Οδηγία 94/45/ΕΚ του Συμβουλίου της 22ας Σεπτεμβρίου 1994 για τη θέσπιση μιας ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης ή μιας διαδικασίας σε επιχειρήσεις και ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας με σκοπό να ενημερώνονται οι εργαζόμενοι και να ζητείται η γνώμη τους
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 254 της 30/09/1994 σ. 0064 - 0072
Φινλανδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 5 τόμος 6 σ. 0160
Σουηδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 5 τόμος 6 σ. 0160
ΟΔΗΓΙΑ 94/45/ΕΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 22ας Σεπτεμβρίου 1994 για τη θέσπιση μιας ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης ή μιας διαδικασίας σε επιχειρήσεις και ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας με σκοπό να ενημερώνονται οι εργαζόμενοι και να ζητείται η γνώμη τους ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Έχοντας υπόψη: τη συμφωνία για την κοινωνική πολιτική που έχει προσαρτηθεί στο πρωτόκολλο (αριθ. 14) σχετικά με την κοινωνική πολιτική που έχει προσαρτηθεί στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 2 παράγραφος 2, την πρόταση της Επιτροπής (1), τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2), Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 189 Γ της συνθήκης (3), Εκτιμώντας: ότι, βάσει του πρωτοκόλλου σχετικά με την κοινωνική πολιτική που επισυνάπτεται στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Βασίλειο του Βελγίου, το Βασίλειο της Δανίας, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, η Ελληνική Δημοκρατία, το Βασίλειο της Ισπανίας, η Γαλλική Δημοκρατία, η Ιρλανδία, η Ιταλική Δημοκρατία, το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, το Βασίλειο των Κάτω Χωρών και η Πορτογαλική Δημοκρατία (που αναφέρονται στο εξής ως "κράτη μέλη"), επιδιώκοντας να εφαρμόσουν τον κοινωνικό χάρτη του 1989, συνήψαν συμφωνία μεταξύ τους για την κοινωνική πολιτική- ότι το άρθρο 2 παράγραφος 2 της προαναφερθείσας συμφωνίας επιτρέπει στο Συμβούλιο να θεσπίσει, μέσω οδηγίας, ελάχιστες προδιαγραφές- ότι, σύμφωνα με το άρθρο 1 της εν λόγω συμφωνίας, η Κοινότητα και τα κράτη μέλη έχουν ως στόχο να προωθήσουν τον κοινωνικό διάλογο- ότι η παράγραφος 17 του κοινοτικού χάρτη των θεμελιωδών κοινωνικών δικαιωμάτων των εργαζομένων προβλέπει μεταξύ άλλων ότι "η πληροφόρηση, η διαβούλευση και η συμμετοχή των εργαζομένων πρέπει να αναπτυχθούν καταλλήλως, σύμφωνα με τα ισχύοντα στα διάφορα κράτη μέλη"- ότι "αυτό ισχύει ιδίως για επιχειρήσεις ή ομίλους επιχειρήσεων που έχουν εγκαταστάσεις ή επιχειρήσεις σε περισσσότερα από ένα κράτη μέλη"- ότι το Συμβούλιο, παρά την ευρεία συναίνεση που υπήρξε μεταξύ της πλειοψηφίας των κρατών μελών, δεν ήταν σε θέση να αποφανθεί σχετικά με την πρόταση οδηγίας για τη σύσταση ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης στις επιχειρήσεις ή τους ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας για ενημέρωση και διαβούλευση των εργαζομένων (4), όπως τροποποιήθηκε στις 3 Δεκεμβρίου 1991 (5)- ότι η Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2 της συμφωνίας για την κοινωνική πολιτική, προχώρησε σε διαβουλεύσεις με τους κοινωτικούς εταίρους σε κοινοτικό επίπεδο σχετικά με τον ενδεχόμενο προσανατολισμό κοινοτικής δράσης στον τομέα της ενημέρωσης των εργαζομένων και της διαβούλευσης με αυτούς στις επιχειρήσεις και στους ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας- ότι η Επιτροπή, θεωρώντας μετά από αυτή τη διαβούλευση ότι είναι ευκταία η ανάληψη κοινοτικής δράσης, προχώρησε σε δεύτερο γύρο διαβουλεύσεων με τους κοινωνικούς εταίρους σχετικά με το περιεχόμενο της μελετώμενης πρότασης, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3 της εν λόγω συμφωνίας, και ότι αυτοί διαβίβασαν τη γνώμη τους στην Επιτροπή- ότι, μετά το πέρας της δεύτερης φάσης διαβούλευσης, οι κοινωνικοί εταίροι δεν ενημέρωσαν την Επιτροπή σχετικά με τυχόν επιθυμία τους να ξεκινήσει η διαδικασία που θα μπορούσε να καταλήξει στη σύναψη συμφωνίας, όπως προβλέπει το άρθρο 4 της εν λόγω συμφωνίας- ότι η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς περιλαμβάνει μια διαδικασία συγκεντρώσεων επιχειρήσεων, διασυνοριακών συγχωνεύσεων, συγχωνεύσεων δι' απορροφήσεως και ένωσης επιχειρήσεων και, κατά συνέπεια, μια διεθνοποίηση των επιχειρήσεων και των ομίλων επιχειρήσεων- ότι, προκειμένου να εξασφαλιστεί η αρμονική ανάπτυξη των οικονομικών δραστηριοτήτων, πρέπει οι επιχειρήσεις και οι όμιλοι επιχειρήσεων που λειτουργούν σε περισσότερα από ένα κράτη μέλη να ενημερώνουν τους εκπροσώπους των εργαζομένων οι οποίοι επηρεάζονται από τις αποφάσεις τους και να ζητούν τη γνώμη τους- ότι οι διαδικασίες για την ενημέρωση των εργαζομένων και τη διαβούλευση με αυτούς, οι οποίες προβλέπονται στις νομοθεσίες ή τις πρακτικές που ακολουθούν τα κράτη μέλη, είναι συχνά ανακόλουθες προς την διεθνική δομή του φορέα ο οποίος λαμβάνει την απόφαση που αφορά τους εργαζόμενους αυτούς- ότι η κατάσταση αυτή ενδέχεται να οδηγήσει σε άνιση μεταχείριση των εργαζομένων τους οποίους αφορούν οι αποφάσεις στο πλαίσιο της ίδιας επιχείρησης ή του ίδιου ομίλου επιχειρήσεων- ότι πρέπει να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα, τα οποία θα εξασφαλίζουν την ορθή ενημέρωση των εργαζομένων στις κοινοτικής κλίμακας επιχειρήσεις ή ομίλους επιχειρήσεων και την ορθή διαβούλευση μαζί τους στις περιπτώσεις που αποφάσεις, οι οποίες ενδέχεται να τους επηρεάζουν, λαμβάνονται σε άλλο κράτος μέλος από εκείνο στο οποίο εργάζονται- ότι, για να εξασφαλισθεί η ορθή ενημέρωση των εργαζομένων επιχειρήσεων ή ομίλων επιχειρήσεων που λειτουργούν σε περισσσότερα από ένα κράτη μέλη και η ορθή διαβούλευση μαζί τους, πρέπει να συσταθεί μία ευρωπαϊκή επιτροπή επιχείρησης, ή να καθιερωθούν άλλες κατάλληλες διαδικασίες για τη διεθνική ενημέρωση των εργαζομένων και τη διαβούλευση με αυτούς- ότι, για το σκοπό αυτό, είναι αναγκαίο να δοθεί ο ορισμός της έννοιας της ελέγχουσας επιχείρησης, ορισμός ο οποίος αφορά αποκλειστικά την παρούσα οδηγία και δεν προδικάζει τους ορισμούς του ομίλου ή του ελέγχου, οι οποίοι ενδέχεται να υιοθετηθούν στα κείμενα που θα καταρτισθούν στο μέλλον- ότι οι μηχανισμοί για την ενημέρωση των εργαζομένων και τη διαβούλευση με αυτούς στις εν λόγω επιχειρήσεις ή στους ομίλους επιχειρήσεων πρέπει να καλύπτουν όλες τις εγκαταστάσεις ή, ανάλογα με την περίπτωση, όλες τις επιχειρήσεις μέλη του ομίλου, οι οποίες βρίσκονται εγκατεστημένες στα κράτη μέλη, άσχετα με το κατά πόσον η κεντρική διεύθυνση της επιχείρησης ή, στην περίπτωση ομίλου, της ελέγχουσας επιχείρησης, βρίσκεται στην επικράτεια των κρατών μελών- ότι, σύμφωνα με την αρχή της αυτονομίας των μερών, εναπόκειται στους εκπροσώπους των εργαζομένων και στην διοίκηση της επιχείρησης ή της ελέγχουσας επιχείρησης, στην περίπτωση ομίλου, να προσδιορίσουν με κοινή συμφωνία τη φύση, τη σύνθεση, τα καθήκοντα, τον τρόπο εργασίας, τις διαδικασίες και τους πόρους της ευρωπαϊκής επιτροπής επιχειρήσεις ή της όποιας άλλης διαδικασίας για την ενημέρωση και τη διαβούλευση, κατά τρόπον ώστε να προσαρμόσουν στη δική τους ιδιαίτερη κατάσταση- ότι, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, εναπόκειται στα κράτη μέλη να προσδιορίσουν ποιοι είναι οι εκπρόσωποι των εργαζομένων, και ιδίως να προβλέψουν, εφόσον το κρίνουν σκόπιμο, ισόρροπη εκπροσώπηση των διαφόρων κατηγοριών εργαζομένων- ότι, εντούτοις, θα πρέπει να προβλεφθούν ορισμένες επικουρικές υποχρεώσεις, οι οποίες θα εφαρμόζονται εφόσον το αποφασίσουν τα μέρη, σε περίπτωση άρνησης εκ μέρους της κεντρικής διεύθυνσης να ξεκινήσει τις διαπραγματεύσεις ή σε περίπτωση μη συμφωνίας μετά το πέρας των διαπραγματεύσεων- ότι, επιπλέον, οι εκπρόσωποι των εργαζομένων μπορούν να αποφασίσουν να μην ζητήσουν τη σύσταση ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης, ή ακόμη ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να συμφωνήσουν για άλλες διαδικασίες για την ενημέρωση των εργαζομένων και τη διαβούλευση με αυτούς- ότι, χωρίς να θίγεται η δυνατότητα των μερών να συμφωνήσουν κάτι άλλο, η ευρωπαϊκή επιτροπή επιχείρησης, η οποία συνιστάται εάν δεν υπάρξει συμφωνία μεταξύ τους, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της παρούσας οδηγίας, πρέπει να τηρείται ενήμερη και να ζητείται η γνώμη της σχετικά με τις δραστηριότητες της επιχείρησης ή του ομίλου επιχειρήσεων, έτσι ώστε να είναι σε θέση να εκτιμά τον ενδεχόμενο αντίκτυπο στα συμφέροντα των εργαζομένων δύο τουλάχιστον διαφορετικών κρατών μελών- ότι, για το σκοπό αυτό, η επιχείρηση ή η ελέγχουσα επιχείρηση πρέπει να υποχρεούται να ανακοινώνει στους εκπροσώπους που έχουν αναδείξει οι εργαζόμενοι γενικές πληροφορίες που αφορούν τα συμφέροντα των εργαζομένων, καθώς και πληροφορίες που αφορούν ειδικότερα εκείνες τις πλευρές των δραστηριοτήτων της επιχείρισης ή του ομίλου επιχειρήσεων που επηρεάζουν τα συμφέροντα των εργαζομένων- ότι η ευρωπαϊκή επιτροπή επιχείρησης πρέπει να μπορεί να διατυπώνει γνώμη στο τέλος αυτής της συνεδρίασης- ότι, για ορισμένες αποφάσεις που επηρεάζουν σημαντικά τα συμφέροντα των εργαζομένων, πρέπει να γίνεται διαβούλευση με τους διορισμένους εκπροσώπους των εργαζομένων το ταχύτερο δυνατόν- ότι θα πρέπει να προβλεφθεί ότι οι αντιπρόσωποι των εργαζομένων που ενεργούν στο πλαίσιο της οδηγίας απολαύουν, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, της ιδίας προστασίας καθώς και εγγυήσεων αναλόγων προς τις εγγυήσεις που προβλέπονται για τους εκπροσώπους των εργαζομένων βάσει της νομοθεσίας ή/και της πρακτικής της χώρας στην οποία εργάζονται- ότι δεν πρέπει να υφίστανται καμία διάκριση λόγω της νόμιμης άσκησης των δραστηριοτήτων τους και πρέπει να απολαύουν κατάλληλης προστασίας όσον αφορά τις απολύσεις και άλλες κυρώσεις- ότι, στην περίπτωση επιχείρησης ή ελέγχουσας επιχείρησης ενός ομίλου, της οποίας η κεντρική διεύθυνση βρίσκεται εκτός της επικράτειας των κρατών μελών, οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας σχετικά με την ενημέρωση των εργαζομένων και τη διαβούλευση με αυτούς εφαρμόζονται μέσω του, ενδεχομένως διορισμένου, εκπροσώπου της σε κάποιο κράτος μέλος, ή, εφόσον δεν έχει τέτοιο εκπρόσωπο, μέσω της εγκατάστασης ή της ελεγχόμενης επιχείρησης που απασχολεί το μεγαλύτερο αριθμό εργαζομένων στα κράτη μέλη- ότι θα πρέπει να επιφυλαχθεί ιδιαίτερη μεταχείριση στις επιχειρήσεις και στους ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας στις οποίες υπάρχει, κατά την ημερομηνία εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, συμφωνία εφαρμοζόμενη στο σύνολο των εργαζομένων, η οποία προβλέπει διεθνική ενημέρωση των εργαζομένων και διεθνική διαβούλευση με αυτούς- ότι τα κράτη μέλη πρέπει να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα για την περίπτωση μη εφαρμογής των υποχρεώσεων που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία, ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ: ΤΜΗΜΑ Ι ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Άρθρο 1 Αντικείμενο 1. Σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι να βελτιωθεί το δικαίωμα των εργαζομένων για ενημέρωση και για διαβούλευση σε κοινοτικής κλίμακας επιχειρήσεις και ομίλους επιχειρήσεων. 2. Προς το σκοπό αυτό συνιστάται ευρωπαϊκή επιτροπή επιχειρήσεων ή καθιερώνεται διαδικασία για την ενημέρωση των εργαζομένων και τη διαβούλευση μ' αυτούς σε όλες τις επιχειρήσεις και σε όλους τους ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας, εφόσον υποβληθεί σχετικά αίτημα σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1, με σκοπό την ενημέρωση των εν λόγω εργαζομένων και τη διαβούλευση με αυτούς υπό τις προϋποθέσεις, κατά τον τρόπο και με τα αποτελέσματα που προβλέπει η παρούσα οδηγία. 3. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2, όταν όμιλος επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας, κατά την έννοια του άρθρου 2 στοιχείο γ), περιλαμβάνει μία ή περισσότερες επιχειρήσεις ή ομίλους επιχειρήσεων ευρωπαϊκής κλίμακας κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) ή γ), η σύσταση της ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης γίνεται στο επίπεδο του ομίλου, εκτός εάν οι συμφωνίες που αναφέρονται στο άρθρο 6 περιλαμβάνουν αντίθετες διατάξεις. 4. Εκτός από την περίπτωση που οι συμφωνίες που αναφέρονται στο άρθρο 6 προβλέπουν ευρύτερο πεδίο εφαρμογής, οι εξουσίες και οι αρμοδιότητες των ευρωπαϊκών επιτροπών επιχείρησης και η εμβέλεια των διαδικασιών για την ενημέρωση των εργαζομένων και τη διαβούλευση μ' αυτούς οι οποίες θεσπίζονται για την υλοποίηση του στόχου της παραγράφου 1, αφορούν, για τις επιχειρήσεις κοινοτικής κλίμακας, όλες τις εγκαταστάσεις που βρίσκονται στα κράτη μέλη και, για τους ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας, όλες τις επιχειρήσεις μέλη του ομίλου που βρίσκονται στα κράτη μέλη. 5. Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στο ναυτιλόμενο προσωπικό του εμπορικού στόλου. Άρθρο 2 Ορισμοί 1. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως: α) "επιχείρηση κοινοτικής κλίμακας", κάθε επιχείρηση που απασχολεί τουλάχιστον 1 000 εργαζομένους στα κράτη μέλη και τουλάχιστον 150 εργαζόμενους σε καθένα από δύο τουλάχιστον διαφορετικά κράτη μέλη- β) "όμιλος επιχειρήσεων", κάθε όμιλος που περιλαμβάνει ελέγχουσα και ελεγχόμενες επιχειρήσεις- γ) "κοινοτικής κλίμακας όμιλος επιχειρήσεων", κάθε όμιλος επιχειρήσεων που πληροί της ακόλουθες προϋποθέσεις: - απαχολεί τουλάχιστον 1 000 εργαζόμενους στα κράτη μέλη, - έχει τουλάχιστον δύο επιχειρήσεις μέλη που ομίλου σε διαφορετικά κράτη μέλη, και - τουλάχιστον μία επιχείρηση μέλος του ομίλου απασχολεί τουλάχιστον 150 εργαζόμενους σε ένα κράτος μέλος και τουλάχιστον μία άλλη επιχείρηση μέλος του ομίλου απασχολεί τουλάχιστον 150 εργαζόμενους σε κάποιο άλλο κράτος μέλος- δ) "εκπρόσωποι των εργαζομένων", οι εκπρόσωποι των εργαζομένων που προβλέπονται από τις εθνικές νομοθεσίες ή/και πρακτικές- ε) "κεντρική διεύθυνση", η κεντρική διεύθυνση της επιχείρησης κοινοτικής κλίμακας ή, για τους ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας, της ελέγχουσας επιχείρησης- στ) "διαβούλευση", η ανταλλαγή απόψεων και η καθιέρωση διαλόγου μεταξύ των εκπροσώπων των εργαζομένων και της κεντρικής διεύθυνσης ή οποιουδήποτε άλλου καταλληλότερου οργάνου διευθυντικού επιπέδου- ζ) "ευρωπαϊκή επιτροπή επιχείρησης", η επιτροπή που συγκροτείται σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 2 ή σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος, με σκοπό την υλοποίηση της ενημέρωσης των εργαζομένων και της διαβούλευσης με αυτούς- η) "ειδική διαπραγματευτική ομάδα", η ομάδα που συγκροτείται σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 προκειμένου να διαπραγματευθεί με την κεντρική διεύθυνση τη σύσταση ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης ή την καθιέρωση διαδικασίας για την ενημέρωση των εργαζομένων και τη διαβούλευση με αυτούς σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 2. 2. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ο κατώτατος αριθμός εργαζομένων καθορίζεται με βάση το μέσο αριθμό εργαζομένων, συμπεριλαμβανομένων των εργαζομένων με μερική απασχόληση, που έχουν απασχοληθεί στην επιχείρηση τα δύο τελευταία χρόνια, όπως αυτός υπολογίζεται σύμφωνα με τις εθνικές νομοθεσίες ή/και πρακτικές. Άρθρο 3 Ορισμός της έννοιας "ελέγχουσα επιχείρηση" 1. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως "ελέγχουσα επιχείρηση" νοείται η επιχείρηση η οποία μπορεί να ασκεί δεσπόζουσα επιρροή σε μια άλλη επιχείρηση "ελεγχόμενη επιχείρηση", για παράδειγμα λόγω δικαιωμάτων κυριότητας, χρηματοδοτικής συμμετοχής ή κανόνων που τη διέπουν. 2. Η δυνατότητα άσκησης δεσπόζουσας επιρροής τεκμαίρεται, υπό την επιφύλαξη αποδείξεως του εναντίου, όταν μια επιχείρηση έναντι μιας άλλης επιχειρήσεως αμέσως ή εμμέσως: α) κατέχει την πλειοψηφία του καλυφθέντος κεφαλαίου της επιχείρησης, ή β) διαθέτει την πλειοψηφία των ψήφων που συνδέονται με τα μερίδια τα οποία εκδίδει η επιχείρηση, ή γ) μπορεί να διορίζει περισσότερα από τα μισά μέλη του διοικητικού συμβουλίου, ή του διευθυντικού ή του εποπτικού οργάνου της επιχείρησης. 3. Για τους σκοπούς της παραγράφου 2, τα δικαιώματα ψήφου και διορισμού που διαθέτει η ελέγχουσα επιχείρηση περιλαμβάνουν τα αντίστοιχα δικαιώματα οποιασδήποτε ελεγχόμενης επιχείρησης και οποιουδήποτε προσώπου ή οργανισμού που ενεργεί με ιδίω ονόματι, αλλά για λογαριασμό της ελέγχουσας επιχείρησης ή κάθε άλλης ελεγχόμενης επιχείρησης. 4. Παρά τις παραγράφους 1 και 2, μια επιχείρηση δεν είναι "ελέγχουσα επιχείρηση" άλλης επιχείρησης της οποίας κατέχει συμμετοχές, εφόσον πρόκειται για επιχείρηση αναφερόμενη στο άρθρο 3 παράγραφος 5 στοιχείο α) ή γ) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 4064/89 του Συμβουλίου της 21ης Δεκεμβρίου 1989 για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων επιχειρήσεων (6). 5. Η δεσπόζουσα επορροή δεν τεκμαίρεται μόνο από το γεγονός ότι εντεταλμένο πρόσωπο ασκεί τα καθήκοντά του δυνάμει της νομοθεσίας κράτους μέλους σχετικά με την εκκαθάριση, την πτώχευση, την αφερεγγυότητα, την παύση πληρωμών, τον πτωχευτικό συμβιβασμό ή άλλη ανάλογη διαδικασία. 6. Προκειμένου να κριθεί εάν μια επιχείρηση είναι "ελέγχουσα επιχείρηση", εφαρμόζεται η νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο υπόκειται η εν λόγω επιχείρηση. Εάν η νομοθεσία που διέπει την επιχείρηση δεν είναι νομοθεσία κράτους μέλους, εφαρμοστέο δίκαιο είναι το δίκαιο του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου βρίσκεται η κεντρική διεύθυνση εκείνης της επιχείρησης του ομίλου η οποία απασχολεί το μεγαλύτερο αριθμό εργαζομένων. 7. Όταν, σε περίπτωση σύγκρουσης νόμων κατά την εφαρμογή της παραγράφου 2, δύο ή περισσότερες επιχειρήσεις ενός ομίλου πληρούν ένα ή περισσότερα από τα κριτήρια που καθορίζονται στην ίδια αυτή παράγραφο 2, ελέγχουσα επιχείρηση θεωρείται η επιχείρηση η οποία πληροί το κριτήριο που καθορίζεται στο στοιχείο γ), εκτός αν αποδειχθεί ότι μια άλλη επιχείρηση ασκεί δεσπόζουσα επιρροή. ΤΜΗΜΑ ΙΙ ΣΥΣΤΑΣΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ Ή ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ ΜΕ ΑΥΤΟΥΣ Άρθρο 4 Ευθύνη για τη σύσταση ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης ή την καθιέρωση διαδικασίας για την ενημέρωση των εργαζομένων και τη διαβούλευση με αυτούς 1. Η κεντρική διεύθυνση είναι υπεύθυνη για τη δημιουργία των προϋποθέσεων και των μέσων που είναι αναγκαία για τη σύσταση της ευρωπαϊκής επιχείρησης ή μιας διαδικασίας για την ενημέρωση και τη διαβούλευση, που προβλέπονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στην επιχείρηση κοινοτικής κλίμακας και τον κοινοτικής κλίμακας όμιλο επιχειρήσεων. 2. Όταν η κεντρική διεύθυνση δεν βρίσκεται σε κράτος μέλος, την ευθύνη που αναφέρεται στην παράγραφο 1 έχει ο εκπρόσωπος της κεντρικής διεύθυνσης σε κράτος μέλος, ο οποίος θα πρέπει, ενδεχομένως, να διορίζεται. Εάν δεν υπάρχει τέτοιος εκπρόσωπος, την ευθύνη που αναφέρεται στην παράγραφο 1 έχει η διεύθυνση της εγκατάστασης ή της επιχείρησης του ομίλου η οποία απασχολεί το μεγαλύτερο αριθμό εργαζομένων σε κράτος μέλος. 3. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως κεντρική διεύθυνση θεωρείται ο εκπρόσωπος ή οι εκπρόσωποι, αν δεν υπάρχουν, η διεύθυνση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 δεύτερο εδάφιο. Άρθρο 5 Ειδική διαπραγματευτική ομάδα 1. Για την υλοποίηση του στόχου που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1, η κεντρική διεύθυνση αρχίζει τις διαπραγματεύσεις για τη σύσταση ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης ή την καθιέρωση διαδικασίας για την ενημέρωση και τη διαβούλευση, με δική της πρωτοβουλία ή ύστερα από γραπτή αίτηση τουλάχιστον 100 εργαζομένων ή των εκπροσώπων τους, οι οποίοι υπάγονται τουλάχιστον σε δύο επιχειρήσεις ή εγκαταστάσεις που βρίσκονται σε δύο τουλάχιστον διαφορετικά κράτη μέλη. 2. Προς τούτο, συγκροτείται ειδική διαπραγματευτική ομάδα, η οποία ακολουθεί τις εξής κατευθυντήριες γραμμές: α) τα κράτη μέλη καθορίζουν τον τρόπο εκλογής ή διορισμού των μελών της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας ου πρέπει να εκλέγονται ή να διορίζονται στην επικράτειά τους. Τα κράτη μέλη πρέπει να λαμβάνουν μέτρα ώστε οι εργαζόμενοι των εγκαταστάσεων ή/και επιχειρήσεων στις οποίες δεν υπάρχουν εκπρόσωποι των εργαζομένων για λόγους ανεξάρτητους από τη θέληση αυτών των τελευταίων, να έχουν δικαίωμα να εκλέγουν ή να διορίζουν οι ίδιοι τα μέλη της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας. Το δεύτερο εδάφιο δεν θίγει τις εθνικές νομοθεσίες ή/και πρακτικές που προβλέπουν κατώτερα όρια για τη σύσταση οργάνου εκπροσώπησης των εργαζομένων- β) η ειδική διαπραγμετευτική ομάδα έχει τουλάχιστον τρία και το πολύ 17 μέλη- γ) κατά τις εκλογές ή τους διορισμούς, πρέπει να εξασφαλίζονται: - καταρχάς η εκπροσώπηση με ένα μέλος ανά κράτος μέλος στο οποίο η επιχείρηση κοινοτικής κλίμακας έχει μία ή περισσότερες εγκαταστάσεις ή στο οποίο ο κοινοτικής κλίμακας όμιλος επιχειρήσεων έχει την ελέγχουσα επιχείρηση ή μία ή περισσότερες ελεγχόμενες επιχειρήσεις, - στη συνέχεια, επιπλέον μέλη κατ' αναλογία του αριθμού των εργαζομένων που απασχολούνται στις εγκαταστάσεις, στην ελέγχουσα επιχείρηση ή στις ελεγχόμενες επιχειρήσεις, όπως προβλέπει η νομοθεσία του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου βρίσκεται η κεντρική διεύθυνση- δ) η κεντρική διεύθυνση και οι τοπικές διευθύνσεις ενημερώνονται για τη σύνθεση της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας. 3. Η ειδική διαπραγματευτική ομάδα είναι υπεύθυνη για τον καθορισμό, μαζί με την κεντρική διεύθυνση και με γραπτή συμφωνία, του πεδίου δράσης, της σύνθεσης, των καθηκόντων και της διάρκειας της θητείας της ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης ή των ευρωπαϊκών επιτροπών επιχείρησης, ή των λεπτομερειών εφαρμογής της διαδικασίας για την ενημέρωση των εργαζομένων και τη διαβούλευση με αυτούς. 4. Με την προοπτική σύναψης συμφωνίας σύμφωνα με το άρθρο 6, η κεντρική διεύθυνση συγκαλεί συνεδρίαση με την ειδική διαπραγματευτική ομάδα και ενημερώνει τις τοπικές διευθύνσεις σχετικά. Για τις ανάγκες των διαπραγματεύσεων, η ειδική διαπραγματευτική ομάδα μπορεί να επικουρείται από εμπειρογνώμονες της επιλογής της. 5. Η ειδική διαπραγματευτική ομάδα μπορεί να αποφασίζει, με τα δύο τρίτα των ψήφων τουλάχιστον, να μην ξεκινήσει διαπραγματεύσεις σύμφωνα με την παράγραφο 4 ή να ακυρώσει τις διαπραγματεύσεις που διεξάγονται ήδη. Η απόφαση αυτή τερματίζει τη διαδικασία για τη σύναψη της συμφωνίας που προβλέπεται στο άρθρο 6. Όταν λαμβάνεται η απόφαση αυτή, οι διατάξεις του παραρτήματος δεν έχουν εφαρμογή. Νέο αίτημα σύγκλισης της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας μπορεί να υποβληθεί το νωρίτερο δύο έτη μετά την προαναφερόμενη απόφαση, εκτός εάν τα ενδιαφερόμενα μέρη ορίσουν συντομότερη προθεσμία. 6. Τις δαπάνες τις σχετικές με τις διαπραγματεύσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 3 και 4 τις αναλαμβάνει η κεντρική διεύθυνση, κατά τρόπον ώστε η ειδική διαπραγματευτική ομάδα να μπορεί να εκπληρώνει την αποστολή της κατά τον κατάλληλο τρόπο. Τηρουμένης αυτής της αρχής, τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίζουν δημοσιονομικούς κανόνες σχετικά με τη λειτουργία της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας. Μπορούν, ιδίως, να προβλέπουν ότι θα καλύπτονται τα έξοδα ενός μόνο εμπειρογνώμονα. Άρθρο 6 Περιεχόμενο της συμφωνίας 1. Η κεντρική διεύθυνση και η ειδική διαπραγματευτική ομάδα πρέπει να διαπραγματεύονται με πνεύμα συνεργασίας με σκοπό την επίτευξη συμφωνίας σχετικά με τις λεπτομέρειες της υλοποίησης της ενημέρωσης των εργαζομένων και της διαβούλευσης με αυτούς που προβλέπεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1. 2. Με την επιφύλαξη της αυτονομίας των μερών, η συμφωνία που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η οποία διαπιστώνεται γραπτώς μεταξύ της κεντρικής διεύθυνσης και της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας, προσδιορίζει: α) τις επιχειρήσεις μέλη του κοινοτικής κλίμακας ομίλου επιχειρήσεων ή τις εγκαταστάσεις της επιχείρησης κοινοτικής κλίμακας, τις οποίες αφορά η συμφωνία- β) τη σύνθεση της ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης, τον αριθμό των μελών, την κατανομή των εδρών και τη διάρκεια της θητείας- γ) τα καθήκοντα της ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης, καθώς και τη διαδικασία για την ενημέρωσή της και τη διαβούλευση με αυτήν- δ) τον τόπο, τη συχνότητα και τη διάρκεια των συνεδριάσεων της ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης- ε) τους οικονομικούς πόρους και τα υλικά μέσα που διατίθενται στην ευρωπαϊκή επιτροπή επιχείρησης- στ) τη διάρκεια της συμφωνίας και τη διαδικασία για την επαναδιαπραγμάτευσή της. 3. Η κεντρική διεύθυνση και η ειδική διαπραγματευτική ομάδα μπορούν να αποφασίζουν γραπτώς να θεσπίζουν μία ή περισσότερες διαδικασίες ενημέρωσης και διαβούλευσης αντί να θεσπίσουν ευρωπαϊκή επιτροπή επιχείρησης. Η συμφωνία πρέπει να προβλέπει σύμφωνα με ποιο τρόπο οι εκπρόσωποι των εργαζομένων έχουν το δικαίωμα να συγκεντρώνονται προκειμένου να προβούν σε ανταλλαγή απόψεων με τις πληροφορίες που τους ανακοινώνονται. Οι πληροφορίες αυτές αφορούν, ιδίως, τα διεθνικά θέματα τα οποία επηρεάζουν σημαντικά τα συμφέροντα των εργαζομένων. 4. Οι συμφωνίες που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 δεν υπόκεινται, εκτός αντίθετων διατάξεων των εν λόγω συμφωνιών, στις επικουρικές υποχρεώσεις του παραρτήματος. 5. Για τους σκοπούς της σύναψης των συμφωνιών που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3, η ειδική διαπραγματευτική ομάδα αποφασίζει με πλειοψηφία των μελών της. Άρθρο 7 Επικουρικές υποχρεώσεις 1. Προκειμένου να εξασφαλιστεί η υλοποίηση του στόχου που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1, οι επικουρικές υποχρεώσεις που προβλέπει η νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο ευρίσκεται η κεντρική διεύθυνση, εφαρμόζονται: - εάν τούτο αποφασιστεί από την κεντρική διεύθυνση και την ειδική διαπραγματευτική ομάδα, ή - εάν η κεντρική διεύθυνση αρνηθεί την έναρξη διαπραγματεύσεων εντός εξαμήνου από την υποβολή του αιτήματος που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1, ή - εάν, εντός τριετίας από την ημερομηνία υποβολής του εν λόγω αιτήματος, τα μέρη δεν καταλήξουν στην κατά το άρθρο 6 συμφωνία και η ειδική διαπραγματευτική ομάδα δεν λάβει την απόφαση που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 5. 2. Οι επικουρικές υποχρεώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, όπως αυτές προβλέπονται από τη νομοθεσία των κρατών μελών, πρέπει να ανταποκρίνονται στις διατάξεις του παραρτήματος. ΤΜΗΜΑ ΙΙΙ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Άρθρο 8 Εμπιστευτικές πληροφορίες 1. Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι τα μέλη της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας και της ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης, καθώς και οι εμπειρογνώμονες που τα επικουρούν ενδεχομένως, δεν επιτρέπεται να αποκαλύπτουν σε τρίτους τις πληροφορίες που τους ανακοινώθηκαν ρητά ως εμποστευτικές. Το ίδιο ισχύει και για τους εκπροσώπους των εργαζομένων στο πλαίσιο μιας διαδικασίας για την ενημέρωση και τη διαβούλευση. Η υποχρέωση αυτή εξακολουθεί να υφίσταται και μετά τη λήξη της θητείας τους, ανεξάρτητα από τον τόπο όπου βρίσκονται. 2. Κάθε κράτος μέλος προβλέπει ότι, σε συγκεκριμένες περιπτώσεις και υπό τους όρους και εντός των ορίων που θέτει η εθνική νομοθεσία, η κεντρική διεύθυνση που βρίσκεται εγκατεστημένη στην επικράτειά του δεν είναι υποχρεωμένη να ανακοινώνει πληροφορίες εφόσον η φύση τους είναι τέτοια που, σύμφωνα με αντικειμενικά κριτήρια, ενδέχεται να δυσχεράνουν σοβαρά τη λειτουργία των συγκεκριμένων επιχειρήσεων ή να τις ζημιώσουν. Το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος μπορεί να θέσει ως προϋπόθεση, για την απαλλαγή αυτή, την έκδοση προηγούμενης διοικητικής ή δικαστικής αδείας. 3. Κάθε κράτος μέλος μπορεί να προβλέπει ειδικές διατάξεις υπέρ της κεντρικής διεύθυνσης των επιχειρήσεων που είναι εγκατεστημένες στην επικράτειά του και έχουν ως άμεσο και ουσιαστικό σκοπό τον ιδεολογικό προσανατολισμό όσον αφορά την εημέρωση και τη διατύπωση απόψεων υπό την προϋπόθεση ότι, την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας οδηγίας, υπάρχουν ήδη τέτοιες ειδικές διατάξεις στην εθνική νομοθεσία. Άρθρο 9 Λειτουργία της ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης και της διαδικασίας για την ενημέρωση και τη διαβούλευση των εργαζομένων Η κεντρική διεύθυνση και η ευρωπαϊκή επιτροπή επιχείρησης εργάζονται με πνεύμα συνεργασίας, σεβόμενες αμοιβαία τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους. Το ίδιο ισχύει και για τη συνεργασία μεταξύ της κεντρικής διεύθυνσης και των εκπροσώπων των εργαζομένων στο πλαίσιο της διαδικασίας για την ενημέρωση και τη διαβούλευση των εργαζομένων. Άρθρο 10 Προστασία των εκπροσώπων των εργαζομένων Τα μέλη της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας, τα μέλη της ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης και οι εκπρόσωποι των εργαζομένων που ασκούν τα καθήκοντά τους στο πλαίσιο της διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 6 παράγραφος 3, απολαύουν, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, της ιδίας προστασίας, καθώς και εγγυήσεων ανάλογων προς τις εγγυήσεις που προβλέπονται για τους εκπροσώπους των εργαζομένων βάσει της νομοθεσίας ή/και της πρακτικής της χώρας στην οποία εργάζονται. Αυτό αφορά ιδιαίτερα τη συμμετοχή στις συνεδριάσεις της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας ή της ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης ή σε οποιαδήποτε άλλη συνεδρίαση πραγματοποιούμενη στο πλαίσιο της συμφωνίας που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 3, καθώς και την καταβολή των αποδοχών των μελών που ανήκουν στο προσωπικό της επιχείρησης κοινοτικής κλίμακας ή του κοινοτικής κλίμακας ομίλου, επιχειρήσεων, κατά την αναγκαία για την άσκηση των καθηκόντων τους απουσία. Άρθρο 11 Τήρηση της παρούσας οδηγίας 1. Κάθε κράτος μέλος μεριμνά ώστε η διεύθυνση των εγκαταστάσεων μιας επιχείρησης κοινοτικής κλίμακας και η διεύθυνση των επιχειρήσεων μελών του ομίλου επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας, οι οποίες βρίσκονται στο έδαφός τους, καθώς και οι εκπρόσωποι των εργαζομένων τους ή, κατά περίπτωση, οι εργαζόμενοί τους, να τηρούν τις υποχρεώσεις που προβλέπει η παρούσα οδηγία, αδιακρίτως του αν η κεντρική διεύθυνση βρίσκεται στο έδαφός του ή όχι. 2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες οι ζητούμενες από τα μέρη τα οποία αφορά η εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, σχετικά με τον αριθμό εργαζομένων που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχεία α) και γ), παρέχονται από τις επιχειρήσεις. 3. Τα κράτη μέλη προβλέπουν κατάλληλα μέτρα σε περίπτωση που δεν τηρείται η παρούσα οδηγία- ιδίως, μεριμνούν ώστε να υπάρχουν κατάλληλες διοικητικές ή δικαστικές διαδικασίες οι οποίες να επιτρέπουν να επιτυγχάνεται η εκπλήρωση των υποχρεώσεων που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία. 4. Τα κράτη μέλη, όταν εφαρμόζουν το άρθρο 8, προβλέπουν διαδικασίες διοικητικών ή δικαστικών προσφυγών, τις οποίες μορούν να κινήσουν οι εκπρόσωποι των εργαζομένων όταν η κεντρική διοίκηση απαιτεί να τηρείται ο εμπιστευτικός χαρακτήρας των πληροφοριών ή δεν δίνει τις πληροφορίες σύμφωνα με το ίδιο αυτό άρθρο 8. Οι διαδικασίες αυτές μπορούν να συμπεριλαμβάνουν διαδικασίες με σκοπό τη διασφάλιση του εμπιστευτικού χαρακτήρα των εν λόγω πληροφοριών. Άρθρο 12 Σχέση μεταξύ της παρούσας οδηγίας και άλλων διατάξεων 1. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται χωρίς να θίγονται οι διατάξεις που έχουν θεσπιστεί σύμφωνα με την οδηγία 75/129/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 17ης Φεβρουαρίου 1975 περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν τις ομαδικές απολύσεις (7) και την οδηγία 77/187/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 14ης Φεβρουαρίου 1977 περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων (8). 2. Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τα δικαιώματα των εργαζομένων τα σχετικά με την ενημέρωσή τους και με τις διαβουλεύσεις με αυτούς, τα οποία υφίστανται στο σχετικό εθνικό δίκαιο. Άρθρο 13 Ισχύουσες συμφωνίες 1. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, οι επιχειρήσεις κοινοτικής κλιμακας και οι όμιλοι επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας, στις οποίες υφίστανται ήδη - είτε κατά την ημερομηνία που καθορίζεται στο άρθρο 14 παράγραφος 1 για την θέση σε εφαρμογή της οδηγίας στο δίκαιο του σχετικού κράτους μέλους, είτε κατά προγενέστερη αυτής ημερομηνία - συμφωνία η οποία ισχύει για όλους τους εργαζόμενους και προβλέπει διεθνή ενημέρωση των εργαζομένων και διεθνική διαβούλευση με αυτούς, δεν υπόκεινται στις υποχρεώσεις που απορρέουν από την παρούσα οδηγία. 2. Όταν λήξουν οι συμφωνίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τα συμβαλλόμενα μέρη στις συμφωνίες αυτές μπορούν να αποφασίζουν από κοινού την παράτασή τους. Αν δεν συμβεί αυτό, ισχύουν οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας. Άρθρο 14 Τελικές διατάξεις 1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις προκειμένου να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία το αργότερο στις 22 Σεπτεμβρίου 1996, ή εξασφαλίζουν, το αργότερο μέχρι την ημερομηνία αυτή, ότι οι κοινωνικοί εταίροι λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα, κατόπιν συμφωνίας, ενώ τα κράτη μέλη οφείλουν να λάβουν όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε να είναι ανά πάσα στιγμή σε θέση να εγγυηθούν τα αποτελέσματα που επιβάλλει η παρούσα οδηγία. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά. 2. Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομέρειες της αναφοράς αυτής εκδίδονται από τα κράτη μέλη. Άρθρο 15 Επανεξέταση από την Επιτροπή Το αργότερο στις 22 Σεπτεμβρίου 1999, η Επιτροπή επανεξετάζει, σε συννενόηση με τα άλλα κράτη μέλη και τους κοινωνικούς εταίρους σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τις λεπτομέρειες εφαρμογής της παρούσας οδηγίας και εξετάζει, ειδικότερα, εάν τα κατώτατα αριθμητικά όρια για το προσωπικό είναι ενδεδειγμένα, ούτως ώστε να προτείνει στο Συμβούλιο, εάν χρειάζεται, τις αναγκαίες τροποοιήσεις. Άρθρο 16 Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη. Βρυξέλλες, 22 Σεπτεμβρίου 1994. Για το Συμβούλιο Ο Πρόεδρος N. BLUeM (1) ΕΕ αριθ. C 135 της 18. 5. 1994, σ. 8, και ΕΕ αριθ. C 199 της 21. 7. 1994, σ. 10. (2) Γνώμη που διατυπώθηκε την 1η Ιουνίου 1994 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα). (3) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 4ης Μαΐου 1994 (ΕΕ αριθ. C 205 της 25. 7. 1994 και απόφαση του Συμβουλίου της 18ης Ιουλίου 1994 (ΕΕ αριθ. C 244 της 31. 8. 1994, σ. 37). (4) ΕΕ αριθ. C 39 της 15. 2. 1991, σ. 10. (5) ΕΕ αριθ. C 336 της 31. 12. 1991, σ. 11. (6) ΕΕ αριθ. L 395 της 30. 12. 1989, σ. 1. (7) ΕΕ αριθ. L 48 της 22. 2. 1975, σ. 29- οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 92/56/ΕΟΚ (ΕΕ αριθ. L 245 της 26. 8. 1992, σ. 3). (8) ΕΕ αριθ. L 61 της 5. 3. 1977, σ. 26. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ που αναφέρονται στο άρθρο 7 της παρούσας οδηγίας 1. Προκειμένου να υλοποιηθεί ο στόχος που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 και στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 της παρούσας οδηγίας, συνιστάται ευρωπαϊκή επιτροπή επιχείρησης της οποίας η αρμοδιότητα και η σύνθεση διέπονται από τους ακόλουθους κανόνες: α) η αρμοδιότητα της ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης περιορίζεται στην ενημέρωση και τη διαβούλευση σχετικά με τα ζητήματα που αφορούν όλη την επιχείρηση κοινοτικής κλίμακας ή όλο τον όμιλο επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας ή που αφορούν δύο τουλάχιστον εγκαταστάσεις ή επιχειρήσεις του ομίλου ευρισκόμενες σε διαφορετικά κράτη μέλη. Στις περιπτώσεις των επιχειρήσεων ή των ομίλων επιχειρήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2, η αρμοδιότητα της ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης περιορίζεται στα ζητήματα τα οποία αφορούν όλες τις εγκαταστάσεις ή όλες τις επιχειρήσεις του ομίλου τις ευρισκόμενες στα κράτη μέλη ή τα οποία αφορούνν δύο τουλάχιστον εγκαταστάσεις ή επιχειρήσεις του ομίλου ευρισκόμενες σε διαφορετικά κράτη μέλη- β) η ευρωπαϊκή επιτροπή επιχείρησης απαρτίζεται από εργαζόμενους της επιχείρησης κιονοτικής κλίμακας ή του ομίλου επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας τους οποίους εκλέγουν ή διορίζουν στους κόλπους τους οι εκπρόσωποι των εργαζομένων ή, ελλείψει εκπροσώπων, το σύνολο των εργαζομένων. Τα μέλη της ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης εκλέγονται ή διορίζονται με τις εθνικές νομοθεσίες ή/και πρακτικές- γ) η ευρωπαϊκή επιτροπή επιχείρησης αριθμεί από τρία κατ' ελάχιστο μέχρι 30 κατ' ανώτατο όριο μέλη. Εάν το μέγεθός της το δικαιολογεί εκλέγει, από τα μέλη της, επιτροπή περιορισμένης σύνθεσης, η οποία περιλαμβάνει τρία μέλη κατ' ανώτατο όριο. Εγκρίνει τον εσωτερικό της κανονισμό- δ) κατά τις εν λόγω εκλογές ή τους εν λόγω διορισμούς των μελών της ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης πρέπει να εξασφαλίζονται: - πρώτα η εκπροσώπηση με ένα μέλος ανά κράτος μέλος στο οποίο η επιχείρηση κοινοτικής κλίμακας έχει μία ή περισσότερες εγκαταστάσεις ή στο οποίο ο όμιλος επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας έχει την ελέγχουσα επιχείρηση ή μία ή περισσότερες ελεγχόμενες επιχειρήσεις, - ακολούθως, επιπλέον μέλη κατ' αναλογία του αριθμού των εργαζομένων που απασχολούνται στις εγκαταστάσεις, στην ελέγχουσα επιχείρηση ή στις ελεγχόμενες επιχειρήσεις, όπως προβλέπει η νομοθεσία του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου βρίσκεται η κεντρική διεύθυνση- ε) η κεντρική διεύθυνση και κάθε άλλο πιο κατάλληλο όργανο διευθυντικού επιπέδου ενημερώνονται για τη σύνθεση της ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης εξετάζει εάν θα πρέπει να αρχίσουν διαπραγματεύσεις για τη σύναψη της συμφωνίας που αναφέρεται στο άρθρο 6 της οδηγίας ή να εξακολουθήσουν να εφαρμόζονται οι επικουρικές υποχρεώσεις που έχουν θεσπισθεί σύμφωνα με το παρόν παράρτημα. Τα άρθρα 6 και 7 της οδηγίας εφαρμόζονται κατ' αναλογία εφόσον αποφασιστεί η διαπραγμάτευση συμφωνίας δυνάμει του άρθρου 6 της οδηγίας, οπότε η έκφραση "ειδική διαπραγματευτική ομάδα" αντικαθίσταται από την έκφραση "ευρωπαϊκή επιτροπή επιχείρησης". 2. Η ευρωπαϊκή επιτροπή επιχείρησης δικαούται να συνέρχεται με την κεντρική διεύθυνση μια φορά κατ' έτος προκειμένου να ενημερώνεται και να ζητείται η γνώμη της, με βάση έκθεση της κεντρικής διεύθυνσης, για την εξέλιξη των δραστηριοτήτων και τις προοπτικές της επιχείρησης κοινοτικής κλίμακας ή του ομίλου επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας. Οι τοπικές διευθύνσεις ενημερώνονται σχετικά. Αντικείμενο της συνεδρίασης αποτελούν, ιδίως, η διάρθρωση, η χρηματοοικονομική κατάσταση, η πιθανή εξέλιξη των δραστηριοτήτων, η παραγωγή και οι πωλήσεις, καθώς και η κατάσταση και η πιθανή εξέλιξη της απασχόλησης, οι επενδύσεις, οι σημαντικές οργανωτικές αλλαγές, η εισαγωγή νέων μεθόδων εργασίας ή νέων διαδικασιών παραγωγής, οι μεταφορές παραγωγής, οι συγχωνεύσεις, η μείωση του μεγέθους ή η παύση λειτουργίας των επιχειρήσεων, των εγκαταστάσεων ή σημαντικών τμημάτων τους και οι ομαδικές απολύσεις. 3. Σε περίπτωση έκτακτων περιστάσεων που επηρεάζουν σημαντικά τα συμφέροντα των εργαζομένων, ιδίως σε περίπτωση μετεγκατάστασης, παύσης της λειτουργίας επιχειρήσεων ή εγκαταστάσεων ή ομαδικών απολύσεων, η επιτροπή περιορισμένης σύνθεσης ή, εάν αυτή δεν υπάρχει, η ευρωπαϊκή επιτροπή επιχείρησης, δικαιούται να ενημερώνεται. Έχει το δικαίωμα να συνεδριάζει, μετά από αίτησή της, με την κεντρική διεύθυνση ή οποιοδήποτε άλλο καταλληλότερο όργανο διευθυντικού επιπέδου στα πλαίσια της επιχείρησης κοινοτικής κλίμακας ή του ομίλου επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας, που είναι αρμόδιο να λαμβάνει ίδιες αποφάσεις, προκειμένου να ενημερώνεται και να δίνει τη γνώμη της σχετικά με τα μέτρα που επηρεάζουν σημαντικά τα συμφέροντα των εργαζομένων. Στη συνεδρίαση που διεξάγεται με την επιτροπή περιορισμένης σύνθεσης, δικαιούνται επίσης να συμμετάσχουν τα μέλη της ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης τα οποία έχουν εκλεγεί ή διοριστεί από τις εγκαταστάσεις ή/και τις επιχειρήσεις, τις οποίες αφορούν άμεσα τα εν λόγω μέτρα. Η εν λόγω συνεδρίαση ενημέρωσης και διαβουλεύσεων πραγματοποιείται το ταχύτερο δυνατό με εισήγηση που καταρτίζει η κεντρική διεύθυνση ή οποιοδήποτε άλλο κατάλληλο όργανο διευθυντικού επιπέδου της επιχείρησης κοινοτικής κλίμακας ή του ομίλου επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας, επί της οποίας εισήγησης μπορεί να διατυπωθεί γνώμη στο τέλος της συνεδρίασης ή εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος. Η συνεδρίαση αυτή δεν θίγει τα προνόμια της κεντρικής διεύθυνσης. 4. Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν κανόνες σχετικά με την προεδρία των συνεδριάσεων ενημέρωσης και διαβούλευσης. Η ευρωπαϊκή επιτροπή επιχείρησης ή η επιτροπή περιορισμένης σύνθεσης διευρυμένη, ενδεχομένως, σύμφωνα με την παράγραφο 3 δεύτερο εδάφιο, έχουν το δικαίωμα να συνεδριάζουν χωρίς να είναι παρούσα η οικεία διεύθυνση. 5. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 8 της οδηγίας, τα μέλη της ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης ενημερώνουν τους εκπροσώπους των εργαοζομένων στις εγκαταστάσεις ή στις επιχειρήσεις ενός ομίλου κοινοτικής κλίμακας, ή, εάν δεν υπάρχουν εκπρόσωποι, ενημερώνουν το σύνολο των εργαζομένων σχετικά με το περιεχόμενο και τα αποτελέσματα της διαδικασίας ενημέρωσης και διαβούλευσης η οποία τίθεται σε εφαρμογή σύμφωνα με το παρόν παράρτημα. 6. Η ευρωπαϊκή επιτροπή επιχείρησης ή η επιτροπή περιορισμένης σύνθεσης μπορεί να επικουρείται από εμπειρογνώμονες της επιλογής της, στο μέτρο που είναι αναγκαίο για την εκπλήρωση των καθηκόντων της. 7. Οι δαπάνες λειτουργίας της ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης βαρύνουν την κεντρική διεύθυνση. Η οικεία κεντρική διεύθυνση παρέχει στα μέλη της ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης τους οικονομικούς πόρους και τα λοιπά υλικά μέσα που απαιτούνται για να εκπληρώσουν την αποστολή τους κατά τον δέοντα τρόπο. Ειδικότερα η κεντρική διεύθυνση αναλαμβάνει, εκτός αν έχει συμφωνηθεί κάτι διαφορετικό, τα έξοδα διοργάνωσης των συνεδριάσεων, τα έξοδα διερμηνείας, καθώς και τα έξοδα διαμονής και μετακίνησης των μελών της ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης και της επιτροπής περιορισμένης σύνθεσης. Τηρουμένων των αρχών αυτών, τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν δημοσιονομικούς κανόνες σχετικά με τη λειτουργία της ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης. Μπορούν, ιδίως, να προβλέπουν ότι θα καλύπτονται τα έξοδα ενός μόνο εμπειρογνώμονα.