31992R0218

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 218/92 του Συμβουλίου της 27ης Ιανουαρίου 1992 σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα των έμμεσων φόρων (ΦΠΑ)

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 024 της 01/02/1992 σ. 0001 - 0005
Φινλανδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 9 τόμος 2 σ. 0052
Σουηδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 9 τόμος 2 σ. 0052


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΟΚ) αριθ. 218/92 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 27ης Ιανουαρίου 1992 σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα των έμμεσων φόρων (ΦΠΑ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 99,

την πρόταση της Επιτροπής (1),

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (2),

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (3),

Εκτιμώντας:

ότι η εγκαθίδρυση της εσωτερικής αγοράς, που προβλέπεται στο άρθρο 8 Α της συνθήκης, απαιτεί τη δημιουργία ενός χώρου χωρίς εσωτερικά σύνορα μέσα στον οποίο εξασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, των προσώπων, των υπηρεσιών και των κεφαλαίων- ότι η εσωτερική αγορά απαιτεί τροποποιήσεις της νομοθεσίας για το φόρο προστιθέμενης αξίας, όπως προβλέπεται στο άρθρο 99 της συνθήκης-

ότι, προκειμένου να αποφευχθεί η απώλεια φορολογικών εσόδων για τα κράτη μέλη, τα μέτρα φορολογικής εναρμόνισης τα λαμβανόμενα για την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς και για τη μεταβατική περίοδο, πρέπει να περιλαμβάνουν την εγκαθίδρυση κοινού συστήματος ανταλλαγής πληροφοριών για τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές μεταξύ των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών-

ότι, προκειμένου να καταργηθούν οι έλεγχοι που διενεργούνται για φορολογικούς σκοπούς στα εσωτερικά σύνορα, σύμφωνα με τους στόχους που ορίζονται στο άρθρο 8 Α της συνθήκης, το μεταβατικό καθεστώς στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας το οποίο θεσπίζει η οδηγία 91/680/ΕΟΚ (4), που τροποποιεί την οδηγία 77/388/ΕΟΚ (5), είναι ανάγκη να μπορέσει πράγματι να λειτουργήσει χωρίς κινδύνους φοροδιαφυγής που θα ήταν δυνατό να δημιουργήσει στρεβλώσεις του ανταγωνισμού-

ότι ο παρών κανονισμός προβλέπει κοινό σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά με τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές, που συμπληρώνει τις διατάξεις της οδηγίας 77/799/ΕΟΚ (6), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 79/1070/ΕΟΚ (7), και ο στόχος του οποίου είναι φορολογικής φύσεως-

ότι η Επιτροπή πρέπει να παίρνει από τα κράτη μέλη κάθε πληροφορία σχετικά με το φόρο προστιθέμενης αξίας η οποία θα μπορούσε να παρουσιάζει ενδιαφέρον σε κοινοτικό επίπεδο-

ότι η καθιέρωση κοινού συστήματος διοικητικής συνεργασίας μπορεί να επηρεάσει τη νομική κατάσταση των προσώπων, ιδίως εξ αιτίας της ανταλλαγής πληροφοριών όσον αφορά τη φορολογική τους κατάσταση-

ότι πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα ώστε οι διατάξεις περί ελέγχου των έμμεσων φόρων να μην είναι δυσανάλογες σε σχέση προς τις ανάγκες των διοικήσεων να διαθέτουν αποτελεσματικά μέσα ελέγχου ούτε σε σχέση προς τις διοικητικές επιβαρύνσεις που επιβάλλονται στους φορολογούμενους-

ότι η λειτουργία ενός τέτοιου συστήματος απαιτεί τη δημιουργία Μόνιμης Επιτροπής Διοικητικής Συνεργασίας-

ότι πρέπει τα κράτη μέλη και η Επιτροπή να καθιερώσουν ένα αποτελεσματικό σύστημα για την ηλεκτρονική αποθήκευση και ηλεκτρονική διαβίβαση ορισμένων δεδομένων για τον έλεγχο του φόρου προστιθέμενης αξίας-

ότι, προκειμένου να γίνονται σεβαστά τα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών και των επιχειρήσεων, πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα ώστε οι πληροφορίες που διαβιβάζονται στα πλαίσια της συνεργασίας αυτής να μην περιέχονται εις γνώση μη εξουσιοδοτημένων προσώπων- ότι είναι, ως εκ τούτου, αναγκαίο, εκτός αν υπάρχει εξουσιοδότηση του κράτους μέλους που παρέχει τις πληροφορίες, η αρχή η οποία παίρνει τις πληροφορίες αυτές να τις χρησιμοποιεί μόνο για φορολογικούς σκοπούς ή για τη διευκόλυνση δικαστικής διαδικασίας, σε περίπτωση παράβασης της φορολογικής νομοθεσίας των ενδιαφερομένων κρατών μελών- ότι είναι επίσης αναγκαίο η αρχή που παίρνει τις πληροφορίες να τους εξασφαλίζει τον ίδιο βαθμό απορρήτου με εκείνον που επρόκειτο να έχουν στο κράτος μέλος το οποίο τις παρείχε, εάν το απαιτεί το κράτος μέλος αυτό-

ότι η συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής είναι αναγκαία για τη συνεχή εξέταση των διαδικασιών συνεργασίας και την ανταλλαγή των αποκτηθεισών εμπειριών στους εξεταζόμενους τομείς, με σκοπό τη βελτίωση των διαδικασιών αυτών και την επεξεργασία κατάλληλων κοινοτικών ρυθμίσεων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο παρών κανονισμός καθορίζει τους όρους σύμφωνα με τους οποίους οι διοικητικές αρχές των κρατών μελών που είναι επιφορτισμένες με την εφαρμογή της νομοθεσίας περί του φόρου προστιθέμενης αξίας συνεργάζονται μεταξύ τους καθώς και με την Επιτροπή προκειμένου να εξασφαλίσουν την τήρηση της νομοθεσίας αυτής.

Για το σκοπό αυτό, θεσπίζει διαδικασίες για την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με το φόρο προστιθέμενης αξίας στις ενδοκοινοτικές συναλλαγές με ηλεκτρονικά μέσα, καθώς και για κάθε μεταγενέστερη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών.

Άρθρο 2

1. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοούνται ως:

- "αρμόδια αρχή": η αρχή η οποία ορίζεται ως υπεύθυνη κατά την έννοια της παραγράφου 2,

- "αιτούσα αρχή": η αρμόδια αρχή κράτους μέλους που διατυπώνει αίτημα συνδρομής,

- "αποδέκτρια αρχή": η αρμόδια αρχή κράτους μέλους προς την οποία απευθύνεται το αίτημα συνδρομής,

- "πρόσωπο":

- φυσικό πρόσωπο,

- νομικό πρόσωπο,

- ένωση προσώπων, όταν, βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας, της αναγνωρίζεται δικαιοπρακτική ικανότητα, χωρίς όμως να έχει το νομικό καθεστώς νομικού προσώπου,

- "παρέχεται πρόσβαση": παρέχεται άδεια πρόσβασης στην αντίστοιχη ηλεκτρονική βάση δεδομένων και δίδεται η άδεια λήψης δεδομένων με ηλεκτρονικά μέσα,

- "αριθμός φορολογικού μητρώου ΦΠΑ": ο αριθμός που προβλέπεται στο άρθρο 22 παράγραφος 1 στοιχεία γ), δ) και ε) της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ,

- "ενδοκοινοτικές συναλλαγές": η ενδοκοινοτική παράδοση αγαθών και η ενδοκοινοτική παροχή υπηρεσιών, κατά την έννοια της παρούσας παραγράφου,

- "ενδοκοινοτική παράδοση αγαθών": η παράδοση αγαθών η οποία πρέπει να μνημονεύεται στον ανακεφαλαιωτικό πίνακα που προβλέπεται στο άρθρο 22 παράγραφος 6 στοιχείο β) της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ,

- "ενδοκοινοτική παροχή υπηρεσιών": η παροχή υπηρεσιών που καλύπτεται από τις διατάξεις του άρθρου 28β σημεία Γ, Δ και Ε της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ,

- "ενδοκοινοτική απόκτηση αγαθών": η απόκτηση της εξουσίας να διαθέτει κανείς ενσώματο κινητό αγαθό ως κύριος, κατά την έννοια του άρθρου 28α παράγραφος 3 της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ.

2. Κάθε κράτος μέλος γνωστοποιεί στα άλλα κράτη μέλη και στην Επιτροπή ποιες είναι οι αρμόδιες αρχές που ορίζονται ως υπεύθυνες για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Επιπλέον, κάθε κράτος μέλος ορίζει ένα κεντρικό φορέα ως κατά κύριο λόγο αρμόδιο για τις επαφές με τα άλλα κράτη μέλη στον τομέα της διοικητικής συνεργασίας.

3. Η Επιτροπή δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων τον κατάλογο των αρμοδίων αρχών, και, εάν χρειαστεί, τον ενημερώνει. ΤΙΤΛΟΣ Ι Ανταλλαγή πληροφοριών - Γενικές διατάξεις

Άρθρο 3

1. Η κατά τον παρόντα κανονισμό υποχρέωση συνδρομής δεν αφορά τη γνωστοποίηση πληροφοριών ή εγγράφων που έχουν περιέλθει στις διοικητικές αρχές του άρθρου 1 κατόπιν αιτήματος δικαστικής αρχής.

Εντούτοις, στις περιπτώσεις που ζητείται συνδρομή, οι εν λόγω πληροφορίες ή έγγραφα γνωστοποιούνται εφόσον συναινεί η δικαστική αρχή, η γνώμη της οποίας πρέπει να ζητείται για το σκοπό αυτό.

2. Ο παρών κανονισμός δεν περιορίζει την εφαρμογή των διατάξεων που περιέχονται σε άλλες συμφωνίες ή μέσα που αφορούν τη φορολογική συνεργασία.

3. Ο παρών κανονισμός δεν θίγει την εκ μέρους των κρατών μελών εφαρμογή των κανόνων αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής επί ποινικών θεμάτων. ΤΙΤΛΟΣ ΙΙ Ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με το φόρο προστιθέμενης αξίας στις ενδοκοινοτικές συναλλαγές

Άρθρο 4

1. Η αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους τηρεί ηλεκτρονική βάση δεδομένων στην οποία αποθηκεύει και επεξεργάζεται τις πληροφορίες που συλλέγει σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 6 στοιχείο β) της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ. Προκειμένου να είναι δυνατή η χρησιμοποίηση των πληροφοριών αυτών στα πλαίσια των προβλεπόμενων από τον παρόντα κανονισμό διαδικασιών, οι εν λόγω πληροφορίες πρέπει να διατηρούνται επί πενταετία τουλάχιστον, από τη λήξη του ημερολογιακού έτους κατά το οποίο πρέπει να δίδεται πρόσβαση στις πληροφορίες. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η βάση δεδομένων να είναι ενημερωμένη, πλήρης και ακριβής. Δυνάμει της διαδικασίας του άρθρου 10, θεσπίζονται τα κριτήρια που ορίζουν ποιες διορθώσεις δεν είναι συναφείς, ουσιαστικές ή χρήσιμες και μπορούν κατά συνέπεια να μην γίνονται.

2. Με βάση τις πληροφορίες που συλλέγονται σύμφωνα με την παράγραφο 1, η αρμόδια αρχή ενός κράτους μέλους παίρνει τις ακόλουθες πληροφορίες αυτομάτως και αμέσως από κάθε άλλο κράτος μέλος, στις οποίες μπορεί επίσης να έχει άμεση πρόσβαση:

- τους αριθμούς φορολογικού μητρώου ΦΠΑ που χορήγησε το κράτος μέλος που παίρνει τις πληροφορίες, καθώς και

- τη συνολική αξία όλων των ενδοκοινοτικών παραδόσεων αγαθών από όλους τους επιτηδευματίες που έχουν αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ στο κράτος μέλος που παρέχει τις πληροφορίες, προς τα πρόσωπα στα οποία έχουν χορηγηθεί οι αριθμοί αυτοί- η αξία εκφράζεται στο νόμισμα του κράτους μέλους που δίνει τις πληροφορίες και αφορά ημερολογιακά τρίμηνα.

3. Με βάση τις πληροφορίες που συλλέγονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 και όπου το κρίνει απαραίτητο, για τον έλεγχο της ενδοκοινοτικής απόκτησης αγαθών, αποκλειστικά δε και μόνο για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, η αρμόδια αρχή ενός κράτους μέλους παίρνει, αυτομάτως και αμέσως, τις εξής πληροφορίες, στις οποίες μπορεί να έχει άμεση πρόσβαση:

- τους αριθμούς φορολογικού μητρώου ΦΠΑ των προσώπων που πραγματοποίησαν τις παραδόσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 δεύτερη περίπτωση, καθώς και

- τη συνολική αξία των παραδόσεων αυτών που πραγματοποίησε κάθε τέτοιο πρόσωπο προς άλλο συγκεκριμένο πρόσωπο στο οποίο έχει χορηγηθεί ένας αριθμός φορολογικού μητρώου ΦΠΑ που αναφέρεται στην παράγραφο 2 πρώτη περίπτωση- η αξία εκφράζεται στο νόμισμα του κράτους μέλους που δίνει τις πληροφορίες και αφορά ημερολογιακά τρίμηνα.

4. Εφόσον η αρμόδια αρχή κράτους μέλους υποχρεούται να παράσχει πρόσβαση στις πληροφορίες δυνάμει του παρόντος άρθρου, τότε, όσον αφορά τις πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3, το πράττει εντός προθεσμίας τριών μηνών από το τέλος του ημερολογιακού τριμήνου στο οποίο αναφέρονται οι πληροφορίες. Κατά παρέκκλιση από τον κανόνα αυτό, στην περίπτωση που προστίθενται πληροφορίες στη βάση δεδομένων υπό τις συνθήκες που προβλέπονται στην παράγραφο 1, η πρόσβαση στις πληροφορίες αυτές παρέχεται το συντομότερο δυνατό, και το αργότερο εντός τριών μηνών μετά το τρίμηνο κατά το οποίο συγκεντρώθηκαν οι εν λόγω συμπληρωματικές πληροφορίες- οι όροι υπό τους οποίους παρέχεται πρόσβαση στις διορθωμένες πληροφορίες ορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 10.

5. Εάν, για τους σκοπούς της εφαρμογής του παρόντος άρθρου, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών καταγράφουν πληροφορίες σε ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων και ανταλλάσουν τις πληροφορίες αυτές με ηλεκτρονικά μέσα, λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίσουν την τήρηση του άρθρου 9.

Άρθρο 5

1. Εφόσον οι παρεχόμενες βάσει του άρθρου 4 πληροφορίες είναι ανεπαρκείς, η αρμόδια αρχή κράτους μέλους μπορεί οποτεδήποτε, και για συγκεκριμένες περιπτώσεις, να υποβάλει αίτηση για συμπληρωματικές πληροφορίες. Η αποδέκτρια αρχή παρέχει τις πληροφορίες το συντομότερο δυνατό και το αργότερο τρεις μήνες από την παραλαβή της αίτησης.

2. Στην περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η αποδέκτρια αρχή παρέχει στην αιτούσα αρχή τουλάχιστον τους αριθμούς, τις ημερομηνίες και τα ποσά των τιμολογίων των συγκεκριμένων πράξεων που διενεργούνται μεταξύ προσώπων στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη.

Άρθρο 6

1. Η αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους τηρεί ηλεκτρονική βάση δεδομένων στην οποία περιέχεται μητρώο των προσώπων στα οποία έχει χορηγηθεί αριθμός φορολογικού μητρώου ΦΠΑ στο κράτος μέλος αυτό.

2. Η αρμόδια αρχή κράτους μέλους μπορεί, οποτεδήποτε, να λαμβάνει απευθείας ή να ζητεί να της διαβιβάζεται επιβεβαίωση, βάσει των δεδομένων που συλλέγονται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1, για την εγκυρότητα του αριθμού φορολογικού μητρώου ΦΠΑ δυνάμει του οποίου ένα πρόσωπο διενήργησε ή έλαβε ενδοκοινοτική παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών. Κατόπιν ιδιαίτερης αιτήσεως, η αποδέκτρια αρχή παρέχει επίσης την ημερομηνία χορήγησης και, ενδεχομένως, την ημερομηνία παύσης της ισχύος του αριθμού φορολογικού μητρώου ΦΠΑ.

3. Κατόπιν αιτήσεως, η αρμόδια αρχή παρέχει επίσης, αμελλητί, το όνομα και τη διεύθυνση του προσώπου στο οποίο έχει χορηγηθεί ο αριθμός, εφόσον οι πληροφορίες αυτές δεν αποθηκεύονται από την αιτούσα αρχή για να τις χρησιμοποιήσει ενδεχομένως αργότερα.

4. Η αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους μεριμνά ώστε τα πρόσωπα που αφορούν οι ενδοκοινοτικές παραδόσεις αγαθών ή παροχές υπηρεσιών να μπορούν να λαμβάνουν επιβεβαίωση της εγκυρότητας του αριθμού φορολογικού μητρώου ΦΠΑ οιουδήποτε συγκεκριμένου προσώπου.

5. Εφόσον, για τους σκοπούς της εφαρμογής του παρόντος άρθρου, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών καταγράφουν τις πληροφορίες σε ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων και ανταλλάσσουν τις πληροφορίες αυτές με ηλεκτρονικά μέσα, λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν την τήρηση του άρθρου 9. ΤΙΤΛΟΣ ΙΙΙ Όροι που διέπουν την ανταλλαγή πληροφοριών

Άρθρο 7

1. Η αποδέκτρια αρχή ενός κράτους μέλους παρέχει στην αιτούσα αρχή ενός άλλου κράτους μέλους τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 2, υπό την προϋπόθεση ότι:

- ο αριθμός και η φύση των αιτήσεων παροχής πληροφοριών οι οποίες υποβάλλονται από την αιτούσα αυτή αρχή σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο δεν επιβάλλουν δυσανάλογη διοικητική επιβάρυνση στην εν λόγω αποδέκτρια αρχή,

- η αιτούσα αυτή αρχή έχει εξαντλήσει τις συνήθεις πηγές πληροφοριών, τις οποίες θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει ανάλογα με τις περιστάσεις, για να λάβει τις απαιτούμενες πληροφορίες, χωρίς να κινδυνεύει η επίτευξη του επιδιωκόμενου αποτελέσματος,

- η αιτούσα αυτή αρχή ζητάει συνδρομή μόνον εάν είναι σε θέση να παράσχει παρόμοια συνδρομή στην αιτούσα αρχή ενός άλλου κράτους μέλους.

Σύμφωνα με τη διαδιακασία του άρθρου 10 και λαμβάνοντας υπόψη την εμπειρία του νέου συστήματος διοικητικής συνεργασίας κατά το πρώτο έτος λειτουργίας του, η Επιτροπή θα υποβάλει, πριν από τον Ιούλιο του 1994, γενικά κριτήρια για τον προσδιορισμό του φάσματος των υποχρεώσεων αυτών.

2. Εάν η αιτούσα αρχή δεν είναι σε θέση να συμμορφωθεί με τις γενικές διατάξεις της παραγράφου 1, απευθύνει αμέσως σχετική κοινοποίηση στην αποδέκτρια αρχή, αναφέροντας τους λόγους. Εάν η αποδέκτρια αρχή θεωρεί ότι δεν τηρούνται οι γενικές διατάξεις της παραγράφου 1 και, επομένως, δεν έχει υποχρέωση να δώσει τις αιτούμενες πληροφορίες, απευθύνει αμέσως σχετική κοινοποίηση στην αιτούσα αρχή, αναφέροντας τους λόγους. Η αιτούσα και η αποδέκτρια αρχή προσπαθούν να έρθουν σε συμφωνία. Εάν δεν επέλθει συμφωνία εντός μηνός από την κοινοποίηση, και οι δύο αρχές μπορούν να ζητήσουν την εξέταση του θέματος σύμφωνα με το άρθρο 11.

3. Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται με την επιφύλαξη της εφαρμογής της οδηγίας 77/799/ΕΟΚ όσον αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1.

Άρθρο 8

Εφόσον ανταλλάσσονται πληροφορίες κατά την έννοια του άρθρου 5, και η ισχύουσα εθνική νομοθεσία ενός κράτους μέλους προβλέπει την κοινοποίηση της ανταλλαγής πληροφοριών στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο, οι διατάξεις αυτές μπορούν να συνεχίσουν να εφαρμόζονται, εκτός εάν η εφαρμογή τους ενδέχεται να παρεμποδίσει την έρευνα για φοροδιαφυγή σε άλλο κράτος μέλος. Στην περίπτωση αυτή, κατόπιν ρητής αιτήσεως της αιτούσας αρχής, η αποδέκτρια αρχή απέχει από την κοινοποίηση αυτή.

Άρθρο 9

1. Οι πληροφορίες που γνωστοποιούνται, υπό οποιαδήποτε μορφή, κατ' εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, θεωρούνται εμπιστευτικές. Οι εν λόγω πληροφορίες καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο και τυγχάνουν της προστασίας που προβλέπεται για τέτοιου είδους πληροφορίες τόσο από την εθνική νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο περιήλθαν, όσον και από τις αντίστοιχες διατάξεις που εφαρμόζονται στα κοινοτικά όργανα.

Εν πάση περιπτώσει, οι πληροφορίες αυτές:

- είναι προσιτές μόνο σε πρόσωπα τα οποία έχουν άμεση σχέση με τη φορολογητέα βάση, την είσπραξη ή τον διοικητικό έλεγχο των φόρων προκειμένου να εξασφαλίζεται η βεβαίωση, ή σε πρόσωπα εργαζόμενα στα θεσμικά όργανα της Κοινότητας που, ως εκ των καθηκόντων τους, απαιτείται να έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες αυτές,

- είναι εξάλλου δυνατόν να χρησιμοποιούνται επ' ευκαιρία δικαστικών ή διοικητικών διαδικασιών οι οποίες οδηγούν στην ενδεχόμενη επιβολή κυρώσεων, και οι οποίες κινούνται συνεπεία παραβάσεων της φορολογικής νομοθεσίας.

2. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους που παρέχει τις πληροφορίες, επιτρέπει τη χρησιμοποίησή τους για άλλους σκοπούς στο κράτος μέλος που τις έχει ζητήσει, όταν, κατά τη νομοθεσία του κράτους μέλους που παρέχει τις πληροφορίες, η χρησιμοποίησή τους είναι δυνατή για παρόμοιους σκοπούς.

3. Όταν η αιτούσα αρχή κρίνει ότι οι πληροφορίες τις οποίες έλαβε από την αποδέκτρια αρχή ενδέχεται να φανούν χρήσιμες στην αρμόδια αρχή του τρίτου κράτους μέλους, μπορεί να τις διαβιβάσει στην τελευταία με τη συγκατάθεση της αποδέκτριας αρχής. ΤΙΤΛΟΣ IV Διαδικασίες διαβουλεύσεων και συντονισμού

Άρθρο 10

1. Η Επιτροπή επικουρείται από μια Μόνιμη Επιτροπή Διοικητικής Συνεργασίας στον τομέα των Έμμεσων Φόρων, στο εξής αποκαλούμενη "επιτροπή". Η επιτροπή αυτή αποτελείται από εκπροσώπους των κρατών μελών και προεδρεύεται από εκπρόσωπο της Επιτροπής.

2. Τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή του άρθρου 4 και του άρθρου 7 παράγραφος 1 θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία των παραγράγων 3 και 4 του παρόντος άρθρου.

3. Ο εκπρόσωπος της Επιτροπής υποβάλλει στην επιτροπή σχέδιο των μέτρων που πρέπει να ληφθούν. Η επιτροπή γνωμοδοτεί επί του εν λόγω σχεδίου εντός προθεσμίας την οποία μπορεί να καθορίσει ο πρόεδρος με γνώμονα το επείγον του ζητήματος. Η γνώμη εκφέρεται με πλειοψηφία- οι ψήφοι των κρατών μελών σταθμίζονται σύμφωνα με το άρθρο 148 παράγραφος 2 της συνθήκης. Ο πρόεδρος δεν συμμετέχει στην ψηφοφορία.

4. α) Η Επιτροπή θεσπίζει τα σχεδιαζόμενα μέτρα όταν συμφωνούν με τη γνώμη της επιτροπής-

β) εάν τα σχεδιαζόμενα μέτρα δεν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής, ή ελλείψει γνώμης, η Επιτροπή υποβάλλει, χωρίς καθυστέρηση, στο Συμβούλιο πρόταση για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία.

Εάν, εντός τριών μηνών από την ημερομηνία υποβολής της πρότασης, το Συμβούλιο δεν έχει αποφασίσει, τα προτεινόμενα μέτρα θεσπίζονται από την Επιτροπή, εκτός εάν το Συμβούλιο αποφανθεί κατά των εν λόγω μέτρων με απλή πλειοψηφία.

Άρθρο 11

Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή εξετάζουν και αξιολογούν τη λειτουργία του συστήματος διοικητικής συνεργασίας που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό, και η Επιτροπή συγκεντρώνει τις εμπειρίες των κρατών μελών, ιδίως όσον αφορά τους νέους τρόπους φοροδιαφυγής ή φοροαποφυγής, με σκοπό τη βελτίωση της λειτουργίας του συστήματος αυτού. Για το σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη γνωστοποιούν ακόμη στην Επιτροπή οποιαδήποτε πληροφορία σχετικά με το ΦΠΑ επί των ενδοκοινοτικών συναλλαγών η οποία θα μπορούσε να παρουσιάζει ενδιαφέρον σε κοινοτικό επίπεδο.

Άρθρο 12

1. Για τα θέματα διμερούς ενδιαφέροντος, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών μπορούν να επικοινωνούν απευθείας μεταξύ τους. Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών είναι δυνατόν, κατόπιν κοινής συμφωνίας, να επιτρέπουν σε αρχές που αυτές ορίζουν, να έρχονται σε άμεση επαφή μεταξύ τους για ορισμένες περιπτώσεις ή κατηγορίες περιπτώσεων.

2. Για τους σκοπούς της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για:

α) τη διασφάλιση καλού εσωτερικού συντονισμού μεταξύ των αρμοδίων αρχών που αναφέρονται στο άρθρο 1-

β) την καθιέρωση άμεσης συνεργασίας μεταξύ των ειδικά εξουσιοδοτημένων, για το συντονισμό αυτόν, αρχών-

γ) τη θέσπιση των κατάλληλων διατάξεων για τη διασφάλιση της καλής λειτουργίας του συστήματος ανταλλαγής πληροφορίων που προβλέπει ο παρών κανονισμός.

3. Η Επιτροπή γνωστοποιεί, το συντομότερο δυνατό, στην αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους τις πληροφορίες που λαμβάνει και τις οποίες είναι σε θέση να παράσχει. ΤΙΤΛΟΣ V Τελικές διατάξεις

Άρθρο 13

Τα κράτη μέλη αποποιούνται κάθε αίτημα κάλυψης των εξόδων που προκύπτουν από την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, εκτός από τις τυχόν αμοιβές εμπειρογνωμόνων.

Άρθρο 14

1. Κάθε δύο χρόνια από την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τους όρους εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, βάσει ιδίως της διαδικασίας συνεχούς παρακολούθησης που προβλέπεται στο άρθρο 11.

2. Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των διατάξεων εσωτερικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα που διέπει ο παρών κανονισμός.

Άρθρο 15

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Η ανταλλαγή πληροφοριών βάσει του παρόντος κανονισμού δεν λαμβάνει χώρα πριν από την 1η Ιανουαρίου 1993. Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 27 Ιανουαρίου 1992. Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

A. MARQUES DA CUNHA

(1) ΕΕ αριθ. C 187 της 27. 7. 1990, σ. 23 και ΕΕ αριθ. C 131 της 22. 5. 1991, σ. 5. (2) ΕΕ αριθ. C 328 της 24. 12. 1990, σ. 265 και γνώμη που διατυπώθηκε στις 17 Ιανουαρίου 1992 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα). (3) ΕΕ αριθ. C 332 της 31. 12. 1990, σ. 124. (4) ΕΕ αριθ. L 376 της 31. 12. 1991, σ. 1. (5) ΕΕ αριθ. L 145 της 13. 6. 1977, σ. 1. (6) ΕΕ αριθ. L 336 της 27. 12. 1977, σ. 15. (7) ΕΕ αριθ. L 331 της 27. 12. 1979, σ. 8.