31993R0993

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 993/93 του Συμβουλίου της 26ης Απριλίου 1993 για την επιβολή οριστικού δασμού στις εισαγωγές ορισμένων ηλεκτρικών ζυγών καταγωγής Ιαπωνίας

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 104 της 29/04/1993 σ. 0004 - 0013
Φινλανδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 11 τόμος 22 σ. 0006
Σουηδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 11 τόμος 22 σ. 0006


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΟΚ) αριθ. 993/93 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 26ης Απριλίου 1993 για την επιβολή οριστικού δασμού στις εισαγωγές ορισμένων ηλεκτρικών ζυγών καταγωγής Ιαπωνίας

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88 του Συμβουλίου της 11ης Ιουλίου 1988 για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων εκ μέρους των χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (1), και ιδίως τα άρθρα 14 και 15,

την πρόταση της Επιτροπής που υπεβλήθη μετά από διαβουλεύσεις με τη συμβουλευτική επιτροπή που προβλέπεται από τον ανωτέρω κανονισμό,

Εκτιμώντας ότι:

Α. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ (1) Με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2865/85 (2), η Επιτροπή επέβαλε προσωρινό δασμό αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων ηλεκτρονικών ζυγών καταγωγής Ιαπωνίας και εδέχθη να αναλάβει υποχρεώσεις σχετικά με ορισμένες εισαγωγές των προϊόντων αυτών καταγωγής Ιαπωνίας.

(2) Με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1058/86 (3), το Συβούλιο επέβαλε οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων ηλεκτρονικών ζυγών καταγωγής Ιαπωνίας.

(3) Μετά την έρευνα που ακολούθησε όσον αφορά την καταστρατήγηση του δασμού αυτού, η Επιτροπή, με την απόφαση 88/398/ΕΟΚ (4), εδέχθη να αναλάβει υποχρέωση όσον αφορά τους ηλεκτρονικούς ζυγούς που συναρμολογούνται ή παράγονται στην Κοινότητα.

(4) Τον Απρίλιο 1990 (5), η Επιτροπή δημοσίευσε ανακοίνωση για την επικείμενη λήξη των ανειλημμένων υποχρεώσεων που αναφέρονται στο σημείο 1 του αιτιολογικού, σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88.

(5) Τον Ιούνιο του 1990 οι παραγωγοί που εκπροσωπούν το μεγαλύτερο τμήμα της συνολικής κοινοτικής παραγωγής ηλεκτρονικών ζυγών που προορίζονται για λιανική πώληση υπέβαλαν στην Επιτροπή αίτηση για επανεξέταση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2865/85.

(6) Τον Αύγουστο του 1990 υποβλήθηκε από τους ίδιους παραγωγούς αίτηση για επανεξέταση του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ που επέβαλε ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1058/86 σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88.

(7) Εν συνεχεία το Φεβρουάριο του 1991, η Επιτροπή, μετά από διαβουλεύσεις, ανήγγειλε, με ανακοίνωση που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, την έναρξη επανεξέτασης του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2865/85 καθώς και του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1058/86, σύμφωνα με τα άρθρα 14 και 15 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88, και άρχισε έρευνα (6),

(8) Το Μάρτιο του 1991, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88, η Επιτροπή δημοσίευσε ανακοίνωση σχετικά με τη συνέχιση εφαρμογής, κατά την περίοδο επανεξέτασης, των προκειμένων μέτρων αντιντάμπινγκ (7).

(9) Η Επιτροπή ενημέρωσε επίσημα τους ενδιαφερόμενους εξαγωγείς και τους εισαγωγείς και παραγωγούς της Κοινότητας και τους έδωσε να καταστήσουν γραπτώς γνωστές τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση.

(10) Οι περισσότεροι από τους ιάπωνες εξαγωγείς και οι περισσότεροι από τους καταγγέλλοντες παραγωγούς της Κοινότητας κατέστησαν γραπτώς γνωστές τις απόψεις τους. Ορισμένοι εισαγωγείς υπέβαλαν επίσης τις παρατηρήσεις τους. Ορισμένα από τα αμέσως ενδιαφερόμενα μέρη ζήτησαν και έγιναν δεκτά σε ακρόαση.

(11) Η Επιτροπή αναζήτησε και επαλήθευσε όλα τα στοιχεία που θεωρεί αναγκαία για την προκαταρκτική στοιχειοθέτηση μιας πρακτικής ντάμπινγκ και τον υπολογισμό της ζημίας και πραγματοποίησε έρευνα στις εγκαταστάσεις των εξής:

α) Παραγωγοί της Κοινότητας

- Bizerba Werke GmbH, Balingen, Γερμανία,

- GEC Avery, Smethwick, Ηνωμένο Βασίλειο,

- Maatschappij van Berkels Patent NV, Rijswijk, Κάτω Χώρες,

- Testut, Bethune, Γαλλία,

- Lutrana, Viry-Chatillon, Γαλλία,

- Esselte Meto EST, Saint Maur, Γαλλία,

- Brevetti van Berkel SpA, Milano, Ιταλία,

- Santo Stefano SpA, Cassano Magnago, Ιταλία,

- Vandoni SpA, San Donato Milanese, Ιταλία,

- Grupo Campesa, Barcelona, Ισπανία-

β) Παραγωγοί της Ισπανίας που εξάγουν

- Ishida Scales Mfg Co. Ltd, Kyoto,

- Taraoka Seiko Co. Ltd, Tokyo,

- Tokyo Electric Co. Ltd, Tokyo,

- Yamato Scales Co. Ltd, Akashi-

γ) Συνδεόμενοι εισαγωγείς

- TEC Elektronik GmbH, Ratingen, Γερμανία,

- TEC UK Ltd, Watford, Ηνωμένο Βασίλειο-

δ) Μη συνδεόμενοι εισαγωγείς

- Biesta BV, Leusden, Κάτω Χώρες,

- Carrin & Co, NV, Antwerp, Βέλγιο,

- Digi System NV, Antwerp, Βέλγιο.

- Herbert & Sons, Suffolk, Ηνωμένο Βασίλειο.

(12) Η Επιτροπή ζήτησε και έλαβε γραπτές και προφορικές παρατηρήσεις από τους καταγγέλλοντες, από τους κατονομαζόμενους εξαγωγείς και από μια σειρά συνδεόμενων και μη συνδεόμενων εισαγωγέων και επαλήθευσε δεόντως τα στοιχεία αυτά.

(13) Οι εξαγωγείς, οι συνδεόμενοι εισαγωγείς και οι καταγγέλουσες βιομηχανίες ενημερώθηκαν σχετικά με τα κύρια πραγματικά περιστατικά και τις εκτιμήσεις βάσει των οποίων έγινε η σύσταση για την επιβολή τροποποιημένων δασμών αντιντάμπινγκ. Στα συμπεράσματα της Επιτροπής ελήφθησαν δεόντως υπόψη τα διαβήματα των ενδιαφερόμενων μερών.

(14) Η έρευνα για τις πρακτικές ντάμπινγκ κάλυψε την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 1990 έως τις 31 Δεκεμβρίου 1990 (περίοδος έρευνας).

(15) Η έρευνα υπερέβη τη συνήθη χρονική περίοδο λόγω του όγκου και της περιπλοκότητας των στοιχείων που έπρεπε να συλλεγούν και να εξεταστούν και επειδή, για την περάτωσή της, χρειάσθηκε να εξετασθούν νέα θέματα τα οποία προέκυψαν κατά τη διαδικασία και τα οποία δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν εξ αρχής.

Β. ΠΡΟΪΟΝ Περιγραφή του προϊόντος

(16) Τα υπό εξέταση προϊόντα είναι ηλεκτρονικοί ζυγοί που χρησιμοποιούνται στο λιανεμπόριο, στους οποίους ενσωματώνεται ψηφιακό σύστημα απεικόνισης του βάρους, της μοναδιαίας και της καταβλητέας τιμής (είτε περιλαμβάνουν είτε όχι εκτυπωτή των δεδομένων αυτών) που καλύπτονται από τον κωδικό ΣΟ 8423 81 50 και στο εξής αναφέρονται ως ηλεκτρονικοί ζυγοί λιανικής πώλησης (ΗΖΛΠ).

Οι ΗΖΛΠ παράγονται σε διάφορους τύπους ή επίπεδα απόδοσης και τεχνολογίας. Έτσι, η βιομηχανία καθορίζει τρεις κατηγορίες ΗΖΛΠ ήτοι:

- κατηγορία χαμηλής τεχνολογίας, στην οποία περιλαμβάνονται οι αυτόνομοι ΗΖΛΠ, χωρίς ενσωματωμένο εκτυπωτή ούτε πλήκτρα προκαθορισμού,

- κατηγορία μέσης τεχνολογίας με ενσωματωμένο εκτυπωτή προκαθορισμού και

- κατηγορία υψηλής τεχνολογίας, με πρόσθετη δυνατότητα διασύνδεσης με συστήματα ηλεκτρονικών υπολογιστών.

(17) Ενώ η ενδεχόμενη χρήση και ποιότητα των ΗΖΛΠ είναι δυνατόν να ποικίλλουν, δεν υπάρχουν σημαντικές διαφορές ως προς τα βασικά χαρακτηριστικά ή τις μεθόδους μάρκετινγκ των διαφόρων τύπων ΗΖΛΠ. Επιπλέον, δεν υπάρχουν σαφή όρια μεταξύ αυτών των τριών κατηγοριών τεχνολογίας και συχνά υπάρχει η δυνατότητα αμοιβαίας υποκατάστασης μοντέλων παραπλήσιας τεχνολογίας. Κατά συνέπεια, για το σκοπό της παρούσας διαδικασίας πρέπει να θεωρηθούν ως ένα και το αυτό προϊόν.

(18) Το Συμβούλιο επιβεβαιώνει τα ανωτέρω συμπεράσματα.

Ομοειδές προϊόν

(19) Με την έρευνα απεδείχθη ότι οι διάφοροι ΗΖΛΠ που πωλούνται στην ιαπωνική αγορά, παρά τις διαφορές ως προς το μέγεθος, τη διάρκεια ζωής, την τάση ή το σχέδιο, είναι ίδιοι ή ομοιάζουν σε μεγάλο βαθμό με τους ΗΖΛΠ που εξάγονται από την Ιαπωνία στην Κοινότητα και, συνεπώς, πρέπει να θεωρηθούν ως προϊόντα ομοειδή .

Ομοίως, εκτός από μικρές τεχνικές διαφορές, οι ΗΖΛΠ που παράγονται στην Κοινότητα ομοιάζουν ως προς όλα με τους ΗΖΛΠ που εξάγονται από την Ιαπωνία στην Κοινότητα.

(20) Το Συμβούλιο επιβεβαιώνει τα συμπεράσματα αυτά.

Γ. ΤΙΜΕΣ ΕΞΑΓΩΓΗΣ Πωλήσεις σε ανεξάρτητους εισαγωγείς

(21) Οσάκις οι πωλήσεις πραγματοποιήθηκαν απευθείας σε ανεξάρτητους εισαγωγείς στην Κοινότητα, οι τιμές εξαγωγής καθορίστηκαν με βάση τις πράγματι καταβληθείσες ή καταβλητέες τιμές για το προϊόν που πωλήθηκε για να εξαχθεί στην Κοινότητα. Οι ιάπωνες παραγωγοί θεώρησαν ότι οι πωλήσεις αυτές πραγματοποιούνται σε επίπεδο εισαγωγέα/διανομέα ή εξουσιοδοτημένου πωλητή και η Επιτροπή επείσθη, βάσει των αποδεικτικών στοιχείων ενώπιόν της, ότι επρόκειτο πράγματι για την περίπτωση αυτή. Η Επιτροπή αποδεχόμενη τον ισχυρισμό αυτό, έλαβε υπόψη τη λειτουργία του πωλητή και του αγοραστή με βάση το κόστος στο συγκεκριμένο αυτό επίπεδο και, τέλος, τα διαθέσιμα στοιχεία περί της αλυσίδας διανομής.

(22) Το Συμβούλιο επιβεβαιώνει το συμπέρασμα αυτό.

Πωλήσεις σε συνδεόμενους εισαγωγείς

(23) Οσάκις οι εξαγωγές έγιναν σε συνδεόμενους εισαγωγείς στην Κοινότητα, οι τιμές εξαγωγής κατασκευάσθηκαν, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 8 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88, με βάση τις τιμές μεταπώλησης στον πρώτο ανεξάρτητο αγοραστή, προσαρμοσμένες ώστε να ληφθεί υπόψη κάθε κόστος που προκύπτει από την εισαγωγή μέχρι την μεταπώληση, συν ένα περιθώριο κέρδους 5 %, το οποίο θεωρήθηκε εύλογο λαμβάνοντας υπόψη τα στοιχεία που διέθετε η Επιτροπή από τον συνεργασθέντα μη συνδεόμενο εισαγωγέα.

Η Επιτροπή, για τους ίδιους λόγους που αναφέρονται παραπάνω σχετικά με τις πωλήσεις σε ανεξάρτητους εισαγωγείς, εδέχθη τους ισχυρισμούς των ιαπώνων παραγωγών, ότι οι τιμές εξαγωγής, ανακατασκευασμένες με βάση την τιμή cif στα σύνορα της Κοινότητας, πραγματοποιήθηκαν σε επίπεδο εισαγωγέα/διανομέα.

(24) Το Συμβούλιο επιβεβαιώνει το συμπέρασμα αυτό.

Δ. ΚΑΝΟΝΙΚΗ ΑΞΙΑ 1. Ανεπαρκής απάντηση στο ερωτηματολόγιο

(25) Όσον αφορά έναν από τους ιάπωνες παραγωγούς, η Επιτροπή δεν μπόρεσε να λάβει την απάντησή του στο ερωτηματολόγιο ως βάση για τον καθορισμό της κανονικής αξίας. Η απάντηση δεν θεωρήθηκε αξιόπιστη επειδή τα παρεχόμενα αποδεικτικά στοιχεία για το κόστος ήταν λανθασμένα σε σημαντικό βαθμό. Η πραγματική έκταση του ψευδούς ή παραπλανητικού χαρακτήρα των στοιχείων που υπέβαλε η εταιρεία φαίνεται από το γεγονός ότι οι ισχυρισμοί που προέβαλε για εκπτώσεις από τα έξοδα πώλησης και τα γενικά και διοικητικά έξοδα, υπερέβαιναν το συνολικό ποσό των εξόδων τα οποία κατά την εταιρεία αυτή προέκυψαν για το εν λόγω προϊόν. Κατά συνέπεια, το γεγονός ότι τα στοιχεία κόστους δεν ήταν δυνατόν να χρησιμοποιηθούν σημαίνει ότι και οι τιμές έπρεπε να θεωρηθούν αναξιόπιστες διότι δεν ήταν δυνατό να διαπιστωθεί κατά πόσο καλύπτουν έξοδα που έγιναν στο πλαίσιο συνήθων εμπορικών πράξεων.

(26) Πράγματι, κατά τον έλεγχο στις εγκαταστάσεις της η εταιρεία έδωσε νέα στοιχεία κόστους τα οποία όμως διέφεραν σημαντικά από αυτά που εδόθησαν στην αρχική απάντηση.

(27) Σχετικά με αυτό, η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι οι απαντήσεις στα ερωτηματολόγια και οι τυχόν σημαντικές διορθώσεις τους είναι βασικό να υποβάλονται εντός της εύλογης περιόδου που προβλέπεται για το σκοπό αυτό, επειδή οι αρχές που διεξάγουν την έρευνα αντιμετωπίζουν σημαντικό όγκο προπαρασκευαστικής εργασίας και ανάλυσης των απαντήσων πριν από την επίσκεψη ελέγχου. Στην προκειμένη περίπτωση, εντούτοις, η Επιτροπή προσπάθησε να επαληθεύσει τα αναθεωρημένα στοιχεία που έδωσε η εταιρεία κατά την επίσκεψη. Όμως, επειδή τα στοιχεία δόθηκαν κατά την επιθεώρηση, και λόγω του συγκεχυμένου και αντιφατικού τους χαρακτήρα, δεν ήταν δυνατή σε ικανοποιητικό βαθμό η σαφής αναγνώριση και επαλήθευση του πραγματικού κόστους. Έτσι, η Επιτροπή θεώρησε ότι η απάντηση της εταιρείας ήταν κατ' ουσίαν ψευδής ή παραπλανητική και εμπόδιζε σοβαρά τη διαδικασία έρευνας. Συνεπώς, η Επιτροπή δεν μπόρεσε να καθορίσει την κανονική αξία για την εταιρεία αυτή βάσει των στοιχείων που προσκομίσθηκαν και βάσισε τα συμπεράσματά της στα διαθέσιμα πραγματικά περιστατικά σύμφωνα με το άρθρο 7 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88 (βλέπε σημείο 63 του αιτιολογικού).

(28) Το Συμβούλιο επιβεβαιώνει το συμπέρασμα αυτό.

2. Κανονική αξία με βάση τις τιμές στη χώρα εξαγωγής

(29) Για τους υπόλοιπους ιάπωνες παραγωγούς, οι εγχώριες πωλήσεις θεωρήθηκαν αρκετά αντιπροσωπευτικές ως βάση για την κανονική αξία, εφόσον η Επιτροπή διαπίστωσε ότι ο όγκος των εγχώριων πωλήσεων υπερέβαινε κατά 5 % τις πωλήσεις προς εξαγωγή στην Κοινότητα.

Τα περισσότερα μοντέλα πωλήθηκαν στην εγχώρια αγορά σε επαρκείς ποσότητες και σε τιμές που επέτρεπαν την κάλυψη όλων των δαπανών εύλογα κατανεμημένων στις συνήθεις εμπορικές πράξεις στην εγχώρια αγορά στην Ιαπωνία. Συνεπώς, γι' αυτά τα μοντέλα, η κανονική αξία καθορίστηκε βάσει του σταθμικού μέσου όρου των εγχώριων τιμών, αφού αφαιρέθηκαν όλες οι εκπτώσεις που σχετίζονται άμεσα με τις πωλήσεις ΗΖΛΠ.

Επιλεκτική κανονική αξία

(30) Τρεις ιάπωνες παραγωγοί ισχυρίστηκαν ότι έπρεπε να γίνει διάκριση μεταξύ των διαφόρων κατηγοριών ανεξάρτητων αγοραστών τους στην εγχώρια αγορά και ότι οι κανονική αξία έπρεπε να καθοριστεί επιλεκτικά βάσει των σταθμικών μέσων τιμών των πωλήσεών τους σε μία από αυτές τις κατηγορίες, δηλαδή διανομέων ή εξουσιοδοτημένων πωλητών, επειδή αυτοί βρίσκονται στο κατάλληλο εμπορικό στάδιο για σύγκριση με τις πωλήσεις προς εξαγωγή. Ειδικότερα, ισχυρίστηκαν ότι αυτή η κατηγορία πελατών λειτουργεί διαφορετικά από άλλους μη συνδεόμενους πελάτες, γεγονός που φαίνεται από το μέγεθος και τον τύπο των εξόδων που προκύπτουν, τις πωλούμενες ποσότητες και τη δομή των τιμών.

(31) Σχετικά με αυτό, τα όργανα της Κοινότητας υποστηρίζουν παγίως ότι είναι δυνατόν να αναγνωρισθεί επαρκώς εμπορικό στάδιο μόνο εφόσον αποδειχθούν όλοι οι σχετικοί παράγοντες, μεταξύ άλλων ο ρόλος πωλητή και αγοραστή και η συνοχή ποσοτήτων, εξόδων και τιμών στον εν λόγω επίπεδο διανομής, σε σχέση με άλλα επίπεδα.

Ένα άλλο σημαντικό κριτήριο για την αναγνώριση συγκεκριμένης κατηγορίας πελατών είναι η θέση τους έναντι του συστήματος διανομής της σχετικής αγοράς και κατά πόσον, με τη σύγκριση αυτή, είναι δυνατόν να διαπιστωθεί ότι μόνο η κατηγορία αυτή πρέπει να συγκριθεί με πελάτες εξαγωγής κατέχοντες παρόμοια θέση στο σύστημα διανομής της αγοράς εξαγωγής.

(32) Ένας ιάπωνας παραγωγός ισχυρίστηκε ότι οι πωλήσεις του πραγματοποιούνταν μέσω τριών κυκλωμάτων διανομής και ότι η κανονική τους αξία έπρεπε να βασισθεί στις πωλήσεις σε πελάτες με αρμοδιότητες διανομής οι οποίες, όπως ισχυρίζεται, διενεργήθηκαν μόνο από ένα κύκλωμα.

Για ένα από τα τρία κυκλώματα διανομής, μια διάκριση ως προς τις πωλούμενες ποσότητες και μια σαφής διαφορά των εξόδων και τιμών που αντανακλά διαφορετικό ρόλο της κατηγορίας πελατών στο πλαίσιο του κυκλώματος αυτού, σε σύγκριση με άλλους ανεξάρτητους πελάτες, επιβεβαίωσε ότι οι πωλήσεις στο εν λόγω κύκλωμα πραγματοποιούνταν σε εμπορικό στάδιο διαφορετικό από τις πωλήσεις που πραγματοποποιούνταν σε άλλες κατηγορίες πελατών, και διαφορετικό από τις κατηγορίες πελατών προς τις οποίες πραγματοποιούνταν οι πωλήσεις εξαγωγής. Επιπλέον, τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία περί της αλυσίδας διανομής για την εν λόγω αγορά ενισχύουν τους ισχυρισμούς του παραγωγού αυτού σχετικά με το ρόλο των πελατών.

(33) Όσον αφορά τα άλλα δύο κυκλώματα διανομής που χρησιμοποιεί ο εξαγωγέας αυτός, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι δεν γίνεται σαφής διάκριση όσον αφορά τις ποσότητες, τα έξοδα πώλησης του προϊόντος, και τις τιμές που επιβάλλονται σε ένα κύκλωμα διανομής σε σχέση με το άλλο.

Η Επιτροπή συμπεραίνει ότι δεν είναι δυνατόν να εντοπιστεί συγκεκριμένη και σαφής κατηγορία πελατών όσον αφορά τις πωλήσεις που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο αυτών των δύο κυκλωμάτων. Έτσι, η κανονική αξία για τον παραγωγό αυτό καθορίστηκε επιλεκτικά βάσει των σταθμιστικών μέσων εγχωρίων τιμών των πωλήσεών του στα κυκλώματα αυτά, που θεωρήθηκαν καταλληλότερες για σύγκριση με τις πωλήσεις προς εξαγωγή.

(34) Το Συμβούλιο επιβεβαιώνει το συμπέρασμα αυτό.

(35) Όσον αφορά τον ισχυρισμό ενός από τους άλλους ιάπωνες παραγωγούς, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι τα στοιχεία που δόθηκαν ως απάντηση στο ερωτηματολόγιο ήταν παραπλανητικά, Σύμφωνα με την απάντηση αυτή μόνο οι πωλήσεις μέσω ενός κυκλώματος πραγματοποιήθηκαν σε διανομείς/εξουσιοδοτημένους πωλητές και η εταιρεία ισχυρίστηκε ότι η κανονική αξία έπρεπε να βασισθεί μόνο στις πωλήσεις αυτές. Ωστόσο, κατά τον έλεγχο διαπιστώθηκε ότι πραγματοποιούνταν πωλήσεις και μέσω ενός δεύτερου κυκλώματος σε παρόμοιους πελάτες.

Συνεπώς, ο ισχυρισμός αυτός απορρίπτεται επειδή η κανονική αξία πρέπει να βασίζεται στις πωλήσεις προς την ίδια κατηγορία ανεξάρτητων πελατών.

(36) Σ' αυτό το άλλο κύκλωμα, η εταιρεία ισχυρίστηκε επίσης ότι μικρό τμήμα των πωλήσεων πραγματοποιήθηκε σε τελικούς χρήστες και ότι αυτές έπρεπε να αποκλειστούν, επειδή έγιναν σε διαφορετικό εμπορικό στάδιο από τις πωλήσεις για εξαγωγή. Ωστόσο, ο παραγωγός δεν μπόρεσε να αποδείξει επαρκώς τη συνοχή των ποσοτήτων, των εξόδων και των τιμών σε ένα συγκεκριμένο στάδιο διανομής σε σχέση με τα άλλα. Πράγματι, τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίστηκαν για ορισμένους από τους παράγοντες αυτούς για την συγκεκριμένη κατηγορία πελάτου απέδειξαν ότι οι πελάτες αυτοί ομοιάζουν σημαντικά με άλλες κατηγορίες, που κατά τον ισχυρισμό είναι διαφορετικές.

(37) Υπό αυτές τις συνθήκες, η Επιτροπή συνεπέρανε για τον εν λόγω παραγωγό ότι τα αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία συχνά ήταν αντιφατικά, δεν ήταν αρκετά για να αποδειχθεί ότι οι πωλήσεις πραγματοποιούνταν σε συγκεκριμένες και σαφώς διαχωριζόμενες κατηγορίες πελατών ή ότι μόνο μία από αυτές τις υποτιθέμενες διαφορετικές κατηγορίες ήταν καταλληλότερη από όλες τις εγχώριες πωλήσεις, για σύγκριση με τις τιμές εξαγωγής. Έτσι, η κανονική αξία γι' αυτόν τον παραγωγό καθορίστηκε με βάση όλες τις πωλήσεις προς ανεξάρτητους πελάτες.

(38) Το Συμβούλιο επιβεβαιώνει το συμπέρασμα.

(39) Ο τρίτος ιάπωνας παραγωγός ζήτησε κατά τον έλεγχο να περιοριστεί η κανονική αξία στις πωλήσεις σε διανομείς/εξουσιοδοτημένους πωλητές στην εγχώρια αγορά. Δεν προσκομίσθηκαν όμως αποδεικτικά στοιχεία για τον ισχυρισμό αυτό όσον αφορά τις διαφορές κόστους και τιμών για τις πωλήσεις αυτές και, συνεπώς, η αίτηση απορρίπτεται.

(40) Κατά συνέπεια, η κανονική αξία για τον παραγωγό αυτόν βασίσθηκε σε σταθμικό μέσο όρο όλων των πωλήσεων που πραγματοποιούνται προς ανεξάρτητους πελάτες στην Ιαπωνία.

(41) Το Συμβούλιο επιβεβαιώνει το συμπέρασμα αυτό.

Πωλήσεις σε συνδεόμενες εταιρείες

(42) Ένας από τους ιάπωνες παραγωγούς ισχυρίστηκε επίσης ότι η κανονική αξία πρέπει να κανονιστεί βάσει των πωλήσεών του σε συνδεόμενες εταιρείες πωλήσεων, δηλαδή βάσει των τιμών μεταφοράς, κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88, και όχι βάσει των τιμών που χρεώνουν οι εν λόγω συνδεόμενες εταιρείες σε ανεξάρτητους πελάτες.

(43) Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι ο εν λόγω παραγωγός είχε κατανείμει την εμπορία της παραγωγής του στην Ιαπωνία ανάμεσα στην εταιρεία κατασκευής που πραγματοποιούσε άμεσα πωλήσεις σε διανομείς/εξουδιοδοτημένους πωλητές, στο τμήμα πωλήσεων της εταιρείας κατασκευής και σε συνδεόμενες εταιρείες πώλησης που πραγματοποιούσαν πωλήσεις σε τελικούς χρήστες και των οποίων είχε τον οικονομικό έλεγχο. Οι δραστηριότητες των διαφόρων αυτών μερών του ομίλου όσον αφορά τις πωλήσεις δεν διέφεραν ουσιαστικά μταξύ τους. Ο διαχωρισμός των δραστηριοτήτων παραγωγής και πωλήσεων σε ένα όμιλο εταιρειών ουδόλως αναιρεί το γεγονός ότι ο όμιλος αποτελεί ενιαία οικονομική μονάδα, η οποία αναλαμβάνει κατ' αυτό τον τρόπο δραστηριότητες, οι οποίες, σε άλλες περιπτώσεις, είναι δυνατόν να αναληφθούν από ένα ενιαίο φορέα.

(44) Ένας άλλος παραγωγός που πραγματοποιούσε όλες τις εγχώριες πωλήσεις του μέσω συνδεόμενης εταιρείας πωλήσεων ισχυρίστηκε ότι η κανονική του αξία δεν πρέπει να βασίζεται στις τιμές χρεώνει η εταιρεία πωλήσεων στους ανεξάρτητους πελάτες, αλλά πρέπει να κατασκευασθεί με βάση το κόστος παραγωγής αφού αφαιρεθούν τα έξοδα πώλησης, τα γενικά και διοικητικά έξοδα της εταιρείας πωλήσεων. Εντούτοις, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η εν λόγω εταιρεία ασκούσε λειτουργίες που εμπίπτουν στην κατηγορία αυτών που περιγράφονται στο εδάφιο 43 και, συνεπώς, αποτελούν μαζί με την εταιρεία κατασκευής μια ενιαία οικονομική μονάδα.

(45) Συνεπώς, και στις δύο περιπτώσεις, σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, οι δραστηριότητες και λειτουργίες των διαφόρων μερών της οικονομικής οντότητας εξετάστηκαν ως σύνολο. Ως εκ τούτου, η κανονική αξία δεν καθορίστηκε με βάση τις τιμές μεταφοράς ή το κόστος παραγωγής μόνο της εταιρείας κατασκευής, αλλά βάσει των τιμών που χρεώνονται στις πωλήσεις προς ανεξάρτητους πελάτες.

(46) Το Συμβούλιο επιβεβαιώνει τα συμπεράσματα αυτά.

3. Κανονική αξία με βάση την κατασκευασμένη αξία

(47) Ορισμένα από τα μοντέλα που πωλήθηκαν εγχωρίως ήταν ομοειδή αλλά δεν ήταν δυνατόν να συγκριθούν απευθείας με τα μοντέλα που πωλούνται για να εξαχθούν στην Κοινότητα, λόγω διαφορετικών τεχνικών προδιαγραφών και φυσικών χαρακτηριστικών. Αυτές οι διαφορές δεν ήταν δυνατόν να εκτιμηθούν με ακρίβεια λόγω του διαφορετικού τύπου τεχνολογίας και της ποικιλίας των συνδυασμών χαρακτηριστικών και εξαρτημάτων του προϊόντος.

(48) Συνεπώς, η Επιτροπή δεν καθόρισε κανονική αξία γι' αυτά τα μοντέλα βάσει των εγχωρίων τιμών, δεδομένου ότι αυτή η μέθοδος θα απαιτούσε, για να καταστούν συγκρίσιμες μεταξύ τους οι εγχώριες τιμές και οι τιμές εισαγωγής, μεγάλο αριθμό προσαρμογών οι οποίες θα έπρεπε να βασίζονται σε απλές εκτιμήσεις. Επομένως, η κανονική αξία καθορίστηκε σε αυτές τις περιπτώσεις βάσει της κατασκευασμένης αξίας.

(49) Οι κατασκευασμένες αξίες καθορίστηκαν σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 στοιχείο β) περίπτωση ii) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88 με βάση το κόστος, σταθερό και μεταβλητό, στην Ιαπωνία, των υλικών και της κατασκευής των εξαγομένων μοντέλων, συν ένα εύλογο ποσό για τα έξοδα πώλησης, τα γενικά και διοικητικά έξοδα και κέρδος.

Ο υπολογισμός των εξόδων πώλησης και των γενικών και διοικητικών εξόδων έγινε με αναφορά στο μεσο όρο εξόδων που όντως επιβαρύνουν τον εν λόγω παραγωγό στο πλαίσιο των πωλήσεων ΗΖΛΠ που πραγματοποιεί στην εγχώρια αγορά. Για κάθε ιάπωνα εξαγωγέα, το ποσοστό κέρδους υπολογίσθηκε σε σταθμική μέση βάση για όλες τις εγχώριες πωλήσεις του εν λόγω προϊόντος.

(50) Το Συμβούλιο επιβεβαιώνει το συμπέρασμα αυτό.

4. Σύγκριση

Γενικά

(51) Οι ιαπωνικές εξαγωγές πραγματοποιήθηκαν σε διάφορους πελάτες της Κοινότητας, σε διαφορετικές τιμές και σε διαφορετικές περιφέρειες της Κοινότητας. Κατά συνέπεια, οι τιμές εξαγωγής συγκρίθηκαν με την κανονική αξία για κάθε συναλλαγή χωριστά.

(52) Επιπλέον, για μια δίκαιη σύγκριση μεταξύ της κανονικής αξίας και των τιμών εξαγωγής, η Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφοι 9 και 10 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88 έλαβε υπόψη, εφόσον ήταν δικαιολογημένο, τις διαφορές που επηρεάζουν τη συγκρισιμότητα των τιμών, στις περιπτώσεις που προσκομίστηκαν ικανοποιητικά αποδεικτικά στοιχεία για τους ισχυρισμούς που είχαν άμεση σχέση με τις διαφορές όσον αφορά τις υπό εξέταση πωλήσεις. Όλες οι συγκρίσεις πραγματοποιήθηκαν στο στάδιο εξόδου από το εργοστάσιο και στο ίδιο εμπορικό στάδιο.

Διαφορές ως προς τα φυσικά χαρακτηριστικά

(53) Όσον αφορά τις διαφορές ως προς τα φυσικά χαρακτηριστικά, η κανονική αξία προσαρμόστηκε κατά ένα ποσό που αντιστοιχεί σε λογική τιμή εκτίμησης της αξίας των διαφορών.

(54) Το Συμβούλιο επιβεβαιώνει το συμπέρασμα αυτό.

Διαφορές ως προς τα έξοδα πώλησης

(55) Όσον αφορά τις διαφορές περί των εξόδων πώλησης, η κανονική αξία και οι τιμές εξαγωγής προσαρμόστηκαν για να ληφθούν υπόψη οι διαφορές ως προς τους όρους πίστωσης, τις εγγυήσεις, τις προμήθειες, τους μισθούς που καταβάλλονται στο προσωπικό πωλήσεων, την συσκευασία, την μεταφορά, την ασφάλιση, τον χειρισμό και τα διάφορα έξοδα, εφόσον αποδείχθηκε ότι τα έξοδα αυτά δικαιολογούνταν για τις υπό εξέταση πωλήσεις.

α) Μισθοί του προσωπικού πωλήσεων

(56) Όσον αφορά τους μισθούς του προσωπικού που ασχολείται με τις εγχώριες πωλήσεις, πολλοί ιάπωνες παραγωγοί ζήτησαν έκπτωση για το εργατικό κόστος όσον αφορά το προσωπικό που ασχολείται εν μέρει στην πώληση ΗΖΛΠ και εν μέρει σε δραστηριότητες που αφορούν άλλα προϊόντα. Για το τμήμα του κόστους που αφορά την πώληση του εν λόγω προϊόντος εγκρίθηκε έκπτωση.

Τμήμα του εργατικού κόστους για το οποίο ζητήθηκε έκπτωση σχετιζόταν με τα διοικητικά έξοδα και έξοδα εμπορικής προώθησης. Οι εταιρείες, ωστόσο, δεν ήταν σε θέση να συνδέσουν το κόστος αυτό με το εν λόγω προϊόν και, συνεπώς, θεωρήθηκε ως γενικά έξοδα τα οποία δεν επηρεάζουν τη συγκρισιμότητα των τιμών. Συνεπώς, η Επιτροπή απέρριψε την αίτηση για έκπτωση του κόστους αυτού.

(57) Το Συμβούλιο επιβεβαιώνει το συμπέρασμα αυτό.

β) Υπηρεσίες μετά την πώληση

(58) Ορισμένες εταιρείες ζήτησαν προσαρμογή για τις υπηρεσίες μετά την πώληση αλλά δεν μπόρεσαν να συνδέσουν απευθείας το κόστος αυτό με τις συγκεκριμένες πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος.

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή συνεπέρανε ότι το εν λόγω κόστος πρέπει να θεωρηθεί ως γενικά έξοδα για τα οποία δεν μπορεί να γίνει προσαρμογή σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88. Συνεπώς, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε από την Επιτροπή.

(59) Το Συμβούλιο επιβεβαιώνει το συμπέρασμα αυτό.

γ) Πιστωτικοί όροι

(60) Η Επιτροπή έκανε προσαρμογές για πιστώσεις που χορηγούνται σε πελάτες, οσάκις έλαβε στοιχεία για καθορισμένη περίοδο πίστωσης που συμφωνήθηκε με τον αγοραστή κατά την ημερομηνία πώλησης. Πολλοί εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι η προσαρμογή όσον αφορά τους πιστωτικούς όρους πρέπει να παραχωρείται και όταν δεν έχει συμφωνηθεί καθορισμένη περίοδος πίστωσης και ότι το κόστος πίστωσης στις περιπτώσεις αυτές θα πρέπει να υπολογίζεται με βάση το σύνηθες επιτόκιο βραχυπρόθεσμων χορηγήσεων στην Ιαπωνία.

Αυτοί οι ισχυρισμοί εξετάστηκαν για να διαπιστωθεί κατά πόσον, όπως απαιτεί το άρθρο 2 παράγραφος 9 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88, οι εν λόγω δαπάνες πίστωσης μπορεί να θεωρηθεί ότι επηρέασαν τη συγκρισιμότητα των τιμών. Κατ' αρχήν, η συγκρισιμότητα μπορεί να επηρεαστεί μόνον από παράγοντες γνωστούς στον αγοραστή όταν αποφασίζει την αγορά. Οι περίοδοι πίστωσης οι οποίες, αντίθετα προς τη συνήθη πρακτική στην Ιαπωνία, δεν συμφωνούνται κατά την ημερομηνία πώλησης δεν εμπίπτουν σε αυτήν την κατηγορία. Επιπλέον, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι αυτές οι περίοδοι πίστωσης ποικίλλουν σημαντικά από τον ένα πελάτη στον άλλο. Κανονικά, υπό αυτές τις συνθήκες τα κοινοτικά όργανα θα απέρριπταν τους ισχυρισμούς. Στην προκειμένη όμως περίπτωση και κατ' αναλογία με προηγούμενες διαδικασίες, η Επιτροπή υπολόγισε την προσαρμογή γι' αυτές τις πωλήσεις βάσει πίστωσης 30 ημερών. Αυτό θεωρήθηκε ότι αντιπροσωπεύει τη συνήθη μέση περίοδο πίστωσης που παραχωρείται σε αγοραστές προϊόντων στον ίδιο επιχειρηματικό τομέα στην ιαπωνική αγορά.

(61) Το Συμβούλιο επιβεβαιώνει το συμπέρασμα αυτό.

δ) "Προσαρμογή ανταλλαγής"

(62) Ένας ιάπωνας παραγωγός ζήτησε προσαρμογή για πληρωμή που έγινε με ανταλλαγή, κατά την οποία ο αγοραστής (συνήθως διανομείς ή εξουσιοδοτημένοι πωλητές) νέων μηχανών "αντήλλαξε" παλαιές και μεταχειρισμένες μηχανές. Διαπιστώθηκε όμως ότι η αξία του ανταλλασσόμενου προϊόντος δεν εμφαίνεται στο ποσόν που τιμολογείται. Εντούτους, ο παραγωγός ισχυρίστηκε ότι αυτό δεν έχει σημασία διότι ανταλλαγές συνδέονταν άμεσα με τις υπό εξέταση πωλήσεις και οι πωλητές είχαν το δικαίωμα να συμψηφίσουν άμεσα την αξία της ανταλλαγής με την τιμή πώλησης. Ο παραγωγός αυτός ισχυρίστηκε, συνεπώς, ότι αυτή η οικονομική συνεισφορά στις δραστηριότητες των πελατών που πρέπει να θεωρηθεί ως έκπτωση και, επομένως, να αφαιρεθεί από την κανονική αξία.

(63) Η Επιτροπή θεώρησε αντίθετα, σύμφωνα με την πάγια πρακτική της που επιβεβαιώθηκε από την νομολογία Δικαστηρίου, ότι η οικονομική συνεισφορά του παραγωγού δεν αποτελεί έκπτωση, αλλά ουσιαστικά πληρωμή από την οποία προκύπτει ορισμένη αξία.

Πράγματι, με την απόσυρση ανταλλασσόμενων μηχανών από την αγορά, η ζήτηση για νέες μηχανές διατηρείται στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο. Αυτή η μεγαλύτερη ζήτηση αυξάνει τις τιμές, τις πωλήσεις και την παραγωγή και κανονικά οδηγεί σε αυξημένες οικονομικές κλίμακας και, συνεπώς, σε υψηλότερα επίπεδα κέρδους.

Έτσι οι εν λόγω "εκπτώσεις", θεωρήθηκε ότι αντιστοιχούν στην αξία την οποία ο κατασκευαστής αποδίδει στην απόσυρση των μεταχειρισμένων και παλαιών ΗΖΛΠ από την αγορά.

Αυτές οι πληρωμές δεν αφαιρέθηκαν συνεπώς από την πράγματι καταβληθείσα ή καταβλητέα από τον αγοραστή τιμή και ελήφθη η πλήρης εγχώρια τιμή για τη σύγκριση.

(64) Το Συμβούλιο επιβεβαιώνει το συμπέρασμα αυτό.

5. Περιθώρια ντάμπινγκ

(65) Ο σταθμικός μέσος όρος των περιθωρίων ντάμπινγκ για κάθε εμπλεκόμενο ιάπωνα παραγωγό, ως ποσοστό της τιμής "ελεύθερο στα κοινοτικά σύνορα", υπερέβαινε το 60 % σε όλες τις περιπτώσεις, εκτός από την Yamato Scales Co. Ltd, για την οποία το περιθώριο ήταν 15,3 %.

(66) Στην περίπτωση εταιρειών οι οποίες δεν συνεργάστηκαν ή όταν η Επιτροπή δεν μπόρεσε να χρησιμοποιήσει τις παρατηρήσεις του παραγωγού (βλέπε σημείο 27), το περιθώριο ντάμπινγκ καθορίζεται βάσει των διαθέσιμων στοιχείων σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 7 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88.

Η Επιτροπή θεώρησε ότι τα πλέον εύλογα στοιχεία ήταν αυτά που διαπιστώθηκαν κατά την έρευνα και ότι θα αποτελούσε ενθάρρυνση της άρνησης συνεργασίας και θα οδηγούσε σε καταστρατήγηση των μέτρων αντιντάμπινγκ αν παρεχωρείτο περιθώριο ντάμπινγκ χαμηλότερο από το υψηλότερο που διαπιστώθηκε για τις συνεργαζόμενες εταιρείες.

(67) Το Συμβούλιο επιβεβαιώνει το συμπέρασμα αυτό.

Ε. ΕΠΑΝΕΜΦΑΝΙΣΗ ΖΗΜΙΑΣ (68) Εδώ η Επιτροπή εξέτασε, σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88, κατά πόσο η λήξη των ισχυόντων μέτρων πρόκειται να οδηγήσει ξανά σε ζημία ή σε απειλή ζημίας.

Συνεπώς, ήταν απαραίτητο να εξεταστεί η παρούσα οικονομική κατάσταση της κοινοτικής βιομηχανίας και η συμπεριφορά των ιαπώνων εξαγωγέων στην κοινοτική αγορά.

1. Κατάσταση της κοινοτικής βιομηχανίας

Κοινοτική αγορά

(69) Η κοινοτική αγορά ΗΖΛΠ παρέμεινε σταθερή σε μέγεθος, αυξανόμενη από περίπου 135 000 μονάδες το 1988 σε 140 000 μονάδες το 1989 και μειούμενη σε 135 000 μονάδες το 1990.

Παραγωγικό δυναμικό, ποσοστό χρησιμοποίησής του και αποθέματα

(70) Η κοινοτική παραγωγή ΗΖΛΠ έπεσε από 140 000 τεμάχια το 1988 σε 122 000 τεμάχια το 1989 και 114 000 τεμάχια το 1990. Ενώ το παραγωγικό δυναμικό έπεσε από 181 000 τεμάχια το 1988 στις 166 000 τεμάχια το 1989 και 155 000 τεμάχια το 1990, το ποσοστό χρησιμοποίησης του παραγωγικού δυναμικού μειώθηκε επίσης από 77 σε 73 %.

(71) Τα αποθέματα εξακολούθησαν να παραμένουν σε υψηλό επίπεδο (περισσότερο από 10 % της συνολικής παραγωγής της Κοινότητας) μεταξύ του 1988 και 1990.

Όγκος των πωλήσεων και μερίδιο της αγοράς

(72) Η ποσότητα ΗΖΛΠ που πωλείται στην Κοινότητα από την κοινοτική βιομηχανία μειώθηκε από 113 000 τεμάχια το 1988 σε 105 000 τεμάχια το 1989 και σε 97 000 τεμάχια το 1990. Το μερίδιο αγοράς της κοινοτικής βιομηχανίας εξελίχθηκε ως εξής: 84 % το 1988, 75 % το 1989 και 72 % το 1990.

Εξέλιξη των τιμών

(73) Οι τιμές της κοινοτικής βιομηχανίας μειώθηκαν μεταξύ του 1989 και 1990 κατά περίπου 6 %, σε σταθμικό μέσο όρο. Αυτή η πτωτική τάση είναι συνέπεια μιας γενικής μείωσης των τιμών των εισαγομένων ΗΖΛΠ, καθώς και των σημαντικά χαμηλότερων τιμών των εισαγωγών από την Ιαπωνία σε σχέση με τις κοινοτικές τιμές (βλέπε σημεία 78 έως 81).

Κέρδη

(74) Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι, σε γενικές γραμμές, τα χρηματοοικονομικά αποτελέσματα της κοινοτικής βιομηχανίας από το 1988 δεν ήταν ικανοποιητικά. Το 1990, σημειώθηκε αρνητική απόδοση πωλήσεων 5,5 % κατά σταθμικό μέσον όρο. Ένας μάλιστα παραγωγός της Κοινότητας υπέστη σημαντικές απώλειες καθ όλη την προαναφερόμενη περίοδο και έπαυσε να παράγει στα τέλη του 1990.

Απασχόληση και επενδύσεις

(75) Μεταξύ του 1988 και 1990, η κοινοτική βιομηχανία κατήργησε 245 θέσεις απασχόλησης, ήτοι 16 % του εργατικού δυναμικού της, ενώ περικόπηκαν οι επενδύσεις και έκλεισαν δύο εργοστάσια.

(76) Το Συμβούλιο επιβεβαιώνει τα συμπεράσματα αυτά.

2. Συμπεριφορά των εξαγωγέων στην κοινοτική αγορά

Όγκος και μερίδιο της αγοράς για τις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ

(77) Παρά τα εφαρμοζόμενα μέτρα, ο όγκος των ΗΖΛΠ που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ και εισάγονται από την Ιαπωνία αυξήθηκε από 13 000 τεμάχια το 1988 σε 17 000 τεμάχια το 1989 και περίπου 19 000 τεμάχια το 1990. Το μερίδιο των ιαπωνικών εισαγωγών στην αγορά κοινοτικής κατανάλωσης αυξήθηκε από 9,8 % το 1988 σε 12,1 % και σε 14,6 % το 1990.

Τιμές των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ

(78) Η Επιτροπή ερεύνησε κατά πόσον εφαρμοζόταν από τους ιάπωνες παραγωγούς κατά την περίοδο έρευνας τιμή χαμηλότερη από την κοινοτική. Για το σκοπό αυτό, εξετάστηκαν οι πωλήσεις των εξαγωγέων σε έξι μεγαλύτερες αγορές της Κοινότητας (Ηνωμένο Βασίλειο, Γερμανία, Κάτω Χώρες, Βέλγιο, Γαλλία και Ελλάδα) όπου πωλείτο σχεδόν το σύνολο των ΗΖΛΠ που εισήχθησαν από την Ιαπωνία.

(79) Η Επιτροπή, κατά πρώτον, επέλεξε ΗΖΛΠ αντιπροσωπευτικούς των διαφόρων κατηγοριών (μοντέλα χαμηλής, μέσης και υψηλής τεχνολογίας) τους οποίους διαθέτουν στο εμπόριο παραγωγοί της Κοινότητας. Στη συνέχεια η Επιτροπή εξέτασε τα εξαχθέντα ιαπωνικά μοντέλα των ιδίων κατηγοριών, τα οποία είναι άμεσα συγκρίσιμα με τα κοινοτικά ώστε να μη χρειάζονται προσαρμογές ως προς τις τεχνικές διαφορές.

Οι τιμές των εν λόγω μοντέλων συγκρίθηκαν βάσει των πωλήσεων στο ίδιο εμπορικό στάδιο (επίπεδο διανομέα/εξουσιοδοτημένου πωλητή).

(80) Η σύγκριση έδειξε ευρεία και συστηματική εφαρμογή από όλους τους εξαγωγείς τιμών χαμηλότερων από τις κοινοτικές κατά 20 έως 70 %.

(81) Το Συμβούλιο επιβεβαιώνει αυτά τα συμπεράσματα.

3. Συμπεράσματα

(82) Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι η κοινοτική βιομηχανία βρίσκεται σε επισφαλή θέση. Πράγματι, υπέστη ουσιώδη διάβρωση τιμών η οποία προκάλεσε περαιτέρω οικονομικές απώλειες και μείωση των μεριδίων αγοράς και των πωλήσεων.

Η κατάσταση αυτή επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό από το γεγονός ότι οι εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ πραγματοποιήθηκαν σε μια ανοικτή και διαφανή αγορά όπου οι τιμές είναι απολύτως γνωστές. Κατά συνέπεια, η ελαστικότητα των τιμών και η εφαρμογή τιμών κατά πολύ χαμηλότερων από τις κοινοτικές είχαν σαφείς επιπτώσεις στον όγκο των πωλήσεων και στα οικονομικά αποτελέσματα της κοινοτικής βιομηχανίας.

Για τους λόγους αυτούς η κοινοτική βιομηχανία δεν μπόρεσε να επωφεληθεί των ληφθέντων μέτρων αντιντάμπινγκ.

(83) Το Συμβούλιο επιβεβαιώνει το συμπέρασμα αυτό.

(84) Η Επιτροπή εξέτασε επίσης κατά πόσον και άλλοι παράγοντες, εκτός από τις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, μπορεί να εμπόδισαν την κοινοτική βιομηχανία να ανακτήσει την οικονομική της υγεία.

(85) Σχετικά με αυτό, ένας εξαγωγέας ισχυρίστηκε ότι οι συνέπειες της αύξησης του όγκου των εισαγωγών ΗΖΛΠ και οι χαμηλές τιμές των εισαγωγών ΗΖΛΠ από άλλες χώρες, κυρίως τη Σιγκαπούρη, τη Δημοκρατία της Κορέας, την Ταϊβάν και την Τουρκία, συνέβαλαν τουλάχιστον εξίσου στην επισφαλή κατάσταση της κοινοτικής βιομηχανίας.

(86) Η Επιτροπή εξετάζει τώρα τις συνέπειες των εισαγωγών ΗΖΛΠ από τη Σιγκαπούρη και την Κορέα. Εντούτοις, ακόμα και αν διαπιστωθεί ότι οι εισαγωγές αυτές ζημίωσαν την κοινοτική βιομηχανία, αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι οι εξαγωγές από την Ιαπωνία που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, λόγω του μεγάλου όγκου και των ιδιαίτερα χαμηλών τιμών, παρέμειναν ένας σημαντικός παράγων που εμπόδισε την κοινοτική βιομηχανία να βελτιώσει την οικονομική της κατάσταση.

Όσον αφορά τις εισαγωγές ζυγών από την Ταϊβάν, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι είναι κυρίως ζυγοί μέτρησης οι οποίοι δεν ομοιάζουν με το εξεταζόμενο προϊόν.

Τέλος, κατά την περίοδο έρευνας, δεν πραγματοποιήθηκαν εισαγωγές από την Τουρκία.

(87) Εκτός αυτού, η Επιτροπή δεν διαπίστωσε κανένα άλλο παράγοντα που να μπορεί να εξηγήσει τη δυσχερή κατάσταση της κοινοτικής βιομηχανίας. Πράγματι, δεν πραγματοποιήθηκαν σημαντικές εισαγωγές εκτός από αυτές που προαναφέρονται, ούτε περιορίσθηκε η ζήτηση.

(88) Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι παρόλο που στη ζημία μπορεί να συνέβαλαν και άλλες εισαγωγές, οι ιαπωνικές εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ θεωρούνται, μεμονωμένως λαμβανόμενες, ως κύρια αιτία της μη ικανοποιητικής κατάστασης της κοινοτικής βιομηχανίας.

4. Πιθανές επιπτώσεις της λήξεως των μέτρων

(89) Υπό αυτές τις συνθήκες, η Επιτροπή είναι της γνώμης ότι η λήξη ισχύος των μέτρων θα επιδείνωνε την κατάσταση των παραγωγών της Κοινότητας.

(90) Πράγματι, ελλείψει μέτρων, προβλέπεται ότι θα αυξάνονταν οι πωλήσεις των προϊόντων που εισάγονται από την Ιαπωνία σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές. Αυτό θα οδηγούσε σε περαιτέρω απώλειες μεριδίου αγοράς της κοινοτικής βιομηχανίας.

(91) Εδώ πρέπει να εξεταστούν ιδιαίτερα δύο παράγοντες. Αφενός, οι ιάπωνες παραγωγοί έχουν πρόσφατα αυξήσει το παραγωγικό τους δυναμικό. Αφετέρου, η κοινοτική αγορά βρίσκεται σε ύφεση. Αυτό οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η πίεση που ασκούν οι εισαγωγές από την Ιαπωνία που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ είναι πιθανόν να αυξηθεί και ότι η κοινοτική βιομηχανία είναι τώρα ακόμα πιο ευάλωτη σε αυτές τις πρακτικές απ' ό,τι κατά τα προηγούμενα έτη.

(92) Μπορεί έτσι σαφώς να προβλεφθεί ότι η κοινοτική βιομηχανία θα υποστεί σημαντική ζημία από τις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ στην περίπτωση λήξεως των μέτρων αντιντάμπινγκ. Συνεπώς, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι δεν πρέπει να λήξουν τα μέτρα αυτά αλλά να προσαρμοστούν σύμφωνα με τα στοιχεία για το ντάμπινγκ και την οικονομική κατάσταση της κοινοτικής βιομηχανίας.

(93) Το Συμβούλιο επιβεβαιώνει αυτά τα συμπεράσματα.

ΣΤ. ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ (94) Όσον αφορά το κοινοτικό συμφέρον, το Συμβούλιο υπενθυμίζει ότι στο πλαίσιο της αρχικής διαδικασίας είχε ήδη συναγάγει το συμπέρασμα ότι πρέπει να γίνει παρέμβαση ώστε να προβληθεί η επιζήμια πρακτική ντάμπινγκ. Η Επιτροπή θεωρεί ότι η κατάσταση αυτή δεν μεταβλήθηκε ουσιαστικά. Αυτό αφορά κυρίως την αρνητική επίπτωση που θα είχε η εξαφάνιση της κοινοτικής βιομηχανίας στην προμηθεύουσα βιομηχανία. Πράγματι, για τους ΗΖΛΠ απαιτείται όλο και υψηλότερη τεχνολογία και κάθε απώλεια τεχνογνωσίας συνεπάγεται απώλεια ανταγωνιστικότητας στον τομέα της ηλεκτρονικής εν συνόλω.

(95) Παρόλο που η Επιτροπή δέχεται ότι η συνέχιση των μέτρων αντιντάμπινγκ θα εξακολουθήσει να επηρεάζει τα επίπεδα τιμών των σχετικών εξαγωγέων στην Κοινότητα και, συνεπώς, ενδέχεται να επηρεάσει την ανταγωνιστικότητα των προϊόντων τους, τα μέτρα αυτά αποσκοπούν στην αποκατάσταση των συνήθων και δίκαιων όρων ανταγωνισμού. Επιπλέον, η αφαίρεση των αθέμιτων πλεονεκτημάτων που αποκτήθηκαν με ντάμπινγκ προβλέπεται ότι θα εμποδίσει την επιδείνωση της κοινοτικής βιομηχανίας και θα συμβάλει στη διατήρηση της μεγαλύτερης δυνατής επιλογής προϊόντων για τον καταναλωτή.

(96) Ενώ οι τελικοί χρήστες, οι οποίοι είναι όλοι επαγγελματίες, ενδέχεται να επιβαρυνθούν με υψηλότερες τιμές, οι σημερινές χαμηλές τιμές είναι αποτέλεσμα αθέμιτης ανταγωνιστικής συμπεριφοράς. Συνεπώς, οι χρήστες δεν δύνανται να αναμένουν ότι θα εξακολουθήσουν να επωφελούνται αθέμιτων εμπορικών πρακτικών.

(97) Για τους λόγους αυτούς, η Επιτροπή θεωρεί ότι απαιτείται παρέμβαση χάριν του κοινοτικού συμφέροντος ώστε να σταματήσει η προκαλούμενη ζημία και η περαιτέρω επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της κοινοτικής βιομηχανίας.

(98) Το Συμβούλιο επιβεβαιώνει το συμπέρασμα αυτό.

Ζ. ΕΠΙΠΕΔΟ ΤΟΥ ΔΑΣΜΟΥ (99) Κατά τον υπολογισμό του επιπέδου του δασμού που είναι αναγκαίος ώστε να αποκατασταθεί η υγεία της κοινοτικής βιομηχανίας, η Επιτροπή συνεκτίμησε και το ότι η κοινοτική βιομηχανία στο σύνολό της δεν είναι αποδοτική.

Συνεπώς, τα μέτρα που λαμβάνονται πρέπει να διευκολύνουν την κοινοτική βιομηχανία να αυξήσει τις τιμές της ώστε να καλύψει το κόστος παραγωγής και να αποκομίσει εύλογο κέρδος από τις πωλήσεις.

Λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση του κλάδου διαπιστώθηκε ότι, βάσει των συνήθων όρων αγοράς καθώς και των συνεχών αναγκών της βιομηχανίας για μακροπρόθεσμες επενδύσεις, ένα ετήσιο κέρδος επί των πωλήσεων τουλάχιστον 10 % προ φόρου θα ήταν ενδεδειγμένο.

(100) Για να καθοριστεί το περιθώριο κατά το οποίο πρέπει να αυξηθούν οι τιμές των ιαπώνων παραγωγών ώστε να μπορέσει η κοινοτική βιομηχανία να επιτύχει το προαναφερόμενο κέρδος επί των πωλήσεων, η Επιτροπή κατάταξε τους αντιπροσωπευτικότερους ΗΖΛΠ που παράγονται και διατίθενται στο εμπόριο από τους παραγωγούς της Κοινότητας σε τρεις κατηγορίες (βλέπε σημείο 16 του αιτιολογικού), υπολόγισε για κάθε κατηγορία μία σταθμική μέση τιμή "εκ του εργοστασίου" (βλέπε σημείο 49) και συνέκρινε τις τιμές αυτές με τις τιμές, στα σύνορα της Κοινότητας, των παρόμοιων ιαπωνικών μοντέλων εξαγωγής, δεόντως προσαρμοσμένων. Η διαφορά μεταξύ των τιμών αυτών αντανακλά την αύξηση της τιμής στα κοινοτικά σύνορα που θεωρείται αναγκαία για να αποφευχθούν οι ζημιογόνες συνέπειες των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ.

(101) Εκτός από μία εταιρεία, αυτές οι αυξήσεις τιμών ήταν σημαντικά χαμηλότερες από τα περιθώρια ντάμπινγκ που διαπιστώθηκαν και, συνεπώς, καθορίζουν το επίπεδο των δασμών αντιντάμπινγκ σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88. Για την προαναφερθείσα εταιρεία, πρέπει να επιβληθεί ως δασμός το περιθώριο ντάμπινγκ.

(102) Συνεπώς, πρέπει να επιβληθούν τα ακόλουθα επίπεδα δαπανών:

- Tokyo Electric Co. Ltd: 22,5 %,

- Ishida Scales Mfg. Ltd: 31,6 %,

- Teraoka Seiko Co. Ltd: 22,6 %,

- Yamato Scales Co. Ltd: 15,3 %.

(103) Στην περίπτωση εταιρειών οι οποίες δεν συνεργάστηκαν κατά την έρευνα, η Επιτροπή θεώρησε ότι οι δασμοί πρέπει να καθοριστούν με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 7 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88. Θεωρήθηκε ότι τα πλέον εύλογα στοιχεία ήταν αυτά που διαπιστώθηκαν κατά τον έλεγχο και ότι θα αποτελούσε ενθάρρυνση για άρνηση συνεργασίας και θα μπορούσε να οδηγήσει σε καταστρατήγηση των μέτρων αντιντάμπινγκ η χορήγηση σε αυτές τις επιχειρήσεις δασμού χαμηλότερου από τον υψηλότερο που επεβλήθη στις συνεργασθείσες εταιρείες, ήτοι 31,6 %.

(104) Το Συμβούλιο επιβεβαιώνει τα συμπεράσματα αυτά.

Η. ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ (105) Συνεπώς, οι κανονισμοί (ΕΟΚ) αριθ. 2865/85 και (ΕΟΚ) αριθ. 1058/86 καταργούνται.

Θ. ΜΕΤΡΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΡΑΤΗΓΗΣΗΣ (106) Με την απόφαση 88/398/ΕΟΚ, η Επιτροπή εδέχθη την υποχρέωση που ανέλαβε η TEC (UK) Ltd, όσον αφορά ορισμένους ηλεκτρονικούς ζυγούς που συναρμολογούνται στην Κοινότητα.

(107) Η Επιτροπή θεωρεί ότι, βάσει των τακτικών και λεπτομερών στοιχείων που υπέβαλε η εν λόγω εταιρεία από τη στιγμή που η ανάληψη της υποχρέωσης έγινε δεκτή, δεν παρατηρήθηκε καταστρατήγηση. Υπό τις περιστάσεις αυτές, η Επιτροπή θεωρεί ότι η απόφαση 88/398/ΕΟΚ πρέπει να καταργηθεί,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1. Επιβάλλεται οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ηλεκτρονικών ζυγών λιανικού εμπορίου που υπάγονται στον κωδικό ΣΟ 8423 81 50 (κωδικός Taric 8423 81 50* 10), καταγωγής Ιαπωνίας.

2. Το ποσοστό του δασμού είναι 31,6 % (συμπληρωματικός κωδικός Taric 8697) της καθαρής τιμής "ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας" πριν από την επιβολή του δασμού, με εξαίρεση τους ηλεκτρονικούς ζυγούς λιανικής πώλησης που παράγονται από τις κατωτέρω εταιρείες, για τις οποίες εφαρμόζονται τα ακόλουθα ποσοστά:

- Tokyo Electric Co. Ltd Tokyo: 22,5 %,

(συμπληρωματικός κωδικός Taric 8694)

- Teraoka Seiko Co. Ltd Tokyo: 22,6 %,

(συμπληρωματικός κωδικός Taric 8695)

- Yamato Scales Co. Ltd Akashi: 15,3 %.

(συμπληρωματικός κωδικός Taric 8696)

3. Οι κανονισμοί (ΕΟΚ) αριθ. 2865/85 και (ΕΟΚ) αριθ. 1058/86 καθώς και η απόφαση 88/398/ΕΟΚ καταργούνται.

4. Εφαρμόζονται οι ισχύουσες διατάξεις όσον αφορά τους τελωνειακούς δασμούς.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Λουξεμβούργο, 26 Απριλίου 1993.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

B. WESTH

(1) ΕΕ αριθ. L 209 της 2. 8. 1988, σ. 1.

(2) ΕΕ αριθ. L 275 της 16. 10. 1985, σ. 5.

(3) ΕΕ αριθ. L 97 της 12. 4. 1986, σ. 1.

(4) ΕΕ αριθ. L 189 της 20. 7. 1988, σ. 27.

(5) ΕΕ αριθ. C 106 της 28. 4. 1990, σ. 5.

(6) ΕΕ αριθ. C 50 της 26. 2. 1991, σ. 3.

(7) ΕΕ αριθ. C 81 της 26. 3. 1991, σ. 5.