31990R3421

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3421/90 της Επιτροπής της 26ης Νοεμβρίου 1990 για την επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ασπαρτάμης καταγωγής Ιαπωνίας και Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 330 της 29/11/1990 σ. 0016 - 0022
Φινλανδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 11 τόμος 16 σ. 0124
Σουηδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 11 τόμος 16 σ. 0124


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΟΚ) αριθ. 3421/90 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 26ης Νοεμβρίου 1990 για την επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ασπαρτάμης καταγωγής Ιαπωνίας και Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2324/88 του Συμβουλίου της 11ης Ιουλίου 1988 για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (1), και ιδίως το άρθρο 11,

Μετά από διαβουλεύσεις στο πλαίσιο της συμβουλευτικής επιτροπής που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88,

Εκτιμώντας:

Α. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ (1) Η Επιτροπή έλαβε καταγγελία που υποβλήθηκε από την Holland Sweetener Company Vof (που στο εξής θα αναφέρεται HSC), που είναι ο μοναδικός παραγωγός ασπαρτάμης στην Κοινότητα. Η καταγγελία περιείχε αποδεικτικά στοιχεία ως προς το ντάμπινγκ που ασκήθηκε στις εισαγωγές αυτού του προϊόντος καταγωγής Ιαπωνίας και Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής και ως προς τη σημαντική ζημία που προέκυψε, τα οποία στοιχεία θεωρήθηκαν επαρκή για να δικαιολογήσουν την έναρξη διαδικασίας.

(2) Η Επιτροπή κατά συνέπεια ανήγγειλε, με ανακοίνωση που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (2), την έναρξη διαδικασίας αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές στην Κοινότητα ασπαρτάμης (που στο εξής θα καλείται ΑΡΜ) που υπάγεται στον κωδικό ΣΟ ex 2924 29 90, καταγωγής Ιαπωνίας και Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής και άρχισε έρευνα.

(3) Η Επιτροπή ενημέρωσε επίσημα τους εξαγωγείς και εισαγωγείς που είναι γνωστό ότι ενδιαφέρονται, τους αντιπροσώπους της χώρας εξαγωγής και τον καταγγέλλοντα και έδωσε στα άμεσα ενδιαφερόμενα μέρη την ευκαιρία να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση.

(4) Όλοι οι εξαγωγείς, ορισμένοι εισαγωγείς και ο κοινοτικός παραγωγός γνωστοποίησαν γραπτώς τις απόψεις τους. Επίσης ορισμένες ενώσεις που αντιπροσωπεύουν τους καταναλωτές ΑΡΜ υπέβαλαν παρατηρήσεις.

(5) Η έρευνα ως προς το ντάμπινγκ κάλυψε την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 1989 μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 1989.

(6) Η Επιτροπή αναζήτησε και επαλήθευσε όλες τις πληροφορίες που έκρινε αναγκαίες για το σκοπό του προκαταρκτικού προσδιορισμού του ντάμπινγκ και πραγματοποίησε επιτόπου έρευνες στις εγκαταστάσεις των ακόλουθων εταιρειών:

α) κοινοτικός παραγωγός:

The Holland Swetener Company VoF, Maastricht, The Netherlands 7 β) ιάπωνας παραγωγός/εξαγωγέας:

Ajinomoto Co. Ltd Tokyo, Japan 7 γ) παραγωγός/εξαγωγέας των Ηνωμένων της Πολιτειών Αμερικής:

The NutraSweet Company, Deerfield, USA 7 δ) εισαγωγέας που συνδέεται με τον ιάπωνα παραγωγό/εξαγωγέα:

Deutshe ajinomoto, GmbH, Hamburg, Germany.

(7) Η Επιτροπή ζήτησε και έλαβε λεπτομερείς γραπτές και προφορικές παρατηρήσεις από τον κοινοτικό παραγωγό, τους εξαγωγείς και αριθμό εισαγωγέων, και επαλήθευσε τις πληροφορίες αυτές στο βαθμό που έκρινε αναγκαίο.

Β. ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ (8) Η ΑΡΜ είναι γλακαντική ουσία η γεύση της οποίας είναι παρόμοια με αυτή της ζάχαρης αλλά με χαμηλότερη θερμιδογόνα αξία.

(9) Οι κυριότερες εφαρμογές της ΑΡΜ είναι στις βιομηχανίες μη αλκοολούχων ποτών, τροφίμων και γαλακτοκομικών προϊόντων. Η ΑΡΜ χρησιμοποιείται επίσης στην αγορά ειδών επιτραπέζιας χρήσης, δηλαδή τα δισκία χαμηλής θερμιδογόνου αξίας και η σκόνη που χρησιμοποιείται για να γλυκαίνουν τον καφέ και το τσάι.

(10) Παρόλο που η ΑΡΜ παράγεται παγκοσμίως με διαφορετικές τεχνολογίες, το προϊόν είναι ενιαίο και δεν παρουσιάζονται σημαντικές διαφορές στα φυσικά ή τεχνικά χαρακτηριστικά του.

(11) Η ΑΡΜ που παράγεται από τον αμερικανό εξαγωγέα πωλήθηκε, στην εγχώρια αγορά καθώς και εξήχθη προς την Κοινότητα με το εμπορικό σήμα της NutraSweet. Το ιαπωνικό προϊόν εξήχθη προς την Κοινότητα με το ίδιο σήμα NutraSweet, ενώ για τις εγχώριες πωλήσεις χρησιμοποιήθηκε το σήμα Pal.

Γ. ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ α) Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Ι. Κανονική αξία (12) Για να καθορίσει αν οι εγχώριες πωλήσεις μπορούν να θεωρηθούν επαρκώς αντιπροσωπευτικές ώστε να αποτελέσουν τη βάση για τον καθορισμό της κανονικής αξίας, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι στην εγχώρια αγορά των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής που είναι η μεγαλύτερη αγορά ΑΡΜ παγκοσμίως, οι εγχώριες πωλήσεις υπερέβαιναν τις εξαγωγές προς την Κοινότητα και, συνεπώς, πραγματοποιήθηκαν σε επαρκείς ποσότητες ούτως ώστε να θεωρηθεί αυτή βιώσιμη αγορά και να αποτελέσει βάση για τον καθορισμό της κανονικής αξίας.

(13) Η Επιτροπή εξέτασε επίσης αν αυτές οι πωλήσεις πραγματοποιήθηκαν κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις. Για το σκοπό αυτό πραγματοποιήθηκε σύγκριση μεταξύ του μέσου κόστους παραγωγής κατά την περίοδο που κάλυψε η έρευνα και των τιμών που εφαρμόστηκαν για όλες τις εγχώριες πωλήσεις κατά την ίδια περίοδο και σε επίπεδο «εκ του εργοστασίου». Η σύγκριση αυτή έδειξε ότι όλες οι εγχώριες πωλήσεις πραγματοποιήθηκαν σε τιμές οι οποίες επέτρεψαν, κατά την περίοδο που κάλυψε η έρευνα, την κάλυψη του κόστους δεόντως κατανεμημένου.

(14) Λόγω του γεγονότος ότι κυμαίνονταν οι τιμές, η Επιτροπή υπολόγισε την κανονική αξία με βάση τις μέσες σταθμισμένες τιμές όλων των εγχωρίων πωλήσεων σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 13 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88 του Συμβουλίου (που στο εξής θα καλείται ο κανονισμός).

(15) Ο αμερικανός εξαγωγέας και η NutraSweet AG (που στο εξής θα καλείται NSAG), που είναι η συνδεόμενη εταιρεία αυτού του εξαγωγέα, προέβαλαν το επιχείρημα ότι δεν υπήρχαν διαφορές στην ελαστικότητα των τιμών ασπαρτάμης μεταξύ της αμερικανικής και της κοινοτικής αγοράς επειδή υπάρχει μεγαλύτερος βαθμός ευαισθητοποίησης σε θέματα υγείας και, επομένως, μεγαλύτερη προτίμηση για ΑΡΜ στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Επιπλέον, η κοινοτική αγορά ΑΡΜ αναπτύχθηκε αργότερα από ό,τι η αμερικανική αγορά και, επομένως, το προϊόν είναι λιγότερο γνωστό στους καταναλωτές της Κοινότητας. Συνεπώς, οι εγχώριες τιμές στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής δεν επιτρέπουν ορθή σύγκριση και δεν πρέπει να χρησιμοποιηθούν για τον καθορρισμό της κανονικής αξίας. Αντίθετα η κανονική αξία πρέπει να καθοριστεί με βάση την κατασκευασμένη αξία.

(16) Η Επιτροπή αποδέχεται το ότι πρέπει, γενικά, να υπάρχουν διαφορές στην ελαστικότητα των τιμών μεταξύ της αμερικανικής και της κοινοτικής αγοράς εφόσον δεν θα ήταν δυνατό να υπάρξουν αλλιώς διαφορές των τιμών. Αυτές οι διαφορές της ελαστικότητας των τιμών αποτελούν προϋπόθεση για τη διαφοροποίηση των τιμών και αν πρέπει να γίνουν αναπροσαρμογές γι' αυτήν τη διαφορά δεν θα ήταν δυνατόν να να επιβληθεί δασμός για την άσκηση πρακτικών ντάμπινγκ.

(17) Ο εξαγωγέας προέβαλε επίσης το επιχείρημα ότι, εφόσον πραγματοποίησε πωλήσεις με ευρεσιτεχνία στην αμερικανική αγορά, ενώ είχε λήξη η ισχύς αυτού του διπλώματος ευρεσιτεχνίας στην κοινοτική αγορά, δεν πρέπει να ληφθούν μέτρα άμυνας με τον καθορισμό της κανονικής αξίας βάσει των εγχωρίων τιμών, εφόσον αυτές οι τιμές δεν επιτρέπουν ορθή σύγκριση.

(18) Η Επιτροπή δεν θεωρεί δικαιολογημένο αυτό το επιχείρημα. Το κοινοτικό και το διεθνές δίκαιο καταδικάζουν τις ζημιογόνες διακρίσεις των τιμών ανεξάρτητα από τους λόγους και τα κίνητρα που οδήγησαν σε αυτές τις διακρίσεις. Τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής από μόνα τους δεν καθορίζουν τα εγχώρια επίπεδα των τιμών. Αν ο εξαγωγέας χρησιμοποιεί την θέση ως κάτοχος διπλώματος ευρεσιτεχνίας για να επιβάλει υψηλότερες τιμές στην εγχώρια αγορά από ό,τι για τις εξαγωγές του η πρακτική αυτή απορρέει από την ελεύθερη επιχειρηματική του απόφαση. Δεν υπάρχει λόγος να μην εφαμοστούν οι κανόνες αντιντάμπινγκ σ' αυτήν τη διαφοροποίηση των τιμών στο βαθμό που προκαλεί σημαντική ζημία στην κοινοτική βιομηχανία.

(19) Κατά συνέπεια η Επιτροπή καθόρισε την κανονική αξία με βάση τις μέσες σταθμισμένες τιμές, μετά την αφαίρεση των επιπτώσεων σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 στοιχείο α) του κανονισμού, δηλαδή με βάση τις τιμές που έχουν πράγματι πληρωθεί κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις για το ομοειδές προϊόν που προοριζόταν για κατανάλωση στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.

ΙΙ. Τιμή εξαγωγής (20) Οι τιμές εξαγωγής καθορίστηκαν με βάση τις πωλήσεις που πραγματοποίησε ο αμερικανός εξαγωγέας απευθείας σε ανεξάρτητους πελάτες. Αυτές οι πωλήσεις οι οποίες αντιπροσώπευαν το μεγαλύτερο τμήμα των αμερικανικών εξαγωγών προς την Κοινότητα πραγματοποιήθηκαν απευθείας σε πελάτες στην Κοινότητα ή σε πελάτες στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής για να εξαχθούν εν συνεχεία στην Κοινότητα. Οι τιμές εξαγωγής καθορίστηκαν, επομένως, με βάση τις τιμές που έχουν πράγματι πληρωθεί ή που πρέπει να πληρωθούν για το προϊόν το οποίο πωλήθηκε στους εξαγωγείς στην Κοινότητα σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 8 στοιχείο α) του κανονισμού.

(21) Ο εξαγωγέας ισχυρίσθηκε ότι ορισμένες από τις πωλήσεις οι οποίες πραγματοποιήθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής αλλά εν συνεχεία εξήχθησαν στην Κοινότητα, δεν πρέπει να θεωρηθούν εξαγωγικές πωλήσεις.

(22) Η Επιτροπή δεν έκρινε ότι αυτές οι πωλήσεις έπρεπε να αποκλεισθούν από τις εξαγωγές προς Κοινότητα ειδικότερα επειδή ο παραγωγός γνώριζε τον τελικό προορισμό των προϊόντων. Οι πωλήσεις συμπεριλήφθηκαν, κατά συνέπεια,στις εξαγωγικές πωλήσεις προς την Κοινότητα.

(23) Ο αμερικανός παραγωγός εξήγαγε επίσης προς την Κοινότητα μέσω της NSAG, την συνοδευόμενη εταιρεία που βρίσκεται στην Ελβετία. Για τον προκαταρκτικό καθορισμό του ντάμπινγκ η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη τις τιμές των εξαγωγικών πωλήσεων μέσω της NSAG. Εν πάση περιπτώσει το να ληφθούν υπόψη αυτές οι τιμές δεν θα επηρέαζε το επίπεδο του προσωρινού δασμού (βλέπε σημείο 66).

β) Ιαπωνία (24) Κατά την επιτόπου έρευνα στην Ιαπωνία, ο ιάπωνας εξαγωγέας δεν παρείχε τις πληροφορίες που ζήτησε η Επιτροπή και οι οποίες θεωρήθηκαν αναγκαίες για τον καθορισμό της κανονικής αξίας. Ειδικότερα, η Επιτροπή δεν ήταν σε θέση να επαληθεύσει τις εγχώριες πωλήσεις της εταιρείας. Οι πληροφορίες που έθεσε στη διάθεσή της η εταιρεία επέτρεψαν μόνο τον έλεγχο του 1 % των εγχωρίων πωλήσεων. Η Επιτροπή δεν ήταν επίσης σε θέση να ελέγξει το κόστος παραγωγής εφόσον η εταιρεία αυτή αρνήθηκε να προσκομίσει στοιχεία που αφορούσαν το μεγαλύτερο μέρος της περιόδου έρευνας.

(25) Συνεπώς, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η εν λόγω εταιρεία αρνήθηκε στην Επιτροπή πρόσβαση σε ουσιαστικές πληροφορίες παρά τις ειδικές αιτήσεις της πριν από την έρευνα και παρεμπόδισε σημαντικά τη διαδικασία της έρευνας. Αυτή η συμπεριφορά αιτιολογεί τη χρήση των πληροφοριών που είναι στη διάθεση της Επιτροπής σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 παράγραφος 7 στοιχείο β) του κανονισμού.

(26) Όλες οι εξαγωγές της Ajinomoto προς την Κοινότητα πραγματοποιήθηκαν μέσω της NSAG στην Ελβετία. Η Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχείο β) του κανονισμού, πρότεινε τόσο στην εταιρεία όσο και στην εν λόγω χώρα να πραγματοποιήσει επιτόπια έρευνα στις εγκαταστάσεις της εταιρείας αυτής. Ωστόσο, οι αρχές της Ελβετίας πρόβαλαν αντιρρήσεις ως προς την πρόταση της Επιτροπής και, συνεπώς, δεν ήταν δυνατό να γίνει κατάλληλη επιτόπου έρευνα στις εγκαταστάσεις της εταιρείας.

(27) Λόγω της άρνησης του εξαγωγέα να προσκομίσει τις αναγκαίες πληροφορίες και λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι δεν ήταν δυνατόν να ελέγξει τις τιμές εξαγωγής, η Επιτροπή έκρινε σκόπιμο να εφαρμόσει τις διαπιστώσεις ως προς το ντάμπινγκ για τον αμερικανό εξαγωγέα και στον ιάπωνα εξαγωγέα, ως τις καταλληλότερες πληροφορίες που είχε στη διάθεσή της.

Δ. ΣΥΓΚΡΙΣΗ (28) Για να γίνει ορθή σύγκριση μεταξύ της κανονικής αξίας και των τιμών εξαγωγής, έγιναν οι κατάλληλες αναπροσαρμογές σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφοι 9 και 10 του κανονισμού, τόσο στις τιμές εξαγωγής όσο και στην κανονική αξία για να ληφθούν υπόψη οι διαφορές που επιδρούν στη δυνατότητα σύγκρισης των τιμών.

(29) Ως προς αυτό η Επιτροπή έκανε αναπροσαρμογές για να ληφθούν υπόψη οι μισθοί των πολιτών, τα έξοδα μεταφοράς, ασφάλισης, συσκευασίας, αποθήκευσης, οι όροι πίστωσης και οι προμήθειες.

Ε. ΠΕΡΙΘΩΡΙΑ ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ (30) Πραγματοποιήθηκε σύγκριση μεταξύ της κανονικής αξίας και των τιμών εξαγωγής συναλλαγή προς συναλλαγή. Η προκαταρκτική εξέταση των γεγονότων δείχνει ότι έχουν ασκηθεί πρακτικές ντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές ΑΡΜ καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, και τα περιθώρια του ντάμπινγκ που διαπιστώθηκαν ισοδυναμούν με το ποσό κατά το οποίο η κανονική αξία, όπως καθορίστηκε, υπερβαίνει τις τιμές εξαγωγής προς την Κοινότητα.

(31) Τα μέσα σταθμισμένα περιθώρια του ντάμπινγκ υπερέβαιναν το 100 %.

(32) Για τους λόγους που αναφέρονται στα σημεία 24 έως 27, εφαρμόζεται το ίδιο περιθώριο του ντάμπινγκ και στον ιάπωνα εξαγωγέα.

ΣΤ. ΖΗΜΙΑ Ι. Η κοινοτική αγορά ΑΡΜ (33) Μέχρι το 1986/87 οι αμερικανοί και ιάπωνες εξαγωγείς επωφελήθησαν από την προστασία της ευρεσιτεχνίας στην Κοινότητα καιήταν οι μοναδικοί σημαντικοί προμηθευτές στην κοινοτική αγορά. Όταν έληξε η ισχύς των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, άρχισε να λειτουργεί η Holland Sweetener Co. Σήμερα αυτές οι τρεις εταιρείες αντιπροσωπεύουν ουσιαστικά το 100 % των πωλήσεων και της κατανάλωσης στην Κοινότητα.

(34) Ως προς αυτό η Επιτροπή καθόρισε ότι η κοινοτική αγορά αυξήθηκε από (. . .) κιλά το 1986 σε (. . .) το 1989, δηλαδή κατά 215 % (1).

ΙΙ. Όγκος και τμήμα της αγοράς των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ (35) Ο αμερικανός εξαγωγέας ισχυρίστηκε ότι δεν έπρεπε να γίνει σώρευση των εξαγωγών ΑΡΜ καταγωγής Ιαπωνίας και Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, προς την Κοινότητα επειδή οι αμερικανικές εξαγωγές αντιπροσώπευαν λιγότερο από . . . των συνολικών πωλήσεων ΑΡΜ της NutraSweet AG προς την Κοινότητα και, συνεπώς, πραγματοποιήθηκαν σε ποσότητες που δεν ήταν δυνατόν να προκαλέσουν ζημία στην κοινοτική βιομηχανία.

(36) Ανεξάρτητα από το αν αυτό το στοιχείο είναι ορθό - δεν αντιστοιχεί στις διαπιστώσεις που έγιναν κατά την έρευνα - η Επιτροπή θεωρεί ότι οι εισαγωγές τόσο από την Ιαπωνία όσο και από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής πρέπει να εξετασθούν συνολικά και όχι μεμονωμένα όπως πρότεινε ο αμερικανός εξαγωγέας. Και στις δύο περιπτώσεις, το εισαγόμενο προϊόν είναι παρόμοιο και πωλείται με το ίδιο εμπορικό σήμα και με τους ίδιους όρους.

Σημαντικές ποσότητες των εισαγωγών διοχετεύονται μέσω της ίδιας συνδεόμενης εταιρείας, της NSAG, που είναι κοινή επιχείρηση των δύο εξαγωγέων και η οποία ιδρύθηκε με μοναδικό σκοπό να πραγματοποιούνται πωλήσεις τόσο του προϊόντος, καταγωγής Ιαπωνίας όσο και Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, με το ίδιο εμπορικό σήμα προς την Κοινότητα. Οι εισαγωγές, καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και Ιαπωνίας, μπορούν εύκολα να υποκαταστήσουν οι μεν τις δε στην κοινοτική αγορά. Υπό αυτές τις συνθήκες, θεωρείται αιτιολογημένο να γίνει σώρευση των εισαγωγών αυτών ακόμα και ήταν πολύ περιορισμένες οι πωλήσεις ΑΡΜ καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής κατά την περίοδο που κάλυψε η έρευνα.

(37) Parΰolo poy h emfΰanish thw Holland Sweetener Co. στην κοινοτική αγορά οδήγησε σε απώλεια του τμήματος της αγοράς για τις εισαγωγές των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και της Ιαπωνίας, από (. . . ) το 1986 έως (. . . ) κατά την περίοδο που κάλυψε την έρευνα, οι εισαγωγές από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής και την Ιαπωνία αυξήθηκαν σε απόλυτους αριθμούς από (. . . ) κιλά το 1986 σε (. . . ) κιλά το 1987 σε (. . . ) το 1988 και αυξήθηκαν κατά την περίοδο που κάλυψε η έρευνα.

ΙΙΙ. Όγκος και τμήμα της αγοράς του κοινοτικού παραγωγού (38) Οι πωλήσεις του κοινοτικού παραγωγού στην Κοινότητα αυξήθηκαν από (. . . ) κιλά το 1987 σε (. . . ) κιλά το 1988 και περαιτέρω σε (. . . ) κιλά κατά την περίοδο της έρευνας. Το τμήμα που κατέχει στην αγορά ΕΟΚ ο κοινοτικός παραγωγός αυξήθηκε από (. . . ) το 1987 σε (. . . ) το 1988 και περαιτέρω σε (. . . ) το 1989.

IV. Τιμές (39) Όσον αφορά τις τιμές της APM ιαπωνικής και αμερικάνικης καταγωγής, διαπιστώθηκε ότι αυτές οι τιμές ήταν σε σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα από τις τιμές του κοινοτικού παραγωγού το 1988 και ότι μειώθηκαν, παρά τη διαφορά αυτή, κατά 23,8 % από το 1988 έως την περίοδο που κάλυψε η έρευνα σε επίπεδα που δεν επέτρεψαν να έχει τα κατάλληλα κέρδη.

(40) Όσον αφορά τον κοινοτικό παραγωγό, διαπιστώθηκε ότι οι τιμές του μειώθηκαν κατά 7,6 % μεταξύ του 1988 και της περιόδου που κάλυψε η έρευνα. Παρά τη μείωση αυτή, οι τιμές του αμερικάνικου και ιαπωνικού προϊόντος ήταν χαμηλότερες από τις τιμές του κοινοτικού παραγωγού κατά ένα μέσο όρο 6 % κατά την περίοδο της έρευνας. Αυτή η κατάσταση των τιμών δεν επέτρεψε στον κοινοτικό παραγωγό να εξισορροπήσει τα κέρδη και τις ζημίες του, και ακόμη λιγότερο να του εξασφαλίσει αποδοτικότητα για τις δραστηριότητές του.

V. Συμπεράσματα (41) Για να καθορίσει εάν η εν λόγω κοινοτική βιομηχανία υπέστη σημαντική ζημία η Επιτροπή έλαβε υπόψη τους ακόλουθους παράγοντες:

- ο κοινοτικός παραγωγός άρχισε να πραγματοποιεί πωλήσεις το 1988 και κατέκτησε ένα μικρό τμήμα της κοινοτικής αγοράς το μεγαλύτερο μέρος της οποίας κατέχουν σήμερα οι αμερικάνικες και ιαπωνικές εξαγωγές. Κατά τα πρώτα έτη της παραγωγής του, ο κοινοτικός παραγωγός δεν είχε μόνο να αντιμετωπίσει τα αναμενόμενα έξοδα και τα προβλήματα τα οποία συνδέονται με την οργάνωση των εγκατάστασεων παραγωγής του, αλλά επίσης και μια θεαματική πτώση των τιμών από τους αμερικανούς και ιάπωνες ανταγωνιστές του οι οποίοι συνέχισαν να κατέχουν το μεγαλύτερο τμήμα της αγοράς ΕΟΚ,

- η συμπίεση των τιμών κατέληξε σε σημαντικές απώλειες για την κοινοτική βιομηχανία και παρεμπόδισε τον κοινοτικό παραγωγό από το να αυξήσει τη χρησιμοποίηση του παραγωγικού δυναμικού του το οποίο θα του επέτρεπε να ωφεληθεί από τις οικονομίες κλίμακας. Στο τέλος της περιόδου που κάλυψε η έρευνα, οι απώλειες είχαν φθάσει σε επίπεδα τα οποία απειλούν άμεσα τη βιωσιμότητα της βιομηχανίας αυτής.

(42) Η Επιτροπή λαμβάνοντας υπόψη τους προαναφερόμενους παράγοντες κατέληξε στο συμπέρασμα ότι στο πλαίσιο των προκαταρκτικών της διαπιστώσεων, η κοινοτική βιομηχανία υπέστη σημαντική ζημία κατά τη έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 του κανονισμού.

(43) Η NSAG ισχυρίστηκε ότι δεν ήταν δυνατόν να έχει προκληθεί σημαντική ζημία στη κοινοτική βιομηχανία επειδή αυξήθηκε το τμήμα που κατείχε αυτή η εταιρεία στην αγορά, και λόγω των ευνοϊκών επιχειρηματικών προοπτικών που προβλέπονται με το ανοιγμα της αμερικανικής αγοράς σε άλλους προμηθευτές το 1993, συμπεριλαμβανομένου και του καταγγέλλοντα.

(44) Η Επιτροπή θεωρεί ότι η εμφάνιση του κοινοτικού παραγωγού στην αγορά η οποία πριν από το 1987 ανήκε εξ ολοκλήρου στην NSAG, έχει ως απαραίτητη συνέπεια την απόκτηση τμήματος της αγοράς. Η απόκτηση ενός σχετικά μικρού τμήματος της αγοράς πρέπει να σταθμιστεί με τις σοβαρές απώλειες που υπέστη ο κοινοτικός παραγωγός μετά την πτώση των τιμών APM. Το γεγονός ότι απειλείται, κατά συνέπεια, η συνέχιση των εμπορικών του δραστηριοτήτων δεν μπορεί με κανένα τρόπο να αναιρεθεί με το επιχείρημα ότι θα δημιουργηθούν μεσοπρόθεσμα θετικές προοπτικές επιχειρηματικών δραστηριοτήτων στην αμερικανική αγορά.

Ζ. ΑΙΤΙΩΔΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑ (45) Εξετάζοντας το βαθμό της σημαντικής ζημίας που έχει προκληθεί στην κοινοτική βιομηχανία APM λόγω των πρακτικών ντάμπινγκ που περιγράφονται ανωτέρω η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η μείωση των τιμών εξαγωγής της NSAG συνέπεσε με την εμφάνιση του καταγγέλλοντα στην κοινοτική αγορά. Η πτώση των τιμών άσκησε συνεχή καθοδική πίεση στις τιμές APM στην Κοινότητα, ενώ ταυτόχρονα αυξήθηκε σημαντικά ο όγκος των αμερικανικών και ιαπωνικών εξαγωγών. Αυτό το γεγονός οδήγησε τον κοινοτικό παραγωγό να πωλεί σε επίπεδα τιμών τα οποία ήταν πολύ χαμηλότερα από το κόστος παραγωγής του, παρεμπόδισε την βιομηχανία αυτή από το να αυξήσει τη χρησιμοποίηση του παραγωγικού δυναμικού της σε κατάλληλα επίπεδα και, κατά συνέπεια, κατέληξε σε αύξηση του κόστους και σε σημαντικές απώλειες.

(46) Η NSAG ισχυρίστηκε ότι η πτώση τιμών στην Κοινότητα δεν συνδεόταν με την εμφάνιση του καταγγέλλοντα στην αγορά, αλλά είχε προκληθεί από τις δυνάμεις της αγοράς. Ειδικότερα, οι τιμές άλλων γλυκαντικών ουσιών θεωρήθηκαν υπεύθυνες για τη μείωση των τιμών APM.

(47) Ενώ πρέπει να υπήρξε ανταγωνισμός μεταξύ της APM και πολλών άλλων γλυκαντικών ουσιών, η Επιτροπή θεωρεί ότι αυτός ο ανταγωνισμός ασκείτο επίσης, σε διαφορετικά επίπεδα λόγω διαφορετικής συμπεριφοράς των καταναλωτών, και στην αμερικανική αγορά όπου οι τιμές APM παρέμειναν στάσιμες. Λαμβανομένης υπόψη της εξέλιξης της κοινοτικής αγοράς APM η οποία διευρύνθηκε σημαντικά, δεν υπάρχει κανένας προφανής λόγος ώστε η NSAG η οποία και μετά το 1987 παρέμεινε ο σημαντικότερος προμηθευτής APM στην κοινοτική αγορά, μείωσε τις τιμές της σε επίπεδα που δεν της επέτρεπαν να καλύψει το κόστος της.

(48) Η NSAG ισχυρίστηκε επίσης ότι οι απώλειες του κοινοτικού παραγωγού είναι κανονικές και προβλεπόμενες για ένα προϊόν όπως η APM κατά τα πρώτα τέσσερα χρόνια της παραγωγής της. Τόνισε επίσης ότι οι δυσκολίες κατά τη διαδικασία παραγωγής ήταν υπεύθυνες για το υψηλό κόστος έναρξης των δραστηριοτήτων και για τις καθυστερήσεις και ότι αυτό το κόστος πρέπει να αναληφθεί από του κατόχους μετοχών της HSC.

(49) Η Επιτροπή αποδέχεται το γεγονός ότι ο κοινοτικός παραγωγός αντιμετώπισε σημαντικά έξοδα έναρξης των δραστηριοτήτων του. Ωστόσο, ο κοινοτικός παραγωγος δεν είχε να αντιμετωπίσει μόνο τις συνήθεις δυσκολίες που αντιμετωπίζει μια βιομηχανία κατά την έναρξη των δραστηριοτήτων της, αλλά επίσης και την σημαντική συμπίεση των τιμών που προκάλεσε ο σημαντικότερος κάτοχος της αγοράς APM. Η απόφαση του να μειώσει τις τιμές σε επίπεδα στα οποία έχει απώλειες, σαφώς οφείλεται στην NSAG και στους αμερικανούς και ιάπωνες εξαγωγείς και, οι επιπτώσεις αυτής ατης πολιτικής τιμών δεν μπορεί να αποδοθούν στις δυσκολίες που αντιμετώπισε η HSC κατά τις παραγωγικές δραστηριότητές της.

(50) Η έρευνα δεν έδειξε κανένα άλλο παράγοντα εκτός από τις εισαγωγές που αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ, ο οποίος να έχει συμβάλει στη ζημία που υπέστη η κοινοτική βιομηχανία. Οι εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, αν εξεταστούν χωριστά, κατά συνέπεια πρέπει να θεωρηθούν ότι προκαλούν σημαντική ζημία στην κοινοτική βιομηχανία.

Η. ΤΑ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ Ι. Γενικές παρατηρήσεις (51) Ο σκοπός της επιβολής δασμών αντιντάμπινγκ είναι να εξουδετερωθούν οι πρακτικές ντάμπινγκ οι οποίες προκαλούν ζημία σε βιομηχανία της Κοινότητας και να αποκαταστήσουν το θεμιτό ανταγωνισμό στην κοινοτική αγορά. Η επιβολή των δασμών αυτών είναι ακόμα πιο αναγκαία στο βαθμό που οι αθέμιτες εμπορικές πρακτικές απειλούν την ίδια την ύπαρξη της κοινοτικής βιομηχανίας. Το να παραμείνει μόνο ένας προμηθευτής στην κοινοτική αγορά δεν είναι προς το γενικό συμφέρον της Κοινότητας.

(52) Η επιβολή των δασμών αντιντάμπινγκ θα αυξήσει την τιμή της APM στην Κοινότητα αλλά μόνο στο βαθμό που απαιτείται για να εξουδετερωθεί η ζημία απου έχει προκληθεί. Η ζήτηση APM στην Κοινότητα υπερβαίνει κατά πολύ την υπάρχουσα δυνατότητα παραγωγής στην ΕΟΚ. Συνεπώς, θα υπάρχει συνεχής ζήτηση για εισαγωγές από τρίτες χώρες. Ως εκ τούτου, δεν αναμένεται ότι η αποκατάσταση δίκαιων όρων του ανταγωνισμού θα καταλήξει σε αποκλεισμό ξένου ανταγωνισμού από την αγορά.

(53) Ο αμερικανός εξαγωγέας ισχυρίσθηκε ότι το να ληφθούν μέτρα αντιντάμπινγκ θα αναιρέσει τη θέση του ως αρχικού κατόχου διπλώματος ευρεσιτεχνίας, η αναγνώριση του οποίου αποτελεί κατ' αυτόν αρχή δημόσιας τάξης.

(54) Η Επιτροπή τονίζει ότι ο αμερικανός εξαγωγέας ωφελήθηκε από την προστασία των προνομίων στην Κοινότητα μέχρις ότου έληξαν τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας μεταξύ του 1986 και 1988. Μέχρι τότε ο αμερικανός εξαγωγέας, μαζί με τον ιάπωνα εξαγωγέα με τον οποίο συνεργάζεται, κατείχε το 100 % αναπτυσσόμενης αγοράς και, επομένως, ήταν σε θέση να αποζημιωθεί για τις πνευματικές και οικονομικές προσπάθειες που κατέβαλε όσον αφορά την εφεύρεση του προϊόντος και την εμπορία του. Επομένως, είναι φυσική και επιδιωκόμενη συνέπεια του περιορισμού ισχύος των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας το να εμφανίζεται αμέσως μόλις λήξει η ισχύς αυτών των διπλωμάτων ανταγωνισμός στην αγορά η οποία προηγουμένως προστατεύετο.

Το να προστατεύεται ο νόμιμος ανταγωνισμός από τις επιπτώσεις των πρακτικών ντάμπινγκ που ασκεί ακόμα και ο πρώην κάτοχος διπλώματος ευρεσιτεχνίας, δεν είναι με κανένα τρόπο αντίθετο προς τους στόχους δημόσιας τάξης.

ΙΙ. Συμφέροντα της κοινοτικής βιομηχανίας (55) Οι θεαματικές απώλειες τις οποίες υπέστη ο κοινοτικός παραγωγός, οδηγού, στο συμπέρασμα ότι απειλείται η βιωσιμότητα της βιομηχανίας αυτής αν δεν ληφθούν μέτρα για να πραστατευθεί η βιομηχανία αυτή από τις επιπτώσεις των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ. Το να κλείσουν οι εγκαταστάσεις του κοινοτικού παραγωγού όχι μόνο θα καταστήσει την αγορά της Κοινότητας πλήρως εξαρτημένη από τις εισαγωγές από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής και την Ιαπωνία, αλλά θα καταλήξει επίσης και σε απώλεια πολλών εκατοντάδων θέσεων απασχόλησης. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή έκρινε αναγκαίο και προς το συμφέρον της κοινοτικής βιομηχανίας να επιβληθούν μέτρα άμυνας στις εισαγωγές ΑΡΜ.

ΙΙΙ. Τα συμφέροντα άλλων μέτρων (56) Η Επιτροπή έλαβε πολλές παρατηρήσεις από τελικούς χρήστες ΑΡΜ στην Κοινότητα οι οποίοι είναι κυρίως οι παραγωγοί αναψυκτικών και άλλων ειδών διατροφής χαμηλής θερμιδογόνου αξίας. Οι τελικοί χρήστες ισχυρίστηκαν ότι η επιβολή δασμού στις εισαγωγές ΑΡΜ θα αυξήσει το κόστος τους, θα καταργήσει τον ανταγωνισμό και θα επιβραδύνει την αναμενόμενη ανάπτυξη της αγοράς ΑΡΜ.

(57) Η Επιτροπή δεν έλαβε κανένα ουσιαστικό αποδεικτικό στοιχείο που να δικαιολογεί την αύξηση του κόστους για τους τελικούς χρήστες και τις επιπτώσεις πιθανής αύξησης των τιμών των προϊόντων τους.

(58) Η Επιτροπή θεωρεί ότι τα συμφέροντα των τελικών χρηστών δεν εξυπηρετούνται από την εξουδετέρωση του μοναδικού κοινοτικού παραγωγού, εφόσον αυτό το γεγονός θα περιορίσει τον ανταγωνισμό σε πραγματικά μόνο μια πηγή προμήθειας, δεδομένου ότι το μεγαλύτερο τμήμα των εξαγωγών από την Ιαπωνία και τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής εξάγονται μέσω της κοινής επιχείρησής τους στην Ελβετία.

(59) Αν εξασφαλιστούν οι θεμιτοί όροι εμπορίου, αναμένεται ότι θα αυξηθούν οι τιμές αλλά θα παραμείνουν σε επίπεδα τα οποία θα είναι κατά πολύ χαμηλότερα από τις τιμές που εφαρμόζονται στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Σχετικά με αυτό, πρέπει να τονισθεί ότι το επίπεδο των τιμών ΑΡΜ στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής δεν παρεμπόδισαν την αμερικανική αγορά ΑΡΜ από το να αναπτυχθεί εντυπωσιακά.

(60) Κατά συνέπεια, η Επιτροπή θεωρεί ότι τα συμφέροντα των τελικών χρηστών δεν θα επηρεαστούν αρνητικά, αλλά μακροπρόθεσμα θα εξυπηρετηθούν καλύτερα από τη λήψη μέτρων άμυνας τα οποία θα συμβάλουν στη διατήρηση των τιμών σε ανταγωνιστικά επίπεδα, ενώ δεν θα δημιουργήσουν εμπόδιο για την περαιτέρω ανάπτυξη της αγοράς ΑΡΜ.

IV. Συμπέρασμα (61) Αφού εξέτασε τα επιχειρήματα που προέβαλαν οι εξαγωγείς, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι είναι προς το γενικό συμφέρον της Κοινότητας να εξουδετερωθούν οι ζημιογόνες επιπτώσεις των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ και ότι τα οφέλη που θα προκύψουν από αυτήν την προστασία θα αντισταθμίσουν τις βραχυπρόθεσμες επιπτώσεις που θα έχουν τα μέτρα αυτά ειδικότερα στις τιμές.

Θ. ΔΑΣΜΟΣ (62) Για να εξουδετερωθεί η ζημία που έχει προκληθεί στην κοινοτική βιομηχανία και να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητά της, θεωρείται αναγκαίο τα μέτρα που θα ληφθούν να επιτρέψουν στην εν λόγω βιομηχανία να έχει τα κατάλληλα κέρδη τα οποία δεν είχε μέχρι τώρα λόγω των επιπτώσεων των εισαγωγών σε τιμές που αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ.

(63) Συνεπώς, είναι σημαντικό οι προσωρινοί δασμοί που θα επιβληθούν να καλύπτουν τις διαφορές μεταξύ των τιμών της αμερικανικής και ιαπωνικής ΑΡΜ και του επιπέδου τιμών που απαιτείται ώστε η κοινοτική βιομηχανία να καλύπτει το κόστος και να έχει εύλογο κέρδος.

(64) Η κοινοτική βιομηχανία προέβαλε το επιχείρημα ότι ένα εύλογο περιθώριο κέρδους για μια βιομηχανία η οποία θεωρείται νέα, πρέπει να είναι απόδοση επενδύσεως 25 %. Προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι το 25 % ως απόδοση επενδύσεως χρησιμοποιήθηκε ως το σταθερό ποσοστό στην DSM Chemicals BV, που είναι ένας από τους κυριότερους κατόχους μετοχών της Holland Sweeteren Company VoF, ότι επίσης η Monsanto, η εταιρεία η οποία κατέχει την NutraSweet, θεώρησε ως γενικό στόχο της εταιρείας την απόδοση ιδίων κεφαλαίων 20 %.

(65) Η Επιτροπή δέχεται ότι ένα εύλογο περιθώριο πρέπει να περιλαμβάνει στοιχεία για την απόδοση ιδίων κεφαλαίων. Ωστόσο, εκφράζει αμφιβολίες για ότι τα στοιχεία απόδοσης ιδίων κεφαλαίων και απόδοσης επενδύσεως που αναφέρθηκαν αποτελούν το κατάλληλο σημείο αναφοράς για την ειδική κατάσταση στην οποία λειτουργεί ο κοινοτικός παραγωγός. Υπό αυτές τις συνθήκες, η Επιτροπή θεωρεί ότι για το σκοπό της προκαταρκτικής διαπίστωσης, το κατάλληλο ετήσιο κέρδος, που θα επιτρέπει την εξισορροπημένη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της βιομηχανίας, πρέπει να είναι το 8 % του κύκλου εργασιών πριν από τη φορολόγηση. Πάνω σ' αυτή τη βάση, η Επιτροπή καθόρισε τιμή αναφοράς με την οποία συγκρίθηκαν οι μέσες σταθμισμένες τιμές εισαγωγής.

(66) Για να καθοριστούν τα επίπεδα του δασμού, οι διαφορές των ποσών που καθορίστηκαν κατ' αυτόν τον τρόπο, εκφράστηκαν με ένα ποσό σε Ecu/kg/ΑΡΜ. Το αποτέλεσμα αυτού του υπολογισμού οδηγεί στους ακόλουθους προσωρισμούς δασμούς αντιντάμπινγκ που πρέπει να επιβληθούν για τη ζημία που έχει προκληθεί:

- Ajimoto Co. Ltd: 29,95 Ecu/kg,

- NutraSweet Co. Ltd: 27,55 Ecu/kg (67) Επειδή τα περιθώρια ντάμπιγκ που διαπιστώθηκαν για όλους τους ενδιαφερόμενους εξαγωγείς, υπερβαίνουν τα επίπεδα της ζημίας, οι ως άνω δασμοί θα επιβληθούν σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 3 του κανονισμού.

(68) Για τις εταιρείες οι οποίες δεν έγιναν γνωστές στην Επιτροπή, η Επιτροπή θεώρησε κατάλληλο να επιβάλει δασμούς στα ίδια επίπεδα, δηλαδή 29,95Ecu/kg για ΑΡΜ καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής.

(69) Πράγματι, θα αποτελούσε πριμοδότηση για το ότι συνεργάστηκαν, το να θεωρηθεί ότι οι δασμοί γι' αυτούς τους παραγωγούς/εξαγωγείς είναι χαμηλότεροι από το δασμό αντιντάμπιγκ που επιβλήθηκε.

(70) Πρέπει να καθοριστεί περίοδος εντός της οποίας τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν να γίνουν δεκτά σε ακρόαση. Επιπλέον, πρέπει να αναφερθεί ότι όλες οι διατυπώσεις που έγιναν για το σκοπό αυτού του κανονισμού, είναι προσωρινές και μπορούν να επανεξεταστούν για την περίπτωση που η Επιτροπή θα προτείνει την επιβολή οριστικού δασμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1. Επιβάλλεται προσωρινός δασμός αντιντάμπιγκ 27,55 Ecu/kg (καθαρό βάρος) στις εισαγωγές ασπαρτάμης που υπάγεται στον κωδικό ΣΟ ex 2924 29 90 (κωδικός Taric: 2924 29 90 * 50, καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής.

2. Επιβάλλεται προσωρινός δασμός αντιντάμπιγκ 29,95 Ecu/kg (καθαρό βάρος) στις εισαγωγές ασπαρτάμης που υπάγεται στον κωδικό ΣΟ ex 2924 29 90 (κωδικός Taric: 2924 29 90 * 50, καταγωγής Ιαπωνίας.

3. Εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τους τελωνειακούς δασμούς.

4. Η θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία στην Κοινότητα των προϊόντων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, υπόκεινται σε παροχή εγγύησης που ισοδυναμεί με το ποσό του προσωρινού δασμού.

Άρθρο 2

Με την επιφύλαξη των άρθρων 7 παράγραφος 4 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88, τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση από την Επιτροπή σε προθεσμία ενός μηνός από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Με την επιφύλαξη των άρθρων 11, 12 και 13 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88, το άρθρο 1 του παρόντος κανονισμού εφαρμόζεται για περίοδο τεσσάρων μηνών εκτός αν το Συμβούλιο θεσπίσει μέτρα πριν από τη λήξη της περιόδου αυτής.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 26 Νοεμβρίου 1990. Για την Επιτροπή Frans ANDRIESSEN Αντιπρόεδρος