήμισης με βάση το σήμα και προώθησης εμπορικού προσανατολισμού. Στον κλάδο των ΑΑ, γίνεται σε γενικές γραμμές η εξής διάκριση μεταξύ των εν λόγω πεδίων δραστηριότητας:

- Μάρκετινγκ στα ΜΜΕ (above-the-line marketing): Οι αγορές των ΑΑ χαρακτηρίζονται από την ύπαρξη ισχυρών σημάτων, εκ των οποίων αυτά που κατέχουν ηγετική θέση διαφημίζονται διεθνώς. Ο συγκεκριμένος τρόπος διαφήμισης με βάση το σήμα είναι γνωστός στον κλάδο ως «above-the-line» και πραγματοποιείται κυρίως μέσω της τηλεόρασης, του ραδιοφώνου, του κινηματογράφου, του τύπου και των χορηγιών μουσικών, αθλητικών και άλλων εκδηλώσεων. Οι διαφημίσεις αυτής της κατηγορίας σχεδιάζονται, υλοποιούνται και χρηματοδοτούνται κατά κανόνα από τον ιδιοκτήτη του σήματος.

- Μάρκετινγκ με άλλα μέσα πλην των ΜΜΕ (below-the line marketing): Η προώθηση προϊόντων σε επίπεδο εμπορίου αποκαλείται στον συγκεκριμένο κλάδο «below-the-line μάρκετινγκ», το οποίο συνίσταται σε δύο βασικές μορφές δραστηριότητας: εκπτώσεις για λόγους προώθησης (π.χ. προσφορές σε περίπτωση πολλαπλών αγορών, μειώσεις της τιμής και εκπτώσεις προς τον πελάτη) 7 και εμπορικό μάρκετινγκ (π.χ. καταβολή χρημάτων στους πελάτες για την ένταξη σε καταλόγους, την έκθεση του προϊόντος στα ράφια και τη διαφήμιση εντός του καταστήματος.

(29) Η διανομή των ΑΑ γίνεται μέσω ποικίλων δικτύων, τα οποία διαφέρουν κάπως από χώρα σε χώρα, ανάλογα με τη διάρθρωση της αγοράς (στους σχετικούς παράγοντες περιλαμβάνονται: η γεωγραφική θέση των αποθηκών των πελατών και των καταστημάτων λιανικού εμπορίου, η γεωγραφική διασπορά του πληθυσμού και το κατά πόσον τα ΑΑ διανέμονται μαζί με τις μπίρες). Στη Δανία και τη Σουηδία, τα ΑΑ διανέμονται κυρίως μέσω του δικτύου λιανικών πωλήσεων, το οποίο είναι δυνατό να διαιρεθεί περαιτέρω στο δίκτυο των παντοπωλείων (σουπερμάρκετ, κ.ο.κ.) και το εμπορικό δίκτυο υπηρεσιών (π.χ. πρατήρια καυσίμων, περίπτερα, κ.ο.κ.), και του δικτύου ξενοδοχείων, εστιατορίων και υπηρεσιών τροφοδοσίας (ΞΕΥΤ). Παρόλα αυτά, η αξιολόγηση της προτεινόμενης πράξης δεν προϋποθέτει την ξεχωριστή ανάλυση κάθε δικτύου με βάση την παραπάνω διάκριση, ούτε στην περίπτωση της Σουηδίας, ούτε σε αυτήν της Δανίας, δεδομένου ότι τα συμπεράσματα που θα εξάγονταν με βάση την ανάλυση αυτή θα ήταν τα ίδια, είτε τα δίκτυα αυτά εξετάζονταν ως ξεχωριστές οικείες αγορές από την άποψη του προϊόντος, είτε όχι. Επομένως, το ερώτημα κατά πόσον τα δίκτυα αποτελούν ξεχωριστές οικείες αγορές από την άποψη του προϊόντος μπορεί να μείνει αναπάντητο.

(30) Στην παρούσα υπόθεση, οι συνέπειες της πράξης αφορούν την επεκτατική κάθετη ολοκλήρωση της TCCC στον τομέα της εμφιάλωσης, την εξαγορά εκ μέρους της TCCC ορισμένων σημάτων στη Σουηδία και την εξασφάλιση από την ίδια εταιρεία της άδειας για την εκμετάλλευση ορισμένων σημάτων στη Δανία. Επειδή οι συνέπειες των αλλαγών που θα επέλθουν όσον αφορά την κυριότητα σημάτων και την κάθετη ολοκλήρωση της TCCC είναι σημαντικές, τόσο σε επίπεδο σημάτων, όσο και σε επίπεδο εμφιάλωσης, η αξιολόγηση των συνεπειών της πράξης θα επιχειρηθεί και στα δύο επίπεδα.

A.2. Προσδιορισμός της οικείας αγοράς προϊόντος: όλα τα ΑΑ

α) Η διάκριση μεταξύ των ΑΑ και των υπολοίπων ΜΑΠ

(31) Σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία της Canadean (ετήσια έκθεση για το 1996 της Canadean), συνάγεται ότι η κατηγορία των ΑΑ εξακολούθησε να αναπτύσσεται με ρυθμούς διαφορετικούς από αυτούς που ίσχυσαν για το σύνολο των ποτών και των αναψυκτικών τόσο στη Δανία, όσο και στη Σουηδία.

(32) Τα στοιχεία δείχνουν ότι στη Δανία οι συνολικές πωλήσεις αναψυκτικών αυξήθηκαν κατά 5,5 % ετησίως μεταξύ του 1990 και του 1995. Τα συσκευασμένα νερά σημείωσαν αύξηση κατά 7 % περίπου, ενώ τα ΑΑ πραγματοποίησαν άλμα σε ποσοστό 10 %. Η Canadean διαπίστωνε ότι οι πωλήσεις των ανθρακούχων αναψυκτικών στη δεκαετία του 1990 υπήρξαν ιδιαίτερα ικανοποιητικές, δεδομένου ότι αυξήθηκαν κατά σχεδόν 65 % μεταξύ του 1990 και του 1995. Για λόγους σύγκρισης στην ίδια έκθεση επισημαινόταν ότι «οι επιδόσεις των φρουτωδών ποτών, τα οποία απευθύνονται κατά κύριο λόγο στους νεαρούς καταναλωτές, υπήρξαν αρκετά υποτονικές καθ' όλη τη διάρκεια της δεκαετίας», επειδή τα ποτά αυτά γίνονται αντιληπτά ως ο «φτωχός συγγενής» μεταξύ όλων γενικώς των αναψυκτικών, καθώς και ότι τα ανθρακούχα αναψυκτικά (και αυτά που έχουν ως βάση κάποιο σιρόπι ή φρουτοπολτό) ήταν αυτά που συνέτειναν αποφασιστικά στην ανάπτυξη της αγοράς των αναψυκτικών. Ειδικότερα, η κατανάλωση χυμών φρούτων μειώθηκε κατά 2 % ετησίως μεταξύ του 1990 και του 1995. Αν τα συσκευασμένα νερά και οι χυμοί ανήκαν στην ίδια αγορά προϊόντος όπως και τα ΑΑ, θα ήταν δυνατόν να υποτεθεί ότι η εξέλιξη των τιμών θα μπορούσε να εξηγήσει την απόκλιση των ρυθμών ανάπτυξης. Παρόλα αυτά, κάτι τέτοιο δεν ευσταθεί, δεδομένου ότι με βάση τα στοιχεία της Canadean για τις τιμές λιανικής οι συγκριτικές τιμές των διαφόρων τύπων αναψυκτικών δεν έχουν μεταβληθεί σημαντικά κατά την τελευταία τετραετία, οπότε οι διαφορετικές αυξομειώσεις των τιμών δεν εξηγούν τους διαφορετικούς ρυθμούς ανάπτυξης των διαφόρων κατηγοριών αναψυκτικών.

(33) Και στη Σουηδία, τα στοιχεία της Canadean απέδειξαν την ύπαρξη διαφορετικών ρυθμών ανάπτυξης μεταξύ της κατηγορίας αναψυκτικών και των ανθρακούχων αναψυκτικών. Οι συνολικές πωλήσεις των αναψυκτικών αυξήθηκαν κατά 1 % και των συσκευασμένων νερών κατά 9 %, ενώ οι πωλήσεις χυμών και νέκταρ μειώθηκαν κατά 2 %, και οι πωλήσεις των ΑΑ παρέμειναν στάσιμες. Αν τα συσκευασμένα νερά και οι χυμοί ανήκαν στην ίδια αγορά προϊόντος όπως και τα ΑΑ, θα ήταν δυνατό να υποτεθεί ότι η εξέλιξη των τιμών θα μπορούσε να εξηγήσει την απόκλιση των ρυθμών ανάπτυξης. Παρόλα αυτά, σε ό,τι αφορά τη Δανία κάτι τέτοιο δεν ευσταθεί, δεδομένου ότι με βάση τα στοιχεία της Canadean για τις τιμές λιανικής οι συγκριτικές τιμές των διαφόρων τύπων αναψυκτικών δεν έχουν μεταβληθεί σημαντικά κατά την τελευταία τετραετία, οπότε οι διαφορετικές αυξομειώσεις των τιμών, δεν εξηγούν τους διαφορετικούς ρυθμούς ανάπτυξης των διαφόρων κατηγοριών αναψυκτικών.

(34) Τα μέρη, στην απάντησή τους επί της κοινοποίησης αιτιάσεων (στο εξής: «η απάντηση») υποστηρίζουν ότι τα στοιχεία της Canadean για τις τιμές αναφέρονται σε περιορισμένο μόνο αριθμό σημάτων, συσκευασιών και δικτύων διανομής και ότι είναι ασαφής ο τρόπος συγκέντρωσης των εν λόγω στοιχείων. Η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι τα στοιχεία της Canadean για τις τιμές αναφέρονται σε επιλεγμένες τιμές λιανικής που δεν καλύπτουν το σύνολο των δικτύων διανομής και των συσκευασιών. Ωστόσο, τα στοιχεία της Canadean για τις τιμές αναφέρονται σε αντιπροσωπευτικές τιμές οι οποίες ισχύουν στην αγορά και καλύπτουν τα σημαντικότερα σήματα, συσκευασίες και δίκτυα διανομής. Για το λόγο αυτό, είναι λογικό να συμπεράνει κανείς ότι οι τιμές της Canadean αντικατοπτρίζουν τη γενική εξέλιξη των τιμών που ισχύουν στην αγορά για τα ΑΑ, τους χυμούς και τα συσκευασμένα νερά. Επομένως, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι οι μεταβολές των συγκριτικών τιμών δεν μπορούν να εξηγήσουν τους διαφορετικούς ρυθμούς ανάπτυξης των αγορών ΑΑ, χυμών και συσκευασμένων νερών κατά την τελευταία τετραετία στη Δανία και τη Σουηδία. Το γεγονός αυτό υποδηλώνει ότι δεν υφίσταται έντονος ανταγωνισμός, όσον αφορά τις τιμές, μεταξύ των ΑΑ, των συσκευασμένων νερών και των χυμών. Με άλλα λόγια, δεν είναι οι τιμές οι οποίες ωθούν τους πελάτες να αγοράζουν, παραδείγματος χάρη, μεγαλύτερες ποσότητες ΑΑ και μικρότερες ποσότητες χυμών.

(35) Επιπλέον, η Επιτροπή εξέτασε τα στοιχεία της Canadean σχετικά με επιλεγμένες τιμές λιανικής στη Δανία και τη Σουηδία. Τα νερά και τα ΑΑ δείχνουν να διατίθενται σε παρόμοιο επίπεδο τιμών, αλλά αμφότερα είναι φθηνότερα από τους χυμούς φρούτων. Πέραν αυτού, είναι σαφές ότι τα ΑΑ είναι ακριβότερα από το γάλα, το τσάι και τον καφέ, πράγμα το οποίο υποδηλώνει ότι τα ΑΑ εμπίπτουν σε χωριστή οικεία αγορά προϊόντος σε σχέση με το σύνολο των ΜΑΠ. Ωστόσο, τα νερά δεν έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά με τα ΑΑ, παραδείγματος χάρη δεν περιέχουν πρόσθετη ζάχαρη.

(36) Τόσο στη Δανία, όσο και στη Σουηδία, τα ΑΑ, στα σουπερμάρκετ, δεν εκτίθενται στο ίδιο ράφι με τα άλλα ΜΑΠ, όπως ο καφές, το τσάι, το γάλα και οι χυμοί, πράγμα το οποίο υποδηλώνει ότι τα ΑΑ και τα ΜΑΠ ανήκουν σε διαφορετικές αγορές προϊόντος. Τα προϊόντα τα οποία ανταγωνίζονται ευθέως το ένα το άλλο θα ήταν κανονικά λογικό να εκτίθενται το ένα δίπλα στο άλλο.

(37) Μερικές μελέτες αποδεικνύουν ότι η χρονική στιγμή της κατανάλωσης των ΑΑ, σε σύγκριση με τα άλλα ΜΑΠ, είναι διαφορετική.

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

(38) Οι εν λόγω μελέτες και άλλες παρόμοιες υποδηλώνουν ότι τα ΑΑ πίνονται συχνά σε στιγμές διασκέδασης, σε αντίθεση με άλλα ΜΑΠ τα οποία έχουν πιο λειτουργικό χαρακτήρα. Επομένως, ο διαφορετικός τρόπος κατανάλωσης των ΑΑ σε σύγκριση με τα άλλα ΜΑΠ υποδηλώνει ότι οι δύο αυτές κατηγορίες ποτών δεν ανήκουν στην ίδια αγορά προϊόντος.

(39) Για το θέμα του τρόπου κατανάλωσης, τα μέρη έχουν υποστηρίξει ότι η Επιτροπή έχει παραλείψει να εξετάσει το καίριο ερώτημα του κατά πόσον οι καταναλωτές των ανθρακούχων αναψυκτικών θεωρούν ότι μπορούν να καλύψουν την ίδια ανάγκη υποκαθιστώντας τα με άλλα είδη ποτών. Επίσης ισχυρίζονται ότι με βάση τον παραπάνω πίνακα είναι δυσχερές να εξαχθεί οποιοδήποτε συμπέρασμα για τον χρόνο και τον τρόπο κατανάλωσης των ΑΑ σε σύγκριση με τα υπόλοιπα ΜΑΠ (απάντηση, σ. 41). Εντούτοις, τα μέρη δεν έχουν αμφισβητήσει το θεμελιώδες συμπέρασμα που προκύπτει από τις μελέτες που έχουν υποβάλει τα ίδια, ότι δηλαδή τα ΑΑ πίνονται συχνά σε στιγμές διασκέδασης, σε αντίθεση με άλλα ΜΑΠ τα οποία έχουν περισσότερο λειτουργικό χαρακτήρα. Συνεπώς, η Επιτροπή φρονεί ότι οι διαφορές του τρόπου κατανάλωσης υποδηλώνουν ότι τα ΑΑ και τα υπόλοιπα ΜΑΠ ανήκουν σε διαφορετική οικεία αγορά προϊόντος.

(40) Τέλος, από τις απαντήσεις πελατών και ανταγωνιστών τόσο στη Σουηδία, όσο και στη Δανία συνάγεται ότι τα ΑΑ δεν ανήκουν στην ίδια οικεία αγορά προϊόντος μαζί με τα άλλα ΜΑΠ. Επί του προκειμένου, τα μέρη υποστηρίζουν ότι είναι λάθος να αποδίδεται σημασία, έστω και μικρή, στις εντυπώσεις λιανεμπόρων, χονδρεμπόρων και ανταγωνιστών (απάντηση, σ. 42). Παρόλα αυτά, είναι γεγονός ότι οι λιανέμποροι, οι χονδρέμποροι και οι ανταγωνιστές γνωρίζουν κατά κανόνα από κάθε άποψη τον τομέα στον οποίον αναπτύσσουν την επιχειρηματική τους δραστηριότητα και, κατά συνέπεια, έχουν σαφή αντίληψη για τον τρόπο με τον οποίο, επί παραδείγματι, τυχόν προώθηση της Coca-Cola επηρεάζει τις πωλήσεις των άλλων ποτών.

(41) Σε ό,τι αφορά τη συλλογιστική για το σκέλος της προσφοράς, τα άλλα ΜΑΠ, όπως το γάλα το τσάι και οι χυμοί, παράγονται με τελείως διαφορετικό τρόπο σε σχέση με τα ΑΑ, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι από την πλευρά της προσφοράς δεν υπάρχει καμία δυνατότητα υποκατάστασης. Προκειμένου για τα συσκευασμένα νερά, θα ήταν ευκολότερη η συσκευασία ανθρακούχων αναψυκτικών με τη χρήση του ίδιου εξοπλισμού που χρησιμοποιείται και για την παραγωγή συσκευασμένων νερών. Παρόλα αυτά, το γεγονός ότι ο ίδιος εξοπλισμός είναι δυνατό να χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή περισσοτέρων τύπων αναψυκτικών δεν αρκεί για να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι όλα τα αναψυκτικά εμπίπτουν σε ενιαία οικεία αγορά προϊόντος και να αξιολογηθεί στη βάση αυτή η κοινοποιηθείσα πράξη. Η ανάγκη δημιουργίας και τοποθέτησης στην αγορά ενός ΑΑ, διαφήμισης και προώθησης ενός νέου προϊόντος ή ενός νέου σήματος, καθώς και της εξασφάλισης πρόσβασης σε σημεία διανομής σημαίνει ότι η τυχόν ευελιξία από την πλευρά της προσφοράς δεν αποτελεί ικανό κριτήριο το οποίο να χρησιμεύσει ως βάση για τη διεύρυνση της οικείας αγοράς προϊόντος. Από μόνο του το γεγονός ότι με τον ίδιο εξοπλισμό είναι τεχνικώς δυνατό να παραχθεί μια σειρά διαφορετικών προϊόντων δεν αρκεί για να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι είναι σωστό να υπαχθούν διαφορετικά ποτά σε ενιαία οικεία αγορά προϊόντος.

(42) Εξάγεται, συνεπώς, το συμπέρασμα ότι, για τους σκοπούς της εφαρμογής του κανονισμού περί συγκεντρώσεων, τα ΜΑΠ στο σύνολό τους δεν μπορούν να θεωρηθούν ως η οικεία αγορά από την άποψη του προϊόντος ούτε στη Σουηδία, ούτε στη Δανία. Αντιθέτως, συμπεραίνεται ότι τα ΑΑ διαφέρουν από τα άλλα ΜΑΠ, όπως είναι ο καφές, το τσάι, το γάλα, οι χυμοί και τα συσκευασμένα νερά, και στην πραγματικότητα αποτελούν, από μόνα τους, ξεχωριστή οικεία αγορά από την άποψη του προϊόντος.

β) Η διαφοροποίηση των αναψυκτικών τύπου κόλα από όλα τα υπόλοιπα ΑΑ

(43) Σε ό,τι αφορά τη διαφορετική αντιμετώπιση των αναψυκτικών τύπου κόλα και όλων των άλλων ΑΑ, οι παλαιότερες αποφάσεις της Επιτροπής (5) φανερώνουν ότι πολλοί και διάφοροι παράγοντες αποδεικνύουν ότι στον κλάδο των ποτών είναι δυνατό να γίνει διάκριση μεταξύ των διαφόρων γεύσεων των ανθρακούχων αναψυκτικών. Ένα ευρύ φάσμα αποδεικτικών στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων δηλώσεων παραγόντων του κλάδου και μελετών αγοράς, επιβεβαίωσαν το συμπέρασμα της Επιτροπής ότι στη Μεγάλη Βρετανία τα ΑΑ τύπου κόλα αποτελούν ξεχωριστή οικεία αγορά από την άποψη του προϊόντος (6). Το συμπέρασμα αυτό βασίστηκε σε διάφορους παράγοντες, όπως οι προτιμήσεις των καταναλωτών και οι διαφορές όσον αφορά το μάρκετινγκ και τη διαμόρφωση των τιμών που υφίστανται μεταξύ των ΑΑ με γεύση κόλας και των υπολοίπων ΑΑ. Στην παρούσα υπόθεση, υπάρχει μια σειρά στοιχείων τα οποία φανερώνουν ότι τα αναψυκτικά τύπου κόλα αποτελούν ξεχωριστή οικεία αγορά προϊόντος. Πρέπει, ωστόσο, να επισημανθεί ότι είτε η πράξη αναλυθεί μόνο ως προς τα ΑΑ τύπου κόλα, είτε αναλυθεί ως προς το σύνολο των ΑΑ, τα συμπεράσματα θα ήταν κατά βάση τα ίδια. Επομένως, οι συνέπειες της υπό εξέταση πράξης για τον ανταγωνισμό μπορούν να αναλυθούν με βάση το δεδομένο ότι η οικεία αγορά από την άποψη του προϊόντος περιλαμβάνει το σύνολο των ΑΑ.

Β. Οικείες γεωγραφικές αγορές

(44) Η Επιτροπή, κατά πάγια πρακτική, αναλύει την προσφορά των διαφόρων ποτών σε επίπεδο κράτους μέλους (7). Η ανάλυση αυτή κρίνεται σκόπιμη και στην παρούσα υπόθεση, δεδομένου ότι οι εμπλεκόμενοι εμφιαλωτές έχουν λάβει άδεια από τους ιδιοκτήτες των σημάτων να πωλούν το εκάστοτε προϊόν εντός των ορίων μιας εθνικής γεωγραφικής επικράτειας.

(45) Το συμπέρασμα περί της ύπαρξης εθνικών αγορών ανθρακούχων αναψυκτικών στη Δανία και τη Σουηδία επιβεβαιώνεται και από το χαμηλό όγκο των εισαγωγών και εξαγωγών των συγκεκριμένων προϊόντων. Σύμφωνα με την Canadean, οι εισαγωγές ΑΑ αντιστοιχούσαν το 1995 σε ποσοστό χαμηλότερο από το 2,5 % στη Σουηδία και από το 2 % στη Δανία. Στη Σουηδία, οι εξαγωγές ήταν ακόμη πιο περιορισμένες από τις εισαγωγές, ενώ οι δανικές εξαγωγές δεν ξεπέρασαν το 4 %.

(46) Οι διαφορές των τιμών καταλόγου των προϊόντων της TCCC που υφίστανται μεταξύ της Σουηδίας, της Δανίας, της Νορβηγίας, της Φινλανδίας, της Γερμανίας, των Κάτω Χωρών, του Ηνωμένου Βασιλείου και του Βελγίου υποδηλώνουν ότι η Σουηδία και η Δανία αποτελούν δύο ξεχωριστές οικείες γεωγραφικές αγορές. Οι τιμές καταλόγου στη Νορβηγία είναι οι χαμηλότερες στην περιφέρεια των σκανδιναβικών χωρών. Οι τιμές καταλόγου στη Δανία είναι κατά 20 % περίπου υψηλότερες από ό,τι στη Νορβηγία, ενώ οι τιμές καταλόγου στη Σουηδία είναι κατά 40 % υψηλότερες από ό,τι στη Νορβηγία. Εξάλλου, οι δανικές τιμές είναι αισθητά υψηλότερες από αυτές πού ισχύουν σε ορισμένες άλλες χώρες, π.χ. στη Γερμανία και στις χώρες της Μπενελούξ.

(47) Στην επιστολή τους της 28ης Μαΐου 1997 τα μέρη υποστηρίζουν ότι οι τιμές καταλόγου δεν αντιστοιχούν κατ' ανάγκη στις τιμές που εφαρμόζονται για τις συναλλαγές, εξαιτίας των εκπτώσεων. Παρόλα αυτά, οι εκπτώσεις αποτελούν ένα σύνηθες χαρακτηριστικό των αγορών ανθρακούχων αναψυκτικών σε όλες τις υπόψη χώρες, και θα μπορούσε να θεωρήσει κανείς ότι η διαφοροποίηση των εκπτώσεων δεν μπορεί να δικαιολογήσει εξ ολοκλήρου την απόκλιση των τιμών καταλόγου. Στην επιστολή τους της 28ης Μαΐου 1997 τα μέρη διατείνονται ότι η ύπαρξη διαφορετικών συστημάτων ανακύκλωσης και διαφορετικού κόστους διανομής μπορεί να εξηγήσει ένα μέρος της απόκλισης των τιμών καταλόγου. Παρόλα αυτά, τα συστήματα ανακύκλωσης στις σκανδιναβικές χώρες είναι συγκρίσιμα για το μεγαλύτερο μέρος του όγκου πωλήσεων ανθρακούχων αναψυκτικών, δεδομένου ότι τα περισσότερα ΑΑ πωλούνται σε φιάλες που μπορούν να ξαναγεμισθούν. Σε ό,τι αφορά το κόστος της διανομής, είναι λογικό να υποτεθεί ότι η Νορβηγία έχει το υψηλότερο κόστος διανομής και μπορεί από την άποψη αυτή να συγκριθεί με τη Φινλανδία και τη Σουηδία, εξαιτίας των γεωγραφικών ομοιοτήτων που υπάρχουν μεταξύ των χωρών αυτών. Από την άλλη πλευρά, η Δανία είναι αναμενόμενο να μοιάζει από την άποψη αυτή περισσότερο με τη Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις χώρες της Μπενελούξ. Ωστόσο, αντίθετα από ό,τι θα περίμενε κανείς με βάση την υπόθεση ότι το διαφορετικό κόστος διανομής εξηγεί τις αποκλίσεις των τιμών καταλόγου, η Σουηδία και η Δανία έχουν υψηλότερες τιμές καταλόγου σε σύγκριση με τη Νορβηγία. Σε ό,τι αφορά τις υπόλοιπες ερμηνείες που αναπτύσσονται στην επιστολή των μερών (συγκρίσεις με βάση τις ισοτιμίες της αγοραστικής δύναμης και το επιχείρημα ότι οι αποκλίσεις των τιμών που εφαρμόζονται για παρόμοια καταναλωτικά αγαθά αποτελούν τον κανόνα στην Κοινότητα), η Επιτροπή θεωρεί ότι οι ερμηνείες αυτές δεν παρουσιάζουν χρησιμότητα για την οροθέτηση της οικείας γεωγραφικής αγοράς.

(48) Εξάλλου, σε ό,τι αφορά τη Δανία, οι νόμοι που ισχύουν για τη συσκευασία των ποτών είναι οι αυστηρότεροι στην Ευρώπη. Η χρήση φιαλών που μπορούν να ξαναγεμισθούν είναι υποχρεωτική για τις εγχώριες πωλήσεις ΑΑ και μπίρας δανικής παραγωγής. Επιπλέον, απαγορεύονται τελείως τα μεταλλικά κυτία. Για τον λόγο αυτό, στην πράξη οι εισαγωγές υπόκεινται σε περιορισμούς, εκτός αν λειτουργεί ικανοποιητικός μηχανισμός για την καταβολή ενός ποσού κατά την αγορά της φιάλης, την επιστροφή της και την ανακύκλωσή της. Η εθνική απαγόρευση των μη επιστρέψιμων συσκευασιών λειτουργεί ως φραγμός για τις εισαγωγές, δεδομένου ότι ο οικείος κλάδος παραγωγής υποχρεούται να χρησιμοποιεί το προβλεπόμενο σύστημα ανακύκλωσης για όλες τις παραγόμενες φιάλες.

(49) Κατά συνέπεια, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι η Δανία και η Σουηδία αποτελούν ξεχωριστές οικείες γεωγραφικές αγορές για τους σκοπούς της αξιολόγησης της κοινοποιηθείσας πράξης. Το συμπέρασμα αυτό δεν έχει αμφισβητηθεί από τα μέρη.

VI. ΣΥΜΒΑΤΟΤΗΤΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΟΙΝΗ ΑΓΟΡΑ ΚΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΟΧ

Α. Επισκόπηση: οι επιπτώσεις της πράξης

(50) Οι επιπτώσεις της κοινοποιηθείσας πράξης θα γίνονταν αισθητές τόσο στο επίπεδο των σημάτων, όσο και στο επίπεδο της εμφιάλωσης. Ειδικότερα, η πράξη θα είχε τις ακόλουθες συνέπειες για τον ανταγωνισμό στις οικείες αγορές:

α) σε επίπεδο σημάτων, η TCCC θα αποκτούσε την τεχνογνωσία και τα δικαιώματα παραγωγής για ορισμένα ΑΑ (και συμπυκνώματα) από τις Carlsberg και Falcon, στη Δανία και τη Σουηδία, αντιστοίχως (στη Δανία, η TCCC θα εκχωρήσει με τη σειρά της τα δικαιώματα παραγωγής των ΑΑ στην Dadeko, ενώ στη Σουηδία θα κρατήσει τα δικαιώματα αυτά η ίδια) 7

β) σε επίπεδο εμφιάλωσης, θα προέκυπταν δύο συνέπειες:

- η συνολική ενίσχυση της ισχύος της TCCC στην αγορά, μέσω της επεκτατικής κάθετης ολοκλήρωσής της, υπό την έννοια ότι ο ρόλος της θα εξελισσόταν από τον ρόλο του εκχωρητή αδειών σε εκείνον του συνιδιοκτήτη και συμπράττοντος στη λήψη των αποφάσεων για τις δραστηριότητες εμφιάλωσης,

- η ενίσχυση της δεσπόζουσας θέσης της Dadeko, ο έλεγχος επί της οποίας θα περιέλθει στη CCNB, στο επίπεδο της εμφιάλωσης με δύο τρόπους: με την πράξη θα διευρυνόταν το φάσμα προϊόντων της TCCC, ενώ συγχρόνως το αντίστοιχο φάσμα της Carlsberg θα έπαυε να υπάρχει στη Δανία. Πέραν αυτού, θα επέρχετο αποδυνάμωση του φάσματος προϊόντων της Falcon στη Σουηδία.

(51) Εξαιτίας των παραπάνω διαρθρωτικών μεταβολών, η πράξη θα οδηγούσε στην εξάλειψη τόσο του πραγματικού, όσο και του δυνητικού ανταγωνισμού εκ μέρους της Carlsberg τόσο στη Δανία, όσο και στη Σουηδία, και τούτο με τους εξής τρόπους:

α) εξάλειψη του πραγματικού ανταγωνισμού τόσο στη Δανία, όσο και στη Σουηδία:

στη Δανία: η Carlsberg έχει δηλώσει (στην κοινοποίηση) ότι σκοπεύει να διακόψει την παραγωγή ορισμένων γεύσεων [...] τις οποίες παράγει και διαθέτει στην αγορά σήμερα, συμπεριλαμβανομένων, ειδικότερα, [...] του φάσματος προϊόντων 7 εξάλλου, στη Σουηδία: η TCCC θα αποκτούσε από τη Falcon ορισμένα [...] σήματα ΑΑ 7 και

β) εξάλειψη του δυνητικού ανταγωνισμού τόσο στη Δανία, όσο και στη Σουηδία:

στη Δανία: βάσει της ΒΣΜ, η Carlsberg υποχρεούται να μη λανσάρει μελλοντικώς καμία νέα γεύση [...] στην [...] 7 και στη Σουηδία: η Falcon (η οποία ανήκει κατά 50 % στην Carlsberg) δεσμεύεται από [...] συμφωνίες περί μη άσκησης ανταγωνισμού να μην εισέλθει εκ νέου στις αγορές ΑΑ σε [...].

(52) Τα μέρη ισχυρίζονται ότι η συγκέντρωση δεν θα έχει αξιόλογες συνέπειες για τον ανταγωνισμό και στηρίζουν την άποψή τους αυτή στα ακόλουθα, κυρίως, επιχειρήματα: ότι η οικεία αγορά προϊόντος είναι τουλάχιστον τόσο ευρεία όσο το σύνολο των ΜΑΠ (επιχείρημα το οποίο απορρίπτεται ανωτέρω) ότι δεν θα υπάρξει ουσιαστική μεταβολή της διάρθρωσης του ανταγωνισμού στη Δανία και ότι η αγορά θα καταστεί ανταγωνιστικότερη στη Σουηδία. Η συγκεκριμένη εκδοχή περί της «έλλειψης μεταβολής» παραγνωρίζει τις θεμελιώδεις διαρθρωτικές μετατροπές που θα επέλθουν: οι TCCC και Carlsberg καθίστανται εταίροι στο πλαίσιο της CCNB, αντικαθιστώντας την υφιστάμενη ρύθμιση μεταξύ αδειοπαρόχου και αδειολήπτη 7 το φάσμα προϊόντων της TCCC στην κατηγορία των ΑΑ θα διευρυνθεί μέσω της πράξης, ενώ ταυτοχρόνως το φάσμα ΑΑ της Carlsberg θα εκλείψει, ενώ το φάσμα ΑΑ της Falcon θα αποδυναμωθεί. Τέλος, η πράξη ορθώνει εμπόδια στην είσοδο στην αγορά της Δανίας (βλέπε ανάλυση κατωτέρω).

(53) Όπως καθίσταται σαφές με βάση τα έγγραφα εσωτερικής χρήσης των μερών, συνολικός σκοπός της σύστασης της CCNB είναι η ενίσχυση των δραστηριοτήτων της TCCC στο επίπεδο των σημάτων και της εμφιάλωσης στην επικράτεια της CCNB και, κατ' επέκταση, η κατάκτηση μεγαλύτερου μεριδίου επί των πωλήσεων ποτών. [...].

(54) Οι συνέπειες της σύστασης της CCNB μπορούν να γίνουν αντιληπτές μόνο αν λάβει κανείς υπόψη τα στοιχεία που αφορούν τις προοπτικές της σκανδιναβικής αγοράς. Τα μέρη έχουν καταστήσει γνωστές ορισμένες προβολές (σε εκατομμύρια λίτρα) για τις πωλήσεις των ΑΑ με ή χωρίς γεύση κόλας στη Δανία και τη Σουηδία.

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

Ο προβλεπόμενος αθροιστικός ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης για το χρονικό διάστημα από το 1998 έως το 2000 στη Δανία είναι [...] για τα ΑΑ με γεύση κόλας και [...] για τα ΑΑ με άλλες γεύσεις, ενώ στη Σουηδία είναι [...] για τα ΑΑ με γεύση κόλας και [...] για τα ΑΑ με άλλες γεύσεις. Γενικά, με βάση την τρέχουσα ετήσια κατά κεφαλή κατανάλωση, τα μέρη εκτιμούν ότι οι αγορές της Δανίας και της Σουηδίας έχουν σημαντικές δυνατότητες ανάπτυξης, τόσο για τα ΑΑ με γεύση κόλας, όσο και για τα υπόλοιπα ΑΑ.

(55) Συμπερασματικώς, στρατηγικός στόχος της TCCC, μέσω της σύστασης της CCNB, είναι η αξιοποίηση της ανάπτυξης της αγοράς προς όφελος των σημάτων που ανήκουν ή έχουν παραχωρηθεί βάσει αδείας στην TCCC. Μολονότι ο στόχος αυτός καθ' αυτός είναι θεμιτός, όπως προκύπτει από την ανάλυση που ακολουθεί, η σύσταση της CCNB με τη μορφή της κοινής επιχείρησης με την Carlsberg δεν αποτελεί μέτρο εσωτερικής αναδιάρθρωσης, αλλά νέα πράξη με την οποία υλοποιείται η κοινή στρατηγική των δύο ανταγωνιστών και η οποία πρόκειται να έχει διαρθρωτικές συνέπειες για τον κλάδο.

Β. Δανία

B.1. Ανασκόπηση του κλάδου

(56) Ο συνολικός όγκος των ΑΑ που καταναλώθηκαν στη Δανία το 1995 ήταν 399 εκατομμύρια λίτρα 7 τα ΑΑ τύπου κόλα αντιστοιχούν στο 52 % του συνολικού αυτού όγκου, και τα υπόλοιπα ΑΑ στο 48 %. Το δίκτυο λιανικών πωλήσεων αντιστοιχούσε στο 64 % της κατανάλωσης ΑΑ, ενώ το δίκτυο ΞΕΥΤ στο 36 % του συνολικού όγκου κατανάλωσης κατά το 1995.

(57) Η TCCC είναι ιδιοκτήτρια των σημάτων και προμηθεύτρια των συμπυκνωμάτων που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή της Coca-Cola, της Coca-Cola Light, της Fanta, της Sprite και άλλων προϊόντων της TCCC, τα οποία εμφιαλώνονται σήμερα αποκλειστικά από την Dadeko, θυγατρική της Carlsberg. Η PepsiCo είναι ιδιοκτήτρια των σημάτων και προμηθεύτρια των συμπυκνωμάτων που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή της Pepsi Cola, της 7-Up και άλλων προϊόντων της PepsiCo, της οποίας τα προϊόντα εμφιαλώνονται από την ποτοποιία Bryggerigruppen Α/S (στο εξής: «Bryggerigruppen»), όπως εξηγείται κατωτέρω. Η Cadbury Schweppes είναι ιδιοκτήτρια των σημάτων και προμηθεύτρια των συμπυκνωμάτων που χρησιμοποιούνται για τα προϊόντα με το σήμα Schweppes και Sunkist. Επιπλέον, είναι ιδιοκτήτρια του σήματος Dr Pepper, το οποίο δεν έχει παρουσία στη δανική αγορά. Τα προϊόντα της Cadbury Schweppes συσκευάζονται από την Dadeko και διανέμονται μέσω του συστήματος διανομής της Carlsberg.

(58) Η Carlsberg είναι ο μεγαλύτερος προμηθευτής μπίρας, ανθρακούχων αναψυκτικών και συσκευασμένων νερών στη Δανία. Η Carlsberg είναι ιδιοκτήτρια των σημάτων των ΑΑ Tuborg Squash. Συμμετέχει κατά 75 % στο μετοχικό κεφάλαιο της Dansk Coladrik και ασκεί αποκλειστικό έλεγχο επ' αυτής. Η Dansk Coladrik είναι ιδιοκτήτρια και εμφιαλώτρια της Jolly Cola, της τρίτης σημαντικότερης μάρκας κόλας στη Δανία. Επιπλέον, η Carlsberg είναι ιδιοκτήτρια κατά 100 % της ποτοποιίας Wiibroe, η οποία προμηθεύει τα ΑΑ με το σήμα Neptun. Η Carlsberg ασκεί επίσης κοινό έλεγχο επί του μεγαλύτερου παραγωγού προϊόντων με βάση χυμούς της Δανίας. Στο πλαίσιο της υπό εξέταση πράξης, προβλέπεται η πώληση της Dansk Coladrik (βλέπε κατωτέρω).

(59) Η Bryggerigruppen είναι η δεύτερη μεγαλύτερη εταιρεία παραγωγής και εμφιάλωσης αναψυκτικών στη Δανία. Εμφιαλώνει τα προϊόντα της PepsiCo και προμηθεύει ένα ευρύ φάσμα ΑΑ με άλλες γεύσεις πλην της κόλας, δικής της παραγωγής. Είναι, για παράδειγμα, ιδιοκτήτρια του σήματος του ανθρακούχου αναψυκτικού με γεύση λεμονιού/πράσινου λεμονιού «Faxe Kondi», το οποίο ανταγωνίζεται ευθέως το προϊόν Sprite της TCCC.

(60) Οι μετοχές της Bryggerigruppen ανήκουν σε δύο εταιρείες επενδύσεων χαρτοφυλακίου, τη Jyske Bryg Holding AS (στο εξής: «Jyske Bryg») και τη Faxe Bryg Holding Α/S (στο εξής: «Faxe Bryg»), στις οποίες η Carlsberg κατέχει μειοψηφική συμμετοχή. Η Carlsberg κατέχει το 37 % των μετοχών και το 48 % των ψήφων στη Jyske Bryg και, με βάση τις ψηφοφορίες κατά τις τελευταίες τρεις ετήσιες γενικές συνελεύσεις (ΕΓΣ) των μετόχων, η Carlsberg ευθύνεται για το 50 % και πλέον των ψήφων που καταμετρήθηκαν κατά τις συνελεύσεις.

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

Κατά συνέπεια, η Carlsberg έχει τη δυνατότητα να ασκεί αποφασιστική επίδραση και, κατ' επέκταση, έλεγχο επί της Jyske Bryg.

(61) Η Jyske Bryg κατέχει, αμέσως ή εμμέσως, το 62 % των μετοχών και το 49 % των ψήφων της Bryggerigruppen. Πέραν αυτού, υπάρχουν ενδείξεις ότι [...]. Οι εναπομένουσες μετοχές της Bryggerigruppen ανήκουν στη Faxe Bryg (49 % των ψήφων) και στη BG Bank, η οποία κατέχει το 2 % των ψήφων. Σύμφωνα με τα μέρη [...].

(62) Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ της Jyske Bryg και της Faxe Bryg, η ηγετική θέση της Carlsberg στις αγορές μπίρας και ΑΑ θα διαδραμάτιζε σημαντικό ρόλο κατά τις τυχόν διαπραγματεύσεις με σκοπό την επίλυση των σχετικών διαφορών. Τα οικονομικά συμφέροντα της Bryggerigruppen και των μετόχων της θα υπαγόρευαν την εξεύρεση συμβιβαστικής ρύθμισης με την Carlsberg, ούτως ώστε να αποφευχθούν τα αντίποινα σε αγορές στις οποίες η μεν Bryggerigruppen αναπτύσσει δραστηριότητα, η δε Carlsberg κατέχει ηγετική θέση. Για τους λόγους αυτούς, φαίνεται ότι η Carlsberg ασκεί αξιόλογη επίδραση επί της Bryggerigruppen και ότι, κατά συνέπεια, η Bryggerigruppen προβάλλει λιγότερο έντονο ανταγωνισμό έναντι της Carlsberg.

(63) Λοιποί: Υπάρχουν και μερικές άλλες ποτοποιίες μικρότερου μεγέθους. Οι σπουδαιότερες είναι: η Harboe, το 25% των μετοχών της οποίας ανήκει στην Carlsberg, η οποία διορίζει και ένα μέλος του διοικητικού της συμβουλίου και η Albani, το μετοχικό κεφάλαιο της οποίας ανήκει κατά 15 % στην Carlsberg, η οποία ωστόσο κατέχει μόνο το 8,75 % των ψήφων. Επίσης, η εταιρεία Saltum-Houlbjerg Bryggerier (Saltum) έχει κατά τα τελευταία έτη εξελιχθεί σε σημαντικό προμηθευτή προϊόντων που προσφέρονται σε μειωμένες τιμές ή φέρουν σήμα του διανομέα τους. Πρόκειται για εταιρεία μικρού μεγέθους η οποία δεν διαθέτει δικό της δίκτυο διανομής.

B.2. Διάρθρωση της αγοράς

α) Θέσεις στην αγορά

(64) Οι συνέπειες της πράξης γίνονται αισθητές στο επίπεδο των σημάτων και στο επίπεδο της εμφιάλωσης. Στους παρακάτω πίνακες απεικονίζονται οι θέσεις των ιδιοκτητών των σημάτων και των εμφιαλωτών στη συνολική αγορά των ανθρακούχων αναψυκτικών, και συγκεκριμένα τα μερίδια αγοράς για το 1995, με βάση την αξία, στη Δανία, καθώς και τα κατά προσέγγιση μερίδια αγοράς μετά τη σύσταση της CCNB (με βάση στοιχεία που έχουν διαθέσει τα μέρη):

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

(65) Το μερίδιο αγοράς της TCCC ανήλθε στο [40-45 %] σε επίπεδο σημάτων, ενώ o όμιλος της Carlsberg κατείχε μερίδιο [10-15 %] το 1995. Σε ό,τι αφορά την εμφιάλωση, η Dadeko εμφιαλώνει το [40-45 %] των ΑΑ, ενώ οι λοιπές επιχειρήσεις της Carlsberg εμφιαλώνουν ένα επιπλέον [15-20 %]. Ο δεύτερος σημαντικότερος ιδιοκτήτης σημάτων είναι η PepsiCo με μερίδιο [5-10 %], ενώ ο δεύτερος σημαντικότερος εμφιαλωτής είναι η Bryggerigruppen, η οποία εμφιαλώνει τα προϊόντα της PepsiCo και κατέχει το [15-20 %] της αγοράς. Επομένως, η Carlsberg και η TCCC είναι πέντε και πλέον φορές μεγαλύτερες σε μέγεθος από τον επόμενο μεγαλύτερο ιδιοκτήτη σημάτων, ενώ η Carlsberg είναι σχεδόν τέσσερις φορές μεγαλύτερη από τον επόμενο σημαντικότερο εμφιαλωτή. Οι υπόλοιποι παραγωγοί παράγουν κυρίως προϊόντα τα οποία προσφέρονται σε μειωμένες τιμές ή φέρουν σήμα του διανομέα τους 7 τα προϊόντα αυτά έχουν σημειώσει κάποια επιτυχία, ιδίως στο δίκτυο λιανικών πωλήσεων.

β) Όροι ανταγωνισμού

(66) Η πρόσβαση στα σήματα και στη διανομή αποτελεί καθοριστικό ανταγωνιστικό παράγοντα στον κλάδο των ΑΑ. Η Dadeko κατέχει την άδεια για τα κυρίαρχα σήματα της TCCC και για τα σήματα της Cadbury Schweppes, ενώ η μητρική της εταιρεία, δηλαδή η Carlsberg, είναι ιδιοκτήτρια του σημαντικού εθνικού σήματος στη Δανία, δηλαδή του σήματος Tuborg Squash. Η παραγωγή της Dadeko και των υπολοίπων εμφιαλωτών της Carlsberg είναι τέσσερις και πλέον φορές μεγαλύτερη από αυτήν του πλησιέστερου ανταγωνιστή της.

(67) Τα αναψυκτικά τύπου κόλα είναι αυτά με τις μεγαλύτερες πωλήσεις στην κατηγορία των ανθρακούχων αναψυκτικών και ενίοτε χαρακτηρίζονται ως «κινητήρια δύναμη της ζήτησης», δεδομένου ότι από αυτά εξαρτάται κυρίως ο συνολικός όγκος ΑΑ τον οποίον διοχετεύει στην αγορά ένας προμηθευτής. Για τον λόγο αυτό, αποτελεί σημαντικό πλεονέκτημα για έναν προμηθευτή να διαθέτει ένα ισχυρό προϊόν τύπου κόλα στο φάσμα προϊόντων που προσφέρει. Επιπλέον, το γεγονός ότι ένα φάσμα προσφερόμενων ποτών περιλαμβάνει και ορισμένα ισχυρά σήματα μπίρας και συσκευασμένων νερών, όπως είναι αυτά της Carlsberg, προσδίδει σε καθένα από τα προϊόντα του φάσματος αυξημένη ισχύ στην αγορά σε σύγκριση με αυτήν που θα είχαν αν πωλούνταν μεμονωμένα. Είναι περίπου αδιανόητο ένα κατάστημα στη Δανία το οποίο πωλεί διάφορα ποτά, όπως συσκευασμένα νερά, μπίρες και ΑΑ, να μη διαθέτει επίσης προς πώληση προϊόντα της TCCC και της Carlsberg. Κανένας άλλος προμηθευτής στη Δανία δεν διαθέτει ένα φάσμα ποτών το οποίο να του επιτρέπει να ανταγωνισθεί καίρια τις Carlsberg και Dadeko.

(68) Η διανομή των ΑΑ χαρακτηρίζεται από μεγάλες οικονομίες κλίμακας. Ειδικότερα, έχει πρωταρχική σημασία σε κάθε στάση των φορτηγών διανομής να ξεφορτώνεται ένας αρκούντως μεγάλος όγκος προϊόντων, ούτως ώστε να επιτυγχάνεται περιορισμός τον μέσου κόστους παράδοσης στους επιμέρους πελάτες. Σε γενικές γραμμές, τούτο σημαίνει ότι οι εταιρείες των οποίων το σύστημα διανομής χαρακτηρίζεται από τον μεγαλύτερο όγκο και το ευρύτερο φάσμα ποτών αντιμετωπίζουν το χαμηλότερο κόστος και έχουν τη δυνατότητα να προσελκύσουν τον μεγαλύτερο αριθμό πελατών.

(69) Στη Δανία, οι μπίρες και τα συσκευασμένα νερά συχνά διανέμονται μαζί με τα ΑΑ, πράγμα το οποίο ωφελεί τόσο τις ποτοποιίες, όσο και τους πελάτες τους. Από τη σκοπιά των ποτοποιιών, επαυξάνει τις οικονομίες κλίμακας κατά τη διανομή και σημαίνει ότι η διανομή μπορεί να είναι πιο εκτεταμένη από αυτήν που θα ήταν εφικτή σε αντίθετη περίπτωση. Από τη σκοπιά των πελατών, είναι επωφελές να μπορεί κανείς να αγοράζει ένα πλήρες φάσμα προϊόντων από τον ίδιο προμηθευτή, διότι με τον τρόπο αυτό περιορίζεται ο αριθμός παραδόσεων. Ο όμιλος Carlsberg αποτελεί τον μεγαλύτερο προμηθευτή μπίρας και συσκευασμένων νερών, δεδομένον ότι προμηθεύει ποσοστό άνω του 50 % και του 45 % αντιστοίχως, των συνολικών ποσοτήτων που καταναλώνονται στη Δανία. Με βάση τα μερίδια που κατέχουν στην αγορά των ΑΑ, είναι σαφές ότι η Carlsberg και η Dadeko διαθέτουν συστήματα διανομής τα οποία είναι πολύ πιο εκτεταμένα από αυτά των ανταγωνιστών τους, πράγμα το οποίο τους επιτρέπει να καλύπτουν με τα προϊόντα τους μεγαλύτερο τμήμα της αγοράς σε σύγκριση με τους άλλους προμηθευτές. Για λόγους σύγκρισης με άλλες ποτοποιίες, επισημαίνεται ότι οι Carlsberg και Dadeko διένειμαν κατά το 1996 περίπου 344 εκατομμύρια λίτρα μπίρας και 163 εκατομμύρια λίτρα αναψυκτικών τύπου κόλα και άλλων ΑΑ, ενώ ο συνολικός όγκος μπίρας και ανθρακούχων αναψυκτικών τον οποίον διένειμαν οι υπόλοιπες ποτοποιίες όλες μαζί κυμάνθηκε από 85 μέχρι 100 εκατομμύρια λίτρα, αντιστοίχως. Επομένως, οι Carlsberg και Dadeko μαζί πραγματοποίησαν πωλήσεις σχεδόν τριπλάσιες από αυτές όλων μαζί των υπολοίπων ποτοποιιών.

(70) Τέλος, έχει σημασία να εξετασθούν οι συνέπειες της συμμετοχής της Carlsberg στη Jyske Bryg, η οποία κατέχει, άμεσα ή έμμεσα, το 62 % των μετοχών της Bryggerigruppen. Η Carlsberg, μέσω της Jyske Bryg, ασκεί ισχυρή επίδραση επί της Bryggerigruppen. Η εν λόγω ποτοποιία αποτελεί τον σπουδαιότερο ανταγωνιστή των Dadeko, TCCC και Carlsberg, τόσο στο επίπεδο των σημάτων όσο και στο επίπεδο της εμφιάλωσης. Επιπλέον, είναι η μόνη άλλη εταιρεία η οποία εμφιαλώνει προϊόντα με έγκριτα σήματα στη Δανία. Εξάλλου, η Carlsberg διαθέτει συμμετοχές στις Albani και Harboe, οι οποίες, μαζί με τη Saltum, είναι οι σημαντικότεροι παραγωγοί ανθρακούχων αναψυκτικών που προσφέρονται σε μειωμένες τιμές.

(71) Συμπερασματικώς, λαμβανομένων υπόψη των σημάτων των οποίων η κυριότητα ανήκει στις TCCC και Carlsberg, η ελευθερία των εταιρειών αυτών στην ευρύτερη αγορά των ΑΑ δεν είναι πιθανό να περισταλεί λόγω της δραστηριότητας των σημερινών ανταγωνιστών τους. Σε ό,τι αφορά την εμφιάλωση, με βάση τα μερίδια αγοράς της Dadeko και των άλλων επιχειρήσεων της Carlsberg, το φάσμα σημάτων το οποίο διαθέτουν, τα συστήματα διανομής τους και τις συμμετοχές της Carlsberg σε άλλες ποτοποιίες, συνάγεται ότι κανένας από τους σημερινούς ανταγωνιστές δεν θα ήταν σε θέση να περιορίσει τις ενέργειες της Dadeko στην αγορά των ΑΑ.

γ) Φραγμοί στην είσοδο δυνητικών ανταγωνιστών

(72) Οι κύριοι φραγμοί στην είσοδο στην αγορά ΑΑ είναι η πρόσβαση σε σήματα και σε κάποιο δίκτυο διανομής, καθώς και στα ράφια των καταστημάτων, η ύπαρξη δικτύου πωλήσεων και εξυπηρέτησης, το κύρος του προϊόντος και η αφοσίωση των καταναλωτών σε αυτό, καθώς και οι μη επαναλαμβανόμενες διαφημιστικές δαπάνες. Οι εταιρείες TCCC, PepsiCo και Cadbury Schweppes είναι οι μόνοι ιδιοκτήτες διεθνών σημάτων. Λόγω των κινδύνων, του κόστους και του χρόνου που προϋποθέτει το λανσάρισμα ενός διεθνούς σήματος, μπορεί να υποθέσει κανείς ότι μόνο οι τρεις υφιστάμενοι ιδιοκτήτες διεθνών σημάτων θα ήταν σε θέση να λανσάρουν νέα διεθνή σήματα ανθρακούχων αναψυκτικών σε οποιαδήποτε χώρα. Στην αγορά της Δανίας, μόνο η Carlsberg και η Bryggerigruppen έχουν κατά το παρελθόν μπορέσει να λανσάρουν εθνικά έγκριτα σήματα. Συνεπώς, συνάγεται ότι μόνο οι υφιστάμενοι ιδιοκτήτες σημάτων στη Δανία θα ήταν σε θέση να λανσάρουν νέα σήματα.

(73) Η προώθηση των πωλήσεων ανθρακούχων αναψυκτικών εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το κύρος του σήματος, και διάφορες εταιρείες, όπως η TCCC και η PepsiCo, έχουν φροντίσει για την εδραίωση της αφοσίωσης των καταναλωτών στα προϊόντα τους μέσω δαπανηρών επενδύσεων με στόχο τη διατήρηση της έντονης παρουσίας των σημάτων τους. Συνεπώς, η εισαγωγή στην αγορά ενός νέου σήματος θα απαιτούσε σημαντικές δαπάνες για διαφήμιση και προώθηση, προκειμένου οι καταναλωτές που είναι πιστοί σε συγκεκριμένα σήματα να πεισθούν να μην αγοράζουν το συνηθισμένο τους σήμα ανθρακούχου αναψυκτικού. Επιπλέον, η αφοσίωση των καταναλωτών στα καθιερωμένα σήματα θα δυσκόλευε έναν νέο προμηθευτή να πείσει τους λιανεμπόρους-πελάτες να αλλάξουν προμηθευτή, παρεμποδίζοντας με τον τρόπο αυτό ακόμη περισσότερο την είσοδο στην αγορά. Οι σχετικές δαπάνες διαφήμισης και προώθησης αποτελούν έξοδα τα οποία πραγματοποιούνται άπαξ και επαυξάνουν σημαντικά τους κινδύνους που συνεπάγεται η είσοδος στην αγορά.

(74) Επιπροσθέτως, οποιοσδήποτε επίδοξος νεοεισερχόμενος στην αγορά θα ήταν επίσης αναγκασμένος να αντιμετωπίσει την ανάγκη πρόσβασης σε εγκαταστάσεις εμφιάλωσης και σε κάποιο σύστημα διανομής. Καθεμιά από τις σπουδαιότερες ποτοποιίες στη Δανία διαθέτει δικό της σύστημα διανομής, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι κάθε νεοεισερχόμενος θα ήταν υποχρεωμένος είτε να επωμισθεί τη σημαντική δαπάνη που προϋποθέτει η συγκρότηση δικού του συστήματος, είτε να διεξαγάγει διαπραγματεύσεις με κάποιον ανταγωνιστή, αποβλέποντας στη χρήση του συστήματός του. Είναι απίθανο να θεωρήσει ένας νεοεισερχόμενος ότι τον συμφέρει οικονομικά η συγκρότηση νέου μηχανισμού διανομής, δεδομένου ότι κάθε νεοεισελθών θα ήταν αναγκασμένος να συμπεριλάβει τις μπίρες και τα συσκευασμένα νερά στο σύστημά του, προκειμένου να επιτύχει έναν ικανοποιητικό διανεμόμενο όγκο. Η ισχύς των ποτοποιιών στον συγκεκριμένο τομέα επαυξάνεται από το γεγονός ότι τα ΑΑ διανέμονται σε δοχεία που προορίζονται να ξαναγεμισθούν και ότι οι φιάλες του τυχόν νεοεισερχόμενου θα πρέπει να πληρούν τις σχετικές προδιαγραφές. Συνεπώς, τα προϊόντα του τυχόν νεοεισερχόμενου θα διανέμονταν κατ' ανάγκη από μία από τις υφιστάμενες ποτοποιίες, όπως συμβαiνει σήμερα με τα προϊόντα της TCCC και της Cadbury Schweppes, τα οποία διανέμει η Carlsberg, και με τα προϊόντα της PepsiCo, τα οποία διανέμει η Bryggerigruppen. Ωστόσο, επειδή οι υφιστάμενες ποτοποιίες έχουν εδραιώσει σε σημαντικό βαθμό την παρουσία τους και διαθέτουν δική τους σειρά αναψυκτικών, θα ήταν δύσκολο για κάποιον νεοεισερχόμενο να εξασφαλίσει τη διανομή των προϊόντων του. Πέραν αυτού, λόγω της συμμετοχής της Carlsberg σε αρκετές άλλες ποτοποιίες της Δανίας, περιορίζεται η πιθανότητα να καταφέρει οποιοσδήποτε δυνητικός νεοεισερχόμενος να συνεργασθεί ή γενικότερα να συνάψει συμμαχία με κάποια δανική ποτοποιία. Εξάλλου, όπως επισημαίνεται και παραπάνω, είναι σκόπιμο να σημειωθεί ότι η Carlsberg διαθέτει το σαφώς καλύτερο και πιο εκτεταμένο σύστημα διανομής στη δανική αγορά. Για οποιονδήποτε νεοεισερχόμενο, ο αποτελεσματικότερος τρόπος για να εισέλθει στην αγορά της Δανίας θα ήταν να εξασφαλίσει τη διανομή των προϊόντων του από την Carlsberg.

(75) Τέλος, ακόμη και αν η νεοεισερχόμενη επιχείρηση κατάφερνε να εξασφαλίσει πρόσβαση σε κατάλληλο δίκτυο διανομής, και πάλι θα ήταν αναγκασμένη να εξασφαλίσει πρόσβαση στα ράφια των καταστημάτων και να επωμισθεί τις δαπάνες υποστήριξης ενός δικτύου πωλήσεων και εξυπηρέτησης, προκειμένου να εξασφαλίσει τη διατήρηση ικανοποιητικών αποθεμάτων και την κατάλληλη τοποθέτηση των προϊόντων της. Η Επιτροπή έχει αναγνωρίσει (8) πόσο σημαντική είναι η ύπαρξη δικτύου πωλήσεων και εξυπηρέτησης προκειμένου να πεισθούν οι πελάτες να υιοθετήσουν δεδομένη γραμμή προϊόντων.

(76) Η Επιτροπή δέχεται ότι η είσοδος στην αγορά ενδέχεται να είναι εφικτή σε μικρότερη κλίμακα, παραδείγματος χάρη μέσω της διανομής προϊόντων με σήμα του διανομέα απευθείας σε αλυσίδα σουπερμάρκετ και της ολοκλήρωσης της διανομής μέσω του συστήματος διανομής της αλυσίδας σουπερμάρκετ. Τη στρατηγική αυτή έχει εφαρμόσει η Saltum. Πρόκειται για μια στρατηγική η οποία δεν απαιτεί μεγάλες διαφημιστικές δαπάνες, ούτε εκτεταμένες επενδύσεις για τη συγκρότηση συστήματος διανομής. Κατά το χρονικό διάστημα από το 1990 μέχρι το 1995, η Saltum κατάφερε να αυξήσει τον όγκο ΑΑ που επώλησε από τα 19 στα 54 εκατομμύρια λίτρα. H συγκεκριμένη αύξηση του όγκου προέκυψε από τις πωλήσεις προϊόντων της ίδιας της Saltum, από αύξηση του όγκου προϊόντων με σήμα του διανομέα τον οποίον η Saltum προμήθευσε σε αλυσίδα σουπερμάρκετ, καθώς και από την εξαγορά ενός άλλου παραγωγού προϊόντων προσφερόμενων σε μειωμένη τιμή. Συγκριτικώς, η Bryggerigruppen, η οποία εμφιαλώνει τα προϊόντα της PepsiCo, αύξησε τον όγκο των πωλήσεών της από τα 39 στα 58 εκατομμύρια λίτρα κατά την περίοδο από το 1990 έως το 1995. Ωστόσο, για να αξιολογηθεί ο αντίκτυπος που θα είχε για τον ανταγωνισμό η δραστηριότητα ενός παραγωγού όπως η Saltum δεν αρκεί να ληφθεί υπόψη η αύξηση του όγκου των πωλήσεών του, όπως τα μέρη υποστήριξαν κατά την ακρόαση, καθώς και στην απάντησή τους (σ. 52). Πρέπει να σημειωθεί ότι η ανάπτυξη της Saltum επετεύχθη κυρίως μέσω μιας εξαγοράς, καθώς και της παραγωγής προϊόντων με σήμα του διανομέα για λογαριασμό μιας αλυσίδας σουπερμάρκετ. Επιπλέον, είναι ανακριβής ο ισχυρισμός ότι η Saltum είναι το ένα από τρία ισχυρότερα σήματα στην αγορά της Δανίας με βάση το σύνολο της παραγωγής της, δεδομένου ότι το ένα τρίτο της παραγωγής της αφορά προϊόντα με σήμα του διανομέα, ενώ το ένα πέμπτο αντιστοιχεί σε ένα άλλο σήμα που προσφέρεται σε μειωμένη τιμή και το οποίο απέκτησε προσφάτως η Saltum. Τέλος, είναι απαραίτητο να αξιολογηθούν οι συνέπειες τις οποίες έχουν στο σύνολο της αγοράς τα προϊόντα που προσφέρονται σε μειωμένη τιμή, καθώς και τα προϊόντα που φέρουν σήμα του διανομέα.

(77) Τα προϊόντα που προσφέρονται σε μειωμένη τιμή και εκείνα που φέρουν σήμα του διανομέα έχουν σημειώσει κάποια επιτυχία στο δίκτυο λιανικών πωλήσεων, αλλά έχουν μικρή σημασία στον κλάδο του χονδρεμπορίου και στον κλάδο ΞΕΥΤ. Ως εκ τούτου, τα προϊόντα αυτά έχουν συνέπειες μόνο για μεμονωμένα τμήματα της αγοράς. Είναι αληθές, όπως τα μέρη υποστήριξαν κατά την ακρόαση, ότι κατά την περίοδο από το 1986 έως το 1996 τα προϊόντα που προσφέρονται σε μειωμένη τιμή αύξησαν το μερίδιό τους επί του συνολικού όγκου πωλήσεων στην αγορά. Παρόλα αυτά, ακόμη μεγαλύτερη σημασία έχει το γεγονός ότι από πλευράς αξίας το μερίδιο των προϊόντων που προσφέρονται σε μειωμένη τιμή και εκείνων που φέρουν σήμα του διανομέα στην πραγματικότητα μειώθηκε από το 24 % της αγοράς το 1993 στο 21 %, της αγοράς το 1995. Επιπλέον από τα στοιχεία της Nielsen καθίσταται σαφές ότι ή μέση λιανική τιμή όλων των ΑΑ δεν έχει μειωθεί κατά την τελευταία διετία. Τέλος, οι αποκλίσεις των τιμών που υφίστανται μεταξύ της Δανίας και των γειτονικών της χωρών (βλέπε το κεφάλαιο V.B ανωτέρω) είναι σημαντικές. Το γεγονός αυτό αποδεικνύει ότι τα προϊόντα που προσφέρονται σε μειωμένη τιμή και εκείνα που φέρουν σήμα του διανομέα δεν έχουν καταφέρει να τονώσουν τον ανταγωνισμό έτσι ώστε να προκύψει μείωση των τιμών προς όφελος των καταναλωτών. Συνάγεται, επομένως, ότι τα επώνυμα ΑΑ έχουν σημασία για έναν παραγωγό ο οποίος επιθυμεί να μετάσχει ουσιαστικά στον ανταγωνισμό. Εν πάση περιπτώσει, μεγαλύτερες πιθανότητες να εισέλθουν στην αγορά των ΑΑ με προϊόντα που προσφέρονται σε μειωμένη τιμή και προϊόντα που φέρουν σήμα του διανομέα έχουν οι καθιερωμένες ποτοποιίες, οι οποίες διαθέτουν ήδη παρουσία στην αγορά με προϊόντα αυτής της κατηγορίας.

(78) Για τους προεκτεθέντες λόγους, δεν φαίνεται να υπάρχει κανένας δυνητικός ανταγωνιστής ο οποίος να επιθυμεί ή να είναι σε θέση να εισέλθει στις ευρύτερες αγορές ανθρακούχων αναψυκτικών της Δανίας, ούτε στο επίπεδο των σημάτων, ούτε στο επίπεδο της εμφιάλωσης.

δ) Αντιτάξιμη αγοραστική δύναμη

(79) Οι μεγάλες αλυσίδες καταστημάτων λιανικής πώλησης επιβάλλεται να προσφέρουν στους πελάτες τους ηγετικά σήματα, όπως αυτά που ανήκουν στην TCCC και στην Carlsberg. Ιδιαίτερα το σήμα της Coca-Cola θεωρείται ως ένα σήμα εκ των ων ουκ άνευ, ενώ τα ΑΑ γενικότερα έχουν στρατηγική σημασία για τους παντοπώλες του λιανεμπορίου, υπό την έννοια ότι αποτελούν ταχέως κινούμενα καταναλωτικά αγαθά τα οποία δημιουργούν κίνηση. Ένας λιανέμπορος παρατήρησε ότι αν ένα κατάστημα σταματούσε να πωλεί την Coca-Cola, ένας αριθμός καταναλωτών θα προτιμούσε στο εξής να κάνει τις αγορές του σε άλλο κατάστημα λιανικού εμπορίου, πράγμα το οποίο αποδεικνύει την έντονη ζήτηση για το σήμα της Coca-Cola. Κατά συνέπεια, οι λιανέμποροι δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν ως απειλή, για να ενισχύσουν τη διαπραγματευτική τους θέση, ότι θα αυξήσουν τον όγκο των άλλων σημάτων που αγοράζουν. Επομένως, φαίνεται ότι η αγοραστική δύναμη την οποία ο πελάτης μπορεί να αντιτάξει έναντι του ιδιοκτήτη του σήματος ή του εμφιαλωτή είναι ελάχιστη ή και ανύπαρκτη.

(80) Στην απάντησή τους, τα μέρη υποστηρίζουν ότι η Dadeko υφίσταται πιέσεις από ισχυρούς αγοραστές και ότι οι πέντε σπουδαιότεροι λιανικοί πελάτες της Dadeko αντιπροσωπεύουν το [35-40 %] περίπου του συνολικού όγκου μη αλκοολούχων ποτών που η TCCC πωλεί στη Δανία. Επιπλέον, οι λιανέμποροι έχουν τον έλεγχο επί των χώρων τοποθέτησης των διαφόρων προϊόντων στα καταστήματά τους και επί των μηχανισμών προώθησης των προϊόντων, και θα μπορούσαν να καλύψουν τις ανάγκες τους σε ΑΑ από άλλες πηγές τροφοδοσίας πλην της Dadeko. Τα μέρη παραθέτουν επίσης παραδείγματα της ισχύος των αλυσίδων σουπερμάρκετ: τη διακοπή της πώλησης του προϊόντος [...] από την αλυσίδα [...] για ένα χρονικό διάστημα το [...] και τη μείωση του διατιθέμενου χώρου στα ράφια εκ μέρους της [...] το [...].

(81) Η Επιτροπή δέχεται ότι οι μεγάλες αλυσίδες σουπερμάρκετ διαθέτουν μεγαλύτερη διαπραγματευτική ισχύ σε σύγκριση με τους μικρούς λιανεμπόρους, καθώς και ότι αυτό τους επιτρέπει να διαπραγματεύονται εκπτώσεις τις οποίες δεν είναι σε θέση να εξασφαλίσουν οι λιανέμποροι μικρότερου μεγέθους. Παρόλα αυτά, όταν εξετάζεται κατά πόσον δεδομένη θέση είναι δεσπόζουσα, το ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσον υπάρχει επαρκής αντιτάξιμη αγοραστική δύναμη η οποία να εξουδετερώνει την ισχύ των μερών στην αγορά. Κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει στην παρούσα υπόθεση. Πρώτον, ο βαθμός συγκέντρωσης στο σκέλος της προσφοράς είναι πολύ μεγαλύτερος από ό,τι στο σκέλος της ζήτησης. Δεύτερον, οι λιανέμποροι αδυνατούν να καλύψουν από άλλους προμηθευτές τις ανάγκες τους στα κυρίαρχα οπωσδήποτε προσφερόμενα προϊόντα της TCCC. Κατά συνέπεια, αδυνατούν να εξεύρουν άλλους προμηθευτές για να καλύψουν τις ανάγκες τους σε ΑΑ σε τέτοια έκταση, ώστε να καταστεί δυνατή η άρση της κυριαρχίας των μερών. Εφόσον δεν υφίσταται κανένας άλλος συγκεκριμένος λόγος που να τεκμηριώνει την ύπαρξη αντιτάξιμης αγοραστικής δύναμης, εξάγεται κατ' ανάγκη το συμπέρασμα ότι η υπάρχουσα αντιτάξιμη αγοραστική δύναμη είναι περιορισμένη. Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει με σαφήνεια και από το γεγονός ότι οι τιμές των ΑΑ στη Δανία είναι πολύ υψηλές σε σύγκριση με αυτές που ισχύουν στις γειτονικές της χώρες (βλέπε το κεφάλαιο V.B ανωτέρω).

ε) Συμπέρασμα

(82) Στη συνολική αγορά των ΑΑ, το μερίδιο αγοράς της TCCC, η ισχύς του σήματός της, τα εμπόδια που φράσσουν την είσοδο σε επίδοξους ανταγωνιστές και η έλλειψη αντιτάξιμης αγοραστικής δύναμης οδηγούν την Επιτροπή στο συμπέρασμα ότι η TCCC κατέχει δεσπόζουσα θέση στην αγορά των ανθρακούχων αναψυκτικών σε επίπεδο σημάτων. Για παρόμοιους λόγους, η Επιτροπή θεωρεί ότι η Dadeko, η οποία αναπτύσσει τη δραστηριότητά της βάσει αδείας που της έχει χορηγήσει η TCCC, κατέχει δεσπόζουσα θέση στην αγορά των ανθρακούχων αναψυκτικών στο επίπεδο της εμφιάλωσης.

B.3. Ενίσχυση της δεσπόζουσας θέσης στην ευρύτερη αγορά των ΑΑ στη Δανία

(83) Με τη δημιουργία της CCNB, τα σήματα, οι γραμμές προϊόντων και τα συστήματα διανομής της TCCC και των Carlsberg/Dadeko θα υπαχθούν στην κοινή στρατηγική και τη συγκυριότητα των μερών. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή έχει συμπεράνει ότι η σύσταση της CCNB θα οδηγήσει σε ενίσχυση της δεσπόζουσας θέσης της TCCC και της Dadeko στην αγορά των ανθρακούχων αναψυκτικών, στο επίπεδο των σημάτων και στο επίπεδο της εμφιάλωσης, αντιστοίχως.

(84) Τα μέρη έχουν υποστηρίξει ότι η σχεδιαζόμενη εκποίηση της Jolly Cola, η παραχώρηση βάσει αδείας του σήματος [...], η διακοπή της παραγωγής ορισμένων προϊόντων [...], καθώς επίσης [...] επρόκειτο το 1995 να μειώσει το μερίδιο αγοράς τους στο επίπεδο των σημάτων από το [55-60 %] στο [50-55 %]. Οι ενέργειες αυτές επρόκειτο να οδηγήσουν κατά το 1995 σε μείωση του μεριδίου αγοράς στο επίπεδο της εμφιάλωσης από το [60-65 %] στο [50-55 %]. Εντούτοις, όπως εξηγείται κατωτέρω, η κοινοποιηθείσα πράξη δεν είναι πιθανό να έχει ως συνέπεια να παραιτηθούν τα μέρη από ένα τέτοιο μερίδιο αγοράς [5-10 %]. Ακόμη μεγαλύτερη σημασία έχει το γεγονός ότι σύμφωνα με τις προβλέψεις των μερών η ευρύτερη αγορά ΑΑ στη Δανία αναμένεται να αναπτυχθεί. Θα ήταν πιο λογικό να θεωρηθεί ότι σκοπός της υπό εξέταση πράξης είναι να τοποθετηθούν οι TCCC και CCNB/Dadeko κατά τέτοιον τρόπο στην αγορά, ώστε να δρέψουν το μεγαλύτερο μέρος τής ανάπτυξης αυτής. Για τους ακόλουθους λόγους, η δημιουργία της CCNB θα ενισχύσει τη δεσπόζουσα θέση της TCCC στο επίπεδο των σημάτων και τη δεσπόζουσα θέση της Dadeko στο επίπεδο της εμφιάλωσης.

α) Η μεταβολή από μια συμφωνία εκμετάλλευσης βάσει αδείας σε μία ρύθμιση για τη σύσταση κοινής επιχείρησης

(85) Οι εμφιαλωτές ενδέχεται να είναι είτε ανεξάρτητες εταιρείες οι οποίες έχουν λάβει άδεια από την TCCC για την παραγωγή των προϊόντων της, είτε οντότητες οι οποίες ανήκουν εν μέρει ή εξ ολοκλήρου στην TCCC. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η συμφωνία εμφιάλωσης που συνδέει την TCCC με του εκάστοτε αδειολήπτη εξελίσσεται μέχρι του σημείου να οδηγήσει στη σύσταση κοινής επιχείρησης μεταξύ των δύο πλευρών. Η σχέση αυτή ενδέχεται μεταγενέστερα να τερματισθεί λόγω του ότι κάποιος «συνεργαζόμενος εμφιαλωτής» (anchor bottler) αποκτά τον αποκλειστικό έλεγχο επί του πρώην αδειολήπτη (9).

(86) Σε ό,τι αφορά τις υφιστάμενες ρυθμίσεις, η πράξη θα έχει ως συνέπεια τη μετάβαση από μία συμφωνία εκμετάλλευσης βάσει αδείας σε κοινή επιχείρηση διαρθρωτικού χαρακτήρα. Η τρέχουσα συμφωνία εκμετάλλευσης βάσει αδείας μεταξύ της TCCC και της Dadeko βασίζεται στην τυποποιημένη «Συμφωνία εμφιάλωσης» της TCCC, η οποία είναι γνωστή ως η «Τυποποιημένη διεθνής συμφωνία εμφιάλωσης για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα» (ECSIBA) της TCCC και η οποία κοινοποιήθηκε στην Επιτροπή στις 7 Σεπτεμβρίου 1992 κατ' εφαρμογή του κανονισμού αριθ. 17 (10).

(87) Σε γενικές γραμμές, η τρέχουσα συμφωνία προβλέπει ότι ο ρόλος της TCCC περιορίζεται στην πώληση και παράδοση βασικών συστατικών για την παρασκευή ποτών, καθώς και στην έγκριση ορισμένων αποφάσεων. Ο ρόλος της Dadeko περιορίζεται στην παρασκευή και συσκευασία των ποτών της TCCC, τα οποία στη συνέχεια διανέμονται και πωλούνται στη Δανία. Η Dadeko είναι υποχρεωμένη [...]. H συμφωνία εμφιάλωσης υποχρεώνει την Dadeko, μεταξύ των άλλων, να [...]. H συμφωνία εμφιάλωσης ορίζει, εξάλλου, ότι η Dadeko έχει την ιδιότητα [...]. Ειδικότερα, η συμφωνία εμφιάλωσης προβλέπει την τυπική κατανομή των ευθυνών μεταξύ της Dadeko και της TCCC. Επιπλέον, βάσει της τρέχουσας ρύθμισης [...].

(88) Η ρύθμιση που θα ισχύει μετά τη συγχώνευση θα βασίζεται σε συμφωνία εμφιάλωσης (11), στη ΒΣΜ και στη συμφωνία εκμετάλλευσης βάσει αδείας που ισχύει για τα σήματα ΑΑ [...]. Οι τελευταίες δύο συμφωνίες θα περιλαμβάνουν συνεπώς επιπρόσθετες συμβατικές υποχρεώσεις των μερών, πέραν των διατάξεων περί εμφιάλωσης που περιγράφονται ανωτέρω. Μερικές από τις βασικές αλλαγές που θα επέλθουν στη σχέση μεταξύ των μερών είναι οι εξής:

i) η TCCC θα συμμετέχει πλέον πλήρως σε όλα τα όργανα που είναι υπεύθυνα για τη λήψη αποφάσεων στα διάφορα επέπεδα (12) 7

ii) [ορισμένα] σήματα της Carlsberg θα ενταχθούν πλέον στην κοινή επιχείρηση, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι θα υπαχθούν στον κοινό μηχανισμό λήψης αποφάσεων 7

iii) η Carlsberg υποχρεούται να απέχει από κάθε άμεση ή έμμεση ενέργεια ή δραστηριότητα στον κλάδο των [...] εντός των ορίων [...] 7 και

iv) η ΒΣΜ προβλέπει [...].

(89) Τα μέρη έχουν παραδεχθεί ότι η συγκέντρωση θα προκαλέσει μεταβολή διαρθρωτικού χαρακτήρα, αλλά ισχυρίζονται ότι η μεταβολή αυτή δεν πρόκειται να έχει αξιόλογες συνέπειες για την επιχειρηματική σχέση μεταξύ των μερών. Παρόλα αυτά, η μεταβολή διαρθρωτικού χαρακτήρα την οποία αποτελεί η μετάβαση από μια συμφωνία εκμετάλλευσης βάσει αδείας σε μια κοινή επιχείρηση θα ενισχύσει την Dadeko διττώς:

- Θα παράσχει στην TCCC τη δυνατότητα να πραγματοποιεί πιο μακροπρόθεσμες εκτιμήσεις. Η Επιτροπή γνωρίζει ότι η TCCC και άλλοι ιδιοκτήτες σημάτων χορηγούν κατά παράδοση άδειες εμφιάλωσης για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Εντούτοις, οι συμφωνίες εκμετάλλευσης ως εκ της φύσεώς τους στερούνται διαρθρωτικού χαρακτήρα, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι οι συμβατικές υποχρεώσεις που προβλέπουν είναι περιορισμένες, ενώ παράλληλα αποτελούν ένα πιο βραχυπρόθεσμο μέσο συνεργασίας σε σύγκριση με μια κοινή επιχείρηση. Σχετικά με το θέμα αυτό, είναι χρήσιμο να επισημανθεί ότι η TCCC κατήγγειλε τη συμφωνία εκμετάλλευσης με την Pripps στη Σουηδία, προκειμένου να διευκολύνει τη σύσταση της CCNB, καθώς και ότι η TCCC προέβη προσφάτως στη σύσταση κοινής επιχείρησης με τον πρώην μακροχρόνιο αδειολήπτη της PepsiCo στη Βενεζουέλα. Τέτοιου είδους συναλλαγές θα ήταν πιο δύσκολο να επιτευχθούν στην περίπτωση συμφωνίας για τη σύσταση κοινής επιχείρησης, σε σύγκριση με μια ρύθμιση περί εκμετάλλευσης βάσει αδείας. Στην παρούσα υπόθεση, [...].

- Θα επιτρέψει την εναρμόνιση των στόχων της TCCC και της Carlsberg. Τα μέρη έχουν παραδεχθεί ότι ενδέχεται να υπάρξει σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ της TCCC ως ιδιοκτήτριας σημάτων και της Calsberg ως εμφιαλώτριας. Με τη σύσταση της CCNB η TCCC θα αποκτήσει τη δυνατότητα να ελέγχει από κοινού την παραγωγή, το μάρκετινγκ με άλλα μέσα πλην των μέσων μαζικής ενημέρωσης, τη διανομή και τις πωλήσεις των προϊόντων τόσο της TCCC, όσο και [ορισμένων άλλων] προϊόντων. Η πράξη θα εξαλείψει τους τομείς στους οποίους υφίσταται κίνδυνος συγκρούσεων μεταξύ της TCCC και της Carlsberg, παραδείγματος χάρη του τομέα της κατανομής της παραγωγικής ικανότητας και των διαφημιστικών στρατηγικών. Σήμέρα, η TCCC και η Carlsberg ενδέχεται, παραδείγματος χάρη, να έχουν διαφορετικά συμφέροντα όσον αφορά το συνδυασμό διαφήμισης, αφενός, και προώθησης στα σημεία πώλησης, αφετέρου, δεδομένου ότι η TCCC καλύπτει κατά βάση τη δαπάνη της διαφήμισης από τα ΜΜΕ, ενώ οι Carlsberg/Dadeko επωμίζονται το κόστος της διαφήμισης στα σημεία πώλησης και, επιπλέον, διαθέτουν και άλλα προϊόντα των οποίων οι πωλήσεις εκφεύγουν της επιρροής της TCCC. Στο μέλλον, χάρη στη σύσταση της κοινής επιχείρησης, τέτοια πεδία συγκρούσεων θα εξαλειφθούν, μέσω της συνένωσης των σημάτων στο πλαίσιο της TCCC και της άσκησης κοινού ελέγχου επί της CCNB. Υπό την έννοια αυτή, η πράξη θα οδηγήσει στη δημιουργία μιας «απαλλαγμένης από ασυνέχειες» δομής, η οποία θα επιτρέπει τον καλύτερο συντονισμό ανάμεσα στο επίπεδο των σημάτων και στο επίπεδο της εμφιάλωσης.

(90) Κατά συνέπεια, με βάση τα προεκτεθέντα, η Επιτροπή δεν δέχεται την εκδοχή πως δεν πρόκειται να επέλθει μεταβολή, την οποία έχουν επικαλεσθεί τα μέρη, που θεωρούν ότι η σύσταση της CCNB δεν πρόκειται να μεταβάλει ουσιωδώς την υφιστάμενη κατάσταση και ότι η TCCC δεν θα αποκτήσει νέες εξουσίες στον τομέα της λήψεως αποφάσεων, ούτε θα επαυξήσει την επιρροή που είναι σε θέση να ασκεί επί του εμφιαλωτή της, πέραν της επιρροής την οποία ασκεί σήμερα.

β) Ενίσχυση στο επίπεδο των σημάτων

(91) Η Jolly Cola θα παραμείνει στη γραμμή προϊόντων της CCNB παρά [...]. Στην απάντηση, τα μέρη υποστηρίζουν ότι το προϊόν Jolly Cola βρίσκεται σε φθίνουσα πορεία, ότι έχει χάσει μεγάλο μέρος από το μερίδιο αγοράς που κατείχε παλαιότερα και ότι η σπουδαιότητά του έχει ελαττωθεί κατά τα τελευταία χρόνια. Η Επιτροπή αναγνωρίζει τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει το προϊόν Jolly Cola, καθώς και το γεγονός ότι το μερίδιο αγοράς του έχει συρρικνωθεί σε ποσοστό 5 % περίπου. Παρόλα αυτά, προς το παρόν δεν υπάρχει καμία συμφωνία για την πώληση της συμμετοχής στην Dansk Coladrik, ενώ οποιαδήποτε πώληση περιπλέκεται λόγω εκκρεμούσας δικαστικής υποθέσεως σχετικά με τη διαδικασία εκποίησης. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή έχει συμπεριλάβει το μερίδιο αγοράς που αντιστοιχεί στην Jolly Cola στο μερίδιο αγοράς των μερών.

(92) Αντιστοίχως, έχει υποστηριχθεί ότι το σήμα [...] δεν πρέπει κανονικά να συμπεριληφθεί στο μερίδιο αγοράς των μερών, δεδομένου ότι η Carlsberg προβλέπεται να εκχωρήσει το δικαίωμα παραγωγής του σε [...]. Ωστόσο, δεν θα ήταν σωστός ο αποκλεισμός του σήματος αυτού, δεδομένου ότι η Carlsberg σχεδιάζει να συνεχίσει τη διανομή του σήματος [...]. Στην απάντηση, τα μέρη υποστηρίζουν ότι [...]. Η Επιτροπή συμφωνεί ότι το εν λόγω σήμα δεν είναι σημαντικό με βάση τα δεδομένα της αγοράς στο σύνολό της, αλλά λαμβάνει υπόψη της το γεγονός ότι η Carlsberg θα εξακολουθήσει να διανέμει το σήμα [...].

(93) Σε ό,τι αφορά [...], υπάρχει κίνδυνος [...] να εγκαταλείψει τελείως την αγορά των ΑΑ στη Δανία, και τούτο επειδή, συνεπεία της πράξης, [...].

(94) Τα μέρη διατείνονται ότι είναι πιθανό το σήμα [...] να μπορέσει να εξασφαλίσει κάποια άλλη ρύθμιση στον τομέα της εμφιάλωσης: Στην πραγματικότητα, ο μόνος διαθέσιμος εναλλακτικός εμφιαλωτής είναι η Bryggerigruppen. Αν και δεν αποκλείεται να αποτελέσει η Bryggerigruppen τον μελλοντικό εμφιαλωτή του [...]. Τέλος, όπως επισημαίνεται και πιο πάνω, η Carlsberg ασκεί ουσιαστική επιρροή επί της Bryggerigruppen. Η σύσταση της CCNB σημαίνει ότι, αν υπάρξουν συγκρούσεις μεταξύ των συμφερόντων της [...] και εκείνων της TCCC, η Carlsberg είναι πιθανό να υποστηρίξει την TCCC, επειδή το στρατηγικό συμφέρον της Carlsberg στη CCNB είναι πολύ σπουδαιότερο από το συμφέρον της στη δραστηριότητα που η Bryggerigruppen αναπτύσσει στον κλάδο των ΑΑ. Με τον τρόπο αυτό περιορίζονται οι ανταγωνιστικές δυνατότητες του προϊόντος [...] στη Δανία, ακόμη και αν η άδεια για το προϊόν αυτό παραχωρείτο στην Bryggerigruppen. Για τους λόγους αυτούς, δεν μπορεί να θεωρηθεί δεδομένο ότι η άδεια για [...] θα παραχωρηθεί στην Bryggerigruppen. Στην πραγματικότητα, είναι πιθανή η απόσυρση του προϊόντος αυτού από την αγορά της Δανίας.

(95) Η πράξη θα έχει ως αποτέλεσμα την άμβλυνση του ανταγωνισμού μεταξύ των προϊόντων της TCCC, της Carlsberg και της Cadbury Schweppes. Σήμερα, η παραγωγική ικανότητα της Dadeko κατανέμεται μεταξύ της παραγωγής των προϊόντων της TCCC, της Tuborg, της Carlsberg και της Cadbury Schweppes, ενώ, στον τομέα του μάρκετινγκ, ο συντονισμός στο πλαίσιο του ομίλου Carlsberg αποτελεί μέλημα της «Επιτροπής συντονισμού της Carlsberg στον τομέα των αναψυκτικών». Παρόλα αυτά, η Dadeko ευθύνεται σήμερα σε αποκλειστική βάση για την πώληση και διανομή των προϊόντων της TCCC και είναι ανεξάρτητη από τις οντότητες που ασχολούνται με την πώληση και διανομή των προϊόντων της Tuborg και της Carlsberg. Για τον λόγο αυτό, αναπτύσσεται σήμερα μέχρι ενός σημείου ανταγωνισμός μεταξύ των προϊόντων της TCCC, της Carlsberg και της Cadbury Schweppes.

(96) Η πράξη θα οδηγήσει σε διαρθρωτική μεταβολή της σχέσης αυτής. Κατά πρώτον, η TCCC θα αναλάβει τη διαχείριση του σήματος και τη διαφήμιση από τα ΜΜΕ του συνόλου των προϊόντων της TCCC, της [...] και της [...], ενώ για τα προϊόντα [...] η CCNB. Κατά δεύτερον, η Dadeko θα επιφορτισθεί με τη διανομή και το μάρκετινγκ με άλλα μέσα πλην των ΜΜΕ του συνόλου των προϊόντων της TCCC, της Carlsberg και της [...]. Συνεπώς, η πράξη θα οδηγήσει στη δημιουργία μιας συγκεντρωτικής οντότητας το χαρτοφυλάκιο της οποίας θα περιλαμβάνει όλα τα σήματα της TCCC, της Carlsberg, της [...] και της [...] και η οποία θα ασχολείται με το σύνολο των δραστηριοτήτων της TCCC και της Carlsberg στον τομέα της διανομής, του μάρκετινγκ και των πωλήσεων, για όλα τα σήματα (συμπεριλαμβανομένων των σημάτων της [...]). Κατά συνέπεια, ο τρέχων ανταγωνισμός μεταξύ των προϊόντων της TCCC, της Carlsberg και της [...] θα εκλείψει. Πέραν αυτού, η TCCC θα αποκτούσε τη δυνατότητα να παρέχει επιπλέον στήριξη, μέσω διαφήμισης και προώθησης, στα ΑΑ της αρεσκείας της και να περιορίσει ή και να καταργήσει εντελώς τη στήριξη που παρέχει σε άλλες γεύσεις. Με τον τρόπο αυτό θα ήταν σε θέση να λάβει τέτοιες επιχειρηματικές αποφάσεις, ώστε να επιτύχει την αποβολή ορισμένων γεύσεων από τα τμήματα της γραμμής προϊόντων της CCNB που αντιστοιχούν στην Carlsberg και στην [...], προς όφελος των προϊόντων της TCCC.

(97) Όπως επισημαίνεται ανωτέρω, η Carlsberg ασκεί σημαντική επιρροή επί της Bryggerigruppen. [...] προκύπτει με σαφήνεια ότι ο δεσμός μεταξύ της Bryggerigruppen/Pepsi και της Carlsberg [...] υπήρχε περίπτωση να προκαλέσει συγκρούσεις συμφερόντων για την Carlsberg. [...]. Εξάλλου, η μελλοντική συμμετοχή της Carlsberg στη CCNB ενδέχεται να περιστείλει ακόμη περισσότερο τις ανταγωνιστικές δυνατότητες της Bryggerigruppen στην αγορά ανθρακούχων αναψυκτικών της Δανίας. Ειδικότερα, αν υπάρξει σύγκρουση μεταξύ της TCCC και της PepsiCo, η Carlsberg θα έχει μεγαλύτερο συμφέρον να υποστηρίξει την TCCC μετά την υλοποίηση της κοινοποιηθείσας πράξης, και ο λόγος είναι ότι η συμμετοχή της Carlsberg στη CCNB έχει πολύ μεγαλύτερη στρατηγική σπουδαιότητα από τη συμμετοχή της στο τμήμα της Bryggerigruppen που ασχολείται με τα ΑΑ.

(98) Σε ό,τι αφορά την όρθωση εμποδίων στην είσοδο στην αγορά, οι μόνες δανικές εταιρείες οι οποίες υπάρχει πιθανότητα να λανσάρουν στην αγορά νέα σήματα ανθρακούχων αναψυκτικών είναι η Carlsberg και η Bryggerigruppen. Παρόλα αυτά, η Carlsberg θα αποχωρήσει μελλοντικώς από τον ανταγωνισμό στον συγκεκριμένο τομέα. Το γεγονός αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία, επειδή η Carlsberg είναι μία από τις λίγες εταιρείες που θα μπορούσαν να αντιπαραταχθούν στην TCCC στον τομέα της προσφοράς νέων προϊόντων. Εξάλλου, δεν μπορεί να αποκλεισθεί η περίπτωση η σημαντική επιρροή που η Carlsberg ασκεί επί της Bryggerigruppen να είναι ικανή να αναστείλει το λανσάρισμα κάποιου νέου προϊόντος από την εν λόγω εταιρεία. Συνεπώς, στην ουσία, η πράξη παρέχει στην TCCC τη δυνατότητα να επηρεάζει αποφασιστικά τις αποφάσεις για το ποια προϊόντα πρόκειται να εισαχθούν μελλοντικά στην ευρύτερη αγορά ανθρακούχων αναψυκτικών της Δανίας. Σχετικά με το θέμα αυτό, είναι σκόπιμο να επισημανθεί ότι [...], ιδίως επειδή η TCCC εισήγαγε πρόσφατα στην αγορά της Δανίας το προϊόν [...].

γ) Ενίσχυση της θέσης στο επίπεδο της εμφιάλωσης

(99) Η πράξη θα παράσχει στην TCCC τη δυνατότητα να έρχεται σε απευθείας επαφή με τους πελάτες, πράγμα που θα της επιτρέπει να αξιοποιεί τα εμπορικά πλεονεκτήματα που της παρέχει το παγκόσμιο σύστημά της έναντι των πελατών της, με αποτέλεσμα τη σημαντική ενίσχυση της διαπραγματευτικής της θέσης στην αγορά. Κατά συνέπεια, θα καταστεί επιπλέον ευκολότερο για την TCCC να εφαρμόζει προγράμματα αποκλειστικότητας, εκπτώσεις επί του όγκου και συστήματα μειώσεως της τιμής.

(100) Η πράξη έχει ως αποτέλεσμα να εμποδίζεται η πρόσβαση στο σύστημα διανομής της Carlsberg οποιουδήποτε προϊόντος πλην των προϊόντων που είτε ανήκουν στις TCCC και CCNB, είτε έχουν παραχωρηθεί βάσει αδείας σε αυτές. Τα συστήματα διανομής των Carlsberg και Tuborg παραμένουν σήμερα προσιτά στα υπόλοιπα προϊόντα. Τούτο αποδεικνύεται από το γεγονός ότι το 1993 η Carlsberg εισήγαγε στην αγορά το προϊόν Sunkist της Cadbury Schweppes, το οποίο διανέμεται από την Carlsberg και την Tuborg. Εξαιτίας της υπό εξέταση πράξης, η Carlsberg δεν θα έχει πλέον τη δυνατότητα να εισάγει στην αγορά τέτοια προϊόντα. Επειδή το σύστημα διανομής της Carlsberg είναι το πιο εκτεταμένο της χώρας, ο αποκλεισμός αυτής της δυνατότητας έχει σοβαρές συνέπειες για τους υπόλοιπους ιδιοκτήτες σημάτων, ιδίως αν ληφθεί υπόψη η σημαντική επιρροή που η Carlsberg ασκεί επί της Bryggerigruppen, η οποία είναι η μόνη επιχείρηση που μπορεί πράγματι να υποκαταστήσει την Carlsberg ως κάτοχος της αδείας εκμετάλλευσης και διανομέας κάποιου νέου διεθνούς σήματος αναψυκτικού τύπου κόλα ή άλλων ανθρακούχων αναψυκτικών. Συνεπώς, η πράξη θα ενισχύσει περαιτέρω την πιθανότητα να αυξηθεί το μερίδιο αγοράς της CCNB και ουσιαστικά επιτρέπει στην TCCC να επηρεάζει αποφασιστικά το ποια νέα προϊόντα πρόκειται να εισαχθούν στην αγορά της Δανίας. Με τον τρόπο αυτό περιορίζονται οι πιθανότητες εισόδου στην αγορά κάποιου από τα ισχυρότερα διεθνή σήματα, π.χ. του σήματος Dr Pepper της Cadbury Schweppes.

B.4. Συμπέρασμα

(101) Για τους προεκτεθέντες λόγους, η Επιτροπή έχει συμπεράνει ότι η μεν TCCC κατέχει δεσπόζουσα θέση στο επίπεδο των σημάτων, η δε Dadeko (ως εμφιαλώτρια των ΑΑ των TCCC και Carlsberg) κατέχει δεσπόζουσα θέση στο επίπεδο της εμφιάλωσης. H σύσταση της CCNB θα ενισχύσει τις δεσπόζουσες θέσεις της TCCC και της Dadeko (ο έλεγχος επί της οποίας θα περιέλθει στη CCNB). Στην ουσία, η πράξη θα παράσχει στην TCCC τη δυνατότητα να επηρεάζει αποφασιστικά το ποια νέα σήματα ανθρακούχων αναψυκτικών θα εισάγονται στην αγορά της Δανίας.

Γ. Σουηδία

Γ.1. Γενική επισκόπηση της βιομηχανίας

(102) Ο συνολικός όγκος κατανάλωσης ΑΑ στη Σουηδία το 1995 ανήλθε στα 542 εκατομμύρια τόνους περίπου, εκ των οποίων τα 239 εκατομμύρια τόνοι (44 %) αντιστοιχούν στα ΑΑ με γεύση κόλας. Το 1995, το 77 % περίπου του συνόλου των ΑΑ στη Σουηδία πουλήθηκε μέσω του λιανεμπορίου, ενώ το υπόλοιπο ποσοστό μέσω του δικτύου ΞΕΥΤ.

(103) Πριν από τη σύσταση της CCDS, τρεις ήταν οι ποτοποιίες οι οποίες ασχολούνταν κυρίως με την παραγωγή, τη διανομή και την πώληση ΑΑ και συσκευασμένων νερών στη Σουηδία. Η Pripps, θυγατρική του νορβηγικού βιομηχανικού συγκροτήματος Orkla, ήταν η μεγαλύτερη από τις εν λόγω εταιρείες. Εκτός από την παραγωγή διαφόρων μαρκών μπίρας, η Pripps κατέχει την άδεια εκμετάλλευσης των σημάτων της TCCC και επιπλέον της έχει παραχωρηθεί το δικαίωμα δικαιόχρησης (franchising) για τα προοριζόμενα για ανάμειξη προϊόντα της Cadbury Schweppes. Ακόμη, παράγει και τα δικά της ΑΑ και συσκευασμένα νερά. Η δεύτερη μεγαλύτερη ποτοποιία ήταν η Spendrups Bryggeri ΑΒ, ανεξάρτητης ιδιοκτησίας, η οποία κατέχει, σήμερα, την άδεια για την εκμετάλλευση των σημάτων της PepsiCo στη Σουηδία και τη Νορβηγία. H μικρότερη από τις τρεις ποτοποιίες, η Falcon, κατέχει σήμερα την άδεια για την παραγωγή του προϊόντος Dr Pepper. Η Falcon θα είναι συνιδιοκτήτρια, μαζί με την CCDS, της κοινής επιχείρησης DDAB, η οποία θα αναπτύξει δραστηριότητα στον τομέα της διανομής.

(104) Όπως έχει ήδη επισημανθεί, από την 1η Απριλίου 1997 η CCDS εμπορεύεται και πωλεί ολόκληρο το φάσμα των προϊόντων της TCCC στη σουηδική αγορά. Την 1η Ιανουαρίου 1998, η CCDS θα αναλάβει επιπλέον την εμφιάλωση των προϊόντων αυτών, η οποία γίνεται σήμερα από την Pripps, μέχρι τη λήξη ισχύος της σχετικής συμφωνίας εμφιάλωσης στις 31 Δεκεμβρίου 1997.

Γ.2. Διάρθρωση της αγοράς

(105) Στους κατωτέρω πίνακες απεικονίζονται οι θέσεις στην αγορά των ιδιοκτητών σημάτων και των εμφιαλωτών στην ευρύτερη αγορά των ΑΑ στη Σουηδία. Ειδικότερα, σε αυτούς παρατίθενται τα μερίδια αγοράς για το 1995 με βάση την αξία, καθώς και τα προβλεπόμενα μερίδια αγοράς μετά τη σύσταση της CCNB (με βάση στοιχεία υποβληθέντα από τα μέρη):

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

(106) Με βάση τη διάρθρωση της συγκεκριμένης αγοράς, είναι σκόπιμο να ληφθεί υπόψη ότι τον Αύγουστο του 1997 οι Pripps και PepsiCo συμφώνησαν να συνάψουν αποκλειστική συμφωνία δικαιόχρησης στον τομέα της εμφιάλωσης, με αντικείμενο την παραγωγή, διανομή και πώληση των προϊόντων Pepsi-Cola και Seven- Up στη Σουηδία. Η συμφωνία θα τεθεί σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου του 2001, μετά τη λήξη της ισχύος της συμφωνίας εμφιάλωσης που συνδέει σήμερα την PepsiCo με τη Spendrups. Σύμφωνα με τα μέρη, προκαταρκτικές συνομιλίες βρίσκονται ομοίως σε εξέλιξη για τη σύναψη ανάλογης συμμαχίας, στη Νορβηγία.

Γ.3. Συμπέρασμα

(107) Με βάση τα στοιχεία που έχουν προσκομίσει τα μέρη, σε συνδυασμό με τα πορίσματα της έρευνας της Επιτροπής, υπάρχουν ενδείξεις ότι στη σουηδική αγορά ανθρακούχων αναψυκτικών η TCCC κατέχει δεσπόζουσα θέση στο επίπεδο των σημάτων, ενώ η CCDS κατέχει δεσπόζουσα θέση στο επίπεδο της εμφιάλωσης. Παρόλα αυτά, η Επιτροπή δέχεται ότι η δημιουργία της CCDS, σε συνδυασμό με τη λήξη ισχύος της συμφωνίας εκμετάλλευσης βάσει αδείας που ισχύει μεταξύ της TCCC και της Pripps, θα αυξήσει την ικανότητα εμφιάλωσης στη σουηδική αγορά ανθρακούχων αναψυκτικών. Κατά συνέπεια, τα συγκεντρωτικά στοιχεία της πράξης δεν θα οδηγήσουν σε ενίσχυση των θέσεων που κατέχουν σήμερα η TCCC και η CCDS. Τα στοιχεία συνεργασίας που περιλαμβάνει η πράξη [«Συμφωνία εκχώρησης εμπορικού σήματος και τροφοδοσίας» (ΣΕΕΣΤ) και σύσταση της DDAB] αξιολογούνται ήδη στο πλαίσιο ξεχωριστής διαδικασίας βάσει του άρθρου 85 της συνθήκης ΕΚ. Επί του θέματος αυτού, η Επιτροπή επισημαίνει ότι στο πλαίσιο της διαδικασίας κατ' εφαρμογή του κανονισμού περί συγκεντρώσεων έχουν αναληφθεί ορισμένες δεσμεύσεις σε σχέση με τη ΣΕΕΣΤ (βλέπε κατωτέρω).

VII. ΔΕΣΜΕΥΣΕΙΣ ΠΡΟΤΑΘΕΙΣΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΜΕΡΗ

(108) Με βάση τις επιφυλάξεις για το θέμα του ανταγωνισμού τις οποίες είχε διατυπώσει η Επιτροπή, τα μέρη προσεφέρθησαν να τροποποιήσουν το αρχικό σχέδιο συγκέντρωσης. Το κείμενο των δύο βασικών δεσμεύσεων περί εκποίησης στοιχείων του ενεργητικού έχει ως εξής:

(109) Εκποίηση της συμμετοχής της Carlsberg στο μετοχικό κεφάλαιο της Jyske Bryg

«Προκειμένου να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις της Επιτροπής σχετικά με τη διευκόλυνση της ανάπτυξης ενός βιώσιμου ανταγωνιστή ο οποίος να διαθέτει επαρκή μέσα στον κλάδο των ΑΑ, η Carlsberg Α/S αναλαμβάνει την ακόλουθη δέσμευση έναντι της Επιτροπής αναφορικά με τη συμμετοχή της στη Jyske Bryg Holding Α/S:

1. Εάν, εντός [...] από την ημερομηνία έκδοσης εκ μέρους της Επιτροπής ευνοϊκής απόφασης δυνάμει του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 4064/89, η Carlsberg Α/S δεν έχει πωλήσει τις μετοχές της Jyske Bryg Holding Α/S τις οποίες κατέχει (στο εξής: "οι μετοχές") σε μία ή περισσότερες βιώσιμες βιομηχανικές επιχειρήσεις οι οποίες δεν πρέπει να συνδέονται ούτε με την Carlsberg Α/S, ούτε με την The Coca-Cola Company, και οι οποίες πρέπει να είναι σε θέση να διατηρήσουν σε λειτουργία και να αναπτύξουν την Bryggerigruppen ως ενεργό ανταγωνιστική δύναμη η οποία να ανταγωνίζεται την Dadeko, τότε η Carlsberg Α/S:

α) Θα προσλάβει ανεξάρτητη εταιρεία λογιστών, δικηγόρων, τραπεζικών συμβούλων ειδικών περί τις επενδύσεις ή συμβούλων παραπλήσιας ειδικότητας (στο εξής: "ο διαχειριστής"), η οποία υπόκειται στην έγκριση της Επιτροπής και η οποία θα ασχοληθεί για λογαριασμό της Επιτροπής με την επίβλεψη της εν λειτουργία, ανεξάρτητης και αυτοτελούς διαχείρισης των μετοχών, καθώς και της συνέχισης των προσπαθειών της Carlsberg Α/S για την εκποίηση των μετοχών εντός της πρόσθετης προθεσμίας που ορίζεται στο στοιχείο β) κατωτέρω και

β) Θα έχει στη διάθεσή της πρόσθετη προθεσμία [...] για τη διαπραγμάτευση της πώλησης των μετοχών προς έναν ή περισσότερους αγοραστές, οι οποίοι δεν πρέπει να συνδέονται ούτε με την Carlsberg Α/S, ούτε με τη The Coca-Cola Company.

2. Σε περίπτωση που η εκποίηση σύμφωνα με την παράγραφο 1 ανωτέρω δεν έχει πραγματοποιηθεί εντός της πρόσθετης προθεσμίας που προβλέπεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) ανωτέρω, η Carlsberg Α/S θα αναθέσει στον διαχειριστή αμετάκλητη εντολή για την εξεύρεση αγοραστή ή αγοραστών εντός νέας πρόσθετης προθεσμίας [...] (ή άλλης πρόσθετης προθεσμίας που θα συμφωνηθεί ενδεχομένως με την Επιτροπή) 7 το τίμημα της πώλησης πρέπει να είναι δίκαιο και εύλογο, ενώ ο αγοραστής ή οι αγοραστές δεν πρέπει να συνδέονται ούτε με την Carlsberg Α/S, ούτε με την The Coca-Cola Company. Η Carlsberg Α/S θα παράσχει στον διαχειριστή κάθε βοήθεια και πληροφορία που ενδεχομένως χρειάζεται για την πραγματοποίηση της πώλησης και για την εξασφάλιση των ανωτέρω όρων και προϋποθέσεων.

3. Σε περίπτωση που ο διαχειριστής δεν έχει πωλήσει τις μετοχές μέχρι την παρέλευση της προθεσμίας που ορίζεται στην παράγραφο 2, οφείλει να πωλήσει τις μετοχές υπό τους καλύτερους δυνατούς όρους και προϋποθέσεις, ενώ η Carlsberg Α/S τελεί υπό την απόλυτη και άνευ όρων υποχρέωση να τις εκποιήσει σε τιμή η οποία δεν μπορεί να είναι η κατώτατη. Η πώληση πρέπει να πραγματοποιηθεί πριν από την παρέλευση της προθεσμίας που προβλέπεται στην παράγραφο 2.

4. Η Carlsberg Α/S ή ο διαχειριστής (ανάλογα με την περίπτωση) κοινοποιεί στην Επιτροπή οποιαδήποτε πρόταση την οποία ενδεχομένως γνωρίζει για την πώληση των μετοχών σε συγκεκριμένο αγοραστή εκ μέρους της Carlsberg Α/S, εφόσον η πώληση αφορά ποσοστό [...] τοις εκατό του συνολικού εκδοθέντος μετοχικού κεφαλαίου της Jyske Bryg Holding Α/S. H Επιτροπή, εντός [...] εβδομάδων από τη λήψη της κοινοποίησης, ειδοποιεί γραπτώς την Carlsberg Α/S ή τον διαχειριστή (ανάλογα με την περίπτωση) εάν θεωρεί ότι ο προτεινόμενος αγοραστής δεν πληροί τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 1, 1 στοιχείο β) ή 2 (ανάλογα με την περίπτωση), οπότε η πώληση προς τον συγκεκριμένο υποψήφιο αγοραστή ματαιώνεται. Σε αντίθετη περίπτωση, μετά την πάροδο της προθεσμίας των [...] εβδομάδων, η Carlsberg Α/S είναι ελεύθερη να πωλήσει τις μετοχές της στον συγκεκριμένο αγοραστή.

5. Η Carlsberg Α/S συμφωνεί ακόμη ότι οποιαδήποτε πώληση μετοχών οι οποίες αντιπροσωπεύουν ποσοστό μικρότερο από το [...] τοις εκατό του συνολικού εκδοθέντος μετοχικού κεφαλαίου της Jyske Bryg Holding Α/S θα πραγματοποιηθεί ομοίως υπό την προϋπόθεση ότι ο αγοραστής, από όσα είναι σε θέση να γνωρίζει η Carlsberg Α/S, δεν συνδέεται ούτε με την ίδια ούτε με την The Coca-Cola Company. Μετά την ολοκλήρωση της εκποίησης των μετοχών της Jyske Bryg Holding τις οποίες κατέχει η Carlsberg Α/S, αυτή η τελευταία αναλαμβάνει τη δέσμευση να γνωστοποιήσει στην Επιτροπή την ταυτότητα του αγοραστή ή των αγοραστών των μετοχών, εφόσον η Carlsberg Α/S γνωρίζει την ταυτότητα του αγοραστή ή των αγοραστών των μετοχών, καθώς επίσης, ανάλογα με την περίπτωση, να διαβιβάσει κάθε στοιχείο το οποίο είναι σε θέση να γνωρίζει και το οποίο είναι απαραίτητο προκειμένου να εξακριβωθεί κατά πόσον οι αγοραστές πράγματι δεν συνδέονται με την Carlsberg Α/S, ούτε με την The Coca-Cola Company.

6. Η Carlsberg Α/S ή ο διαχειριστής (ανάλογα με την περίπτωση) οφείλει να μην ασκήσει τα δικαιώματα ψήφου που απορρέουν από τις μετοχές της Jyske Bryg Holding Α/S τις οποίες κατέχει η Carlsberg Α/S κατά τα χρονικά διαστήματα που παραχωρούνται για την εκποίησή τους παρά μόνο με προηγούμενη έγκριση της Επιτροπής. Η Επιτροπή δεν αρνείται χωρίς εύλογη αιτία την έγκρισή της για την άσκηση των δικαιωμάτων ψήφου που απορρέουν από τις μετοχές εκ μέρους της Carlsberg Α/S ή του διαχειριστή, ανάλογα με την περίπτωση. Η Carlsberg Α/S παρέχει τα στοιχεία που απαιτούνται για να μπορέσει η Επιτροπή να διαμορφώσει άποψη σχετικά με το θέμα αυτό.

7. Η Carlsberg Α/S ή ο διαχειριστής (ανάλογα με την περίπτωση) ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με κάθε ουσιαστική εξέλιξη όσον αφορά την πώληση των μετοχών και, εν πάση περιπτώσει, υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις σχετικές εξελίξεις ανά χρονικά διαστήματα διάρκειας [...].»

(110) Εκποίηση της συμμετοχής της Carlsberg στο μετοχικό κεφάλαιο της Dansk Coladrik (Jolly Cola)

«Η Carlsberg Α/S αναλαμβάνει την ακόλουθη δέσμευση έναντι της Επιτροπής αναφορικά με τη συμμετοχή της στην Dansk Coladrik Α/S:

1. Εντός [...] από την ημερομηνία έκδοσης εκ μέρους της Επιτροπής ευνοϊκής απόφασης δυνάμει του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 4064/89, η Carlsberg Α/S θα επιδιώξει να πωλήσει τη συμμετοχή της στο μετοχικό κεφάλαιο της Dansk Coladrik Α/S προς έναν αγοραστή ο οποίος πρέπει να είναι βιώσιμος, σημερινός ή επίδοξος, ανταγωνιστής, ανεξάρτητος της Carlsberg Α/S και της The Coca-Cola Company, και ο οποίος να διαθέτει οικονομικούς πόρους και εγνωσμένη εμπειρογνωμοσύνη στην αγορά των μη αλκοολούχων αναψυκτικών, ούτως ώστε να είναι σε θέση να διατηρήσει σε λειτουργία και να αναπτύξει την Dansk Coladrik Α/S ως μια ενεργό ανταγωνιστική δύναμη η οποία να ανταγωνίζεται την Dadeko Α/S στον τομέα της εμφιάλωσης ανθρακούχων αναψυκτικών με γεύση κόλας (ο αγοραστής αυτός καλείται στο εξής: "ο αγοραστής").

2. Αν η Carlsberg Α/S δεν εκποιήσει τη συμμετοχή της στο μετοχικό κεφάλαιο της Dansk Coladrik Α/S μέχρι την εκπνοή της προθεσμίας που προβλέπεται στην παράγραφο 1 ανωτέρω, η Carlsberg Α/S θα διορίσει ανεξάρτητο διαχειριστή, ο οποίος πρέπει να τύχει της έγκρισης της Επιτροπής "στο εξής: ο διαχειριστής" και ο οποίος θα έχει τα ακόλουθα καθήκοντα.

3. Ο διαχειριστής θα επιβλέψει για λογαριασμό της Carlsberg Α/S την εν λειτουργία διοίκηση της Dansk Coladrik Α/S, προκειμένου να εξασφαλισθεί η διατήρηση της βιωσιμότητάς της και της αγοραίας αξίας της, καθώς και η ταχεία και ουσιαστική πώληση έναντι δίκαιου και εύλογου τιμήματος των μετοχών της Dansk Coladrik Α/S τίς οποίες κατέχει η Carlsberg Α/S.

4. Η Carlsberg Α/S θα αναθέσει στον διαχειριστή αμετάκλητη εντολή για την εξεύρεση αγοραστή της συμμετοχής της στο μετοχικό κεφάλαιο της Dansk Coladrik Α/S εντός πρόσθετης προθεσμίας [...] (ή άλλης πρόσθετης προθεσμίας που θα συμφωνηθεί ενδεχομένως με την Επιτροπή). Η Carlsberg Α/S συμφωνεί ότι οφείλει να παράσχει, υπό καθεστώς ισοτιμίας και με την επιφύλαξη της εύλογης προστασίας του επιχειρηματικού απορρήτου της Carlsberg Α/S, κάθε βοήθεια την οποία θα της ζητήσει ο διαχειριστής πριν από την πώληση των μετοχών που κατέχει η Carlsberg Α/S σε συγκεκριμένο αγοραστή.

5. Η Carlsberg Α/S ή ο διαχειριστής ειδοποιεί την Επιτροπή κατά πόσον πιστεύει ότι ένας ή περισσότεροι από τους υποψήφιους αγοραστές πληρούν τις προδιαγραφές του αγοραστή που προβλέπονται στην παράγραφο 1 ανωτέρω. Η Επιτροπή, εντός [...] εβδομάδων από τη λήψη της κοινοποίησης, ειδοποιεί γραπτώς την Carlsberg Α/S ή τον διαχειριστή (ανάλογα με την περίπτωση) εάν έχει λόγους για να πιστεύει ότι ο υποψήφιος αγοραστής ή οι υποψήφιοι αγοραστές δεν πληρούν τις προδιαγραφές του αγοραστή που προβλέπονται στην παράγραφο 1 ανωτέρω, οπότε η πώληση προς τον συγκεκριμένο υποψήφιο αγοραστή ή αγοραστές ματαιώνεται. Σε αντίθετη περίπτωση, μετά την πάροδο της προθεσμίας των [...] εβδομάδων, η Carlsberg Α/S είναι ελεύθερη να πωλήσει τις μετοχές της στον συγκεκριμένο αγοραστή.

6. Εφόσον οι σχετικές προσφορές έχουν υποβληθεί από επιχειρήσεις που πληρούν τις προδιαγραφές του αγοραστή και έχει τηρηθεί η προβλεπόμενη στην παράγραφο 5 διαδικασία, η Carlsberg Α/S θα είναι ελεύθερη να αποδεχθεί η ίδια οποιαδήποτε προσφορά ή να προκρίνει μεταξύ περισσοτέρων προσφορών εκείνη την οποία θεωρεί πιο συμφέρουσα.

7. Σε περίπτωση που ο διαχειριστής δεν έχει πωλήσει τη συμμετοχή της Carlsberg Α/S στο μετοχικό κεφάλαιο της Dansk Coladrik Α/S μέχρι την παρέλευση της προθεσμίας που ορίζεται στην παράγραφο 4, οφείλει να πωλήσει τη συμμετοχή αυτή υπό τους καλύτερους δυνατούς όρους και προϋποθέσεις, ενώ η Carlsberg Α/S τελεί υπό την απόλυτη και άνευ όρων υποχρέωση να την εκποιήσει σε τιμή η οποία δεν μπορεί να είναι η κατώτατη. Η πώληση πρέπει να πραγματοποιηθεί πριν από την παρέλευση της προθεσμίας που προβλέπεται στην παράγραφο 4.

8. Πριν από την ολοκλήρωση της πώλησης της συμμετοχής της Carlsberg Α/S στο μετοχικό κεφάλαιο της Dansk Coladrik Α/S προς έναν αγοραστή, η Carlsberg Α/S φροντίζει ούτως ώστε η Dansk Coladrik Α/S να διοικείται ως αυτοτελής και εκποιήσιμη οντότητα, με δικούς της λογαριασμούς διαχείρισης, και ούτως ώστε οι διοικούντες την Dansk Coladrik Α/S να διαταχθούν να διευθύνουν την επιχειρηματική δραστηριότητα της Dansk Coladrik Α/S σε ανεξάρτητη βάση, με σκοπό τη διασφάλιση της διατήρησης της βιωσιμότητάς της και της αγοραίας αξίας της 7 τούτο θα πραγματοποιηθεί υπό την καθοδήγηση και τον έλεγχο του διαχειριστή ο οποίος θα έχει διορισθεί κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 2 ανωτέρω. Προτού ολοκληρωθεί η πώληση της συμμετοχής της Carlsberg Α/S προς έναν αγοραστή, η Carlsberg Α/S δεν θα εντάξει την επιχειρηματική δραστηριότητα της Dansk Coladrik Α/S σε καμία επιχειρηματική μονάδα της Carlsberg Α/S, ούτε θα διορίσει ή αποσπάσει κανέναν εργαζόμενό της στην Dansk Coladrik Α/S. Επίσης, η Carlsberg Α/S δεσμεύεται να μην επιχειρήσει καμία μεταβολή της διάρθρωσης της Dansk Coladrik Α/S αν δεν έχει λάβει προηγουμένως έγκριση από την Επιτροπή.

9. Η Carlsberg Α/S δεν θα λάβει από τη διοίκηση της Dansk Coladrik Α/S κανένα επιχειρηματικό απόρρητο, τεχνογνωσία, πληροφορίες εμπορικού χαρακτήρα, ούτε οποιαδήποτε άλλη πληροφορία βιομηχανικού χαρακτήρα, ούτε δικαιώματα κυριότητας εμπιστευτικού ή αποκλειστικού χαρακτήρα αναφερόμενα στην επιχειρηματική δραστηριότητα της Dansk Coladrik Α/S.

10. Η Carlsberg Α/S αναλαμβάνει τη δέσμευση ότι, πριν από την πώληση της συμμετοχής της Carlsberg Α/S στο μετοχικό κεφάλαιο της Dansk Coladrik Α/S, όλες οι υφιστάμενες συμφωνίες μεταξύ της Carlsberg Α/S και της Dansk Coladrik Α/S σχετικά με την πώληση του συμπυκνώματος της Jolly Cola στην Carlsberg Α/S από την Dansk Coladrik Α/S θα παραμείνουν σε ισχύ, ενώ, σε περίπτωση που οποιαδήποτε από τις εν λόγω συμφωνίες παύσει να ισχύει πριν από την πώληση της συμμετοχής της Carlsberg Α/S, αυτή η τελευταία θα την ανανεώσει χωρίς να μεταβάλει ουσιωδώς τους όρους της σύμβασης, εκτός αν η μεταβολή έχει εγκριθεί από την Επιτροπή.

11. Η Carlsberg Α/S ή ο διαχειριστής, ανάλογα με την περίπτωση, ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με κάθε ουσιαστική εξέλιξη όσον αφορά την πώληση της συμμετοχής της Carlsberg Α/S στο μετοχικό κεφάλαιο της Dansk Coladrik Α/S και, εν πάση περιπτώσει, υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις σχετικές εξελίξεις ανά χρονικά διαστήματα διάρκειας [...].»

(111) Λοιπές δεσμεύσεις

Επιπλέον, τα μέρη έχουν προτείνει τρεις ακόμη δεσμεύσεις. Πρώτον, τα μέρη θα τροποποιήσουν την κοινοποιηθείσα συμφωνία εκμετάλλευσης βάσει αδείας η οποία αφορά τα σήματα μη αλκοολούχων ποτών [...], ούτως ώστε να περιέλθει στην Carlsberg ο έλεγχος επί της διαχείρισης των σημάτων. Η Carlsberg θα παρέχει στην Dadeko [...]. Δεύτερον, η ΒΣΜ θα τροποποιηθεί, ούτως ώστε η Carlsberg να έχει τη δυνατότητα να ασκεί ανταγωνισμό στην αγορά των ανθρακούχων αναψυκτικών εντός των ορίων της επικράτειας της CCNB. Τρίτον, η ΣΕΕΣΤ θα τροποποιηθεί κατά τρόπον ώστε η TCCC να μην αγοράσει το σήμα [...] από τη Falcon, ούτε να προμηθεύει [...].

VIII. ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΔΕΣΜΕΥΣΕΩΝ

(112) Με βάση την αξιολόγηση της πράξης, η Επιτροπή θεωρεί ότι οι προτεινόμενες δεσμεύσεις είναι επαρκείς για την αποτροπή της ενίσχυσης της τυχόν δεσπόζουσας θέσης, η οποία θα είχε ως αποτέλεσμα τη σημαντική παρεμπόδιση της διεξαγωγής ουσιαστικού ανταγωνισμού.

(113) Προς το παρόν, η TCCC κατέχει δεσπόζουσα θέση σε επίπεδο σημάτων, ενώ η Dadeko κατέχει δεσπόζουσα θέση σε επίπεδο εμφιάλωσης. Η πράξη θα οδηγήσει στην επεκτατική κάθετη ολοκλήρωση της TCCC στον τομέα της εμφιάλωσης και, κατ' επέκταση, στη σύνδεση της TCCC με την Bryggerigruppen μέσω της συμμετοχής της Carlsberg στο μετοχικό κεφάλαιο της Bryggerigruppen, δηλαδή της δεύτερης μεγαλύτερης επιχείρησης παραγωγής μπίρας και αναψυκτικών της Δανίας. Μόνο η εξάλειψη του δεσμού αυτού θα αποδέσμευε την Bryggerigruppen από τις TCCC και Carlsberg και θα της επέτρεπε να εδραιωθεί ως δεύτερος ανεξάρτητος ανταγωνιστής στην αγορά ανθρακούχων αναψυκτικών της Δανίας. Η Επιτροπή πιστεύει ότι η Bryggerigruppen διαθέτει τα αναγκαία μέσα για να καταστεί μια βιώσιμη δεύτερη δύναμη στην αγορά ανθρακούχων αναψυκτικών της Δανίας, λαμβανομένου υπόψη, μεταξύ των άλλων, ότι διαθέτει ένα αρκούντως ευρύ φάσμα προϊόντων στο χαρτοφυλάκιό της, κατέχει την άδεια για τα σήματα της PepsiCo και διαθέτει ένα επαρκές σύστημα διανομής το οποίο καλύπτει ολόκληρη τη χώρα.

(114) Η Επιτροπή είναι της γνώμης ότι η δέσμευση της Carlsberg να εκποιήσει τη συμμετοχή της στο μετοχικό κεφάλαιο της Jyske Bryg έχει καίρια σημασία για την αντιστάθμιση των δυσμενών για τον ανταγωνισμό συνεπειών που θα προκύψουν από τη σύσταση της CCNB. Ειδικότερα, η δέσμευση αντισταθμίζει την εκ των πραγμάτων εξαφάνιση της Carlsberg ως πραγματικού και δυνητικού ανταγωνιστή σε επίπεδο σημάτων, καθώς και τον αποκλεισμό της πρόσβασης στο σύστημα διανομής της Carlsberg, δεδομένου ότι θα επιτρέψει στη Bryggerigruppen να εξελιχθεί σε μια ουσιαστική εναλλακτική δυνατότητα αντί των μερών στην αγορά της Δανίας. Παραδείγματος χάρη, η δέσμευση επαυξάνει την πιθανότητα να [...], καθώς και τη δυνατότητα λανσαρίσματος νέων σημάτων σε ανταγωνισμό προς τα σήματα της TCCC. Συνεπώς, με βάση τα ιδιαίτερα δεδομένα της αγοράς ανθρακούχων αναψυκτικών της Δανίας, η Επιτροπή θεωρεί ότι η δέσμευση αποτελεί ένα επαρκές μέσο αποκατάστασης για την αποτροπή της ενίσχυσης της τυχόν δεσπόζουσας θέσης.

(115) Η δέσμευση της Carlsberg να εκποιήσει τη συμμετοχή της στο μετοχικό κεφάλαιο της Dansk Coladrik εξουδετερώνει τους προβληματισμούς της Επιτροπής σχετικά με τη δυνατότητα ουσιαστικής και έγκαιρης εκποίησης της συμμετοχής αυτής, χάρη στην πρόταση των μερών να διορίσουν διαχειριστή ο οποίος θα επιβλέψει τη διοίκηση και πώληση της Dansk Coladrik. Επισημαίνεται ότι οι υπόλοιποι τρεις μέτοχοι της Dansk Coladrik έχουν το δικαίωμα να προσφερθούν πρώτα σε αυτούς οι προς πώληση μετοχές της εταιρείας τις οποίες κατέχει η Carlsberg. Η Επιτροπή θεωρεί ότι υπό τις παρούσες συνθήκες και λαμβανομένης υπόψη της συνολικής δέσμης δεσμεύσεων, η Carlsberg ή ο διαχειριστής μπορεί να πωλήσει τις μετοχές της Dansk Coladrik σε έναν ή περισσότερους από τους υπόλοιπους σημερινούς μετόχους της Dansk Coladrik.

(116) Τέλος, οι άλλες δεσμεύσεις τις οποίες προσεφέρθησαν να αναλάβουν τα μέρη δεν είναι επαρκείς από μόνες τους για την αντιμετώπιση των δυσμενών για τον ανταγωνισμό συνεπειών της προτεινόμενης συγκέντρωσης. Πρώτον, η δέσμευση η οποία προβλέπει την παραχώρηση στην Carlsberg ορισμένων εποπτικών ευθυνών σε σχέση με τα σήματα μη αλκοολούχων αναψυκτικών [...] θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη, αν και όχι πλήρη, ανεξαρτησία έναντι της TCCC. Δεύτερον, ο νέος περιορισμός που τίθεται στη ρήτρα περί μη άσκησης ανταγωνισμού θα έχει μόνο περιορισμένες συνέπειες ή μπορεί να μην έχει και καμία συνέπεια στην αγορά. Τρίτον, η δέσμευση η οποία σχετίζεται με τη ΣΕΕΣΤ αφορά αποκλειστικά και μόνο τις ρυθμίσεις στην αγορά της Σουηδίας. Επομένως, η Επιτροπή καταγράφει την ύπαρξη των δεσμεύσεων αυτών, αλλά δεν τις αξιολογεί περαιτέρω.

IX. ΠΑΡΕΠΟΜΕΝΟΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ

(117) Τα μέρη έχουν ζητήσει να θεωρηθεί ότι έχει παρεπόμενο χαρακτήρα σε σχέση με τη συγκέντρωση η διάταξη [...] της ΒΣΜ, στην οποία προβλέπονται οι υποχρεώσεις περί μη άσκησης ανταγωνισμού τις οποίες αναλαμβάνουν η TCCC [...] και η Carlsberg [...] 7 οι υποχρεώσεις αυτές προβλέπεται να ισχύσουν για όσο χρονικό διάστημα διαρκέσει και η κοινή επιχείρηση. Οι διατάξεις αυτές συνδέονται άμεσα με την υλοποίηση της συγκέντρωσης και είναι αναγκαίες γι' αυτήν και, συνεπώς, η Επιτροπή αναγνωρίζει τον παρεπόμενο χαρακτήρα τους.

X. ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

(118) Συνεπώς, η κοινοποιηθείσα πράξη, όπως τροποποιείται με βάση τη δέσμη πράξεων εκποίησης, δεν πρόκειται να ενισχύσει την τυχόν δεσπόζουσα θέση στην αγορά ανθρακούχων αναψυκτικών της Δανίας, η οποία θα είχε ως συνέπεια τη σε σημαντικό βαθμό παρεμπόδιση της διεξαγωγής ουσιαστικού ανταγωνισμού στην κοινή αγορά ή σε σημαντικό τμήμα αυτής. Ως εκ τούτου, η πράξη είναι συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά και με την εφαρμογή της συμφωνίας για τον ΕΟΧ, υπό τον όρο ότι θα γίνουν σεβαστές οι δεσμεύσεις τις οποίες αναλαμβάνουν τα μέρη,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Υπό τον όρο της πλήρους συμμόρφωσης με τις δεσμεύσεις που αφορούν την εκποίηση των συμμετοχών στη Jyske Bryg Holding Α/S και στη Dansk Coladrik Α/S, κατά τα προβλεπόμενα στις παραγράφους 109 και 110 ανωτέρω, η συγκέντρωση που τα μέρη κοινοποίησαν στις 25 Μαρτίου 1997 αναφορικά με τη σύσταση της Coca-Cola Nordic Beverages κηρύσσεται συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά και με την εφαρμογή της συμφωνίας για τον ΕΟΧ.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στις εξής εταιρείες:

The Coca-Cola Company

One Coca-Cola Plaza, N.W.

Atlanta GA 30013

ΗΠΑ

Carlsberg Α/S

Vesterfζlledvej 100

1799 Kψbenhavn V

ΔΑΝΙΑ

Βρυξέλλες, 11 Σεπτεμβρίου 1997.

Για την Επιτροπή

Karel VAN MIERT

Μέλος της Επιτροπής

(1) ΕΕ L 395 της 30. 12. 1989, σ. 1 7 διορθωμένη έκδοση ΕΕ L 257 της 21. 9. 1990, σ. 13.

(2) ΕΕ C 149 της 15. 5. 1998.

(3) Στοιχεία που παραλείπονται στο κείμενο της απόφασης που προορίζεται για δημοσίευση λόγω του επιχειρηματικού απορρήτου.

(4) Κανονισμός αριθ. 17 του Συμβουλίου, της 6ης Φεβρουαρίου 1962, πρώτος κανονισμός εφαρμογής των άρθρων 85 και 86 της συνθήκης (ΕΕ 13 της 21. 2. 1962, σ. 204/62).

(5) 97/540/ΕΚ IV/M.794 - Coca-Cola Enterprises, Inc./Amalgamated Beverages GB (ΕΕ L 218 της 9. 8. 1997, σ. 15) 7 95/553/ΕΟΚ IV/M.190 - Nestlι/Perrier (ΕΕ L 356 της 5. 12. 1992, σ. 1) 7 IV/M.289 - PepsiCo/KAS (21. 12. 1992) 7 και 96/204/ΕΚ IV/M.582 - Orkla/Volvo (ΕΕ L 66 της 16. 3. 1996, σ. 17).

(6) Απόφαση 97/540/ΕΚ.

(7) Αποφάσεις 97/540/ΕΚ και 92/553/ΕΟΚ.

(8) Απόφαση 96/204/ΕΚ, Orkla/Volvo.

(9) Τούτο συνέβη στην υπόθεση IV/M.794 - Coca-Cola Enterprises, Inc./Amalgamated Beverages GB (Απόφαση 97/504/ΕΚ). Στο πλαίσιο της πράξης που εξετάζουμε εδώ, η ΒΣΜ περιέχει ήδη διάταξη η οποία ορίζει ότι σε περίπτωση λύσης της CCNB, η TCCC αποκτά πλήρη έλεγχο και πλήρη κυριότητα επ' αυτής (όπως εξηγείται στην παράγραφο 11).

(10) Εκκρεμούσα υπόθεση αριθ. IV/34.460.

(11) Τα μέρη έχουν δηλώσει ότι η συμφωνία εμφιάλωσης που προβλέπεται να εφαρμοσθεί μεταξύ της TCCC και της Dadeko μετά την υλοποίηση της κοινοποιηθείσας πράξης θα είναι πανομοιότυπη με [. . .] ως προς όλα τα ουσιαστικά θέματα.

(12) Τούτο σημαίνει ότι η TCCC θα εκπροσωπείται: i) στη γενική συνέλευση των μετόχων 7 ii) στο εποπτικό συμβούλιο, το οποίο, από κοινού με το εκτελεστικό συμβούλιο, είναι υπεύθυνο για τα θέματα διοίκησης της επιχείρησης, για την κατάλληλη οργάνωση των δραστηριοτήτων και για την επίβλεψη των δραστηριοτήτων του εκτελεστικού συμβουλίου 7 iii) [. . .] 7 και iv) [σε άλλες λειτουργίες τρέχουσας διαχείρισης].