Οδηγία 92/16/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 16ης Μαρτίου 1992 για την τροποποίηση της οδηγίας 89/299/ΕΟΚ σχετικά με τα ίδια κεφάλαια των πιστωτικών ιδρυμάτων
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 075 της 21/03/1992 σ. 0048 - 0050
Φινλανδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 6 τόμος 3 σ. 0125
Σουηδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 6 τόμος 3 σ. 0125
ΟΔΗΓΙΑ 92/16/ΕΟΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 16ης Μαρτίου 1992 για την τροποποίηση της οδηγίας 89/299/ΕΟΚ σχετικά με τα ίδια κεφάλαια των πιστωτικών ιδρυμάτων ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 57 παράγραφος 2 πρώτη και τρίτη φράση, την οδηγία 89/299/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 17ης Απριλίου 1989 σχετικά με τα ίδια κεφάλαια των πιστωτικών ιδρυμάτων (1), με την οποία ορίζονται τα στοιχεία που αποτελούν τα εν λόγω ίδια κεφάλαια και ο τρόπος υπολογισμού τους, την πρόταση της Επιτροπής (2), Σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (3), Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (4), Εκτιμώντας: ότι το άρθρο 4 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/299/ΕΟΚ επιτρέπει στα πιστωτικά ιδρύματα τα οποία έχουν συσταθεί υπό μορφή συνεταιριστικών εταιρειών ή ταμείων να περιλαμβάνουν τις αλληλέγγυες υποχρεώσεις των δανειζομένων στα ίδια κεφάλαιά τους κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 σημείο 7 της εν λόγω οδηγίας- ότι καμία διάταξη της εν λόγω οδηγίας δεν διέπει τη μεταχείριση αυτών των υποχρεώσεων σε περίπτωση μετατροπής ενός πιστωτικού ιδρύματος, συσταθέντος υπό μορφή συνεταιριστικής εταιρείας ή ταμείου, σε ανώνυμη εταιρεία- ότι η δανική κυβέρνηση εξέφρασε τη ζωηρή της επιθυμία να μετατραπούν σε ανώνυμες εταιρείες τα ευάριθμα ιδρύματα της ενυπόθηκης πίστης τα οποία έχουν συσταθεί υπό μορφή συνεταιριστικών εταιρειών ή ταμείων- ότι, για να διευκολυνθεί ή να καταστεί δυνατή αυτή η μετατροπή, απαιτείται η θέσπιση προσωρινής παρέκκλισης η οποία να τους επιτρέπει να συνυπολογίζουν μέρος των αλληλέγγυων υποχρεώσεων ως ίδια κεφάλαιά τους- ότι αυτή η προσωρινή παρέκκλιση δεν πρέπει να επηρεάσει τον ανταγωνισμό μεταξύ των πιστωτικών ιδρυμάτων- ότι, με την έκδοση της οδηγίας 89/299/ΕΟΚ, το Συμβούλιο διατήρησε το δικαίωμα να ασκεί εκτελεστικές αρμοδιότητες όσον αφορά τις τεχνικές προσαρμογές- ότι η Επιτροπή ανέλαβε τη δέσμευση να υποβάλει πρόταση για την οριστική λύση αυτού του προβλήματος, η οποία να λαμβάνει υπόψη τις ιδιαιτερότητες του τραπεζικού τομέα και να επιτρέπει την καθιέρωση μιας καλλίτερα προσαρμοσμένης διαδικασίας για την εφαρμογή της εν λόγω οδηγίας- ότι, στα πλαίσια της δεύτερης οδηγίας 89/646/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 15ης Δεκεμβρίου 1989 για το συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την ανάληψη και την άσκηση δραστηριότητας πιστωτικού ιδρύματος και την τροποποίηση της οδηγίας 77/780/ΕΟΚ (5), ανατέθηκαν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες του ίδιου τύπου με εκείνες που το Συμβούλιο διατήρησε το δικαίωμα να ασκεί στα πλαίσια της οδηγίας 89/299/ΕΟΚ- ότι, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαιτεροτήτων του τραπεζικού τομέα, πρέπει να ανατεθεί στην επιτροπή που προβλέπεται στο άρθρο 22 της δεύτερης τραπεζικής οδηγίας να επικουρεί την Επιτροπή κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων που της ανατίθενται σύμφωνα με τους κανόνες διαδικασίας που προβλέπονται στο άρθρο 2 διαδικασία ΙΙΙ εναλλακτική διατύπωση β) της απόφασης 87/373/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 13ης Ιουλίου 1987 για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (6), ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ: Άρθρο 1 Η οδηγία 89/299/ΕΟΚ τροποποιείται ως εξής: 1. Μετά το άρθρο 4 παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 4α: "Άρθρο 4α Η Δανία μπορεί να επιτρέψει στα ιδρύματα της ενυπόθηκης πίστης τα οποία έχουν συσταθεί υπό μορφή συνεταιριστικών εταιρειών ή ταμείων, πριν από την 1η Ιανουαρίου 1990, και μετατρέπονται σε ανώνυμες εταιρείες, να συνεχίσουν να περιλαμβάνουν τις αλληλέγγυες υποχρεώσεις των μελών τους ή των δανειζομένων που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 και των οποίων οι απαιτήσεις εξομοιώνονται με τις αλληλέγγυες αυτές υποχρεώσεις, στα ίδια κεφάλαιά τους, εντός των ακολούθων ορίων: α) η βάση υπολογισμού του μέρους των αλληλέγγυων υποχρεώσεων των δανειζομένων είναι το άθροισμα των στοιχείων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημεία 1 και 2 μείον τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημεία 9, 10 και 11- β) η βάση υπολογισμού κατά την 1η Ιανουαρίου 1991 ή, σε περίπτωση που η μετατροπή τους γίνει αργότερα, κατά την ημερομηνία μετατροπής, είναι η μέγιστη βάση υπολογισμού. Η "βάση υπολογισμού" δεν μπορεί ποτέ να υπερβαίνει τη μέγιστη βάση υπολογισμού- γ) από την 1η Ιανουαρίου 1997, η μέγιστη βάση υπολογισμού μειώνεται κατά το ήμισυ του προϊόντος των εκδόσεων νέου μετοχικού κεφαλαίου, κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 σημείο 1 που πραγματοποιούνται μετά την ημερομηνία αυτή και δ) το ανώτατο ποσό των αλληλέγγυων υποχρεώσεων των δανειζομένων που μπορούν να συνυπολογίζονται ως ίδια κεφάλαια δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να υπερβαίνει το: 50 % το 1991 και 1992, 45 % το 1993 και 1994, 40 % το 1995 και 1996, 35 % το 1997, 30 % το 1998, 20 % το 1999, 10 % το 2000 και 0 % μετά την 1η Ιανουαρίου 2001, της "βάσης υπολογισμού"." 2. Το άρθρο 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: "Άρθρο 8 1. Υπό την επιφύλαξη της έκθεσης που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο, οι τεχνικές προσαρμογές της παρούσας οδηγίας, όσον αφορά: - την αποσαφήνιση των ορισμών προκειμένου να εξασφαλιστεί η ομοιόμορφη εφαρμογή της παρούσας οδηγίας στην Κοινότητα, - την αποσαφήνιση των ορισμών προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη, κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, οι εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές, και - την ευθυγράμμιση της ορολογίας και της διατύπωσης των ορισμών προς εκείνες των μεταγενέστερων πράξεων στον τομέα των πιστωτικών ιδρυμάτων και συναφών θεμάτων, θεσπίζονται με τη διαδικασία που προβλέπεται στην παράγραφο 2. 2. Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή την οποία αποτελούν αντιπρόσωποι των κρατών μελών και της οποίας προεδρεύει αντιπρόσωπος της Επιτροπής. Ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής υποβάλλει στην εν λόγω επιτροπή σχέδιο των μέτρων που πρέπει να ληφθούν. Η επιτροπή διατυπώνει τη γνώμη της για το σχέδιο αυτό μέσα σε προθεσμία που μπορεί να ορίσει ο πρόεδρος ανάλογα με τον επείγοντα χαρακτήρα του θέματος. Η γνώμη διατυπώνεται με την πλειοψηφία που προβλέπεται στο άρθρο 148 παράγραφος 2 στης συνθήκης για την έκδοση των αποφάσεων που καλείται να λάβει το Συμβούλιο βάσει προτάσεως της Επιτροπής. Κατά την ψηφοφορία στην επιτροπή, οι ψήφοι των αντιπροσώπων των κρατών μελών σταθμίζονται σύμφωνα με το προαναφερόμενο άρθρο. Ο πρόεδρος δεν λαμβάνει μέρος στην ψηφοφορία. Η Επιτροπή εκδίδει τα σχεδιαζόμενα μέτρα όταν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής. Όταν τα σχεδιαζόμενα μέτρα δεν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής, ή ελλείψει γνώμης, η Επιτροπή υποβάλλει χωρίς καθυστέρηση στο Συμβούλιο πρόταση σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία. Αν το Συμβούλιο δεν αποφασίσει εντός τριών μηνών από την ημερομηνία υποβολής της πρότασης, τα προτεινόμενα μέτρα εκδίδονται από την Επιτροπή, εκτός εάν το Συμβούλιο έχει αποφανθεί με απλή πλειοψηφία κατά των εν λόγω μέτρων." Άρθρο 2 1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία πριν από την 1η Ιανουαρίου 1993. Πληροφορούν αμέσως την Επιτροπή σχετικά. Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις αυτής της αναφοράς θεσπίζονται από τα κράτη μέλη. 2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία. Άρθρο 3 Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη. Βρυξέλλες, 16 Μαρτίου 1992. Για το Συμβούλιο Ο Πρόεδρος Jorge BRAGA DE MACEDO (1) ΕΕ αριθ. L 124 της 5. 5. 1989, σ. 16. (2) ΕΕ αριθ. C 172 της 3. 7. 1991, σ. 3. (3) ΕΕ αριθ. C 13 της 20. 1. 1992 και απόφαση της 12ης Φεβρουαρίου 1992 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα). (4) ΕΕ αριθ. C 339 της 31. 12. 1991, σ. 2. (5) ΕΕ αριθ. L 386 της 30. 12. 1989, σ. 1. (6) ΕΕ αριθ. L 197 της 18. 7. 1987, σ. 33.