31990R3444

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3444/90 της Επιτροπής της 27ης Νοεμβρίου 1990 περί λεπτομερών κανόνων για τη χορήγηση ενισχύσεων στην ιδιωτική αποθεματοποίηση χοιρείου κρέατος

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 333 της 30/11/1990 σ. 0022 - 0029
Φινλανδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 3 τόμος 35 σ. 0138
Σουηδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 3 τόμος 35 σ. 0138
Ειδική έκδοση στη τσεχική γλώσσα Κεφάλαιο 03 τόμος 11 σ. 28 - 36
Ειδική έκδοση στην εσθονική γλώσσα Κεφάλαιο 03 τόμος 11 σ. 28 - 36
Ειδική έκδοση στην ουγγρική γλώσσα Κεφάλαιο 03 τόμος 11 σ. 28 - 36
Ειδική έκδοση στη λιθουανική γλώσσα Κεφάλαιο 03 τόμος 11 σ. 28 - 36
Ειδική έκδοση στη λεττονική γλώσσα Κεφάλαιο 03 τόμος 11 σ. 28 - 36
Ειδική έκδοση στη μαλτέζικη γλώσσα Κεφάλαιο 03 τόμος 11 σ. 28 - 36
Ειδική έκδοση στην πολωνική γλώσσα Κεφάλαιο 03 τόμος 11 σ. 28 - 36
Ειδική έκδοση στη σλοβακική γλώσσα Κεφάλαιο 03 τόμος 11 σ. 28 - 36
Ειδική έκδοση στη σλοβενική γλώσσα Κεφάλαιο 03 τόμος 11 σ. 28 - 36


Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3444/90 της Επιτροπής

της 27ης Νοεμβρίου 1990

περί λεπτομερών κανόνων για τη χορήγηση ενισχύσεων στην ιδιωτική αποθεματοποίηση χοιρείου κρέατος

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2759/75 του Συμβουλίου της 29ης Οκτωβρίου 1975 περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα του χοιρείου κρέατος [1], όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1249/89 [2], και ιδίως το άρθρο 5 παράγραφος 4, το άρθρο 7 παράγραφος 2 και το άρθρο 22 δεύτερο εδάφιο,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1676/85 του Συμβουλίου της 11ης Ιουνίου 1985 σχετικά με την αξία της λογιστικής μονάδας και τις τιμές μετατροπής που πρέπει να εφαρμόζονται στα πλαίσια της κοινής γεωργικής πολιτικής [3], όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1636/87 [4], και ιδίως το άρθρο 5 παράγραφος 3 και το άρθρο 12,

Εκτιμώντας:

ότι πρέπει να εγκριθούν λεπτομερείς κανόνες για τη χορήγηση ενισχύσεων στην ιδιωτική αποθεματοποίηση χοιρείου κρέατος, επιπλέον των γενικών κανόνων που έχουν θεσπιστεί από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2763/75 του Συμβουλίου [5]·

ότι, για να επιτευχθούν οι στόχοι που επιδιώκονται από τη χορήγηση των εν λόγω ενισχύσεων, πρέπει αυτές να χορηγούνται μόνο σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα εγκατεστημένα στην Κοινότητα, τα οποία είναι σε θέση, με τη δραστηριότητά τους και την επαγγελματική εμπειρία τους, να εγγυώνται ότι η αποθεματοποίηση πραγματοποιείται με ικανοποιητικό τρόπο, και τα οποία διαθέτουν στο εσωτερικό της Κοινότητας επαρκείς ψυκτικές εγκαταστάσεις·

ότι, για τον ίδιο σκοπό, είναι σκόπιμη η χορήγηση ενισχύσεων μόνο στην αποθεματοποίηση προϊόντων σε κατεψυγμένη μορφή που ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές υγιεινής, πιστότητας εμπορίας και κοινοτικής καταγωγής, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 964/71 της Επιτροπής [6], και των οποίων το ποσοστό της ραδιενέργειας δεν υπερβαίνει τα μέγιστα όρια ανοχής που προβλέπονται από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 737/90 του Συμβουλίου της 22ας Μαρτίου 1990 σχετικά με τους όρους εισαγωγής γεωργικών προϊόντων καταγωγής τρίτων χωρών μετά το ατύχημα στον πυρηνικό σταθμό του Τσερνομπίλ [7]·

ότι μπορεί να κριθεί σκόπιμο, δεδομένης της κατάστασης της αγοράς και των προοπτικών εξέλεξής της, να ζητείται από τον συμβαλλόμενο να προορίζει το απόθεμά του για εξαγωγή τη στιγμή ακριβώς της αποθεματοποίησης και, στην περίπτωση αυτή, πρέπει να προσδιορίζονται οι όροι βάσει των οποίων το κρέας που αποτελεί αντικείμενο της σύμβασης αποθεματοποίησης μπορεί να υπαχθεί ταυτόχρονα στο καθεστώς που προβλέπεται στο άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 565/80 του Συμβουλίου της 4ης Μαρτίου 1980 για την εκ των προτέρων πληρωμή των επιστροφών κατά την εξαγωγή για τα γεωργικά προϊόντα [8], όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2026/83 [9], ώστε να επωφελείται της προκαταβολής των επιστροφών κατά την εξαγωγή·

ότι, για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των ενισχύσεων, οι συμβάσεις πρέπει να συνάπτονται για ελάχιστη ποσότητα, διαφοροποιημένη, κατά περίπτωση, ανά προϊόν και πρέπει να καθορίζονται οι υποχρεώσεις του συμβαλλομένου, ιδίως εκείνες που επιτρέπουν στον οργανισμό παρεμβάσεως να πραγματοποιεί αποτελεσματικό έλεγχο των όρων αποθεματοποίησης·

ότι είναι αναγκαίο να καθορισθεί το ύψος της εγγύησης που εξασφαλίζει την τήρηση των υποχρεώσεων που έχουν συμφωνηθεί, σε ποσοστό του ποσού της ενισχύσεως·

ότι ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2220/85 της Επιτροπής της 22ας Ιουλίου 1985 για τον καθορισμό των κοινών λεπτομερειών εφαρμογής του καθεστώτος εγγυήσεων για τα γεωργικά προϊόντα [10], όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3745/89 [11], προβλέπει τον καθορισμό των πρωτογενών απαιτήσεων που πρέπει να τηρούνται για την αποδέσμευση της εγγύησης· ότι η αποθεματοποίηση της συμβατικής ποσότητας κατά τη συμφωνηθείσα περίοδο αποθεματοποίησης συνιστά μία από τις πρωτογενείς απαιτήσεις για τη χορήγηση ενισχύσεων στην ιδιωτική αποθεματοποίηση του χοιρείου κρέατος· ότι για να ληφθούν υπόψη οι εμπορικές χρήσεις καθώς και οι πρακτικές ανάγκες, πρέπει να γίνεται αποδεκτή ορισμένη ανοχή ως προς την ποσότητα αυτή·

ότι, σε περίπτωση μη τήρησης ορισμένων υποχρεώσεων που αφορούν τις ποσότητες που πρέπει να αποθεματοποιηθούν, κρίνεται σκόπιμο να υπάρχει ορισμένη αναλογικότητα ως προς το ύψος της αποδεσμεύεσως των εγγυήσεων και το ύψος της χορηγούμενης ενισχύσεως·

ότι, προκειμένου να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα του καθεστώτος, πρέπει να επιτραπεί στους συμβαλλόμενους να επωφελούνται προκαταβολής της ενίσχυσης, που υπόκειται σε εγγύηση για την πληρωμή και πρέπει να προβλεφθούν κανόνες σχετικά με την υποβολή αιτήσεων για την πληρωμή της ενίσχυσης, τα δικαιολογητικά έγγραφα που πρέπει να υποβάλονται και την προθεσμία πληρωμής·

ότι, δυνάμει του άρθρου 5 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1676/85, είναι σκόπιμο να διευκρινισθεί ότι, στην περίπτωση της ιδιωτικής αποθεματοποίησης, ως γενεσιουργό αίτιο για τον καθορισμό του ποσού εγγυήσεως και της ενισχύσεως σε εθνικό νόμισμα, θεωρείται η στιγμή της σύναψης του συμβολαίου αποθεματοποίησης ή η ημέρα της λήξης της προθεσμίας για την υποβολή των προσφορών σε περίπτωση διαγωνισμού·

ότι η κτηθείσα πείρα από την εφαρμογή διαφόρων καθεστώτων ιδιωτικής αποθεματοποίησης των γεωργικών προϊόντων δείχνει ότι πρέπει να διευκρινιστεί σε ποια έκταση εφαρμόζεται ο κανονισμός (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1182/71 του Συμβουλίου [12] για τον καθορισμό των προθεσμιών, των ημερομηνιών και των χρονικών ορίων που αναφέρονται στα καθεστώτα αυτά, και να οριστούν με ακρίβεια οι ημερομηνίες της αρχής και του τέλους της συμβατικής αποθεματοποίησης·

ότι, ειδικότερα, το άρθρο 3 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1182/71 προβλέπει ότι, όταν η τελευταία ημέρα της προθεσμίας είναι αργία, Κυριακή ή Σάββατο, η προθεσμία λήγει στο τέλος της επόμενης εργάσιμης ημέρας· ότι η εφαρμογή της διάταξης αυτής στις συμβάσεις αποθεματοποίησης ενδέχεται να μην είναι προς το συμφέρον των αποθεματοποιούντων και μπορεί, αντιθέτως, να προκαλέσει άνιση μεταχείριση του ενός σε σχέση με τον άλλο· ότι, επομένως, κρίνεται σκόπιμο να προβλεφθεί παρέκκλιση από τη διάταξη αυτή για τον καθορισμό της τελευταίας ημέρας συμβατικής αποθεματοποίησης·

ότι πρέπει να προβλεφθεί ορισμένη αναλογικότητα ως προς τη χορήγηση ενισχύσεων στην περίπτωση που η περίοδος αποθεματοποίησης δεν τηρείται πλήρως· ότι πρέπει, επιπλέον, να προβλεφθεί η δυνατότητα μείωσης της περιόδου αποθεματοποίησης στην περίπτωση που τα κρέατα που εξάγονται από την αποθεματοποίηση προορίζονται για εξαγωγή· ότι η απόδειξη ότι το κρέας έχει εξαχθεί πρέπει να προσκομίζεται, όπως στην περίπτωση των επιστροφών, σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3665/87 της Επιτροπής της 27ης Νοεμβρίου 1987, περί κοινών λεπτομερειών εφαρμογής του καθεστώτος των επιστροφών κατά την εξαγωγή για τα γεωργικά προϊόντα [13], όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1615/90 [14]·

ότι το άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2763/75 προβλέπει ότι το ποσό της ενίσχυσης στην ιδιωτική αποθεματοποίηση μπορεί να ορισθεί στα πλαίσια διαδικασίας διαγωνισμού· ότι στα άρθρα 4 και 5 του εν λόγω κανονισμού διατυπώνονται ορισμένοι κανόνες που πρέπει να τηρούνται στα πλαίσια μιας τέτοιας διαδικασίας· ότι, εν-τούτοις, απαιτούνται περαιτέρω λεπτομερείς κανόνες για το σκοπό αυτό·

ότι το ποσό της ενίσχυσης αποτελεί αντικείμενο του διαγωνισμού· ότι η επιλογή μεταξύ των μετοχόντων στο διαγωνισμό πραγματοποιείται βάσει των ευνοϊκότερων για την Κοινότητα προσφορών· ότι προς το σκοπό αυτό είναι δυνατόν να καθορισθεί ένα μέγιστο ποσό ενισχύσεως, μέχρι το ύψος του οποίου οι προσφορές γίνονται δεκτές· ότι στην περίπτωση που καμία προσφορά δεν φαίνεται ευνοϊκή, μπορεί να μη δοθεί συνέχεια στο διαγωνισμό·

ότι πρέπει να προβλεφθούν μέτρα ελέγχου ώστε να διασφαλίζεται ότι οι ενισχύσεις δεν καταβάλλονται αχρεωστήτως· ότι για το σκοπό αυτό, πρέπει ιδίως να προβλεφθεί ότι τα κράτη μέλη προβαίνουν στους κατάλληλους, ως προς τα διάφορα στάδια των εργασιών αποθεματοποίησης, ελέγχους·

ότι πρέπει να προβλέπονται και, ενδεχομένως, να επιβάλλονται κυρώσεις στις περιπτώσεις παρατυπιών και απάτης· ότι, για το λόγο αυτό, είναι σκόπιμο ο συμβαλλόμενος να αποκλείεται, σε περίπτωση ψευδούς δηλώσεως, από τη χορήγηση ενισχύσεων για την ιδιωτική αποθεματοποίηση για την επόμενη περίοδο εμπορίας·

ότι, προκειμένου να δίδεται η δυνατότητα στην Επιτροπή να σχηματίζει εικόνα του συνόλου των αποτελεσμάτων της χορηγήσεως ενισχύσεων στην ιδιωτική αποθεματοποίηση, τα κράτη μέλη οφείλουν να ανακοινώνουν τα απαραίτητα στοιχεία·

ότι οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1092/80 της Επιτροπής της 2ας Μαΐου 1980 περί λεπτομερειών εφαρμογής για τη χορήγση ενισχύσεων για ιδιωτική αποθεματοποίηση στον τομέα του χοιρείου κρέατος [15], όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3498/88 [16], έχουν υποστεί ουσιαστικές τροποποιήσεις· ότι, με την ευκαιρία των νέων περαιτέρω τροποποιήσεων, πρέπει να διατυπωθούν εκ νέου οι κανόνες που ισχύουν στον συγκεκριμένο τομέα· ότι, εντούτοις, οι νέες διατάξεις πρέπει να εφαρμόζονται μόνο για τις νέες συμβάσεις που συνάπτονται μετά από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού·

ότι η Επιτροπή Διαχείρισης Χοιρείου Κρέατος δεν διατύπωσε γνώμη στην προθεσμία που όρισε ο πρόεδρός της,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Η χορήγηση ενισχύσεων στην ιδιωτική αποθεματοποίηση που προβλέπεται στο άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2759/75 υπόκειται στους όρους που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

ΤΙΤΛΟΣ Ι

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 2

1. Η σύμβαση για την ιδιωτική αποθεματοποίηση χοιρείου κρέατος συνάπτεται μεταξύ των οργανισμών παρέμβασης των κρατών μελών και φυσικών ή νομικών προσώπων, που καλούνται στο εξής "συμβαλλόμενος", τα οποία:

- ασκούν δραστηριότητα στον τομέα των ζώντων ζώων και κρεάτων από τουλάχιστον δώδεκα μήνες, και είναι εγγεγραμμένα στα μητρώα κράτους μέλους

και

- διαθέτουν για τους σκοπούς της αποθεματοποίησης κατάλληλες εγκαταστάσεις στο εσωτερικό της Κοινότητας.

2. Ενισχύσεις στην ιδιωτική αποθεματοποίηση είναι δυνατόν να χορηγούνται μόνο για νωπά κρέατα που ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές υγιεινής, ποιότητας και εμπορίας, τα οποία προέρχονται από ζώα που έχουν εκτραφεί στην Κοινότητα του δύο τελευταίους μήνες και έχουν σφαγεί πριν από δέκα ημέρες κατ' ανώτατο όριο από την ημερομηνία που τίθενται σε αποθεματοποίηση όπως αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2.

3. Τα κρέατα δεν είναι δυνατόν να αποτελέσουν αντικείμενο σύμβασης αποθεματοποίησης εφόσον υπερβαίνουν τα μέγιστα επιτρεπτά επίπεδα ραδιενέργειας που ισχύουν σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία. Τα επίπεδα που ισχύουν για τα προϊόντα κοινοτικής καταγωγής είναι εκείνα που καθορίζονται στο άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 737/90. Ο έλεγχος του βαθμού μόλυνσης από ραδιενέργεια του προϊόντος πραγματοποιείται μόνον αφόσον το απαιτεί η κατάσταση και κατά τη διάρκεια της αναγκαίας περιόδου. Αν υπάρχει ανάγκη η διάρκεια και η έκταση των μέτρων ελέγχου προσδιορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 24 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2759/75.

4. Η σύμβαση είναι δυνατόν να αφορά μόνο ποσότητες ίσες ή ανώτερες ενός κατωτάτου ορίου, το οποίο καθορίζεται για κάθε προϊόν.

5. Τα κρέατα πρέπει να τίθενται σε απόθεμα νωπά και να αποθεματοποιούνται κατεψυγμένα.

Άρθρο 3

1. Η αίτηση για σύναψη σύμβασης ή η προσφορά στο διαγωνισμό και η σύμβαση αφορούν ένα μόνο από τα προϊόντα για τα οποία μπορεί να χορηγηθεί ενίσχυση.

2. Η αίτηση για σύναψη σύμβασης ή η προσφορά στο διαγωνισμό γίνονται δεκτές μόνο εάν περιέχουν τις ενδείξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχεία α), β), δ) και ε) και εφόσον έχει προσκομισθεί η απόδειξη για τη σύσταση εγγύησης.

3. Η σύμβαση περιλαμβάνει ακριβώς τις ακόλουθες ενδείξεις:

α) δήλωση με την οποία ο συμβαλλόμενος αναλαμβάνει να θέσει σε αποθεματοποίηση και να αποθεματοποιήσει μόνο τα προϊόντα που πληρούν τους όρους που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφοι 2 και 3·

β) την περίγραφη και την ποσότητα του προϊόντος προς αποθεματοποίηση·

γ) την ημερομηνία λήξεως της προθεσμίας για την θέση σε αποθεματοποίηση που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 του συνόλου της ποσότητας που αναφέρεται στο στοιχείο β)·

δ) την περίοδο αποθεματοποίησης·

ε) το ποσό της ενισχύσεως ανά μονάδα βάρους·

στ) το ποσό της εγγύησης·

ζ) τη δυνατότητα μειώσεως ή παρατάσεως της περιόδου αποθεματοποίησης σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που προβλέπονται από την κοινοτική νομοθεσία.

4. Η σύμβαση προβλέπει τουλάχιστον τις ακόλουθες υποχρεώσεις για τον συμβαλλόμενο:

α) να θέτει σε απόθεμα, μέσα στις προβλεπόμενες στο άρθρο 4 προθεσμίες και να αποθεματοποιεί, κατά τη διάρκεια της συμβατικής περιόδου, τη συμφωνηθείσα ποσότητα του εν λόγω προϊόντος για λογαριασμό του και υπό την ευθύνη του, υπό συνθήκες που εξασφαλίζουν τη διατήρηση των χαρακτηριστικών των προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 2, και να μην τροποποιεί, υποκασταστεί ή μετακινεί από μια αποθήκη σε άλλη τα αποθεματοποιημένα προϊόντα· εντούτοις, σε εξαιρετικές περιπτώσεις και μετά από αίτηση δεόντως αιτιολογημένη, ο οργανισμός παρεμβάσεως μπορεί να επιτρέψει μετακίνηση των αποθηκευμένων προϊόντων·

β) να ειδοποιεί εγκαίρως τον οργανισμό παρεμβάσεως με τον οποίο έχει συμβληθεί πριν από την έναρξη της θέσης σε απόθεμα κάθε μεμονωμένης παρτίδας κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο, για την ημέρα και τον τόπο θέσης σε απόθεμα καθώς και για τη φύση και την ποσότητα του προς αποθεματοποίηση προϊόντος· ο οργανισμός παρεμβάσεως μπορεί να απαιτεί την παροχή της πληροφορίας αυτής τουλάχιστον δύο εργάσιμες ημέρες πριν τη θέση σε απόθεμα κάθε μεμονωμένης παρτίδας·

γ) να θέτει στη διάθεση του οργανισμού παρεμβάσεως τα σχετικά με τις εργασίες αποθηκεύσεως έγγραφα το εργότερο ένα μήνα μετά την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3·

δ) να αποθεματοποιεί τα προϊόντα σύμφωνα με τους όρους διαπίστωσης της ταυτότητας που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 4·

ε) να επιτρέπει στον οργανισμό παρεμβάσεως να ελέγχει κάθε στιγμή την τήρηση όλων των προβλεπομένων στη σύμβαση υποχρεώσεων.

Άρθρο 4

1. Οι εργασίες της θέσης σε απόθεμα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί το αργότερο την εικοστή όγδοη ημέρα από την ημερομηνία συνάψεως της σύμβασης.

Η θέση σε απόθεμα μπορεί να πραγματοποιηθεί ανά μεμονωμένες παρτίδες, από τις οποίες καθεμία αντιπροσωπεύει την ποσότητα που τίθεται σε αποθεματοποίηση σε δεδομένη ημέρα ανά σύμβαση και αποθήκη·

2. Οι εργασίες θέσης σε απόθεμα αρχίζουν, για κάθε μεμονωμένη παρτίδα της υπό σύμβαση ποσότητας, την ημέρα κατά την οποία η παρτίδα θα υποβάλλεται στον έλεγχο του οργανισμού παρέμβασης.

Η ημερομηνία αυτή είναι η στιγμή κατά την οποία διαπιστώνεται το καθαρό βάρος του νωπού ή διατηρημένου σε απλή ψύξη προϊόντος,

- στον τόπο της αποθεματοποίησης εφόσον το κρέας καταψύχεται επί τόπου,

- στον τόπο καταψύξεως εφόσον το κρέας καταψύχεται σε κατάλληλες εγκαταστάσεις, εκτός του τόπου αποθεματοποίησης·

Εντούτοις, για τα κρέατα που τίθενται σε απόθεμα χωρίς κόκαλα, η διαπίστωση του καθαρού βάρους μπορεί να γίνει επίσης στον τόπο όπου αφαιρούνται τα κόκαλα·

Η διαπίστωση του βάρους των προς θέση σε απόθεμα προϊόντων δεν μπορεί να γίνει πριν από τη σύναψη της σύμβασης.

3. Οι εργασίες θέσης σε απόθεμα τελειώνουν την ημέρα κατά την οποία τίθεται σε απόθεμα η τελευταία παρτίδα της υπό σύμβαση ποσότητας.

Η ημερομηνία αυτή είναι η ημέρα κατά την οποία όλα τα υπό σύμβαση προϊόντα έχουν εισέλθει στην τελική αποθήκη, νωπά ή κατεψυγμένα ανάλογα με την περίπτωση·

4. Όταν τα προϊόντα που τίθενται σε απόθεμα υπάγονται στο σύστημα που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 565/80:

- κατά παρέκκλιση από το άρθρο 28 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3665/87, η προθεσμία που προβλέπεται από τη διάταξη αυτή αυξάνεται έτσι ώστε να καλύπτει την μέγιστη περίοδο συμβατικής αποθεματοποίησης, προσαυξημένη κατά ένα μήνα,

- τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτήσουν την ταυτόχρονη έναρξη των εργασιών θέσης σε απόθεμα και υπαγωγής στο σύστημα που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 565/80. Στην περίπτωση αυτή, η σύμβαση ιδιωτικής αποθεματοποίησης συνάπτεται για ποσότητα αποτελούμενη από πολλές μεμονωμένες παρτίδες που τίθενται σε απόθεμα σε διαφορετικές ημερομηνίες, καθεμία από τις παρτίδες αυτές μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο ιδιαίτερης δήλωσης πληρωμής. Η δήλωση πληρωμής που αναφέρεται στο άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3665/87 υποβάλλεται για κάθε παρτίδα την ημέρα της εισόδου της σε απόθεμα.

Άρθρο 5

1. Το ποσό της εγγύησης που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο από το 30 % του ποσού της ζητούμενης ενισχύσεως.

2. Οι πρωτογενείς απαιτήσεις κατά την έννοια του άρθρου 20 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2220/85 είναι:

- η μη απόσυρση αιτήσεως συνάψεως συμβάσεως ή προσφοράς σε διαγωνισμό,

- η διατήρηση σε απόθεμα κατά τη διάρκεια της περιόδου συμβατικής αποθεματοποίησης τουλάχιστον του 90 % της υπό σύμβαση ποσότητας υπό την ευθύνη του συμβαλλόμενου και με τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 3 παράγραφος 4 στοιχείο α)

και

- όταν εφαρμόζεται το άρθρο 9 παράγραφος 4, η εξαγωγή κρέατος σύμφωνα με μία από τις τρεις δυνατότητες που αναφέρονται στην εν λόγω κατοχή.

3. Με την επιφύλαξη του άρθρου 9 παράγραφος 4 του παρόντος κανονισμού, δεν εφαρμόζεται το άρθρο 27 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2220/85.

4. Η εγγύηση αποδεσμεύεται αμέσως εάν δεν γίνει αποδεκτή η αίτηση για σύναψη συμβάσεως ή η προσφορά σε διαγωνισμό.

5. Εφόσον έχουν παρέλθει 10 ημέρες από την λήξη της προθεσμίας για τη θέση σε απόθεμα που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1, η σύμβαση ακυρώνεται και η εγγύηση καταπίπτει σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 23 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2220/85.

Άρθρο 6

1. Το ποσό της ενίσχυσης καθορίζεται ανά μονάδα βάρους και αναφέρεται στο βάρος που διαπιστώνεται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2.

2. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 3 και του άρθρου 9 παράγραφος 4, ο συμβαλλόμενος δικαιούται της ενισχύσεως εφόσον πληρούνται οι πρωτογενείς απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 2.

3 Η ενίσχυση πληρώνεται καθ' ολοκληρία για την υπό σύμβαση ποσότητα.

Εάν η ποσότητα που έχει πράγματι αποθεματοποιηθεί κατά τη διάρκεια της περιόδου συμβατικής αποθεματοποίησης είναι μικρότερη από την υπό σύμβαση ποσότητα και:

α) μεγαλύτερη ή ίση από το 90 % της ποσότητας αυτής, η ενίσχυση μειώνεται αναλογικά·

β) μικρότερη από το 90 % αλλά μεγαλύτερη ή ίση από το 80 % της ποσότητας αυτής, η ενίσχυση, για την ποσότητα που έχει πράγματι αποθεματοποιηθεί μειώνεται κατά το ήμισυ·

γ) μικρότερη από το 80 % της ποσότητας αυτής, δεν πληρώνεται η ενίσχυση.

4. Μετά από τρεις μήνες συμβατικής αποθεματοποίησης και μετά από αίτηση του συμβαλλόμενου, μπορεί να καταβληθεί μία μόνο προκαταβολή επί του ποσού της ενισχύσεως, εφόσον ο συμβαλλόμενος παρέχει εγγύηση ίση με το ποσό της προκαταβολής, προσαυξημένο κατά το 20 %.

Η προκαταβολή δεν υπερβαίνει το ποσό της ενισχύσεως που αντιστοχεί σε περίοδο αποθεματοποίησης τριών μηνών. Σε περίπτωση εξαγωγής των υπό σύμβαση προϊόντων σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 4 πριν από την πληρωμή της προκαταβολής, λαμβάνεται υπόψη, για τον υπολογισμό του ποσού της προκαταβολής, η περίοδος πραγματικής αποθεματοποίησης για τα προϊόντα αυτά.

Άρθρο 7

1. Η αίτηση πληρωμής της ενισχύσεως καθώς και τα σχετικά δικαιολογητικά πρέπει να υποβάλλονται στην αρμόδια αρχή, εκτός από περιπτώσεις ανωτέρας βίας, σε προθεσμία έξι μηνών μετά το πέρας της μέγιστης περιόδου συμβατικής αποθεματοποίησης. Στην περίπτωση που δεν υποβληθούν τα δικαιολογητικά εντός των προβλεπομένων προθεσμιών, παρά το γεγονός ότι ο συμβαλλόμενος έχει επίδειξει προθυμία για την εμπρόθεσμη υποβολή τους, είναι δυνατόν να εγκριθεί παράταση των προθεσμιών, που δεν υπερβαίνει συνολικά τους έξι μήνες, για την προσκόμιση των έγγράφων αυτών. Στην περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 9 παράγραφος 4, η απόδειξη προσκομίζεται στις προθεσμίες που προβλέπονται στο άρθρο 47 παράγραφος 2, 4, 6 και 7 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3665/87.

2. Με την επιφύλαξη των περιπτώσεων ανωτέρας βίας που αναφέρονται στο άρθρο 10 και των περιπτώσεων κατά τις οποίες έχει αρχίσει διοικητική έρευνα για το δικαίωμα στις ενισχύσεις, η πληρωμή των ενισχύσεων πραγματοποιείται από τις αρμόδιες αρχές σε εύλογη προθεσμία και το πολύ εντός τριών μηνών από την ημέρα υποβολής από τον συμβαλλόμενο, της δεόντως αιτιολογημένης αιτήσεως πληρωμής.

Άρθρο 8

Η ισοτιμία που εφαρμόζεται στα ποσά της ενισχύσεως και στα ποσά των εγγυήσεων είναι η γεωργική ισοτιμία που ισχύει κατά την ημέρα συνάψεως της σύμβασης εφόσον το ποσό της ενισχύσεως προκαθορίζεται κατ' αποκοπή ή κατά την ημέρα λήξεως της προθεσμίας υποβολής των προσφορών εφόσον η ενίσχυση χορηγείται με διαγωνισμό.

Άρθρο 9

1. Οι προθεσμίες, ημερομηνίες και τα χρονικά όρια που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό καθορίζονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1182/71. Ωστόσο, το άρθρο 3 παράγραφος 4 του εν λόγω κανονισμού δεν εφαρμόζεται για τον καθορισμό της περιόδου της αποθεματοποίησης όπως αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 3 στοιχείο δ) του παρόντος κανονισμού, ή όπως τροποποιήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3 στοιχείο ζ) ή με την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου.

2. Η πρώτη ημέρα της περιόδου συμβατικής αποθεματοποίησης είναι η επομένη ημέρα από την ημέρα ολοκλήρωσης των εργασιών θέσης σε απόθεμα.

3. Οι εργασίες διάθεσης των αποθεμάτων μπορούν να αρχίσουν την επόμενη ημέρα από την τελευταία ημέρα της περιόδου συμβατικής αποθεματοποίησης.

4. Μετά τη λήψη περιόδου αποθεματοποίησης δύο μηνών, ο συμβαλλόμενος μπορεί να αποσύρει το σύνολο ή μέρος της ποσότητας του υπό σύμβαση προϊόντος, αλλά τουλάχιστον πέντε τόνους ανά συμβαλλόμενο και ανά αποθήκη ή, εφόσον η διαθέσιμη ποσότητα είναι μικρότερη, το σύνολο των προϊόντων που παραμένουν υπό σύμβαση σε μία αποθήκη, υπό τον όρο ότι σε εξήντα ημέρες μετά την ημέρα εξόδου από την αποθήκη, η ποσότητα αυτή,

- έχει μεταφερθεί ως έχει εκτός του τελωνειακού εδάφους της Κοινότητας,

- έχει φθάσει ως έχει στον προορισμό της στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 34 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3665/87

ή

- έχει τοποθετηθεί ως έχει σε εγκεκριμένη αποθήκη εφοδιασμού σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 38 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3665/87.

Η περίοδος συμβατικής αποθεματοποίησης λήγει, για κάθε μεμονωμένη παρτίδα που προορίζεται για εξαγωγή, την προηγούμενη:

- της ημέρας εξόδου των αποθεμάτων

ή

- της ημέρας αποδοχής της δηλώσεως εξαγωγής εφόσον δεν έχουν μετακινηθεί τα προϊόντα.

Το ποσό της ενισχύσεως μειώνεται αναλογικά με τη μείωση της περιόδου αποθεματοποιήσεως κατά τα ποσά που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2763/75.

Για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου, η απόδειξη εξαγωγής προσκομίζεται σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3665/87.

5. Σε περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων των παραγράφων 3 ή 4, ο συμβαλλόμενος ειδοποιεί εγκαίρως τον οργανισμό παρέμβασης πριν από την προβλεπόμενη έναρξη των εργασιών εξόδου από την αποθεματοποίηση· ο οργανισμός παρεμβάσεως μπορεί να απαιτήσει η σχετική ενημέρωση να γίνεται τουλάχιστον δύο εργάσιμες ημέρες πριν από την ημερομηνία αυτή.

Όταν δεν τηρείται η υποχρέωση προηγούμενης ενημέρωσης αλλά εφόσον έχουν παρασχεθεί, σε προθεσμία 30 ημερών μετά την έξοδο από την αποθήκη, επαρκείς και ικανοποιητικές για τις αρμόδιες αρχές αποδείξεις όσον αφορά την ημερομηνία εξόδου από την αποθήκη και τις σχετικές ποσότητες.

- το ποσό της ενίσχυσης χορηγείται με την επιφύλαξη του άρθρου 6 παράγραφος 3

και

- 15 % του ποσού της εγγύησης παρακρατείται για τη σχετική ποσότητα.

Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις μη τήρησης της απαίτησης αυτής,

- καμία ενίσχυση δεν πληρώνεται στο πλαίσιο της σχετικής σύμβασης

και

- παρακρατείται το σύνολο της εγγύησης για τη σχετική σύμβαση.

6. Όταν, με την επιφύλαξη των περιπτώσεων ανωτέρας βίας που αναφέρονται στο άρθρο 10, το τέλος της περιόδου συμβατικής αποθεματοποίησης ή η προθεσμία των δύο μηνών που αναφέρεται στην παράγραφο 4 δεν τηρείται από τον συμβαλλόμενο για ολόκληρη την αποθεματοποιημένη ποσότητα, καθε ημερολογιακή ημέρα μη τήρησης επιφέρει απώλεια 10 % της οφειλόμενης ενίσχυσης για την εν λόγω σύμβαση.

Άρθρο 10

Όταν μία περίπτωση ανωτέρας βίας επηρεάζει την εκπλήρωση των συμβατικών υποχρώσεων του συμβαλλόμενου, η αρμόδια αρχή του ενδιαφερομένου κράτους μέλους καθορίζει τα μέτρα που κρίνει αναγκαία λόγω της επικαλούμενης περιστάσεως. Η αρχή αυτή πληροφορεί την Επιτροπή για κάθε περίπτωση ανωτέρας βίας καθώς και για τα μέτρα που έχουν ληφθεί σχετικά.

ΤΙΤΛΟΣ II

ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 11

Στην περίπτωση κατά την οποία το ύψος των ενισχύσεων προκαθορίζεται κατ' αποκοπή:

α) η αίτηση για σύναψη συμβάσεως πρέπει να κατατεθεί στον αρμόδιο οργανισμό παρεμβάσεως σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 2·

β) ο αρμόδιος οργανισμός παρεμβάσεως οφείλει να ανακοινώνει σε κάθε αιτούντα, με συστημένη επιστολή, τηλετυπικό μήνυμα, τηλεφωτοαντιγραφή ή έναντι αποδείξεως παραλαβής, την απόφαση σχετικά με την αίτηση για σύναψη σύμβασης σε προθεσμία πέντε εργασίμων ημερών από την ημέρα υποβολής της αιτήσεως στον οργανισμό αυτό.

Σε περίπτωση αποδοχής της αιτήσεως, η ημέρα συνάψεως της συμβάσεως είναι η ημέρα της λήψεως απόφασης που αναφέρεται στο στοιχείο β). Ο οργανισμός παρέμβασης διευκρινίζει αναλόγως την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 3 στοιχείο γ).

Άρθρο 12

1. Στην περίπτωση κατά την οποία η ενίσχυση χορηγείται με διαγωνισμό:

α) η Επιτροπή αναγγέλλει στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων το άνοιγμα διαδικασίας διαγωνισμού προσδιορίζοντας ιδίως τα προς αποθεματοποίηση προϊόντα, την ημερομηνία και την ώρα λήψεως της προθεσμίας για την υποβολή των προσφορών, καθώς και την ελάχιστη ποσότητα που μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο προσφοράς·

β) η προσφορά πρέπει να υποβάλλεται σε Ecu στον αρμόδιο οργανισμό παρεμβάσεως σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 2·

γ) η διαλογή των προσφορών πραγματοποιείται από τις αρμόδιες υπηρεσίες των κρατών μελών χωρίς την παρουσία του κοινού· τα πρόσωπα που λαμβάνουν μέρος στη διαλογή υποχρεούνται να τηρούν το απόρρητο·

δ) οι υποβληθείσες προσφορές πρέπει να περιέρχονται στην Επιτροπή ανώνυμα, μέσω των κρατών μελών, το αργότερο τη δεύτερη εργάσιμη ημέρα μετά την ημέρα λήξης της προθεσμίας για την καταβολή των προσφορών όπως προβλέπεται στην προκήρυξη του διαγωνισμού·

ε) σε περίπτωση μη υπάρξεως προσφορών, τα κράτη μέλη πληροφορούν σχετικά την Επιτροπή στην ίδια προθεσμία με εκείνη που προβλέπεται στο στοιχείο δ)·

στ) με βάση τις προσφορές που έχουν ληφθεί, η Επιτροπή αποφασίζει σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 24 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2759/75, είτε τον καθορισμό ανωτάτου ποσού ενισχύσεως λαμβάνοντας υπόψη τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2763/75, είτε τη μη συνέχιση του διαγωνισμού·

ζ) όταν καθορίζεται ανώτατο ποσό ενισχύσεως, οι προσφορές που δεν υπερβαίνουν το ποσό αυτό γίνονται δεκτές.

2. Ο αρμόδιος οργανισμός παρεμβάσεως οφείλει να γνωστοποιεί σε όλους τους μετέχοντες στο διαγωνισμό με συστημένη επιστολή, τηλετυπικό μήνυμα, τηλεφωτοαντιγραφή ή έναντι αποδείξεως παραλαβής, το αποτέλεσμα της συμμετοχής τους στο διαγωνισμό σε προθεσμία πέντε εργάσιμων ημερών από την ημέρα κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη της αποφάσεως της Επιτροπής.

Σε περίπτωση αποδοχής της προσφοράς, η ημέρα συνάψεως της συμβάσεως είναι η ημέρα της αποστολής της κοινοποίησης του αποτελέσματος εκ μέρους του οργανισμού παρέμβασης όπως προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο. Ο οργανισμός παρέμβασης προσδιορίζεται αναλόγως την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 3 στοιχείο γ).

ΤΙΤΛΟΣ III

ΕΛΕΓΧΟΣ ΚΑΙ ΚΥΡΩΣΕΙΣ

Άρθρο 13

1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να τηρούνται οι όροι που παρέχουν δικαίωμα πληρωμής της ενίσχυσης. Για το σκοπό αυτό ορίζουν την υπεύθυνη για τον έλεγχο της αποθεματοποίησης εθνική αρχή.

2. Ο συμβαλλόμενος διατηρεί στη διάθεση της αρχής που αναλαμβάνει τον έλεγχο της αποθεματοποίησης, όλα τα έγγραφα ταξινομημένα ανά σύμβαση από τα οποία είναι ιδίως δυνατόν να εξακριβωθούν για τα προϊόντα που τίθενται σε ιδιωτική αποθεματοποίηση, τα εξής:

α) η κυριότητα των προϊόντων τη στιγμή της θέσης σε απόθεμα·

β) η ημερομηνία της θέσης σε απόθεμα·

γ) το βάρος και ο αριθμός των κιβωτίων ή των διαφορετικής συσκευασίας τεμαχίων·

δ) η παρουσία των πρϊόντων στην αποθήκη·

ε) η υπολογιζόμενη ημερομηνία λήξεως της ελαχίστης περιόδου συμβατικής αποθεματοποίησης, συμπληρωμένη, σε περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 9 παράγραφοι 4 ή 6, με την ημερομηνία της πραγματικής εξόδου από την αποθεματοποίηση.

3. Ο συμβαλλόμενος ή, κατά περίπτωση, αντ' αυτού, ο διαχειριστής της αποθήκης, διατηρεί λογιστική αποθήκης, διαθέσιμη στην αποθήκη, η οπία περιλαμβάνει, ανά αριθμό σύμβασης:

α) την ταυτότητα των προϊόντων που τίθενται σε ιδιωτική αποθεματοποίηση·

β) την ημερομηνία θέσης σε απόθεμα και την υπολογιζόμενη ημερομηνία λήψεως της ελαχίστης περιόδου συμβατικής αποθεματοποίησης, συμπληρωμένη με την ημερομηνία της πραγματικής εξόδου από την αποθεματοποίηση·

γ) τον αριθμό των ημισφαγίων ή τεταρτημορίων σφαγίων, των κιβωτίων ή των άλλων ξεχωριστά αποθεματοποιημένων τεμαχίων, την ονομασία τους, καθώς και το βάρος κάθε παλέτας ή των άλλων ξεχωριστά αποθεματοποιημένων τεμαχίων, που έχουν καταχωρηθεί, κατά περίπτωση ανά μεμονωμένες παρτίδες·

δ) την τοποθέτηση των προϊόντων στην αποθήκη.

4. Η ταυτότητα των αποθεματοποιημένων προϊόντων πρέπει να διαπιστώνεται ευχερώς και τα προϊόντα πρέπει να διακρίνονται ανά σύμβαση. Σε κάθε παλέτα και, κατά περίπτωση, σε κάθε τεμάχιο που έχει αποθεματοποιηθεί χωριστά, πρέπει να σημειώνεται ο αριθμός της σύμβασης, η ονομασία του προϊόντος και το βάρος. Η ημερομηνία της αποθεματοποίησης πρέπει να αναφέρεται ξεχωριστά σε κάθε μεμονωμένη παρτίδα που αποθεματοποιείται σε δεδομένη ημέρα.

Η αρχή που έχει αναλάβει τον έλεγχο εξακριβώνει, κατά την θέση σε απόθεμα, τη σήμανση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο και μπορεί να προβεί στη σφράγιση των προϊόντων που έχουν τεθεί σε απόθεμα.

5. Η αρχή που αναλαμβάνει τον έλεγχο προβαίνει:

α) για κάθε σύμβαση, σε έλεγχο τηρήσεως όλων των υποχρεώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 4·

β) σε υποχρεωτικό έλεγχο της ύπαρξης των προϊόντων στην αποθήκη κατά την τελευταία εβδομάδα της περιόδου συμβατικής αποθεματοποίησης·

γ) - είτε στη σφράγιση του συνόλου των υπό σύμβαση προϊόντων που είναι αποθεματοποιημένα, σύμφωνα με την απράγραφο 4 δεύτερο εδάφιο,

- είτε σε αιφνιδιαστικό δειγματολειπτικό έλεγχο της ύπαρξης των προϊόντων σε αποθήκη. Το λαμβανόμενο δείγμα πρέπει να είναι αντιπροσωπευτικό και να ανταποκρίνεται τουλάχιστον στο 10 % της ποσότητας που τίθεται σε απόθεμα σε κάθε κράτος μέλος στα πλαίσια μέτρου ενίσχυσης της ιδιωτικής αποθεματοποίησης. Ο έλεγχος αυτός περιλαμβάνει επιπλέον τον έλεγχο της λογιστικής που αναφέρεται στην παράγραφο 3, τη φυσική εξακρίβωση της φύσης και του βάρους των προϊόντων και τον προσδιορισμό της ταυτότητάς τους. Οι φυσικές αυτές εξακριβώσεις πρέπει να αφορούν τουλάχιστον το 5 % της ποσότητας που υπόκειται σε αιφνίδιο έλεγχο.

Οι δαπάνες σφράγισης ή διακίνησης που προκύπτουν κατά τη διάρκεια του ελέγχου επιβαρύνουν τον συμβαλλόμενο.

6. Οι έλεγχοι που πραγματοποιούνται βάσει της παραγράφου 5 πρέπει να αποτελούν αντικείμενο έκθεσης στην οποία προσδιορίζονται:

- η ημερομηνία ελέγχου,

- η διάρκειά του

και

- οι πραγματοποιηθείσες εργασίες.

Η έκθεση ελέγχου πρέπει να υπογράφεται από τον υπεύθυνο υπάλληλο για τον έλεγχο και να προσυπογράφεται από το συμβαλλόμενο ή, κατά περίπτωση, από τον κάτοχο της αποθήκης και πρέπει να περιλαμβάνεται στο φάκελο πληρωμής.

7. Σε περίπτωση σημαντικών παρατυπιών που αφορούν 5 % ή περισσότερο των ποσοτήτων των προϊόντων της ίδιας σύμβασης, το οποία υφίστανται έλεγχο, ο έλεγχος επεκτείνεται σε ευρύτερο δείγμα που καθορίζεται από την υπεύθυνη για τον έλεγχο αρχή.

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις περιπτώσεις αυτές στην Επιτροπή σε προθεσμία τεσσάρων εβδομάδων.

Άρθρο 14

Στην περίπτωση που διαπιστώνεται και επαληθεύεται από την αρμόδια για τον έλεγχο της αποθεματοποίησης αρχή, ότι η δήλωση που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 3 στοιχείο α) είναι ψευδής και έγινε εκ προθέσεως ή λόγω σοβαρής αμέλειας, ο εν λόγω συμβαλλόμενος αποκλείεται από το καθεστώς ενίσχυσης στην ιδιωτική αποθεματοποίηση μέχρι το τέλος του επόμενου ημερολογιακού έτους.

ΤΙΤΛΟΣ IV

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 15

1. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή όλες τις διατάξεις που έχουν ληφθεί για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν με τηλετυπικό ή τηλεαντιγραφικό μήνυμα στην Επιτροπή:

α) πριν από την Πέμπτη κάθε εβδομάδας, κατανεμημένα ανά περίοδο αποθεκεύσεως, τα προϊόντα και τις ποσότητες που αποτελούν αντικείμενο αιτήσεων για σύναψη συμβάσεων, τα προϊόντα και τις ποσότητες για τις οποίες έχουν συναφθεί συμβάσεις κατά τη διάρκεια της προηγούμενης εβδομάδας, καθώς και ανακεφαλαίωση των προϊόντων και ποσοτήτων για τα οποία έχουν συναφθεί συμβάσεις·

β) κάθε μήνα, τα προϊόντα και τις συνολικές ποσότητες που έχουν τεθεί σε απόθεμα·

γ) κάθε μήνα, τα προϊόντα και τις συνολικές ποσότητες που βρίσκονται πράγματι σε απόθεμα, καθώς και τα προϊόντα και τις συνολικές ποσότητες για τις οποίες έχει λήξει η περίοδος συμβατικής αποθεματοποίησης·

δ) κάθε μήνα, εφόσον μειώνεται η παρατείνεται η διάρκεια της περιόδου αποθεματοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο ζ), ή εφόσον μειώνεται η περίοδος αποθεματοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 9 απράγραφοι 4 ή 6, τα προϊόντα και τις ποσότητες ως προς τις οποίες η περίοδος αποθεματοποίησης έχει τροποποιηθεί καθώς και τους μήνες εξόδου από την αποθεματοποίηση που έχουν προβλεφθεί και τροποποιηθεί.

3. Η εφαρμογή των μέτρων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό αποτελεί αντικείμενο περιοδικής εξετάσεως σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 25 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2759/75.

Άρθρο 16

1. Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1092/80 καταργείται.

2. Οι αναφορές στον καταργθέντα κανονισμό θεωρούνται ότι γίνονται στον παρόντα κανονισμό.

Οι αναφορές στα άρθρα του καταργηθέντος κανονισμού πρέπει να διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος.

Άρθρο 17

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Εφαρμόζεται στις συμβάσεις που συνάπτονται από την ημερομηνία αυτή.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 27 Νοεμβρίου 1990.

Για την Επιτροπή

Ray Mac Sharry

Μέλος της Επιτροπής

[1] ΕΕ αριθ. L 282 της 1. 11. 1975, σ. 1.

[2] ΕΕ αριθ. L 129 της 11. 5. 1989, σ. 12.

[3] ΕΕ αριθ. L 164 της 29. 6. 1985, σ. 1.

[4] ΕΕ αριθ. L 201 της 31. 7. 1990, σ. 9.

[5] ΕΕ αριθ. L 282 της 1. 11. 1975, σ. 19.

[6] ΕΕ αριθ. L 104 της 11. 5. 1971, σ. 12.

[7] ΕΕ αριθ. L 82 της 29. 3. 1990, σ. 1.

[8] ΕΕ αριθ. L 62 της 7. 3. 1980, σ. 5.

[9] ΕΕ αριθ. L 199 της 22. 7. 1983, σ. 12.

[10] ΕΕ αριθ. L 205 της 3. 8. 1985, σ. 5.

[11] ΕΕ αριθ. L 364 της 14. 12. 1989, σ. 54.

[12] ΕΕ αριθ. L 124 της 8. 6. 1971, σ. 1.

[13] ΕΕ αριθ. L 351 της 14. 12. 1987, σ. 1.

[14] ΕΕ αριθ. L 152 της 16. 6. 1990, σ. 33.

[15] ΕΕ αριθ. L 114 της 3. 5. 1980, σ. 22.

[16] ΕΕ αριθ. L 306 της 11. 11. 1988, σ. 32.

--------------------------------------------------

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1092/80 | Παρών κανονισμός |

Άρθρο 1 | Άρθρο 1 |

Άρθρο 2 | Άρθρο 2 |

Άρθρο 3 | Άρθρο 3 παράγραφοι 3 και 4 |

Άρθρο 4 | Άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 2 |

— | Άρθρο 4 |

Άρθρο 5 | Άρθρο 5 |

Άρθρο 6 | Άρθρο 6 |

— | Άρθρο 7 |

Άρθρο 7 | Άρθρο 8 |

Άρθρο 8 | Άρθρο 9 |

Άρθρο 9 | Άρθρο 10 |

Άρθρο 10 | Άρθρο 11 |

Άρθρο 11 | Άρθρο 12 |

— | Άρθρο 13 |

— | Άρθρο 14 |

Άρθρο 12 | Άρθρο 15 |

Άρθρο 13 | Άρθρο 16 |

Άρθρο 14 | Άρθρο 17 |

--------------------------------------------------