31992H0131

92/131/ΕΟΚ: Σύσταση της Επιτροπής της 27ης Νοεμβρίου 1991 για την προστασία της αξιοπρέπειας γυναικών και ανδρών κατά την εργασία

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 049 της 24/02/1992 σ. 0001 - 0008


ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 27ης Νοεμβρίου 1991 για την προστασία της αξιοπρέπειας γυναικών και ανδρών κατά την εργασία ( 92/131/EOK )

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 155 δεύτερη περίπτωση,

Εκτιμώντας :

ότι η ανεπιθύμητη συμπεριφορά σεξουαλικού χαρακτήρα ή άλλη συμπεριφορά βασιζόμενη στη διαφορά φύλου που επηρεάζει την αξιοπρέπεια γυναικών και ανδρών κατά την εργασία, περιλαμβανόμενης της συμπεριφοράς ιεραρχικά ανωτέρων και ομοιοβάθμων, είναι απαράδεκτη και μπορεί, υπό ορισμένες συνθήκες, να είναι αντίθετη στην αρχή της ίσης μεταχείρισης κατά την έννοια των άρθρων 3, 4 και 5 της οδηγίας 76/207/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 9ης Φεβρουαρίου 1976 περί εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών όσον αφορά την πρόσβαση στην απασχόληση, την επαγγελματική κατάρτιση και προώθηση καθώς και τις συνθήκες εργασίας ( 1 ), άποψη που υποστηρίζεται από νομολογία σε ορισμένα κράτη μέλη -

ότι σύμφωνα με τη σύσταση του Συμβουλίου της 13ης Δεκεμβρίου 1984 σχετικά με την προώθηση θετικών δράσεων υπέρ των γυναικών ( 2 ), πολλά κράτη μέλη έλαβαν ποικίλα μέτρα θετικής δράσης και ανέλαβαν ενέργειες που σχετίζονται, μεταξύ άλλων, με το σεβασμό της αξιοπρέπειας των γυναικών στο χώρο εργασίας -

ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο ψήφισμά του της 11ης Ιουνίου 1986 για την άσκηση βίας κατά των γυναικών ( 3 ), κάλεσε τις εθνικές κυβερνήσεις, τις επιτροπές ίσων ευκαιριών και τα συνδικάτα να πραγματοποιήσουν συντονισμένες ενημερωτικές εκστρατείες για την κατάλληλη ενημέ

ρωση όλων των μελών του εργατικού δυναμικού σχετικά με τα ατομικά τους δικαιώματα -

ότι η συμβουλευτική επιτροπή ίσων ευκαιριών μεταξύ γυναικών και ανδρών, στη γνώμη της της 20ής Ιουνίου 1988, συνέστησε ομόφωνα ότι θα πρέπει να διατυπωθεί σύσταση και να συνταχθεί κώδικας συμπεριφοράς σχετικά με τις σεξουαλικού χαρακτήρα παρενοχλήσεις στο χώρο εργασίας που θα αφορούν τις παρενοχλήσεις αμφοτέρων των φύλων -

ότι η Επιτροπή στο πρόγραμμα δράσης της σχετικά με την εφαρμογή του κοινοτικού χάρτη των θεμελιωδών κοινωνικών δικαιωμάτων των εργαζομένων ανέλαβε να εξετάσει την προστασία των εργαζομένων και της αξιοπρέπειάς τους κατά την εργασία, λαμβάνοντας υπόψη τις εκθέσεις και τις συστάσεις που έχουν καταρτιστεί σχετικά με διάφορα θέματα εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου ( 4 )-

ότι το Συμβούλιο στο ψήφισμά του της 29ης Μαΐου 1990 για την προστασία της αξιοπρέπειας γυναικών και ανδρών κατά την εργασία ( 5 ), επιβεβαιώνει ότι η συμπεριφορά που βασίζεται στη διαφορά φύλου και θίγει την αξιοπρέπεια γυναικών και ανδρών κατά την εργασία, περιλαμβανόμενης της συμπεριφοράς εκ μέρους ιεραρχικά ανωτέρων και ομοιοβάθμων, συνιστά απαράδεκτη παραβίαση της αξιοπρέπειας των εργαζομένων ή εκπαιδευομένων και καλεί όλα τα κράτη μέλη και τα κύρια και τα επικουρικά θεσμικά όργανα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων να επιδιώξουν την ανάπτυξη θετικών μέτρων για τη δημιουργία στην εργασία ενός κλίματος μέσα στο οποίο οι γυναίκες και οι άνδρες θα σέβονται αμοιβαία την ανθρώπινη ακεραιότητα -

ότι η Επιτροπή, στο τρίτο πρόγραμμα δράσης της για ίσες ευκαιρίες για άνδρες και γυναίκες, 1991-1995 και σύμφωνα με το σημείο 3.2 του ψηφίσματος του Συμβουλίου της 29ης Μαΐου 1990, αποφάσισε να καταρτίσει κώδικα συμπεριφοράς για την προστασία της αξιοπρέπειας γυναικών και ανδρών κατά την εργασία ( 1 ), ο οποίος θα δίνει κατευθύνσεις βασισμένες σε παραδείγματα και στην καθιερωμένη πρακτική στα κράτη μέλη, προκειμένου να αναληφθούν και να συνεχισθούν θετικές δράσεις που θα αποσκοπούν στη δημιουργία στην εργασία ενός κλίματος μέσα στο οποίο γυναίκες και άνδρες θα σέβονται αμοιβαία την ανθρώπινη ακεραιότητα -

ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στις 22 Οκτωβρίου 1991, εξέδωσε ψήφισμα για την προστασία της αξιοπρέπειας γυναικών και ανδρών κατά την εργασία ( 2 )-

ότι η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, στις 30 Οκτωβρίου 1991, διατύπωσε γνώμη για την προστασία της αξιοπρέπειας γυναικών και ανδρών κατά την εργασία ( 3 ),

ΔΙΑΤΥΠΩΝΕΙ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΣΥΣΤΑΣΗ : Άρθρο 1

Συνιστάται στα κράτη μέλη να αναλάβουν δράση για την προώθηση της ενημέρωσης ως προς το ότι η συμπεριφορά σεξουαλικού χαρακτήρα ή άλλη συμπεριφορά που βασίζεται στη διαφορά φύλου, η οποία θίγει την αξιοπρέπεια γυναικών και ανδρών κατά την εργασία, περιλαμβανόμενης της συμπεριφοράς ιεραρχικά ανωτέρων και ομοιοβάθμων, είναι απαράδεκτη αν :

α ) η συμπεριφορά αυτή είναι ανεπιθύμητη, παράλογη και προσβλητική για το άτομο που την υφίσταται -

β ) η απόρριψη ή η υποταγή ενός ατόμου σε μια τέτοια συμπεριφορά εργοδοτών ή εργαζομένων ( περιλαμβανόμενων των ιεραρχικά ανωτέρων ή ομοιοβάθμων ) χρησιμοποιείται, κατά τρόπο συγκεκαλυμμένο ή μη, ως βάση για λήψη απόφασης που έχει επίπτωση στην πρόσβαση του ατόμου σε επαγγελματική κατάρτιση, στην απασχόληση, σε συνέχιση της απασχόλησης, στην προαγωγή, σε θέματα μισθοδοσίας ή άλλες αποφάσεις σχετιζόμενες με την απασχόληση

ή/και

γ ) η συμπεριφορά αυτή δημιουργεί εκφοβιστικό, εχθρικό ή ταπεινωτικό περιβάλλον εργασίας για το άτομο που την υφίσταται

και ότι η συμπεριφορά αυτή μπορεί, υπό ορισμένες συνθήκες, να είναι αντίθετη στην αρχή της ίσης μεταχείρισης, κατά την έννοια των άρθρων 3, 4 και 5 της οδηγίας 76/207/ΕΟΚ του Συμβουλίου . Άρθρο 2

Συνιστάται στα κράτη μέλη να δραστηριοποιηθούν, στο δημόσιο τομέα, για την εφαρμογή του κώδικα πρακτικής της Επιτροπής σχετικά με την προστασία της αξιοπρέπειας γυναικών και ανδρών κατά την εργασία, που παρατίθεται σε παράρτημα . Η δράση των κρατών μελών, σε ό,τι αφορά την ανάληψη πρωτοβουλίας και την επιδίωξη εφαρμογής θετικών μέτρων προοριζόμενων να δημιουργήσουν στην εργασία ένα κλίμα εντός του οποίου γυναίκες και άνδρες θα σέβονται αμοιβαία την ανθρώπινη ακεραιότητα, θα χρησίμευε ως παράδειγμα για τον ιδιωτικό τομέα . Άρθρο 3

Συνιστάται στα κράτη μέλη να ενθαρρύνουν τους εργοδότες και τους εκπροσώπους των εργαζομένων στη λήψη μέτρων για την εφαρμογή του κώδικα πρακτικής της Επιτροπής για την προστασία της αξιοπρέπειας γυναικών και ανδρών κατά την εργασία . Άρθρο 4

Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή εντός τριών ετών από την ημερομηνία της παρούσας σύστασης σχετικά με τα μέτρα που έλαβαν για την υλοποίησή της, ώστε να καταστεί δυνατό στην Επιτροπή να συντάξει μια έκθεση επί όλων αυτών των μέτρων . Η Επιτροπή εξασφαλίζει εντός της περιόδου αυτής την ευρύτερη δυνατή κυκλοφορία του κώδικα πρακτικής . Η έκθεση θα πρέπει να εξετάσει κατά πόσο ο κώδικας έχει καταστεί γνωστός, την υπολογιζόμενη αποτελεσματικότητά του, την έκταση εφαρμογής του καθώς και το βαθμό χρησιμοποίησής του στις συλλογικές διαπραγματεύσεις μεταξύ των κοινωνικών εταίρων . Άρθρο 5

Η παρούσα σύσταση απευθύνεται στα κράτη μέλη .

Βρυξέλλες, 27 Νοεμβρίου 1991 .

Για την Επιτροπή

Βάσω ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ

Μέλος της Επιτροπής

( 1 ) ΕΕ αριθ . L 39 της 14 . 2 . 1976, σ . 40 .

( 2 ) ΕΕ αριθ . L 331 της 19 . 12 . 1984, σ . 34 .

( 3 ) ΕΕ αριθ . C 176 της 14 . 7 . 1986, σ . 79 .

( 4 ) COM(89 ) 568 τελικό της 29 . 11 . 1989 . Π.χ . "Η αξιοπρέπεια των γυναικών στην εργασία : έκθεση σχετικά με το πρόβλημα των σεξουαλικής φύσεως παρενοχλήσεων στα κράτη μέλη των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων", Οκτώβριος 1987, υπό Michael Rubenstein ( ISBN-92-825-8764 -9 ).

( 5 ) ΕΕ αριθ . C 157 της 27 . 6 . 1990, σ . 3 .

( 1 ) COM(90 ) 449 τελικό της 6 . 11 . 1990 .

( 2 ) ΕΕ αριθ . C 305 της 25 . 11 . 1991 .

( 3 ) ΕΕ αριθ . C 14 της 20 . 1 . 1992 .

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑΣ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΝΔΡΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ Κώδικας πρακτικής για τα μέτρα καταπολέμησης της σεξουαλικής παρενόχλησης

1 . ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Ο παρών κώδικας πρακτικής εκδίδεται σύμφωνα με το ψήφισμα του Συμβουλίου των Υπουργών για την προστασία της αξιοπρέπειας των γυναικών και των ανδρών κατά την εργασία ( 1 ) και για να συνοδεύσει τη σύσταση της Επιτροπής σχετικά με το θέμα αυτό .

Σκοπός είναι να δοθεί πρακτική καθοδήγηση σε εργοδότες, συνδικαλιστικές οργανώσεις και εργαζομένους για την προστασία της αξιοπρέπειας των ανδρών και των γυναικών κατά την εργασία . Ο κώδικας θα πρέπει να εφαρμόζεται τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα και οι εργοδότες να ενθαρρύνονται να ακολουθούν τις συστάσεις που περιέχονται στον κώδικα κατά τρόπο που αρμόζει στο μέγεθος και τη δομή της επιχείρησής τους . Ενδέχεται να ενδείκνυται ιδιαίτερα για μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις να προσαρμόσουν ορισμένα από τα πρακτικά θέματα στις συγκεκριμένες ανάγκες τους .

Ο στόχος είναι να εξασφαλιστεί η πρόληψη οποιασδήποτε σεξουαλικής φύσεως παρενόχλησης και, στην περίπτωση που εμφανιστεί κάποιο κρούσμα, να εξασφαλιστεί ότι είναι δυνατόν να εφαρμοστούν εύκολα οι κατάλληλες διαδικασίες για την αντιμετώπιση του προβλήματος και την αποφυγή της επανάληψής του . Ο κώδικας επιζητά λοιπόν να ενθαρρύνει την ανάπτυξη και εφαρμογή πολιτικών και πρακτικών που θα προβλέπουν εργασιακά περιβάλλοντα χωρίς σεξουαλικές παρενοχλήσεις και στα οποία οι γυναίκες και οι άνδρες θα σέβονται αμοιβαία την ανθρώπινη ακεραιότητα .

Η έκθεση του εμπειρογνώμονα που εκπονήθηκε για λογαριασμό της Επιτροπής αποκάλυψε ότι η σεξουαλική παρενόχληση αποτελεί σοβαρό πρόβλημα για πολλές εργαζόμενες γυναίκες στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα ( 2 ) και μια έρευνα στα κράτη μέλη απέδειξε, πέρα από κάθε αμφισβήτηση, ότι η σεξουαλική παρενόχληση κατά την εργασία δεν αποτελεί μεμονωμένο φαινόμενο . Αντίθετα είναι σαφές ότι για εκατομμύρια γυναικών στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, η σεξουαλική παρενόχληση αποτελεί μια δυσάρεστη και αναπόφευκτη όψη της επαγγελματικής τους ζωής . Ορισμένοι άνδρες επίσης μπορούν να αποτελούν αντικείμενο σεξουαλικής όχλησης και θα πρέπει, φυσικά, να έχουν τα ίδια δικαιώματα με τις γυναίκες ως προς την προστασία της αξιοπρέπειάς τους .

Ορισμένες ειδικές ομάδες είναι ιδιαίτερα ευπρόσβλητες στη σεξουαλική παρενόχληση . Η έρευνα σε διάφορα κράτη μέλη, η οποία τεκμηριώνει τη σχέση μεταξύ του κινδύνου σεξουαλικής παρενόχλησης και του ευάλωτου χαρακτήρα του αποδέκτου, δείχνει ότι οι διαζευγμένες και χωρισμένες γυναίκες, οι νέες γυναίκες και οι νεοεισερχόμενες στην αγορά εργασίας και εκείνες με αντικανονικές ή προσωρινές συμβάσεις απασχόλησης, γυναίκες εργαζόμενες σε μη παραδοσιακές εργασίες, γυναίκες με αναπηρίες, ομοφυλόφιλες γυναίκες και γυναίκες προερχόμενες από φυλετικές μειονότητες είναι δυσανάλογα εκτεθειμένες στον κίνδυνο . Ομοφυλόφιλοι άνδρες και νέοι άνδρες είναι επίσης ευπρόσβλητοι σε παρενοχλήσεις . Είναι αναμφισβήτητο ότι η παρενόχληση σεξουαλικής φύσης υπονομεύει την αξιοπρέπεια στην εργασία εκείνων που την υφίστανται και είναι αδύνατον να αντιμετωπιστεί μια τέτοια παρενόχληση ως ενδεδειγμένη συμπεριφορά στο χώρο εργασίας .

Η σεξουαλική παρενόχληση "μολύνει" το εργασιακό περιβάλλον και μπορεί να έχει καταστροφικό αποτέλεσμα στην υγεία, στην εμπιστοσύνη, στο ηθικό και στην απόδοση εκείνων που την υφίστανται . Η αγωνία και το άγχος που προκαλούνται από τη σεξουαλική παρενόχληση οδηγούν συνήθως εκείνους που την υφίστανται να ζητούν άδεια λόγω ασθενείας από την εργασία, να είναι λιγότερο αποτελεσματικοί όταν εργάζονται ή να εγκαταλείπουν την εργασία τους για αναζήτηση εργασίας αλλού . Οι εργαζόμενοι υφίστανται συχνά τις αρνητικές συνέπειες της ίδιας της παρενόχλησης και βραχυπρόθεσμες καθώς και μακροπρόθεσμες βλάβες στις προοπτικές εργασίας τους εάν αναγκασθούν να αλλάξουν εργασία . Η σεξουαλική παρενόχληση μπορεί επίσης να έχει επιπτώσεις για τους εργαζόμενους όχι μόνο εκείνους που αποτελούν το αντικείμενο ανεπιθύμητης συμπεριφοράς αλλά και εκείνους που είναι μάρτυρες σ' αυτήν ή είναι γνώστες της .

Υπάρχουν επίσης αρνητικές συνέπειες της σεξουαλικής παρενόχλησης και για τους εργοδότες . Αυτή έχει άμεση επίπτωση στην αποδοτικότητα της επιχείρησης της οποίας το προσωπικό επιζητά τη λήψη άδειας λόγω ασθενείας ή παραιτείται της εργασίας του λόγω σεξουαλικής όχλησης, καθώς και στην οικονομική αποτελεσματικότητα της επιχείρησης όπου η παραγωγικότητα των εργαζομένων μειώνεται λόγω του γεγονότος ότι βρίσκονται υποχρεωμένοι να εργάζονται σε περιβάλλον στο οποίο δεν γίνεται σεβαστή η ακεραιότητα του ατόμου .

Γενικά η σεξουαλική παρενόχληση αποτελεί εμπόδιο για τη σωστή ένταξη των γυναικών στην αγορά εργασίας και η Επιτροπή ανέλαβε τη δέσμευση να ενθαρρύνει την ανάπτυξη εκτενών μέτρων για τη βελτίωση αυτής της ένταξης ( 3 ).

2 . ΟΡΙΣΜΟΣ

Σεξουαλική παρενόχληση σημαίνει ανεπιθύμητη συμπεριφορά σεξουαλικής φύσης ή άλλη συμπεριφορά βασιζόμενη στη διαφορά φύλου που θίγει την αξιοπρέπεια γυναικών και ανδρών κατά την εργασία ( 1 ) και η οποία εκφράζεται λόγω ή έργω .

Έτσι, ποικίλες συμπεριφορές μπορούν να θεωρηθούν ότι αποτελούν σεξουαλική παρενόχληση . Είναι απαράδεκτο, εφόσον μια τέτοια συμπεριφορά είναι ανεπιθύμητη, παράλογη και προσβλητική γι' αυτόν που την υφίσταται, η απόκρουση ή η υποταγή ενός ατόμου σε μια τέτοια συμπεριφορά εκ μέρους των εργοδοτών ή εργαζομένων ( περιλαμβανομένων ιεραρχικά ανωτέρων ή ομοιοβάθμων ) να χρησιμοποιείται φανερά ή συγκαλυμμένα ως βάση για τη λήψη απόφασης, η οποία επηρεάζει την πρόσβαση του ατόμου αυτού σε επαγγελματική κατάρτιση ή στην απασχόληση, σε συνέχιση της απασχόλησης, στην προαγωγή, σε αποφάσεις που ρυθμίζουν θέματα αμοιβής ή άλλα υπηρεσιακά θέματα ή/και μια τέτοια συμπεριφορά δημιουργεί για το θιγόμενο εργασιακό περιβάλλον χαρακτηριζόμενο από φόβο, εχθρότητα ή ταπείνωση ( 1 ).

Το ουσιώδες χαρακτηριστικό της σεξουαλικής παρενόχλησης είναι ότι αυτή είναι ανεπιθύμητη από το θιγόμενο, καθώς ανήκει σε κάθε άτομο η εκλογή να προσδιορίσει ποια συμπεριφορά είναι αποδεκτή γι' αυτό και ποια θεωρεί ως προσβλητική . Το σεξουαλικού χαρακτήρα ενδιαφέρον καθίσταται σεξουαλική παρενόχληση εφόσον συνεχίζεται, αφού έχει γίνει σαφές από το θιγόμενο ότι θεωρείται προσβλητικό, αν και ένα μεμονωμένο κρούσμα παρενόχλησης μπορεί να αποτελεί κι αυτό σεξουαλική παρενόχληση εφόσον είναι αρκετά σοβαρό . Ο ανεπιθύμητος χαρακτήρας της συμπεριφοράς είναι αυτό που διακρίνει τη σεξουαλική παρενόχληση από τη φιλική συμπεριφορά, η οποία είναι ευπρόσδεκτη και αμοιβαία .

3 . Η ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΕΥΘΥΝΕΣ ΤΩΝ ΕΡΓΟΔΟΤΩΝ

Η συμπεριφορά σεξουαλικού χαρακτήρα ή άλλη συμπεριφορά που βασίζεται στη διαφορά φύλου και θίγει την αξιοπρέπεια γυναικών και ανδρών κατά την εργασία ενδέχεται να είναι αντίθετη στην αρχή της ίσης μεταχείρισης, κατά

την έννοια των άρθρων 3, 4 και 5 της οδηγίας 76/207/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 9ης Φεβρουαρίου 1976 σχετικά με την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης γυναικών και ανδρών όσον αφορά την πρόσβαση στην απασχόληση, την επαγγελματική κατάρτιση και την προαγωγή και τις συνθήκες εργασίας . Βάσει αυτής της αρχής δεν επιτρέπεται διάκριση λόγω φύλου, είτε άμεσα είτε έμμεσα, σε συσχετισμό με την οικογενειακή κατάσταση ( 2 ).

Υπό ορισμένες συνθήκες και ανάλογα με το εθνικό δίκαιο, η σεξουαλική παρενόχληση μπορεί να αποτελεί επίσης ποινικά κολάσιμο αδίκημα ή μπορεί να παραβαίνει άλλες υποχρεώσεις επιβαλλόμενες από το νόμο, ιδίως σε θέματα υγείας και ασφάλειας ή υποχρέωση, συμβατική ή άλλου είδους, που επιβάλλεται στους εργοδότες . Από τη στιγμή που η σεξουαλική παρενόχληση αποτελεί μια μορφή κακής συμπεριφοράς ενός εργαζομένου, οι εργοδότες έχουν την υποχρέωση να την αντιμετωπίσουν, όπως θα έκαναν για οιανδήποτε άλλη μορφή κακής συμπεριφοράς εργαζόμενου, καθώς επίσης και να απέχουν οι ίδιοι από κάθε όχληση των εργαζομένων . Εφόσον η σεξουαλική παρενόχληση αποτελεί κίνδυνο για την υγεία και την ασφάλεια, οι εργοδότες έχουν την ευθύνη λήψης μέτρων ελαχιστοποίησης του κινδύνου, όπως ακριβώς οφείλουν να πράττουν και για άλλους κινδύνους . Εφόσον η σεξουαλική παρενόχληση συχνά αποτελεί κατάχρηση εξουσίας, οι εργοδότες πρέπει να έχουν την ευθύνη για την κακή χρήση των εξουσιών που μεταβιβάζουν σε άλλους .

Ο κώδικας αυτός εστιάζεται, εντούτοις, στη σεξουαλική παρενόχληση ως πρόβλημα διάκρισης μεταξύ φύλων . Η σεξουαλική παρενόχληση αποτελεί διάκριση λόγω φύλου καθόσον το φύλο του θιγόμενου αποτελεί τον καθοριστικό παράγοντα της παρενόχλησης . Όσον αφορά τη συμπεριφορά σεξουαλικού χαρακτήρα ή άλλη συμπεριφορά, που βασίζεται στη διαφορά φύλου και θίγει την αξιοπρέπεια ανδρών και γυναικών κατά την εργασία, σε ορισμένα κράτη μέλη έχει ήδη διαπιστωθεί ότι αντίκειται στους εθνικούς νόμους περί ίσης μεταχείρισης και οι εργοδότες έχουν την ευθύνη για την εξασφάλιση εργασιακού περιβάλλοντος απαλλαγμένου από παρόμοια συμπεριφορά ( 3 ).

Καθώς η σεξουαλική παρενόχληση είναι συνήθως συνάρτηση της θέσης των γυναικών στην ιεραρχία της εργασίας, οι πολιτικές για την αντιμετώπιση της σεξουαλικής όχλησης

φαίνεται ότι θα είναι πολύ αποτελεσματικότερες εάν συνδέονται με μια ευρύτερη πολιτική προώθησης ίσων ευκαιριών και βελτίωσης της θέσης των γυναικών . Οδηγίες για τα μέτρα που μπορούν να ληφθούν γενικά για την εφαρμογή ίσων ευκαιριών περιέχονται στον οδηγό θετικής δράσης της Επιτροπής ( 1 ).

Ομοίως, μια διαδικασία αντιμετώπισης των καταγγελιών σεξουαλικών παρενοχλήσεων θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ένα από τα πολυάριθμα στοιχεία της στρατηγικής για την αντιμετώπιση του προβλήματος . Ο πρωτεύων στόχος θα πρέπει να είναι η αλλαγή της ατομικής συμπεριφοράς και στάσης, καθώς και η επιδίωξη πρόληψης της σεξουαλικής παρενόχλησης .

4 . ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΙΣ

Η πλειονότητα των συστάσεων που περιέχονται στον παρόντα κώδικα αφορούν δράση των εργοδοτών καθόσον οι εργοδότες έχουν σαφείς ευθύνες για την εξασφάλιση της προστασίας της αξιοπρέπειας γυναικών και ανδρών κατά την εργασία .

Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις έχουν επίσης ευθύνες έναντι των μελών τους και μπορούν και πρέπει να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην πρόληψη της σεξουαλικής παρενόχλησης στο χώρο εργασίας . Συνιστάται να εξεταστεί το θέμα της παρεμβολής κατάλληλων όρων στις συλλογικές συμβάσεις στο πλαίσιο της διαδικασίας συλλογικών διαπραγματεύσεων, με στόχο την επίτευξη ενός περιβάλλοντος εργασίας απαλλαγμένου από ανεπιθύμητη συμπεριφορά σεξουαλικής φύσης ή άλλης συμπεριφοράς, βασιζόμενης στη διαφορά φύλου που θίγει την αξιοπρέπεια γυναικών και ανδρών κατά την εργασία και περιβάλλοντος χωρίς αντίποινα εις βάρος του καταγγέλλοντος ή άλλου ατόμου που επιθυμεί να παράσχει ή παρέχει αποδεικτικά στοιχεία στην περίπτωση καταγγελίας .

5 . ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΕΡΓΟΔΟΤΕΣ

Οι πολιτικές και οι διαδικασίες που συνιστώνται παρακάτω, θα πρέπει να υιοθετηθούν όπου ενδείκνυται, μετά από διαβούλευση ή διαπραγμάτευση με τις συνδικαλιστικές οργανώσεις ή τους εκπροσώπους των εργαζομένων . Η εμπειρία δείχνει ότι οι στρατηγικές με τις οποίες δημιουργείται και διατηρείται ένα εργασιακό περιβάλλον, στο οποίο η αξιοπρέπεια των εργαζομένων γίνεται σεβαστή, είναι αποτελεσματικότερες όταν αποφασίζονται από κοινού .

Θα πρέπει να τονισθεί ότι ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της σεξουαλικής παρενόχλησης είναι ότι οι εργαζόμενοι που υπόκεινται σ' αυτήν είναι συχνά απρόθυμοι να την καταγγείλουν . Η απουσία καταγγελίας σεξουαλικής παρενόχλησης σε ένα συγκεκριμένο οργανισμό, κατά συνέπεια, δεν σημαίνει κατ' ανάγκη την απουσία περιπτώσεων σεξουαλικής παρενόχλησης . Μπορεί να σημαίνει πως οι αποδέκτες της σεξουαλικής όχλησης πιστεύουν ότι δεν υπάρχει λόγος καταγγελίας καθόσον δεν επιτυγχάνουν τίποτα με αυτό ή

επειδή θεωρείται κάτι το τετριμμένο ή επειδή ο καταγγέλλων οδηγείται σε γελοιοποίηση ή φοβάται τυχόν αντίποινα . Η εφαρμογή των συστάσεων για θέματα πρόληψης και των διαδικασιών που περιγράφονται παρακάτω θα διευκολύνει στη δημιουργία εργασιακού περιβάλλοντος χωρίς παρόμοιες ανησυχίες .

Α . Πρόληψη

i ) Δήλωση αρχής

Ως ένα πρώτο βήμα για την επίδειξη του ενδιαφέροντος των ανώτερων διευθυντικών στελεχών και της δέσμευσής τους προς επίλυση του προβλήματος της σεξουαλικής παρενόχλησης, οι εργοδότες θα πρέπει να προβούν σε δήλωση αρχής στην οποία θα αναφέρεται ρητά ότι όλοι οι εργαζόμενοι έχουν το δικαίωμα να τυγχάνουν αξιοπρεπούς μεταχείρισης, ότι η σεξουαλική παρενόχληση κατά την εργασία δεν θα είναι επιτρεπτή ή ανεκτή και ότι οι εργαζόμενοι έχουν το δικαίωμα καταγγελίας της, εφόσον αυτή λάβει χώρα .

Συνιστάται η δήλωση αρχής να διασαφηνίζει τι θεωρείται ανάρμοστη συμπεριφορά κατά την εργασία και να εξηγεί ότι μια τέτοια συμπεριφορά, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, ενδέχεται να είναι παράνομη . Συνιστάται η δήλωση, να επιβάλλει την υποχρέωση στους διευθυντές και επόπτες, της εφαρμογής της πολιτικής και της λήψης διορθωτικών μέτρων για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης προς αυτή . Θα πρέπει επίσης να ανατεθεί το καθήκον σ' όλους τους εργαζομένους να συμμορφώνονται με την πολιτική αυτή και να εξασφαλίζουν ότι οι συνάδελφοί τους αποτελούν το αντικείμενο μεταχείρισης χαρακτηριζόμενης από σεβασμό και αξιοπρέπεια .

Επιπλέον, συνιστάται να επεξηγηθεί στη δήλωση η διαδικασία η οποία θα πρέπει να ακολουθείται από τους εργαζομένους που υπόκεινται σε σεξουαλική παρενόχληση κατά την εργασία, ώστε να τους παρέχεται βοήθεια και να προσδιορίζεται προς ποιον θα πρέπει να απευθυνθεί η καταγγελία τους - ότι σε μια επιχείρηση οι περιπτώσεις σεξουαλικής παρενόχλησης θα αντιμετωπίζονται σοβαρά, συνοπτικά και εμπιστευτικά και ότι οι εργαζόμενοι θα προστατεύονται έναντι κάθε δυσμενούς διάκρισης ή αντιποίνων λόγω της καταγγελίας . Θα πρέπει επίσης να προσδιοριστεί ότι θα λαμβάνονται τα κατάλληλα πειθαρχικά μέτρα κατ' εκείνων των εργαζομένων που θα κριθούν ένοχοι σεξουαλικής παρενόχλησης .

ii ) Κοινοποίηση της δήλωσης αρχής

Μόλις η δήλωση ολοκληρωθεί, είναι σημαντικό να εξασφαλισθεί ότι αυτή θα κοινοποιηθεί όντως προς όλους τους εργαζομένους, ώστε αυτοί να είναι ενήμεροι του γεγονότος ότι έχουν το δικαίωμα να καταγγείλουν και να πληροφορηθούν προς ποιον πρέπει να απευθύνουν την καταγγελία τους - ότι η καταγγελία τους θα εξετασθεί έγκαιρα και σωστά και ότι έτσι οι εργαζόμενοι θα είναι ενήμεροι των πιθανών συνεπειών που θα υποστούν αν προβούν σε πράξεις σεξουαλικής παρενόχλησης . Μια τέτοια κοινοποίηση θα τονίσει τη δέσμευση της διεύθυνσης για εξάλειψη της σεξουαλικής παρενόχλησης και προώθηση ενός εργασιακού περιβάλλοντος μέσα στο οποίο δεν θα βρίσκει θέση παρόμοια συμπεριφορά .

iii ) Ευθύνη

Όλοι οι εργαζόμενοι έχουν την ευθύνη να βοηθούν στην εξασφάλιση ενός εργασιακού περιβάλλοντος στο οποίο η αξιοπρέπεια των εργαζομένων γίνεται σεβαστή και οι διευθύνοντες, περιλαμβανομένων των εποπτών, έχουν ένα ιδιαίτερο καθήκον να εξασφαλίσουν ότι δεν υφίσταται περίπτωση σεξουαλικής παρενόχλησης στους χώρους εργασίας για τους οποίους είναι υπεύθυνοι . Συνιστάται οι διευθύνοντες να εξηγήσουν την πολιτική του οργανισμού στο προσωπικό τους και να λάβουν μέτρα για τη θετική προώθηση της πολιτικής . Οι διευθύνοντες θα πρέπει επίσης να ανταποκρίνονται άμεσα και να υποστηρίζουν οποιοδήποτε μέλος του προσωπικού καταγγέλλει ότι υπέστη σεξουαλική όχληση - να παρέχουν πλήρεις και σαφείς συμβουλές σχετικά με τη διαδικασία που θα πρέπει να ακολουθηθεί - να διαφυλάσσουν το απόρρητο σε οποιεσδήποτε περιπτώσεις σεξουαλικής παρενόχλησης και να διασφαλίσουν ότι δεν τίθεται περαιτέρω πρόβλημα σεξουαλικής παρενόχλησης ή αντιποίνων μετά τη διευθέτηση του θέματος της καταγγελίας .

iv) Επιμόρφωση

Ένα σημαντικό μέσο εξασφάλισης ότι η σεξουαλική παρενόχληση δεν θα λαμβάνει χώρα και ότι, εφόσον λάβει χώρα, το πρόβλημα θα επιλυθεί αποτελεσματικά είναι η πρόβλεψη επιμόρφωσης για διευθύνοντες και επόπτες . Μια τέτοια επιμόρφωση θα αποβλέπει στον εντοπισμό των παραγόντων που συμβάλλουν στη δημιουργία εργασιακού περιβάλλοντος χωρίς σεξουαλική παρενόχληση και στο να συνειδητοποιήσουν οι συμμετέχοντες τις ευθύνες τους σύμφωνα με την πολιτική του εργοδότη και σχετικά με τα προβλήματα που ενδέχεται να αντιμετωπίσουν .

Επιπρόσθετα, εκείνοι που διαδραματίζουν επίσημο ρόλο σε οποιαδήποτε διαδικασία επίσημης καταγγελίας σεξουαλικής παρενόχλησης θα πρέπει να λαμβάνουν εξειδικευμένη επιμόρφωση, όπως αυτή που περιγράφεται παραπάνω .

Ενδείκνυται επίσης η παράθεση πληροφοριών σχετικά με την πολιτική του οργανισμού όσον αφορά τη σεξουαλική παρενόχληση και τις διαδικασίες αντιμετώπισής της ως μέρος των κατάλληλων προγραμμάτων πληροφόρησης και επιμόρφωσης των υπαλλήλων .

Β . Διαδικασίες

Η διαμόρφωση σαφών και επακριβών διαδικασιών για την αντιμετώπιση της σεξουαλικής παρενόχλησης, έχει πολύ μεγάλη σημασία . Οι διαδικασίες θα πρέπει να εξασφαλίζουν την επίλυση των προβλημάτων κατά τρόπο αποτελεσματικό και ουσιαστικό . Η πρακτική καθοδήγηση για τους εργαζομένους ως προς τον τρόπο αντιμετώπισης της σεξουαλικής παρενόχλησης, όταν αυτή λάβει χώρα, και ως προς τις συνέπειές της θα καταστήσουν πιθανότερη τη δυνατότητα έγκαιρης αντιμετώπισης παρόμοιας τακτικής . Μια τέτοια καθοδήγηση θα πρέπει φυσικά να επισύρει την προσοχή στα νομικά δικαιώματα του εργαζομένου και στα οιαδήποτε χρονικά όρια εντός των οποίων θα πρέπει αυτά να ασκηθούν .

i ) Ανεπίσημη επίλυση των προβλημάτων

Οι περισσότεροι παρενοχλούμενοι επιθυμούν απλώς να σταματήσει αυτή η κατάσταση . Θα πρέπει να είναι δυνατές τόσο οι ανεπίσημες όσο και οι επίσημες μέθοδοι επίλυσης των προβλημάτων .

Οι εργαζόμενοι θα πρέπει να ενημερωθούν ότι, αν είναι δυνατό, θα πρέπει να προσπαθήσουν να επιλύσουν το πρόβλημα ανεπίσημα σε πρώτη φάση. Σε ορισμένες περιπτώσεις ενδέχεται να είναι δυνατό και επαρκές για τον εργαζόμενο να εξηγήσει σαφώς στο άτομο που προκαλεί την ανεπιθύμητη συμπεριφορά ότι αυτή δεν είναι ενοχλητική, ότι τον προσβάλλει, ότι του δημιουργεί δυσάρεστη κατάσταση και ότι παρενοχλεί την εργασία του .

Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες είναι πολύ δύσκολο ή προξενεί αμηχανία σε ένα άτομο να προβεί στο διάβημα αυτό από μόνο του, μια εναλλακτική προσέγγιση θα ήταν να αναζητήσει υποστήριξη ή την ανάληψη πρωτοβουλίας από κάποιο κατανοούντα φίλο ή έμπιστο σύμβουλο .

Αν η ανεπιθύμητη συμπεριφορά συνεχίζεται ή αν δεν ενδείκνυται η ανεπίσημη επίλυση του προβλήματος θα πρέπει να επιλεγεί η επίσημη διαδικασία καταγγελίας .

ii ) Παροχή συμβουλών και συνδρομής

Συνιστάται να υποδεικνύουν οι εργοδότες κάποιον που θα παρέχει συμβουλές και συνδρομή στους εργαζομένους που υφίστανται σεξουαλική παρενόχληση και να παρέχουν, όπου είναι δυνατό, την αρμοδιότητα να βοηθά στην επίλυση κάθε προβλήματος, είτε ανεπίσημα είτε με επίσημα μέσα . Θα ήταν χρήσιμο ο εν λόγω υπάλληλος να οριστεί με τη σύμφωνη γνώμη των συνδικαλιστικών οργανώσεων ή των εργαζομένων, καθόσον αυτό είναι πιθανό να ενισχύσει την απομέρους αυτών αποδοχή του . Τα άτομα αυτά θα μπορούν να επιλεγούν από τα τμήματα προσωπικού ή τα τμήματα ίσων ευκαιριών π.χ . Σε ορισμένους οργανισμούς ορίζονται ως "εμπιστευτικοί σύμβουλοι" ή "κατανοούντες φίλοι ". Συχνά ο ρόλος αυτός μπορεί να αναληφθεί από κάποιον προερχόμενο από τη συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζομένων ή ομάδες υποστήριξης γυναικών .

Οποιοσδήποτε και αν είναι ο υπεύθυνος στον οργανισμό, συνιστάται το άτομο αυτό να λαμβάνει την κατάλληλη κατάρτιση για την καλύτερη μέθοδο επίλυσης προβλημάτων και αναλυτικότερα για την πολιτική και τις διαδικασίες του οργανισμού, ώστε να μπορεί να εκπληρώσει το ρόλο κατά τρόπο αποτελεσματικό . Είναι επίσης σημαντικό να του παρέχονται τα κατάλληλα μέσα για την εκτέλεση των καθηκόντων του και να είναι προστατευμένο έναντι κάθε δυσμενούς μεταχείρισης λόγω της υποστήριξης ατόμων που υφίστανται σεξουαλική παρενόχληση .

iii ) Διαδικασία καταγγελίας

Συνιστάται, η προσφυγή σε επίσημη διαδικασία καταγγελίας όταν ο καταγγέλλων κρίνει τις προσπάθειες ανεπίσημης επίλυσης ως ακατάλληλες, όταν οι ανεπίσημες προσπάθειες επίλυσης του προβλήματος έχουν αποβεί άκαρπες ή στις περιπτώσεις όπου το αποτέλεσμα δεν ήταν ικανοποιητικό, να υφίσταται επίσημη διαδικασία καταγγελίας . Η διαδικασία θα πρέπει να παρέχει στους εργαζομένους την πεποίθηση ότι ο εργοδοτικός οργανισμός θα λαμβάνει σοβαρά υπόψη τις καταγγελίες περί σεξουαλικής παρενόχλησης .

Ως εκ της φύσης της, η σεξουαλική παρενόχληση μπορεί να καθιστά δυσχερή τη χρήση των συνήθων οδών υποβολής καταγγελιών, λόγω της κατάστασης αμηχανίας που προκαλεί, του φόβου ότι δεν θα ληφθεί σοβαρά, του φόβου προσβολής της υπόληψης, φόβου αντιποίνων ή πρόκλησης βλάβης στο εργασιακό περιβάλλον . Κατά συνέπεια, μια επίσημη διαδικασία θα πρέπει να προσδιορίζει προς ποιον ο εργαζόμενος θα πρέπει να υποβάλει την καταγγελία του και θα πρέπει επίσης να παρέχει εναλλακτική λύση εάν υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες η συνήθης διαδικασία υποβολής παραπόνων δεν ενδείκνυται, π.χ . λόγω του ότι ο καταγγελλόμενος ως υπεύθυνος της παρενόχλησης είναι ο άμεσος προϊστάμενος του εργαζομένου . Είναι επίσης ενδεδειγμένο να προβλεφθεί για τους εργαζομένους να απευθύνουν την καταγγελία σε πρώτη φάση σε κάποιον του ιδίου φύλου, εφόσον το επιθυμούν .

Μια ενδεικνυόμενη πρακτική για τους εργοδότες είναι η καταγραφή και επανεξέταση των καταγγελιών για σεξουαλική παρενόχληση και του τρόπου επίλυσης του προβλήματος αυτού, ώστε να διασφαλίζεται ότι οι διαδικασίες που έχουν θεσπίσει όντως λειτουργούν .

iv ) Έρευνες

Είναι σημαντικό να εξασφαλιστεί ότι οι εσωτερικές έρευνες αναφορικά με κάθε καταγγελία αποτελούν αντικείμενο χειρισμού με ευαισθησία και με το δέοντα σεβασμό για τα δικαιώματα αμφοτέρων των πλευρών, τόσο του καταγγέλλοντος όσο και του υποτιθέμενου δράστη . Η έρευνα θα πρέπει να είναι ανεξάρτητη και αντικειμενική . Εκείνοι που διεξάγουν την έρευνα δεν θα πρέπει να συνδέονται με το θέμα καθ' οιονδήποτε τρόπο και κάθε προσπάθεια θα πρέπει να καταβάλλεται για την γρήγορη επίλυση του θέματος . Τα παράπονα θα πρέπει να εξετάζονται γρήγορα και η διαδικασία θα πρέπει να θέτει ένα χρονικό όριο εντός του οποίου θα εξετάζονται οι καταγγελίες, λαμβάνοντας υπόψη και τυχόν χρονικά όρια που ορίζονται από την εθνική νομοθεσία για την υποβολή της καταγγελίας με τα συνήθη νόμιμα μέσα .

Ενδείκνυται αμφότερες οι πλευρές, ήτοι ο καταγγέλλων και ο καταγγελλόμενος, να έχουν το δικαίωμα να συνοδεύονται ή να εκπροσωπούνται, ίσως από ένα εκπρόσωπο της συνδικαλιστικής τους ένωσης ή ένα φίλο ή συνάδελφο . Ο καταγγελλόμενος θα πρέπει να λαμβάνει πλήρη στοιχεία ως προς τη φύση της καταγγελίας και να έχει τη δυνατότητα να απαντήσει σ' αυτήν και θα πρέπει καθόλη τη διάρκεια οποιασδήποτε έρευνας τέτοιας μορφής να τηρείται αυστηρή εχεμύθεια . Όταν είναι απαραίτητο να ερωτηθούν μάρτυρες, θα πρέπει να τους τονισθεί η σημασία της εχεμύθειας .

Πρέπει να αναγνωριστεί ότι η εξιστόρηση της εμπειρίας σεξουαλικής όχλησης είναι δύσκολη και μπορεί να θίξει την αξιοπρέπεια του εργαζομένου . Επομένως, δεν πρέπει να απαιτείται από τον καταγγέλλοντα να εκθέτει επανειλημμένα τα καταγγελόμενα περιστατικά εφόσον αυτό δεν είναι αναγκαίο .

Η έρευνα θα πρέπει να επικεντρωθεί στα γεγονότα που αναφέρονται στην καταγγελία και συνιστάται στον εργοδότη να τηρεί πλήρη πρακτικά όλων των συνεδριάσεων και ερευνών .

v ) Πειθαρχική δίωξη

Συνιστάται οι παραβάσεις της πολιτικής για την προστασία της αξιοπρέπειας των εργαζομένων κατά την εργασία να αντιμετωπίζονται ως πειθαρχικό παράπτωμα και οι πειθαρχικοί κανόνες να πρέπει να καθιστούν σαφές ότι πρόκειται για ακατάλληλη συμπεριφορά κατά την εργασία . Ενδείκνυται επίσης να εξασφαλιστεί ότι η δέσμη κυρώσεων που θα αντιμετωπίζουν οι παραβάτες θα αναφέρεται σαφώς και επίσης θα είναι σαφές ότι θα αποτελεί παράπτωμα ο κατατρεγμός ή η επιβολή αντιποίνων σε εργαζόμενο επειδή καλόπιστα κατήγγειλε μια σεξουαλική παρενόχληση .

Όταν η καταγγελία κριθεί βάσιμη και αποφασιστεί ότι είναι απαραίτητη η αλλαγή του χώρου ή τόπου εργασίας του ενός των δύο μερών, θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή, όπου αυτό είναι δυνατό, ώστε να επιτραπεί στον καταγγέλλοντα να επιλέξει κατά πόσο επιθυμεί να παραμείνει στην θέση του ή να μετατεθεί σε άλλη . Δεν θα πρέπει να υπάρξει η παραμικρή υπόνοια ότι ο καταγγέλλων, του οποίου η καταγγελία κρίθηκε βάσιμη, υφίσταται οιαδήποτε κύρωση και επιπρόσθετα όταν κρίνεται βάσιμη μια καταγγελία, ο εργοδότης θα πρέπει να παρακολουθεί την κατάσταση ώστε να βεβαιωθεί ότι η παρενόχληση δεν επαναλαμβάνεται .

Έστω και αν μια καταγγελία δεν κριθεί βάσιμη π .χ . επειδή τα αποδεικτικά στοιχεία δεν θεωρήθηκαν επαρκή, θα πρέπει να καταβάλλεται προσπάθεια για μετάθεση ή διαφορετικό προγραμματισμό της εργασίας ενός εκ των δύο μερών παρά να ζητηθεί από αυτούς να συνεχίσουν να εργάζονται μαζί παρά τη θέλησή τους .

6 . ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ ΠΡΟΣ ΤΙΣ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΕΙΣ

Η σεξουαλική παρενόχληση αποτελεί θέμα των συνδικαλιστικών οργανώσεων, όπως και των εργοδοτών . Ενδείκνυται οι συνδικαλιστικές οργανώσεις να διατυπώνουν και να εκδίδουν σαφείς δηλώσεις αρχής σε ό,τι αφορά τη σεξουαλική παρενόχληση και να λαμβάνουν μέτρα για την ενημέρωση των εργαζομένων ως προς το πρόβλημα της σεξουαλικής παρενόχλησης στο χώρο εργασίας, ώστε να βοηθήσουν στη δημιουργία περιβάλλοντος μέσα στο οποίο το πρόβλημα αυτό ούτε θα παραβλέπεται, ούτε θα αγνοείται . Για παράδειγμα, οι συνδικαλιστικές οργανώσεις θα μπορούσαν να παρέχουν σε όλα τα στελέχη και εκπροσώπους τους κατάρτιση σε θέματα ισότητας, συμπεριλαμβανομένης και της αντιμετώπισης της σεξουαλικής παρενόχλησης και να περιλαμβάνουν τέτοιες πληροφορίες σε μαθήματα κατάρτισης υπό την αιγίδα ή την έγκριση της συνδικαλιστικής οργάνωσης, καθώς και στις πληροφορίες σχετικά με την πολιτική της . Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις αναμένεται να προβαίνουν σε δήλωση ότι η σεξουαλική παρενόχληση αποτελεί ανάρμοστη συμπεριφορά και να επιμορφώνουν τα μέλη και τα στελέχη τους σχετικά με τις συνέπειες της παρενόχλησης .

Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις θα πρέπει επίσης να συνεξετάζουν το θέμα της σεξουαλικής παρενόχλησης με τους εργοδότες και να ενθαρρύνουν την υιοθέτηση κατάλληλων πολιτικών και διαδικασιών για την προστασία της αξιοπρέπειας γυναικών και ανδρών κατά την εργασία μέσα στον οργανισμό . Συνιστάται στις συνδικαλιστικές οργανώσεις να ενημερώσουν τα μέλη τους σχετικά με το δικαίωμά τους να μην παρενοχλούνται σεξουαλικά κατά την εργασία και να παράσχουν στα μέλη σαφή καθοδήγηση ως προς το τι πρέπει να κάνουν εάν υποστούν τέτοια παρενόχληση, περιλαμβανόμενης και της καθοδήγησης αναφορικά με τα υφιστάμενα σχετικά νόμιμα δικαιώματά τους .

Όταν υποβληθούν καταγγελίες, είναι σημαντικό για τις συνδικαλιστικές οργανώσεις, να τις εξετάσουν με σοβαρότητα και κατανόηση και να εξασφαλίσουν ότι ο καταγγέλλων έχει τη δυνατότητα εκπροσώπησής του, εάν πρόκειται να δοθεί συνέχεια στην καταγγελία του . Είναι σημαντικό να δημιουργηθεί περιβάλλον, στο οποίο τα μέλη να αισθάνονται ικανά να προβούν σε τέτοιες καταγγελίες γνωρίζοντας ότι θα έχουν τη συμπάθεια και την υποστήριξη των εκπροσώπων της συνδικαλιστικής οργάνωσης . Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις θα πρέπει να εξετάσουν την περίπτωση διορισμού ειδικά εκπαιδευμένων στελεχών για την παροχή οδηγιών και συμβουλών σε μέλη τους που καταγγέλλουν πράξεις σεξουαλικής παρενόχλησης και να ενεργήσουν για λογαριασμό τους εάν χρειαστεί . Κάτι τέτοιο θα αποτελέσει σημαντική υποστήριξη . Θα ήταν σκόπιμο να εξασφαλισθεί ότι υπάρχει ικανοποιητικός αριθμός γυναικών για την υποστήριξη γυναικών που υφίστανται σεξουαλικές παρενοχλήσεις .

Συνιστάται επίσης, όπου η συνδικαλιστική οργάνωση εκπροσωπεί αμφοτέρους, τον καταγγέλλοντα και τον καταγγελλόμενο, στη διαδικασία καταγγελίας να καθίσταται σαφές ότι η οργάνωση δεν ανέχεται την προσβλητική συμπεριφορά λόγω του ότι παρέχει εκπροσώπηση . Σε κάθε περίπτωση, το ίδιο άτομο δεν πρέπει να εκπροσωπεί αμφότερες τις πλευρές .

Συνιστάται στα μέλη να τηρείται αρχείο περιστατικών από τον εργαζόμενο που ήταν θύμα σεξουαλικής παρενόχλησης διότι αυτό θα βοηθήσει στην αποτελεσματικότερη διεκπεραίωση κάθε επίσημης ή ανεπίσημης καταγγελίας και ότι η οργάνωση επιθυμεί να τηρείται ενήμερη για κάθε περιστατικό σεξουαλικής παρενόχλησης και ότι θα τηρείται το απόρρητο κάθε τέτοιας πληροφορίας . Συνιστάται επίσης η οργάνωση να παρακολουθεί και να επανεξετάζει το αρχείο της για θέματα καταγγελιών και εκπροσώπησης καταγγελλομένων και καταγγελλόντων, ώστε να εξασφαλίζεται η αποτελεσματικότητα της ανταπόκρισής της στις ανάγκες αυτές .

7 . ΕΥΘΥΝΕΣ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ

Οι εργαζόμενοι έχουν σαφή ρόλο να διαδραματίσουν, βοηθώντας στη δημιουργία περιβάλλοντος κατά την εργασία, στο οποίο η σεξουαλική παρενόχληση θα είναι απαράδεκτη . Μπορούν να συμβάλουν στην πρόληψη σεξουαλικής παρενόχλησης μέσω ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης σχετικά με το θέμα αυτό και εξασφαλίζοντας ότι η συνήθης συμπεριφορά αυτών και των συναδέλφων τους δεν προσβάλλει .

Οι εργαζόμενοι μπορούν να συμβάλουν πολύ στην αποθάρρυνση κάθε είδους σεξουαλικής παρενόχλησης, καθιστώντας σαφές ότι θεωρούν μια τέτοια συμπεριφορά απαράδεκτη και υποστηρίζοντας συναδέλφους που υφίστανται τέτοια μεταχείριση και σκέπτονται να υποβάλουν καταγγελία .

Οι εργαζόμενοι που είναι οι ίδιοι θύματα παρενόχλησης θα πρέπει, όπου είναι πρακτικά δυνατό, να δηλώνουν στο δράστη ότι η συμπεριφορά του είναι ανεπιθύμητη και απαράδεκτη . Εφόσον αυτός κατανοήσει σαφώς ότι η συμπεριφορά του δεν είναι ευπρόσδεκτη, αυτό ενδέχεται να είναι αρκετό για την παύση της παρενόχλησης . Αν η συμπεριφορά αυτή συνεχισθεί, οι εργαζόμενοι θα πρέπει να ενημερώσουν την διεύθυνση ή/και το συνδικαλιστικό τους εκπρόσωπο μέσω των κατάλληλων οδών και να ζητήσουν συνδρομή για την παύση της παρενόχλησης, είτε με ανεπίσημους είτε με επίσημους τρόπους . ( 1 ) ΕΕ αριθ . C 157 της 27 . 6 . 1990, σ . 3, σημείο ΙΙΙ.2 .

( 2 ) "Η αξιοπρέπεια των γυναικών στην εργασία : έκθεση σχετικά με το πρόβλημα των σεξουαλικής φύσεως παρενοχλήσεων στα κράτη μέλη των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων", Οκτώβριος 1987, υπό Michael Rubenstein ( ISBN 92-825-8764-9).(3 ) Πρόγραμμα δράσης ίσων ευκαιριών για γυναίκες και άνδρες, 1991-1995, COM(90 ) 449 της 6 . 11 . 1990 .

( 1 ) Ψήφισμα του Συμβουλίου για την προστασία της αξιοπρέπειας γυναικών και ανδρών κατά την εργασία, ΕΕ αριθ . C 157 της 27 . 6 . 199, σ . 3, σημείο Ι.(2)ΕΕ αριθ . L 39 της 14 . 2 . 1976, σ . 40, άρθρο 2 ( παράρτημα ΙΙ ).

( 3)Ψήφισμα του Συμβουλίου για την προστασία της αξιοπρέπειας γυναικών και ανδρών κατά την εργασία, ΕΕ αριθ . C 157 της 27 . 6 . 1990, σ . 3, σημείο ΙΙ.3 στοιχείο α ).

( 1 ) Θετική δράση - Ίσες ευκαιρίες για τις γυναίκες στην απασχόληση, Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, 1988 .