Ψήφισμα του Συμβουλίου της 20ής Ιουνίου 1994 για του περιορισμό της εισδοχής υπηκόων τρίτων χωρών στο έδαφος των κρατών μελών προς ανάληψη εργασίας
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 274 της 19/09/1996 σ. 0003 - 0006
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I.1 ΨΗΦΙΣΜΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 20ής Ιουνίου 1994 για τον περιορισμό της εισδοχής υπηκόων τρίτων χωρών στο έδαφος των κρατών μελών προς ανάληψη εργασίας ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως το άρθρο Κ.1, ΕΚΔΙΔΕΙ ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΨΗΦΙΣΜΑ: Α. Γενικές σκέψεις για την ενδεικνυόμενη πολιτική i) Το Συμβούλιο υπενθυμίζει ότι, στην έκθεση την οποία ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Μάαστριχτ το 1991, είχε δοθεί προτεραιότητα στην εναρμόνιση των πολιτικών εισδοχής προς ανάληψη εξηρτημένης ή ανεξάρτητης εργασίας, αλλά και ότι είχε τονιστεί ότι οι πολιτικές αυτές θα πρέπει αναγκαστικά να είναι περιοριστικές. ii) Το Συμβούλιο αναγνωρίζει τη συμβολή των διακινούμενων εργαζομένων στην οικονομική ανάπτυξη των χωρών υποδοχής τους. Σήμερα, όμως, κανένα κράτος μέλος δεν ασκεί ενεργό πολιτική προσέλκυσης μεταναστών. Αντιθέτως, όλα τα κράτη έχουν περιορίσει για οικονομικούς, κοινωνικούς και συνακόλουθα πολιτικούς λόγους τις δυνατότητες νόμιμης εγκατάστασης μεταναστών σε μόνιμη βάση. Έτσι, η δυνατότητα εισδοχής αλλοδαπών με σκοπό την προσωρινή απασχόλησή τους μπορεί να εξεταστεί σε εξαιρετικές και μόνο περιπτώσεις. iii) Το Συμβούλιο αναγνωρίζει ότι τα υψηλά επίπεδα ανεργίας που σημειώνονται σήμερα στα κράτη μέλη επιτείνουν την ανάγκη αποτελεσματικής εφαρμογής της κοινοτικής προτίμησης στην απασχόληση, με την πλήρη χρησιμοποίηση του συστήματος EURES, για τη βελτίωση της διαφάνειας των αγορών εργασίας και τη διευκόλυνση της εξεύρεσης εργασίας μέσα στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Το Συμβούλιο αναγνώρισε, επίσης, ότι οι διατάξεις της συνθήκης ΕΚ και της συμφωνίας για τον ΕΟΧ παρέχουν, στο πλήρες μέτρο του δυνατού, τη δυνατότητα κάλυψης κενών θέσεων εργασίας από υπηκόους άλλων κρατών μελών ή των κρατών τα οποία μετέχουν στη συμφωνία για τον ΕΟΧ. iv) Το Συμβούλιο συμφωνεί να μην αναφερθεί, στο ψήφισμα αυτό, στο θέμα των υπηκόων τρίτων χωρών που διαμένουν μεν νόμιμα και μόνιμα στο έδαφος κράτους μέλους, αλλά δεν έχουν δικαίωμα εισδοχής και διαμονής σε άλλο κράτος μέλος. Συμφωνήθηκε το θέμα αυτό να εξεταστεί αργότερα. v) Τα κράτη μέλη διατηρούν το δικαίωμα να επιτρέπουν, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο, στο/στη σύζυγο και τα εξαρτώμενα τέκνα να συνοδεύουν πρόσωπα που γίνονται δεκτά σύμφωνα με το παρόν ψήφισμα. vi) Με βάση τις σκέψεις αυτές, το Συμβούλιο αποφασίζει ότι τα σημερινά περιοριστικά μέτρα για την εισδοχή υπηκόων τρίτων χωρών προς ανάληψη εργασίας θα πρέπει να εξακολουθήσουν να εφαρμόζονται και μάλιστα να ενισχυθούν όπου χρειάζεται. Προς το σκοπό αυτό, το Συμβούλιο αναγνωρίζει ότι οι εθνικές πολιτικές των κρατών μελών έναντι των υπηκόων τρίτων χωρών που ζητούν να γίνουν δεκτοί ή να παραμείνουν στο έδαφός τους για να εργαστούν θα πρέπει να διέπονται από τις αρχές που παρατίθενται παρακάτω, οι οποίες δεν θα μπορούν να καταστούν χαλαρότερες από τα κράτη μέλη διά του εσωτερικού τους δικαίου. Συμφωνεί ότι οι αρχές αυτές θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη σε κάθε πρόταση αναθεώρησης της εθνικής νομοθεσίας. Τα κράτη μέλη προσπαθούν, εξάλλου, να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση της εθνικής τους νομοθεσίας με τις αρχές αυτές μέχρι την 1η Ιανουαρίου 1996. Οι αρχές αυτές δεν είναι νομικά δεσμευτικές για τα κράτη μέλη, ούτε παρέχουν νομικό έρεισμα για διεκδικήσεις από μεμονωμένους εργαζόμενους ή εργοδότες. Β. Πρόσωπα για τα οποία δεν ισχύει το παρόν ψήφισμα Οι αρχές της εναρμόνισης δεν εφαρμόζονται: - στους έχοντες δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας βάσει του κοινοτικού δικαίου, δηλαδή τους υπηκόους των κρατών μελών, τους υπηκόους των κρατών ΕΖΕΣ τα οποία είναι συμβαλλόμενα μέρη της συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο και τα μέλη των οικογενειών τους, - σε υπηκόους τρίτων στους οποίους έχει επιτραπεί η είσοδος για λόγους επανένωσης της οικογένειας, προκειμένου να συμβιώσουν με υπηκόους κράτους μέλους ή τρίτων χωρών οι οποίοι διαμένουν στο οικείο κράτος μέλος, - στους υπηκόους τρίτων χωρών που νομιμοποιούνται, από τα δικαιώματα που απορρέουν από συμφωνίες που διέπονται από το κοινοτικό δίκαιο και οι οποίες έχουν συναφθεί με τρίτες χώρες, να καταλάβουν μια θέση απασχόλησης, - στα πρόσωπα που εργάζονται ευκαιριακά στα πλαίσια προγραμμάτων ανταλλαγών ή κινητικότητας των νέων, συμπεριλαμβανομένων και των εσωτερικών άμισθων βοηθών (au pair), - στα πρόσωπα που εισέρχονται στα κράτη μέλη προκειμένου να ασκήσουν οικονομικές δραστηριότητες ως αυτοαπασχολούμενοι ή να ιδρύσουν ή/και να διαχειρισθούν επιχειρήσεις τις οποίες πράγματι ελέγχουν. Για τα πρόσωπα αυτά ισχύουν οι αρχές μελλοντικού σχεδίου ψηφίσματος που θα καλύπτει τους αυτοαπασχολούμενους, - στα πρόσωπα που βρίσκονται νόμιμα σε κράτος μέλος ως: - πρόσφυγες δυνάμει της Σύμβασης της Γενεύης, - αιτούντες άσυλο, - υπήκοοι τρίτων χωρών στους οποίους έχει χορηγηθεί άσυλο, - στους εκτοπισμένους που γίνονται προσωρινά δεκτοί, - στα πρόσωπα στα οποία έχει δοθεί κατ' εξαίρεση άδεια διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους. Γ. ΑΡΧΕΣ ΠΟΥ ΔΙΕΠΟΥΝ ΤΙΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ i) Γενικά κριτήρια - Τα κράτη μέλη θα αρνούνται την είσοδο υπηκόων τρίτων χωρών προς ανάληψη εργασίας. - Τα κράτη μέλη θα λαμβάνουν υπόψη τις αιτήσεις εισόδου στο έδαφός τους προς ανάληψη εργασίας, μόνον όταν η προσφορά εργασίας σε ένα κράτος μέλος δεν μπορεί να καλυφθεί από το εθνικό ή κοινοτικό εργατικό δυναμικό ή από το μη κοινοτικό εργατικό δυναμικό που διαμένει μονίμως και νομίμως σε αυτό το κράτος μέλος και που ανήκει ήδη στην κανονική αγορά εργασίας του εν λόγω κράτους μέλους. Στο θέμα αυτό, εφαρμόζουν τη διαδικασία που προβλέπεται στο δεύτερο μέρος του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1612/68 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 1968, περί της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων στο εσωτερικό της Κοινότητας (1), και λαμβάνουν υπόψη την απόφαση 93/569/ΕΟΚ της Επιτροπής (2) περί εφαρμογής του κανονισμού ιδίως όσον αφορά το άρθρο 15 παράγραφος 16. - Με την επιφύλαξη των δύο προαναφερθέντων κριτηρίων, οι υπήκοοι τρίτων χωρών μπορούν, εφόσον είναι αναγκαίο, να γίνουν δεκτοί σε προσωρινή βάση και για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα στο έδαφος κρατών μελών προς εργασία όταν: - η προσφορά αφορά συγκεκριμένο εργαζόμενο ή μισθωτό εργαζόμενο σε άτομο που παρέχει υπηρεσίες και είναι ειδικής φύσης λόγω των ειδικών προσόντων (επαγγελματικά προσόντα, πείρα κ.λπ.) που απαιτεί η θέση, - ο εργοδότης προσφέρει ονομαστικώς κενές θέσεις σε εργαζόμενους, μόνον όταν οι αρμόδιες αρχές θεωρούν ότι οι λόγοι που επικαλείται ο εργοδότης, συμπεριλαμβανομένων των απαιτουμένων προσόντων, είναι δικαιολογημένοι λόγω του ότι δεν υπάρχει βραχυπρόσθεσμη προσφορά στην εθνική ή κοινοτική αγορά εργασίας και ότι αυτό έχει σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις στη λειτουργία της επιχείρησης ή στον ίδιο τον εργοδότη, - οι κενές θέσεις προσφέρονται: - σε εποχικούς εργαζόμενους, ο αριθμός των οποίων ελέγχεται αυστηρά κατά την εισδοχή στο έδαφος των κρατών μελών και οι οποίοι αναλαμβάνουν σαφώς καθορισμένες εργασίες, οι οποίες κανονικά ικανοποιούν παραδοσιακή ανάγκη στο ενιδαφερόμενο κράτος μέλος. Τα κράτη μέλη περιορίζουν την εισδοχή μόνο στους εργαζομένους εκείνους που δεν υπάρχει κανένας λόγος να θεωρηθεί ότι θα επιδιώξουν να παραμείνουν στο έδαφος των κρατών μελών μόνιμα, - σε ασκούμενους, - σε μεθοριακούς εργαζόμενους, - πρόσωπα που μετατίθενται προσωρινά από την εταιρεία τους σε κάποια νευραλγική θέση. ii) Διαδικασίες εισδοχής προς ανάληψη εργασίας Ο υπήκοος τρίτης χώρας γίνεται δεκτός προς εργασία μόνον εάν του έχει προηγουμένως δοθεί άδεια για να εργασθεί στο έδαφος του συγκεκριμένου κράτους μέλους. Η προηγούμενη αυτή έγκριση μπορεί να έχει τη μορφή άδειας εργασίας που εκδίδεται στο όνομα είτε του εργοδότη είτε του εργαζόμενου. Επιπλέον, ο υπήκοος της τρίτης χώρας πρέπει να διαθέτει και την τυχόν απαιτούμενη θεώρηση ή, εάν το απαιτεί το εν λόγω κράτος μέλος, άδεια διαμονής. iii) Περιορισμοί ως προς τον τύπο της απασχόλησης Η αρχική άδεια εργασίας περιορίζεται κανονικά σε μία συγκεκριμένη εργασία με έναν συγκεκριμένο εργοδότη. iv) Περιορισμοί της διάρκειας εισδοχής προς ανάληψη εργασίας Οι εποχικοί εργαζόμενοι γίνονται δεκτοί για έξι το πολύ μήνες ανά δωδεκάμηνο, και οφείλουν να παραμείνουν εκτός του εδάφους των κρατών μελών επί διάστημα τουλάχιστον έξι μηνών προκειμένου να γίνουν εκ νέου δεκτοί προς ανάληψη εργασίας. Οι ασκούμενοι γίνονται δεκτοί σε ένα πρώτο στάδιο για μια μέγιστη περίοδο ενός έτους. Η διάρκεια αυτή μπορεί να ορισθεί σε περισσότερο από ένα έτος και να παραταθεί αποκλειστικά κατά το χρόνο που απαιτείται για την απόκτηση των επαγγελματικών προσόντων που έχουν αναγνωρισθεί από το συγκεκριμένο κράτος μέλος στον τομέα της δραστηριότητάς τους. Οι λοιποί υπήκοοι τρίτων χωρών γίνονται δεκτοί στο έδαφος των κρατών μελών προς ανάληψη εργασίας για μέγιστη περίοδο τεσσάρων ετών, σε ένα πρώτο στάδιο. v) Αιτήσεις για παράταση της παραμονής προς ανάληψη εργασίας Τα πρόσωπα που βρίσκονται ήδη στο έδαφος κράτους μέλους ως επισκέπτες ή σπουδαστές δεν δικαιούνται, καταρχήν, να παρατείνουν την παραμονή τους προς ανάληψη ή αναζήτηση εργασίας. Τα πρόσωπα αυτά πρέπει να επιστρέψουν στη χώρα τους μόλις ολοκληρωθεί η επίσκεψη ή οι σπουδές τους. Καταρχήν, τα πρόσωπα που έχουν γίνει δεκτά ως ασκούμενοι ή ως παρέχοντες υπηρεσίες ή ως μισθωτοί ενός παρέχοντος υπηρεσίες δεν μπορούν να παρατείνουν την παραμονή τους με σκοπό τη νόμιμη απασχόλησή τους, εκτός εάν πρόκειται να συμπληρώσουν την κατάρτιση ή την επί συμβάσει δραστηριότητα για την οποία τους είχε επιτραπεί η είσοδος. Δεν μπορεί να επιτραπεί σε εποχικό εργαζόμενο να παρατείνει τη διαμονή του προς ανάληψη εργασίας άλλου τύπου. Η παράταση της διαμονής μπορεί να επιτραπεί προκειμένου να μπορέσει να ολοκληρώσει την εργασία για την οποία δόθηκε η αρχική άδεια. Ωστόσο, η συνολική διαμονή δεν μπορεί να υπερβεί τους έξι μήνες ανά δωδεκάμηνο. Στους λοιπούς εργαζόμενους μπορεί να επιτραπεί η παράταση της διαμονής για την ανάληψη εργασίας για την οποία έχει δοθεί η απαιτούμενη άδεια, αλλά μόνον εφόσον τη στιγμή τουλάχιστον της χορήγησης της πρώτης παράτασης εξακολουθούν να πληρούν τα κριτήρια που είχαν χρησιμοποιηθεί όταν ελήφθη η απόφαση εισοδοχής τους προς ανάληψη συγκεκριμένης εργασίας. Τα κράτη μέλη εξετάζουν την σκοπιμότητα χορήγησης μόνιμης άδειας διαμονής στους υπηκόους τρίτων χωρών σε περίπτωση άρσης των περιορισμών που είχαν επιβληθεί στην απασχόλησή τους. vi) Επαγγελματικά ταξίδια Οι αρχές αυτές ουδόλως απαγορεύουν σε ένα κράτος μέλος να δέχεται ως εργαζόμενους υπηκόους τρίτων χωρών που δεν διαμένουν στο έδαφος των κρατών μελών και οι οποίοι ζητούν να εισέλθουν προσωρινά, ιδίως: - για να διαπραγματευθούν την προμήθεια αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών, - για να παραδώσουν αγαθά ή να συναρμολογήσουν μηχανές που έχουν κατασκευασθεί σε τρίτη χώρα, στα πλαίσια σύμβασης προμηθείας, υπό την προϋπόθεση ότι τα πρόσωπα αυτά θα συναλλάσονται μόνο με επιχειρήσεις που εδρεύουν στο έδαφος του κράτους μέλους και όχι με το κοινό, και ότι καμία επίσκεψη ή, ενδεχομένως, άδεια εργασίας δεν μπορεί να υπερβεί τους έξι μήνες. vii) Τρίτες χώρες που έχουν στενούς δεσμούς με κράτος μέλος Οι αρχές αυτές ουδόλως εμποδίζουν ένα κράτος μέλος να εξακολουθεί να δέχεται στο έδαφός του υπηκόους τρίτης χώρας προς ανάληψη εργασίας, δυνάμει διακανονισμών που έχει ήδη συνάψει κατά την ημερομηνία έγκρισης του παρόντος ψηφίσματος, όταν πρόκειται για χώρα με την οποία διατηρεί ιδιαίτερα στενούς δεσμούς. Τα κράτη μέλη αναλαμβάνουν να επαναδιαπραγματευθούν τις συμφωνίες αυτές το συντομότερο δυνατόν, κατά την έννοια του παρόντος ψηφίσματος. Όταν οι διακανονισμοί αυτοί αφορούν τους υπαλλήλους ενός παρέχοντος υπηρεσίες, τα κράτη μέλη αναλαμβάνουν να τους εξετάσουν κατά την έννοια του παρόντος ψηφίσματος εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, που δεν υπερβαίνει τα τρία έτη, και να προβούν σε σχετικό απολογισμό. Κατά την εξέταση αυτή πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η οικονομική ανάπτυξη των κρατών με τα οποία τα κράτη μέλη έχουν συνάψει τις εν λόγω συμφωνίες. Οι προαναφερόμενες διατάξεις δεν εφαρμόζονται στους διακανονισμούς που αφορούν την απασχόληση προσώπων για λόγους εκπαίδευσης και επαγγελματικής τελειοποίησης. Παράρτημα του παραρτήματος I.1 Ορισμοί «Ασκούμενοι»: οι εργαζόμενοι των οποίων η παρουσία στο έδαφος κράτους μέλους είναι αυστηρά περιορισμένη σε διάρκεια και συνδέεται άμεσα με τη βελτίωση των ικανοτήτων και προσόντων τους στο επάγγελμα που έχουν επιλέξει, πριν επιστρέψουν στη χώρα τους για να συνεχίσουν εκεί τη σταδιοδρομία τους, «Εποχικοί εργαζόμενοι»: οι εργαζόμενοι που είναι μεν κάτοικοι τρίτης χώρας, αλλά απασχολούνται σε δραστηριότητα που υπόκειται στο ρυθμό των εποχών στο έδαφος κράτους μέλους, βάσει σύμβασης ορισμένου χρόνου και για συγκεκριμένη απασχόληση, «Μεθοριακοί εργαζόμενοι»: οι εργαζόμενοι που απασχολούνται σε παραμεθόριες περιοχές κράτους μέλους, αλλά επιστρέφουν καθημερινά ή τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα στην παραμεθόρια περιοχή όμορης χώρας όπου διαμένουν και της οποίας είναι υπήκοοι, «Προσωρινά μετατιθέμενος από την εταιρεία του»: φυσικό πρόσωπο, εργαζόμενο σε νομικό πρόσωπο κερδοσκοπικού σκοπού, εγκατεστημένο στο έδαφος κράτους μέλους της Παγκόσμιας Οργάνωσης Εμπορίου, το οποίο μετατίθεται προσωρινά στα πλαίσια προσφοράς υπηρεσιών μέσω της εμπορικής παρουσίας του στο έδαφος κράτους μέλους της Κοινότητας 7 τα νομικά αυτά πρόσωπα πρέπει να έχουν την έδρα τους στο έδαφος κράτους μέλους της ΠΟΕ εκτός της Κοινότητας και των κρατών μελών της και η μετάθεση πρέπει να γίνεται σε εγκατάσταση (γραφείο, υποκατάστημα ή θυγατρική) του νομικού προσώπου, που παρέχει όντως τέτοιες υπηρεσίες στην επικράτεια κράτους μέλους στο οποίο ισχύει η συνθήκη ΕΚ. Στην Ιταλία, ο «προσωρινά μετατιθέμενος εντός της αυτής επιχειρήσεως» ορίζεται ως φυσικό πρόσωπο εργαζόμενο σε νομικό πρόσωπο με μορφή SPA (μετοχική εταιρεία) ή SRL (εταιρεία περιορισμένης ευθύνης). (1) ΕΕ αριθ. L 257 της 19. 10. 1968, σ. 2 7 κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2434/92 (ΕΕ αριθ. L 245 της 26. 8. 1992, σ. 1). (2) ΕΕ αριθ. L 274 της 6. 11. 1993, σ. 32.