31996D0278

96/278/ΕΚ: Απόφαση της Επιτροπής της 31ης Ιανουαρίου 1996 για την αύξηση κεφαλαίου της εταιρείας Iberia (Το κείμενο στην ισπανική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 104 της 27/04/1996 σ. 0025 - 0043


ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 31ης Ιανουαρίου 1996 για την αύξηση κεφαλαίου της εταιρείας Iberia (Το κείμενο στην ισπανική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) (96/278/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 93 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο,

τη συμφωνία για την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου, και ιδίως το άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο α),

Αφού έδωσε στα ενδιαφερόμενα μέρη τη δυνατότητα να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με τις διατάξεις των προαναφερθέντων άρθρων, και λαμβανομένων υπόψη των εν λόγω παρατηρήσεων,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ:

Ι

Η εταιρεία Iberia Lνneas Aιreas Espaρolas (Iberia LAE, στη συνέχεια αναφερόμενη ως Iberia), η οποία το 1993 μετέφερε 13,6 εκατομμύρια επιβάτες, αποτελεί τον μεγαλύτερο αερομεταφορέα της Ισπανίας, με μεγάλη διαφορά από τον δεύτερο. Ελέγχεται από την εταιρεία χαρτοφυλακίου του Δημοσίου (holding) Teneo, κάτοχο του 99,85 % των μετοχών της. Στην Iberia προστίθενται οι εταιρείες Aviaco, Viva, και Binter, θυγατρικές αεροπορικές εταιρείες που ειδικεύονται στις δραστηριότητες ναυλωμένων πτήσεων (charter) ή στην εκμετάλλευση ειδικών αεροπορικών συνδέσεων. Στο τέλος του 1993, η Iberia απασχολούσε 24 500 άτομα, ενώ το σύνολο των τεσσάρων εταιρειών Iberia, Aviaco, Viva, και Binter ανέρχονταν σε 177 αεροσκάφη (120 μόνον της Iberia).

Με κύκλο εργασιών ύψους 3,316 δισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ το 1993, η Iberia βρίσκεται περίπου στο μέση της κατάταξης των εθνικών αερομεταφορέων της Ευρώπης. Το δίκτυο της εταιρείας καλύπτει την Ισπανία και την Ευρώπη, εκτείνεται στη Μέση και την Άπω Ανατολή και εξυπηρετεί τη Βόρειο και κυρίως τη Λατινική Αμερική. Επιπλέον, από το τέλος της δεκαετίας του '80, η Iberia κατέχει σημαντικό μερίδιο του μετοχικού κεφαλαίου εταιρειών στη Νότιο Αμερική, όπως η Viasa (45 %), η Ladeco (38 %) και, κυρίως, η Aerolνneas Argentinas (στη συνέχεια θα αναφέρεται ως Arsa) με τη θυγατρική της Austral. Η Iberia κατέχει η ίδια το 30 % των μετοχών της Arsa, καθώς και το σύνολο του κεφαλαίου της εταιρείας χαρτοφυλακίου αργεντινού δικαίου Interinvest, η οποία κατέχει με τη σειρά της το 53,35 % των μετοχών της Arsa. Η Arsa από την πλευρά της κατέχει η ίδια το 90 % του κεφαλαίου της θυγατρικής της Austral. Η Iberia κατέχει επίσης, με ισότιμη συμμετοχή των εταιρειών Air France και Lufthansa, ποσοστό 29,2 % στο κεφάλαιο του μηχανογραφικού συστήματος κρατήσεων Amadeus.

Το 1992, ο όμιλος Iberia υπήρξε αποδέκτης κρατικής ενίσχυσης με τη μορφή εισφοράς κεφαλαίου ύψους 120 δισεκατομμυρίων πεσετών, που συνοδευόταν από πλήρες αναδιαρθρωτικό και επενδυτικό πρόγραμμα με τίτλο «Στρατηγικό πρόγραμμα του ομίλου Iberia 1992-1996» (στο εξής θα αναφέρεται ως στρατηγικό πρόγραμμα). Από την άποψη της προώθησης και της ανάπτυξης της Iberia, το στρατηγικό πρόγραμμα ήταν φιλόδοξο. Βασιζόταν σε μία σημαντική γενική αύξηση της κίνησης, σε αντίθεση με την απότομη πτώση της δραστηριότητας που παρατηρήθηκε το 1991 εξαιτίας του πολέμου του Κόλπου. Εκτός από τη διεύρυνση των μεριδίων της αγοράς που κατείχε η Iberia, το σχέδιο προέβλεπε κυρίως: την ανανέωση και αύξηση του στόλου και του εξοπλισμού της εταιρείας 7 τη μείωση του προσωπικού και βελτίωση της παραγωγικότητας 7 την επέκταση των δραστηριοτήτων της εταιρείας, κυρίως προς τη Λατινική Αμερική, όπου η Iberia είχε πραγματοποιήσει μεγάλες επενδύσεις μεταξύ των ετών 1989 και 1991. Η εισφορά του κεφαλαίου στόχευε επίσης στην αποκατάσταση της τιμής του λόγου «ίδια κεφάλαια προς χρέη», που είχε υποστεί μεγάλη υποτίμηση. Η απόδοση κερδών αναμενόταν ήδη από το 1992.

Η προαναφερθείσα εισφορά κεφαλαίου ύψους 120 δισεκατομμυρίων πεσετών και το στρατηγικό πρόγραμμα που τη συνόδευε γνωστοποιήθηκαν στην Επιτροπή τον Φεβρουάριο του 1992. Με απόφαση της 22ας Ιουλίου, που διαβιβάστηκε στις ισπανικές αρχές στις 5 Αυγούστου 1992, η Επιτροπή ενέκρινε την ενίσχυση, με την επιφύλαξη τήρησης πολλών όρων που επαναλάμβαναν τις ήδη ανειλημμένες από την ισπανική κυβέρνηση σ' αυτό το πλαίσιο δεσμεύσεις. Ένας από τους όρους αυτούς ήταν ότι η ενίσχυση θα έπρεπε να είναι η τελευταία στη διάρκεια του στρατηγικού προγράμματος: «la ayuda serα la ϊltima inyecciσn de capital en forma de ayuda (aumento del capital o cualquier otra forma de ayuda) procedente se fondos pϊblicos para la duraciσn del programa (1989-96)».

Στην πραγματικότητα, το στρατηγικό σχέδιο του 1992 επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό από την κρίση στον τομέα των αερομεταφορών, που άρχισε με τον πόλεμο του Κόλπου και συνεχίστηκε το 1992 και 1993 εξαιτίας της οικονομικής ύφεσης. Ενώ το στρατηγικό σχέδιο προέβλεπε αύξηση του κύκλου εργασιών ύψους 19 % για το 1992 και 13 % για το 1993 σε τρέχουσες τιμές, στην πραγματικότητα επιτεύχθηκαν αυξήσεις 10,6 % και 4 % αντίστοιχα. Η εν λόγω απόκλιση από τις προβλέψεις οφείλεται σε υπερεκτίμηση του ρυθμού αύξησης της δραστηριότητας, που χρειάσθηκε να υποστεί διόρθωση με μείωση του αριθμού των θέσεων επιβατών-χιλιομέτρων και του συντελεστή πληρότητας (66,5 το 1992 και 1993 έναντι 67,3 και 69,1 που προβλέποντο αντιστοίχως), και κυρίως με μείωση του ανά μονάδα εσόδου, το οποίο κατά τη διάρκεια των ετών 1992 και 1993 παρουσίασε μείωση κατά 9,3 % ως προς το 1991.

Ως αποτέλεσμα της κρίσης του 1992 και 1993, η Iberia περιόρισε κυρίως την προσφορά των θέσεων επιβατών, καθώς και τις επενδύσεις της συγκριτικά με τις προβλέψεις, ελάττωσε δε τις δαπάνες της με ρυθμό ταχύτερο από το προβλεπόμενο, ενώ ταυτόχρονα βελτίωσε την παραγωγικότητά της όπως προέβλεπε το στρατηγικό σχέδιο. Εκτός από τη μείωση του προσωπικού, οι σχετικές προσπάθειες επικεντρώθηκαν στην προσφορά υπηρεσιών εδάφους και τη συντήρηση των αεροσκαφών, στην εσωτερική οργάνωση της επιχείρησης, στη βελτίωση των προς τους πελάτες προσφερομένων υπηρεσιών, στην ανανέωση του στόλου και στον αναπροσανατολισμό των εμπορευματικών μεταφορών προς αεροσκάφη όχι αποκλειστικώς φορτηγά. Από την άποψη των μέσων παραγωγής, ο όμιλος Iberia εξασφάλισε το 1993 τους στόχους παραγωγικότητας που είχε ο ίδιος ορίσει με λόγο προσφερομένων θέσεων επιβατών-χιλιομέτρων ανά εργαζόμενο της τάξεως του 1,5 εκατομμυρίου, πράγμα που αντιπροσωπεύει αύξηση 24 % ως προς το 1991. Παρ' όλα αυτά, το 1993 η παραγωγικότητα της Iberia υπολογιζόμενη σε προσφερόμενες θέσεις επιβατών-χιλιόμετρα ανά εργαζόμενο ή σε επιβάτες-χιλιόμετρα που μεταφέρονται ανά εργαζόμενο εξακολουθούσε να είναι μάλλον χαμηλότερη από εκείνη των βασικών ευρωπαίων ανταγωνιστών της.

Εξάλλου, από την άποψη του προσωπικού, στις 31 Δεκεμβρίου 1993 ο όμιλος απασχολούσε 5 000 υπαλλήλους λιγότερους από ό,τι το 1991, πράγμα που αντιπροσωπεύει μείωση του αριθμού των εργαζομένων κατά 2 066 άτομα περισσότερο από την αντίστοιχη πρόβλεψη του σχεδίου. Επίσης, η Iberia περιόρισε την προσφορά υπηρεσιών της, η οποία μετρούμενη σε προσφερόμενες θέσεις επιβατών-χιλιόμετρα αυξήθηκε ανάμεσα στο 1991 και στο 1993 μόνο κατά 3,6 % έναντι 21,4 %, μέσου όρου των ευρωπαίων αερομεταφορέων.

Σε συνδυασμό με τη χαμηλή τιμή των συντελεστών πληρότητας, οι αριθμοί αυτοί υποδηλώνουν αισθητό περιορισμό των μεριδίων της αγοράς που κατέχει η εταιρεία. Επίσης, η Iberia αναθεώρησε προς τα κάτω τις προβλέψεις της ως προς το μέγεθος του στόλου, παραιτούμενη από τη διατήρηση 120 εν λειτουργία αεροσκαφών της στον ορίζοντα του έτους 1996, καταφεύγοντας όλο και συχνότερα στις χρηματοδοτικές μισθώσεις (leasing) και τελικά εγκαταλείποντας πολλές παραγγελίες το 1994. Στο σύνολό τους, οι επενδυτικές δαπάνες των ετών 1993 και 1994 ανήλθαν σε 40 και 22,3 δισεκατομμύρια πεσέτες, έναντι αρχικών προβλέψεων 70,5 και 100,5 δισεκατομμυρίων πεσετών αντίστοιχα.

Παρ' όλα τα μέτρα αυτά και εξαιτίας της μείωσης του ανά μονάδα εσόδου, καθώς και της ανεπαρκούς ελάττωσης των αντίστοιχων δαπανών, το αποτέλεσμα της λειτουργίας της επιχείρησης (προ χρηματοοικονομικών δαπανών και εκτάκτων ζημιών) παρέμεινε κατ' εξοχήν αρνητικό τα έτη 1992 και 1993. Το συσσωρευμένο έλλειμμα εκμετάλλευσης έφθασε έτσι τα 28,9 δισεκατομμύρια πεσέτες, δηλαδή 3,3 % του κύκλου εργασιών. Παρ' όλα αυτά, χάρη στις προσπάθειες των δύο τελευταίων ετών, καθώς και στη βελτίωση των γενικών και τομεακών συγκυριών, το 1994 το αποτέλεσμα της εκμετάλλευσης παρουσίασε πλεόνασμα ύψους 6 δισεκατομμυρίων πεσετών.

Στη διάρκεια των ίδιων ετών, τα καθαρά αποτελέσματα της Iberia υπήρξαν περισσότερο αρνητικά απ' ό,τι τα αποτελέσματα εκμετάλλευσης, φθάνοντας τα ποσά των -35 δισεκατομμυρίων, -70 δισεκατομμυρίων και -41,5 δισεκατομμυρίων πεσετών για τα έτη 1992, 1993 και 1994 αντίστοιχα, λόγω του ύψους των χρηματοοικονομικών δαπανών (της τάξεως των 20 δισεκατομμυρίων ετησίως), αλλά και κυρίως λόγω των εκτάκτων ζημιών που προέκυψαν από τις συμμετοχές δραστηριότητες στη Λατινική Αμερική. Έτσι, τα έτη 1992 και 1993, μόνο οι συσσωρευμένες αυτές ζημίες, οι οποίες ουσιαστικά οφείλονταν στις δυσχέρειες που αντιμετωπίστηκαν στην πορεία ιδιωτικοποίησης της εταιρείας Aerolineas Argentinas, ανήλθαν στο ποσό των 54,2 δισεκατομμυρίων πεσετών.

Οι συσσωρευμένες ζημίες πολλών ετών επέφεραν αισθητή επιδείνωση στη διάρθρωση των ισολογισμών της εταιρείας, παρ' όλη την εισφορά κεφαλαίου ύψους 120 δισεκατομμυρίων πεσετών κατά το 1992. Έτσι, στο τέλος του 1993, ο λόγος «χρέη προς ίδια κεφάλαια» ανέρχονταν σε 4,99, ενώ στο τέλος του 1994 έφθανε την τιμή 14,72. Χωρίς εισφορά νέων κεφαλαίων, τα ίδια κεφάλαια θα καταλήξουν πιθανότατα αρνητικά στο τέλος του 1995. Η επιδείνωση της διάρθρωσης του παθητικού στον ισολογισμό της Iberia, που χαρακτηρίζεται από υποχρέωση, μεταφράζεται με μεγάλη αύξηση των χρηματοοικονομικών δαπανών: έτσι, το 1994 το οικονομικό αποτέλεσμα (σύνολο εισπραχθέντων μείον σύνολο καταβληθέντων τόκων) καθίσταται αρνητικό με ύψος περίπου 24 δισεκατομμυρίων πεσετών, δηλαδή 5,51 % του κύκλου εργασιών.

Τελικά, στο τέλος του 1994 η Iberia βρισκόταν σε λεπτή θέση. Η εταιρεία είχε επείγουσα ανάγκη από νέα κεφάλαια για να αντιμετωπίσει τις ληξιπρόθεσμες δόσεις των χρεών της και για να αποκαταστήσει μία προσήκουσα διάρθρωση στον ισολογισμό της. Όμως, η αποκατάσταση αυτή δεν θα είχε χρησιμότητα αν δεν συνοδευόταν και από αναδιάρθρωση σε βάθος των δραστηριοτήτων της επιχείρησης. Από αυτή την άποψη, εκτός από τις ζημίες που προέκυψαν από τις επενδύσεις στη Λατινική Αμερική, τα ελλείμματα της εκμετάλλευσης των ετών 1992 και 1993 παρέμεναν ιδιαίτερα ανησυχητικά, παρά το γεγονός ότι τα θετικά αποτελέσματα του 1994 ήσαν ενδεικτικά αναμφισβήτητης ανάκαμψης.

Κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις, οι ισπανικές αρχές παρουσίασαν στην Επιτροπή ένα νέο σχέδιο για την ανόρθωση της Iberia, μαζί με νέα αύξηση του κεφαλαίου της.

ΙΙ

Κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 93 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ, οι ισπανικές υπηρεσίες γνωστοποίησαν στην Επιτροπή, με επιστολή της 23ης Δεκεμβρίου 1994, το πρόγραμμα των μέτρων που στοχεύουν στην προσαρμογή της Iberia στο νέο ανταγωνιστικό περιβάλλον (Programa de Medidas de Adaptaciσn de Iberia al Nuevo Entorno Competitivo, που θα καλείται στο εξής στο παρόν κείμενο πρόγραμμα προσαρμογής). Το πρόγραμμα συνοδεύεται από εισροή κεφαλαίου ύψους 130 δισεκατομμυρίων πεσετών, η οποία δεν πραγματοποιείται απευθείας από το ισπανικό κράτος, αλλά από την εταιρεία χαρτοφυλακίου του Δημοσίου (holding) Teneo, που έχει την πλειοψηφία των μετοχών της Iberia. Το έγγραφο γνωστοποίησης πρωτοκολλήθηκε στη Γενική Γραμματεία της Επιτροπής στις 23 Δεκεμβρίου 1994 και η υπόθεση έλαβε τον αριθμό Ν 774/94.

Στις 3 Ιανουαρίου 1995, οι ισπανικές υπηρεσίες συμπλήρωσαν την ανωτέρω γνωστοποίηση, διαβιβάζοντας στην Επιτροπή τους λογαριασμούς της Iberia των ετών 1992 και 1993, ένα σημείωμα του ισπανικού Υπουργείου Μεταφορών σχετικό με την απελευθέρωση των αεροπορικών μεταφορών στην Ισπανία, καθώς και μία βεβαίωση για την απάλειψη του όρου της εθνικότητας που περιείχε προηγουμένως το άρθρο 5 του καταστατικού της Iberia. Με την ίδια αλληλογραφία, οι ισπανικές υπηρεσίες ανέφεραν ότι μέσα στις προσεχείς εβδομάδες θα διαβίβαζαν στην Επιτροπή μία ελαφρά τροποποιημένη έκδοση του προγράμματος που είχε γνωστοποιηθεί στις 23 Δεκεμβρίου 1994.

Πράγματι, στις 20 Ιανουαρίου 1995 η ισπανική κυβέρνηση διαβίβασε στην Επιτροπή την οριστική μορφή του εν λόγω προγράμματος προσαρμογής, που πρωτοκολλήθηκε στις 26 Ιανουαρίου. Σε σύγκριση με την προηγούμενη μορφή, η νέα αυτή έκδοση περιλαμβάνει τροποποιήσεις μικρής μόνο σημασίας. Προβλέπει επίσης αύξηση του κεφαλαίου ύψους 130 δισεκατομμυρίων πεσετών.

Το πρόγραμμα που κοινοποίησε η Iberia στην Επιτροπή και που εκπονήθηκε με τη βοήθεια γνωστού διεθνούς γραφείου, αναφέρεται αποκλειστικά στην εταιρεία Iberia LAE και όχι στο σύνολο των εταιρειών του ομίλου. Αποσκοπεί να προσαρμόσει την επιχείρηση στο νέο ανταγωνιστικό πλαίσιο, που χαρακτηρίζεται από μικρά έσοδα ανά μονάδα, και να εξασφαλίσει βραχυπρόθεσμα τη βιωσιμότητά της. Εκτείνεται μέχρι το 1996, συνοδεύεται από οικονομικές προβλέψεις του 1997 και περιλαμβάνει ένα σκέλος διαχείρισης και ένα οικονομικό.

Προκειμένου καταρχάς για το διαχειριστικό σκέλος, το πρόγραμμα βασίζεται σε ανάλυση των αγορών τις οποίες η Iberia θα συνεχίσει να καλύπτει σταθεροποιώντας τη θέση της, δηλαδή κυρίως της εσωτερικής ισπανικής αγοράς, της αγοράς μεταξύ Ευρώπης και Ισπανίας και εκείνης μεταξύ Ευρώπης και Λατινικής Αμερικής. Ας σημειωθεί ότι στο πρόγραμμά της, που κοινοποιήθηκε ως άνω στο τέλος του 1994 και στην αρχή του 1995, η εταιρεία θεωρεί ευνοϊκές τις μελλοντικές προοπτικές της αγοράς μεταφορών μεταξύ της Ευρώπης και της Λατινικής Αμερικής και ότι, κατά συνέπεια, σκοπεύει να διατηρήσει ολόκληρη τη λατινοαμερικανική στρατηγική της, η οποία επέβαλε ορισμένες συμπληρωματικές επενδύσεις, και κυρίως την κατά το 1994 αύξηση της συμμετοχής της στο κεφάλαιο της Aerolνneas Argentinas από 30 % σε 83,35 %, μετά από τη συρρίκνωση της σχετικής δέσμευσης του αργεντινού κράτους. Εξάλλου, η εταιρεία θα συνεχίσει να εξυπηρετεί τη Βόρειο Αμερική και την Άπω Ανατολή. Θα κλείσουν μόνο ορισμένες ελλειμματικές γραμμές στην Ευρώπη.

Ο κύκλος εργασιών της εταιρείας υπολογίστηκε σε ετήσια βάση μέχρι το 1996 λαμβάνοντας υπόψη, για κάθε αγορά, τις προοπτικές εξέλιξης βάσει στοιχείων της ΙΑΤΑ (Διεθνούς Ένωσης Αεροπορικών Μεταφορών) και της ΑΕΑ (Ένωσης Ευρωπαϊκών Εταιρειών Αεροπλοΐας), τις προβλέψεις για τα μερίδια αγοράς της Iberia (συνολικά σε κατιούσα πορεία κατά τη συγκεκριμένη περίοδο), τους συντελεστές πληρότητας της εταιρείας (σε ελαφρά ανοδική πορεία) και το ανά μονάδα έσοδο (σε πτώση). Έτσι το σύνολο των προσφερομένων υπηρεσιών της Iberia σε θέσεις επιβατών-χιλιόμετρα, μετά την πτώση που παρατηρήθηκε ήδη το 1993 στον αριθμό 36,790 δισεκατομμύρια, θα ανερχόταν σε 33,709 δισεκατομμύρια το 1994 και σε 35,858 δισεκατομμύρια το 1996. Παρόμοιοι υπολογισμοί έγιναν και για τα έσοδα από τις μεταφορές εμπορευμάτων (σε άνοδο), από την παροχή υπηρεσιών εδάφους (σε πτώση, σε σταθερό νόμισμα) και από τις υπηρεσίες συντήρησης (σε πτώση).

Είναι γεγονός ότι το πρόγραμμα βασίζεται σε μία στρατηγική περισσότερο συνετή και λιγότερο επεκτατική από εκείνη του στρατηγικού σχεδίου του 1992. Ενώ εκείνο προέβλεπε ικανοποιητική αύξηση της κίνησης, κυρίως προς τη Λατινική Αμερική, καθώς και έσοδα που θα υπερέβαιναν την αύξηση των δαπανών, το πρόγραμμα που κοινοποιήθηκε στην αρχή του 1995, στοχεύοντας στην εξασφάλιση της βιωσιμότητας της εταιρείας, βασίζεται κυρίως στον περιορισμό του κόστους παραγωγής, με τη στάθμη των δραστηριοτήτων της εταιρείας σε ελαφρά μόνο άνοδο. Πράγματι, λαμβάνοντας υπόψη μία ελαφρά ανοδική πορεία των αναμενομένων εσόδων, το πρόγραμμα προβλέπει προπαντός τρεις μεγάλες σειρές μέτρων για τη μείωση των δαπανών, ώστε να αποκατασταθεί ένα σαφώς θετικό αποτέλεσμα εκμετάλλευσης. Καταρχάς, η εταιρεία θα συμπιέσει τις δαπάνες προσωπικού. Έτσι, μεταξύ των ετών 1994 και 1997, το προσωπικό της Iberia θα μειωθεί κατά 3 500 άτομα, με προγραμματισμένες συνταξιοδοτήσεις και με εθελούσιες εξόδους. Η εν λόγω μείωση, που αντιπροσωπεύει το 14 % του ενεργού προσωπικού της επιχείρησης κατά το τέλος του 1993, θα δημιουργήσει μεν έκτακτες δαπάνες ύψους 32,2 δισεκατομμυρίων πεσετών, αλλά θα συνεπάγεται ετήσια μείωση του κόστους εκμετάλλευσης ύψους 20,2 δισεκατομμυρίων πεσετών. Εξάλλου, και αναφορικά με τη μισθοδοσία, προβλέπεται η λήψη των ακόλουθων μέτρων:

- την 1η Ιανουαρίου 1995, μείωση των μισθών ποσού ίσου προς το 8,3 % του συνόλου του μισθολογίου, που θα κυμαίνεται μεταξύ 3 % και 15 %, ανάλογα με την κατηγορία του προσωπικού (αναμενόμενες οικονομίες: 9,7 δισεκατομμύρια πεσέτες),

- κατά μήνα Ιανουάριο 1995 και 1996, καταβολή στους εργαζόμενους δύο ποσών 5,3 δισεκατομμυρίων πεσετών έκαστο, ως αποζημίωση για το πάγωμα των μισθών των ετών 1993 και 1994,

- πάγωμα των μισθών για τα έτη 1995 και 1996,

- επάνοδο σε ισχύ διαφόρων μη μισθοδοτικών παροχών του προσωπικού, που αντιπροσωπεύουν ποσό 2,5 δισεκατομμυρίων πεσετών από τις πραγματοποιούμενες ετήσιες οικονομίες.

Στη συνέχεια, Iberia θα προβεί σε μείωση κατά 15,4 δισεκατομμύρια πεσέτες του ποσού των «διαπραγματεύσιμων» δαπανών της, οι οποίες σήμερα ανέρχονται σε 165,9 δισεκατομμύρια πεσέτες ετησίως και αντιπροσωπεύουν το 38 % του συνόλου των δαπανών εκμετάλλευσης της εταιρείας. Έχει ήδη τεθεί σε εφαρμογή ειδικό πρόγραμμα περιορισμού των εν λόγω δαπανών με ονομασία PREGA (Programa de Reducciσn de Gastos), με σκοπό την εξοικονόμηση 4,9 και 10,5 δισεκατομμυρίων πεσετών κατά τα έτη 1994 και 1995 αντίστοιχα. «Διαπραγματεύσιμες» δαπάνες είναι οι ελεγχόμενες δαπάνες που απορρέουν από διαπραγματεύσεις με τρίτους, κυρίως προκειμένου για την προμήθεια αγαθών και υπηρεσιών. Δηλαδή: δαπάνες για την αγορά καυσίμων ή, προκειμένου για υπηρεσίες, για τη στέγαση του ιπταμένου προσωπικού, τον καθαρισμό των αεροσκαφών, τη συντήρηση κ.λπ. Το πρόγραμμα PREGA απέδωσε σημαντικά αποτελέσματα το 1994, δεδομένου ότι επιτεύχθηκαν πρόσθετες οικονομίες 315 εκατομμυρίων πεσετών πέραν του ποσού του αρχικού στόχου.

Τέλος, στις προαναφερθείσες προσπάθειες για τον περιορισμό των δαπανών προστίθεται και μία καλύτερη διαχείριση του στόλου της Iberia, αφενός μεν με συχνότερες μισθώσεις αεροσκαφών (leasing), πράγμα που ενισχύει την ευελιξία της διάρθρωσης των δαπανών, και αφετέρου, κυρίως, με ελάττωση του αριθμού των σκαφών της εταιρείας μετά από ακυρώσεις ή μεταθέσεις παραγγελιών. Από τον αριθμό 120 το 1993, το πλήθος των αεροσκαφών θα μειωνόταν στα 99 το 1995, ενώ το 1997 θα ανερχόταν σε 104. Παράλληλα με τον περιορισμό των δαπανών, το πρόγραμμα στοχεύει στη μεγιστοποίηση των εσόδων της Iberia με τις ακόλουθες δράσεις:

- εφαρμογή μηχανογραφικών συστημάτων διαχείρισης του δικτύου και των δρομολογίων, που θα επιτρέψουν τη βελτιστοποίηση των αναμενομένων εισπράξεων στο επίπεδο του ομίλου και των θυγατρικών εταιρειών. Τα εν λόγω συστήματα λαμβάνουν πάντοτε υπόψη και προσαρμόζουν ανάλογα τις τιμές των εισιτηρίων, τις θέσεις επιβατών που διατίθενται σε κάθε αεροσκάφος, τα δρομολόγια, τη διάταξη των δικτύων κ.λπ,

- βελτίωση της αποτελεσματικότητας του προσωπικού πωλήσεων όλων των καταστημάτων της εταιρείας με καλύτερη ενημέρωση, παροχή κινήτρων, ενίσχυση της υπευθυνότητας και απαιτήσεις αυξημένων προσόντων του εν λόγω προσωπικού.

Βάσει του συνόλου των προαναφερθέντων στοιχείων, το πρόγραμμα που διαβιβάστηκε στην Επιτροπή προβλέπει ουσιαστικά βελτιωμένο οικονομικό αποτέλεσμα από την εκμετάλλευση της Iberia, που ήδη από το 1995 αναμένεται να είναι θετικό και να ανέλθει σε 16,6 δισεκατομμύρια πεσέτες, ενώ το 1997 θα φθάσει τα 28,8 δισεκατομμύρια πεσέτες. Όσο για το καθαρό αποτέλεσμα της εταιρείας, μόλις που προβλέπεται να καταστεί θετικό το 1996 (0,19 δισεκατομμύρια πεσέτες), ενώ το 1997 αναμένεται να είναι 7,92 δισεκατομμύρια, δεδομένου ότι θα εξακολουθήσουν οι έκτακτες ζημίες.

Αναφορικά με το οικονομικό σκέλος, το πρόγραμμα προβλέπει κυρίως ενίσχυση του κεφαλαίου με ποσό 130 δισεκατομμυρίων πεσετών από την εταιρεία συμμετοχών (holding) Teneo για το έτος 1995, όταν θα έχουν τεθεί σε πλήρη εφαρμογή τα μέτρα που στοχεύουν στη μείωση των δαπανών. Σύμφωνα με τις ισπανικές αρχές, η εισροή αυτή του κεφαλαίου στην Iberia είναι απαραίτητη, δεδομένου ότι μόνη της η βελτίωση των αποτελεσμάτων εκμετάλλευσης δεν θα αρκούσε για την αποκατάσταση υγιούς οικονομικής διάρθρωσης της εταιρείας. Εξάλλου, και δεδομένου ότι η Iberia έχει ήδη από το προηγούμενο σχέδιο του 1991 μεταβιβάσει κάθε στοιχείο ενεργητικού που ήταν περισσότερο ξένο προς τις αεροπορικές μεταφορές, δεν θα είχε πλέον το περιθώριο να προβεί σε πρόσθετες παραχωρήσεις ενεργητικού χωρίς να θίξει τον πυρήνα της δραστηριότητάς της (core business). Έτσι, και πάντοτε σύμφωνα με τις ισπανικές αρχές, μόνον εξωτερική χρηματοδότηση είναι δυνατό να γίνει. Η εισροή του ποσού των 130 δισεκατομμυρίων πεσετών θα επιτρέψει την εφαρμογή των διαχειριστικών μέτρων που περιγράφηκαν ανωτέρω και την αποκατάσταση της οικονομικής ευρωστίας της επιχείρησης. Με τον τρόπο αυτό, θα καταστεί δυνατή κατά τη λήξη του προγράμματος η εισροή ιδιωτικών κεφαλαίων στην εταιρεία, η οποία θα είναι τότε σε θέση να πραγματοποιήσει διανομή μερισμάτων. Όμως, από το 1995 μέρος των υπαλλήλων της Iberia θα γίνουν εν μέρει και μέτοχοι της επιχείρησης.

Ο υπολογισμός του ποσού των 130 δισεκατομμυρίων πεσετών βασίστηκε στην ανάγκη ικανοποίησης δύο στόχων:

- αφενός τη διασφάλιση καταβολής του κόστους του προγράμματος περιορισμού του προσωπικού της Iberia, που ανέρχεται στο ποσό των 32,2 δισεκατομμυρίων πεσετών (βλέπε ανωτέρω),

- αφετέρου την εξυγίανση της οικονομικής διάρθρωσης της επιχείρησης, έναντι ποσού 97,8 δισεκατομμυρίων πεσετών. Χάρη στο ποσό αυτό, ο λόγος «χρέη προς ίδια κεφάλαια», αναμένεται να συρρικνωθεί στην τιμή 1,48 το 1996, ενώ το 1997 στο 1,17. Κατ' ακολουθία, ο περιορισμός των οφειλών θα οδηγήσει τις χρηματοοικονομικές δαπάνες σε λογικά πλαίσια, δεδομένου ότι ο λόγος «χρηματοοικονομικές δαπάνες προς κύκλο εργασιών» αναμένεται να μειωθεί από το 7,4 % του 1994 σε 3,6 % το 1996.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η ισπανική κυβέρνηση παρέταξε ένα πλήθος επιχειρημάτων υπέρ του προγράμματος προσαρμογής της Iberia. Επισημαίνεται κατ' αρχάς ότι η εταιρεία υλοποίησε το σύνολο των μέτρων που προέβλεπε το στρατηγικό σχέδιο του 1992. Η ισπανική κυβέρνηση υπογραμμίζει επίσης ότι τηρήθηκαν οι διάφορες προϋποθέσεις από τις οποίες είχε εξαρτήσει η Επιτροπή την έγκριση της εν λόγω ενίσχυσης.

Στη συνέχεια, οι ισπανικές αρχές επισημαίνουν ότι, στη διάρκεια των ετών 1992 και 1993, τα οικονομικά αποτελέσματα της Iberia επηρεάστηκαν από τις εξής έκτακτες και απρόβλεπτες περιστάσεις που ανάγονταν σε παράγοντες εξωγενείς προς την επιχείρηση και τη διαχείρισή της:

- την οικονομική ύφεση, η οποία όξυνε τις επιπτώσεις του πολέμου του Κόλπου στον τομέα των αερομεταφορών, καθώς μεταφράστηκε με πτώση των τιμών των εισιτηρίων, και η οποία αποδείχθηκε ιδιαίτερα έντονη στην Ισπανία,

- την κρίση του Ευρωπαϊκού Νομισματικού Συστήματος, που από το καλοκαίρι του 1992 έχει προκαλέσει σημαντική υποτίμηση του ισπανικού νομίσματος,

- την προοπτική απελευθέρωσης των αεροπορικών μεταφορών στην εσωτερική ισπανική αγορά,

- τις δυσχέρειες που αντιμετωπίστηκαν στην πορεία ιδιωτικοποίησης των θυγατρικών εταιρειών της Νοτίου Αμερικής (κυρίως της Aerolineas Argentinas).

Τέλος, οι ισπανικές υπηρεσίες υποστηρίζουν ότι το πρόγραμμα που παρουσιάστηκε στην Επιτροπή, και που έχει ήδη εξασφαλίσει την έγκριση των κοινωνικών εταίρων, δεν παρουσιάζει χαρακτηριστικά οικονομικής ενίσχυσης με την έννοια του άρθρου 92 παράγραφος 1 της συνθήκης, δεδομένου ότι:

- βασίζεται αποκλειστικά σε κριτήρια διαχείρισης που εγγυώνται βραχυπρόθεσμα την οικονομική και χρηματοοικονομική αποδοτικότητα της επιχείρησης,

- η μετάγγιση κεφαλαίου που το συνοδεύει δεν συνιστά εισροή κρατικών πόρων, εφόσον διενεργείται από την εταιρεία Teneo, η οποία αποτελεί φορέα ανεξάρτητο από τον κρατικό προϋπολογισμό. Τα διάφορα αυτά επιχειρήματα διευκρινίζονται εκτενέστερα σε υπόμνημα που υποβλήθηκε στην Επιτροπή από τις ισπανικές αρχές στις 16 Φεβρουαρίου 1995. Με το υπόμνημα, οι αρχές επιμένουν ιδιαίτερα στη διαρθρωτική κρίση των αεροπορικών μεταφορών, καθώς και στις πολιτικές και νομικές πτυχές της υπόθεσης. Προσθέτουν ότι η εν λόγω επέμβαση συμβιβάζεται από κάθε άποψη με την κοινή αγορά, λαμβανομένης υπόψη της αποκατάστασης της βιωσιμότητας της επιχείρησης, του περιορισμού του δυναμικού που προβλέπει το πρόγραμμα και της αναγκαιότητας της εν λόγω μετάγγισης κεφαλαίου.

Αναφορικά με το σύνολο των πληροφοριακών στοιχείων που συνόδευαν την κοινοποίηση της ενίσχυσης, η Επιτροπή αποφάσισε την 1η Μαρτίου 1995 να κινήσει τη διαδικασία που προβλέπει η παράγραφος 2 του άρθρου 93 της συνθήκης προκειμένου για τη νέα αύξηση κεφαλαίου με ποσό 130 δισεκατομμυρίων πεσετών υπέρ της εταιρείας Iberia. Η εν λόγω κίνηση διαδικασίας υπήρξε αποτέλεσμα του χαρακτήρα της μετάγγισης κεφαλαίου που θα υλοποιούσε η εταιρεία χαρτοφυλακίου (holding) Teneo, η οποία θα ήταν δυνατό να χαρακτηρισθεί ως κρατικός πόρος κατά την έννοια της παραγράφου 1 του άρθρου 92 της συνθήκης, καθώς και των αντιστοίχων σοβαρών αμφιβολιών που έτρεφε η Επιτροπή αναφορικά με:

- την ύπαρξη ενίσχυσης, λαμβανομένου υπόψη ότι οι πιθανότητες να αμειφθεί με ικανοποιητικό τρόπο η χρηματοδοτική προσπάθεια της Teneo ήταν μικρές,

- τη δυνατότητα να αποδοθεί σε ενδεχόμενη ενίσχυση το προνόμιο μιάς από τις παρεκκλίσεις που προβλέπονται από τις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 92 της συνθήκης. Η Επιτροπή εξέφρασε σχετικά έντονες επιφυλάξεις ως προς την τυχόν ύπαρξη εξαιρετικών και απρόβλεπτων περιστάσεων εξωγενών προς την επιχείρηση, περιστάσεων που θα ήταν δυνατό να συνεπάγονται εφαρμογή του όρου που απορρέει από την απόφασή της της 22ας Ιουλίου 1992 προκειμένου για μη ύπαρξη νέας ενίσχυσης πριν από την ολοκλήρωση του στρατηγικού σχεδίου, που προβλεπόταν για το 1996. Επιπλέον, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι, εν πάση περιπτώσει, δεν διέθετε στοιχεία που να οδηγούν στο συμπέρασμα ότι συνέτρεχαν σχετικά οι λόγοι τους οποίους θεωρεί γενικά ως απαραίτητες προϋποθέσεις προκειμένου για την έγκριση αναδιαρθρωτικής ενίσχυσης.

Στην απόφασή της για την κίνηση της διαδικασίας, η Επιτροπή ανέφερε επίσης ρητά ότι σκόπευε να χρησιμοποιήσει τις υπηρεσίες ενός ή περισσοτέρων συμβούλων, ώστε να συγκεντρώσει τα στοιχεία που θα επέτρεπαν οριστική κρίση σε πολλά από τα ζητήματα για τα οποία η ίδια είχε εκφράσει αμφιβολίες, καθώς και στο γενικό πλαίσιο της συγκεκριμένης υπόθεσης.

Με επιστολή της 9ης Μαρτίου 1995, η Επιτροπή γνωστοποίησε στην ισπανική κυβέρνηση την απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία και ζήτησε από αυτή να υποβάλει τις παρατηρήσεις της. Η εν λόγω επιστολή δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (1), τα δε λοιπά κράτη μέλη και τα ενδιαφερόμενα μέρη εκλήθησαν να υποβάλουν και αυτά τις παρατηρήσεις τους, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 93 της συνθήκης.

ΙΙΙ

Με έγγραφο της 10ης Απριλίου 1995, οι ισπανικές αρχές υπέβαλαν τις παρατηρήσεις τους σε συνέχεια της από 9 Μαρτίου 1995 επιστολής της Επιτροπής, με την οποία η τελευταία τους ανακοίνωνε την απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία. Οι παρατηρήσεις αυτές αναφέρονται στην παρουσίαση των γεγονότων που γίνεται στην εν λόγω επιστολή, στην ύπαρξη στοιχείων για την ενίσχυση, στις δυνατότητες εξασφάλισης και δεύτερης ενίσχυσης και τέλος στο συμβιβάσιμο της προβλεπόμενης αύξησης κεφαλαίου με την κοινή αγορά.

Καταρχάς, ως προς την παρουσίαση του θέματος από την Επιτροπή στην από 9 Μαρτίου 1995 επιστολή της, οι ισπανικές αρχές υπενθυμίζουν ότι τα έσοδα της εταιρείας δεν εμφανίζονται αισθητά χαμηλότερα από το μέσο όρο των εσόδων των ευρωπαίων ανταγωνιστών της. Υπενθυμίζουν ακόμη ότι το έλλειμμα εκμετάλλευσης της Iberia ουσιαστικά δεν εμφανίστηκε παρά μόνο στη διάρκεια των τριών τελευταίων ετών, ενώ μεταξύ των ετών 1986 και 1994 τα αποτελέσματα εκμετάλλευσης της Iberia ήταν στο σύνολό τους θετικά, ανήλθαν δε στο ποσό των 12,4 δισεκατομμυρίων πεσετών.

Η ισπανική κυβέρνηση επικρίνει επίσης την παρουσίαση του σχεδίου, υποστηρίζοντας ότι δεν εμφανίζεται το γεγονός πως στα επόμενα χρόνια η Iberia θα περιορίσει πράγματι την έκταση των προσφερομένων υπηρεσιών της, ότι δεν προβάλλονται αρκετά οι προσπάθειες για την παραγωγικότητα και για τη μείωση των δαπανών «υπό έλεγχο», και ότι δεν αναφέρονται δεόντως οι περιορισμοί των δαπανών προσωπικού. Σχετικά με το τελευταίο, οι ισπανικές υπηρεσίες επισημαίνουν ότι, το 1996, οι ονομαστικοί μισθοί όλων των κατηγοριών του προσωπικού της Iberia θα είναι τελικά χαμηλότεροι από εκείνους του 1992 κατά 8,3 %. Τέλος, κατά τη γνώμη των ισπανικών αρχών η παραγωγικότητα της Iberia υπήρξε κατά το 1993 συγκρίσιμη με εκείνη των κυριότερων ευρωπαίων ανταγωνιστών της.

Κατά δεύτερο λόγο, όσον αφορά την ύπαρξη χαρακτηριστικών ενίσχυσης, η ισπανική κυβέρνηση επανέρχεται, αναπτύσσοντας τα δύο επιχειρήματα που είχε χρησιμοποιήσει στην ανακοίνωση, για να αρνηθεί σχετικά με την ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης με την έννοια της παραγράφου 1 του άρθρου 92 της συνθήκης:

- αφενός υποστηρίζει ότι τα κεφάλαια που προέρχονται από την εταιρεία Teneo δεν είναι δυνατό να θεωρηθούν ως ενίσχυση, εφόσον η Teneo είναι ανώνυμος εταιρεία υποκείμενη εξ ολοκλήρου στο ιδιωτικό δίκαιο, το οποίο διέπει τις επιχειρήσεις του ομίλου της αποκλειστικά με οικονομικά κριτήρια. Έτσι, κατά την ισπανική κυβέρνηση, η Teneo δεν εισέπραξε καμία χρηματική παροχή από το κράτος προκειμένου να υλοποιήσει την υπόψη ενέργεια, έλαβε δε μόνη της την απόφαση για την επένδυση,

- αφετέρου η ισπανική κυβέρνηση επισημαίνει ότι η υπόψη ενέργεια εγγράφεται στη συνολική στρατηγική της Teneo, η δε τελευταία ενεργεί ως εταιρεία χαρτοφυλακίου (holding) υπό συνθήκες ανταγωνισμού, ενώ διοικεί τον όμιλό της με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, λαμβάνει δε υπόψη το σύνολο των συνεργιών, στο μέτρο που η αύξηση κεφαλαίου συνοδεύεται από ένα συνεκτικό, ρεαλιστικό και βιώσιμο σχέδιο αναδιάρθρωσης,

- τρίτο, προκειμένου για τη δυνατότητα καταβολής και δεύτερης ενίσχυσης, οι ισπανικές υπηρεσίες υποστηρίζουν καταρχάς ότι η Επιτροπή δεν μπορεί να βασισθεί έγκυρα στο οτι δεν συντρέχουν ενδεχομένως εξαιρετικές και απρόβλεπτες περιστάσεις, ξένες προς την εταιρεία, ώστε να αρνηθεί δεύτερη παροχή ενίσχυσης. Είναι γεγονός ότι η απόφαση της Επιτροπής της 22ας Ιουλίου 1992 σχετικά με την αύξηση κεφαλαίου κατά ποσό 120 δισεκατομμυρίων πεσετών βασιζόταν στα κριτήρια που όριζε το υπόμνημα του 1984. Με αυτή τη βάση, η ισπανική κυβέρνηση δεσμεύτηκε το 1992 να μην παραχωρήσει περαιτέρω ενίσχυση στην Iberia μέσα στη διάρκεια του προγράμματος. Έτσι, και πάντοτε σύμφωνα με τις ισπανικές αρχές, η Επιτροπή δεν θα μπορούσε να θέσει ξαφνικά σε εφαρμογή νέα κριτήρια, όπως η μη ύπαρξη εξαιρετικών, απρόβλεπτων και εξωγενών περιστάσεων, χωρίς να παραβιάσει τις θεμελιώδεις αρχές της ασφάλειας του δικαίου, της ισότητας, της μη αναδρομικότητας και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Οι ισπανικές αρχές καταλήγουν ότι η Επιτροπή οφείλει να συνεχίσει να βασίζεται στα κριτήρια του υπομνήματος του 1984 και ότι δεν μπορεί να εφαρμόζει αναδρομικά τις κατευθυντήριες γραμμές που χαράχτηκαν το 1994, και που δεν έχουν εφαρμογή στη συγκεκριμένη περίπτωση. Υπογραμμίζουν ότι απομένει στην Επιτροπή να ασκήσει πλήρως τις αρμοδιότητές της και να εξετάσει το νέο πρόγραμμα στο σύνολό του, χωρίς να σταματά στο ερώτημα κατά πόσο συντρέχουν ή όχι εξαιρετικές και απρόβλεπτες περιστάσεις, εξωγενείς προς την επιχείρηση.

Στη συνέχεια, η ισπανική κυβέρνηση υποστηρίζει ότι οι τέσσερις περιστάσεις που προβάλλει πληρούν εν πάση περιπτώσει την τριπλή συνθήκη για την οποία πρόκειται. Κατά τη γνώμη της, το κριτήριο των εξαιρετικών, απρόβλεπτων και εξωγενών περιστάσεων δεν θα έπρεπε να συγχέεται με τους περί συμβιβάσιμους όρους που προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου 92 παράγραφος 2 στοιχείο β) της συνθήκης (ζημίες που προκαλούνται από φυσικές θεομηνίες ή από άλλες εξαιρετικές περιστάσεις), και επομένως έχει λιγότερο αναγκαστικό χαρακτήρα. Η ισπανική κυβέρνηση απαριθμεί ακόμη διεξοδικά τους λόγους για τους οποίους εκτιμά ότι η οικονομική κρίση των ετών 1992 και 1993, η υποτίμηση της πεσέτας τις ίδιες χρονιές, οι δυσχέρειες που αντιμετωπίστηκαν κατά την ιδιωτικοποίηση της Arsa και η αποδέσμευση της ισπανικής αγοράς συνιστούν κατά τη δική της κρίση περιστάσεις με χαρακτήρα εξαιρετικό, απρόβλεπτο και ξένο προς την Iberia. Τέλος, η ισπανική κυβέρνηση προβάλλει το επιχείρημα ότι, ακόμη και αν καμία από τις τέσσερις ανωτέρω περιστάσεις δεν διέθετε χαρακτήρα εξαιρετικό, εξωγενή και απρόβλεπτο, η συσσώρευση και η συγκυρία τους θα παρουσίαζε ασφαλώς τέτοιο χαρακτήρα.

Τέλος, και προκειμένου για το συμβιβάσιμο ενδεχόμενης ενίσχυσης με την κοινή αγορά, οι ισπανικές υπηρεσίες θεωρούν ότι το πρόγραμμα που υποβλήθηκε στην Επιτροπή περιέχει όλα τα στοιχεία με τα οποία αποδεικνύεται ότι πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις που θέτει η Επιτροπή για χορήγηση εξαίρεσης βάσει του άρθρου 92 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης.

IV

Με την έναρξη της διαδικασίας, οι κυβερνήσεις του Ηνωμένου Βασιλείου, της Δανίας, της Ολλανδίας, της Νορβηγίας και της Σουηδίας, πολλές αεροπορικές εταιρείες ανταγωνιστικές της Iberia και συγκεκριμένα η Air UK, η American Airlines, η British Airways και η Euralair, καθώς και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη, όπως π.χ. η Teneo, η SNECMA, ο συνδικαλιστικός φορέας SEPLA του προσωπικού της εταιρείας Viva Air και η Ένωση Αεροπορικών Εταιρειών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ACE), υπέβαλαν παρατηρήσεις για την υπόθεση. Παρατηρήσεις υπέβαλαν συνολικά 17 διαφορετικά ενδιαφερόμενα μέρη, οκτώ από τα οποία ήσαν αεροπορικές εταιρείες. Όλα τα μέρη, με εξαίρεση την Teneo και τη SNECMA ενέκριναν την απόφαση της Επιτροπής να κινήσει τη διαδικασία που προβλέπεται από το άρθρο 93 παράγραφος 2 της συνθήκης και έθεσαν πολλά ερωτήματα αναφορικά με τις αμφιβολίες που είχαν διατυπωθεί στην ανωτέρω απόφαση. Μόνο η εταιρεία χαρτοφυλακίου Teneo ανέφερε ότι η εισροή του κεφαλαίου δεν συνιστούσε ενίσχυση, τονίζοντας ειδικότερα τη στρατηγική της ως ομίλου εταιρειών, καθώς και την οικονομική της ανεξαρτησία και τη διοικητική της αυτοτέλεια έναντι του ισπανικού κράτους. Επίσης χαρακτήρισε το κριτήριο εξαιρετικών, απρόβλεπτων και εξωγενών περιστάσεων ως εξειδικευμένο στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας και αντίθετο στις βασικές αρχές της μη αναδρομικότητας και της νομικής εξασφάλισης. Όσον αφορά δε την κατασκευάστρια κινητήρων SECMA, που προμηθεύει τις μεγάλες βιομηχανίες κατασκευής των αεροσκαφών που χρησιμοποιούν οι ευρωπαίοι αερομεταφορείς, διατύπωσε την άποψη ότι η εξέλιξη των συγκυριών από το 1991 έως το 1994 υπήρξε ασφαλώς εξαιρετική και απρόβλεπτη, κυρίως εξαιτίας της βραδύτητας της ανάκαμψης.

Στα υπομνήματά τους, τα κράτη που υπέβαλαν παρατηρήσεις υποδεικνύουν ότι οι ρυθμίσεις της συνθήκης που αναφέρονται στις κρατικές ενισχύσεις πρέπει να εφαρμόζονται με αυστηρότητα στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας, ύστερα από τη θέση σε ισχύ των διατάξεων της τρίτης δέσμης για την απελευθέρωση [κανονισμοί (ΕΟΚ) αριθ. 2407/92, αριθ. 2408/92 και αριθ. 2409/92 του Συμβουλίου (2)]. Η Ολλανδία ειδικότερα υπογράμμισε ότι με τις ενισχύσεις επιβάλλεται κύρωση στις επιχειρήσεις που κατόρθωσαν να ανασυγκροτηθούν με ίδια μέσα, χωρίς να τους χορηγηθεί καμία κρατική επιδότηση. Σε γενικές γραμμές, τα πέντε κράτη εγκρίνουν στην προκειμένη περίπτωση την κίνηση της διαδικασίας και συμμερίζονται τις αμφιβολίες που διατύπωσε σχετικά η Επιτροπή, τονίζοντας ειδικότερα:

- την ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης κατά την έννοια της παραγράφου 1 του άρθρου 92 της συνθήκης από τη στιγμή που, αφενός, η Teneo είναι δημόσια επιχείρηση υπό τον έλεγχο του Δημοσίου, και αφετέρου δεν πληρούνται στην προκειμένη περίπτωση το κριτήριο ορθολογικού επενδυτή υπό συνθήκες οικονομίας αγοράς,

- τη μη ύπαρξη περιστάσεων εξαιρετικών, απρόβλεπτων και εξωγενών προς την Iberia ως αιτιών των δυσχερειών της. Ως προς το σημείο αυτό, το Ηνωμένο Βασίλειο ειδικότερα διευκρινίζει ότι η ύφεση των ετών 1992-1993 αποτελεί κανονικό περιοδικό φαινόμενο, ότι δεν έχουν τεκμηριωθεί επιπτώσεις από την υποτίμηση της πεσέτας στους λογαριασμούς της Iberia, ενώ υπάρχουν και τεχνικές για κάλυψη από συναλλαγματικούς κινδύνους, ότι η απελευθέρωση των αεροπορικών μεταφορών υπήρξε διαδικασία συνεχής και προβλέψιμη από τη δεκαετία του '80, και ότι, τέλος, οι επενδύσεις της Iberia στη Λατινική Αμερική, συνιστούσαν ευθύς εξαρχής στρατηγική με υψηλούς κινδύνους,

- το γεγονός ότι, υπ' αυτές τις συνθήκες, η θετική στάση της Επιτροπής το 1992 ως προς μια πρώτη και τελευταία βοήθεια από 120 δισεκατομμύρια πεσέτες έρχεται σε αντίθεση με τη χορήγηση οποιασδήποτε συμπληρωματικής ενίσχυσης.

Το Ηνωμένο Βασίλειο και η Δανία αναφέρουν συμπληρωματικά ότι το μέρος της βοήθειας που θα καταβαλλόταν για κοινωνικούς λόγους θα μπορούσε επίσης να θεωρηθεί ότι νοθεύει τον ανταγωνισμό. Επιπλέον, για το Ηνωμένο Βασίλειο, η εν λόγω ενέργεια μεταβάλλει τις συνθήκες ανταλλαγών στο εσωτερικό της Κοινότητας, αντίθετα προς το κοινό συμφέρον, και ειδικότερα στην πολύ σημαντική αγορά των ναυλωμένων πτήσεων (charter) προς την Ισπανία. Τέλος, η Ολλανδία εκτιμά ότι σε κάθε περίπτωση, η ενίσχυση δεν θα γινόταν αποδεκτή παρά μόνο υπό την προϋπόθεση ότι θα συνοδευόταν από αυστηρούς όρους αναφορικά με την εκποίηση ενεργητικού, την ελάττωση της δυναμικότητας, την απαγόρευση να πραγματοποιηθούν επενδύσεις σε άλλες αεροπορικές εταιρείες κ.λπ.

Τα διάφορα αυτά σημεία εμφανίζονται επίσης στα σχόλια των αεροπορικών εταιρειών, του συνδικαλιστικού φορέα SEPLA του προσωπικού της εταιρείας Viva Air και της ACE. Ειδικότερα, η British Airways παρουσίασε μελέτη του γραφείου συμβούλων Avmark που στόχευε να αποδείξει ότι δεν συντρέχουν περιστάσεις εξαιρετικές, απρόβλεπτες και εξωγενείς ως προς την Iberia στις οποίες οφείλονται οι δυσχέρειές της. Εξάλλου, τα ενδιαφερόμενα αυτά μέρη παρουσίασαν συμπληρωματικά στοιχεία ζητώντας από την Επιτροπή να αντιταχθεί στην εισροή κεφαλαίων προς την Iberia. Έτσι η εταιρεία Pan Air, ο συνδικαλιστικός φορέας SEPLA του προσωπικού της Viva Air και η ACE ανησυχούν μήπως η Iberia χρησιμοποιήσει τα ποσά που θα της καταβληθούν υπό μορφή ενίσχυσης για να αποδυθεί σε πόλεμο τιμών. Οι British Midland, British Airways, Euralair, American Airlines, SAS και ο συνδικαλιστικός φορέας SEPLA του προσωπικού της Viva Air υποστηρίζουν ότι κατά τη γνώμη τους το σχέδιο προσαρμογής είναι μάλλον αναξιόπιστο και ανεπαρκές για να εξασφαλίσει μετά από κάποιο διάστημα τη βιωσιμότητα της Iberia. Επιμένουν στο θέμα του υψηλού κόστους παραγωγής, στους κινδύνους που συνεπάγεται η λατινοαμερικανική στρατηγική, στο αδικαιολόγητο, από οικονομική άποψη, της εκ νέου εξυπηρέτησης από την Iberia τακτικών γραμμών που εκμεταλλεύεται επιτυχώς η Viva Air. Ο συνδικαλιστικός φορέας SEPLA του προσωπικού της Viva Air υποστηρίζει επίσης ότι η Iberia δεν διοικούνταν σύμφωνα με τις βασικές αρχές της οικονομίας της αγοράς. Η British Airways και η Euralair εκτιμούν, εξάλλου, ότι δεν φαίνεται να είναι απαραίτητη η ενίσχυση για την υλοποίηση του προγράμματος, από τη στιγμή κατά την οποία η Iberia μπορεί να καταφύγει σε εκποίηση στοιχείων ενεργητικού ή να μειώσει ακόμη περισσότερο το κόστος εκμετάλλευσης. Εξάλλου, η ACE, καθώς και οι εταιρείες Air UK και Britannia υπογραμμίζουν ότι η Iberia ήδη χαίρει προνομιακής μεταχείρισης στα ισπανικά αεροδρόμια εξαιτίας του μονοπωλίου της στα θέματα υποστήριξης εδάφους (handing), των οποίων οι τιμές είναι αυξημένες σε σχέση με τις παρεχόμενες υπηρεσίες. Προσθέτουν ότι η είσοδος της Viva Air στην αγορά ναυλωμένων πτήσεων που προβλέπεται από το πρόγραμμα και η οποία είναι αποτέλεσμα της εισροής κεφαλαίων, ενέχει τον κίνδυνο νόθευσης του ανταγωνισμού στην εξαιρετικά ανταγωνιστική αυτή αγορά, και ιδιαίτερα ανάμεσα στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ισπανία. Τέλος η Euralair ζητά από την Επιτροπή να επανεξετάσει το φάκελο της ενίσχυσης των 120 δισεκατομμυρίων πεσετών που εγκρίθηκε το 1992, με το αιτιολογικό ότι δεν τηρήθηκε το σχέδιο που τη συνόδευε.

Όλες οι παρατηρήσεις που διατυπώθηκαν από τα κράτη μέλη και από τα τρία ενδιαφερόμενα μέρη διαβιβάστηκαν από την Επιτροπή στην ισπανική κυβέρνηση στις 15 Ιουνίου 1995. Με την επιστολή τους με ημερομηνία 29 Ιουνίου 1995, οι ισπανικές αρχές απήντησαν με τη σειρά τους διατυπώνοντας σχόλια στις παρατηρήσεις που τους είχαν κοινοποιηθεί. Αμφισβητούν σημείο προς σημείο όλα τα επιχειρήματα που είχαν αναπτυχθεί από τα κράτη μέλη και τα τρίτα ενδιαφερόμενα μέρη εκτός από αυτά της Teneo και της SNECMA, και ειδικότερα αυτά που προβλήθηκαν από την British Airways και την Euralair, διευκρινίζοντας τα στοιχεία που ήδη είχαν διατυπωθεί στην προαναφερθείσα αναφορά τους με ημερομηνία 10 Απριλίου 1995. Παρουσιάζουν για το σκοπό αυτό έκθεση του γραφείου συμβούλων NatWest Markets, η οποία αναφέρει ότι το προτεινόμενο πρόγραμμα θα βελτιώσει σημαντικά την ανταγωνιστικότητα της Iberia, καταργώντας ουσιαστικά τα ανοίγματα κόστους και ανταγωνιστικότητας ανάμεσα στην εταιρεία αυτή και τους κυριότερους ευρωπαίους ανταγωνιστές της. Παρουσιάζουν επίσης έκθεση της Airbus Industrie, η οποία αφενός τονίζει τη σημασία των παραγγελιών της Iberia και της παρουσίας της στη Λατινική Αμερική για την ευρωπαϊκή αεροπορική βιομηχανία και αφετέρου υπογραμμίζει τον εξαιρετικό και απρόβλεπτο χαρακτήρα των οικονομικών δυσχερειών που ενέσκηψαν την περίοδο 1992-1993. Η ισπανική κυβέρνηση προσθέτει, μεταξύ άλλων, ότι το κριτήριο περιστάσεων εξαιρετικών, απρόβλεπτων και εξωγενών δεν θα πρέπει να συγχέεται με την ανωτέρα βία, ότι η συνολική επίπτωση του εξαιρετικού και απρόβλεπτου χαρακτήρα της ύφεσης στην Ισπανία στο έσοδα της Iberia ανήλθε σε 59 δισεκατομμύρια πεσέτες, ότι σύντομα η Iberia θα καταστεί εξίσου ανταγωνιστική με τη Viva Air η οποία διατηρεί τη θέση της στην αγορά ναυλωμένων πτήσεων, και ότι τελικά η Επιτροπή δεν έχει το νομικό δικαίωμα να επιβάλει εκποιήσεις στοιχείων ενεργητικού στην Iberia και ότι δεν υπάρχει λύση εναλλακτική προς την προβλεπόμενη εισροή κεφαλαίων διότι η Iberia δεν διαθέτει πλέον «non essential assets».

V

Σύμφωνα με τα όσα είχε αναγγείλει στην επιστολή της με την οποία κίνησε τη διαδικασία απευθυνόμενη στις ισπανικές αρχές στις 9 Μαρτίου 1995, η Επιτροπή ανέθεσε από τον Απρίλιο του 1995 σε ανεξάρτητο γραφείο συμβούλων με διεθνή αναγνώριση (Deloitte & Touche) τη συλλογή πληροφοριών για πολλά από τα ζητήματα στα οποία είχε εκφράσει αμφιβολίες. Το γραφείο συμβούλων έλαβε κατ' αρχάς την εντολή να εφαρμόσει στην προκειμένη περίπτωση το κριτήριο ορθολογικού επενδυτή υπό συνθήκες οικονομίας αγοράς. Στην περίπτωση που το γραφείο συμβούλων κατέληγε, ως προς το πρώτο αυτό σημείο, στο συμπέρασμα ότι ένας ορθολογικός επενδυτής δεν θα υιοθετούσε την προτεινόμενη μετάγγιση κεφαλαίου 130 δισεκατομμυρίων πεσετών, τότε το γραφείο συμβούλων θα έπρεπε:

- να προσδιορίσει τα αίτια της αποτυχίας του στρατηγικού σχεδίου του 1992,

- να παράσχει στοιχεία ώστε να εκτιμηθεί κατά πόσον οι τέσσερεις παράγοντες που προβάλλονται από τις ισπανικές αρχές (ύφεση, υποτίμηση, προβλεπόμενη εσωτερική απελευθέρωση και συμμετοχές στη Λατινική Αμερική) ως αίτια των δυσχερειών της Iberia έχουν χαρακτήρα περιστάσεων εξαιρετικών, απρόβλεπτων και εξωγενών,

- να αξιολογήσει τη βιωσιμότητα του προγράμματος προσαρμογής, καθώς και κατά πόσο τα 130 δισεκατομμύρια πεσέτες είναι το ενδεδειγμένο για την επίτευξη των στόχων του σχεδίου ποσό,

- να προτείνει, κατά περίπτωση, εναλλακτικές λύσεις για βελτίωση της κατάστασης της Iberia.

Το γραφείο συμβούλων που επέλεξε η Επιτροπή έφερε σε πέρας την αποστολή του με τη συνεργασία εκπροσώπων του ισπανικού κράτους, της Teneo και της Iberia, από τους οποίους παρέλαβε το σύνολο των αναγκαίων πληροφοριών. Κατά τη διάρκεια δύο συσκέψεων που έλαβαν χώρα στη Μαδρίτη στις 26 και 27 Ιουλίου 1995, και στις οποίες συμμετείχαν εκτός από το γραφείο συμβούλων και τους εκπροσώπους της Επιτροπής και οι κύριοι διευθύνοντες του ομίλου Iberia, παρουσιάστηκαν ειδικότερα τόσο η θέση των διαφόρων θυγατρικών της Iberia όσο και τα κύρια στοιχεία του ομίλου που ακολουθεί η Iberia.

Στις 10 Απριλίου 1995, το γραφείο συμβούλων υπέβαλε σχέδιο τελικής έκθεσης το οποίο κοινοποιήθηκε στις ισπανικές αρχές ώστε να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους. Το γραφείο συμβούλων έλαβε υπόψη του τις εν λόγω παρατηρήσεις στο μέτρο του δυνατού και υπέβαλε στην Επιτροπή την τελική του έκθεση στις 20 Σεπτεμβρίου 1995. Από την έκθεση αυτή προκύπτει κατ' αρχάς ότι ορθολογικός επενδυτής, ενεργώντας σύμφωνα με τους κανόνες της οικονομίας της αγοράς δεν θα πραγματοποιούσε μετάγγιση κεφαλαίου 130 δισεκατομμυρίων πεσετών σε μία ενιαία δόση για δύο τουλάχιστον λόγους: πρώτον, διότι ο ορθολογικός επενδυτής σε ανάλογη περίπτωση θα επεδίωκε να ελαχιστοποιήσει την πρώτη δόση και θα προέβαινε σε επόμενες σταδιακές καταβολές με την προϋπόθεση επιτυχίας των στόχων του προγράμματος ανασυγκρότησης 7 δεύτερον διότι η όλη επιχείρηση αποδεικνύεται υψηλού οικονομικού κινδύνου με δεδομένες τις αβεβαιότητες που σκιάζουν ακόμη το μέλλον του ομίλου, κυρίως στη Λατινική Αμερική.

Στη συνέχεια, το γραφείο συμβούλων αποδίδει την αποτυχία του στρατηγικού σχεδίου του 1992 στις υπερβάσεις κόστους που παρατηρήθηκαν στις επενδύσεις της Λατινικής Αμερικής και παράλληλα στην υπερβολική φιλοδοξία του σχεδίου αναφορικά με την αναμενόμενη ανάπτυξη και την κατάκτηση μεριδίων της αγοράς, ενώ η δομή του κοστολογίου της Iberia και η ανεπαρκής της παραγωγικότητα δεν της επέτρεπαν να αντιμετωπίσει την απρόβλεπτη πτώση του ανά μονάδα εσόδου. Το γραφείο συμβούλων εκτιμά επίσης ότι, από τους τέσσερις παράγοντες που προέβαλε η ισπανική κυβέρνηση, μόνον ο εξαιρετικά σοβαρός χαρακτήρας της οικονομικής ύφεσης το 1992 και 1993, και όχι αυτή καθ' αυτή η ύφεση, θα μπορούσε να θεωρηθεί ως γεγονός εξαιρετικό, απρόβλεπτο και εξωγενές ως προς την Iberia. Το τμήμα εντούτοις της ύφεσης που παρουσιάζει το χαρακτήρα αυτό προκάλεσε στην εταιρεία ζημία που αποτιμάται σε 14 δισεκατομμύρια πεσέτες. Αντιθέτως, σύμφωνα με το γραφείο συμβούλων:

- η υποτίμηση της πεσέτας στην πραγματικότητα αποδείχθηκε επωφελής για την Iberia,

- η προβλεπόμενη απελευθέρωση της εσωτερικής ισπανικής αγοράς είχε μικρή επίπτωση προ του 1994 και ήταν εν πάση περιπτώσει προβλέψιμη,

- οι δυσχέρειες που παρουσιάστηκαν στις συμμετοχές της Λατινικής Αμερικής δεν ήταν ούτε απρόβλεπτες, ούτε εξαιρετικές, ούτε εξωγενείς προς την Iberia δεδομένου ότι οι εν λόγω συμμετοχές παρουσίαζαν εξαρχής μεγάλους εμπορικούς κινδύνους και οι ζημίες που υπέστη απορρέουν κυρίως από δεσμεύσεις που ανέλαβε η Iberia πριν από το στρατηγικό σχέδιο του 1992.

Εξάλλου, όσον αφορά τα μέτρα που προέβλεπε το υπόψη πρόγραμμα προσαρμογής της περιόδου 1994-1996 (βελτίωση παραγωγικότητας, μείωση κόστους κ.λπ.), το γραφείο συμβούλων εκτιμά ότι αυτά είναι προς τη σωστή κατεύθυνση και ότι η αποτελεσματική εφαρμογή τους συνιστά απαραίτητη προϋπόθεση για την εξασφάλιση της επιβίωσης και της βιωσιμότητας της Iberia. Τα μέτρα εντούτοις δεν θα ήταν επαρκή για να εξασφαλίσουν μακροπρόθεσμα τη βιωσιμότητα αυτή. Πράγματι, στο παρόν στάδιο δεν θα ήταν δυνατό να αποφανθεί κανείς ρεαλιστικά ως προς τις πιθανότητες επιβίωσης της Iberia για μακρά περίοδο από τη στιγμή που οι προσπάθειες θα χρειασθεί να επεκταθούν και πέραν του 1996, και ιδίως ως προς τη μείωση του κόστους, σε περιβάλλον αυξημένου ανταγωνισμού. Το γραφείο συμβούλων προσθέτει ότι ενώ είναι πράγματι απαραίτητη η ταχεία εισροή ιδίων κεφαλαίων, οι άμεσες ανάγκες της εταιρείας είναι αισθητά χαμηλότερες από 130 δισεκατομμύρια πεσέτες.

Τέλος, το γραφείο συμβούλων συνιστά στην τελική του έκθεση μία λύση που θα συνδύαζε την πώληση στοιχείων του ενεργητικού της Iberia στη Λατινική Αμερική, την ανάληψη των εξόδων μείωσης του προσωπικού από το ισπανικό κράτος και την εξάρτηση εισφοράς κεφαλαίου στο μέλλον από την προϋπόθεση επίτευξης δεικτών επίδοσης. Μελλοντικά θα μπορούσε επίσης να εξετασθεί η διακοπή των δραστηριοτήτων συντήρησης και παροχής υπηρεσιών εξυπηρέτησης εδάφους της εταιρείας.

VI

Στο πλαίσιο του ανοίγματος της διαδικασίας και παράλληλα με τις εργασίες του γραφείου συμβούλων που είχε διορίσει η Επιτροπή, πραγματοποιήθηκαν πολλές συσκέψεις κατά τη διάρκεια των μηνών Ιουνίου, Ιουλίου, Αυγούστου και Σεπτεμβρίου 1995 μεταξύ αφενός της Επιτροπής και αφετέρου της ισπανικής κυβέρνησης, της Teneo και της Iberia. Στη συνέχεια των διαβουλεύσεων αυτών, και λαμβανομένων υπόψη των παρατηρήσεων που υπέβαλαν τα κράτη μέλη και τα λοιπά ενδιαφερόμενα μέρη, καθώς και τα ανωτέρω συμπεράσματα της έκθεσης του γραφείου συμβούλων, η ισπανική κυβέρνηση γνωστοποίησε στην Επιτροπή το καλοκαίρι του 1995, τη βούλησή της να προσαρμόσει το οικονομικό μέρος του προγράμματος που είχε γνωστοποιηθεί στις 23 Δεκεμβρίου 1994 και στις 20 Ιανουαρίου 1995. Δεν θα επρόκειτο πλέον για μετάγγιση κεφαλαίου ύψους 130 δισεκατομμυρίων πεσετών, αλλά για δύο χωριστές πράξεις: αφενός την εκποίηση ορισμένων στοιχείων ενεργητικού των λατινοαμερικανικών επιχειρήσεων, με δικαίωμα εξαγοράς, προς μια νεοσύστατη εταιρεία με το προσωρινό όνομα «Newco» 7 αφετέρου την εισφορά κεφαλαίου από την Teneo προς την Iberia. Η Teneo θα συμμετείχε στο κεφάλαιο της «Newco» του οποίου εν πάσει περιπτώσει την πλειοψηφία θα κατείχαν ιδιώτες επενδυτές. Η Arsa θα περιλαμβανόταν στα στοιχεία του ενεργητικού που θα είχαν περιέλθει στη «Newco».

Η Επιτροπή απευθύνθηκε από τον Σεπτέμβριο 1995 προς το ανωτέρω γραφείο συμβούλων ζητώντας του να παράσχει τα απαραίτητα στοιχεία που θα της επέτρεπαν να αποφανθεί, με βάση την αρχή του επενδυτή σε συνθήκες οικονομίας αγοράς, ως προς διάφορες απόψεις της νέας μορφής της αύξησης του κεφαλαίου της Iberia. Κυρίως ζητήθηκε από το γραφείο συμβούλων να επιβεβαιώσει τα κατωτέρω τέσσερα σημεία:

- αν οι διάφορες δικαιοπραξίες που αφορούσαν την εταιρεία «Newco» οδηγούσε σε μείωση των κινδύνων που απέρρεαν από τις δεσμεύσεις της Iberia έναντι της Arsa,

- αν οι διάφορες δικαιοπραξίες που αφορούσαν την εταιρεία «Newco» είχαν ως βάση εμπορικές πρακτικές,

- με ποιούς όρους θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί η άσκηση του δικαιώματος της Iberia για εξαγορά των συμμετοχών που θα είχε παραχωρήσει στη «Newco»,

- αν η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, ως αποτέλεσμα και των διαφόρων δικαιοπραξιών που αφορούσαν την εταιρεία «Newco», ανταποκρίνονταν, και κάτω από ποιές προϋποθέσεις, στην αρχή του επενδυτή σε συνθήκες οικονομίας αγοράς.

Κατά το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Νοεμβρίου 1995, το γραφείο συμβούλων εξέδωσε την τελική του έκθεση στην οποία, βάσει των πληροφοριών που είχε λάβει από την Teneo και τις ισπανικές αρχές, παραθέτει τις αντίστοιχες απαντήσεις. Κατά το γραφείο συμβούλων, οι δικαιοπραξίες που αφορούν την εταιρεία «Newco» εξαλείφουν πράγματι όλους τους κινδύνους τους οποίους ως τότε διέτρεχε η Iberia εξαιτίας της ανάμειξής της στην Arsa. Επιπλέον, οι πράξεις αυτές φαίνεται να λαμβάνουν χώρα με βάση τις κανονικές εμπορικές πρακτικές. Ο σύμβουλος προτείνει, εξάλλου, να υπαχθεί το δικαίωμα της Iberia να εξαγοράσει τις μετοχές σε όρους με τους οποίους να εξασφαλίζεται ότι δεν θα τεθεί σε κίνδυνο η οικονομική κατάσταση της εταιρείας.

Αναφορικά εξάλλου με την αύξηση του κεφαλαίου, το γραφείο συμβούλων εκτιμά ότι ο όμιλος Iberia έχει τη δυνατότητα να είναι βιώσιμος και να υπαχθεί σε αύξηση του κεφαλαίου του. Το γραφείο εκτιμά όμως ότι ο όμιλος αυτός διατρέχει ακόμη υψηλούς κινδύνους, παρά την εν μέρει αποδέσμευσή του από τις λατινοαμερικανικές συμμετοχές. Υπό το πρίσμα αυτό, διατυπώνει τη γνώμη ότι μια αύξηση κεφαλαίου 48 δισεκατομμυρίων πεσετών είναι επαρκής για να εξασφαλίσει την επιβίωση της εταιρείας βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα («minimum cash requirement»). Θα μπορούσε στο μέλλον να γίνει χρήση συμπληρωματικών αυξήσεων κεφαλαίου, ενόψει αποτελεσμάτων από τα οποία θα προέκυπτε ότι ο όμιλος ανακάμπτει ικανοποιητικά, με σκοπό τη βελτίωση της διάρθρωσης του παθητικού του ισολογισμού. Επιπλέον, και πάντοτε σύμφωνα με τις απόψεις του γραφείου συμβούλων, η άμεση μετάγγιση κεφαλαίου θα έπρεπε ακόμη να εξασφαλίζει για το χρονικό ορίζοντα του 1999 προοπτική αποδοτικότητας ίσης τουλάχιστον με 30 % έως 40 %, την οποία θεωρεί ως το ελάχιστο ποσοστό ετήσιας απόδοσης («hurdle rate») που θα απαιτούσε υπό παρόμοιες συνθήκες ένας επενδυτής σε πλαίσιο οικονομίας της αγοράς. Με αυτή τη βάση, το γραφείο συμβούλων προσδιόρισε δέσμη ποσών για ενδεχόμενες αυξήσεις κεφαλαίου που ποικίλλουν ανάλογα με τις προϋποθέσεις και που ανταποκρίνονται στην αρχή του επενδυτή σε οικονομία της αγοράς. Οι λοιπές βασικές παράμετροι που προσδιορίζουν την υπόψη δέσμη είναι ο μέσος ρυθμός αύξησης των χρηματικών ροών (cash flow) της Iberia μετά το 1999, καθώς και το ποσό που θα καταβληθεί στην Iberia από την πώληση της Austral.

Η τελική έκθεση του γραφείου συμβούλων επιβεβαιώνει στο σύνολό της τα ανωτέρω συμπεράσματα.

Παράλληλα με τις εργασίες του γραφείου συμβούλων, έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια του Σεπτεμβρίου, του Οκτωβρίου και του Νοεμβρίου 1995 πολυάριθμες επαφές μεταξύ αφενός της Iberia, της Teneo και της ισπανικής κυβέρνησης και αφετέρου της Επιτροπής και του συμβούλου της, και ιδιαίτερα στη Μαδρίτη στις 6 και 7 Νοεμβρίου 1995. Με τις επαφές δόθηκε η δυνατότητα στην Επιτροπή να αντιληφθεί με κάθε λεπτομέρεια τις σχεδιαζόμενες πράξεις απαλλαγής από τις επενδύσεις και αύξησης του κεφαλαίου. Οι επαφές συνεχίστηκαν, και συγκεκριμένα κατά τη σύσκεψη που έλαβε χώρα στη Μαδρίτη στις 23 και 24 Νοεμβρίου 1995 και αφού προηγουμένως το γραφείο συμβούλων είχε διατυπώσει τα ανωτέρω συμπεράσματά του. Κατ' αυτόν το τρόπο κατέστη ακόμη δυνατή η επακριβής ενημέρωση της Επιτροπής ως προς τα σημεία παρεμβολής και τις επιπτώσεις των παραμέτρων που χρησιμοποιήθηκαν για την εκτίμηση του εμπορικού χαρακτήρα των προβλεπομένων πράξεων.

Στις 18 Δεκεμβρίου 1995, η ισπανική κυβέρνηση διεβίβασε επισήμως προς την Επιτροπή έγγραφο στο οποίο παρέθετε τις διάφορες μεταβολές των οικονομικών πλευρών του προγράμματος προσαρμογής («Actualizaciσn del plan financiero del programma de adaptaciσn de Iberia al nuevo entorno competitivo»). Στο κείμενο αυτό, του οποίου ορισμένα σημεία διευκρινίστηκαν από τις ισπανικές αρχές με τέσσερα έγγραφα προς την Επιτροπή με ημερομηνία 21 Δεκεμβρίου 1995, 15, 19 και 26 Ιανουαρίου 1996, περιγράφονται τρεις αλλαγές ως προς το πρόγραμμα που είχε αρχικά διαβιβαστεί.

Πρώτον, το κόστος του προγράμματος περιορισμού του προσωπικού της Iberia αναθεωρήθηκε προς τα επάνω, λόγω του ότι είχε υποτιμηθεί στις αρχικές προβλέψεις η αρχαιότητα των ατόμων που θα είχαν τη δυνατότητα να ευεργετηθούν από τα προβλεπόμενα μέτρα συνταξιοδότησης και εθελουσίας εξόδου. Υπολογίζεται τώρα σε 36,685 δισεκατομμύρια ισπανικές πεσέτες έναντι της αρχικής πρόβλεψης των 32,2 δισεκατομμυρίων. Το αντίστοιχο ποσό θα διαβιβασθεί στην Iberia από την Teneo με τη μορφή «προικοδότησης» κεφαλαίου (βλέπε κατωτέρω), ευθύς ως η Επιτροπή λάβει σχετικά θετική απόφαση. Στη συνέχεια, η Iberia θα καταβάλει σε ασφαλιστικό όμιλο, με τον οποίο έχει συμφωνήσει τη συνολική διαχείριση του προγράμματος των προβλεπομένων συνταξιοδοτήσεων, ποσό 29 δισεκατομμυρίων πεσετών, που αντιπροσωπεύει τη χρηματοδότηση των μέτρων πρόωρης συνταξιοδότησης. Εξ άλλου, από τα 8 περίπου δισεκατομμύρια που προορίζονται για τη χρηματοδότηση των μέτρων εθελουσίας εξόδου, το μισό θα καταβληθεί αμέσως, ενώ τα υπόλοιπα 4 δισεκατομμύρια θα καταβληθούν με δόσεις στη διάρκεια του 1996.

Δεύτερον, η Iberia θα εκποιήσει στην εταιρεία Andes Holding BV (τέως «Newco») τις ακόλουθες συμμετοχές της στις νοτιοαμερικανικές εταιρείες: το 13 % του κεφαλαίου της χιλιανής εταιρείας Ladeco, το 100 % του κεφαλαίου της αργεντινής εταιρείας Interinvest SA, το 10 % του κεφαλαίου των κοινών μετοχών της Arsa. Η Andes Holding BV είναι ανώνυμος εταιρεία με έδρα την Ολλανδία, που ιδρύθηκε με μοναδικό σκοπό να αγοράσει από την Iberia τις συμμετοχές αυτές και εν συνεχεία να τις μεταπωλήσει σε ορισμένη προθεσμία. Στο κεφάλαιό της, ύψους 10 εκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ, συμμετέχουν με ποσοστό 42 % η Teneo και με ποσοστό 58 % [. . .] (3*) εμπορικές αμερικανικές τράπεζες πρώτης κατηγορίας [. . .]. Η Andes Holding BV λαμβάνει αποφάσεις με απλή πλειοψηφία πλην των περιπτώσεων που αφορούν αποφάσεις θεμελιώδους σημασίας που αφορούν κυρίως το καθεστώς της, το αντικείμενό της, τη διάλυσή της και τη δομή του κεφαλαίου της 7 επιπλέον, αποφάσεις για την εκποίηση στοιχείων του ενεργητικού της απαιτούν μόνο τη συναίνεση των δύο μετόχων τραπεζών. Εκτός από το κεφάλαιό της, οι πόροι της Andes Holding BV περιλαμβάνουν κυρίως τη μετάθεση της καταβολής της τιμής αγοράς της Austral (βλέπε κατωτέρω) και δύο δάνεια που ζήτησε από τους μετόχους της Andes Holding BV, καλύφθηκε κατά 70 % από τους ιδιώτες μετόχους της. Το πρώτο από τα δάνεια αυτά, ύψους σημαντικά υψηλότερου από το κεφάλαιο της Andes Holding BV και κατά 30 % από την Teneo. Είναι [. . .] διαρκείας, και αποφέρει επιτόκιο (υπολογιζόμενο ανά τρίμηνο με ετήσια βάση 360 ημερών) κατά [. . .] ανώτερο από το τρίμηνο Libor για δολάρια ΗΠΑ. Οι υποχρεώσεις που αντιστοιχούν στο πρώτο αυτό δάνειο («senior debts») τυγχάνουν διττής «προνομιακής» μεταχείρισης αφενός με ενεχυρίαση των στοιχείων του ενεργητικού που απέκτησε η Andes Holding BV και αφετέρου με αποπληρωμή του κατά προτεραιότητα σε σχέση με το δεύτερο δάνειο («junior debts»). Το δεύτερο αυτό δάνειο, «εξαρτώμενο» από το πρώτο και με το ίδιο ύψος, έχει καλυφθεί κατά 30 % από τους ιδιώτες μετόχους της Andes Holding BV και κατά 70 % από την Teneo. Η διάρκειά του είναι επίσης [. . .]. Το επιτόκιό του (υπολογιζόμενο ανά τρίμηνο με ετήσια βάση 360 ημερών) έχει προσδιοριστεί σε [. . .] πάνω από το τρίμηνο Libor για δολάρια ΗΠΑ. Η διαφορά των επιτοκίων των δύο δανείων εξηγείται από τον «υφιστάμενο» χαρακτήρα και από τον υψηλότερο κίνδυνο που συνεπάγεται.

Πριν από την εκποίηση προς την Andes Holding BV της συμμετοχής της στην Interinvest, η Iberia θα προβεί σε αύξηση του κεφαλαίου της τελευταίας με τρεις πράξεις: θα μεταβιβαστούν στην Interinvest μέρος των μετοχών αντίστοιχο προς το 10 % του κεφαλαίου της Arsa που κατέχει απευθείας η Iberia. Η μετάγγιση του ρευστού χρήματος θα πραγματοποιηθεί με κεφάλαια που προέρχονται από τα δάνεια της Iberia με προέλευση την Andes Holding BV ή τη χρηματοδοτική αγορά. Χάρη στην εισροή αυτή, η Interinvest θα εξαγοράσει τις ισόποσες υποχρεώσεις της Arsa προς τρίτους, περιλαμβανομένων αυτών για τις οποίες είχε εγγυηθεί η Iberia. Στη συνέχεια, η Interinvest θα πραγματοποιήσει «ανέκκλητη εισφορά» υπέρ της Arsa, διαγράφοντας εν μέρει έτσι τις υποχρεώσεις της τελευταίας. Οι μέτοχοι της Andes Holding BV διατύπωσαν την απαίτηση να προηγηθούν οι πράξεις αυτές, ώστε η Andes Holding BV να αγοράσει από την Iberia μια εταιρεία με υγιές κεφάλαιο.

Η τιμή πώλησης των συμμετοχών που θα εκχωρηθούν στην Andes Holding BV προσδιορίστηκε κατά τρόπο ανεξάρτητο από την αμερικανική τράπεζα [. . .]. Η διαφορά ανάμεσα στη λογιστική αξία των εκποιηθέντων στοιχείων ενεργητικού και την πραγματική τιμή εκποίησης επιφέρει στην Iberia έκτακτη ζημία ύψους της τάξεως των 100 εκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ. Το προϊόν της πώλησης αναλύεται ως εξής: ένα πρώτο τμήμα προορίζεται για την αποπληρωμή του ισόποσου δανείου που είχε συνάψει προηγουμένως η Iberia 7 ένα δεύτερο τμήμα που αντιστοιχεί στη δεύτερη πληρωμή, θα καταβληθεί στην Iberia κατά την εκπνοή περιόδου «δέουσας επιμέλειας» που θα συναρτάται με διαλυτική αίρεση, με μέγιστη διάρκεια τεσσάρων μηνών 7 το τρίτο και τελευταίο τμήμα, που αντιστοιχεί στην αξία της Austral, δεν θα καταβληθεί στην Iberia παρά μόνο μετά την μεταβίβαση της Austral από την Andes Holding BV . Η περίοδος «δέουσας επιμέλειας» έχει ως στόχο να επιτρέψει στην Andes Holding BV τον έλεγχο των στοιχείων που της είχαν παραδοθεί και να βεβαιωθεί ότι οι πράξεις αύξησης κεφαλαίου που θα έπρεπε να είχαν προηγηθεί της πώλησης πραγματοποιήθηκαν ορθά. Η μετάθεση της καταβολής του τμήματος που αντιστοιχεί στην αξία της Austral εξηγείται, κατά τις ισπανικές αρχές, από τις δυσχέρειες που συνάντησε η Andes Holding BV για την εξασφάλιση των απαραίτητων χρηματοδοτήσεων. Η Andes Holding BV θα έπρεπε εν πάσει περιπτώσει να κατέχει την Austral ώστε να διευκολύνει την πώληση της Arsa σε ενδεχόμενο αγοραστή.

Σε συνέχεια της εκποίησης στην Andes Holding BV του 10 % του κεφαλαίου της Arsa, της αύξησης του κεφαλαίου της Interinvest, της ανέκκλητης εισφοράς που θα πραγματοποιήσει η Interinvest στην Arsa και της εκποίησης της Interinvest στην Andes Holding BV, το κεφάλαιο της Arsa θα κατανεμηθεί κατά τον ακόλουθο τρόπο: 80,33 % στην Interinvest, 5,73 % στην Andes Holding BV, 5,73 % στην Iberia και 8,21 % σε τρίτους. Όσον αφορά στο υπόλοιπο συμμετοχής της Iberia στην Arsa (5,73 %), η Iberia θα δώσει στην Andes Holding BV πληρεξούσιο για την πώληση της συμμετοχής της αυτής σε τρίτους ταυτόχρονα με την πώληση των δικών της συμμετοχών.

Εξάλλου η επιχείρηση εκποίησης προς την Andes Holding BV των ανωτέρω λατινοαμερικανικών στοιχείων ενεργητικού της Iberia, και εν συνεχεία η επί προθεσμία μεταπώλησή τους από την Andes Holding BV, περιλαμβάνει δύο διαδοχικές φάσεις. Η πρώτη αρχίζει με τη σύσταση της Andes Holding BV, την έκδοση των δύο δανείων και την αγορά των στοιχείων του ενεργητικού από την Iberia. Έχει μέγιστη διάρκεια δύο ετών κατά τη διάρκεια των οποίων η Iberia έχει το δικαίωμα εξαγοράς των στοιχείων που εκποιήθηκαν στην Andes Holding BV. Μπορεί να γίνει χρήση του δικαιώματος εξαγοράς για το σύνολο ή για μέρος των στοιχείων αυτών. Η τιμή εξαγοράς έχει προκαθοριστεί κατά την εκποίηση των στοιχείων και έχει υπολογισθεί κατά τρόπο ώστε αφενός να είναι δυνατή η αποπληρωμή των δύο δανείων που συνήψε η Andes Holding BV μαζί με τους αναλογούντες τόκους και αφετέρου η επιστροφή στους μετόχους της Andes Holding BV του κεφαλαίου της προσαυξημένου κατά εξυπηρέτηση του κεφαλαίου η οποία προσδιορίσθηκε ως επιτόκια κατά [. . .] ανώτερο από το Libor για δολάρια ΗΠΑ. Στην πρώτη αυτή φάση, η Iberia θα συνεχίσει να ασχολείται με τη διαχείριση της λειτουργίας της Arsa.

Η δεύτερη φάση, με μέγιστη διάρκεια ενός έτους, θα λάβει χώρα μόνο στην περίπτωση κατά την οποία η Iberia δεν θα ασκούσε το δικαίωμά της να προβεί στην εξαγορά κατά τη διάρκεια της πρώτης φάσης. Κατά το δεύτερο αυτό στάδιο, η Iberia διαθέτει πλέον το δικαίωμα εξαγοράς και τα λατινοαμερικανικά στοιχεία του ενεργητικού της Andes Holding BV θα πωληθούν στην αγορά στην καλύτερη δυνατή τιμή και χωρίς προσδιορισμένη κατώτερη τιμή. Η Andes Holding BV θα δώσει [. . .] ανέκκλητη εντολή να διαπραγματευθούν και να φέρουν σε πέρας την τελευταία αυτή συναλλαγή. Με σκοπό την επιτάχυνση της εκποίησης του ενεργητικού της Andes Holding BV στη δύτερη αυτή φάση, η Andes Holding BV θα μπορεί, κατά την πρώτη φάση και παρά το δικαίωμα εξαγοράς υπέρ της Iberia, να έρχεται σε επαφή με τρίτους.

Κατά τη διάρκεια των δύο αυτών φάσεων, η Iberia θα συνεχίσει να διεκπεραιώνει τη λειτουργική διαχείριση της Arsa.

Η Andes Holding BV θα διαλυθεί αμέσως μετά την εκποίηση, προς την Iberia ή προς τρίτους, των λατινοαμερικανικών στοιχείων του ενεργητικού της που προήλθαν από την Iberia, κανονικά δε, το αργότερο με την παρέλευση τριών ετών από την ίδρυσή της. Το μετοχικό κεφάλαιο της Andes Holding BV, μετά την αποπληρωμή των χρεών κατά την προτεραιότητά τους, θα κατανεμηθεί στους μετόχους κατ' αναλογία της συμμετοχής τους.

Οι ισπανικές αρχές επισημαίνουν ότι το σύνολο των δικαιοπραξιών που αναφέρονται στην εταιρεία Andes Holding BV διέπονται από το πνεύμα που επιθυμούν τα κράτη μέλη και τα τρία ενδιαφερόμενα μέρη, τα οποία, στις παρατηρήσεις τους, ζητούσαν από την Iberia να προβεί σε εκποιήσεις στοιχείων του ενεργητικού της και να ελαττώσει τους κινδύνους που συνεπάγοντο οι λατινοαμερικανικές της συμμετοχές. Αίρουν επίσης ένα από τα κύρια εμπόδια που είχε επισημάνει το γραφείο συμβούλων που είχε διορίσει η Επιτροπή ως προς τη δυνατότητα να πραγματοποιηθεί η εισφορά του κεφαλαίου ικανοποιώντας την αρχή του επενδυτή σε συνθήκες οικονομίας αγοράς.

Τέλος οι ισπανικές αρχές επισημαίνουν ειδικότερα ότι έχουν καταθέσει στην Επιτροπή το σύνολο των συμβάσεων και συμφωνιών που αναφέρονται στην πράξη αυτή εκποίησης ορισμένων λατινοαμερικανικών στοιχείων ενεργητικού της Iberia.

Τρίτον, το ύψος της εισροής κεφαλαίου προς την Iberia στην οποία θα προχωρήσει η Teneo μειώθηκε σε 87 δισεκατομμύρια πεσέτες, αντί των ποσών των 130 δισεκατομμυρίων πεσετών που είχαν αναφερθεί αρχικά και των 138 δισεκατομμυρίων πεσετών που είχε αντιμετωπισθεί προς στιγμήν. Σύμφωνα με τις ισπανικές αρχές το νέο αυτό ύψος προσδιορίστηκε λαμβάνοντας υπόψη:

- τη διαπιστωθείσα ευνοϊκή εξέλιξη των αποτελεσμάτων της Iberia μέχρι και τον Οκτώβριο 1995. Πράγματι, κατά τη διάρκεια των δέκα πρώτων μηνών του 1995, η Iberia πέτυχε θετικό αποτέλεσμα εκμετάλλευσης ύψους 31,700 δισεκατομμυρίων πεσετών, ανώτερο κατά 16,800 δισεκατομμύρια από εκείνο που προβλεπόταν στο πρόγραμμα προσαρμογής. Η βελτίωση αυτή, και παρά το γεγονός ότι δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί η προβλεπόμενη μείωση του προσωπικού, αποδεικνύει τη σοβαρότητα των προβλέψεων στις οποίες στηρίζεται το πρόγραμμα, που οφείλεται κυρίως στο ότι εντάθηκε ο περιορισμός των δαπανών και βελτιώθηκε η αποτελεσματικότητα της προσφοράς,

- τους στόχους του προγράμματος προσαρμογής που κοινοποιήθηκαν το Δεκέμβριο 1994, δηλαδή να αποκατασταθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα η χρηματοοικονομική αποδοτικότητα της εταιρείας, να προσαρμοστεί η οικονομική της δομή στο επίπεδο των δραστηριοτήτων της, να εξασφαλισθεί στους μετόχους ικανοποιητική απόδοση της επένδυσής τους, να προσελκυστούν ιδιωτικά κεφάλαια και να ανοίξουν προοπτικές μερικής ιδιωτικοποίησης. Οι ισπανικές αρχές υπογραμμίζουν ότι το περιεχόμενο του προγράμματος προσαρμογής όπως κοινοποιήθηκε (μέτρα ελάττωσης κόστους εκμετάλλευσης, χρηματοοικονομικών εξόδων κ.λπ.) παραμένει αμετάβλητο. Οι οικονομικές προβολές επικαιροποιήθηκαν εντούτοις συναρτήσει των τριών μεταβολών που περιγράφηκαν ανωτέρω και επιπλέον προεκτάθηκαν κατά δύο έτη, μέχρι το 1999,

- την ανάγκη να χρηματοδοτηθεί ο περιορισμός του προσωπικού με μία δαπάνη που ανέρχεται σε περίπου 37 δισεκατομμύρια πεσέτες (βλέπε ανωτέρω),

- την ανάγκη να πραγματοποιηθεί μία ελάχιστη αύξηση του κεφαλαίου της επιχείρησης και να μειωθούν τα χρέη της κατά περίπου 50 δισεκατομμύρια πεσέτες (ακύρωση βραχυπρόθεσμων οφειλών κατά 26 δισεκατομμύρια και ενυπόθηκων οφειλών κατά 24 δισεκατομμύρια). Η προβλεπόμενη μετάγγιση κεφαλαίου αποτελεί πράγματι την ελάχιστη εισροή απαραίτητη για να επιτύχει το πρόγραμμα προσαρμογής και να μην υποθηκευτεί το μέλλον της εταιρείας από το βάρος των χρηματοοικονομικών εξόδων. Δεν επαρκεί όμως για την αποκατάσταση δομής του ισολογισμού (λόγος «δάνεια προς ίδια κεφάλαια») συγκρίσιμης προς εκείνη των λοιπών επιχειρήσεων του τομέα, από τη στιγμή που τα ίδια κεφάλαια της Iberia ήταν αρνητικά στο τέλος του 1995, πριν από την οποιαδήποτε αύξηση κεφαλαίου,

- τις επιπτώσεις από την εκποίηση των συμμετοχών της Iberia στην Arsa, την Austral και τη Ladeco.

Οι ισπανικές αρχές προσθέτουν ότι η εκχώρηση των λατινοαμερικανικών στοιχείων ενεργητικού, προς εταιρεία της οποίας την πλειοψηφία κατέχουν ιδιωτικά κεφάλαια, καθώς και η μετάγγιση κεφαλαίου ύψους σημαντικά κατώτερου απ' ό,τι αρχικά είχε ανακοινωθεί, είναι σύμφωνες προς την αρχή επενδυτού σε συνθήκες οικονομίας αγοράς. Ειδικότερα δε, τεκμηριώνουν τον ορθολογικό χαρακτήρα της μετάγγισης κεφαλαίου υπογραμμίζοντας αφενός τα καλά αποτελέσματα που πέτυχε η Iberia το 1995 και κυρίως την εξάλειψη των κινδύνων που συνεπάγονται οι λατινοαμερικανικές συμμετοχές και αφετέρου τις οικονομικές αναλύσεις σύμφωνα με τις οποίες η απόδοση της επένδυσης αυτής είναι κατά πολύ ανώτερη από αυτή που επιζητούν οι επενδυτές. Υπενθυμίζουν ότι η Teneo είναι εταιρεία χαρτοφυλακίου (holding) ανεξάρτητη από το κράτος. Επικαλούνται επίσης τη θετική εξέλιξη της Iberia από τότε που αρχικά, εδώ και δύο χρόνια, τέθηκε σε εφαρμογή το πρόγραμμα, χάρη στις προσπάθειες περιορισμού των δαπανών και της επανατοποθέτησης του στόχου των δραστηριοτήτων της επιχείρησης στις τρεις κύριες αγορές (εσωτερική ισπανική, ευρωπαϊκή και λατινοαμερικανική). Επιπλέον, και κυρίως με βάση τις εργασίες του συμβούλου τους NatWest Markets, οι ισπανικές αρχές αμφισβητούν τα συμπεράσματα του συμβούλου της Επιτροπής, σύμφωνα με τα οποία οι βραχυπρόθεσμες ανάγκες της Iberia σε ρευστά δεν θα ανέρχονταν στο ποσό των 48 δισεκατομμυρίων πεσετών.

Οι ισπανικές αρχές σημειώνουν, εξάλλου, ότι η εν λόγω μετάγγιση κεφαλαίου ύψους 87 δισεκατομμυρίων πεσετών συνιστά μόνο το πρώτο στάδιο σχεδίου αύξησης του κεφαλαίου της Iberia συνολικού ποσού ύψους 155 δισεκατομμυρίων πεσετών. Προβλέπεται συνεπώς ότι η Teneo θα προχωρήσει σε νέα μετάγγιση κεφαλαίου ύψους 20 δισεκατομμυρίων πεσετών το πρώτο τρίμηνο του 1997 ώστε να βελτιώσει περαιτέρω τη δομή του παθητικού του ισολογισμού. Επιπλέον, εισφορά ύψους 25 δισεκατομμυρίων πεσετών που προβλέπεται ότι θα πραγματοποιηθεί στο μέλλον από ιδιώτες εταίρους, θα επιτρέψει την κάλυψη συμπληρωματικών αναγκών.

Όσον αφορά την αύξηση κεφαλαίου των 20 δισεκατομμυρίων πεσετών που προβλέπεται για το πρώτο τρίμηνο του 1997, οι ισπανικές αρχές διευκρινίζουν ότι η πράξη αυτή θα ικανοποιήσει επίσης την αρχή του επενδυτή σε συνθήκες οικονομίας αγοράς. Πράγματι, δεν θα πραγματοποιηθεί παρά μόνο εάν η Iberia πετύχει και ικανοποιήσει τους ακόλουθους στόχους και κριτήρια, αποδεικνύοντας έτσι επαρκώς, κατά τις ισπανικές αρχές, ότι η επιχείρηση είναι χρηματοοικονομικά αποδοτική:

- αποτέλεσμα εκμετάλλευσης μεγαλύτερο ή ίσο με 16,626 και 27,322 δισεκατομμύρια πεσέτες το 1995 και 1996 αντιστοίχως,

- χρηματικές ροές (cash flow) από την εκμετάλλευση μεγαλύτερες ή ίσες με 43,471 και 60,872 δισεκατομμύρια πεσέτες το 1995 και 1996 αντιστοίχως,

- καθαρό αποτέλεσμα μετά τους φόρους μεγαλύτερο ή ίσο από -47 και 1,5 δισεκατομμύρια πεσέτες το 1995 και 1996 αντιστοίχως,

- λόγο «αποτέλεσμα εκμετάλλευσης ανά υπάλληλο» μεγαλύτερο ή ίσο με 0,72 και 1,22 δισεκατομμύρια πεσέτες ανά ισοδύναμο υπαλλήλου το 1995 και 1996 αντιστοίχως,

- λόγο «αποτέλεσμα εκμετάλλευσης ανά τονοχιλιόμετρο προσφοράς» μεγαλύτερο ή ίσο με 4,41 και 6,80 το 1995 και 1996 αντιστοίχως,

- μείωση του κόστους εκμετάλλευσης κατά 15,443 δισεκατομμύρια πεσέτες το 1994 και 1995 όπως προβλέπει το πρόγραμμα PREGA,

- μείωση του προσωπικού κατά 2 699 υπαλλήλους πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 1996,

- λόγο «προσφερόμενο τονοχιλιόμετρο ανά υπάλληλο» [αφαιρουμένου του προσωπικού της επιχείρησης στο οποίο έχει ανατεθεί η παροχή υπηρεσιών εδάφους (handling) για λογαριασμό τρίτων] μεγαλύτερο ή ίσο με 0,24 και 0,26 εκατομμύρια ΠΤΧ ανά ισοδύναμο υπαλλήλου το 1995 και 1996 αντιστοίχως.

Για να καταστεί δυνατή η εξακρίβωση από την Επιτροπή ότι ικανοποιήθηκαν τα ανωτέρω κριτήρια, η ισπανική κυβέρνηση προσθέτει ότι θα κοινοποιήσει στην Επιτροπή τους λογαριασμούς της Iberia για τα έτη 1995 και 1996, αφού υποστούν λογιστικό έλεγχο σύμφωνα με τους κανόνες που προβλέπονται από το ισπανικό δίκαιο.

Τέλος, στην ανακοίνωσή της της 18ης Δεκεμβρίου 1995, η ισπανική κυβέρνηση υπογραμμίζει ρητά ότι οι εν λόγω πράξεις (εκποίηση ορισμένων λατινοαμερικανικών στοιχείων ενεργητικού στην Andes Holding BV και μετάγγιση κεφαλαίου 87 δισεκατομμυρίων πεσετών) συνοδεύονται από τους παρακάτω όρους:

- εάν υποτεθεί ότι καθίσταται δυνατό να ασκήσει η Iberia το δικαίωμά της εξαγοράς των λατινοαμερικανικών συμμετοχών που θα έχουν πωληθεί στην Andes Holding BV στη διάρκεια των δύο πρώτων ετών μετά την εκποίησή τους, περιλαμβανομένης της περιόδου «δέουσας επιμέλειας», η εταιρεία δεσμεύεται ότι δεν θα το πράξει παρά μόνον εάν: α) η εμπορική αξία των ιδίων κεφαλαίων του συνόλου του ομίλου είναι μεγαλύτερη ή ίση του 30 % της επιχειρησιακής αξίας του ομίλου («Group's entreprise value», που ορίζεται ως η αξία του τμήματος του ενεργητικού που παράγει κέρδη), και εάν β) υπάρξει στην εν λόγω πράξη άμεση ή έμμεση σημαντική συμμετοχή ιδιώτη επενδυτή. Ο ίδιος διττός όρος θα έχει εφαρμογή και κατά το τρίτο έτος μετά την εκποίηση, στην περίπτωση όπου η Iberia θα υπέβαλε την περισσότερο συμφέρουσα προσφορά αγοράς. Δεν θα έχει όμως εφαρμογή στην περίπτωση που η Iberia θα ασκούσε το δικαίωμα εξαγοράς με σκοπό την άμεση μεταπώληση των εν λόγω στοιχείων ενεργητικού σε τρίτους,

- η Teneo θα συμμετέχει στην Andes Holding BV με τα ίδια δικαιώματα και τις ίδιες υποχρεώσεις όπως και οι λοιποί μέτοχοι και χρηματοδότες της Andes Holding BV και σύμφωνα με τις βασικές εμπορικές αρχές. Οι αποφάσεις που αφορούν την Andes Holding BV θα λαμβάνονται από την πλειοψηφία των μετόχων της όπως προβλέπουν τα συμφωνηθέντα μεταξύ των μερών κατά το ισχύον ολλανδικό και αγγλικό δίκαιο. Στην περίπτωση όπου, στο μέλλον και για εμπορικούς λόγους που αφορούν την Andes Holding BV, η Teneo θα μπορούσε να οδηγηθεί στην κυριότητα ολοκλήρου ή μέρους του ενεργητικού της Andes Holding BV, η ισπανική κυβέρνηση αναλαμβάνει την υποχρέωση να φροντίσει ώστε η Teneo να εκχωρήσει μεταγενέστερα το ενεργητικό αυτό σε τρίτους. Η Teneo δεν μπορεί να αποκτήσει κυριότητα κανενός στοιχείου του ενεργητικού της Andes Holding BV, με εξαίρεση των περιπτώσεων που προκύπτουν από τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της πρώτης, όπως αυτά ορίζονται στις συμφωνίες που αφορούν τη δεύτερη,

- κανείς φορέας ή επιχείρηση του ισπανικού δημοσίου εκτός από την Iberia και την Andes Holding BV δεν μπορεί να συμμετάσχει στις πράξεις που αφορούν την Andes Holding BV ή να καταστεί κύριος στοιχείων του ενεργητικού της,

- η μετάγγιση κεφαλαίου, με τη μορφή που θα εγκριθεί, θα εξυπηρετήσει αποκλειστικά: α) την κάλυψη των δαπανών που θα προέλθουν από τον περιορισμό του προσωπικού, ή β) την ελάττωση του χρέους. Έκθεση σχετική με την υλοποίηση του σχεδίου ελάττωσης του χρέους θα διαβιβασθεί στην Επιτροπή. Στην έκθεση θα καταγράφονται λεπτομερώς οι αποπληρωμές των δανείων μέχρι το έτος 1999 και ο τρόπος με τον οποίο τα εγκεκριμένα κεφάλαια θα χρησιμοποιηθούν για τη μείωση των χρηματοοικονομικών εξόδων. Τα ποσά που προέρχονται από τη μετάγγιση κεφαλαίου σε καμία περίπτωση δεν θα χρησιμοποιηθούν κατά τρόπο που θα εμπόδιζε την εξέλιξη του προγράμματος της Iberia για τη μείωση του κόστους ή που θα επέφερε σημαντικές αλλαγές στην συνολική τιμολογιακή στρατηγική της και στη χωρητικότητα του στόλου της,

- τα αναγκαία κεφάλαια για την πληρωμή των δασμών μείωσης του προσωπικού (36,685 δισεκατομμύρια πεσέτες) θα μεταβιβαστούν στην Iberia αμέσως μετά την παρούσα απόφαση. Απεναντίας, το υπόλοιπο της εισφοράς του κεφαλαίου δεν θα καταβληθεί στην Iberia παρά μόνο κατά την πραγματοποίηση της δεύτερης καταβολής του προϊόντος της πώλησης προς την Andes Holding BV της Interinvest και της Ladeco (βλέπε ανωτέρω),

- η Iberia και η Teneo συμφωνούν ότι η ελάττωση των δαπανών αποτελεί θεμελιώδη στόχο του προγράμματος προσαρμογής και θεωρούν ουσιαστική την επιδίωξη μείωσης των δαπανών και πέρα από το 1996,

- στην περίπτωση όπου δεν θα επιτυχάνονται οι στόχοι του προγράμματος προσαρμογής και η Iberia θα είχε ανάγκη συμπληρωματικών κεφαλαίων, η Teneo και η Iberia θα εξετάσουν τις δυνατότητες να καλυφθεί η ανάγκη αυτή μέσω μεγαλύτερης μείωσης των δαπανών, εγκατάλειψης επενδύσεων ή εισροής κεφαλαίων προερχομένων σε σημαντικό βαθμό από ιδιώτες επενδυτές.

Υπό το πρίσμα του συνόλου των στοιχείων που αναφέρθηκαν σε περίληψη ανωτέρω, η Επιτροπή είναι σε θέση να εκφέρει την τελική της εκτίμηση στην υπό κρίση υπόθεση.

ΝΟΜΙΚΗ ΕΚΤΙΜΗΣΗ:

VII

Σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 1 της συνθήκης και το άρθρο 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (που θα καλείται στο εξής «η συμφωνία»), οι ενισχύσεις που χορηγούνται από τα κράτη ή με κρατικούς πόρους υπό οποιαδήποτε μορφή και που νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό δια της ευνοϊκής μεταχειρίσεως ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής, δεν συμβιβάζονται με την κοινή αγορά και με τη συμφωνία αυτή, στο μέτρο που επηρεάζουν τις μεταξύ κρατών μελών και συμβαλλομένων μερών συναλλαγές.

Η συνθήκη και η συμφωνία θεσπίζουν την αρχή της ουδετερότητας ως προς το καθεστώς της ιδιοκτησίας στα κράτη μέλη και την αρχή της ισότητας ανάμεσα στις δημόσιες και στις ιδιωτικές επιχειρήσεις (άρθρο 222 της συνθήκης και το άρθρο 125 της συμφωνίας). Δυνάμει των αρχών αυτών, οι ενέργειες της Επιτροπής δεν επιτρέπεται ούτε να χαρακτηρίζονται από προκατάληψη ούτε να ευνοούν τις δημόσιες επιχειρήσεις, και ιδιαίτερα όταν η Επιτροπή εξετάζει μια πράξη υπό το φως των διατάξεων του άρθρου 92 της συνθήκης και του άρθρου 61 της συμφωνίας. Απαιτείται συνεπώς να διαπιστώνεται κατά περίπτωση αν μια συναλλαγή ανάμεσα σ' ένα κράτος μέλος και σε μια δημόσια επιχείρηση συνιστά συνήθη εμπορική πράξη ή αν ενέχει στο σύνολό της ή εν μέρει στοιχεία ενίσχυσης. Για να προσδιορίσει κατά πόσον πρόκειται για κρατική ενίσχυση, η Επιτροπή πρέπει να θεμελιώσει την κρίση της στην αρχή του επενδυτή σε συνθήκες αγοράς. Δυνάμει της αρχής αυτής, δεν πρόκειται για κρατική ενίσχυση όταν η εισφορά νέου κεφαλαίου λαμβάνει χώρα με τις προϋποθέσεις που θα ήταν αποδεκτές από ιδιώτη επιχειρηματία σε κανονικές συνθήκες οικονομίας της αγοράς (4). Το Δικαστήριο είχε την ευκαιρία να αποφανθεί με την απόφασή του της 21ης Μαρτίου 1994, στην υπόθεση C-305/89, Ιταλία κατά Επιτροπής, «καίτοι η συμπεριφορά του ιδιώτη επενδυτή, προς τον οποίον πρέπει να συγκριθεί η παρέμβαση του δημοσίου επενδυτή που επιδιώκει στόχους οικονομικής πολιτικής, δεν αντιστοιχεί κατ' ανάγκη προς τη συμπεριφορά του κοινού επενδυτή που τοποθετεί κεφάλαια χάριν αποδοτικότητας υπό κατά το μάλλον ή ήττον βραχυπρόθεσμη προοπτική, οφείλει, τουλάχιστον, να ακολουθεί τη συμπεριφορά μιας ιδιωτικής εταιρίας holding ή ενός ιδιωτικού ομίλου επιχειρήσεων που επιδιώκουν μια διαρθρωτική πολιτική, γενική ή κλαδική, με γνώμονα προοπτικές μακροπρόθεσμης αποδοτικότητας (5)».

Στην παρούσα περίπτωση, θα πρέπει να εξεταστούν υπό το πρίσμα της αρχής αυτής οι δύο πράξεις που αφορούν την αύξηση του κεφαλαίου της Iberia: αφενός το σύνολο των συναλλαγών που αναφέρονται στην εταιρεία Andes Holding BV και αφετέρου η εισφορά κεφαλαίου 87 δισεκατομμυρίων πεσετών από την Teneo. Η τελική αυτή εξέταση εγγράφεται απολύτως στο πλαίσιο της διαδικασίας που έθεσε σε εφαρμογή η Επιτροπή την 1η Μαρτίου 1995 από τη στιγμή κατά την οποία οι προσαρμογές τις οποίες επέφεραν οι ισπανικές αρχές στο οικονομικό σκέλος του προγράμματος λαμβάνουν υπόψη τις παρατηρήσεις που διατυπώθηκαν από τα κράτη μέλη και τα τρίτα ενδιαφερόμενα μέρη κατόπιν της κινήσεως της διαδικασίας. Πράγματι, οι προσαρμογές αφορούν την εκποίηση στοιχείων του ενεργητικού, μείωση των κινδύνων που απορρέουν από τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η Iberia στη Λατινική Αμερική και τη μείωση του ύψους του εισφερομένου κεφαλαίου που έχει προταθεί, όλα θέματα που είχαν επισημανθεί από τα κράτη μέλη και τα τρίτα ενδιαφερόμενα μέρη στις παρατηρήσεις τους που περιληπτικά αναφέρονται στο ανωτέρω κεφάλαιο IV.

Καταρχάς όσον αφορά την ίδρυση της εταιρείας Andes Holding BV και το σύνολο των δικαιοπραξιών που έχουν σχέση με την εταιρεία αυτή, από τις πληροφορίες που έχει στη διάθεσή της η Επιτροπή και ειδικότερα από την έκθεση του γραφείου συμβούλων, προκύπτει ότι Teneo και η ισπανική κυβέρνηση υιοθέτησαν στάση συγκρίσιμη με αυτή που θα υιοθετούσε ιδιώτης επενδυτής ενεργώντας μόνον με βάση εμπορικές πρακτικές.

Πρώτον φαίνεται ότι η ίδια η δομή της Andes Holding BV που στηρίζεται ως προς τη χρηματοδότηση σε ίδια κεφάλαια χαμηλού ύψους σε σχέση με τους πόρους της που έχουν δανειακή προέλευση, προσομοιάζει με αυτή που γενικά συνιστάται στον τύπο αυτό επιχείρησης. Πράγματι, δεδομένου ότι συστήνεται αποκλειστικά για να αποκτήσει και στη συνέχεια να εκποιήσει απολύτως καθορισμένες οικονομικές συμμετοχές, η Andes Holding BV είναι εταιρεία με διάρκεια ζωής που δεν θα ξεπεράσει καταρχήν τα τρία το πολύ έτη και για την οποία δεν δικαιολογείται η εισφορά υψηλών ιδίων κεφαλαίων. Δεύτερον, η εταιρεία ελέγχεται ουσιαστικά από ιδιώτες επενδυτές, οι οποίοι παρεμβαίνουν με ουσιαστικό τρόπο και στα τρία μέρη της χρηματοδοτικής δομής της Andes Holding BV : με 60 %, 30 % και 70 % στα ίδια κεφάλαια, τα «junior debts» και τα «senior debts» αντιστοίχως. Θα πρέπει εδώ να υπομνησθεί ότι η Επιτροπή εκτιμά ότι πράξη στην οποία εμπλέκονται κεφάλαια του Δημοσίου δεν συνιστά ενίσχυση εφόσον στην πράξη συμμετέχουν με ουσιαστικό τρόπο και υπό αντίστοιχες συνθήκες και ιδιώτες (6). Τρίτον, τα επιτόκια των διαφόρων πηγών χρηματοδότησης της Andes Holding BV δηλαδή το Libor προσαυξημένο κατά [. . .] για τα ίδια κεφάλαια, τα «junior debts» και τα «senior debts» αντιστοίχως, δεν βρίσκονται εκτός των ορίων που παρατηρούνται σε παρόμοιες συναλλαγές. Εξάλλου, η συμμετοχή αμερικανικών τραπεζών στις διάφορες αυτές συναλλαγές συνιστά εγγύηση του ότι τα υπόψη επιτόκια αντικατοπτρίζουν πράγματι τις τιμές της αγοράς.

Τέταρτον, τα ίδια ισχύουν όσον αφορά τις τιμές που καταβάλλει η Andes Holding BV για την απόκτηση των οικονομικών συμμετοχών της στην Arsa, την Intrerinvest, την Austral, και τη Ladeco. Το ύψος ειδικά των οικονομικών συμμετοχών της στην Arsa και την Intrerinvest προσδιορίστηκε με βάση την αξία της εταιρείας Arsa όπως αυτή εκτιμήθηκε από την αμερικανική εμπορική τράπεζα [. . .]. Για την εκτίμηση αυτή, η τράπεζα χρησιμοποίησε μέθοδο ουσιαστικά συγκριτική. Η τιμή της Austral εξάλλου αποτέλεσε αντικείμενο ειδικής εκτίμησης γραφείου λογιστικού ελέγχου με διεθνή αναγνώριση. Η δε τιμή εκποίησης της συμμετοχής της Iberia στη Ladeco, αντιστοιχεί στην τιμή που διαπιστώθηκε στις τελευταίες συναλλαγές που αφορούσαν την εταιρεία αυτή.

Εξάλλου, η ύπαρξη δικαιώματος εξαγοράς υπέρ της Iberia αποτελεί ορθολογική επιλογή της Teneo καθόσον μπορεί να διευκολύνει τη σύναψη συμμαχίας. Εν πάσει περιπτώσει, η Επιτροπή σημειώνει τη διατυπωθείσα βούληση της ισπανικής κυβέρνησης να επιβάλει διττή προϋπόθεση στο δικαίωμα της Iberia για εξαγορά από την Andes Holding BV των συμμετοχών που της είχε εκποιήσει, περιλαμβανομένης της περιόδου «δέουσας επιμέλειας», δηλαδή: αφενός ότι μετά από την ενδεχόμενη αυτή εξαγορά η εμπορική αξία των ιδίων κεφαλαίων του συνόλου του ομίλου θα είναι τουλάχιστον ίση με το 30 % της επιχειρησιακής αξίας του ομίλου και αφετέρου ότι στην εν λόγω πράξη θα συμμετέχει ουσιαστικά, άμεσα ή έμμεσα, ιδιώτης επενδυτής, εκτός από την περίπτωση που η Iberia θα ασκήσει το δικαίωμά της για εξαγορά των υπόψη στοιχείων ενεργητικού με σκοπό την άμεση μεταπώλησή τους σε τρίτους. Η ίδια διττή προϋπόθεση θα ισχύει και κατά το τρίτο έτος μετά την εκποίηση, στην περίπτωση όπου η Iberia υποβάλει την περισσότερο συμφέρουσα προσφορά για την αγορά. Το στοιχείο αυτό αποδεικνύει ότι το σύνολο των πράξεων που αναφέρονται στην εταιρεία Andes Holding BV στοχεύει στην πραγματική απαλλαγή από τις εν λόγω λατινοαμερικανικές συμμετοχές και δεν αποτελεί συγκεκαλυμμένο τρόπο να διευκολυνθεί η εισφορά κεφαλαίου χωρίς να επιφέρει πραγματική μεταβολή στη σύνθεση του ομίλου. Το ίδιο ισχύει και αναφορικά με τις δεσμεύσεις που ανέλαβαν οι ισπανικές αρχές για το ότι:

- η Teneo θα συμμετέχει στην Andes Holding BV με τα ίδια δικαιώματα και τις ίδιες υποχρεώσεις όπως και οι λοιποί μέτοχοι και χρηματοδότες της Andes Holding BV και σύμφωνα με τις βασικές εμπορικές αρχές. Οι αποφάσεις που αφορούν την Andes Holding BV θα λαμβάνονται από την πλειοψηφία των μετόχων της όπως προβλέπουν τα συμφωνηθέντα μεταξύ των μερών κατά το ισχύον ολλανδικό και αγγλικό δίκαιο. Στην περίπτωση όπου, στο μέλλον και για εμπορικούς λόγους που αφορούν την Andes Holding BV, η Teneo θα μπορούσε να οδηγηθεί στην κυριότητα ολοκλήρου ή μέρους του ενεργητικού της Andes Holding BV, η ισπανική κυβέρνηση αναλαμβάνει την υποχρέωση να φροντίσει ώστε η Teneo να εκποιήσει μεταγενέστερα το ενεργητικό αυτό σε τρίτους. Η Teneo δεν μπορεί να αποκτήσει κανένα στοιχείο του ενεργητικού της Andes Holding BV, με εξαίρεση των περιπτώσεων που απορρέουν από τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της πρώτης, όπως αυτά ορίζονται στις συμφωνίες που αφορούν τη δεύτερη,

- κανείς φορέας ή επιχείρηση του ισπανικού δημοσίου εκτός από την Iberia και την Andes Holding BV δεν μπορεί να συμμετάσχει στις πράξεις που αφορούν την Andes Holding BV ή να καταστεί κύριος στοιχείων του ενεργητικού της 7

Τέλος, φαίνεται ότι, παρά το γεγονός ότι οι διάφορες δικαιοπραξίες που σχετίζονται με την Andes Holding BV έχουν ως αποτέλεσμα την άμεση εισροή ρευστού ύψους μόνον 16 δισεκατομμυρίων πεσετών, εντούτοις θα επιτρέψουν την ουσιαστική μείωση των κινδύνων που συνεπάγετο έως τότε η συμμετοχή της Iberia στην Arsa. Καταργούν ως εκ τούτου έναν από τους εγγενείς κινδύνους που εμφάνιζε η κατάσταση της Iberia στα μάτια ενός επενδυτή σε συνθήκες αγοράς. Οι κίνδυνοι δεν είχαν αφετηρία μόνο το υψηλό ποσοστό συμμετοχής (83,35 %) της Iberia προς την Arsa καθώς και τις εγγυήσεις που είχε χορηγήσει η Iberia στην Arsa για αναληφθέντα δάνεια. Μετά όμως τις δικαιοπραξίες αυτές, η Iberia θα καταστεί μικρός μειοψηφών μέτοχος με απευθείας συμμετοχή ύψους 5,73 % στο κεφάλαιο της Arsa. Εξάλλου, εξαφανίστηκαν οι εγγυήσεις που παρείχε η Iberia για δάνεια που είχε συνάψει η Arsa, με εξαίρεση τις εγγυήσεις που αφορούσαν ποσό 75 εκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ αναφορικά με δύο Boeing 747 των οποίων η εμπορική αξία αντιστοιχεί πράγματι στο ποσοστό αυτό. Εν πάσει όμως περιπτώσει, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η μετατόπιση της πληρωμής για την εκχώρηση της Austral συνιστά σημαντικό κίνδυνο για την Iberia από τη στιγμή που το πραγματικό ύψος της πληρωμής θα ισούται το πολύ με το τίμημα που θα εισπραχθεί από την μεταπώλησή της σε τρίτους. Το ίδιο ισχύει για την περίοδο «δέουσας επιμέλειας», με διάρκεια το πολύ τεσσάρων μηνών, κατά την οποία υπάρχει η δυνατότητα να αμφισβητηθεί η εκποίηση των λατινοαμερικανικών στοιχείων ενεργητικού. Ως προς το τελευταίο όμως αυτό στοιχείο, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι, σύμφωνα με τις ισπανικές αρχές, από την προταθείσα εισφορά κεφαλαίου των 87 δισεκατομμυρίων πεσετών, μόνον τα 36,685 δισεκατομμύρια πεσέτες θα έχουν καταβληθεί από την Teneo αμέσως μετά την έκδοση της παρούσας απόφασης. Το υπόλοιπο της προβλεφθείσας εισφοράς, δηλαδή 50,315 δισεκατομμύρια πεσέτες, θα καταβληθεί μόνον μετά τη δεύτερη δόση του τιμήματος από την πώληση της Intrerinvest και της Ladeco προς την Andes Holding BV, μετά τη λήξη της περιόδου «δέουσας επιμέλειας».

Όσον αφορά την εισφορά κεφαλαίου ύψους 87 δισεκατομμυρίων πεσετών, η μεθοδολογία που κανονικά εφαρμόζεται για την τεκμηρίωση του ορθολογικού χαρακτήρα μιας επένδυσης συνίσταται στη σύγκριση του ποσού που αφορά με το ύψος του εσόδου που θα δημιουργήσει. Ας σημειωθεί ότι η κρίση την οποία πρέπει να διαμορφώσει η Επιτροπή δεν επηρεάζεται από το γεγονός ότι η εν λόγω εισφορά κεφαλαίου χρησιμεύει εν μέρει στη χρηματοδότηση του κοινωνικού στόχου που συνιστά η μείωση του προσωπικού, της οποίας το κόστος εκτιμάται σε 36,685 δισεκατομμύρια πεσέτες.

Η σύγκριση της αρχικής επένδυσης των 87 δισεκατομμυρίων πεσετών με την αναμενόμενη από την επένδυση αυτή απόδοση εφαρμόζοντας την αρχή του ορθολογικού επενδυτή σε συνθήκες αγοράς, απαιτεί στην παρούσα περίπτωση αφενός τον προσδιορισμό της μεσοπρόθεσμης αξίας του ομίλου Iberia και αφετέρου τον προσδιορισμό του ελάχιστου επιτοκίου που θα απαιτούσε κανονικά ένας επενδυτής προκειμένου να προχωρήσει με την επένδυση αυτή. Πράγματι, η απόδοση κεφαλαίου που θα προκληθεί από την εισφορά προέρχεται ουσιαστικά από την προστιθέμενη αξία που θα αποκτήσει η εταιρεία κατά τη διάρκεια των προσεχών ετών, δεδομένου ότι η εταιρεία δεν θα προέβαινε στη διανομή μερίσματος πριν από το 1999. Η προστιθέμενη αξία ισούται προς τη διαφορά της μεσοπρόθεσμης αξίας του ομίλου από τη σημερινή του αξία, η οποία όμως είναι, κατά τους οικονομικούς αναλυτές των οποίων ζητήθηκε η γνώμη, μηδενική. Κατά συνέπεια, η εκτίμηση του κατά πόσον ο χαρακτήρας της επένδυσης είναι ορθολογικός, πρακτικά ισοδυναμεί με τη σύγκριση του ύψους της επένδυσης με την μεσοπρόθεσμα πιθανή αξία της επιχείρησης επικαιροποιημένη κατά το επιτόκιο απόδοσης που θα απαιτούσε ο επενδυτής.

Για τον προσδιορισμό της αξίας μιας επιχείρησης, ο υπολογισμός που εφαρμόζεται συνήθως σε παρόμοιες περιπτώσεις, συνίσταται στον πολλαπλασιασμό του «cash flow του τυπικού έτους» επί τον συντελεστή που επικαιροποιεί το σύνολο των μελλοντικών cash flow. Από την τιμή του ενεργητικού που προκύπτει αφαιρείται το ύψος των χρεών για να προκύψει η τιμή των ιδίων κεφαλαίων. Ο συντελεστής με τον οποίο πολλαπλασιάζεται το κέρδος του τυπικού έτους είναι συνάρτηση του μέσου ρυθμού αύξησης του cash flow για το σύνολο των επομένων ετών και του ποσοστού επικαιροποίησης. Το τελευταίο αυτό ποσοστό είναι το μέσο σταθμισμένο κόστος κεφαλαίου («Weighted Average Cost of Capital») για την υπόψη επιχείρηση το οποίο είναι ταυτοχρόνως συνάρτηση του κόστους δανεισμού και του κόστους ιδίων κεφαλαίων. Το μεν κόστος δανεισμού εκτιμάται ευχερώς δεδομένου ότι αρκεί η αναφορά στα επιτόκια των δανείων που έχουν χορηγηθεί στην επιχείρηση. Η εκτίμηση όμως του κόστους των ιδίων κεφαλαίων («Cost of Equity») δεν είναι το ίδιο ευχερής, δεδομένου ότι εδώ απαιτείται η χρήση του «Capital Asset Pricing Model» (CAPM). Σύμφωνα με το μοντέλο αυτό, το κόστος των ιδίων κεφαλαίων ισούται με το επιτόκιο χωρίς κίνδυνο στην υπόψη αγορά, προσαυξημένο με την ισχύουσα στην υπόψη αγορά επιδότηση επιχειρηματικού κινδύνου πολλαπλασιασμένη επί ένα συντελεστή «βήτα». Ο συντελεστής βήτα («equity beta») αντιστοιχεί στην απόδοση που απαιτεί η αγορά στον συγκεκριμένο τομέα, και υπολογίζεται απευθείας ως συνάρτηση των αποτελεσμάτων των επιχειρήσεων με τις χρηματιστηριακές τους τιμές, διορθωμένος βάσει της ίδιας δομής της χρηματοδότησης («gearing») της υπόψη επιχείρησης. Ας σημειωθεί ότι το μέσο σταθμισμένο κόστος κεφαλαίου που προσδιορίζεται με τη μέθοδο αυτή δεν λαμβάνει υπόψη τον ειδικότερο κίνδυνο που παρουσιάζει η κάθε επιχείρηση.

Η Επιτροπή ακολούθησε στην προκειμένη περίπτωση την ανωτέρω προσέγγιση. Πρακτικά ο χρονικός ορίζων υπολογισμού της μεσοπρόθεσμα πιθανής αξίας του ομίλου Iberia είναι το έτος 1999, διότι η επιχείρηση διαθέτει οικονομικές προβλέψεις μέχρι την ημερομηνία αυτή, η οποία εξάλλου είναι από τη μια πλευρά αρκετά απομακρυσμένη ώστε να επιτρέπει να εκδηλωθούν, στο πλαίσιο της διαδικασίας προσαρμογής, όλα τα αποτελέσματα από την υπόψη εισφορά κεφαλαίου, και από την άλλη αρκετά κοντινή ώστε να μειώνονται οι αβεβαιότητες ως προς την αξιοπιστία των προβλέψεων. Οι προβλέψεις αυτές στηρίζονται σε παραδοχές ανάπτυξης συντηρητικές δεδομένου ότι δέχονται ετήσια αύξηση εσόδων εκμετάλλευσης μόνον 4,6 % σε τρέχον νόμισμα κατά την περίοδο 1994 έως 1999 φτάνοντας στο τέλος της περιόδου τα 539,1 δισεκατομμύρια πεσέτες. Στις ανωτέρω υποθέσεις θεωρείται ότι η Iberia θα χάσει μερίδια της αγοράς στη διάρκεια αυτής της περιόδου. Ως πληροφοριακό στοιχείο αναφέρεται ότι ο ετήσιος ρυθμός αύξησης των παγκοσμίων αεροπορικών μεταφορών, εκφρασμένος σε επιβάτες-χιλιόμετρα, ανήλθε στο 4,0 % και 5,4 % στη διάρκεια των πέντε και δέκα τελευταίων ετών αντιστοίχως, και οι αναλυτές προβλέπουν μέση ετήσια αύξηση 6.0 % για τα επόμενα τέσσερα έτη. Πάντοτε αναφορικά με το 1999, το αποτέλεσμα εκμετάλλευσης της Iberia θα έφτανε τα 55,5 δισεκατομμύρια πεσέτες και το καθαρό της προς φόρων αποτέλεσμα στα 46,9 δισεκατομμύρια πεσέτες. Τα αποτελέσματα αυτά προϋποθέτουν ικανοποιητική εξέλιξη της διαδικασίας ανάκαμψης με άξονα τη μείωση του κόστους εκμετάλλευσης.

Με αφετηρία τους υπολογισμούς αποτελεσμάτων που προβλέπονται για το 1999, προσαρμοσμένους και διορθωμένους σε ορισμένα σημεία, κατέστη δυνατός ο προσδιορισμός του κέρδους κατά την ημερομηνία αυτή και εν συνεχεία του cash flow του τυπικού έτους. Εντούτοις, ελλείψει καθορισμένης χρηματιστηριακής τιμής των μετοχών της Iberia, δεν είναι δυνατός ο απευθείας καθορισμός του συντελεστή βήτα της επιχείρησης. Ως εκ τούτου η τιμή 1,39 του συντελεστή βήτα («equity beta» που χρησιμοποιήθηκε προέκυψε από ανάλυση μιας εικοσάδας ευρωπαϊκών και μη αεροπορικών εταιρειών, λαμβάνοντας επίσης υπόψη την οικονομική δομή της Iberia το 1999, καθώς και των επιπτώσεων επί της δομής αυτής της εκποίησης στοιχείων ενεργητικού προς την Andes Holding BV. Ως προς το σημείο αυτό η Επιτροπή θεώρησε ότι το σύνολο του τιμήματος της πώλησης της Austral θα καταβληθεί στην Iberia μετά τη μεταβίβασή της από την Andes Holding BV. Απεναντίας, η μετάγγιση κεφαλαίου ύψους 20 δισεκατομμυρίων πεσετών την οποία προτίθεται να πραγματοποιήσει η Teneo το 1997 δεν έχει ληφθεί υπόψη. Το επιτόκιο άνευ κινδύνου στην ισπανική αγορά και η επιδότηση επιχειρηματικού κινδύνου που επικρατεί στην αγορά αυτή προσδιορίστηκαν σε 10,7 % και 7 % αντιστοίχως. Με βάση τους αριθμούς αυτούς, το κόστος των ιδίων κεφαλαίων υπολογίζεται σε 20,4 % και το μέσο σταθμισμένο κόστος κεφαλαίου της Iberia σε 14,42 % το 1999. Εξάλλου, η Επιτροπή θεώρησε ότι ο μέσος ρυθμός αύξησης του cash flow της Iberia πέρα από το 1999 θα κυμανθεί από 4 % και 4,5 % σε τρέχον νόμισμα. Πρόκειται για ρεαλιστική παραδοχή, δεδομένου ότι με προβλεπόμενο μέσο ρυθμό πληθωρισμού 3 %, αντιστοιχεί σε πραγματική αύξηση ελαφρώς μεγαλύτερη του 1 % ετησίως. Όλα αυτά τα στοιχεία οδήγησαν στον υπολογισμό της εμπορικής αξίας των ιδίων κεφαλαίων («equity value») του ομίλου Iberia το 1999 είτε σε 246 είτε σε 267 δισεκατομμύρια πεσέτες, για παραδοχή ρυθμού αύξησης 4 % ή 4,5 % αντιστοίχως.

Εξάλλου, η Επιτροπή έχει τη γνώμη ότι το ελάχιστο επιτόκιο απόδοσης («hurdle rate») που θα απαιτούσε επενδυτής ενεργώντας κατά τους νόμους της αγοράς ώστε να προβεί στην υπόψη μετάγγιση κεφαλαίου είναι τουλάχιστον 30 % λόγω του ύψους του απαιτουμένου ποσού και κυρίως λόγω των επιχειρηματικών κινδύνων που παρουσιάζει η εν λόγω πράξη. Στο επιτόκιο αυτό ύψους 30 %, προφανώς πολύ υψηλό και πολύ πάνω από τα επιτόκια της αγοράς, ενσωματώνονται και οι υπολογίσιμες πιθανότητες να μην εξελιχθεί το πρόγραμμα σύμφωνα με τις προβλέψεις και η πραγματική απόδοση να αποδειχτεί τελικά χαμηλότερη. Εξάλλου, το επιτόκιο θα είναι κατ' ανάγκη ανώτερο από το κόστος των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας, δεδομένου ότι το τελευταίο δεν περιλαμβάνει τους κινδύνους που είναι συνδεδεμένοι με την εταιρεία. Παρά την πρακτική εξαφάνιση των κινδύνων που απέρρεαν από τη συμμετοχή της στην Arsa και την ουσιαστική βελτίωση των αποτελεσμάτων εκμετάλλευσης κατά τη διάρκεια του 1994 και του πρώτου εξαμήνου του 1995, η Iberia παραμένει επιχείρηση με ηυξημένο ίδιο επιχειρηματικό κίνδυνο. Ειδικότερο βάρος στην επιδίωξη της ανάκαμψης της εταιρείας, στη μακροπρόθεσμη κερδοφορία της και στις οικονομικές προβλέψεις με ορίζοντα το 1999 στις οποίες στηρίχθηκαν οι υπολογισμοί της σημερινής αξίας της, παρουσιάζουν οι κατωτέρω αβεβαιότητες:

- δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί το πρόγραμμα προσαρμογής, ιδιαίτερα δε δεν έχουν ακόμη αρχίσει να εφαρμόζονται οι μειώσεις του προσωπικού,

- η εταιρεία αντιμετώπισε πρόσφατα κοινωνικά προβλήματα, που υλοποιήθηκαν κυρίως με συχνές απεργίες των πιλότων. Εκτός από τις άμεσες επιπτώσεις τους στα λογιστικά της Iberia, οι κοινωνικές αυτές αναταραχές βλάπτουν την εικόνα που έχουν οι πελάτες για την εταιρεία και είναι δυνατό να παρεμποδίσουν τις δυνατότητές της να πετύχει τη βελτίωση της παραγωγικότητας που προβλέπει το πρόγραμμα,

- με τη σημερινή του μορφή, το πρόγραμμα λήγει στο τέλος του 1996. Την ημερομηνία εκείνη, η Iberia δεν θα έχει ακόμη φτάσει τα επίπεδα παραγωγικότητας και την αποτελεσματικότητα των κυριότερων ευρωπαίων ανταγωνιστών της. Θα πρέπει τότε να εκπονηθεί νέο πρόγραμμα περιορισμού των δαπανών και να τεθεί στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τους κοινωνικούς εταίρους. Το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων παραμένει προς το παρόν απρόβλεπτο,

- οι αμφιβολίες ως προς την ύπαρξη μελλοντικών εξωτερικών εταίρων που ακόμη δεν έχουν επιλεγεί και ως προς τον τρόπο παρέμβασής τους,

- οι επιπτώσεις της απελευθέρωσης των δραστηριοτήτων αεροπορικών μεταφορών και υπηρεσιών εδάφους (handling) στην Ευρώπη στη μακροπρόθεσμη οικονομική απόδοση της Iberia δεν είναι δυνατό ακόμη να εκτιμηθούν επακριβώς στο σύνολό τους.

Ο σύμβουλος της Επιτροπής, εκτιμά και αυτός ότι το ελάχιστο ετήσιο επιτόκιο, όπως προσδιορίσθηκε ανωτέρω, το οποίο θα απαιτούσε στην παρούσα περίπτωση ένας επενδυτής θα ήταν ίσο τουλάχιστον με 30 %, εφόσον προτείνει μια ψαλίδα μεταξύ 30 % και 40 %. Η Επιτροπή έχει τη γνώμη ότι ένας επενδυτής που ενεργεί βραχυπρόθεσμα ή μεσοπρόθεσμα σε καθαρά χρηματοδοτικά πλαίσια θα μπορούσε να ζητήσει επιτόκιο άνω του 30 %. Όμως, και σύμφωνα με την προαναφερθείσα νομολογία του Δικαστηρίου, η Επιτροπή οφείλει να βεβαιώνεται ότι η εταιρεία χαροφυλακίου (holding) Teneo δεν επιζητεί τη βραχυπρόθεσμη ή μεσοπρόθεσμη απόδοση των κεφαλαίων της, αλλά επιδιώκει σχετικά μία στρατηγική και μακροπρόθεσμους στόχους οικονομικής πολιτικής προκειμένου για επιχείρηση της οποίας προτίθεται να αξιοποιήσει τα θετικά στοιχεία και τις δυνατότητες σε έναν τομέα που βρίσκεται σε διαρκή άνοδο, χάρη κυρίως στη συνεργασία της με εξωτερικό εταίρο. Κατά βάση, τα θετικά αυτά στοιχεία συνίστανται στα εξής: τεχνική και εμπορική τεχνογνωσία, φίρμα γνωστή σε ολόκληρο τον κόσμο, δίκτυο που επικεντρώνεται στην Ευρώπη και τη Λατινική Αμερική, ισχυρή παρουσία στην Ισπανία, χώρα προορισμού με τη μεγαλύτερη κίνηση επιβατών για λόγους αναψυχής στην Ευρώπη. Επιπλέον, η από διετίας συνεχής βελτίωση των αποτελεσμάτων εκμετάλλευσης της Iberia αποδεικνύει την αποτελεσματικότητα και τη σοβαρότητα του προγράμματος προσαρμογής που εφαρμόζει, το οποίο στηρίζεται κυρίως στην μείωση των δαπανών εκμετάλλευσης. Είναι ιδιαίτερα ενδεικτική η διαβεβαίωση της ισπανικής κυβέρνησης ότι η μείωση των δαπανών αποτελεί θεμελιώδη στόχο του προγράμματος προσαρμογής για την Iberia και την Teneo, οι οποίες επιπλέον θεωρούν ουσιώδη την επιδίωξη μείωσης των δαπανών και πέρα από το 1996. Επιπλέον, σύμφωνα με τις πληροφορίες που έχει στη διάθεσή της η Επιτροπή, οι προσπάθειες βελτίωσης της παραγωγικότητας και μείωσης του κόστους στις οποίες έχει αποδυθεί η Iberia θα έπρεπε να της επιτρέψουν να μειώσει ουσιαστικά περί το 1998 το άνοιγμα που ακόμη παρατηρείται σήμερα με το μέσο όρο των παρακάτω εταιρειών: British Airways, KLM, Lufthansa, Air France. Εξάλου η δέσμευση των ισπανικών αρχών σύμφωνα με την οποία αν δεν επιτευχθούν οι στόχοι του προγράμματος προσαρμογής, τότε η Teneo και η Iberia θα καλύψουν την ενδεχόμενη ανάγκη συμπληρωματικών κεφαλαίων εντείνοντας τις προσπάθειες για μείωση των δαπανών, με απαλλαγή από υφιστάμενες επενδύσεις ή με προσφυγή σε ιδιώτες επενδυτές, εκτιμάται ως πρόσθετος παράγοντας ελάτωσης του επιχειρηματικού κινδύνου.

Τελικώς το ύψος της επένδυσης των 87 δισεκατομμυρίων πεσετών βρίσκεται στην κατώτερη περιοχή της δέσμης των τιμών των ιδίως κεφαλαίων του ομίλου Iberia το 1999, όπως υπολογίσθηκε με την μέθοδο που παρουσιάσθηκε αναλυτικά ανωτέρω, επικαιροποιημένη σε περίοδο τεσσάρων ετών με επιτόκιο απόδοσης 30 %. Έπεται συνεπώς ότι η αρχή του επενδυτή σε συνθήκες αγοράς θα πρέπει να θεωρείται ότι ικανοποιείται με την εν λόγω εισφορά κεφαλαίου.

Επικουρικά, και για να ολοκληρώσει την ανάλυσή της, η Επιτροπή εξέτασε σχετικά με τις ανάγκες της Iberia σε ίδια κεφάλαια. Ως προς αυτό το σημείο, από τις πληροφορίες που διαθέτει η Επιτροπή προκύπτει ότι κατά τους προσεχείς μήνες η Iberia θα αντιμετωπίσει τις δαπάνες του κοινωνικού προγράμματος μείωσης του προσωπικού της, ενώ παράλληλα θα λήξουν πολλές προθεσμίες εξόφλησης δανείων. Παρά τη συνεχή βελτίωση των χρηματικών ροών (cash flows) από την εκμετάλλευση, η ταμειακή κατάσταση της εταιρείας δεν θα επιτρέπει να αντιμετωπίσει το σύνολο των υποχρεώσεών της και οι βραχυπρόθεσμες ανάγκες της σε ρευστό χρήμα ανέρχονται σε 48 δισεκατομμύρια πεσέτες. Εξάλλου, ο λόγος «χρέη προς ίδια κεφάλαια» της εταιρείας είναι πολύ υψηλότερος των άλλων ευρωπαϊκών εταιρειών, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω στο τέλος του κεφαλαίου Ι. Θα πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι οι εκποιήσεις των στοιχείων του ενεργητικού στις οποίες προέβη η Iberia μεταβιβάζοντας ορισμένες από τις οικονομικές συμμετοχές της προς την Andes Holding BV απέφεραν μεν κάποια καθαρή εισροή ρευστού χρήματος, αλλά δεν απέτρεψαν την ουσιαστική μεταβολή του παθητικού του ισολογισμού της εταιρείας, δεδομένου ότι οι εν λόγω εκποιήσεις δημιούργησαν σαφείς λογιστικές ζημίες. Συνεπώς, η υποχρέωση της Iberia και το χαμηλό ύψος των ιδίων κεφαλαίων της επιβάλλουν, για τρεις τουλάχιστον λόγους, να δημιουργηθεί υγιέστερη οικονομική διάρθρωση με την αύξηση των ιδίων κεφαλαίων. Πρώτον, απαιτείται να καθησυχάσουν οι σημερινοί και μελλοντικοί πιστωτές της εταιρείας και ιδιαίτερα οι τράπεζες, των οποίων οι χρηματοδοτήσεις είναι ζωτικής σημασίας για την επιβίωση της επιχείρησης και οι οποίες ενδεχομένως θα επιχειρούσαν την αιφνίδια απεμπλοκή τους ή την απαίτηση επιβολής απαγορευτικών επιτοκίων, ενόψει του μικρού ύψους των ιδίων κεφαλαίων. Στο σημείο αυτό, η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι θα θεωρούσε ως κρατική ενίσχυση, παράνομη λόγω μη προηγούμενης γνωστοποίησης, κάθε ρητή ή υπονοούμενη παροχή εγγύησης πληρωμής προς τους πιστωτές της Iberia από την Teneo ή από οποιοδήποτε άλλο φορέα του δημοσίου (7). Δεύτερον, το παθητικό του ισολογισμού της Iberia πρέπει να εξυγιανθεί, ώστε να προσελκύσει βραχυπρόθεσμα ή μεσοπρόθεσμα ιδιώτες εταίρους υπό συνθήκες ικανοποιητικές για την εταιρεία και το μέτοχό της Teneo. Τέλος, μετάγγιση κεφαλαίου ύψους μεγαλύτερου από τις βραχυπρόθεσμες ταμειακές ανάγκες αποτελεί σαφή ένδειξη, και ειδικά για το προσωπικό που έχει ανησυχήσει ιδιαίτερα από τις πολυετείς δυσχέρειες, ότι η Teneo έχει εμπιστοσύνη στο μέλλον της Iberia. Υπ' αυτές τις συνθήκες, και λαμβανομένης υπόψη της ρητής διαβεβαίωσης της ισπανικής κυβέρνησης ότι τα εισφερόμενα κεφάλαια θα χρησιμοποιηθούν αποκλειστικά για την κάλυψη των δαπανών λόγω περιορισμού του προσωπικού ή για τη μείωση του χρέους, το ύψος των 87 δισεκατομμυρίων πεσετών, που εν πάσει περιπτώσει καλύπτει τις βραχυπρόθεσμες ανάγκες της Iberia, φαίνεται επίσης να συμβαδίζει με την μακροπρόθεσμη στατιστική της Teneo ως προς τη θυγατρική της εταιρεία.

Πρέπει επίσης να αναφερθεί ότι, παρ' όλη την αύξηση κεφαλαίου κατά 87 δισεκατομμύρια πεσέτες, ο λόγος «οικονομικές πρόσοδοι προς κύκλο εργασιών» της Iberia θα παραμείνει μέχρι το 1998 καθαρά ανώτερος του μέσου όρου των αντίστοιχων λόγων της British Airways, KLM και της Lufthansa. Επίσης, το «gearing» της Iberia, που ορίζεται ως η σχέση μεταξύ αφενός του τραπεζικού χρέους και της πίστωσης μισθώσεως και αφετέρου του συνόλου των ιδίων κεφαλαίων, θα παραμείνει κατά την ίδια περίοδο αισθητά ανώτερο του μέσου όρου των αντίστοιχων τιμών των τριών ανταγωνιστριών εταιρειών που προαναφέρθηκαν.

Από το σύνολο των ανωτέρω εκτεθέντων συνάγεται ότι οι διάφορες συναλλαγές που αναφέρονται στην εταιρεία Andes Holding BV. καθώς και η μετάγγιση του κεφαλαίου των 87 δισεκατομμυρίων πεσετών που πραγματοποίησε η εταιρεία χαρτοφυλακίου (holding) Teneo προς την Iberia δεν συνιστούν κρατικές ενισχύσεις κατά την έννοια του άρθρου 92 παράγραφος 1 της συνθήκης και του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας. Κατά συνέπεια, αποφασίζεται να μην εγερθεί αντίρρηση ως προς τις πράξεις αυτές και να κλείσει η διαδικασία. Στην παρούσα απόφαση λαμβάνονται κυρίως υπόψη οι δεσμεύσεις που ανέλαβε η ισπανική κυβέρνηση ως προς τα εξής:

- εάν υποτεθεί ότι καθίσταται δυνατό να ασκήσει η Iberia το δικαίωμά της εξαγοράς λατινοαμερικανικών συμμετοχών που θα έχουν πωληθεί στην Andes Holding BV στη διάρκεια των δύο πρώτων ετών μετά την εκποίησή τους, περιλαμβανομένης της περιόδου «δέουσας επιμέλειας», η εταιρεία δεσμεύεται ότι δεν θα το πράξει παρά μόνον εάν: α) η εμπορική αξία των ιδίων κεφαλαίων του συνόλου του ομίλου είναι μεγαλύτερη ή ίση του 30 % της επιχειρησιακής αξίας του ομίλου («Group's entreprise value» που ορίζεται ως η αξία του τμήματος του ενεργητικού που παράγει κέρδη), και εάν β) υπάρξει στην εν λόγω πράξη άμεση ή έμμεση σημαντική συμμετοχή ιδιώτη επενδυτή. Ο ίδιος διττός όρος θα έχει εφαρμογή και κατά το τρίτο έτος μετά την εκποίηση, στην περίπτωση όπου η Iberia υποβάλει την περισσότερο συμφέρουσα προσφορά αγοράς. Δεν θα έχει όμως εφαρμογή στην περίπτωση που η Iberia θα ασκήσει το δικαίωμα εξαγοράς με σκοπό την άμεση μεταπώληση των εν λόγω στοιχείων ενεργητικού σε τρίτους,

- η Teneo θα συμμετέχει στην Andes Holding BV με τα ίδια δικαιώματα και τις ίδιες υποχρεώσεις όπως και οι λοιποί μέτοχοι και χρηματοδότες της Andes Holding BV και σύμφωνα με τις βασικές εμπορικές αρχές. Οι αποφάσεις που αφορούν την Andes Holding BV θα λαμβάνονται από την πλειοψηφία των μετόχων της, όπως προβλέπουν τα συμφωνηθέντα μεταξύ των μερών κατά το ισχύον ολλανδικό και αγγλικό δίκαιο. Στην περίπτωση όπου, στο μέλλον και για εμπορικούς λόγους που αφορούν την Andes Holding BV, η Teneo θα μπορούσε να οδηγηθεί στην κυριότητα ολοκλήρου ή μέρους του ενεργητικού της Andes Holding BV, η ισπανική κυβέρνηση αναλαμβάνει την υποχρέωση να φροντίσει ώστε η Teneo να εκποιήσει μεταγενέστερα το ενεργητικό αυτό σε τρίτους. Η Teneo δεν μπορεί να αποκτήσει κανένα στοιχείο του ενεργητικού της Andes Holding BV, με εξαίρεση των περιπτώσεων που απορρέουν από τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της πρώτης, όπως αυτά ορίζονται στις συμφωνίες που αφορούν τη δεύτερη,

- κανείς φορέας ή επιχείρηση του ισπανικού Δημοσίου, εκτός από την Iberia και την Andes Holding BV, δεν μπορεί να συμμετάσχει στις πράξεις που αφορούν την Andes Holding BV ή να καταστεί κύριος στοιχείων του ενεργητικού της,

- η εισφορά κεφαλαίου, με τη μορφή που θα εγκριθεί, θα εξυπηρετήσει αποκλειστικά: α) την κάλυψη των δαπανών που θα προέλθουν από τον περιορισμό του προσωπικού, ή β) την ελάττωση του χρέους. Έκθεση σχετικά με την υλοποίηση του σχεδίου ελάττωσης του χρέους θα διαβιβαστεί στην Επιτροπή. Στην έκθεση θα καταγράφονται λεπτομερώς οι αποπληρωμές των δανείων μέχρι το 1999 και ο τρόπος με τον οποίο τα εγκεκριμένα κεφάλαια θα χρησιμοποιηθούν για τη μείωση των χρηματοοικονομικών εξόδων. Τα ποσά που προέρχονται από την εισφορά κεφαλαίου σε καμία περίπτωση δεν θα χρησιμοποιηθούν κατά τρόπο που θα εμπόδιζε την εξέλιξη του προγράμματος της Iberia για τη μείωση του κόστους ή που θα επέφερε σημαντικές αλλαγές στην συνολική τιμολογιακή στρατηγική της και στη χωρητικότητα του στόλου της,

- τα αναγκαία κεφάλαια για την πληρωμή των δαπανών μείωσης του προσωπικού (36,685 δισεκατομμύρια πεσέτες) θα μεταβιβαστούν στην Iberia αμέσως μετά την παρούσα απόφαση της Επιτροπής. Απεναντίας, το υπόλοιπο του εισφερομένου κεφαλαίου θα καταβληθεί στην Iberia μόνο με τη δεύτερη καταβολή του προϊόντος της πώλησης προς την Andes Holding BV της Interinvest και της Ladeco (βλέπε ανωτέρω),

- η Iberia και η Teneo συμφωνούν ότι η ελάττωση των δαπανών αποτελεί θεμελιώδη στόχο του προγράμματος προσαρμογής και θεωρούν ουσιαστική την επιδίωξη μείωσης των δαπανών και πέρα από το 1996,

- στην περίπτωση όπου δεν θα επιτυγχάνονταν οι στόχοι του προγράμματος προσαρμογής και η Iberia θα είχε ανάγκη συμπληρωματικών κεφαλαίων, η Teneo και η Iberia θα εξετάσουν τις δυνατότητες να καλυφθεί η ανάγκη αυτή μέσω μεγαλύτερης μείωσης των δαπανών, εκποίησης επενδύσεων ή εισροής κεφαλαίων προερχομένων σε σημαντικό βαθμό από ιδιώτες επενδυτές.

Τέλος, η Επιτροπή σημείωσε τη βούληση των ισπανικών αρχών, αφενός να προχωρήσουν σε πρόσθετη μετάγγιση κεφαλαίου ύψους 20 δισεκατομμυρίων πεσετών κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου του έτους 1997 και αφετέρου να μην προχωρήσουν στη νέα αυτή μετάγγιση παρά μόνον αν ικανοποιηθούν τα οκτώ κριτήρια και οι αριθμητικοί στόχοι που αναφέρονται στο ανωτέρω κεφάλαιο VI. Η τήρηση των ανωτέρω στόχων και κριτηρίων θα διαπιστωθεί από τους λογαριασμούς της Iberia για τα έτη 1995 και 1996 μετά το έλεγχό τους κατά το γράμμα των κανόνων που προβλέπει σχετικά το ισπανικό δίκαιο. Η συμπληρωματική μετάγγιση κεφαλαίου θα γνωστοποιηθεί στην Επιτροπή, η οποία θα την εξετάσει υπό το πρίσμα επενδυτή σε συνθήκες οικονομίας αγοράς, λαμβάνοντας κυρίως υπόψη την ικανοποίηση των ανωτέρω στόχων και κριτηρίων. Εν πάσει περιπτώσει, η Επιτροπή θα λάβει επίσης υπόψη της την ενδεχόμενη ύπαρξη και άλλων στοιχείων αξιολόγησης, και ειδικότερα όσον αφορά τις οικονομικές προβλέψεις που έχουν διατυπωθεί για την περίοδο 1997-2001, την κατάσταση της Iberia και του ομίλου έναντι των κυριότερων ανταγωνιστών της και τους λοιπούς παράγοντες επιχειρηματικού κινδύνου.

ΓΕΝΙΚΕΣ ΕΚΤΙΜΗΣΕΙΣ

Η Επιτροπή υπενθυμίζει γενικά ότι, σύμφωνα με το άρθρο 93 παράγραφος 3 της συνθήκης, πρέπει να ενημερώνεται προκαταβολικά για κάθε πράξη που ενδεχομένως περιέχει στοιχεία κρατικής ενίσχυσης. Εξάλλου, η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι, σε περίπτωση που της κοινοποιηθεί στο μέλλον σχέδιο ενίσχυσης, θα λάβει υπόψη της όλα τα ενδεδειγμένα στοιχεία, και ιδίως το γεγονός ότι η εταιρεία έχει ήδη καταστεί δικαιούχος κρατικής ενίσχυσης. Στην περίπτωση αυτή η Επιτροπή δεν θα επιτρέψει τη χορήγηση πρόσθετης ενίσχυσης, πλην εξαιρετικών περιστάσεων, απρόβεπτων και εξωτερικών από την εταιρεία (8),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Οι διάφορες δικαιοπραξίες που σχετίζονται με την εταιρεία Andes Holding BV και εισφορά κεφαλαίου ύψους 87 δισεκατομμυρίων πεσετών την οποία θα πραγματοποιήσει η εταιρεία Teneo προς όφελος της Iberia δεν συνιστούν κρατικές ενισχύσεις κατά την έννοια του άρθρου 92 παράγραφος 1 της συνθήκης και την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, ειδικότερα λαμβανομένων υπόψη των δεσμεύσεων που ανέλαβε η ισπανική κυβέρνηση, οι οποίες εκτίθενται στην τρίτη παράγραφο από το τέλος του ανωτέρω κεφαλαίου VII.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στο Βασίλειο της Ισπανίας.

Βρυξέλλες, 31 Ιανουαρίου 1996.

Για την Επιτροπή

Neil KINNOCK

Μέλος της Επιτροπής

(1) ΕΕ αριθ. C 114 της 6. 5. 1995, σ. 7.

(2) ΕΕ αριθ. L 240 της 24. 8. 1992, σ. 1, 8 και 15.

(3*) Στο κείμενο της παρούσας απόφασης που προορίζεται για δημοσίευση, παραλείπονται οι πληροφορίες που καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο.

(4) Ανακοίνωση της Επιτροπής για την εφαρμογή των άρθρων 92 και 93 της συνθήκης στις περιπτώσεις δημοσίων συμμετοχών, Δελτίο αριθ. 9-1984 7 απόφαση της 13ης Μαρτίου 1985 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις 296/82 και 318/82, Κάτω Χώρες και Leeuwarder Papierwarenfabriek BV κατά Επιτροπής, Συλλογή 1985, σ. 809, σκέψη 17.

(5) Συλλογή 1991, σ. Ι-1603, σκέψη 20.

(6) Ανακοίνωση της Επιτροπής για την εφαρμογή των άρθρων 92 και 93 της συνθήκης στις περιπτώσεις δημοσίων συμμετοχών, Δελτίο ΕΚ αριθ. 9 - 1984.

(7) Βλέπε επιστολή της Επιτροπής προς τα κράτη μέλη με ημερομηνία 5 Απριλίου 1989. αριθ. SG(89) D/4328.

(8) Εφαρμογή των άρθρων 92 και 93 της συνθήκης ΕΚ και του άρθρου 61 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ στις κρατικές ενισχύσεις στον τομέα των αεροπορικών μεταφορών, κεφάλαια Ι.3 και V.2 (ΕΕ αριθ. C 350 της 10. 12. 1994, σ. 5).