Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1612/88 του Συμβουλίου της 9ης Ιουνίου 1988 για τη διοργάνωση έρευνας σχετικά με το κόστος του εργατικού δυναμικού στη βιομηχανία, στο χονδρικό και λιανικό εμπόριο, στις τράπεζες και στις ασφαλιστικές εταιρείες
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 145 της 11/06/1988 σ. 0001 - 0002
***** ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΟΚ) αριθ. 1612/88 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 9ης Ιουνίου 1988 για τη διοργάνωση έρευνας σχετικά με το κόστος του εργατικού δυναμικού στη βιομηχανία, στο χονδρικό και λιανικό εμπόριο, στις τράπεζες και στις ασφαλιστικές εταιρείες ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 213, το σχέδιο κανονισμού που υποβλήθηκε από την Επιτροπή, Εκτιμώντας: ότι, για την εκπλήρωση των καθηκόντων που της έχουν ανατεθεί από τη συνθήκη, ιδίως σύμφωνα με τα άρθρα 2, 3, 117, 118, 120 και 122, η Επιτροπή πρέπει να γνωρίζει την κατάσταση και την εξέλιξη του κόστους του εργατικού δυναμικού και του εισοδήματος των εργαζομένων στα κράτη μέλη· ότι οι διαθέσιμες στατιστικές πληροφορίες σε κάθε κράτος μέλος δεν επιτρέπουν έγκυρη σύγκριση λόγω, ιδίως, των αποκλίσεων που υπάρχουν μεταξύ των νομοθεσιών, των κανονιστικών ρυθμίσεων και της διοικητικής πρακτικής των κρατών μελών και ότι, συνεπώς, η διεξαγωγή των ερευνών και η επεξεργασία των στοιχείων πρέπει να βασίζονται σε ενιαίους ορισμούς και σε κοινές μεθόδους· ότι η καλύτερη μέθοδος για να γίνει γνωστό το έπίπεδο, η σύνθεση και η εξέλιξη τόσο του κόστους του εργατικού δυναμικού όσο και του εισοδήματος των εργαζομένων συνίσταται στη διεξαγωγή ειδικών κοινοτικών ερευνών, όπως συνέβη για τελευταία φορά το 1985 κατ' εφαρμογή του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3149/83 (1), με βάση τα σχετικά λογιστικά στοιχεία του έτους 1984· ότι, λόγω των σημαντικών μεταβολών τόσο ως προς το ύψος όσο και ως προς τη διάρθρωση των δαπανών των επιχειρήσεων για μισθούς και ημερομίσθια καθώς και για τις σχετικές εργοδοτικές εισφορές, πρέπει, προκειμένου να ενημερωθούν τα αποτελέσματα της προηγούμενης έρευνας, να γίνει νέα έρευνα με βάση τα λογιστικά στοιχεία του έτους 1988 για τη βιομηχανία, το εμπόριο, τις τράπεζες και τις ασφαλιστικές εταιρείες· ότι, λόγω της έκτασης της έρευνας και προκειμένου να μειωθεί η επιβάρυνση των επιχειρήσεων και των προϋπολογισμών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών, είναι ανάγκη να χρησιμοποιηθεί η μέθοδος της δειγματοληψίας, ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ: Άρθρο 1 Στα πλαίσια των περιοδικών ερευνών της για το κόστος του εργατικού δυναμικού και το εισόδημα των εργαζομένων, η Επιτροπή θα διεξάγει έρευνα το 1989 με βάση τα σχετικά λογιστικά στοιχεία του 1988 για το κόστος του εργατικού δυναμικού (εργάτες και υπάλληλοι) στη βιομηχανία, το χονδρικό και λιανικό εμπόριο, τις τράπεζες και τις ασφαλιστικές εταιρείες. Άρθρο 2 Η έρευνα καλύπτει τις επιχειρήσεις ή εγκαταστάσεις που απασχολούν τουλάχιστον δέκα άτομα και των οποίων οι δραστηριότητες καθορίζονται στα τμήματα 1, 2, 3, 4, 5 και στις κλάσεις 61, 64/65, 81 και 82 της γενικής ονοματολογίας των οικονομικών δραστηριοτήτων στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες (NACE), εξαιρουμένων των ομάδων 651, 652 και 811. Η έρευνα διεξάγεται με τη μέθοδο της δειγματοληψίας. Άρθρο 3 Οι εργοδότες των επιχειρήσεων ή των εγκαταστάσεων που περιλαμβάνονται στο δείγμα είναι υποχρεωμένοι να παράσχουν τις αναγκαίες πληροφορίες για τον προσδιορισμό του κόστους του εργατικού δυναμικού (εργάτες και υπάλληλοι) με βάση τα λογιστικά στοιχεία του ημερολογιακού έτους 1988 σύμφωνα με τους όρους που αναφέρονται παρακάτω. Άρθρο 4 Η έρευνα καλύπτει: α) τις δαπάνες μισθοδοσίας, συμπεριλαμβανομένων των πριμοδοτήσεων και των επιδομάτων, καθώς και τις σχετικές επιβαρύνσεις, ιδιαίτερα τις εργοδοτικές εισφορές κοινωνικής ασφάλησης και επικουρικών συστημάτων καθώς και τις λοιπές κοινωνικές παροχές, συμπεριλαμβανομένων των επιβαρύνσεων για την επαγγελματική επιμόρφωση των εργαζομένων καθώς και των φόρων ή επιδοτήσεων που έχουν άμεση σχέση με το κόστος του εργατικού δυναμικού· β) τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολούνται στις επιχειρήσεις ή τις εγκαταστάσεις· γ) τον αριθμό των ωρών εργασίας. Άρθρο 5 Οι πληροφορίες συγκεντρώνονται από τις στατιστικές υπηρεσίες των κρατών μελών βάσει ερωτηματολογίου που καταρτίζει η Επιτροπή σε συνεργασία με τις υπηρεσίες αυτές. Η Επιτροπή καθορίζει, σε συνεργασία με αυτές τις υπηρεσίες, τις τεχνικές λεπτομέρειες της έρευνας. Επιπλέον, ορίζει, με τον ίδιο τρόπο, τις ημερομηνίες έναρξης και λήξης της έρευνας καθώς και την προθεσμία απάντησης στα ερωτηματολόγια. Τα πρόσωπα που οφείλουν να δώσουν τις πληροφορίες πρέπει να απαντήσουν στα ερωτηματολόγια με ειλικρίνεια, πληρότητα και μέσα στις καθορισμένες προθεσμίες. Άρθρο 6 Οι στατιστικές υπηρεσίες των κρατών μελών προβαίνουν στην ανάλυση των απαντήσεων στα ερωτηματολόγια. Διαβιβάζουν στην Επιτροπή τα αποτελέσματα της έρευνας, εξαιρουμένων των ατομικών πληροφοριών, σύμφωνα με το πρόγραμμα επεξαργασίας που καθορίζει η Επιτροπή· τα αποτελέσματα κατανέμονται κατά κλάδους δραστηριότητας, και, ενδεχομένως, κατά περιφέρειες και κατά τάξεις μεγέθους των επιχειρήσεων ή των εγκαταστάσεων. Άρθρο 7 Οι ατομικές πληροφορίες που παρέχονται στα πλαίσια της έρευνας χρησιμοποιούνται μόνο για στατιστικούς σκοπούς. Απαγορεύεται η χρησιμοποίησή τους για άλλους σκοπούς, ιδίως φορολογικούς, καθώς και η ανακοίνωσή τους σε τρίτους. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για κάθε παραβίαση: α) της υποχρέωσης παροχής των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 3· β) της υποχρέωσης διαφύλαξης της εμπιστευτικότητας των πληροφοριών σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο του παρόντος άρθρου. Άρθρο 8 Τα κράτη μέλη εισπράττουν, για τη διεξαγωγή της έρευνας, κατ' αποκοπή ποσό το οποίο καταλογίζεται στις περιπτώσεις που προβλέπονται για το σκοπό αυτό στον προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινωτήτων. Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος. Λουξεμβούργο, 9 Ιουνίου 1988. Για το Συμβούλιο Ο Πρόεδρος N. BLUEM (1) ΕΕ αριθ. L 309 της 10. 11. 1983, σ. 2.